Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Δευτέρα 11 Μαΐου 2020

Ο ΞΕΝΟΣ, Ο ΑΛΛΟΓΕΝΗΣ, Ο ΑΙΘΙΟΠΑΣ.

 

Βιβλίο Προφήτη  «ΙΕΡΕΜΙΑ»,  κεφ. ΛΗ/38,   εδ. 1 - 13.     (Παλαιά Διαθήκη).

1 Και ήκουσαν Σεφατίας ο υιός του Ματθάν και Γεδαλίας ο υιός του Πασχώρ και Ιουχάλ ο υιός του Σελεμίου και Πασχώρ ο υιός του Μαλχίου τους λόγους, τους οποίους ο Ιερεμίας ελάλησε προς πάντα τον λαόν, λέγων, 
2 Ούτω λέγει Κύριος Όστις κάθηται εν τη πόλει ταύτη, θέλει αποθάνει υπό μαχαίρας, υπό πείνης και υπό λοιμού αλλ' όστις εξέλθη προς τους Χαλδαίους, (Βαβυλώνιους) θέλει ζήσει και η ζωή αυτού θέλει είσθαι ως λάφυρον εις αυτόν, και θέλει ζήσει 
3 ούτω λέγει Κύριος Η πόλις αύτη θέλει εξάπαντος παραδοθή εις την χείρα του στρατεύματος του βασιλέως της Βαβυλώνος και θέλει κυριεύσει αυτήν. 
4 Και είπον οι άρχοντες προς τον βασιλέα, Ας θανατωθή, παρακαλούμεν, ο άνθρωπος ούτος διότι εκλύει ούτω τας χείρας των ανδρών των πολεμιστών των εναπολειφθέντων εν τη πόλει ταύτη και τας χείρας παντός του λαού, λαλών προς αυτούς τοιούτους λόγους διότι ο άνθρωπος ούτος δεν ζητεί το καλόν του λαού τούτου αλλά το κακόν. 
5 Και είπε Σεδεκίας ο βασιλεύς, Ιδού, εις την χείρα σας είναι διότι ο βασιλεύς δεν δύναται ουδέν εναντίον σας. 
6 Τότε έλαβον τον Ιερεμίαν, και έρριψαν αυτόν εις τον λάκκον του Μαλχίου υιού του Αμμέλεχ τον εν τη αυλή της φυλακής, και κατεβίβασαν τον Ιερεμίαν διά σχοινίων και εν τω λάκκω δεν ήτο ύδωρ αλλά βόρβορος, και εχώθη ο Ιερεμίας εις τον βόρβορον. 
7 Και ότε ήκουσεν Αβδέ-μέλεχ ο Αιθίοψ, εις των ευνούχων, ο εν τη οικία του βασιλέως, ότι έβαλον τον Ιερεμίαν εις τον λάκκον, ενώ ο βασιλεύς εκάθητο εν τη πύλη Βενιαμίν, 
8 εξήλθεν ο Αβδέ-μέλεχ εκ της οικίας του βασιλέως και ελάλησε προς τον βασιλέα, λέγων, 
9 Κύριέ μου βασιλεύ, οι άνθρωποι ούτοι έπραξαν κακά εις όσα έκαμον εις τον Ιερεμίαν τον προφήτην, τον οποίον έρριψαν εις τον λάκκον και αυτός ήθελεν αποθάνει υπό πείνης εν τω τόπω όπου είναι, διότι δεν είναι πλέον άρτος εν τη πόλει. 
10 Και προσέταξεν ο βασιλεύς τον Αβδέ-μέλεχ τον Αιθίοπα, λέγων, Λάβε εντεύθεν τριάκοντα ανθρώπους μετά σου και αναβίβασον τον Ιερεμίαν τον προφήτην εκ του λάκκου, πριν αποθάνη. 
11 Και έλαβεν ο Αβδέ-μέλεχ τους ανθρώπους μεθ' εαυτού, και εισήλθεν εις την οικίαν του βασιλέως υπό το θησαυροφυλάκιον, και εκείθεν έλαβε παλαιά ράκη και παλαιά σεσηπότα αποφόρια και κατεβίβασεν αυτά διά σχοινίων εις τον λάκκον προς τον Ιερεμίαν. 
