Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Τρίτη 16 Απριλίου 2019

Η ΓΕΘΣΗΜΑΝΗ.




Η αγωνία της Γεθσημανή. 
       
Ευαγγέλιον «κατά Ματθαίον», κεφ. ΚΣ/26, εδάφ. 36 – 45.

36 Τότε έρχεται μετ' αυτών ο Ιησούς εις χωρίον λεγόμενον Γεθσημανή και λέγει προς τους μαθητάς Καθήσατε αυτού, εωσού υπάγω και προσευχηθώ εκεί. 
37 Και παραλαβών τον Πέτρον και τους δύο υιούς του Ζεβεδαίου, ήρχισε να λυπήται και να αδημονή. 
38 Τότε λέγει προς αυτούς Περίλυπος είναι η ψυχή μου έως θανάτου μείνατε εδώ και αγρυπνείτε μετ' εμού. 
39 Και προχωρήσας ολίγον έπεσεν επί πρόσωπον αυτού, προσευχόμενος και λέγων Πάτερ μου, εάν ήναι δυνατόν, ας παρέλθη απ' εμού το ποτήριον τούτο πλην ουχί ως εγώ θέλω, αλλ' ως συ. 
40 Και έρχεται προς τους μαθητάς και ευρίσκει αυτούς κοιμωμένους, και λέγει προς τον Πέτρον Ούτω δεν ηδυνήθητε μίαν ώραν να αγρυπνήσητε μετ' εμού; 
41 αγρυπνείτε και προσεύχεσθε, διά να μη εισέλθητε εις πειρασμόν. Το μεν πνεύμα πρόθυμον, η δε σαρξ ασθενής. 
42 Πάλιν εκ δευτέρου υπήγε και προσευχήθη, λέγων Πάτερ μου, εάν δεν ήναι δυνατόν τούτο το ποτήριον να παρέλθη απ' εμού χωρίς να πίω αυτό, γενηθήτω το θέλημά σου. 
43 Και ελθών ευρίσκει αυτούς πάλιν κοιμωμένους διότι οι οφθαλμοί αυτών ήσαν βεβαρημένοι. 
44 Και αφήσας αυτούς υπήγε πάλιν και προσευχήθη εκ τρίτου, ειπών τον αυτόν λόγον. 
45 Τότε έρχεται προς τους μαθητάς αυτού και λέγει προς αυτούς Κοιμάσθε το λοιπόν και αναπαύεσθε ιδού, επλησίασεν η ώρα και ο Υιός του ανθρώπου παραδίδεται εις χείρας αμαρτωλών.

        ΣΧΟΛΙΑ :
     Τη σκηνή περιγράφουν και οι Ευαγγελιστές Λουκάς, ΚΒ/22: 39-46, Μάρκος, ΙΔ/14: 32-42 και Ιωάννης, ΙΗ/18: 1. Η Γεθσημανή ήταν ένας κήπος κοντά στους πρόποδες της δυτικής πλαγιάς του όρους των Ελαιών, δύο περίπου χιλιόμετρα ανατολικά της Ιερουσαλήμ. Μέσα σ’ έναν κήπο άρχισε η ζωή του ανθρώπου και μέσα σ’ έναν κήπο πέρασε ο Χριστός τις ώρες της μεγάλης αγωνίας Του. Μέσα σ’ έναν κήπο σταυρώθηκε και μέσα σ’ έναν κήπο τάφηκε. (Ιωάννης ΙΘ/19: 41). Το πιο δύσκολο, το πιο θλιβερό επεισόδιο ολόκληρης της τραγικής ιστορίας του πάθους του Κυρίου Ιησού Χριστού ήταν αυτή η νύχτα στη Γεθσημανή. 
    Τα συγκλονιστικά γεγονότα που προηγήθηκαν έχουν ως εξής : 
    Βρισκόμαστε στις 10 του μήνα Νισάν και το Πάσχα των Ιουδαίων, που γιορτάζονταν σε ανάμνηση της εξόδου του λαού Ισραήλ από την Αίγυπτο ήταν πολύ κοντά. Ο κάθε Ισραηλίτης έπρεπε να προμηθευτεί από ένα αρνί τέλειο, αρσενικό, χρονιάρικο (Έξοδος ΙΒ/12: 3). Αυτό το αρνί θα το φύλαγε μέχρι τις 14 του μηνός και τότε ολόκληρο το πλήθος της συναγωγής του Ισραήλ έπρεπε να το σφάξει το αρνί και με το αίμα του να βάψουν τους δύο παραστάτες κι επάνω το ανώφλι της θύρας των σπιτιών τους. (Δευτερονόμιο Σ/6: 9). 
