Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Σάββατο 30 Μαΐου 2020

Η ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΩΝ ΤΑΛΑΝΤΩΝ

         Η ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΩΝ ΤΑΛΑΝΤΩΝ.

       Ευαγγέλιον  «κατά ΜΑΤΘΑΙΟΝ», κεφ. ΚΕ/25, εδ. 14 – 30.

14 Διότι θέλει ελθεί ως άνθρωπος, όστις αποδημών εκάλεσε τους δούλους αυτού και παρέδωκεν εις αυτούς τα υπάρχοντα αυτού, 
15 και εις άλλον μεν έδωκε πέντε τάλαντα, εις άλλον δε δύο, εις άλλον δε εν, εις έκαστον κατά την ιδίαν αυτού ικανότητα, και απεδήμησεν ευθύς. 
16 Υπήγε δε ο λαβών τα πέντε τάλαντα και εργαζόμενος δι' αυτών έκαμεν άλλα πέντε τάλαντα. 
17 Ωσαύτως και ο τα δύο εκέρδησε και αυτός άλλα δύο. 
18 Ο δε λαβών το εν υπήγε και έσκαψεν εις την γην και έκρυψε το αργύριον του κυρίου αυτού. 
19 Μετά δε καιρόν πολύν έρχεται ο κύριος των δούλων εκείνων και θεωρεί λογαριασμόν μετ' αυτών. 
20 Και ελθών ο λαβών τα πέντε τάλαντα, προσέφερεν άλλα πέντε τάλαντα, λέγων Κύριε, πέντε τάλαντα μοι παρέδωκας ιδού, άλλα πέντε τάλαντα κέρδισα επ' αυτοίς. 
21 Και είπε προς αυτόν ο κύριος αυτού Εύγε, δούλε αγαθέ και πιστέ εις τα ολίγα εστάθης πιστός, επί πολλών θέλω σε καταστήσει είσελθε εις την χαράν του κυρίου σου. 
22 Προσελθών δε και ο λαβών τα δύο τάλαντα είπε Κύριε, δύο τάλαντα μοι παρέδωκας ιδού, άλλα δύο τάλαντα εκέρδησα επ' αυτοίς. 
23 Είπε προς αυτόν ο κύριος αυτού Εύγε, δούλε αγαθέ και πιστέ εις τα ολίγα εστάθης πιστός, επί πολλών θέλω σε καταστήσει είσελθε εις την χαράν του κυρίου σου. 
24 Προσελθών δε και ο λαβών το εν τάλαντον, είπε Κύριε, σε εγνώρισα ότι είσαι σκληρός άνθρωπος, θερίζων όπου δεν έσπειρας και συνάγων όθεν δεν διεσκόρπισας 
25 και φοβηθείς υπήγα και έκρυψα το τάλαντόν σου εν τη γή ιδού, έχεις το σον. 
26 Αποκριθείς δε ο κύριος αυτού, είπε προς αυτόν Πονηρέ δούλε και οκνηρέ ήξευρες ότι θερίζω όπου δεν έσπειρα και συνάγω όθεν δεν διεσκόρπισα 
27 έπρεπε λοιπόν να βάλης το αργύριόν μου εις τους τραπεζίτας, και ελθών εγώ ήθελον λάβει το εμόν μετά τόκου. 
28 Λάβετε λοιπόν απ' αυτού το τάλαντον, και δότε εις τον έχοντα τα δέκα τάλαντα. 
29 Διότι εις πάντα τον έχοντα θέλει δοθή και περισσευθή, από δε του μη έχοντος και εκείνο το οποίον έχει θέλει αφαιρεθή απ' αυτού. 30 Και τον αχρείον δούλον ρίψατε εις το σκότος το εξώτερον εκεί θέλει είσθαι ο κλαυθμός και ο τριγμός των οδόντων. 

          ΣΧΟΛΙΑ.
       Στην παραβολή των "δέκα παρθένων" το θέμα είναι: "η προσμονή του Κυρίου". Στην παραβολή των "ταλάντων" το θέμα είναι: "η υπηρεσία". Η ζωή του Χριστιανού μετά την αναγέννησή του  έχει ένα διπλό χαρακτήρα υποχρεώσεών: "να υπηρετεί" με πίστη τον αληθινό Θεό και "να περιμένει τον Υιόν Του από τον ουρανό" (Α' Θεσσαλονικείς Δ/4: 13-18). Περιμένοντας τον Κύριο δεν θα πρέπει να μένουμε αδρανείς μέχρι να έρθει, αντίθετα έχουμε το μεγάλο προνόμιο να μπορούμε να εργαζόμαστε γι' Αυτόν. Γι' αυτό το σκοπό άλλωστε ο καθένας έχει λάβει έναν αριθμό ταλάντων (ικανότητα, υγεία, γνώση, υλικά αγαθά κ.ά.) για να τα χρησιμοποιήσει και να φέρει καρπό για τη δόξα Του, για τη σωτηρία αθανάτων ψυχών, που χάνονται λόγω της άγνοιας του Λόγου του Θεού (Ωσηέ Δ/4: 6).  
      Ο Κύριος, καθώς βρίσκεται με κάποιους από τους μαθητές Του στο όρος των Ελαιών, αναφέρει σ’ αυτούς την «παραβολή των ταλάντων». Λίγες μέρες πριν ευρισκόμενος στην Ιεριχώ τους είχε πει την παραβολή με τις «μνές» (Λουκάς ΙΘ/19: 11-27). 

 Ανάλυση της παραβολής των "μνων" αναφέρεται στο blog: giorgoskomninos.blogspot.com  Η δημοσίευση έγινε στις 25-08-19 με θέμα: "Η παραβολή των μνων". Πραγματευτείτε.

       Σκοπός της παραβολής των «μνών» ήταν να δείξει ότι η Βασιλεία του Θεού θα ερχόταν όχι άμεσα, αλλά στο μακρινό μέλλον. Η παραβολή των ταλάντων, την οποία τους αφηγείται τώρα, έχει πολλά κοινά χαρακτηριστικά με την προηγούμενη. Θα λέγαμε ότι αποτελεί μέρος της απάντησης στην ερώτηση των μαθητών για τη "δεύτερη Παρουσία" τού Κυρίου Ιησού Χριστού (Ματθαίος ΙΣ/16: 27). Αυτό που θέλει να τους τονίσει ο Κύριος είναι ότι κανείς δε θα πρέπει να είναι αδρανείς περιμένοντας τον Κύριο να έρθει, αλλά αντίθετα θα πρέπει να εργάζεται και να είναι επιμελείς στη σχέση του μαζί Του και σε όσα Εκείνος του έχει εμπιστευτεί. Με άλλα λόγια γίνεται λόγος για την υπηρεσία που καλούνται να προσφέρουν στο Χριστό εκείνοι που με τη χάρη Του σώθηκαν. 
       Στην ιστορία γίνεται λόγος για τις ευθύνες, που εμπιστεύθηκε ο Χριστός στους υπηρέτες Του. Έτσι λοιπόν γίνεται αναφορά για έναν άνθρωπο, ο οποίος πριν φύγει για ένα μακρινό ταξίδι, συγκέντρωσε τους δούλους του και τους εμπιστεύτηκε τα υπάρχοντά Του, τα οποία συνολικά ήταν οκτώ τάλαντα, για το χρονικό διάστημα μέχρι να επιστρέψει. Αποτελεί Βιβλική αλήθεια ότι δεν υπάρχει κανείς μέσα στην Εκκλησία του Χριστού που να μην έχει λάβει κάποιο "τάλαντο". Θα πρέπει να διευκρινίσουμε ότι όταν ο Κύριος αναθέτει σ' έναν υπηρέτη Του κάποιο καθήκον, του δίνει και τη δύναμη να το εκτελέσει. Το τάλαντο ήταν μονάδα μέτρησης μάζας που χρησιμοποιείτο στην αρχαιότητα από πολλούς λαούς της Μεσοποταμίας και της Μεσογείου και ζύγιζε 58,9 σημερινά κιλά. Εδώ πρόκειται για μια πολύ μεγάλη αξία που είναι αδύνατον να υπολογιστεί από το ανθρώπινο πεπερασμένο μυαλό. Πριν αναλύσουμε το θέμα θα πρέπει να κάνουμε μία σημαντική διευκρίνηση αναφερόμενοι στο (εδ. 18) της παραβολής: "το αργύριον του Κυρίου αυτού". Το τάλαντο που διαθέτω δεν είναι δικό μου, μου έχει χορηγηθεί από τον Κύριο. Είναι του Κυρίου και Αυτός μου το εμπιστεύθηκε για να το διαχειριστώ. 
