Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Σάββατο 30 Μαΐου 2020

Η ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΩΝ ΤΑΛΑΝΤΩΝ

         Η ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΩΝ ΤΑΛΑΝΤΩΝ.

       Ευαγγέλιον  «κατά ΜΑΤΘΑΙΟΝ», κεφ. ΚΕ/25, εδ. 14 – 30.

14 Διότι θέλει ελθεί ως άνθρωπος, όστις αποδημών εκάλεσε τους δούλους αυτού και παρέδωκεν εις αυτούς τα υπάρχοντα αυτού, 
15 και εις άλλον μεν έδωκε πέντε τάλαντα, εις άλλον δε δύο, εις άλλον δε εν, εις έκαστον κατά την ιδίαν αυτού ικανότητα, και απεδήμησεν ευθύς. 
16 Υπήγε δε ο λαβών τα πέντε τάλαντα και εργαζόμενος δι' αυτών έκαμεν άλλα πέντε τάλαντα. 
17 Ωσαύτως και ο τα δύο εκέρδησε και αυτός άλλα δύο. 
18 Ο δε λαβών το εν υπήγε και έσκαψεν εις την γην και έκρυψε το αργύριον του κυρίου αυτού. 
19 Μετά δε καιρόν πολύν έρχεται ο κύριος των δούλων εκείνων και θεωρεί λογαριασμόν μετ' αυτών. 
20 Και ελθών ο λαβών τα πέντε τάλαντα, προσέφερεν άλλα πέντε τάλαντα, λέγων Κύριε, πέντε τάλαντα μοι παρέδωκας ιδού, άλλα πέντε τάλαντα κέρδισα επ' αυτοίς. 
21 Και είπε προς αυτόν ο κύριος αυτού Εύγε, δούλε αγαθέ και πιστέ εις τα ολίγα εστάθης πιστός, επί πολλών θέλω σε καταστήσει είσελθε εις την χαράν του κυρίου σου. 
22 Προσελθών δε και ο λαβών τα δύο τάλαντα είπε Κύριε, δύο τάλαντα μοι παρέδωκας ιδού, άλλα δύο τάλαντα εκέρδησα επ' αυτοίς. 
23 Είπε προς αυτόν ο κύριος αυτού Εύγε, δούλε αγαθέ και πιστέ εις τα ολίγα εστάθης πιστός, επί πολλών θέλω σε καταστήσει είσελθε εις την χαράν του κυρίου σου. 
24 Προσελθών δε και ο λαβών το εν τάλαντον, είπε Κύριε, σε εγνώρισα ότι είσαι σκληρός άνθρωπος, θερίζων όπου δεν έσπειρας και συνάγων όθεν δεν διεσκόρπισας 
25 και φοβηθείς υπήγα και έκρυψα το τάλαντόν σου εν τη γή ιδού, έχεις το σον. 
26 Αποκριθείς δε ο κύριος αυτού, είπε προς αυτόν Πονηρέ δούλε και οκνηρέ ήξευρες ότι θερίζω όπου δεν έσπειρα και συνάγω όθεν δεν διεσκόρπισα 
27 έπρεπε λοιπόν να βάλης το αργύριόν μου εις τους τραπεζίτας, και ελθών εγώ ήθελον λάβει το εμόν μετά τόκου. 
28 Λάβετε λοιπόν απ' αυτού το τάλαντον, και δότε εις τον έχοντα τα δέκα τάλαντα. 
29 Διότι εις πάντα τον έχοντα θέλει δοθή και περισσευθή, από δε του μη έχοντος και εκείνο το οποίον έχει θέλει αφαιρεθή απ' αυτού. 30 Και τον αχρείον δούλον ρίψατε εις το σκότος το εξώτερον εκεί θέλει είσθαι ο κλαυθμός και ο τριγμός των οδόντων. 

          ΣΧΟΛΙΑ.
       Στην παραβολή των "δέκα παρθένων" το θέμα είναι: "η προσμονή του Κυρίου". Στην παραβολή των "ταλάντων" το θέμα είναι: "η υπηρεσία". Η ζωή του Χριστιανού μετά την αναγέννησή του  έχει ένα διπλό χαρακτήρα υποχρεώσεών: "να υπηρετεί" με πίστη τον αληθινό Θεό και "να περιμένει τον Υιόν Του από τον ουρανό" (Α' Θεσσαλονικείς Δ/4: 13-18). Περιμένοντας τον Κύριο δεν θα πρέπει να μένουμε αδρανείς μέχρι να έρθει, αντίθετα έχουμε το μεγάλο προνόμιο να μπορούμε να εργαζόμαστε γι' Αυτόν. Γι' αυτό το σκοπό άλλωστε ο καθένας έχει λάβει έναν αριθμό ταλάντων (ικανότητα, υγεία, γνώση, υλικά αγαθά κ.ά.) για να τα χρησιμοποιήσει και να φέρει καρπό για τη δόξα Του, για τη σωτηρία αθανάτων ψυχών, που χάνονται λόγω της άγνοιας του Λόγου του Θεού (Ωσηέ Δ/4: 6).  
      Ο Κύριος, καθώς βρίσκεται με κάποιους από τους μαθητές Του στο όρος των Ελαιών, αναφέρει σ’ αυτούς την «παραβολή των ταλάντων». Λίγες μέρες πριν ευρισκόμενος στην Ιεριχώ τους είχε πει την παραβολή με τις «μνές» (Λουκάς ΙΘ/19: 11-27). 

 Ανάλυση της παραβολής των "μνων" αναφέρεται στο blog: giorgoskomninos.blogspot.com  Η δημοσίευση έγινε στις 25-08-19 με θέμα: "Η παραβολή των μνων". Πραγματευτείτε.

       Σκοπός της παραβολής των «μνών» ήταν να δείξει ότι η Βασιλεία του Θεού θα ερχόταν όχι άμεσα, αλλά στο μακρινό μέλλον. Η παραβολή των ταλάντων, την οποία τους αφηγείται τώρα, έχει πολλά κοινά χαρακτηριστικά με την προηγούμενη. Θα λέγαμε ότι αποτελεί μέρος της απάντησης στην ερώτηση των μαθητών για τη "δεύτερη Παρουσία" τού Κυρίου Ιησού Χριστού (Ματθαίος ΙΣ/16: 27). Αυτό που θέλει να τους τονίσει ο Κύριος είναι ότι κανείς δε θα πρέπει να είναι αδρανείς περιμένοντας τον Κύριο να έρθει, αλλά αντίθετα θα πρέπει να εργάζεται και να είναι επιμελείς στη σχέση του μαζί Του και σε όσα Εκείνος του έχει εμπιστευτεί. Με άλλα λόγια γίνεται λόγος για την υπηρεσία που καλούνται να προσφέρουν στο Χριστό εκείνοι που με τη χάρη Του σώθηκαν. 
       Στην ιστορία γίνεται λόγος για τις ευθύνες, που εμπιστεύθηκε ο Χριστός στους υπηρέτες Του. Έτσι λοιπόν γίνεται αναφορά για έναν άνθρωπο, ο οποίος πριν φύγει για ένα μακρινό ταξίδι, συγκέντρωσε τους δούλους του και τους εμπιστεύτηκε τα υπάρχοντά Του, τα οποία συνολικά ήταν οκτώ τάλαντα, για το χρονικό διάστημα μέχρι να επιστρέψει. Αποτελεί Βιβλική αλήθεια ότι δεν υπάρχει κανείς μέσα στην Εκκλησία του Χριστού που να μην έχει λάβει κάποιο "τάλαντο". Θα πρέπει να διευκρινίσουμε ότι όταν ο Κύριος αναθέτει σ' έναν υπηρέτη Του κάποιο καθήκον, του δίνει και τη δύναμη να το εκτελέσει. Το τάλαντο ήταν μονάδα μέτρησης μάζας που χρησιμοποιείτο στην αρχαιότητα από πολλούς λαούς της Μεσοποταμίας και της Μεσογείου και ζύγιζε 58,9 σημερινά κιλά. Εδώ πρόκειται για μια πολύ μεγάλη αξία που είναι αδύνατον να υπολογιστεί από το ανθρώπινο πεπερασμένο μυαλό. Πριν αναλύσουμε το θέμα θα πρέπει να κάνουμε μία σημαντική διευκρίνηση αναφερόμενοι στο (εδ. 18) της παραβολής: "το αργύριον του Κυρίου αυτού". Το τάλαντο που διαθέτω δεν είναι δικό μου, μου έχει χορηγηθεί από τον Κύριο. Είναι του Κυρίου και Αυτός μου το εμπιστεύθηκε για να το διαχειριστώ. 
      Ο Κύριος μας αναφέρει πώς μοίρασε τα υπάρχοντά του ο άνθρωπος της παραβολής. «Σ’ έναν έδωσε πέντε τάλαντα, σε άλλον δύο και σε κάποιον άλλο ένα». Η κατανομή δεν έγινε τυχαία, αλλά έγινε σύμφωνα με τις ικανότητες του καθενός, με σκοπό να τα διαχειριστούν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο και να αυξήσουν τα υπάρχοντα του Κυρίου τους. Ο Κύριος έδωσε «εις έκαστον κατά την ιδίαν αυτού ικανότητα» (εδ. 15). Ας μην κοιτάζουμε τα τάλαντα των άλλων και ας μη νομίζουμε ότι αδικηθήκαμε σε σχέση με κάποιον άλλον, αλλά θα πρέπει να ευχαριστούμε το Θεό γι’ αυτά που μας εμπιστεύτηκε και ποτέ να μην τα θεωρούμε λίγα. 
      Με αυτήν την παραβολή ο Κύριος θέλει να δείξει στους μαθητές Του ότι οι άνθρωποι που τους εμπιστεύεται και Τον εμπιστεύονται θα πρέπει να εργάζονται γι’ Αυτόν και τα υπάρχοντά Του, για τη Βασιλεία Του που είναι στους ουρανούς. Καθώς ο Κύριος τους προσφέρει τα τάλαντα, δεν τους δίνει καμία εντολή για το τι ακριβώς πρέπει να κάνουν. Ο καθένας είναι ελεύθερος να ενεργήσει και να εργαστεί σύμφωνα με την προαίρεση της καρδιάς του. Ένας μεγάλος νόμος που διέπει τη φυσική και πνευματική ζωή του ανθρώπου είναι η εργασία. Άλλωστε τόσο ο Ίδιος ο Κύριος όσο και ο Πατέρας Θεός εργάζονται «Ο Πατήρ μου εργάζεται έως τώρα, και εγώ εργάζομαι» (Ιωάννης Ε/5: 17). Αλήθεια πώς ζούμε και πώς εργαζόμαστε κατά την απουσία του Κυρίου μας; Περιμένοντας τον Κύριο, ας μην πούμε, όπως εκείνος ο "κακός δούλος", «βραδύνει να έλθει ο κύριός μου» (Ματθαίος ΚΔ/24: 48). Να έχουμε επίγνωση ότι «δεν βραδύνει ο Κύριος την υπόσχεσιν αυτού, ως τινές λογίζονται τούτο βραδύτητα, αλλά μακροθυμεί εις ημάς, μη θέλων να απολεσθώσι τινές, αλλά πάντες να έλθωσιν εις μετάνοιαν» (Β’ Πέτρου Γ/3: 9). Να περιμένουμε τον Κύριο εκτελώντας τις εντολές του. Ο Κύριος μας έχει πει: «πραγματευθείτε έως ου έλθω». Κρατήστε την αξία που σας εμπιστεύτηκα, μιλήστε γι’ αυτήν, αυξήστε την, διαπραγματευτείτε την, μέχρι να επιστρέψω και έλθω και πάλι κοντά σας. 
     Τα τάλαντα, οι μεγάλες αξίες, που ο Κύριος έχει εμπιστευτεί σε κάθε δικό Του παιδί είναι: 
-- Η κατανόηση εκ μέρους των ανθρώπων της Αγάπης του Θεού. Στο Ευαγγέλιο "κατά Ιωάννην" (κεφ. Γ/3, εδ. 16) αναφέρεται: «Διότι τόσον ηγάπησεν ο Θεός τον κόσμον, ώστε έδωκε τον Υιόν αυτού τον μονογενή, διά να μη απολεσθή πας ο πιστεύων εις αυτόν, αλλά να έχη ζωήν αιώνιον». 
-- Η αποκάλυψη στους ανθρώπους για τη δωρεάν κατά χάριν σωτηρία τους, την οποία προσφέρει και σήμερα ο Θεός σε όλους (Εφεσίους Β/2: 8). 
-- Να αντιληφθούν οι άνθρωποι ότι χωρίς πίστη είναι αδύνατον να ευαρεστήσουν το Θεό, καθώς επίσης και ότι ο Θεός γίνεται "μισθαποδότης εις τους εκζητούντας Αυτόν" (Εβραίους ΙΑ/11: 6). 
-- Να γνωρίσουν οι άνθρωποι τον αιώνιο και αψευδή Λόγο του Θεού, ο οποίος αποτελεί πνευματική τροφή για τον άνθρωπο. Ο Λόγος του Θεού δεν είναι λόγια που έγραψαν κάποιοι άνθρωποι σε κάποια μακρινή εποχή, αλλά είναι «λόγοι ζωής αιωνίου» (Ιωάννης Σ/6: 68). Είναι «είναι δύναμις Θεού προς σωτηρίαν εις πάντα τον πιστεύοντα» (Ρωμαίους Α/1: 16). Είναι λόγοι Θεού και γράφτηκαν διά Πνεύματος Αγίου.
     Μετά από πολύ καιρό επέστρεψε ο Κύριος των δούλων (εδώ γίνεται λόγος για τη δεύτερη έλευση του Κυρίου) και ζήτησε λογαριασμό από τους δούλους του σχετικά με τη διαχείριση των υπαρχόντων Του κατά τη διάρκεια της απουσίας Του. Η επάνοδος του Κυρίου θα αποκαλύψει το βαθμό της πιστότητας του καθενός.  
     Ας παρατηρήσουμε πώς αντιδρούν οι δούλοι στον ερχομό του Κυρίου τους. Όταν επέστρεψε ο Κύριος, τα συναισθήματα των δούλων δεν ήταν για όλους τα ίδια. Οι δύο πρώτοι θα ένιωθαν σιγουριά και θα ήταν χαρούμενοι και ικανοποιημένοι, ενώ ο τρίτος θα είχε φόβο, ανησυχία, παράπονο, αποστροφή. Οι δύο πρώτοι θα έτρεξαν με χαρά να δείξουν στον Κύριο τι έκαναν. Ο τρίτος δε θα έτρεξε, δεν είχε λόγο να βιαστεί, τον βάραινε ο φόβος των συνεπειών και τα αισθήματα ενοχής του. Εδώ μπαίνει ένα ερώτημα: Με τι αισθήματα καθημερινά ερχόμαστε μπροστά στον Κύριο; Ερχόμαστε με πόθο, με χαρά, με αγαλλίαση ή ερχόμαστε με αισθήματα λύπης, ενοχής και πολλές φορές αποφεύγουμε να Τον συναντήσουμε; Καθώς ο Θεός δεν είναι προσωπολήπτης (Πράξεις Ι/10: 34), όλα εξαρτώνται από τη σχέση εξάρτησης την οποία έχουμε με το Χριστό. Έτσι λοιπόν οι δούλοι αντιδρούν με τελείως διαφορετικό τρόπο. 
     Οι δύο πρώτοι είχαν χαρά μέσα τους, γιατί αμέσως μετά την αναχώρηση του Κυρίου τους δραστηριοποιήθηκαν και μετά από έναν συνεχή και αδιάκοπο αγώνα διπλασίασαν αυτά που είχαν λάβει. Η επιδοκιμασία του Κυρίου τους είναι φανερή μέσα από τα λόγια: «Εύγε καλέ και έμπιστε δούλε! Αποδείχτηκες αξιόπιστος στα λίγα, γι’ αυτό θα σου εμπιστευτώ πολλά. Έλα να γιορτάσεις μαζί μου». Η αμοιβή που θα δώσει ο Κύριος για την υπηρεσία εδώ κάτω είναι μία πιο όμορφη και πιο μεγάλη υπηρεσία στον ουρανό (εδ. 21 & Λουκάς ΙΘ/19: 17). Είναι αναγκαίο να διευκρινίσουμε ότι για τον Κύριο και τα 10 και τα 4 τάλαντα που προσκόμισαν είναι λίγα, όμως ο Κύριος επιβραβεύει την προθυμία και την πιστότητα με την οποία ενήργησαν οι δύο πρώτοι δούλοι. Αμείβει την πιστότητα και όχι την ποσότητα και μάλιστα με γενναιόδωρη αμοιβή χάριτος. Ο Κύριος, καθώς έρχεται, φέρνει μαζί Του και το «εύγε δούλε, αγαθέ και πιστέ» για όλους όσους Τον περιμένουν. Κάποιος ομιλητής είχε πει: «Ζούμε και περιμένουμε το χαμόγελο επιδοκιμασίας του Θεού». Γι’ αυτό το χαμόγελο αξίζει να διαθέσει κανείς μια ολόκληρη ζωή. 
