Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Δευτέρα 6 Φεβρουαρίου 2012

"κατά ΜΑΡΚΟΝ", κεφ. Ι (10), εδ. 46 – 52. Ο ΒΑΡΤΙΜΑΙΟΣ.

Ο ΒΑΡΤΙΜΑΙΟΣ.

Ευαγγέλιον "κατά ΜΑΡΚΟΝ", κεφ.   Ι /10, εδ. 46 – 52.

46 Και έρχονται εις Ιεριχώ. Και ενώ εξήρχετο από της Ιεριχώ αυτός και οι μαθηταί αυτού και όχλος ικανός, ο υιός του Τιμαίου Βαρτίμαιος ο τυφλός εκάθητο παρά την οδόν ζητών.
47 Και ακούσας ότι είναι Ιησούς ο Ναζωραίος, ήρχισε να κράζη και να λέγη Υιέ του Δαβίδ Ιησού, ελέησόν με.
48 Και επέπληττον αυτόν πολλοί διά να σιωπήση αλλ' εκείνος πολλώ μάλλον έκραζεν Υιέ του Δαβίδ, ελέησόν με.
49 Και σταθείς ο Ιησούς, είπε να κραχθή και κράζουσι τον τυφλόν, λέγοντες προς αυτόν Θάρσει, σηκώθητι σε κράζει.
50 Και εκείνος απορρίψας το ιμάτιον αυτού, εσηκώθη και ήλθε προς τον Ιησούν.
51 Και αποκριθείς λέγει προς αυτόν ο Ιησούς Τι θέλεις να σοι κάμω; Και ο τυφλός είπε προς αυτόν Ραββουνί, να αναβλέψω.
52 Ο δε Ιησούς είπε προς αυτόν Ύπαγε, η πίστις σου σε έσωσε. Και ευθύς ανέβλεψε και ηκολούθει τον Ιησούν εν τη οδώ.

       ΣΧΟΛΙΑ.
       Το κείμενο αναφέρεται σε μια ιστορία βγαλμένη από τη ζωή ενός κατοίκου της Ιεριχώ, που τον έλεγαν Βαρτίμαιο, πριν από 2000  χρόνια.   Ίσως   είναι   μικρή,    ίσως   φαίνεται   ασήμαντη,   όμως  δεν  είναι  ούτε  μικρή,  ούτε ασήμαντη,   αφού   τούτη   η  ιστορία  στον   τομέα  του  πνεύματος  είναι δική μου και δική σου.  Στις λεπτομέρειες   τούτης   της  ιστορίας  μπορεί  ο  καθένας  να   δει  τον  εαυτόν του, καθώς θα δώσουμε φως σε κάποιες λεπτομέρειες της ζωής αυτού του ανθρώπου:

      ΉΤΑΝ ΤΥΦΛΟΣ.
     Ήταν τυφλός από γεννήσεώς του, άκουγε, αισθανόταν, αλλά δεν έβλεπε. Τα σάρκινα μάτια του, αυτό το τέλειο δημιούργημα του Θεού, δε λειτουργούσαν. Μπορεί εμείς να μην του μοιάζουμε και ευχαριστούμε το Θεό γι’ αυτό, όμως εξετάζοντας τον εαυτόν μας από την πνευματική πλευρά της ζωής, (ο άνθρωπος δεν είναι μόνο σάρκα αλλά και πνεύμα), παρατηρούμε ότι δε διαφέρουμε απ’ αυτόν.
       Ο άνθρωπος «έβλεπε» πνευματικά, όταν ήταν στον Παράδεισο και γνώριζε το Θεό. Στο βιβλίο της "Γένεσης" μας αναφέρει ότι ο Θεός κατέβαινε εκείνα τα ωραία δειλινά και συνομιλούσε με τους ανθρώπους. Όμως ο άνθρωπος τυφλώθηκε. Πώς έγινε, τι συνέβη; Από αμαρτία από παρακοή του θελήματος του Θεού ο άνθρωπος τυφλώθηκε πνευματικά. Σκοτάδι πνευματικό απλώθηκε γύρω του. Αλήθεια πόσο έχει πυκνώσει τούτο το σκοτάδι στις ημέρες μας! Από τότε ψάχνει να βρει το χαμένο παράδεισο, το πρόσωπο του Θεού. Γι’ αυτό οι θρησκείες, γι’ αυτό οι θεωρίες, αλλά όλα τούτα δεν ήταν τίποτα άλλο από εκείνη τη χαρακτηριστική φράση που είπε κάποτε ο Πέτρος: «Κύριε, δι’ όλης της νυκτός κοπιάσαντες, ουδέν πιάσαμε» (Λουκάς Ε/5: 5). Ένας αγώνας έγινε η ζωή μέσα στο σκοτάδι, χωρίς κανένα αποτέλεσμα. Σ΄ αυτήν την κατάσταση βρέθηκε ο άνθρωπος. Και ενώ ο Θεός θα είχε κάθε λόγο να εξαφανίσει το ανθρώπινο γένος μετά την αμαρτία και την αποστασία του, αντίθετα σ' όλα αυτά ο Θεός δεν απέρριψε τον άνθρωπο, αλλά "Τόσο πολύ αγάπησε τον κόσμον, ώστε έδωκε τον υιόν αυτού τον μονογενή για να μη χαθεί καθένας που θα πιστέψει σ’ Αυτόν, αλλά να έχει αιώνια ζωή "(Ιωάννης ΙΓ/13: 16). Ο Χριστός ήρθε ανάμεσά μας, για να βρει τον τυφλό, "το απολωλός", να σκορπίσει τα σκοτάδια και να δώσει και πάλι στον άνθρωπο φως.

