Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Τρίτη 12 Φεβρουαρίου 2019

Ο ΠΑΡΑΛΥΤΙΚΟΣ ΤΗΣ ΚΑΠΕΡΝΑΟΥΜ.

      Ευαγγέλιον  «κατά Λουκάν»,  κεφ. Ε/5,  εδάφ. 17 – 26. 

17 Και εν μιά των ημερών, ενώ αυτός εδίδασκεν, εκάθηντο Φαρισαίοι και νομοδιδάσκαλοι, οίτινες είχον ελθεί εκ πάσης κώμης της Γαλιλαίας και Ιουδαίας και Ιερουσαλήμ και δύναμις Κυρίου ήτο εις το να ιατρεύη αυτούς. 
18 Και ιδού, άνδρες φέροντες επί κλίνης άνθρωπον, όστις ήτο παραλυτικός, και εζήτουν να φέρωσιν αυτόν έσω και να θέσωσιν ενώπιον αυτού 
19 και μη ευρόντες διά ποίας εισόδου να φέρωσιν αυτόν έσω εξ αιτίας του όχλου, ανέβησαν επί το δώμα και διά των κεραμίδων κατεβίβασαν αυτόν μετά του κλινιδίου εις το μέσον έμπροσθεν του Ιησού. 
20 Και ιδών την πίστιν αυτών, είπε προς αυτόν Άνθρωπε, συγκεχωρημέναι είναι εις σε αι αμαρτίαι σου. 
21 Και ήρχισαν να διαλογίζωνται οι γραμματείς και οι Φαρισαίοι, λέγοντες Τις είναι ούτος, όστις λαλεί βλασφημίας; τις δύναται να συγχωρή αμαρτίας ειμή μόνος ο Θεός; 
22 Νοήσας δε ο Ιησούς τους διαλογισμούς αυτών, απεκρίθη και είπε προς αυτούς Τι διαλογίζεσθε εν ταις καρδίαις σας; 
23 τι είναι ευκολώτερον, να είπω, Συγκεχωρημέναι είναι εις σε αι αμαρτίαι σου, ή να είπω, Σηκώθητι και περιπάτει; 
24 αλλά διά να γνωρίσητε ότι εξουσίαν έχει ο Υιός του ανθρώπου επί της γης να συγχωρή αμαρτίας, είπε προς τον παραλυτικόν Προς σε λέγω, Σηκώθητι και σήκωσον το κλινίδιόν σου και ύπαγε εις τον οίκόν σου. 
25 Και παρευθύς εγερθείς ενώπιον αυτών, εσήκωσε το κλινίδιον εφ' ου κατέκειτο και ανεχώρησεν εις τον οίκον αυτού, δοξάζων τον Θεόν. 
26 Και έκστασις κατέλαβεν άπαντας και εδόξαζον τον Θεόν, και επλήσθησαν φόβου, λέγοντες ότι είδομεν παράδοξα σήμερον. 

        ΣΧΟΛΙΑ : 
      Το θαύμα αναφέρεται και από τον Ευαγγελιστή Ματθαίο (κεφ. Θ/9, εδάφ. 2- 8) καθώς και από τον Ευαγγελιστή Λουκά (κεφ. Ε/5, εδάφ. 18-26). Ο Κύριος λίγο πριν είχε διωχθεί από τους Γαδαρινούς. Οι άνθρωποι αυτοί είδαν με τα ίδια τους τα μάτια ένα δαιμονιζόμενο άνθρωπο που διέμενε στα νεκροταφεία, που ξεγυμνωνόταν, έναν αγριάνθρωπο, που δεν μπορούσαν να τον συγκρατήσουν ούτε με αλυσίδες, να γίνεται καλά από τον Ιησού και να στέκεται πλέον στα πόδια του Ιησού «ενδεδυμένος» και «σώφρων». Αυτοί οι άνθρωποι αντί να προβληματιστούν, αντί να ευχαριστήσουν τον Κύριο, αντί να αναγνωρίσουν τη δύναμή Του και να πιστέψουν σ’ Αυτόν, Tον παρακαλούν να φύγει από την πόλη τους. «Και άπαν το πλήθος της περιχώρου των Γαδαρηνών παρεκάλεσαν αυτόν να αναχωρήση απ' αυτών» (Λουκάς Η/8: 38). 

                (σχετική αναφορά  έχει δημοσιευθεί στο blog:  giorgoskomninos.blogspot.com                 
                                    στις 14-02-2015 με τίτλο: "Η θεραπεία του Γαδαρινού").

      Διωγμένος λοιπόν ο Κύριος από τους Γαδαρινούς διασχίζει τη θάλασσα της Γαλιλαίας και έρχεται στην Καπερναούμ, που πλέον είχε γίνει η πόλη Του, μετά την προσπάθεια των κατοίκων της Ναζαρέτ να τον εξοντώσουν (Λουκάς Δ/4: 29 -31). 
29 και σηκωθέντες εξέβαλον αυτόν έξω της πόλεως και έφεραν αυτόν έως της οφρύος του όρους, επί του οποίου η πόλις αυτών ήτο ωκοδομημένη, διά να κατακρημνίσωσιν αυτόν 
30 αυτός όμως περάσας διά μέσου αυτών επορεύετο. 
31 Και κατέβη εις Καπερναούμ, πόλιν της Γαλιλαίας, και εδίδασκεν αυτούς εν τοις σάββασι. 
     Καθώς ο Κύριος ήρθε και πάλι στην Καπερναούμ, μαθεύτηκε το νέο και μαζεύτηκε πολύς κόσμος, μέσα και έξω από το σπίτι που έμενε. Αυτό ήταν άλλη μια ευκαιρία για τον Κύριο να διδάξει στους ανθρώπους το μήνυμα της Σωτηρίας του Θεού και της Αγάπης Toυ για τον αμαρτωλό άνθρωπο. Με τη δράση αυτή του Ιησού, καθώς το ενδιαφέρον του πλήθους γι’ Αυτόν συνεχώς αυξάνεται, οι Φαρισαίοι, οι Σαδουκαίοι καθώς και οι άλλοι διδάσκαλοι του Μωσαϊκού Νόμου γίνονται όλο και πιο εχθρικοί για τον Κύριο Ιησού Χριστό. 
      Καθώς ακολουθούν το πλήθος, παρατηρούν τα πάντα γύρω τους έχοντας έναν και μόνο σκοπό, να βρουν κάποια κατηγορία εναντίον του Κυρίου, για να Τον οδηγήσουν στο δικαστήριο και να μεθοδεύσουν την εξόντωσή Του. Όμως τι κατηγορία να βρουν; Ο Κύριος «διήλθεν ευεργετών και θεραπεύων πάντας τους καταδυναστευομένους υπό του διαβόλου, διότι ο Θεός ήτο μετ' αυτού» (Πράξεις Ι/10: 38). Κάποτε οι Φαρισαίοι έστειλαν υπηρέτες, για να συλλάβουν τον Ιησού και αυτοί γύρισαν πίσω άπρακτοι και έκθαμβοι και «Απεκρίθησαν οι υπηρέται ουδέποτε ελάλησεν άνθρωπος ούτω, καθώς ούτος ο άνθρωπος» (Ιωάννης Ζ/7: 46). 
      Παρά τα θαύματα και τα σημεία που είδαν με τα μάτια τους, παρέμεναν σκληροί, αμετανόητοι, υβριστές του Κυρίου και του Θεού. Κάποτε στη συναγωγή όπου βρισκόταν ο Κύριος υπήρχε και ένας άνθρωπος του οποίου η δεξιά χείρα ήταν ξερή και αναφέρει ο Λόγος του Θεού: «Παρετήρουν δε αυτόν οι γραμματείς και οι Φαρισαίοι, αν εν τω σαββάτω θέλη θεραπεύσει, διά να εύρωσι κατηγορίαν κατ' αυτού». (Λουκάς Σ/6: 7). Ο Κύριος είχε την εξουσία και τη δύναμη από το Θεό να κάνει θαύματα, όμως οι περιστάσεις δεν ήταν πάντοτε ευνοϊκές. Στη Ναζαρέτ, την πατρίδα Του, παραδείγματος χάριν δεν μπόρεσε ο Κύριος να κάνει πολλά θαύματα, εξαιτίας της απιστίας των ανθρώπων εκεί (Ματθαίος ΙΓ/13: 58) και  αναγκάστηκε ο Κύριο να πει εκείνο το διαχρονικό: «Δεν είναι προφήτης άνευ τιμής ειμή εν τη πατρίδι αυτού και εν τη οικία αυτού».
     Η ιστορία μας αναφέρει ότι μια μέρα, καθώς ο Ιησούς δίδασκε, εμφανίστηκαν κάποιοι άντρες, οι οποίοι επάνω σ' ένα κρεβάτι κουβαλούσαν έναν άνθρωπο που ήταν παράλυτος και προσπαθούσαν να βρουν τρόπο να μπουν μέσα στο σπίτι και να τον αποθέσουν μπροστά Του, για να τον θεραπεύσει. 
    Η Ευαγγελική περικοπή δεν αναφέρει τα ονόματα τούτων των ανθρώπων, όμως κάποιος μελετητής της Βίβλου τους ονόμασε ως εξής : Αγάπη, Πίστη, Επιμονή, Προσευχή. 

