Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Σάββατο 7 Ιουνίου 2014

Ο ΕΚ ΓΕΝΕΤΗΣ ΤΥΦΛΟΣ.

Ο ΕΚ ΓΕΝΕΤΗΣ ΤΥΦΛΟΣ.

Ευαγγέλιον "κατά ΙΩΑΝΝΗΝ", κεφ. Θ/9, εδάφ. 1 - 41. 

1 ΚΑΙ ενώ αναχωρούσε, είδε έναν άνθρωπο τυφλόν εκ γενετής. 
2 Και οι μαθητές του τον ρώτησαν, λέγοντας: Ραββί, ποιος αμάρτησε, αυτός ή οι γονείς του, ώστε να γεννηθεί τυφλός; 
3 Ο Ιησούς αποκρίθηκε: Ούτε αυτός αμάρτησε ούτε οι γονείς του, αλλά, για να φανερωθούν τα έργα τού Θεού σ' αυτόν. 
4 Εγώ πρέπει να εργάζομαι τα έργα εκείνου που με απέστειλε, όσο είναι ημέρα, έρχεται νύχτα, οπότε κανένας δεν μπορεί να εργάζεται. 
5 Ενόσω είμαι μέσα στον κόσμο, είμαι το φως τού κόσμου. 
6 Αφού είπε αυτά, έφτυσε χάμω, και από το φτύσιμο έκανε πηλό, και άλειψε τον πηλό επάνω στα μάτια τού τυφλού 
7 και του είπε: Πήγαινε, νίψου στη μικρή λίμνη τού Σιλωάμ, (που μεταφράζεται: Απεσταλμένος). Πήγε, λοιπόν, και νίφτηκε, και γύρισε βλέποντας. 
8 Και οι γείτονες, και όσοι τον έβλεπαν πρωτύτερα ότι ήταν τυφλός, έλεγαν: Δεν είναι αυτός που καθόταν και ζητιάνευε; 
9 Άλλοι έλεγαν, ότι: Αυτός είναι και άλλοι ότι: Είναι ένας που του μοιάζει εκείνος έλεγε, ότι: Εγώ είμαι. 
10 Του έλεγαν, λοιπόν: Πώς άνοιξαν τα μάτια σου; 
11 Εκείνος αποκρίθηκε και είπε: Ένας άνθρωπος, που λέγεται Ιησούς, έκανε πηλό, και άλειψε τα μάτια μου, και μου είπε: Πήγαινε στη μικρή λίμνη τού Σιλωάμ, και νίψου. Και αφού πήγα και πλύθηκα, ανέκτησα την όρασή μου. 
12 Του είπαν, λοιπόν: Πού είναι εκείνος; Λέει: Δεν ξέρω. 
13 Τον φέρνουν στους Φαρισαίους, αυτόν τον άλλοτε τυφλό. 
14 Και ήταν Σάββατο, όταν ο Ιησούς έκανε τον πηλό, και άνοιξε τα μάτια του. 
15 Τον ρωτούσαν, λοιπόν, ξανά και οι Φαρισαίοι, πώς είδε το φως του. Και εκείνος είπε σ' αυτούς: Έβαλε πηλό επάνω στα μάτια μου, και νίφτηκα και βλέπω. 
16 Μερικοί από τους Φαρισαίους, λοιπόν, έλεγαν: Αυτός ο άνθρωπος δεν είναι από τον Θεό, επειδή δεν τηρεί το Σάββατο. Άλλοι έλεγαν: Πώς μπορεί ένας αμαρτωλός άνθρωπος να κάνει τέτοια θαύματα; Και υπήρχε σχίσμα αναμεταξύ τους. 
17 Λένε ξανά στον τυφλό: Εσύ τι λες γι' αυτόν, επειδή άνοιξε τα μάτια σου; Κι εκείνος είπε, ότι: Είναι προφήτης. 
18 Οι Ιουδαίοι, λοιπόν, δεν πίστεψαν γι' αυτόν ότι ήταν τυφλός και ότι είδε το φως του, μέχρις ότου φώναξαν τους γονείς εκείνου που είδε το φως του 
19 και τους ρώτησαν, λέγοντας: Είναι αυτός ο γιος σας, που λέτε ότι γεννήθηκε τυφλός; Πώς, λοιπόν, τώρα βλέπει; 
20 Οι γονείς του αποκρίθηκαν σ' αυτούς, και είπαν: Ξέρουμε ότι αυτός είναι ο γιος μας, και ότι γεννήθηκε τυφλός 
21 πώς, όμως, τώρα βλέπει δεν ξέρουμε ή, ποιος άνοιξε τα μάτια του, εμείς δεν ξέρουμε αυτός έχει ηλικία, ρωτήστε τον ίδιο αυτός θα μιλήσει για τον εαυτό του. 
22 Αυτά είπαν οι γονείς του, επειδή φοβόνταν τούς Ιουδαίους, για το ότι οι Ιουδαίοι είχαν ήδη συμφωνήσει, αν κάποιος τον ομολογήσει ως Χριστό, να γίνει αποσυνάγωγος. 
23 Γι' αυτό, οι γονείς του είπαν, ότι: Έχει ηλικία, ρωτήστε τον ίδιο. 
24 Φώναξαν, λοιπόν, για δεύτερη φορά τον άνθρωπο που ήταν τυφλός, και του είπαν: Δόξασε τον Θεό εμείς ξέρουμε ότι ο άνθρωπος αυτός είναι αμαρτωλός. 
25 Εκείνος, λοιπόν, αποκρίθηκε και είπε: Αν είναι αμαρτωλός δεν ξέρω, ένα ξέρω, ότι ήμουν τυφλός, και τώρα βλέπω. 
26 Του είπαν δε ξανά: Τι σου έκανε; Πώς άνοιξε τα μάτια σου; 
27 Τους αποκρίθηκε: Σας είπα ήδη, και δεν ακούσατε, γιατί πάλι θέλετε να το ακούτε; Μήπως κι εσείς θέλετε να γίνετε μαθητές του; 
28 Τον χλεύασαν, λοιπόν, και είπαν: Εσύ είσαι μαθητής εκείνου, εμείς όμως, είμαστε μαθητές τού Μωυσή 
29 εμείς ξέρουμε ότι ο Θεός μίλησε στον Μωυσή τούτον, όμως, δεν ξέρουμε από πού είναι. 
