Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Δευτέρα 27 Μαΐου 2013

Ο ΠΡΟΦΗΤΗΣ ΗΛΙΑΣ

         Ο ΠΡΟΦΗΤΗΣ ΗΛΙΑΣ.

         Βιβλίο  "Α΄ Βασιλέων", κεφ.  ΙΖ/17, εδ. 1-7.     (Παλαιά Διαθήκη).

        Στους καιρούς της αμαρτίας και της παρακμής ο Θεός μιλούσε στο λαό του με τους προφήτες. Οι προφήτες ήταν όργανα του Θεού. Καταδίκαζαν χωρίς φόβο την ειδωλολατρία, την ανηθικότητα και κάθε άλλη μορφή ανομίας. Παρακινούσαν τους ανθρώπους να μετανοήσουν και να επιστρέψουν στον Κύριο, ενώ τους προειδοποιούσαν για τις ολέθριες συνέπειες της παρακοής τους.
     Ένα τέτοιο όργανο του Θεού, ένας μεγάλος προφήτης, υπήρξε ο Προφήτης Ηλίας, ο οποίος προήρχετο από την φυλή του Ααρών και έζησε τον 9ο π.Χ. αιώνα. Ήταν γιος του Σωβάκ και καταγόταν από την Θέσβη, η οποία βρισκόταν στην περιοχή της Γαλαάδ, ανατολικά του Ιορδάνη ποταμού και γι’ αυτό ονομάστηκε και Θεσβίτης.
       Ο Ηλίας αναφέρεται στα Ευαγγέλια σε σχέση με τον Ιωάννη το Βαπτιστή, ότι ο Ιωάννης ήρθε με το πνεύμα και τη δύναμη του προφήτη Ηλία (Λουκάς Α/1: 17). Έδρασε κυρίως επί της βασιλείας του Αχαάβ και του Οχοζίου. Θεωρείτο ως ο δυναμικότερος των Εβραίων προφητών για την αδάμαστη πίστη του στον αληθινό Θεό και την αγωνιστική του διάθεση. Δε γνωρίζουμε το παρελθόν του Ηλία, την οικογένειά του ή κάτι σχετικά με την κλήση του από το Θεό και  την επιλογή του ως προφήτη ανάμεσα στον λαό Του.
       Η Αγία Γραφή αναφέρει πολλά στοιχεία για τη ζωή και τη δράση του Ηλία, από τα οποία μπορούμε να βγάλουμε ασφαλή συμπεράσματα για την πίστη και την υπακοή του στο ζωντανό και αληθινό Θεό, που τον οδήγησαν σε πλήρη συμμόρφωση με τις εντολές Του, ακόμα και όταν διέτρεχε τρομερό κίνδυνο από το ασεβέστατο ζεύγος (Αχαάβ – Ιεζάβελ), που κυβερνούσε τον λαό Ισραήλ. Αναμφισβήτητα υπήρξε ένα "εκλεκτό σκεύος" στα χέρια του Θεού, που θα έκανε τον λαό Ισραήλ να έρθει «εις εαυτόν» και να εκζητήσει τον αληθινό Θεό. Είναι γεγονός ότι ο Κύριος ανέδειξε προφήτη Του, το δυναμικό και ανυποχώρητο αυτό άνδρα, για να βοηθήσει το λαό Του και να τον ανασύρει από το πνευματικό βάραθρο, στο οποίο τον έσπρωχνε όλο και πιο πολύ εκείνο το δαιμονικό βασιλικό ζεύγος.
       Υπό την διακυβέρνηση του ζεύγους αυτού Αχαάβ & Ιεζάβελ ο λαός είχε περιέλθει σε μια άθλια κατάσταση, είχε αρνηθεί τον αληθινό Θεό, είχε ξεχάσει παντελώς το κραταιό χέρι και τις ευεργεσίες του Κυρίου και είχαν παραδοθεί στην ειδωλολατρία και συγκεκριμένα στη λατρεία του Βάαλ. Ο Αχαάβ ήταν ένας ασεβέστατος βασιλιάς. Ακολούθησε το παράδειγμα του προκατόχου του ειδωλολάτρη βασιλιά του Ιεροβοάμ. Αυτός έλαβε για γυναίκα του την Ιεζάβελ, κόρη του βασιλιά των Σιδωνίων. Η απαίσια αυτή γυναίκα λάτρευε τον Βάαλ και κατάφερε να επηρεάσει και τον Αχαάβ και να προωθήσει τη λατρεία του Βάαλ στον Ισραήλ. Τι ήταν ο Βάαλ; Ήταν ο πιο μεγάλος θεός των Φοινίκων και των Χαναναίων. Τον θεωρούσαν προστάτη της γονιμότητας και της γεωργίας. Τον παρίσταναν άλλοτε με κέρατα βοδιού κι άλλοτε σαν γυναίκα με μεγάλους μαστούς που κρατούσε στο χέρι της ένα περιστέρι. Οι Βαβυλώνιοι του είχαν χτίσει πανύψηλους ναούς και τον έλεγαν Μολώχ. Οι Χαναναίοι τον λάτρευαν σαν κυρίαρχο της χώρας τους. Σύζυγός του θεωρείτο η Αναΐς. Για τη λατρεία του Βάαλ η βασίλισσα Ιεζάβελ συντηρούσε 850 άνδρες, που τους ονόμαζε "προφήτες", ενώ τους αληθινούς προφήτες του Θεού φρόντιζε να τους εξοντώνει.
       Η πρώτη από τις πράξεις του Ηλία που είναι καταγεγραμμένη ήταν να παραστεί και να αναγγείλει στον Αχαάβ ότι στη χώρα θα ερχόταν ξηρασία. «Ζη Κύριος ο Θεός του Ισραήλ, που εγώ βρίσκομαι κοντά Του. Δε θα δεις βροχή ή δροσιά στην γη, μέχρι να το πω εγώ να γίνει» (A'  Βασιλέων  ΙΖ/17: 1). Ήταν προφανές ότι αυτό αποτελούσε θεία τιμωρία κατά της ειδωλολατρίας. Ο Θεός επέλεξε να χρησιμοποιήσει μια μεγάλη ξηρασία, για να τραβήξει την προσοχή του λαού προς Αυτόν, μια φυσική ξηρασία, που δεν είχε άλλο σκοπό από το αναδείξει την πνευματική ξηρασία, που απ’ άκρου εις άκρον είχε καταλάβει τον λαό.
       Ο Ηλίας, υπακούοντας στον Κύριο, πήγε από την Σαμάρεια στο χείμαρρο Χερίθ, που βρίσκεται ανατολικά του Ιορδάνη. Έμεινε εκεί πίνοντας νερό από το χείμαρρο και τρώγοντας την τροφή, που από θαύμα του έφερναν κρέας και ψωμί πρωί και βράδυ οι κόρακες. Μετά όμως από μερικές μέρες εξαιτίας της ανομβρίας ξεράθηκε ο χείμαρρος.
         Ο Ηλίας και η χήρα στα Σαρεπτά της Σιδώνας (Α΄ Βασιλέων ΙΖ/17: 8-24).
    Υπακούοντας στην εντολή του Κυρίου ο Ηλίας ταξίδεψε μέχρι τη Σαρεπτά, στην ακτή της Μεσογείου, ανάμεσα στην Τύρο και τη Σιδώνα. Εκεί ο Θεός είχε προβλέψει να τον τρέφει μια χήρα από τους εθνικούς, μια χήρα της οποίας το μόνο που της είχε μείνει να ζήσει αυτή και το παιδί της ήταν μια φούχτα αλεύρι και λίγο λαδάκι στο ροΐ της. Εκείνη δίστασε αρχικά, ωστόσο, ο προφήτης της ζήτησε να κάνει πρώτα γι’ αυτόν μια μικρή λαγάνα. Κάνοντας κάτι τέτοιο η γυναίκα έδινε ουσιαστικά την πρώτη θέση στον Θεό. Όταν υπάκουσε, έμαθε ένα πολύτιμο μάθημα, πως εκείνοι που δίνουν στο Θεό την πρώτη θέση δε στερούνται τίποτε απ’ όσα χρειάζονται για να ζήσουν. Το πιθάρι της με το αλεύρι και το δοχείο με το λάδι δεν τελείωσαν ποτέ. Ο Κύριος τόνισε το γεγονός ότι o Ηλίας πήγε σε μια χήρα από τους εθνικούς και όχι σε μια από τις αναρίθμητες χήρες των Ισραηλιτών (Λουκάς Δ/4: 26).
      Στη διάρκεια της ξηρασίας ο Θεός φρόντιζε να προσφέρει στο δούλο του ό,τι είχε ανάγκη. Ο Βασιλιάς στο παλάτι πιεζόταν πολύ, αλλά ο Ηλίας είχε ό,τι χρειαζόταν. Ας είναι αυτό ένα μάθημα για όλους μας, καθώς περνάμε μέσα από μια κοινωνική, ηθική και οικονομική κρίση. Όλες οι ανάγκες του ανθρώπου που υπακούει στην φωνή του Θεού θα καλυφθούν, πέρα από τις συνθήκες που επικρατούν γύρω μας.
       Αργότερα ο γιος της γυναίκας προσβλήθηκε από μια πολύ βαριά αρρώστια και πέθανε. Η μητέρα του υποψιάστηκε αμέσως ότι ο Ηλίας είχε διατάξει τον θάνατό του εξαιτίας κάποιας αμαρτίας της. Ο προφήτης πήρε το παιδί στο υπνοδωμάτιό του, στο ανώγι του σπιτιού και ξάπλωσε πάνω στο παιδί τρεις φορές και προσευχήθηκε στον Κύριο. Το παιδί αναστήθηκε και επέστρεψε κάτω στη μητέρα του ζωντανό. Η γυναίκα πείστηκε ότι ο Ηλίας ήταν ένας άνθρωπος του Θεού και ότι ο λόγος του Κυρίου ήταν αληθινός. Παρ’ ότι ειδωλολάτρισσα, έδειξε πίστη στον αληθινό Θεό.
       Η πρόκληση του Ηλία προς τους «προφήτες» του Βάαλ (Α΄ Βασιλεών ΙΗ : 1-19).
      Τρία χρόνια από τότε που έφυγε ο Ηλίας από τον Ισραήλ και τριάμισι χρόνια από τότε που άρχισε η ξηρασία (Λουκάς Δ/4: 25) ο προφήτης πήρε οδηγία από το Θεό, να εμφανιστεί στον Αχαάβ και να του αναγγείλει ότι πρόκειται να έρθει βροχή. Η ενέργεια αυτή ήταν εξαιρετικά επικίνδυνη, καθώς ο βασιλιάς είχε απόλυτη εξουσία και είχε κάθε δικαίωμα ζωής ή θανάτου, για οποιονδήποτε. Μην ξεχνάμε ότι με ένα λόγο του Βασιλιά Ηρώδη σφαγιάστηκαν 3.000 παιδιά. Η πείνα είχε τόσο πολύ επιδεινωθεί, που ο Αχάβ και ο οικονόμος του ο Οβαδίας άρχισαν να αναζητούν στη χώρα χορτάρι για τα ζώα του παλατιού.
      Ενώ ο οβαδίας έψαχνε για χορτάρι, συνάντησε στο δρόμο του τον Ηλία, ο οποίος του ζήτησε να ανακοινώσει στον Αχάβ ότι βρισκόταν εκεί. Ο Οβαδίας φοβήθηκε ότι αυτό θα είχε σαν αποτέλεσμα το θάνατό του, αφού ο Αχαάβ καταζητούσε συνεχώς τον Ηλία με σκοπό να τον εξοντώσει. Αν αποκάλυπτε ο Οβαδίας την παρουσία του Ηλία, ο βασιλιάς θα αντιδρούσε αμέσως. Αλλά τότε το Πνεύμα του Κυρίου θα πήγαινε τον Ηλία αλλού και ο Αχαάβ θα σκότωνε τον Οβαδία για τη «λανθασμένη» πληροφορία. Εκτός αυτού, η θέση του Οβαδία στη βασιλική αυλή θα ήταν ήδη επισφαλής, επειδή στο παρελθόν είχε προστατεύσει τους προφήτες του Κυρίου. Ο Ηλίας υποσχέθηκε ότι δε θα φύγει από εκεί και έτσι κανονίστηκε η συνάντηση.
      Ο βασιλιάς Αχάβ πήγε να συναντήσει τον Ηλία και τον κατηγόρησε ότι αναστατώνει τον Ισραήλ χωρίς να συνειδητοποιεί ότι ο άνθρωπος του Θεού ήταν ο καλύτερος φίλος που είχε ποτέ ο Ισραήλ. Χωρίς να φοβηθεί για τη ζωή του ο Ηλίας απάντησε στον Αχαάβ εκτοξεύοντας την κατηγορία ότι όλη η αναστάτωση δεν προέρχεται από τον προφήτη, αλλά από τον βασιλιά και το παλάτι. Τον κατηγόρησε πως είχε ανακατέψει τη λατρεία του αληθινού Θεού με την λατρεία του Βάαλ και τον προκάλεσε να συγκεντρώσει τους ειδωλολάτρες προφήτες στο όρος Κάρμηλος, για να αποφασίσουν ποιος είναι ο αληθινός Θεός. (οι 400 προφήτες του Βάαλ πήγαν στον Κάρμηλο, αλλά οι 400 προφήτες της Αστάρτης δεν πήγαν).
       Πριν γίνει όμως η βροχή, ο Ηλίας δεν έχασε την ευκαιρία να δείξει στον Αχαάβ και στο λαό, που είχε παρασυρθεί στην ειδωλολατρία, ποιος είναι ο αληθινός Θεός. Για το σκοπό αυτό ζήτησε από τον Αχαάβ να μαζέψει πάνω στο όρος Κάρμηλος όλο το λαό και τους 850 προφήτες του Βάαλ.
       Η νίκη του Ηλία κατά των προφητών του Βάαλ (Α΄ Βασιλεών ΙΗ : 20 - 40).
      Όταν η παραπάνω σύναξη πραγματοποιήθηκε, ο Ηλίας απευθυνόμενος στους συγκεντρωμένους αντιπροσώπους του Ισραήλ τους κατηγόρησε ότι αμφιταλαντεύονταν ανάμεσα σε δύο γνώμες και ότι θα έπρεπε να διαλέξουν, είτε τον Κύριο, είτε τον Βάαλ. Το ερώτημα του Ηλία ήταν : «Εως πότε θα χωλαίνετε μεταξύ δύο φρονημάτων; Αν ο Κύριος είναι Θεός, ακολουθείτε αυτόν, αλλ’ αν ο Βάαλ είναι Θεός, ακολουθείτε τον Βάαλ» (Βασιλέων Α΄ ΙΗ : 21).
      Τους πρότεινε λοιπόν να σφάξουν δύο μοσχάρια και να τα βάλουν πάνω σε ξύλα χωρίς να βάλουν φωτιά. Ο Ηλίας θα αντιπροσώπευε τον Κύριο, ενώ ο τετρακόσιοι πενήντα "προφήτες" του Αχαάβ θα αντιπροσώπευαν τον Βάαλ. Όποιος Θεός θα απαντούσε με φωτιά, αυτός θα ήταν ο αληθινός Θεός.
     Άρχισαν λοιπόν πρώτα οι προφήτες του Βάαλ, οι οποίοι με πάθος φώναζαν στο θεό τους και χοροπηδούσαν γύρω από το θυσιαστήριο από το πρωί έως το μεσημέρι. Αφού πέρασε αρκετή ώρα, ο Ηλίας άρχισε να τους εμπαίζει και να τους λέει: «πιο δυνατά φωνάξτε ίσως έχει κουβέντα ή έχει οδοιπορία. Μπορεί να κοιμάται. Φωνάξτε να ξυπνήσει». «Ίσως ήταν τόσο μικρός Θεός, που δεν μπορούσε να κάνει δύο πράγματα συγχρόνως». Απελπισμένοι έκαναν χαρακιές στο σώμα τους με ξίφη και με λόγχες και παρακαλούσαν μέχρι το απόγευμα. Όμως κανένα αποτέλεσμα. Καμία ένδειξη δεν υπήρχε ότι είχαν εισακουστεί. Ο Λόγος του Θεού μας αναφέρει χαρακτηριστικά ότι παρά τις επικλήσεις τους "ούτε φωνή, ούτε ακρόαση υπήρξε" (Α' Βασιλεών ΙΗ/18: 29).
     Όταν έφτασε η ώρα της προσφοράς του Ηλία, τότε κάλεσε κοντά του το λαό και έχτισε το θυσιαστήριο του Κυρίου με δώδεκα πέτρες, που αντιπροσώπευαν τις δώδεκα φυλές του Ισραήλ και άνοιξε αυλάκι γύρω από αυτό. Κατόπιν, για να περιορίσει κάθε πιθανότητα να ανάψει φωτιά στο θυσιαστήριο, με οποιοδήποτε άλλο τρόπο εκτός από θαύμα, κατάβρεξε το μοσχάρι και τα ξύλα με δώδεκα κάδους νερό (τέσσερις κάδοι που άδειασαν τρεις φορές). Τα ξύλα και το σφαχτό είχαν πλημμυρίσει από το νερό, το οποίο είχε γεμίσει και το αυλάκι που ήταν γύρω από το θυσιαστήριο.