     Η Αγάπη ήταν αυτή που βρήκε τούτο το δυστυχισμένο άνθρωπο και μίλησε και στους άλλους για το δράμα του. Όλη η πόλη περνούσε έξω από την καλύβα του ανθρώπου που υπέφερε. Κάποιοι όχι μόνον δε γνώριζαν το πρόβλημα, αλλά ούτε που είχαν καν προσέξει ότι υπήρχε κάποιο κατάλυμα στο δρόμο τους. Κρυμμένοι μέσα στον εγωισμό τους προχωρούσαν ατάραχοι. Άλλοι που γνώριζαν το πρόβλημα, καθώς περνούσαν, έκαναν μια φευγαλέα σκέψη, εξέφραζαν κάποια ωραία λόγια συμπαράστασης, όμως πάντα βιαστικοί κάτω από το βάρος των δικών τους προβλημάτων έφευγαν μακριά. Ήταν πάρα πολύ απασχολημένοι. Είχαν τόσα πολλά στο μυαλό τους, που δεν είχαν χρόνο για τίποτα άλλο. Μία μέρα πέρασε έξω από την καλύβα κάποιος που το όνομά του ήταν Αγάπη. Στάθηκε, σκέφτηκε, ένιωσε τον πόνο του ανθρώπου, τη μοναξιά, την ανημποριά, ήρθε κοντά του, έσκυψε, κοίταξε μέσα στη καλύβα, έτρεξε για να βρει και άλλους ανθρώπους με σκοπό να τον βοηθήσουν. 

    Η πίστη. Η Αγάπη μίλησε σε κάποιον που το όνομά του ήταν Πίστη, για το πρόβλημα του ανθρώπου και αμέσως ο άνθρωπος αυτός πίστεψε ότι ο Χριστός μπορούσε να τον θεραπεύσει. Είχε δει με τα μάτια του, είχε ακούσει με τα αυτιά του ότι: «τυφλοί αναβλέπουσι, χωλοί περιπατούσι, λεπροί καθαρίζονται, κωφοί ακούουσι, νεκροί εγείρονται, πτωχοί ευαγγελίζονται». (Λουκάς Ζ/7: 22). Έτσι προσφέρθηκε να βοηθήσει το φίλο του στο έργο που είχε αναλάβει. Αγάπη & Πίστη ενώθηκαν και πήγαν μαζί. Αυτά πάντα θα πηγαίνουν μαζί, γιατί χωρίς την πίστη η αγάπη δε μπορεί να φέρει αποτέλεσμα. 
     Εκεί που πραγματικά υπάρχει πίστη, ακόμα και όταν οι πόρτες κλείσουν και όταν τα παράθυρα σφραγιστούν και όταν τείχη υψωθούν, πάντα θα υπάρχει κάποια «τρύπα στο ταβάνι». Η πίστη σε συνεργασία με την αγάπη εφευρίσκει τρόπους, εφευρίσκει δρόμους, όσο δύσκολες και αν είναι οι συνθήκες, έτσι ώστε διαχρονικά ο «παραλυτικός άνθρωπος εξαιτίας της αμαρτίας» να μην μείνει μακριά, αλλά να έρθει κοντά και να βρεθεί μπροστά στο Σωτήρα Χριστό. 
    Πόσο μεγάλη χαρά είναι να πάρεις έναν άνθρωπο πνευματικά «παράλυτο», που ζει μέσα στην άγνοια του Λόγου του Θεού, μέσα στις θρησκείες του κόσμου και τις ανθρώπινες παραδόσεις, έναν άνθρωπο χωρίς Χριστό, χωρίς Θεό και συνεπώς χωρίς καμία ελπίδα και να τον φέρεις μπροστά στο Χριστό, που είναι η ζωή και η ανάσταση, η μόνη οδός που οδηγεί στον Πατέρα Θεό, η μόνη ελπίδα για την ανθρώπινη σωτηρία (Πράξεις Δ/4: 12). Πόσο μεγάλη ικανοποίηση να τον οδηγήσεις μπροστά «στον ιατρό των ψυχών και των σωμάτων». Στο βιβλίο του Προφήτη "Ησαΐα" (κεφ. ΜΓ/43, εδάφ. 25), αναφέρεται : «Εγώ είμαι, όστις εξαλείφω τας παραβάσεις σου ένεκεν εμού, και δεν θέλω ενθυμηθή τας αμαρτίας σου»
     Ένας πιστός άνθρωπος έλεγε: Όταν φύγω από τη ζωή και πάω στον ουρανό θα πέσω στα πόδια του Χριστού και θα τον ευχαριστήσω για τη Σωτηρία που μου χάρισε, μέσω της σταυρικής Του θυσίας και αμέσως μετά θα ψάξω να βρω τον άνθρωπο που με βρήκε "παράλυτο" μέσα στην αμαρτία και με οδήγησε στο Χριστό, για να πω και σ' εκείνον ένα μεγάλο ευχαριστώ. 
     Ο Ευαγγελιστής "Λουκάς" (κεφ. ΙΕ/15, εδ. 10) αναφέρει : «Ούτω, σας λέγω, χαρά γίνεται ενώπιον των αγγέλων του Θεού διά ένα αμαρτωλόν μετανοούντα». Τόσο μεγάλη χαρά στον ουρανό για έναν άνθρωπο, που θα μετανοήσει και θα επικαλεστεί το Έλεος του Θεού; Γιατί; Διότι ο Θεός από Αγάπη δε θέλει να χαθεί κανένας άνθρωπος, αλλά θέλει «πάντες να έλθωσιν εις μετάνοια και να σωθούν». (Β΄ Πέτρου Γ/3: 9). 
      Ο Κύριος παρατήρησε την πίστη των ανθρώπων αυτών, των τεσσάρων που τον μετέφεραν καθώς και του ασθενούς. Μεγάλο κεφάλαιο είναι η πίστη ή μάλλον το μεγαλύτερο που υπάρχει, για να αποκτήσει ο άνθρωπος αληθινή σχέση με το Θεό. Τι είναι πίστη; Ο Λόγος του Θεού μας αναφέρει: «Είναι δε η πίστις ελπιζομένων πεποίθησις, βεβαίωσις πραγμάτων μη βλεπομένων». (Εβραίους ΙΑ/11: 1). 
    Τι μπορεί να πετύχει η πίστη; "Ανθρωποι, διά της πίστεως, κατεπολέμησαν βασιλείας, ειργάσθησαν δικαιοσύνην, επέτυχον τας επαγγελίας, έφραξαν στόματα λεόντων, έσβεσαν δύναμιν πυρός, έφυγον στόματα μαχαίρας, ενεδυναμώθησαν από ασθενείας, έγειναν ισχυροί εν πολέμω, έτρεψαν εις φυγήν στρατεύματα αλλοτρίων" (Εβραίους ΙΑ/11: 34). 
     "Ο άνθρωπος δικαιούται δια της πίστεως, χωρίς των έργων του νόμου". (Ρωμαίους Γ/3: 28). 
    "Δεν αθετώ την χάριν του Θεού διότι αν η δικαίωσις γίνηται διά του νόμου, άρα ο Χριστός εις μάτην απέθανε" (Γαλάτας Β/2: 21). 

      Η Επιμονή. Η δύσκολη ώρα των εμποδίων δε θα λείψει ποτέ από τη ζωή μας, γι’ αυτό χρειάζεται να συνεισφέρει και η επιμονή. Αυτή ήταν που σοφίστηκε τη λύση μπροστά στο αδιέξοδο του μεγάλου πλήθους. Ας μην αφήσουμε τα εμπόδια να μας αποθαρρύνουν. Η επιμονή άνοιξε το δρόμο για να έρθει ο άνθρωπος της ιστορίας μας μπροστά στο Χριστό. Αν απουσίαζε η Αγάπη ή η Πίστη, ο άνθρωπος αυτός ποτέ δε θα έφτανε στην εξώπορτα του Χριστού, όμως αν απουσίαζε η επιμονή, εκεί θα έμενε και δε θα προχωρούσε ούτε ένα βήμα μέσα από την πόρτα. Πόσες φορές δε φέραμε το πρόβλημά μας μέχρι την εξώπορτα του Χριστού και εκεί σταματήσαμε, υποχωρήσαμε, κουραστήκαμε, αμελήσαμε, δεν επιμείναμε; 
     Καθώς λοιπόν ο Κύριος δίδασκε μία ημέρα σε κάποια οικία, πλησίασαν κάποιοι άνθρωποι που μετέφεραν έναν παραλυτικό πάνω σε ένα κρεβάτι με σκοπό να τον φέρουν μπροστά στον Ιησού και να τον παρακαλέσουν να τον κάνει καλά. Όμως οι άνθρωποι αυτοί δεν μπορούσαν να προχωρήσουν εξαιτίας του μεγάλου πλήθους. Πάντα το πλήθος θα είναι απροσπέλαστο. Πάντα ο κόσμος και οι δοξασίες του θα είναι ένα μεγάλο εμπόδιο, για να συναντήσει και να γνωρίσει ο άνθρωπος το Χριστό. Όλοι μπροστά στο "μέγα πλήθος" είμαστε «κοντοί» και αδύναμοι, όπως ήταν και ο Ζακχαίος. «και ιδού, άνθρωπος ονομαζόμενος Ζακχαίος, όστις ήτο αρχιτελώνης, και ούτος ήτο πλούσιος και εζήτει να ίδη τον Ιησούν τις είναι, και δεν ηδύνατο διά τον όχλον, διότι ήτο μικρός το ανάστημα». (Λουκάς ΙΘ/19: 2,3). Όμως η βαθιά, η ειλικρινής πίστη, που πηγάζει μέσα από την αγάπη, θα είναι πάντοτε εφευρετική. Οι τέσσερις άνδρες ανέβηκαν από την εξωτερική σκάλα στην οροφή, παραμέρισαν μερικά κεραμίδια και από το άνοιγμα που δημιουργήθηκε κατέβασαν τον άρρωστο μπροστά στον Ιησού. 