12 Και είπε προς τον Ιερεμίαν Αβδέ-μέλεχ ο Αιθίοψ, Βάλε τώρα τα παλαιά ράκη και τα σεσηπότα αποφόρια υπό τας μασχάλας σου, υποκάτω των σχοινίων. Και έκαμεν ο Ιερεμίας ούτω. 
13 Και έσυραν τον Ιερεμίαν διά των σχοινίων και ανεβίβασαν αυτόν εκ του λάκκου και έμεινεν ο Ιερεμίας εν τη αυλή της φυλακής. 

        ΣΧΟΛΙΑ: 
     Βρισκόμαστε λίγο πριν από το έτος 587 π.Χ. που έγινε η κατάληψη της Ιερουσαλήμ από τη Βαβυλωνιακή Αυτοκρατορία. Ο πιστός στο Θεό βασιλιάς Ιωσίας, που είχε βασιλεύσει για 31 χρόνια, από 639 – 608 π.Χ έχει σκοτωθεί στο πεδίο της μάχης. Μετά απ’ αυτόν έγινε βασιλιάς ο Ιωάχαζ, ο οποίος βασίλευσε για τρεις μήνες και φέρθηκε αιχμάλωτος στην Αίγυπτο. Ακολουθούν ο Ιωακείμ (608 – 597), ο Ιωαχείν, που βασίλευσε για τρεις μήνες και φέρθηκε αιχμάλωτος στη Βαβυλώνα. Ακολουθεί ο Σεδεκίας, ο οποίος ήταν και ο τελευταίος και ταυτόχρονα ο πιο τραγικό βασιλιάς του "Ιούδα", του οποίου η βασιλεία κράτησε 11 χρόνια (597 – 586 πΧ.) Ο Σεδεκίας φαίνεται να είχε φιλικά αισθήματα για τον Ιερεμία πλην όμως ήταν άβουλος και θύμα των κολάκων που τον περιτριγύριζαν.
      Ο Προφήτης Ιερεμίας ή αλλιώς «ο θρηνών προφήτης», άρχισε τη δράση του στο βασίλειο του Ιούδα γύρω στο 626 π.Χ. που ήταν και το 13ο έτος του Βασιλιά Ιωσία. Η δράση του κράτησε σαράντα χρόνια και φθάνει μέχρι το ενδέκατο έτος της βασιλείας του Σεδεκία. Παρατηρώντας την εσωτερική κατάσταση, βλέπουμε ότι ήδη το βόρειο Βασίλειο του Ισραήλ καθώς και ένα μεγάλο μέρος από το νότιο Βασίλειο (βασίλειο του Ιούδα) έχουν καταλυθεί και μόνον η Ιερουσαλήμ έχει μείνει. Ο λαός παρά τις αντίξοες συνθήκες εξακολουθεί να αγνοεί τις προειδοποιήσεις των Προφητών και συνεχίζει να ζει μέσα στην αμαρτία, την αποστασία, την ειδωλολατρία και την ανηθικότητα, αγνοώντας το Θεό και το θέλημά Του και προσπαθώντας να επιβιώσει μέσα από ανθρώπινες συμμαχίες, χωρίς κανείς να σκέπτεται το Θεό και να επικαλείται το όνομά Του. 
     Στη διεθνή σκηνή παρατηρούμε να υπάρχει ένας σκληρός ανταγωνισμός μεταξύ της Ασσυρίας (605-332 π.Χ.) της Βαβυλώνας και της Αιγύπτου (3100-332) για την κυριαρχία του κόσμου. Επί τριακόσια χρόνια η Ασσυρία, με πρωτεύουσα τη Νινευή, είχε κυριαρχήσει του κόσμου και ήδη βρισκόταν σε έντονη παρακμή. Η Αίγυπτος που πριν από 1.000 χρόνια ήταν κοσμοκράτειρα είχε κι αυτή παρακμάσει και προσπαθούσε να κρατηθεί. Η μόνη ανερχόμενη δύναμη ήταν η Βαβυλώνα η οποία τελικά και υπερίσχυσε για  εβδομήντα περίπου χρόνια (605 – 539 π.Χ.). 