      Ο Κύριος μας αναφέρει πώς μοίρασε τα υπάρχοντά του ο άνθρωπος της παραβολής. «Σ’ έναν έδωσε πέντε τάλαντα, σε άλλον δύο και σε κάποιον άλλο ένα». Η κατανομή δεν έγινε τυχαία, αλλά έγινε σύμφωνα με τις ικανότητες του καθενός, με σκοπό να τα διαχειριστούν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο και να αυξήσουν τα υπάρχοντα του Κυρίου τους. Ο Κύριος έδωσε «εις έκαστον κατά την ιδίαν αυτού ικανότητα» (εδ. 15). Ας μην κοιτάζουμε τα τάλαντα των άλλων και ας μη νομίζουμε ότι αδικηθήκαμε σε σχέση με κάποιον άλλον, αλλά θα πρέπει να ευχαριστούμε το Θεό γι’ αυτά που μας εμπιστεύτηκε και ποτέ να μην τα θεωρούμε λίγα. 
      Με αυτήν την παραβολή ο Κύριος θέλει να δείξει στους μαθητές Του ότι οι άνθρωποι που τους εμπιστεύεται και Τον εμπιστεύονται θα πρέπει να εργάζονται γι’ Αυτόν και τα υπάρχοντά Του, για τη Βασιλεία Του που είναι στους ουρανούς. Καθώς ο Κύριος τους προσφέρει τα τάλαντα, δεν τους δίνει καμία εντολή για το τι ακριβώς πρέπει να κάνουν. Ο καθένας είναι ελεύθερος να ενεργήσει και να εργαστεί σύμφωνα με την προαίρεση της καρδιάς του. Ένας μεγάλος νόμος που διέπει τη φυσική και πνευματική ζωή του ανθρώπου είναι η εργασία. Άλλωστε τόσο ο Ίδιος ο Κύριος όσο και ο Πατέρας Θεός εργάζονται «Ο Πατήρ μου εργάζεται έως τώρα, και εγώ εργάζομαι» (Ιωάννης Ε/5: 17). Αλήθεια πώς ζούμε και πώς εργαζόμαστε κατά την απουσία του Κυρίου μας; Περιμένοντας τον Κύριο, ας μην πούμε, όπως εκείνος ο "κακός δούλος", «βραδύνει να έλθει ο κύριός μου» (Ματθαίος ΚΔ/24: 48). Να έχουμε επίγνωση ότι «δεν βραδύνει ο Κύριος την υπόσχεσιν αυτού, ως τινές λογίζονται τούτο βραδύτητα, αλλά μακροθυμεί εις ημάς, μη θέλων να απολεσθώσι τινές, αλλά πάντες να έλθωσιν εις μετάνοιαν» (Β’ Πέτρου Γ/3: 9). Να περιμένουμε τον Κύριο εκτελώντας τις εντολές του. Ο Κύριος μας έχει πει: «πραγματευθείτε έως ου έλθω». Κρατήστε την αξία που σας εμπιστεύτηκα, μιλήστε γι’ αυτήν, αυξήστε την, διαπραγματευτείτε την, μέχρι να επιστρέψω και έλθω και πάλι κοντά σας. 
     Τα τάλαντα, οι μεγάλες αξίες, που ο Κύριος έχει εμπιστευτεί σε κάθε δικό Του παιδί είναι: 
-- Η κατανόηση εκ μέρους των ανθρώπων της Αγάπης του Θεού. Στο Ευαγγέλιο "κατά Ιωάννην" (κεφ. Γ/3, εδ. 16) αναφέρεται: «Διότι τόσον ηγάπησεν ο Θεός τον κόσμον, ώστε έδωκε τον Υιόν αυτού τον μονογενή, διά να μη απολεσθή πας ο πιστεύων εις αυτόν, αλλά να έχη ζωήν αιώνιον». 
-- Η αποκάλυψη στους ανθρώπους για τη δωρεάν κατά χάριν σωτηρία τους, την οποία προσφέρει και σήμερα ο Θεός σε όλους (Εφεσίους Β/2: 8). 
-- Να αντιληφθούν οι άνθρωποι ότι χωρίς πίστη είναι αδύνατον να ευαρεστήσουν το Θεό, καθώς επίσης και ότι ο Θεός γίνεται "μισθαποδότης εις τους εκζητούντας Αυτόν" (Εβραίους ΙΑ/11: 6). 
-- Να γνωρίσουν οι άνθρωποι τον αιώνιο και αψευδή Λόγο του Θεού, ο οποίος αποτελεί πνευματική τροφή για τον άνθρωπο. Ο Λόγος του Θεού δεν είναι λόγια που έγραψαν κάποιοι άνθρωποι σε κάποια μακρινή εποχή, αλλά είναι «λόγοι ζωής αιωνίου» (Ιωάννης Σ/6: 68). Είναι «είναι δύναμις Θεού προς σωτηρίαν εις πάντα τον πιστεύοντα» (Ρωμαίους Α/1: 16). Είναι λόγοι Θεού και γράφτηκαν διά Πνεύματος Αγίου.
     Μετά από πολύ καιρό επέστρεψε ο Κύριος των δούλων (εδώ γίνεται λόγος για τη δεύτερη έλευση του Κυρίου) και ζήτησε λογαριασμό από τους δούλους του σχετικά με τη διαχείριση των υπαρχόντων Του κατά τη διάρκεια της απουσίας Του. Η επάνοδος του Κυρίου θα αποκαλύψει το βαθμό της πιστότητας του καθενός.  
     Ας παρατηρήσουμε πώς αντιδρούν οι δούλοι στον ερχομό του Κυρίου τους. Όταν επέστρεψε ο Κύριος, τα συναισθήματα των δούλων δεν ήταν για όλους τα ίδια. Οι δύο πρώτοι θα ένιωθαν σιγουριά και θα ήταν χαρούμενοι και ικανοποιημένοι, ενώ ο τρίτος θα είχε φόβο, ανησυχία, παράπονο, αποστροφή. Οι δύο πρώτοι θα έτρεξαν με χαρά να δείξουν στον Κύριο τι έκαναν. Ο τρίτος δε θα έτρεξε, δεν είχε λόγο να βιαστεί, τον βάραινε ο φόβος των συνεπειών και τα αισθήματα ενοχής του. Εδώ μπαίνει ένα ερώτημα: Με τι αισθήματα καθημερινά ερχόμαστε μπροστά στον Κύριο; Ερχόμαστε με πόθο, με χαρά, με αγαλλίαση ή ερχόμαστε με αισθήματα λύπης, ενοχής και πολλές φορές αποφεύγουμε να Τον συναντήσουμε; Καθώς ο Θεός δεν είναι προσωπολήπτης (Πράξεις Ι/10: 34), όλα εξαρτώνται από τη σχέση εξάρτησης την οποία έχουμε με το Χριστό. Έτσι λοιπόν οι δούλοι αντιδρούν με τελείως διαφορετικό τρόπο. 