     Η Προσευχή. Ο τέταρτος της «παρέας». Νικήθηκαν τα εμπόδια και ο ασθενής έφτασε μπροστά στο Χριστό. Οι τρεις πρώτοι είχαν κάνει το χρέος τους, τώρα το λόγο πήρε η Προσευχή που μίλησε στο Χριστό για την καλύβα, τα χρόνια της μοναξιάς, του πόνου, της ατέλειωτης ταλαιπωρίας του ανήμπορου αυτού ανθρώπου. Η Προσευχή πήρε το «κλειδί» και άνοιξε την καρδιά του Χριστού. Αυτό το κλειδί ο Θεός το έχει βάλει στα χέρια αδύναμων ανθρώπων, που μπορούν να ανοίξουν τα θησαυροφυλάκια του ουρανού και να φέρουν ευλογίες στη ζωή και άλλων ανθρώπων. 

     Αφού οι άνθρωποι είχαν κάνει το δικό τους μέρος, ήρθε η ώρα να ενεργήσει ο Κύριος και να κάνει εκείνα που δε μπορούν να κάνουν οι άνθρωποι. Έτσι λοιπόν, καθώς ο Κύριος είδε την πίστη των ανθρώπων αυτών, που ήταν ικανή να κάνει τα πάντα για να φέρει μπροστά Του μια περίπτωση ανάγκης, είπε στον παραλυτικό: «άνθρωπέ μου, έχε θάρρος σου συγχωρήθηκαν οι αμαρτίες σου». Μα, Κύριε, εμείς τον φέραμε, για να τον κάνεις καλά από την αρρώστια του. Το πρόβλημά του είναι η παράλυση, μήπως δεν κατάλαβες; Ο μεγάλος γιατρός, ο αλάνθαστος Κύριος, θεράπευσε πρώτα την αιτία για την οποία ο άνθρωπος αυτός είχε ασθενήσει και είχε παραλύσει και στη συνέχεια θεράπευσε τα συμπτώματα της ασθενείας που τον ταλαιπωρούσε. Δεν θα μπορούσε ποτέ ο Κύριος να θεραπεύσει το σώμα του ανθρώπου και να παραμελήσει τη θεραπεία της ψυχής του. Ποτέ δε θα θεράπευε μία προσωρινή κατάσταση και θα παρέβλεπε την αιώνια. 
    «Σου συγχωρήθηκαν οι αμαρτίες σου». Πρόκειται για μία εκπληκτική εξαγγελία με απρόβλεπτες συνέπειες. Πρόκειται για μια μεγάλη διακήρυξη του ίδιου του Κυρίου ότι τώρα σ’ αυτόν κόσμο, σ’ αυτήν τη ζωή, οι αμαρτίες του ανθρώπου που θα εξομολογηθεί, συγχωρούνται. Άραγε υπάρχει κάτι πιο δυνατό, πιο παρήγορο, πιο ελπιδοφόρο από το να λάβει ο άνθρωπος τη διαβεβαίωση της συγχώρεσης των αμαρτιών του όσο βρίσκεται σε τούτη τη ζωή; Ασφαλώς όχι και αυτό είναι το κέρδος όλων εκείνων που εμπιστεύονται τη ζωή τους στο μόνο Σωτήρα, Λυτρωτή και Κύριο, Ιησού Χριστό. 
    Όταν κάποιοι από τους Γραμματείς και Φαρισαίους άκουσαν τον Ιησού ν’ ανακοινώνει ότι οι αμαρτίες του ανθρώπου συγχωρήθηκαν, θορυβήθηκαν. Ήταν διαβασμένοι και εκπαιδευμένοι στα δόγματα των Γραφών και ήξεραν ότι κανένας δεν μπορεί να συγχωρεί αμαρτίες παρά μόνον ένας, ο Θεός. Συνεπώς οποιοσδήποτε διακήρυττε ότι συγχωρούσε αμαρτίες είναι σαν να ισχυριζόταν ότι είναι Θεός. Θα λέγαμε ότι το σκεπτικό τους ήταν σωστό, αλλά αντί να αναγνωρίσουν τη Θεότητα του Κυρίου Ιησού Χριστού μέσα απ’ όλα όσα εξελίσσονταν μπροστά στα μάτια τους, Τον κατηγόρησαν μέσα τους για βλασφημία και ότι με τα λόγια Του προσβάλλει το Θεό. 
      Ο Κύριος, ο οποίος «ερευνά νεφρούς και καρδίας» (Ιερεμίας Κ/20: 12), διάβασε τις σκέψεις τους και τους έκανε την προκλητική ερώτηση: «Τι είναι ευκολότερο να διακηρύξω τη συγχώρηση των αμαρτιών ενός ανθρώπου ή να τον θεραπεύσω;». Στην πραγματικότητά είναι το ίδιο εύκολο να πω και να κάνω το ένα ή το άλλο. 
     Ο Κύριος είχε ήδη διακηρύξει τη συγχώρηση των αμαρτιών του ανθρώπου εκείνου. Ναι αλλά πώς μπορούσαν να ξέρουν ότι η συγχώρηση είχε επιτευχθεί; Οι Γραμματείς δεν μπορούσαν να δουν τις αμαρτίες να συγχωρούνται και συνεπώς δικαίως θα λέγαμε ότι δεν το πίστευαν. Έτσι, για να δείξει ο Κύριος ότι οι αμαρτίες εκείνου του ανθρώπου είχαν συγχωρεθεί και ότι ως Κύριος είχε εξουσία να συγχωρεί αμαρτίες "επί της γης", έδωσε στους Γραμματείς κάτι χειροπιαστό, για να πιστέψουν. Είπε στον παραλυτικό να σηκωθεί, να πάρει το κρεβάτι του και να περιπατήσει. Ο άνθρωπος αμέσως ανταποκρίθηκε και αφού σηκώθηκε, άρχισε να περπατάει κουβαλώντας το κρεβάτι στους ωμούς του. Με τον τρόπο αυτό απέδειξε σε όλους τους παρευρισκόμενους που έκαναν σκοτεινές σκέψεις και είχαν αμφιβολία μέσα στην καρδιά τους ότι πραγματικά έχει συγχωρήσει τις αμαρτίες αυτού του ανθρώπου και ότι ο «Υιός του Ανθρώπου» έχει εξουσία από το Θεό να συγχωράει αμαρτίες στους ανθρώπους που ακόμα βρίσκονται στη ζωή (επί της γης). 
    Οι άνθρωποι στην προσπάθειά τους να θεραπεύσουν κάποια ασθένεια ακολουθούν συνήθως μακροχρόνια θεραπευτική, ο Θεός όμως ενεργεί άμεσα με τέλεια αποτελέσματα μέσα στη ζωή μας. Να θυμηθούμε την αιμορροούσα, όπως αναφέρεται στο ευαγγέλιο του Μάρκου (κεφ. Ε/5, εδάφ. 25-28). 
25 Και γυνή τις, έχουσα ρύσιν αίματος δώδεκα έτη 
26 και πολλά παθούσα υπό πολλών ιατρών και δαπανήσασα πάσαν την περιουσίαν αυτής και μηδέν ωφεληθείσα, αλλά μάλλον εις το χείρον ελθούσα, 
27 ακούσασα περί του Ιησού, ήλθε μεταξύ του όχλου όπισθεν και ήγγισε το ιμάτιον αυτού 
28 διότι έλεγεν ότι και αν τα ιμάτια αυτού εγγίσω, θέλω σωθή. 
