Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Κυριακή 17 Ιουλίου 2022

Ο ΠΡΟΦΗΤΗΣ ΚΑΙ ΒΑΣΙΛΙΑΣ ΔΑΒΙΔ.

Προσωπικότητες της Βίβλου (3). 

        Ο ΒΑΣΙΛΙΑΣ ΔΑΒΙΔ. 

       Ο Δαβίδ ήταν Εβραίος και γεννήθηκε περί το 1080 π.Χ. στην πόλη Βηθλεέμ της Ιουδαίας, η οποία βρισκόταν δέκα χλμ. νότια της Ιερουσαλήμ. Ο Ιησούς γεννήθηκε στη Βηθλεέμ πάνω από 1000 χρόνια αργότερα. Η πόλη Ραμά, που ζούσε ο προφήτης Σαμουήλ, ήταν μόνο λίγα χιλιόμετρα από τη Βηθλεέμ, και αναμφίβολα ο χαρακτήρας και οι διδαχές του Σαμουήλ θα είχαν επηρεάσει αυτή την περιοχή. Ήταν ο όγδοος και νεότερος γιος του Ιεσσαί, από τη φυλή του Ιούδα, γιού του Ωδήδ, ο οποίος ήταν γιος της Ρουθ και του Βοόζ (Α’ Σαμουήλ ΙΖ/17: 12). 
      Ο Δαβίδ ήταν ο μικρότερος από τα οκτώ παιδιά του Ιεσσαί και σύμφωνα με τη Βίβλο δεν ήταν ψηλός και όμορφος σαν τον μεγαλύτερό του αδελφό, τον Ελιάβ, αλλά ήταν ανοιχτός στο δέρμα και είχε όμορφα μάτια (Α’ Σαμουήλ ΙΣ/16: 11,12). Είχε ευχάριστο χαρακτήρα και κέρδιζε τις καρδιές των άλλων. Ήταν ξανθός, αντίθετα με τους άλλους που ήταν μελαχρινοί. Καθώς μεγάλωνε, έγινε ένας άνθρωπος του Θεού, τολμηρός, υπομονετικός, ταλαντούχος και εκπαιδευμένος σε πόλεμο. Υπήρξε ένας εξαιρετικός βασιλιάς και ένας μεγάλος πολεμιστής που ήταν πλήρως αφοσιωμένος στον αληθινό Θεό και στο λαό του. Όταν τον επέλεξε ο Θεός, για να τον χρησιμοποιήσει σύμφωνα με το θέλημά Του, τον περιέγραψε ως εξής: «Εύρον Δαβίδ τον του Ιεσσαί, άνδρα κατά την καρδίαν μου, όστις θέλει κάμει πάντα τα θελήματά μου» (Πράξεις ΙΓ/13: 22). 
      Εκτός από μεγάλος ποιητής και σημαντικός θρησκευτικός αναμορφωτής, ήταν μουσικός, πολιτικός, προφήτης, ενώ σαν βασιλιάς έχει εξέχουσα θέση στην ιστορία του Ισραήλ. Ήταν φοβερός πολεμιστής στο πεδίο της μάχης, καρτερικός στις αντιξοότητες, ισχυρός ηγέτης και αρχηγός με ακλόνητο θάρρος. Είχε βαθιά συναίσθηση της ανθρώπινης αδυναμίας του, των αποτυχιών και των αμαρτιών του. Αγαπούσε πραγματικά το Θεό και Τον εμπιστευόταν μ’ όλη του την καρδιά του, ενώ γνώριζε πώς να τακτοποιεί τις σχέσεις του με το Θεό. Η δουλειά του σαν νεαρό αγόρι ήταν να βόσκει τα πρόβατα του πατέρα του. Ήταν άριστος χειριστής σφεντόνας και έγινε γνωστός για την ικανότητά του σαν ποιμένας και σαν μουσικός παίζοντας άρπα. Αυτό το παρελθόν τον δίδαξε ν’ αγαπάει τη φύση και τον έφερε σ’ επικοινωνία με το Θεό. 
       Παντρεύτηκε κατά σειρά την κόρη του βασιλιά Σαούλ, την Μιχάλ, την Αχινοάμ την Ιεζραλίτισσα, την Αβιγαία την Καρμηλίτισσα τη χήρα Νάβαλ, ενώ αργότερα παντρεύτηκε τη χήρα του Ουρία, του Χετταίου την Βηρσαβεέ, με την οποία απέκτησε το Σολομώντα. Την περίοδο που ζούσε στη Χεβρώνα πήρε και άλλες γυναίκες και απέκτησε αρκετούς γιούς και θυγατέρες. Όταν επίστρεψε στην Ιερουσαλήμ μετά από τα γεγονότα με τον Αβεσσαλώμ, πήρε και άλλες συζύγους και παλλακίδες με τις οποίες έκανε και άλλα παιδιά. 
     Σύμφωνα με τη Βίβλο ο Δαβίδ υπήρξε προφητικός τύπος του Χριστού. Μάλιστα ο Ιησούς γεννήθηκε από τη βασιλική γραμμή του Δαβίδ ως ο Μεσσίας, για τον οποίον μιλούσαν οι Γραφές. Γι' αυτό και ο Ιησούς Χριστός καλείται και «Γιος του Δαβίδ» (Ματθαίος Α/1: 1 – Θ/9: 27 – ΙΒ/12: 23 – ΙΕ/15: 22, Μάρκος Ι/10: 47 – ΙΒ/12: 35, Λουκάς ΙΗ/18: 38 – Κ/20: 41). Ο άγγελος Γαβριήλ είπε στην παρθένο Μαρία σχετικά με το παιδί που κυοφορούσε: «Αυτός θα είναι μεγάλος, και Γιος του Υψίστου θα ονομαστεί. Και θα του δώσει ο Κύριος ο Θεός το θρόνο του Δαβίδ του προπάτορά του» (Λουκάς Α/1: 32). Ο Απ. Παύλος αναφέρει ότι ο Ιησούς Χριστός «παίρνοντας ανθρώπινη φύση, ήρθε στον κόσμο από το γένος του Δαβίδ». Ο ίδιος ο Ιησούς αναφέρει: «Εγώ είμαι η ρίζα και το γένος του Δαβίδ, το αστέρι το λαμπρό, το πρωινό» (Ρωμαίους Α/1: 3 – Αποκάλυψη ΚΒ/22: 16).
 
      Η ζήλια του Σαούλ προς το Δαβίδ   (Α’ Σαμουήλ, κεφ. ΙΣ/16). 
      Καθώς το Πνεύμα του Θεού είχε φύγει από το Σαούλ λόγω της απόρριψής του από το Θεό, εξαιτίας της ανυπακοής του, τον τυραννούσε ένα κακό πνεύμα. Οι δούλοι του Σαούλ του είπαν: «Ξέρουμε ότι σε τυραννάει ένα κακό πνεύμα, σταλμένο από το Θεό, δώσε όμως μια διαταγή και εμείς θα ψάξουμε και θα βρούμε κάποιον που να ξέρει να παίζει άρπα και όταν το κακό πνεύμα έρχεται πάνω σου, τότε θα σου παίζει την άρπα και θα γίνεσαι καλά». Όταν ο Σαούλ τους έδωσε την εντολή ένας από τους υπηρέτες είπε: «Εγώ γνωρίζω έναν γιο του Ιεσσαί του Βηθλεεμίτη που ξέρει άρπα, είναι άνθρωπος αξιόλογος και πολεμιστής γενναίος, μιλάει με φρόνηση, έχει ωραία εμφάνιση και είναι ο Κύριος μαζί του» (Α’ Σαμουήλ ΙΣ/16: 14-17). Έτσι λοιπόν κάλεσαν το Δαβίδ και έγινε μουσικός στην αυλή του Σαούλ και οπλοφόρος του (Α’ Σαμουήλ ΙΕ/15:26-29 & ΙΣ/16: 14-23). 
      Στην αρχή ο Σαούλ συμπαθούσε πολύ το Δαβίδ και τον διόρισε επικεφαλής του στρατού του. Λίγο καιρό αργότερα όμως κατελήφθη από ζήλια κατά του Δαβίδ, επειδή ήταν πολύ γενναίος και πετύχαινε τη μία νίκη μετά την άλλη εναντίον των εχθρών του Ισραήλ, των Φιλισταίων, με αποτέλεσμα να αποκτήσει δόξα και μεγάλο θαυμασμό σε όλο το λαό. Καθώς επέστρεφαν από τις μάχες, κάποιες γυναίκες Ισραηλίτισσές τραγουδούσαν: «Ο Σαούλ σκότωσε χιλιάδες, και ο Δαβίδ δεκάδες χιλιάδες». Στο Σαούλ δεν άρεσαν καθόλου αυτές οι επευφημίες του Δαβίδ. Η αφήγηση λέει: «Από εκείνη την ημέρα και έπειτα, ο Σαούλ έβλεπε καχύποπτα τον Δαβίδ» (Α’ Σαμουήλ ΙΗ/18: 7,9). Φοβόταν πολύ ότι ο Δαβίδ θα προσπαθούσε να του κλέψει τη βασιλεία. Αλλά ήταν ανόητο να πιστεύει κάτι τέτοιο. Αν και ο Δαβίδ ήξερε ότι θα διαδεχόταν το Σαούλ, ποτέ δε διανοήθηκε να υποσκελίσει τον κεχρισμένο του Κυρίου, ενόσω εκείνος βασίλευε ακόμη. Ο Σαούλ κατέστρωσε ένα σχέδιο, για να σκοτωθεί ο Δαβίδ στη μάχη, το οποίο όμως δεν έφερε αποτελέσματα. 
      Στο Σαούλ αρέσει η μουσική που παίζει ο Δαβίδ με την άρπα. Αλλά μια μέρα εξαιτίας της ζήλιας του ο Σαούλ την ώρα που ο Δαβίδ παίζει άρπα παίρνει το δόρυ του και το ρίχνει λέγοντας: «Θα καρφώσω το Δαβίδ στον τοίχο!», αλλά ο Δαβίδ τραβιέται και το δόρυ αστοχεί. Αργότερα, ο Σαούλ δεν καταφέρνει και πάλι να πετύχει το Δαβίδ με το δόρυ του. Έτσι λοιπόν ο Δαβίδ ξέρει τώρα ότι πρέπει να είναι πολύ προσεκτικός. Ο Σαούλ είχε δώσει μία υπόσχεση ότι θα έδινε τη δεύτερη κόρη του για σύζυγο στον άντρα που θα σκότωνε το Γολιάθ. Ο Σαούλ λέει τελικά στο Δαβίδ ότι μπορεί να πάρει την κόρη του τη Μιχάλ, αλλά πρέπει πρώτα να σκοτώσει 100 Φιλισταίους εχθρούς. Στην πραγματικότητα ελπίζει ότι οι Φιλισταίοι θα σκοτώσουν το Δαβίδ κάτι το οποίο δεν κατάφεραν και έτσι ο Σαούλ δίνει την κόρη του στον Δαβίδ ως σύζυγο. Κάποια μέρα ενώ ο Δαβίδ παίζει μουσική, ο Σαούλ ρίχνει πάλι το δόρυ του στον Δαβίδ. Ο Δαβίδ το αποφεύγει και εκείνο καρφώνεται στον τοίχο. Αυτή είναι η τρίτη φορά! Ο Δαβίδ ξέρει τώρα ότι πρέπει να φύγει μακριά! 
       Τη νύχτα εκείνη ο Δαβίδ πηγαίνει στο δικό του σπίτι. Αλλά ο Σαούλ στέλνει μερικούς άντρες να τον σκοτώσουν. Η Μιχάλ ξέρει τα σχέδια του πατέρα της και γι’ αυτό λέει στον άντρα της: «Αν δεν φύγεις απόψε, αύριο θα είσαι νεκρός». Την ίδια νύχτα, η Μιχάλ βοηθάει το Δαβίδ να διαφύγει από ένα παράθυρο. Ο Δαβίδ αναγκάζεται τώρα να κρύβεται από τον έναν τόπο στον άλλον επί εφτά χρόνια περίπου, ώστε να μην μπορέσει να τον βρει ο Σαούλ. 

 Ανάλυση των ανωτέρω γεγονότων αναφέρεται σε δημοσιεύσεις του 
blog: giorgoskomninos.blogspot.com που έγιναν στις 11-10-16 & 14-08-13 με θέμα: Σαούλ - Δαβίδ.