30 Ο άνθρωπος αποκρίθηκε και τους είπε: Κατά τούτο, μάλιστα, είναι το θαυμαστό, ότι εσείς δεν ξέρετε από πού είναι, και μου άνοιξε τα μάτια. 
31 Και ξέρουμε ότι ο Θεός αμαρτωλούς δεν ακούει, αλλά, αν κάποιος είναι θεοσεβής, και κάνει το θέλημά του, αυτόν ακούει. 
32 Από τον αιώνα δεν έχει ακουστεί, ότι κάποιος έχει ανοίξει τα μάτια ενός που γεννήθηκε τυφλός. 
33 Αν αυτός δεν ήταν από τον Θεό, δεν θα μπορούσε να κάνει τίποτε. 
34 Αποκρίθηκαν και του είπαν: Εσύ γεννήθηκες ολόκληρος μέσα σε αμαρτίες, και εσύ διδάσκεις εμάς; Και τον έβγαλαν έξω. 
35 Ο Ιησούς άκουσε ότι τον έβγαλαν έξω, και όταν τον βρήκε, του είπε: Εσύ πιστεύεις στον Υιό τού Θεού; 
36 Εκείνος αποκρίθηκε και είπε: Ποιος είναι, Κύριε, για να πιστέψω σ' αυτόν; 
37 Και ο Ιησούς είπε σ' αυτόν: Και τον είδες, κι αυτός που μιλάει μαζί σου, εκείνος είναι. 
38 Κι εκείνος είπε: Κύριε, πιστεύω. Και τον προσκύνησε. 
39 Και ο Ιησούς είπε: Εγώ για κρίση ήρθα σε τούτο τον κόσμο, για να βλέπουν αυτοί που δεν βλέπουν, και για να γίνουν τυφλοί αυτοί που βλέπουν. 
40 Και τα άκουσαν αυτά, όσοι από τους Φαρισαίους ήσαν μαζί του, και του είπαν: Μήπως κι εμείς είμαστε τυφλοί; 
41 Ο Ιησούς είπε σ' αυτούς: Αν ήσασταν τυφλοί, δεν θα είχατε αμαρτία τώρα, όμως, λέτε ότι: Βλέπουμε η αμαρτία σας, λοιπόν, μένει. 

       ΣΧΟΛΙΑ : 
      Καθώς ο Κύριος βάδιζε στο δρόμο του, είδε έναν άνθρωπο, ο οποίος ήταν εκ γενετής τυφλός. Το περιστατικό αυτό έλαβε χώρα, όταν ο Ιησούς έφευγε από το Ναό. Ο Λόγος του Θεού μας πληροφορεί ότι ο άνθρωπος αυτός είχε γεννηθεί τυφλός και αυτό, για να εκτιμήσουμε πόσο σοβαρή ήταν η κατάστασή του και πόσο μεγάλο ήταν το θαύμα που έγινε. Πρόκειται για μία αληθινή και ταυτόχρονα συμβολική ιστορία. Ο εκ γενετής τυφλός αντιπροσωπεύει όλους μας. Η αμαρτία μας τύφλωσε, μας έκλεισε τα μάτια, επέφερε σύγχυση στο νου του ανθρώπου με αποτέλεσμα να μην γνωρίζουμε γιατί ήρθαμε, γιατί υπάρχουμε και πού πορευόμαστε. Σ' αυτή την κατάσταση της απόλυτης τυφλότητας στην οποία ζούσαμε, ο Θεός δεν μας εγκατέλειψε. Αντίθετα μας αγάπησε τόσο πολύ ώστε "ώστε έδωκε τον Υιόν αυτού τον μονογενή, διά να μη απολεσθή πας ο πιστεύων εις αυτόν, αλλά να έχει ζωήν αιώνιον" (Ιωάννης Γ/3: 16). 
       Παρατηρούμε ότι στην όλη ιστορία εμπλέκονται διάφορα πρόσωπα ή ομάδες ανθρώπων. Πρώτα – πρώτα, τους μαθητές, στη συνέχεια τον τυφλό, τους Φαρισαίους, τους γονείς του τυφλού και βεβαίως τον Κύριο. Με την παρούσα μελέτη θα θέλαμε να εξετάσουμε με προσοχή τη θέση που έλαβε καθένας απ΄ αυτούς, καθώς είδαν, άκουσαν ή συμμετείχαν στο περιστατικό. Ο καθένας τους αντιπροσωπεύει μια κατηγορία ανθρώπων που υπήρχε τότε, αλλά και που σήμερα υπάρχει στον κόσμο γύρω μας. 
        1/ ΟΙ ΜΑΘΗΤΕΣ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ. 
    Οι μαθητές του Κυρίου καθώς αντίκρυσαν τον ταλαίπωρο τούτο εκ γενετής τυφλό, γεμάτοι περιέργεια ρώτησαν: "Ραββί, ποιος αμάρτησε, αυτός ή οι γονείς του, ώστε να γεννηθεί τυφλός; Εντύπωση μας δημιουργεί η περίεργη τούτη ερώτηση, αλλά και η όλη "φιλολογία" των μαθητών απέναντι στον πόνο του συνανθρώπου τους. Πουθενά δε φαίνεται να εκδηλώνεται κάποιο ενδιαφέρον για τον άνθρωπο αυτόν που υποφέρει, κάποια συγκίνηση, κάποια συμπάθεια, κάποιο έλεος, κάποια λόγια αγάπης. Όλα αυτά τα σκέπασε μια θεολογική περιέργεια και άρχισαν να «φιλοσοφούν». 
     Πόσο απογοητευτική είναι η στάση αυτή των μαθητών μπροστά στο θέαμα ενός ανθρώπου που πάσχει, που υποφέρει, που έχει ανάγκη τη συνδρομή του συνανθρώπου του! Δυστυχώς υπάρχουν πολλοί τέτοιοι άνθρωποι γύρω μας, ακόμα και μέσα από την εκκλησία του Ιησού Χριστού που αντί να βοηθούν τους άλλους σε μια δύσκολη στιγμή της ζωής τους, αρέσκονται στο να σχολιάζουν και να λένε διάφορα. Από καθαρή λοιπόν φιλοσοφία –περιέργεια-, πήραν τα μάτια από τον ανήμπορο αυτό άνθρωπο, δηλαδή τον αγνόησαν και τα έστρεψαν στον Κύριο, τον οποίον με πολύ περιέργεια ρώτησαν: «Διδάσκαλε ποιος αμάρτησε και γεννήθηκε αυτός τυφλός, ο ίδιος ή οι γονείς του;». 
      Αλήθεια, αυτό είναι που θα πρέπει να μας απασχολεί μπροστά στον πόνο, τη θλίψη, την ανέχεια του συνανθρώπου μας; Οι μαθητές δεν είχαν καμία απολύτως αμφιβολία ότι κάποιος είχε αμαρτήσει, για να βρίσκεται αυτός ο άνθρωπος σε μια τόσο τραγική κατάσταση. Μάλιστα στο συγκεκριμένο περιστατικό έχουν περιορίσει και τον κύκλο των «υπόπτων», «αυτός ή γονείς αυτού» και καλούν τον Κύριο να εκλέξει έναν από τους δύο, ως υπαιτίους. Περιμένουν να λάβουν την απάντηση και να συνεχίσουν με ήσυχη τη συνείδησή τους το δρόμο τους, αφήνοντας τον άνθρωπο αυτό να διαχειριστεί μόνος του, το μαύρο σκοτάδι της ζωής του.
     Ίδια νοοτροπία, ίδιος τρόπος σκέψης, με τους τέσσερις εκείνους φίλους του Ιώβ (Παλαιά Διαθήκη), που είχαν έρθει, για να τον παρηγορήσουν, όταν πληροφορήθηκαν τις τρομερές συμφορές, που τον είχαν χτυπήσει στη ζωή του. Μία άποψη τους διέκρινε όλους: "Για να σου συμβούν Ιώβ, τόσο μεγάλες συμφορές, άρα πρέπει να είσαι πολύ αμαρτωλός άνθρωπος". Τους ανθρώπους αυτούς ο Λόγος του Θεού τους χαρακτήρισε "άθλιους παρηγορητές" (Ιώβ ΙΣ/16: 2). 
      Πολλοί άνθρωποι υπήρχαν «τω καιρώ εκείνω», αλλά και πολλοί άνθρωποι υπάρχουν στις ημέρες μας που έχουν τις ίδιες απόψεις, όσον αφορά το πρόβλημα του πόνου, της αρρώστιας, της μεγάλης δοκιμασίας. Θεωρούν ότι όλα αυτά δεν είναι τίποτα άλλο παρά ο καρπός κάποιας ή κάποιων αμαρτιών και μάλιστα, όσο πιο μεγάλη η δοκιμασία, τόσο πιο μεγάλη είναι η αμαρτία, που «κρύβεται» πίσω απ’ αυτήν. Όλα αυτά δεν είναι τίποτα άλλο από ανθρώπινες ανόητες, επιπόλαιες εκτιμήσεις. 
     Η άποψη αυτή πέρα των άλλων θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως απόλυτα αντί βιβλική. Εκείνο που είναι φανερό μέσα από το Λόγο του Θεού είναι το γεγονός ότι η αρρώστια, ο πόνος και ο θάνατος ήρθαν στον κόσμο σαν αποτέλεσμα της ανθρώπινης αποστασίας από το Θεό. Σε καμία όμως περίπτωση αυτό δε σημαίνει ότι κάθε φορά που κάποιος υποφέρει. οπωσδήποτε αυτό οφείλεται σε κάποια συγκεκριμένη αμαρτία που διέπραξε.
      Ίσως πει κάποιος ότι πολύ αυστηρά κρίνουμε τους μαθητές του Κυρίου. Η απάντηση είναι όχι. Δεν ήταν πρώτη φορά που έκαναν τα ίδια μεγάλα λάθη. Δεν ήταν η πρώτη φορά που έμεναν ασυγκίνητοι μπροστά στον ανθρώπινο πόνο. Ας θυμηθούμε το περιστατικό που αναφέρεται στο Ευαγγέλιο «κατά Ματθαίον» (κεφ. ΙΕ/15, εδ. 21 - 28). Πρόκειται για τη γνωστή εκείνη ιστορία μας Χαναναίας μάνας, που ακολουθούσε τον Κύριο, τον παρακαλούσε και φώναζε με όλη τη δύναμη της ψυχής της: «Ελέησέ με Κύριε, Υιέ του Δαβίδ. Η θυγατέρα μου βασανίζεται από δαιμόνιο». Ο Κύριος δεν της απαντούσε. Υπάρχει ψυχή που να έκραξε ειλικρινά στον Κύριο και να μην απάντησε; Όχι, δεν υπάρχει. Ο Κύριος θα απαντήσει στην κατάλληλη ώρα, που μόνον Εκείνος τη γνωρίζει. Πολλές φορές δεν απαντά αμέσως  σύμφωνα με τις δικές μας επιθυμίες. Τούτη τη στάση του Κυρίου πολλές φορές την ερμηνεύουμε λανθασμένα, ως αδιαφορία. Ίσως ο Κύριος θέλει να δοκιμάσει και να ενισχύσει την πίστη αυτής της γυναίκας. Έχει τα δικά Του σχέδια ο Κύριος, τα οποία σε μας πολλές φορές, είναι ανεξερεύνητα (Ρωμαίους ΙΑ/11: 33).
     Ποια η στάση των μαθητών μπροστά στον ανθρώπινο πόνο; Μπροστά στο δράμα μιας δυστυχισμένης μάνας. Τι τραγικό! «Διδάσκαλε, του είπαν, απόλυσέ την, διώξε την, γιατί μας ενοχλεί» (εδάφ. 23). Δεν θα κάνουμε άλλα σχόλια, καθώς τα πράγματα μιλούν από μόνα τους. Όμως ένα ερώτημα ορθώνεται. Άραγε από τότε μέχρι σήμερα άλλαξαν νοοτροπία οι μαθητές (όλοι εκείνοι που ακολουθούν τον Κύριο και πιστεύουν σ’ Αυτόν), ή μήπως παραμένουν οι ίδιοι; Πώς αντικρίζουν τον πόνο των άλλων εκείνοι που λένε ότι είναι δικοί Του. Με θεωρία; με φιλοσοφία; με προβολή του εαυτού μας; Όσοι λένε ότι είναι δικοί Του, θα πρέπει, «καθώς Εκείνος περιεπάτησε και αυτοί να περιπατούν». (επιστολή Α΄ Ιωάννου Β/2: 6). Θα πρέπει να νιώθουμε τον πόνο των άλλων και στο μέτρο των δυνατοτήτων μας να βοηθούμε και να συμβάλουμε στην εξεύρεση κάποιων λύσεων. Οφείλουμε να ζεστάνουμε την πονεμένη ψυχή, να τους απαλύνουμε τον πόνο με το χάδι της αγάπης μας, με το έμπρακτο ενδιαφέρον μας, τη συμπάθειά μας. 
       2/ Ο ΤΥΦΛΟΣ ΖΗΤΙΑΝΟΣ. 
       Ας ασχοληθούμε τώρα και με τον τυφλό. Ο άνθρωπος αυτός δεν είχε δει ποτέ το φως. Αλήθεια ποιος από εμάς, που ο Θεός μας έδωσε τη χάρη να βλέπουμε, μπορεί να συλλάβει το μέγεθος της τραγωδίας τούτου του ανθρώπου; Ν' ακούς να μιλάνε για το θαυμάσιο τριαντάφυλλο και να μην μπορείς να το δεις. Να νιώθεις τη γαλήνη του ανοιξιάτικου πρωινού, αλλά να μην μπορείς να δεις; Τρομερό! Όλη η ζωή του δυστυχισμένου αυτού ανθρώπου αναλώθηκε με το να είναι σε μια γωνιά καθισμένος, προσπαθώντας να ζήσει από το έλεος των σκληρόκαρδων Ιουδαίων. Όμως κάποια ευλογημένη στιγμή της ζωή του πέρασε από κοντά του ο Ιησούς Χριστός. Κάποια στιγμή ο Χριστός περνάει κοντά, δίπλα από κάθε άνθρωπο και τότε όλα πλέον εξαρτώνται από εσένα προσωπικά. Ή θα φωνάξεις δυνατά: «Ιησού, υιέ του Δαβίδ, ελέησε με» (Μάρκος Ι/10: 47), ή θα Τον παραβλέψεις και θα φύγει. 
     Ο Κύριος τον είδε. Αχ αυτό το μάτι του Κυρίου όλα τα βλέπει. Είδε το δίλεπτο της χήρας (Λουκάς ΚΑ/21: 2), είδε τον Ζακχαίο πάνω σε μια συκομουριά (Λουκάς ΙΘ/19: 4). Όλα τα βλέπει το μάτι του Κυρίου. Καθώς ο Κύριος βρισκόταν κοντά στον τυφλό, έφτυσε κάτω και αφού έκανε λίγη λάσπη και έχρισε με αυτή τα μάτια του τυφλού. Εκείνος που έφτιαξε τα πάντα για άλλη μια φορά έπλασε δυο μάτια, μέσα από τη λάσπη. Όμως ο τελευταίος λόγος ανήκει στον άνθρωπο, ανήκει στην πίστη του τυφλού. Για να γίνει ένα θαύμα χρειάζεται η άπειρη δύναμη του Θεού, αλλά και η μικρή πίστη του ανθρώπου. Για να γίνει το θαύμα χρειάζεται και δική μας συμμετοχή, που είναι η εμπιστοσύνη που θα δείξει ο άνθρωπος στο Θεό.
     Πόσο μοιάζει τούτη η ψυχή με ανθρώπους που καθημερινά μας περιβάλλουν και των οποίων το σκοτάδι έχει σκεπάσει τα πνευματικά τους μάτια. Δεν γνωρίζουν γιατί υπάρχουν, πιο είναι το νόημα της ζωής τους και που πηγαίνουν και που θα καταλήξουν. Πολλοί σοφοί, μεγάλα πνευματικά αναστήματα πέρασαν από τη γη μας μα κανείς δεν έδωσε τις απαντήσεις που ζητάει ο άνθρωπος. Κανείς δε φώτισε τα πνευματικά του μάτια γιατί όλοι αυτοί, "ήταν φώτα, μύρια φώτα, μα δεν ήτανε το φως".
      Πρέπει να ομολογήσουμε πως η δοκιμασία του τυφλού ήταν μεγάλη. Δεν ήταν μια "στιγμή πίστεως" αλλά ήτανε μια "πορεία πίστεως". Καθώς, υπακούοντας στην εντολή του Κυρίου, βάδιζε προς την κολυμπήθρα του Σηλωάμ, σε κάθε του βήμα χίλιες δυο αντιδράσεις θα ένιωθε μέσα του, από τα γέλια του κόσμου, από τον παράξενο τρόπο που διάλεξε ο Κύριος να του χαρίσει το φως του, τις φωνές του εχθρού για να τον γυρίσει πίσω κ.ά. όμως αυτός δεν πτοήθηκε και κάποια στιγμή έφτασε στην κολυμπήθρα του Σηλωάμ (σημαίνει απεσταλμένος από το Θεό) και εκεί είδε το φως του. Αλήθεια πόσοι άνθρωποι ξεκίνησαν για την «κολυμπήθρα του Σηλωάμ», αλλά δεν έφτασαν ποτέ γιατί δεν πίστεψαν; Πόσοι άνθρωποι είπαν: «θα σε ακολουθήσω Κύριε όπου αν πας» (Λουκάς Θ/9: 57), αλλά στη δύσκολη στιγμή είπαν, «δεν γνωρίζω τον άνθρωπο» (Ματθαίος ΚΣ/26: 74), όπως έκανε ο Πέτρος, όταν είχαν συλλάβει τον Κύριο Ιησού Χριστό.
     Ένας ολόκληρος Πέτρος που είδε, που άκουσε, που γνώρισε, δειλιάζει μπροστά σε μια παιδίσκη και απαρνείται τον Κύριό του. Όμως στη ζωή του Πέτρου υπάρχει και το «έκλαυσεν πικρώς» (Λουκάς ΚΒ/22: 62). Και αν ακόμα, ψυχή, πέσεις στην πορεία προς την κολυμπήθρα του Σηλωάμ, σήκω επάνω, μετανόησε, κλάψε και συνέχισε την πορεία, που Εκείνος μέσα από το Λόγο Του σου έχει υποδείξει. Στην αντίθετη περίπτωση η λάσπη θα μείνει λάσπη στα πνευματικά σου μάτια και το φως δε θα έλθει ποτέ. 
      Εντύπωση μας κάνει και ο τρόπος τον οποίο ακολούθησε ο Κύριος, για να θεραπεύσει τούτον τον τυφλό άνθρωπο. Πολλούς τυφλούς είχε θεραπεύσει ο Κύριος. Σε άλλους ένα λόγο είχε πει και είχαν γίνει καλά, άλλους ακουμπώντας τους τα μάτια τους έγιναν καλά. Στη συγκεκριμένη περίπτωση βλέπουμε να ακολουθεί μια ολόκληρη διαδικασία. Έφτυσε κάτω, έκανε λάσπη, έχρισε τα μάτια του τυφλού, κατόπιν του είπε να πάει στην Κολυμπήθρα του Σηλωάμ, για να πλύνει τη λάσπη από τα μάτια του. Άραγε γιατί όλα αυτά; Είχε ανάγκη ο Κύριος από τη λάσπη και το νερό; Όχι βέβαια. Ένας μόνον λόγος Του αρκούσε για να γίνει το θαύμα. Χρειάζεται όμως, όπως είπαμε και η συμμετοχή του ανθρώπου, στη δημιουργία ενός θαύματος. 
      Εδώ φαίνεται ότι ο Κύριος ακολουθεί όλη αυτή τη διαδικασία, για να ενισχύσει την υπακοή και να εκδηλωθεί η πίστη του συγκεκριμένου τυφλού. Γνωρίζει τις ανάγκες του καθενός μας ο Κύριος και ενεργεί ανάλογα με την ιδιαίτερή μας ανάγκη και την ιδιαίτερη αδυναμία μας. Θα δει ο καλός βοσκός την ανάγκη που έχει ένα πρόβατο, μικρό, κουτσό, αδύναμο και σε αντίθεση με τα άλλα, θα σκύψει, θα το βάλει στους ώμους Του, θα το περιποιηθεί ιδιαίτερα, ακόμα και όταν τα άλλα πρόβατα θα του λένε: "Άφησέ το αυτό, μην απασχολείσαι μ’ αυτό". Δεν είναι όλοι οι άνθρωποι ίδιοι. Δεν έχουμε όλοι τις ίδιες ανάγκες. Τις ιδιαίτερες ανάγκες μας τις γνωρίζει μόνον ο Κύριος. Το απρόσεκτο και άσπλαχνο πολλές φορές μάτι του αδελφού μας δεν μπορεί να τις διακρίνει. Γι’ αυτό ακριβώς το λόγο δεν έχει νόημα να μένουμε κωλυμένοι σε κάποιες τυπικές διαδικασίες και να λέμε: "Α! αν δε γνώρισες Αυτόν, αν δεν έκανες εκείνο, αν δε σου έβαλε λάσπη και αν μόνον σε ακούμπησε ο Κύριος, ή μόνον ένα λόγο σου είπε και δε σου είπε να πας στην Κολυμπήθρα τη συγκεκριμένη ο Κύριος, τότε αμφιβάλω αν είσαι δικό Του, αν σ' έχει σώσει". Αυτά είναι ανθρώπινα μέτρα και σταθμά, επιπόλαιες και μάταιες σκέψεις. Ο Κύριος έχει τους δικούς Του τρόπους. Είναι "ανεξερεύνηται αι βουλαί του Κυρίου" (Ρωμαίους ΙΑ/11: 33). Για τον καθένα υπάρχει ένα ξεχωριστό μονοπάτι, που έχει σχέση με τις ξεχωριστές του ανάγκες. 
       3/ ΟΙ ΦΑΡΙΣΑΙΟΙ. 
    Ο τυφλός άνθρωπος που θεραπεύτηκε προκαλεί αμηχανία στους Φαρισαίους, εξαιτίας της δύναμης που φανέρωσε ο Κύριος Ιησούς Χριστός. Από τη στιγμή που δε μπορούσαν ν' αρνηθούν το θαύμα αναζητούσαν να βρουν κάποιο σφάλμα στην όλη διαδικασία. Στην προσπάθειά τους αυτή σκέφτηκαν ότι η θεραπεία είχε γίνει ημέρα Σάββατο. Το θέμα γι' αυτούς δεν ήταν τι έχει γίνει, αλλά πότε έγινε αυτό και με ποιο τρόπο. Έτσι όχι μόνον δεν τους άγγιξε το μεγάλο και μοναδικό αυτό θαύμα, αλλά φαίνονται να είναι και πάρα πολύ ενοχλημένοι και δυσαρεστημένοι από το θαύμα και μάλιστα αυτήν τη δυσαρέσκειά τους δεν έχουν καμία πρόθεση να την κρύψουν. Γι’ αυτούς θα ήταν προτιμότερο να έμενε ο άνθρωπος αυτός στο σκοτάδι, παρά τώρα που έγινε καλά και αποτελεί μια ζωντανή μαρτυρία, που έρχεται να ανατρέψει τις θρησκευτικές τους παραδόσεις και προκαταλήψεις. 
    Αυτός ο τρόπος σκέψης και αυτή η τυπική και εγωκεντρική συμπεριφορά ποτέ δεν έλειψε. Πολλές φορές οι άνθρωποι έκλεισαν τα μάτια στο φως. Πολλές φορές εμποδίσαμε το Θεό να μας ευλογήσει, προκρίνοντας διάφορες προλήψεις, συμφέροντα, εγωισμούς, που μπήκαν μπροστά και έκλεισαν το δρόμο και απέτρεψαν τη μεγάλη συνάντηση με Εκείνον. Με την συνείδηση τους πωρωμένη, όχι μονάχα δε δέχονται το φως, αλλά και με κάθε τρόπο προσπαθούν να πείσουν για το σκοτάδι. Μ' ένα πνεύμα ειρωνείας ο θεραπευμένος τους απαντά: "Μήπως και σεις θέλετε να γίνετε μαθητές Του;" Η απάντησή τους ήταν λόγια προσβλητικά, υποτιμητικά. Ο Κύριος μας έχει προειδοποιήσει: "Μακάριοι είσθε, όταν σας ονειδίσωσι και διώξωσι και είπωσιν εναντίον σας πάντα κακόν λόγον ψευδόμενοι ένεκεν εμού" (Ματθαίος Ε/5: 11). 
      Αρχικά προσπαθούν ν' αποσπάσουν από τον ίδιο τον θεραπευμένο ή από τους γονείς τους έναν λόγο που θα τους επιτρέψει ν' αμφισβητήσουν το θαύμα και όταν δεν τα καταφέρνουν να τους κάνουν να το αρνηθούν, καταβάλουν κάθε προσπάθεια για να μειώσουν Εκείνον που έκανε το θαύμα. "Δεν λέγομεν ημείς καλώς ότι Σαμαρείτης είσαι συ και δαιμόνιον έχεις;" (Ιωάννης Η/8: 48). "εμείς ξέρουμε ότι ο άνθρωπος αυτός είναι αμαρτωλός" (Ιωάννης Θ/9: 24). Πόσο παράλογη είναι η απιστία! 
       Πόσες φορές γύρω μας δε βλέπουμε να πετάγεται ένα έργο στο καλάθι της παραγνώρισης και της δυσφήμισης, γιατί αυτός που το έκανε δεν μας είναι συμπαθής ή δεν είναι δικό μας. Αυτό ακριβώς έκαναν και οι Ιουδαίοι του αναγνώσματος μας. Παραγνώρισαν το θαύμα, επειδή στον κατάλογο των εγκεκριμένων από τους ίδιους θεολόγους τους, δεν υπήρχε το όνομα Ιησούς. Το μόνιμο ερώτημά τους ήταν: «δεν εξεύρομε πόθεν είναι ούτος» (Ιωάννης Ζ/7: 27). Μα το θαυμαστό, το μοναδικό του έργο που έγινε δεν σας ενδιαφέρει; Όχι, η ταυτότητα του μας ενδιαφέρει και επειδή δεν ανήκει στους δικούς μας, άρα ούτε αυτός αξίζει, ούτε το έργο του. Μα …. τόλμησε να πει ο γιατρεμένος: "Σταμάτα, εσύ δεν ξέρεις...." πόση μεροληψία, πόσο μεγάλη απιστία!  
    Ο καλύτερος τρόπος για την αντιμετώπιση αυτών των σκοταδιστικών οργάνων δεν είναι οι ατέλειωτες συζητήσεις μαζί τους, που κανένα νόημα δεν έχουν, αφού πρόκειται για "τυφλούς, τα ώτα, το νου, τα όμματα". Η καλύτερη ομολογία είναι η ομολογία του πρώην τυφλού: «ένα εξεύρω, ότι ήμουν τυφλός και τώρα βλέπω». Ένας εκ γενετής τυφλός με την πίστη του έδωσε μια καταπληκτική ομολογία για τον Κύριο. Οι γείτονες, οι γονείς του, οι Φαρισαίοι, όλοι θορυβήθηκαν. Τ' ανοιχτά μάτια τούτου του πρώην τυφλού ήταν η τρανή απόδειξη της δυνάμεως του Θεού. 
     Επειδή όλοι είμαστε τυφλοί στα πράγματα του Θεού, ο καθένας μας ας ρωτήσει τον εαυτό του: έφτασε ποτέ στην κολυμπήθρα του Σιλωάμ; Αν έφτασε, περπατάει με ανοιχτά μάτια; Είναι  στην καθημερινή του ζωή του μια "αναμμένη λαμπάδα" που να φέγγει γύρω του μέσα στον κατασκότεινο κόσμο που ζούμε; Όπου μπαίνει ο Χριστός, τυφλοί βλέπουν και πολλοί από αυτούς, που αυτάρεσκα λένε ότι βλέπουν, τυφλώνονται. Γι’ αυτό ήλθε ο Χριστός στον κόσμο. Έφερε το φως για εκείνους που συνειδητοποιούν ότι είναι τυφλοί. Για τους άλλους αυτή είναι η κρίση: "ότι το φως ήρθε στον κόσμο και οι άνθρωποι αγάπησαν το σκοτάδι παρά το φως γιατί τα έργα τους ήτανε πονηρά" (Ιωάννης Γ/3: 19). 
       4/ ΟΙ ΓΕΙΤΟΝΕΣ ΤΟΥ ΤΥΦΛΟΥ.
   Οι πρώτοι από τους γύρω ανθρώπους που ξαφνιάστηκαν ήταν οι γείτονες του τυφλού. Δεν μπορούσαν να πιστέψουν στα μάτια τους, σ’ αυτό που έβλεπαν. Μπροστά σ’ αυτή τη δυσπιστία τους, που είναι καθαρά απιστία τους, άρχισαν να αναρωτιούνται: "Αυτός είναι; Μήπως δεν είναι αυτός;"  Τα μάτια του τυφλού άνοιξαν για να θαμπωθούν τα δικά τους. Αλήθεια η ποιο τρομερή τύφλωση είναι η τύφλωση της ψυχής. Παράδειγμα είναι το να περπατάς μέσα στη φύση, μέσα στην τέλεια δημιουργία του Θεού και πουθενά να μην μπορέσεις να διακρίνεις την πάνσοφη δύναμή Του. Παρόμοια περίπτωση είναι το να απολαμβάνεις τα πάντα γύρω σου, τόσο πλούσια και ταυτόχρονα να αμφιβάλλεις για την ύπαρξή Του, να γιορτάζεις Χριστούγεννα και Πάσχα, χωρίς τίποτα από τα άγια μήνυματά τους να αγγίζει την καρδιά σου, χωρίς κάτι να μένει μέσα στην καρδιά σου. Πνευματική τύφλωση. Δε βλέπουν, δεν ακούν, δε γνωρίζουν, δεν αναγνωρίζουν. Όταν μπορέσεις να τα ξεπεράσεις όλα αυτά, σταθείς πάνω από την μίζερη ανθρώπινη νοοτροπία, τότε να είσαι σίγουρος ότι έφτασες στη κολυμπήθρα του Σηλωάμ. 
     5/ ΟΙ ΓΟΝΕΙΣ ΤΟΥ ΤΥΦΛΟΥ. 
     Οι άνθρωποι αυτοί σίγουρα θα ήταν πολύ ταλαιπωρημένοι πονεμένοι. Άραγε υπάρχει μεγαλύτερη τραγωδία από το να γεννηθεί το παιδί σου και να σου πουν οι γιατροί ότι το παιδί σου έχει αυτήν ή εκείνη τη σοβαρή πάθηση. Να σου πουν ότι το παιδί σου δε θα δει ποτέ το φως της ημέρας; Έσχατη τραγωδία! Και ενώ έτσι προχωρούσε η ζωή τους, με το παράπονο, με τη θλίψη στην καρδιά τους, ξαφνικά βλέπουν μπροστά τους το τυφλό παιδί τους να έχει αποκατασταθεί η όρασή του και να βλέπει. Αλήθεια πόσο μεγάλη χαρά θα αισθάνθηκαν, πόσο μεγάλη ευγνωμοσύνη γι’ Αυτόν που έδωσε το φως στο παιδί τους. Παρ' όλα αυτά οι γονείς του ενδιαφέρονται λιγότερο για την αλήθεια και περισσότερο για τη θρησκευτική τους υπόληψη. Το ν' αναγνωρίσουν τον Ιησού Χριστό και να μοιραστούν την απόρριψή Του είναι παραπάνω απ' ότι μπορούν να σηκώσουν, εξαιτίας του "φόβου των Ιουδαίων" (Ιωάννης Ζ/7: 13). Οι άνθρωποι αυτοί αντί να ομολογήσουν το όνομα του ευεργέτη του παιδιού τους, αντί να πουν δημόσια ένα μεγάλο ευχαριστώ, αποφεύγουν να κάνουν οποιαδήποτε δήλωση. Φοβούνται το όνειδος και γι' αυτό τρομοκρατη-μένοι απαντάνε τους Φαρισαίους. «Εμάς μη μας ρωτάτε, εμείς δεν ξέρουμε τίποτα, αυτός ηλικία έχει, αυτόν ρωτήστε».  Εκείνοι που είχαν χρόνια δεχτεί να βαστάνε το δράμα της τύφλωσης του παιδιού τους αρνούνται τώρα να βαστήξουν το φορτίο της χαράς. Αρνούνται να ομολογήσουν το θαύμα και Τον Λυτρωτή, αρνούνται να φανούν τίμιοι και υπεύθυνοι και για να το πούμε, με πιο απλά λόγια, αρνούνται να τα βάλουν με το θρησκευτικό κατεστημένο. Πόσοι άνθρωποι και σήμερα τους μοιάζουν ενεργώντας με τον ίδιο φοβισμένο, υποκριτικό τρόπο.
      Τι μεγάλη ντροπή που είναι να φοβάσαι τους ανθρώπους και όχι το Θεό, να προτιμάς να γίνεσαι αχάριστος, για να μη γίνεις αποσυνάγωγος, ν' αρνείσαι το θαύμα, για να μη σε αρνηθούν οι υποκριτές, οι ψευτοηρακλείδες της πίστης. Αλήθεια γιατί μας φοβίζουν τόσο πολύ οι «Ιουδαίοι»; Είναι τόσο δυνατοί οι «Ιουδαίοι»; ή μήπως εμείς είμαστε πνευματικά πολύ ανίσχυροι; Ο Θεός, για να έχουμε μέτρο της δύναμής Του, μας χάρισε την ωραία ιστορία του Δαβίδ και του Γολιάθ. Δεν ήταν δυνατόν να σταθεί όρθιος ο σιδηρόφρακτος Φιλισταίος μπροστά στην πνευματική δύναμη εκείνου του τσοπανόπουλου, που βάδιζε εναντίον του «στο όνομα του Κυρίου των δυνάμεων» (Α'  Σαμουήλ  ΙΖ/17: 45). 
      6/ Ο ΠΡΩΗΝ ΤΥΦΛΟΣ.      
     Η ανάβλεψη του «εκ γενετούς τυφλού» υπήρξε αναμφίβολα ένα μεγάλο θαύμα. Ήταν κάτι το οποίο δεν έγινε κρυφά αλλά παρουσία όλων. Ο ίδιος ο γιατρεμένος δεν φαίνεται καθόλου να συμμερίζεται τους φόβους και τις προκαταλήψεις των γονέων του και με θάρρος διακηρύττει: "Ο Ιησούς με έκανε καλά".  Γι' αυτόν πλέον τα πράγματα δεν είναι ούτε θεωρία, ούτε διδασκαλία, αλλά πράξη γι' αυτό και  το μόνο που έχει να πει σε όλους αυτούς που τον επικρίνουν και κατηγορούν τον Κύριο, είναι: "ένα ξέρω, ότι ήμουν τυφλός, και τώρα βλέπω" (εδ. 25). Όλες οι λυτρωμένες ψυχές με το αίμα του Ιησού Χριστού μπορούν να επαναλάβουν τούτα λόγια: "Ναι, ήμουν τυφλός και τώρα βλέπω". 
     Οι μάχες είναι του Κυρίου, από μένα και από εσένα χρειάζεται μόνον η πίστη. 
     Χρειάζεται να εμπιστευτούμε Εκείνον, τον μόνον δυνάμενο να κάνει στη ζωή μας «υπέρ εκ περισσού από όσα εμείς ζητούμε ή νοούμε» (Εφεσίους Γ/3: 20). Αλήθεια πόσες φορές δε σταθήκαμε με το ίδιο τρόπο που στάθηκαν τούτοι οι τραγικοί γονείς; Πόσες φορές δεν είπαμε: «εμάς μη μας ρωτάτε, εμείς δεν γνωρίζουμε ….». Πόσες φορές επιλέξαμε την εύκολη λύση και προσπαθήσαμε να κρυφτούμε μέσα στο πλήθος και να λάβουμε μια θέση ουδετερότητας σε πνευματικά θέματα; 
    Ο άνθρωπος που έχει σχέση με το Χριστό επιβάλλεται κάτι να πει, κάτι να κάνει. Επιβάλλεται πάνω απ’ όλα με θάρρος και παρρησία να ομολογεί το Όνομά Του (Ρωμαίους Ι/10: 9). Να μη σκεφτόμαστε ότι θα δυσαρεστήσουμε κάποιον ή κάποιους, ότι θα υπάρξει σοβαρός κίνδυνος για τη δουλειά μας, τα συμφέροντά μας, ας μη φοβόμαστε να μιλήσουμε μην εκτεθούμε, περιμένοντας να μιλήσουν άλλοι. Ορθά, κοφτά είπε ο Κύριος: «Κανένας δούλος δεν μπορεί να δουλεύει δύο κυρίους, επειδή, ή τον έναν θα μισήσει, και τον άλλον θα αγαπήσει, ή στον έναν θα προσκολληθεί, και τον άλλον θα καταφρονήσει» (Λουκάς ΙΣ/16: 13). Δεν μπορείτε να δουλεύετε τον Θεό και το Μαμωνά. Δεν μπορεί να είσαι του Χριστού και να μην έχεις το θάρρος να ομολογήσεις τον ευεργέτη σου και την ευεργεσία, που Αυτός έκανε μέσα στη ζωή σου, Εκείνον που πέθανε πάνω στο σταυρό για τις δικές μας αμαρτίες (Α' Ιωάννου  Β/2: 2). Ας θυμόμαστε Εκείνον που με τη θυσία Του έγινε Σωτήρας, Λυτρωτής, Κύριος για τον καθένα από μας. 
         6/ Ο ΚΥΡΙΟΣ.
    Μπορεί όλοι αυτοί οι άνθρωποι που είδαμε παραπάνω, άλλοι λίγο και άλλοι πολύ, να μας απογοήτευσαν, όμως παντού και πάντοτε ο Κύριος έχει τον τελευταίο λόγο. Και ο λόγος του Κυρίου είναι πάντα παρήγορος και έρχεται για να ενισχύσει τον άνθρωπο. Ο Κύριος από την αρχή έχει  πει: "διά να φανερωθώσι τα έργα του Θεού εν αυτώ" (εδ. 3). Ο Κύριος είχε έρθει ανάμεσά μας για να μας φανερώσει τα έργα και το θέλημα του Θεού. 
     Ας ξεχάσουμε όλους τους παραπάνω πρωταγωνιστές και ας μείνουμε μόνοι με το Χριστό. Τι θαυμαστή υπομονή! Πόσο μεγάλο και φωτεινό παράδειγμα υπομονής είναι ο Κύριος για τον καθένα μας! Οι άνθρωποι Τον πίκραναν και εξακολουθούν να Τον πικραίνουν και εξακολουθούν να Τον αρνούνται και εξακολουθούν με τη ζωή τους να διακηρύττουν: «δεν θέλομεν ούτος βασιλεύσει εφ’ ημών» (Λουκάς ΙΘ/19: 14). Ενώ οι άνθρωποι τον έβγαλαν έξω από την καρδιά τους και κατ’ επέκτασιν και από τη ζωή τους, ενώ Τον αγνόησαν, Τον απέφυγαν, Τον απέκρουσαν, Αυτός επιμένει να στέκεται έξω από την πόρτα της καρδιά τους και με αγάπη, με υπομονή να κρούει τη θύρα της καρδιάς τους (Αποκάλυψη Γ/3: 20). 
     Μπορεί όλοι οι παραπάνω με τη στάση και τη συμπεριφορά τους, τα ευτελή και ταπεινά τους αισθήματα να μας απογοήτευσαν, μπορεί και σήμερα να αισθανόμαστε το ίδιο για τους ανθρώπους γύρω μας, όμως μη σταθούμε εκεί. Ας προχωρήσουμε πιο πέρα απ' όλα αυτά, ας αφήσουμε την περιφέρεια και ας προχωρήσουμε προς το κέντρο, που είναι ο αναστημένος και δοξασμένος Κύριος Ιησούς Χριστός.. Εκείνος δε θα μας απογοητεύσει ποτέ. Ο αιώνιος Λόγος του Θεού διακηρύττει: «όποιος πιστέψει σ’ Αυτόν, δεν θα καταισχυνθεί στον αιώνα» (Ρωμαίους Ι/10: 11). Με αγάπη θα σταθεί δίπλα μας, θα μας ανοίξει τα μάτια, γιατί τυφλοί είμαστε όλοι μας. Αυτός θα μας γεμίσει με το φως το αληθινό (Ιωάννης Α/1: 9), ώστε να είμαστε "άμεμπτοι και ακέραιοι, τέκνα Θεού αμώμητα εν μέσω γενεάς σκολιάς και διεστραμμένης, μεταξύ των οποίων λάμπετε ως φωστήρες εν τω κόσμω" (Φιλιππησίους Β/2: 15). ---