    Δώδεκα χρόνια μέσα στους γιατρούς ολόκληρη η περιουσία εξανεμίστηκε και όχι μόνον δεν μπόρεσε να θεραπευτεί, αλλά η κατάστασή της όλο και πιο πολύ χειροτέρευε, όταν όμως με πίστη ακούμπησε πάνω στον Κύριο, τα πράγματα άλλαξαν. Ο άνθρωπος που ζει σε τούτη τη ζωή έναν τρόπο έχει να απαλλαγεί από το αμαρτωλό παρελθόν του και την αιώνια απομάκρυνση από τον Θεό (δηλ. την κόλαση) που τον περιμένει. «Επειδή, ο μισθός τής αμαρτίας είναι θάνατος το χάρισμα, όμως, του Θεού αιώνια ζωή διαμέσου τού Ιησού Χριστού τού Κυρίου μας» (προς Ρωμαίους Σ/6: 23).
     Θα πρέπει ο άνθρωπος να μετανοήσει για το αμαρτωλό παρελθόν του και να επικαλεστεί το Όνομα του Ιησού Χριστού για να συγχωρεθούν οι αμαρτίες του. Ο Απόστολος Παύλος στην επιστολή «προς Ρωμαίους» (κεφ. Ι/10, εδ. 12,13) αναφέρει : 
12 Επειδή δεν είναι διαφορά Ιουδαίου τε και Έλληνος διότι ο αυτός Κύριος είναι πάντων, πλούσιος προς πάντας τους επικαλουμένους αυτόν 
13 διότι Πας όστις επικαλεσθή το όνομα του Κυρίου θέλει σωθή». 
     Αυτός είναι ο Χριστός και αυτά είναι τα αποτελέσματα της εξουσίας που έχει να συγχωρεί αμαρτίες επί της γης. Φεύγοντας από αυτή τη ζωή αμετανόητος ο άνθρωπος δεν μπορούν να συγχωρεθούν οι αμαρτίες του. Εκεί πλέον τον περιμένει η κρίση της δικαιοσύνης του Θεού. Ο συγγραφέας της επιστολής "προς Εβραίους" (κεφ. Θ/9, εδάφ. 27), αναφέρει: «Και καθώς είναι αποφασισμένον εις τους ανθρώπους άπαξ να αποθάνωσι, μετά δε τούτο είναι κρίσις».
    Όταν τα πλήθη που παρευρίσκονταν, είδαν τον παραλυτικό να πηγαίνει στο σπίτι του κουβαλώντας το κρεβάτι του, τους κατέλαβε φόβος και θαυμασμός! Τα συγκλονιστικά γεγονότα που συνέβησαν τους είχαν αφήσει κατάπληκτους. Ποτέ δεν είχαν δει κάτι παρόμοιο στη ζωή τους και μαζί με το θεραπευμένο άνθρωπο δόξαζαν το Θεό και ομολογούσαν ότι είδαν παράδοξα πράγματα εκείνη την ημέρα. Εννοούσαν τη συγχώρεση των αμαρτιών του παραλυτικού καθώς και το θαύμα που αποδείκνυε αυτή τη συγχώρεση. 
      Παρά τα συγκλονιστικά γεγονότα, οι Γραμματείς και οι ακόλουθοι αυτών δεν πίστεψαν. Η πίστη περιλαμβάνει τη θέληση και εκείνοι δεν ήθελαν να πιστέψουν. Ο μεγαλύτερος κουφός, λέει ο λαός, είναι εκείνος που δε θέλει να ακούσει. Παραφράζοντας θα λέγαμε ότι ο μεγαλύτερος άπιστος είναι εκείνος που δε θέλει να πιστέψει. «Ού με πείσεις, καν με πείσεις», όπως έλεγε και ο Αριστοφάνης. 
     Η έλλειψη πίστης είναι το μεγαλύτερο εμπόδιο, για να γνωρίσει ο άνθρωπος το Θεό. Περιορίζει το Θεό και δεν τον αφήνει να ενεργήσει μέσα στην καρδιά του ανθρώπου και να κάνει έργο σωτηρίας. Η απιστία των ανθρώπων ήταν εκείνη που εμπόδισε τον Κύριο να κάνει πολλά θαύματα στη Ναζαρέτ. Τούτοι οι άνθρωποι, που όχι μόνον γνώριζαν το Νόμο και τα γραμμένα υπό των Προφητών, αλλά τα δίδασκαν κιόλας στους ανθρώπους, καθώς είδαν ένα μεγάλο θαύμα να εξελίσσεται μπροστά στα μάτια τους, έναν αδύναμο παραλυτικό να σηκώνεται όρθιος, με μιας να γίνεται δυνατός και φεύγοντας να σηκώνει και το κρεβάτι στο ωμό του, δεν πίστεψαν σ’ Αυτόν.
     Είχαν μεγάλο παράπονο οι Γραμματείς, οι Φαρισαίοι και οι ακόλουθοι αυτών από το Χριστό, ανυπολόγιστη πικρία γι’ Αυτόν, που εκδηλωνόταν μέσα από την αντίδραση και τη μισαλλοδοξία. Θα πει κάποιος «γιατί αυτά τα τόσο αρνητικά συναισθήματα για έναν άνθρωπο που υπήρξε η προσωποποίηση της Αγάπης και του Ελέους»; Διότι ο Χριστός με την εξουσία που είχε από το Θεό, όχι μόνον δεν τους αναγνώρισε ως «μεσάζοντες», ως μεσίτες ανάμεσα σε Εκείνον και τον αμαρτωλό άνθρωπο, αλλά τους αποκάλυψε ότι ήταν αμαρτωλοί. ότι ήταν τυφλοί, οδηγοί τυφλών «τυφλός δε τυφλόν εάν οδηγή, αμφότεροι εις βόθρον θέλουσι πέσει». (Ματθαίος ΙΕ/15: 14). 
      Όπου υπάρχουν μεσάζοντες, υπάρχει και κερδοσκοπία ακόμα και στα πνευματικά πράγματα, μια κερδοσκοπία που στις ημέρες του Χριστού είχε μετατρέψει ακόμα και «τον οίκον του Θεού, σε οίκον εμπορίου» (Ιωάννης Β/2: 16). μία κερδοσκοπία που στις ημέρες μας έχει λάβει ανεξέλεγκτες διαστάσεις. Κάποιος είπε ότι ο Χριστός πέθανε πάνω στο Σταυρό και οι «ποιμένες» Του ζουν απ’ αυτό. 
    Ο Λόγος του Θεού διακηρύττει: «Διότι είναι εις Θεός, εις και μεσίτης Θεού και ανθρώπων, άνθρωπος Ιησούς Χριστός». (Α΄ Τιμοθέου Β/2: 5). Όταν ο λεγόμενος «άσωτος» ήρθε «εις εαυτόν», είπε : «θα υπάγω εις τον Πατέρα μου» (Λουκάς ΙΕ/15: 18). 
    Υπάρχει Πατέρας στον ουρανό έτοιμος να αγκαλιάσει, να θεραπεύσει, να καταφιλήσει τον αμαρτωλό άνθρωπο στο βρώμικο από τα γουρούνια της αμαρτίας τράχηλό του και υπάρχει και ο Υιός που με τη θυσία Του πάνω στο σταυρό και την ένδοξή  ανάστασή Του από τους νεκρούς έγινε η «οδός» που οδηγεί κατευθείαν στην αγκαλιά του Πατέρα. «Λέγει προς αυτόν ο Ιησούς: Εγώ είμαι η οδός και η αλήθεια και η ζωή, ουδείς έρχεται προς τον Πατέρα, ειμή δι' εμού» (Ιωάννης ΙΔ : 6). 
         Τι ωραία και πόσο αληθινή διακήρυξη! ---

