Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Τετάρτη 13 Ιουλίου 2016

Β΄ προς ΤΙΜΟΘΕΟΝ, κεφ. Α, εδάφ. 1 - 18. Δέσμιος του Χριστού.

 Επιστολή "προς ΤΙΜΟΘΕΟΝ Β' , κεφ. Α/1, εδάφ. 1 - 18.

1 Παύλος, απόστολος Ιησού Χριστού διά θελήματος Θεού κατά την επαγγελίαν της ζωής της εν Χριστώ Ιησού, 
2 προς Τιμόθεον το αγαπητόν τέκνον, είη χάρις, έλεος, ειρήνη από Θεού Πατρός και Χριστού Ιησού του Κυρίου ημών. 
3 Ευχαριστώ τον Θεόν, τον οποίον λατρεύω από προγόνων μετά καθαράς συνειδήσεως, ότι αδιαλείπτως σε ενθυμούμαι εν ταις δεήσεσί μου, νύκτα και ημέραν, 
4 επιποθών να σε ίδω, ενθυμούμενος τα δάκρυά σου, διά να εμπλησθώ χαράς, 
5 ανακαλών εις την μνήμην μου, την εν σοι ανυπόκριτον πίστιν, ήτις πρώτον κατώκησεν εν τη μάμμη σου Λωΐδι και εν τη μητρί σου Ευνίκη, είμαι δε πεπεισμένος ότι και εν σοι. 
6 Διά την οποίαν αιτίαν σε υπενθυμίζω να αναζωπυρής το χάρισμα του Θεού, το οποίον είναι εν σοι διά της επιθέσεως των χειρών μου 
7 διότι δεν έδωκεν εις ημάς ο Θεός πνεύμα δειλίας, αλλά δυνάμεως και αγάπης και σωφρονισμού. 
8 Μη αισχυνθής λοιπόν την μαρτυρίαν του Κυρίου ημών, μηδέ εμέ τον δέσμιον αυτού, αλλά συγκακοπάθησον μετά του ευαγγελίου, με την δύναμιν του Θεού,
9 όστις έσωσεν ημάς και εκάλεσε με κλήσιν αγίαν, ουχί κατά τα έργα ημών, αλλά κατά την εαυτού πρόθεσιν και χάριν, την δοθείσαν εις ημάς εν Χριστώ Ιησού, προ χρόνων αιωνίων, 
10 φανερωθείσαν δε τώρα, διά της επιφανείας του Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού, όστις κατήργησε μεν τον θάνατον, έφερε δε εις φως την ζωήν και την αφθαρσίαν, διά του ευαγγελίου, 
11 εις το οποίον ετάχθην εγώ κήρυξ και απόστολος και διδάσκαλος των εθνών. 
12 Διά την οποίαν αιτίαν και πάσχω ταύτα, πλην δεν επαισχύνομαι, διότι εξεύρω εις τίνα επίστευσα, και είμαι πεπεισμένος ότι είναι δυνατός να φυλάξη την παρακαταθήκην μου, μέχρις εκείνης της ημέρας. 
13 Κράτει το υπόδειγμα των υγιαινόντων λόγων, τους οποίους ήκουσας παρ' εμού, μετά πίστεως και αγάπης της εν Χριστώ Ιησού. 
14 Την καλήν παρακαταθήκην φύλαξον, διά του Πνεύματος του Αγίου, του ενοικούντος εν ημίν. 
15 Εξεύρεις τούτο, ότι με απεστράφησαν πάντες οι εν τη Ασία, εκ των οποίων είναι ο Φύγελλος και ο Ερμογένης. 
16 Είθε ο Κύριος να δώση έλεος εις τον οίκον του Ονησιφόρου, διότι πολλάκις με παρηγόρησε και δεν επησχύνθη την άλυσίν μου, 
17 αλλ' ότε ήλθεν εις την Ρώμην, με εζήτησε, μετά σπουδής πολλής και με εύρεν 
18 είθε ο Κύριος να δώση εις αυτόν να εύρη έλεος, παρά Κυρίου εν εκείνη τη ημέρα και όσας διακονίας έκαμεν εν Εφέσω, συ εξεύρεις καλήτερα.  

         ΣΧΟΛΙΑ : 
     Εξετάζοντας τη ζωή του Αποστόλου Παύλου διακρίνουμε αυτή σε “προ Χριστού” και “μετά Χριστόν”. Προ Χριστού βλέπουμε ένα άνθρωπο σκληρό, απόλυτο, διώκτη, να ζει μια ζωή άρνησης, έντονου φανατισμού και αντιπαλότητας. Ο ίδιος χαρακτηρίζοντας τον εαυτόν του στην επιστολή «προς Γαλάτας» (κεφ. Α/1, εδάφ. 13) αναφέρει: «καθ’ υπερβολήν διώκτης της εκκλησίας», ο δε "Λουκάς", ο ιατρός, στο βιβλίο των "Πράξεων των Αποστόλων" (κεφ. ΚΒ/22, εδ 4) αναφέρει: «διώκτης, μέχρι θανάτου». 
      Στο δρόμο προς τη Δαμασκό, καθώς πηγαίνει εκεί για να διώξει την Eκκλησία του Χριστού, όλα άλλαξαν μέσα στη ζωή του Παύλου "Πράξεις Αποστόλων" (κεφ. Θ/9, εδ. 1-20). Το ερώτημα του Θεού είναι: «Σαούλ, γιατί με διώκεις;» Ακούγοντας τούτα τα λόγια ο Παύλος, ο πρώην διώκτης (Γαλάτες Α/1: 23), μέσα από μία συγκλονιστική μεταστροφή αναφωνεί: «Ποιος είσαι Κύριε, τι θέλεις να κάνω;». Ξαφνικά μέσα σε μια στιγμή όλα άλλαξαν. Αυτή είναι η δύναμη του Πνεύματος του Θεού. Μόνον αυτή η δύναμη μπορεί αυτούς που είναι «μακράν» να τους φέρει «πλησίον». Στην επιστολή «προς Εφεσίους» (κεφ. Β/2, εδάφ. 13) αναφέρεται : «Τώρα όμως, δια του Ιησού Χριστού, σεις οι ποτέ όντες μακράν εγείνετε πλησίον δια του αίματος του Χριστού». Ο ίδιος ο Απόστολος Παύλος στην  επιστολή «προς Τιμόθεον Α'» (κεφ. Α/1, εδ. 15) αναφέρει: «Πιστός ο λόγος και πάσης αποδοχής άξιος, ότι ο Ιησούς Χριστός ήλθεν εις τον κόσμον διά να σώση τους αμαρτωλούς, των οποίων πρώτος είμαι εγώ». 
      Ω! τι σπουδαία και πλούσια ομολογία, είναι πολύ σημαντικό για τον άνθρωπο, να γνωρίζει κάθε στιγμή της ζωής του τι κάνει, γιατί το κάνει και να έχει επίγνωση του λόγου του και των πράξεών του. Για να καταλάβουμε τι ακριβώς θέλει να μας πει ο Απόστολος Παύλος με αυτήν την ομολογία του, θα πρέπει με το νου μας να μεταφερθούμε στις ειδικές συνθήκες κάτω από τις οποίες βρισκόταν ο Παύλος, όταν έγραψε την παρούσα επιστολή. 
      Ήταν φυλακισμένος στη Ρώμη, όχι διότι είχε διαπράξει κάποιο αδίκημα. Η διώξή του οφείλετο στην υπηρεσία του και τον αγώνα του για τη διάδοση του ευαγγελίου. Οι φυλακές της εποχής εκείνης ήταν πολύ ανθυγιεινές, ένα υγρό κελί, στο οποίο υπήρχε μία τρύπα, για να μπαίνει λίγο φως του ήλιου. Εκεί βρισκόταν ο μεγάλος διανοούμενος, ο άνθρωπος του Θεού, γέρος, καταβεβλημένος από τις αρρώστιες και τις κακουχίες. Κάτω από αυτές τις απάνθρωπες συνθήκες περίμενε την εκτέλεσή του δι’ αποκεφαλισμού. Επειδή ήταν Ρωμαίος πολίτης (Πράξεις ΚΓ/23: 27), δεν μπορούσε να ριφθεί στα λιοντάρια, ή να σταυρωθεί, μόνον μπορούσε να αποκεφαλιστεί με ξίφος σύμφωνα με τη Ρωμαϊκή νομοθεσία. 
     Ήταν υπόδικος στον Καίσαρα «φορών αλυσίδες», όπως ο ίδιος μας περιγράφει. Όμως κάτω από αυτές τις εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες ούτε στιγμή δεν έπαψε να επικαλείται τον Θεό, ούτε στιγμή δεν έπαψε με εμπιστοσύνη να αποβλέπει σ’ Αυτόν. Θα έλεγε κανείς ότι όλα αυτά είναι μια αντίφαση. Να έχεις το Θεό Πατέρα σου, να είσαι παιδί του Θεού, κληρονόμος όλων των ευλογιών του Θεού (Γαλάτας Δ/4: 7) και να περιφέρεσαι αλυσοδεμένος από μπουντρούμι σε μπουντρούμι, να γνωρίζεις όλες τις στερήσεις του κόσμου, τις κακουχίες και τις ταλαιπωρίες, να μην έχει ένα παλτό να ρίξει πάνω στις γέρικες πλάτες του και να παραγγέλνει στον Τιμόθεο να του φέρει τον φελόνην (επανωφόρι) που άφησε στην Τρωάδα (Β΄ Τιμοθέου Δ/4: 13). Ε! Αυτό πάει πολύ, αυτό δεν μπορεί εύκολα να το συλλάβει ο ανθρώπινος νους, ο εχθρός της ζωής μας τέτοιες καταστάσεις περιμένει για να έρθει να μας ψιθυρίσει στο αυτί: "που είναι ο θεός σου; γιατί σε ξέχασε; τι περιμένεις στην κατάσταση που βρίσκεσαι;" Θυμηθείτε την εισήγηση της γυναίκας του Ιώβ: «Έτι κρατείς την ακεραιότητά σου; Βλασφήμησον τον Θεόν και απόθανε» (Ιώβ Β/2: 9). Αυτή ήταν η πιο δύσκολη ώρα για τον πολύπαθο Ιώβ. 
     Ας προσέξουμε τούτη τη φωνή του εχθρού. Έρχεται στη δύσκολη ώρα, είναι γλυκιά, είναι ευγενική, «εγώ για το καλό σου στο λέω, για να μην αγωνίζεσαι μάταια, έλα τώρα δεν βλέπεις την κατάσταση σου; τι περιμένεις;" Πόσες φορές όλα αυτά ο εχθρός θα τα ψιθύρισε στα αυτιά του Αποστόλου Παύλου, ενώ ήταν μέσα στη φυλακή. Πόσες φορές τα επανέλαβε και στον Ιώβ. Όμως έτσι έπρεπε να γίνει, τα σχέδια του Θεού θα πρέπει να τα δεχόμαστε και να δίνουμε προτεραιότητα στη ζωή μας. Να γίνει το δικό Σου το θέλημα Κύριε και όχι το δικό μου. «Γεννηθήτω το θέλημά Σου». Η πιο μικρή σε λόγια, αλλά και η πιο μεγάλη σε περιεχόμενο προσευχή. Αυτό θα πρέπει να το λέμε και να το ξανά λέμε στην καθημερινή μας προσευχή. Στην περίπτωση του Αποστόλου Παύλου κατανοεί κανείς όλα τα γεγονότα, αν σκεφτεί το τεράστιο Έργο που επιτέλεσε ο Παύλος στην υπόθεση του Ευαγγελίου του Χριστού. 
    Μέσα από τη φυλακή έγραψε τις επιστολές «προς Εφεσίους», «προς Φιλλιπισίους», «προς Κολοσαείς», «προς Φιλίμονα», την «προς Τιμόθεον Β'». Ίσως χωρίς την φυλακή να μην είχαμε αυτές τις επιστολές, που μέσα στο διάβα του χρόνου, νουθέτησαν εκατομμύρια ανθρώπων και τους έφεραν στο Σωτήρα Χριστό και την αιώνια ζωή. Για άλλη μία φορά επιβεβαιώνεται ο Λόγος του Θεού, ο οποίος αναφέρει: «όλα συνεργούν προς το αγαθό σ' αυτούς που αγαπούν τον Θεό» (Ρωμαίους Η/8: 28). 
     Το μέλλον του, στην κατάσταση που βρισκόταν ο Απόστολος ήταν αβέβαιο. Δεν γνώριζε καν, αν την επόμενη ώρα θα βρισκόταν στη ζωή. Βρίσκονταν σε εχθρικά χεριά και τα πάντα εξαρτώντο από τον Αυτοκράτορα και τις ορέξεις του. Βρισκόταν στα χέρια ενός εχθρού, που είχε κάθε λόγο να τον βγάλει από τη μέση. Είχε ξοδέψει όλη του τη ζωή σε φυλακές, στερήσεις, διωγμούς. Αποτέλεσμα όλων αυτών ήταν να βρίσκεται τελείως μόνος ακόμα και από τους δικούς του ανθρώπους, που με μύριους τρόπους τους εξυπηρέτησε, έκλαψε για αυτούς, πόνεσε και το τραγικό αποτέλεσμα; 
16 Κατά την πρώτη μου απολογία δεν μου παραστάθηκε κανένας, αλλά όλοι με εγκατέλειψαν (είθε να μη τους λογαριαστεί) 
17 όμως, μου παραστάθηκε ο Κύριος, και με ενδυνάμωσε, για να διακηρυχθεί διαμέσου εμού πλήρως το κήρυγμα, και όλα τα έθνη να ακούσουν και ελευθερώθηκα από το στόμα τού λιονταριού. 