    Την ώρα της προσφοράς της θυσίας (την Τρίτη μετά μεσημβρίαν), ο Ηλίας προσευχήθηκε να αποκαλυφθεί ο αληθινός Θεός στέλνοντας φωτιά από τον ουρανό. Αμέσως έπεσε η φωτιά του Κυρίου από τον ουρανό, καίγοντας όχι μόνον το ολοκαύτωμα, αλλά και τα ξύλα, τις πέτρες και το χώμα και το νερό του αυλακιού, γύρω από το θυσιαστήριο. Ο λαός συγκλονισμένος αναγκάστηκε να αναγνωρίσει τον Κύριο σαν τον μόνον αληθινό Θεό. Αφού έπεσε κάτω, προσκυνούσε και έκραζε : «Ο Κύριος, αυτός είναι ο Θεός!» Τότε ο Ηλίας έδωσε εντολή να συλλάβουν και να σφάξουν όλους τους ασεβείς προφήτες του Βάαλ. Τους έπιασαν και τους θανάτωσαν όλους στο χείμαρρο Κεισών. Στον Αχαάβ υπέδειξε ο Ηλίας να σπεύσει στο παλάτι του γρήγορα, γιατί θα ερχόταν δυνατή βροχή. Μόνο, αφού ο λαός αναγνώρισε τον αληθινό, το μοναδικό Θεό μπορούσε να έρθει η βροχή. Η εξομολόγηση της αμαρτίας και η υπακοή στον Λόγο του Θεού είναι τα βήματα για την απόλαυση της ευλογίας.
      Η προσευχή του Ηλία για βροχή (Α΄ Βασιλεών ΙΗ : 41 - 46).
     Ο Αχαάβ εντυπωσιασμένος από τις τόσο δυναμικές ενέργειες του Ηλία, διηγήθηκε στη γυναίκα του την Ιεζάβελ όλα τα γεγονότα που συνέβησαν στο όρος Κάρμηλος καθώς και για τον θάνατο των «προφητών» του Βάαλ. Εκείνη, καθώς τα άκουσε, έγινε έξαλλη και έστειλε αγγελιοφόρο στον Ηλία και του είπε: «Να με τιμωρήσουν οι θεοί, αν αύριο τέτοια ώρα δεν σου έχω κάνει ότι έκανες εσύ στους προφήτες του Βάαλ».
    Ο Ηλίας, ο γίγαντας της πίστεως, που πριν από λίγο με την πίστη του είχε κατεβάσει «πυρ εξ’ ουρανού» και είχε κάνει το Θεό να υπακούει στις εντολές του, ο άνθρωπος που εξευτέλισε τους ψεύτικους θεούς και τους προφήτες τους, που είχε κερδίσει μια τόσο μεγάλη νίκη την προηγούμενη μέρα ξαφνικά, αναπάντεχα, έχασε το θάρρος του, έχασε την εμπιστοσύνη του προς τον αληθινό Θεό, τρομοκρατήθηκε, φοβήθηκε υπερβολικά και τράπηκε σε μια άτακτη φυγή, για να σώσει τη ζωή του.
     Έφυγε από την Ιζραέλ προχωρώντας νότια προς τη Βέερ-Σεβά, 160 χλμ περίπου μακρύτερα, στα νότια του Ιούδα. Όμως ούτε εκεί δεν αισθάνεται ασφαλής. Μπορεί στο θρόνο του Ιούδα να είναι βασιλιάς ο ευσεβής Ιωσαφάτ, όμως τούτος ο βασιλιάς για το γιο του έλαβε γυναίκα την κόρη της Ιεζάβελ και τρομάζει ακόμα και στην ιδέα ότι κοντά του βρίσκεται μια απόγονος της Ιεζάβελ, η οποία αναμφισβήτητα θα είχε και κάποια ισχύ.
     Υπό την επήρεια αυτού του πανικού αφήνει τον υπηρέτη του στη Βέερ-Σεβά και ο Ηλίας συνέχισε νότια μιας μέρας δρόμο στην έρημο. Στο τέλος της ημέρας κατάκοπος και εξαθλιωμένος κάθισε να ξεκουραστεί κάτω από μία βάτο απελπισμένος, τρομοκρατημένος, νικημένος, τέλεια απογοητευμένος, ολοκληρωτικά συντετριμμένος. Εκεί ανοίγει την καρδιά του στο Θεό και αφήνει μέσα από αυτή να ξεχειλίσει όλη η πίκρα του, μέσα από την τελευταία, όπως νόμιζε, προσευχή.
    Τώρα τον χωρίζουν πολλά χιλιόμετρα από το Κάρμηλος, αλλά και πόσα πολύ περισσότερα πνευματικά χιλιόμετρα τον χωρίζουν από εκείνη την ημέρα της μεγάλης επιτυχίας του. Ξαφνικά, αναπάντεχα ο Ηλίας είχε φτάσει από την πιο δυνατή, από την πιο όμορφη μέρα της ζωής του στο τελευταίο σκαλοπάτι της κατάπτωσης. Εκεί τον οδήγησε η έλλειψης εμπιστοσύνης στο Θεό.
      Είναι τρομερό, συγκλονιστικό, δεν μπορεί να το συλλάβει το ανθρώπινο μυαλό. Αυτός που είναι κάτω από ένα δενδράκι απόλυτα απελπισμένος με μία και μόνη επιθυμία να πεθάνει, είναι ο Ηλίας. Ο άνθρωπος που όρθωσε το ανάστημά του μπροστά στο Βασιλιά, ο άνθρωπος, που με την προσευχή του άνοιγε και έκλεινε τον ουρανό, αυτός που μόνος πήγε ενάντια σε όλους και έκανε το πιο επιβλητικό θαύμα στη ζωή του, τώρα έχει μεταβληθεί σε μία ακίνητη, τέλεια αδύναμη σωρό. Πώς έγινε αυτό; Μια φράση μόνον μπορεί να χαρακτηρίσει την κατάσταση. Δειλία. Το ιερό κείμενο μας αναφέρει : «και φοβηθείς εσηκώθη και ανεχώρησε δια την ζωήν αυτού». Δείλιασε ο Ηλίας και η δειλία του αυτή τον οδήγησε σε μια μεγάλη πνευματική πτώση. Τον μετέτρεψε σε έναν φυγάδα.
    Εδώ πραγματικά βρίσκεται ένα μεγάλο μάθημα. Αν ο Ηλίας, αν ο εκλεκτός προφήτης του Θεού, αν ο νικητής, ο θριαμβευτής του Καρμήλου, βρέθηκε σωριασμένος ξαφνικά και έγινε ένα κουβάρι απελπισίας κάτω από μια βάτο στην έρημο, αυτό σημαίνει ότι καμία απολύτως ζωή, όσο ευσεβής και αφιερωμένη και αν είναι, δεν βρίσκεται έξω από την ακτίνα δράσης του πειρασμού και υπόκειται στο θλιβερό ενδεχόμενο της πτώσης, αν δεν προσέξει. Το γεγονός ότι τόσο σύντομα ακολούθησε η πτώση μετά τα γεγονότα του Καρμήλου σημαίνει ότι καμία πνευματική εμπειρία δεν μπορεί να κάνει τον χριστιανό άτρωτο και ότι η μόνη ασφάλεια που υπάρχει είναι να έχει το βλέμμα του προσηλωμένο στον Χριστό, για να μην πέσει.
    Ποτέ δε θα πρέπει να ξεχνάμε ότι η κάθοδος από τον Κάρμηλο πάντοτε είναι ιδιαίτερα επικίνδυνη. Η επόμενη ώρα μιας πνευματικής νίκης είναι ιδιαίτερα επικίνδυνη, καθώς καιροφυλακτεί η υπερηφάνεια και ο εγωισμός.
    Συμπέρασμα. Κανένας δεν μπορεί να πει ότι εγώ δεν φοβάμαι μη πέσω. Αν ο Ηλίας ο ισχυρός υπέστει μία τόσο μεγάλη πτώση, πόσο ο καθένας μας θα πρέπει να προσέχει.
   Ας μην κλείσουμε τούτο το κεφάλαιο, ας έρθουμε πιο κοντά σε εκείνη τη βάτο και ας παρατηρήσουμε ιδιαίτερα τον πεσμένο και απελπισμένο Ηλία. Γιατί φοβήθηκε ο Ηλίας; Αυτό έγινε, γιατί πήρε το βλέμμα του από το Θεό και το προσκόλλησε στις εξωτερικές περιστάσεις. Αντί να στηριχτεί στο Θεό, στηρίχθηκε στον εαυτόν του. Το ίδιο ακριβώς είχε συμβεί ένα βράδυ στη φουρτουνιασμένη λίμνη της Τιβεριάδος. Βγήκε ο Πέτρος από την βάρκα και περπάτησε πάνω στα κύματα, για να συναντήσει τον Κύριο. Όσο ο Πέτρος είχε προσηλωμένο το βλέμμα του στον Χριστό, βάδιζε πάνω στα κύματα, όμως κάποια στιγμή απέσυρε το βλέμμα του από το Χριστό, το έριξε πάνω στα κύματα και φοβήθηκε. Πήρε το βλέμμα του από το Χριστό και το προσήλωσε πάνω στις εξωτερικές καταστάσεις και τότε άρχισε να βουλιάζει. Βλέποντας τον άνεμο δυνατό, φοβήθηκε και καθώς άρχισε να καταποντίζεται, έκραξε λέγοντας: «Κύριε, σώσε με». (Ματθαίος ΙΔ/14: 30).
      Το μυστικό της δύναμης του Ηλία, που του εξασφάλισε τις μεγάλες νίκες ήταν ότι είχε το βλέμμα του προσηλωμένο στον αληθινό Θεό, απ’ όπου αντλούσε τη δύναμη. Δε φοβήθηκε ο Ηλίας μη διψάσει, όταν στέρεψε ο χείμαρρος, δε φοβήθηκε να παρουσιαστεί μπροστά στο Βασιλιά απλούστατα, γιατί δεν έβλεπε όλα τούτα. Έβλεπε μόνον το Πρόσωπο του Θεού απ’ όπου αντλούσε τη δύναμη. Τώρα τον βλέπουμε να έχει πάρει το βλέμμα του από το Θεό και να το έχει συγκεντρώσει στον εαυτόν του. Ας προσέξουμε τον διάλογο. Ρωτάει ο Κύριος: Τι κάνεις εδώ Ηλία; απαντάει ο Ηλίας: «εγώ Κύριε υπήρξα ζηλωτής, εγώ έμεινα μόνος, εγώ έμεινα μόνος προφήτης…. Το κέντρο τώρα δεν είναι πλέον ο Θεός, αλλά το πληγωμένο και οργισμένο «εγώ» του προφήτη.
     Ενώ ο Ηλίας πίστευε ότι ήταν μόνος, ο Θεός τον πληροφόρησε ότι δεν ήταν μόνος, αλλά υπήρχαν ακόμα επτά χιλιάδες πιστοί, που δεν είχαν κλείνει γόνυ στο Βάαλ (Α' Βασιλέων ΙΘ/19: 18  & Ρωμαίους ΙΑ/11: 4). Είναι παράξενο που ο Ηλίας δεν τους ήξερε, θα έπρεπε να τους ξέρει. Όπου κι αν βρεθείς, προσπάθησε να έρθεις σε επαφή με πιστούς ανθρώπους. Έχουμε ανάγκη ο ένας από τον άλλον, έχουμε ανάγκη ο ένας την παρηγοριά, τη συμπαράσταση, τη φιλία, την αγάπη του άλλου. Πώς θα σταθούμε μόνοι μας; Ο Ηλίας δεν τους γνώριζε και βάδιζε μόνος και κάποια στιγμή οι ώμοι του κάμφθηκαν. Γι’ αυτό ο Κύριος έδωσε την αδελφική συντροφιά, έδωσε την Εκκλησία και την κοινωνία των Aγίων Του, για να μπορεί να στηριχτεί ο πεσμένος, ο κουρασμένος, ο ταλαιπωρημένος, ο κυνηγημένος, ο χτυπημένος. Αλίμονο αν ο πιστός άνθρωπος δεν αξιοποιήσει και μείνει μακριά από τη συντροφιά των αδελφών του. Το κάρβουνο που θα μείνει μόνο του μετά από λίγο σβήνει. Πολλά κάρβουνα μαζί συντηρούν τη φωτιά και όχι μόνον δε σβήνει, αλλά φουντώνει πιο πολύ.
     Είδαμε τη συμπεριφορά του Ηλία, ας δούμε τώρα και τη συμπεριφορά του Κυρίου του Ηλία. Είναι ενδιαφέρον να παρατηρήσουμε τον τρόπο με τον οποίο ο Θεός χειρίζεται αυτή την σοβαρή πτώση του δικού Του παιδιού. Πράγματι το παράπτωμα του Ηλία ήταν βαρύ. Όμως ο Κύριος πώς ενήργησε; Τον εγκατέλειψε; τον άφησε στην τύχη του; τον έβγαλε από την καρδιά του; τον απομάκρυνε ως άχρηστο από την υπηρεσία Του; Τίποτα από όλα αυτά. Μέσα στον ύπνο της απελπισίας ένα χέρι τον άγγιξε απαλά. Άνοιξε τα μάτια του ο Ηλίας και είδε έναν άγγελο στο πλάι του, και λίγο πιο πέρα ένα καρβέλι ψωμί κι ένα κανάτι νερό. Σηκώθηκε ο Ηλίας έφαγε και ξανακοιμήθηκε.
     Όχι μόνον δεν τον εγκατέλειψε ο Θεός τον Ηλία, αλλά του έστρωσε τραπέζι μέσα στην έρημο για να φάει και να δυναμώσει. Αυτός είναι ο Θεός της Aγάπης και του Eλέους. Μη νομίσεις ποτέ ότι ο Θεός σε ξέχασε, ότι έπαψε να σε αγαπάει. Ο Θεός μας περιμένει να μετανοήσουμε και ενδιαφέρεται για μας και μας περιθάλπει και στις πιο μεγάλες πτώσεις μας. Μπορούμε να πούμε τώρα ότι στην κατάσταση που βρίσκεται ο Ηλίας ο Θεός τον αγαπάει πιο πολύ. Ενώ παλιότερα κόρακες είχε στείλει ο Θεός, για να τον θρέψουν, τώρα στέλνει έναν άγγελό Του για να τον υπηρετήσει.
     Κάτω από εκείνη τη βάτο συναντώνται η φτώχεια των δικών μας σχεδίων με τον πλούτο της Aγάπης του Θεού. Κάτω από μια βάτο το παιδί του Θεού με έναν σκοπό, με μία σκέψη, έχοντας μοναδική επιθυμία του: Να πεθάνει! «Εδώ Κύριε να με θάψεις». Πολλές φορές δε γνωρίζουμε τι ζητάμε από το  Θεό. Πολλές φορές κάνουμε προσευχές άστοχες, ανόητες, έξω από το θέλημα και τα σχέδια Του. Ευτυχώς που ο Θεός δε μας ακούει. Εκείνη ακριβώς την ώρα που ο Ηλίας έπαιρνε τα μέτρα του τάφου του, ο Θεός είχε δώσει εντολή να κατασκευαστεί στον ουρανό "πύρινο άρμα", για να έρθει να παραλάβει τον Ηλία στον ουρανό με δόξα και τιμή. Άλλα τα σχέδια των ανθρώπων και άλλα τα σχέδια του Θεού. Υπάρχουν πολλοί Χριστιανοί που εξακολουθούν να ζουν στον τόπο της ήττας, της απελπισίας, της λύπης, ενώ ο Θεός έχει ετοιμάσει γι' αυτούς τη δυνατότητα μιας χαρούμενης και νικηφόρας  Χριστιανικής ζωής. Ας φροντίσουμε να ζούμε  στον τόπο που ο Κύριος θέλει να ζούμε, της δύναμης, της παρηγοριάς, της οδηγίας Του. 
    Ένα συμπέρασμα βγαίνει από την παραπάνω περιπέτεια του προφήτη Ηλία, και τα πιο εύχρηστα σκεύη στην υπηρεσία του Κυρίου από πηλό είναι φτιαγμένα. Είναι εύθραυστα, γι’ αυτό ποτέ να μην στηριχθούμε στις δικές μας δυνάμεις, γιατί θα πέσουμε και θα πέσουμε «πριν αλέκτωρ φωνήσαι» (Μάρκος ΙΔ/14: 72). Ο Κύριος γνωρίζει ότι η πλάση μας ότι είναι από χώμα (Ψαλμός ΡΓ/103: 14) και είναι έτοιμος στις πτώσεις και τις αδυναμίες μας να σκύψει, να μας πιάσει από το χέρι να μας ανορθώσει, να σκουπίσει δάκρυά μας και να μας επαναφέρει στο δρόμο το δικό Του, στο δρόμο της υπηρεσίας Του.
    Ξεκούραση, φαγητό και νερό, περισσότερη ξεκούραση, περισσότερο φαγητό και νερό είναι η ζωή του Ηλία. Μετά απ' αυτά ο προφήτης δυνάμωσε και περπάτησε με τη δύναμη εκείνης της τροφής 320 χλμ. για να φτάσει μέσα σε σαράντα μερόνυχτα ως το βουνό Χωρήβ (το όρος Σινά, που ο Θεός είχε δώσει τον Νόμο στον Μωυσή). Εκεί πήγε και εγκαταστάθηκε σε μια βαθιά, σκοτεινή σπηλιά, που τη σχημάτιζε κάποια σχισμή στους βράχους του βουνού και εκεί περίμενε τη φωνή του Κυρίου.
    Ξαφνικά ξέσπασε μια καταιγίδα. Ο Ηλίας σκέφτηκε ότι ο Κύριος τον επισκέφτηκε με βροντές και καταιγίδα. Πήγε μπροστά στη σπηλιά και ρώτησε: "Εσύ είσαι Κύριε;" αλλά δεν πήρε καμία απάντηση. «Ο Κύριος δεν ήτο εν των ανέμω».
    Ενώ ησύχασε το βουνό και ηρέμησε η τρικυμισμένη φύση, ξαφνικά ένα μεγάλος σεισμός ξέσπασε, που έκανε το βουνό να σείεται. Πάλι ο Ηλίας σκέφτηκε ότι ο Κύριος θα τον επισκέφτηκε με σεισμό. Πήγε μπροστά στη σπηλιά και ρώτησε: "Εσύ είσαι Κύριε;" αλλά δεν πήρε καμία απάντηση. «Ο Κύριος δεν ήτο εν τω σεισμώ». Λίγο μετά από το σεισμό, μια πελώρια φωτιά είχε ανάψει έξω από τη σπηλιά και καιγόταν το δάσος που υπήρχε γύρω. Για άλλη μία φορά ο Ηλίας πήγε μπροστά στη σπηλιά και ρώτησε: "Εσύ είσαι Κύριε;" αλλά δεν πήρε καμία απάντηση. «Ο Κύριος δεν ήταν στη φωτιά».
     Φόβος και ανησυχία κατέλαβαν την καρδιά του Ηλία. Θα έρθει ο Κύριος, δε θα έρθει; Και ενώ ο Ηλίας σκεπτόταν όλα αυτά, ένα ελαφρό αεράκι ήρθε να δροσίσει την περιοχή. Μια ελαφριά αύρα ακούστηκε μέσα στην σιωπή του δάσους. Ήταν η ώρα που ο Κύριος είχε έρθει, για να συναντήσει τον υπηρέτη Του. Σκέπασε ο Ηλίας το πρόσωπό του με την μηλωτή του και βγήκε έξω, για να συναντήσει τον Κύριο.
     Εκεί ο Κύριος του μίλησε και του έδειξε τις ενέργειες που έπρεπε να κάνει, πριν φύγει από αυτόν τον κόσμο. Σκέπτομαι γιατί ο Κύριος δεν ήταν στην καταιγίδα, ούτε στο σεισμό, ούτε στη φωτιά, ενώ παρουσιάστηκε μέσα από εκείνο το ελαφρό δροσερό αεράκι; Γιατί αυτός είναι ο Κύριος. Με τρόπο αθόρυβο, σιωπηλό, γλυκό, ανεπαίσθητο έρχεται καθημερινά μέσα στη ζωή μας και μας προσφέρει τα δώρα Του. Σκέψου μόνον σήμερα τα δώρα του Θεού στη ζωή σου: Υγεία, κεραμίδι, τροφή, ένδυση. Αλήθεια πόσοι τα στερούνται όλα αυτά. Όλα αυτά ήρθαν με ένα απαλό αεράκι χωρίς κανένα θόρυβο, χωρίς καμία επέμβαση στη ζωή μας. 
    Ο Θεός μας προσέφερε και σήμερα ό,τι είχαμε ανάγκη χωρίς καθόλου μα καθόλου να μας ενοχλήσει. Ναι, έτσι ενεργεί ο Θεός. Δες τα άστρα του ουρανού. Κινούνται όλα σε προδιαγεγραμμένες τροχιές τόσο αθόρυβα. Κοίταξε το πρωί την ανατολή. Κάποια κύματα φωτός έχουν ξεκινήσει από τον ήλιο και έρχονται να ζεστάνουν τον πλανήτη και να του δώσουν ζωή. Ακούς κάτι; Όχι. Με ένα απαλό αεράκι, με ένα ψίθυρο προσφέρονται όλα τα πολύτιμα δώρα του Θεού, που έχουμε ανάγκη για να ζήσουμε.
     Με τον ίδιο αθόρυβο τρόπο επισκέφτηκε και ο Χριστός τον κόσμο μας, Άνθρωπος πράος, ταπεινός, προσφοράς, αγάπης, ελέους. Οι άνθρωποι περίμεναν να έρθει με καταιγίδα, με σεισμό, με φωτιά. Ήταν τόσο αθόρυβος, που οι άνθρωποι δεν μπόρεσαν να τον αναγνωρίσουν, ακόμα και οι δικοί Του. Ακόμα και στην καρδιά του  Ιωάννη του Βαπτιστή, ενώ βρισκόταν στην φυλακή, μπήκε αμφιβολία για το Πρόσωπο του Κυρίου και έστειλε ένα μήνυμα στον Κύριο: «Εσύ είσαι Κύριε ή άλλον περιμένουμε;» (Ματθαίος ΙΑ/11: 3).
     Κάποτε είπε ο Κύριος: «δεν έρχεται η Βασιλεία του Θεού έτσι ώστε να παρατηρείται» (Λουκάς ΙΖ/17: 20). Στο  Ευαγγέλιο "κατά Μάρκον" (κεφ. Δ, εδάφ. 26,27) αναφέρει ο Κύριος : «Ούτως είναι η βασιλεία του Θεού, ως εάν άνθρωπος ρίψη τον σπόρον επί της γης, και κοιμάται και σηκώνεται νύκτα και ημέραν και ο σπόρος βλαστάνει και αυξάνει, καθώς αυτός δεν εξεύρει». Αλήθεια πόσο αθόρυβα λειτουργεί το «εργοστάσιο» του Θεού! Δέστε τη φύση τώρα που είναι άνοιξη, πώς εργάζεται πυρετωδώς, πώς οργιάζει η βλάστηση γύρω μας και όλα αυτά χωρίς κανένα θόρυβο, όλα αυτά με ένα ελαφρύ δροσερό αεράκι.
     Ας μάθουμε να μη ζητάμε την καταιγίδα στο σεισμό ή τη φωτιά μέσα στη ζωή μας, στη σχέση μας με το Θεό. Ας σταθούμε και εμείς με έναν ελαφρό ψίθυρο, καλοσύνης και αγάπης απέναντι στο Θεό και απέναντι στους συνανθρώπους μας. Είναι βέβαιο ότι μόνον τότε θα έχουμε θαυμαστά και πλούσια αποτελέσματα στη φτωχή ζωή μας.
    Ένα καράβι ταξιδεύει μέσα στη νύχτα και ξαφνικά πέφτει σε μια μεγάλη καταιγίδα. Τα κύματα λυσσομανούν, ο αέρας φυσάει πολύ δυνατά. Όμως μέσα σ’ αυτό το κακό που γίνεται γύρω ο καπετάνιος του πλοίου δεν ανησυχεί, δε φοβάται, δεν απελπίζεται. Προχωράει σταθερά και με σιγουριά, γιατί έχει προσηλώσει το βλέμμα του σ’ ένα φάρο, που βρίσκεται πολύ μακριά και που κάθε λίγα δευτερόλεπτα στέλνει ένα αθόρυβο φωτεινό μήνυμα. Εκείνο το σιωπηλό μήνυμα κάνει τη διαφορά. Εκείνο το σιωπηλό μήνυμα κάνει τον καπετάνιο να αισθάνεται ασφαλής μέσα στην καταιγίδα και μέσα στο πηχτό σκοτάδι της νύχτας.
    Έτσι παρουσιάζεται ο Θεός μέσα στη ζωή μας, για να μας δώσει ασφάλεια και να βάλει μέσα μας ζωντανή ελπίδα για τη ζωή. Μη ζητήσεις στην προσωρινή και σύντομη τούτη ζωή μεγάλα αξιώματα και μεγάλες θέσεις, ζήτησε από τον Θεό να σε κάνει ένα φάρο, που κάθε στιγμή θα στέλνει ένα μήνυμα για τη δόξα Εκείνου μέσα σ’ έναν κόσμο που χάνεται, που όλο και πιο πολύ σκοτεινιάζει εξαιτίας της αμαρτίας και της αποστασίας του από τον αληθινό Θεό.
    Μετά από όλα αυτά είναι φανερό πως η χρησιμότητα του Ηλία ως δούλου του Θεού, καθόλου δε μειώθηκε. Ο Θεός του είπε να επιστρέψει πίσω βόρεια μέσα από την έρημο προς τη Δαμασκό, όπου έπρεπε να χρίσει τρεις ανθρώπους.
1/ Έπρεπε να χρίσει τον Αζαήλ βασιλιά των Συρίων. Αυτός ο βασιλιάς έμελλε να τιμωρήσει το ανυπότακτο έθνος του Ισραήλ.
2/ Έπρεπε να χρίσει τον Ιηού βασιλιά στον Ισραήλ. Ο Ιηού έμελλε να γίνει το όργανο της κρίσης του Θεού στην οίκο του Αχαάβ.
3/ Έπρεπε να χρίσει τον Ελισαιέ διάδοχό του.
    Οι τρεις αυτοί άνθρωποι θα γίνονταν τα όργανα της κρίσης του Θεού, εναντίον των ειδωλολατρών Ισραηλιτών (εδ. 17), ο Κύριος όμως θα άφηνε ζωντανούς επτά χιλιάδες, που δεν είχαν γονατίσει να προσκυνήσουν τον Βάαλ ή να ασπαστούν το άγαλμά του.
   Η κλήση του Ελισσαιέ από τον Ηλία (Α΄ Βασιλεών ΙΘ/19: 19 - 21).
  Ο Ηλίας λοιπόν μετά από υπόδειξη του Θεού (Α΄ Βασιλέων ΙΘ/19: 16), ταξίδεψε βόρεια προς την Αβέλ-Μεχωλά, στην κοιλάδα του Ιορδάνη κοντά στην Βαιθ-Σεάν. Εκεί συνάντησε τον Ελισσαιέ, έναν αγρότη που όργωνε το χωράφι του. Το γεγονός ότι ο Ελισσαιέ είχε δώδεκα ζευγάρια βόδια δείχνει ότι ήταν πλούσιος. Αυτός όργωνε προφανώς με το ένα ζευγάρι και με τα υπόλοιπα έντεκα όργωναν οι υπηρέτες του. Ο Ηλίας πέταξε πάνω το μανδύα του, σημάδι πως ο Ελισσαιέ θα γινόταν ο διάδοχός του.
    Ο Ελισσαιέ ζήτησε την άδεια να γυρίσει στο σπίτι του και να κάνει μια γιορτή αποχαιρετισμού για την οικογένειά του. Ο Ηλίας συμφώνησε, αλλά τον προειδοποίησε να μην ξεχάσει τι του είχε συμβεί λίγο πριν, με ποιόν τρόπο δηλαδή τον είχε χρίσει ο προφήτης. Μετά από μια μεγάλη γιορτή ο Ελισσαιέ ακολούθησε τον Ηλία και έγινε προσωπικός του υπηρέτης.
    Το αίτημα του Ελισσαιέ να αποχαιρετήσει την οικογένειά του ακούγεται σχεδόν όμοιο με το αίτημα εκείνου του παρ’ ολίγον μαθητή, που ο Χριστός τον χαρακτήρισε ακατάλληλο για τη Βασιλεία των ουρανών (Λουκάς Θ/9: 61-62). Η διαφορά είναι ότι στην περίπτωση του Ελισσαιέ επρόκειτο για μια σημαντική απόφαση να κόψει αμέσως τους δεσμούς του με την οικογένειά του, ενώ στην άλλη περίπτωση ο αποχαιρετισμός ήταν απλώς μια δικαιολογία και μια τακτική καθυστέρησης.
    Ο Ελισσαιέ, είναι πλέον ο εκλεκτός του Θεού. Ο Ηλίας του πρότεινε να ζητήσει ό,τι επιθυμεί και θα γίνει. Ο άνθρωπος του Θεού δε ζήτησε δόξα, τιμές, πλούτη, αλλά ζήτησε «διπλάσια μερίδα Πνεύματος Αγίου» (Β' Βασιλέων Β/2: 9). Και πράγματι ο Θεός του έδωσε διπλάσια μερίδα Πνεύματος Αγίου. Παρατηρούμε και είναι μια αμυδρή εικόνα αυτό ότι επτά θαύματα έκανε ο Ηλίας, δέκα τέσσερα (14) θαύματα έκανε ο Ελισσαιέ.
    Επίσης ο Θεός χρησιμοποίησε τον Ηλία, για να ελέγξει τον Αχαάβ, που δέχτηκε να εξοντωθεί ο φτωχός Ναβουθαί από όργανα της Ιεζάβελ, για να οικειοποιηθεί το κτήμα του (Α' Βασιλέων  ΚΑ/21: 13).
    Τον χρησιμοποίησε ο Θεός, για να ελέγξει τον βασιλιά Οχοζία (διάδοχο του Αχαάβ), που στην αρρώστια του έστειλε ανθρώπους στον Βέελ-Ζεβούλ να ρωτήσουν αν θα γίνει καλά. Το ερώτημα του Ηλία που είναι διαχρονικό, που είναι πάντα επίκαιρο και αφορά όλους μας προς τους ανθρώπους του βασιλιά ήταν: «δεν υπάρχει Θεός στον Ισραήλ, γι’ αυτό πάτε να ρωτήσετε τον Βέελ-ζεβούλ»; (Β' Βασιλέων  Α/1: 3).
    Δεν υπάρχει,  αδελφέ μου, ο ζωντανός, ο αληθινός, ο αιώνιος, ο μοναδικός Θεός, ο "θαυμαστός σύμβουλος" (Ησαΐας Θ/9: 6), που έκανε τα πάντα και συντηρεί τα πάντα γύρω μας με το λόγον της δυνάμεως Αυτού; (Εβραίους Α/1: 3). Σ΄ Αυτόν φέρε το πρόβλημά σου. «Ανάθες εις τον Κύριον την οδόν σου και έλπιζε επ' αυτόν, και αυτός θέλει ενεργήσει» (Ψαλμός ΛΖ/37: 5). Κάθε άλλη λύση, κάθε άλλη επιλογή θα έχει τραγικά, συντριπτικά αποτελέσματα.
    Ο Οχοζίας αγνόησε το Θεό, στηρίχτηκε στις δικές του δυνάμεις, στηρίχτηκε στη δύναμη του στρατού του και έστειλε αποσπάσματα, για να συλλάβουν τον Ηλία. Ο Κύριος θανάτωσε τα δύο πρώτα αποσπάσματα μαζί με τους πεντηκοντάρχους, που τα διοικούσαν. Το τρίτο όμως απόσπασμα δε θανάτωσε, γιατί ο πεντηκόνταρχος έδειξε σεβασμό στον Ηλία και ο Ηλίας τον ακολούθησε μετά από εντολή του Θεού.
       Έτσι ο Ηλίας ήλεγξε κατά πρόσωπον τον Οχοζία με τα εξής λόγια : «Έτσι λέει ο Κύριος: Επειδή έστειλες μηνυτές να ρωτήσουν τον Βέελ-ζεβούλ, τον θεό τής Ακκαρών, σαν να μη υπήρχε Θεός στον Ισραήλ, για να ζητήσεις τον λόγο του, γι' αυτό δε θα κατέβεις από το κρεβάτι σου, στο οποίο ανέβηκες, αλλά οπωσδήποτε θα πεθάνεις»" (Β' Βασιλέων Α/1: 16).
      Μετά από αυτά έφτασε η ώρα να πάρει ο Κύριος τον Ηλία όχι με θάνατο, όπως αυτός είχε ζητήσει, αλλά ζωντανό τον μετέθεσε ο Θεός στον ουρανό. Καθώς ο Ηλίας βάδιζε μαζί με τον Ελισσαιέ (τον αντικαταστάτη του) και συνομιλούσαν, ένα πύρινο άρμα σήκωσε τον Ηλία με ανεμοστρόβιλο και τον έφερε στον ουρανό (Β΄ Βασιλέων Β/2: 11).
       Ζωντανός ανέβηκε στον ουρανό ο Ηλίας. Ζωντανό τον συναντάμε στο όρος της μεταμόρφωσης, να συζητά με τον Κύριο (Ματθαίος ΙΖ/17: 3).
     Τι θάνατο ζητούσε ο Ηλίας και τι θαυμαστό τρόπο βρήκε ο Θεός, για να τον παραλάβει! Ο Λόγος του Θεού μας πληροφορεί ότι μια μέρα όλοι όσοι πιστεύουν στο Χριστό και Τον έχουν δεχτεί μέσα στην καρδιά τους ως Σωτήρα, Λυτρωτή και Κύριο «θα αρπαχθούν στις νεφέλες σε απάντηση του Κυρίου στον αέρα και πλέον θα είμαστε για πάντα μαζί Του» (Α΄ Θεσσαλονικές Δ/4: 17).
     Μετά από όλα αυτά, που ο Λόγος του Θεού μας αναφέρει, είναι περιττό να αναφέρουμε ο,τιδήποτε άλλο για τη ζωή και το έργο του Ηλία. Ο τρόπος και μόνον της αναχώρησής του από τούτον τον κόσμο τα λέει όλα. Δύο μόνο άνθρωποι πήγαν ζωντανοί στον ουρανό. Ο Ηλίας και ο Ενώχ. Διαβάζουμε στο βιβλίο της "Γένεσης" (κεφ. Ε/5, εδάφ. 22,24) τα εξής: «και περιπάτησεν ο Ενώχ μετά του Θεού… και δεν ευρίσκετο πλέον, διότι μετέθεσεν αυτόν ο Θεός».
 
     Τελικά τι ήταν ο Ηλίας ο Θεσβίτης; Την απάντηση στο ερώτημα αυτό έρχεται να τη δώσει ο μαθητής και αδελφός του Κυρίου μας, ο Ιάκωβος στο (κεφ. Ε/5 και εδάφ. 17) της επιστολής του. «Ο Ηλίας ήταν άνθρωπος ομοιοπαθής με μας και προσευχήθηκε ένθερμα, για να μη βρέξει και δεν έβρεξε επάνω στη γη, για τρία χρόνια και έξι μήνες».
     Δεν ήταν κανένας μεγάλος γίγαντας, δεν προερχόταν από τους υιούς Ανάκ (Αριθμοί ΙΓ/13: 33), δεν ήταν κανένας υπεράνθρωπος, ήταν ένας άνθρωπος σαν τον καθένα από μας.
    Όταν ο βασιλιάς Αχαάβ τον είδε για πρώτη φορά μπροστά του, καθώς τον παρατήρησε, είδε ένα κοντό, δασύτριχο ανθρωπάκι (Β' Βασιλέων Α/1: 8), απόρησε και του είπε : «Συ είσαι ο διαταράττων τον Ισραήλ;» (Α' Βασιλέων ΙΗ/18: 7). Εσύ είσαι που έκλεισες τον ουρανό; Εσύ είσαι που ό,τι ζητάς στην προσευχή σου το κάνει ο Κυρίαρχος δημιουργός του σύμπαντος; Εσύ δεν είσαι μπροστά μου τίποτα.
    Για άλλη μια φορά ο άνθρωπος αποβλέπει στο φαινόμενο, αντίθετα με το Θεό που αποβλέπει στην καρδιά του ανθρώπου (Α' Σαμουήλ ΙΣ/16: 7). Και η απάντηση του Ηλία ήταν: «Δεν διαταράττω εγώ τον Ισραήλ, αλλά συ και ο οίκος του πατρός σου διότι σεις εγκαταλείψατε τις εντολές του Κυρίου και πήγατε κατόπιν των Βααλείμ».
    Ναι, ένας άνθρωπος σαν και μας ήταν ο Ηλίας, του πόνου, του μόχθου, της ανάγκης, δυνατός, δειλός, με πτώσεις, με φόβους, με αμφιβολίες, με όλα τα ανθρώπινα χαρακτηριστικά, ο οποίος όμως με την πίστη του έκλεισε τον ουρανό για 3,5 χρόνια. Ο Θεός περίμενε ένα νεύμα του, για να βρέξει.
    Ναι. Το είπε ο ίδιος ο Κύριος, η πίστη ακόμα κι αν μικρή, «ως κόκκος σινάπεως», μπορεί να κλείσει τον ουρανό, μπορεί να μετατοπίσει όρη (Ματθαίος ΙΖ/17: 20).
 
     Ας κλείσουμε τούτο το πολύτιμο κεφάλαιο του Λόγου του Θεού με ένα εδάφιο, που όλοι θα πρέπει να θυμόμαστε και ποτέ να μην το ξεχνάμε: «Όλα αυτά έγιναν παραδείγματα σ' εκείνους, και γράφτηκαν για τη νουθεσία μας, στους οποίους έφτασαν τα τέλη των αιώνων» (Α΄ Κορινθίους Ι/10: 11).---


*** Υ/φο. Σχετική μελέτη για τη ζωή και τη δράση του προφήτη Ηλία έχει δημοσιευθεί στο blog στις 22-06-2018.

Τετάρτη 1 Μαΐου 2013

ΠΑΣΧΑΛΙΝΟ ΜΗΝΥΜΑ

Ποιος είν’ Αυτός που στέκει επάνω,
Σ’ αυτό το λόφο το γυμνό,
τα χέρια του είναι καρφωμένα
πάνω σ’ ένα σκληρό σταυρό.

Το πρόσωπό Του ματωμένο,
μα και το σώμα Του γυμνό
και απ’ την πλευρά τη λογχισμένη
το αίμα τρέχει και νερό.

Είν’ η θυσία του Πατέρα,
Είναι ο άμωμος Αμνός,
Είν’ η αλήθεια της αγάπης,
Είναι ο Ιησούς Χριστός

Τέτοια αγάπη δεν μπορούσα
Ω! ποτέ να φανταστώ,
Να πεθάνει καρφωμένος
Και για μένα ο Χριστός.

                                                  ******
 
      Μέσα στις δύσκολες συνθήκες, που όλοι βιώνουμε, μέσα στο πλήθος των απελπισμένων φωνών, που μας περιβάλουν και του   φόβου των  επερχομένων δεινών (Λουκάς ΚΑ : 26),
ας μην καταρρεύσει μέσα μας η ελπίδα.

      Ας     ατενίσουμε    με    θάρρος,    στα   παθήματα και την ανάσταση   του   Κυρίου   μας και ας πλημμυρίσει  την καρδιά μας η «ζωντανή ελπίδα»,  (Α΄ Πέτρου  Α:3),  που ΜΟΝΟΝ ο
Αναστημένος & Δοξασμένος Χριστός μπορεί να βάλει μέσα μας, αντλώντας έτσι θάρρος, δύναμη και αισιοδοξία, για ένα καλύτερο αύριο. 

 
                                                                    Με αγάπη
                                                      Γιώργος Π. Κομνηνός

Ω ΠΙΣΤΕ, ΠΡΟΧΩΡΑ (ΣΕΙΡΑ ΠΟΙΗΜΑΤΩΝ).

Ω ΠΙΣΤΕ,  ΠΡΟΧΩΡΑ
Ω πιστέ προχώρα και μη σταματάς,
της ζωής ο δρόμος είναι Γολγοθάς.
Όσο κι αν σε θλίβει τώρα το κακό
σε προσμένει δόξα  κει στον ουρανό.

Ω, αγάλου οδοιπόρε,
στο ταξίδι σου αυτό,
έχεις σύντροφο τον πράο,
το γλυκύτατο Χριστό.

Όσο κι αν η νύχτα είναι σκοτεινή,
στην καρδιά σου μέσα δεν μπορεί να μπει.
Κι αν σαν οδοιπόρος τώρα κουραστείς,
κάποτε για πάντα θα αναπαυθείς.

Έχει ακόμη δρόμο για τον ουρανό,
δύσκολο, θλιμμένο και πολύ στενό.
Μα και του Πατέρα η άσωστη πηγή,
έχει να ζητήσεις χάρη πιο πολλή.

Έρχετ’ ο Σωτήρας απ’ τον ουρανό,
να σε παραλάβει έτοιμο, αγνό.
Έχε πάντα θάρρος τώρα στη ζωή,
όποιος θα νικήσει, πάντοτε θα ζει.

ΘΕΛΩ ΝΑ ΨΑΛΛΩ
Θέλω να ψάλλω Λυτρωτά
για την αγάπη τη βαθιά,
που έδειξες Εσύ για με
κι ήρθες στη γη να σταυρωθείς.
Για μένα τον αμαρτωλό
ανέβηκες εις το σταυρό,
πήρες στους ώμους Σου Εσύ,
την ιδική μου ενοχή.

Πόσο μ’ αγάπησες Χριστέ,
και πέθανες Εσύ για με !
Εσύ το άκακο Αρνί,
πήρες τη θέση του ληστή.
Για να σωθώ απ’ την οργή
κατάρα έγινες Εσύ,
επάνω στο σκληρό Σταυρό,
πεθαίνεις σαν αμαρτωλός

Θέλω να ψάλλω Λυτρωτά,
για την αγάπη τη βαθιά,
που έδειξες Εσύ για με,
Άμωμε του Θεού Αμνέ.
Ω! Δεν μπορώ να κρατηθώ,
αμέσως τρέχω στο Σταυρό,
με δάκρυα για να σου πω:
«Σωτήρα μου Σ’ ευχαριστώ».

ΜΕΣ ΤΟΝ ΤΡΑΧΥ ΜΟΥ ΤΟ ΔΡΟΜΟ
Μες στον τραχύ μου το δρόμο
να με καρατάς απ’ το χέρι,
χωρίς  Εσέ, Κύριέ μου,
είναι βαρύς ο σταυρός

Και τα βουνά χαμηλώνουν
των θλίψεών μου με  Σε,
σύννεφα σαν με κυκλώνουν,
ο ήλιος είσαι για με.

Με της ψυχής μου τα μάτια
όταν  Εσένα κοιτάζω,
καθόλου εγώ δε διστάζω
να προχωρήσω μπροστά.

Ώσπου να φθάσω στο τέρμα,
μπρος στην ουράνια την πύλη,
κράτα με από το χέρι,
Ω! Κύριέ μου, Εσύ.

Ω! πλήρωνέ με, με Πνεύμα,
για να μπορώ να νικάω
τους πειρασμούς που για μένα
είναι φορτίο βαρύ. 

KAΠΟΙΟΣ ΝΟΙΑΖΕΤΑΙ ΓΙΑ ΣΕΝΑ
Κάποιος νοιάζεται για σένα,
που χεις πόνο στην καρδιά
κάποιος θέλει να σου δώσει,
ευτυχία και χαρά.
Κάποιος που τον ξέχασες,
στις πιο όμορφες στιγμές,
κάποιος που σε περιμένει,
με αγκάλες ανοιχτές.

Ο Ιησούς Χριστός, ο Ιησούς Χριστός,
είναι Αυτός που νοιάζεται για σένα.
Ο Ιησούς Χριστός, ο Ιησούς Χριστός,
είναι Αυτός που πέθανε για σένα.
Ο Ιησούς, ο Ιησούς,
είναι Αυτός που νοιάζεται για σένα.
Ο Ιησούς, ο Ιησούς,
είναι Αυτός που πέθανε για σένα.

Κάποιος  νοιάζεται για σένα,
εκεί που εσύ δεν νοιάζεσαι,
κάποιος προσπαθεί  για σένα,
όσο δε φαντάζεσαι.
Κάποιος νοιάζεται για σένα,
που  ΄χεις  θλίψη στην ψυχή,
κάποιος που γιατρεύει αιώνια,
θα τον βρεις στην προσευχή.

ΟΤΑΝ ΝΙΩΘΩ ΚΟΥΡΑΣΜΕΝΟΣ
Όταν νιώθω κουρασμένος
κι έχω θλίψη στην ψυχή,
τρέχω στο Χριστό που με καρτερεί
είναι ώρα για προσευχή.

Όταν κούραση ή πόνος
βασανίζουν το κορμί
τρέχω στο Χριστό που με καρτερεί
είναι ώρα για προσευχή.

Όταν νιώθω να φωλιάζει
κάποιος φόβος μες την  ψυχή
τρέχω στο Χριστό που με καρτερεί
είναι ώρα για προσευχή.

Όταν βλέπω τα όνειρά μου
σαν συντρίμμια μες τη ζωή
τρέχω στο Χριστό που με καρτερεί
είναι ώρα για προσευχή.

Όταν μέσα στην καρδιά μου
κάποια ελπίδα φυλλορροεί
τρέχω στο Χριστό που με καρτερεί
είναι ώρα για προσευχή.

Ω, ΒΡΑΧΕ ΤΩΝ ΑΙΩΝΩΝ
Ω,  βράχε των αιώνων, σε Σένα θα κρυφθώ,
Συ μόνη μου ελπίδα, σε Σε θα στηριχθώ.

Ω, βράχε των αιώνων, εις Εσέ θα στηριχθώ,
έστω καν κύματα αν κτυπούν,
αρκεί να ευρεθώ κοντά Σου πάντα Ιησού μου,
δώσ’ μου ό,τι ποθώ, σε όλη τη ζωή αυτή
μέσα Σου θα κρυφθώ.

Βράχε, βοήθησέ με να Σε ακολουθώ,
στο ρεύμα της ζωής μου σε Σε θα στηριχθώ

Συ καταφύγιό μου, Συ φίλος μου πιστός,
σε όλες μου τις θλίψεις σε Σε θα στηριχθώ

ΑΤΕΝΙΣΕ ΕΚΕΙ
Ατένισε εκεί στο Σταυρό,
και δες το Σωτήρα , τον Ιησούς Χριστό.
Ανέβηκε πάνω στο σκληρό Σταυρό
για να σωθείς εσύ κι εγώ.

Δόξα σ’ Αυτόν, σ’ Αυτόν που μ’ αγάπησε.
Δόξα σ’ Αυτόν, σ’ Αυτόν που με λύτρωσε
Δόξα τιμή στον μόνο Σωτήρα, αμήν.

Ατένισε στο Γολγοθά
και δες ποιόν κρέμασαν στα σκληρά καρφιά.
Η αγάπη Τον έστειλε πάνω στο Σταυρό
για να σωθείς εσύ και εγώ.

Ω, ψάλτε και σεις στο Θεό
Ψάλτε, δοξάστε το Δημιουργό.
Η αγάπη Τον έστειλε πάνω στο Σταυρό
για να σωθείς εσύ κι εγώ.


ΑΝ ΕΣΥ ΔΕ Μ’ ΑΓΑΠΟΥΣΕΣ
Αν Εσύ δε μ’ αγαπούσες,
ποιον μπορούσα ν’ αγαπώ.
Κύριέ μου αν δεν ήσουν
που θα ήμουνα εγώ ;

Σ’ ευχαριστώ Ιησού Χριστέ,
Σ’ ευχαριστώ, Σ’ ευχαριστώ.
Σ’ ευχαριστώ Ιησού Χριστέ,
Σ’ ευχαριστώ, Σ’ ευχαριστώ

Αν Εσύ δε μου ‘χες δώσει
πόσο θα ‘μουνα φτωχός.
Κύριε αν δεν ερχόσουν
θα ΄μουν πάντα μοναχός.

Αν Εσένα δεν ακούσω
έχω θλίψη στην καρδιά.
Αν Σε Σένα δεν κοιτάξω
σβήνει όλη η χαρά.

Αν Εσύ δε μας γεμίζεις
πόσο θα ‘μαστε αδειανοί.
Αν Εσύ δε μας κρατήσεις
Κύριε μας ποια η ζωή ;

Η ΝΥΧΤΑ ΣΚΥΘΡΩΠΗ
Η νύχτα σκυθρωπή, μ’ ολίγους οπαδούς
προς τη Γεθσημανή πάει ο Ιησούς
και την ψυχή Αυτού ξίφος διαπερνά,
κόσμου την ενοχή φέρνει κι αγωνιά.

Σε τούτο το φρικτό αγώνα πριν να μπει,
παίρνει στα χέρια Του τον άρτο κι ευλογεί,
«Λάβετε, φάγετε, είναι το σώμα μου,
Τούτο να κάμετε χάρη στη μνήμη μου»

Δίνει στους μαθητές απ’ το ποτήρι Του,
«Είναι το αίμα μου, για σας που θα χυθεί,
της Διαθήκης μου της προς εσάς Καινής»
τούτο είναι Θεού σημείο της ζωής.


Σωτήρα Ιησού, ομοίως και εμείς,
από τον ουρανό μέχρι να ξαναρθείς,
τούτη την τελετή φυλάμε όλοι εμείς,
γνωρίζοντας καλά ότι αιώνια ζεις.

ΣΥ, ΠΟΥ ΝΟΙΩΘΕΙΣ ΚΟΥΡΑΣΜΕΝΟΣ
Συ που νοιώθεις κουρασμένος,
δυστυχής κι αμαρτωλός,
έλα τώρα να σε σώσει
με το αίμα Του ο Χριστός

Μόνο το αίμα, μόνο το αίμα,
το αίμα που έτρεξε
επάνω στο σταυρό,
έλα τώρα, έλα τώρα,
το αίμα πλένει
και τον πιο αμαρτωλό.

Τις πληγές μας τις γιατρεύει
ρίχνει βάλσαμο γλυκό
και γεμίζει τις καρδιές μας
με ουράνιο θησαυρό.

Πάρε του σταυρού το δρόμο,
ο Χριστός σε προσκαλεί,
να σε πλύνει, να σε πείσει
πως και συ έχεις σωθεί.

ΠΟΙΟΣ ΤΑ ΜΑΤΙΑ ΤΩΝ ΤΥΦΛΩΝ
Ποιος τα μάτια των τυφλών
Και τα ώτα των κουφών ανοίγει;
Ο Κύριος, ο Κύριος, ο Κύριος.
Ποιος γιατρεύει τους λεπρούς
Ποιος εγείρει τους νεκρούς, ποιος είναι ;
Ο Κύριος, ο Κύριος, ο Ιησούς Χριστός.

Ποιος τον άνεμο βαστάει
Στη ζωή ποιος σε κρατάει ; Πές μου.
Ο Κύριος, ο Κύριος, ο Κύριος,
Ο Κύριος, ο Κύριος, ο Ιησούς Χριστός.


Ποιος κατέβηκε στη γη
Κι άφησε τη δόξα Του για σένα ;
Ο Κύριος, ο Κύριος, ο Ιησούς Χριστός.

Ποιος κατέβηκε στη γη
Κι άφησε τη δόξα Του για σένα;
Ο Κύριος, ο Κύριος, ο Κύριος,
Ποιος εδέχθηκε εμπαιγμό
Ποιος υπέφερε σταυρό για μένα ;
Ο Κύριος, ο Κύριος, ο  Ιησούς Χριστός.

ΠΟΙΟΣ ΕΙΝ’ ΑΥΤΟΣ.
Ποιος είν’ Αυτός που στέκει επάνω,
Σ’ αυτό το λόφο το γυμνό,
Τα χέρια του είναι καρφωμένα
Πάνω σ’ ένα σκληρό σταυρό.

Το πρόσωπό Του ματωμένο,
Να και το σώμα Του γυμνό
Και απ’ την πλευρά τη λογχισμένη
Το αίμα τρέχει και νερό.

Είν’ η θυσία του Πατέρα,
Είναι ο άμωμος Αμνός,
Είν’ η αλήθεια της αγάπης,
Είναι ο Ιησούς Χριστός

Ποιος είναι Αυτός που είν’ στον τάφο,
Κι έξω στρατιώτες Τον φρουρούν,
Κι οι μυροφόρες οι γυναίκες,
Πριν να χαράξει ξεκινούν.

Βρίσκουν τον τάφο ανοιγμένο,
Κι ο Ιησούς δεν είναι εκεί,
Τα ρούχα Του είναι διπλωμένα,
Κι άγγελοι στέκονται εκεί.

Μα τι ζητάτε για να βρείτε,
Τον ζώντα μέσα στους νεκρούς,
Δεν είν’ εδώ αλλ’ ανεστήθη
Τώρα θα ζει στους ουρανούς.




ΤΗ ΦΥΣΗ ΣΟΥ ΚΟΙΤΑΖΩ
Τη φύση Σου κοιτάζω, απορώ θαυμάζω
Τη σοφία Σου την τρανή.
Είσαι Θεός μεγάλος, δεν υπάρχει άλλος
Έτσι να μεγαλουργεί.
Τα έργα Σου τα θαυμαστά μου μιλούν γι’ αυτή
Τη χάρη που αγαθοποεί, με δύναμη.
Οι αυγές χαράζουν, τα’ άστρα ανταυγάζουν
Κι όλα ψάλλουν με μια φωνή.
Δόξα αλληλούια, δόξα αλληλούια,
Αλληλούια, αμήν.