Πέμπτη 7 Φεβρουαρίου 2019

Ο ΚΟΡΝΗΛΙΟΣ

      Βιβλίο «Πράξεων Αποστόλων», κεφ. Ι / 10.

    Ο Κορνήλιος ήταν ένας αξιωματικός του Ρωμαϊκού στρατού που διοικούσε εκατό άνδρες και ανήκε στην Ιταλική μονάδα. Διέμενε με την οικογένειά του στην Καισάρεια, όπου διέθετε δικό του σπίτι. Το ρωμαϊκό όνομά του δείχνει ότι ίσως ανήκε σε οικογένεια ευγενών της αυτοκρατορικής πόλης. Ο Κορνήλιος, παρά το γεγονός ότι ήταν αλλόθρησκος και υπηρετούσε στο στρατό των κατακτητών, είχε μια πολύ καλή «έξωθεν μαρτυρία». Ήταν άνθρωπος που είχε «φόβο Θεού» και άνθρωπος που «έκανε πολλά δώρα ελέους στο λαό και προσευχόταν στο Θεό». Ο λόγος του Θεού μας αποκαλύπτει ότι ήταν «άνδρας δίκαιος που φοβόταν το Θεό και είχε καλή φήμη μεταξύ όλου του έθνους των Ιουδαίων». (εδ. 22). Ο Απ. Πέτρος στην Α΄ επιστολή του μας προτρέπει: «να έχητε καλήν την διαγωγήν σας μεταξύ των εθνών, ίνα ενώ σας καταλαλούσιν ως κακοποιούς, εκ των καλών έργων, όταν ίδωσιν αυτά, δοξάσωσι τον Θεόν εν τη ημέρα της επισκέψεως». 
     Μπορεί ο Κορνήλιος να ήταν ένας επιτυχημένος στρατιωτικός, μπορεί να είχε μια καλή οικογένεια και ακόμα να είχε ένα πολύ καλό όνομα και μια πολύ καλή μαρτυρία στο περιβάλλον του, να έκανε πολλά καλά έργα, όμως όλα τούτα δε μπόρεσαν να ικανοποιήσουν την καρδιά του και να τον κάνουν να αισθανθεί πλήρης. Όλα αυτά δε μπόρεσαν να του χαρίσουν τη βεβαιότητα της δικαίωσής του απέναντι στο Θεό και να του χαρίσουν τη σωτηρία του. Αισθανόταν μέσα του να υπάρχει ένα κενό. Πόσοι άνθρωποι γύρω μας ζουν μέσα στον πλούτο, τη χλιδή, τις ανέσεις και παρ’ όλα αυτά αισθάνονται κενοί και μόνοι. Γιατί άραγε; Την απάντηση την είχε δώσει κάποτε ο μεγάλος φυσικομαθηματικός Πασκάλ, ο οποίος είχε πει: «η καρδιά του ανθρώπου είναι ένα άπειρο και μόνον με ένα άλλο άπειρο, που είναι ο Θεός, μπορεί να γεμίσει». 
      Ο άνθρωπος αυτός, αν και δεν ήταν Ιουδαίος, προσευχόταν ειλικρινά στο Θεό και είχε την επιθυμία να Τον γνωρίσει. Είναι αλήθεια ότι δεν υπάρχει ψυχή που με ειλικρίνεια και με ταπείνωση να ζήτησε το Θεό και να μην ανταποκρίθηκε. Είναι Θεός «ακούων προσευχήν» (Ψαλμός ΞΕ/65: 2). Ο Δαβίδ στον ψαλμό ΛΓ/33, εδ.18, αναφέρει: «Ιδού, ο οφθαλμός του Κυρίου είναι επί τους φοβουμένους αυτόν επί τους ελπίζοντας επί το έλεος αυτού». Δεν υπάρχει ψυχή που να έκραξε ειλικρινά προς Αυτόν και ο Κύριος να μην την άκουσε. Ο λόγος του Θεού μας διαβεβαιώνει: «Αιτείτε, και θέλει σας δοθή, ζητείτε, και θέλετε ευρεί, κρούετε, και θέλει σας ανοιχθή. Διότι πας ο αιτών λαμβάνει και ο ζητών ευρίσκει και εις τον κρούοντα θέλει ανοιχθή» (Ματθαίος Ζ/7: 7, 8). 
      Ο Κορνήλιος ήταν ένας ταπεινός άνθρωπος. Η ταπεινότητα είναι ένα στοιχείο που θα πρέπει να χαρακτηρίζει τον πιστό άνθρωπο. Ο Απ. Πέτρος στην πρώτη επιστολή του, κεφ. Ε/5, εδ. 5 αναφέρει: «ο Θεός αντιτάσσεται εις τους υπερηφάνους, εις δε τους ταπεινούς δίδει χάριν». Επίσης στο βιβλίο των «Παροιμιών», κεφ. ΙΕ/15, εδ. 33, αναφέρεται: «η ταπείνωση προπορεύεται της δόξης». Ο Δαβίδ διαβεβαιώνει ότι: «θυσίαι του Θεού είναι πνεύμα συντετριμμένον καρδίαν συντετριμμένην και τεταπεινωμένην, Θεέ, δεν θέλεις καταφρονήσει». (Ψαλμός ΝΑ/51: 17) και ο Ευαγγελιστής "Ματθαίος" (κεφ. Ε/5, εδ. 3), αναφέρει τα λόγια του Κυρίου: «μακάριοι οι πτωχοί τω πνεύματι, διότι αυτών είναι η βασιλεία των ουρανών». 
     Το φθινόπωρο του έτους 36 μ.Χ. δέκα χρόνια μετά την ίδρυση της εκκλησίας της Ιερουσαλήμ και αφού το ευαγγέλιο είχε κηρυχτεί ανάμεσα στους Ιουδαίους και τους προσήλυτους του Ιουδαϊσμού, σε ολόκληρη την Ιουδαία, τη Σαμάρεια και τη Γαλιλαία εμφανίστηκε στον Κορνήλιο σε όραμα ένας άγγελος και του είπε: «Οι προσευχές και τα δώρα του ελέους σου ανέβηκαν ως ενθύμηση ενώπιον του Θεού» και συνέχισε: «Και τώρα, στείλε ανθρώπους στην Ιόππη, και προσκάλεσε τον Σίμωνα, που αποκαλείται Πέτρος, αυτός φιλοξενείται σε κάποιον Σίμωνα βυρσοδέψη, που έχει το σπίτι του κοντά στη θάλασσα αυτός θα σου μιλήσει τι πρέπει να κάνεις» (εδ. 5,6). Χωρίς να προβάλει αντιρρήσεις ο Εκατόνταρχος στέλνει αμέσως δύο από τους υπηρέτες του και ένα στρατιώτη ευσεβή στην Ιόππη, για να προσκαλέσουν τον Πέτρο τον οποίον δε γνώριζε. 
     Γι΄ αυτή λοιπόν τη συγκεκριμένη διακονία, να μιλήσει στον Κορνήλιο για την Σωτηρία και τον Σωτήρα Ιησού Χριστό, ο Θεός επέλεξε τον Πέτρο, αν και δεν είχε τις περισσότερες πιθανότητες να εκτελέσει μια τέτοια αποστολή. Οι μαθητές και όσοι ακολουθούσαν τον Κύριο ήταν Ιουδαίοι, ο Κορνήλιος ήταν εθνικός και πέραν αυτού ήταν και αξιωματικός του Ρωμαϊκού στρατού, που τόσο πολύ καταπίεζε τους υπόδουλους Ιουδαίους. 
     Ο Πέτρος είχε μάθει από μικρό παιδί να ευχαριστεί το Θεό που δεν ήταν ένας από αυτούς. Η αντίληψή του για το ποιοι μπορούσαν να σωθούν δεν πήγαινε μακρύτερα από τους ομοεθνείς του Ιουδαίους. Όμως «ο Θεός θέλει να σωθούν όλοι οι άνθρωποι και να έρθουν σε επίγνωση της αλήθειας». (Α΄ Τιμοθέου Β/2: 4). Ο Θεός στην Παλαιά Οικονομία εξέλεξε τους Εβραίους για να ομολογήσουν το Όνομά Του και να δώσουν μαρτυρία για το Θεό σε όλα τα έθνη, για να σωθούν «και θέλουσιν ευλογηθή εν σοι πάσαι αι φυλαί της γης» (Γένεση ΙΒ/12: 3). 
      Μία Βιβλική, διαχρονική αλήθεια είναι ότι Θεός δεν κάνει φυλετικές διακρίσεις. Επιδίωξή Του είναι να σώσει όλους τους ανθρώπους. Οι Σαμαρείτες σέβονταν το Μωσαϊκό Νόμο και για το λόγο αυτό δεν υπήρχε ιδιαίτερος δισταγμός για την αποδοχή τους. Όμως, όταν ήρθε η σειρά του απερίτμητου εθνικού Κορνήλιου, αξιωματικού του Ρωμαϊκού στρατού, χρειάστηκε να αποκαλυφθεί από το Θεό στον Απ. Πέτρο ένα θαυματουργικό όραμα, για να πειστεί να πλησιάσει τον Κορνήλιο και να του μεταφέρει το μήνυμα του Ευαγγελίου. Πλέον είχε έρθει η ώρα να ακούσουν το λόγο του Θεού και οι άνθρωποι που ήταν έξω το Ιουδαϊκό έθνος. 
      Ο Πέτρος δε θέλει να ακούσει για τους εθνικούς και ο Θεός προετοιμάζει την καρδιά του με ένα όραμα. Να προσευχόμαστε ο Θεός να προετοιμάζει καρδιές, για να ακούσουν το λόγο Του, για να εργαστούν στον αγρό Του. Ενώ είχε ανέβει στο υπερώο του σπιτιού του Σίμωνα γύρω στο μεσημέρι της επόμενης ημέρας, για να προσευχηθεί, εκεί πείνασε και ήθελε να φάει, όμως το φαγητό δεν ήταν ακόμα έτοιμο. Καθώς βρισκόταν εκεί, έπεσε σε έκσταση και είδε ένα σεντόνι να κατεβαίνει στη γη. Μέσα σ’ αυτό υπήρχαν όλα τα τετράποδο ζώα, τα ερπετά και τα πουλιά, τα καθαρά και τα ακάθαρτα για έναν Ιουδαίο. Ξαφνικά ακούστηκε μια φωνή που έλεγε: «Και έγινε φωνή προς αυτόν, σηκωθείς, Πέτρε, σφάξον και φάγε» (εδ. 13). Ο Πέτρος, γνωρίζοντας ότι ο Μωσαϊκός Νόμος απαγόρευε στους Ιουδαίους να τρώνε οποιοδήποτε ακάθαρτο ζώο (Λευιτικό ΙΑ/11: 8), καθώς είδε και άκουσε όλα αυτά, είπε τη φράση: «Ποτέ Κύριε». Κάποιος σχολιαστής αναφέρει: Όποιος λέει «ποτέ» δεν πρέπει να προσθέτει το «Κύριε» και όποιος με ειλικρίνεια λέει «Κύριε» ποτέ δεν πρέπει να προσθέτει το «ποτέ». Όταν ο Πέτρος εξήγησε πως ποτέ του δεν είχε φάει κάποιες από τις απαγορευμένες τροφές, μια φωνή από τον ουρανό του απάντησε: «αυτά που ο Θεός καθάρισε, εσύ να μην τα θεωρείς ακάθαρτα». Αυτό έγινε τρεις φορές και έπειτα το σεντόνι γύρισε στον ουρανό. Είναι φανερό ότι το όραμα αυτό είχε βαθύτερο νόημα πέρα από τις καθαρές ή ακάθαρτες τροφές. Η πραγματική σημασία του οράματος ήταν ότι ο Θεός θα άνοιγε την πόρτα της πίστης και στους εθνικούς που θεωρούνταν από τους Ιουδαίους, ακάθαρτοι. Η χριστιανική πίστη όλες αυτές τις διατάξεις, που είχαν να κάνουν με το φαγητό και κάποιους άλλους εξωτερικούς τύπους, τις κατάργησε. 
      Πλέον ο Θεός ανοίγει την πόρτα της σωτηρίας προς όλους και δίνει τις ίδιες ευκαιρίες και στους Ιουδαίους και στους εθνικούς, για να σωθούν με την πίστη τους. Οι εθνικοί που αντιπροσωπεύονται από τα «ακάθαρτα» ζώα θα λάμβαναν και αυτοί το Άγιο Πνεύμα όπως το είχαν ήδη λάβει και οι Ιουδαίοι «καθαρά ζώα». Οι εθνικές και θρησκευτικές διακρίσεις θα καταργούνταν και όλοι οι πραγματικοί πιστοί του Κυρίου Ιησού θα είχαν την ίδια θέση μέσα στη χριστιανική κοινότητα. Το γεγονός αυτό το είχε αποκαλύψει ο Κύριος στους μαθητές του με την τελευταία εντολή Του που ήταν: «Πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τα έθνη, βαπτίζοντες αυτούς εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος» (Ματθαίος ΚΗ/28: 19). Η εντολή του Κυρίου ήταν ότι οι μαθητές θα έπρεπε να κηρύξουν το Ευαγγέλιο σε όλα τα έθνη για σωτηρία, όμως δεν τους είχε αποκαλυφτεί ότι θα έπρεπε να δεχτούν τους εθνικούς σαν εθνικούς. Νόμιζαν πως οι εθνικοί θα έπρεπε πρώτα να κάνουν περιτομή και να γίνουν Ιουδαίοι προσήλυτοι και μετά να γίνουν Χριστιανοί. Η πεποίθηση αυτή ήταν βαθιά ριζωμένη στη συνείδηση των Ιουδαίων. Το πόσο δύσκολο ήταν να ξεριζωθεί φαίνεται από την επιστολή του Απ. Παύλου «προς Γαλάτας», όπου ο Απόστολος συναντάει μεγάλη αντίδραση από τους Ιουδαίους πάνω σ’ αυτό το θέμα. 
      Καθώς ο Πέτρος σκεφτόταν τη σημασία του οράματος, οι απεσταλμένοι του Κορνήλιου έφτασαν στην εξώπορτα και τον αναζητούσαν. Ο Πέτρος οδηγούμενος από το Άγιο Πνεύμα κατέβηκε να τους συναντήσει. Όταν έμαθε το σκοπό της επίσκεψής τους, τους κάλεσε και τους φιλοξένησε το βράδυ. Έτσι λοιπόν την επόμενη μέρα ο Πέτρος πήρε το δρόμο για την Καισάρεια μαζί με τους τρεις υπηρέτες του Κορνήλιου και με μερικούς από τους αδερφούς που έμειναν στην Ιόππη. Ταξίδεψαν όλη την ημέρα και την επόμενη έφτασαν στην Καισάρεια. Ο Κορνήλιος τους περίμενε και είχε μαζέψει στο σπίτι του τους συγγενείς και τους στενούς του φίλους. 
      Πέρα από όλα τα άλλα παρατηρούμε ότι ο Κορνήλιος είναι και ένας άφοβος ομολογητής. Έχει δώσει τη μαρτυρία του και έχει αποκαλύψει την πίστη του στο Θεό σε συγγενείς και φίλους. Για την εποχή εκείνη και για το αξίωμα το οποίο είχε, αυτή ήταν μια επικίνδυνη ομολογία. Όπως είπαμε ο Κορνήλιος ήταν ταπεινός άνθρωπος και, καθώς αντίκρισε τον Πέτρο, έπεσε στα πόδια του, για να τον προσκυνήσει, εκδηλώνοντας έτσι την ταπείνωσή του και το σεβασμό του. Ο Απόστολος αρνήθηκε αυτή την εκδήλωση λατρείας. «Ως δε εισήλθεν ο Πέτρος, ελθών ο Κορνήλιος εις συνάντησιν αυτού, έπεσεν εις τους πόδας αυτού και προσεκύνησεν. Αλλ' ο Πέτρος εσήκωσεν αυτόν, λέγων Σηκώθητι και εγώ αυτός άνθρωπος είμαι». (Πράξεις Ι/10: 25,26). Τούτη η απάντηση πόσο θα έπρεπε να είχε προβληματίσει τους "διαδόχους" του Πέτρου που με κάθε τρόπο επιδιώκουν την προσκύνηση των ανθρώπων! 
28 Και τους είπε: Εσείς ξέρετε ότι είναι ασυγχώρητο σε έναν άνθρωπο Ιουδαίο να συναναστρέφεται ή να πλησιάζει σ' έναν αλλόφυλο ο Θεός, όμως, έδειξε σε μένα να μη λέω κανέναν άνθρωπο βέβηλον ή ακάθαρτον 
29 γι' αυτό, και όταν προσκλήθηκα, ήρθα χωρίς καμιά αντιλογία ρωτάω, λοιπόν, για ποιον λόγο με προσκαλέσατε; (Πράξεις Ι/10: 28,29). 
     Ο Πέτρος βρίσκοντας όλο εκείνο το πλήθος μέσα στο σπίτι εξήγησε πως σαν Ιουδαίος δε θα έμπαινε ποτέ σε σπίτι εθνικών, αλλά του έδειξε ο Θεό πως δεν πρέπει πλέον να θεωρούμε τους εθνικούς ακάθαρτους και έτσι κατάλαβε ότι ο Θεός ενδιαφέρεται για ειλικρινείς και ταπεινές καρδιές και όχι για την εθνικότητα κάποιου ανθρώπου. 
      Ο Κορνήλιος πρόθυμα περιέγραψε το όραμα που είδε τρεις μέρες νωρίτερα με τον άγγελο που τον διαβεβαίωσε πως ο Θεός άκουσε την προσεχή του και τον οδήγησε να στείλει να φωνάξει τον Πέτρο. Πραγματικά είναι εντυπωσιακό το ενδιαφέρον του Κορνήλιου για τα πράγματα του Θεού. Παρατηρούμε με τι πόθο απευθύνεται στον Πέτρο: «Τώρα, λοιπόν, εμείς όλοι παραστεκόμαστε μπροστά στον Θεό, για να ακούσουμε όλα όσα προστάχθηκαν σε σένα από τον Θεό» (εδ. 33). 
     Παρά την αφοσίωσή του στο Θεό και την ειλικρινή του εκζήτηση, τις ελεημοσύνες του, την καθολική αναγνώρισή του, ο Κορνήλιος αισθανόταν μέσα του ότι δεν ήταν σωσμένος. Υπήρχε ένα μεγάλο κενό που δεν μπορούσε με τίποτα να το καλύψει. Για να λάβει ο άνθρωπος τη βεβαιότητα της σωτηρίας από το Θεό πρέπει να γνωρίσει το Χριστό και να αποδεχτεί το Έργο το οποίο έκανε πάνω στο σταυρό για τη λύτρωση των ανθρώπων, εξαιτίας της αμαρτίας. Ήταν ανάγκη ένας άνθρωπος, ένας αγγελιοφόρος να μεταφέρει στον Κορνήλιο το μήνυμα της σωτηρίας. Ο Απ. Παύλος στην επιστολή «προς Ρωμαίους», κεφ. Ι/10, εδ. 17, αναφέρει: «η πίστις είναι εξ ακοής, η δε ακοή δια του λόγου του Θεού». Είναι γεγονός ότι, όταν ζει κάποιος ειλικρινά και εκζητεί το Θεός στη ζωή του, ο Θεός θα του δώσει ευκαιρίες να ακούσει το Ευαγγέλιο και να σωθεί. 