      Ο πρ. Ιερεμίας μετά από αποκάλυψη του Θεού επέμενε σταθερά και αμετακίνητα ότι μέσα από τον ανταγωνισμό των μεγάλων δυνάμεων νικητής θα έβγαινε η Βαβυλώνα. Για το σκοπό αυτό συμβούλευε τους άρχοντες της Ιερουσαλήμ να παραδοθούν στο βασιλιά της Βαβυλώνας και να μην κάνουν συμμαχίες με άλλους βασιλείς γιατί αυτοί θα ηττηθούν. Η εμμονή του αυτή είχε σαν αποτέλεσμα οι εχθροί του να τον κατηγορούν ότι ήταν προδότης και εργαζόταν για το καλό των εχθρών τους, των Βαβυλωνίων. Ο Ιερεμίας είχε πολλούς εχθρούς, γιατί ήταν άνθρωπος πιστός στο Θεό, σταθερός, ακέραιος, αλύγιστος και έλεγε πάντοτε την αλήθεια. Δε γνώριζε από κολακείες και από "ωραία" ψεύτικα λόγια. 
    Μία μέρα, καθώς ο Ιερεμίας έβγαινε από την Ιερουσαλήμ για προσωπική του υπόθεση, τον έπιασαν κάποιοι αξιωματούχοι του βασιλιά και τον φυλάκισαν σ’ ένα μπουντρούμι. Αργότερα ο βασιλιάς Σεδεκίας τον ελευθέρωσε. Ο Ιερεμίας συνέχισε να είναι της άποψης ότι θα έπρεπε να παραδοθούν στους Βαβυλώνιους και να μη δώσουν μάχη. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να τον συλλάβουν και πάλι για δήθεν αντεθνική στάση. Στη συνέχεια πήραν την άδεια από το βασιλιά Σεδεκία και έριξαν τον άνθρωπο του Θεού μέσα σ’ ένα πηγάδι γεμάτο λάσπη, θεωρώντας ότι εκεί σε μικρό χρονικό διάστημα θα πέθαινε από την πείνα και έτσι θα απαλλάσσονταν από τον ενοχλητικό αυτό άνθρωπο, που ποτέ δε συμφωνούσε με τα άνομα σχέδιά τους. 
      Είναι γεγονός ότι τον άνθρωπο που είναι πιστός στο Θεό, σταθερός στις αρχές του, ανένδοτος σε ανθρώπινους συμβιβασμούς, κάποιο «πηγάδι» περιμένει να τον δεχτεί. Ο ίδιος ο Κύριος μας έχει προειδοποιήσει με τα λόγια: «Δεν είναι δούλος μεγαλύτερος του κυρίου αυτού. Εάν εμέ εδίωξαν, και σας θέλουσι διώξει» (Ιωάννης ΙΕ/15: 20). Ο Απ. Παύλος γράφει προς τον Τιμόθεο: «Συ λοιπόν κακοπάθησον ως καλός στρατιώτης Ιησού Χριστού» (Β’ Τιμοθέου Β/2: 3). Πουθενά ο λόγος του Θεού δεν αναφέρει τη φράση «καλοπάθησον». 
       Ο Ιερεμίας, ο άνθρωπος που είχε υπηρετήσει το Θεό με όλες του τις δυνάμεις, που τα έβαζε με βασιλείς και αξιωματούχους χάριν της αλήθειας, βρίσκεται τώρα μέσα σ’ ένα πηγάδι λίγο πριν από το θάνατο. Φανταστείτε τη σκηνή, τη δύσκολη τούτη ώρα να έρχεται ο εχθρός και να του ψιθυρίζει: «Τι κατάφερες στη ζωή σου Ιερεμία, σε λίγο πεθαίνεις, που είναι ο Θεός σου τον οποίο με τόση πίστη υπηρέτησες, να σε ελευθερώσει;» «Τι κατάφερες Ιώβ που έμεινες πιστός στο Θεό; Έχασες τα παιδιά σου, την περιούσια του, την υγεία σου δε σου μένει τίποτα πλέον, βλαστήμα το Θεό και πέθανε» (Ιώβ Β/2: 9). Όλα αυτά μοιάζουν με "καπνογόνα" με τα οποία ο εχθρός προσπαθεί να κρύψει τη δύναμη του Θεού και να εκμεταλλευτεί την αδυναμία του ανθρώπου. Ας ησυχάζουμε και ας φέρνουμε με πίστη το όποιο πρόβλημα μας  απασχολεί μπροστά στο Θεό. 