       ΗΤΑΝ ΖΗΤΙΑΝΟΣ. 
     Κανείς δε θέλει να είναι ζητιάνος. Πόσο σκληρό, πόσο περιφρονητικό είναι τούτο! Περιφρόνηση, ειρωνεία, γέλωτες, σκληρότητα ήταν στοιχεία που χαρακτήριζαν τη ζωή του, πέρα από τη μοναξιά, την έλλειψη κατανόησης και αγάπης. Σκληρή η ζωή του και ευτελής. Αλήθεια πόσο μοιάζει η ζωή τούτου του ανθρώπου με την πνευματική ζωή πολλών ανθρώπων που καθημερινά μας περιβάλουν! Πρόκειται για φτώχεια πνευματική παρά τα τις μεγάλες σπουδές, τα μεγάλα πτυχία , που πολλές φορές υπάρχουν. Δεν είναι άσκημα τούτα,  αλλά δεν επαρκούν. Δημιούργησε παιδεία ο άνθρωπος, αλλά δεν άλλαξε, έκτισε φυλακές, αλλά δε συνετίστηκε. Γιατί; Όταν ένα κουκούτσι από πορτοκάλι πέσει στη γη, μετά από λίγο θα φυτρώσει ένα πολύ ωραίο δενδράκι που λέγεται νεραντζιά. Αργότερα τούτο το δενδράκι θα φέρει ωραίους καρπούς, όμως οι καρποί του θα είναι πικροί. Όσο και να το λιπάνεις, όσο και να το ποτίσεις, όσο και καλά να το καλλιεργήσεις, ό,τι και να κάνεις, οι καρποί του θα συνεχίσουν να είναι πικροί. Για να φέρει τούτο το δενδράκι γλυκούς καρπούς, ένας τρόπος υπάρχει. Να το κεντρώσεις με κεντράδι πορτοκαλιάς. Μόνον τότε θα φέρει γλυκά πορτοκάλια. Από την ώρα που θα γεννηθεί ο άνθρωπος είναι μια άγρια νεραντζιά και οι καρποί του είναι πικροί, κακοί. Μόνον όταν κεντρωθεί στη ζωή του με το κεντράδι που λέγεται "Ιησούς Χριστός", μόνον τότε θα φέρει γλυκούς καρπούς, άλλος τρόπος δεν υπάρχει.
      Τραγική η κατάσταση του Βαρτίμαιου. Το ίδιο τραγική είναι και η κατάσταση του ανθρώπου μακριά από το Θεό, ο οποίος αδυνατεί να καταλάβει ότι η απομάκρυνσή του από το Θεό τον έχει κάνει να είναι τυφλός, γυμνός, νεκρός και έχει ανάγκη από το Σωτήρα του κόσμου, τον Ιησού Χριστό.  Αδυνατεί να αναγνωρίσει την τύφλωσή του ο άνθρωπος. Νομίζει ότι "στέκεται", ότι είναι δυνατός και δεν μπορεί να δει ότι είναι "ως τοίχος κεκλιμένος και φραγμός ετοιμόρροπος" (Ψαλμός ΦΒ/62: 3). Δεν επικαλείται το Θεό γιατί δε γνωρίζει την τύφλωσή του. Ο σύγχρονος άνθρωπος στέκεται ανάμεσα στα υλικά αγαθά που τον περιβάλουν και επαναλαμβάνει τα λόγια εκείνης της τραγικής εκκλησίας που υπήρχε στην πόλη της Λαοδίκειας: "λέγεις ότι πλούσιος είμαι και επλούτησα και δεν έχω χρείαν ουδενός"  και έρχεται ο Κύριος να δώσει την απάντηση: "δεν εξεύρεις ότι συ είσαι ο ταλαίπωρος και ελεεινός και πτωχός και τυφλός και γυμνός" (Αποκάλυψη Γ/3 17). ·
        Τυφλός  και  φτωχός  ο  Βαρτίμαιος,  «καθήμενος  παρά  την  οδόν  και  ζητών»,  άκουσε από τους  ανθρώπους που υπήρχαν γύρω του ότι περνά ο Ιησούς Χριστός. Ήταν  η ευλογημένη  στιγμή  της ζωής του. Ψυχή, άκουσες για το Χριστό στη ζωή σου; Γνωρίζεις ότι και σήμερα περνά ο Κύριος από μπροστά σου και κρούει την πόρτα της καρδιά σου; (Αποκάλυψη Γ/3: 20).  Θέλει να μπει μέσα στη ζωή σου, όχι για να σου τη στερήσει,  αλλά για να σου δώσει το φως.  "Λύχνος  εις  τους  πόδας  μου είναι ο λόγος σου και φως εις τας τρίβους μου" (Ψαλμός ΡΙΘ/119: 105) αναφέρει ο ψαλμωδός.