      Η φιλία του Δαβίδ με τον Ιωνάθαν (Α’ Σαμουήλ ΙΗ/18: 1- 4). 
    Στο παλάτι του Σαούλ ο Δαβίδ συνδέθηκε με βαθιά φιλία με το γιο του βασιλιά, τον Ιωνάθαν, ο οποίος ήταν ένας άνθρωπος πολύ πιστός στο Θεό και γενναίος πολεμιστής. Ο Δαβίδ είχε πει ότι ο Ιωνάθαν ήταν «πιο γρήγορος από τον αετό και πιο δυνατός από το λιοντάρι». Ο Ιωνάθαν ως μεγαλύτερος γιος του Σαούλ, επρόκειτο να είναι ο επόμενος στη σειρά, για να γίνει βασιλιάς, όμως γνώριζε ότι ο Θεός είχε διαλέξει τον Δαβίδ για να γίνει ο επόμενος βασιλιάς του Ισραήλ. Επειδή ήταν τόσο καλοί φίλοι, δεν τον ζήλευε και του είπε: «Εσύ θα γίνεις βασιλιάς του Ισραήλ και εγώ θα είμαι δεύτερος μετά από εσένα» (Α’ Σαμουήλ ΚΓ/23: 17). Οι δύο φίλοι υποσχέθηκαν να προστατεύουν και να υπερασπίζονται ο ένας τον άλλον, ενώ ο Ιωνάθαν έδωσε στο Δαβίδ το πανωφόρι, το σπαθί, το τόξο και τη ζώνη του ως σημάδι της φιλίας του. 
      Η φιλία και η αγάπη που υπήρχε μεταξύ τους είναι μια μεγάλη έμπνευση και ένα μεγάλο υπόδειγμα φιλίας για όλους. Οι δύο άνδρες ήταν σαν να ήταν ένα. Τους διέκρινε μια θερμή και αγνή φιλία. Ο Ιωνάθαν έκανε ό,τι μπορούσε, για να μαλακώσει τη ζήλια του πατέρα του προς το Δαβίδ και προσπαθούσε να αποτρέπει το Σαούλ από τις δολοφονικές δολοπλοκίες του γι’ αυτόν. Στάθηκε λοιπόν και του είπε με θάρρος στον πατέρα του: «Ο βασιλιάς δεν πρέπει να αμαρτήσει εναντίον του υπηρέτη του τού Δαβίδ, γιατί αυτός δεν έχει αμαρτήσει εναντίον σου και ό,τι έχει κάνει για εσένα είναι προς όφελός σου. Αυτός διακινδύνευσε τη ζωή του για να σκοτώσει το Φιλισταίο, και έτσι ο Θεός χάρισε μεγάλη νίκη σε όλο τον Ισραήλ. Εσύ ο ίδιος το είδες αυτό και χάρηκες πολύ. Γιατί λοιπόν να αμαρτήσεις εναντίον αθώου αίματος βάζοντας να θανατώσουν το Δαβίδ χωρίς λόγο;» Παραδόξως, ο Σαούλ λογικεύτηκε, άκουσε τον Ιωνάθαν και ορκίστηκε μάλιστα ότι δε θα έκανε κακό στο Δαβίδ. Αλλά ο Σαούλ δεν ήταν άνθρωπος που κρατούσε το λόγο του. Καθώς ο Δαβίδ συνέχιζε να έχει επιτυχίες, ο Σαούλ ένιωσε τόση ζήλια και οργή, ώστε του έριξε ένα δόρυ για να τον σκοτώσει! (Α’ Σαμουήλ ΙΘ/19: 4-10). 
       Όταν ο Ιωνάθαν απέτυχε να συμφιλιώσει το Σαούλ με το Δαβίδ, έκανε μια συμφωνία με το Δαβίδ να τον πληροφορεί πάντοτε για τις μυστικές κινήσεις του πατέρα του. Έτσι ενώ ο Δαβίδ θα έμενε κρυμμένος, ο Ιωνάθαν θα τον ενημέρωνε για τις εξελίξεις δίνοντάς του ένα σημάδι με το τόξο και τα βέλη του. Το μόνο που ζήτησε ο Ιωνάθαν ήταν να του ορκιστεί ο Δαβίδ πως «ποτέ δεν θα απέσυρε την αγάπη και το ενδιαφέρφον του για το σπιτικό του, ακόμη και όταν ο Κύριος θα εξάλειφε όλους τους εχθρούς του Δαβίδ από το πρόσωπο της γης». Ο Δαβίδ υποσχέθηκε να φροντίζει πάντα όσους ανήκαν στο σπιτικό του Ιωνάθαν (Α’ Σαμουήλ Κ/20: 3 & 13-27). 
      Ο Ιωνάθαν προσπάθησε να πει καλά λόγια στο Σαούλ για το Δαβίδ, αλλά ο βασιλιάς έγινε έξαλλος! Αποκάλεσε τον Ιωνάθαν «γιο στασιαστικής γυναίκας» και χλεύασε την εντιμότητα του στο Δαβίδ λέγοντας ότι ντροπιάζει την οικογένειά του. Προσπάθησε να κάνει τον Ιωνάθαν να σκεφτεί ιδιοτελώς, λέγοντας: «Όσο ο γιος του Ιεσσαί ζει πάνω στη γη, εσύ και η βασιλεία σου δεν θα εδραιωθείτε». Εκείνος ανεπηρέαστος ικέτευσε πάλι τον πατέρα του με τα λόγια: «Γιατί να θανατωθεί; Τι έκανε;» Τότε ο Σαούλ ξέσπασε βίαια! Μπορεί να είχε γεράσει, αλλά ήταν ακόμη δυνατός πολεμιστής. Έριξε ένα δόρυ, για να σκοτώσει τον γιο του! Όσο επιδέξιος και αν ήταν όμως, αστόχησε. Αυτή η πράξη πλήγωσε βαθιά και ταπείνωσε τον Ιωνάθαν που έφυγε θυμωμένος (Α’ Σαμουήλ Κ/20: 24-34). 
      Το επόμενο πρωί ο Ιωνάθαν πήγε στον αγρό κοντά στο μέρος όπου κρυβόταν ο Δαβίδ. Έριξε ένα βέλος, όπως είχαν συμφωνήσει, δείχνοντάς του ότι ο Σαούλ είχε ακόμη σκοπό να τον σκοτώσει. Ύστερα έστειλε τον υπηρέτη του πίσω στην πόλη. Τώρα που είχαν μείνει μόνοι με το Δαβίδ είχαν μια σύντομη ευκαιρία να ανταλλάξουν δυο λόγια. Καθώς συναντήθηκαν έκλαψαν μαζί και ο Ιωνάθαν αποχαιρέτησε με βαριά καρδιά το νεαρό φίλο, του καθώς ο Δαβίδ θα άρχιζε από εδώ και στο εξής να ζει ως φυγάς (Α’ Σαμουήλ Κ/20: 35-42). Αυτή ήταν η τελευταία συνάντηση του Δαβίδ με τον Ιωνάθαν. Σε μία μάχη με τους Φιλισταίους σκοτώθηκαν τρεις γιοί του Σαούλ μεταξύ αυτών και ο Ιωνάθαν, ενώ ο ίδιος ο Σαούλ τραυματίστηκε και αυτοκτόνησε (Α’ Σαμουήλ ΚΗ/28: 6-14 & ΛΑ/31: 2-6). 
      Η είδηση του θανάτου του Σαούλ έφτασε στο Δαυίδ από έναν αγγελιοφόρο Αμαληκίτη, ο οποίος έφερε μαζί του το στέμμα του βασιλέως λέγοντας πως αυτός με τα ίδια του χέρια και κατ’ εντολή του Σαούλ τον σκότωσε, για να μην πέσει ζωντανός στα χέρια των Φιλισταίων. Ο Δαυίδ έσκισε τα ρούχα του ως ένδειξη πένθους κήρυξε πένθος, μετά νηστείας στο στρατό του για το θάνατο του Σαούλ και στη συνεχεία έδωσε εντολή να θανατώσουν τον Αμαληκίτη, εκείνον ο οποίος τόλμησε να φονεύσει τον «κεχρισμένο υπό του Θεού βασιλέα». Παράλληλα πληροφορήθηκε και το θάνατο του καρδιακού του φίλου Ιωνάθαν, τον οποίο αγαπούσε περισσότερο από σύζυγο και αδερφό του. 
     Ο Δαβίδ ήταν τόσο μεγαλόκαρδος, ώστε πένθησε ακόμη και για το Σαούλ, ο οποίος του είχε προκαλέσει μεγάλη στενοχώρια και ταλαιπωρία! Ο Δαβίδ έγραψε μια θρηνωδία για το Σαούλ και τον Ιωνάθαν. Ίσως τα πιο συγκινητικά λόγια της αφορούν τον αγαπημένο του φίλο του: «Νιώθω οδύνη για εσένα, αδελφέ μου Ιωνάθαν μου ήσουν πολύ αγαπητός. Η αγάπη σου ήταν για εμένα πιο έξοχη από την αγάπη των γυναικών» (Β’ Σαμουήλ Α/1: 26). Όταν πέθανε ο Ιωνάθαν ήταν 60 ετών περίπου, ενώ ο Δαβίδ ήταν 30 ετών. 

      Το χρίσμα του Δαβίδ (A’ Σαμουήλ, κεφ. ΙΣ/16). 
     Όταν ο Σαούλ απορρίφθηκε απ’ το Θεό από το να βασιλεύει στον Ισραήλ εξαιτίας της ανυπακοής του σ’ Αυτόν (Α’ Σαμουήλ ΙΣ/16: 13), ο Κύριος έδωσε οδηγίες στον προφήτη Σαμουήλ να χρίσει άλλον άνδρα, για να πάρει τη θέση του. Έπρεπε να πάει στη Βηθλεέμ και να χρίσει έναν από τους γιούς του Ιεσσαί. Ο Ιεσσαί έφερε τους γιους του μπροστά στο Σαμουήλ ξεκινώντας από το μεγαλύτερο γιο που ήταν ο Ελιάβ, ακολουθώντας ο Αβιναδάβ, ο Σαμμάχ και στη συνέχεια άλλα τέσσερα παιδιά του. Ο Θεός όμως δεν δεχόταν κανένα απ’ αυτούς για βασιλιά. Ο Δαβίδ, ο όγδοος και νεότερος, είχε φύγει, για να φυλάξει τα πρόβατα της οικογένειας. Ο Σαμουήλ επέμενε να του φέρουν το Δαβίδ μπροστά του και όταν τον έφεραν από τα πρόβατα, ο Θεός του έδειξε ότι αυτός ήταν ο επιλεγμένος απ’ Αυτόν (Α’ Σαμουήλ ΙΣ/16: 12). Μπροστά στον Ιεσσαί και σε όλους τους αδελφούς του Δαβίδ, ο Σαμουήλ άνοιξε ένα κοίλο κέρας γεμάτο με λάδι και έχυσε λίγο πάνω στο κεφάλι του Δαβίδ. Η ζωή του Δαβίδ δεν ήταν ποτέ πιά η ίδια από εκείνη τη στιγμή και μετά. Ο Λόγος του Θεού αναφέρει: «Το Πνεύμα του Θεού άρχισε να επενεργεί στον Δαβίδ από εκείνη την ημέρα και έπειτα». 
      Έτσι λοιπόν ο Σαμουήλ έχρισε το Δαβίδ, δεύτερο βασιλιά του Ισραήλ, ενώ ακόμα ήταν βασιλιάς ο Σαούλ. Όταν ο Δαβίδ χρίστηκε με λάδι από τον προφήτη του Θεού, το Άγιο Πνεύμα ήρθε πάνω στο Δαβίδ από εκείνη την ημέρα και μετά (Α’ Σαμουήλ ΙΣ/16: 13). 
     Όλοι εντυπωσιάζονταν από το ύψος, τη δύναμη και τη ρώμη των παιδιών του Ιεσσαί και απορούσαν γιατί ο Θεός δεν ήθελε κανένα από αυτά να γίνει βασιλιάς; Και εξαπλάγησαν όταν ο Σαμουήλ ζήτησε να φέρουν ενώπιόν του και το μικρότερο παιδί, που φύλαγε τα πρόβατα του πατέρα του. Αλήθεια γιατί ο Θεός δεν ήθελε κανένα απ’ αυτά; Εδώ είναι που ειπώθηκε το πολύ γνωστό εδάφιο, «Μη επιβλέψης εις την όψιν αυτού ή εις το ύψος του αναστήματος αυτού (του Ελιάβ) διότι δεν βλέπει ο Κύριος καθώς βλέπει ο άνθρωπος, διότι ο άνθρωπος βλέπει το φαινόμενον, ο δε Κύριος βλέπει την καρδίαν» (Α΄ Σαμουήλ ΙΣ/16: 7). Εμείς μπορούμε να κρίνουμε έναν άνθρωπο από την εξωτερική του εμφάνιση, όμως ο Θεός βλέπει και την εξωτερική αλλά και την εσωτερική εμφάνιση του ανθρώπου. 

      Η νίκη κατά του Γολιάθ (Α’ Σαμουήλ, κεφ. ΙΖ/17). 
      Η πολύ γνωστή νίκη του Δαβίδ κατά του Γολιάθ έλαβε χώρα στην πεδιάδα Ελάχ, που βρισκόταν 24 χλμ. νοτιοδυτικά της Ιερουσαλήμ. Οι Φιλισταίοι ήταν έτοιμοι να επιτεθούν στον Ισραήλ και πριν οι δύο στρατοί ξεκινήσουν μάχη μεταξύ τους, ο γίγαντας Γολιάθ βγήκε μπροστά σαν ο ισχυρότερος των Φιλισταίων και προκάλεσε τους Ισραηλίτες να στείλουν κι αυτοί το δικό τους καλλίτερο στρατιώτη, για να μονομαχήσουν, σαρκάζοντας και προκαλώντας το Θεό του Ισραήλ και το λαό Του (Α’ Σαμουήλ ΙΖ/17: 4-10). Η λύση του να μονομαχούν οι δύο καλλίτεροι πολεμιστές από την κάθε πλευρά ήταν συνηθισμένη εκείνες τις παλιές εποχές. 
    Ο Γολιάθ προέρχονταν από τη γενιά των γιγάντων, Ανακίμ. Ήταν περίπου 2.90 μέτρα ψηλός. Φορούσε μια πανοπλία που ζύγιζε 71 κιλά. Για 40 ημέρες προκαλούσε τον Ισραήλ και οι Ισραηλίτες έτρεμαν στην παρουσία του. Στην τεσσαρακοστή ημέρα ο Δαβίδ, που είχε έρθει στο στρατόπεδο να επισκεφτεί τα τρία μεγαλύτερα αδέλφια του και να τους φέρει φαγητό, άκουσε τα προσβλητικά λόγια του Γολιάθ και καθώς εξεπλάγη έκραξε: «Τις είναι ο Φιλισταίος ούτος ο απερίτμητος, ώστε να εξουθενή τα στρατεύματα του Θεού του ζώντος;». για το Δαβίδ, αυτή η κατάσταση ήταν απαράδεκτη. Πώς ήταν δυνατόν ο στρατός του λαού του Θεού να το βάζει έντρομος στα πόδια στη θέα ενός και μόνου ειδωλολάτρη άνδρα. Ο Δαβίδ θεωρούσε τους εμπαιγμούς του Γολιάθ ευθεία προσβολή προς τον αληθινό Θεό. Άρχισε λοιπόν να μιλάει με σιγουριά στους στρατιώτες για την ήττα του Γολιάθ. Όταν ο Σαούλ άκουσε αυτά τα λόγια, έστειλε να φέρουν ενώπιόν του, το Δαβίδ και του είπε: «Δε μπορείς εσύ να πολεμήσεις εναντίον του Φιλισταίου γιατί είσαι παιδί ενώ εκείνος είναι άντρας πολεμιστής από την παιδική του ηλικία». Ο Δαβίδ, λόγω της ηλικίας του δε μπορούσε καν να καταταχτεί στο στρατό (Α’ Σαμουήλ ΙΖ/17: 23-33). Ο Δαβίδ έπεισε το βασιλιά ότι οι άθλοι του με την αρκούδα και το λιοντάρι, όταν φύλαγε τα κοπάδια του πατέρα του τον κάνουν να πιστεύει ότι θα νικήσει αυτόν τον Φιλισταίο που τόλμησε να προσβάλει το Θεό του Ισραήλ. 
      Μια κάπως κωμική σκηνή ξετυλίχτηκε αργότερα, όταν ο Σαούλ προσπάθησε να του φορέσει την πανοπλία του. Παρ’ όλα αυτά ο Δαβίδ, την έβγαλε την άφησε στην άκρη και πήρε τη γνωστή του σφεντόνα. Με πέντε στρογγυλεμένες πέτρες απ’ το ρυάκι, βγήκε να συναντήσει το Φιλισταίο. Ο Γολιάθ προσβλήθηκε, όταν είδε το Δαβίδ, που φαινόταν ένας τόσο ανόμοιος και ασήμαντος αντίπαλος. Ο Γολιάθ ήταν όλος καλυμμένος με την πανοπλία από την κεφαλή ως τα πόδια και είχε μια βαριά ασπίδα μπροστά του. Παρ’ όλα αυτά ο Δαβίδ προχώρησε μπροστά, όχι βασισμένος στη δική του δύναμη, αλλά στο Όνομα του Κυρίου. Ο Δαβίδ είπε, «Εγώ δε έρχομαι εναντίων σου εν τω ονόματι του Κυρίου των δυνάμεων, του Θεού των στρατευμάτων του Ισραήλ...δια να γνωρίσει πάσα η γη ότι είναι Θεός εις τον Ισραήλ» (Α’ Σαμουήλ ΙΘ/19: 45-46) Μία μικρή πέτρα αρκούσε για το Δαβίδ. Χτύπησε το Γολιάθ στο μόνο ακάλυπτο μέρος του κεφαλιού του, στο μέτωπό του. Έπεσε κάτω και ο Δαβίδ γρήγορα τον σκότωσε, κόβοντάς του το κεφάλι με το ίδιο του το ξίφος. Αυτή ήταν μια μεγάλη ήττα για τους Φιλισταίους και μια θαυμαστή νίκη για τον Ισραήλ (Α’ Σαμουήλ ΙΖ/17: 1-54). Επιτεύχθηκε στο όνομα του Κυρίου των δυνάμεων. Οι νίκες και σήμερα επιτυγχάνονται στο όνομα του Κυρίου. 

 Ανάλυση των ανωτέρω γεγονότων αναφέρεται σε δημοσίευση του 
blog: giorgoskomninos.blogspot.com που έγινε στις 01-05-18 με θέμα: Δαβίδ & Γολιάθ. 

      Η ζωή του Δαβίδ σαν φυγάς. 
     Ο Δαβίδ, για να γλυτώσει τη ζωή του από τον βασιλιά Σαούλ, έγινε φυγάς. Όταν αποχαιρέτησε τον Ιωνάθαν, πήγε πρώτα στην πόλη Νώβ, όπου ο Αχιμέλεχ υπηρετούσε σαν αρχιερέας στη Σκηνή του Μαρτυρίου (Α’ Σαμουήλ ΚΑ/21: 1). Ο Δαβίδ πήρε απ’ τα χέρια του μερικούς απ’ τους «άρτους της προθέσεως», που προορίζονταν μόνον για τους ιερείς (Έξοδος ΚΘ/29: 32,33 & Ματθαίος ΙΒ/12: 4), το σπαθί του Γολιάθ για όπλο, και μια ένδειξη μέσω του Αχιμέλεχ για το θέλημα του Θεού. Μετά ο Δαβίδ πήγε στην πόλη των Φιλισταίων, τη Γαθ. Εκεί τον αναγνώρισαν, και για ν’ αποφύγει να του κάνουν κακό, προσποιήθηκε τον τρελό. Μετά απ’ αυτά γύρισε στην πατρίδα του κι έμεινε σε μια σπηλιά κοντά στην πόλη του Ιούδα Οδολλάμ. Από κει άρχισε να συγκεντρώνει διάφορους άντρες, που για κάποιους λόγους είχαν ανάγκη προστασίας. Ήταν 16 χλμ. από την πόλη του, τη Βηθλεέμ κι έτσι μπορούσε να κάνει γνωστό το σχέδιό του, ώστε άνδρες να έρχονται και να ενώνονται μαζί του σαν στρατός. Τετρακόσιοι άνδρες ανταποκρίθηκαν, άνθρωποι που περιγράφονται ότι ήταν άνδρες, θλιμμένοι, περιφρονημένοι, χρεωμένοι κ.α. Σίγουρα κάποιοι θα ήταν πολιτικοί φυγάδες.
      Όταν συγκέντρωσε αυτή την ομάδα, ο Δαβίδ μετακινήθηκε ανατολικά προς τη γη του Μωάβ. Ο Δαβίδ έμαθε ότι οι Φιλισταίοι έκαναν επίθεση στους κατοίκους της Κεειλά, που ανήκε στη φυλή του Ιούδα (Ιησούς τ. Ναυή ΙΕ/15: 14). Ρώτησε λοιπόν το Θεό, διά του αρχιερέως Αβιάθαρ, αν θα έπρεπε να επιτεθεί στους Φιλισταίους. Ο Θεός το επέτρεψε και ο Δαυίδ πέτυχε μια πολύ μεγάλη νίκη εναντίον των Φιλισταίων, έσωσε την πόλη και άρπαξε πολλά από τα ζώα τους. Όταν ο Σαούλ έμαθε ότι ο Δαβίδ βρίσκεται στην Κεειλά, αποφάσισε να τον παγιδεύσει για να τον συλλάβει. Ο Δαβίδ όμως ανακάλυψε τη συνομωσία και ζήτησε οδηγία από τον Κύριο σχετικά με την επόμενη κίνησή του. Ο Θεός του αποκάλυψε ότι, όταν θα ερχόταν ο Σαούλ, οι αχάριστοι κάτοικο της πόλης, θα τον πρόδιδαν (Α’ Σαμουήλ, κεφ. ΚΓ/23, εδ. 6-12). 
       Μετά απ’ αυτά ο Δαβίδ μετακινήθηκε νότια στη περιοχή της ερήμου Ζιφ, κάτω από τη Χεβρών. Εδώ ο Σαούλ συνεχίζει την προσπάθειά του, για να εξοντώσει το Δαβίδ. Εκεί συνάντησε ο Ιωνάθαν το Δαβίδ και τον ενεθάρρυνε στο Όνομα του Κυρίου. Οι Ζιφαίοι είπαν στο Σαούλ για το μέρος που κρυβόταν ο Δαβίδ κι αυτός προχώρησε προς τα κει. Όταν ο Δαβίδ έμαθε ότι έρχεται ο Σαούλ, έφυγε και πήγε στην έρημο Μαών με το Σαούλ να τον ακολουθεί κατά πόδας. Τη στιγμή που λίγο έλειψε να τον περικυκλώσουν, οι Φιλισταίοι επιτέθηκαν στους Ισραηλίτες και έτσι ο Σαούλ αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την καταδίωξη του Δαβίδ (κεφ. ΚΓ/23: 19-29). 
     Ο Δαβίδ στη συνέχεια προχώρησε ανατολικά στην περιοχή Εν-γαδδί, στη δυτική πλευρά της «Νεκράς θάλασσας», ενώ ο Σαούλ συνέχιζε να τον καταδιώκει. Ήταν εδώ που ο Δαβίδ φύλαξε τη ζωή του Σαούλ για πρώτη φορά. Ο Σαούλ είχε μπει μέσα σε μία σπηλιά, χωρίς να γνωρίζει ότι στα βάθη αυτής της σπηλιάς βρισκόταν κρυμμένος ο Δαβίδ. Πίστευαν ότι ο Θεός τους είχε παραδώσει το Σαούλ. Ο Δαβίδ όμως συγκράτησε τους άνδρες του να μη σκοτώσουν το Σαούλ. Δεν ήθελε να διεκδικήσει τη Βασιλεία με τη βία, αλλά περίμενε την ώρα του Θεού. Έτσι έκοψε μία άκρη από το μανδύα του βασιλιά και όταν πήγε να φύγει ο Σαούλ, ο Δαβίδ βγήκε από την σπηλιά και του φώναξε ότι οι συκοφαντίες που του είχαν πει εναντίον του δεν ήταν αληθινές (Α’ Σαμουήλ, κεφ. ΚΔ/24). Συγκινημένος ο Σαούλ αναγνώρισε τη δίκαιη συμπεριφορά του Δαβίδ και τη δική του κακία. Αυτό δεν κράτησε για πολύ, γιατί ο Σαούλ συνέχισε να καταδιώκει το Δαβίδ. 

       Διαφύλαξη του Δαβίδ από τον Σαούλ για δεύτερη φορά    (κεφ. ΚΣ/26). 
   Για άλλη μία φορά οι Ζαφίτες ανέφεραν στο Σαούλ για τις κινήσεις του Δαβίδ. Ο Σαούλ συγκέντρωσε μία ομάδα στρατιωτών πέντε φορές μεγαλύτερη από την ομάδα του Δαβίδ και κατέβηκε στην έρημο Ζίφ, για να πολεμήσει το Δαβίδ. Ο Δαβίδ αφού κατασκόπευσε το στρατόπεδο του Σαούλ το ίδιο βράδυ μπήκε μαζί με το συγγενή του, τον Αβισάι, στο στρατόπεδο και ήρθαν στο σημείο που κοιμόταν ο Σαούλ. Ο Κύριος είχε ρίξει ολόκληρο το στρατόπεδο σε βαθύ ύπνο. Ο Αβισάι ήθελε να καρφώσει το βασιλιά μ’ ένα γρήγορα κτύπημα, όμως ο Δαβίδ τον σταμάτησε, γιατί μπορεί ο Σαούλ να ήταν κακός άνθρωπος, όμως ήταν ο εκλεκτός του Κυρίου. Ο Κύριος θα ασχολείτο μαζί του και θα απέδιδε το δίκαιο. Ο Δαβίδ αρκέστηκε να λάβει το ακόντιο και το δοχείο με το νερό του μανιασμένου διώκτη του και να φύγει χωρίς να τον πειράξει. Ο Σαούλ έδειξε ότι μετάνιωσε, όταν κατάλαβε πως ο Δαβίδ του χάρισε τη ζωή για δεύτερη φορά και αναγνώρισε ότι ο Δαβίδ ήταν πιο δίκαιος απ’ αυτόν (κεφ. ΚΣ/26: 21-25). 
       Ο Δαβίδ προχώρησε μετά στη γη των Φιλισταίων και έφτασε σε μία μικρή πόλη κοντά στα σύνορα του Ισραήλ, που ονομαζόταν Σικλάγ. Εδώ υπηρέτησε το βασιλιά των Φιλισταίων σαν μισθοφόρος, κάνοντας επιθέσεις σε ξένες φυλές του νότου (Γεσουρίτες, Γεζερίτες, Αμαληκίτες κ.ά). Δεκαέξι ολόκληρους μήνες έμεινε κοντά στους Φιλισταίους ο Δαβίδ. Όταν όμως οι Φιλισταίοι επρόκειτο να επιτεθούν στον Ισραήλ, ο Δαβίδ βρέθηκε σε πολύ δύσκολη θέση, γιατί ο βασιλιάς τους ο Αχίς ζήτησε από το Δαβίδ να πάει μαζί τους για να πολεμήσει κατά των Ισραηλιτών. Παρ’ όλα αυτά, μπόρεσε να βγει από την δύσκολη κατάσταση, καθώς κάποιοι από τους αρχηγούς των Φιλισταίων ενοχλήθηκαν από την παρουσία του και τον έστειλαν πίσω στη Σικλάγ. 
      Όταν έφτασε εκεί, διαπίστωσε ότι οι Αμαληκίτες είχαν καταστρέψει την πόλη και είχαν απαγάγει τις γυναίκες τους και πολλά λάφυρα (Λ/30: 1-6). Ο Δαβίδ, αφού ρώτησε τον Κύριο, έσωσε την κατάσταση με το να δράσει γρήγορα και να βρει το μέρος που βρίσκονταν οι Αμαληκίτες. Τους επιτέθηκε και επανέφερε τις γυναίκες και τα λάφυρα τα οποία είχα πάρει. 
      Έπειτα πήγε στη γη Μαών. Εκεί ζήτησε φαγητό για τους άνδρες του από τον Νάβαλ, έναν πλούσιο γαιοκτήμονα της εποχής. Ο Νάβαλ ήταν ένας δύστροπος και κακός άνθρωπος και αρνήθηκε να τον βοηθήσει. Όταν ο Δαβίδ ετοιμάστηκε να τον τιμωρήσει, η γυναίκα του Νάβαλ, η Αβιγαία, παρενέβη και προμήθευσε τρόφιμα (Α’ Σαμουήλ ΚΕ/25: 18). Ο Νάβαλ πέθανε δέκα ημέρες αργότερα και ο Δαβίδ πήρε την Αβιγαία για γυναίκα του (ΚΕ/25: 40). 
     Μετά από το θάνατο του Σαούλ, η παράνομη ζωή του Δαβίδ έφτασε στο τέλος της. Κατά τη διάρκεια της ζωής του σαν φυγάς, ο Δαβίδ δοκίμασε πολλές πικρές εμπειρίες, αλλά αναμφίβολα αυτές οι δοκιμασίες τον δίδαξαν πολλά ωφέλιμα μαθήματα που τον έκανα το μεγαλύτερο και τον πιο ταπεινό βασιλιά. Πολλούς από τους ψαλμούς που περιέχονται στους Βιβλικούς Ψαλμούς ο Δαβίδ τούς έγραψε αυτή την περίοδο της ζωής του, ως φυγάς. Μετά το θάνατο του Σαούλ και των γιων του από τους Φιλισταίους, ο Δαβίδ έκλαψε πικρά, γράφοντας και έναν εξαίρετο θρήνο (Α’ Σαμουήλ ΛΑ/31:1-9 – Β’ Σαμουήλ Α/1: 1-27). 

       Ο Δαβίδ βασιλιάς στον Ιούδα (Β’ Σαμουήλ Β/2: 1-7). 
       Όταν ο Σαούλ σκοτώθηκε, ο Δαβίδ ζήτησε την οδηγία του Θεού για το πώς θα έπρεπε να ενεργήσει από εδώ και στο εξής. Ο Κύριος του είπε να πάει στη Χεβρών, μια από τις πόλεις του Ιούδα. Εκεί οι άντρες του Ιούδα τον έχρισαν βασιλιά τους σε ηλικία 30 ετών (Β’ Σαμουήλ Ε/5: 4). Ήταν απόλυτα λογικό να γίνει έτσι, επειδή ο Δαβίδ ήταν πολύ γνωστός στη φυλή του Ιούδα. Πολλοί από τους άνδρες του είχαν την καταγωγή τους από τον Ιούδα και ήταν οι καλύτεροί του στρατιώτες για πολλά χρόνια. Γνώριζαν καλά τις ικανότητές του, την ηγεσία του, τη γνώση του στον πόλεμο και ήταν χαρούμενοι που τον έκαναν βασιλιά τους, γιατί τον εμπιστευόταν απόλυτα. Ο Δαβίδ έγινε βασιλιάς του Ιούδα στη Χεβρών το έτος 1014 π. Χ. και κυβέρνησε για 7,5 χρόνια. 

      Ο Δαβίδ βασιλιάς στον Ισραήλ (Β’ Σαμουήλ, κεφ. Ε/5 & Α’ Χρονικών ΙΑ/11: 1-9 -- ΙΔ/14: 1-17).
     Μετά απ’ όλα αυτά ο Αβενήρ, αρχιστράτηγος των στρατευμάτων, ενθάρρυνε τον Ις-βοσθέ, γιο του Σαούλ, να λάβει τη βασιλεία και έτσι στέφθηκε βασιλιάς στις νότιες και ανατολικές φυλές. Η πρωτεύουσά του ήταν η Γαβαών, αλλά ο Αβενήρ, ο αρχιστράτηγος του Σαούλ, ήταν ο κυριολεκτικός κυβερνήτης. Έτσι άρχισε ένα εμφύλιος πόλεμος μεταξύ Ισραήλ και Ιούδα, που κράτησε δύο ολόκληρα χρόνια με αποτέλεσμα να υπερισχύσει ο Ιούδας. Τελικά ο Αβενήρ εγκατέλειψε τον Ις-βοσθέ, και πήγε μαζί με το Δαβίδ, αλλά ο Ιωάβ, αρχηγός του στρατού του Δαβίδ, τον δολοφόνησε. Σύντομα μετά από αυτό ο Ις-βοσθέ δολοφονήθηκε από δύο υπηρέτες του. 
     Μετά από τη νίκη του και το θάνατο των δύο αυτών αντρών ο Δαβίδ ανακηρύχτηκε βασιλιάς και των δώδεκα φυλών του Ισραήλ (Β’ Σαμουήλ Ε/5: 1-5). Εγκαταστάθηκε στη νέα πρωτεύουσα του Ισραήλ, την Ιερουσαλήμ, και επέκτεινε τα σύνορα του βασιλείου του νικώντας όλους τους εχθρούς του, τους Φιλισταίους, τους Χαναανίτες, τους Αμμωνίτες και τους Σύριους, τους Εδωμίτες, τους Αμαληκίτες, τους Μωαβίτες και τους Αραμαίους, εξασφαλίζοντας μια περίοδο ανακωχής με όλους τους γειτονικούς λαούς (Β’ Σαμουήλ Ε/5: 17-25). 
     Κατόπιν άρχισε να ασχολείται με την οργάνωση του κράτους και του στρατού (Α’ Χρονικών ΚΖ/27: 1-15). Εργάστηκε για την οργάνωση της λατρείας του Θεού, μετέφερε με μεγάλες τιμές την Κιβωτό της Διαθήκης από την Κιριάθ-ιαρείμ στην Ιερουσαλήμ, οργάνωσε την υπηρεσία των Λευιτών, των ιερέων, των μουσικών και των θυρωρών του Ναού. 

        Μεφιβοσθέ  (Β’ Σαμουήλ Θ/9: 1-13). 
     Ο Δαβίδ δεν ξέχασε ποτέ τον όρκο που είχε δώσει στο φίλο του Ιωνάθαν. Μετά το θάνατο του Σαούλ (Α’ Σαμουήλ ΚΓ/23: 14-27 -- κεφ. ΚΣ/26 -- Ψαλμός ΝΔ/54) έψαξε και βρήκε ένα γιο του Ιωνάθαν, ο οποίος ήταν βαριά ανάπηρος και ονομαζόταν Μεμφιβοσθέ και ανέλαβε τη φροντίδα του χάριν της φιλίας του με τον πατέρα του, τον Ιωνάθαν. Τα λόγια του Δαβίδ προς τον Μεμφιβοσθέ ήταν: «Επειδή ο πατέρας σου ήταν καλός μου φίλος, θα σε φροντίζω για όλη σου τη ζωή. Θα ζεις στο παλάτι μου και θα τρως στο τραπέζι μου”. Ο Δαβίδ δεν ξέχασε ποτέ τον φίλο του τον Ιωνάθαν». 

 Ανάλυση των ανωτέρω γεγονότων αναφέρεται σε δημοσίευση του 
blog: giorgoskomninos.blogspot.com που έγινε στις 23-01-16 με θέμα: Μεμφιβοσθέ. 

        Η κιβωτός τοποθετείται στο όρος Σιών (Β’ Σαμουήλ, κεφ. Σ/6, εδ. 1-7). 
     Αφού ο Δαβίδ ήθελε να γίνει η Ιερουσαλήμ πολιτική αλλά και θρησκευτική πρωτεύουσα, δεν άργησε να θέλει να φέρει και την κιβωτό εδώ, η οποία βρισκόταν στο σπίτι του Αβιναδάβ, στην πόλη Κιριάθ-ιαρείμ για 70 χρόνια. Η πρώτη του προσπάθεια απέτυχε λόγω ανυπακοής στο Λόγο του Θεού. Ενώ σύμφωνα με την εντολή του Θεού την κιβωτό έπρεπε να τη μεταφέρουν Κααθίτες (γιοί του Καάθ. Αριθμοί Ζ/7: 9 ) Λευίτες πάνω σε στύλους, ο Δαβίδ έφτιαξε μια καινούργια άμαξα και με μεγάλη χαρά έφερε την κιβωτό μέχρι το αλώνι του Ναχών (Α’ Χρονικών ΙΓ/13: 9). Ο Ουζά ήταν γιος του Αβιβαδάβ, Λευίτης, και μαζί με τον αδελφό του Αχιώ οδηγούσαν την άμαξα πάνω στην οποία βρισκόταν η κιβωτός της Διαθήκης, όταν την μετέφεραν στον οίκο του Δαβίδ, στην Ιερουσαλήμ. Καθώς οι ταύροι που έσερναν την άμαξα παραλίγο να προκαλέσουν ανατροπή. Ο Ουζά άπλωσε το χέρι του και έπιασε την Κιβωτό, για να την κρατήσει στη θέση της. Επειδή όμως ήταν απαγορευμένο να αγγίζουν την κιβωτό ακόμα και οι ιερείς (Αριθμού Δ/4: 15), η πράξη του χαρακτηρίστηκε «ανευλαβής» (εδ. 7) και ο Κύριος τον κτύπησε επί τόπου με αποτέλεσμα να πεθάνει. 
      Αν είχαν μεταφέρει την Κιβωτό τα εξουσιοδοτημένα άτομα που ήταν οι Κααθίτες Λευίτες με τα κοντάρια στους ώμους τους σύμφωνα με τις οδηγίες του Θεού, ο θυμός του Θεού δε θα είχε εξαφθεί (Έξοδος ΚΕ/25: 13,14 & Αριθμοί Ζ/7: 9). Ο Δαβίδ λυπήθηκε για την αυστηρή κρίση του Κυρίου και εγκατέλειψε προσωρινά το σχέδιό του να φέρει την κιβωτό στην Ιερουσαλήμ. Μετά απ’ αυτά η κιβωτός αφέθηκε για τρεις μήνες στο σπίτι του Ωβήδ-εδώμ με αποτέλεσμα να ευλογηθεί αυτό το σπίτι πολύ απ’ το Θεό. 

      Η επαναφορά της κιβωτού στην Ιερουσαλήμ (Β’ Σαμουήλ, κεφ. Σ/6). 
   Οι Φιλισταίοι για μία ακόμα φορά ετοιμάστηκαν για πόλεμο εναντίον του Ισραήλ στον οποίον ηττήθηκαν και καταδιώχθηκαν μέχρι την «κοιλάδα του Κλαυθμώνος». Η νίκη ήταν Θείας προελεύσεως, ο Θεός προπορευόταν του στρατού του Ισραήλ. Μετά το θρίαμβο του Ισραήλ ο Δαυίδ μετέφερε την Κιβωτό της Διαθήκης στη νέα πρωτεύουσα του Ισραήλ, την Ιερουσαλήμ. Κατά την μεταφορά της Κιβωτού ο Δαυίδ σαν μικρό παιδί χόρευε και τραγουδούσε. Η σύζυγός του Μιχάλ τον επέπληξε γι’ αυτήν την συμπεριφορά λέγοντάς του πως αυτό δεν άρμοζε σε βασιλιά. Συγκεκριμένα του είπε: «Ποίου είδους είναι η σημερινή δόξα του βασιλέως του ισραηλιτικού λαού, ο οποίος εγυμνώθη ενώπιον των δουλίδων, των δούλων, όπως γυμνούται ο κοινός χορευτής»; Ο Δαυίδ απάντησε: «Ναι θα χορεύσω χωρίς να ντρέπομαι ενώπιον του Κυρίου μου, ο Οποίος με εξέλεξε ως βασιλέα αντί του πατρός σου και της οικογένειάς σου, ίνα γίνω αρχηγός του λαού Του, του ισραηλιτικού. Θα παίξω λοιπόν, ναι, μουσικό όργανο και θα χορέψω ενώπιον του Κυρίου μου! Θα γυμνωθώ, θα ταπεινωθώ, ναι θα γίνω τιποτένιος στα μάτια σου, θα βάλω τη θέση μου μετά των θεραπαινίδων σου, ενώπιο των οποίων μου είπες να μην ταπεινώνομαι έτσι». Όσο για την Μιχάλ, δεν απέκτησε παιδί μέχρις ότου πέθανε. Μετά απ’ αυτό ο Δαβίδ έφερε την κιβωτό στην Ιερουσαλήμ με το σωστό τρόπο. Μέσα σε μεγάλη αγαλλίαση, θυσίες και προσφορές, τοποθέτησε την κιβωτό σε σκηνή την οποία είχε προετοιμάσει. Το έργο του Θεού πρέπει να γίνεται σύμφωνα με τις εντολές Του. 

      Η επιθυμία του Δαβίδ να κτίσει Ναό στον Κύριο (Β’ Σαμουήλ, κεφ. Ζ/7). 
     Ο Δαβίδ έκτισε ένα μεγαλόπρεπο παλάτι για τον εαυτό του, αλλά δεν ήταν ευχαριστημένος, γιατί η κιβωτός του Θεού βρισκόταν σε μια σκηνή και επιθυμούσε διακαώς να ανεγείρει ένα Ναό απαράμιλλης δόξας και μεγαλείου για τον Κύριο στον οποίο θα στεγαζόταν η κιβωτός (εδ. 23). Σχεδίαζε λοιπόν να κτίσει ένα μόνιμο Ναό αλλά ο Θεός δεν το επέτρεψε αυτό. Ο προφήτης Νάθαν του είπε ότι αυτή η τιμή θα δινόταν στο γιο του τον Σολομώντα (Α’ Χρονικών ΚΒ/22: 8 & ΚΗ/28: 3), επειδή ο Δαβίδ ήταν άνδρας πολέμου (αιμάτων). Η αντίδραση του Δαβίδ σ’ αυτά τα απογοητευτικά λόγια ήταν μια κραυγή υποταγής και ευχαριστίας προς το Θεό. Στη συνέχεια άρχισε να συγκεντρώνει σημαντικές ποσότητες από υλικά προς ετοιμασία για την ώρα που ο γιος του θα έχτιζε το ναό. Ο Θεός σύναψε αιώνια διαθήκη με το Δαβίδ και του αποκάλυψε ότι "θα στερέωνε το θρόνο του στον αιώνα" και ότι "από το σπέρμα του" θα προερχόταν ο μεσσιανικός Σωτήρας του κόσμου (Β’ Σαμουήλ Ζ/7: 1-29 – Α’ Χρονικών ΙΖ/17 -- Ψαλμός ΠΘ/89: 3,4). 

      ΔΑΒΙΔ, ένας άνδρας πολέμου. 
     Ο βασιλιάς Δαβίδ ήταν πολύ επιτυχής στις πολεμικές επιχειρήσεις. Νίκησε τους Φιλισταίους από τη δύση. Έπειτα στράφηκε ανατολικά και νίκησε το Μωάβ, τον Εδώμ, τους Αμμωνίτες και τους Αμαληκίτες. Τελικά άρχισε να επεκτείνει το βασίλειό του προς το βορρά μέχρι τον Ευφράτη ποταμό, υποτάσσοντας τους Σύριους και τους συμμάχους τους. Έφερε στην κυριαρχία του ένα μεγάλο μέρος γης πέρα από τον Ευφράτη ποταμό. Για πρώτη φορά η Ιουδαϊκή επικράτεια επεκτάθηκε και έφτασε στα μέρη που πρωταρχικά εσωκλείονταν στην υπόσχεση του Αβραάμ (Γένεση ΙΕ/15: 18). 

        Η αμαρτία του Δαβίδ με τη Βηρσαβεέ (Β΄ Σαμουήλ, κεφ. ΙΑ/11, εδ. 1-27). 
      Παρ' όλη την ισχυρή πίστη και την αποκλειστική αφοσίωσή του προς τον Θεό, ο Δαβίδ διέπραξε ορισμένα πολύ σοβαρά παραπτώματα. 
1/ Παρέδωσε στους Γαβαωνίτες, για να τους σκοτώσουν επτά απογόνους του βασιλιά Σαούλ (Β’ Σαμουήλ, κεφ. ΚΑ/21) 
2/ Απαρίθμησε το λαό (Β’ Σαμουήλ, κεφ. ΚΔ/24). 
3/ Υπέπεσε σε μοιχεία με τη Βηρσαβεέ και σκότωσε μέσω πλεκτάνης τον σύζυγό της, Ουρία (Β’ Σαμουήλ ΚΑ/21: 7-9 – κεφ. Ι/10 & ΙΑ/11). Ο προφήτης Νάθαν τον ήλεγξε με θάρρος για τις ανήθικες πράξεις του και ο Δαβίδ μετανόησε ολόκαρδα και μεταμελήθηκε για την προηγούμενη πορεία του (Ψαλμός ΝΑ/51). 
    Αυτό ήταν το πιο μελανό σημείο στη ζωή του Δαβίδ. Το αδίκημα ήταν πορνεία και «ηθική αυτουργία» σε φόνο. Τα γεγονότα εξελίχτηκαν ως εξής: Καθώς ο στρατός με αρχηγό τον Ιωάβ ήταν σε μάχη με τους Αμμωνίτες, ο Δαβίδ αναπαυόταν στο παλάτι του. Από εκεί είδε την Βηρσαβεέ να πλένεται, καθώς κοίταζε απ’ το παράθυρο του παλατιού. Την επιθύμησε, έστειλε να την φέρουν και διέπραξε μοιχεία μαζί της. Όταν εκείνη τον πληροφόρησε ότι ήταν έγκυος κάτι που το γνωστοποίησε με δικό της άνθρωπο στο Δαβίδ (Β' Σαμουήλ ΙΑ/11: 2-5). Ο Δαβίδ μαθαίνοντας για την εγκυμοσύνη της Βηθσαβεέ, για να καλύψει την πράξη του, έστειλε αγγελιαφόρο στον Ιωάβ, τον αρχιστράτηγο, να του στείλει από το μέτωπο το σύζυγό της, τον Ουρία, το Χετταίο. O Ουρίας ήταν αξιωματικός του Δαβίδ και ανήκε στο σώμα των επίλεκτων και ανδρείων του στρατού του (Β’ Σαμουήλ ΚΓ/23: 39). Ήταν ένας από τους αλλοεθνείς πολεμιστές του Δαβίδ (Β’ Σαμουήλ ΚΓ/23: 39 – Α’ Χρονικών ΙΑ/11: 41), 
      Πράγματι ο Ιωάβ τον έστειλε στο Δαβίδ. Όταν παρουσιάστηκε ο Ουρίας, ο Δαβίδ τον ρώτησε για το στρατό και για τον πόλεμο. Έπειτα του έδωσε μια μικρή άδεια, για να πάει στο σπίτι του. Μόλις ο Ουρίας βγήκε από το βασιλικό παλάτι, ο Δαβίδ του έστειλε και κάποια δώρα. Ο Ουρίας όμως δεν πήγε στο σπίτι του, για να κοιμηθεί, αλλά κοιμήθηκε στην πύλη του παλατιού, μαζί με τη βασιλική φρουρά. Αρνήθηκε να πάει στο σπίτι του, επειδή ο στρατός ήταν έξω στο πεδίο της μάχης. 
      Όταν έφεραν στο Δαβίδ την είδηση ότι ο Ουρίας δεν πήγε στο σπίτι του, ο Δαβίδ τον κάλεσε ξανά και του είπε για ποιο λόγο δεν πήγε στο σπίτι του να ξεκουραστεί. Ο Ουρίας είπε στο βασιλιά ότι η Κιβωτός της Διαθήκης, ο Ιωάβ ο αρχιστράτηγος και όλοι οι σύντροφοί του ζουν σε σκηνές κι έχουν στρατοπεδεύσει στην ύπαιθρο. Πώς θα πήγαινε αυτός στο σπίτι του; Τότε ο Δαβίδ τον κράτησε στο παλάτι δυο μέρες. Τον κάλεσε να φάει και να πιει μαζί του και τον μέθυσε. Το βράδυ ο Ουρίας κοιμήθηκε πάλι με τη βασιλική φρουρά (Β' Σαμουήλ ΙΑ/11: 6-13). 
      Το πρωί ο Δαβίδ έγραψε μια επιστολή στον Ιωάβ με τον Ουρία. Στην επιστολή έγραφε, να βάλει τον Ουρία στην πρώτη γραμμή της πιο σκληρής μάχης κι έπειτα να τραβηχτούν από κοντά του, ώστε να τον χτυπήσει ο εχθρός και να σκοτωθεί. Ήταν ακριβώς τότε που ο Ιωάβ πολιορκούσε τη Ραββάθ, την πρωτεύουσα των Αμμωνιτών. Ο Ιωάβ τοποθέτησε τον Ουρία απέναντι σ' ένα σημείο, που ήξερε ότι το υπερασπίζονταν οι πιο αξιόμαχοι άντρες του εχθρού. Σε μια τους έξοδο οι άντρες της πόλης επιτέθηκαν στο στρατό του Ιωάβ και τους κυνήγησαν μέχρι την πεδιάδα. Εκεί οι άνδρες του Ιωάβ τους απέκρουσαν και τους κυνήγησαν μέχρι την πύλη της πόλης. Τότε από τα τείχη οι τοξότες της Ραββάθ σκότωσαν αρκετούς από τους άντρες του Δαβίδ. Τότε σκοτώθηκε κι ο Ουρίας, ο Χετταίος. Ο Ιωάβ έστειλε αγγελιαφόρο στο Δαβίδ και του ανέφερε τα γεγονότα της μάχης και βέβαια την είδηση για το θάνατο του Ουρία, του Χετταίου. Η Βηρσαβεέ, όταν έμαθε ότι σκοτώθηκε ο άντρας της, κράτησε πένθος γι' αυτόν και τον θρήνησε. Όταν πέρασε το πένθος, ο Δαβίδ έστειλε και την πήρε στο παλάτι κι έγινε γυναίκα του (Β' Σαμουήλ ΙΑ/11: 14-27). Γι’ αυτήν την τόσο σοβαρή αμαρτία ο Δαβίδ τιμωρήθηκε πολύ αυστηρά στη ζωή του. 
      Όταν ο Δαβίδ δέχτηκε την επίπληξη από τον προφήτη Νάθαν και συναισθάνθηκε το λάθος του, ταπείνωσε τον εαυτό του και μετανόησε ειλικρινά. Η σωτηρία του Δαβίδ ήταν αποτέλεσμα του ότι ταπείνωσε τον εαυτό του, ομολόγησε την αμαρτία του και μετανόησε ειλικρινά γι’ αυτήν. Όμως παρ’ όλα αυτά δεν απέφυγε τις συνέπειες των πράξεών του. Η Βίβλος λέει, «Ό,τι σπείρει ο άνθρωπος, αυτό και θα θερίσει» Ο Δαβίδ θέρισε ό,τι έσπειρε. Το παιδί που γεννήθηκε από τη Βηρσαβεέ πέθανε και το σπαθί ποτέ δεν έλειψε απ’ τον οίκο του Δαβίδ. Όλες τις υπόλοιπες μέρες της ζωής του η καρδιά του βασανιζόταν από οικογενειακές δοκιμασίες και τραγωδίες. 
     Υπάρχουν ορισμένα μαθήματα που ο κάθε πιστός θα πρέπει να λάβει υπόψη του απ’ αυτό το τραγικό επεισόδιο στη ζωή του Δαβίδ: 
1. Κατά γενικό κανόνα μια αμαρτία οδηγεί σε μια άλλη. Η αμαρτία του φόνου έλαβε χώρα καθώς ο Δαβίδ προσπαθούσε να καλύψει την αμαρτία της μοιχείας. 
2. Καμία αμαρτία δεν μπορεί να καλυφτεί. Η Βίβλος λέει, «Και βεβαίως η αμαρτία σου θα σε βρει» (Αριθμοί ΛΒ/32: 23). 
3. Αυτή η αμαρτία συνέβη επειδή ο Δαβίδ βρισκόταν στο σπίτι του, αργός, νωθρός και χαλαρός. Θα έπρεπε να ήταν στο μέτωπο της μάχης, οδηγώντας το στρατό του. Όταν κάποιος μένει αργός δεν έχει κανένα όφελος, αντίθετα υπόκειται σε πνευματική ζημιά. 
 4. Η αμαρτία του Δαβίδ έλαβε χώρα επειδή η ματιά του έπεσε στη Βηρσαβεέ. Θα πρέπει να είμαστε πολύ προσεκτικοί που πέφτουν τα μάτια μας καθώς και η σκέψη μας. 
5. Θα πρέπει να υπάρχει εξομολόγηση εκ καρδίας και μετάνοια πριν να μπορέσει να ισχύσει η συγχώρεση. 
6. Οι αμαρτίες μας κατά γενικό κανόνα επιδρούν και σε άλλους. Τ’ αποτελέσματα της αμαρτίας απλώνονται μακριά και πολλές φορές υποφέρουν οι άλλοι όπως αυτόν που έχει διαπράξει την παράβαση. 
       Μπορεί ο Θεός να συγχώρησε το Δαβίδ εξαιτίας της ειλικρινούς του μετάνοιας, όμως δεν απέτρεψε τις σκληρές συνέπειες των αμαρτιών του που επήλθαν στη ζωή του. Για παράδειγμα, ο γιος του Αβεσσαλώμ στασίασε εναντίον του σφετεριζόμενος τη βασιλεία του, με θλιβερό όμως τέλος, κάτι που προκάλεσε πολύ μεγάλο πόνο στον Δαβίδ (Β’ Σαμουήλ ΙΣ/16: 20-22 – ΙΗ/18: 33 – ΙΘ/19: 8). 

 Ανάλυση των ανωτέρω γεγονότων αναφέρεται σε δημοσιεύσεις του 
blog: giorgoskomninos.blogspot.com που έγιναν: 
     1/ Στις 01-05-12 με θέμα: Η αποκατάσταση της σχέσης με το Θεό
     2/ Στις 22-02-18 -Ψαλμός ΝΑ- ο Ψαλμός της μετάνοιας. 

      Ο Δαβίδ – Αβεσσαλώμ (Β’ Σαμουήλ κεφ. ΙΣ/16, ΙΖ/17, ΙΗ/18). 
     Ο Αβεσσαλώμ ήταν ο τρίτος γιος του Δαβίδ. Το όνομα της μητέρας του ήταν Μααχά (Β’ Σαμουήλ Γ/3: 3). Ο Αμνών που ήταν ο μεγαλύτερος γιος του είχε βιάσει την ίδια του την αδελφή, τη Θάμαρ, και γι’ αυτό το λόγο ο Αβεσσαλώμ με δόλο είχε φονεύσει τον Αμνών. Μάλλον τότε του πέρασε κι η ιδέα να πάρει το θρόνο. Μετά το φόνο του Αμνών ο Αβεσσαλώμ έφυγε στην πόλη Γεσσούρ, όπου ζούσε ο παππούς του (από τη μητέρα του), Θαλμαί. Μετά τρία χρόνια ο Ιωάβ πίεσε το Δαβίδ να επιτρέψει στον Αβεσσαλώμ να επιστρέψει στην Ιερουσαλήμ (Β’ Σαμουήλ ΙΔ/14: 1-24). Παρ’ όλα αυτά πέρασαν ακόμα δύο χρόνια, μέχρι να δεχτεί ο Δαβίδ να τον αντικρίσει και να τον συγχωρέσει. 
     Ο Αβεσσαλώμ ήταν ένας όμορφος άνδρας και πολλοί άνθρωποι ελκύονταν απ’ αυτόν. Μετακινιόταν μέσα στη χώρα με άμαξες και 50 ακόλουθους. Υποκρινόταν ότι ενδιαφερόταν πολύ για τους ανθρώπους και συναντούσε αυτούς που είχαν προβλήματα και μιλούσε μαζί τους. Ήταν έξυπνος, είχε πειθώ κι αυτά τα προσόντα έκαναν πολλούς να τον προτιμούν για βασιλιά τους. Έπειτα από τέσσερα χρόνια ο Αβεσσαλώμ είχε ικανοποιητικά αποτελέσματα και μπορούσε να κάνει το αποφασιστικό βήμα. Πήγε λοιπόν στη Χεβρών, συγκέντρωσε τους οπαδούς του και χρίστηκε βασιλιάς (Β’ Σαμουήλ ΙΕ/15: 7-12). Μ’ ένα σημαντικό αριθμό ανδρών βάδισε βόρεια ενάντια στον πατέρα του. Μπροστά σ’ αυτή την κατάσταση και προκειμένου να αποφευχθεί μεγάλη αιματοχυσία, ο Δαβίδ προτίμησε να φύγει από την Ιερουσαλήμ. 
      Μια μεγάλη μάχη δόθηκε σε μια περιοχή που ονομαζόταν «το δάσος του Ευφραίμ» (Β’ Σαμουήλ ΙΗ/18: 1-18). Ο Αβεσσαλώμ είχε συγκεντρώσει τους στρατιώτες του Ισραήλ και είχε περισσότερους απ’ ό,τι ο Δαβίδ. Παρ όλα αυτά οι άνδρες του Δαβίδ ήταν σκληραγωγημένοι στρατιώτες, συνηθισμένοι σε μάχες και πολύ ανώτεροι από τους επιπόλαια διαλεγμένους στρατιώτες του Αβεσσαλώμ. Οι άνδρες του Δαβίδ κέρδισαν μια αποφασιστική νίκη. Αφού νίκησαν, ο Ιωάβ σκότωσε τον Αβεσσαλώμ καθώς τα μαλλιά του είχαν πιαστεί από ένα κλαδί δέντρου και κρεμόταν. Μαθαίνοντας ο Δαβίδ αυτό το γεγονός, αντέδρασε με βαθιά λύπη και θλίψη. Ο θάνατος του Αβεσσαλώμ σταμάτησε την ανταρσία και ο Δαβίδ μπορούσε πλέον με ασφάλεια να επιστρέψει στην Ιερουσαλήμ. 

 Ανάλυση των ανωτέρω γεγονότων αναφέρεται σε δημοσιεύσεις του 
blog: giorgoskomninos.blogspot.com που έγιναν: 
      1/ Στις 22-03-16 με θέμα: Δαβίδ & Αβεσσαλώμ. 
      2/ Στις 22-03-16 με θέμα: Ψαλμός Γ/3. 

     Απογραφή. Η καταμέτρηση του λαού (Β’ Σαμουήλ ΚΔ/24: 1-25 & Α’ Χρονικών, κεφ. ΚΑ/21, εδ. 1-27). 
     Άλλη μεγάλη αμαρτία που συνέβη στη ζωή του Δαβίδ ήταν η απόφαση που πήρε να κάνει απογραφή λίγο καιρό μετά την κατάληψη της Ιερουσαλήμ από το Δαβίδ (κεφ. Ε/5) και πριν φέρει την κιβωτό στην Ιερή πόλη. Ο Κύριος δεν ήθελε ο λαός Του να έχει την εμπιστοσύνη του στο πόσο πολλοί ήταν, αλλά να έχει απόλυτη εμπιστοσύνη σ’ Αυτόν και τη δύναμή Του. Επανειλημμένα είχε αποδείξει τη δύναμή Του με το να τους απελευθερώνει άσχετα με την ισχύ των εχθρών τους. Ο Θεός είχε διατάξει να μη μετράνε το λαό (Έξοδος Λ/30: 12). Παρ όλα αυτά ο Δαβίδ διέταξε τον ανιψιό και στρατηγό του τον Ιωάβ να κάνει την απογραφή. 
     Η απογραφή ήταν ξεκάθαρα μία πράξη υπερηφάνειας και εγωισμού από τη μεριά του Δαβίδ. Μπορεί να είχε και κάποιους άλλους λόγους που το έκανε αυτό, όπως για παράδειγμα, μια επιθυμία να επιβάλει φόρους. Η Βίβλος πάντως διευκρινίζει ότι ο Σατανάς υποκίνησε το Δαβίδ να απογράψει το λαό (Α’ Χρονικών, κεφ. ΚΑ/21, εδ. 1). Έτσι αυτή η πράξη ήταν κατευθείαν μια επιρροή του διαβόλου πάνω στο Δαβίδ. Ο Ιωάβ προσπάθησε να δείξει στο Δαβίδ ότι ήταν λάθος αυτό, αλλά ο Δαβίδ αρνήθηκε ν’ ακούσει. Ο Ιωάβ στην πραγματικότητα δεν ολοκλήρωσε την απογραφή. Δεν κατέγραψε τους άνδρες των φυλών Λευΐ και Βενιαμίν. 
      Αφού τελείωσε η απογραφή, ο βασιλιάς ένιωσε τύψεις για την αμαρτία του και έκραξε στον Κύριο να τον συγχωρήσει. Ο Θεός έστειλε τον προφήτη Του στο Δαβίδ με τρεις επιλογές τιμωρίας, από τις οποίες ο Δαβίδ έπρεπε να διαλέξει μία. Τα λόγια του Δαβίδ ήταν λόγια παράδοσης. Είπε, «Στενά μοι πανταχόθεν σφόδρα, ας πέσω λοιπόν εις την χείρα του Κυρίου, διότι είναι πολλοί οι οικτιρμοί αυτού, εις χείρα δε ανθρώπου ας μη πέσω» (Β’ Σαμουήλ ΚΔ/24: 14). Όταν είδε την πληγή του Θεού να σκοτώνει ανθρώπους κατά εκατοντάδες μέσα στις σκηνές, ο Δαβίδ ικέτευσε το Θεό να επιπέσει η πληγή επάνω του και στον οίκο του πατρός του. Η αμαρτία και η αδιαφορία για το λόγο του Θεού δεν μπορούν να προσπεραστούν χωρίς τιμωρία. Δεν υπάρχει προσωποληψία σ’ αυτό το θέμα μπροστά στο Θεό. 
     Η πληγή που θανάτωσε 70.000 από τους πρόσφατα καταγεγραμμένους άνδρες του Δαβίδ, σταμάτησε ακριβώς έξω από την Ιερουσαλήμ στο αλώνι του Ορνά του Ιεβουσαίου. (Εκεί ήταν που αργότερα ο Σολομώντας έκτισε το Ναό). Σαν μια πράξη μετάνοιας, ο Δαβίδ αγόρασε αυτό το αλώνι και τα ζώα του Ορνά, για πενήντα ασημένιους σίκλους και προσέφερε θυσίες στο Θεό. 

 Ανάλυση των ανωτέρω γεγονότων αναφέρεται σε δημοσίευση του 
blog: giorgoskomninos.blogspot.com που έγινε στις 20-05-17 με θέμα: Η απογραφή του Δαβίδ. 

       Ο θάνατος του Δαβίδ. 
    Ο Δαβίδ διακρίθηκε επίσης ως εξαιρετικός μουσικός. Ως ψαλμωδός και ποιητής του Ισραήλ, απολάμβανε να ψάλλει ύμνους δοξολογίας με ποικίλα θέματα (Α’ Χρονικών ΙΕ/15: 27,28 – ΙΣ/16: 41,42 – ΚΓ/23: 30). Ήταν επιδέξιος κιθαρωδός και διάσημος για τις μουσικές του ικανότητες (Α’ Σαμουήλ ΙΣ/16: 18). Συνέθεσε ύμνους, κατασκεύασε και εφηύρε όργανα για λατρευτική χρήση, δημιούργησε την ορχήστρα του Ναού με πολλά μουσικά όργανα και οργάνωσε τη λατρεία στο Ναό (Α’ Χρονικών, κεφ. 15, 16 -- ΚΓ/23: 5 -- Β’ Χρονικών Ζ/7: 6 -- Νεεμίας ΙΒ/12: 24, 36 -- Αμώς Σ/6: 5). Έγραψε τουλάχιστον 73 ψαλμούς, οι οποίοι ακόμα και σήμερα αποτελούν μέρος της λατρείας Ιουδαίων και Χριστιανών. 
      Τα τελευταία χρόνια της ζωής του ήταν περίοδος πολύ συχνών πολέμων με τους Φιλισταίους (Β’ Σαμουήλ ΚΑ/21: 15-22). Ο γιος του, Αδωνίας, προσπάθησε να αποσπάσει το θρόνο από τον Σολομώντα, τελικά όμως με την παρέμβαση του προφήτη Νάθαν αποφεύχθηκε (Α’ Βασιλέων, κεφ. Α/1). Οι συμφορές που υπέστη στη ζωή του ο Δαβίδ τον έκαναν πιο ταπεινό και τον έφεραν πιο κοντά στο Θεό. Υπήρξε άνθρωπος με βαθιά θρησκευτικότητα σε όλη του τη ζωή. Άνθρωπος πολλών δακρύων, βαθιάς μετάνοιας και ταπείνωσης στην παρουσία του Θεού.
       Βασίλευσε για 40 χρόνια —επτά από τα οποία στη Χεβρώνα και άλλα 33 στην Ιερουσαλήμ— και «υπηρέτησε πιστά τη βουλή του Θεού στη γενιά του» (Β’ Σαμουήλ Ε/5: 4 & Α’ Βασιλέων Β/2: 11-- Πράξεις ΙΓ/13: 36) Πριν πεθάνει, έδωσε κατευθυντήριες οδηγίες στο γιο του Σολομώντα (Α’ Βασιλέων Β/2: 1-9). Θεωρείται ως μία από τις μεγαλύτερες φυσιογνωμίες και ως ο σπουδαιότερος βασιλιάς του Ισραήλ. Πέθανε ειρηνικά σε ηλικία 70 χρόνων και θάφτηκε στην πόλη Δαβίδ, που ήταν η Σιών στην Ιερουσαλήμ (Β’ Σαμουήλ Ε/5: 7 & Α’ Βασιλέων Β/2: 10). 
       Στο κλείσιμο της ζωής του ο Δαβίδ παρέδωσε στο Σολομώντα τις τεράστιες αποθήκες που είχε αποθηκεύσει τα υλικά για το χτίσιμο του Ναού, μαζί με το σχέδιο που του είχε δοθεί με θεία αποκάλυψη. Μ’ αυτή την πράξη ο Δαβίδ δήλωσε ότι ο Σολομώντας θα τον διαδεχόταν. 
      Οι τελευταίες ημέρες του Δαβίδ στιγματίζονται από σωματική αδυναμία και ένα ανταγωνισμό ανάμεσα στους γιους του για τη διαδοχή του θρόνου. Ο Δαβίδ κυβέρνησε για 40 χρόνια και τον έθαψαν στο Όρος Σιών. Η βασιλεία του ήταν μια από τις πιο σπουδαίες χρονικές περιόδους στην ιστορία του Ισραήλ. ---
 
 
 
 
 
 

Παρασκευή 8 Ιουλίου 2022

ΑΧΙΤΟΦΕΛ, Ο ΓΕΛΜΩΝΑΙΟΣ.

Προσωπικότητες της Βίβλου (2). 

       ΑΧΙΤΟΦΕΛ, Ο ΓΕΛΜΩΝΑΙΟΣ.     

       Βιβλίο «Β’ Σαμουήλ», κεφ. ΙΖ: 17).  (ΠΑΛΑΙΑ ΔΙΑΘΗΚΗ).

    Στην πόλη Γελμών, που βρισκόταν στην ορεινή περιοχή του «Ιούδα», γεννήθηκε ένα παιδί που ονομάστηκε Αχιτόφελ. Από πολύ μικρή ηλικία φάνηκαν οι ικανότητες και η μεγάλη οξυδέρκεια  αυτού του παιδιού. Καθώς περνούσαν τα χρόνια και, η μία επιτυχία διαδέχονταν την άλλη στη ζωή του, κατέληξε να γίνει  προσωπικός σύμβουλος του Βασιλιά. Όταν ο βασιλιάς του Ισραήλ Δαβίδ επρόκειτο να πάρει κρίσιμες αποφάσεις, κυρίως για εθνικά θέματα, καλούσε το ειδικό συμβούλιο το οποίο συνεδρίαζε και στο οποίο ο καθένας έλεγε τη γνώμη του για τον τρόπο αντιμετώπισης των προβλημάτων. Ο Αχιτόφελ συμμετείχε σ’ αυτό το συμβούλιο και όταν έπαιρνε το λόγο, προσέφερε τις πιο σοφές συμβουλές. Ποτέ δεν είχε συμβεί ν’ ακούσει ο βασιλιάς τους λόγους του και να βγει ζημιωμένος. Πάντοτε η γνώμη του ήταν η "πλέον βαρύνουσα". Χαρακτηριστικά ο Λόγος του Θεού αναφέρει τα εξής: «Και η συμβουλή του Αχιτόφελ, την οποίαν έδιδε κατ' εκείνας τας ημέρας, ήτο ως εάν τις ήθελε συμβουλευθεί τον Θεόν ούτως ενομίζετο πάσα συμβουλή του Αχιτόφελ και εις τον Δαβίδ και εις τον Αβεσσαλώμ» (Β’ Σαμουήλ ΙΣ/16: 23). Με άλλα λόγια τις απαντήσεις που έπαιρνε ο Βασιλιάς από τον σύμβουλό του τον Αχιτόφελ, ήταν σαν να τις έπαιρνε από κάποιον προφήτη ή αρχιερέα, ο οποίος μετέδιδε το Λόγο του Κυρίου. Χάρη στη σοφία που τον διέκρινε όλοι θεωρούσαν ότι μέσα από το στόμα του μιλούσε ο ίδιος ο Θεός. Μετά απ’ αυτά η εκτίμηση όλων στο πρόσωπο του Αχιτόφελ ήταν πάρα πολύ μεγάλη. Ο Βασιλιάς Δαβίδ τον θεωρούσε τον Αχιτόφελ ως τον πλέον πολύτιμο συνεργάτη του.
      Ας παρατηρήσουμε όμως, σύμφωνα πάντοτε με το Λόγο του Θεού, πώς εξελίχτηκε αυτή η τόσο δυνατή, στενή και φιλική σχέση. Στο βιβλίο «Β’ Σαμουήλ» (κεφ. ΚΓ/23) αναφέρονται τα ονόματα τριάντα ατόμων που ήταν οι πλέον ρωμαλέοι άνδρες και δυνατοί πολεμιστές του Ισραήλ. Μεταξύ αυτών αναφέρεται και το όνομα του Ελιάβ (Ελιαβά) που ήταν γιός του Αχιτόφελ. Στην ομάδα αυτή των «δυνατών» αναφέρεται ως γενναίος πολεμιστής και ο Ουρίας ο Χετταίος. Σ’ αυτόν τον άνδρα ο Ελιάβ έδωσε για γυναίκα του τη θυγατέρα του, η οποία ονομαζόταν Βηρσαβεέ. Με άλλα λόγια η Βηρσαβεέ ήταν εγγονή του Αχιτόφελ και σύζυγος του Ουρία του Χετταίου. 
      Ο Θεός είχε πει για το Δαβίδ: «Εύρον Δαβίδ τον του Ιεσσαί, άνδρα κατά την καρδίαν μου, όστις θέλει κάμει πάντα τα θελήματά μου» (Πράξεις ΙΓ/13: 22). Αυτά τα τόσο σημαντικά λόγια δεν έχουν ειπωθεί γι’ άλλον άνθρωπο. Ο Θεός αναγνώριζε ότι η καρδιά του Δαβίδ χτυπούμε στον ίδιο “ρυθμό” με την καρδιά τη δική Του. 
   Παρ’ όλα αυτά στη ζωή του Δαβίδ υπάρχει ένα ιδιαίτερα μελανό σημείο. Μια μέρα, καθώς περιπλανιόταν στην ταράτσα του βασιλικού του οίκου, μετά από τον απογευματινό του ύπνο, είδε μία γυναίκα να λούζεται και αυτή η γυναίκα ήταν υπερβολικά ωραία στην όψη. Ο Δαβίδ έστειλε και ερεύνησε γι' αυτήν. Κάποιος του είπε ότι πρόκειται για τη Βηθσαβεέ, την κόρη του Ελιάμ: «Δεν είναι αυτή η Βηρσαβεέ, η θυγατέρα του Ελιάμ, η γυναίκα τού Ουρία τού Χετταίου;» (Β’ Βασιλέων ΙΑ/11: 3). Καθώς την είδε ο βασιλιάς, την πόθησε, την έφερε στο βασιλικό σπίτι και κοιμήθηκε μαζί της. Μετά απ’ αυτά η γυναίκα έμεινε έγκυος. Αποτέλεσμα όλων αυτών ήταν να διαλυθεί η οικογένεια του Ουρία και της Βηρσαβεέ, αφού στη συνέχεια, για να μην αποκαλυφτεί η παραβατική πράξη του, έδωσε εντολή ο Βασιλιάς, να φονευθεί στη μάχη ο Ουρίας ο Χετταίος. Σύμφωνα με το "Δίκαιο" της εποχής ο Δαβίδ είχε μοιχεύσει και είχε γίνει «ηθικός αυτουργός» σε φόνο. Στο βιβλίο του «Λευιτικού» (κεφ. Κ/20, εδ. 10) αναφέρεται: «Και ο άνθρωπος, που θα μοιχεύσει τη γυναίκα τού πλησίον του, θα θανατωθεί οπωσδήποτε, αυτός που μοιχεύει κι εκείνη που μοιχεύεται». 
      Για όλα αυτά τ’ ανήκουστα γεγονότα ο Δαβίδ μετάνιωσε ειλικρινά και ο Θεός τον συγχώρησε. «Και είπεν ο Δαβίδ προς τον Νάθαν, Ημάρτησα εις τον Κύριον. Ο δε Νάθαν είπε προς τον Δαβίδ, Και ο Κύριος παρέβλεψε το αμάρτημά σου δεν θέλεις αποθάνει» (Β’ Σαμουήλ ΙΒ/12: 13). 

 Τα εν λόγω γεγονότα αναφέρονται αναλυτικά σε δημοσιεύσεις του blog : giorgoskomninos.blogspot.com που έγιναν:
1/ Στις 01-05-2012 με τίτλο: «Η αποκατάσταση της σχέσης με το Θεό». 
2/ Στις 22-02-2018 με τίτλο: «Ο Ψαλμός της μετάνοιας».

    Μπορεί ο Θεός να συγχώρησε το Δαβίδ εξαιτίας της ειλικρινούς μετάνοιάς του, ωστόσο έγινε μισητός στα μάτια του συμβούλου του, Αχιτόφελ. Παίρνοντας αφορμή από την προσβολή της εγγονής του, τον άδικο θάνατο του συζύγου της και κυρίως από τα γεγονότα που έδειχναν πως ο Αβεσσαλώμ που ήταν γιός του Δαβίδ, θα πετύχαινε τους στόχους του και θα γινόταν Βασιλιάς στον Ισραήλ, έκαναν τον έμπιστο Αχιτόφελ να απομακρυνθεί από το βασιλιά Δαβίδ και να γίνει εχθρός του. Ο Θεός όμως, που είναι ο πρωταγωνιστής της ιστορίας, φρόντισε να εξελιχθούν τα πράγματα τελείως διαφορετικά. 
    Ένας προδότης μπορεί να έχει πάρα πολλά προσόντα, όμως του λείπει πάντοτε η ειλικρίνεια και η αγάπη, ενώ συνήθως εμφορείται από υπερηφάνεια και απληστία. Η συμπεριφορά του είναι διαχρονική: «Ο Ιούδας ο Ισκαριώτης πήγε προς τους αρχιερείς, και είπε: Τι θέλετε να μοι δώσητε, και εγώ θέλω σας παραδώσει αυτόν; Και εκείνοι έδωκαν εις αυτόν τριάκοντα αργύρια. Και από τότε εζήτει ευκαιρίαν δια να παραδώση αυτόν» (Ιωάννης ΙΒ/12: 6 -- Ματθαίος ΚΣ/26: 14-16). Ο Αχιτόφελ υπήρξε μία προεικόνιση του πιο κακόφημου, του πιο διαβόητου προδότη όλων των εποχών, του Ιούδα του Ισκαριώτη, ο οποίος πρόδωσε τον Ιησού Χριστό, τον Υιό του Θεού, για το ευτελές ποσόν των τριάντα αργυρίων. Στο χαρακτήρα του Ιούδα ήταν αναμεμιγμένα, πονηρή καρδιά, υπερηφάνεια, απληστία, μοχθηρία, υποκρισία, διαπλοκή, δείχνοντας έτσι μια εσκεμμένη εμμονή σε μια προκαθορισμένη πορεία. Τόσο αδίστακτος ήταν, που θέλησε να προδώσει το Διδάσκαλο μ’ ένα φίλημα, σύμβολο αγάπης και αφοσίωσης. 
      Ο γιός του Δαβίδ, ο Αβεσσαλώμ, ο οποίος είχε επαναστατήσει εναντίον του πατέρα του, για να του πάρει την εξουσία, γνώριζε καλά τη μεταστροφή των αισθημάτων του Αχιτόφελ απέναντι στο Βασιλιά. Θεώρησε ότι όλοι θα μπορούσαν να τον βοηθήσουν στο πραξικόπημα εναντίον του πατέρα του και πολύ περισσότερο ο ονομαστός σύμβουλός του, ο Αχιτόφελ. Για το σκοπό αυτό, πριν ξεσπάσει η ανταρσία, φρόντισε να τον έχει στο πλάι του. «Και προσεκάλεσεν ο Αβεσσαλώμ Αχιτόφελ τον Γιλωναίον, τον σύμβουλον του Δαβίδ, εκ της πόλεως αυτού» (Β’ Σαμουήλ ΙΕ/15: 12). Η παρουσία ενός τόσο σημαντικού προσώπου στο πλευρό του επαναστάτη Αβεσσαλώμ του έδινε μεγάλο κύρος και δύναμη. Όλη η εμπειρία του και η μοναδική ευφυΐα του θα ενίσχυε κατά πολύ το κίνημα του Αβεσσαλώμ και θα εξουδετέρωνε κάθε αντίδραση του Δαβίδ. 
     Όταν ο Αβεσσαλώμ κατέλαβε την Ιερουσαλήμ, ο Αχιτόφελ βρισκόταν στο πλευρό του, έτοιμος να τον βοηθήσει σε κάθε τι: «και είπεν ο Αβεσσαλώμ προς τον Αχιτόφελ, συμβουλεύθητε μεταξύ σας τι θέλομεν κάμει» (Β’ Σαμουήλ ΙΣ/16: 20). Καθώς ο νεαρός Αβεσσαλώμ θέλει να στηριχτεί στη σοφία του γηραιού συμβούλου, λέγει προς αυτόν. Σκεφτείτε μεταξύ σας και αποφασίστε τι θα κάνουμε. Εκείνη την κρίσιμη ώρα ο πολύπειρος σύμβουλός του έδειξε όλον τον κακό εαυτόν του. Προκειμένου να φέρει στα άκρα τις σχέσεις του Αβεσσαλώμ με τον πατέρα του Δαβίδ, του προτείνει να έρθει σε σαρκική επαφή με τις παλακές του πατέρα του, από τις οποίες ο Δαβίδ φεύγοντας από την Ιερουσαλήμ είχε αφήσει δέκα από αυτές, για να φυλάνε το παλάτι. Ήταν συνήθεια στα βασιλικά ανάκτορα της Ανατολής εκτός από τις επίσημες συζύγους των βασιλέων να υπάρχουν και σύζυγοι δεύτερης σειράς, που ονομάζονταν «παλακές». 
      Ο Αβεσσαλώμ - καθώς ήταν ανήθικος και αδίστακτος - ενήργησε όπως τον συμβούλευσε ο Αχιτόφελ. Η πράξη αυτή που ήταν πολύ εξευτελιστική και ατιμωτική για το πρόσωπο του Δαβίδ και όπως είναι φυσικό δημιούργησε μεγάλο και αξεπέραστο χάσμα στις σχέσεις πατέρα και γιου. Με τον τρόπο αυτό εκδικήθηκε ο Αχιτόφελ το Δαβίδ για ό,τι έπραξε στην εγγονή του Βηρσαβεέ. 

      Τα εν λόγω γεγονότα αναφέρονται σε δημοσίευση του blog : giorgoskomninos.blogspot.com που έγινε στις 22-03-2016 με τίτλο: «ΔΑΒΙΒ – ΑΒΕΣΣΑΛΩΜ». 

     Ο Αχιτόφελ έδωσε μία ακόμα συμβουλή στον Αβεσσαλώμ που αφορούσε την οργάνωση επίθεσης κατά του Δαβίδ και των οπαδών του. «Και ο Αχιτόφελ είπε προς τον Αβεσσαλώμ, Ας εκλέξω τώρα δώδεκα χιλιάδας ανδρών και σηκωθείς, ας καταδιώξω οπίσω του Δαβίδ την νύκτα και θέλω επέλθει κατ' αυτού, ενώ είναι αποκαμωμένος και εκλελυμένος τας χείρας, και θέλω κατατρομάξει αυτόν και πας ο λαός ο μετ' αυτού θέλει φύγει, και θέλω πατάξει τον βασιλέα μεμονωμένον» (Β’ Σαμουήλ ΙΖ/17: 1,2). Η εφαρμογή αυτής της συμβουλής θα είχε σαν αποτέλεσμα την εξόντωση του Δαβίδ και όλων αυτών που τον ακολουθούσαν. Ο Απ. Παύλος στην επιστολή «Α’ Κορινθίους» (κεφ. Γ/3, εδ. 19,20) αναφέρει: «Επειδή, η σοφία τούτου τού κόσμου είναι μωρία μπροστά στον Θεό. Δεδομένου ότι, είναι γραμμένο: «Αυτός που συλλαμβάνει τούς σοφούς μέσα στην πανουργία τους». Και πάλι: «Ο Κύριος γνωρίζει τους συλλογισμούς των σοφών ότι είναι μάταιοι». 
     Γι’ αυτήν την τόσο επικίνδυνη και θανατηφόρα συμβουλή ο Δαβίδ έκανε μία θερμή προσευχή προς το Θεό: «Και είπεν ο Δαβίδ, Κύριε, δέομαί σου, διασκέδασον την βουλήν του Αχιτόφελ» (Β’ Σαμουήλ ΙΕ/15: 31). Αχρήστευσε, ακύρωσε, Κύριε, τα σχέδια, τη γνώμη του Αχιτόφελ. Ο Αβεσσαλώμ την κρίσιμη τούτη ώρα θέλησε να πάρει και μία δεύτερη γνώμη πάνω στο θέμα αυτό και γι’ αυτό κάλεσε τον Χουσαΐ τον Αρχίτην. Ο Χουσάϊ ήταν πιστός φίλος του βασιλιά Δαβίδ και συνέβαλε στην καταστολή της ανταρσίας του Αβεσσαλώμ. Ο Δαβίδ του είχε ζητήσει να μην τον ακολουθήσει, καθώς έφευγε από την Ιερουσαλήμ, αλλά να επιστρέψει σ’ αυτήν και να προσποιηθεί στον Αβεσσαλώμ ότι είναι φίλος του. Σκοπός του ήταν να ανατρέψει το σχέδιο του Αχιτόφελ και να κρατάει ενήμερο το Δαβίδ μέσω των ιερέων Σαδώκ και Αβιάθαρ (Β’ Σαμουήλ ΙΕ/15: 32-37). Στην αρχή ο Αβεσσαλώμ ήταν καχύποπτος απέναντί του, ο Χουσάϊ όμως κατάφερε να κερδίσει την εμπιστοσύνη του. 
       Η απάντηση του Χουσαϊ ήταν η εξής: «Και είπεν ο Χουσαΐ προς τον Αβεσσαλώμ, Δεν είναι καλή η συμβουλή, την οποίαν έδωκεν ο Αχιτόφελ ταύτην την φοράν. Και είπεν ο Χουσαΐ, συ εξεύρεις τον πατέρα σου και τους άνδρας αυτού, ότι είναι δυνατοί και κατάπικροι την ψυχήν, ως άρκτος στερηθείσα των τέκνων αυτής εν τη πεδιάδι και ο πατήρ σου είναι ανήρ πολεμιστής και δεν θέλει μείνει την νύκτα μετά του λαού» (Β’ Σαμουήλ ΙΖ/17: 7,8). «Και είπεν ο Αβεσσαλώμ και πάντες οι άνδρες Ισραήλ, Καλυτέρα είναι η συμβουλή του Χουσαΐ του Αρχίτου παρά την συμβουλήν του Αχιτόφελ. Διότι ο Κύριος διέταξε να διασκεδάση την καλήν συμβουλήν του Αχιτόφελ, διά να επιφέρη το κακόν επί τον Αβεσσαλώμ» (εδ. 14). Όλο αυτό ήταν από το Θεό, για να μην εφαρμοστεί το σχέδιο του Αχιτόφελ. Αν εφαρμοζόταν η συμβουλή του Αχιτόφελ, ο στρατός του Δαβίδ καθώς ήταν εξαντλημένος από το φόβο, την αγωνία, την πείνα και τη δίψα, θα διαλυόταν από τους άνδρες του Αβεσσαλώμ. Έτσι η «βουλή» του Αχιτόφελ εξουδετερώθηκε και εφαρμόστηκε μία ολέθρια συμβουλή που θα έφερνε καταστροφή στον αποστάτη Αβεσσαλώμ. 
      Ο Αχιτόφελ, καθώς για πρώτη φορά είδε να παραγκωνίζεται η γνώμη του, αντελήφθη ότι το παιχνίδι ήταν πλέον χαμένο. Κατάλαβε ότι με την εφαρμογή του σχεδίου του Χουσάϊ ο Δαβίδ θα κέρδιζε χρόνο, θα συνερχόταν από το αιφνίδιο πλήγμα που είχε υποστεί, θα ανακτούσε τις δυνάμεις του και θα ανασυγκροτούσε το στρατό του και έτσι θα εξουδετέρωνε τους αντιπάλους του και δε θα αργούσε να επιστρέψει στο θρόνο του στην Ιερουσαλήμ. Μετά απ’ όλα αυτά που είχε κάνει εναντίον του Δαβίδ ήταν βέβαιος ότι τον ανέμενε ο θάνατος. Έτσι σκέφτηκε πριν τον θανατώσουν οι εχθροί του να θανατωθεί μόνος του. 
        Περίλυπος και πικραμένος σαμάρωσε το γαϊδούρι του, ανέβηκε πάνω σ’ αυτό και ξεκίνησε για την ορεινή Ιουδαία, για την πατρίδα του, την Γελμών. Έδωσε τις τελευταίες συμβουλές στους δικούς του, τακτοποίησε τις οικογενειακές του υποθέσεις, συνέταξε τη διαθήκη του και στη συνέχει έθεσε τέρμα στη ζωή του με απαγχονισμό. Χαρακτηριστικά αναφέρει ο Λόγος του Θεού: «Ο δε Αχιτόφελ, ιδών ότι η συμβουλή αυτού δεν εξετελέσθη, εσαμάρωσε τον όνον αυτού και σηκωθείς, ανεχώρησε προς τον οίκον αυτού, εις την πόλιν αυτού και αφού διέταξε τα του οίκου αυτού, εκρεμάσθη και απέθανε και ετάφη εν τω τάφω του πατρός αυτού» (Β’ Σαμουήλ ΙΖ/17: 23). 

     Ποια είναι τα διδάγματα που μπορούμε να πάρουμε από τη συμπεριφορά αυτού του, κατά τα άλλα, τραγικού προσώπου, καθώς όλα αυτά γράφτηκαν για μας «διά να μη ήμεθα ημείς επιθυμηταί κακών, καθώς και εκείνοι επεθύμησαν» (Α’ Κορινθίους Ι/10: 6). Καθώς «Ταύτα δε πάντα εγίνοντο εις εκείνους παραδείγματα, και εγράφησαν προς νουθεσίαν ημών, εις τους οποίους τα τέλη των αιώνων έφθασαν» (Α’ Κορινθίους Ι/10: 11). 
    ---Λίγα πράγματα μας πληγώνουν βαθύτερα από το να διαψεύσει ένα έμπιστο πρόσωπο τις προσδοκίες μας και να μας προδώσει. Τέτοιου είδους απογοητεύσεις αφθονούν στη ζωή μας, καθώς ζούμε σ’ έναν κόσμο που διακατέχεται από τα χαρακτηριστικά της επιστολής «προς Τιμόθεον» (κεφ. Γ/3, εδ. 1-5). 
    ---Ο Δαβίδ σε κάθε βήμα της ζωής του περιβαλλόταν από ανθρώπους που τον πρόδιδαν. Ας θυμηθούμε το ζηλόφθονα προκάτοχό του βασιλιά Σαούλ ο οποίος με τόσο πάθος, τον καταδίωκε αναίτια για να τον σκοτώσει. Ακόμα και η γυναίκα του, η Μιχάλ, δεν έμεινε πιστή και αφοσιωμένη σ’ αυτόν, αλλά «τον καταφρόνησε μέσα στην καρδιά της» (Β’ Σαμουήλ Σ/6: 16). "Διά τούτο η Μιχάλ, η θυγάτηρ του Σαούλ, δεν εγέννησε τέκνον έως της ημέρας του θανάτου αυτής" (Β' Βασιλέων Σ/6: 23). Ο ίδιος του ο γιος, ο Αβεσσαλώμ, τον πρόδωσε και στράφηκε εναντίον του, έχοντας ως βοηθό του τον πλέον έμπιστο σύμβουλό του τον Αχιτόφελ. Ζώντας μέσα σ’ αυτόν τον ευμετάβλητο κόσμο της προδοσίας ο Δαβίδ ποτέ δεν απελπίστηκε, ποτέ δεν κατέθεσε τα όπλα, αλλά συνέχισε να αγωνίζεται, αποβλέποντας στη δύναμη του Θεού, γνωρίζοντας ότι «ο αιώνιος Θεός, ο Κύριος, ο Ποιητής των άκρων της γης, δεν ατονεί και δεν αποκάμνει; δεν εξιχνιάζεται η φρόνησις αυτού. Δίδει ισχύν εις τους ητονημένους και αυξάνει την δύναμιν εις τους αδυνάτους» (Ησαΐας Μ/40: 28,29). 
     Όσο και αν μας απογοητεύουν οι άνθρωποι, να είμαστε βέβαιοι ότι ο Θεός την κατάλληλη ώρα, που μόνον Εκείνος γνωρίζει, θα ενεργήσει με καλοσύνη προς τον αδικημένο, βοηθώντας τον ν’ αντιμετωπίσει με επιτυχία τις όποιες δοκιμασίες βρεθούν στο δρόμο του. Είναι ο ίδιο Θεός, που «συγκαταβαίνει διά να επιβλέπη τα εν τω ουρανώ και τα εν τη γη, ο εγείρων από του χώματος τον πτωχόν και από της κοπρίας ανυψών τον πένητα, διά να καθίσει αυτόν μετά των αρχόντων, μετά των αρχόντων του λαού αυτού» (Ψαλμός ΡΙΓ/113: 6-8). Ο Κύριος θα ενεργήσει υπέρ του αδικουμένου γιατί «αγαπά κρίσιν, και δεν εγκαταλείπει τους οσίους αυτού, εις τον αιώνα θέλουσι διαφυλαχθή, το δε σπέρμα των ασεβών θέλει εξολοθρευθή» (Ψαλμός ΛΖ/37: 28). 
   ---Όταν αντιμετωπίζουμε στην πνευματική μας πορεία ανθρώπους αποστάτες που δημιουργούν προβλήματα, που ετεροδιδασκαλούν, που δεν ορθοτομούν το Λόγο της Αληθείας, που προσπαθούν να παρασύρουν ανθρώπους έξω από το Λόγο του Θεού, που μισούν, φθονούν κλπ θα πρέπει να τους αντιμετωπίζουμε με τον ίδιο τρόπο που ο Δαβίδ αντιμετώπισε τη «βουλή» του Αχιτόφελ. Με μία εκ βαθέων προσευχή ο Δαβίδ ανέτρεψε τα σχέδια των επαναστατών: «και είπεν Δαβίδ διασκέδασον δη την βουλήν Αχιτόφελ, Κύριε ο Θεός μου». (μετάφραση Ο’). 
     ---Ο συγγραφέας της επιστολής «προς Εβραίους» (κεφ. ΙΒ/12, εδ. 15) αναφέρει: «παρατηρώντας μήπως κάποιος στερείται τη χάρη τού Θεού μήπως κάποια ρίζα πικρίας, που αναφύεται, φέρνει ενόχληση, και διαμέσου αυτής μολυνθούν πολλοί». Γίνεται λόγος για την μικρότερη ποσότητα πικρίας «ρίζα πικρίας» που μπορεί να φιλοξενεί ο άνθρωπος μέσα στην καρδιά του και η οποία μπορεί να μας προκαλέσει μεγάλη λύπη και αξεπέραστα προβλήματα. Η πικρία είναι σαν την ανίατη ασθένεια, κατατρώγει τον άνθρωπο που την φιλοξενεί. Επιτρέποντας την πικρία να ζει στην καρδιά μας αυτή θα μας σκοτώσει πνευματικά και θα μολύνει και πολλούς άλλους ανθρώπους γύρω μας. Η πικρία που κράτησε μέσα στην καρδιά του ο Αχιτόφελ τον οδήγησε στην αποστασία και τον αιώνιο θάνατο. 
    ---Κάποτε ο τελευταίος βασιλιάς της Λυδίας Κροίσος, βασιζόμενος στα πλούτη του και την ανθρώπινη δόξα, ρώτησε τον σοφό Αθηναίο Σόλωνα. «Γνωρίζεις κάποιον πιο ευτυχισμένο από μένα;». Η απάντηση του Σόλωνα είναι διαχρονική: «Μηδένα προ του τέλους μακάριζε». Σε ελεύθερη μετάφραση: "Μην μακαρίζεις κανέναν πριν από το τέλος του ή μη βγάζεις συμπεράσματα πριν δεις το τέλος του". Τα ανθρώπινα πράγματα είναι τόσο εφήμερα και τόσο προσωρινά, ώστε σ' ένα μόνον φύλο της Βίβλου από τη μία πλευρά διαβάζουμε: «η συμβουλή του ήτο ως αν τις ήθελε συμβουλευθεί το Θεό» (κεφ. ΙΣ/16, εδ. 23) και στην άλλη πλευρά διαβάζουμε: «και αφού διέταξε τις υποθέσεις τής οικογένειάς του, κρεμάστηκε, και πέθανε». Ο Απ. Πέτρος στην επιστολή του "Α' Πέτρου" (Α/1: 24) αναφέρει: "Πάσα σαρξ είναι ως χόρτος, και πάσα δόξα ανθρώπου ως άνθος χόρτου. Εξηράνθη ο χόρτος, και το άνθος αυτού εξέπεσεν".

       Ένα πνεύμα τόσο φωτεινό, ένα μυαλό τόσο οξυδερκές, ένας άνθρωπος χαρισματικός, πολύτιμος για το λαό του, έφυγε από τη ζωή μ’ ένα τόσο απαξιωτικό, τραγικό και αξιοθρήνητο τρόπο. «…..και απήγξατο και απέθανεν και ετάφη εν τω τάφω του πατρός αυτού» (Β’ Σαμουήλ ΙΖ/17: 23).---