      Αλήθεια τι μπορεί να κάνει ο Θεός σε μια τόσο δύσκολη και αδιέξοδη κατάσταση; Ο λόγος Του  μας αναφέρει: «Εις δε τον δυνάμενον υπερεκπερισσού να κάμη υπέρ πάντα όσα ζητούμεν ή νοούμεν, κατά την δύναμιν την ενεργουμένην εν ημίν» (Εφεσίους Γ/3: 20). Ο Θεός μπορεί να κάνει πολύ περισσότερα από εκείνα τα οποία εμείς ζητούμε να κάνει ή εννοούμε. Ας προσέξουμε μην μας πλανήσει το ρολόι του χεριού μας. Μην πούμε ποτέ πως πέρασε μια μέρα, μια βδομάδα, ένας χρόνος και δεν πήραμε απάντηση στο αίτημά μας. Το "ρολόι" του Θεού είναι διαφορετικό από το "ρολόι" των ανθρώπων. «ο Κύριος γνωρίζει να ελευθερώνει από τον πειρασμό τούς ευσεβείς, τους δε άδικους να τους διατηρεί για την ημέρα τής κρίσης, ώστε να τιμωρούνται» (Β’ Πέτρου Β/2: 9). 
      Πάρα πολλοί άνθρωποι θα άκουσαν για όλα αυτά που συνέβησαν στο Ιερεμία. Μπορεί να είχε πολλούς εχθρούς, όμως σίγουρα θα είχε και κάποιους φίλους, που ασφαλώς θα συγκινήθηκαν και θα λυπήθηκαν βαθιά γι’ αυτό που συνέβη. Μέσα απ’ αυτά τα γεγονότα άλλοι θα είπαν: «είναι άδικο, ήταν τόσο καλός άνθρωπος», κάποιοι άλλοι «μα ο ευλογημένος ήταν πολύ φανατικός, πήγαινε γυρεύοντας» και κάποιοι θα αδιαφόρησαν για το γεγονός, πνιγμένοι μέσα στα δικά τους προβλήματα. Έτσι λοιπόν τα νέα για την τραγική κατάσταση του Ιερεμία, αφού "πέρασαν" από τα αυτιά πολλών γνωστών και φίλων, χωρίς να υπάρξει καμία ανταπόκριση, έφτασαν και στ’ αυτιά ενός ξένου, του οποίου το όνομα ήταν Έβεδ Μέλεχ και ο οποίος καταγόταν από την Αιθιοπία
     Ο άνθρωπος αυτός, ο οποίος φαίνεται να είχε κάποια εξουσία, σπλαχνίστηκε τον πονεμένο Ιερεμία και ζήτησε από το Βασιλιά να του επιτρέψει να ανασύρει αυτόν το άνθρωπο από το πηγάδι. 
       Κάποτε ο Κύριος θέλησε να δείξει μέσα από το λαό Του έναν άνθρωπο αγάπης και ελέους και δε μπόρεσε να βρει ούτε έναν! Έτσι αναγκάστηκε να αναφερθεί σε έναν ξένο, έναν αλλογενή, ένα καταφρονημένο Σαμαρείτη. Λέγει χαρακτηριστικά ο Κύριος: «Σαμαρείτης δε τις οδοιπορών ήλθεν εις τον τόπον όπου ήτο, και ιδών αυτόν εσπλαγχνίσθη και πλησιάσας έδεσε τας πληγάς αυτού επιχέων έλαιον και οίνον, και επιβιβάσας αυτόν επί το κτήνος αυτού, έφερεν αυτόν εις ξενοδοχείον και επεμελήθη αυτού» (Λουκάς Ι/10: 33,34). Σε μία άλλη περίπτωση, ο Κύριος καθώς παρατηρεί τη συμπεριφορά ενός εθνικού Ρωμαίου Εκατόνταρχου, ομολογεί με έκπληξη: «Αληθώς σας λέγω, ουδέ εν τω Ισραήλ εύρον τοσαύτην πίστιν» (Ματθαίος Η/8: 10 & Λουκάς Ζ/7: 9). Δεν υπήρχε μέσα στο λαό του Θεού άνθρωπος που να έχει την πίστη στο Θεό τούτου του αλλογενούς. 