       Τούτος ο άνθρωπος, όταν άκουσε για το Χριστό, φώναξε με όλη τη δύναμη της ψυχής του: «Ιησού, υιέ του Δαυίδ, ελέησέ με». Τούτη η κραυγή για όσους την επανέλαβαν ανάμεσα στους αιώνες έγινε ο μεγαλύτερος σταθμός μέσα στη ζωή τους. Όμως τι τραγικό που τόσοι άνθρωποι καθημερινά «ακούνε», αλλά δεν καλούν το Χριστό στη ζωή τους. Έρχεται ο εχθρός και του ψιθυρίζει: "Μην τον καλείς στη ζωή σου, θα σου κλέψει την ελευθερία, θα σε περιγελούν οι άλλοι, θα σου στερήσει χαρές. Θα χάσεις τη ζωή σου" και ο άνθρωπος τα πιστεύει. Γιατί τα πιστεύει; «Διότι αγάπησε τη δόξα των ανθρώπων μάλλον, παρά του Θεού», διότι «το φως ήρθε εις τον κόσμον, αλλά οι άνθρωποι αγάπησαν το σκοτάδι μάλλον παρά το φως, γιατί τα έργα τους ήταν πονηρά». (Ιωάννης Γ/3: 19).
       Ο τυφλός της ιστορίας μας, καθώς άκουσε για το Χριστό, ένιωσε το πέρασμά Του, άκουσε τη φωνή Του και άρπαξε τη μεγάλη ευκαιρία της ζωής του. Μην μπορώντας να κάνει κάτι άλλο έβαλε τις φωνές: "Ιησού ελέησέ με, βοήθησέ με στην αδυναμία μου, λύσε τα σκοτάδια της ζωής μου". Τι καταπληκτικό αίτημα! Πιστεύει ότι ο Ιησούς Χριστός είναι ο Μεσσίας και ζητάει το Έλεός Του. "Κύριε ελέησέ με". Ο κόσμος που ήταν γύρω του προσπαθούσε να τον σταματήσει. Προσπαθούσε να ακυρώσει τη συνάντηση με τον Ιησού Χριστό. Πάντα ο κόσμος είναι μια μεγάλη δύναμη που προσπαθεί να σε απομακρύνει από το Χριστό έτσι, ώστε να μην Τον συναντήσεις στη ζωή σου, να μην Τον γνωρίσεις προσωπικά. Μεγάλες οι πιέσεις που ασκεί ο κόσμος. "Σιώπα του έλεγαν, μη φωνάζεις". Αλήθεια, πόσοι άνθρωποι υπάκουσαν στη φωνή του κόσμου και "δια τον φόβον των Ιουδαίων" "σιώπησαν" με τραγικά αποτελέσματα μέσα στη ζωή τους. Όμως ο άνθρωπος της Ιεριχώ δε σταματά, αγνοεί τις υποδείξεις των ανθρώπων και τι κάνει; «πολλώ μάλλον έκραζεν», συνέχιζε να φωνάζει και μάλιστα πιο δυνατά. Στις φωνές τούτου του ανθρώπου Εκείνος που «ερευνά νεφρούς και καρδίας» (Ιερεμίας ΙΑ/11: 20) αναγνωρίζει την ειλικρίνεια της καρδιάς του, βλέπει τη θέληση και την επιμονή, για να γνωρίσει Εκείνον. Μια τέτοια ειλικρινή φωνή, ένα τέτοιο κάλεσμα ο Κύριος δε θα το αγνοήσει. Ο Δαβίδ είναι κατηγορηματικός: "καρδίαν συντετριμμένην και τεταπεινωμένην, Θεέ, δεν θέλεις καταφρονήσει" (Ψαλμός ΝΑ/51: 17). Ο πρ. "Ησαΐας" (ΜΒ/42: 3) διακηρύττει: "Κάλαμον συντεθλασμένον δεν θέλει συντρίψει και λινάριον καπνίζον δεν θέλει σβύσει θέλει εκφέρει κρίσιν εν αληθεία".
      Μια "φωνή καρδιάς" και ένα αίτημα: «Ελέησέ με». Όχι πολλά λόγια, όχι ωραία λόγια, λίγα και συγκεκριμένα θέλει ο Κύριος, γι' αυτό και μας προτρέπει: "Όταν δε προσεύχησθε, μη βαττολογήσητε ως οι εθνικοί· διότι νομίζουσιν ότι με την πολυλογίαν αυτών θέλουσιν εισακουσθή" (Ματθαίος Σ/6: 7). Αυτό είχε ανάγκη ο Βαρτίμαιος, αυτό έχει ανάγκη ο κάθε άνθρωπος, ο κάθε κουρασμένος και ταλαιπωρημέ-νος άνθρωπος εξαιτίας της αμαρτίας (Ματθαίος ΙΑ/11: 28). "Ιησού, ελέησόν μοι". Τούτο το «μοι», ας μην το αγνοήσουμε μέσα στη ζωή μας. Όλη η δύναμη του Χριστιανού κρύβεται σ’ αυτό το «μοι». Άλλο να πει κάποιος ότι ο Χριστός είναι Σωτήρας και άλλο να πει : Ο Χριστός είναι ο Σωτήρας μου.
       Θα μπορούσε ο Βαρτίμαιος να έχει πολλούς δισταγμούς, πριν φωνάξει τον Κύριο. Τι θα πει ο κόσμος, μήπως πρέπει καλύτερα να ρωτήσω τον ιερέα να μου πει τι πιστεύει για τον Ιησού; Στην κατάσταση που βρίσκομαι με βοηθάνε οι άνθρωποι και μπορώ και ζω. Αυτά και πολλά άλλα θα μπορούσαν να τον κάνουν διστακτικό, όμως αν έτσι  ενεργούσε, θα έμενε τυφλός για πάντα. Καθώς, ψυχή, ο Χριστός περνάει από μπροστά σου, απελευθερώσου από τους λογισμούς σου, από τις πονηρές σκέψεις που ο εχθρός βάζει μέσα στο μυαλό σου, γιατί θέλει να σε κρατήσει τυφλό. Τι τραγικό να σε κοιτάξει ο Κύριος εκείνη την ημέρα και να σου πει: "Πέρασα, χτύπησα, φώναξα καθώς ήσουν κλειδωμένος μέσα στα τείχη της περηφάνιας σου, του εγωισμού σου και δε Μου άνοιξες". Είναι εκείνη η ώρα που οι άνθρωποι θα ρωτούν με έκπληξη: "Κύριε, πότε σε είδαμε να πεινάς ή να διψάς ή ξένον ή γυμνόν ή ασθενή ή σε φυλακή, και δεν σε υπηρετήσαμε;" (Ματθαίος ΚΕ/25: 44).
       "Ιησού ελέησέ με".  Είναι μια φωνή καρδιάς, μια ειλικρινής πρόσκληση με τα εξής αποτέλεσμα:
     1/ Στάθηκε ο Ιησούς. Σταματάει ο Κύριος στις κραυγές εκείνων που τον φωνάζουν; Ναι, θα σταματήσει και στη δική σου κραυγή γιατί θέλει "όλοι να σωθούν και να έρθουν σε μετάνοια" (Β'  Πέτρου Γ/3: 9  &  Α' Τιμοθέου Β/2: 4). Κάθε ψυχή είναι πολύτιμη στα μάτια Του και δεν αποβλέπει ο Κύριος σε ονόματα, τίτλους, αξιώματα ή άλλο τι, αλλά αποβλέπει σε ανθρώπινες ταπεινωμένες καρδιές. Θέλει ν' ανοίξει τα μάτια του τυφλού ανθρώπου, καλεί τον καθένα και σήμερα να βγει από το σκοτάδι και "να έρθει στο θαυμαστό Αυτού φως" (Α' Πέτρου Β/2: 9).
      Στάθηκε ο Κύριος. "Κύριε που στέκεσαι; Στέκεσαι μπροστά στον τελευταίο πολίτη της Ιεριχώ; Δεν αισθάνεσαι άβολα, δεν ντρέπεσαι;" Όχι, γιατί εσένα και εμένα ο Ιησούς Χριστός «δεν επαισχύνεται να μας αποκαλεί αδελφούς του» (Εβραίους Β/2: 11).  
     2/ «φωνάξτε τον να έρθει» είπε ο Κύριος σ’ αυτούς που τον ακολουθούσαν. Δεν έστειλε ανθρώπους, για να του προσφέρουν τη σωτηρία, αλλά για να τον καλέσουν κοντά Του. Είναι τούτη η μοναδική υποχρέωση του πιστού ανθρώπου να καλεί άλλους ανθρώπους να έλθουν στο Χριστό. Σε λίγο θα βρεθούν ο ένας απέναντι στον άλλον. Τι ευλογημένη στιγμή για τον κάθε άνθρωπο! Είναι η ώρα που το «άγριο» συναντάει το "Άγιο", συναντάει το «ήμερο μπόλι» και αρχίζει να φέρνει καρπούς γλυκούς. Είναι η ώρα της προσωπικής συνάντησης του καθενός με τον αρχηγό της ζωής, τον αναστημένο και δοξασμένο Ιησού Χριστό. Είναι η ώρα της προσωπικής επικοινωνίας με το Σωτήρα Χριστό. Είναι η ώρα της σωτηρίας του ανθρώπου.