     Οι δύο πρώτοι είχαν χαρά μέσα τους, γιατί αμέσως μετά την αναχώρηση του Κυρίου τους δραστηριοποιήθηκαν και μετά από έναν συνεχή και αδιάκοπο αγώνα διπλασίασαν αυτά που είχαν λάβει. Η επιδοκιμασία του Κυρίου τους είναι φανερή μέσα από τα λόγια: «Εύγε καλέ και έμπιστε δούλε! Αποδείχτηκες αξιόπιστος στα λίγα, γι’ αυτό θα σου εμπιστευτώ πολλά. Έλα να γιορτάσεις μαζί μου». Η αμοιβή που θα δώσει ο Κύριος για την υπηρεσία εδώ κάτω είναι μία πιο όμορφη και πιο μεγάλη υπηρεσία στον ουρανό (εδ. 21 & Λουκάς ΙΘ/19: 17). Είναι αναγκαίο να διευκρινίσουμε ότι για τον Κύριο και τα 10 και τα 4 τάλαντα που προσκόμισαν είναι λίγα, όμως ο Κύριος επιβραβεύει την προθυμία και την πιστότητα με την οποία ενήργησαν οι δύο πρώτοι δούλοι. Αμείβει την πιστότητα και όχι την ποσότητα και μάλιστα με γενναιόδωρη αμοιβή χάριτος. Ο Κύριος, καθώς έρχεται, φέρνει μαζί Του και το «εύγε δούλε, αγαθέ και πιστέ» για όλους όσους Τον περιμένουν. Κάποιος ομιλητής είχε πει: «Ζούμε και περιμένουμε το χαμόγελο επιδοκιμασίας του Θεού». Γι’ αυτό το χαμόγελο αξίζει να διαθέσει κανείς μια ολόκληρη ζωή. 
      «είσελθε εις την χαράν». Μεγάλη η γενναιοδωρία, η Χάρη και το Έλεος του Κυρίου. Μέσα από την παραβολή φαίνεται ότι δεν είναι η κατοχή μεγάλων γνώσεων ή ιδιαίτερων επιδεξιοτήτων, που θα φέρουν την επιδοκιμασία του Θεού μέσα στη ζωή μας, αλλά η διάθεση της καρδιάς να εργαστεί με πιστότητα για αυτά που της έχουν εμπιστευτεί. Οι δύο πρώτοι δούλοι αντιπροσωπεύουν τους γνήσιους πιστούς του Χριστού, που ως αμοιβή θα έχουν να απολαύσουν τις ευλογίες της βασιλείας Του. Αυτοί είναι «οι αληθινοί προσκυνητές» που λατρεύουν το Θεό «εν πνεύματι και αληθεία». Και ας προσέξουμε και αυτή τη λεπτομέρεια: «ο Πατήρ τοιούτους ζητεί τους προσκυνούντας αυτόν» (Ιωάννης Δ/4: 23). Αυτούς ψάχνει να βρει καθημερινά το άγρυπνο μάτι του Θεού. Σ’ αυτούς ευαρεστείται ο Κύριος. Αυτός είναι ο σωστός τρόπος λατρείας, της «κατά χάριν σωτηρίας», της πίστης στο Ευαγγέλιο του Ιησού Χριστού. 
    Ο τρίτος δούλος. Διευκρινίζουμε ότι οι Χριστιανοί δεν έχουν όλοι τα ίδια τάλαντα, μπορούν όμως εξίσου να είναι πιστοί στη διαχείρισή τους. Αυτό είναι εκείνο που ζητά ο Κύριος από τους δικούς Του. Ο Χριστός δεν θα μας αμείψει στον ουρανό ανάλογα με το ποσό των αποτελεσμάτων μας, αυτό άλλωστε θα ήταν άδικο, αλλά ανάλογα με την πιστότητα που δείξαμε στο έργο Του, χρησιμοποιώντας τα τάλαντα που Εκείνος μας έδωσε. Αυτό δε μπόρεσε δυστυχώς "ο δούλος του ενός ταλάντου" να το καταλάβει. Το φαινομενικά μικρό τάλαντο του Κυρίου δεν θα πρέπει να το θεωρήσουμε ασήμαντο, να το περιφρονούμε και να μην το χρησιμοποιούμε με πιστότητα για τη δόξα Του. Άλλωστε η ζωή μας εδώ κάτω είναι μια δοκιμασία της πιστότητάς μας, που θα καθορίσει την υπηρεσία που θα μας ανατεθεί στον ουρανό. Στον ουρανό η υπηρεσία που θα ανατεθεί από τον Κύριο στον πιστό άνθρωπο θα είναι πιο μεγάλη και πιο όμορφη απ' ότι εδώ στη γη (εδ. 21 & Λουκάς ΙΘ/19: 17).
      Ο δούλος αυτός μην έχοντας εκτιμήσει όλα αυτά, δεν είχε να παρουσιάσει κάτι και για το λόγο αυτό προβάλλει διάφορες δικαιολογίες και ακόμα και προσβολές προς τον Κύριό Του. Αν είχε εργαστεί και είχε κερδίσει ένα ακόμα τάλαντο, θα είχε και αυτός την ίδια επιβράβευση με τους άλλους δύο. Δικαιολογεί την απραξία του κατηγορώντας τον Κύριο ότι ήταν σκληρός και παράλογος, ότι θερίζει εκεί που δεν έσπειρε και συνάζει καρπούς εκεί που δε φύτεψε. Ο Κύριος δε διαφωνεί με τις παραπάνω κατηγορίες και του υποβάλει το ερώτημα: «Αφού γνώριζες όλα αυτά για μένα, γιατί δεν έβαλες τα χρήματα στην τράπεζα ώστε να υπάρξει κάποιος τόκος;» «Εκ του στόματός σου θέλω σε κρίνει, πονηρέ δούλε» (Λουκάς ΙΘ/19: 22). Ο Κύριος βλέποντας την απιστία του, που τον οδήγησε σε απραξία, επέπληξε με μεγάλη  αυστηρότητα το δούλο εκείνον και τον κατηγόρησε ότι ήταν κακός και οκνηρός. Με την παραβολή αυτή ο Κύριος θέλει να δείξει τη διαφορά ανάμεσα στην ΠΙΣΤΌΤΗΤΑ & ΕΠΙΜΈΛΕΙΑ από τη μία πλευρά και από την άλλη και την αδιαφορία   την ΠΑΡΑΜΈΛΗΣΗ ΤΩΝ ΕΥΚΑΙΡΙΏΝ, που προσφέρονται σε κάθε πιστό άνθρωπο. 
        Θα πρέπει να ερευνήσουμε τι ακριβώς εννοεί ο Κύριος όταν λέγει: «έπρεπε λοιπόν να βάλεις το αργύριόν μου εις τους τραπεζίτας» (εδ. 27). Εννοεί ότι, όταν κάποιος θεωρεί ότι δε μπορεί να διαχειριστεί εκείνα που του έχουν εμπιστευτεί, για παράδειγμα, δε μπορεί να πάει Ιεραπόστολος στη Νέα Γουινέα που είχε πάει ο αείμνηστος Κώστας Μακρής, ας σταθεί δίπλα στον Ιεραπόστολο βοηθώντας στην εκτέλεση του έργου. Ας σταθεί κοντά σ’ ένα χριστιανικό ίδρυμα περίθαλψης, παροχής βοήθειας, σε μία Χριστιανική εκδοτική εταιρεία, ας βρει έναν τρόπο να ενεργήσει σε συνεργασία με άλλους, που έχουν τη δυνατότητα να κάνουν περισσότερα πράγματα και ας «τρέχει μεθ’ υπομονής» σ’ ένα δευτερεύοντα ρόλο. Άλλωστε η Εκκλησία υπάρχει, ώστε να μπορεί να σταθεί στα αδύναμα μέλη της και με τη συνεργασία όλων να αυξήσει τη δύναμή τους. Ένα πράγμα δεν επιτρέπεται ηθικά να κάνει ο δούλος του Κυρίου, να "θάψει" το τάλαντό του. Ν' αδιαφορήσει για την υπηρεσία που του έχει ανατεθεί. Θα μπορούσαμε να συμπεράνουμε ότι οι δύο πρώτοι δούλοι είχαν συνδεθεί με το Χριστό με δεσμούς αγάπης, ο τρίτος είχε συνδεθεί μαζί Του από φόβο. 
       Ο Κύριος γνωρίζοντας τις ικανότητες αυτού του δούλου δεν περίμενε εντυπωσιακά πράγματα απ' αυτόν, γι' αυτό άλλωστε του έδωσε ένα τάλαντο. Αυτό ήταν το όριο των δυνατοτήτων του. Όλοι δεν έχουμε τις ίδιες ικανότητες, γι' αυτό ο Κύριος δεν περιμένει απ' όλους μας τα ίδια αποτελέσματα. Όμως από τον καθένα κάτι περιμένει και αν παρατηρήσουμε θα δούμε ότι το ίδιο ακριβώς εγκάρδιο "Εύγε" είχε και για τους δύο πρώτους δούλους, ανεξάρτητα αν ο καθένας πέτυχε διαφορετικά αποτελέσματα. Το ίδιο "Εύγε" θα είχε και για το δούλο του ενός ταλάντου, αν το χρησιμοποιούσε όπως έπρεπε για τον Κύριό Του.  
      «Πονηρέ δούλε και οκνηρέ». Πρόκειται για δύο κατηγορίες πολύ βαριές, που όμως παρουσιάζονται πολλές φορές στη ζωή των ανθρώπων. Το αποτέλεσμα είναι να μένουν αδρανείς στο πνευματικό έργο που τους έχει ανατεθεί. Ο δρόμος που ακολουθεί ο τρίτος δούλος είναι ο δρόμος της θρησκείας, δηλαδή ο δρόμος της σωτηρίας του ανθρώπου με τα δικά του έργα και όχι διά της πίστεως και υπακοής στο Θεό. Ο δρόμος αυτός μέσα στο Λόγο του Θεού έχει ονομαστεί: «η οδός του Κάιν» (Επιστολή Ιούδα Α/1: 11). Ο Κάιν δεν αγνοούσε το Θεό και όπως φαίνεται ήταν αυτός που προέτρεψε τον αδελφό του τον Άβελ να πάνε να προσευχηθούν. Δεν ενήργησε όμως με πίστη και σύμφωνα με τον τρόπο λατρείας που ο Θεός είχε υποδείξει, αλλά προσδιόρισε μόνος του τον τρόπο λατρείας και τη σχέση του με το Θεό. Με τον τρόπο αυτό απέρριψε τη σωτηρία «δια του αίματος» (Κολοσσαείς Α/1: 14). Αποτέλεσμα αυτού ήταν ο Θεός την προσφορά του Κάιν να μην τη δει με ευχαρίστηση και να την απορρίψει, γιατί δεν ήταν σύμφωνη με το θέλημά Του και πάνω απ’ όλα δεν προσφέρθηκε με πίστη. Η αυτοπροσδιοριζόμενη στάση του Κάιν στη σχέση του με το Θεό δεν έφερε πνευματικό αποτέλεσμα, αντίθετα τον απομάκρυνε απ’ Αυτόν και του δημιούργησε την εντύπωση ότι ο Θεός τον μισεί. Διαχρονικά ο "Κάιν", μέσα από μια χαλαρή σχέση με το Θεό, δε γνωρίζει τι να κάνει και έτσι αδρανεί και θάβει το τάλαντο, που ο Θεός του έχει εμπιστευτεί και δεν εργάζεται για να το αυξήσει. 
    Ο τρίτος δούλος  ενεργεί με τον τρόπο αυτό γιατί δεν ξέρει τι πρέπει να κάνει. Δυσκολεύεται ο  τυπικά θρησκευόμενος άνθρωπος να καταλάβει την έννοια ενός Κυρίου, ο οποίος δωρίζει, χαρίζει, μοιράζει, αγαπάει χωρίς όρους και όρια και που φλέγεται από τον πόθο για τη σωτηρία του ανθρώπου.  
     Η κάθε θρησκεία πάντοτε παρουσιάζει ένα Θεό αυστηρό, σκληρό, άτεγκτο τιμωρό. Ας ξαναδούμε τα λόγια: «Κύριε, σε εγνώρισα ότι είσαι σκληρός άνθρωπος, θερίζων όπου δεν έσπειρας και συνάγων όθεν δεν διεσκόρπισας». Βλέπει το Θεό ως σκληρό δυνάστη, τιμωρό, έτοιμο να ζητήσει, να απαιτήσει και να πάρει από τον άνθρωπο και έτσι γεμίζει η καρδιά του από φόβο για το Θεό. Μέσα από την τήρηση κάποιων θρησκευτικών νόμων και διατάξεων ο άνθρωπος προσπαθεί να προστατευτεί από ένα τόσο σκληρό Θεό. Ο δούλος αυτός γνωρίζοντας όλα αυτά δεν έχει κανένα ενδιαφέρον να κάνει κάτι και το μόνο που τον ενδιαφέρει είναι να μην κάνει κάτι λάθος και προκαλέσει την οργή του Θεού.
      Όποιος φοβάται τον Θεό είναι πραγματικά παράλογος, γιατί "ο Θεός είναι αγάπη" (Α' Ιωάννου Δ/4: 8 & 16), τι να φοβηθεί κανείς από την αγάπη; Ο φόβος κάνει τους ανθρώπους θρησκόληπτους και όχι πραγματικούς Χριστιανούς. Δημιουργεί ανθρώπους που δεν είναι ελεύθεροι απέναντι στο Θεό,  που βλέπουν το Θεό ως σκληρό τιμωρό και Τον αγαπούν από φόβο και μόνον. Ας θυμηθούμε τα λόγια εκείνου του ανθρώπου στην παραβολή του «ασώτου υιού», που ήταν μέσα στο σπίτι του Πατέρα. «Ο δε αποκριθείς είπε προς τον πατέρα Ιδού, τόσα έτη σε δουλεύω, και ποτέ εντολήν σου δεν παρέβην και εις εμέ ουδέ ερίφιον έδωκάς ποτέ διά να ευφρανθώ μετά των φίλων μου» (Λουκάς ΙΕ/15: 13). Πρόκειται για μία σχέση υιού προς πατέρα εντελώς ψυχρή, τυπική, χωρίς αγάπη, χωρίς εσωτερική παρόρμηση. «Εγώ έκανα αυτό.... εσύ έπρεπε να κάνεις το άλλο…». Η "καρδιά" της θρησκείας είναι η τήρηση κάποιων τυπικών νόμων. 
       Με τον τρόπο αυτό ο άνθρωπος προσπαθεί να εξευμενίσει το Θεό με τα έργα του, χωρίς ποτέ να το καταφέρνει για να είναι εντάξει απέναντί Του. Ο Απ. Παύλος νουθετώντας τον Τιμόθεο στην πίστη δίνει την εικόνα όλων αυτών των ανθρώπων: «έχοντες μεν μορφήν ευσεβείας, ηρνημένοι δε την δύναμιν αυτής. Και τούτους φεύγε» (Β’ Τιμοθέου Γ/3: 5). Άλλο η «ευσέβεια» που θα πρέπει να διέπει το Χριστιανό και άλλο η «μορφή ευσεβείας» που διέπει το θρήσκο άνθρωπο. Η καρδιά της θρησκείας είναι να είναι ο άνθρωπος τυπικά εντάξει. Ο δούλος αυτός ήταν τυπικά εντάξει, αφού ένα τάλαντο έλαβε, ένα επέστρεψε, ψυχικά όμως ήταν ξένος και αδιάφορος προς το έργο που του είχε ανατεθεί.
      Μπορεί οι άνθρωποι της θρησκείας να επικαλούνται το Όνομα του Θεού, όμως ο Κύριος υπήρξε κατηγορηματικός: «Δεν θα μπει μέσα στη βασιλεία των ουρανών καθένας που λέει σε μένα: Κύριε, Κύριε αλλ' αυτός που πράττει το θέλημα του Πατέρα μου, ο οποίος είναι στους ουρανούς» (Ματθαίος Ζ/7: 21). Ο τρόπος σκέψης και δράσης των δύο πρώτων δούλων είναι τελείως διαφορετικός από του τρίτου. Οι δύο πρώτοι ενεργούν, όπως ακριβώς ενήργησε ο δίκαιος Άβελ, που είναι το πρότυπο του «καλού και αγαθού», του ανθρώπου που ενεργεί με πίστη, με αγάπη και πάνω απ’ όλα με απόλυτη υπακοή στο θέλημα του Θεού. Έτσι το Έργο της σωτηρίας, δια Ιησού Χριστού, καρποφορεί και τα τάλαντα του πιστού ανθρώπου αυξάνονται. 
      Οι δύο πρώτοι δούλοι ενεργούν από ευγνωμοσύνη στον Κύριό τους για όλα όσα έκανε γι’ αυτούς. Το κάνουν από αγάπη και θαυμασμό, καθώς η καρδιά τους έχει γεμίσει από ένα «τόσο μεγάλο Έργο σωτηρίας» (Εβραίους Β/2: 3). Ενεργούν καθώς έχουν γνωρίσει μέσα στη ζωή τους την «ανεκδιήγητη δωρεά του Θεού» (Β’ Κορινθίους Θ/9: 15). Μια δωρεά Χάρης και Ελέους, αιώνιας σωτηρίας. Η ψυχή, μόλις απολυτρωθεί δια Ιησού Χριστού από τα δεσμά της αμαρτίας και εισέλθει στον ελεύθερο χώρο της πνευματικής σχέσης και της Χάρης του Θεού, δεν μπορεί να μείνει αργή, δεν μπορεί να μείνει χωρίς έργο. Θέλει από ευγνωμοσύνη ν' ανταποδώσει. Θέλει να τα δώσει όλα, γιατί δια Ιησού Χριστού της δόθηκαν όλα. 
      Δύο δρόμους μας παρουσιάζει τούτη η παραβολή. Ο ένας είναι ο δρόμος της τυπικής θρησκείας και ο άλλος ο δρόμο της χάρης, της αγάπης, της λατρείας και της ψυχικής και πνευματικής σύνδεσης του ανθρώπου με το Θεό. Το ερώτημα είναι σε ποιο δρόμο βρίσκομαι. Στο βιβλίο του "Εκκλησιαστή" αναφέρεται: «υπάρχει οδός ήτις φαίνεται ορθή εις τον άνθρωπον, αλλά τα τέλη αυτής είναι οδοί θανάτου» (Παροιμίαι ΙΣ/16: 25). 
        Καθώς ο Κύριος έρχεται, τα σημεία των καιρών βοούν, τα βήματά Του ακούγονται, η προτροπή του προφήτη Αμώς (κεφ. Δ/4: 12) είναι πιο επίκαιρη από κάθε άλλη φορά: «ετοιμάσθητι να απαντήσης τον Θεόν σου». Ας περιμένουμε το χαμόγελο του Θεού και ας είμαστε έτοιμοι να ακούσουμε από το στόμα Του: «Εύγε, δούλε αγαθέ και πιστέ εις τα ολίγα εστάθης πιστός, επί πολλών θέλω σε καταστήσει είσελθε εις την χαράν του κυρίου σου». ---

Δευτέρα 11 Μαΐου 2020

Ο ΞΕΝΟΣ, Ο ΑΛΛΟΓΕΝΗΣ, Ο ΑΙΘΙΟΠΑΣ.

 

Βιβλίο Προφήτη  «ΙΕΡΕΜΙΑ»,  κεφ. ΛΗ/38,   εδ. 1 - 13.     (Παλαιά Διαθήκη).

1 Και ήκουσαν Σεφατίας ο υιός του Ματθάν και Γεδαλίας ο υιός του Πασχώρ και Ιουχάλ ο υιός του Σελεμίου και Πασχώρ ο υιός του Μαλχίου τους λόγους, τους οποίους ο Ιερεμίας ελάλησε προς πάντα τον λαόν, λέγων, 
2 Ούτω λέγει Κύριος Όστις κάθηται εν τη πόλει ταύτη, θέλει αποθάνει υπό μαχαίρας, υπό πείνης και υπό λοιμού αλλ' όστις εξέλθη προς τους Χαλδαίους, (Βαβυλώνιους) θέλει ζήσει και η ζωή αυτού θέλει είσθαι ως λάφυρον εις αυτόν, και θέλει ζήσει 
3 ούτω λέγει Κύριος Η πόλις αύτη θέλει εξάπαντος παραδοθή εις την χείρα του στρατεύματος του βασιλέως της Βαβυλώνος και θέλει κυριεύσει αυτήν. 
4 Και είπον οι άρχοντες προς τον βασιλέα, Ας θανατωθή, παρακαλούμεν, ο άνθρωπος ούτος διότι εκλύει ούτω τας χείρας των ανδρών των πολεμιστών των εναπολειφθέντων εν τη πόλει ταύτη και τας χείρας παντός του λαού, λαλών προς αυτούς τοιούτους λόγους διότι ο άνθρωπος ούτος δεν ζητεί το καλόν του λαού τούτου αλλά το κακόν. 
5 Και είπε Σεδεκίας ο βασιλεύς, Ιδού, εις την χείρα σας είναι διότι ο βασιλεύς δεν δύναται ουδέν εναντίον σας. 
6 Τότε έλαβον τον Ιερεμίαν, και έρριψαν αυτόν εις τον λάκκον του Μαλχίου υιού του Αμμέλεχ τον εν τη αυλή της φυλακής, και κατεβίβασαν τον Ιερεμίαν διά σχοινίων και εν τω λάκκω δεν ήτο ύδωρ αλλά βόρβορος, και εχώθη ο Ιερεμίας εις τον βόρβορον. 
7 Και ότε ήκουσεν Αβδέ-μέλεχ ο Αιθίοψ, εις των ευνούχων, ο εν τη οικία του βασιλέως, ότι έβαλον τον Ιερεμίαν εις τον λάκκον, ενώ ο βασιλεύς εκάθητο εν τη πύλη Βενιαμίν, 
8 εξήλθεν ο Αβδέ-μέλεχ εκ της οικίας του βασιλέως και ελάλησε προς τον βασιλέα, λέγων, 
9 Κύριέ μου βασιλεύ, οι άνθρωποι ούτοι έπραξαν κακά εις όσα έκαμον εις τον Ιερεμίαν τον προφήτην, τον οποίον έρριψαν εις τον λάκκον και αυτός ήθελεν αποθάνει υπό πείνης εν τω τόπω όπου είναι, διότι δεν είναι πλέον άρτος εν τη πόλει. 
10 Και προσέταξεν ο βασιλεύς τον Αβδέ-μέλεχ τον Αιθίοπα, λέγων, Λάβε εντεύθεν τριάκοντα ανθρώπους μετά σου και αναβίβασον τον Ιερεμίαν τον προφήτην εκ του λάκκου, πριν αποθάνη. 
11 Και έλαβεν ο Αβδέ-μέλεχ τους ανθρώπους μεθ' εαυτού, και εισήλθεν εις την οικίαν του βασιλέως υπό το θησαυροφυλάκιον, και εκείθεν έλαβε παλαιά ράκη και παλαιά σεσηπότα αποφόρια και κατεβίβασεν αυτά διά σχοινίων εις τον λάκκον προς τον Ιερεμίαν. 
12 Και είπε προς τον Ιερεμίαν Αβδέ-μέλεχ ο Αιθίοψ, Βάλε τώρα τα παλαιά ράκη και τα σεσηπότα αποφόρια υπό τας μασχάλας σου, υποκάτω των σχοινίων. Και έκαμεν ο Ιερεμίας ούτω. 
13 Και έσυραν τον Ιερεμίαν διά των σχοινίων και ανεβίβασαν αυτόν εκ του λάκκου και έμεινεν ο Ιερεμίας εν τη αυλή της φυλακής. 

        ΣΧΟΛΙΑ: 
     Βρισκόμαστε λίγο πριν από το έτος 587 π.Χ. που έγινε η κατάληψη της Ιερουσαλήμ από τη Βαβυλωνιακή Αυτοκρατορία. Ο πιστός στο Θεό βασιλιάς Ιωσίας, που είχε βασιλεύσει για 31 χρόνια, από 639 – 608 π.Χ έχει σκοτωθεί στο πεδίο της μάχης. Μετά απ’ αυτόν έγινε βασιλιάς ο Ιωάχαζ, ο οποίος βασίλευσε για τρεις μήνες και φέρθηκε αιχμάλωτος στην Αίγυπτο. Ακολουθούν ο Ιωακείμ (608 – 597), ο Ιωαχείν, που βασίλευσε για τρεις μήνες και φέρθηκε αιχμάλωτος στη Βαβυλώνα. Ακολουθεί ο Σεδεκίας, ο οποίος ήταν και ο τελευταίος και ταυτόχρονα ο πιο τραγικό βασιλιάς του "Ιούδα", του οποίου η βασιλεία κράτησε 11 χρόνια (597 – 586 πΧ.) Ο Σεδεκίας φαίνεται να είχε φιλικά αισθήματα για τον Ιερεμία πλην όμως ήταν άβουλος και θύμα των κολάκων που τον περιτριγύριζαν.
      Ο Προφήτης Ιερεμίας ή αλλιώς «ο θρηνών προφήτης», άρχισε τη δράση του στο βασίλειο του Ιούδα γύρω στο 626 π.Χ. που ήταν και το 13ο έτος του Βασιλιά Ιωσία. Η δράση του κράτησε σαράντα χρόνια και φθάνει μέχρι το ενδέκατο έτος της βασιλείας του Σεδεκία. Παρατηρώντας την εσωτερική κατάσταση, βλέπουμε ότι ήδη το βόρειο Βασίλειο του Ισραήλ καθώς και ένα μεγάλο μέρος από το νότιο Βασίλειο (βασίλειο του Ιούδα) έχουν καταλυθεί και μόνον η Ιερουσαλήμ έχει μείνει. Ο λαός παρά τις αντίξοες συνθήκες εξακολουθεί να αγνοεί τις προειδοποιήσεις των Προφητών και συνεχίζει να ζει μέσα στην αμαρτία, την αποστασία, την ειδωλολατρία και την ανηθικότητα, αγνοώντας το Θεό και το θέλημά Του και προσπαθώντας να επιβιώσει μέσα από ανθρώπινες συμμαχίες, χωρίς κανείς να σκέπτεται το Θεό και να επικαλείται το όνομά Του. 
     Στη διεθνή σκηνή παρατηρούμε να υπάρχει ένας σκληρός ανταγωνισμός μεταξύ της Ασσυρίας (605-332 π.Χ.) της Βαβυλώνας και της Αιγύπτου (3100-332) για την κυριαρχία του κόσμου. Επί τριακόσια χρόνια η Ασσυρία, με πρωτεύουσα τη Νινευή, είχε κυριαρχήσει του κόσμου και ήδη βρισκόταν σε έντονη παρακμή. Η Αίγυπτος που πριν από 1.000 χρόνια ήταν κοσμοκράτειρα είχε κι αυτή παρακμάσει και προσπαθούσε να κρατηθεί. Η μόνη ανερχόμενη δύναμη ήταν η Βαβυλώνα η οποία τελικά και υπερίσχυσε για  εβδομήντα περίπου χρόνια (605 – 539 π.Χ.). 
      Ο πρ. Ιερεμίας μετά από αποκάλυψη του Θεού επέμενε σταθερά και αμετακίνητα ότι μέσα από τον ανταγωνισμό των μεγάλων δυνάμεων νικητής θα έβγαινε η Βαβυλώνα. Για το σκοπό αυτό συμβούλευε τους άρχοντες της Ιερουσαλήμ να παραδοθούν στο βασιλιά της Βαβυλώνας και να μην κάνουν συμμαχίες με άλλους βασιλείς γιατί αυτοί θα ηττηθούν. Η εμμονή του αυτή είχε σαν αποτέλεσμα οι εχθροί του να τον κατηγορούν ότι ήταν προδότης και εργαζόταν για το καλό των εχθρών τους, των Βαβυλωνίων. Ο Ιερεμίας είχε πολλούς εχθρούς, γιατί ήταν άνθρωπος πιστός στο Θεό, σταθερός, ακέραιος, αλύγιστος και έλεγε πάντοτε την αλήθεια. Δε γνώριζε από κολακείες και από "ωραία" ψεύτικα λόγια. 
    Μία μέρα, καθώς ο Ιερεμίας έβγαινε από την Ιερουσαλήμ για προσωπική του υπόθεση, τον έπιασαν κάποιοι αξιωματούχοι του βασιλιά και τον φυλάκισαν σ’ ένα μπουντρούμι. Αργότερα ο βασιλιάς Σεδεκίας τον ελευθέρωσε. Ο Ιερεμίας συνέχισε να είναι της άποψης ότι θα έπρεπε να παραδοθούν στους Βαβυλώνιους και να μη δώσουν μάχη. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να τον συλλάβουν και πάλι για δήθεν αντεθνική στάση. Στη συνέχεια πήραν την άδεια από το βασιλιά Σεδεκία και έριξαν τον άνθρωπο του Θεού μέσα σ’ ένα πηγάδι γεμάτο λάσπη, θεωρώντας ότι εκεί σε μικρό χρονικό διάστημα θα πέθαινε από την πείνα και έτσι θα απαλλάσσονταν από τον ενοχλητικό αυτό άνθρωπο, που ποτέ δε συμφωνούσε με τα άνομα σχέδιά τους. 
      Είναι γεγονός ότι τον άνθρωπο που είναι πιστός στο Θεό, σταθερός στις αρχές του, ανένδοτος σε ανθρώπινους συμβιβασμούς, κάποιο «πηγάδι» περιμένει να τον δεχτεί. Ο ίδιος ο Κύριος μας έχει προειδοποιήσει με τα λόγια: «Δεν είναι δούλος μεγαλύτερος του κυρίου αυτού. Εάν εμέ εδίωξαν, και σας θέλουσι διώξει» (Ιωάννης ΙΕ/15: 20). Ο Απ. Παύλος γράφει προς τον Τιμόθεο: «Συ λοιπόν κακοπάθησον ως καλός στρατιώτης Ιησού Χριστού» (Β’ Τιμοθέου Β/2: 3). Πουθενά ο λόγος του Θεού δεν αναφέρει τη φράση «καλοπάθησον». 
       Ο Ιερεμίας, ο άνθρωπος που είχε υπηρετήσει το Θεό με όλες του τις δυνάμεις, που τα έβαζε με βασιλείς και αξιωματούχους χάριν της αλήθειας, βρίσκεται τώρα μέσα σ’ ένα πηγάδι λίγο πριν από το θάνατο. Φανταστείτε τη σκηνή, τη δύσκολη τούτη ώρα να έρχεται ο εχθρός και να του ψιθυρίζει: «Τι κατάφερες στη ζωή σου Ιερεμία, σε λίγο πεθαίνεις, που είναι ο Θεός σου τον οποίο με τόση πίστη υπηρέτησες, να σε ελευθερώσει;» «Τι κατάφερες Ιώβ που έμεινες πιστός στο Θεό; Έχασες τα παιδιά σου, την περιούσια του, την υγεία σου δε σου μένει τίποτα πλέον, βλαστήμα το Θεό και πέθανε» (Ιώβ Β/2: 9). Όλα αυτά μοιάζουν με "καπνογόνα" με τα οποία ο εχθρός προσπαθεί να κρύψει τη δύναμη του Θεού και να εκμεταλλευτεί την αδυναμία του ανθρώπου. Ας ησυχάζουμε και ας φέρνουμε με πίστη το όποιο πρόβλημα μας  απασχολεί μπροστά στο Θεό. 
      Αλήθεια τι μπορεί να κάνει ο Θεός σε μια τόσο δύσκολη και αδιέξοδη κατάσταση; Ο λόγος Του  μας αναφέρει: «Εις δε τον δυνάμενον υπερεκπερισσού να κάμη υπέρ πάντα όσα ζητούμεν ή νοούμεν, κατά την δύναμιν την ενεργουμένην εν ημίν» (Εφεσίους Γ/3: 20). Ο Θεός μπορεί να κάνει πολύ περισσότερα από εκείνα τα οποία εμείς ζητούμε να κάνει ή εννοούμε. Ας προσέξουμε μην μας πλανήσει το ρολόι του χεριού μας. Μην πούμε ποτέ πως πέρασε μια μέρα, μια βδομάδα, ένας χρόνος και δεν πήραμε απάντηση στο αίτημά μας. Το "ρολόι" του Θεού είναι διαφορετικό από το "ρολόι" των ανθρώπων. «ο Κύριος γνωρίζει να ελευθερώνει από τον πειρασμό τούς ευσεβείς, τους δε άδικους να τους διατηρεί για την ημέρα τής κρίσης, ώστε να τιμωρούνται» (Β’ Πέτρου Β/2: 9). 
      Πάρα πολλοί άνθρωποι θα άκουσαν για όλα αυτά που συνέβησαν στο Ιερεμία. Μπορεί να είχε πολλούς εχθρούς, όμως σίγουρα θα είχε και κάποιους φίλους, που ασφαλώς θα συγκινήθηκαν και θα λυπήθηκαν βαθιά γι’ αυτό που συνέβη. Μέσα απ’ αυτά τα γεγονότα άλλοι θα είπαν: «είναι άδικο, ήταν τόσο καλός άνθρωπος», κάποιοι άλλοι «μα ο ευλογημένος ήταν πολύ φανατικός, πήγαινε γυρεύοντας» και κάποιοι θα αδιαφόρησαν για το γεγονός, πνιγμένοι μέσα στα δικά τους προβλήματα. Έτσι λοιπόν τα νέα για την τραγική κατάσταση του Ιερεμία, αφού "πέρασαν" από τα αυτιά πολλών γνωστών και φίλων, χωρίς να υπάρξει καμία ανταπόκριση, έφτασαν και στ’ αυτιά ενός ξένου, του οποίου το όνομα ήταν Έβεδ Μέλεχ και ο οποίος καταγόταν από την Αιθιοπία
     Ο άνθρωπος αυτός, ο οποίος φαίνεται να είχε κάποια εξουσία, σπλαχνίστηκε τον πονεμένο Ιερεμία και ζήτησε από το Βασιλιά να του επιτρέψει να ανασύρει αυτόν το άνθρωπο από το πηγάδι. 
       Κάποτε ο Κύριος θέλησε να δείξει μέσα από το λαό Του έναν άνθρωπο αγάπης και ελέους και δε μπόρεσε να βρει ούτε έναν! Έτσι αναγκάστηκε να αναφερθεί σε έναν ξένο, έναν αλλογενή, ένα καταφρονημένο Σαμαρείτη. Λέγει χαρακτηριστικά ο Κύριος: «Σαμαρείτης δε τις οδοιπορών ήλθεν εις τον τόπον όπου ήτο, και ιδών αυτόν εσπλαγχνίσθη και πλησιάσας έδεσε τας πληγάς αυτού επιχέων έλαιον και οίνον, και επιβιβάσας αυτόν επί το κτήνος αυτού, έφερεν αυτόν εις ξενοδοχείον και επεμελήθη αυτού» (Λουκάς Ι/10: 33,34). Σε μία άλλη περίπτωση, ο Κύριος καθώς παρατηρεί τη συμπεριφορά ενός εθνικού Ρωμαίου Εκατόνταρχου, ομολογεί με έκπληξη: «Αληθώς σας λέγω, ουδέ εν τω Ισραήλ εύρον τοσαύτην πίστιν» (Ματθαίος Η/8: 10 & Λουκάς Ζ/7: 9). Δεν υπήρχε μέσα στο λαό του Θεού άνθρωπος που να έχει την πίστη στο Θεό τούτου του αλλογενούς. 
      Ο μελαψός, ο ξένος, ο Αιθίοπας, σπλαχνίστηκε τον Ιερεμία. Η συμπεριφορά του έχει να δώσει ένα μάθημα στον καθένα μας, καθώς η ανθρώπινη καλοσύνη γίνεται όλο και πιο σπάνια στις ημέρες μας. Ο ίδιος ο Κύριος είχε πει: «επειδή θέλει πληθυνθή η ανομία, η αγάπη των πολλών θέλει ψυχρανθή» (Ματθαίος ΚΔ/24: 12). Το αρχαίο κείμενο αναφέρει: «και δια το πληθυνθήναι την ανομίαν ψυγήσεται η αγάπη των πολλών». Ζούμε στην εποχή των "παγετώνων της αγάπης", γι’ αυτό το λόγο το παράδειγμα του Αιθίοπα μας είναι πολύτιμο. 
      Ας παρακολουθήσουμε πιο στενά τούτον τον ξένο άνθρωπο και ας παρατηρήσουμε πως ενήργησε. Καθώς άκουσε για την αδικία που έγινε σε βάρος κάποιου άλλου ανθρώπου, λυπήθηκε πάρα πολύ γι’ αυτό που συνέβη, αλλά δεν έμεινε μόνον εκεί. Σηκώθηκε, πήγε βρήκε το βασιλιά και του είπε: «Κύριέ μου, βασιλιά, αυτοί οι άνθρωποι έπραξαν κακά σε όσα έκαναν στον προφήτη Ιερεμία, που τον έριξαν στον λάκκο αυτός, όμως θα πέθαινε από την πείνα στον τόπο όπου είναι επειδή, δεν υπάρχει πλέον ψωμί στην πόλη» (εδ. 9). Ο ξένος αυτός άνθρωπος χάρη στο θάρρος του και την πρακτική του αγάπη κατάφερε να αποσπάσει βασιλική διαταγή, για να σώσει τον Ιερεμία. Τώρα με την εντολή στο χέρι και με τριάντα ακόμα ανθρώπους σπεύδει για το πηγάδι του θανάτου. 
      Η αληθινή, η γνήσια καλοσύνη δεν είναι ωραία και συγκινητικά λόγια, δεν είναι φιλολογία, είναι: "Πράξη". Καλό είναι να έχεις φιλικά αισθήματα και να διακατέχεσαι από φιλάνθρωπες σκέψεις για τους άλλους, όμως αυτό δεν είναι αρκετό. Όπου υπάρχει ανάγκη τα συναισθήματα αυτά θα πρέπει να μεταφράζονται και σε πράξεις. Κάποιος είπε: «το γνήσιο της καλοσύνης μας θα κριθεί από το αν βρήκε αυτή τον τρόπο να εκδηλωθεί με έργα και μάλιστα με έργα που θα γίνουν όσο ακόμα είναι καιρός». Αν δεν βρήκε τον τρόπο, δεν είναι γνήσια καλοσύνη. Τι νόημα θα είχε να συμβούν όλα αυτά λίγες ώρες ή μέρες αργότερα που ο άνθρωπος θα είχε πεθάνει; Παρατηρούμε στις ημέρες μας οι εκδηλώσεις καλοσύνης των ανθρώπων να παίρνουν μεταθανάτιο χαρακτήρα. Έτσι όμως εκδηλώνεται η καλοσύνη, όταν πλέον είναι πολύ αργά. Δεν πάω να δω κάποιον στο Νοσοκομείο, να του προσφέρω κάτι που έχει ανάγκη ή ακόμα και του πω δύο λόγια παρηγοριάς, αλλά είμαι πρώτος στην κηδεία του, στα μνημόσυνα και σε όλες τις μεταθανάτιες εκδηλώσεις, λέγοντας μάλιστα και τα καλύτερα λόγια για τον αποθανόντα. 
      Ας το κλείσουμε εδώ το θέμα, για να ανοίξουμε κάποιο άλλο. Ο Ονησιφόρος πήγε από την Μ. Ασία στη Ρώμη, ταξιδεύοντας με σαπιοκάραβα της εποχής μέσα στη Μεσόγειο, για να συναντήσει στις φυλακές τον Απ. Παύλο, για να τον στηρίξει και να του πάει ό,τι είχε ανάγκη. Ο Απ. Παύλος λέει με συγκίνηση «αλλ' ότε ήλθεν εις την Ρώμην, με εζήτησε μετά σπουδής πολλής και με εύρεν» (Β’ Τιμοθέου Α/1: 17). Πήγε, έψαξε με πολλή σπουδή, με μεγάλο ενδιαφέρον, ρώτησε, δε κουράστηκε, δεν απελπίστηκε και τελικά τον βρήκε. Έχετε σκεφτεί ποτέ πόσο επικίνδυνο ήταν αυτό που έκανε, πόσο θάρρος, πόση δύναμη ήθελε να περνάς μέσα από τις φυλακές της Ρώμης και να ρωτάς για τον "Παύλο το Χριστιανό", την εποχή που ένα μόνον νεύμα ενός αξιωματούχου αρκούσε, για να σε οδηγήσουν στην γκιλοτίνα. 
      Το συμπέρασμα απ’ όλα αυτά είναι: «Η πραγματική καλοσύνη κοστίζει». Πάντοτε υπάρχει ένα τίμημα που θα πρέπει να πληρωθεί. Πολλοί, όπως είπαμε, θα συμπαθούσαν τον Ιερεμία και θα είχαν στεναχωρηθεί πολύ γι’ αυτό που του συνέβη, όμως ένας βρέθηκε κοντά του μέσα στο πηγάδι. Και εδώ δεν ήταν εύκολο το εγχείρημα. Στον κύκλο των αξιωματούχων κλπ ήταν μισητό πρόσωπο ο Ιερεμίας, λόγω της ακλόνητης πίστης του και το κύκλωμα που τον έριξε στο πηγάδι ήταν ισχυρό. Κάτω απ’ αυτές τις συνθήκες ήταν πολύ επικίνδυνο, όχι να ενδιαφέρεται, αλλά και να μιλά κανείς γι’ αυτόν. Έτσι λοιπόν οι πολλοί αρκέστηκαν σε κάποια ωραία λόγια συμπάθειας και αλληλεγγύης. 
       Μέσα απ’ αυτήν την ιστορία θα πρέπει να εξετάσουμε μία ακόμα βασική λεπτομέρεια. Όταν ο Εβεδ Μέλεχ έλαβε τη βασιλική άδεια για να ανασύρει τον Ιερεμία, δεν πήγε κατ’ ευθείαν στο πηγάδι, πέρασε πρώτα από κάποιο ιδιαίτερο διαμέρισμα του παλατιού, ίσως να ήταν μια αίθουσα ιματισμού και έλαβε κάποια παλιά ράκη, κάποια κουρέλια, τα οποία τα έριξε μέσα στο πηγάδι συμβουλεύοντας τον Ιερεμία να τα βάλει κάτω από τις μασχάλες του, έτσι ώστε να μην τον έγδερναν τα σχοινιά, καθώς θα τον τραβούσαν επάνω. Ίσως πει κάποιος: «μα είναι αναγκαίο αυτό;» Εδώ θα σωζόταν η ζωή του ανθρώπου, τι κι αν θα υπήρχαν και κάποιες εκδορές στο σώμα του; Ας προσέξουμε τις λεπτομέρειες για κάθε τι που θα προσφέρουμε στο συνάνθρωπο, έτσι ώστε να μην του προξενήσουμε ψυχικά ή άλλα τραύματα. Δεν θα πρέπει το γεγονός αυτό να είναι λόγος επίδειξης, προβολής μας ή υποτίμησης του άλλου, ούτε να προβάλουμε με κάθε τρόπο αυτό που προσφέραμε.  
        Ο νους μας θα πρέπει να είναι πάντοτε συγκεντρωμένος στην ανάγκη του συνανθρώπου, χωρίς ποτέ να ξεχνάμε και τα «ράκη», γιατί μέσα απ’ αυτά θα φανεί η  τελειότητα  και η  λεπτότητα  των αισθημάτων μας. Ο Θεός καθώς αποβλέπει στο περιεχόμενο της καρδιάς του ανθρώπου (Α’ Σαμουήλ ΙΣ/16: 7) ποτέ δε θα επαινέσει την πράξη μας, αλλά τα κίνητρα της πράξης μας. Ο λόγος του Θεού είναι  κατηγορηματικός.  Ο  Θεός  δεν  αγαπά  κάθε δότη (καθένα που προσφέρει), αλλά  «τον ιλαρόν δότην αγαπά ο Θεός» (Β’ Κορινθίους Θ/9: 7). Ο Θεός αγαπάει εκείνον τον άνθρωπο που προσφέρει με αγάπη, με ειλικρίνεια, με ενδιαφέρον, με ευχαρίστηση, «ουχί με λύπην ή εξ ανάγκης».
       Ας παρατηρήσουμε τούτο το πρόσωπο, τον Έβεδ Μέλεχ, με ιδιαίτερη προσοχή. Είναι ένας μελαψός Αιθίοπας και ανήκε σε ένα ξένο έθνος, το οποίο πολλές φορές το περιφρονούσαν οι Ιουδαίοι. Κανένας δεσμός δεν υπήρχε που να συνδέει τον άνθρωπο αυτό με τον Ιερεμία. Καθώς   πληροφορήθηκε τα γεγονότα, θα μπορούσε να σκεφτεί: «Αν οι ομοεθνείς του τον έριξαν τον Ιερεμία στο πηγάδι, αν κανένας από τους δικούς του δεν έκανε κάτι για να τον σώσει, γιατί να ενδιαφερθώ εγώ, γιατί να πάω να μπερδευτώ σε ξένες υποθέσεις;» Όλα αυτά ο ξένος αυτός τα αγνόησε και ενήργησε με καλοσύνη, με ανθρωπιά, με ενδιαφέρον. 
      Ο Βασιλιάς Σεδεκίας ήταν άβουλος και αναποφάσιστος, εκτιμούσε τον Ιερεμία και πολλές φορές τον συμβουλευόταν, όμως δεν είχε το σθένος να αντισταθεί στην «κλίκα» και στις επιθυμίες κάποιων αυλικών του. Ίσως να είχε σκεφτεί, άραγε δε θα έρθει κάποιος από τους φίλους του να μεσιτεύσει για τον Ιερεμία; Ξαφνικά ανοίγει η πόρτα και έρχεται ένας Αιθίοπας, ένας ξένος, ένας αλλογενής, να ζητήσει έλεος για τον προφήτη του Θεού. Όταν οι δικοί του τον εγκατέλειψαν, ο ξένος ήρθε και στάθηκε δίπλα του. Ο Κύριος είχε πει κάποτε προς τους Φαρισαίους που Του ζητούσαν να επιπλήξει τους μαθητές Του που δοξολογούσαν το Θεό: «Και αποκριθείς είπε προς αυτούς Σας λέγω ότι εάν ούτοι σιωπήσωσιν, οι λίθοι θέλουσι φωνάξει» (Λουκάς ΙΘ/19: 40). Ένα «λιθάρι» ήταν τούτος ο Αιθίοπας που «έκραξε» την κατάλληλη ώρα για τη σωτηρία ενός ανθρώπου που διωκόταν άδικα. Ας προσέξουμε να μην είμαστε φειδωλοί σε πράξεις καλοσύνης. Ο ίδιος ο Κύριος μας δίδαξε: «αν αγαπήσετε αυτούς που σας αγαπούν, ποιον μισθό έχετε; Και οι τελώνες δεν κάνουν το ίδιο; Και αν χαιρετήσετε μονάχα τους αδελφούς σας, τι περισσότερο κάνετε; Και οι τελώνες δεν κάνουν έτσι; Να είστε, λοιπόν, εσείς τέλειοι, όπως ο Πατέρας σας, που είναι στους ουρανούς, είναι τέλειος» (Ματθαίος Ε/5: 46-48). 
     Ο Απ. Παύλος γράφει: «Να έχετε καλοσύνη μέσα στην καρδιά σας ο ένας για τον άλλον» (Εφεσίους Δ/4: 32). Ας είναι η καρδιά μας και το μυαλό μας ανοικτά, έτσι ώστε τα όρια της καλοσύνης μας και της προσφοράς μας να είναι πλατιά και ευρύχωρα. Ας είμαστε πρόθυμοι να προσφέρουμε στην ανάγκη του συνανθρώπου μας και ας φροντίζουμε να ενεργούμε κάθε φορά, όσο αυτό γίνεται, «εν κρυπτώ», χωρίς φανφάρες, προβολές και διατυμπανίσεις και «και ο Πατήρ σου ο βλέπων εν τω κρυπτώ θέλει σοι ανταποδώσει εν τω φανερώ» (Ματθαίος Σ/6: 18). ---