      Ο μελαψός, ο ξένος, ο Αιθίοπας, σπλαχνίστηκε τον Ιερεμία. Η συμπεριφορά του έχει να δώσει ένα μάθημα στον καθένα μας, καθώς η ανθρώπινη καλοσύνη γίνεται όλο και πιο σπάνια στις ημέρες μας. Ο ίδιος ο Κύριος είχε πει: «επειδή θέλει πληθυνθή η ανομία, η αγάπη των πολλών θέλει ψυχρανθή» (Ματθαίος ΚΔ/24: 12). Το αρχαίο κείμενο αναφέρει: «και δια το πληθυνθήναι την ανομίαν ψυγήσεται η αγάπη των πολλών». Ζούμε στην εποχή των "παγετώνων της αγάπης", γι’ αυτό το λόγο το παράδειγμα του Αιθίοπα μας είναι πολύτιμο. 
      Ας παρακολουθήσουμε πιο στενά τούτον τον ξένο άνθρωπο και ας παρατηρήσουμε πως ενήργησε. Καθώς άκουσε για την αδικία που έγινε σε βάρος κάποιου άλλου ανθρώπου, λυπήθηκε πάρα πολύ γι’ αυτό που συνέβη, αλλά δεν έμεινε μόνον εκεί. Σηκώθηκε, πήγε βρήκε το βασιλιά και του είπε: «Κύριέ μου, βασιλιά, αυτοί οι άνθρωποι έπραξαν κακά σε όσα έκαναν στον προφήτη Ιερεμία, που τον έριξαν στον λάκκο αυτός, όμως θα πέθαινε από την πείνα στον τόπο όπου είναι επειδή, δεν υπάρχει πλέον ψωμί στην πόλη» (εδ. 9). Ο ξένος αυτός άνθρωπος χάρη στο θάρρος του και την πρακτική του αγάπη κατάφερε να αποσπάσει βασιλική διαταγή, για να σώσει τον Ιερεμία. Τώρα με την εντολή στο χέρι και με τριάντα ακόμα ανθρώπους σπεύδει για το πηγάδι του θανάτου. 
      Η αληθινή, η γνήσια καλοσύνη δεν είναι ωραία και συγκινητικά λόγια, δεν είναι φιλολογία, είναι: "Πράξη". Καλό είναι να έχεις φιλικά αισθήματα και να διακατέχεσαι από φιλάνθρωπες σκέψεις για τους άλλους, όμως αυτό δεν είναι αρκετό. Όπου υπάρχει ανάγκη τα συναισθήματα αυτά θα πρέπει να μεταφράζονται και σε πράξεις. Κάποιος είπε: «το γνήσιο της καλοσύνης μας θα κριθεί από το αν βρήκε αυτή τον τρόπο να εκδηλωθεί με έργα και μάλιστα με έργα που θα γίνουν όσο ακόμα είναι καιρός». Αν δεν βρήκε τον τρόπο, δεν είναι γνήσια καλοσύνη. Τι νόημα θα είχε να συμβούν όλα αυτά λίγες ώρες ή μέρες αργότερα που ο άνθρωπος θα είχε πεθάνει; Παρατηρούμε στις ημέρες μας οι εκδηλώσεις καλοσύνης των ανθρώπων να παίρνουν μεταθανάτιο χαρακτήρα. Έτσι όμως εκδηλώνεται η καλοσύνη, όταν πλέον είναι πολύ αργά. Δεν πάω να δω κάποιον στο Νοσοκομείο, να του προσφέρω κάτι που έχει ανάγκη ή ακόμα και του πω δύο λόγια παρηγοριάς, αλλά είμαι πρώτος στην κηδεία του, στα μνημόσυνα και σε όλες τις μεταθανάτιες εκδηλώσεις, λέγοντας μάλιστα και τα καλύτερα λόγια για τον αποθανόντα. 
      Ας το κλείσουμε εδώ το θέμα, για να ανοίξουμε κάποιο άλλο. Ο Ονησιφόρος πήγε από την Μ. Ασία στη Ρώμη, ταξιδεύοντας με σαπιοκάραβα της εποχής μέσα στη Μεσόγειο, για να συναντήσει στις φυλακές τον Απ. Παύλο, για να τον στηρίξει και να του πάει ό,τι είχε ανάγκη. Ο Απ. Παύλος λέει με συγκίνηση «αλλ' ότε ήλθεν εις την Ρώμην, με εζήτησε μετά σπουδής πολλής και με εύρεν» (Β’ Τιμοθέου Α/1: 17). Πήγε, έψαξε με πολλή σπουδή, με μεγάλο ενδιαφέρον, ρώτησε, δε κουράστηκε, δεν απελπίστηκε και τελικά τον βρήκε. Έχετε σκεφτεί ποτέ πόσο επικίνδυνο ήταν αυτό που έκανε, πόσο θάρρος, πόση δύναμη ήθελε να περνάς μέσα από τις φυλακές της Ρώμης και να ρωτάς για τον "Παύλο το Χριστιανό", την εποχή που ένα μόνον νεύμα ενός αξιωματούχου αρκούσε, για να σε οδηγήσουν στην γκιλοτίνα. 
      Το συμπέρασμα απ’ όλα αυτά είναι: «Η πραγματική καλοσύνη κοστίζει». Πάντοτε υπάρχει ένα τίμημα που θα πρέπει να πληρωθεί. Πολλοί, όπως είπαμε, θα συμπαθούσαν τον Ιερεμία και θα είχαν στεναχωρηθεί πολύ γι’ αυτό που του συνέβη, όμως ένας βρέθηκε κοντά του μέσα στο πηγάδι. Και εδώ δεν ήταν εύκολο το εγχείρημα. Στον κύκλο των αξιωματούχων κλπ ήταν μισητό πρόσωπο ο Ιερεμίας, λόγω της ακλόνητης πίστης του και το κύκλωμα που τον έριξε στο πηγάδι ήταν ισχυρό. Κάτω απ’ αυτές τις συνθήκες ήταν πολύ επικίνδυνο, όχι να ενδιαφέρεται, αλλά και να μιλά κανείς γι’ αυτόν. Έτσι λοιπόν οι πολλοί αρκέστηκαν σε κάποια ωραία λόγια συμπάθειας και αλληλεγγύης. 
       Μέσα απ’ αυτήν την ιστορία θα πρέπει να εξετάσουμε μία ακόμα βασική λεπτομέρεια. Όταν ο Εβεδ Μέλεχ έλαβε τη βασιλική άδεια για να ανασύρει τον Ιερεμία, δεν πήγε κατ’ ευθείαν στο πηγάδι, πέρασε πρώτα από κάποιο ιδιαίτερο διαμέρισμα του παλατιού, ίσως να ήταν μια αίθουσα ιματισμού και έλαβε κάποια παλιά ράκη, κάποια κουρέλια, τα οποία τα έριξε μέσα στο πηγάδι συμβουλεύοντας τον Ιερεμία να τα βάλει κάτω από τις μασχάλες του, έτσι ώστε να μην τον έγδερναν τα σχοινιά, καθώς θα τον τραβούσαν επάνω. Ίσως πει κάποιος: «μα είναι αναγκαίο αυτό;» Εδώ θα σωζόταν η ζωή του ανθρώπου, τι κι αν θα υπήρχαν και κάποιες εκδορές στο σώμα του; Ας προσέξουμε τις λεπτομέρειες για κάθε τι που θα προσφέρουμε στο συνάνθρωπο, έτσι ώστε να μην του προξενήσουμε ψυχικά ή άλλα τραύματα. Δεν θα πρέπει το γεγονός αυτό να είναι λόγος επίδειξης, προβολής μας ή υποτίμησης του άλλου, ούτε να προβάλουμε με κάθε τρόπο αυτό που προσφέραμε.  
        Ο νους μας θα πρέπει να είναι πάντοτε συγκεντρωμένος στην ανάγκη του συνανθρώπου, χωρίς ποτέ να ξεχνάμε και τα «ράκη», γιατί μέσα απ’ αυτά θα φανεί η  τελειότητα  και η  λεπτότητα  των αισθημάτων μας. Ο Θεός καθώς αποβλέπει στο περιεχόμενο της καρδιάς του ανθρώπου (Α’ Σαμουήλ ΙΣ/16: 7) ποτέ δε θα επαινέσει την πράξη μας, αλλά τα κίνητρα της πράξης μας. Ο λόγος του Θεού είναι  κατηγορηματικός.  Ο  Θεός  δεν  αγαπά  κάθε δότη (καθένα που προσφέρει), αλλά  «τον ιλαρόν δότην αγαπά ο Θεός» (Β’ Κορινθίους Θ/9: 7). Ο Θεός αγαπάει εκείνον τον άνθρωπο που προσφέρει με αγάπη, με ειλικρίνεια, με ενδιαφέρον, με ευχαρίστηση, «ουχί με λύπην ή εξ ανάγκης».
       Ας παρατηρήσουμε τούτο το πρόσωπο, τον Έβεδ Μέλεχ, με ιδιαίτερη προσοχή. Είναι ένας μελαψός Αιθίοπας και ανήκε σε ένα ξένο έθνος, το οποίο πολλές φορές το περιφρονούσαν οι Ιουδαίοι. Κανένας δεσμός δεν υπήρχε που να συνδέει τον άνθρωπο αυτό με τον Ιερεμία. Καθώς   πληροφορήθηκε τα γεγονότα, θα μπορούσε να σκεφτεί: «Αν οι ομοεθνείς του τον έριξαν τον Ιερεμία στο πηγάδι, αν κανένας από τους δικούς του δεν έκανε κάτι για να τον σώσει, γιατί να ενδιαφερθώ εγώ, γιατί να πάω να μπερδευτώ σε ξένες υποθέσεις;» Όλα αυτά ο ξένος αυτός τα αγνόησε και ενήργησε με καλοσύνη, με ανθρωπιά, με ενδιαφέρον. 
      Ο Βασιλιάς Σεδεκίας ήταν άβουλος και αναποφάσιστος, εκτιμούσε τον Ιερεμία και πολλές φορές τον συμβουλευόταν, όμως δεν είχε το σθένος να αντισταθεί στην «κλίκα» και στις επιθυμίες κάποιων αυλικών του. Ίσως να είχε σκεφτεί, άραγε δε θα έρθει κάποιος από τους φίλους του να μεσιτεύσει για τον Ιερεμία; Ξαφνικά ανοίγει η πόρτα και έρχεται ένας Αιθίοπας, ένας ξένος, ένας αλλογενής, να ζητήσει έλεος για τον προφήτη του Θεού. Όταν οι δικοί του τον εγκατέλειψαν, ο ξένος ήρθε και στάθηκε δίπλα του. Ο Κύριος είχε πει κάποτε προς τους Φαρισαίους που Του ζητούσαν να επιπλήξει τους μαθητές Του που δοξολογούσαν το Θεό: «Και αποκριθείς είπε προς αυτούς Σας λέγω ότι εάν ούτοι σιωπήσωσιν, οι λίθοι θέλουσι φωνάξει» (Λουκάς ΙΘ/19: 40). Ένα «λιθάρι» ήταν τούτος ο Αιθίοπας που «έκραξε» την κατάλληλη ώρα για τη σωτηρία ενός ανθρώπου που διωκόταν άδικα. Ας προσέξουμε να μην είμαστε φειδωλοί σε πράξεις καλοσύνης. Ο ίδιος ο Κύριος μας δίδαξε: «αν αγαπήσετε αυτούς που σας αγαπούν, ποιον μισθό έχετε; Και οι τελώνες δεν κάνουν το ίδιο; Και αν χαιρετήσετε μονάχα τους αδελφούς σας, τι περισσότερο κάνετε; Και οι τελώνες δεν κάνουν έτσι; Να είστε, λοιπόν, εσείς τέλειοι, όπως ο Πατέρας σας, που είναι στους ουρανούς, είναι τέλειος» (Ματθαίος Ε/5: 46-48). 
     Ο Απ. Παύλος γράφει: «Να έχετε καλοσύνη μέσα στην καρδιά σας ο ένας για τον άλλον» (Εφεσίους Δ/4: 32). Ας είναι η καρδιά μας και το μυαλό μας ανοικτά, έτσι ώστε τα όρια της καλοσύνης μας και της προσφοράς μας να είναι πλατιά και ευρύχωρα. Ας είμαστε πρόθυμοι να προσφέρουμε στην ανάγκη του συνανθρώπου μας και ας φροντίζουμε να ενεργούμε κάθε φορά, όσο αυτό γίνεται, «εν κρυπτώ», χωρίς φανφάρες, προβολές και διατυμπανίσεις και «και ο Πατήρ σου ο βλέπων εν τω κρυπτώ θέλει σοι ανταποδώσει εν τω φανερώ» (Ματθαίος Σ/6: 18). ---

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου