Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Τετάρτη 30 Απριλίου 2014

«Κάϊν, που είναι ο αδελφός σου;»

   Βιβλίο "Γένεσης", κεφ. Δ/4,  εδάφ. 9.

  «Και είπε Κύριος προς τον Κάϊν, Που είναι Άβελ ο αδελφός σου; Ο δε είπε, Δεν εξεύρω μη φύλαξ του αδελφού μου είμαι εγώ;"  

      Ένα αγοράκι, θύμα του αλληλοσπαραγμού, που κατατρώει τις σάρκες της Συρίας, νοσηλευόταν με σοβαρά τραύματα και πολλαπλά κατάγματα. Μέσα στα αίματα και μέσα στους πόνους του, καταλαβαίνοντας ότι σε λίγο θα πεθάνει, καθώς τα δάκρυά του ξέπλεναν το πρόσωπό του, είπε πριν αφήσει την τελευταία του πνοή : «Θα σας μαρτυρήσω όλους στο Θεό…. Θα του τα πω όλα….».
     Ένα δυνατό χαστούκι είναι τούτα τα λόγια, βγαλμένα μέσα από την απλότητα μας παιδικής ψυχής. Πως κατάντησε ο κόσμος, πως κατάντησε ο άνθρωπος, που πλάστηκε «κατ' εικόνα» Θεού. (Γένεση Α/1 : 27). Τι κακό γίνεται γύρω μας καθημερινά.
     Ένας στοίχος από ένα τραγούδι λέει: «….παντού αδικία κυβερνά, πόσα σκοτώνονται παιδιά….. Αυτός ο κόσμος δεν αλλάζει, αίμα και δάκρυα πάντα στάζει….». Στις ημέρες μας, η υπέρτατη αξία, που είναι η ανθρώπινη ζωή, έχει ευτελιστεί, έχει απαξιωθεί, έχει μηδενιστεί. Ο μεγαλύτερος εχθρός του ανθρώπου είναι ο άνθρωπος. Περισσότερο από κάθε άλλη φορά σήμερα, ο άνθρωπος στρέφεται εναντίον του ανθρώπου, με μίσος, με πάθος, με σκληρότητα και αδιαφορία.
     Στο βιβλίο των "Κριτών" διαβάζουμε ότι, αυτό το κακό άρχισε από την ώρα που στη ζωή του ανθρώπου μπήκε η αμαρτία, η αποστασία, η αδιαφορία για τον Θεό, για τον πλάστη και δημιουργό του. Διαβάζουμε στην Παλαιά Διαθήκη ότι ο άδικος Κάϊν αποδοκιμάζεται από το Θεό, γιατί η προσφορά του (η προσευχή του), δεν ήταν σύμφωνη με το θέλημα του Θεού, σε αντίθεση με τον αδελφό του τον Άβελ, την προσφορά του οποίου δέχτηκε ο Θεός, γιατί ήταν σύμφωνη με το θέλημά Του.
    Ο Κάϊν, αντί να προβληματιστεί, αντί να εκζητήσει το Θεό και να συγχωρεθεί, σπεύδει να φονεύσει τον αδελφό του τον Άβελ. (Γένεση Δ/4: 8).  Από τότε και μέχρι να έρθει ο Κύριος Ιησούς Χριστός, ο άνθρωπος θα στρέφεται εναντίον του συνανθρώπου του, ο άδικος θα κυνηγάει, με σκοπό να εξοντώσει τον δίκαιο.
    Ο Θεός και σήμερα μιλάει από τον ουρανό : "Κάϊν, που είναι ο αδελφός σου;". Ο άνθρωπος όμως δεν ακούει. Μένει μέσα στην αδικία του, την αμαρτία και την αποστασία του. Παραμένει το ίδιο προκλητικός και σήμερα προς το Θεό. «δεν ξέρω, μήπως φύλακας του αδελφού μου είμαι εγώ;».
   Αυτή είναι η απάντηση του Κάϊν, μια απάντηση και μια στάση ζωής, που αποτελεί πρόκληση, προς το Θεό και που διακρίνεται από υπεροψία, εγωισμό, αδιαφορία και κυρίως, από μια προσπάθεια  αγνόησης του Θεού.
   O Κάϊν και στη συνέχεια οι απόγονοί του, συνεχίζει, φτιάχνει πολιτισμό, ζει και πορεύεται, χωρίς το Θεό. Αγνοεί τη συμβουλή του Θεού: «χωρίς Εμένα δεν δύναστε ουδέν». (Iωάννης ΙΕ/15: 5). Ο Κάϊν αγνοεί το Θεό στη ζωή του και αυτό έχει σαν αποτέλεσμα να αγνοεί και τον αδερφό του. Τι με νοιάζει εμένα για τον αδερφό μου; Άλλωστε, ποιος είναι ο αδερφός μου;
    Κάποτε ένας νέος ρώτησε τον Κύριο. «Κύριε ποιος είναι ο πλησίον μου;». (Λουκάς Ι/10: 29). Και ο Κύριος ανέφερε την παραβολή του «καλού Σαμαρείτη», για να δείξει ότι «πλησίον» είναι κάθε άνθρωπος, που έχει την ανάγκη μας, σε μία συγκεκριμένη στιγμή. Θα λέγαμε ότι ο «πλησίον» ταυτίζεται με τον «αδερφό». Αδελφός είναι εκείνος που δεν έχει μια στέγη, δεν έχει χρήματα να αγοράσει ψωμί, που έχει την ανάγκη μας, που εξαρτάται από μας. Αδελφός επίσης είναι κι εκείνος που είναι πολύ πλούσιος, που μπορεί να αγοράσει ένα ωραίο κρεβάτι, ένα ελαφρύ πουπουλένιο μαξιλάρι, αλλά δεν μπορεί, με τα λεφτά του να αγοράσει ύπνο, να αγοράσει την υγεία του, την γαλήνη της ψυχής του.
    Ερωτά ο Θεός: «Κάϊν που είναι ο αδερφός σου;». Η απάντηση: «δεν ξέρω, μήπως φύλακας του αδελφού μου είμαι εγώ;». Με άλλα λόγια. Τι ρωτάς εμένα, εγώ είμαι υπεύθυνος για τον αδερφό μου; Είναι γεγονός ότι κανένας δεν είναι υπεύθυνος για τον τρόπο που ενεργεί ο άλλος, ο καθένας είναι υπεύθυνος για τον εαυτόν του και για τις δικές του πράξεις, όμως το ερώτημα είναι : Αγαπήσαμε όσο θα έπρεπε τον διπλανό μας; Ενεργήσαμε έτσι ώστε να γίνει φίλος μας; Εργαστήκαμε μαζί του, για την ειρήνη; (ειρήνη στη γειτονιά, το χωριό, την πόλη, την κοινωνία).
    Εδώ είναι η δική μας η ευθύνη. Αν η συμπεριφορά μας είναι απαξιωτική, εριστική, προκλητική, περιφρονητική, εχθρική, τότε ανάλογη θα είναι και η συμπεριφορά του αδελφού μας. Θα έχουμε εργαστεί για τον πόλεμο και θα υποστούμε τις συνέπειές του.
    Ο μαθητής της αγάπης, στην επιστολή "Α΄ Ιωάννου" (κεφ. Γ/3, εδ. 17,18) αναφέρει: "Και αν κάποιος έχει την υλική ευχέρεια του βίου τού κόσμου και βλέπει τον αδελφό του να έχει ανάγκη, κλείσει όμως τα σπλάχνα του απέναντί του, πώς η αγάπη τού Θεού μπορεί να μένει μέσα του; Παιδάκια μου, μη αγαπάμε με λόγια, ούτε με τη γλώσσα, αλλά με έργα και αλήθεια". Αν κάποιος έχει πλούτο, έχει τα μέσα, και δει τον αδελφό του σε κατάσταση ανάγκης και δεν τον σπλαχνιστεί, πώς ο άνθρωπος αυτός έχει μέσα του αγάπη για το Θεό; Να μην αγαπάμε με ωραία, πλούσια λόγια, αλλά με έργα και αληθινή αγάπη.
    Ο Ιάκωβος στην επιστολή του, κεφ. Α/1, εδάφ. 27, δίνοντας τον ορισμό της γνήσιας θρησκείας, αναφέρει: «Θρησκεία καθαρή και χωρίς ψεγάδι μπροστά στον Θεό και Πατέρα είναι τούτη: Να επισκέπτεται τους ορφανούς και τις χήρες στη θλίψη τους, και να τηρεί τον εαυτό του αμόλυντο από τον κόσμο».
   Δύο πράγματα καλούμεθα να προσέξουμε :
1/ Να φροντίζουμε όλους εκείνους, που έχουν την ανάγκη μας.
2/ Να μην μολυνθούμε από το αμαρτωλό πνεύμα του κόσμου. 
     Η φωνή του Θεού έρχεται και σήμερα να αγγίξει τον κάθε άνθρωπο: «που είναι ο αδελφός σου;».         Αν δείξαμε σ’ αυτόν περιφρόνηση, αδιαφορία, δυσφήμηση, εχθρική διάθεση, θα είναι εχθρικός και θα βρίσκεται απέναντί μας. Αν δείξαμε αγάπη, καλοσύνη, φροντίδα, οικειότητα, θα είναι φιλικός και θα βρίσκεται κοντά μας. Για άλλη μία φορά θα ισχύσει στη ζωή μας ο υπέρτατος νόμος του Θεού: "Μη πλανάσθε, ο Θεός δεν εμπαίζεται επειδή ό,τι αν σπείρη ο άνθρωπος, τούτο και θέλει θερίσει (Γαλάτας Σ/7: 7). 
    Ας εργαστούμε λοιπόν για την ειρήνη, βάζοντας στην πρώτη θέση τον αδελφό μας, το συνάνθρωπό μας…..

Δευτέρα 21 Απριλίου 2014

Α΄ Κορινθίους ΙΕ : 12 – 20. Αν ο Χριστός δεν αναστήθηκε.

"Αν ο Χριστός δεν αναστήθηκε...."

Επιστολή "Α΄ Κορινθίους", κεφ.  ΙΕ/15, εδ. 12 – 20.

 12 Αν, όμως, κηρύττεται ότι ο Χριστός αναστήθηκε από τους νεκρούς, πώς μερικοί ανάμεσά σας λένε, ότι δεν υπάρχει ανάσταση νεκρών;
13 Και αν δεν υπάρχει ανάσταση νεκρών, ούτε και ο Χριστός αναστήθηκε
14 και αν ο Χριστός δεν αναστήθηκε, τότε είναι μάταιο το κήρυγμά μας, αλλά και η πίστη σας είναι μάταιη.
15 είμαστε δε και ψευδομάρτυρες του Θεού, επειδή δώσαμε μαρτυρία για τον Θεό, ότι ανέστησε τον Χριστό• τον οποίο δεν ανέστησε, αν, καθ' υπόθεση, οι νεκροί δεν ανασταίνονται.
16 Επειδή, αν δεν ανασταίνονται οι νεκροί, ούτε ο Χριστός αναστήθηκε.
17 Αλλά, αν ο Χριστός δεν αναστήθηκε, η πίστη σας είναι μάταιη, είστε δε ακόμα μέσα στις αμαρτίες σας.
18 Επομένως, κι αυτοί που κοιμήθηκαν εν Χριστώ, απολέστηκαν.
19 Αν μονάχα σ' αυτή τη ζωή ελπίζουμε στον Χριστό, είμαστε ελεεινότεροι από όλους τούς ανθρώπους.
20 Αλλά, τώρα, ο Χριστός αναστήθηκε από τους νεκρούς, έγινε η απαρχή αυτών που έχουν κοιμηθεί.
       ΣΧΟΛΙΑ :
     Ο Απόστολος Παύλος έφθασε στην Κόρινθο το έτος 52 μ.Χ. Η Κόρινθος ήταν μια μητρόπολη της εποχής, μεγάλη, πλούσια πόλη, αλλά και πόλη στην οποία βασίλευε η ειδωλολατρία, και η διαφθορά, η οποία μάλιστα είχε μπει για τα καλά και στην χριστιανική κοινότητα. (ο γιος είχε τη γυναίκα του πατέρα του και οι άλλοι χριστιανοί γύρω του έμεναν ασυγκίνητοι). {Α΄ Κορινθίους Ε : 1-5}.
    Στην Κόρινθο ο Απόστολος Παύλος, παρέμεινε για δύο έτη, μέχρι το έτος 54 μ.Χ. Το έτος 57 μ.Χ. ο Παύλος βρίσκεται στην Έφεσο. Εκεί έχουν φθάσει σ’ αυτόν πληροφορίες, ότι ηγετικά στελέχη της εκκλησίας της Κορίνθου αρνιόταν την ανάσταση του Ιησού Χριστού από τους νεκρούς. Μια ψευδοδιδασκαλία η οποία έπαιρνε όλο και μεγαλύτερες διαστάσεις.
    Ο Απόστολος Παύλος παίρνει τη γραφίδα την άνοιξη του 57 μ.Χ. για να γράψει την Α΄ Κορινθίους επιστολή, μέσα από την οποία υψώνει φωνή διαμαρτυρίας, κατά των ψευδοδισκαλιών αυτών και τονίζει ότι, χωρίς την ελπίδα της αναστάσεως, ο Χριστιανός δεν έχει λόγo ύπαρξης. Βλέπουμε πόσο λίγο χρόνο χρειάστηκε ο εχθρός για να σπείρει ψευδοδισκαλίες και να εκτρέψει τους ανθρώπους από την Αλήθεια.
    Σύμφωνα με τον αψευδή και αιώνιο Λόγο του Θεού, η ανάσταση του Χριστού είναι αναπόσπαστο τμήμα του σχεδίου του Θεού, για την σωτηρία του ανθρώπου. Συνεπώς αν αρνηθούμε την ανάσταση του Χριστού, αρνούμεθα και το σχέδιο της σωτηρίας του ανθρώπου.
    «Αν ο Χριστός δεν αναστήθηκε». Τι τρομερό αυτό τον «Αν». Όμως έχουμε ανάγκη να δούμε τα πράγματα και κάτω από μια άλλη οπτική γωνία, έστω υποθετική, για να μπορέσουμε να συλλάβουμε καλύτερα το μέγεθος του γεγονότος της ανάστασης του Ιησού Χριστού. Η ανάσταση του Χριστού είναι αναμφισβήτητο γεγονός. Το επιβεβαίωσαν όλοι εκείνοι που είδαν τον Χριστό ζωντανό, μετά την ανάστασή του. Ο Κύριος εμφανίστηκε στους Αποστόλους, είχε εμφανιστεί σε περισσότερους από 500 συγχρόνως. Είχαν περάσει από την ανάσταση του Χριστού 27 χρόνια και πολλοί από αυτούς ήταν ακόμα στη ζωή.
    Μετά τη σταύρωση οι μαθητές φοβισμένοι, απελπισμένοι, ντροπιασμένοι, θυμηθείτε εκείνο το «…. Και εμείς ελπίσαμε…». (Λουκάς ΚΔ/24: 21). Το ευαγγέλιο λέει μια χαρακτηριστική φράση : «Ήταν συνηγμένοι δια τον φόβον των Ιουδαίων». (Ιωάννης Ζ/7: 13). Ποιο φόβο των Ιουδαίων, ήταν εκεί εξ’ αιτίας της απιστίας τους. Η απιστία μας είναι πολλές φορές η αιτία που φοβόμαστε τους «Ιουδαίους» και όχι η δύναμη των Ιουδαίων. Πόσες φορές δεν είχαν ακούσει ότι «έπρεπε να πάθει ο Υιός του Θεού, για να έρθει στη δόξα» και δεν το είχαν πιστέψει.
     Καθώς έρχονται τα πρώτα μηνύματα ότι ο Χριστός αναστήθηκε, και πάλι δεν το πιστεύουν και συνεχίζουν να είναι διστακτικοί. Μόνον όταν τον είδαν αναστημένο το Χριστό πείστηκαν για την Ανάστασή του, από τους νεκρούς. Και ήταν η δύναμη της αναστάσεως που έκανε εκείνα τα φοβισμένα ανθρωπάκια να αψηφούν τα πάντα και μέσα σε δημόσιους χώρους της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, με τέτοια σοβαρότητα και πειστικότητα, που πάρα πολλοί άνθρωποι πίστεψαν.
    Η ανάσταση του Ιησού Χριστού από τους νεκρούς, μας δίνει ελπίδα ότι, αφού Εκείνος αναστήθηκε και μείς θα αναστηθούμε. Μας χαρίζει τη βεβαιότητα ότι είμαστε αθάνατοι, θα ζήσουμε μαζί με Εκείνον στην αιωνιότητα. Η ζωή δεν έχει τέλος, γιατί Εκείνος δεν έχει τέλος. Ο θάνατος είναι ένα απλό επεισόδιο στη ζωή μας, μέσα από το οποίο περνάμε για να ζήσουμε αιώνια. «ΕΑΝ» όμως δεν υπάρχει ανάσταση νεκρών, τότε και «οι κοιμηθέντες, δια του Ιησού», έχουν αιώνια απολεσθεί. Συνεπώς για τους πιστούς δεν υπάρχει καμία ελπίδα. Άρα τι μένει πλέον: «φάωμεν, ποίωμεν, αύριον γαρ αποθνήσκομεν».
   Κάποιοι από τους Χριστιανούς της Κορίνθου, θεωρούσαν ότι αν μέσα από την πίστη τους, αφαιρούσαν την Ανάσταση του Χριστού, αυτό δεν θα είχε καμία συνέπεια, στην πνευματική τους ζωή. Τι λέτε βροντοφωνάζει ο Παύλος. Χωρίς συνέπειες, χωρίς ζημιά αν αγνοήσουμε τούτο το γεγονός. Εάν η αγάπη του Χριστού, η ηθική του διδασκαλία, τα θαύματα, οι τόσο διδακτικές παραβολές του Κυρίου, αποτελούν μια μεγάλη οικοδομή, ένα μεγάλο πύργο, η ανάσταση αποτελεί το θεμέλιο αυτού του οικοδομήματος. Η Ανάσταση αποτελεί το θεμέλιο της Χριστιανικής πίστης. Αν αγνοήσουμε την Ανάσταση του Χριστού, τίποτε πλέον μέσα στη Χριστιανική πίστη δεν μπορεί να σταθεί. Χωρίς την ανάσταση όλα καταρρέουν, οι συνέπειες που ακολουθούν σε εκείνο το τρομερό «Αν» είναι φοβερές και καταλυτικές για το πρόσωπο, το έργο του Ιησού Χριστού, για την πνευματική μας ζωή. Τίποτα πλέον δεν μπορεί να σταθεί, τα πάντα καταρρέουν.
    «Εάν» ο Χριστός δεν αναστήθηκε", τότε το κήρυγμά μας, δεν έχει κανένα νόημα. Είναι κενό περιεχομένου. Τι νόημα έχει να κηρύττεται ένας Χριστός, που πέθανε και δεν αναστήθηκε, που δεν νίκησε το θάνατο, τη φθορά, την αμαρτία, τον άρχονται του κόσμου τούτου. (Ιωάννης ΙΒ/12: 31). Εάν ο Χριστός δεν αναστήθηκε καμία ελπίδα και για την δική μας ανάσταση δεν υπάρχει. Τι μένει πλέον, μόχθος, κόπος, όλη τη νύκτα της ζωής, χωρίς καμία ελπίδα.
   «Εάν» ο Χριστός δεν αναστήθηκε και εμείς κηρύττουμε ότι αναστήθηκε, γινόμαστε ψευδομάρτυρες. Δίνουμε ψεύτικη μαρτυρία. «Εάν» ο Χριστός δεν αναστήθηκε, καταρρέει ολοκληρωτικά η πίστη μας. Η πίστη σε έναν Χριστό, που δεν αναστήθηκε, δεν έχει κανένα νόημα και καμία αξία. Πιστέψαμε σε κάποιον ο οποίος εκείνα τα οποία είπε δεν εκπληρώθηκαν, αφού ο ίδιος είχε πει ότι θα πεθάνει και σε τρεις ημέρες θα αναστηθεί. Ποιος μπορεί να εμπιστευθεί τη ζωή του, σε έναν τέτοιο Χριστό.
«Εάν» ο Χριστός δεν αναστήθηκε, δεν υπάρχει συγχώρεση των αμαρτιών μας. Κατά συνέπεια ζούμε ακόμα μέσα στις αμαρτίες μας, οι οποίες θα μας οδηγήσουν κατευθείαν στο αιώνιο θάνατο. Γιατί ο μισθός της αμαρτίας είναι θάνατος. (Ρωμαίους Σ : 23). Που σημαίνει ότι ζούμε μακριά από το Θεό και είμαστε εχθροί του, γιατί ο Θεός δεν συμβιβάζεται με την αμαρτία. Ο Χριστός πέθανε πάνω στο σταυρό, για να μας εξιλεώσει από την αμαρτία. Ο Θεός μας συγχωρεί τις αμαρτίες μας, γιατί στο πρόσωπο του Υιού του τιμώρησε Αυτόν, για τις αμαρτίες τις δικές μας. Ο Άγιος, ο Αναμάρτητος φορτώθηκε όλες τις αμαρτίες, όλων των ανθρώπων, όλων των εποχών και πέθανε αυτός για να μην πεθάνουμε εμείς. Ο Απόστολος Παύλος θριαμβευτικά αναφέρει: «διότι παρέδωκα εις εσας, εν πρώτοις, εκείνο το οποίο και παρέλαβον, ότι ο Χριστός απέθανε δια τας αμαρτίας ημών και ότι ετάφη και ότι ανέστη την τρίτη ημέρα, κατά τας γραφάς» (Α΄ Κοριθνίους ΙΕ : 3,4).
1/ «Εάν» ο Χριστός δεν αναστήθηκε, τότε όλη η διδασκαλία και μαρτυρία του Χριστού, είναι αναξιόπιστη. Ο ίδιος ο Κύριος είχε διαβεβαιώσει τους Ιουδαίους με τα λόγια: «χαλάσατε τον ναό τούτον και δια τριών ημερών θέλω εγείρει αυτόν» (Ιωάννης Β : 19). Τι είπε λέγανε οι φαρισαίοι, σε 3 μέρες θα ξαναφτιάξει το ναό; Σαράντα έξ χρόνια έκαναν οι πατέρες μας να φτιάξουν το ναό και συ λέγεις ότι θα τον φτιάξεις σε 3 μέρες. Όμως ο Κύριος μιλούσε για το ναό του σώματός του. Επίσης ο ίδιος ο Κύριος διακήρυξε : Εγώ είμαι η Ανάσταση και η Ζωή. Όλα τούτα θα ήταν ψευδή, θα ήταν κούφια λόγια, αν ο Κύριος δεν ανασταίνετο από τους νεκρούς. Και αν αυτά δεν είχαν βάση, τότε τίποτα δεν μπορεί να είναι θετικό απ’ όσα μας διαβεβαίωσε ο Κύριος.
2/ «Εάν» ο Χριστός δεν αναστήθηκε τότε οι μαθητές του φοβερά εξαπατήθηκαν. Η ραχοκοκαλιά του κηρύγματος του Χριστού και στη συνέχεια των Αποστόλων, ήταν η Ανάστασή Του από τους νεκρούς. Οι απόστολοι «εκήρυττον δια του Ιησού την εκ νεκρών ανάστασιν» (Πράξεις Δ/4: 3). Ο Παύλος συμπληρώνει "εάν ο Χριστός δεν ανέστη, είμαστε ψευδομάρτυρες του Θεού" (Α΄ Κορινθίους ΙΕ/15: 15). Η υπόσχεση του Κυρίου στους δικούς του είναι: «Ιδού Εγώ είμαι μεθ’ ημών πάσας τας ημέρας, έως της συντελείας του αιώνος» (Ματθαίος ΚΗ/28: 20). Αν ο Χριστός δεν είχε αναστηθεί πως θα μπορούσε να εκπληρωθεί τούτη η υπόσχεση, που αποτελεί την πιο δυνατή παρηγοριά στη ζωή του Χριστιανού.
3/ «Εάν» ο Χριστός δεν αναστήθηκε, τότε η χριστιανική πίστη, δεν έχει κανένα θεμέλιο και είναι μάταιη. Χωρίς τον άδειο τάφο η χριστιανική πίστη είναι άδεια, είναι μάταιη, δεν έχει κανένα νόημα, κανένα περιεχόμενο. Αλήθεια μια τέτοια πίστη, στηριγμένη σε ένα ψεύτικο θεμέλιο, θα μπορούσε ποτέ να τα βάλει με στρατιές, με Αυτοκράτορες, με Βασιλείς και να τους νικήσει; Και να θριαμβεύει και να νικάει μέχρι σήμερα και να εξαπλώνεται, σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της γης. Αδύνατον. Αυτή η επιτυχία στηρίζεται αποκλειστικά στην Ανάσταση του Ιησού Χριστού από τους νεκρούς.
     Χωρίς την Ανάσταση του Χριστού, ο Πέτρος δεν θα μπορούσε ποτέ να σταθεί απέναντι στους άρχοντες και τους πρεσβυτέρους του Ισραήλ (Πράξεις Δ/4: 8) και να τους κατακεραυνώσει λέγοντας, ότι εσείς τον σταυρώσατε….. αλλά ο Θεός ανάστησε αυτόν από τους νεκρούς…… ότι Αυτός έγινε «κεφαλή γωνίας»….. (Πράξεις Δ/4: 11) Και δεν υπάρχει δι' ουδενός άλλου η σωτηρία διότι ούτε όνομα άλλο είναι υπό τον ουρανόν δεδομένον μεταξύ των ανθρώπων, διά του οποίου πρέπει να σωθώμεν. (Πράξεις Δ/4: 12). Που οφείλεται τούτη η δύναμη, τούτη η παρρησία του Πέτρου. Στις δικές του δυνάμεις; Τις είδαμε τις δικές του δυνάμεις, λίγες μέρες πριν μπροστά σε μια παιδίσκη και σε έναν υπηρέτη, που πραγματικά έτρεμε από το φόβο του. (Ματθαίος ΚΣ/26: 74). Τούτη η δύναμη του Πέτρου οφείλεται στην Ανάσταση του Ιησού Χριστού, από τους νεκρούς. Η δύναμη του Χριστιανού στηρίζεται αποκλειστικά στο θρίαμβο της Ανάστασης του Ιησού Χριστού.
4/ «Εάν» ο Χριστός δεν αναστήθηκε, τότε η πίστη του Χριστιανού στην αθανασία της ψυχής και την αιωνιότητα, δεν στηρίζεται πουθενά. Όλοι εκείνοι που έφυγαν και καθημερινά φεύγουν «εν Χριστώ», θα βαδίζουν στον ίδιο δρόμο με τους αρνητές, τους χλευαστές του Χριστού. Η λαχτάρα τους να δούνε τον Κύριο, να συμβασιλεύσουν με Αυτόν, δεν θα εκπληρωθεί ποτέ. Εάν δεν Αναστήθηκε, τότε ο Παύλος μάλλον δεν ήξερε τι έλεγε, όταν έλεγε : «Από τη μια μεριά επιθυμώ να φύγω απ’ αυτόν τον κόσμο και να είμαι μαζί με το Χριστό, που είναι το καλύτερο απ’ όλα……» (Φιλιππησίους Α/1: 23).
5/ «Εάν» ο Χριστός δεν αναστήθηκε, τότε ως Χριστιανοί είμαστε «οι ελεεινότεροι όλων των ανθρώπων». Εάν ο Χριστός δεν αναστήθηκε, μάταιο το κήρυγμα, μάταιη η πίστη, ψεύτικη μαρτυρία μας, άσκοπη η χριστιανική ζωή μας. Τι νόημα έχει να καθαρίζουμε τον εαυτόν μας, καθώς Εκείνος είναι καθαρός (Α΄ Ιωάνου Γ/3: 3). Τα πάντα καταρρέουν, τίποτα δεν μπορεί να σταθεί.
     Όλα αυτά δεν ήταν παρά μια τραγική υπόθεση. Η αλήθεια είναι και παραμένει μία. «Αλλά τώρα ο Χριστός ανέστη εκ νεκρών, έγινε η απαρχή των κεκοιμημένων». (Α΄ Κορινθίους ΙΕ/15: 23). Ο Λόγος του Θεού μας αναφέρει: «Επειδή καθώς πάντες αποθνήσκουσιν εν τω Αδάμ, ούτω και πάντες θέλουσι ζωοποιηθή εν τω Χριστώ. Έκαστος όμως κατά την ιδίαν αυτού τάξιν, ο Χριστός είναι η απαρχή, έπειτα όσοι είναι του Χριστού εν τη παρουσία αυτού» (Α΄ Κορινθίους ΙΕ/15: 22, 23). Η ένδοξη Ανάστασή Tου, αποτελεί τη μεγάλη εγγύηση και για την ανάσταση, όλων εκείνων που είναι δικοί Του. Είτε «κοιμηθέντες» είναι αυτοί, είτε «ζώντες περιλυπόμενοι». Αποτελεί εγγύηση ότι το χρέος των αμαρτιών μας το εξόφλησε ο Χριστός, ο οποίος μας εξαγόρασε από τον εχθρό, όχι με αργύριον και χρυσίον, αλλά με το ίδιο του το αίμα. (Πράξεις Κ/20: 28).
    Να γιατί η ανάταση έχει την πρώτη θέση και και αποτελεί το μεγαλύτερο γεγονός, μέσα στην ανθρώπινη ιστορία, διότι χωρίς αυτή δεν μπορεί να σταθεί τίποτα. Πλέον το κήρυγμά μας για το Χριστό, δεν είναι μάταιο. Αντίθετα είναι ζωντανό, διότι Εκείνος είναι ζωντανός. Στηρίζεται στη διακήρυξη του αναστημένου Χριστού. «μου δόθηκε πάσα εξουσία στον ουρανό και στη γη» (Ματθαίος ΚΗ : 18,19). Στηρίζεται στη διακήρυξη : «Ιδού εγώ είμαι μεθ’ υμών». Η πίστη μας ακουμπάει σε έναν ζωντανό Κύριο. Οι άγγελοι ήταν κατηγορηματικοί : «Τι ζητάτε, τον ζωντανό ανάμεσα στους νεκρούς;» (Λουκάς ΚΔ/24: 5). Ο Παύλος ήταν κατηγορηματικούς προς τους Αθηναίους : «διότι προσδιόρισε ημέρα εν η μέλλει να κρίνει την οικουμένη εν δικαιοσύνη, δια ανδρός τον οποίον διόρισε και έδωκε εις πάντας βεβαίωσιν περί τούτου, αναστήσας αυτόν εκ νεκρών» (Πράξεις ΙΖ/17: 31).
     Πλέον δεν είμαστε μέσα στις αμαρτίες μας. Αυτός παρεδόθη δια τας αμαρτίας ημών και ανέστη για τη δικαίωσή μας. (Ρωμαίους Δ : 25).
Στην επιστολή "προς Εβραίους"  (Θ/9: 11 – 14, αναφέρεται :
11 Ελθών δε ο Χριστός αρχιερεύς των μελλόντων αγαθών διά της μεγαλυτέρας και τελειοτέρας σκηνής, ουχί χειροποιήτου, τουτέστιν ουχί ταύτης της κατασκευής,
12 ουδέ δι' αίματος τράγων και μόσχων, αλλά διά του ιδίου αυτού αίματος, εισήλθεν άπαξ εις τα Άγια, αποκτήσας αιωνίαν λύτρωσιν.
13 Διότι εάν το αίμα των ταύρων και τράγων και η σποδός της δαμάλεως ραντίζουσα τους μεμολυσμένους αγιάζει, προς την καθαρότητα της σαρκός,
14 πόσω μάλλον, το αίμα του Χριστού, όστις διά του Πνεύματος του αιωνίου, προσέφερεν εαυτόν άμωμον εις τον Θεόν, θέλει καθαρίσει την συνείδησίν σας από νεκρών έργων, εις το να λατρεύητε τον ζώντα Θεόν;
Στο βιβλίο του προφήτη Ησαϊα (ΝΓ/53: 10,11).
"Αλλ' ο Κύριος ηθέλησε να βασανίσει αυτόν, εταλαιπώρησεν αυτόν. Αφού όμως δώσης την ψυχήν αυτού προσφοράν περί αμαρτίας, θέλει ιδεί έκγονα, θέλει μακρύνει τας ημέρας αυτού, και το θέλημα του Κυρίου θέλει ευοδωθή, εν τη χειρί αυτού. Θέλει ιδεί τους καρπούς του πόνου της ψυχής αυτού και θέλει χορτασθεί ο δίκαιος δούλος μου θέλει δικαιώσει πολλούς, διά της επιγνώσεως αυτού διότι Αυτός θέλει βαστάσει τας ανομίας αυτών."
      Συνεπώς αυτοί που κοιμήθηκαν με το Χριστό, χάρη στην ανάσταση του Χριστού, δεν χάθηκαν. (Ρωμαίους Η : 29). Χάρη στον αναστημένο Χριστό, μια ζωντανή ελπίδα θα πρέπει να υπάρχει μέσα μας :    ..και ούτω θέλομεν είσθε πάντοτε μετά του Κυρίου». (Α΄ Θεσσαλονικείς Δ/4: 17).
      Λοιπόν παρηγορείτε αλλήλους με τους λόγους τούτους. (Α΄ προς Θεσσαλονικείς Δ/4: 18). --

