Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Τετάρτη 24 Νοεμβρίου 2021

ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΙΑΤΙΚΟ ΜΗΝΥΜΑ

    ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΙΑΤΙΚΟ ΜΗΝΥΜΑ. 

    Επιστολή «Α’ Ιωάννου»,  κεφ. Δ/4,  εδ. 9 – 11. 

     «Εν τούτω εφανερώθη η αγάπη του Θεού προς ημάς, ότι τον Υιόν αυτού τον μονογενή απέστειλεν ο Θεός εις τον κόσμον, διά να ζήσωμεν δι' αυτού. Εν τούτω είναι η αγάπη, ουχί ότι ημείς ηγαπήσαμεν τον Θεόν, αλλ' ότι αυτός ηγάπησεν ημάς και απέστειλε τον Υιόν αυτού ιλασμόν περί των αμαρτιών ημών».
      
    «Έτσι αποδείχτηκε η αγάπη του Θεού μας: Απέστειλε τον Υιό του το μονογενή στον κόσμο για να μας χαρίσει τη νέα ζωή, αν ενωθούμε μ’ αυτόν. Αυτό είναι το χαρακτηριστικό της αγάπης του Θεού: Όχι ότι εμείς αγαπήσαμε το Θεό, αλλά ότι αυτός μας αγάπησε και έστειλε τον Υιό του, που θυσιάστηκε για να μας ελευθερώσει από τις αμαρτίες μας» (Μετάφραση Βιβλικής Εταιρείας). 

     ΣΧΟΛΙΑ: 
    Ο αιώνιος λόγος του Θεού μας αποκαλύπτει ότι η αιτία όλων των δεινών, όλων των δραμάτων που εξελίσσονται γύρω μας, των θλίψεων, των φόβων που μαστίζουν την ανθρωπότητα είναι η αμαρτία. Aμαρτία είναι η παράβαση του Νόμου του Θεού (Α΄ Ιωάννου Γ/3: 4). Η αμαρτία είναι η μόνη δύναμη που μπορεί να απομακρύνει τον άνθρωπο από το Θεό και να τον νεκρώσει ψυχικά και σωματικά. Κάποτε ένας βασιλιάς που λεγόταν Βαλάκ ζήτησε από έναν άνθρωπο, που λεγόταν Βαλαάμ και ισχυριζόταν ότι ήταν προφήτης, να καταραστεί το λαό του Θεού, τον Ισραήλ, ώστε να μπορέσει να τον νικήσει. Η απάντηση του «προφήτη» ήταν ότι αυτό δε γίνεται, γιατί όσο και να καταριέσαι εκείνους τους οποίους ο Θεός ευλογεί, δε μπορεί να υπάρξει αρνητικό αποτέλεσμα. Ο βασιλιάς τον πίεσε και του έστειλε πολλά δώρα, για να βρει έναν τρόπο να καταραστεί το λαό. Μετά από πολύ κόπο ο «προφήτης» είπε στο βασιλιά: «Βασιλιά για να ηττηθεί ο λαός του Θεού θα πρέπει ανάμεσα σ’ αυτόν και το Θεό να μπει αμαρτία, άλλος τρόπος δεν υπάρχει» βιβλίο «Αριθμών» (κεφ. ΚΒ/22 & ΚΔ/24).

 ---Σχετική ανάλυση του γεγονότος έχει δημοσιευτεί στο blog: giorgoskomninos.blogspot.com στις 15-11-2018. 

    Ας εξετάσουμε όμως τα πράγματα από την αρχή. O άνθρωπος μέσα στον κήπο της Εδέμ ήταν  σε συνεχή κοινωνία με το Θεό. Τα ωραία εκείνα δειλινά ο Θεός κατέβαινε περπατούσε και συνομιλούσε με τους ανθρώπους (Γένεση Γ/3: 8) και είχε επικοινωνία μαζί τους. Την ειδυλλιακή εκείνη σχέση ήρθε να ανακόψει η αμαρτία, η αποστασία, η ανταρσία του ανθρώπου από το θέλημα του Θεού. Ο Θεός είχε προειδοποιήσει τον άνθρωπο «καθ' ην ημέραν φάγης απ' αυτού, θέλεις εξάπαντος αποθάνει» (Γένεση Β/2: 17). Ο άνθρωπος, μέσα στην ελευθερία που ο Θεός του έχει δώσει, αγνόησε την εντολή Του, παράκουσε το θέλημά Του, στηρίχτηκε στις δικές του δυνάμεις και εναντιώθηκε στον Πλάστη και Δημιουργό του. Με άλλα λόγια αποφάσισε να ζήσει μακριά και ανεξάρτητα από την πηγή της ζωής που είναι ο Θεός. 
   Σ’ αυτή την κατάσταση ο άνθρωπος βάδιζε ολοταχώς προς τον αιώνιο θάνατο. Για να αποκατασταθούν οι σχέσεις του ανθρώπου με το Θεό, θα έπρεπε να καταργηθεί το εμπόδιο, δηλ. η αμαρτία. Ο Θεός δε μπορούσε να πει μέσα στην αγάπη Του: «αθώος ο άνθρωπος», γιατί μπορεί να είναι Θεός Αγάπης και Ελέους, αλλά είναι και Θεός Δικαιοσύνης και με μία τέτοια πράξη αθώωσης του αμαρτωλού θα κατέλυε τη δικαιοσύνη και θα γινόταν άδικος. Μέσα από την παρακοή του Αδάμ η αμαρτία μπήκε σε όλους τους ανθρώπους. Ο λόγος του Θεού αναφέρει: «Διά τούτο καθώς δι' ενός ανθρώπου η αμαρτία εισήλθεν εις τον κόσμον και διά της αμαρτίας ο θάνατος, και ούτω διήλθεν ο θάνατος εις πάντας ανθρώπους, επειδή πάντες ήμαρτον» (Ρωμαίους Ε/5: 12). 
    Καθώς ο άνθρωπος συντετριμμένος βγαίνει έξω από τον Παράδεισο, ο Θεός του δίνει τη μεγάλη υπόσχεση ότι μια μέρα θα ερχόταν ένας Λυτρωτής, ένας Ελευθερωτής, για να τον απελευθερώσει από τα δεσμά που του επέβαλε η αμαρτία του, από τις φυλακές του διαβόλου. «και έχθραν θέλω στήσει αναμέσον σου και της γυναικός, και αναμέσον του σπέρματός σου και του σπέρματος αυτής αυτό θέλει σου συντρίψει την κεφαλήν, και συ θέλεις κεντήσει την πτέρναν αυτού» (Γένεση Γ/3: 15). Πρόκειται για τη μεγάλη υπόσχεση, για "το σπέρμα της γυναικός", για τον ερχομό του ελευθερωτή Ιησού Χριστού, που θα ερχόταν για να συντρίψει το κεφάλι του διαβόλου. 
     Για αιώνες ακολούθησε πνευματικό σκοτάδι. Οι άνθρωποι μέσα στην άγνοια και την πνευματική τους τύφλωση προσπαθούσαν να επανέλθουν στην Εδέμ, χωρίς να μπορούν να το καταφέρουν. Η παιδεία, απόλυτα αναγκαία για τον άνθρωπο, δεν μπόρεσε να τον επαναφέρει και να τον "εξυψώσει" στη σχέση του με το Θεό. Οι θρησκείες που έφτιαξε ο άνθρωπος τον οδήγησαν στην πλήρη σύγχυση και του έδωσαν ψεύτικες ελπίδες. 
     Η παρακοή έφερε στον άνθρωπο το θάνατο, πρώτα πνευματικά και στη συνέχεια σωματικά. Έτσι για το Θεό όλοι γίναμε νεκροί, ένοχοι, αμαρτωλοί, αποστάτες και είχαμε ανάγκη από συγχώρηση, γιατί η αμαρτία μας είχε κάνει «τέκνα οργής» του Θεού (Εφεσίους Β/2: 3). Είχαμε ανάγκη από λυτρωτή, από κάποιον που θα έμπαινε ανάμεσα και θα συγκρατούσε την οργή του Θεού, που θα μας εξιλέωνε, θα πλήρωνε για μας και θα συγχωρούσε την αμαρτία μας, ώστε να μπορούμε να κάνουμε μια καινούργια αρχή, ένα καινούργιο ξεκίνημα στη σχέση μας με το Θεό. 
    Πώς θα μπορούσε ο Θεός να παραμείνει δίκαιος, δηλ. πιστός απέναντι στη φύση Του και τη δικαιοσύνη Του και ταυτόχρονα να μπορεί να δικαιώνει και τον ασεβή άνθρωπο; Ο Νόμος όριζε ως μισθό της αμαρτίας το θάνατο (Ρωμαίους Σ/6: 23). Συνεπώς ο άνθρωπος έπρεπε να πεθάνει. Στο τίμημα αυτό δεν υπάρχει έκπτωση. Το μόνο που θα μπορούσε να γίνει έτσι, ώστε να μην πεθάνει ο αμαρτωλός άνθρωπος, ήταν στη θέση του ανθρώπου να πεθάνει κάποιος άλλος που δε θα είχε κάνει αμαρτία, ως αντικαταστάτης του. 
    Ο αθώος αυτός που θα έμπαινε ανάμεσα στο δίκαιο Θεό και τον αμαρτωλό άνθρωπο, για να τους ενώσει, θα έπρεπε να υποστεί την τιμωρία εξαιτίας της αμαρτίας μας και να πεθάνει, διότι «άνευ χύσεως αίματος δεν γίνεται άφεσις» (Εβραίους Θ/9: 22). Ένα τέτοιο άτομο δε θα μπορούσε να βρεθεί πάνω στη γη, γιατί ο λόγος του Θεού μας λέει: «πάντες ήμαρτον και υστερούνται της δόξης του Θεού» (Ρωμαίους Γ/3: 23). Μπροστά στο πλήρες αδιέξοδο ο Παντοδύναμος Θεός έθεσε σε εφαρμογή ένα σχέδιο, το οποίο μέσα στην πανσοφία Του είχε συλλάβει «προ καταβολής κόσμου» για το ενδεχόμενο της πτώσεως του ανθρώπου (Α΄ Πέτρου Α/1: 20). Έτσι λοιπόν ο Θεός από αγάπη έδωσε τον Άγιο, τον αναμάρτητο Υιόν Του το μονογενή και πέθανε Αυτός πάνω στο σταυρό παίρνοντας τη θέση τη δική μας. Έτσι δια Ιησού Χριστού η σχέση του ανθρώπου με το Θεό αποκαταστάθηκε, γιατί η αμαρτία πληρώθηκε από το Χριστό και έτσι ο άνθρωπος έπαψε να είναι ένοχος. Ο αναμάρτητος έγινε για μας αμαρτία - κατάρα - πάνω στο σταυρό του Γολγοθά. Έτσι λοιπόν «παρεδόθη διά τας αμαρτίας ημών και ανέστη διά την δικαίωσιν ημών» (Ρωμαίους Δ/4: 25). 
    Ο αιώνιος Λόγος του Θεού μας αποκαλύπτει σχετικά με το Πρόσωπο του Λυτρωτή μας, του αντικαταστάτη μας στο θάνατο: «όστις ήτο μεν προορισμένος προ καταβολής κόσμου, εφανερώθη δε εν τοις εσχάτοις καιροίς διά σας τους πιστεύοντας δι' αυτού εις τον Θεόν, τον αναστήσαντα αυτόν εκ νεκρών και δόντα εις αυτόν δόξαν, ώστε η πίστις σας και η ελπίς να ήναι εις τον Θεόν» (Α’ Πέτρου Α/1: 20,21). Δύο μόνο λέξεις έρχονται να δώσουν όλο το νόημα της ενανθρώπισης του Υιού του Θεού: «διά σας». Για μας γεννήθηκε, για μένα και για σένα ήρθε στο κόσμο μας ο Ιησούς Χριστός. Πόσο αλήθεια συγκλονιστικό είναι εκείνο που αναφέρεται στο σύμβολο της πίστεως: «Τὸν δι' ἡμᾶς τοὺς ἀνθρώπους καὶ διὰ τὴν ἡμετέραν σωτηρίαν κατελθόντα ἐκ τῶν οὐρανῶν καὶ σαρκωθέντα ἐκ Πνεύματος Ἁγίου καὶ Μαρίας τῆς Παρθένου καὶ ἐνανθρωπήσαντα». 
   Εγκλωβισμένος ο άνθρωπος μέσα στα σκοτάδια της αμαρτίας δεν είχε κανέναν τρόπο απεγκλωβισμού. Δεν υπήρχε τρόπος δικαίωσης και συμφιλίωσής του με το Θεού. Δεν μπορούσε αδελφός να σώσει αδελφό. Ο ψαλμωδός αναφέρει: "κανένας δεν μπορεί ποτέ να εξαγοράσει αδελφό ούτε να δώσει στον Θεό λύτρο γι' αυτόν" (Ψαλμός ΜΘ/49: 7). Επειδή το πρόσωπο αυτό δε μπορούσε να το δώσει η γη, άνοιξε ο ουρανός και το προσέφερε. Το μοναδικό πρόσωπο σε ολόκληρο το σύμπαν που είχε την ικανότητα να σηκώσει επάνω Του τις αμαρτίες μας ήταν ο αναμάρτητος, ο άπειρος, ο παντοδύναμος Υιός του Θεού. Μόνον Αυτός θα μπορούσε να γίνει «ιλασμός περί των αμαρτιών ημών, και ουχί μόνον περί των ημετέρων, αλλά και περί όλου του κόσμου» (Α’ Ιωάννου Β/2: 2). 
      Η Αγία Γραφή μας αποκαλύπτει το Πρόσωπο του Χριστού με τα λόγια: «όστις είναι εικών του Θεού του αοράτου, πρωτότοκος πάσης κτίσεως, επειδή δι' αυτού εκτίσθησαν τα πάντα, τα εν τοις ουρανοίς και τα επί της γης, τα ορατά και τα αόρατα, είτε θρόνοι είτε κυριότητες είτε αρχαί είτε εξουσίαι τα πάντα δι' αυτού και εις αυτόν εκτίσθησαν και αυτός είναι προ πάντων, και τα πάντα συντηρούνται δι' αυτού» (Κολοσσαείς Α/1: 15-17). Επίσης ο συγγραφέας της επιστολής «προς Ρωμαίους» (κεφ. Α/1, εδ. 10-12) αναφέρει: «Συ κατ' αρχάς, Κύριε, την γην εθεμελίωσας, και έργα των χειρών σου είναι οι ουρανοί αυτοί θέλουσιν απολεσθή, συ δε διαμένεις και πάντες ως ιμάτιον θέλουσι παλαιωθή και ως περιένδυμα θέλεις τυλίξει αυτούς και θέλουσιν αλλαχθή Συ όμως είσαι ο αυτός, και τα έτη σου δεν θέλουσιν εκλείψει». Ο ίδιος ο Κύριος λέει για τον Εαυτόν Του: «Εγώ είμαι το Α και το Ω, η αρχή και το τέλος» (Αποκάλυψη ΚΑ/21: 6). 
    Αυτός ήταν το μοναδικό Πρόσωπο που μπορούσε να πεθάνει πληρώνοντας τα λύτρα της αμαρτίας μας και να μας επαναφέρει κοντά στο Θεό, από τον οποίον είχαμε απομακρυνθεί. Για να γίνει αυτό, θα έπρεπε ο αντικαταστάτης μας να γίνει όμοιος με εμάς χωρίς να έχει κληρονομήσει την αμαρτία (Φιλιππησίους Β/2: 7). Θα έπρεπε να ταπεινώσει τον Εαυτόν Του με το να γίνει υπήκοος μέχρι σταυρικού θανάτου (Φιλιππησίους Β/2: 8). Θα έπρεπε να αναμετρηθεί με την αμαρτία, να αντιμετωπίσει και να νικήσει τον ανθρωποκτόνο σατανά (Ιωάννης Η/8: 44), τον εχθρό της ανθρώπινης ψυχής. Έπρεπε να εξαγοράσει τον αμαρτωλό άνθρωπο από τα δεσμά του, να απελευθερώσει τους αιχμαλώτους από τον εχθρό, καταβάλλοντας ως τίμημα, όχι αίμα τράγων και μόσχων, όπως γινόταν στην Παλαιά Διαθήκη «αλλά διά του ιδίου αυτού αίματος, εισήλθεν άπαξ εις τα άγια, αποκτήσας αιωνίαν λύτρωσιν» (Εβραίους Θ/9: 12). Ο Μέγας Αρχιερέας, ο Ιησούς Χριστός μπήκε στα «Άγια των Αγίων» και προσέφερε το αίμα Του για τη δική μας εξιλέωση από την αμαρτία, για τη δική μας σωτηρία. Στην επιστολή «Α’ Πέτρου» (κεφ. Α/1, εδ. 18,19) αναφέρεται: «εξεύροντες ότι δεν ελυτρώθητε από της ματαίας πατροπαραδότου διαγωγής υμών διά φθαρτών, αργυρίου ή χρυσίου, αλλά διά του τιμίου αίματος του Χριστού, ως αμνού αμώμου και ασπίλου». 
    Καθώς ήρθε ανάμεσά μας, καταφρονήθηκε και απορρίφθηκε από τους ανθρώπους και θεωρήθηκε ως μηδέν. Φάνηκε σαν «άνθρωπος θλίψεων και δόκιμος ασθενείας». Πληγώθηκε και πάνω στο σταυρό χωρίστηκε από τον Πατέρα Θεό. Ο προφήτης Ησαΐας επτακόσια χρόνια προ Χριστού, διά Πνεύματος Αγίου, κάνει μια τραγική διαπίστωση: «Αυτός τωόντι τας ασθενείας ημών εβάστασε και τας θλίψεις ημών επεφορτίσθη ημείς δε ενομίσαμεν αυτόν τετραυματισμένον, πεπληγωμένον υπό Θεού και τεταλαιπωρημένον. Αλλ' αυτός ετραυματίσθη διά τας παραβάσεις ημών, εταλαιπωρήθη διά τας ανομίας ημών, η τιμωρία, ήτις έφερε την ειρήνην ημών, ήτο επ' αυτόν και διά των πληγών αυτού ημείς ιάθημεν» (Ησαΐας ΝΓ/53). 
    Για να μας εκπροσωπήσει επάξια μπροστά στη Θεία Δικαιοσύνη, έπρεπε να τραυματιστεί για τις παραβάσεις μας και να ταλαιπωρηθεί για τις ανομίες μας. Έπρεπε με τη θυσία Του να γίνει ο μοναδικός μεσίτης (Α’ Τιμοθέου Β/2: 5) ανάμεσα στον άνθρωπο και το Θεό. Έπρεπε να πάρει τη θέση του αντικαταστάτη και με τη θέλησή Του να πεθάνει Αυτός στη θέση τη δική μας. 
    Ποια ήταν η αντίδραση του Υιού του Θεού σ’ αυτήν τη μοναδική πρόκληση; «τότε είπεν Ιδού, έρχομαι διά να κάμω, ω Θεέ, το θέλημά σου» (Εβραίους Ι/10: 9). Ο Κύριος των Κυρίων, ο Βασιλιάς των Βασιλιάδων, ένα σκοτεινό βράδυ σηκώθηκε από το θρόνο Του στον ουρανό, ξεντύθηκε τη δόξα που είχε κοντά στο Θεό και έγινε άνθρωπος. Ο Απ. Παύλος μας αναφέρει: «όστις εν μορφή Θεού υπάρχων, δεν ενόμισεν αρπαγήν το να ήναι ίσα με τον Θεόν, αλλ' εαυτόν εκένωσε λαβών δούλου μορφήν, γενόμενος όμοιος με τους ανθρώπους και ευρεθείς κατά το σχήμα ως άνθρωπος, εταπείνωσεν εαυτόν γενόμενος υπήκοος μέχρι θανάτου, θανάτου δε σταυρού» (Φιλιππησίους Β/2: 6-8). 
        Η ενανθρώπιση του Υιού του Θεού έγινε, για να δώσει ο ουρανός ένα συγγενή στην ανθρωπότητα με σάρκα και αίμα. Αυτό ήταν αναγκαίο «για να λάβουμε την υιοθεσία» (Ρωμαίους Η/8: 15 & Γαλάτας Δ/4: 5). Έπρεπε να καταργηθεί η εχθρότητα που υπήρχε μεταξύ του Θεού και του ανθρώπου εξαιτίας της αμαρτίας και να μας υιοθετήσει ο Θεός σε μια αιώνια σχέση ειρήνης και φιλίας μαζί Του. Έτσι λοιπόν «όταν ήλθε το πλήρωμα του χρόνου, εξαπέστειλεν ο Θεός τον Υιόν αυτού, όστις εγεννήθη εκ γυναικός και υπετάγη εις τον νόμον, διά να εξαγοράση τους υπό νόμον, διά να λάβωμεν την υιοθεσίαν» (Γαλάτας Δ/4: 4). 
    Ο Χριστός έλαβε σάρκα και αίμα, έγινε όμοιος με μας, για να μπορέσει να πεθάνει και να μας αντικαταστήσει μπροστά στη Θεία Δικαιοσύνη. «Επειδή, λοιπόν, τα παιδιά έγιναν κοινωνοί σάρκας και αίματος, κι αυτός παρόμοια έγινε μέτοχος από τα ίδια, για να καταργήσει, διαμέσου τού θανάτου, αυτόν που έχει το κράτος τού θανάτου, δηλαδή, τον διάβολο» (Εβραίους Β/2: 14). Οι άγγελοι που Τον συνόδευαν Τον υμνούσαν και Τον δόξαζαν με τα λόγια: «Δόξα εν υψίστοις Θεώ και επί γης ειρήνη, εν ανθρώποις ευδοκία» (Λουκάς Β/2: 14). Ένας άλλος άγγελος εμφανίστηκε εκείνο το βράδυ στους ποιμένες και τους είπε τα χαρμόσυνα νέα: «Μη φοβείσθε διότι ιδού, ευαγγελίζομαι εις εσάς χαράν μεγάλην, ήτις θέλει είσθαι εις πάντα τον λαόν, διότι σήμερον εγεννήθη εις εσάς εν πόλει Δαβίδ σωτήρ, όστις είναι Χριστός Κύριος» (Λουκάς Β/2: 10). 
    Μη φοβάστε! Η αμαρτία δημιουργεί το φόβο και θα λέγαμε ότι στις ημέρες μας ζούμε στο «βασίλειο του φόβου και του τρόμου». Πρώτη φορά που φοβήθηκε ο άνθρωπος ήταν αμέσως μετά την αμαρτία του. Ας θυμηθούμε τη φωνή του Θεού: «Αδάμ που είσαι;» Είναι διαχρονική η πρόσκληση και σήμερα ο Θεός ρωτάει τον καθένα μας: … Γιώργη…, Μαρία… που είσαι; Η απάντηση του Αδάμ με τρεμάμενη φωνή: «Κύριε άκουσα τη φωνή σου και φοβήθηκα» (Γένεση Γ/3: 10). Μετά από πολλούς αιώνες σκότους, φόβου και τρόμου έρχεται ο άγγελος στη Βηθλεέμ να πει: «Μη φοβάσθε». Μη φοβάσαι ψυχή. Μέσα στον πανικό που γίνεται γύρω σου μην ξεχάσεις ποτέ τη φράση: «Ζει Κύριος». Αυτός είναι ο ρυθμιστής της ιστορίας. Αυτός είναι πάνω από τα γεγονότα και απ’ ό,τι συμβαίνει γύρω μας. Σε κάθε δικό Του παιδί έχει δώσει μια υπόσχεση: «ιδού, εγώ είμαι μεθ' υμών πάσας τας ημέρας έως της συντελείας του αιώνος» (Ματθαίος ΚΗ/28: 20). 
      Στο πρόσωπο του Χριστού ενσαρκώθηκε ο ίδιος ο Θεός. 
     Ήρθε στη γη μας, για να πεθάνει στη θέση τη δική μου και τη δική σου, πληρώνοντας με το αίμα Του για τις αμαρτίες μας και έτσι να ελευθερώσει τον αμαρτωλό άνθρωπο από τη δύναμη της αμαρτίας που τον είχε καταστήσει δούλο. Στην επιστολή «Α’ Πέτρου» (κεφ. Β/2, εδ. 24) αναφέρεται: «όστις τας αμαρτίας ημών αυτός εβάστασεν εν τω σώματι αυτού επί του ξύλου, διά να ζήσωμεν εν τη δικαιοσύνη, αποθανόντες κατά τας αμαρτίας με του οποίου την πληγήν ιατρεύθητε». 
      Ήρθε στον αφιλόξενο κόσμο μας, για να καταστρέψει τα έργα του διαβόλου (Α’ Ιωάννου Γ/3: 8), για να διαλύσει τα σκοτάδια που είχε επιβάλει η αμαρτία και να φέρει το φως πάνω στον κόσμο. Ο ίδιος ο Κύριος λέγει: «Εγώ ήλθον φως εις τον κόσμον, διά να μη μείνη εν τω σκότει πας ο πιστεύων εις εμέ» (Ιωάννης ΙΒ/12: 46). Ο Χριστός είναι το φως το πνευματικό που φωτίζει την ψυχή του ανθρώπου. Σ’ εκείνον που θα Τον δεχτεί Σωτήρα, Λυτρωτή και Κύριο στη ζωή του, θα αποκαλύψει το μεγαλείο Του και θα τον φέρει «εις εαυτόν» (Λουκάς ΙΕ/15: 17), ώστε να αισθανθεί την αθλιότητά του, την αμαρτία του. 
    Ήρθε, για να φανερώσει στους ανθρώπους την αγάπη του Θεού, να μας αποκαλύψει το Έλεος, τη μακροθυμία, τη Χάρη του Θεού, τα θαυμαστά Του σχέδια για τον άνθρωπο. «Εκείνος εφανερώθη διά να σηκώσει τας αμαρτίας ημών και αμαρτία εν αυτώ δεν υπάρχει» (Α’ Ιωάννου Γ/3: 5). «ο Υιός του ανθρώπου δεν ήλθε διά να υπηρετηθή, αλλά διά να υπηρετήσει και να δώσει την ζωήν αυτού λύτρον αντί πολλών» (Ματθαίος Κ/20: 28). Ο Χριστός που ήρθε ανάμεσά μας προσέφερε τη ζωή του θυσία πάνω στο σταυρό για τη δική μας σωτηρία. 
    Ήρθε, για να ψάξει και βρει το «απολωλός», τον χαμένο μέσα στα πάθη και τις αδυναμίες του άνθρωπο και να τον σώσει από τον αιώνιο θάνατο. Για να ανορθώσει τη χαμένη αξία, τον άνθρωπο, που αποτελεί την κορωνίδα της κτίσεως του Θεού. Ο ίδιος ο Κύριος μιλώντας στη συναγωγή της Ναζαρέτ μας εξηγεί τους λόγους για τους οποίους ήρθε στην αφιλόξενη γη μας. Διαβάζουμε μέσα από το βιβλίο του προφήτη «Ησαΐα»: «Και ήλθεν εις την Ναζαρέτ, όπου ήτο ανατεθραμμένος, και εισήλθε κατά την συνήθειαν αυτού εις την συναγωγήν εν τη ημέρα του σαββάτου και εσηκώθη να αναγνώση. Και εδόθη εις αυτόν το βιβλίον "Ησαΐου" του προφήτου, και ανοίξας το βιβλίον εύρε τον τόπον, όπου ήτο γεγραμμένον. Πνεύμα Κυρίου είναι επ' εμέ, διά τούτο με έχρισε με απέστειλε διά να ευαγγελίζομαι προς τους πτωχούς, διά να ιατρεύσω τους συντετριμμένους την καρδίαν, να κηρύξω προς τους αιχμαλώτους ελευθερίαν και προς τους τυφλούς ανάβλεψιν, να αποστείλω τους συντεθλασμένους εν ελευθερία, διά να κηρύξω ευπρόσδεκτον Κυρίου ενιαυτόν» (Λουκάς Δ/4: 18,19). 
    Δεν ήρθε, για να υπηρετηθεί, αλλά για να υπηρετήσει και να δώσει τη ζωή Του "λύτρον αντί πολλών" (Μάρκος Ι/10: 45). Η ζωή Του ήταν μια ζωή υπηρεσίας με αγάπη στον άνθρωπο. Ο ίδιος διακήρυξε: «εγώ είμαι εν μέσω υμών ως ο υπηρετών» (Λουκάς ΚΒ/22: 27). 
    Η γέννηση του Χριστού αποτελεί το μεγαλύτερο γεγονός στην ανθρώπινη ιστορία και το πιο σπουδαίο σταθμό στη σχέση του ανθρώπου με το Θεό. Τούτο το γεγονός ο Απ. Παύλος στην επιστολή «Α΄ Τιμοθέου» (κεφ. Γ/3, εδ. 16) το χαρακτηρίζει μυστήριο. «Και αναντίρρητα, το μυστήριο της ευσέβειας είναι μεγάλο ο Θεός φανερώθηκε με σάρκα, δικαιώθηκε με Πνεύμα, φάνηκε σε αγγέλους, κηρύχθηκε στα έθνη, έγινε αποδεκτός με πίστη στον κόσμο, αναλήφθηκε με δόξα». Η ενσάρκωση του Υιού του Θεού αποτελεί ένα μεγάλο και ανεξιχνίαστο μυστήριο για το ανθρώπινο πεπερασμένο μυαλό.
    Όλα έγιναν στον κατάλληλο χρόνο χάρις στην αγάπη του Θεού για τον αμαρτωλό άνθρωπο. Ο Θεός μισεί την αμαρτία, όμως αγαπάει τον αμαρτωλό και τον περιμένει να γυρίσει κοντά Του, για να τον σώσει αιωνίως (Α’ Ιωάννου Β/2: 25). Αλήθεια πόσο μεγάλη είναι η αγάπη του Θεού! Το ασύλληπτο μέτρο της αγάπης Του μας το δίνει ο ευαγγελιστής "Ιωάννης": «Διότι τόσον ηγάπησεν ο Θεός τον κόσμον, ώστε έδωκε τον Υιόν αυτού τον μονογενή, διά να μη απολεσθή πας ο πιστεύων εις αυτόν, αλλά να έχη ζωήν αιώνιον» (Ιωάννης Γ/3: 16). Επίσης «ο Λόγος έγεινε σαρξ και κατώκησε μεταξύ ημών, και είδομεν την δόξαν αυτού, δόξαν ως μονογενούς παρά του Πατρός, πλήρης χάριτος και αληθείας» (Ιωάννης Α/1: 14).
    Κλείνοντας τούτη τη μελέτη ας θυμηθούμε τα λόγια του Απ. Πέτρου την ημέρα της Πεντηκοστής: «Και δεν υπάρχει δι' ουδενός άλλου η σωτηρία διότι ούτε όνομα άλλο είναι υπό τον ουρανόν δεδομένον μεταξύ των ανθρώπων, διά του οποίου πρέπει να σωθώμεν» (Πράξεις Δ/4: 12). 

            Ένα Όνομα, ένα Πρόσωπο έδωσε ο ουρανός για τη σωτηρία μας, τον Ιησού Χριστό. 

    Μέσα απ’ όλους αυτούς τους περιορισμούς που μας έχουν επιβληθεί μας δίνεται και φέτος μια ξεχωριστή ευκαιρία, πνευματικά «να υπάγωμεν έως Βηθλεέμ» (Λουκάς Β/2: 15). Να επισκεφθούμε με το νου, την πίστη και τη φαντασία μας τη Βηθλεέμ και να γονατίσουμε μπροστά στη φάτνη του νεογέννητου Χριστού, καταθέτοντας για δώρα το ευχαριστώ της καρδιάς μας, την ευγνωμοσύνη μας «για μια τόσο μεγάλη σωτηρία» (Εβραίους Β/2: 3). 
     Αγαπητέ φίλε, φίλη, σε καλώ να «υπάγωμεν έως Βηθλεέμ» για να προσκυνήσουμε «το παιδίον», αντλώντας δύναμη και αισιοδοξία, που τόσο πολύ έχουμε ανάγκη, κρατώντας βαθιά μέσα μας την υπόσχεση Του ότι θα ξανάρθει, για να μας πάρει και να μας οδηγήσει στη δόξα, εκεί που είναι Αυτός. «υπάγω να σας ετοιμάσω τόπον και αφού υπάγω και σας ετοιμάσω τόπον, πάλιν έρχομαι και θέλω σας παραλάβει προς εμαυτόν, διά να είσθε και σεις, όπου είμαι εγώ» (Ιωάννης ΙΔ/14: 2,3). 
    Ας μην ξεχνάμε ποτέ ότι το «παιδίον της Βηθλεέμ» είναι «ο λέων εκ της φυλής Ιούδα» (Αποκάλυψη Ε/5: 5), είναι «ο ων και ο ην και ο ερχόμενος» (Αποκάλυψη ΙΑ/11: 17), είναι «ο κεχρισμένος Σωτήρας του ουρανού» (Πράξεις Δ/4: 12), είναι «ο νικητής του Άδη και του θανάτου» (Αποκάλυψη Α/1: 18). 

    Με τις σκέψεις αυτές θα ήθελα να ευχηθώ σε όλους τους αναγνώστες του blog: «ΚΑΛΑ, ΧΑΡΟΥΜΕΝΑ, ΕΥΤΥΧΙΣΜΕΝΑ, ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ». ---