18 Και ο Κύριος θα με ελευθερώσει από κάθε πονηρό έργο, και θα με διασώσει για την επουράνια βασιλεία του στον οποίο ας είναι δόξα στους αιώνες των αιώνων. (Β΄ Τιμοθέου Δ/4: 16-18). 
    «πάντες με εγκατέλειψαν, με επεστράφησαν». Τι τραγικό, τι δύσκολες στιγμές. Φθάνει στο σημείο να παρακαλάει τον Τιμόθεο, το πνευματικό του παιδί και να του λέει: «μην εντραπείς εμέ το δέσμιο». Βεβαίως, για όλα αυτά, ο Θεός από την αρχή τον έχει προειδοποιήσει: «Και πάντες δε οι θέλοντες να ζώσιν ευσεβώς εν Χριστώ Ιησού θέλουσι διωχθή», όμως πέρα απ’ αυτό, το βάρος ήταν πολύ μεγάλο, ο σταυρός ήταν βαρύς και δύσκολος. Αλήθεια με τη δύναμη Παύλο προχωράς σε τούτο το δρόμο, το δύσκολο, το δύσβατο, φυλακισμένος, άρρωστος, τελείως εγκαταλελειμμένος. Ο ίδιος αναφέρει ότι: «Διότι νομίζω ότι ο Θεός απέδειξεν ημάς τους αποστόλους εσχάτους ως καταδεδικασμένους εις θάνατον διότι εγείναμεν θέατρον εις τον κόσμον, και εις αγγέλους και εις ανθρώπους». (Α΄ προς Κορινθίους Δ/4: 9). Και συνεχίζει ο Απόστολος: 
11 Έως της παρούσης ώρας και πεινώμεν και διψώμεν και γυμνητεύομεν και ραπιζόμεθα και περιπλανώμεθα 
12 και κοπιώμεν, εργαζόμενοι με τας ιδίας ημών χείρας λοιδορούμενοι ευλογούμεν, διωκόμενοι υποφέρομεν, 
13 βλασφημούμενοι παρακαλούμεν ως περικαθάρματα του κόσμου εγείναμεν, σκύβαλον πάντων έως της σήμερον. (Α΄ Κορινθίους Δ/4: 11-13). 
    Σε όλα αυτά η απάντηση του Αποστόλου των Εθνών είναι επική: «γνωρίζω σε ποιόν επίσπευσα».  
     Γνωρίζω την αγάπη Του που την έζησα τόσα χρονιά. Μια αγάπη που την έδειξε πάνω στο σταυρό του Γολγοθά, όπου εκεί πέθανε ο Χριστός και έχυσε το αίμα του για μένα τον εχθρό Του, το μεγάλο διώκτη Του. Κάτω από τη σκιά του σταυρού έζησα τόσα χρόνια. Τι σημασία έχει αν φίλοι γνωστοί συγγενείς με εγκατέλειψαν; Μέχρι τώρα πολλά τράβηξα, αλλά όλα αυτά δεν σημαίνουν εγκατάλειψη. Ούτε με εγκατέλειψε, ούτε πρόκειται να με εγκαταλείψει. Άλλωστε ο ίδιος ο Κύριος έχει υποσχεθεί σε κάθε δικό Του παιδί: 
19 Πορευθέντες λοιπόν μαθητεύσατε πάντα τα έθνη, βαπτίζοντες αυτούς εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, 
20 διδάσκοντες αυτούς να φυλάττωσι πάντα όσα παρήγγειλα εις εσάς και ιδού, εγώ είμαι μεθ' υμών πάσας τας ημέρας έως της συντελείας του αιώνος. Αμήν (Ματθαίος ΚΗ/28). 
     Γνωρίζω το μεγαλείο Του. Ξέρω πολύ καλά στα χέρια ποιου έχω εμπιστευτεί τη ζωή μου. Είναι Εκείνος που συνάντησα σε όλη τη δύναμη Του, στο δρόμο μου προς τη Δαμασκό. Γνωρίζω την καρδιά Του, τα συναισθήματα Του, έζησα μαζί Του. Με πήρε από το θάνατο, μου χάρισε αιώνια ζωή. Κάποτε με ανέβασε, «ως τρίτου ουρανού και είδα πράγματα ανεκλάλητα, τα οποία δεν συγχωρείται εις άνθρωπον να λαλήσει» (Β΄ Κορινθίους ΙΒ/12: 4).
     Γνωρίζω τη δύναμη Του. Η διακήρυξη του Κυρίου ήταν: «εις εμέ εδόθει πάσα εξουσία εν ουρανό και επί γης» (Ματθαίος ΚΗ/28, εδ. 18). Με πήρε μέσα από την αμαρτία με έκανε μαθητή του και δι’ εμού έπραξε μεγάλα και θαυμαστά πράγματα. «γνωριζω σε ποιον επίστευσα» και με τα λόγια τούτα είναι σαν να δίνει απάντηση σε ένα μεγάλο πλήθος ανθρώπων, σε ένα μεγάλο πλήθος δυσκολιών, που όλοι καθημερινά συναντούμε μέσα στη ζωή μας. Αυτός είναι η συμπαράσταση μας. Ο Δαβίδ αναφέρει: «Ο Θεός είναι καταφυγή ημών και δύναμις, βοήθεια ετοιμοτάτη εν ταις θλίψεσι» (Ψαλμός ΜΣ/46: 1) «τι να μη κάνει άνθρωπος»; 
    Πολλές φορές στη ζωή μας μετανιώνουμε, για μια πράξη μας, άλλες φορές ακόμη και ντρεπόμαστε, όμως όποιος γνωρίσει Αυτόν, όποιος αγωνίστηκε για Αυτόν, δεν θα καταισχυνθεί εις τον αιώνα. Είναι γεγονός αναμφισβήτητο ότι ζούμε μέσα σε έναν κόσμο αμαρτωλό, αποστάτη, που χάνεται, μέρα με τη μέρα. Μας περιβάλλουν πολλές φορές δυσάρεστες καταστάσεις και μέσα και έξω από την Εκκλησιά, μας περιβάλουν άνθρωποι που δεν είναι θερμοί με το Θεό, που είναι αδιάφοροι έως εχθρικοί. (κακούς αδελφούς τους ονομάζει στο Λόγος του Θεού). Με τη ζωή τους δεν δοξάζουν, αλλά δυσφημούν το Πνεύμα του Θεού. 
    Υπήρχαν πάντα, υπάρχουν και σήμερα, όμως τίποτα από όλα αυτά δεν μπορεί να επισκιάζει το μοναδικό Πρόσωπο του Κυρίου. Άλλωστε όλα αυτά μας τα είχε πει, εκ των προτέρων. Μίλησε για «λύκους βαρείς μη φυδόμενοι του ποιμνίου» (Πράξεις Κ/20: 29). Μια μεγάλη αλήθεια της εποχής μας είναι ότι ο ερχομός του Κυρίου πλησιάζει, τα βήματά Του ακούγονται, ζούμε στις έσχατες ημέρες των εσχάτων ημερών. Η σύγχρονη εκκλησιά έχει έντονα όλα εκείνα τα χαρακτηριστικά της ξεπεσμένης εκκλησίας της Λαοδίκειας (Αποκάλυψη Γ/3: 14-22). "Μέσα ο κόσμος… έξω ο Χριστός….". Η αγάπη των πολλών κατεψυγμένη (Ματθαίος ΚΔ/24: 12). Ο ίδιος ο Κύριος διερωτάτο, «άραγε όταν θα έρθει ο Υιός του ανθρώπου, θα βρει την πίστη;» (Λουκάς ΙΗ/18: 8). 
     Ναι μεγάλες οι δυσκολίες, βουνά τα προβλήματα, όμως όλοι οι λυτρωμένοι με το πολύτιμο αίμα του Χριστού, οι αγιασμένοι από Εκείνον, όλοι εκείνοι που έχουν μέσα τους τη ζωντανή ελπίδα της αιώνιας ζωή (Α΄ Ιωάννου Ε/5: 13), σε όσο δύσκολη κατάσταση και αν ευρίσκονται μία θα πρέπει να είναι η ομολογία της ζωής τους: «γνωρίζω σε ποιον επίσπευσα». Αυτό θα πει πίστη, αυτό θα πει εμπιστοσύνη στο Θεό. Ας έχουμε την ελπίδα μας πάντοτε εις Αυτόν και ας μη ξεχνάμε τα λόγια του στην επιστολή «προς Ρωμαίους» (κεφ. Ε/5, εδ. 5): «η δε ελπίς δεν καταισχύνει, διότι αγάπη του Θεού είναι εκκεχυμένη εν ταις καρδίαις ημών διά Πνεύματος Αγίου του δοθέντος εις ημάς». ---