      «είσελθε εις την χαράν». Μεγάλη η γενναιοδωρία, η Χάρη και το Έλεος του Κυρίου. Μέσα από την παραβολή φαίνεται ότι δεν είναι η κατοχή μεγάλων γνώσεων ή ιδιαίτερων επιδεξιοτήτων, που θα φέρουν την επιδοκιμασία του Θεού μέσα στη ζωή μας, αλλά η διάθεση της καρδιάς να εργαστεί με πιστότητα για αυτά που της έχουν εμπιστευτεί. Οι δύο πρώτοι δούλοι αντιπροσωπεύουν τους γνήσιους πιστούς του Χριστού, που ως αμοιβή θα έχουν να απολαύσουν τις ευλογίες της βασιλείας Του. Αυτοί είναι «οι αληθινοί προσκυνητές» που λατρεύουν το Θεό «εν πνεύματι και αληθεία». Και ας προσέξουμε και αυτή τη λεπτομέρεια: «ο Πατήρ τοιούτους ζητεί τους προσκυνούντας αυτόν» (Ιωάννης Δ/4: 23). Αυτούς ψάχνει να βρει καθημερινά το άγρυπνο μάτι του Θεού. Σ’ αυτούς ευαρεστείται ο Κύριος. Αυτός είναι ο σωστός τρόπος λατρείας, της «κατά χάριν σωτηρίας», της πίστης στο Ευαγγέλιο του Ιησού Χριστού. 
    Ο τρίτος δούλος. Διευκρινίζουμε ότι οι Χριστιανοί δεν έχουν όλοι τα ίδια τάλαντα, μπορούν όμως εξίσου να είναι πιστοί στη διαχείρισή τους. Αυτό είναι εκείνο που ζητά ο Κύριος από τους δικούς Του. Ο Χριστός δεν θα μας αμείψει στον ουρανό ανάλογα με το ποσό των αποτελεσμάτων μας, αυτό άλλωστε θα ήταν άδικο, αλλά ανάλογα με την πιστότητα που δείξαμε στο έργο Του, χρησιμοποιώντας τα τάλαντα που Εκείνος μας έδωσε. Αυτό δε μπόρεσε δυστυχώς "ο δούλος του ενός ταλάντου" να το καταλάβει. Το φαινομενικά μικρό τάλαντο του Κυρίου δεν θα πρέπει να το θεωρήσουμε ασήμαντο, να το περιφρονούμε και να μην το χρησιμοποιούμε με πιστότητα για τη δόξα Του. Άλλωστε η ζωή μας εδώ κάτω είναι μια δοκιμασία της πιστότητάς μας, που θα καθορίσει την υπηρεσία που θα μας ανατεθεί στον ουρανό. Στον ουρανό η υπηρεσία που θα ανατεθεί από τον Κύριο στον πιστό άνθρωπο θα είναι πιο μεγάλη και πιο όμορφη απ' ότι εδώ στη γη (εδ. 21 & Λουκάς ΙΘ/19: 17).
      Ο δούλος αυτός μην έχοντας εκτιμήσει όλα αυτά, δεν είχε να παρουσιάσει κάτι και για το λόγο αυτό προβάλλει διάφορες δικαιολογίες και ακόμα και προσβολές προς τον Κύριό Του. Αν είχε εργαστεί και είχε κερδίσει ένα ακόμα τάλαντο, θα είχε και αυτός την ίδια επιβράβευση με τους άλλους δύο. Δικαιολογεί την απραξία του κατηγορώντας τον Κύριο ότι ήταν σκληρός και παράλογος, ότι θερίζει εκεί που δεν έσπειρε και συνάζει καρπούς εκεί που δε φύτεψε. Ο Κύριος δε διαφωνεί με τις παραπάνω κατηγορίες και του υποβάλει το ερώτημα: «Αφού γνώριζες όλα αυτά για μένα, γιατί δεν έβαλες τα χρήματα στην τράπεζα ώστε να υπάρξει κάποιος τόκος;» «Εκ του στόματός σου θέλω σε κρίνει, πονηρέ δούλε» (Λουκάς ΙΘ/19: 22). Ο Κύριος βλέποντας την απιστία του, που τον οδήγησε σε απραξία, επέπληξε με μεγάλη  αυστηρότητα το δούλο εκείνον και τον κατηγόρησε ότι ήταν κακός και οκνηρός. Με την παραβολή αυτή ο Κύριος θέλει να δείξει τη διαφορά ανάμεσα στην ΠΙΣΤΌΤΗΤΑ & ΕΠΙΜΈΛΕΙΑ από τη μία πλευρά και από την άλλη και την αδιαφορία   την ΠΑΡΑΜΈΛΗΣΗ ΤΩΝ ΕΥΚΑΙΡΙΏΝ, που προσφέρονται σε κάθε πιστό άνθρωπο. 
        Θα πρέπει να ερευνήσουμε τι ακριβώς εννοεί ο Κύριος όταν λέγει: «έπρεπε λοιπόν να βάλεις το αργύριόν μου εις τους τραπεζίτας» (εδ. 27). Εννοεί ότι, όταν κάποιος θεωρεί ότι δε μπορεί να διαχειριστεί εκείνα που του έχουν εμπιστευτεί, για παράδειγμα, δε μπορεί να πάει Ιεραπόστολος στη Νέα Γουινέα που είχε πάει ο αείμνηστος Κώστας Μακρής, ας σταθεί δίπλα στον Ιεραπόστολο βοηθώντας στην εκτέλεση του έργου. Ας σταθεί κοντά σ’ ένα χριστιανικό ίδρυμα περίθαλψης, παροχής βοήθειας, σε μία Χριστιανική εκδοτική εταιρεία, ας βρει έναν τρόπο να ενεργήσει σε συνεργασία με άλλους, που έχουν τη δυνατότητα να κάνουν περισσότερα πράγματα και ας «τρέχει μεθ’ υπομονής» σ’ ένα δευτερεύοντα ρόλο. Άλλωστε η Εκκλησία υπάρχει, ώστε να μπορεί να σταθεί στα αδύναμα μέλη της και με τη συνεργασία όλων να αυξήσει τη δύναμή τους. Ένα πράγμα δεν επιτρέπεται ηθικά να κάνει ο δούλος του Κυρίου, να "θάψει" το τάλαντό του. Ν' αδιαφορήσει για την υπηρεσία που του έχει ανατεθεί. Θα μπορούσαμε να συμπεράνουμε ότι οι δύο πρώτοι δούλοι είχαν συνδεθεί με το Χριστό με δεσμούς αγάπης, ο τρίτος είχε συνδεθεί μαζί Του από φόβο. 
       Ο Κύριος γνωρίζοντας τις ικανότητες αυτού του δούλου δεν περίμενε εντυπωσιακά πράγματα απ' αυτόν, γι' αυτό άλλωστε του έδωσε ένα τάλαντο. Αυτό ήταν το όριο των δυνατοτήτων του. Όλοι δεν έχουμε τις ίδιες ικανότητες, γι' αυτό ο Κύριος δεν περιμένει απ' όλους μας τα ίδια αποτελέσματα. Όμως από τον καθένα κάτι περιμένει και αν παρατηρήσουμε θα δούμε ότι το ίδιο ακριβώς εγκάρδιο "Εύγε" είχε και για τους δύο πρώτους δούλους, ανεξάρτητα αν ο καθένας πέτυχε διαφορετικά αποτελέσματα. Το ίδιο "Εύγε" θα είχε και για το δούλο του ενός ταλάντου, αν το χρησιμοποιούσε όπως έπρεπε για τον Κύριό Του.  
      «Πονηρέ δούλε και οκνηρέ». Πρόκειται για δύο κατηγορίες πολύ βαριές, που όμως παρουσιάζονται πολλές φορές στη ζωή των ανθρώπων. Το αποτέλεσμα είναι να μένουν αδρανείς στο πνευματικό έργο που τους έχει ανατεθεί. Ο δρόμος που ακολουθεί ο τρίτος δούλος είναι ο δρόμος της θρησκείας, δηλαδή ο δρόμος της σωτηρίας του ανθρώπου με τα δικά του έργα και όχι διά της πίστεως και υπακοής στο Θεό. Ο δρόμος αυτός μέσα στο Λόγο του Θεού έχει ονομαστεί: «η οδός του Κάιν» (Επιστολή Ιούδα Α/1: 11). Ο Κάιν δεν αγνοούσε το Θεό και όπως φαίνεται ήταν αυτός που προέτρεψε τον αδελφό του τον Άβελ να πάνε να προσευχηθούν. Δεν ενήργησε όμως με πίστη και σύμφωνα με τον τρόπο λατρείας που ο Θεός είχε υποδείξει, αλλά προσδιόρισε μόνος του τον τρόπο λατρείας και τη σχέση του με το Θεό. Με τον τρόπο αυτό απέρριψε τη σωτηρία «δια του αίματος» (Κολοσσαείς Α/1: 14). Αποτέλεσμα αυτού ήταν ο Θεός την προσφορά του Κάιν να μην τη δει με ευχαρίστηση και να την απορρίψει, γιατί δεν ήταν σύμφωνη με το θέλημά Του και πάνω απ’ όλα δεν προσφέρθηκε με πίστη. Η αυτοπροσδιοριζόμενη στάση του Κάιν στη σχέση του με το Θεό δεν έφερε πνευματικό αποτέλεσμα, αντίθετα τον απομάκρυνε απ’ Αυτόν και του δημιούργησε την εντύπωση ότι ο Θεός τον μισεί. Διαχρονικά ο "Κάιν", μέσα από μια χαλαρή σχέση με το Θεό, δε γνωρίζει τι να κάνει και έτσι αδρανεί και θάβει το τάλαντο, που ο Θεός του έχει εμπιστευτεί και δεν εργάζεται για να το αυξήσει. 
    Ο τρίτος δούλος  ενεργεί με τον τρόπο αυτό γιατί δεν ξέρει τι πρέπει να κάνει. Δυσκολεύεται ο  τυπικά θρησκευόμενος άνθρωπος να καταλάβει την έννοια ενός Κυρίου, ο οποίος δωρίζει, χαρίζει, μοιράζει, αγαπάει χωρίς όρους και όρια και που φλέγεται από τον πόθο για τη σωτηρία του ανθρώπου.  
     Η κάθε θρησκεία πάντοτε παρουσιάζει ένα Θεό αυστηρό, σκληρό, άτεγκτο τιμωρό. Ας ξαναδούμε τα λόγια: «Κύριε, σε εγνώρισα ότι είσαι σκληρός άνθρωπος, θερίζων όπου δεν έσπειρας και συνάγων όθεν δεν διεσκόρπισας». Βλέπει το Θεό ως σκληρό δυνάστη, τιμωρό, έτοιμο να ζητήσει, να απαιτήσει και να πάρει από τον άνθρωπο και έτσι γεμίζει η καρδιά του από φόβο για το Θεό. Μέσα από την τήρηση κάποιων θρησκευτικών νόμων και διατάξεων ο άνθρωπος προσπαθεί να προστατευτεί από ένα τόσο σκληρό Θεό. Ο δούλος αυτός γνωρίζοντας όλα αυτά δεν έχει κανένα ενδιαφέρον να κάνει κάτι και το μόνο που τον ενδιαφέρει είναι να μην κάνει κάτι λάθος και προκαλέσει την οργή του Θεού.
      Όποιος φοβάται τον Θεό είναι πραγματικά παράλογος, γιατί "ο Θεός είναι αγάπη" (Α' Ιωάννου Δ/4: 8 & 16), τι να φοβηθεί κανείς από την αγάπη; Ο φόβος κάνει τους ανθρώπους θρησκόληπτους και όχι πραγματικούς Χριστιανούς. Δημιουργεί ανθρώπους που δεν είναι ελεύθεροι απέναντι στο Θεό,  που βλέπουν το Θεό ως σκληρό τιμωρό και Τον αγαπούν από φόβο και μόνον. Ας θυμηθούμε τα λόγια εκείνου του ανθρώπου στην παραβολή του «ασώτου υιού», που ήταν μέσα στο σπίτι του Πατέρα. «Ο δε αποκριθείς είπε προς τον πατέρα Ιδού, τόσα έτη σε δουλεύω, και ποτέ εντολήν σου δεν παρέβην και εις εμέ ουδέ ερίφιον έδωκάς ποτέ διά να ευφρανθώ μετά των φίλων μου» (Λουκάς ΙΕ/15: 13). Πρόκειται για μία σχέση υιού προς πατέρα εντελώς ψυχρή, τυπική, χωρίς αγάπη, χωρίς εσωτερική παρόρμηση. «Εγώ έκανα αυτό.... εσύ έπρεπε να κάνεις το άλλο…». Η "καρδιά" της θρησκείας είναι η τήρηση κάποιων τυπικών νόμων. 
       Με τον τρόπο αυτό ο άνθρωπος προσπαθεί να εξευμενίσει το Θεό με τα έργα του, χωρίς ποτέ να το καταφέρνει για να είναι εντάξει απέναντί Του. Ο Απ. Παύλος νουθετώντας τον Τιμόθεο στην πίστη δίνει την εικόνα όλων αυτών των ανθρώπων: «έχοντες μεν μορφήν ευσεβείας, ηρνημένοι δε την δύναμιν αυτής. Και τούτους φεύγε» (Β’ Τιμοθέου Γ/3: 5). Άλλο η «ευσέβεια» που θα πρέπει να διέπει το Χριστιανό και άλλο η «μορφή ευσεβείας» που διέπει το θρήσκο άνθρωπο. Η καρδιά της θρησκείας είναι να είναι ο άνθρωπος τυπικά εντάξει. Ο δούλος αυτός ήταν τυπικά εντάξει, αφού ένα τάλαντο έλαβε, ένα επέστρεψε, ψυχικά όμως ήταν ξένος και αδιάφορος προς το έργο που του είχε ανατεθεί.
      Μπορεί οι άνθρωποι της θρησκείας να επικαλούνται το Όνομα του Θεού, όμως ο Κύριος υπήρξε κατηγορηματικός: «Δεν θα μπει μέσα στη βασιλεία των ουρανών καθένας που λέει σε μένα: Κύριε, Κύριε αλλ' αυτός που πράττει το θέλημα του Πατέρα μου, ο οποίος είναι στους ουρανούς» (Ματθαίος Ζ/7: 21). Ο τρόπος σκέψης και δράσης των δύο πρώτων δούλων είναι τελείως διαφορετικός από του τρίτου. Οι δύο πρώτοι ενεργούν, όπως ακριβώς ενήργησε ο δίκαιος Άβελ, που είναι το πρότυπο του «καλού και αγαθού», του ανθρώπου που ενεργεί με πίστη, με αγάπη και πάνω απ’ όλα με απόλυτη υπακοή στο θέλημα του Θεού. Έτσι το Έργο της σωτηρίας, δια Ιησού Χριστού, καρποφορεί και τα τάλαντα του πιστού ανθρώπου αυξάνονται. 
      Οι δύο πρώτοι δούλοι ενεργούν από ευγνωμοσύνη στον Κύριό τους για όλα όσα έκανε γι’ αυτούς. Το κάνουν από αγάπη και θαυμασμό, καθώς η καρδιά τους έχει γεμίσει από ένα «τόσο μεγάλο Έργο σωτηρίας» (Εβραίους Β/2: 3). Ενεργούν καθώς έχουν γνωρίσει μέσα στη ζωή τους την «ανεκδιήγητη δωρεά του Θεού» (Β’ Κορινθίους Θ/9: 15). Μια δωρεά Χάρης και Ελέους, αιώνιας σωτηρίας. Η ψυχή, μόλις απολυτρωθεί δια Ιησού Χριστού από τα δεσμά της αμαρτίας και εισέλθει στον ελεύθερο χώρο της πνευματικής σχέσης και της Χάρης του Θεού, δεν μπορεί να μείνει αργή, δεν μπορεί να μείνει χωρίς έργο. Θέλει από ευγνωμοσύνη ν' ανταποδώσει. Θέλει να τα δώσει όλα, γιατί δια Ιησού Χριστού της δόθηκαν όλα. 
      Δύο δρόμους μας παρουσιάζει τούτη η παραβολή. Ο ένας είναι ο δρόμος της τυπικής θρησκείας και ο άλλος ο δρόμο της χάρης, της αγάπης, της λατρείας και της ψυχικής και πνευματικής σύνδεσης του ανθρώπου με το Θεό. Το ερώτημα είναι σε ποιο δρόμο βρίσκομαι. Στο βιβλίο του "Εκκλησιαστή" αναφέρεται: «υπάρχει οδός ήτις φαίνεται ορθή εις τον άνθρωπον, αλλά τα τέλη αυτής είναι οδοί θανάτου» (Παροιμίαι ΙΣ/16: 25). 
        Καθώς ο Κύριος έρχεται, τα σημεία των καιρών βοούν, τα βήματά Του ακούγονται, η προτροπή του προφήτη Αμώς (κεφ. Δ/4: 12) είναι πιο επίκαιρη από κάθε άλλη φορά: «ετοιμάσθητι να απαντήσης τον Θεόν σου». Ας περιμένουμε το χαμόγελο του Θεού και ας είμαστε έτοιμοι να ακούσουμε από το στόμα Του: «Εύγε, δούλε αγαθέ και πιστέ εις τα ολίγα εστάθης πιστός, επί πολλών θέλω σε καταστήσει είσελθε εις την χαράν του κυρίου σου». ---

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου