Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Σάββατο 31 Δεκεμβρίου 2016

Τελώνης & Φαρισαίος.




"ΚΥΡΙΑΚΉ ΤΕΛΏΝΟΥ & ΦΑΡΙΣΑΊΟΥ".

Ευαγγέλιο "κατά ΛΟΥΚΑΝ", κεφ. ΙΗ/18, εδάφ. 9 - 14.

9 Είπε δε και προς τινάς, τους θαρρούντας εις εαυτούς ότι είναι δίκαιοι και καταφρονούντας τους λοιπούς, την παραβολήν ταύτην
10 Άνθρωποι δύο ανέβησαν εις το ιερόν διά να προσευχηθώσιν, ο εις Φαρισαίος και ο άλλος τελώνης. 
11 Ο Φαρισαίος σταθείς προσηύχετο καθ' εαυτόν ταύτα Ευχαριστώ σοι, Θεέ, ότι δεν είμαι καθώς οι λοιποί άνθρωποι, άρπαγες, άδικοι, μοιχοί, ή και καθώς ούτος ο τελώνης 
12 νηστεύω δις της εβδομάδος, αποδεκατίζω πάντα όσα έχω. 
13 Και ο τελώνης μακρόθεν ιστάμενος, δεν ήθελεν ουδέ τους οφθαλμούς να υψώση εις τον ουρανόν, αλλ' έτυπτεν εις το στήθος αυτού, λέγων Ο Θεός, ιλάσθητί μοι τω αμαρτωλώ. 
14 Σας λέγω, Κατέβη ούτος εις τον οίκον αυτού δεδικαιωμένος μάλλον παρά εκείνος διότι πας ο υψών εαυτόν θέλει ταπεινωθή, ο δε ταπεινών εαυτόν θέλει υψωθή. 

        ΣΧΟΛΙΑ :
       Τα στοιχεία της ιστορίας που αναφέρεται είναι τα εξής :
       1/ ο Ναός, 
       2/ ο Φαρισαίος, 
       3/ ο Τελώνης, 
       4/ οι προσευχές τους, 
       5/ ο Θεός, 
       6/ το αποτέλεσμα. 

       1/.  Ο Ναός : Ο "πρώτος ναός" κτίστηκε από το Βασιλιά Σολομώντα το 10ο αιώνα π. Χ. (εγκαινιάστηκε το έτος 955) και αποτέλεσε το κέντρο λατρείας του αρχαίου Ιουδαϊσμού. Ο Σολομών θα ήταν αυτός που σύμφωνα με εντολή του Θεού θα ανοικοδομούσε τον πρώτο ναό (Β' Χρονικών Σ/6: 9). Ο ναός που κατασκεύασε ο Σολομώντας καταστράφηκε από τους Βαβυλώνιους το έτος 587 π.Χ. Στην περικοπή που αναφέρουμε γίνεται λόγος για το "δεύτερο ναό" που οικοδομήθηκε από τον Ζοροβάβελ το έτος 516 μετά από διάταγμα επιστροφής των Ιουδαίων στην Ιερουσαλήμ (Έσδρας Α/1: 1-3), που εξέδωσε ο βασιλιάς της Περσίας ο Κύρος Β', ο Μέγας (600 - 530 π.Χ). Ο ναός αυτός είχε ανακαινιστεί από τον Βασιλιά της Ιουδαίας Ηρώδη Α΄, τον Μέγα (βασίλευσε από το έτος 37 π.Χ. - 4 μ.Χ.), προκειμένου να εξευμενίσει τους Ιουδαίους. Η ανακαίνιση έγινε γύρω στο έτος 20 π.Χ. και ο Ναός αυτός καταστράφηκε από τους Ρωμαίους το έτος 70 μ.Χ. Συνολικά ο δεύτερος ναός υπήρχε επί 585 έτη. Ήταν «οίκος Θεού» και μέσα στο ναό, πέρα από τις τελετουργικές θυσίες, γίνονταν και προσευχές από τους πιστούς Ιουδαίους.

          2/. Ο Φαρισαίος :
       Ο Φαρισαίος είναι το υπόδειγμα του «θρησκευόμενου» ανθρώπου, που επιδιώκει τη σωτηρία του, βασισμένος στις ατομικές ηθικές επιδόσεις του, στα προσωπικά του επιτεύγματα αρετής και πιστότητας στον Νόμο: "Νηστεύει δις του Σαββάτου, αποδεκατοί πάντα όσα κτάται, δεν είναι ώσπερ οι λοιποί των ανθρώπων". Με τον τρόπο αυτό αυτοδικαιώνεται, ως άτομο παραμένοντας απόλυτα εγωκεντρικός, χωρίς ουσιαστικά να επιδεικνύει  κανένα ενδιαφέρον για τους άλλους γύρω του. 
    Η φαρισαϊκή θρησκεία περιορίζονταν σ' ένα εξωτερικό "ασβέστωμα". Προσπαθούσαν να διατηρήσουν καθαρό «το έξωθεν του ποτηρίου και του πινακίου, όμως έσωθεν ήταν γεμάτοι από αρπαγή και ακρασία (αδικία)». Ήταν «τάφοι ωραίοι, απ’ έξω ασβεστωμένοι, όμως μέσα γεμάτοι από ακαθαρσία» (Ματθαίος ΚΓ/23: 26,27). Ο Κύριος είχε πει για τους Φαρισαίους: "Πάντα λοιπόν όσα αν είπωσι προς εσάς να φυλάττητε, φυλάττετε και πράττετε, κατά δε τα έργα αυτών μη πράττετε επειδή λέγουσι και δεν πράττουσι" (Ματθαίος ΚΓ/23: 3).
      Το κήρυγμα του Χριστού ήταν: «Μακάριοι οι καθαροί την καρδίαν» (Ματθαίος Ε/5: 8). Η   φαρισαϊκή   θρησκεία   ήταν  μια  επίμονη  προβολή  του  «ΕΓΩ».  Ήταν  μια θρησκεία αυτοδικαίωσης,  μια   θρησκεία  με  πολύ  "εγώ"  και   καθόλου  Θεό,  τελείως   ανεπαρκής, επιδερμική,  απατηλή,  εξωτερική  και  όχι  εσωτερική,  όπως  άλλωστε  είναι  και  όλες   οι ανθρώπινες θρησκείες.
    Έτσι ο Φαρισαίος ισοδυναμούσε με έναν θρησκευόμενο υποκριτή, τυπολάτρη. Πρόκειται για μια εγωπαθή ιεραρχία που νόμιζαν ότι αυτοί είχαν όλα τα δικαιώματα και οι άλλοι είχαν μόνον υποχρεώσεις. Ο Χριστός τους αποκάλυψε και τους καυτηρίασε λέγοντας: «Διότι δένουν φορτία βαρέα και δυσβάστακτα (που δύσκολα σηκώνονται) και τα τοποθετούν (φορτώνουν) πάνω στους ώμους των ανθρώπων, ενώ οι ίδιοι δεν θέλουν ούτε με το δάκτυλό τους να τα κινήσουν» (Μάρκος ΚΓ/23: 4).
         Όλα τους τα έργα ήταν μια "βιτρίνα", για να τους βλέπουν οι άλλοι, γιατί σκοπός τους ήταν να προξενούν εντύπωση στους ανθρώπους. Ο ίδιος ο Κύριος είχε πει γι’ αυτούς: «Πλαταίνουν τα φυλακτά τους και φαρδαίνουν τις άκρες από τα ιμάτιά τους. Τους αρέσουν οι καλύτερες θέσεις στα δείπνα και τα πρώτα καθίσματα στη συναγωγή, για να τους χαιρετούν με σεβασμό στην αγορά και να τους φωνάζουν οι άνθρωποι δάσκαλέ μου» (Ματθαίος ΚΓ /23:  4-7).
    Δεν πλησίαζαν τον αμαρτωλό άνθρωπο που είχε ανάγκη. Όταν έβλεπαν το Χριστό να παραβρίσκεται με τελώνες, πόρνες και άλλους ανθρώπους, που συναισθάνονταν την ανάγκη σωτηρίας τους, τους φαινόταν παράξενο και το θεωρούσαν πολύ μεγάλο σκάνδαλο (Ματθαίος Θ/9: 11). "Βλέποντας δε ο Φαρισαίος, αυτός που τον είχε καλέσει, είπε μέσα του, λέγοντας: Αυτός, αν ήταν προφήτης, θα γνώριζε ποια και τι λογής είναι η γυναίκα που τον αγγίζει, επειδή είναι αμαρτωλή" (Λουκάς Ζ/7: 39). Έφταναν μάλιστα στο σημείο ν' αποκαλούν τον Κύριο "φίλο τελωνών και αμαρτωλών" (Ματθαίος ΙΑ/11: 19).
        Πώς  είχε  φτάσει  σ’  αυτόν  τον  ξεπεσμό  τούτη η θρησκεία; Όλες οι θρησκείες στους ίδιους δρόμους οδηγούν, γιατί είναι ανθρώπινα κατασκευάσματα.  Συμβολίζουν  διαχρονικά τα  «φύλα συκής»  (Γένεση Γ/3: 7),  που  ποτέ  δεν μπόρεσαν να "ντύσουν" τον άνθρωπο και τον  άφησαν   "γυμνό"   ανάμεσα  στους  αιώνες.  Τούτος  λοιπόν  ο  Φαρισαίος  είναι   ένας συνηθισμένος  θρησκευόμενος  τύπος  της  εποχής  του,  ο  οποίος  έρχεται  στο Ναό για  να προσευχηθεί.

          3/. Ο Τελώνης :
       Το να βρεθεί την εποχή εκείνη τελώνης στο Ναό και να προσεύχεται ήταν κάτι το ασυνήθιστο. Ήταν ένα πάρα πολύ σπάνιο φαινόμενο. Τους τελώνες τους θεωρούσαν ανέντιμους και προδότες και ήταν τα πιο μισητά πρόσωπα που υπήρχαν. Τους έβλεπαν σαν συνεργάτες των Ρωμαίων κατακτητών. Οι ίδιοι οι τελώνες δεν είχαν καμία απολύτως θεολογική γνώση, γιατί όλο τους το ενδιαφέρον ήταν στα χρήματα, τα οποία  αποκτούσαν με ιδιαίτερα σκληρούς και εκβιαστικούς τρόπους και δεν ασχολούνταν καθόλου με το Θεό.
         Ο Τελώνης της ιστορίας μας έχοντας επίγνωση της κατάστασής του, δε λογαριάζει τον εαυτό του άξιο για σωτηρίας και έτσι γίνεται το υπόδειγμα του ανθρώπου που αναγνωρίζει την ολοκληρωτική αποτυχία του  στη σχέση του με το Θεό. Δεν έχει να προβάλει κάτι καλό και δεν ελπίζει σε τίποτα απολύτως, παρά μόνο στο Έλεος και την Αγάπη του Θεού. Έτσι εγκαταλείπει κάθε  δική Του προσπάθεια δικαίωσης και παραδίδεται ταπεινά και ολοκληρωτικά στο Έλεος του Θεού.
         
       Έτσι λοιπόν  ένας  Τελώνης  και ένας Φαρισαίος  βρίσκονται  μέσα  στο  Ναό  για   να προσευχηθούν.

         Εδ. 4α. Η προσευχή του Φαρισαίου : Ο Φαρισαίος καθώς πήγε μπροστά στο ναό, στάθηκε ενώπιον του Θεού μ' ένα πνεύμα κομπασμού, προβολής και άκρατης υπερηφάνειας λέγοντας: «Ω! Θεέ μου σ’ ευχαριστώ, που εγώ δεν είμαι όπως οι άλλοι άνθρωποι, που είναι άρπαγες, μοιχοί, άδικοι, όπως αυτός ο Τελώνης». «Εγώ, Θεέ μου, νηστεύω δύο φορές την εβδομάδα». Ο Μωσαϊκός Νόμος ζητούσε να γίνεται μια φορά το χρόνο νηστεία την ημέρα του "εξιλασμού" (Λευιτικό ΚΓ/23: 28-31). Εδώ ο Φαρισαίος νηστεύει 104 φορές το χρόνο (52 εβδομάδες επί δύο). Αυτό ήταν ένα είδος υπέρβασης των υποχρεώσεων τους, για να δείξουν το ζήλο τους και την δήθεν μεγάλη αφοσίωση τους στο Θεό. Αποδεκάτιζαν όλα όσα είχαν, αλλά και εδώ βλέπουμε να υπερβάλουν. Ο Νόμος έλεγε: «κάθε χρόνο θα ξεχωρίζετε το ένα δέκατο από τα σπαρτά σας, απ’ όλη τη σοδειά που θα σας δίνουν τα χωράφια σας» (Δευτερονόμιο ΙΔ/14: 22,23), όμως από υπέρβαση οι Φαρισαίοι συνήθιζαν να αποδεκατίζουν και να προσφέρουν στο Ναό ακόμα και το δέκατο από το δυόσμο, το άνηθο, και το κύμινο, που είχαν στον κήπο τους, ενώ ταυτόχρονα δεν τηρούσαν τις σπουδαιότερες εντολές του Νόμου. Ο Κύριος και γι' αυτή την πράξη τους υπήρξε ιδιαίτερα επικριτικός απέναντί τους. "Ουαί εις εσάς, γραμματείς και Φαρισαίοι, υποκριταί, διότι αποδεκατίζετε το ηδύοσμον και το άνηθον και το κύμινον, και αφήκατε τα βαρύτερα του νόμου, την κρίσιν και τον έλεον και την πίστιν ταύτα έπρεπε να πράττητε και εκείνα να μη αφίνητε" (Ματθαίος ΚΓ/23: 23).
        Για το Φαρισαίο η επικοινωνία του με το Θεό περιορίζεται αποκλειστικά στην τήρηση κάποιων τύπων και τελετουργιών. Είναι φανερό ότι ο άνθρωπος αυτός στην ουσία δεν προσεύχεται στο Θεό αλλά στον εαυτόν του. Δεν προσπαθεί να πλησιάσει το Θεό, αλλά προσπαθεί με κάθε τρόπο να κάνει τυπικά ακριβώς ό,τι ορίζει η θρησκεία του. Δεν ενδιαφέρεται για μετάνοια, για αγάπη προς το συνάνθρωπο, για ταπείνωση μπροστά στο Θεό. Θα λέγαμε ότι όλα αυτά του φαίνονται άγνωστα και ούτε καν του περνάνε από το μυαλό τούτη την ώρα. Το μόνο που τον ενδιαφέρει είναι πώς θα τηρήσει τα δόγματα, τους τύπους και τις παραδόσεις (Μάρκος Ζ/7: 8) της θρησκεία του. Γι’ αυτό άλλωστε αναφέρει ότι νηστεύει δύο φορές την εβδομάδα και αποδεκατίζει όλα του τα υπάρχοντα. Νόμιζε ότι ήταν δικαιωμένος με το να απέχει από το φαγητό, αντί να απέχει από την αμαρτία και με το να προσφέρει κάποια χρήματα στο Θεό, αντί να προσφέρει την καρδιά του (Παροιμίες ΚΓ/23: 26), φαινομενικά ήταν ένας πολύ καλός και δίκαιος  άνθρωπος. Ο άνθρωπος αυτός μέσα στην τυπολατρία του και στην επιθυμία του να εκπληρώσει τους τύπους της θρησκείας του, χάνει την ευκαιρία να γνωρίσει το Θεό και με τον τρόπο αυτό δε γυρνάει στο σπίτι του δικαιωμένος (εδ. 14).
        Υπάρχουν άνθρωποι που νομίζουν ότι θα σωθούν, επειδή εκτελούν διάφορους τύπους ή συμμετέχουν σε κάποιες θρησκευτικές τελετές ή προσφέρουν κάποια "θρησκευτικά" έργα. Παρατηρώντας τη ζωή του Κυρίου Ιησού Χριστού μέσα από τις αφηγήσεις των Ευαγγελίων Τον βλέπουμε να αντιστέκεται με πάθος και δύναμη στον "θρησκευτικό τυπικισμό" των ανθρώπων της εποχής του και σε πλήρη αντίθεση με όλα αυτά να κηρύσσει την πνευματικότητα, ως μόνη προϋπόθεση για την επικοινωνία του ανθρώπου με το Θεό. Ο Κύριος ήταν κατηγορηματικός καθώς μιλούσε με τη Σαμαρείτισσα στο πηγάδι του Ιακώβ: "έρχεται ώρα, και ήδη είναι, ότε οι αληθινοί προσκυνηταί θέλουσι προσκυνήσει τον Πατέρα εν πνεύματι και αληθεία διότι ο Πατήρ τοιούτους ζητεί τους προσκυνούντας αυτόν (Ιωάννης Δ/4: 23).
      Ο Απ. Παύλος στην επιστολή «προς Ρωμαίους» (κεφ. Β/2, εδ. 17-24) αναφέρει προς τους Ιουδαίους της εποχής του:
17 Δες, εσύ ονομάζεσαι Ιουδαίος, και επαναπαύεσαι στον νόμο, και καυχάσαι στον Θεό, 
18 και γνωρίζεις το θέλημά του, και διακρίνεις τα όσα διαφέρουν, καθώς διδάσκεσαι από τον νόμο
19 και έχεις πεποίθηση στον εαυτό σου, ότι είσαι οδηγός τυφλών, φως εκείνων που είναι μέσα στο σκοτάδι, 
20 παιδαγωγός των αφρόνων, δάσκαλος των νηπίων, έχοντας τον τύπο τής γνώσης και της αλήθειας, που είναι μέσα στον νόμο. 
21 Εσύ, λοιπόν, που διδάσκεις τον άλλον, δεν διδάσκεις τον εαυτό σου; Εσύ που κηρύττεις να μη κλέβουν, κλέβεις; 
22 Εσύ που λες να μη μοιχεύουν, μοιχεύεις; Εσύ που αηδιάζεις για τα είδωλα, διαπράττεις ιεροσυλία;
23 Εσύ που καυχάσαι στον νόμο, ατιμάζεις τον Θεό με την παράβαση του νόμου; 
24 Επειδή, όπως είναι γραμμένο, το όνομα του Θεού εξαιτίας σας δυσφημείται ανάμεσα στα έθνη.
   Επίσης ο Απόστολος Παύλος, καθώς νουθετεί στην πίστη τον Τιμόθεο, του επισημαίνει ένα κοινό χαρακτηριστικό που έχουν όλοι εκείνοι που προσπαθούν να δικαιωθούν με τα έργα τους και με την τήρηση κάποιων θρησκευτικών τύπων: «ενώ μεν έχουν μορφή ευσέβειας, όμως έχουν αρνηθεί τη δύναμή της κι αυτούς, απόφευγέ τους» (Β΄ Τιμοθέου Γ/3: 5).
      Μελετώντας την εκκλησιαστική ιστορία παρατηρούμε ότι ο εχθρός με κάθε τρόπο προσπάθησε να αντικαταστήσει την αληθινή πνευματική λατρεία του Θεού με κάποιες εξωτερικές τυπολατρίες και λειτουργικές πράξεις - εκδηλώσεις. Για το Θεό η πραγματική λατρεία είναι πάντοτε κάτι που προέρχεται από την καρδιά του ανθρώπου και όχι κάτι εξωτερικό, τυπολατρικό. Η εξήγηση που δίνει ο Θεός στον προφήτη "Σαμουήλ" δεν αφήνει περιθώρια άλλων ερμηνειών. «ο άνθρωπος βλέπει το φαινόμενο, ο Κύριος όμως βλέπει την καρδιά» (Α΄ Σαμουήλ ΙΣ/16: 7).
      Μπορεί όλα αυτά που έλεγε στην προσευχή του ο Φαρισαίος να ήταν αληθινά, όμως το "πνεύμα" με το οποίο προσευχόταν δεν ήταν αυτό που ζητάει ο Θεός, γιατί έλειπαν εντελώς τα εξής στοιχεία που θα πρέπει να διακρίνουν κάθε προσευχή πιστού ανθρώπου: Δεν είχε συναίσθηση της αμαρτίας και της αμαρτωλότητάς του και δεν είχε συναίσθηση ότι ο Θεός τον βλέπει και τον ακούει. Μιλούσε με το Θεό ως ίσος με ίσο. Παρέβλεπε ότι ο Θεός «στους υπερήφανους αντιστέκεται, ενώ στους ταπεινούς δίνει χάρη» (Α΄ Πέτρου Ε/5: 5).
       Αυτοδικαιώνονταν και δεν έβλεπε καμία απολύτως έλλειψη στον εαυτόν του, ελλείψεις και μάλιστα πάρα πολλές έβλεπε σε όλους τους άλλους. Νόμιζε ότι ήταν «εντάξει» με το Θεό. Θεωρούσε τον εαυτόν του σαν εκλεκτό του Θεού, ξεχωριστό και διαφορετικό από τους άλλους ανθρώπους. Παρατηρούμε ότι εκτός από το ξεκίνημα δεν αναφέρει πουθενά αλλού το Θεό, ενώ συνεχώς ο λόγος του περιστρέφεται γύρω από τον εαυτόν του. Δε ζητούσε στην προσευχή του «πρώτον την βασιλείαν και την δικαιοσύνη του Θεού» (Ματθαίος Σ/6: 33).
         Δεν αρκεί ο άνθρωπος να προσεύχεται. Για να εισακουστεί η προσευχή μας από το Θεό, θα πρέπει να είναι σύμφωνη με το Λόγο του Θεού. Σε καμία περίπτωση δεν μπορείς να πας στην Τράπεζα να πάρεις χρήματα από το λογαριασμό σου χωρίς ταυτότητα ή βιβλιάριο. Ας είναι δικά σου τα χρήματα, ας σου ανήκουν, πρέπει να πας με το σωστό τρόπο να τα πάρεις. Μόνον η σωστή προσευχή έχει θετικά αποτέλεσμα στη ζωή μας.
      Ποια είναι τα στοιχεία μιας σωστής προσευχής; Ποια προσευχή έχει τις σωστές προϋποθέσεις; Πρώτα - πρώτα η σωστή προσευχή θα πρέπει να γίνεται με "καθαρή καρδιά". «Αγαπτοί, εάν η καρδιά ημών δεν μας κατακρίνει, έχομεν παρρησίαν προς τον Θεός και ότι αν ζητούμε λαμβάνομεν παρ’ αυτού, διότι φυλάττομεν τα εντολάς αυτού και πράττομεν τα αρεστά ενώπιον αυτού» (Α΄ Ιωάννου Γ/3: 21). Ό,τι ζητάμε θα πρέπει να το ζητάμε με καθαρή καρδιά, με καθαρή συνείδηση. Εάν η καρδιά μας δεν είναι καθαρή και μας κατακρίνει για το ένα σφάλμα ή το άλλο, τότε μην περιμένουμε να εισακουστεί η προσευχή μας. Καθαρή είναι η καρδιά του ανθρώπου, αν δεν υπάρχει μέσα της πικρία, κακία, μίσος, ζήλια, ασυγχωρησία. Όταν έρχεσαι να προσευχηθείς, να φέρεις το αίτημά σου μπροστά στο Θεό, για να εισακουστεί η προσευχή σου, θα πρέπει να έχεις συγχωρήσει τον αδελφό σου, το συνάνθρωπό σου (Ματθαίος Ε/5: 24). Δικαιολογίες όπως: «Δεν ξέρεις τι κακό μου έκανε, δεν ξέρεις πόσα έχασα, δεν ξέρεις πόσο με αδίκησε...», δεν ευσταθούν. Αντίθετα στέκονται εμπόδιο μπροστά στο Θεό, "δένουν" τα χέρια του δίκαιου Θεού και δεν του επιτρέπουν να ενεργήσει μέσα στη ζωή μας. Ο Κύριος ήταν κατηγορηματικός: "μη κρίνετε, και δεν θέλετε κριθή· μη καταδικάζετε, και δεν θέλετε καταδικασθή συγχωρείτε, και θέλετε συγχωρηθή" (Λουκάς Σ/6: 37).
       Ο Λόγος του Θεού είναι ξεκάθαρος. Εάν προσεύχεσαι και θέλεις να εισακουστεί η προσευχή σου και να ενεργήσει ο Θεός μέσα στη ζωή σου, θα πρέπει να έχεις συγχωρήσει τον αδελφό σου, τον συνάνθρωπό σου.  Στην Κυριακή προσευχή, που ο ίδιος ο Κύριος υπέδειξε να κάνουμε, αναφέρεται: «Συγχώρησον εις ημάς τας αμαρτίας ημών, καθώς και ημείς συγχωρούμεν αυτούς που αμάρτησαν σε μας» (Ματθαίος Σ/6: 12).
       Ο Λόγος του Θεού μας λέγει: «Μη νικάσαι υπό του κακού, αλλά νίκα δια του αγαθού το κακόν" (Ρωμαίους ΙΒ/12: 21). Όταν κάποιος έρχεται εναντίον μας, μας συκοφαντεί, μας κάνει κακό, δε θα πρέπει να ξεχνάμε ότι εχθρός μας είναι ο σατανάς και όχι ο άνθρωπος. Δε θα πρέπει να ξεχνάμε ότι οι άνθρωποι είναι "δέσμιοι" από τον εχθρό, ο οποίος τους χρησιμοποιεί ως όργανά του για να μας κάνει κακό. Ας είμαστε προσεκτικού γιατί η μάχη που καλούμαστε να δώσουμε δεν είναι «με σάρκα και αίμα» (Εφεσίους Σ/6: 12), αλλά είναι με τον ίδιο τον διάβολο τον οποίον θα νικήσουμε όχι με τις δικές μας δυνάμεις, αλλά «διά του υποτάξαντος αυτόν» (Α' Κορινθίους ΙΕ/15: 27). Θα νικήσουμε με τη δύναμη του Αναστημένου και δοξασμένου Ιησού Χριστού. Πρέπει να συγχωρούμε. Ο ίδιος ο Κύριος επάνω στο σταυρό προσευχόταν για τους σταυρωτές Του και έλεγε: «Πατέρα συγχώρησέ τους γιατί δεν ξέρουν τι κάνουν» (Λουκάς ΚΓ/23: 34). Βέβαια οι σταυρωτές επέλεξαν να μη μετανιώσουν και συνέχισαν να αλαλάζουν: «το αίμα να έρθει επάνω μας και στα παιδιά μας» (Ματθαίος ΚΖ/27: 25).

      Η ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΜΑΣ ΘΑ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΣΥΜΦΩΝΗ ΜΕ ΤΟ ΘΕΛΗΜΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ.
      «Έαν ζητούμε κάτι σύμφωνα με το θέλημά του μας ακούει και αν ξέρουμε ότι ακούει τα αιτήματά μας ξέρουμε ότι λαμβάνουμε ότι ζητήσουμε» (Α΄ Ιωάννου Ε/5: 15). Ό,τι ζητάμε, θα πρέπει να είναι σύμφωνο με το θέλημα του Θεού. Ο Λόγος του Θεού μας λέει: "δε λαμβάνουμε, διότι ζητάμε κακώς, για τις ηδονές μας κλπ και όταν ζητάμε κακώς, ο Θεός δε μας ακούει" (Ιακώβου Δ/4: 3). Το θέλημα του Θεού είναι αποτυπωμένο μέσα στον αιώνιο και αψευδή Λόγο Του. Για να γνωρίζουμε το θέλημα του Θεού, θα πρέπει να γνωρίζουμε το Λόγο του Θεού (Καινή & Παλαιά Διαθήκη). Για να τον γνωρίζουμε, θα πρέπει να τον μελετάμε. 
       Ο Λόγος του Θεού μας αναφέρει: «Και αύτη είναι η παρρησία, την οποίαν έχομεν προς αυτόν, ότι εάν ζητώμέν τι κατά το θέλημα αυτού, ακούει ημάς. Και εάν εξεύρωμεν ότι ακούει ημάς ό,τι αν ζητήσωμεν, εξεύρομεν ότι λαμβάνομεν τα ζητήματα, τα οποία εζητήσαμεν παρ' αυτού (Α΄ Ιωάννου Ε/5: 14,15). Πρέπει να ζητάμε από το Θεό κάτι που είναι σύμφωνο με το θέλημά Του. Μόνον τότε θα ερχόμαστε κοντά στο Θεό. Επίσης «και ό,τι αν ζητώμεν λαμβάνομεν παρ' αυτού, διότι φυλάττομεν τας εντολάς αυτού και πράττομεν τα αρεστά ενώπιον αυτού» (Α΄ Ιωάννου Γ/3: 22).
        Το θέλημα του Θεού είναι να τηρούμε τις εντολές Του. Μόνον αν τηρούμε τις εντολές του Θεού, θα εισακουστεί η προσευχή μας. Οι εντολές του Θεού "δεν είναι βαριές" (Α΄ Ιωάννου Ε/5: 3,4) και κάθε τι που έχει γεννηθεί από Θεό νικά τον κόσμο. Οι εντολές του Θεού είναι: Να έχουμε αγάπη προς το Θεό, αγάπη ο ένας για τον άλλο και να τηρούμε το Λόγο Του. Είπε ο εκ γενετής τυφλός σε εκείνους τους φανατικούς Φαρισαίους: «Εξεύρομεν δε ότι αμαρτωλούς ο Θεός δεν ακούει, αλλ' εάν τις είναι θεοσεβής και κάμνει το θέλημα αυτού, τούτον ακούει» (Ιωάννης Θ/9: 31).
       Στο Ευαγγέλιο «κατά Μάρκον», (κεφ. ΙΑ/11, εδ. 22 – 24) αναφέρεται: «Και αποκριθείς ο Ιησούς, λέγει προς αυτούς Έχετε πίστιν Θεού. Διότι αληθώς σας λέγω ότι όστις είπη προς το όρος τούτο, Σηκώθητε και ρίφθητι εις την θάλασσαν, και δεν διστάσει εν τη καρδία αυτού, αλλά πιστεύσει ότι εκείνα τα οποία λέγει γίνονται, θέλει γίνει εις αυτόν ό,τι εάν είπει. Διά τούτο σας λέγω, Πάντα όσα προσευχόμενοι ζητείτε, πιστεύετε ότι λαμβάνετε, και θέλει γίνει εις εσάς».
       Ο,τιδήποτε έχουμε ανάγκη και ό,τι ο Θεός μας έχει υποσχεθεί θα το λαμβάνουμε στη ζωή μας μέσα από την πίστη μας. "Χωρίς πίστη δεν μπορείς να ευχαριστήσεις το Θεό" (Εβραίους ΙΑ/11: 6). Ο,τιδήποτε έκανε ο Ιησούς το έκανε με πίστη. Ενεργώ με πίστη σημαίνει ότι ενεργώ σύμφωνα με το Λόγο του Θεού. «Δια πίστεως ο Αβελ έκανε καλύτερη θυσία από τον Κάϊν». (Εβραίους ΙΑ/11: 4). Ο Άβελ και ο Κάιν άκουσαν από τον πατέρα τους τον Αδάμ ότι το θέλημα του Θεού ήταν, όταν έρχονται ενώπιόν Του για να προσευχηθούν, θα έπρεπε να θυσιάζουν από ένα αρνί του οποίου το αίμα θα χυνόταν πάνω στο θυσιαστήριο. Έτσι ανάμεσα στο δίκαιο Θεό και τον αμαρτωλό άνθρωπο μεσολαβούσε ένας αθώος (το αρνί) και πέθαινε αυτό, για να μην πεθάνει ο άνθρωπος εξαιτίας της αμαρτίας του. Το αίμα του αθώου αμνού συμβόλιζε το αίμα του Ιησού Χριστού, του αθώου Εκείνου που μια μέρα θα χυνόταν πάνω στο σταυρό του Γολγοθά για τη σωτηρία όλων των ανθρώπων.
       Ο Άβελ, που ήταν κτηνοτρόφος, έκανε ό,τι ακριβώς είχε πει ο Θεός και γι’ αυτό ο Θεός δέχτηκε την προσευχή του. Ο Κάιν, ο οποίος ήταν γεωργός, σκέφτηκε: "Εγώ δεν έχω αρνιά, έχω φρούτα, θα προσφέρω στο Θεό τα καλύτερα φρούτα από εκείνα που έχω". Ο Θεός δε δέχτηκε την προσφορά του (Γένεση Δ/4: 5), γιατί αυτή δεν ήταν σύμφωνη με το θέλημά Του. Θα πρέπει ενώπιον του Θεού να ερχόμαστε όπως ο Θεός θέλει. Θα έπρεπε να είχε πουλήσει τους καρπούς και να είχε αγοράσει ένα αρνί και να έρθει μπροστά στο Θεό, όπως ο Θεός ήθελε. Η προσευχή θα πρέπει να αρχίζει «δια πίστεως» και να τελειώνει «δια πίστεως». 
    Προσευχόμαστε, ζητούμε από το Θεό και ο Θεός μας ακούει. Πρέπει όμως να πιστέψουμε ότι το λάβαμε ό,τι ζητήσαμε και να μην έχουμε καμία αμφιβολία μέσα στην καρδιά μας. Στο ευαγγέλιο του Αποστόλου "Μάρκου", (κεφ. ΙΑ/11, εδ. 24), αναφέρεται: «Πάντα όσα προσευχόμενοι ζητείτε, πιστεύετε ότι λαμβάνετε, και θέλει γίνει εις εσάς». Πρέπει να πιστέψουμε ότι το λάβαμε και να αρχίσουμε να Τον ευχαριστούμε. Η μεγαλύτερη έκφραση πίστης είναι η ευχαριστία και η δοξολογία προς το Θεό, ενώ η μεγαλύτερη προσευχή είναι: «γεννηθήτω το θέλημά Σου». 

       εδ. 4β. Ο Τελώνης :
       Η γενική του στάση δείχνει ότι βρισκόταν σε κατάσταση πλήρους ταπείνωσης και συντριβής. Ήταν γεμάτος από ειλικρινή μετάνοια και κυρίως είχε πλήρη συναίσθηση ότι  ήταν αμαρτωλός (εδ. 13). Ήταν συνήθεια, όταν κάποιος  προσευχόταν,  να  σηκώνει τα  μάτια  του προς  τον  ουρανό. Ο τούτος ο τελώνης  όμως, νιώθοντας την εσωτερική του αθλιότητα, αναγνωρίζοντας την αμαρτωλότητά του δεν ήθελε να σηκώσει τα μάτια  του προς  τον  ουρανό  και  ούτε  καν  ήθελε  να  πλησιάσει  στο  μέρος  όπου οι άλλοι προσεύχονταν, αλλά στεκόταν  μακριά  και  με  σκυμμένο το κεφάλι χτυπούσε διαρκώς το στήθος του και έλεγε: «ο Θεός να σκεπάσει με έλεος εμένα τον αμαρτωλό». Ήταν ταπεινωμένος και βαθύτατα λυπημένος. Δεν  προσέφερε στο Θεό τύπους, αλλά μια ραγισμένη, ταπεινωμένη και μετανιωμένη καρδιά.
    Ο άνθρωπος αυτός έχει συνειδητοποιήσει ότι είναι ένας αμαρτωλός και άρα είναι υπόδικος απέναντι στη δικαιοσύνη του Θεού. Είναι καταδικασμένος σε θάνατο εξαιτίας της αμαρτίας του, διότι "ο μισθός της οποίας είναι θάνατος" (Ρωμαίους Σ/6: 23). Στην προσευχή του Φαρισαίου υπάρχουν πολλές και ωραίες φράσεις, όμως δεν υπάρχει η λέξη: «αμαρτωλός». Ο Τελώνης αναγνωρίζει την κατάστασή του, δε βρίσκει κανένα ελαφρυντικό για τον εαυτόν του, βλέπει ότι δεν μπορεί να κάνει τίποτα από μόνος του και ζητάει το Έλεος του Θεού. Ο Απόστολος Παύλος βεβαιώνει ότι «ο Θεός είναι πλούσιος σε Έλεος» (Εφεσίους Β/2: 4). Στην επιστολή "Α' Πέτρου" (κεφ. Α/1, εδ. 3) αναφέρεται: «Ευλογητός ο Θεός και Πατήρ του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, όστις κατά το πολύ έλεος αυτού ανεγέννησεν ημάς εις ελπίδα ζώσαν διά της αναστάσεως του Ιησού Χριστού εκ νεκρών».

      5/. Ο Θεός : 
   Άραγε για όλα αυτά που συνέβησαν πώς αντέδρασε ο Θεός; Ο Λόγος του Θεού μας λέει χαρακτηριστικά ότι "ο Τελώνης γύρισε στο σπίτι του δικαιωμένος". Είχε μέσα του τη βεβαιότητα της σωτηρίας του. Γνώριζε ότι ο Θεός τον δέχτηκε. "Όποιος πιστεύει στο Χριστό έχει ζωή αιώνια" (Ιωάννης Γ/3: 16). «Μεταβέβηκεν (έχει μεταβεί) εκ του Θανάτου εις την ζωήν» (Ιωάννου Ε/5: 24). Ο Φαρισαίος θα εξακολουθούσε να πλέει σε πελάγη της δικής του αυτοδικαίωσης. Θα εξακολουθούσε να τηρεί τα θρησκευτικά του καθήκοντα, όμως χωρίς να είναι δικαιωμένος από το Θεό. Ο Θεός τον απέκλεισε, γιατί δεν στηρίχτηκε σε Εκείνον, αλλά στηρίχτηκε στον εαυτόν του και στους νεκρούς τύπους της θρησκείας του. Εδώ φαίνεται καθαρά η αντίθεση μεταξύ των τύπων και της πνευματικότητας.

      6/ Συμπέρασμα :
    Στη διαχρονική πορεία του ανθρώπου, οι δύο αυτές φυσιογνωμίες επιζούν χωρίς τίποτα να έχει αλλάξει ανάμεσά τους. Μπορεί ο άνθρωπος πολλές φορές να ταυτίζεται με τη στάση του Φαρισαίου, όμως ο Θεός ταυτίζεται με τη στάση του τελώνη. Η κρίση του Θεού θα είναι διαφορετική και θα πηγάζει από τη δικαιοσύνη Του. Ο Τελώνης είχε την ειλικρίνεια να αναγνωρίσει την αμαρτωλότητά του και να ζητήσει το Έλεος του Θεού, γι' αυτό και έφυγε δικαιωμένος. Ο Φαρισαίος ικανοποιημένος με τον εαυτόν του δε ζήτησε τίποτα από το Θεό και γι' αυτό δεν πήρε τίποτα. 
     «Οποίοι είμεθα εμείς;» Άραγε εμάς πώς μας βλέπει ο Θεός; Σε τι δρόμο βρισκόμαστε; Ο Φαρισαίος της ιστορίας μας βάδιζε σε λάθος δρόμο. Στο βιβλίο των "Παροιμιών" (ΙΣ/16: 25), αναφέρεται: "Υπάρχει οδός ήτις φαίνεται ορθή εις τον άνθρωπον, αλλά τα τέλη αυτής είναι οδοί θανάτου". Ας αναλογιστεί ο καθένας μας πού βαδίζει; Είμαστε στο σωστό δρόμο; Αν όχι υπάρχει ελπίδα. «Σήμερα, που είναι καιρός ευπρόσδεκτος, που είναι καιρός σωτηρίας» (Β΄ Κορινθίους Σ/6: 2), ας κάνουμε τον έλεγχό μας. Μας δίνεται μια πολύτιμη ευκαιρία για σκέψεις, για προβληματισμό, για αλλαγή πορείας, όπου αυτή απαιτείται. Το Πνεύμα του Θεού μας αποδεικνύει ότι βρισκόμαστε σε πλάνη, αν νομίζουμε ότι με τις δικές μας δυνάμεις, με την εκπλήρωση κάποιων εξωτερικών θρησκευτικών τύπων κλπ μπορούμε να σωθούμε και μας τονίζει ιδιαίτερα ότι: «Κατά χάριν είστε σεσωσμένοι, κι αυτό δεν είναι από σας, Θεού το δώρο για να μην καυχηθεί κάποιος» (Εφεσίους Β/2: 8).

      Αλίμονο σ’ εκείνο τον άνθρωπο που δεν πέρασε από το δρόμο του Τελώνη, μοιραία βρίσκεται στο δρόμο του Φαρισαίου και η τήρηση των νεκρών τύπων της θρησκείας του θα τον οδηγήσει στην αιώνια απώλεια, μακριά από το Θεό του Ελέους και της Αγάπης. ---

βιβλίο "ΓΕΝΕΣΗΣ" κεφ. Γ/3. (Παλαιά Διαθήκη).

       
 βιβλίο  "ΓΕΝΕΣΗΣ",   κεφ.   Γ/3.      (Παλαιά Διαθήκη).

1 Ο δε όφις ήτο το φρονιμώτερον πάντων των ζώων του αγρού, τα οποία έκαμε Κύριος ο Θεός και είπεν ο όφις προς την γυναίκα, Τω όντι είπεν ο Θεός, Μη φάγητε από παντός δένδρου του παραδείσου; 
2 Και είπεν η γυνή προς τον όφιν, από του καρπού των δένδρων του παραδείσου δυνάμεθα να φάγωμεν 
3 από δε του καρπού του δένδρου, το οποίον είναι εν μέσω του παραδείσου, είπεν ο Θεός, Μη φάγητε απ' αυτού, μηδέ εγγίσητε αυτόν, διά να μη αποθάνητε. 
4 Και είπεν ο όφις προς την γυναίκα, Δεν θέλετε βεβαίως αποθάνει 
5 αλλ' εξεύρει ο Θεός, ότι καθ' ην ημέραν φάγητε απ' αυτού, θέλουσιν ανοιχθή οι οφθαλμοί σας, και θέλετε είσθαι ως θεοί, γνωρίζοντες το καλόν και το κακόν. 
6 Και είδεν η γυνή, ότι το δένδρον ήτο καλόν εις βρώσιν, και ότι ήτο αρεστόν εις τους οφθαλμούς, και επιθυμητόν το δένδρον ως δίδον γνώσιν και λαβούσα εκ του καρπού αυτού, έφαγε και έδωκε και εις τον άνδρα αυτής μεθ' εαυτής, και αυτός έφαγε. 
7 Και ηνοίχθησαν οι οφθαλμοί αμφοτέρων, και εγνώρισαν ότι ήσαν γυμνοί και ράψαντες φύλλα συκής, έκαμον εις εαυτούς περιζώματα. 
8 Και ήκουσαν την φωνήν Κυρίου του Θεού, περιπατούντος εν τω παραδείσω προς το δειλινόν και εκρύφθησαν ο Αδάμ και η γυνή αυτού από προσώπου Κυρίου του Θεού, μεταξύ των δένδρων του παραδείσου. 
9 Εκάλεσε δε Κύριος ο Θεός τον Αδάμ, και είπε προς αυτόν, Που είσαι; 
10 Ο δε είπε, Την φωνήν σου ήκουσα εν τω παραδείσω, και εφοβήθην, διότι είμαι γυμνός και εκρύφθην. 
11 Και είπε προς αυτόν ο Θεός, Τις εφανέρωσεν εις σε ότι είσαι γυμνός; Μήπως έφαγες από του δένδρου, από του οποίου προσέταξα εις σε να μη φάγης; 
12 Και είπεν ο Αδάμ, Η γυνή την οποίαν έδωκας να ήναι μετ' εμού, αυτή μοι έδωκεν από του δένδρου, και έφαγον. 
13 Και είπε Κύριος ο Θεός προς την γυναίκα, Τι είναι τούτο το οποίον έκαμες; Και η γυνή είπεν, Ο όφις με ηπάτησε, και έφαγον. 
14 Και είπε Κύριος ο Θεός προς τον όφιν, Επειδή έκαμες τούτο, επικατάρατος να ήσαι μεταξύ πάντων των κτηνών, και πάντων των ζώων του αγρού επί της κοιλίας σου θέλεις περιπατεί, και χώμα θέλεις τρώγει, πάσας τας ημέρας της ζωής σου 
15 και έχθραν θέλω στήσει αναμέσον σου και της γυναικός, και αναμέσον του σπέρματός σου και του σπέρματος αυτής αυτό θέλει σου συντρίψει την κεφαλήν, και συ θέλεις κεντήσει την πτέρναν αυτού. 
16 Προς δε την γυναίκα είπε, Θέλω υπερπληθύνει τας λύπας σου και τους πόνους της κυοφορίας σου με λύπας θέλεις γεννά τέκνα και προς τον άνδρα σου θέλει είσθαι η επιθυμία σου, και αυτός θέλει σε εξουσιάζει. 
17 Προς δε τον Αδάμ είπεν, Επειδή υπήκουσας εις τον λόγον της γυναικός σου, και έφαγες από του δένδρου, από του οποίου προσέταξα εις σε λέγων, Μη φάγης απ' αυτού, κατηραμένη να ήναι η γη εξ αιτίας σου με λύπας θέλεις τρώγει τους καρπούς αυτής πάσας τας ημέρας της ζωής σου
18 και ακάνθας και τριβόλους θέλει βλαστάνει εις σέ και θέλεις τρώγει τον χόρτον του αγρού 
19 εν τω ιδρώτι του προσώπου σου θέλεις τρώγει τον άρτον σου, εωσού επιστρέψης εις την γην, εκ της οποίας ελήφθης επειδή γη είσαι, και εις γην θέλεις επιστρέψει. 
20 Και εκάλεσεν ο Αδάμ το όνομα της γυναικός αυτού, Εύαν διότι αυτή ήτο μήτηρ πάντων των ζώντων. 
21 Και έκαμε Κύριος ο Θεός εις τον Αδάμ και εις την γυναίκα αυτού χιτώνας δερματίνους, και ενέδυσεν αυτούς. 
22 Και είπε Κύριος ο Θεός, Ιδού, έγεινεν ο Αδάμ ως εις εξ ημών, εις το γινώσκειν το καλόν και το κακόν και τώρα μήπως εκτείνη την χείρα αυτού, και λάβη και από του ξύλου της ζωής, και φάγη, και ζήση αιωνίως 
23 Όθεν Κύριος ο Θεός εξαπέστειλεν αυτόν εκ του παραδείσου της Εδέμ, διά να εργάζηται την γην εκ της οποίας ελήφθη. 
24 Και εξεδίωξε τον Αδάμ και κατά ανατολάς του παραδείσου της Εδέμ έθεσε τα Χερουβείμ, και την ρομφαίαν την φλογίνην, την περιστρεφομένην, διά να φυλάττωσι την οδόν του ξύλου της ζωής.

           ΣΧΟΛΙΑ : 
     Ο Θεός δημιούργησε τον άνθρωπο και τον έβαλε για να ζήσει μέσα στον Παράδεισο, που ονομάζεται και κήπος της Εδέμ. Η περιοχή της Εδέμ ήταν στην περιοχή της σημερινής Βασόρα πλησίον της αρχαίας Ούρ των χαλδαίων. Στενή και συνεχής ήταν η επικοινωνία του ανθρώπου με το Θεό. Ο Θεός κατέβαινε τα όμορφα εκείνα δειλινά και συνομιλούσε με τους ανθρώπους. Ο άνθρωπος ζούσε μέσα στη χαρά, μέσα στην ευτυχία, την απόλυτη ευδαιμονία. Ο Θεός τους είχε προειδοποιήσει τον άνθρωπο ότι μέσα στον παράδεισο ήταν ελεύθερος να επιλέξει ό,τι θέλει εκτός από ένα πράγμα, δεν έπρεπε να φάει από το «ξύλο της γνώσεως του καλού και του κακού», γιατί αν έτρωγε απ’ αυτό εξάπαντος θα πέθαινε. (Γένεσις Β/2: 16-17). Με τον τρόπο αυτό ο Θεός δεν ήθελε να στερήσει τον άνθρωπο από κάτι, αλλά ήθελε να τον μάθει την υπακοή και την απόλυτη εμπιστοσύνη σ’ Αυτόν.
        Όσο οι πρωτόπλαστοι υπάκουαν και δεν έκαναν εκείνο που ο Θεός τους είχε απαγορεύσει, ο Θεός ήταν Κύριος μέσα στη ζωή τους. Όταν όμως παραβήκαν τις εντολές του Θεού, ξέφυγαν από το Θεό και ανακήρυξαν κύριους τους ευατούς τους. Αυτή ακριβώς είναι και η ουσία της ανθρώπινης παρακοής. Ο άνθρωπος δε θέλησε να ζήσει διά της υπακοής στο Θεό. Το σχέδιο του Θεού, που είχε δημιουργήσει τον άνθρωπο «κατ’ εικόναν Θεού», ήταν μέσα από την υπακοή να τον κάνει και «καθ’ ομοίωσιν» του Θεού. Όμως ο άνθρωπος, παρασυρμένος από τον αιώνιο εχθρό της ψυχής, θέλησε να σταθεί απέναντι στο Θεό, να παρακούσει τις εντολές Του και να στηριχτεί στον εαυτόν του και στις δικές του δυνάμεις.
        Εκεί μέσα στον κήπο της Εδέμ τους επισκέφτηκε ο διάβολος με τη μορφή του φιδιού. Ο Λόγος του Θεού μας πληροφορεί: «ο δε όφις ήτο το φρονιμώτερον πάντων των ζώων του αγρού, τα οποία έκαμε Κύριος ο Θεός» (Γένεσις Γ/3: 1). Συνήθως ο διάβολος για να μας πειράξει και να μας κάνει να αμαρτήσουμε, να παραβούμε το θέλημα του Θεού στη ζωή μας, δεν παρουσιάζεται «ως λέων ωρυόμενος που περιέρχεται ζητών τίνα να καταπίη» (Α΄ Πέτρου Ε/5: 8), αλλά εμφανίζεται κυρίως «ως άγγελος φωτός» (Β΄ Κορινθίους ΙΑ/11: 14), για να ξεγελάσει τον άνθρωπο. Ο Λόγος του Θεού μας πληροφορεί ότι ο διάβολος είναι ο πατέρας τους ψεύδους (Ιωάννης Η/8: 44). «Δε θα πεθάνετε» τους είπε ο εχθρός, αλλά θα ανοιχθούν τα μάτια σας και θα γίνετε όπως ο Θεός. Όταν έφαγαν, ανοίχτηκαν τα μάτια τους και κατάλαβαν ότι ήταν γυμνοί. 
       Ο θάνατος δεν ήταν μέσα στα σχέδια του Θεού για τον άνθρωπο. Ο άνθρωπος είχε δημιουργηθεί από το Θεό για να ζει αιωνίως. Γι’ αυτό άλλωστε ο άνθρωπος δε θέλει ποτέ να πεθάνει, γι’ αυτό ο άνθρωπος δεν μπορεί ποτέ να συμβιβαστεί με το θάνατο. Είναι φτιαγμένος από το Θεό ο άνθρωπος για να ζει. Η ζωή αυτή ήταν εξασφαλισμένη στον άνθρωπο υπό έναν όρο, η ζωή του ανθρώπου θα ήταν ταυτισμένη με το θέλημα του Θεού. 
       Όμως ο άνθρωπος αγνοώντας το θέλημα του Θεού είδε το ξύλο και αντί να προστρέξει την αμαρτία, παρατήρησε ότι ήταν «καλόν εις βρώσιν» και ήταν «αρεστον εις τους οφθαλμούς» «επιθυμητόν … ως δίδον γνώσιν» και έτσι έφαγε η γυνή και στη συνέχεια έφαγε και ο άνδρας. Η παρακοή του θελήματος του Θεού είχε συντελεστεί πλέον. Η αμαρτία από έναν άνθρωπο μπήκε σε όλο το ανθρώπινο γένος και δια της αμαρτίας ο θάνατος. Ο Απ. Παύλος στην επιστολή «προς Ρωμαίους», (κεφ. Ε/5, εδ. 12), αναφέρει: «Διά τούτο καθώς δι' ενός ανθρώπου η αμαρτία εισήλθεν εις τον κόσμον και διά της αμαρτίας ο θάνατος, και ούτω διήλθεν ο θάνατος εις πάντας ανθρώπους, επειδή πάντες ήμαρτον». 
       Πολλοί κατά καιρούς διερωτήθηκαν: Γιατί ο Θεός έκανε τον άνθρωπο ικανό για να αμαρτήσει; Αλήθεια πώς αλλιώς θα μπορούσε να φτιάξει ο Θεός τον άνθρωπο, αφού ούτε ζώο ήθελε να τον κάνει, ούτε μηχανή. Του έδωσε την ελευθερία που είναι το μεγαλύτερο δώρο του Θεού προς τον άνθρωπο. Ελευθερία στη σκέψη, στην εκλογή, στη συνείδηση. Είναι το μοναδικό προνόμιο που χάρισε ο Θεός, έστω κι αν αυτή την ελευθερία επρόκειτο ο άνθρωπος να τη χρησιμοποιήσει, για να απορρίψει το δημιουργό του. Επειδή ο άνθρωπος είναι ελεύθερος να επιλέξει στη ζωή, γι’ αυτό μια μέρα θα δώσει λόγο για το πώς χρησιμοποίησε την ελευθερία του και τις επιλογές έκανε. Το ζώο δε θα δώσει λόγο, γιατί δεν είναι ελεύθερο. 
      Ο άνθρωπος, κάνοντας κακή χρήση της ελευθερίας του, απέτυχε να σταθεί μέσα στο θέλημα του Θεού. Από τότε μέχρι σήμερα ο άνθρωπος ψάχνει να βρει το χαμένο παράδεισο έξω από τον Παράδεισο. Ο άνθρωπος εξαιτίας της αμαρτίας αποκόπηκε από το Θεό που είναι η πηγή της ζωής. Άρα αμαρτία είναι χωρισμός από τη ζωή, όμως χωρισμός από τη ζωή. Χωρισμός από τη ζωή σημαίνει θάνατος, πνευματικός και στη συνέχεια σωματικός. Ο Απ. Παύλος απευθυνόμενος προς τους χριστιανούς της Ρώμης τους επισημαίνει: «ο μισθός της αμαρτίας είναι θάνατος, το δε χάρισμα του Θεού ζωή αιώνιος διά Ιησού Χριστού του Κυρίου ημών» (Ρωμαίους Σ/6: 23). 
      Από την πρώτη στιγμή της αμαρτίας του ανθρώπου και της απομάκρυνσής του από το Θεό, ο Θεός από αγάπη για το δημιούργημά του, τον άνθρωπο, δεν τον άφησε, δεν τον εγκατέλειψε, αλλά έθεσε σε εφαρμογή ένα μεγάλο, μακρόχρονο έργο απολύτρωσης από την αμαρτία και για το σκοπό αυτό άνοιξε τον ουρανό και έδωσε ένα Σωτήρα τον οποίο ο Θεός έστειλε από τον ουρανό. Δια της υποταγής στο σωτήρα Αυτόν ο άνθρωπος μπορεί και πάλι να κερδίσει το χαμένο έδαφος και να αποκτήσει αιώνια ζωή. 
      Αμέσως μετά την πτώση του ανθρώπου έχουμε την πρώτη προφητεία του Θεού προς τον άνθρωπο για το "σπέρμα της γυναικός". Αυτή είναι η μεγάλη υπόσχεση, η πρώτη διαβεβαίωση του Θεού για τον ερχομό ενός σωτήρα που θα λύτρωνε τον άνθρωπο από την αμαρτία και θα τον επανέφερε πάλι στο σημείο εκείνο από το οποίο ξεκίνησε ο άνθρωπος, χαρίζοντάς του αιώνια ζωή.
  «Και έχθραν θέλω στήσει ανάμεσον σου και της γυναικός και ανάμεσον του σπέρματός σου και του σπέρματος αυτής. Αυτό θέλει σου συντρίψει την κεφαλήν, και συ θέλεις κεντήσει την πτέρναν αυτού». (Γένεση Γ/3: 15). 
     Εδώ αναφέρεται ολόκληρο το σχέδιο του Θεού για τη λύτρωση του αμαρτωλού ανθρώπου. Για πρώτη φορά ο Θεός αναφέρεται στον Υιόν του τον Ιησού Χριστό και στο Έργο το οποίο θα ερχόταν στη γη για να εκτελέσει. Το κέντημα στην πτέρνα εκ μέρους του φιδιού, που δεν είναι άλλος από τον αιώνιο εχθρό της ψυχής τον διάβολο, η ένδοξη νίκη του Μεσσία Χριστού επί του φιδιού του οποίου θα συντρίψει την κεφαλή. 
      Γιατί έπρεπε να έρθει ο Μεσσίας; Γιατί έπρεπε να υπάρξει λύτρωση του αμαρτωλού ανθρώπου; Για να γίνει λύτρωση, έπρεπε να γίνει εξιλέωση για την αμαρτία.. Για να είναι δίκαιη η εξιλέωση, θα πρέπει να ήταν ανάλογη με την ενοχή του ανθρώπου. Για να είναι ανάλογη με την ενοχή, θα πρέπει η εξιλέωση αυτή να περνά υποχρεωτικά μέσα από το θάνατο, διότι «χωρίς χύσεως αίματος δεν γίνεται άφεσις» (προς Εβραίους Θ/9: 22). Μόνον έτσι θα μπορούσε να αποκατασταθεί και πάλι η αληθινή ζωή, την οποία ο άνθρωπος είχε στερηθεί εξ’ αιτίας της παρακοής του στο θέλημα του Θεού. Μόνο δια του θανάτου είναι δυνατόν να θανατωθεί ο θάνατος (Ιωάννης Γ/3: 14). 
      Γι’ αυτό ήρθε ο Χριστός, γι’ αυτό πέθανε πάνω στο σταυρό του Γολγοθά. «και καθώς ο Μωυσής ύψωσε τον όφιν εν τη ερήμω, ούτω πρέπει να υψωθεί ο υιός του ανθρώπου, δια να μην απολεσθεί πας ο πιστεύων εις αυτόν, αλλά να έχει αιώνιον ζωήν» (Ιωάννης Γ/3: 14). 
       Αυτό έκανε ο Χριστός. Ενσαρκώθηκε, έγινε «όμοιος με ημάς, παρ’ εκτός αμαρτίας» για να καταργήσει δια του θανάτου τον έχοντα το κράτος του θανάτου, τουτέστι το διάβολον (Εβραίους Β/2: 14). Ο θάνατος του Χριστού πάνω στο σταυρό είχε ως αποτέλεσμα τη συμφιλίωση του Θεού με τον αποστάτη άνθρωπο. Ο Απ. Παύλος στην επιστολή «προς Εφεσίους», κεφ. Β, εδ. 16, αναφέρει: «να συμφιλιώσει και τους δύο σε ένα σώμα προς τον Θεό διαμέσου τού σταυρού, αφού θανάτωσε διαμέσου αυτού την έχθρα». Και στην επιστολή «Β΄προς Κορινθίους», (κεφ. Θ/9, εδ. 9), αναφέρει: «διότι εξεύρετε την χάριν του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, ότι πλούσιος ων επτώχευσε διά σας, διά να πλουτήσητε σεις με την πτωχείαν εκείνου». Και στην επιστολή «προς Γαλάτας», (κεφ. Δ/4, εδ. 4,5) «ότε όμως ήλθε το πλήρωμα του χρόνου, εξαπέστειλεν ο Θεός τον Υιόν αυτού, όστις εγεννήθη εκ γυναικός και υπετάγη εις τον νόμον, διά να εξαγοράση τους υπό νόμον, διά να λάβωμεν την υιοθεσίαν». 
       Μίκρυνε ο θεός και έγινε όμοιος με τον άνθρωπο, γιατί δεν υπήρχε άλλος τρόπος για να τον σώσει. Μετά την παρακοή τους ο Θεός έβγαλε τους πρωτοπλάστους μέσα από τον Παράδεισο. Αυτό έγινε για να μη φάει ο άνθρωπος μετά την αμαρτία του από το ξύλο της ζωής και ζήσει αιώνια στην κατάσταση της αμαρτίας στην οποία βρέθηκε. Έξω από την Εδέμ ο άνθρωπος θα πέθαινε σωματικά, αλλά θα  σωζόταν από τον αιώνιο θάνατο. 
      Σχετικά με τον ερχομό του Κυρίου μας Ιησού Χριστού σε τούτο το σκληρό και αφιλόξενο κόσμο μας ο Απόστολος Παύλος μας πληροφορεί: «όταν έφτασε το πλήρωμα του χρόνου, απέστειλε ο Θεός το Γιο Του, που ήρθε μέσω γυναίκας και υποτάχθηκε στο νόμο» (Γαλάτας Δ/4: 4). Μπορεί για τον κόσμο τα Χριστούγεννα να είναι μια μεγάλη γιορτή, όμως για τον πιστό, για τον «αληθινό προσκυνητή» (Ιωάννης Δ/4: 23), θα πρέπει να είναι μια ημέρα ιδιαίτερα πνευματική, μια ημέρα λατρείας, ευχαριστίας και δοξολογίας για την πλούσια χάρη του Θεού και τη σωτηρία Του δια Ιησού Χριστού. Χωρίς αυτή την πνευματική λατρεία τα Χριστούγεννα γίνονται τύπος χωρίς καμία ουσία. Γι’ αυτό ας προετοιμάσουμε τις καρδιές μας για τη μεγάλη γιορτή, την οποία καλούμεθα να γιορτάσουμε πνευματικά με το πνεύμα μας και με την αλήθεια της καρδιάς μας, ευχαριστώντας, το Θεό για την «ανεκδιήγητη προσφορά του» (Β΄ Κορινθίους Θ/9: 15). 
        Να θυμόμαστε πάντοτε ότι για τους πιστούς ανθρώπους τα Χριστούγεννα δεν είναι γιορτή, είναι η λατρεία της γέννησης του Σωτήρα. Χριστούγεννα σημαίνει: «Ας υπάγωμεν (πνευματικά) έως Βηθλεέμ και ας ίδωμεν το πράγμα τούτο το γεγονός, το οποίον ο Κύριος εφανέρωσεν εις ημάς». (Λουκάς Β/2: 15). Εκεί θα συναντήσουμε τον Κύριο. Θα συγχωρήσει όλες τις αμαρτίες μας (Α΄ Ιωάννου Α/1: 7), θα πάρει τις θλίψεις μας, τους φόβους μας και θα μας χαρίσει αιώνια ζωή (Ιωάννης Γ/3: 15). Αυτή είναι η πραγματική λατρεία των Χριστουγέννων για όσους Τον γνώρισαν. Για τον κόσμο γύρω μας που συνεχίζει να Τον αγνοεί μέσα στην καθημερινή του ζωή τα Χριστούγεννα δεν είναι λατρεία, είναι μια ωραία γιορτή. 
       Είναι στο δικό σου το χέρι να επιλέξεις αν θα τα γιορτάσεις τούτα τα Χριστούγεννα, όπως ο κόσμος γύρω μας, με μουσικές, φαγητά και ανθρώπινα φώτα ή θα τα γιορτάσεις λατρεύοντας και δοξολογώντας το Θεό «εν πνεύματι και αληθεία» (Ιωάννης Δ/4: 23), όπως ακριβώς ζητάει ο Κύριος, ψάλλοντας μέσα από την καρδιά σου: «Χριστέ εν Σοι απέκτησα ειρήνην και χαράν και φέρω εις τα στήθη μου καρδίαν καθαράν» και ευχαριστώντας Αυτόν για τη μεγάλη   προσφορά   που είναι ο Υιός του ο Μονογενής, τον οποίον έδωσε ο Θεός από αγάπη, «Διότι τόσον ηγάπησεν ο Θεός τον κόσμον, ώστε έδωκε τον Υιόν αυτού τον μονογενή, διά να μη απολεσθή πας ο πιστεύων εις αυτόν, αλλά να έχη ζωήν αιώνιον». (Ιωάννης Γ/3: 16). ---

Παρασκευή 30 Δεκεμβρίου 2016

ΨΑΛΜΟΣ ΛΔ / 34.


      ΨΑΛΜΟΣ ΛΔ / 34.

 «Ψαλμός του Δαβίδ, ότε μετέβαλε τον τρόπον αυτού έμπροσθεν του Αβιμέλεχ ούτος δε απέλυσεν αυτόν, και απήλθε.» 

        Η ιστορία του Ψαλμού αυτού αρχίζει από το βιβλίο "Α΄ Σαμουήλ" (κεφ. ΚΑ/21). Ο Δαβίδ στην προσπάθειά του να ξεφύγει από το βασιλιά Σαούλ, ο οποίος αναίτια και με μεγάλο μίσος τον καταδίωκε, ζήτησε καταφύγιο σε ένα Φιλισταίο βασιλιά της πόλης Γαθ, που ονομαζόταν Αγχούς. Ο βασιλιάς αυτός στο συγκεκριμένο ψαλμό αποκαλείται με τον τίτλο "Αβιμέλεχ", που αποτελεί προσωπικό τίτλο, όπως Φαραώ, Καίσαρας κλπ. Ο Δαβίδ, επειδή φοβήθηκε ότι ο βασιλιάς θα τον σκότωνε, προσποιήθηκε ότι ήταν τρελός χαράζοντας σχήματα πάνω στις πόρτες και αφήνοντας το σάλιο του να τρέχει πάνω στα γένια του. Καθώς τον είδε σ’ αυτή την κατάσταση ο βασιλιάς Αγχούς άρχιζε να φωνάζει και να λέει: "Τότε, ο Αγχούς είπε στους δούλους του: Να, εσείς βλέπετε τον άνθρωπο ότι είναι τρελός· γιατί τον φέρατε σε μένα; Μήπως εγώ στερούμαι από τρελούς, ώστε να τον φέρετε για να κάνει τον τρελό μπροστά μου; Αυτός θα έμπαινε μέσα στο σπίτι μου;" (Α' Σαμουήλ ΚΑ/21: 14,15).
        Μέσα από όλες αυτές τις δύσκολες καταστάσεις που αντιμετωπίζει ο Δαβίδ βλέπει  τη δύναμη και το ενδιαφέρον του Θεού για το κάθε δικό  Του παιδί  και για  να εξυμνήσει  τον Κύριο  γράφει  τον "Ψαλμό"  (ΛΔ/34).  Ένας  ιδιαίτερα αγαπητός ψαλμός που εκφράζει με τόση  ευγλωττία  την  προσωπική  μαρτυρία  του  Δαβίδ  για  τη  σωτηρία  που ο Θεός προσφέρει  όχι  από  τις  προσωπικές  δυνατότητες  του ανθρώπου, αλλά «κατά χάριν», μέσω της πίστεως (Εφεσίους Β/2: 8).

        ΣΧΟΛΙΑ : 
       1. Θέλω ευλογεί τον Κύριον εν παντί καιρώ η αίνεσις αυτού θέλει είσθαι διαπαντός εν τω στόματί μου. 
    Καθώς ο Δαβίδ συλλογίζεται τις επεμβάσεις του Θεού και τη σωτηρία του, καθώς θυμάται «πάσας τας ευεργεσίας» του Θεού μέσα στη ζωή του, η καρδιά του γεμίζει από χαρά και δοξολογία. Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει και με τον κάθε πιστό άνθρωπο. Η σωτηρία που ο Θεός του προσφέρει, χωρίς να το αξίζει εξαιτίας της αμαρτίας και της αποστασίας του είναι ένα μεγάλο δώρο, που θα πρέπει να γεμίζει τη καρδιά μας από ευγνωμοσύνη για το δωρητή. Θα ευγνωμονώ το Θεό, λέει ο Δαβίδ, «εν παντί καιρώ» και στη χαρά και στη λύπη και την ημέρα και τη νύχτα και στα στα εύκολα και στα δύσκολα. 
       Ο ύμνος μου για το Θεό θα είναι πάντοτε στο στόμα μου. Δεν έχει ανάγκη ο Κύριος από προσφορές ή άλλα υλικά αγαθά, εκζητεί όμως στη συμπεριφορά του ανθρώπου τη στάση εκείνη του ενός εκ των δέκα λεπρών που, αφού έλαβε τη θεραπεία του, γύρισε πίσω και του είπε: «Σ’ ευχαριστώ Κύριε» (Λουκάς ΙΖ/17: 12-19). Αυτή είναι η πιο σύντομη, αλλά και η πιο μεγάλη προσευχή, καθώς περικλείει ένα πολύ μεγάλο νόημα. "Αποκριθείς δε ο Ιησούς είπε· Δεν εκαθαρίσθησαν οι δέκα; οι δε εννέα που είναι;"
       2 Εις τον Κύριον θέλει καυχάσθαι η ψυχή μου οι ταπεινοί θέλουσιν ακούσει, και θέλουσι χαρεί.
      Ο άνθρωπος που ακούει τη φωνή του Πνεύματος του Αγίου μέσα του να κράζει «αββά ο πατήρ» (Ρωμαίους Η/8: 15), που μέσα στην καρδιά του το Πνεύμα το Άγιο συμμαρτηρεί  ότι είναι συγχωρεμένος και σωσμένος από το Θεό, αισθάνεται την ανάγκη να καυχηθεί, όχι γιατί είναι κάποιος, όχι για το ότι κατάφερε κάτι με τις δικές του δυνάμεις, αλλά να καυχηθεί «για τον Κύριο», τον οποίο ο Δαβίδ αποκαλεί: "ο Θεός της Σωτηρίας μου" (Ψαλμός ΚΕ/25: 5). Όταν ο άνθρωπος κατανοήσει ότι γεννήθηκε με την αμαρτία και για το λόγο αυτό θα έπρεπε να πεθάνει, γιατί "ο μισθός της αμαρτίας είναι θάνατος" (Ρωμαίους Σ/6: 23) και για να μην πεθάνει ήρθε στη γη και πέθανε στη θέση του ο Χριστός. "παρεδόθη διά τας αμαρτίας ημών και ανέστη διά την δικαίωσιν ημών" (Ρωμαίους Δ/4: 25). Ο άνθρωπος που έχει σωθεί, διά του αθώου αίματος του Κυρίου Ιησού Χριστού δε μπορεί να έχει άλλο καύχημα στη ζωή πέρα από το Πρόσωπο του Χριστού, από το σωτήριο Έργο του σταυρού. Όταν ο άνθρωπος συνειδητοποιήσει ότι δια της πίστεως στο Χριστό έχει μέσα του "ζωντανή ελπίδα" ουρανού και δεν ανήκει πλέον στους «λοιπούς τους μη έχοντας ελπίδα» (Α' Θεσσαλονικείς Δ/4: 13), δεν μπορεί να έχει άλλη καύχηση στη ζωή του. Το ίδιο θα συμβεί και με κάθε ταπεινή ψυχή που θ' "ακούσει" τη φωνή του Υιού του Θεού και θα "υπακούσει" σ’ αυτήν. Ο Λόγος του Θεού μας αποκαλύπτει: «έρχεται ώρα, και ήδη είναι, ότε οι νεκροί (οι ζωντανοί, αλλά πνευματικά νεκροί, επειδή δε γνωρίζουν το Θεό) θέλουσιν ακούσει την φωνήν του Υιού του Θεού και οι ακούσαντες (οι υπακούσαντες) θέλουσι ζήσει (Ιωάννης Ε/5: 25). 
        3. Μεγαλύνατε τον Κύριον μετ' εμού, και ας υψώσωμεν ομού το όνομα αυτού. 
«Ελάτε αδέλφια μαζί μου» κράζει ο Δαβίδ γεμάτος με ευγνωμοσύνη προς το Θεό να μεγαλύνουμε τον Κύριο, να Τον δοξάσουμε μαζί, να Τον υμνήσουμε, να ψάλουμε από την καρδιά μας, να στείλουμε ύμνο ευχαριστίας σ’ Αυτόν, να υψώσουμε μέσα στον κόσμο το Άγιο όνομά Του, έτσι ώστε και άλλες ψυχές που είναι παγιδευμένες από τον εχθρό της ψυχής, που ζουν μέσα στην άγνοια του Λόγου του Θεού, να Τον γνωρίσουν και να σωθούν αιωνίως. 
    4. Εξεζήτησα τον Κύριον, και επήκουσέ μου, και εκ πάντων των φόβων μου με ηλευθέρωσεν. 
     "Ζήτησα τον Κύριο" λέει ο Δαβίδ. Τη φράση αυτή διαχρονικά την επαναλαμβάνει ο κάθε πιστός άνθρωπος και ο Θεός με άκουσε. Είναι Θεός «ακούων προσευχήν» (Ψαλμός ΞΕ/65: 2). Από την ώρα που ο άνθρωπος έφυγε μακριά από το Θεό ένας "βασιλιάς"   κατέλαβε την καρδιά του, που ονομάζεται φόβος, τρόμος, πανικός. Έκτοτε ο άνθρωπος ζει μέσα στην αβεβαιότητα και το φόβο. Το Κύριο χαρακτηριστικό της εποχής θα λέγαμε ότι είναι ο φόβος. Φόβος για το σήμερα, για το αύριο, για την κάθε στιγμή. Καμία εφεύρεση, κανένα ανθρώπινο μέσο δεν μπορεί να διώξει το φόβο. Μόνον ο Θεός μπορεί να ελευθερώσει τον άνθρωπο από τους φόβους του. Μόνον όταν εμπιστεύεται το Θεό ο άνθρωπος, ο Θεός του προσφέρει σιγουριά, βεβαιότητα σωτηρίας, τακτοποίηση του αμαρτωλού παρελθόντος, πλήρη εξασφάλιση. 
   5. Απέβλεψαν προς αυτόν και εφωτίσθησαν, και τα πρόσωπα αυτών δεν κατησχύνθησαν. 
      Τι ευλογία να μπορεί ο άνθρωπος να πάρει την καρδιά του από τα γήινα, τα μάταια, τα εφήμερα τούτης της ζωής και να εμπιστευθεί το Θεό! Θα λάβει το φως του Αγίου Πνεύματος, θα φωτιστεί και για την επιλογή του αυτή δε θα ντραπεί ποτέ στη ζωή του. "Διότι λέγει η γραφή· Πας ο πιστεύων επ' αυτόν δεν θέλει καταισχυνθή" (Ρωμαίους Ι/10: 11 & Α' Πέτρου Β/2: 6). Ο άνθρωπος αυτός θ' αγαπήσει και θα προσκολληθεί στον Κύριο. 
      6. Ούτος ο πτωχός έκραξε, και ο Κύριος εισήκουσε, και εκ πασών των θλίψεων αυτού έσωσεν αυτόν. 
      «ο πτωχός έκραξε και ο Κύριος τον άκουσε". Τι ωραίο, τι παρήγορο να υψώνεις τη φωνή σου και να έχεις τη βεβαιότητα ότι ο Θεός σε ακούει! Μέσα στις δύσκολες και μπερδεμένες καταστάσεις που η αμαρτία έχει υφάνει μέσα στη ζωή μας έρχεται ο Κύριος να μας ελευθερώσει. "Εγώ δε είμαι πτωχός και πένης αλλ' ο Κύριος φροντίζει περί εμού· η βοήθειά μου και ο ελευθερωτής μου συ είσαι· Θεέ μου, μη βραδύνης" (Ψαλμός Μ/40: 17).
      7. Άγγελος Κυρίου στρατοπεδεύει κύκλω των φοβουμένων αυτόν και ελευθερόνει αυτούς. 
      Εκείνοι που έχουν φόβο Θεού, εκείνοι που επικαλούνται το Όνομά του «εν πνεύματι και αληθεία»,  εκείνοι   που  είναι "παιδιά του Θεού"  δια  Ιησού  Χριστού,   ζουν   μέσα   στην ασφάλεια του Θεού. Γύρω τους στρατοπεδεύει  άγγελος του Κυρίου, που είναι έτοιμος  να τους  φυλάξει  και  να  τον  ελευθερώσει  από  τις  παγίδες  του εχθρού της ψυχής.  Κανένα πρόβατο του Θεού δε θα χαθεί ποτέ και γι’ αυτό μας έχει διαβεβαιώσει ο ίδιος ο Κύριος: «τα δικά μου πρόβατα ακούν τη φωνή μου, και εγώ τα γνωρίζω και με ακολουθούν και εγώ δίνω σ' αυτά αιώνια ζωή και δεν θα χαθούν στον αιώνα, και κανένας δεν θα τα αρπάξει από το χέρι μου». (Ιωάννης Ι/10: 28). Αυτή είναι η απόλυτη ασφάλεια. 
      8. Γεύθητε και ιδέτε ότι αγαθός ο Κύριος μακάριος ο άνθρωπος ο ελπίζων επ' αυτόν. 
      Ο Κύριος καλεί και σήμερα την κάθε ψυχή να έρθει κοντά Του και να τον γνωρίσει. Καλεί τον κάθε άπιστο "Θωμά" να πλησιάσει και να βάλει το δάκτυλό του στον τύπον των ήλων και να δει πόσο αγαθός και απείραστος κακών είναι ο Κύριος (επιστολή Ιακώβου Α/1: 13). Είναι τρισευτυχισμένος ο άνθρωπος που έχει θέσει την ελπίδα του στο Θεό και δεν ελπίζει σε άρχοντες ή σε βραχίονα ανθρώπου. 
      9. Φοβήθητε τον Κύριον, οι άγιοι αυτού διότι δεν υπάρχει στέρησις εις τους φοβουμένους αυτόν. Ο Δαβίδ διακηρύσσει: «Ήμουν νέος, και ήδη γέρασα, και δεν είδα δίκαιον εγκαταλειμμένον ούτε το σπέρμα του να ζητάει ψωμί» (Ψαλμός ΛΖ/37: 25). Αυτός που έχει «φόβο Θεού» (σεβασμό στο Θεό) έχει και «νουν Θεού», τα μετράει όλα και ο Κύριος δε θα επιτρέψει να στερηθεί οτιδήποτε έχει ανάγκη. Ο άνθρωπος αυτός δεν θα περιέλθει σε ανέχεια. 
      10.  Οι πλούσιοι πτωχεύουσι και πεινώσιν αλλ' οι εκζητούντες τον Κύριον δεν στερούνται ουδενός αγαθού. 