Στον Γολγοθά κοιτάζω, απορώ θαυμάζω
Τη σοφία Σου την τρανή.
Πως η δικαιοσύνη κι η γλυκιά ειρήνη
Συναντήθηκαν εκεί.
Το έργο Σου το θαυμαστό μου μιλά
Γι’ αυτήν τη χάρη που αγαθοποιεί, δίνει ζωή.
Στο Χριστό στραμμένοι, με αίμα λυτρωμένοι
Όλοι ψάλλουν με μια φωνή.
Δόξα αλληλούια, δόξα αλληλούια
Αλληλούια, αμήν.

ΑΠΟ Τ’ ΟΥΡΑΝΟΥ ΤΗ ΔΟΞΑ
Από τ’ ουρανού τη δόξα ήρθε του Θεού ο γιος
Από πλούσιος έγινε φτωχός.
Απ’ το θρόνο τους Πατέρα ήρθε κάτω εδώ στη γη
Ο Χριστός για όλους μας να σταυρωθεί.

Αγάπη που λυτρώνει, βεβαιώνει,
Και φέρνει ελπίδα μέσα στην καρδιά.
Αιώνια εκεί θα ψάλλουμε για Σένα
Που μας εχάρισες το Λυτρωτή.

Την αγκάλη του Πατέρα άφησε στον ουρανό
Κι ήρθε να ‘βρει τον αμαρτωλό.
Πλήρωσε την ενοχή μου, μ’ αίμα Του πολύτιμο,
Και μια μέρα θα Τον δω στον ουρανό.





ΤΟ ΔΙΚΟ ΜΟΥ ΣΤΑΥΡΟ
Το δικό μου σταυρό κουβαλούσες
Τα δικά μου καρφιά Συ φορούσες
Έγινες για μένα αμαρτία
Στα μάτια του Πατέρα μια θυσία
Λόγια της αγάπης μου δε βρίσκω
Την καρδιά μου να σ’ ανοίξω
Πόνεσες πολύ Χριστέ μου
Πέθανες για μένα Κύριέ μου

Όταν είδα το αίμα Σου να τρέχει
Και το βλέμμα Σου εμένα να προσέχει
Απόφαση πήρα στη ζωή μου
Να ζω για Σένα Λυτρωτή μου

Σαν ληστή σε κάρφωσαν στο ξύλο
Και σ’ ενέπαιζαν όλοι τριγύρω
Νερό ζήτησες Χριστέ μου
Χολή σου έδωσαν Θεέ μου.

ΨΑΛΛΩ ΥΜΝΟ ΣΤΗΝ ΑΓΑΠΗ
Ψάλλω ύμνο στην αγάπη
Του ενδόξου Λυτρωτή
Που απέθανε για μένα
Επί του σκληρού σταυρού.

Θα δοξάζω το Σωτήρα
Το Χριστό, το Λυτρωτή,
Που επλήρωσε το χρέος
Και μου χάρισε ζωή.

Συνεχώς θα διηγούμαι
πως με έσωσ’ ο Χριστός,
Πως επλήρωσε τα λύτρα
Ο Σωτήρας ο καλός.

Θα υμνώ το Λυτρωτή μου
Αυτός είναι βοηθός,
Παίρνει κάθε αμαρτία
Και τα έργα της σαρκός.

Θα δοξάζω το Σωτήρα
Που με έκανε υιό,
Του Ουράνιου Πατέρα
Για να ζω στον ουρανό.

ΤΟ ΚΑΜΑΡΙ ΜΑΣ ΕΙΝ’ Ο  ΣΤΑΥΡΟΣ
Σ’ ένα λόφο ψηλά, στέκει κάποιος Σταυρός,
Μένει αιώνες στημένος εκεί.
Πόσα μάτια θωρούν, πόσα στήθη σκιρτούν
Και τη θέα του ύμνοι αντηχούν

Το καμάρι μας είν’ ο Σταυρός
Όπου ανέβη ο Σωτήρας Χριστός.
Κάποια μέρα το ξύλο αυτό
Θα μας γίνει στεφάνι ανθηρό.

Απ’ αυτόν το Σταυρό μια μεγάλη κραυγή
Αντιλάλησε σ’ όλη την γη.
Πληγωμένου κραυγή κι όμως νίκης ωδή
Που αναγγέλλει αιώνια ζωή.

Το μεγάλος Σταυρός, ο καθένας στη γη
Ν’ ατενίσει σ’ αυτόν, ναι μπορεί.
Και να βρει το Χριστό, να του λέει σ’ αγαπώ
Και για σένα εδώ καρτερώ.

Σ΄ ένα λόφο ψηλά, περιμένει ο Σταυρός
Και θα μένει ακόμη στητός.
Να σε σώσει ευθύς, τρέξε τώρα εκεί
Και να ψάλλεις μαζί μας κι εσύ.

Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΜΟΥ ΣΤΟ ΣΤΑΥΡΟ
Ο Χριστός μου στο σταυρό
Το ποτήρι το πικρό,
Γεύθηκε για μένα το θνητό.
Για να ζω στον ουρανό

Κύριέ μου η αγάπη Σου
Μου ‘δωσε τη λευτεριά,
Κύριέ μου στην αγκάλη Σου
Βρίσκω ελπίδα και χαρά.

Μόνος δρόμος είναι Αυτός
Η αλήθεια και το φως
Φίλος μου, ποιμένας, οδηγός,
Ο Σωτήρας μου Χριστός.

Άκου τώρα τη φωνή
Του Θεού που σε καλεί
Να δεχθείς τον Ιησού Χριστό
Το μονάκριβό Του Γιό.

ΑΠ’ ΤΟ ΑΙΜΑ ΤΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ ΣΟΥ
Απ’ το αίμα του σταυρού Σου
Ω Χριστέ μου, ξεκινούν
Κύματα θείας αγάπης
Που το σύμπαν συγκλονούν.

Ω, πλυμένος με το αίμα
Πλησιάζω το Θεό
Και την άπειρή Του αγάπη
Ταπεινά ευχαριστώ.

Τέτοια αγάπη δεν μπορούσα
Ω, ποτέ να φανταστώ,
Να πεθάνει καρφωμένος
Και για μένα ο Χριστός.

Ναι, καρφώθηκε στο ξύλο
Για να λυτρωθώ εγώ
Κι από του σταυρού το δρόμο
Ν’ ανεβώ στον ουρανό.

Ω, Θεέ μου, Σε δοξάζω
Που μου έδωσες Συ φως,
Να γνωρίσω το μυστήριο
Της θυσίας στο σταυρό.

Ο ΓΛΥΚΥΣ ΚΑΙ ΛΑΜΠΡΟΣ
Ο γλυκύς και λαμπρός Λυτρωτής μας,
Όστις ήλθε για με στη γη,
Και σκληρά στο σταυρό θυσιάσθη
Να μου δώσει αιώνια ζωή

Σταυρώθηκε ο Χριστός για με,
Σταυρώθηκε ο Χριστός για σε,
Στο σταυρό πέθανε, υπέφερε,
Σταυρώθηκε Αυτός για με.

Δεν υπάρχει αλλού σωτηρία,
Ειμή μόνο στο αίμα Αυτού,
Θα πλυθείς απ’ τις αμαρτίες
Αν πιστεύεις στο Λόγο Του.

Ακολούθησε συ το Σωτήρα,
Να σωθείς, ο καιρός εγγύς,
Τόσα χρόνια ο Σωτήρας σε κράζει,
Τρέξε, πριν η πόρτα κλεισθεί.

ΕΚΕΙ ΨΗΛΑ ΣΤΟ ΓΟΛΓΟΘΑ
Εκεί ψηλά στο Γολγοθά
Για μας υπέφερε φρικτά
Και έχυσε το αίμα Του
Για να μας σώσει απ’ τα δεσμά.
Οδύνη και χλευασμούς
Υπέφερε τόσο φρικτούς
Για να μας δώσει τη χαρά
Ω,  αλληλούια!

Ω! Κύριε Σ΄ ευχαριστώ
Που μ’ έσωσες απ’ το χαμό
Και άνοιξες τον ουρανό 
Για με αιώνιο θαυμαστό.
Αιώνια Σ΄ ευγνωμονώ
Που με ελύτρωσες Χριστέ
Ω άμωμε Θεού Υιέ,
Ω, αλληλούια!

ΗΜΟΥΝ ΑΜΑΡΤΩΛΟΣ, ΧΑΜΕΝΟΣ
Ήμουν αμαρτωλός, χαμένος στη ζωή
Και έψαχνα να βρω λίγη χαρά,
Μια μέρα ξαφνικά, με βρήκε ο Χριστός
Και άλλαξ’ η ζωή μου εντελώς.

Κύριε οδήγησε, την καρδιά μου γέμισε
Με αγάπη περίσσια, αγνή,
Δος μου χάρη στον αγρό, για ψυχές να εργαστώ
Και κοντά σου μια μέρα να ‘ρθω.

Ποθούσα στη ζωή να βρω λίγη χαρά
Και ένα φίλο που να μ’ αγαπά.
Ευρήκα το Χριστό, φίλο πραγματικό
Και ένα σύντροφο παντοτινό.

Τώρα ο Ιησούς με οδηγεί πιστά
Και το τιμόνι της ζωής κρατεί.
Νιώθω να μου μιλά, το χέρι μου βαστά,
Σε δροσερές πηγές με οδηγεί.

Αυτός είν’ ο Χριστός, Σωτήρας μου πιστός
Και σένα, φίλε μου, σε αγαπά.
Αν έρθει στη ζωή θα βρεις παρηγοριά,
Θα σου γεμίσει την καρδιά χαρά.

ΧΡΙΣΤΕ ΜΟΥ ΣΑΝ ΣΥΛΛΟΓΙΣΤΩ
Χριστέ μου σαν συλλογιστώ,
Το έργο Σου το θαυμαστό,
Μ’ αγάπη σκύβω να σου πω, Σ΄ ευχαριστώ.
Χριστέ για μένα στο σταυρό,
Αγώνα πάλεψες σκληρό,
Με λύτρωσες απ’ τον εχθρό,  Σ΄ ευχαριστώ.

Για τη ζωή Σ’ ευχαριστώ,
Για τη χαρά Σ’ ευχαριστώ,
Για την αγάπη Σου Χριστέ, σ’ ευχαριστώ.
Για τη γλυκιά Σου συντροφιά,
Για την πλατιά Σου αγκαλιά,
Για τη μεγάλη Σου καρδιά,  Σ’ ευχαριστώ.

Κοντά μου ήρθες με στοργή,
Μου γιάτρεψες κάθε πληγή,
Μου ‘δωσες φως απ’ την πηγή,  Σ’ ευχαριστώ.
Χριστέ δικός Σου τώρα εγώ,
Παντοτινά θα Σ’ ευλογώ,
Αιώνια θα Σ’ ευγνωμονώ, Σ’  ευχαριστώ.

ΟΠΩΣ ΤΟ ΕΛΑΦΙ
Όπως το ελάφι πάντα μέσα στα βουνά ποθεί
Τρέχοντα νερά για να βρει, λίγο να ξεδιψασθεί,
Έτσι κι η καρδιά μου πάντα κλαίει και ζητεί να δει
Τον Κύριο, τον Άγιο, έστω και για μια στιγμή.

Όταν ο εχθρός με λύσσα σκύβει μες στ’ αυτί κρυφά
Και με πονηριά μου λέει : «Πού ναι ο Θεός σου πιά;»
Στρέφω το δειλό μου βλέμμα προς τον ουρανό ψηλά,
Στον Κύριο, τον Άγιο για να βρω παρηγοριά.

Τότε κι η καρδιά μου λέγει : «Ξέχασες πόσες φορές
Σ’ έσωσε από φουρτούνες κι από μαύρες συμφορές;»
Έλπιζε εις το Θεό σου με αγκάλες ανοιχτές,
Ο Κύριος σε προσκαλεί σε αθάνατες χαρές.

