Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Σάββατο 12 Αυγούστου 2023

«Ο ΠΡΕΣΒΥΤΕΡΟΣ ΓΙΟΣ».

 
       Ευαγγέλιον  «κατά Λουκάν», κεφ.  ΙΕ/15,   εδ.   25 – 32. 

25 Ήτο δε ο πρεσβύτερος αυτού υιός εν τω αγρώ και καθώς ερχόμενος επλησίασεν εις την οικίαν, ήκουσε συμφωνίαν και χορούς, 
26 και προσκαλέσας ένα των δούλων, ηρώτα τι είναι ταύτα. 
27 Ο δε είπε προς αυτόν ότι ο αδελφός σου ήλθε και έσφαξεν ο πατήρ σου τον μόσχον τον σιτευτόν, διότι απήλαυσεν αυτόν υγιαίνοντα. 
28 Και ωργίσθη και δεν ήθελε να εισέλθη. Εξήλθε λοιπόν ο πατήρ αυτού και παρεκάλει αυτόν. 
29 Ο δε αποκριθείς είπε προς τον πατέρα· Ιδού, τόσα έτη σε δουλεύω, και ποτέ εντολήν σου δεν παρέβην, και εις εμέ ουδέ ερίφιον έδωκάς ποτέ διά να ευφρανθώ μετά των φίλων μου. 
30 Ότε δε ο υιός σου ούτος, ο καταφαγών σου τον βίον μετά πορνών, ήλθεν, έσφαξας δι' αυτόν τον μόσχον τον σιτευτόν. 
31 Ο δε είπε προς αυτόν Τέκνον, συ πάντοτε μετ' εμού είσαι, και πάντα τα εμά σα είναι· 
32 έπρεπε δε να ευφρανθώμεν και να χαρώμεν, διότι ο αδελφός σου ούτος νεκρός ήτο και ανέζησε, και απολωλώς ήτο και ευρέθη. 

       ΣΧΟΛΙΑ: 
     Σ’ ένα από τα αριστουργήματα της παγκόσμιας γραμματείας, που είναι η «παραβολή του ασώτου υιού» (Λουκάς ΙΕ/15: 11-32) πέρα από το βαθύτατα πνευματικό περιεχόμενο, που μας αποκαλύπτει για το ποιος είναι αληθινά ο Θεός και τι ζητάει από εμάς, βλέπουμε μία μορφή που ο Χριστός μάς καλεί να την ψηλαφήσουμε με πολύ μεγάλη προσοχή. Πρόκειται για τον «πρεσβύτερο υιό» της οικογένειας. 
     Πολλές φορές ίσως να μοιάζουμε, ως πιστοί, με τον άνθρωπο αυτόν. Έχοντας τη βεβαιότητα ότι είμαστε πάντοτε δίπλα στο Θεό, τον οποίο αναγνωρίζουμε και αποκαλούμε «Πατέρα μας» (Ματθαίος ΚΓ/23: 9), έρχεται η στιγμή που διαπιστώνουμε ότι η αγάπη του Θεού δεν περιορίζεται στην ηθική μας ή την υπακοή μας ή το δίκιο μας, αλλά είναι μία ασύλληπτη αγάπη που απλώνεται σε όλους τους τομείς της ύπαρξής μας, ανεξαρτήτως έργων, κοινωνίας κλπ. Για όποιον πιστεύει σ’ ένα Θεό που αποβλέπει σε αυστηρούς «νόμους», που δε δίνει ευκαιρίες στους ανθρώπους όταν κάνουν λάθη, όταν ενεργούν άστοχα, όταν Τον περιφρονούν, ακόμα και όταν φεύγουν από κοντά Του, φαίνεται σκανδαλώδης αυτή η αγάπη και έξω από κάθε πραγματικότητα. 

       Ας παρατηρήσουμε όμως τα γεγονότα με τη σειρά που εξελίσσονται. Μπορεί μετά τη μετάνοια και επιστροφή του, όπως είδαμε στο πρώτο μέρος της παραβολής (η δημοσίευση έγινε 02-03-2012) να σταμάτησε το δράμα του αποστατημένου υιού, όχι όμως και το οικογενειακό δράμα, αφού μια τελευταία πράξη του, πολύ ανέλπιστη παίχτηκε γύρω από το τραπέζι της χαράς, που έστησε ο πατέρας, για να γιορτάσουν όλοι μαζί την επιστροφή του χαμένου του παιδιού. 
        Ο πρεσβύτερος υιός ζει με την βεβαιότητα ότι μόνον αυτός έχει θέση στην καρδιά του Πατέρα και για το σκοπό αυτό εργάζεται σκληρά, για να φανεί αντάξιος της αποκλειστικότητάς του, την οποία όπως πιστεύει, δικαιούται για τον εαυτό του. Καθώς επιστρέφει από την εργασία του και παρατηρεί τα γεγονότα που συμβαίνουν γύρω του, το οικοδόμημα που έχει χτίσει μέσα του με κέντρο τον εαυτό του, σταδιακά καταρρέει. 