     Γλυκά, ευγενικά ο Ιησούς Χριστός καθώς στέκεται μπροστά του, τον ρωτάει: «Τι θέλεις να σοι κάμω;». Ο ναυαγισμένος ένα πράγμα χρειάζεται, να σωθεί απ' τα κύματα. Ο τυφλός ένα πράγμα χρειάζεται, να δει. «Να αναβλέψω Κύριε». Μακάρια η ψυχή που ιεράρχησε σωστά τα πράγματα. Τι θέλεις να σου δώσω, ρώτησε ο Θεός το βασιλιά Σολομώντα:"Θέλω να μου δώσεις σοφία Κύριε", ήταν η απάντηση, ένα αίτημα που ευχαρίστησε ιδιαίτερα τον Κύριο. "Και έδωκεν ο Θεός εις τον Σολομώντα σοφίαν και φρόνησιν πολλήν σφόδρα και έκτασιν πνεύματος, ως η άμμος η παρά το χείλος της θαλάσσης. Και υπερέβη η σοφία του Σολομώντος την σοφίαν πάντων των κατοίκων της ανατολής και πάσαν την σοφίαν της Αιγύπτου". Να μάθουμε να βάζουμε τα πρώτα πράγματα στην πρώτη θέση. Ο Λόγος του Θεού μας προτρέπει: "ζητείτε πρώτον την βασιλείαν του Θεού και την δικαιοσύνην Αυτού, και ταύτα πάντα θέλουσι σας προστεθεί" (Ματθαίος Σ/6: 33). 
       Ο Βαρτίμαιος «ήλθε στο Χριστό», «πίστεψε στο Χριστό» και «ευθύς ανέβλεψεν». Άμεση, τέλεια, ολοκληρωμένη η σωτηρία που προσφέρει ο Χριστός. Τούτη τη δωρεάν σωτηρία τη γνώρισε ο "Βαρτίμαιος", η "αιμορροούσα" (Μάρκος Ε/5: 29), ο παραλυτικός που τον έκανε καλά ο Κύριος (β 12), ένα νεκρό κορίτσι (Ε/5:  42), τη γνώρισαν εκατομμύρια άνθρωποι ανάμεσα στους αιώνες. Γνώρισέ την και συ, ψυχή. Αυτός που περνάει δίπλα σου, που χτυπάει την πόρτα της καρδιά σου είναι "το φως το αληθινόν, το οποίον φωτίζει πάντα άνθρωπον ερχόμενον εις τον κόσμον" (Ιωάννης Α: 9)
        «ευθύς ανέβλεψεν». Τι ήταν εκείνο που τόσο γρήγορα, τόσο αποτελεσματικά κίνησε το χέρι του Θεού; Ήταν η πίστη. Είναι τόσο σημαντικός παράγοντας η πίστη για τη σωτηρία του ανθρώπου, που ενώ ο Χριστός τον έσωσε, ο Κύριος του λέγει : «η πίστη σου σε έσωσε». Χωρίς την πίστη δεν μπορεί να γίνει τίποτα απολύτως. Ο ευαγγελιστής  "Ματθαίος"  μας  αναφέρει  ότι  ο  Κύριος  στην πόλη που μεγάλωσε, τη  Ναζαρέτ,  δε  μπόρεσε  να κάνει  πολλά  θαύματα εξαιτίας της απιστίας των ανθρώπων (Ματθαίος ΙΓ/13: 58). Θα μπορούσε και θα ήθελε ο Κύριος να κάνει πολλά θαύματα, όμως η απιστία  περιορίζει  τη  δύναμη  του  Θεού.  Πώς  να ευλογήσει  ο Κύριος τους ανθρώπους που δε ζητάνε την ευλογία Του;  Πώς  να  θεραπεύσει ανθρώπους στους οποίους, αν κάποιος έλεγε ότι είναι  ασθενείς, θα έμεναν έκπληκτοι. Κάποτε τους είπε ο Κύριος "είστε δούλοι" και ξεσηκώθηκαν "εμείς είμαστε σπέρμα του Αβραάμ, είμαστε ελεύθεροι" και ο Κύριος τους είπε: "είστε δούλοι της αμαρτίας" (Ιωάννης Η/8: 33).
       Ένας ολόκληρος Γολγοθάς μένει αδρανής, εκεί που δεν υπάρχει πίστη.
      «και ηκουλούθει τον Ιησού». Αυτό έγινε σαν ένδειξη ευγνωμοσύνης. Είναι υποχρέωση και προνόμιο κάθε πιστού ανθρώπου να ακολουθεί προσωπικά τον Κύριο, όχι κάποιο δόγμα ή κάποια εκκλησία ή κάποια θρησκεία, αλλά τον ίδιο τον Κύριο.
       Ιησούς -- Ιεριχώ -- Βαρτίμαιος -- σωτηρία, πριν από 2.000 χρόνια. 