      Βλέπουμε καθημερινά παραδείγματα πλουσίων, που ζουν μακριά από το Θεό, μέσα στην αφροσύνη τους να πτωχεύουν και να πεινάνε, όμως αυτοί που ειλικρινά εκζητούν τον Κύριο, ο ίδιος ο Κύριος μας διαβεβαιώνει ότι δεν θα στερηθούν από κανένα αγαθό που θα είναι αναγκαίο για τη ζωή τους. 
      11 Έλθετε, τέκνα, ακούσατέ μου τον φόβον του Κυρίου θέλω σας διδάξει. 
      Η χάρις του Θεού μας σώζει, μας στηρίζει, μας φροντίζει, αλλά και μας διδάσκει. Στην επιστολή του "Τίτο" (κεφ. Β/2, εδ. 11–16) αναφέρεται: 
..11Διότι εφανερώθη η χάρις του Θεού η σωτήριος εις πάντας ανθρώπους,
..12 διδάσκουσα ημάς να αρνηθώμεν την ασέβειαν και τας κοσμικάς επιθυμίας και να ζήσωμεν σωφρόνως και δικαίως και ευσεβώς εν τω παρόντι αιώνι, ." 
.. 13 προσμένοντες την μακαρίαν ελπίδα και επιφάνειαν της δόξης του μεγάλου Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού, 
 ..14 όστις έδωκεν εαυτόν υπέρ ημών, διά να μας λυτρώση από πάσης ανομίας και να μας καθαρίση εις εαυτόν λαόν εκλεκτόν, ζηλωτήν καλών έργων (επιστολή Τίτο Β/2: 12). 
       12. Τις είναι ο άνθρωπος όστις θέλει ζωήν, αγαπά ημέρας, διά να ίδη καλόν; 
    Ο πολύπαθος "Ιώβ" διερωτάται: «Τι είναι ο άνθρωπος, ώστε μεγαλύνεις αυτόν, και βάλλεις τον νούν σου επ' αυτόν;» (Ιώβ Η/8: 17) και στον "Ψαλμό" (Η/8, εδ. 8) ο ίδιος ο Δαβίδ διερωτάται: «Τι είναι ο άνθρωπος, ώστε να ενθυμήσαι αυτόν; ή ο υιός του ανθρώπου, ώστε να επισκέπτησαι αυτόν;». Ο άνθρωπος είναι η κορωνίδα της κτίσεως του Θεού. Ο Θεός τον έπλασε «κατ’ εικόναν» Αυτού με σκοπό μέσα από την υπακοή να γίνει και «καθ’ ομοίωσιν» Αυτού. Ο Θεός δεν έπαψε ποτέ να ενδιαφέρεται για τον άνθρωπο. Για τη σωτηρία του ανθρώπου άδειασε τον ουρανό και αποχωρίστηκε τον Υιόν του το μονογενή. 
       13. Φύλαττε την γλώσσαν σου από κακού και τα χείλη σου από του να λαλώσι δόλον.
     Ο Προφήτης "Ιερεμίας" (κεφ. Θ/9, εδ. 8) αναφέρει: «Η γλώσσα αυτών είναι βέλος εξακοντιζόμενον λαλεί δόλια, έκαστος λαλεί ειρηνικά διά του στόματος αυτού προς τον πλησίον αυτού, πλην εν τη καρδία αυτού στήνει ενέδραν κατ' αυτού». Ο Θεός μας συμβουλεύει να φυλάμε τη γλώσσα μας από κακές και άσκοπες κουβέντες, να είμαστε ευθύς εις τα λόγια μας και με κάθε τρόπο να αποφεύγουμε να μιλάμε δόλια. 
       14. Έκκλινον από του κακού και πράττε το αγαθόν ζήτει ειρήνην και κυνήγει αυτήν. 
       Το Πνεύμα του Θεού μας συμβουλεύει ως πιστοί άνθρωποι, να παρεκκλίνουμε από το κακό. Σε καμία περίπτωση να μην το αποδεχόμαστε, αλλά να νικάμε το κακό με το καλό (Ρωμαίους ΙΒ/12: 21). Επίσης ο πιστός άνθρωπος θα πρέπει να είναι «άμαχος» (Α΄ Τιμοθέου Γ/3: 3), να είναι "ειρηνοποιός", να επιδιώκει να έχει ειρήνη με όλους τους ανθρώπους και να αγωνίζεται για να την διατηρήσει. 
      15. Οι οφθαλμοί του Κυρίου είναι επί τους δικαίους, και τα ώτα αυτού εις την κραυγήν αυτών. 
      Τα μάτια του Θεού, ολόκληρη η προσοχή Του είναι στραμμένα πάνω στα δικά Του παιδιά και τα αυτιά Του είναι έτοιμα να ακούσουν την κραυγή των παιδιών Του (Ψαλμός ΡΜΕ/145: 19).
      16. Το πρόσωπον του Κυρίου είναι κατά των πραττόντων κακόν, διά να αφανίσει από της γης το μνημόσυνον αυτών. 
      Ο Κύριος εναντιώνεται σε όλους αυτούς που πράττουν το κακό και όταν έρθει η ημέρα της κρίσεως, θα τους αφανίσει. 
      17. Έκραξαν οι δίκαιοι, και ο Κύριος εισήκουσε, και εκ πασών των θλίψεων αυτών ελευθέρωσεν αυτούς. 
    Οι δίκαιοι, διά Ιησού Χριστού, έχουν το μοναδικό προνόμιο να μπορούν να επικαλούνται τον Κύριο κάθε στιγμή και ο Κύριος να τους ακούει. Είναι το μεγάλο προνόμιο της προσευχής. Αν όλες οι γραμμές επικοινωνίας γύρω μας έχουν κλείσει και καμία δεν ανταποκρίνεται την ώρα της ανάγκης, μια γραμμή επικοινωνίας που αρχίζει από τον πιστό άνθρωπο και φθάνει μέχρι το αυτί τους Θεού, δεν κλείνει ποτέ. «Ο Θεός είναι καταφυγή ημών και δύναμις, βοήθεια ετοιμοτάτη εν ταις θλίψεσι» (Ψαλμός ΜΣ/46: 1). Ο Κύριος ακούει τη φωνή των δικών Του παιδιών και τα ελευθερώνει όχι από τα βάσανα, αλλά τα ελευθερώνει μέσα στα βάσανα. Ο πιστός άνθρωπος γνωρίζει και αυτός τις ίδιες δυσκολίες και τα ίδια προβλήματα με τους άλλους ανθρώπους, στη ζωή του όμως έχει έναν παντοδύναμο Κύριο έτοιμο να τον στηρίξει, να τον ελευθερώσει. 
    18. Ο Κύριος είναι πλησίον των συντετριμμένων την καρδίαν, και σώζει τους ταπεινούς το πνεύμα. 
     Ο Θεός είναι κοντά σε όλους εκείνους που Τον πλησιάζουν με ταπείνωση, χωρίς έπαρση, χωρίς εγωισμό, έχοντας επίγνωση της αναξιότητάς τους. Έτσι έσωσε ο Κύριος τον Τελώνη, που έχοντας επίγνωση της αναξιότητάς του, ούτε τα μάτια δε σήκωνε προς τον ουρανό, σε αντίθεση με το Φαρισαίο, που έκανε μεγάλες προσευχές, που νήστευε, αποδεκάτιζε κλπ. Αλήθεια πόσο σπουδαία είναι η διαβεβαίωση του Κυρίου, ο οποίος μιλάει πάντοτε τελευταίος: «Σας λέγω, Κατέβη ούτος εις τον οίκον αυτού δεδικαιωμένος μάλλον παρά εκείνος διότι πας ο υψών εαυτόν θέλει ταπεινωθή, ο δε ταπεινών εαυτόν θέλει υψωθή». (Λουκάς ΙΗ/18: 13). Ο Προφήτης Ησαΐας αναφέρει: «Διότι ούτω λέγει ο Ύψιστος και ο Υπέρτατος, ο κατοικών την αιωνιότητα, του οποίου το όνομα είναι Ο Αγιος, Εγώ κατοικώ εν υψηλοίς και εν αγίω τόπω και μετά του συντετριμμένου την καρδίαν και του ταπεινού το πνεύμα, διά να ζωοποιώ το πνεύμα των ταπεινών και να ζωοποιώ την καρδίαν των συντετριμμένων». Ο Απόστολος Πέτρος στην επιστολή «Α΄ Πέτρου» (κεφ. Ε/5, εδ. 5) αναφέρει: «ο Θεός αντιτάσσεται εις τους υπερηφάνους, εις δε τους ταπεινούς δίδει χάριν». 
       19. Πολλαί αι θλίψεις του δικαίου, αλλ' εκ πασών τούτων θέλει ελευθερώσει αυτόν ο Κύριος.
      Πολλά είναι του δικαίου τα δεινά. Πολλές φορές φαίνονται να είναι περισσότερα από των ασεβών. Αυτό έβλεπε και ο Δαβίδ και γι' αυτό αναφέρει στον "Ψαλμό" (ΟΓ/73, εδ. 2) «οι πόδες μου σχεδόν εκλονίσθησαν παρ' ολίγον ωλίσθησαν τα βήματά μου. Διότι εζήλευσα τους μωρούς, βλέπων την ευτυχίαν των ασεβών ….. και εστοχάσθην να εννοήσω τούτο, πλην μ' εφάνη δύσκολον εωσού εισελθών εις το αγιαστήριον του Θεού, ενόησα τα τέλη αυτών». Πολλές οι θλίψεις, όμως ο πιστός άνθρωπος δεν είναι μόνος, είναι μαζί με τον Κύριο που έρχεται να τον στηρίξει, να τον ελευθερώσει απ’ όλα αυτά. 
      20. Αυτός φυλάττει πάντα τα οστά αυτού ουδέν εκ τούτων θέλει συντριφθεί. 
   Θέλει να δείξει την ασφάλεια του πιστού ανθρώπου. Κατά γράμμα τούτο το εδ. εκπληρώθηκε κατά το θάνατο του Κυρίου Ιησού. «εις δε τον Ιησούν ελθόντες, ως είδον αυτόν ήδη τεθνηκότα, δεν συνέθλασαν αυτού τα σκέλη» (Ιωάννης ΙΘ/19: 33). 
      21. Η κακία θέλει θανατώσει τον αμαρτωλόν και οι μισούντες τον δίκαιον θέλουσιν απολεσθή. 
       Τον ασεβή άνθρωπο η κακία θα τον οδηγήσει στο θάνατο και στην τιμωρία. Στο βιβλίο των "Παροιμιών" (κεφ. ΙΔ/14, εδ. 30) αναφέρεται: «Η υγιαίνουσα καρδία είναι ζωή της σαρκός, ο δε φθόνος σαπρία των οστέων». Ο λόγος του Θεού μας βεβαιώνει ότι θα απωλεσθούν αυτοί που μισούν χωρίς αιτία το δίκαιο. 
       22. Ο Κύριος λυτρώνει την ψυχήν των δούλων αυτού, και δεν θέλουσιν απολεσθή πάντες οι ελπίζοντες επ' αυτόν. 
       Ο Θεός λυτρώνει την ψυχή που θα πιστέψει σ’ Αυτόν και κανένας από όσους έχουν την ελπίδα τους στο Θεό δε θα χαθεί. Ο Κύριος Ιησούς στην προσευχή του προς τον Πατέρα αναφέρει: «εκείνους τους οποίους μοι έδωκας εφύλαξα, και ουδείς εξ αυτών απωλέσθη ειμή ο υιός της απωλείας, διά να πληρωθή η γραφή» (Ιωάννης ΙΖ/17: 12). 
    Το μήνυμα του ψαλμού είναι: Ο πιστός σώζεται από το Θεό και είναι κάτω από την προστασία και την ασφάλειά Του για πάντα. "Από του νυν και έως τους αιώνος" (Ψαλμός ΡΓ/103: 17). ---