Σάββατο 19 Απριλίου 2014

«κατά Ιωάννην», κεφ. ΙΘ, εδ. 30. ΤΕΤΕΛΕΣΤΑΙ.

"ΤΕΤΕΛΕΣΤΑΙ".

Ευαγγέλιον «κατά Ιωάννην», κεφ. ΙΘ, εδ. 30.

  «Ότε λοιπόν έλαβε το όξος ο Ιησούς, είπε: Τετέλεσται και κλίνας την κεφαλήν παρέδωκε το πνεύμα».

         Σύντομα σχόλια :
   Η νίκη του Ιησού, που άρχισε στη Γεθσημανή, ολοκληρώθηκε στο σταυρό και επισφραγίστηκε με την κραυγή «Τετέλεσται», έχει παγκόσμια και αιώνια αποτελέσματα.
      Το «τετέλεσται» του Ιησού δεν ήταν μια επιθανάτια κραυγή. Δεν είπε «τετέλεσμαι», δηλ. τελείωσα, απέκαμα. Ήταν μια κραυγή νίκης και θριάμβου, που δήλωνε ότι το ΕΡΓΟ της σωτηρίας μας, που ανέλαβε να πραγματοποιήσει, ολοκληρώθηκε, τελείωσε.
     Ένα έργο για ολόκληρη την ανθρωπότητα, για όλους τους καιρούς. Παγκόσμιο και διαχρονικό. Τα λύτρα της εξαγοράς του αμαρτωλού ανθρώπου, πληρώθηκαν. Η Θεία Δικαιοσύνη, ικανοποιήθηκε και ο κατήγορος των ανθρώπων ο διάβολος, νικήθηκε. Ο δρόμος προς τον ουρανό τώρα άνοιξε για όλους αυτούς που θα θελήσουν να αποδεχθούν, δια της πίστεως, το έργο του Χριστού, το τέλειο και μοναδικό έργο της σωτηρίας τους, που ο Χριστός πραγματοποίησε με τη θυσία Του και το προσφέρει δωρεάν.
  Φίλε μας αγαπητέ, δέξου το και συ και δόξασε τον Θεό γι’ αυτό.    (από χριστιανικό ημερολόγιο).

Πέμπτη 17 Απριλίου 2014

«κατά Ματθαίον», κεφ. ΚΣ, εδάφ. 36, 39. (σχόλιο για Γεθσημανή).

Ευαγγέλιον «κατά Ματθαίον», κεφ. ΚΣ, εδάφ. 36, 39.

36 Τότε, έρχεται μαζί τους ο Ιησούς σε ένα χωριό, που λέγεται Γεθσημανή και λέει στους μαθητές: Καθήστε αυτού, μέχρις ότου πάω και προσευχηθώ εκεί.
37 Και αφού παρέλαβε τον Πέτρο και τους δύο γιους τού Ζεβεδαίου, άρχισε να λυπάται και να αδημονεί.
38 Τότε, τους λέει: Η ψυχή μου είναι περίλυπη μέχρι θανάτου μείνετε εδώ και αγρυπνείτε μαζί μου. 39 Και αφού προχώρησε λίγο, έπεσε με το πρόσωπό του στη γη, προσευχόμενος και λέγοντας: Πατέρα μου, αν είναι δυνατόν, ας παρέλθει από μένα αυτό το ποτήρι όμως, όχι όπως εγώ θέλω, αλλ' όπως εσύ.

      Σύντομα σχόλια :
      Ανάμεσα στους στίβους των αγώνων της ανθρωπότητας, ένας ξεχωρίζει, για την ένταση της αγωνίας και το μέγεθος της νίκης, που κερδίστηκε εκεί. Είναι ο στίβος της Γεθσημανή!
     Εδώ ο Ιησούς, ο μόνος άγιος και αναμάρτητος, θυσιάζει το δικαίωμα της αδιάλειπτης επικοινωνίας με τον Πατέρα Του, στο βωμό της σωτηρίας μας. Ζει την πιο κρίσιμη στιγμή της Μεσσιανικής Του σταδιοδρομίας.
      Το πόσο σκληρός είναι αυτός ο αγώνας το δείχνουν τα λόγια Του: «περίλυπη είναι η ψυχή μου μέχρι θανάτου» (εδ. 38) και ο ιδρώτας Του, που έγινε σαν θρόμβοι αίματος (Λουκάς ΚΒ/22: 44). Εκεί αποφασίζει να υποτάξει το θέλημά Του, στο θέλημα του Πατέρα Του. «Πατέρα μου, αν είναι δυνατόν ας παρέλθει από μένα αυτό το ποτήρι, όμως όχι όπως εγώ θέλω, αλλά όπως Συ». (εδ. 42).
   Ο Ιησούς ήπιε το ποτήρι της εγκατάλειψης, πέθανε στη θέση της δική μας πάνω στο σταυρό και πλήρωσε Αυτός για τις δικές μας αμαρτίες και έτσι τώρα η σωτηρία γίνεται δική μας, δια της πίστεως.
    Γι’ αυτό, όπως λέει ο Ψαλμωδός: «εγώ θα πάρω το ποτήρι της σωτηρίας μου και θα επικαλεστώ το όνομα του Κυρίου» (Ψαλμός ΡΙΣ/116: 13).-
    Οι μάχες κερδίζονται πριν δοθεί η μάχη, την ώρα της προσευχή, την ώρα της Γεθσημανή. Εκεί κέρδισε τη μεγάλη μάχη ο Κύριος και θριάμβευσε.

Δευτέρα 14 Απριλίου 2014

ΠΑΣΧΑΛΙΝΑ Ποιήματα.



Ο ΤΥΦΛΟΣ ΠΡΟ ΤΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ.

Τι είν’ η βολή στο Γολγοθά που κόσμος τρέχει απάνω;
-Πηγαίνουν να σταυρώσουν δυό, μαζί με κάποιον πλάνο.
-Ποιοι νάν οι δυό, που εκδικητής ο χάρος τους προσμένει;
-Κλέφτες, φονιάδες, άρπαγες, κακούργοι ξακουσμένοι.
-Και ποιος ο πλάνος που κι’ αυτός θα σταυρωθεί μαζί τους ;
-Τους Φαρισαίους ρώτησε, είναι δουλειά δική τους !
-Θα πάω να δω …..
Είπα να δω κι’ ήρθαν στο νου μου πάλι,
τα χρόνια που ήμουνα τυφλός!
Εσείς οι άλλοι δεν ξέρετε πόσο η ψυχή στα στήθη ειν’ άδεια,
όταν με μάτια ορθάνοιχτα βαδίζει στα σκοτάδια !
Πως τη θυμούμαι τη στιγμή, που εστάθει Aυτός μπροστά μου
και μ’ ευσπλαχνίστει, κι’ έσκυψε, πήρε πηλό από χάμου
κι’ αλείφοντας τα μάτια μου με τον πηλό εκείνο,
μου είπε να πάω στου Σιλωάμ τη στέρνα να τα πλύνω!
                                                                     
 Όταν τον πρωταντίκρυσα τον Φωτοδότη εμπρός μου,
στην όψη του είδα όλες μαζί τις ομορφιές του κόσμου.
Μοσχοβολούσε κι’ έλαμπε το κάθε κίνημά του ….
Φως και τα χείλη, κι’ η φωνή, τα μάτια κι’ η ματιά του.
Στα χείλη του η παρηγοριά, στα μάτια του η ελπίδα…
Έστρεψα τότε ολόγυρα τα δύο μου μάτια κι’ είδα,
κάθε που ζη και που δεν ζη κι’ είδα παντού γραμμένη
την όψη του, λες κι’ ήτανε καθρέπτης του η οικουμένη.

Φως η ζωή, χαρά το φως! Ας πάω να δω τον πλάνο
που θα καρφώσουν στο σταυρό.
Κατά το λόφο επάνω κόσμος, περιγελάσματα κι’ οχλοβοή κι’ αντάρα
χίλιες φωνές σαν μια φωνή κι’ όλες σαν μια κατάρα.
Που πάει; Σπρώχνει και σπρώχνεται και πνίγεται και πνίγει,
και σταματά προσμένοντας.
Παράμερα ξανοίγει τρεις μαυροφόρες που κρατούν μια λιγοθυμισμένη.
Θε νάναι μάννα η δύστυχη!
Ξάφνoυ, με μιας σωπαίνει το πλήθος που ανταριάζονταν.
Γκάπ! Γκούπ! Καρφώνουν, κρότοι πνιγμένοι μέσ’ τα βογγητά !
Υψώνονται οι δύο πρώτοι σταυροί, κανείς δεν στρέφεται.
Γκάπ! Γκούπ! Ξανακαρφώνουν μα βόγγος δεν ακούγεται.
Να, και τον τρίτον υψώνουν
. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .

Πως; Συ που μούδωσες το φως, εσένα πλάνο λένε ;
Κι’ ήταν γραφτό στα μάτια μου να βλέπουν για να κλαίνε;
Τι να τα κάνω και της γης και τα’ ουρανού τα κάλλη ;
Πάρε το φως που μούδωκες και τύφλωσέ με πάλι !


                                                                     -- I. Πολέμης --

ΠΟΙΟΣ ΕΙΝ' ΑΥΤΟΣ.
Ποιος είν’ Αυτός που στέκει επάνω,
Σ’ αυτό το λόφο το γυμνό,
τα χέρια του είναι καρφωμένα
πάνω σ’ ένα σκληρό σταυρό.

Το πρόσωπό Του ματωμένο,
μα και το σώμα Του γυμνό
και απ’ την πλευρά τη λογχισμένη
το αίμα τρέχει και νερό.

Είν’ η θυσία του Πατέρα,
Είναι ο άμωμος Αμνός,
Είν’ η αλήθεια της αγάπης,
Είναι ο Ιησούς Χριστός

Τέτοια αγάπη δεν μπορούσα
Ω! ποτέ να φανταστώ,
Να πεθάνει καρφωμένος
Και για μένα ο Χριστός.

                                         ΓΙΑ ΤΗ ΜΕΓΆΛΗ ΣΟΥ ΑΓΑΠΗ

                                          Για τη μεγάλη Σου αγάπη 
                                           που έδειξες για με Χριστέ
                                           Σ΄ ευχαριστώ απ’ την καρδιά μου
                                           Άμωμε του Θεού Αμνέ

                                           Για με γεννήθηκες στη φάτνη
                                           για με εβάσταξες Σταυρό 
                                           για με τα’ ακάνθινο στεφάνι 
                                           για με τον τόσο αμαρτωλό. 

                                           Κανείς και τίποτε στον κόσμο 
                                           δεν μπόρεσε χαρά αγνή 
                                           να δώσει μέσα στην καρδιά μου 
                                           που ήταν πάντα αδειανή 

                                           Κι ήλθες Εσύ, ω, Λυτρωτά μου,
                                           μες τη ζωή μου τη φτωχιά 
                                           να δώσεις τη γλυκιά γαλήνη, 
                                           χαρά, αγάπη κι ομορφιά. 

                                           Εσύ θυσιάστηκες για μένα 
                                           στο ξύλο επάνω του Σταυρού 
                                           και τη δική μου αμαρτία 
                                           συγχώρεσες, ω, Ιησού. 

                                           Γι’ αυτό κι εγώ παντού θα λέω
                                           πως μ’ έσωσες απ’ το χαμό 
                                          εσύ που ήρθες για να σώσεις 
                                          κάθε θλιμμένο αμαρτωλό.

ΘΕΛΩ ΝΑ ΨΑΛΛΩ ΛΥΤΡΩΤΑ

Θέλω να ψάλλω Λυτρωτά,
για την αγάπη τη βαθιά,
που έδειξες Εσύ για με,
κι ήρθες στη γη να σταυρωθείς.
Για μένα τον αμαρτωλό,
ανέβηκες εις τον Σταυρόν,
πήρες στους ώμους Σου Εσύ,
την ιδική μου ενοχή.

Θέλω να ψάλλω Λυτρωτά,
για την αγάπη τη βαθιά,
που έδειξες Εσύ για με,
Άμωμε του Θεού Αμνέ.
Ω! δεν μπορώ να κρατηθώ,
αμέσως τρέχω στον Σταυρό,
με δάκρυα για να σου πω,
Σωτήρα μου, Σ' ευχαριστώ.

Πόσο μ' αγάπησες Χριστέ,
και πέθανες Εσύ για με,
Εσύ το άκακο αρνί,
πήρες τη θέση του ληστή.
Για να σωθώ απ' την οργή,
κατάρα έγινες Εσύ.
Επάνω στον σκληρό Σταυρό,
πεθαίνεις σαν αμαρτωλός.

Λόγια του πάσχοντος Δούλου του Θεού. 

 Ολημερίς και ολονυχτίς
 κράζω σε Σένα Θεέ μου
 στιγμή δεν σιωπώ άκου της ψυχής μου τον θρήνο
 πλήθος κακών την πολιορκούν
 και προς τον Άδη την ωθούν.
 Ο πόνος κι η θλίψη μου
 στο θάνατο βασανιστικά με βυθίζουν
 νοιώθω βαθειά πληγωμένος
 αβοήθητος και αδύναμος
 παρατημένος ανάμεσα σε νεκρούς
 ο θυμός σου σε λάκκο βαθύ
 και σκοτεινό με ρίχνει,
 η οργή σου μανιασμένα κύματα
 αλύπητα στα βράχια του θανάτου
 με χτυπούν και μάτα με χτυπούν. 

Ο τρόμος σου διέλυσε την ψυχή μου σαν ύδατα πολλά με περιεκύκλωσε
χέρι δεν βρίσκω να πιαστώ
να κρατηθώ
κι είναι πλησίον ο αφανισμός μου.
Φόβος και τρόμος σφίγγουν την ψυχή μου
κι ο πυρωμένος θυμός Σου
μ’ έφερε σ’ αδιέξοδο
να διαφύγω αδυνατώ,
τα μάτια μου θολώσανε
φως πλέον δεν θωρώ.
Φόβο έβαλες στις καρδιές φίλων και αγαπητών μου
και μ’ άφησαν, κι απομακρύνθηκαν
κι είμαι μόνος
στην απεραντοσύνη της θλίψης μου.

 Αλλά εγώ τα μάτια μου
 δεν πήρα από Σε.
 Δεν έπαυσα Σε να επικαλούμαι
 σε Σένα χέρια να υψώνω
 στο Έλεός Σου να ελπίζω
 το φως του προσώπου Σου να προσμένω
 να αποδιώξει τα ζοφερά σκοτάδια
 της θλίψης και του θανάτου
 και στο φως της ζωής 
 ξανά να βρεθώ
 τ’ όνομά Σου Ύψιστε να υμνώ. 

 Σημείωση : Με βάση τον ψαλμό ΠΗ (88) γράφτηκαν τα ανωτέρω λόγια.
                                                                                          Α. Π. Κ.

 * Όστις εν ταις ημέρες της σαρκός Αυτού, αφού μετά κραυγής δυνατής και δακρύων προσέφερε δεήσεις και ικεσίας προς τον Δυνάμενον να σώζη Αυτόν εκ του θανάτου και εισηκούσθη δια την ευλάβειαν Αυτού (προς Εβραίους, κεφ. Ε, εδ. 7).


ΓΙΑΤΙ ;

Μυστήρια η ζωή μας κλείνει

Λίγες χαρές και φως μας δίνει

Ελπίδες, όνειρα  τα σβήνει.

Μόνο ο Θεός ξέρει «γιατί».


Χωρίς απάντηση περνάνε

Οι προσευχές φεύγουν και πάνε

Καινούργιοι πειρασμοί κυλάνε.

Μόνο ο Θεός ξέρει «γιατί».


Μια πάχνη όλα τα σκεπάζει

Ο ανθός πεθαίνει μόλις σκάζει

Ο θάνατος κάποιον αρπάζει

Μόνο ο Θεός ξέρει «γιατί».


Προσμένω κείνη την ημέρα

που η αγάπη του Πατέρα

Θα φανερώσει καθετί.

Τότε θα μάθω το «γιατί».

Η άρνηση του Πέτρου.

Ευαγγέλιον "κατά ΛΟΥΚΑΝ", κεφ.   ΚΒ/22,  εδάφ. 31 – 33.  

31 Και ο Κύριος είπε:  Σίμωνα,  Σίμωνα, δες, ο σατανάς σάς ζήτησε, για να σας κοσκινίσει σαν το σιτάρι.
32 Πλην, εγώ δεήθηκα για σένα για να μη εκλείψει η πίστη σου κι εσύ, όταν κάποτε επιστρέψεις, στήριξε τους αδελφούς σου.
33 Και εκείνος είπε σ' αυτόν: Κύριε, είμαι έτοιμος να πάω μαζί σου και στη φυλακή και στον θάνατο.
34 Ο δε είπε Σοι λέγω, Πέτρε, δεν θέλει φωνάξει σήμερον ο αλέκτωρ, πριν απαρνηθής τρίς ότι δεν με γνωρίζεις.

Ευαγγέλιον "κατά ΛΟΥΚΑΝ", κεφ. ΚΒ/22, εδάφ. 52 - 62.

52 Είπε δε ο Ιησούς προς τους ελθόντας επ' αυτόν αρχιερείς και στρατηγούς του ιερού και πρεσβυτέρους. Ως επί ληστήν εξήλθετε μετά μαχαιρών και ξύλων;
53 καθ' ημέραν ήμην μεθ' υμών εν τω ιερώ και δεν ηπλώσατε τας χείρας επ' εμέ. Αλλ' αύτη είναι η ώρα σας και η εξουσία του σκότους.
54 Συλλαβόντες δε αυτόν, έφεραν και εισήγαγον αυτόν εις τον οίκον του αρχιερέως. Ο δε Πέτρος ηκολούθει μακρόθεν.
55 Αφού δε ανάψαντες πυρ εν τω μέσω της αυλής συνεκάθησαν, εκάθητο ο Πέτρος εν μέσω αυτών.
56 Ιδούσα δε αυτόν μία τις δούλη καθήμενον προς το φως και ενατενίσασα εις αυτόν, είπε και ούτος ήτο μετ' αυτού.
57 Ο δε ηρνήθη, λέγων, Γύναι, δεν γνωρίζω αυτόν.
58 Και μετ' ολίγον άλλος τις ιδών αυτόν, είπε: Και συ εξ αυτών είσαι. Ο δε Πέτρος είπεν: Άνθρωπε, δεν είμαι.
59 Και αφού επέρασεν ως μία ώρα, άλλος τις διϊσχυρίζετο, λέγων: Επ' αληθείας και ούτος μετ' αυτού ήτο,  διότι Γαλιλαίος είναι.
60 Είπε δε ο Πέτρος, Άνθρωπε, δεν εξεύρω τι λέγεις. Και παρευθύς, ενώ αυτός ελάλει έτι, εφώναξεν ο αλέκτωρ.
61 Και στραφείς ο Κύριος ενέβλεψεν εις τον Πέτρον, και ενεθυμήθη ο Πέτρος τον λόγον του Κυρίου, ότι είπε προς αυτόν ότι πριν φωνάξη ο αλέκτωρ, θέλεις με απαρνηθή τρίς.
62 Και εξελθών έξω ο Πέτρος έκλαυσε πικρώς.

     ΣΧΌΛΙΑ :
    Ημέρα Πέμπτη, ώρες πραγματικά σκότους. Το δείπνο του Κυρίου με τους μαθητές του σε εκείνο το ανώγειο της Ιερουσαλήμ έχει ήδη τελειώσει. Ο Κύριος, αφού τους έπλυνε τα πόδια των μαθητών Του, έδωσε τις τελευταίες νουθεσίες και τους αποκάλυψε ότι «ο Υιός του ανθρώπου υπάγει πλέον κατά το ορισμένον» (Λουκάς ΚΒ/22: 22). Τούτη την ώρα έρχεται ο Κύριος να φανερώσει στον Πέτρο ένα γεγονός που σε λίγες ώρες θα συνέβαινε σ’ αυτόν. «Σίμων ο σατανάς ζήτησε να σε κοσκινίσει όπως το σιτάρι, αλλά εγώ προσευχήθηκε για σένα να μην εκλείψει η πίστη σου» (Λουκάς ΚΒ/22: 31). 
     Ο σατανάς ζήτησε και πήρε άδεια από τον Θεό όπως είχε κάνει και  με τον Ιώβ (κεφ. Α), για να κοσκινίσει τον Πέτρο και επετράπη σ’ αυτόν να τον στεναχωρήσει, να τον ταπεινώσει, να προσβάλει την υπερηφάνεια του και την αυτοπεποίθησή του. Να του μάθει εκείνο το μεγάλο μάθημα: «Άνευ εμού ου δύνασθε ποιείν ουδέν (Ιωάννης ΙΕ/15: 5).
      Ανάμεσα στους αιώνες αλλά και σήμερα κατά ιδιαίτερο τρόπο ο σατανάς ζητάει να «κοσκινίσει» τον κάθε πιστό άνθρωπο με σκοπό να χάσει την πίστη του. Έρχεται πολλές φορές ο Κύριος και λέει: «σου επιτρέπω», μετατρέποντας τούτες τις άσχημες και τραγικές πολλές φορές εμπειρίες σε μάθημα, σε μοναδική ευλογία για τον πιστό άνθρωπο.
      Έρχεται ο Πέτρος με φουσκωμένη την αυτοπεποίθησή του να πει ρητά και κατηγορηματικά: «Κύριε, είμαι έτοιμος μαζί σου να πάω και στη φυλακή, ακόμη και στο θάνατο» (ΚΒ/22: 23). Τούτα τα ωραία και μεγάλα λόγια πόσες φορές τα επαναλάβαμε, στηριζόμενοι στις δικές μας δυνάμεις και πόσο τραγικά τα γεγονότα που ακολούθησαν μας διέψευσαν. Ακούγοντας όλα τούτα και γνωρίζοντας τι θα συμβεί, έρχεται ο Κύριος να πει στον Πέτρο και στον κάθε πιστό άνθρωπο, που προσπαθεί να σταθεί σωστός με τις δικές του δυνάμεις: «πριν λαλήσει σήμερα ο αλέκτωρ, θα με έχεις απαρνηθεί τρις φορές». Όχι μία, όχι δύο …..
     Στη σειρά των γεγονότων ακολουθεί εκείνη η συγκλονιστική προσευχή του Κυρίου στον κήπο της Γεσθημανή, το τραγικό εκείνο φιλί από το μαθητή του Ιούδα, του οποίου λίγο πριν είχε πλύνει τα πόδια, η σύλληψη και η προσαγωγή του Κυρίου αρχικά ενώπιον του πρώην Αρχιερεά Άννα για ανάκριση και στη συνέχεια ενώπιον του Καϊάφα. Πρόκειται για το γαμπρό του Άννα που είχε εκείνη τη χρονιά το αξίωμα του Αρχιερέα και ήταν πρόεδρος του Μεγάλου Εβραϊκού Συνεδρίου. Στο μεγαλοπρεπές κτίριο που χρησίμευε και ως κατοικία του Αρχιερέα συνήλθαν τα μέλη του Συνεδρίου, για να βγάλουν την απόφαση για τη θρησκευτική καταδίκη του Κυρίου. Την οριστική απόφαση θα ελάμβαναν οι Ρωμαϊκές αρχές ενώπιον των οποίων οι Ιουδαίοι κατηγορούσαν τον Κύριο ότι "δεν είναι φίλος του Καίσαρα". Καθώς οι Ιουδαίοι ήταν κάτω από την εξουσία των Ρωμαίων, έπρεπε να ενεργήσουν μέσα από τα Ρωμαϊκά δικαστήρια. Δε μπορούσαν από μόνοι τους να εφαρμόσουν τη θανατική ποινή. Αυτό ήταν αρμοδιότητα του Πόντιου Πιλάτου, ο οποίος είχε οριστεί το έτος 26 μ.Χ. από το Ρωμαίο Αυτοκράτορα Τιβέριο ως επίτροπος της επαρχίας της Ιουδαίας.
      Στην αυλή του Αρχιερέως, πέρα από τους αυλικούς και τους ψευδομάρτυρες που κατέθεταν εναντίον του Κυρίου και οι οποίοι πολλές φορές δε συμφωνούσαν μεταξύ τους, είχαν συρρεύσει και πλήθη κόσμου, για να παρακολουθήσουν τούτο το γεγονός της δίκης. Όλοι αυτοί, για να ανταπεξέλθουν στο κρύο, είχαν ανάψει μια μεγάλη φωτιά στο μέσον της αυλής.
     Ο Πέτρος, καθώς οδηγούσαν τον Κύριο στο Αρχιερατικό μέγαρο, ακολουθούσε μπλεγμένος μέσα στο πλήθος τον Κύριο «μακρόθεν» θέλοντας να περάσει απαρατήρητος. Πόσες φορές δε δικαιολογούμε καταστάσεις με ανθρώπους γύρω μας και λέμε: "Ε! αφού ακολουθεί έστω και από μακριά, αφού δεν είναι αντίθετος.....". Όπως ο Πέτρος έτσι και πολλοί άνθρωποι επιδιώκουν να ακολουθούν το Χριστό "από αρκετή απόσταση". Ο Απ. Πέτρος πολύ αργότερα αναφέρει στην επιστολή του "Α' Πέτρου" (Β/2: 21): "Διότι εις τούτο προσεκλήθητε, επειδή και ο Χριστός έπαθεν υπέρ υμών, αφίνων παράδειγμα εις υμάς διά να ακολουθήσητε τα ίχνη αυτού". Για να βαδίζουμε στα ίχνη Του, χρειάζεται να είμαστε κοντά Του και να μην τον ακολουθούμε από μακριά
     Μια παροιμία λέει: «Το πρώτο βήμα στον κατήφορο κάνει το δεύτερο εύκολο και το τρίτο δεν είναι παρά μια συνέχεια του δεύτερου». Το «μακρόθεν» υπήρξε το πρώτο παραπάτημα του Πέτρου. Το επόμενο ολισθηρό βήμα ακολουθεί λίγο μετά, καθώς βρίσκεται «εν μέσω αυτών». Βρέθηκε  ανάμεσα σ’ ένα σύμμεικτο πλήθος και άρχισε να ζεσταίνεται από τη φωτιά του. Ο μαθητής του Κυρίου βρίσκεται ανάμεσα στους εχθρούς, στους διώκτες του διδασκάλου του.
    Διερωτάται κανείς αν θα κατέβει ακόμα πιο χαμηλά τούτος ο άνθρωπος! Δυστυχώς ναι. Το διαπιστώνουμε σε λίγο, όταν μια δούλη τον κοίταξε και  είπε: «Και ούτος ήτο μετ’ αυτού». Ο δε ηρνήθη αυτόν λέγων: "Γύναι δεν γνωρίζω αυτόν"!  Πόσο φοβερά τούτα  τα λόγια του Πέτρου! Συνήθως τούτο το μεγάλο ολίσθημα ο εχθρός δε θα το ζητήσει πρώτο στη ζωή μας, θα έχουν προηγηθεί άλλα προηγούμενα βήματα, για να φτάσουμε εκεί. Και  μετά από λίγο άλλος τις ειδών αυτόν είπε: "Και συ εξ’ αυτών είσαι;"  Ο Πέτρος αγανακτεί: "Άνθρωπε δεν είμαι". Ένα ακόμα βήμα προς τα κάτω. Αφού πέρασε κάπου μια ώρα κάποιος άλλος είπε: "Κι αυτός μετ’ αυτού ήτο, διότι είναι Γαλιλαίος". Από την προφορά που είχε ο Πέτρος κατάλαβαν ότι ήταν από τη Γαλιλαία. Παρά ταύτα ο Πέτρος συνεχίζει να αρνείται το Δάσκαλό του: "Άνθρωπε, δεν εξεύρω τι λέγεις".
     Ας σταθούμε για λίγο σ' αυτό το μεγάλο κεφάλαιο της "προφοράς" του πιστού ανθρώπου. Ο τρόπος, η προφορά, που ομιλούσε ο Πέτρος τον μαρτύρησε. Ο ξένος, ο πάροικος, (Εφεσίους Β/2: 19) ο πολίτης του ουρανού, εκείνος που "δεν έχει πόλιν διαμένουσαν, αλλά περιμένει την ώρα για να κατοικήσει στην πόλη, της οποία τεχνίτης και δημιουργός είναι ο ίδιος ο Θεός"  (Εβραίους ΙΑ/11: 10), αναγνωρίζεται σε τούτη τη ζωή από την "προφορά" του, από τα λόγια του, από το τι θα πει, πώς θα το πει. Ο άνθρωπος του Θεού έχει δική του προφορά. Δε συμμερίζεται τα σαχλά και ανόητα λόγια των ανθρώπων του κόσμου. Ο Απ. Παύλος γράφει στους Χριστιανούς που κατοικούν στην πόλη των Κολοσσών και δίνει το στίγμα της ομιλίας του Χριστιανού: "Ο λόγος σας ας ήναι πάντοτε με χάριν, ηρτυμένος με άλας, διά να εξεύρητε πως πρέπει να αποκρίνησθε προς ένα έκαστον" (Κολοσσαείς Δ/4: 6). Την προφορά του Χριστιανού αμέσως τη διακρίνει ο ντόπιος, ο γήινος, ο αρνητής. Μόλις ακούμε κάποιον και μιλάει, λέμε: Αυτός είναι Μακεδόνας, αυτός είναι από τη Ρούμελη. "Αυτός είναι από τη Γαλιλαία είπαν για τον Πέτρο", για να ακολουθήσει η ολοκληρωτική άρνηση του διδασκάλου του. "Άνθρωπε, δεν εξεύρω τι λέγεις".
      Όλα αυτά συμβαίνουν στην πιο κρίσιμη ώρα της ανθρώπινης ιστορίας. Μέχρι τώρα οι μαθητές είχαν ανάγκη το διδάσκαλο, τώρα όμως που ο Κύριος έχει ανάγκη τους μαθητές έχει μείνει τελείως μόνος ανάμεσα σ’ ένα λυσσασμένο πλήθος. Τούτη την ώρα έχει ανάγκη κάποιον κοντά Του και δεν υπάρχει κανείς για να Του συμπαρασταθεί!
       "Δεν ήμουν μαζί του......".   --   "Δεν γνωρίζω αυτόν......."   --   "Δεν είμαι δικός του......"
      Και παρευθύς, ενώ ακόμα μιλούσε ο Πέτρος, λάλησε ο αλέκτωρ. Καθώς τον άκουσαν οι αυλικοί του Αρχιερέως, θα είπαν ότι πλησιάζει το ξημέρωμα και ο καθένας απ’ αυτούς, έφερνε διάφορα σχέδια στο μυαλό του για το τι θα κάνει την ημέρα, που θα ξημέρωνε. Όμως για τον Πέτρο τούτο το λάλημα σήμαινε κάτι άλλο, κάτι τελείως διαφορετικό. «ενεθυμίθει τον λόγον του Κυρίου». Καθώς άκουσε τούτο το λάλημα του πετεινού, ξαφνικά κάποιες μνήμες ξύπνησαν μέσα του, κάποια λόγια, που πριν από λίγες ώρες του είχε πει ο Δάσκαλός του, ένας πόνος του σφίγγει την καρδιά, μια θλίψη τον γεμίζει, τύψεις τον καταλαμβάνουν. Εκείνη την ώρα ο Πέτρος συναισθάνθηκε τη μικρότητά του, το μέγεθος της αποτυχίας του. Είχε απαρνηθεί τον αγαπημένο του Δάσκαλο. Ζούσε πραγματικά τη χειρότερη στιγμή της ζωής του. 
      Εκείνη την τραγική ώρα, ενώ είχε τελειώσει η προανάκριση στον Άννα, ο Κύριος οδηγούμενος στο Συνέδριο, περνά δεμένος με τα χέρια πίσω κοντά στη φωτιά που ήταν ο Πέτρος. Κοίταξε ο Κύριος και σε ελάχιστο χρόνο διασταυρώθηκε το βλέμμα του Δασκάλου με το βλέμμα του μαθητή. Πολλοί μεγάλοι ζωγράφοι κατά καιρούς δημιούργησαν αριστουργηματικούς πίνακες με περιστατικά από τη ζωή και το Έργο του Χριστού, το μυστικό δείπνο, τη σταύρωση, την ανάσταση. Κανέναςόμως δεν μπόρεσε να αποδώσει τούτη τη σκηνή, καθώς συναντούνται για λίγο τούτα τα δύο βλέμματα. Το βλέμμα το πονεμένο του δασκάλου, με το ντροπιασμένο βλέμμα του μαθητή.
      Τι αποτέλεσμα είχε μέσα στην καρδιά του Πέτρου τούτο το βλέμμα ίσως κανένας, όσο μορφωμένος και αν είναι, να μην μπορέσει να το αποδώσει με ακρίβεια. Εκείνο το βλέμμα του Κυρίου είχε πολλά μηνύματα να δώσει στον Πέτρο και έχει πολλά μηνύματα να δώσει και στον καθένα από μας.
      Το πρώτο μήνυμα: Πέτρο, τα ξέρω όλα. Τα είδα όλα. Πόσες φορές δε βρισκόμαστε στην ίδια θέση και παρηγορούμεθα με την ιδέα ότι ο Κύριος δε μας είδε, δε μας άκουσε. Όλα τα ξέρω, Πέτρο. Και τους όρκους σου και τους αναθεματισμούς σου και τις διαβεβαιώσεις σου, ότι δε με ξέρεις, δε με γνώρισες ποτέ......
      Αλήθεια πόσο πονάει τον Κύριο η άρνηση εκείνων που ομολογούν ότι τον αγαπούν, ότι είναι δικοί Του. Πόσες φορές τούτη η σκηνή έχει επαναληφθεί στη ζωή όλων μας! Πόσο το κατάλαβε τούτο το μάθημα ο Πέτρος. Μετά την Ανάσταση σε μια συζήτηση με τον Κύριο για το αν τον αγαπάει, έρχεται ο Πέτρος να του πει: "Κύριε εσύ τα ξέρεις όλα. Εσύ ξέρεις πως σ’ αγαπώ" (Ιωάννης ΚΑ/21: 17).
      Μέσα σε λίγες ώρες πόσο μακριά βρέθηκε ο Πέτρος από εκείνο το τραπέζι με τον Κύριο! Ήταν τόσο πλούσιες οι υποσχέσεις του, οι όρκοι του, οι διαβεβαιώσεις του στον Κύριο. Ας προσέξουμε μην τον αδικήσουμε, γιατί δεν έλεγε ψέματα εκείνο το βράδυ. Ό,τι είπε από αγάπη το είπε για το διδάσκαλο. Μπορεί να ήταν παλικαράς, αλλά δεν το έκανε από παλικαροσύνη.
      Ήρθε το βλέμμα του διδάσκαλου να του θυμίσει εκείνα τα μεγάλα λόγια. Ήρθε να του θυμίσει ότι  "η καρδιά του ανθρώπου είναι απατηλή υπέρ πάντα και σφόδρα διεφθαρμένη, τις δύναται να γνωρίσει αυτήν;" (Ιερεμίας ΙΖ/17: 9). Όταν ο άνθρωπος στηρίζεται στις δικές του δυνάμεις αυτά είναι τ' αποτελέσματα. Η χριστιανική ζωή, για να είναι καρποφόρα και αποτελεσματική, θα πρέπει να προηγείται ο διδάσκαλος και να ακολουθεί ο μαθητής. Το αντίθετο έχει τραγικά αποτελέσματα. Ο Κύριος ρίχνει ένα βλέμμα πόνου, ελέγχου, υπόμνησης, αλλά πάνω απ’ όλα βλέμμα αγάπης, συγχώρησης για το μαθητή. Ο Λόγος του Θεού μας πληροφορεί: «Αγαπήσας τους ιδικούς του μέχρι τέλους αγάπησε αυτούς» (Ιωάννης ΙΓ/13: 1).
     Κάποτε ο Πέτρος είχε ρωτήσει τον Κύριο: "Κύριε, ποσάκις αν αμαρτήσει εις εμέ ο αδελφός μου θέλω συγχωρήσει αυτόν; έως επτάκις; Λέγει προς αυτόν ο Ιησούς. Δεν σοι λέγω έως επτάκις, αλλ' έως εβδομηκοντάκις επτά" (Ματθαίος ΙΗ/18: 21,22). Με τα λόγια αυτά ο Κύριος στάθηκε πάνω από τα  νούμερα θέλοντας να εξηγήσει ότι η αγάπη δεν μας επιτρέπει να θέτουμε αυθαίρετα όριο στη συγχώρηση. Λίγο αργότερα έρχεται ο Απ. Παύλος να γράψει στους Κορίνθιους Χριστιανούς: "Η αγάπη μακροθυμεί, αγαθοποιεί, η αγάπη δεν φθονεί, η αγάπη δεν αυθαδιάζει, δεν επαίρεται, δεν ασχημονεί, δεν ζητεί τα εαυτής, δεν παροξύνεται, δεν διαλογίζεται το κακόν, πάντα ανέχεται, πάντα πιστεύει, πάντα ελπίζει, πάντα υπομένει. Η αγάπη ουδέποτε εκπίπτει" (Α' Κορινθίους ΙΓ/13: 4,5).
     Μπορεί ο Κύριος να πόνεσε από την εγκατάλειψη του Πέτρου στην πιο κρίσιμη ώρα της ζωής Του, αλλά πιο πολύ πόνεσε για τον ίδιο τον Πέτρο, καθώς τον είδε ανάμεσα στους διώκτες του μαζεμένο, φοβισμένο, νικημένο, ντροπιασμένο. Θα ήθελε να του μιλήσει ο Κύριος, να του πει δυο λόγια παρήγορα για να τον στηρίξει, αλλά, αν του μιλούσε, υπήρχε φόβος να τον ενοχοποιήσει. Γι’ αυτό ό,τι είχε να του πει τα έβαλε όλα μαζί μέσα σε κείνο το βλέμμα της αγάπης.
      "Εσύ, Πέτρο, πριν από λίγο αναθεμάτιζες ότι δεν με ξέρεις, όμως εγώ σε ξέρω, σ’ αγαπάω και εξακολουθώ να σε θεωρώ δικό Μου". Πολλά μηνύματα είχε να δώσει τούτο το βλέμμα του Κυρίου. Πάνω απ’ όλα ήταν ένα βλέμμα παρηγοριάς, στήριξης προς τον πεσμένο μαθητή, προς το  νικημένο από τον εχθρό της ψυχής άνθρωπο. Καθώς τα δύο βλέμματα συναντήθηκαν, μια λέξη είχε να πει το βλέμμα του μαθητή: "Κύριε σώσε με". Και έρχεται το βλέμμα του διδασκάλου να του θυμίσει εκείνη την τραγική ώρα. "Πέτρο εγώ προσευχήθηκα για σένα για μην εκλείψει η πίστη σου".
     «Και εξελθών έξω ο Πέτρος έκλαυσε πικρώς». Αυτό είναι ένα άλλο, μεγάλο κεφάλαιο μέσα στη ζωή του πιστού ανθρώπου. Μην αρνηθείς, ψυχή, τούτα τα δάκρυα της μετάνοιας. Τα περιμένει ο Κύριος. Τούτα τα δάκρυα ποτέ δεν πάνε χαμένα. Σύμφωνα με το Λόγο του Θεού είναι φυλαγμένα μέσα σε φιάλες του ουρανού (Αποκάλυψη Ε/5: 8). Είναι κατάθεση στον ουρανό με πολύ υψηλό επιτόκιο. Θα πρέπει να μάθουμε το μεγάλο μάθημα ότι η αυτοπεποίθηση οδηγεί στην ταπείνωση και γι' αυτό δε θα πρέπει να εμπειστευόμαστε τον εαυτόν μας, αλλά να στηριζόμαστε απόλυτα στη δύναμη του Θεού. 
      Όταν ένας πιστός άνθρωπος "πέσει", δε μετράει πόσο μεγάλη είναι η πτώση του, αλλά πόσο μεγάλη είναι η θέλησή του για να σηκωθεί και να συνεχίσει τον πνευματικό του δρόμο. Στο βιβλίο των "Παροιμιών" (κεφ. ΚΔ/24: 16) αναφέρεται: "ο δίκαιος πίπτει επτάκις και σηκώνεται· αλλ' οι ασεβείς θέλουσι πέσει εις όλεθρον". Σ' ένα ποίημά του ο Αντώνης Σαμαράκης αναφέρει: "Μην πεις ποτέ σου: Είναι αργά - κι αν χαμηλά έχεις πέσει - κι αν λύπη τώρα σε τρυγά - κι έχεις βαθιά πονέσει - κι αν όλα μοιάζουν σκοτεινά - κι έρημος έχεις μείνει - μη πεις ποτέ σου: Είναι αργά - τ' ακούς, ότι κι αν γίνει........ Είναι αργά, λοιπόν μην πεις - ό,τι κι αν σου συμβαίνει - φτάνει να προσευχηθείς - κι αμέσως σ' ανασταίνει".       
     "Και εξελθών έξω ο Πέτρος έκλαυσε πικρώς". Αυτό θα πει "μετάνοια". "Ζει Κύριος". "Δε θέλει το θάνατο του αμαρτωλού" (Ιεζεκιήλ ΛΓ/33: 11). Περιμένει τη μετάνοια, το κλάμα, την ομολογία του Δαβίδ: "Αμάρτησα" (Β' Σαμουήλ ΙΒ/12: 13). Πόσο χαρακτηριστικά μας περιγράφει ο Λόγος του Θεού την μετάνοια μιας αμαρτωλής γυναίκας! (Λουκάς Ζ/7: 38) «και σταθείσα πλησίον των ποδών αυτού οπίσω κλαίουσα, ήρχισε να βρέχει τους πόδας αυτού με τα δάκρυα και εσπόγγιζε με τας τρίχας της κεφαλής αυτής, και κατεφίλει τους πόδας αυτού και ήλειφε με το μύρον».
     Το ίδιο βλέμμα απευθύνει ο Κύριος σε σένα, σε μένα, καθώς δεν είναι προσωπολήπτης (Πράξεις Ι/10: 34), αλλά θέλει όλοι οι άνθρωποι να σωθούν και να έρθουν σε μετάνοια (Ρωμαίους ΙΑ/11: 32). Μέσα στον κόσμο της αμαρτίας και των πειρασμών τούτο το βλέμμα, είναι η μόνη μας ελπίδα. Είναι βλέμμα ελέγχου, αλλά και βλέμμα αγάπης. Αλίμονο αν αυτό το βλέμμα λείψει μέσα από τη ζωή μας, αλίμονο αν μέσα από τη ζωή μας λείψει η ειλικρινής μετάνοια.---   

"Πέτρο, μη κλαις... Τα δάκρυα δεν ωφελούν...
κι ούτε τα λόγια πάντοτε μιλούν...
Δεν Τον ανέβασε στο ξύλο η άρνησή σου.
Είχε δεχτεί το Γολγοθά πριν... απ' τη γέννησή σου!"
                                                   (Σπύρος Πορτινός)

Σάββατο 12 Απριλίου 2014

«κατά Λουκάν», κεφ. ΙΘ, εδάφ. 28 – 44).

         Ευαγγέλιον «κατά Λουκάν», κεφ. ΙΘ/19, εδάφ. 28 – 44.

         Το κλάμα του Κυρίου...

       Βρισκόμαστε μια Κυριακή πριν από τη σταύρωση. Ο Ιησούς, με τη συνοδεία μιας μικρής ομάδας μαθητών, έφτασαν από την Ιεριχώ στη Βηθανία. Ήταν το τελευταίο ταξίδι της ομάδας των μαθητών με το δάσκαλό τους. Εκείνη τη νύχτα έμειναν στη Βηθανία, για να ξεκουραστούν και την άλλη μέρα το πρωί ξεκίνησαν για την Ιερουσαλήμ, περνώντας από τη πόλη Βηθφαγή.
       Όταν έφθασαν κοντά στο όρος των Ελαιών, ο Κύριος έστειλε δύο μαθητές και έφεραν ένα θηλυκό γαϊδούρι, μαζί με ένα πουλάρι, πάνω στο οποίο έστρωσαν από τα ρούχα τους και ανέβηκε ο Χριστός στο πουλάρι, με προορισμό την Ιερουσαλήμ. Έτσι εκπληρώθηκε η προφητεία των προφητών Ησαΐα & Ζαχαρία (Θ/9: 9) : «Πέστε στην πόλη της Σιών, έρχεται σε σένα ο Βασιλιάς σου, πράος καβάλα πάνω σε γαϊδούρι, πάνω σε πουλάρι, γέννημα υποζυγίου».
     Καθώς πλησιάζει στην Ιερουσαλήμ δύο μεγάλα πλήθη συναντιούνται. Το ένα συνοδεύει το Χριστό, που έφυγε από τη Βηθανία και το άλλο βγαίνει από την Ιερουσαλήμ για να υποδεχθεί το Χριστό. Το πλήθος που βγήκε από την Ιερουσαλήμ κρατούσε στα χέρια του βάϊα (κλαδιά) φοινίκων. Όταν τα δύο τούτα πλήθη συναντήθηκαν επικράτησε μεγάλη χαρά και πολύ μεγάλος ενθουσιασμός. Όλοι έψαλαν: «Ωσαννά, στον Υιό του Δαβίδ. Ευλογημένος αυτός που έρχεται σταλμένος από τον Κύριο. Δόξα στον Κύριο. Δόξα στον ύψιστο Θεό». Η λέξη «Ωσαννά» είναι εβραϊκή λέξη και σημαίνει: «σώσε μας τώρα» και είναι παρμένο από τον ΡΙΗ/118  ψαλμό, που οι Εβραίοι τον διάβαζαν στη γιορτή της σκηνοπηγίας, (Δευτερονόμιο ΙΣ/16: 13), που γινόταν σε ανάμνηση της απελευθέρωσης του Ισραήλ, από την δουλεία της Αιγύπτου και της κατοίκισής τους σε σκηνές, μέσα στην έρημο. Συμβόλιζε την απελευθέρωση, που ο Μεσσίας θα έφερνε στο λαό Του.
     Μεγάλη χαρά, μεγάλος ο ενθουσιασμός του κόσμου, τα πλήθη έστρωναν τα ρούχα τους κάτω, μαζί με κλαδιά από δένδρα, για να περάσει πάνω τους ο Χριστός. Μέσα σ’ αυτόν τον άκρατο ενθουσιασμό, η πομπή με τον Κύριο προχωράει προς την Ιερουσαλήμ. Όλοι χαίρουν, όλοι ψάλουν, όλοι είναι ενθουσιασμένοι. Όλοι δοξάζουν και ευχαριστούν το Θεό, για την τόσο μεγάλη αγάπη Του. «Διότι τόσον ηγάπησεν ο Θεός τον κόσμον, ώστε έδωκε τον Υιόν αυτού τον μονογενή, διά να μη απολεσθή πας ο πιστεύων εις αυτόν, αλλά να έχη ζωήν αιώνιον». (Ιωάννης Γ/3: 16). Όλοι μαζί κράζουν: «Ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου».
       Όλες οι Ευαγγελικές αφηγήσεις (Ματθαίος ΚΑ/21: 1-11, Μάρκος ΙΑ/11: 1-10, Λουκάς ΙΘ/19: 29-44, Ιωάννης ΙΒ/12: 12-19), που αναφέρονται σε τούτη την θριαμβευτική πορεία του Κυρίου Ιησού, προς τα Ιεροσόλυμα, κατά έναν ιδιαίτερο τρόπο, τονίζουν την απερίγραπτη χαρά, την ευγνωμοσύνη και την αγαλλίαση που έχει επικρατήσει σε όλο το λαό.
      Και ενώ όλοι είναι χαρούμενοι, όλοι είναι ευτυχισμένοι, ο Κύριος, καθώς από μακριά βλέπει από μακριά την Ιερουσαλήμ κλαίει, ψελλίζοντας κάποια λόγια : Συγκλονιστικό, μεγάλη αντίφαση. Γιατί ενώ όλοι χαίρονται, ο Κύριος κλαίει; Ο Λόγος του Θεού μας αναφέρει : «καθώς ο Ιησούς πλησίαζε στην Ιερουσαλήμ, όταν είδε την πόλη, έκλαψε γι’ αυτή». Τι μεγάλη αντίφαση, όλοι να χαίρονται και ο Χριστός να κλαίει, τούτο το γεγονός δεν μπορεί να το συλλάβει ο νους μας. Αλήθεια κλαίει ο Χριστός; Ο Κύριος στην επίγεια διακονία Του, σκούπισε πολλά ανθρώπινα δάκρυα, στάθηκε δίπλα τους και παρηγόρησε πολλούς ανθρώπους, πονεμένους, πικραμένους, δυστυχισμένους, άρρωστους, ταλαιπωρημένους. Τώρα καθώς βλέπει από μακριά την Ιερουσαλήμ κλαίει.
     Το ερώτημα που ορθώνεται γιατί κλαίει ο Κύριος; Γιατί δε χαίρεται, όπως όλοι οι άνθρωποι γύρω του; Κλαίει ο Κύριος και μέσα στο κλάμα του, ψελλίζει τα λόγια: «Μακάρι να είχες καταλάβει κι εσύ και μάλιστα τούτο τον καιρό που διέρχεσαι, τα όσα θα συντελούσαν πραγματικά για την ειρήνη σου». Όμως δεν κατάλαβες. Κι αυτό είναι το μεγάλο παράπονο του Ιησού. Παρά τις αμέτρητες ευκαιρίες που έδωσε στο λαό Ισραήλ, για να τον γνωρίσουν και να τον πιστέψουν, αυτοί έμειναν αδιάφοροι, σκληροί, αρνησίθεοι. «δεν θέλομεν ούτως βασιλεύσει εφ’ ημών» (Ιωάννης ΙΘ/19: 15). Στους δικούς Του ήρθε και οι δικοί Του δεν τον δέχτηκαν (Ιωάννης Α/1: 11). Δεν γνώρισαν τον καιρό της επίσκεψής Του. Δεν γνώρισαν ότι Αυτός ήταν η ειρήνη τους. «Διότι αυτός είναι η ειρήνη ημών…..». (προς Εφεσίους Β/2: 14). Ο Ιησούς Χριστός είναι ο «άρχοντας της ειρήνης» (Ησαΐας Θ/9: 6). «Είθε να γνώριζες τα προς ειρήνην σου αποβλέποντα».
      Το ίδιο κλάμα, ο ίδιος στεναγμός από τότε έως σήμερα, για όλους εκείνους που δεν θέλησαν να γνωρίσουν το Χριστό, δεν θέλησαν να γνωρίσουν το λυτρωτικό Έργο, που Αυτός έκανε πάνω στο σταυρό, για τη σωτηρία όλων των ανθρώπων (Πράξεις Δ/4: 12). Έκλαψε ο Κύριος για την Ιερουσαλήμ. Κάποιοι λένε ότι ο Θεός έφτιαξε τον άνθρωπο και τον έχει αφήσει μόνον του και μένει απαθής στα προβλήματά του. Μεγάλη πλάνη. Ο Λόγος του Θεού μας αποκαλύπτει ότι ο Χριστός, όχι μόνον δεν είναι αδιάφορος, αλλά καθώς βλέπει τα πάντα γύρω μας, καθώς βλέπει μια κοινωνία να είναι «ως πρόβατα μη έχοντας ποιμένα» (Μάρκος Σ/6: 34), κλαίει για τη ζωή μου και για τη ζωή σου. Ρίξτε μια ματιά να δείτε τι γίνεται γύρω μας. Παντού πόλεμος. Πόλεμος στη ζωή των εθνών, πόλεμος μεταξύ των κοινωνικών τάξεων, πόλεμος στις εργασιακές σχέσεις, στις οικογενειακές σχέσεις, αλλά ο χειρότερος πόλεμος είναι αυτός, που γίνεται βαθιά μέσα στην καρδιά του ανθρώπου.
      Γιατί αυτό το τόσο μεγάλο κακό; Ο Λόγος του Θεού στην επιστολή «προς Ρωμαίους»  (κεφ. Γ/3, εδ. 11-17) αναφέρει:
11. "δεν υπάρχει κάποιος που να έχει σύνεση, δεν υπάρχει κάποιος που να εκζητάει τον Θεό.
12 Όλοι παρεξέκλιναν, μαζί εξαχρειώθηκαν, δεν υπάρχει αυτός που πράττει το αγαθό, δεν υπάρχει ούτε ένας».
13 «Τάφος ανοιγμένος είναι το λαρύγγι τους, με τις γλώσσες τους μιλούσαν δόλια», «δηλητήριο από οχιές υπάρχει κάτω από τα χείλη τους».
14 Των οποίων «το στόμα είναι γεμάτο από κατάρα και πικρία».
15 «Τα πόδια τους είναι γρήγορα στο να χύσουν αίμα».
16 «Ερήμωση και ταλαιπωρία είναι στους δρόμους τους
17 και οδόν ειρήνης δεν γνώρισαν».
     Γι’ αυτό κλαίει ο Χριστός, τότε και τώρα, καθώς βλέπει τον άνθρωπο, γυμνό, νεκρό, ταλαιπωρημένο, αιώνια χαμένο, μακριά Του. Τι έφταιξε και φτάσαμε εδώ που φτάσαμε; Ο ίδιος ο Θεός έρχεται να δώσει την απάντηση : «Εμένα εγκατέλειψαν, την πηγή των ζωντανών νερών και έσκαψαν λάκκους σε άνυνδρα μέρη» (Ιερεμίας Β/2: 13). Κλαίει ο Κύριος καθώς βλέπει την Ιερουσαλήμ, κλαίει καθώς βλέπει τη ζωή του συγχρόνου, του "προοδευμένου" ανθρώπου και παράλληλα εκφράζει, μέσα από την καρδιά Του, ένα μεγάλο παράπονο. «…… πόσες φορές θέλησα να συγκεντρώσω τα παιδιά σου, με τον ίδιο τρόπο που η κότα συγκεντρώνει τα μικρά της κάτω από τις φτερούγες της, αλλά δεν θελήσατε;». (Ματθαίος ΚΓ/23: 37). Δεν θέλησαν οι Ισραηλίτες τότε, δεν θέλησε ο άνθρωπος, δια μέσω των αιώνων, να γνωρίσει το Σωτήρα και Λυτρωτή, Ιησού Χριστό. Ο Κύριος όμως από αγάπη δεν τον εγκαταλείπει, τον περιμένει. Κρούει την πόρτα της καρδιάς (Αποκάλυψη Γ/3: 20) και περιμένει τον άνθρωπο να του ανοίξει.
     Πόσο μεγάλη εντύπωση θα πρέπει να μας κάνει τούτος ο σεβασμός, από την πλευρά του Θεού της ανθρώπινης ελευθερίας. Δεν επεμβαίνει, δεν την παραβιάζει. Έκανε τον άνθρωπο ελεύθερο ο Θεός και σέβεται αυτή την ελευθερία που του έδωσε. Χωρίς αυτή την ελευθερία ο άνθρωπος θα ήταν ένα πρόβατο. Δεν θα ήταν «κατ’ εικόνα» του Θεού (Γένεσις Α/1: 27) και δεν θα έφτανε ποτέ να γίνει «καθ’ ομοίωσιν» Αυτού (Γένεσις Α/1: 26). Προσκαλεί ο Κύριος, δεν εκβιάζει, δεν αναγκάζει, δεν επιβάλλει. Καλεί με πολύ αγωνία και σήμερα ο Θεός τον άνθρωπο. Διαχρονική η φωνή Του. «Αδάμ που είσαι» (Γένεσις Γ/3: 8).
     Που είσαι ψυχή ρωτάει ο Θεός και σήμερα τον άνθρωπο. Επισκέπτεται και σήμερα ο Θεός τον άνθρωπο με έναν ευλογημένο σκοπό, να τον σώσει αιωνίως (Α΄ Ιωάννου Α/1: 2). Είναι βέβαιο όμως ότι οι επισκέψεις του Χριστού δεν θα διαρκέσουν για πάντα. Εκείνη η επίσκεψή του στην Ιερουσαλήμ ήταν η τελευταία. Γι’ αυτό έκλαψε ο Κύριος. Γιατί τελείωσαν οι ευκαιρίες. Δεν θα υπήρχε άλλη ευκαιρία. Τι θα ακολουθούσε από δω και πέρα; «Ιδού τώρα αφήνεται έρημος ο οίκος σας» (Λουκάς ΙΓ/13: 35). Τι τραγωδία, δεν ξέρω αν υπάρχει κάτι χειρότερο για έναν άνθρωπο, για μια οικογένεια, για μια εκκλησία!! 
     «Ηθέλησα…… ουκ ηθελήσατε». Μία διαχρονική αντίφαση. Ο Θεός «ηθέλησε», έκανε τα πάντα για τη σωτηρία του ανθρώπου, αλλά ο άνθρωπος υπακούοντας στον εχθρό της ψυχής, τον απ’ αρχής ανθρωποκτόνο (Ιωάννης Η/8: 44), τον σατάν, «δεν ηθέλησε». Στο Ευαγγέλιο «κατά Ιωάννην» (κεφ, ΚΓ/23, εδ. 37) ο Κύριος αναφέρει: «Όμως, δεν θέλετε να έρθετε σε μένα, για να έχετε ζωή».