     Εκείνες τις ημέρες ο Κύριος επισκέπτεται για τελευταία φορά την Ιερουσαλήμ. Οι άνθρωποι τον υποδέχονται «μετά βαϊων και κλάδων», ψάλλοντας «ωσανά τω Υιώ Δαβίδ». Ο Κύριος, καθώς βαδίζει, διακατέχεται όλο και πιο έντονα από ένα αίσθημα ανησυχίας αλλά και λύπης για όλα τα τραγικά γεγονότα που πρόκειται να ακολουθήσουν και τα οποία κανένας δεν υποψιάζεται. Είναι ο «αμνός του Θεού ο αίρων την αμαρτίαν του κόσμου» (Ιωάννης Α: 29), που βαδίζει προς το «εκούσιον πάθος». Με εξουσία από τον Πατέρα Θεό ο Κύριος μπαίνει μέσα στο Ναό, όπου "ποιεί φραγγέλιον" και κατακεραυνώνει όλους εκείνους που στο όνομα του Θεού είχαν μετατρέψει «τον οίκον του Θεού εις οίκον εμπορίου» (Ιωάννης Β/2: 16). 
      Ακολουθεί το γεγονός του ερχομού των Ελλήνων στα Ιεροσόλυμα, που ήθελαν να γνωρίσουν τον Ιησού Χριστό (Ιωάννης ΙΒ/12: 20). Στο πρόσωπο αυτών των πατριωτών μας ο Κύριος είδε τα έθνη που προσέρχονται, για να λάβουν και αυτά τη Σωτηρία που ο Θεός προσφέρει δια Ιησού Χριστού, δωρεάν σε όλους τους ανθρώπους «έως εσχάτου της γης» (Ησαΐας MΘ/49: 6). Τα λόγια του Κυρίου ήταν: «ήρθε η ώρα να δοξαστεί ο Υιός του ανθρώπου» (εδ.32). 
    Ακολουθεί εκείνη η σύναξη του Κυρίου και των μαθητών στο ανώγειο. Οι μαθητές δεν είχαν εννοήσει τα συνεχώς επαναλαμβανόμενα λόγια του Κυρίου ότι σύμφωνα με τις γραφές «έπρεπε να πάθη ο Χριστός και να αναστηθή εκ νεκρών τη τρίτη ημέρα και να κηρυχθή εν τω ονόματι αυτού μετάνοια και άφεσις αμαρτιών εις πάντα τα έθνη, γινομένης αρχής από Ιερουσαλήμ» (Λουκάς ΚΔ/24: 46,47) και τα θεωρούσαν μάλλον παραβολικά, ίσως και κάπου υπερβολικά. 
       Αντίθετα περίμεναν και αυτοί ότι μετά τη θριαμβευτική είσοδο στα Ιεροσόλυμα (Μάρκος ΙΑ/11: 9) ο Κύριος θα γινόταν Βασιλιάς και θα ίδρυε μια παγκόσμια Αυτοκρατορία στην οποία αυτοί θα είχαν προεξέχουσα θέση. Εν όψει αυτού του γεγονότος είχαν αναλωθεί σε έναν «αγώνα δρόμου» για το ποιος θα ήταν πιο κοντά στον Κύριο, ποιος θα καθόταν δεξιά Του και ποιος αριστερά Του στη μελλοντική κυβέρνηση. Ο Κύριος τους είπε ξεκάθαρα: «Δεν εξεύρετε τι ζητείτε». (Ματθαίος Ι/10: 22). «Έγεινε δε και φιλονεικία μεταξύ αυτών, περί του τις εξ αυτών νομίζεται ότι είναι μεγαλύτερος». (Λουκάς ΚΒ/22: 24).