          «και οργίσθη και δεν ήθελε να εισέλθει». 
     Καθώς η γιορτή έχει φουντώσει και όλοι με μεγάλη χαρά γιορτάζουν την επιστροφή του μικρότερου παιδιού της οικογένειας και τη λήξη της περιπέτειάς του, φτάνει στο σπίτι, επιστρέφοντας από τη δουλειά, ο μεγαλύτερος γιος της οικογένειας και βρίσκει το σπίτι κυριολεκτικά να «καίγεται» από τα φώτα, τους χορούς (χορωδίες) και τις μουσικές. Έκπληκτος ρωτάει έναν από τους δούλους για να μάθει τι ακριβώς συμβαίνει. Αμέσως έμαθε ότι ο χαμένος αδελφός του είχε γυρίσει μετανοημένος στο σπίτι τους και ο πατέρας από τη μεγάλη του χαρά έσφαξε το σιτευτό μοσχάρι και ξεκίνησε μια μεγάλη γιορτή, για να γιορτάσει την επιστροφή του γιου του. 
        Όταν άκουσε τούτα τα λόγια από το δούλο της οικογένειας, οργίστηκε και δεν ήθελε να μπει μέσα στο σπίτι, που γινόταν το τραπέζι της χαράς. Ένας ολόκληρος κόσμος τακτοποιημένος σε «καλούπια» ανθρώπινης ηθικής γκρεμίστηκε μέσα του. Ζούσε δίπλα σ’ έναν πατέρα που ποτέ δε μπόρεσε να τον καταλάβει. Όλο του το ενδιαφέρον ήταν στο κέρδος, το συμφέρον, η επιθυμία να γίνουν όλα δικά του. Η καρδιά του σκοτείνιασε, γέμισε από θυμό και αγανάκτηση, καθώς άκουσε τα νέα για το μικρότερο αδελφό του. Συμβαίνει άραγε αυτό αναμεταξύ μας; Ας σκεφτεί και ας απαντήσει ο καθένας για τον εαυτόν του. Ο Απ. Ιάκωβος, ο αδελφόθεος στην καθολική επιστολή του αναφέρει  μία χαρακτηριστική φράση την οποία δε θα πρέπει να παραβλέπουμε: "εις πολλά πταίομεν άπαντες" (Ιακώβου Γ/3: 2). Πολλές φορές αγανακτούμε και εκφράζουμε παράπονα, όπως «Γιατί ευλόγησες εκείνον, εγώ έχω τα δικαιώματα, γιατί έχω τόσα χρόνια μέσα στην Εκκλησία, όχι αυτός που ήταν μακριά, που κατέφαγε, σπατάλησε, ντρόπιασε......». 
      Μάταια ο πατέρας θα βγει έξω για να εξηγήσει και να ηρεμήσει το μεγαλύτερο γιό του και να τον καλέσει να μπει κι αυτός μέσα στο τραπέζι της χαράς. Ο μεγάλος γιος πεισματικά αρνείται να μπει και μένει σκληρός και ανένδοτος. Αφήνει να βγουν από την ψυχή του όλα τα "απωθημένα του". Ένας μεγάλος θυμός τον έχει καταλάβει και ένα πικρό παράπονο έρχεται στα χείλη του, καθώς απευθύνεται στον πατέρα του: «Σε δούλεψα, ποτέ εντολή σου δεν παραβίασα και ποτέ δεν μου έδωσες, ούτε ένα κατσίκι να το φάω με τους φίλους μου, όμως σαν ήρθε ο γιος σου τούτος ο άσωτος, που κατέφαγε το βιός σου με τις πόρνες, έσφαξες γι’ αυτόν, το μόσχο τον σιτευτό». Πικρά, σκληρά λόγια δείχνουν ασπλαχνία, μεγάλη σκληρότητα, πείσμα, απαίτηση και πάνω απ’ όλα έλλειψη συγχωρητικότητας και αγάπης. Ο Κύριος ήταν κατηγορηματικός: "εάν δεν συγχωρήσητε εις τους ανθρώπους τα πταίσματα αυτών, ουδέ ο Πατήρ σας θέλει συγχωρήσει τα πταίσματά σας" (Ματθαίος Σ/6: 15). 