      Στο ευαγγέλιο του "Ματθαίου" (κεφ. ΚΓ/23, εδ. 2–6) αναφέρει ο Κύριος. «Η βασιλεία των ουρανών ομοιώθηκε με έναν άνθρωπο βασιλιά, που έκανε γάμους στον γιο του, και έστειλε τους δούλους του να καλέσουν τους προσκαλεσμένους στους γάμους και εκείνοι δεν ήθελαν νάρθουν. Έστειλε ξανά άλλους δούλους, λέγοντας: Πείτε στους προσκαλεσμένους: Δέστε, ετοίμασα το γεύμα μου, οι ταύροι μου και τα θρεφτάρια μου είναι σφαγμένα, και όλα είναι έτοιμα, ελάτε στους γάμους. Εκείνοι, όμως, δείχνοντας αμέλεια, αναχώρησαν, ο ένας μεν στο χωράφι του, ο άλλος δε στο εμπόριό του και οι υπόλοιποι, αφού έπιασαν τους δούλους του, τους κακοποίησαν και τους φόνευσαν».
     Διαχρονική, σκληρή και σταθερή, η άρνηση του ανθρώπου, προς το Θεό. Ο Κύριος γνωρίζει τούτη την άρνηση, αλλά γνωρίζει και τις συνέπειές της. Γι’ αυτό ο Ιησούς καθώς πλησίαζε στην Ιερουσαλήμ και είδε την πόλη, καθώς γνώριζε τις συνέπειες της απόριψής Του, έκλαψε γι’ αυτήν. Είχε χάσει ο λαός τούτης της πόλης μια τελευταία χρυσή ευκαιρία . Αν ο λαός της τον είχε δεχτεί σαν Μεσσία, αυτό θα σήμαινε ειρήνη γι’ αυτή. Τώρα ήταν πολύ αργά. Είχαν αρνηθεί το Χριστό και επειδή τον είχαν απορρίψει, δεν μπορούσαν να τον αναγνωρίσουν.
     Κλαίει ο Χριστός και σήμερα για την κάθε ψυχή, για τον κάθε άνθρωπο, που ενώ του έδωσε πολλές ευκαιρίες για να Τον γνωρίσει, εκείνος έμεινε αδιάφορος, δεν Τον δέχτηκε, δεν Τον αναγνώρισε, δεν κατάλαβε την επίσκεψή Του, δεν ανταποκρίθηκε στην πρόσκληση της αγάπης Του. Κλαίει ο Κύριος μπροστά στην άρνηση και το ανθρώπινο πείσμα.
     Στην παραβολή του οικοδεσπότη που είχε φυτέψει έναν αμπελώνα (Ματθαίος ΚΑ:33-41), ο Ιησούς μίλησε για τις επισκέψεις του Θεού στον άνθρωπο, με τα εξής λόγια :
33 Ακούστε μια άλλη παραβολή: Υπήρχε κάποιος άνθρωπος οικοδεσπότης, ο οποίος φύτεψε έναν αμπελώνα, και έβαλε ολόγυρά του φράχτη, και έσκαψε μέσα σ' αυτόν ένα πατητήρι, και οικοδόμησε έναν πύργο και τον μίσθωσε σε γεωργούς, και αποδήμησε.
34 Όταν δε πλησίασε ο καιρός των καρπών, έστειλε τους δούλους του προς τους γεωργούς, για να πάρουν τούς καρπούς του.
35 Και οι γεωργοί, αφού έπιασαν τους δούλους του, άλλον μεν έδειραν, και άλλον φόνευσαν, και άλλον λιθοβόλησαν.
36 Έστειλε ξανά άλλους δούλους περισσότερους από τους πρώτους και σ' αυτούς έκαναν κατά παρόμοιο τρόπο.
37 Έπειτα, όμως, έστειλε σ' αυτούς τον γιο του, λέγοντας: Θα ντραπούν τον γιο μου.
38 Οι γεωργοί, όμως, βλέποντας τον γιο, είπαν μεταξύ τους: Αυτός είναι ο κληρονόμος, ελάτε, ας τον φονεύσουμε, και ας κατακρατήσουμε την κληρονομιά του.
39 Και αφού τον έπιασαν, τον έβγαλαν έξω από τον αμπελώνα, και τον φόνευσαν.
40 Όταν, λοιπόν, έρθει ο ιδιοκτήτης τού αμπελώνα, τι θα κάνει σ' εκείνους τους γεωργούς;
41 Του λένε: Τους κακούς θα τους απωλέσει με κακό τρόπο και τον αμπελώνα θα τον μισθώσει σε άλλους γεωργούς, που θα του αποδώσουν τους καρπούς στις εποχές τους.
       Πολλές και ποικίλες οι επισκέψεις του Θεού για την Ιερουσαλήμ. «Πολυμερώς και πολυτρόπως», ο Θεός την επισκέφθηκε. Από τότε που ο Δαβίδ την ξεχώρισε και την έκανε πρωτεύουσά του (Β΄ Σαμουήλ, κεφ. Σ/6 & Ζ/7  - περίπου το 1.000 π.Χ.), ως τις ημέρες του Χριστού, πόσες ευλογίες, πόσες ευκαιρίες, πόσα προνόμια της είχε χαρίσει. Όμως τώρα ήταν η τελευταία ευκαιρία, πριν ξεσπάσει η μεγάλη κρίση. Το να καταφρονείς τον πλούτο τής αγαθότητάς Του και της υπομονής και της μακροθυμίας, αγνοώντας ότι η αγαθότητα του Θεού σε φέρνει σε μετάνοια, (Ρωμαίους Β/2: 4), τούτο είναι πολύ επικίνδυνο πράγμα και μοιραία θα έχει τρομακτικές συνέπειες.
      Στην επιστολή «προς Εβραίους» (κεφ. Α/1, εδ. 1) αναφέρεται : «Ο Θεός, τον παλιό καιρό, αφού, πολλές φορές και με πολλούς τρόπους, μίλησε στους πατέρες μας διαμέσου των προφητών, σ' αυτές τις έσχατες ημέρες μίλησε σε μας διαμέσου τού Υιού». Ο Ιώβ στην παλαιά οικονομία αναφέρει : «διότι ο Θεός λαλεί άπαξ και δις, αλλ' ο άνθρωπος δεν προσέχει» (Ιώβ ΛΓ/34: 14).
     Στον κάθε άνθρωπο έρχεται η στιγμή στη ζωή του, που καλείται «η ώρα της επισκέψεώς Του». Τι κρίμα, τι τραγωδία, να σε επισκεφθεί το Πνεύμα του Θεού και να μην αντιληφθείς το μήνυμα, να μην Τον αναγνωρίσεις, να μείνεις αδιάφορος ή να πεις εκείνο που είπαν οι «σοφοί» Αθηναίοι στον Απόστολο Παύλο, όταν τους μίλησε για την ανάσταση των νεκρών. Ο Λόγος του Θεού μας αναφέρει: «Μόλις, όμως, άκουσαν για ανάσταση νεκρών, άλλοι μεν χλεύαζαν, άλλοι δε είπαν: Για το θέμα αυτό, θα σε ακούσουμε ξανά». (Πράξεις ΙΖ/17: 32). Ήταν και γι’ αυτούς η τελευταία ευκαιρία, δεν άκουσαν ξανά.
     Ο ευαγγελιστής Λουκάς μας αναφέρει στο κεφ. ΙΘ/19, εδάφ. 41 – 43: «Και όταν πλησίασε, βλέποντας την πόλη, έκλαψε γι' αυτή, λέγοντας: Είθε να γνώριζες κι εσύ, τουλάχιστον κατά την ημέρα σου τούτη, αυτά που αποβλέπουν για την ειρήνη σου αλλά, τώρα κρύφτηκαν από τα μάτια σου, επειδή, θάρθουν ημέρες επάνω σου και οι εχθροί σου θα κάνουν χαράκωμα γύρω από σένα, και θα σε περικυκλώσουν, και θα σε στενοχωρήσουν από παντού και θα σε κατεδαφίσουν και τα παιδιά σου μέσα σε σένα, και δεν θα αφήσουν μέσα σε σένα πέτρα επάνω σε πέτρα, επειδή, δεν γνώρισες την ημέρα τής επίσκεψής σου».
    Ιερουσαλήμ, αν γνώριζες, αν είχες μάτια να δεις μόλις 40 χρόνια μπροστά τη φοβερή εκείνη καταστροφή, που έγινε από τα Ρωμαϊκά στρατεύματα, το έτους 70 μ.Χ. **(Υστ/φο). Αν γνώριζες, αν άκουγες, αν είχες καταλάβει, τότε θα έκανες τουλάχιστον εκείνο που έκαναν οι κάτοικοι της Νινευή, από το βασιλιά μέχρι τον τελευταίο ζητιάνο «μετανόησαν εν σάκκω και σποδώ». (Ιωνάς Γ/3: 6,7). Μπροστά στην συγκλονιστική αυτή μετάνοια, ο Κύριος μεταμελήθηκε και δεν κατάστρεψε την Νινευή (Ιωνάς Γ/3: 10). Στο βιβλίο του Ιεζεκιήλ, βλέπει κανείς για άλλη μία φορά, το κλάμα και την αγωνία του Θεού, για τον αμαρτωλό άνθρωπο. Πες τους λέει ο Θεός στον Προφήτη Του: «Ζω εγώ, λέει ο Κύριος ο Θεός, δεν θέλω τον θάνατο του αμαρτωλού, αλλά να επιστρέψει ο ασεβής από τον δρόμο του, και να ζει, επιστρέψτε, επιστρέψτε από τους πονηρούς σας δρόμους, γιατί να πεθάνετε;» (Ιεζεκιήλ ΛΓ/34: 11).
      Κλαίει ο Κύριος. Οι μαθητές του Κυρίου  μένουν έκπληκτοι, καθώς παρατηρούν την τελειότητα της κατασκευής του ναού του Σολομώντος. Ο Λόγος του Θεού μας αναφέρει: «και ενώ έβγαινε από το ιερό, ένας από τους μαθητές του λέει σ' αυτόν: Δάσκαλε, δες, πόσο θαυμάσιες πέτρες και πόσο θαυμάσια οικοδομήματα! Και ο Ιησούς, απαντώντας, είπε σ' αυτόν: Βλέπεις όλα αυτά τα μεγάλα οικοδομήματα; Δεν θα μείνει πέτρα επάνω σε πέτρα, που δεν θα κατάγκρεμιστεί». (Μάρκος ΙΓ/13: 1,2).
      Ο Κύριος βλέπει πέρα από το σήμερα, πέρα από τα πρόσκαιρα, βλέπει τα ερείπια της Ιερουσαλήμ, βλέπει ότι δεν θα μείνει «πέτρα πάνω στην πέτρα», σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα. Οι άνθρωποι εξωραΐζουν τη ζωή τους, προσπαθούν να την κάνουν λαμπρή και φωτεινή, αλλά στο τέλος όλα τα γίηνα φεύγουν και  μένουν ερείπια. Τι έμεινε άραγε από την πολυτελή ζωή του Ωνάση και πολλών άλλων διάσημων, λαμπρών αστέρων, που έζησαν μέσα στην απίστευτη χλιδή και τον πλούτο; Ερείπια. Μόνον όταν ο άνθρωπος κτίσει πάνω στην αιώνια πέτρα, που είναι ο Χριστός, δεν θα καταλήξει η ζωή του σε ερείπια, αλλά θα μείνει ακλόνητη. Λέγει Κύριος: «Πας λοιπόν όστις ακούει τους λόγους μου τούτους και κάνει αυτούς, θέλω ομοιώσει αυτόν με άνδρα φρόνιμον, όστις ωκοδόμησε την οικίαν αυτού επί την πέτραν και κατέβη η βροχή και ήλθον οι ποταμοί και έπνευσαν οι άνεμοι και προσέβαλον εις την οικίαν εκείνην και δεν έπεσε, διότι ήτο τεθεμελιωμένη επί την πέτραν». (Ματθαίος Ζ/7: 24, 25).
     Να τι έχει ανάγκη ο άνθρωπος στη ζωή του. Να γνωρίσει τον μοναδικό Σωτήρα του (Πράξεις Δ/4: 12), τον Ιησού Χριστό, που τον καλεί, που τον περιμένει να έρθει κοντά Του. Έξω από το Χριστό, μακριά από το Χριστό, ο άνθρωπος είναι ένα ερείπιο. Είναι τοίχος κεκλιμένος και φραγμός ετοιμόρροπος. (Ψαλμός ΞΒ/62: 3).
    Με τούτες τις σκέψεις θα ήθελα να ευχηθώ σε όλους τους αναγνώστες του blog, σε όλους τους φίλους: «καλό & ευλογημένο ΠΑΣΧΑ». Οι άνθρωποι γύρω μας θα συνεχίσουν να κοστολογούν φθηνά το Πάσχα. Τα ραδιόφωνα και οι τηλεοράσεις κάθε χρόνο λένε ότι, φέτος το πασχαλινό τραπέζι θα είναι 10 ή 15% ακριβότερο από πέρυσι. Όμως ποιος μπορεί να κοστολογήσει το πραγματικό νόημα του Πάσχα. Ποιος μπορεί να αποτιμήσει το αίμα του Χριστού, ποιος μπορεί να κοστολογήσει την πολυτιμότατα της ανθρώπινης ψυχής. Ποιος μπορεί να συλλάβει, στην έκτασή της, την Βιβλική έκφραση: «το Πάσχα ημών, θυσιάστηκε για μας ο Χριστός» (Α΄ Κορινθίους Ε/5: 7).
   Ας προετοιμάσουμε τις καρδιές μας για να γιορτάσουμε το Πάσχα, «εν πνεύματι & αληθεία» (Ιωάννης Δ : 24), ας μην ξεχάσουμε ποτέ ότι, «ο Πατήρ τοιούτους ζητεί τους προσκυνούντας αυτόν». Τέτοιους προσκυνητές ζητάει και σήμερα να βρει ο Κύριος, για να σταματήσει τι κλάμα Του και να νοιώσει χαρά, ανάμεσα στους δικούς Του. Όλους μας ας μας συνοδεύει, τούτες τις ξεχωριστές, άγιες μέρες, η σκέψη: «παραδόθηκε εξαιτίας των παραπτωμάτων μας, και αναστήθηκε για την δικαίωσής μας (Ρωμαίους Δ/4: 25). ---