      Τι κοινό μπορεί να υπάρχει με το σήμερα; Αλήθεια, τίποτα δεν έχει αλλάξει. Ό,τι γράφτηκε, ό,τι ειπώθηκε κατά "τω καιρώ εκείνω" έχουν απόλυτη εφαρμογή και στις ημέρες μας. Οι ίδιες ανάγκες, τα ίδια προβλήματα υπάρχουν και στις ημέρες μας. Ο  Κύριος και σήμερα περνά από μπροστά σου. Ξέρει σε ποιο πνευματικό σκοτάδι βρίσκεται ο σύγχρονος «πολιτισμένος» άνθρωπος. Ξέρει τα αδιέξοδα της ζωής, τον πόνο και την αγωνία σου. Γνωρίζει τα πάντα, θέλει να επέμβει μέσα στη ζωή σου, για να αποκαταστήσει τα πάντα και με πολλή υπομονή περιμένει να Τον "φωνάξεις". Μόνον Αυτός μπορεί να σκορπίσει τα σκοτάδια και να σου δώσει φως. Αν αποφασίσεις να πας σ’ Αυτόν, φώναξέ Του με όλη τη δύναμη της ψυχής σου: Αναστημένε και δοξασμένε Ιησού Χριστέ, ελεήσέ με. Για σένα θα είναι μια απόφαση ζωής, για Εκείνον θα είναι μια μεγάλη χαρά, καθώς "μεγάλη χαρά γίνεται στον ουρανό για κάθε ψυχή που μετανοεί και σώζεται". (Λουκάς ΙΕ/15: 7).
       Είναι η ώρα που θα σου ψιθυρίσει ο Κύριος: Ήσουν ένας αμαρτωλός και έπρεπε να πεθάνεις, γιατί ο μισθός της αμαρτίας είναι θάνατος (Ρωμαίους Σ/6: 23), αλλά Εγώ σε αγάπησα και ήρθα στη γη και πέθανα για σένα, πλήρωσα Εγώ για τις δικές σου αμαρτίες, για να ζήσεις εσύ αιώνια κοντά Μου. Είσαι δικός Μου, όχι γιατί το άξιζες, αλλά γιατί σε αγαπάω και θέλω να σε σώσω δωρεάν «κατά χάριν» (Εφεσίους Β/2: 8). Σ’ έχω εξαγοράσει όχι με «αργύριον και χρυσίον», αλλά με το ίδιο Μου το αίμα.. Έλα μαζί μου στον ουρανό. Θα ομολογήσω το όνομά σου ενώπιον του Πατέρα Θεού. "Σε λίγα στάθηκες ικανός σε πολλά θα σε καταστήσω" (Ματθαίος ΚΕ: 21)". ---


        Ο ΤΥΦΛΟΣ

Ω, Ιησού, Γιε του Δαβίδ
στάσου, ελέησέ με.
Μη δεν ακούς τη θλιβερή μου τη φωνή
που με στου δρόμου τη βολή σε κράζει ;
Μη δεν ακούς έναν τυφλό
μες στων τυφλών το πλήθος;
Εδώ σ’ αυτή την κόχη σε προσμένω,
Μέρες και μέρες , να περάσεις, να διαβείς,
Εσύ που τους ανήμπορους γιατρεύεις,
θα προσπεράσεις τον τυφλό
που τόσο περιμένει
μπροστά σ' αυτό το δρόμο να σταθείς ;

Κύριε, μες στη νύχτα μου σε κράζω,
στις νύχτες τις ατέλειωτες που ζω.
Ω! Να’ βλεπα το ρόδινο το φως κάποιας εσπέρας,
ν’ άγγιζα τα λουλούδια, τα πουλιά,
να μ’ έλουζε το φεγγαρίσιο φως τις νύχτες,
τ’ αστέρια που κεντούν τους ουρανούς,
να έβλεπα τα πρόσωπα των φίλων και δικών μου,
να αγκαλιάσω σαν μικρό παιδί
με ευφροσύνης δάκρυα
και φίλους και εχθρούς.

Ω! Ιησού, Γιε του Δαβίδ,  βόηθησέ με.

Ο Κύριος στο άκουσμα των λόγων σταματάει.
Πέστε του να’ ρθει, με φωνή γεμάτη από συμπόνια
λέει στο πλήθος που μαζί Του τρέχει βιαστικά.
Πέστε του να ‘ρθει, Ζει μες στο σκοτάδι
και η ψυχή του, σαν πουλάκι σκλαβωμένο,
θέλει να δει το φως, τον ήλιο που ν’ ψηλά,
το χέρι του ν’ απλώσει με αγάπη
σε κάθε πλάσμα του Πατέρα δω στη γη,
να’ρθει σαν κύμα στην καρδιά του η χαρά.

Καθώς ακούει ο τυφλός πως ο Χριστός τον κράζει,
σηκώνεται και βιαστικά την κάπα του πετά,
σαν να πετούσε το βαρύ
του πόνου το φορτίο, σαν να ‘νιωθε ανάλαφρος,
σαν αύρα πρωινή, τρέχει και τρέχει
στης φωνής τον ήχο, τρέχει, κι εκεί,
στα πόδια Του μπροστά, λέει: Ω! Κύριε,
να αναβλέψω θέλω, ξέρω πως όλα τα μπορείς,
αν θέλεις, νιώθω πως όλους η ψυχή Σου συμπονά.

Κι ο λόγος ο γλυκός ήρθε στ’ αυτά Του,
«θέλω να δεις» του είπε με στοργή
κι αμέσως πέσαν οι σκιές, τα θάμπη,
κι είδε τη φωτεινή Του τη μορφή,
Εκείνου που άκουγε μόνο τα λόγια
είδε τον κόσμο, είδε τα πουλιά,
δε χόρταιναν τα μάτια του να βλέπει,
είδε το χέρι που μ’ αγάπη τον κρατούσε,
είδε τον Κύριο, του Σύμπαντος το Βασιλιά. ---