ΟΤΑΝ ΤΗΣ ΖΩΗΣ Ο ΔΡΟΜΟΣ
Όταν της ζωής ο δρόμος φαίνεται αδιάβατος,
Μη δειλιάς, δεν είσαι μόνος, σύντροφος είν’ ο Χριστός

Σύντροφος πιστός για σε εί’ ο Χριστός,
Στης ζωής το δρόμο, στη χαρά, στον πόνο,
Δώσε Του το χέρι κι Εκείνος θα σε φέρει
Εις το θαυμαστό Του φως.

Όταν γύρω σκοτεινιάζει ο δικό σου ουρανός
Θάρρος και μη σε τρομάζει, σύντροφος είν’ ο Χριστός

Όταν εις την όχθη φθάσεις, οδηγό θα ‘χεις Αυτόν
Και αντίκρυ θα περάσεις και θα ζεις με το Χριστό.

ΣΩΤΗΡΑ ΜΟΥ ΕΣΥ ΠΟΥ Μ’ ΑΓΑΠΑΣ
Σωτήρα μου Εσύ που μ’ αγαπάς
Κι από το χέρι πάντα με κρατάς,
Μες στα πυκνά σκοτάδια σαν διαβώ
Το ξέρω έχω Εσένα οδηγό.

Εσύ μου δίνεις δύναμη, μου δίνεις ζωή
Και τώρα έχω αγάπη και χαρά αληθινή,
Ειρήνη Εσύ μου χάρισες βαθιά στην ψυχή
Και έδωσες το Πνεύμα Σου να μ’ οδηγεί.

Σωτήρα μου Εσύ που μ’ οδηγείς,
Και το τιμόνι της ζωής κρατείς,
Σε δυσκολίες κι αν θα πορευθώ,
Εσένα πάντα θα ακολουθώ.

Σωτήρα μου Εσύ που μ’ αγαπάς,
Στον ουρανό μια μέρα θα με πας,
Να ζήσουμε αιώνια μαζί,
Να χαίρομαι την ένδοξη ζωή.

ΠΟΣΟ ΚΟΝΤΑ ΜΟΥ ΕΙΝ’ Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΜΟΥ
Πόσο κοντά μου είν’ ο Χριστός μου
Όσο δεν είναι άλλος κανείς,
Όταν στο δρόμο βρίσκομαι μόνος
Βαδίζει πλάι φίλος γλυκύς.

Όταν δεν έχω που ν’ ακουμπήσω,
Όταν δεν έχω που να στραφώ,
Αυτός μου είναι το στήριγμά μου,
Είναι το χέρι το πατρικό.

Όταν με ζώνουν μέσα στον κόσμο
Οι δυσκολίες κι οι πειρασμού,
Ρίχνω ένα βλέμμα στο Σταυρωμένο
Κι έρχεται νίκη αυτοστιγμεί

Και όταν θέλω να Του ζητήσω
Κάποια βοήθεια μες στη ζωή,
Δεν είν’ ανάγκη αλλού να τρέξω
Είναι κοντά μου στην προσευχή.

ΠΟΣΟ ΜΕΓΑΣ ΕΙΣΑΙ  ΦΙΛΟΣ
Πόσο μέγας είσαι φίλος,
Λατρευτέ μας Ιησού!
Πόση χάρη και αγάπη δίνεις εις το βίο μου!
Πόση της ψυχής γαλήνη
Μας προσφέρεις διαρκώς
Και με Πνεύμα μας πληρώνεις
Για να φέρουμε καρπό.

Μας αφήνουνε οι φίλοι,
Καταφεύγουμε σε Σε,
Όταν θλίψεις περισσές.
Όταν λύπες απειλούνε
Καταφεύγουμε σε Σε
Και χαρές όταν θα  ‘ρθούνε
Πάλι σπεύδουμε προς Σε.

Όταν βάρη εις Εσένα
Φέρνουμε στην προσευχή
Τότε εις το πρόσωπό Σου
Χάρις ακτινοβολεί.
Όλες μας τις αμαρτίες
Εξαλείφεις, Συ Χριστέ,
Όλες μας τις ανομίες
Εμείς φέρνουμε σε Σε.

ΑΝ ΔΕΝ ΗΤΑΝ Ο ΧΡΙΣΤΟΣ
Αν δεν ήταν ο Χριστός όταν πλανιόμουνα,
αν δεν ήταν ο Χριστός που θα βρισκόμουνα;
αν δεν ήταν ο Χριστός, δίχως στοργή
σαν καλάμι στο βοριά θα είχα τσακιστεί.

Ό,τι κι αν έχω σ’ Αυτόν το χρεωστώ
κι όσο αντέχω γι’ Αυτόν θα μιλώ.
Στον Κύριό μου να μοιάσω λαχταρώ
και στα ουράνια να μην ντροπιαστώ.

Αν δεν έψαχν’ ο Χριστός με πόνο να με βρει,
στα σοκάκια της ζωής που ’χα  παγιδευτεί
Αν δεν έψαχν’ ο Χριστός χωρίς το φως
στις χαράδρες της ζωής θα είχα γκρεμιστεί.

Αν δεν είχα το Χριστό σαν με πληγώσανε
κι απ’ τις πόρτες τους σκληρά όταν με διώξανε.
Αν δεν είχα το Χριστό να με δεχθεί
σαν δεντράκι στο χιονιά θα είχα μαραθεί.

ΣΤΟ ΣΚΟΤΑΔΙ ΔΙΧΩΣ ΦΩΣ
Στο σκοτάδι δίχως φως περπατούσα μοναχός,
κοίταζα εδώ κι εκεί θλίψη, πόνος, φυλακή.
Ρωτούσα πάντα την αλήθεια για να βρω,
ζωή ζητούσα, το δρόμο τον αληθινό,
Ιησού, Ιησού, είσαι Συ.

Εγώ είμ’ η οδός, η αλήθεια και το φως.
Εγώ είμ’ η αρχή και το τέλος κι η ζωή.
Τα πάντα είμαι εγώ, ο Κύριος
χαρά σου δίνω, ειρήνη και ζωή ατέλειωτη,
σ’ αγαπώ, σ’ αγαπώ.

Γιος μου είσαι και σ’ αγαπώ, κοίταξε στον ουρανό
Παλάτι έχω Εγώ για σε, μη δειλιάσεις στη γη ποτέ
Θα έχεις θλίψη, να σκέφτεσαι Εμέ
Σταυρό θα έχεις, μα φώναζε σε Με να σε βοηθώ,
Σ’ αγαπώ, σ’ αγαπώ.

Όταν είσαι κοντά μου   Εσύ, ο πόνος γίνεται γιορτή
Κι όταν νιώθω να με κοιτάς, φεύγουν όλα μονομιάς.
Αντλώ αγάπη απ’ το βλέμμα Σου Χριστέ,
Κουράγιο παίρνω να μη σταματώ ποτέ το δρόμο Σου
Ν’ ακολουθώ, Σ’ αγαπώ.

ΓΙΑΤΙ ΝΑ ΤΟ ΚΡΥΨΩ
Γιατί να το κρύψω, γιατί να ντραπώ,
βαθιά στην καρδιά μου Αυτόν αγαπώ.
Αυτόν και λατρεύω, ποιος άλλος στη γη
για μένα μπορούσε Σταυρό να δεχθεί;

Στο Χριστό, ναι γι’ Αυτόν
η καρδιά μου χτυπά.
Στο Χριστό, ναι γι’ Αυτόν
η ζωή μου μιλά.
Αυτόν και λατρεύω, ποιος άλλος στη γη
για μένα μπορούσε Σταυρό να δεχθεί;

Γιατί να το κρύψω, δεν κρύβεται αυτό
πως έχει η ζωή μου αλλάξει εντελώς.
Το βλέπουνε όλοι, το βλέπω κι εγώ
Ο πόνος εχάθη και ζει ο Χριστός.

Γιατί να το κρύψω, παντού ν’ ακουστεί
και όλοι να μάθουν πως έχω σωθεί.
Η μαύρη ζωή μου εγέμισε φως
χαρά και ειρήνη μου δίνει ο Χριστός.

ΕΥΦΡΑΝΘΕΙΤΕ ΛΑΟΙ ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ
Ευφράνθειτε λαοί, Χριστός ανέστη,
ας Τον υμνήσουμε όλοι μαζί.

Από την γη των νεκρών,
αναστήθηκ’ ο Ιησούς Χριστός
και υψώθηκ’ υπεράνω των εχθρών,
πάντοτε θα ζει μεθ’ όλων των πιστών,
πάντοτε, πάντοτε, αλληλούια, πάντοτε.

Μάταια φύλαγαν Χριστού τον τάφο,
μάταιο φύλαγαν σώμα Αυτού.
Ένδοξα έσπασε δεσμά του Άδη
και αναστήθηκε, ω, τι χαρά!

Όλοι ας ψάλλουμε, «Χριστός ανέστη»
παντού ας κηρύξουμε, «ο Κύριος ζει».

ΕΥΣΕΒΕΙΣ ΓΥΝΑΙΚΕΣ
Ευσεβείς γυναίκες ήλθαν κλαίγοντας
στου Χριστού το μνήμα, μύρα φέροντας,
δια το θανόντα Ιησού Χριστό,
αλλά να, τον τάφο βλέπουν αδειανό.

«Ο Χριστός ανέστη», ψάλλουν ουρανοί,
«αληθώς ανέστη», αντηχεί η γη

Άγγελος κατέβη, γίνονται σεισμοί,
φύλακες Ρωμαίοι, πέφτουν σαν νεκροί.
θάρρος μυροφόρες μη φοβείστε σεις,
ο Χριστός ανέστη, είναι νικητής.

Προς τους μαθητές Του σπεύδουν με χαρά,
να τους αναγγείλουν νέα τα καλά,
ο  «Χριστός ανέστη», αλλά στην οδό,
ενώ εβαδίζαν είδαν το Χριστό.

«Ο Χριστός ανέστη», ναι, ας κηρσυχθεί
Των ανεστημένων είναι απαρχή.
Ασφαλής η βάση της ελπίδας μας,
Ζει ο Λυτρωτής μας, ο Σωτήρας μας.

ΝΑ ΨΑΧΝΕΙΣ ΠΑΨΕ
Να ψάχνεις πάψε,
είν’ ο τάφος κενός,
να κλαις σταμάτα,
είν, Αυτός ζωντανός,
χαράς αχτίδα,
ζωής σφραγίδα,
άνοιξ’ ο τάφος και βγήκε ο Χριστός.

Να ψάχνεις πάψε,
είν’ ο κόκκος νεκρός.
να κλαις σταμάτα
είν’ ο στάχης μεστός,
χρυσό κλωνάρι,
περίσσιο στάρι,
άνοιξ’ ο τάφος και βγήκε ο καρπός.

Να ψάχνεις πάψε,
σε ψάχνει Αυτός.
Κοντά σου στέκει
σωτήρας πιστός,
δώσ’ Του το χέρι
και θα σου φέρει
αναστημένη ζωή και καρπό.

Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΣΕ Σ’ ΑΥΤΟΝ
Ο θάνατος δεν μπόρεσε σ’ Αυτόν,
ω, αλληλούια δόξα στον Αμνό,
ενίκησε το φοβερό εχθρό,
ω, αλληλούια δόξα στον Αμνό.

Ναι, ανέστη ο Χριστός
απ’ τον τάφο δυνατός,
εθριάμβευσε πιστέ
για να σώσει τις ψυχές,
αλληλούια δόξα δόξα στον Αμνό.

Ο Ιησούς απέθανε για μας,
ω, αλληλούικα δόξα στον Αμνό,
ζωή μας έδωσε και τη χαρά,
ω, αλληλούια δόξα στον Αμνό.

Καθώς Εκείνος έτσι κι εμείς,
ω, αλληλούια δόξα στον Αμνό,
θα λάβουμε αιώνια τιμή,
ω, αλληλούια δόξα στον Αμνό.