      ** Υστ/φο :
     Αναφέρει ο ιστορικός Ιώσηπος σχετικά με την καταστροφή της Ιερουσαλήμ, τα εξής :
«Κι ενώ ο ναός καιγόταν, οι νικητές άρπαζαν κάθε τι που έπεφτε στα χέρια τους και φόνευαν ομαδικά όσους έπιαναν. Δεν έδειχναν έλεος, ούτε σε ηλικιωμένους, ούτε σε σεβαστά πρόσωπα, αλλά παιδιά, γέροντες, λαϊκούς και ιερείς, με τον ίδιο τρόπο τους περνούσαν από μαχαίρι. Κάθε τάξη καταδιωκόταν και περικλειόταν στην τσιμπίδα του πολέμου, είτε αυτοί έρχονταν και ζητούσαν έλεος, είτε πρόβαλλαν αντίσταση. Η βοή της φωτιάς ακουγόταν μακριά και πλατιά, ανακατεμένη με τις γοερές κραυγές των θυμάτων που έπεφταν. Και εξ’ αιτίας του μεγέθους της πυρκαγιάς, θα νόμιζε κανείς ότι ολόκληρη η πόλη ήταν κάτω από τις φλόγες. Κι έπειτα, εκείνη η βοή, τίποτε δεν μπορούσε κανείς να επινοήσει ότι ήταν μεγαλύτερο ή φοβερότερο απ’ αυτό. Υπήρχαν οι πολεμικές κραυγές των Ρωμαϊκών λεγεώνων, που προχωρούσαν σύσσωμές μπροστά, οι γοερές κραυγές των στασιαστών, που ήσαν περικυκλωμένοι από φωτιά και ρομφαίες, οι κραυγές του πλήθους, που έτρεχαν πανικόβλητοι και με βιασύνη, που αποκομμένοι έπεφταν στα χέρια του εχθρού, καθώς συναντούσαν το τυχερό τους. Με τις κραυγές στο λόφο είχαν αναμιχθεί και εκείνες του πλήθους, μέσα στην πόλη. Και τώρα πολλοί, που ήσαν εξαντλημένοι και με κολλημένη τη γλώσσα από την πείνα, όταν είδαν το αγιαστήριο να καίγεται, ανέκτησαν ξανά δύναμη για θρήνο και οδυρμούς. Η Περαία και τα ολόγυρα βουνά, συνέβαλαν με την ηχώ τους να βαθύνουν τη βουή. Αλλά τρομερότερο από το θόρυβο ήσαν τα παθήματα. Μπορούσες πραγματικά να σκεφθείς ότι ο λόφος, που ήταν ο ναός, έβραζε ολόκληρος από τις φλόγες, όντας γεμάτος από παντού με φωτιά, αλλά και το αίμα χυνόταν περισσότερο απ’ ότι η φωτιά κι οι φονευμένοι ήταν περισσότερο απ’ ότι η φωτιά κι οι φονευμένοι ήταν περισσότερο από τους φονευτές. Επειδή, η γη δε διακρινόταν πουθενά, εξαιτίας των πτωμάτων, οι Ρωμαίοι στρατιώτες έπρεπε να περνούν πάνω από τα πτώματα, για να κυνηγήσουν όσους προσπαθούσαν να διαφύγουν. Το ληστρικό πλήθος κατάφερε να απωθήσει τους Ρωμαίους και με δυσκολία διάνοιξε βίαια το δρόμο προς την εξωτερική αυλή του ναού, κι από κει προς την πόλη, ενώ το υπόλοιπο του λαού κατέφυγε στην εξωτερική στοά. Μερικοί από τους ιερείς, αρχικά απέσπασαν τις άκρες από το ναό, μαζί με τις μολυβένιες βάσεις τους και τις πέταξαν ενάντια στους Ρωμαίους, αλλά μετά βλέποντας ότι οι προσπάθειές τους ήταν άκαρπες κι η φωτιά εξαπλωνόταν, κατέφυγαν στο τείχος, που ήταν οχτώ πήχες πλατύ κι έμειναν εκεί. Δύο μάλιστα απ’ αυτούς, επίσημα πρόσωπα, που είχαν την εκλογή να πάνω στους Ρωμαίους ή να περιμένουν νάχουν την τύχη των υπολοίπων, ρίχτηκαν στη φωτιά και κάηκαν μέσα στις φλόγες, μαζί με το Ναό, ήσαν ο Μηιρός, ο γιος του Γελγά κι ο Ιώσηπος, ο γιος του Δαλαίου. Οι Ρωμαίοι, βλέποντας ότι ήταν μοιραίο, τώρα που καιγόταν ο Ναός να λυπηθούν τα υπόλοιπα κτίρια, έβαλαν σ’ αυτά φωτιά κι έτσι οι υπόλοιπες στοές και οι πύλες, εκτός από τα δύο της ανατολικής και της μεσημβρινής. Αργότερα δε τις κατέκαψαν κι αυτές. Έκαιγαν ακόμα και τα θησαυροφυλάκια, στα οποία βρισκόταν μεγάλη ποσότητα χρυσού, τεράστιες ποσότητες ενδυμάτων κι άλλα πολύτιμα κειμήλια. Όλος ο πλούτος των Ιουδαίων συσσωρευόταν εκεί, όπου οι πλούσιοι είχαν αφήσει για διαφύλαξη, απογυμνώνοντας τα σπίτια τους. Έπειτα προχώρησαν στην τελευταία στοά, έξω από το ιερό. Εκεί είχαν καταφύγει χιλιάδες φτωχές γυναίκες και παιδιά του λαού κι ένα ανάμικτο πλήθος κόσμου. Και πριν ο Καίσαρας να αποφασίσει γι’ αυτούς ή να δώσει οδηγίες στους αξιωματικούς για την τύχη αυτών των ανθρώπων, οι στρατιώτες, γεμάτοι έξαψη θυμού, έβαλαν φωτιά στη στοά, από το κάτω μέρος, με αποτέλεσμα, μερικοί να θανατωθούν από τις φλόγες, καθώς προσπαθούσαν να διαφύγουν και άλλοι να απολεσθούν. Μέσα εκεί κι από όλο αυτό το πλήθος δεν διάφυγε ούτε ένας» (Ιουδαϊκοί πόλεμοι 6/5, 1-2).