     Ακόμα και κείνη την ώρα, τη δύσκολη, την ύστατη δεν έλειψε ο διχασμός μέσα στην εκκλησία, ένα μικρόβιο ιδιαίτερα μολυσματικό, τοξικό, διαλυτικό, που από τότε μέχρι σήμερα έχει εισχωρήσει σε χιλιάδες μικρές ή μεγάλες συνάξεις πιστών ανθρώπων. Ο Κύριος θέλοντας να τους πείσει ότι δεν τους κάλεσε για να κυβερνήσουν, αλλά για να υπηρετήσουν τους ανθρώπους, προέβη σε μία συγκλονιστική πράξη που αποτελεί υπόδειγμα και μνημείο ταπείνωσης και υπηρεσίας των συνανθρώπων μας: «εγείρεται εκ του δείπνου και εκδύεται τα ιμάτια αυτού, και λαβών προσόψιον διεζώσθη έπειτα βάλλει ύδωρ εις τον νιπτήρα, και ήρχισε να νίπτει τους πόδας των μαθητών και να σπογγίζη με το προσόψιον, με το οποίον ήτο διεζωσμένος». (Ιωάννης ΙΓ/13: 4-5). Μαζί με τους άλλους έπλυνε και τα πόδια του Ιούδα, που σε πολύ λίγο θα τον πρόδιδε! Επιτέλους καταλάβετε τους είπε ότι: «ο Υιός τού ανθρώπου δεν ήρθε για να υπηρετηθεί, αλλά για να υπηρετήσει και να δώσει τη ζωή του λίτρο για την εξαγορά πολλών». (Μάρκος Ι/10: 45). Πόσο έπληξε το κύρος της Εκκλησίας ανά τους αιώνες τούτη η μεγάλη παρεξήγηση! Μεγαλόσχημοι εκκλησιαστικοί ηγέτες αντί να υπηρετήσουν με τη ζωή τους ταπεινά το Χριστό, χρησιμοποίησαν το Όνομά Του, για να υπηρετήσουν τους εαυτούς τους και να ικανοποιήσουν, ντυμένοι μέσα στα χρυσά, ανθρώπινες εγωιστικές, μάταιες κοσμικές φιλοδοξίες. 
     Ακολουθεί το Πασχαλινό δείπνο με το φάγωμα του αμνού. Ήταν το τελευταίο δείπνο του Κυρίου με τους μαθητές Του. Συγκλονιστικά τα λόγια του Κυρίου: «Πολύ επιθύμησα να φάω με σας αυτό το Πάσχα, προτού να πάθω επειδή, σας λέω ότι δεν θα φάω πλέον απ' αυτό μέχρις ότου εκπληρωθεί στη βασιλεία τού Θεού». (Λουκάς ΚΒ/22: 15). Ο Κύριος κατά τη διάρκεια του Δείπνου κάνει μια συγκλονιστική αποκάλυψη: 
21 και ενώ έτρωγαν, είπε: Σας διαβεβαιώνω ότι, ένας από σας θα με παραδώσει. 
22 Και λυπούμενοι υπερβολικά, άρχισαν να του λένε, κάθε ένας απ' αυτούς: Μήπως εγώ είμαι, Κύριε; 
23 Και εκείνος απαντώντας, είπε: Αυτός που βούτηξε το χέρι του μαζί μου στο πιάτο, αυτός θα με παραδώσει. 
24 Ο Υιός τού ανθρώπου πηγαίνει μεν, όπως είναι γραμμένο γι' αυτόν αλίμονο, όμως, στον άνθρωπο εκείνον, διαμέσου τού οποίου ο Υιός τού ανθρώπου παραδίνεται καλό ήταν σ' εκείνον τον άνθρωπο, αν δεν είχε γεννηθεί. 
25 Και απαντώντας ο Ιούδας, που θα τον παρέδινε, είπε: Μήπως εγώ είμαι, Ραββί; λεγει αυτω συ ειπας. (Ματθαίος ΚΣ/26: 21-25). 
   Αμέσως μετά το Πασχαλινό Δείπνο ακολουθεί το Δείπνο του Κυρίου. Σύμφωνα με τον Ευαγγελιστή Μάρκο (κεφ. ΙΔ/14, εδ. 22-24) : 
22. και ενώ έτρωγον, λαβών ο Ιησούς άρτον ευλογήσας έκοψε και έδωκεν εις αυτούς και είπε: λάβετε, φάγετε τούτο είναι το σώμα μου. 
23 Και λαβών το ποτήριον, ευχαρίστησε και έδωκεν εις αυτούς, και έπιον εξ αυτού πάντες. 
24 Και είπε προς αυτούς. Τούτο είναι το αίμα μου το της καινής διαθήκης, το περί πολλών εκχυνόμενον. 
    Ο Κύριος ενήργησε ως οικοδεσπότης, άλλωστε το δείπνο είναι δικό Του. Δεν ανήκει ούτε στον Πέτρο, ούτε στον Παύλο, ούτε στον Απολλώ, ανήκει αποκλειστικά στο Χριστό, γιατί μόνον ο Χριστός πέθανε για μας (Α΄ Κορινθίους Γ/3: 1-9). Αυτός άλλωστε είναι και ο διδάσκαλος και η εντολή Του είναι: «σεις όμως μη ονομασθήτε Ραββί, διότι εις είναι ο διδάσκαλός σας, ο Χριστός πάντες δε σεις αδελφοί είσθε» (Ματθαίος ΚΓ/23: 8). Ο Κύριος διευκρίνισε ότι αυτή είναι η καινούργια Διαθήκη που θα επισφραγιζόταν με το αίμα Του, που θα χυνόταν για χάρη τους (Λουκάς ΚΒ/22: 19,20). «εις άφεσιν αμαρτιών» (Ματθαίος ΚΣ/26: 28). 
     Αμέσως μετά ο Κύριος με τους μαθητές έψαλλαν σύμφωνα με μελετητές πιθανόν τους ψαλμούς 113 – 118. Στη συνέχεια βγήκαν από την Ιερουσαλήμ και πήγαν από την κοιλάδα των Κέρδων στο όρος των Ελαιών. Στο δρόμο ο Κύριος προειδοποίησε τους μαθητές Του ότι θα αντιμετώπιζαν πολύ δύσκολες καταστάσεις και κάτω από το βάρος αυτό θα τον απαρνιόταν, καθώς είχε η έρθει η ώρα να εκπληρωθεί η προφητεία του "Ζαχαρία" (κεφ. ΙΓ/13, εδ. 7) «θα σκοτώσουν το βοσκό και θα διασκορπιστούν τα πρόβατά του». Ακολουθούν οι λεονταρισμοί του Πέτρου. «αν όλοι σε απαρνηθούν Κύριε, εγώ δεν πρόκειται ποτέ να σε απαρνηθώ». «την ψυχήν μου θέλω βάλει υπέρ σου». «Απεκρίθη προς αυτόν ο Ιησούς αληθώς, αληθώς σοι λέγω, δεν θέλει φωνάξει ο αλέκτωρ, εωσού με απαρνηθής τρίς». Εδώ διακρίνεται καθαρά το ναυάγιο της ανθρώπινης αυτοπεποίθησης.
      Είχε αρχίσει να σκοτεινιάζει. Ήταν Πέμπτη βράδυ προς Παρασκευή. Οδοιπορώντας έφτασαν σε έναν κήπο, ο οποίος ήταν κλεισμένος με φράχτη μέσα στον οποίο υπήρχαν αρκετά ελαιόδενδρα καθώς και τα απομεινάρια ενός παλιού λιοτριβιού, εξ’ ου και η ονομασία της τοποθεσίας Εβραϊκά «Γεθσημανή», που σημαίνει λιοτρίβι. Ο Κύριος, όταν έφτασε στη Γεθσημανή άφησε οκτώ από τους μαθητές Του έξω από την πύλη με την οδηγία να προσέχουν και μετά πήρε τον Πέτρο, τον Ιάκωβο και τον Ιωάννη μαζί Του και προχώρησαν πιο μέσα λέγοντας στους άλλους να περιμένουν μέχρι να προσευχηθεί. Ας σκεφτούμε αν ο Κύριος είχε ανάγκη να προσευχηθεί, πόσο μεγαλύτερη ανάγκη έχουμε όλοι εμείς! 
      Μέσα σ’ εκείνον το στενό κύκλο των μαθητών ο Κύριος άνοιξε εμπιστευτικά την καρδιά του και τους φανέρωσε τη θανάσιμη λύπη και τη μεγάλη αγωνία που τον διακατείχε. «Τότε λέγει προς αυτούς περίλυπος είναι η ψυχή μου έως θανάτου μείνατε εδώ και αγρυπνείτε μετ' εμού». (Ματθαίος ΚΣ : 38). «Έχω λύπη μέχρι θανάτου» τους εκμυστηρεύεται ο Κύριος και τους ζητάει να μείνουν κοντά Του, για να Του συμπαρασταθούν. Στη συνέχεια άφησε μόνους τους τρεις μαθητές με την παράκληση να περιμένουν εκεί και να μείνουν ξάγρυπνοι και μπήκε βαθύτερα μέσα στον κήπο, όπου έμεινε εντελώς μόνος. Ο Κύριος γονατιστός στην αρχή με το πρόσωπο προσηλωμένο στον ουρανό και μετά από λίγο πεσμένος μπρούμυτα παρακαλούσε τον Πατέρα Του με δάκρυα, ενώ το σώμα του έσταζε ιδρώτα από θρόμβους αίματος. «Πάτερ, εάν θέλης να απομακρύνης το ποτήριον τούτο απ' εμού, πλην ουχί το θέλημά μου, αλλά το σον ας γείνη». (Λουκάς ΚΒ/22: 42). 
      Μετά από αγωνία μιας ολόκληρης ώρας ο Κύριος σηκώθηκε και ήρθε στους τρεις και τους βρήκε να κοιμούνται. Τους ξύπνησε και τους εξέφρασε το βαθύ του παράπονο. «Και έρχεται προς τους μαθητάς και ευρίσκει αυτούς κοιμωμένους, και λέγει προς τον Πέτρον Ούτω δεν ηδυνήθητε μίαν ώραν να αγρυπνήσητε μετ' εμού; αγρυπνείτε και προσεύχεσθε, διά να μη εισέλθητε εις πειρασμόν. Το μεν πνεύμα πρόθυμον, η δε σαρξ ασθενής». (Ματθαίος ΚΣ/26: 40,41). Ο Κύριος τους συμβουλεύει να προσεύχονται, για να μη νικηθούν από τον επερχόμενο πειρασμό. Τρεις φορές γύρισε στους μαθητές ο Ιησούς και τους βρήκε να κοιμούνται. Τότε τους είπε: «κοιμάστε το λοιπόν, και αναπαύεστε, αρκεί ήρθε η ώρα προσέξτε, ο Υιός τού ανθρώπου παραδίνεται στα χέρια των αμαρτωλών». (Μάρκος ΙΔ/14: 41). Είναι γεγονός ότι μαθητές δεν είχαν καταλάβει την κρισιμότητα εκείνης της ώρας. Αν είχαν καταλάβει, θα ήταν αδύνατον να κοιμηθούν. Άραγε μήπως αυτός είναι ο λόγος που η εκκλησία «νυστάζει» τόσο πολύ σήμερα; Μήπως κάπου έχει πάρει επιπόλαια το λόγο του Θεού και ενώ άριστα τον γνωρίζει, δεν τον εφαρμόζει; Λίγοι είναι εκείνοι που αντιλαμβάνονται την πνευματική κρισιμότητα των ημερών που ζούμε και τη μάχη που δίνεται γύρω μας. Αποτέλεσμα αυτής της επιπόλαιης θεώρησης των πραγμάτων είναι να έχει κυριευθεί η εκκλησία από «πνευματικό ύπνο». 
      Όλα τα σημεία συγκλίνουν ότι ολόκληρη η ανθρωπότητα διέρχεται «έσχατες ημέρες και ώρες». Ωρολογιακά θα λέγαμε 12 παρά 2. Ο Κύριος σε κάθε δικό Του παιδί λέει και σήμερα: Μείνε για λίγο ξάγρυπνος. «ιδού, έρχομαι ταχέως, και ο μισθός μου είναι μετ' εμού» (Αποκάλυψις ΚΒ/22: 12). Ο Κύριος έρχεται, για να παραλάβει αυτούς που τον περιμένουν για σωτηρία (Εβραίους Θ/9: 28). Τι ντροπή να στρέψει ο Κύριος το βλέμμα Του και να σου πει: «Λίγο χρειάστηκες να μείνεις πνευματικά ξάγρυπνος και δε μπόρεσες;». Μα, Κύριε, ξέρεις, δεν είχα αντιληφθεί…, είχα αγοράσει ζεύγη βοών… γυναίκα έλαβα…. αγρό αγόρασα ….(Λουκάς ΙΔ/14: 18-20). Εύχομαι κανένας να μη δοκιμάσει αυτή την ντροπή. Τρεις φορές αποσύρθηκε ο Κύριος εκείνο το κρίσιμο βράδυ και παρακαλούσε τον Πατέρα Του, όμως από τη δεύτερη φορά καθώς είχε προκρίνει το θέλημα του Πατέρα, η κατάσταση είχε αλλάξει και μια βαθιά γαλήνη είχε σκεπάσει στο πρόσωπό Του. 
      Η Γεθσημανή αποτελεί σταθμό στην εξέλιξη του σχεδίου για τον εξιλασμό (εξευμενισμό) του Θεού εξαιτίας της ανθρώπινης αμαρτίας. Μπορεί ο Γολγοθάς να είναι το μεγάλο ορόσημο, όπου ο Χριστός πέθανε και πλήρωσε την ποινή της αμαρτίας όλων των ανθρώπων, όμως η Γεθσημανή αποτελεί ένα ακόμα μεγαλύτερο ορόσημο. Aυτό που δίνει τη μεγαλύτερη διάσταση είναι η ελεύθερη αποδοχή και συγκατάθεση από τον Κύριο για την έκτιση της ποινής. «Πάτερ γεννηθήτω το θέλημά σου!» (Ματθαίος ΚΣ/26: 42). Ο Κύριος έλαβε αυτή την απόφαση ενεργώντας ελεύθερα και με τη θέλησή Του. Μόνον μέσα από την ελεύθερη συγκατάθεσή Του, μέσα από την ελεύθερη πρόκριση του θελήματος του Πατέρα ο θάνατός του Ιησού θα είχε αξία ηθική και εξιλαστήρια. 
       Η μεγάλη διαφορά ανάμεσα στον Αδάμ και τον Κύριο Ιησού Χριστό βρίσκεται στο ότι ο Ιησούς υπάκουσε κατά πάντα στο θέλημα του Θεού, ενώ ο Αδάμ επαναστάτησε ενάντια στο θέλημα του Θεού και πρόβαλε το δικό του θέλημα. Ο Κύριος με την υπακοή Του νίκησε, ενώ ο Αδάμ με την ανυπακοή του νικήθηκε. Εξαιτίας της ανυπακοής του Αδάμ ο παράδεισος χάθηκε, χάρη όμως στην υπακοή του Κυρίου μας στον κήπο της Γεθσημανής ο παράδεισος κερδήθηκε ξανά για τους λυτρωμένους. 
     Τρεις φορές ο Ιησούς προσευχήθηκε: «Πάτερ μου, εάν είναι δυνατόν, ας παρέλθη απ’ εμού το ποτήριον τούτο». Όμως τι ακριβώς ήταν εκείνο το οποίο ο ίδιος ο Κύριος χαρακτηρίζει ως «ποτήριον», που Τον οδήγησε σε μια θανάσιμη αγωνία, που Τον έπνιξε μέσα σε θρόμβους αίματος, που τον έκανε να εκλιπαρεί; Μήπως ήταν οι μεγάλοι και φρικτοί σωματικοί πόνοι της σταύρωσης που επρόκειτο να γνωρίσει; Ασφαλώς όχι, γιατί ο Κύριος δεν ήταν κανένας μικρόψυχος και δειλός χαρακτήρας, ώστε να αγωνιά τόσο πολύ. Αντίθετα ήταν πολύ γενναίος. Μπήκε μέσα στο Ναό του Σολομώντα και ανέτρεψε….. και κατέκρινε…..με παρρησία και δύναμη, χωρίς να δειλιάσει. Στους δικούς Του δίδαξε τον ηρωισμό, να παραμένουν άφοβοι μπροστά σ’ αυτούς που τους διώκουν «και σε σας τους φίλους μου λέω: Μη φοβηθείτε από εκείνους που φονεύουν το σώμα, και ύστερα απ' αυτά μη μπορώντας να πράξουν κάτι περισσότερο» (Λουκάς ΙΒ/12: 4). Την ώρα που τον τρυπούσαν με τα καρφιά ο Κύριος δεν εκλιπαρούσε, δε διαμαρτυρόταν, αλλά προσευχόταν για τους σταυρωτές Του. «ο δε Ιησούς έλεγεν Πάτερ άφες αυτοίς ου γαρ οίδασιν τι ποιούσιν». (Λουκάς ΚΓ/23: 34).
     Μήπως ήταν η ντροπή των εμπαιγμών, των χλευαστών, των εξευτελισμών, το «ποτήρι» της αγωνίας του Κυρίου; Ούτε και αυτό μπορούμε να το δεχτούμε, γιατί ο Κύριος ούτε ζήτησε, ούτε δέχτηκε να δοξαστεί από τους ανθρώπους, αντίθετα διακήρυττε: «Δόξαν παρά ανθρώπων δεν λαμβάνω». (Ιωάννης Ε/5: 41). Η συμβουλή Του προς τους μαθητές Του ήταν: «Μακάριοι είσθε, όταν σας ονειδίσωσι και διώξωσι και είπωσιν εναντίον σας πάντα κακόν λόγον ψευδόμενοι ένεκεν εμού. Χαίρετε και αγαλλιάσθε, διότι ο μισθός σας είναι πολύς εν τοις ουρανοίς επειδή ούτως εδίωξαν τους προφήτας τους προ υμών». (Ματθαίος Ε/5: 11, 12). 
      Συνεπώς κάτι άλλο άσχετο με τα παραπάνω έβλεπε μπροστά του ο Κύριος στη Γεθσημανή που τον Έκανε να περιπέσει σ’ εκείνη τη θανάσιμη αγωνία. Αυτό που έκανε τον Κύριο να αγωνιά μέχρι θανάτου ήταν "το ποτήρι της αντικατάστασης". Δηλαδή να πεθάνει ο αναμάρτητος πάνω στο σταυρό ως αντικαταστάτης ολόκληρου του αμαρτωλού κόσμου. Να πεθάνει Αυτός στη θέση όλων των ανθρώπων που είχαν αμαρτήσει και προσβάλει το πρόσωπο του Θεού και να κριθεί Αυτός από τη Θεία Δικαιοσύνη, από τον ίδιο τον Πατέρα ως ο μόνος αμαρτωλός όλων των αιώνων, όλων των εποχών, ενώ ο ίδιος ήταν αναμάρτητος και ασυμβίβαστος με την αμαρτία. «δεν έκαμεν ανομίαν ουδέ ευρέθη δόλος εν τω στόματι αυτού». (Ησαϊας ΝΓ/53: 9). Έτσι ο Θεός, μας εξηγεί ο Απ. Παύλος, «τον μη γνωρίσαντα αμαρτίαν, έκαμε υπέρ ημών αμαρτίαν» (Β’ Κορινθίους Ε/5: 21). Αυτή η φρίκη της αμαρτίας ήταν που έκανε την αγνή και αναμάρτητη ψυχή του Κυρίου μας να ζητήσει από τον Πατέρα την απομάκρυνση του πικρού αυτού «ποτηρίου». 
     Σε λίγο πάνω στο σταυρό θα δοκίμαζε για πρώτη φορά την απαίσια αίσθηση του αποχωρισμού από τον Πατέρα και αυτό θα συνέβαινε, γιατί ο Κύριος θα «γινόταν κατάρα για μας». Ο Απ. Παύλος αναφέρει στην επιστολή «προς Γαλάτας», κεφ. Γ/3, εδ. 13 «Ο Χριστός εξηγόρασεν ημάς εκ της κατάρας του νόμου, γενόμενος κατάρα υπέρ ημών διότι είναι γεγραμμένον επικατάρατος πας ο κρεμάμενος επί ξύλου». Καθώς ο Κύριος βρισκόταν πάνω στο σταυρό, ο Θεός απέτρεψε το βλέμμα Του από τον Υιόν Του, που ήταν η αιώνια χαρά και ευτυχία Του. Αυτό συνέβη μία φορά και δε θα επαναληφθεί ποτέ στο μέλλον. Ήταν η ώρα που ο Κύριος εντελώς μόνος, εγκαταλειμμένος από όλους πίνει το πικρό ποτήρι της κρίσης και της οργής για την ανθρώπινη αμαρτία. Βλέποντας τούτη την εικόνα οκτακόσια χρόνια πριν ο προφήτης Ησαϊας, κεφ. ΝΓ/53, εδ. 4-6, κράζει: «Αυτός τωόντι τας ασθενείας ημών εβάστασε και τας θλίψεις ημών επεφορτίσθη ημείς δε ενομίσαμεν αυτόν τετραυματισμένον, πεπληγωμένον υπό Θεού και τεταλαιπωρημένον. Αλλ' αυτός ετραυματίσθη διά τας παραβάσεις ημών, εταλαιπωρήθη διά τας ανομίας ημών η τιμωρία, ήτις έφερε την ειρήνην ημών, ήτο επ' αυτόν και διά των πληγών αυτού ημείς ιάθημεν. Πάντες ημείς επλανήθημεν ως πρόβατα εστράφημεν έκαστος εις την οδόν αυτού και ο Κύριος έθεσεν επ' αυτόν την ανομίαν πάντων ημών. Αυτός ήτο κατατεθλιμμένος και βεβασανισμένος αλλά δεν ήνοιξε το στόμα αυτού εφέρθη ως αρνίον επί σφαγήν, και ως πρόβατον έμπροσθεν του κείροντος αυτό άφωνον, ούτω δεν ήνοιξε το στόμα αυτού". 
      Η ευαίσθητη ψυχή του Κυρίου, η τέλεια και απόλυτη αποστροφή Του από την αμαρτία, που θα τον γέμιζε και θα τον περιέλουζε πάνω στο σταυρό καθώς και η αποστροφή του προσώπου του Θεού από πάνω Του ήταν το «ποτήρι» που, καθώς ο Κύριος το έβλεπε να έρχεται, του προκάλεσε εκείνη τη θανάσιμη αγωνία και τον αιματηρό ιδρώτα. 
    Για τον άνθρωπο της εποχής μας που ζει πωρωμένος μέσα στον υλισμό, που αρνείται να αναγνωρίσει Εκείνον «τον Έναν που πέθανε για όλους» (Β΄ Κορινθίους Ε/5: 14), η αγωνία της Γεθσημανή θα είναι και θα παραμείνει ένα ανεξερεύνητο μυστήριο. Για «όσους δε εδέχθησαν Αυτόν», σε όσους δέχτηκαν τη θυσία Του, το Έργο της λύτρωσης από την αμαρτία, της αντικατάστασης στο θάνατο του αμαρτωλού ανθρώπου από τον Ιησού Χριστό σημαίνει ότι «έπρεπε να πάθει ο Χριστός» (Λουκάς ΚΔ/24: 46) και να γευτεί θάνατο. Μόνον έτσι θα άνοιγε ο δρόμος για τη σωτηρία του αμαρτωλού ανθρώπου. «ο Χριστός άπαξ έπαθε διά τας αμαρτίας, ο δίκαιος υπέρ των αδίκων, διά να φέρει ημάς προς τον Θεόν, θανατωθείς μεν κατά την σάρκα, ζωοποιηθείς δε διά του πνεύματος». (Α΄ Πέτρου Γ/3: 18). 
      Σ’ εκείνη τη συγκλονιστική προσευχή του Κυρίου μας στον κήπο της Γεθσημανή κερδήθηκε η μάχη του Σταυρού, πριν ακόμα δοθεί. Η μάχη κρίθηκε, όταν ο Υιός πρόκρινε το θέλημα του Πατέρα. Αν θέλουμε και μεις να είμαστε νικητές, ας σταθούμε ο καθένας μας στη δική του «Γεθσημανή», ας κλάψει, ας φωνάξει, ας ιδρώσει και είναι βέβαιο ότι ο Θεός «που ακούει προσευχές» θα μας ακούσει και θα μας ενισχύσει, θα απαντήσει και θα νικήσει Αυτός για μας. ---