34 Τότε, καθώς ο Πέτρος άνοιξε το στόμα, είπε: Γνωρίζω στ' αλήθεια ότι, ο Θεός δεν είναι προσωπολήπτης 
35 αλλά, σε κάθε έθνος όποιος τον φοβάται, και εργάζεται δικαιοσύνη, είναι σ' αυτόν δεκτός. 
      Ο Απ. Πέτρος θυμίζει σε όλους τους παρευρισκόμενους ότι ο Θεός δεν αποβλέπει σε πρόσωπα ανθρώπων και παρά το γεγονός ότι το ευαγγέλιο στάλθηκε πρώτα στους Ιουδαίους, ο Ιησούς Χριστός είναι ο Κύριος πάντων τόσο των εθνικών όσο και των Ιουδαίων. 
36 Τον λόγο που έστειλε στους γιους Ισραήλ, ευαγγελιζόμενος ειρήνη διαμέσου τού Ιησού Χριστού (αυτός είναι ο Κύριος όλων) 
37 εσείς ξέρετε αυτό τον λόγο, που κηρύχθηκε σε ολόκληρη την Ιουδαία, αρχίζοντας από τη Γαλιλαία, ύστερα από το βάπτισμα που κήρυξε ο Ιωάννης Μίλησε στο ακροατήριο για τον Ιησού από τη Ναζαρέτ αρχίζοντας από τον Ιωάννη το Βαπτιστή και το κήρυγμά του για τον ερχομό του Μεσσία που εξαπλώθηκε σε όλη την Ιουδαία. 
38 πώς ο Θεός, τον Ιησού, αυτόν από τη Ναζαρέτ, τον έχρισε με Πνεύμα Άγιο και με δύναμη, ο οποίος πέρασε ευεργετώντας και θεραπεύοντας όλους εκείνους που καταδυναστεύονταν από τον διάβολο επειδή, ο Θεός ήταν μαζί του. Αυτός ο Ιησούς χρισμένος με Άγιο Πνεύμα, έζησε ευεργετώντας και θεραπεύοντας ανθρώπους που είχαν ανάγκη. 
39 Κι εμείς είμαστε μάρτυρες όλων όσων έκανε, και στη γη των Ιουδαίων και στην Ιερουσαλήμ τον οποίο φόνευσαν, αφού τον κρέμασαν επάνω σε ξύλο 
40 τούτον ο Θεός τον ανέστησε την τρίτη ημέρα, και τον έκανε να εμφανιστεί, 
41 όχι σε ολόκληρο τον λαό, αλλά σε μάρτυρες, που ήσαν προσδιορισμένοι από τον Θεό, σε μας, που μαζί του φάγαμε και μαζί του ήπιαμε, μετά την ανάστασή του από τους νεκρούς 
     Σε όλα αυτά τα οποία έκανε ο Κύριος οι Απόστολοι, οι οποίοι Τον ακολουθούσαν, ήταν μάρτυρες. Παρά το γεγονός ότι η ζωή του Κυρίου ήταν τέλεια και υποδειγματική, οι άνθρωποι τον σκότωσαν καρφώνοντάς στον σταυρό. Ο Θεός όμως την τρίτη ημέρα Τον ανάστησε από τους νεκρούς και Τον είδαν μάρτυρες που ο Θεός τους είχε διαλέξει από πριν. Οι Απόστολοι όχι μόνον τον είδαν τον Κύριο, αλλά έφαγαν και ήπιαν μαζί Του. 
42 και μας παρήγγειλε να κηρύξουμε στον λαό, και να δώσουμε μαρτυρία, ότι αυτός είναι ο ορισμένος από τον Θεό κριτής ζωντανών και νεκρών 
    Η εντολή του αναστημένου και δοξασμένου Ιησού Χριστού προς τους μαθητές Του ήταν να διακηρύξουν ότι αυτός είναι ο ορισμένος από το Θεό κριτής ζωντανών και νεκρών. Αυτό αναφέρεται σε πολλά σημεία μέσα στο λόγο του Θεού. «Επειδή ουδέ κρίνει ο Πατήρ ουδένα, αλλ' εις τον Υιόν έδωκε πάσαν την κρίσιν, διά να τιμώσι πάντες τον Υιόν καθώς τιμώσι τον Πατέρα. Ο μη τιμών τον Υιόν δεν τιμά τον Πατέρα τον πέμψαντα αυτόν» (Ιωάννης Ε/5: 22,23). 
43 σε τούτον όλοι οι προφήτες δίνουν μαρτυρία, ότι διαμέσου τού ονόματός του θα λάβει άφεση αμαρτιών καθένας που πιστεύει σ' αυτόν. 
     Ο Πέτρος δε μένει στην κρίση, αλλά εξηγεί πώς μπορεί κάποιος άνθρωπος να αποφύγει την κρίση. Σύμφωνα και με τους προφήτες της Π.Δ. καθένας που πιστεύει στο όνομα του Μεσσία θα λάβει συγχώρηση των αμαρτιών του. Αυτό δεν αφορά μόνον τον Ισραήλ, αλλά όλο τον κόσμο. Η συγχώρηση των αμαρτιών του ανθρώπου γίνεται μόνον από τον Ιησού Χριστό. «διά να γνωρίσητε ότι εξουσίαν έχει ο Υιός του ανθρώπου επί της γης να συγχωρή αμαρτίας» (Ματθαίος Θ/9: 6). «εις τον οποίον έχομεν την απολύτρωσιν διά του αίματος αυτού, την άφεσιν των αμαρτιών» (Κολοσσαείς Α: 14). Εδώ ο Πέτρος κάνει μια μεγάλη αποκάλυψη ότι η πίστη στον Ιησού Χριστό είναι πλέον ο παγκόσμιος τρόπος σωτηρίας. Λίγα χρόνια αργότερα ο Απ. Παύλος μιλώντας στον Άρειο Πάγο προς του Αθηναίους ήταν κατηγορηματικός: «Τους καιρούς λοιπόν της αγνοίας παραβλέψας ο Θεός, τώρα παραγγέλλει εις πάντας τους ανθρώπους πανταχού να μετανοώσι, διότι προσδιώρισεν ημέραν εν ή μέλλει να κρίνη την οικουμένην εν δικαιοσύνη, δια ανδρός τον οποίον διώρισε, και έδωκεν εις πάντας βεβαίωσιν περί τούτου, αναστήσας αυτόν εκ νεκρών». (Πράξεις ΙΖ/17: 30-31). 
44 Ενώ ο Πέτρος ακόμα μιλούσε αυτά τα λόγια, το Πνεύμα το Άγιο ήρθε επάνω σε όλους αυτούς που άκουγαν τον λόγο. 
45 Και οι πιστοί, που ήσαν από την περιτομή, εκπλάγηκαν, όσοι είχαν έρθει μαζί με τον Πέτρο, ότι η δωρεά τού Αγίου Πνεύματος ξεχύθηκε και επάνω στα έθνη. 
46 Επειδή, τους άκουγαν να μιλούν γλώσσες, και να μεγαλύνουν τον Θεό.
     Ενώ ακόμα ο Πέτρος ακόμα έλεγε αυτά τα λόγια, κατέβηκε το Άγιο Πνεύμα πάνω στους εθνικούς, οι οποίοι άρχισαν να μιλούν γλώσσες και να δοξάζουν το Θεό. 
   Τότε, ο Πέτρος αποκρίθηκε: 
47 Μήπως μπορεί κανείς να εμποδίσει το νερό, ώστε να μη βαπτιστούν αυτοί, οι οποίοι έλαβαν το Πνεύμα το Άγιο όπως κι εμείς; 
48 Και τους πρόσταξε να βαπτιστούν στο όνομα του Κυρίου. Τότε, τον παρακάλεσαν να παραμείνει μερικές ημέρες. 
    Ο Πέτρος κατάλαβε ότι ο Θεός δεν κάνει διακρίσεις μεταξύ Ιουδαίων και εθνικών πιστών στον Ιησού Χριστό και πρότεινε να βαπτιστεί όλο το σπιτικό του Κορνήλιου. Ας προσέξουμε τα λόγια: «αυτοί που έλαβαν το Άγιο Πνεύμα όπως κι εμείς». Δηλαδή οι εθνικοί αυτοί σώθηκαν με τον ίδιο τρόπο λαμβάνοντας το Πνεύμα το Άγιο, όπως ακριβώς σώθηκαν και ο Πέτρος με τους υπόλοιπους Ιουδαίους που τον ακολουθούσαν, μέσα από την πίστη. Καμία αναφορά δε γίνεται για τήρηση του Μωσαϊκού Νόμου, για περιτομή ή άλλο τι. 
    Έτσι ο Κορνήλιος ήταν ο πρώτος απερίτμητος, μη Ιουδαίους που έγινε χριστιανός. Έτσι λοιπόν άνθρωποι εθνικοί σώθηκαν με τον ίδιο τρόπο όπως και οι Ιουδαίοι, αποκλειστικά και μόνον με την πίστη τους στο Χριστό. 
    Ας μη μας διαφεύγει η σειρά με την οποία έγιναν τα γεγονότα: 
1/ Πρώτα άκουσαν για το Χριστό και πίστεψαν (εδ. 44). 
2/ Έλαβαν το Άγιο Πνεύμα (εδ. 44, 47). 
3/ Βαπτίστηκαν (εδ. 48). 
     Μετά απ’ όλα αυτά τα γεγονότα οι πιστοί παρακαλούσαν τον Πέτρο να μείνει μαζί τους μερικές μέρες. ---


  «Πράξεις Αποστόλων» , κεφ. Ι/10. 

1 Ήτο δε τις άνθρωπος εν Καισαρεία ονόματι Κορνήλιος, εκατόνταρχος εκ του τάγματος του λεγομένου Ιταλικού,
2 ευσεβής και φοβούμενος τον Θεόν μετά παντός του οίκου αυτού, όστις και έκαμνεν ελεημοσύνας εις τον λαόν πολλάς και εδέετο του Θεού διαπαντός·
3 ούτος είδε φανερά δι' οράματος περί την εννάτην ώραν της ημέρας άγγελον του Θεού, ότι εισήλθε προς αυτόν και είπε προς αυτόν· Κορνήλιε.
4 Ο δε ατενίσας εις αυτόν και έμφοβος γενόμενος, είπε· Τι είναι, Κύριε; Και είπε προς αυτόν· Αι προσευχαί σου και αι ελεημοσύναι σου ανέβησαν εις μνημόσυνόν σου ενώπιον του Θεού.
5 Και τώρα πέμψον εις Ιόππην ανθρώπους και προσκάλεσον τον Σίμωνα, όστις επονομάζεται Πέτρος·
6 ούτος ξενίζεται παρά τινί Σίμωνι βυρσοδέψη, έχοντι οικίαν πλησίον της θαλάσσης. Ούτος θέλει σοι λαλήσει τι πρέπει να κάμνης.
7 Καθώς δε ανεχώρησεν ο άγγελος ο λαλών προς τον Κορνήλιον, εφώναξε δύο εκ των υπηρετών αυτού και ένα στρατιώτην ευσεβή εκ των διαμενόντων πάντοτε πλησίον αυτού,
8 και διηγηθείς προς αυτούς τα πάντα, απέστειλεν αυτούς εις την Ιόππην.
9 Τη δε επαύριον, ενώ εκείνοι ώδοιπόρουν και επλησίαζον εις την πόλιν, ανέβη ο Πέτρος εις το δώμα διά να προσευχηθή περί την έκτην ώραν.
10 Και πεινάσας ήθελε να φάγη· ενώ δε ητοίμαζον, επήλθεν επ' αυτόν έκστασις,
11 και θεωρεί τον ουρανόν ανεωγμένον και καταβαίνον επ' αυτόν σκεύος τι ως σινδόνα μεγάλην, το οποίον ήτο δεδεμένον από των τεσσάρων άκρων και κατεβιβάζετο επί την γην,
12 εντός του οποίου υπήρχον πάντα τα τετράποδα της γης και τα θηρία και τα ερπετά και τα πετεινά του ουρανού.
13 Και έγεινε φωνή προς αυτόν· Σηκωθείς, Πέτρε, σφάξον και φάγε·
14 Ο δε Πέτρος είπε· Μη γένοιτο, Κύριε· διότι ουδέποτε έφαγον ουδέν βέβηλον ή ακάθαρτον.
15 Και πάλιν εκ δευτέρου έγεινε φωνή προς αυτόν· Όσα ο Θεός εκαθάρισε, συ μη λέγε βέβηλα.
16 Έγεινε δε τούτο τρίς, και πάλιν ανελήφθη το σκεύος εις τον ουρανόν.
17 Ενώ δε ο Πέτρος ήτο εν απορία καθ' εαυτόν τι εσήμαινε το όραμα, το οποίον είδεν, ιδού, οι άνθρωποι οι απεσταλμένοι παρά του Κορνηλίου ερωτήσαντες και μαθόντες την οικίαν του Σίμωνος έφθασαν εις την πύλην,
18 και φωνάξαντες ηρώτων αν ο Σίμων ο επονομαζόμενος Πέτρος ξενίζεται ενταύθα.
19 Και ενώ ο Πέτρος διελογίζετο περί του οράματος, είπε προς αυτόν το Πνεύμα· Ιδού, τρεις άνθρωποι σε ζητούσι·
20 σηκωθείς λοιπόν κατάβηθι και ύπαγε μετ' αυτών, μηδόλως διστάζων, διότι εγώ απέστειλα αυτούς.
21 Καταβάς δε ο Πέτρος προς τους ανθρώπους τους απεσταλμένους προς αυτόν από του Κορνηλίου, είπεν· Ιδού, εγώ είμαι εκείνος τον οποίον ζητείτε· τις η αιτία διά την οποίαν ήλθετε;
22 Οι δε είπον· Κορνήλιος ο εκατόνταρχος, ανήρ δίκαιος και φοβούμενος τον Θεόν και μαρτυρούμενος υπό όλου του έθνους των Ιουδαίων, διετάχθη θεόθεν υπό αγίου αγγέλου να σε προσκαλέση εις τον οίκον αυτού και να ακούση λόγους παρά σου.
23 Προσκαλέσας λοιπόν αυτούς έσω, εφιλοξένησε. Τη δε επαύριον εξήλθεν ο Πέτρος μετ' αυτών, και τινές των αδελφών των από της Ιόππης υπήγον μετ' αυτόν,
24 και τη επαύριον εισήλθον εις την Καισάρειαν. Ο δε Κορνήλιος περιέμενεν αυτούς, συγκαλέσας τους συγγενείς αυτού και τους οικείους φίλους.
25 Ως δε εισήλθεν ο Πέτρος, ελθών ο Κορνήλιος εις συνάντησιν αυτού, έπεσεν εις τους πόδας αυτού και προσεκύνησεν.
26 Αλλ' ο Πέτρος εσήκωσεν αυτόν, λέγων· Σηκώθητι· και εγώ αυτός άνθρωπος είμαι.
27 Και συνομιλών μετ' αυτού εισήλθε και ευρίσκει συνηγμένους πολλούς,
28 και είπε προς αυτούς· Σεις εξεύρετε ότι είναι ασυγχώρητον εις άνθρωπον Ιουδαίον να συναναστρέφηται ή να πλησιάζη εις αλλόφυλον· ο Θεός όμως έδειξεν εις εμέ να μη λέγω μηδένα άνθρωπον βέβηλον ή ακάθαρτον·
29 όθεν και προσκληθείς ήλθον χωρίς αντιλογίας. Ερωτώ λοιπόν διά τίνα λόγον με προσεκαλέσατε;
30 Και ο Κορνήλιος είπε· Από τεσσάρων ημερών ήμην νηστεύων μέχρι της ώρας ταύτης, και την εννάτην ώραν προσηυχόμην εν τω οίκω μου· και ιδού, εστάθη ενώπιόν μου ανήρ με ενδύματα λαμπρά,
31 και λέγει· Κορνήλιε, εισηκούσθη η προσευχή σου και αι ελεημοσύναι σου εμνημονεύθησαν ενώπιον του Θεού.
32 Πέμψον λοιπόν εις Ιόππην και προσκάλεσον τον Σίμωνα, όστις επονομάζεται Πέτρος· ούτος ξενίζεται εν τη οικία Σίμωνος του βυρσοδέψου πλησίον της θαλάσσης· όστις ελθών θέλει σοι λαλήσει.
33 Ευθύς λοιπόν έπεμψα προς σε, και συ έκαμες καλά ότι ήλθες. Τώρα λοιπόν ημείς πάντες παριστάμεθα ενώπιον του Θεού, διά να ακούσωμεν πάντα όσα προσετάχθησαν εις σε υπό του Θεού.
34 Τότε ο Πέτρος ανοίξας το στόμα είπεν· Επ' αληθείας γνωρίζω ότι δεν είναι προσωπολήπτης ο Θεός,
35 αλλ' εν παντί έθνει, όστις φοβείται αυτόν και εργάζεται δικαιοσύνην, είναι δεκτός εις αυτόν.
36 Τον λόγον, τον οποίον απέστειλε προς τους υιούς Ισραήλ ευαγγελιζόμενος ειρήνην διά Ιησού Χριστού· ούτος είναι ο Κύριος πάντων·
37 τον λόγον τούτον σεις εξεύρετε, όστις εκηρύχθη καθ' όλην την Ιουδαίαν, αρχίσας από της Γαλιλαίας, μετά το βάπτισμα, το οποίον εκήρυξεν ο Ιωάννης,
38 πως ο Θεός έχρισε τον Ιησούν τον από Ναζαρέτ με Πνεύμα Άγιον και με δύναμιν, όστις διήλθεν ευεργετών και θεραπεύων πάντας τους καταδυναστευομένους υπό του διαβόλου, διότι ο Θεός ήτο μετ' αυτού·
39 και ημείς είμεθα μάρτυρες πάντων όσα έκαμε και εν τη γη των Ιουδαίων και εν Ιερουσαλήμ· τον οποίον εφόνευσαν κρεμάσαντες επί ξύλου.
40 Τούτον ο Θεός ανέστησε την τρίτην ημέραν και έκαμεν αυτόν να εμφανισθή
41 ουχί εις πάντα τον λαόν, αλλ' εις μάρτυρας τους προδιωρισμένους υπό του Θεού, εις ημάς, οίτινες συνεφάγομεν και συνεπίομεν μετ' αυτού, αφού ανέστη εκ νεκρών·
42 και παρήγγειλεν εις ημάς να κηρύξωμεν προς τον λαόν και να μαρτυρήσωμεν ότι αυτός είναι ο ωρισμένος υπό του Θεού κριτής ζώντων και νεκρών.
43 Εις τούτον πάντες οι προφήται μαρτυρούσιν, ότι διά του ονόματος αυτού θέλει λάβει άφεσιν αμαρτιών πας ο πιστεύων εις αυτόν.
44 Ενώ έτι ελάλει ο Πέτρος τους λόγους τούτους, επήλθε το Πνεύμα το Άγιον επί πάντας τους ακούοντας τον λόγον.
45 Και εξεπλάγησαν οι εκ περιτομής πιστοί, όσοι ήλθον μετά του Πέτρου, ότι η δωρεά του Αγίου Πνεύματος εξεχύθη και επί τα έθνη·
46 διότι ήκουον αυτούς λαλούντας γλώσσας και μεγαλύνοντας τον Θεόν. Τότε απεκρίθη ο Πέτρος·
47 Μήπως δύναταί τις να εμποδίση το ύδωρ, ώστε να μη βαπτισθώσιν ούτοι, οίτινες έλαβον το Πνεύμα το Άγιον καθώς και ημείς;
48 Και προσέταξεν αυτούς να βαπτισθώσιν εις το όνομα του Κυρίου. Τότε παρεκάλεσαν αυτόν να διαμείνη ημέρας τινάς.