       Θα ήθελα να ξεχωρίσω και να επισημάνω μία φράση σε τούτα τα λόγια: "ποτέ δεν μου έδωσες, ούτε ένα κατσίκι να το φάω με τους φίλους μου". Αν ο πατέρας του έδινε και ένα και δύο και παραπάνω κατσίκια, με ποιους θα τα έτρωγε; Ο ίδιος ομολογεί με τους φίλους του, με τους δικούς του, με την παρέα του, με αυτούς που ταίριαζε και αγαπούσε. Η καρδιά όμως του πατέρα είναι διαφορετική. Τους καλεί όλους, τους θέλει όλους, τους αγαπάει όλους, τους περιμένει όλους και έχει για όλους ετοιμάσει τα καλύτερα. "έκαμε δείπνον μέγα και εκάλεσε πολλούς" (Λουκάς ΙΔ/14: 16). Αλήθεια ποιους καλούμε στο σπίτι μας, στη ζωή μας; Ο Κύριος ήταν κατηγορηματικός: "Και αν αγαπάτε εκείνους που σας αγαπούν, ποια χάρη οφείλεται σε σας; Επειδή, και οι αμαρτωλοί αγαπούν εκείνους που τους αγαπούν. Και αν αγαθοποιείτε εκείνους που σας αγαθοποιούν, ποια χάρη οφείλεται σε σας; Επειδή, και οι αμαρτωλοί κάνουν το ίδιο" (Λουκάς Σ/6: 32, 33). 
      Ο μεγαλύτερος γιος δε δίνει καμία απολύτως σημασία στο μικρότερο αδελφό του. Δεν τον αποκαλεί καν αδερφό του, δεν είπε: "ο αδερφός μου", αλλά "ο υιός σου ούτος" (εδ. 30). Όλη η ανησυχία του επικεντρώνεται στα μοσχάρια, τα ρούχα και κυρίως στο δαχτυλίδι του Πατέρα. Είχε ξεχάσει τον αδελφό του και θα επιθυμούσε πάρα πολύ να τον είχε ξεχάσει και ο Πατέρας. Άραγε υπάρχει κάτι δικό μας σ' αυτό το σημείο της παραβολής; Ναι υπάρχει! Πόσες φορές δίνοντας προτεραιότητα στα εφήμερα πράγματα τούτης της ζωής, ξεχάσαμε τον αδελφό μας, ξεχάσαμε τον "πλησίον" μας (Λουκάς Ι/10: 25-37), το συνάνθρωπό μας, δεν προσέξαμε, δε δώσαμε σημασία, δε χαρήκαμε γι' αυτόν, δεν τον καλοδεχτήκαμε, δεν τον αγαπήσαμε. Ο Χριστός, σε αντίθεση με τη δική μας συμπεριφορά, δε μας ξέχασε και δε μας εγκατέλειψε μέσα στην αμαρτία και τον αιώνιο θάνατο που βρισκόμαστε. «Πατέρα, είπε θα πεθάνω Εγώ γι' αυτούς και θα πληρώσω για τις αμαρτίες τους» (Εβραίους Ι/10: 7). 
        Αφού λοιπόν ο μεγάλος γιος της οικογένειας αρνείται να μπει μέσα, ας βγούμε εμείς έξω και ας τον πλησιάσουμε, προσέχοντας ιδιαίτερα να μην τον αδικήσουμε με εύκολα και ρηχά συμπεράσματα. Καθώς τον παρατηρούμε, συναντάμε έναν άνθρωπο πάνω απ' όλα τίμιο, ηθικό, αξιοπρεπή. Ποτέ δεν πήγε με πόρνες, ούτε συναναστράφηκε με μέθυσους ή άλλους ανήθικους παραβάτες. Θεωρείται «μακάριος» διότι ουδέποτε «περιεπάτησεν εν βουλή ασεβών και εν οδώ αμαρτωλών δεν εστάθη, και επί καθέδρας χλευαστών δεν εκάθησεν» (Ψαλμός Α/1: 1). Ήταν ένας άνθρωπος σωστός, τυπικός, σοβαρός, αξιοπρεπής, μετρημένος στις εκδηλώσεις του, εργατικός, που κράτησε και αξιοποίησε με την εργασία του το μερίδιό του από την πατρική του περιουσία. 
     Με μια γρήγορη ματιά φαίνεται ο άνθρωπος αυτός να τα κάνει όλα σωστά. Προσεύχεται, πάει στην εκκλησία, διαβάζει το Λόγο του Θεού, τον κηρύττει  και έχει προσφέρει ένα σημαντικό έργο μέσα από την πολύχρονη διακονία του. Από μία εξωτερική παρατήρηση και προσέγγιση θα λέγαμε ότι ο άνθρωπος αυτός είναι το υπόδειγμα ενός πνευματικού ανθρώπου. Όμως, παρ' όλα τα προσόντα που αναφέραμε, παρατηρούμε ότι στην κυριολεξία μέσα στα βάθη της καρδιάς του είναι ένας χαμένος και συγχυσμένος πνευματικά. Είναι και αυτός ένα "απολωλός πρόβατο". Ενώ πιστεύει ότι υπηρετεί το Θεό, από την άλλη δε γνωρίζει την Αγάπη και το Έλεος Του. Η σχέση του με τον πατέρα βασίζεται στην τήρηση κάποιων αυστηρών νόμων, κανόνων και διατάξεων και όχι σε μια αγαθή, στενή, πνευματική σχέση αγάπης και λατρείας. Αλήθεια μπορεί να είναι κάποιος μέσα στο σπίτι του Πατέρα (εκκλησία) και να είναι χαμένος; Ναι, γιατί πολλές φορές είναι τυφλωμένος από τα τυπικά "θρησκευτικά" του έργα και νομίζει πως εκτελώντας όλα αυτά έχει προσφέρει πολύ μεγάλη υπηρεσία στο Θεό. Τούτος ο άνθρωπος ένα δρόμο γνώριζε και αυτόν ακολουθούσε καθημερινά στη ζωή του, από το σπίτι στη δουλειά και αντίθετα. Είχε εργαστεί και είχε προσφέρει ένα πολύ σημαντικό έργο μέσα στο σπίτι του πατέρα. Με τα μέτρα της δικής μας ηθικής θα λέγαμε ότι ήταν ένας σωστός, τυπικός και υποδειγματικός πολίτης. Δεν έλειψε ποτέ δίπλα από τον Πατέρα και ήταν το στήριγμά του σε όλη εκείνη την περίοδο, που ο μικρότερος υιός είχε φύγει μακριά του. Πολλές φορές τα "θρησκευτικά" μας έργα μας επαναπαύουν και νομίζουμε ότι είμαστε τακτοποιημένοι με το Θεό. 
      Τούτη τη φορά γίνεται μάρτυρας ενός φαινόμενου, το οποίο ποτέ δεν είχε σκεφτεί ότι θα συνέβαινε, να γίνεται τόσο μεγάλη χαρά για έναν αμαρτωλό, για έναν άσωτο που ντρόπιασε τον πατέρα του και σπατάλησε την περιουσία του!!! Αυτό του είναι αδιανόητο, δεν το χωράει ο νους του και γι' αυτό αρνείται να συμμετάσχει. Δεν ήταν μόνον ο θυμός, δεν ήταν μόνον το μίσος, δεν ήταν η αγανάκτηση που τον κράτησαν καθηλωμένο έξω από το σπίτι, ήταν η μεγάλη του έκπληξη, που δεν τον άφησε να προχωρήσει, για να μπει μέσα. Γι’ αυτόν ήταν κάτι αδιανόητο, που πραγματικά τον γέμιζε με φρίκη και αγανάκτηση, το θεωρούσε πολύ μεγάλη αδικία να στρωθεί ένα τόσο μεγάλο τραπέζι υποδοχής για εκείνον το βρωμερό άνθρωπο που είχε προσβάλει το όνομά τους, που είχε κατασπαταλήσει την περιουσία του με τις πόρνες. 
      Ένας έντονος διάλογος γίνεται μεταξύ του Πατέρα και του γιου. "Παιδί μου", λέει ο Πατέρας……, "σε δούλεψα" λέει ο υιός, "ποτέ εντολή σου δεν παρέβηκα και ποτέ δε μου έδωσες ούτε ένα κατσίκι να το φάω με τους φίλους μου. Σαν όμως ο γιος σου τούτος, ο άσωτος, που κατέφαγε το βιό σου με τις πόρνες ήρθε, έσφαξες γι’ αυτόν το μόσχο τον σιτευτόν". Πρόκειται για πικρά λόγια, σκληρά, που δείχνουν ασπλαχνία, αχαριστία, σκληρότητα, θυμό, πείσμα, απαίτηση. Από την άλλη η κριτική, τα παράπονα μέσα στην Εκκλησία του Θεού, ποτέ δεν έλλειψαν. "αυτός" όχι "ο αδελφός" μου, που τον ευλογείς, που του έχεις αναθέσει την (τάδε) υπηρεσία, ενώ εγώ με τόσα χρόνια προσφοράς και ενσυνείδητης εργασίας,  δεν έχω λάβει απάντηση. Κριτική στον αδελφό ακόμα και στο Θεό. Δεν είναι αδελφός μου, είναι δικό σου γιός. Παρατηρούμε πολλές φορές και εκφράζουμε κρίσεις: "Πώς ήρθε αυτός ο νέος έτσι μέσα στην εκκλησία, τι φόραγε, πώς μίλησε, πώς καθόταν....." Ο Κύριος ήταν κατηγορηματικός: "μη κρίνετε, και δεν θέλετε κριθή, μη καταδικάζετε και δεν θέλετε καταδικασθή, συγχωρείτε, και θέλετε συγχωρηθή" (Λουκάς Σ/6: 37). Πόσο μακριά βρίσκεται ο άνθρωπος, που ζητάει να δικαιωθεί από τα έργα του και την τήρηση των εντολών του Νόμου, από τη χαρά του ουρανού! Αδυνατεί να καταλάβει τη λογική της αγάπης. Κατηγορηματικός ο Απόστολος Παύλος: «εάν η δικαίωση γίνεται διά του νόμου, άρα ο Χριστός εις μάτην απέθανεν» (Γαλάτας Β/2: 21). Εάν ο άνθρωπος μπορούσε να σωθεί με τα έργα του, τότε ο Χριστός μάταια πέθανε. 
       Ο άνθρωπος αυτός στηρίζεται στο "γράμμα" του Νόμου (Β' Κορινθίους Γ/3: 6), που απαιτεί την παραδειγματική τιμωρία του "πεισματώδη και απειθή υιού". Αυτό άλλωστε προέβλεπε και ο Μωσαϊκός Νόμος (Δευτερονόμιο ΚΑ/21: 18-20) και αδυνατεί να καταλάβει τη Χάρη του Θεού προς τον μετανοημένο αμαρτωλό, το Έλεος του Θεού για όσους ειλικρινά Τον επικαλούνται, την Αγάπη του Θεού που επιβάλει να χαρεί κανείς στην ανεύρεση του «χαμένου πρόβατου» (Λουκάς ΙΕ/15: 6). Ένας "χαμένος θησαυρός" (Ματθαίος ΙΓ/13: 44) είναι ο άνθρωπος για το Θεό. Εμείς αξιολογούμε τους ανθρώπους ανάλογα με την εμφάνιση, την κοινωνική τους θέση, τη νοημοσύνη, την οικονομική τους επιφάνεια και τόσα άλλα ευτελή κριτήρια. Μόνον ο δημιουργός που έφτιαξε τον άνθρωπο, "κατ’ εικόναν Αυτού", ξέρει την αξία του κάθε ανθρώπου. Να γιατί χαίρεται ο ουρανός για τη σωτηρία μίας πολύτιμης ψυχής. Ο ίδιος ο Κύριος είπε: «Χαρά μεγάλη γίνεται στον Ουρανό για ένα αμαρτωλό που μετανοεί» (Λουκάς ΙΕ/15: 7-10). 
      Τούτος ο μεγαλύτερος αδελφός, καθώς στέκεται έξω από το τραπέζι της χαράς, μένει στη σκιά και ζει το δικό του δράμα, καθώς χάνει την εμπειρία της μεγάλης γιορτής, της αγκαλιάς του πατέρα. Δε γελάει, δε χαίρεται για τη σωτηρία του αμαρτωλού και δε ζητάει και ο ίδιος τη σωτηρία του γιατί δε νοιώθει καμία ανάγκη για να σωθεί. Αντίθετα νομίζει ότι είναι τακτοποιημένος με το Θεό και μάλιστα, με όλα αυτά που έχει προσφέρει μέσα στον οίκο του Θεού, θεωρεί ότι ο Θεός του οφείλει και από πάνω και μάλιστα πολλά. Δε φροντίζει να έχει κάποια ιδιαίτερη προσωπική - εσωτερική - σχέση αγάπης με τον πατέρα, απλά κάνει ό,τι ορίζει "το γράμμα" του Νόμου. Εξαντλεί όλη του τη σχέση δουλεύοντας και υπακούοντας στις εντολές Του. Νομίζει ότι επειδή μένει μέσα στον οίκο του πατέρα και δεν κοιμάται με τις πόρνες και δεν τρώει με τα γουρούνια, όπως έκανε ο μικρότερος αδελφός του, είναι πολύ καλός. "Ευχαριστώ σοι, Θεέ, ότι δεν είμαι καθώς οι λοιποί άνθρωποι, άρπαγες, άδικοι, μοιχοί, ή και καθώς ούτος ο τελώνης" (Λουκάς ΙΗ/18: 11). Όλων μας η ζωή είναι καλύτερη, αν αρχίσουμε να τη συγκρίνουμε με τη ζωή κάποιων άλλων ανθρώπων που εμείς επιλέγουμε. 
    Πρόκειται για έναν άνθρωπο ανίκανο να δημιουργήσει γνήσιες σχέσεις, έναν άνθρωπο σκληρόκαρδο, εγωιστή, που αρνείται ν’ αγαπήσει, να υποταχθεί, ν’ αγκαλιάσει…. Απέναντι σε μια τέτοια στάση ζωής ο Πατέρας απαντά με απίστευτη τρυφερότητα, με πολύ μεγάλη διάκριση: «Παιδί μου, όλα όσα έχω είναι δικά σου» επιβεβαιώνοντας για άλλη μία φορά ότι κανένας δε μπορεί να του στερήσει τα δικαιώματα που κατέχει και πάνω απ’ όλα την πατρική αγάπη. Η αγάπη δεν έχει όρια, δε γνωρίζει σύνορα, είναι ανεξάντλητη. Παιδί μου… «έπρεπε να χαρείς γιατί ο αδερφός σου νεκρός ήταν και αναστήθηκε, χαμένος και βρέθηκε», υπενθυμίζοντάς του ότι η αδελφική σχέση δε διαγράφεται, ότι «η αγάπη ουδέποτε εκπίπτει» (Α’ Κορινθίους ΙΓ/13: 8) και θα πρέπει πάντοτε να στέκεται στο υψηλότερο επίπεδο, να μπαίνει πάνω απ’ όλα. 
       Ο μεγαλύτερος γιος δε φαίνεται ν' αντιλαμβάνεται όλα τούτα και τη μόνη λογική που καταλαβαίνει είναι να δείχνει τα ροζιασμένα χέρια του στον Πατέρα και να του λέει: «σε δούλεψα….». Είναι αυστηρός και στηρίζεται στη δική του δικαιοσύνη, που την προβάλει με περηφάνια. Είναι η εικόνα του θρησκευόμενου, του αυτοδικαιούμενου ανθρώπου. Θρησκεία είναι η αυτοδικαίωση του ανθρώπου με τα έργα του, μέσα από την τήρηση κάποιων νόμων ή κανόνων. Η δικαιοσύνη του Θεού δεν έχει να κάνει με έργα ή την τήρηση κάποιων κανόνων ή νόμων, αλλά έχει να κάνει με το περιεχόμενο της καρδιάς του ανθρώπου. "ο άνθρωπος βλέπει το φαινόμενον, ο δε Κύριος βλέπει την καρδίαν" (Α' Σαμουήλ ΙΣ/16: 7). Ο Θεός θέλει να πάρει την "πέτρινη" καρδιά μας, που μισεί τον αδερφό μας και να μας δώσει μια νέα καρδιά, που θα εκφράζει ένα "νέο πνεύμα" (Ιεζεκιήλ ΛΣ/36: 26). Τ' ανθρώπινα "θρησκευτικά έργα" δεν μπορούν να δημιουργήσουν μία εσωτερική, πνευματική σχέση με το Θεό. Δε μπορεί ο άνθρωπος μέσα απ' αυτά να χαρεί, να νοιώσει αγάπη για τον αδερφό του, να περπατήσει μαζί με το Θεό, να συμμετέχει στις μεγάλες γιορτές που κάνει Αυτός για να τιμήσει τους δικούς Του. Ο μεγαλύτερος αδελφός δεν έχει καμία εμπειρία γιορτής, αγκαλιάς με τον πατέρα, με αποτέλεσμα να μη νιώθει καμία ευχαρίστηση. Οι άνθρωποι αυτοί περπατούν με το Θεό από φόβο για να μην καταλήξουν στην κόλαση, όμως δεν είναι αυτή η σχέση που θέλει να έχει ο Θεός με τα παιδιά Του. Δε θέλει μια σχέση: "Κύριε, Κύριε" (Ματθαίος Ζ/7: 21), αλλά θέλει μια σχέση "εν πνεύματι και αληθεία" (Ιωάννης Δ/4: 23). 
      Ο Ιησούς Χριστός όλους αυτούς που στηρίζονταν στα έργα και δεν ήθελαν να έχουν μια στενή πνευματική σχέση μαζί Του, τους αναγνώρισε στο πρόσωπο όλων εκείνων των Φαρισαίων και Σαδουκαίων, των Γραμματέων και των Πρεσβυτέρων του λαού. Πίστευαν ότι προσέφεραν εκδούλευση στο Θεό με το να είναι θρησκευόμενοι (Λουκάς ΙΗ/18: 10–14). Να εφαρμόζουν τους τύπους και τους νόμους της θρησκείας τους και μέσα απ’ όλα αυτά να είναι διδάσκαλοι των άλλων ανθρώπων. Ο Κύριος, αφού τους αποκάλεσε "τυφλούς, οδηγούς τυφλών" τους εξήγησε πού θα καταλήξουν: "τυφλός δε τυφλόν εάν οδηγή, αμφότεροι εις βόθρον θέλουσι πέσει" (Ματθαίος ΙΕ/15: 14).
       Περιφρονούσαν τον Ιησού, γιατί έφερνε ένα παράξενο γι’ αυτούς μήνυμα. Έλεγε ότι ο άνθρωπος είναι αμαρτωλός (Ρωμαίους Γ/3: 23) και ως εκ τούτου έχει ανάγκη σωτηρίας. Δεν μπορεί να σωθεί με τα έργα του και αυτό δεν τους άρεσε, γιατί αυτοί εκεί στηρίζονταν στα δικά τους ψεύτικα, υποκριτικά έργα. Έκαναν τους θρησκευόμενους, αλλά στην ουσία, όπως τους χαρακτήρισε και ο Κύριος, ήταν «τάφοι ασβεστωμένοι» (Ματθαίος ΚΓ/23: 27) και τίποτα άλλο. Φρόντιζαν να καθαρίζουν το «έξωθεν του ποτηρίου» (Λουκάς ΙΑ/11: 39), για να τους βλέπουν οι άνθρωποι, ενώ μέσα τους ήταν βρώμικοι, πονηροί και άρπαγες. 
      Με τη σκληρή, άκαρδη και κακή συμπεριφορά του ο πρεσβύτερος γιος αδίκησε τον Πατέρα του, γιατί δεν μπόρεσε να τον καταλάβει. Ο πατέρας είχε αγάπη, είχε μεγάλη καρδιά. Τούτη την αγάπη δεν μπόρεσε να την καταλάβει ο μεγαλύτερος γιος και με τα σκληρά του λόγια τον πίκρανε, τον πλήγωσε. Πόσες φορές δεν μπορούμε να καταλάβουμε τα σχέδια του Θεού μέσα στη ζωή μας. Η αιτία που δεν τα καταλαβαίνουμε είναι ότι παραμένουμε απ’ έξω. Είναι ανάγκη να έρθουμε πιο κοντά στο Θεό, να μπούμε μέσα, να καθίσουμε στο πατρικό τραπέζι και είναι βέβαιο ότι ο Θεός θα μας εξηγήσει όλα τα σχέδιά Του για τη ζωή μας. 
       Ο πρεσβύτερος γιός με τη συμπεριφορά του αδίκησε τον πατέρα του, αδίκησε όμως και τον αδελφό και μάλιστα στην πιο δύσκολη ώρα της ζωής του. Η πιο δύσκολη ώρα για το νεότερο γιο δεν ήταν, όταν ήταν όταν βρισκόταν μέσα στα γουρούνια, εκείνη τη θέση την άξιζε. Η πιο δύσκολη ώρα ήταν τώρα που βρέθηκε να κάθεται στο τραπέζι, δίπλα στον Πατέρα του, γιατί ήξερε ότι τη θέση αυτή δεν την άξιζε. Μέσα σε κείνο το λαμπρό περιβάλλον είναι βέβαιο ότι αισθάνθηκε πιο βαριά την ενοχή του. Αισθάνθηκε ξένος στο σπίτι του πατέρα του. Τούτη την ώρα είχε μεγάλη ανάγκη από λίγη συμπάθεια, από λίγη ενθάρρυνση, είχε ανάγκη από δυο λόγια αγάπης. Όμως αντί να πάρει αυτό που είχε ανάγκη, άκουσε από τη μισάνοιχτη πόρτα τα σκληρά και άκαρδα λόγια του αδελφού του. 
     Υπάρχουν άνθρωποι που μόλις τώρα γνώρισαν την αγάπη του Θεού, γνώρισαν το Χριστό και τη σωτηρία που Αυτός προσφέρει, δωρεάν, "κατά χάριν" (Εφεσίους Β/2: 8), άνθρωποι, που ακόμα μυρίζουν από την οσμή των χοίρων και τα ξυλοκέρατα της αμαρτίας. Πλούσιο το τραπέζι που έστρωσε ο πατέρας, για να τους υποδεχθεί, όμως το περιβάλλον (που είμαι εγώ και συ), πολύ ξένο και αφιλόξενο. Στέκεται η ψυχή δίπλα μας συντετριμμένη και "πεινάει" για λίγα λόγια συμπάθειας, για λίγη συντροφιά, για δυο λόγια αγάπης, φιλίας, ενθάρρυνσης. Εκείνη την ώρα περνά από μπροστά ο μεγαλύτερος αδελφός, ο άνθρωπος που έχει πολλά χρόνια στην πίστη, με πολύ μεγάλη δράση μέσα στην εκκλησία, ο άνθρωπος που τον χωρίζουν πολλά χιλιόμετρα από τους πλησιέστερους "χοίρους" και στέκεται αδιάφορος. Ίσως τα σκληρά λόγια του μεγαλύτερου αδελφού να είναι πολύ καλύτερα από την παγερή αδιαφορία, που πολλές φορές δείχνουμε. 
       Τι άλλο να πει κανείς για τούτο το μεγάλο γιο! Αδίκησε τον πατέρα του, αδίκησε τον αδελφό του, όμως πιο πολύ από κάθε άλλον αδίκησε τον εαυτόν του. "Κάθισε δίπλα στον αδελφό σου, γνώρισέ τον, βοήθησέ τον και δίνοντάς του θα πάρεις και συ πολλά πράγματα που έχεις ανάγκη". Τούτος ο γιος έμεινε σκληρός, αλύγιστος στη δική του δικαιοσύνη και δε θέλησε να μπει στο σπίτι της χαράς. Ένα συμπέρασμα βγαίνει απ’ όλα αυτά. Ας μη στηριζόμαστε στη δική μας δικαιοσύνη, στα δικά μας έργα, στις δικές μας προσπάθειες. Ας μην προσπαθούμε να αυτοδικαιωθούμε, όπως ο Φαρισαίος μπροστά στο ιερό (Λουκάς ΙΗ/18: 10-14), όπως τούτος ο μεγαλύτερος γιος της ιστορίας μας. Ο Λόγος του Θεού μας προτρέπει: "Ας γίνει γνωστή η επιείκειά μας σε όλους" (Φιλιππησίους Δ/4: 5). Ας καταλάβουμε ότι μπροστά στο Θεό είμαστε τόσο αμαρτωλοί και χαμένοι, όσο ο ληστής και η πόρνη. Όλοι έχουμε ανάγκη από ένα Σωτήρα. Αυτόν το Σωτήρα τον έδωσε ο ουρανός (Γαλάτας Δ/4: 4), είναι ο Κύριος Ιησούς Χριστός, ο Υιός του Θεού. Ας Τον δεχθούμε, ας Τον πιστέψουμε, ας Τον ομολογήσουμε, ας στηριχτούμε στο Έργο, που Εκείνος έκανε πάνω στο σταυρό για τη δική μας σωτηρία. Εν κατακλείδι, ας πλησιάσουμε το Θεό, ας μπούμε στο τραπέζι της χαράς και της ευφροσύνης, που ο Πατέρας Θεός έχει ετοιμάσει για τον καθένα από μας (Λουκάς ΙΒ/12: 37). Ο πατέρας μας περιμένει, αγωνιά για μας, "θέλει πάντες να σωθούν και να έρθουν εις επίγνωσιν" (Α΄ Τιμοθέου Β/2: 4). 

        ΕΠΙΛΟΓΟΣ: 
      Την παρούσα παραβολή την αναφέρουμε ως "η παραβολή του ασώτου", όμως όπως φαίνεται από την εξιστόρηση των γεγονότων τούτοι οι γιοί ήταν και οι δύο άσωτοι. Όλοι οι άνθρωποι είναι άσωτοι. Ο Λόγος του Θεού αναφέρει: "πάντες ήμαρτον και υστερούνται της δόξης του Θεού" (Ρωμαίους Γ/3: 23. O νεότερος γιος έδειχνε με κάθε τρόπο την ασωτία του και την πρόβαλε, ενώ ο μεγαλύτερος αδελφός την πραγματική φτωχή πνευματική του κατάσταση την έκρυβε κάτω από μια δήθεν αξιοπρεπή εμφάνιση στην πατρική στέγη. Θέλοντας να χαρακτηρίσει ο Κύριος αυτή την κατηγορία των ανθρώπων ανέφερε: "έχοντες μεν μορφήν ευσεβείας, ηρνημένοι δε την δύναμιν αυτής" (Β' Τιμοθέου Γ/3: 5). 
      Και οι δύο λοιπόν γιοί ήταν άσωτοι και των δύο η καρδιά ήταν πολύ μακριά από την καρδιά του Πατέρα και οι δύο έδειξαν πόσο λίγο αγαπούσαν και υπολόγιζαν τον Πατέρα τους. Ο μεν νεότερος το έδειξε όταν ζήτησε την κληρονομιά του, ενώ ο πατέρας ήταν εν ζωή, ο δε πρεσβύτερος όταν μίλησε με τόσο σκληρά λόγια για τον αδελφό του που είχε επιστρέψει μετανιωμένος. 
      Και οι δύο ήταν άσωτοι και συνεπώς και οι δύο ήταν χαμένοι, όμως ο ένας απ' αυτούς μετάνιωσε για την ασωτία του, για την αμαρτωλή του ζωή, αναγνώρισε την αναξιότητά του και ταπεινώθηκε μπροστά στον Πατέρα του και έτσι αξιώθηκε να λάβει το φιλί της πατρικής αγάπης και συγχώρησης, να λάβει τη σωτηρία του. Ο άλλος, ο θρησκευόμενος, παρά το γεγονός ότι γνωρίζει πολύ καλά το Νόμο του Θεού και υπηρετούσε μέσα στον οίκο Του, δεν είχε καταλάβει το βάθος της καρδιάς του Θεού, που θέλει όλοι οι άνθρωποι να σωθούν και να έρθουν σε μετάνοια, που τους αγαπάει όλους, που τους καλεί όλους, που τους θέλει όλους κοντά Του. Ο άνθρωπος αυτός μένοντας σκληρός, αμετανόητος προβάλλοντας τα "θρησκευτικά" του έργα, δείχνοντας αδιαφορία και παντελή έλλειψη συχωρητικότητας και αγάπης για τον αδελφό του τελικά μένει έξω από το τραπέζι της χαράς.
 
       Ας είμαστε ιδιαίτερα προσεκτικοί, γιατί "άσωτοι" δεν υπάρχουν μόνον "στη χώρα στης ασωτίας", υπάρχουν παντού και γύρω μας, ακόμα και μέσα στην Εκκλησία. Πρόκειται για ανθρώπους που ζουν μία φαινομενικά αξιοπρεπή, ηθική και ανεπίληπτη ζωή, όμως η καρδιά τους είναι πολύ μακριά από την καρδιά του πατέρα.---