Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Δευτέρα 29 Αυγούστου 2011

Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΗΣ ΛΑΟΔΙΚΕΙΑΣ

ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΧΑΛΑΡΟΤΗΤΑ.

"βιβλίο ΑΠΟΚΑΛΥΨΗΣ ΙΩΑΝΝΟΥ", κεφ.  Γ/3,   εδ. 14 – 22.

14 ΚΑΙ προς τον άγγελο της εκκλησίας των Λαοδικέων, γράψε: Αυτά λέει ο Αμήν, ο πιστός και αληθινός μάρτυρας, η αρχή τής κτίσης τού Θεού.
15 Ξέρω τα έργα σου, ότι ούτε ψυχρός είσαι ούτε ζεστός είθε να ήσουν ψυχρός ή ζεστός
16 έτσι, επειδή είσαι χλιαρός, και ούτε ψυχρός ούτε ζεστός, πρόκειται να σε ξεράσω από το στόμα μου.
17 Επειδή, λες ότι: Είμαι πλούσιος, και πλούτησα, και δεν έχω ανάγκη από τίποτε, και δεν ξέρεις ότι εσύ είσαι ο ταλαίπωρος, και ο ελεεινός, και ο φτωχός, και ο τυφλός και ο γυμνός
18 σε συμβουλεύω να αγοράσεις από μένα χρυσάφι δοκιμασμένο από τη φωτιά, για να πλουτήσεις και ιμάτια λευκά για να ντυθείς, και να μη φανερωθεί η ντροπή τής γύμνιας σου και να χρίσεις τα μάτια σου με κολλύριο, για να βλέπεις.
19 Εγώ, όσους αγαπάω, τους ελέγχω και τους περνάω από παιδεία γίνε, λοιπόν, ζηλωτής και μετανόησε.
20 Πρόσεξε, στέκομαι στη θύρα και κρούω αν κάποιος ακούσει τη φωνή μου, και ανοίξει τη θύρα, θα μπω μέσα σ' αυτόν, και θα δειπνήσω μαζί του κι αυτός μαζί μου.
21 Όποιος νικάει, θα του δώσω να καθίσει μαζί μου στον θρόνο μου, όπως κι εγώ νίκησα, και κάθισα μαζί με τον Πατέρα μου στον θρόνο του.
22 Όποιος έχει αυτί, ας ακούσει τι λέει το Πνεύμα προς τις εκκλησίες.

        ΣΧΟΛΙΑ :
      ΛΑΟΔΙΚΕΙΑ : Το όνομα δόθηκε από τον Αντίοχο τον Β΄ (286 - 246 π.Χ), ο οποίος ήταν Βασιλιάς των Σελευκιδών κατά την περίοδο 261 – 246 π.Χ. για χάρη της γυναίκας του Λαοδίκης. Η πόλη υπήρξε μεγάλος συγκοινωνιακός κόμβος, γεγονός που την είχε καταστήσει σε ένα από τα μεγαλύτερα εμπορικά κέντρα της Μικράς Ασίας. Το κυριότερο εμπόρευμά της ήταν το μαλλί που ήταν φημισμένο σε όλο τον κόσμο για την μαλακότητά του και τη στιλπνότητά του. Πολλοί ιστορικοί, όπως ο Κικέρων, ο Πλίνιος και άλλοι, αναφέρουν στα συγγράμματά τους, τον πλούτο που συνάντησαν στην πόλη καθώς και το υψηλό επίπεδο ζωής που υπήρχε σ’ αυτήν. Αναφέρεται για την πόλη αυτή ότι παρά τις ζημιές που υπέστη από ένα μεγάλο σεισμό δε δέχθηκε να λάβει καμία βοήθεια από τη Ρώμη, αλλά ανοικοδομήθηκε μόνη της. Επίσης η πόλη ήταν ιδιαίτερα φημισμένη και για την Ιατρική σχολή που διέθετε και η οποία παρασκεύαζε και ένα κολλύριο κατάλληλο για τις παθήσεις των ματιών.
     Πλούτος, άνεση, επίπεδο ζωής, μόρφωση, έργα μεγάλα και πολλά άλλα θα μπορούσε να συναντήσει κάποιος σε τούτη την ξακουστή πόλη. Στην πόλη αυτή υπήρχε εκκλησία του Θεού με πολύ μεγάλο αριθμό μελών. Υπήρχαν μεγάλα και λαμπερά κτίρια, μνημεία αρχιτεκτονικής και άλλα αξιοθαύμαστα. Ήταν μια εκκλησία πλούσια, με αυτοπεποίθηση, με δύναμη, με ωραία κηρύγματα, με μεγάλες κοινωνικές εκδηλώσεις, μια εκκλησία που προβαλλόταν ως υπόδειγμα και είχε μεγάλη ιδέα για την πορεία της και την εν γένει εκκλησιαστική της ζωή.
     Ο Κύριος, καθώς την επισκέπτεται, επικεντρώνει το βλέμμα του επάνω της, την παρατηρεί με κείνο το διορατικό του μάτι που ερευνά τα βάθη των καρδιών, που εξετάζει «νεφρούς και καρδίας» (Ιερεμίας ΙΑ/11: 20) και δε βρίσκει ούτε έναν έπαινο να πει γι’ αυτή την εκκλησία, δεν βρίσκει ούτε ένα εγκώμιο, δεν βρίσκει κάτι σ' αυτήν για να την επαινέσει, Όλοι γύρω της την επαινούσαν, ο Κύριος όμως δε βρίσκει κάτι καλό να πει γι’ αυτή. Η ίδια η εκκλησία είχε τα καλύτερα λόγια να πει για τον εαυτόν της: «πλούσιος είμαι και επλούτησα και δεν έχω χρεία ουδενός». Αυτό ήταν το καύχημά τους, αυτό ήταν το στήριγμά τους, όμως αυτό ήταν και το μεγάλο παράπονο του Κυρίου. Το να επισκέπτεται ο Κύριος μια εκκλησία με τόσο πολλά εξωτερικά χαρίσματα και να μην βρίσκει ένα έπαινο να πει αυτό είναι τραγωδία!  
      Αυτός ο πλούτος, ο ψεύτικος ο υλικός, μέσα στον οποίο ζούσε η Εκκλησία της Λαοδίκειας, ήταν και η αιτία της πνευματικής της πτώσης, ήταν η αιτία της απομάκρυνσής της από το Θεό. Την βοήθησε να αναπτύξει ένα "πνεύμα υπερήφανο", την έκανε να στηριχτεί στις δικές της δυνάμεις και την τράβηξε σιγά – σιγά (όχι από την μια μέρα στην άλλη), μακριά από την πηγή της ζωής, μακριά από το Χριστό. Ενώ γνώριζαν το Λόγο του Θεού, όμως τα υλικά συμφέροντα, που είναι άρρηκτα συνδεδεμένα με τον πλούτο, ανέβηκαν όπως τα αγκάθια στην παραβολή του «σπορέα» (Ματθαίος ΙΓ/13: 1-9) και έπνιξαν μέσα στην καρδιά της, κάθε ίχνος πνευματικής ζωής. Ένα πνεύμα αυταρέσκειας, αυτοπεποίθησης, την τράβηξε σιγά - σιγά μακριά από το Χριστό. Και είναι φυσικό αυτό, γιατί η βάση της Χριστιανικής ζωής είναι η ταπεινοφροσύνη, η συνεχής εξάρτηση από τον Κύριο.
      Η πόλη ήταν πλούσια και ξακουστή. Η εκκλησία ήταν μπερδεμένη με τον πλούτο. Η διαχείριση του πλούτου δημιουργεί τα λεγόμενα "μεγάλα συμφέροντα" και έτσι ήρθε το περιβάλλον και την αφομοίωσε, έγινε το ίδιο με τον άπιστο κόσμο. Αντί να επιδείξει "πνεύμα δυνάμεως" (Β΄ Τιμόθεον Α/1: 7) και να αλλάξει τον κόσμο, συμβιβάστηκε μαζί του, γιατί είχε μεγάλα συμφέροντα.
      Εντύπωση μου κάνει μια φράση του Κυρίου. «…και δεν γνωρίζεις…». Όχι δε γνώριζε, νόμιζε ότι γνώριζε, αλλά δε γνώριζε. Είχε χάσει την επαφή με το Χριστό και δε γνώριζε πλέον, από πού έπρεπε να "αγοράσει", που έπρεπε να στηριχθεί. Τα μέλη της εκκλησία δε γνώριζαν την αλήθεια. Μίλαγαν για το Χριστό αλλά δεν τον είχαν γνωρίσει προσωπικά. Έλεγαν για το Χριστό, αλλά ποτέ δεν πίστευαν ότι μια μέρα θα τους επισκεπτόταν για να εξετάσει τα έργα τους. Η εκκλησία της Λαοδίκειας αυτοαποκαλείτο «εκκλησία του Χριστού», όμως δε στηριζόταν στο Χριστό, μίλαγε για το Χριστό, αλλά το στήριγμά της ήταν ο πλούτος της, ήταν η υπερήφανη καρδιά της, οι μετοχές της, τα κέρδη της που αυξάνονταν καθημερινά. Μίλαγε για το Χριστό, γιατί; Ο Ψαλμωδός μας λέει κάτι χαρακτηριστικό. «Για το μέγεθος της δυνάμεώς Σου Κύριε, υποκρίνονται υποταγή οι εχθροί σου». (Ψαλμός ΞΣ/66: 3).
      Η εκκλησία της Λαοδίκειας ήταν μια κοσμική εκκλησία. Τα μέλη είχαν μια χαλαρή σχέση με το Θεό, ενώ είχαν μια ισχυρή σχέση με το πλούτο, τα συμφέροντα, το κέρδος τα υλικά πράγματα. Την εξετάζει ο Κύριος, της κάνει μια "αξονική τομογραφία", θα λέγαμε σήμερα και το συμπέρασμα : «Εξεύρω τα έργα σου, ούτε ζεστός είσαι ούτε ψυχρός. Μακάρι να ήσουν ψυχρός, ή να ήσουν ζεστός, όμως επειδή είσαι χλιαρός, θα σε εξεμέσω από το στόμα μου»
     Τι λέει εδώ ο Κύριος; Καλύτερα να είσαι ψυχρός απέναντί μου; Ναι, γιατί για έναν άνθρωπο που είναι έξω στον κόσμο και στην αμαρτία υπάρχει ελπίδα να μετανοήσει και να ζητήσει το Έλεος του Θεού και να σωθεί, όμως εκείνος που είναι χλιαρός, που δεν αγνοεί το Θεό, απλώς του δίνει μια κατώτερη θεσούλα μέσα στη ζωή του, αυτός νομίζει ότι είναι Χριστιανός και αδυνατεί να συνειδητοποιήσει την κατάστασή του. Πόσοι άνθρωποι δε ζούνε μέσα στην αμαρτία και συνεχώς υποβάλουν το ερώτημα: "τι εγώ δεν είμαι Χριστιανός;" Αγνοούν ότι χριστιανός είναι εκείνος τον οποίο γνωρίζει ο Χριστός και τον γνωρίζει μέσα από την προσευχή, από τη μελέτη του Λόγου του, μέσα από τις θαυμαστές επεμβάσεις μέσα στη ζωή του, μέσα από την καθημερινή πορεία μαζί Του. "Εγώ είμαι Χριστιανός", λέει ο άνθρωπος στην εποχή μας, αγνοώντας πραγματικά πόσο έχει υποτιμήσει το Θεό μέσα στη ζωή του. Νομίζουν ότι στέκονται, όπως ακριβώς νόμιζαν ότι στεκόντουσαν καλά και οι πέντε "μωρές" παρθένες. Το ίδιο και αυτές δεν είχαν καταλάβει τίποτα απολύτως από την τραγωδία που σε λίγο θα τις έβρισκε. Περίμεναν το νυμφίο, αλλά όταν ο νυμφίος ήλθε, έμειναν απέξω (Ματθαίος ΚΕ/25: 12).
      «Λέγεις ότι είμαι πλούσιος και επλούτησα και δεν έχω ανάγκη από τίποτα και δεν ξέρεις ότι σύ είσαι ο ταλαίπωρος και ελεεινός και πτωχός και τυφλός και γυμνός». Τι τραγικό! Οι άνθρωποι να σε μακαρίζουν, να λένε ότι είσαι, επιτυχημένος και ο Θεός, με τα δικά του μάτια, που είναι τελείως διαφορετικά από των ανθρώπων, να λέει ότι είσαι: Ταλαίπωρος, ελεεινός, πτωχός, τυφλός, γυμνός. Πόσο διαφορετικά κρίνει ο Θεός από τους ανθρώπους. Στο τέλος η κρίση των ανθρώπων θα φύγει, η κρίση του Θεού θα μείνει και θα είναι αιώνια.
       Τι πρέπει να κάνουμε; Να γίνουμε πάμπτωχοι, να μην έχουμε τίποτα; Όχι δε θέλει αυτό ο Θεός. Η Σμύρνη ήταν κι αυτή μια πολύ πλούσια πόλη της Μικράς Ασίας, υπήρχε και εκεί εκκλησία του Χριστού, όμως το περιβάλλον, ο πλούτος και τα συμφέροντα της Κοινωνίας, δεν ακούμπησαν την εκκλησία τούτη. Να τι λέγει ο Κύριος προς την εκκλησία της Σμύρνης. «Εξεύρω τα έργα σου και τη θλίψη σου και την πτωχεία σου, είσαι όμως πλούσια». (Αποκάλυψη Β/2: 9). Η Λαοδίκεια ήταν πλούσια στα μάτια των ανθρώπων, αλλά πτωχή στα μάτια του Θεού. Η εκκλησία της Σμύρνης ήταν πτωχή στα μάτια των ανθρώπων, αλλά ήταν πλούσια στα μάτια του Θεού. (βλ. Υ/Γ).
        Στην πλούσια, αλλά πτωχή εκκλησία της Λαοδίκειας ο Κύριος δίνει δύο συμβουλές:
      «Σε συμβουλεύω να αγοράσεις παρ’ Εμού». Τι να αγοράσει; πουλάει ο Κύριος τις ευλογίες του, δεν τις προσφέρει δωρεάν; Όχι. Όλα έχουν ένα τίμημα και το τίμημα των ευλογιών του Θεού λέγεται ταπείνωση, λέγεται αναγνώριση της αναξιότητας του ανθρώπου, λέγεται άδειασμα καρδιάς για να την γεμίσει Εκείνος με άλλα πράγματα, με άλλες επιδιώξεις. Πώς να το καταλάβει αυτό ο Χριστιανός της Λαοδίκειας, πώς να το καταλάβει ο θρησκευόμενος άνθρωπος της εποχής μας, εκείνος που νομίζει ότι η τυπολατρική του θρησκεία θα τον οδηγήσει στον ουρανό. Τούτο το τίμημα είναι βαρύ για την υπερήφανη καρδιά του χριστιανού της Λαοδίκειας. Είναι πολύ βαρύ για τον εγωιστή άνθρωπο της εποχής μας, ο οποίος  ένα μόνον ξέρει να λέει και να πιστεύει: «πλούσιος είμαι και δεν έχω χρεία ουδενός». Πώς να αναγνωρίσει τούτη η καρδιά ότι είναι πτωχή, ότι είναι γυμνή, ότι είναι νεκρή; Πώς να ζητήσει το Θεός, εξ’ όλης ψυχής και εξ’ όλης της διανοίας της, αφού νομίζει ότι τα έχει όλα και δε στερείται ουδενός; Πόσο ο διάβολος έχει κρύψει την αλήθεια από τους ανθρώπους! Πόσο τεχνίτης είναι ο εχθρός, ώστε να κάνει τον γυμνό να νομίζει ότι είναι ντυμένος!
     Ο Θεός τούτη την εκκλησία δεν την εγκαταλείπει, όμως την συμβουλεύει τι πρέπει να κάνει, όσο είναι ακόμα καιρός. : «Σε συμβουλεύω να αγοράσεις από Μένα χρυσάφι, που είναι δοκιμασμένο στη φωτιά, για να πλουτίσεις και ρούχα λευκά για να ντυθείς για να μη φανερωθεί η η ντροπή της γυμνότητάς σου και χρίσε τους οφθαλμούς σου με κολλύριον δια να βλέπεις».
     Ο Θεός προτρέπει τον άνθρωπο να αγοράσει χρυσάφι δοκιμασμένο στη φωτιά του ουρανού, όχι υλικό χρυσάφι, γιατί με τα πλούτη τα υλικά αυτού του κόσμου ποτέ καμία ψυχή δε χόρτασε. Θα του δώσει το χρυσάφι του ουρανού, που δε φθείρεται, είναι οι ευλογίες του Θεού. Θα σου δώσει κολλύριο (το Πνεύμα το Άγιο), για να ανοίξουν τα μάτια του και να δει ότι είναι γυμνός. Και όταν πλουτίσει πνευματικά να πάρει από Εκείνον «ιμάτια λευκά για να ενδυθείς». Μόνον ο Θεός μπορεί να ντύσει τον άνθρωπο. Χωρίς το Θεό ο άνθρωπος μένει γυμνός. Πόσες φορές δε συναντάμε ανθρώπους με μεγάλη μόρφωση, με μεγάλη κοινωνική θέση, κι όταν κανείς συζητήσει μαζί τους, βλέπει τα ενδιαφέροντά τους, διαπιστώνει τη γυμνότητα τους. Προσπάθησε ο άνθρωπος ανάμεσα στους αιώνες να ντυθεί με τα έργα του, έφτιαξε πολιτισμό, έφτιαξε θρησκείες, αγωνίστηκε, αλλά δεν τα κατάφερε. Τι τραγική διαπίστωση μετά από τόσο αγώνα αιώνων και πολιτισμού, στις ημέρες μας να είναι ο άνθρωπος πιο γυμνός από κάθε άλλη εποχή. Το εσωτερικό του κενό, η εσωτερική του γύμνια είναι χωρίς προηγούμενο μέσα στην ιστορία του.
       Η λεγόμενη χριστιανική εκκλησία της Λαοδίκειας είχε πλούτο, είχε τα πάντα. Ένα μόνον πράγμα την έλειπε, δεν είχε Χριστό, ήταν μια Χριστιανική Εκκλησία, χωρίς Χριστό. Ένας αδελφός έχει δώσει ένα χαρακτηρισμό. «Ψαρόσουπα, χωρίς ψάρι». Στο βιβλίο των Πράξεων  των Αποστόλων, κεφ. Γ, εδ. 1 - 11 αναφέρεται: Ο Πέτρος και ο Ιωάννης καθώς μπαίνουν στο Ναό, ένας παραλυτικός που ήταν έξω από την πόρτα απλώνει το χέρι του, για να λάβει κάποια νομίσματα. Ο Πέτρος, καθώς τον βλέπει, του λέει: «Αργύριον και χρυσίον εγώ δεν έχω, αλλ’ ότι έχω τούτο σοι δίδω. Εν των ονόματι του Ιησού Χριστού σήκω και περιπάτει».
     Η εκκλησία της εποχής του Χριστού δεν είχε αργύριο και χρυσίο, είχε όμως τη δύναμη να πει: «Σήκω και περιπάτει». Η εκκλησία της Λαοδίκειας, που δεν είναι παρά η εικόνα της εκκλησίας των εσχάτων ημερών, η εκκλησία των ημερών μας δηλαδή, έχει και αργύριο και χρυσίο, όμως δεν έχει τη δύναμη να πει: «σήκω και περιπάτει». Αυτό συμβαίνει γιατί άφησε το Χριστό και προσκόλλησε την καρδιά της στο χρυσάφι, το ασήμι, τη δόξα των ανθρώπων, τα μεγάλα συμφέροντα, που ακούνε στο όνομα: Πολιτική, οικονομία και άλλα.
     Και ο Χριστός πού είναι, έφυγε, την εγκατάλειψε; Όχι. Ο Χριστός βρίσκεται απ’ έξω από την εκκλησία Του. Όλοι και όλα είναι μέσα στην εκκλησία εκτός από το Χριστό που βρίσκεται απ’ έξω. Ας φανταστούμε την τραγική εκείνη εκκλησία της Λαοδίκειας, που  είναι η εικόνα της εκκλησίας των ημερών μας. Χρυσοί πολυέλεοι, αμύθητα έργα τέχνης, γλυπτά, ζωγραφιστά, άνθρωποι με ακριβά γυαλιστερά ρούχα, με ωραία κουστούμια, με πλούσια χορωδία, με μπάσους με υψίφωνους, με μια απόλυτη σιγουριά ότι έχουν τα πάντα και με πολλά άλλα ακόμα, αλλά χωρίς το Χριστό. Τραγωδία! Χριστιανοί χωρίς Χριστό. Γιορτάζουν τα Χριστούγεννα, χωρίς ο Χριστός να αγγίξει την καρδιά τους. Την άλλη ημέρα είναι πάλι οι ίδιοι με κάποια κιλά παραπάνω από την πολυφαγία.
     Πού πήγε ο Χριστός; Ο Χριστός είναι απ’ έξω από την εκκλησία. Τι κάνει απ’ έξω από την εκκλησία ο Χριστός, μήπως προσπαθεί να παραβιάσει τις πόρτες, για να μπει μέσα, μήπως σκέπτεται να φύγει; Όχι. Στέκεται απ’ έξω και κτυπά την πόρτα. Στέλνει υπομονετικά μηνύματα αγάπης. «Ιδού ίσταμαι εις την θύραν και κρούω, αν τις ακούσει της φωνής μου και ανοίξει τη θύρα, θέλω εισέλθει προς αυτόν και θέλω δειπνίσει μετ’ αυτού και αυτός μετ’ εμού». Πολλά λόγια θα μπορούσε να πει και να γράψει κανείς πάνω σε τούτο το εδάφιο, στο οποίο φαίνεται όλη η αγάπη και το ενδιαφέρον του Θεού για το χαμένο άνθρωπο. Πόσες φορές ο άνθρωπος, νομίζοντας ότι δεν του λείπει τίποτα, δεν "άκουσε" τους χτύπους του Ιησού έξω από την πόρτα της καρδιάς του. Αρνείται και σήμερα ο άνθρωπος να ανοίξει την πόρτα στο Χριστό, γιατί θεωρεί ότι δεν Τον χρειάζεται, ενώ είναι ο μόνος που του χρειάζεται, γιατί είναι πληγωμένος, τραυματισμένος, γυμνός και έχει ανάγκη από τον "Καλό Σαμαρίτη". Χτυπά και ξανά χτυπά ο Χριστός, αλλά ο άνθρωπος δεν ανοίγει. Ο πολύπαθος "Ιώβ" (κεφ. ΛΓ/33, εδ. 14) αναφέρει:   "ο Θεός λαλεί άπαξ και δις, αλλ' ο άνθρωπος δεν προσέχει".
      Τι τραγικό! Ας θυμηθούμε το παράπονο του Ιησού, καθώς προχωρώντας αντίκρισε από μακριά την Ιερουσαλήμ: «Ιερουσαλήμ, Ιερουσαλήμ, η φονεύουσα τους προφήτας και λιθοβολούσα τους απεσταλμένους προς σε, ποσάκις ηθέλησα να συνάξω τα τέκνα σου, καθ’ ον τρόπον η όρνις τα ορνίθια αυτής υπό τας πτερύγας, και δεν ηθελήσατε» (Λουκάς ΙΓ/13: 34).
     Δε θέλει ο άνθρωπος να ταπεινωθεί, δε θέλει να εκζήτηση πραγματικά τον αληθινό Θεό, τον αναστημένο Χριστό μέσα στη ζωή του. Ο διάβολος έρχεται να δώσει έναν άλλο Χριστό, πιο εύκολο, κοσμικό, προσαρμοσμένο στα ανθρώπινα μέτρα και σταθμά, ένα Χριστό που τα δέχεται όλα και τα συγχωρεί όλα, έτσι ώστε ο άνθρωπος να μην αισθανθεί το κενό μέσα του, ώστε να μην Τον γνωρίσει πραγματικά και Τον εκζήτησει μέσα στη ζωή του. Όμως ό,τι δεν είναι από Εκείνον, ό,τι είναι ανθρώπινο, πλαστό, θα καταρρεύσει. Πόσο συνταρακτικά είναι τα γεγονότα που παρακολουθούμε τις τελευταίες ημέρες μας! Ένας ολόκληρος ανθρώπινος πολιτισμός χωρίς το Θεό έχει ήδη καταρρεύσει. Πόση γύμνια, πόση τραγικότητα! Ό,τι δεν είναι από το Πνεύμα του Θεού, ό,τι δεν έχει τη "σφραγίδα" του Ιησού Χριστού, ό,τι στηρίζεται στο «επλούτησα και δεν έχω χρεία ουδενός» αποδεικνύεται για άλλη μια φορά στις ημέρες μας πόσο είναι γυμνό,  νεκρό, ταλαίπωρο, ελεεινό.
     Η εκκλησία της Λαοδίκειας ήταν μια κοσμική εκκλησία που απέβλεπε στον δοξασμό του ανθρώπου. Η πλούσια θρησκευτική της δραστηριότητα προορίζονταν να ικανοποιεί τη σάρκα, το "εγώ" τον άνθρωπο. Στην ουσία καμία πραγματική αγάπη για το Χριστό δεν υπήρχε, αντίθετα υπήρξε περιφρόνηση και απαξίωση του λόγου Του, ενώ αναζητούσε με κάθε τρόπο την επιδοκιμασίας και την εύνοιας του κόσμου.
      Ευχή και προσευχή όλων μας ας είναι μέσα από τις κοσμικές εκκλησίες και μέσα από τούτα τα συνταρακτικά γεγονότα που καθημερινά συμβαίνουν γύρω μας ο Θεός να βγάλει ψυχές που είναι "εγκλωβισμένες" μέσα στην άγνοια και το φόβο. Ψυχές που έχουν ειλικρινή εκζήτηση και φόβο  (σεβασμό) Θεού μέσα τους. Ο Προφήτης Ωσηέ αναφέρει ποιο είναι το παράπονο του Θεού: "Ο λαός μου αφανίστηκε για έλλειψη γνώσης" (Ωσηέ Δ/4: 6). Ο άνθρωπος που τόσα πολλά γνωρίζει στην εποχή μας, χάνεται από έλλειψη γνώσης για την την αλήθεια του Ευαγγελίου, για το Πρόσωπο του Χριστού,  για το  Σωτήριο Έργο του Σταυρού. ---


   ---Υ/Γ : Σχετική μελέτη για την  εκκλησία της Σμύρνης έχει δημοσιευθεί στο blog : giorgoskomninos.blogspot.com στις 06-09-17.---

Σάββατο 20 Αυγούστου 2011

ΣΤΟΙΧΟΙ ΑΓΑΠΗΣ

         Στοίχοι για να θυμίζουν σε όλους μας την ειλικρινή αγάπη, που μόνον Εκείνος μπορεί να βάλει μέσα στην καρδιά του ανθρώπου. Να μας θυμίζει κάθε τι που υμνεί αυτή (Α΄ Κορινθίους ΙΓ/13: 1-13). Για να μην ξεχνάμε ότι : "Όστις δεν αγαπά, δεν εγνώρισε τον Θεόν, διότι ο Θεός είναι αγάπη". (Α΄ Ιωάννου Δ/4: 8). Να μην ξεχνάμε ότι : «η αγάπη ουδέποτε εκπίπτει» (Α΄ Κορινθίους ΙΓ/13: 8).

Ο ΑΔΕΛΦΟΣ
Στη μνήμη, του αδελφού, του φίλου, του συνάδελφου,
Θανάση, που τόσο γρήγορα, έφυγε από κοντά μας.

Ήταν κάποτε σκοτάδι
ήταν κάποτε σιωπή,
νύχτα απέραντη το βράδυ
κι ούτε ελπίδα να φανεί

Ήταν κάποτε σκοτάδι
κι ήρθε άξαφνα ένα φως
τ’ όνομά του, μη ρωτάτε
ήταν για όλους αδελφός

Μα ήρθε χέρι απ’ το σκοτάδι
κι έσβησε με μιας το φως
κι έτσι χάθηκε η ελπίδα
πάει μαζί κι ο αδελφός

Τ’ όνομά του, μη ρωτάτε
πέστε τον μονάχα φως,
άσπροι, μαύροι, που πονάτε
Ήταν για όλους αδελφός ……..

ΣΥΓΧΩΡΗΜΕΝΟΣ
Σ΄ ένα φτωχό ξεμακρυσμένο κοιμητήριο
είδα μια πλάκα που χε πνίξει το γρασίδι,
δεν είχε όνομα ή τίτλο ή στολίδι,
μα μία λέξη μοναχά, «συγχωρημένος»
Η άνοιξη σαν ύφαινε το τρυφερό της ποίημα
και ο βοριάς σαν διάβαινε, με το βαρύ του βήμα
αντήχηση αρμονική έβγαινε απ’ το μνήμα
Κι έλεγε, κι έλεγε ξανά, «συγχωρημένος»
Η μέρα της γεννήσεως δεν ήτανε γραμμένη
και η ζωή του ολόκληρη έμενε ξεχασμένη
όλα σβηστήκανε θαρρείς και τίποτα δεν μένει
μα μία λέξη μοναχά, «συγχωρημένος»
Η μέρα όπου μες στη γη το σώμα είχαν θάψει
κι ο κόσμος μίλησε σ’ αυτόν με τη στερνή του λάμψη
περιφρονήθηκε κι αυτή, αρκεί που είχαν γράψει
μια λεξούλα μοναχά, «συγχωρημένος»
Αμαρτωλός γεννήθηκε όπως και τόσοι άλλοι,
έζησε, μόχθησε, έκλαψε μέσα στην κοσμοζάλη
μα κάποτε μέσα στου Χριστού έγειρε την αγκάλη
και πήρε στον τίτλο το λαμπρό, «συγχωρημένος».

ΣΕ ΣΕΝΑ
Κι’ αν θαμπώνουν τα μάτια μου
στις πηγές των δακρύων
κι αν υψώνονται κύματα
σαν θεριά μανιασμένα
θα ελπίζω σε Σένα
Κι αν σκοτάδι απλώνεται
κι όλο πέφτει τριγύρω
της αγάπης τα λούλουδα ξεψυχούν μαραμένα
θα ελπίζω σε Σένα
ποιος μπορεί της αγάπης Σου
να μου κλέψει το μύρο
τον αμάραντο στέφανο
ποιος μπορεί να κρατήσει
σε κοιτάζουν τα μάτια μου
στης οδύνης το ξύλο
[οιος μπορεί περισσότερο
από Σε ν’ αγαπήσει ;;

ΑΓΑΠΗ…
Κοίταξε το σύννεφο που φεύγει,
κοίτα το πουλί που έρχεται
όλα μιλούν για κάτι
όλα μιλούν για αγάπη…
Κοίτα το παιδί που γελά
και το γέρο που κλαίει αργοσκυφτά
όλοι ζητούνε κάτι
όλοι ζητούν αγάπη…
Κοίτα το νιό που σκυφτός περπατά
και τον άλλο που κλαίγοντας τραγουδά
όλοι θέλουνε να μιλούν για κάτι
όλοι ζητούν αγάπη…
Κι όμως η αγάπη ήρθε (ο Χριστός)
τους ζήτησε, μα δεν τους βρήκε
Μάταια ψάχνουν μα δεν ξέρουν
Που τη ζητούν…
Κι όμως η αγάπη ήρθε
Μα δεν τους βρήκε
Και αυτοί ακόμα ψάχνουν
Αλήθεια, Θεέ μου, μέχρι πότε….. μέχρι πότε ;;

ΠΟΤΕ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΑΡΓΑ
Μην πεις ποτέ σου : «Είναι αργά»
Κι αν χαμηλά έχει πέσει,
Κι αν λύπη τώρα σε τρυγά,
Κι έχεις βαθιά πονέσει
Κι αν όλα μοιάζουν σκοτεινά
Κι έρημος έχεις μείνει,
Μην πεις ποτέ σου «Είναι αργά»
Τα’ ακούς; ότι κι αν γίνει
Μην πεις ποτέ σου
Τις δύο απελπισμένες λέξεις,
Κι αν έμπλεξες με το κακό
Και πάλι θα ξεμπλέξεις
Ποτέ, ποτέ δεν είναι αργά
Πρέπει να το πιστέψεις
Και με την πίστη στην καρδιά
Εκείνον να γυρέψεις
Εκείνον που και τον ληστή
Μ’ όλα τα κρίματά του,
Γιατί είχε μια καρδιά πιστή
Τον κάλεσε κοντά Του
«Είναι αργά», λοιπόν μην πεις
ό,τι κι αν σου συμβαίνει
φτάνει να προσευχηθείς
κι αμέσως σ’ ανασταίνει.

Ο ΗΛΙΟΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ
Κάποια μέρα του Οκτώβρη
Έφθασα σ’ αυτή τη γη
Και η αγκαλιά της μάνας
άνοιξε όλο στοργή
να δεχτεί το θείο δώρο
απ’ τον μέγα Δωρητή.
Με το γάλα της αγάπης
Της θυσίας το ψωμί
Έμαθα το άλφα – βήτα
Στο σχολειό στη ζωή.
Τα χρυσά τα χρόνια της νιότης
Πέταξαν σαν μια στιγμή.
Σαν ανέτειλε ο ήλιος,
Η ελπίδα μου μηνούσε,
Άπλωνε η καρδιά φτερούγες
Σαν αυτός μεσουρανούσε
Και περίμενα να έρθει
Κάτι άλλο στην ζωή μου,
Μου το φώναζε ο Πλάστης
Μες από την ύπαρξή μου.
Τα΄ άκουγα σαν αρμονία
Σαν αγγέλων μουσική
«η Αγάπη είναι στη γη μας,
τώρα ψάχνει να σε βρει».
Μα σαν έβλεπα τον ήλιο
Να αργοκυλά στη δύση,
μαργαρίτα μαδημένη
με τα μάτια μου θολά,
πόθησαν ένα άλλον ήλιο
που ποτέ πιά να μη σβήσει
και τον είδαν ν’ ανατέλλει
στις πλαγιές του Γολγοθά.
Ω ? τι θέαμα, Θεέ μου,
ν’ αντικρίσω δεν τολμώ,
κάρφωσες για με τον Ήλιο
στον αιμάτινο σταυρό.
Φως ξημέρωσε στη γη μας
Βράδιασε στον ουρανό.
Ναι, -τι θαύμα- τότε είδα
Του Χριστού τα μεγαλεία
Κι έπιασε η ψυχή μου νότες
Απ’ ουράνια χορωδία.
Ξεδιψάσανε τα χείλη
Απ’ το «ζωντανό νερό»
Αν υπάρχει αμφιβολία
«γεύθειτε» παρακαλώ
συν Θεώ τα ξαναλέμε
ραντεβού στον ουρανό.

ΑΝ ΔΕΝ ΗΣΟΥΝ ΕΣΥ
Αν δεν ήσουν Εσύ
Στις πικρές μας τις ώρες
Αν τα μάτια μας σκύβανε
μες στις γήινες μπόρες,
η ψυχή μας σαν φύλλο
θα γυρνούσε ξερό,
χωρίς να βρει της ζήσης
το καθάριο νερό.
Αν δεν ήσουν Εσύ
Στον σκληρό μας αγώνα,
Στης ψυχής την πάλη
Πού ΄ναι σώμα με σώμα,
Ο εχθρός θα μας άρπαζε
Μες στης γης το βυθό,
Στο σκοτάδι τα’ απέραντο,
Στον αιώνιο χαμό.
Αν δεν ήσουνα Εσύ,
σαν το έρμο καλάμι
ο βοριάς θα μας έσπρωχνε
στου κακού το ποτάμι,
δεν θα βρίσκαμε ανάπαυση
μες σε τούτη την γη
κι’ η πληγή μες στα στήθη μας
θα ‘ταν πάντα ανοιχτή.

«Ο ΛΕΒΕΝΤΗΣ»
Μια φορά κι ένα καιρό
-όπως λέει το παραμύθι-
έχτισα σκαρί γερό
καλοτάξιδο καΐκι.
Πήρα κούκο ναυτικό,
Μπαλαμάνα με σιρίτια,
Μία πίπα και καπνό,
Κομπολόι με κοχύλια.
Και βαφτίστηκα ατός
Τλόβενο και διαχειριστής,
Πλοίαρχος, μηχανικό,
Βιτζαδώρρος, λιπαντής.
-Μέριασε για να περνώ,
θάλασσα λεβεντοπνίχτρα,
το τιμόνι μου κρατώ
εις την πλώρη μέρα – νύχτα.
Βγέστε, ζάρια του γιαλού,
Θαλασσόλυκο να δείτε
Και γοργόνες του νερού,
Μπράβο, τσίφτη, να μου πείτε.
Τι τα θέλεις τα πολλά
Τα κομπάσα, τις πυξίδες
Όργανα ναυτιλιακά,
Κάτι χάρτες, κάτι πείρες.
Εις την γέφυρα στητός
Με τα κιάλια εις τα χέρια….
Τι είναι ο ωκεανός
Και το στίγμα και τα’ αστέρια.
Που να κείνοι που κουνούν
Το κεφάλι τους με φόβο
Που να κείνοι που γελούν
Ότι θα χανα το δρόμο.
Σαν συνήρθα στο νερό
Τρέμοντας και ματωμένος,
Κράταγα ένα Σταυρό.
Ναυαγός μα και σωσμένος.

ΥΜΝΟΙ
Θέλω να ψάλλω Λυτρωτά,
Για την αγάπη τη βαθιά,
Που έδειξες Εσύ για με,
Κι ήρθες στη γη να σταυρωθείς.
Για μένα τον αμαρτωλό,
Ανέβηκες εις τον Σταυρόν,
πήρες στους ώμους Σου Εσύ,
την ιδική μου ενοχή.
Θέλω να ψάλλω Λυτρωτά,
Για την αγάπη τη βαθιά,
Που έδειξες Εσύ για με,
Άμωμε του Θεού αμνέ.
Ω, δεν μπορώ να κρατηθώ,
αμέσως τρέχω στον Σταυρό,
με δάκρυα για να Σου πω,
Σωτήρα μου, Σ’ ευχαριστώ.
Πόσο μ’ αγάπησες Χριστέ,
και πέθανες Εσύ για με,
Εσύ το άκακο αρνί,
πήρες τη θέση του ληστή.
Για να σωθώ απ’ την οργή,
κατάρα έγινες Εσύ.
Επάνω στον σκληρό Σταυρό,
πεθαίνεις σαν αμαρτωλός

ΘΑ ΞΗΜΕΡΩΣΕΙ
Άσωστη νύχτα μακρινή
κι ατέλειωτο το βράδυ
κι έμεινε όνειρο η αυγή
να φύγει το σκοτάδι .
Θα ξημερώσει, θα ξημερώσει,
θα ξημερώσει και θα ‘ρθεί,
θα’ ρθεί της παρηγοριάς το φως,
αν στη ζωή μας και στη γη μας
ξαναγυρίσει Λυτρωτής μας ο Χριστός
Γυρέψαμε λίγο δαδί,
ένα φιτίλι λάδι,
να ρίξει φως μες στο κελί,
που μοιάζει μαύρο Άδη.
Ρωτήσαμε γι’ αυγερινό
μας τάξανε την πούλια,
είδαμε μαύρο ουρανό,
μας κόψαν τα φτερούγια.
Δε δίνει φως η σκοτεινιά
κι η κάκητα αγάπη.
Μη ψάχνεις να ‘βρεις λευτεριά
στης φυλακής τα βάθη.
Μυστήρια η ζωή μας κείνη,
λίγες χαρές και φως μας δίνει.
Ελπίδες, όνειρα τα σβήνει,
μόνο ο Θεός ξέρει γιατί.
Προσμένω κείνη την ημέρα,
που η αγάπη του Πατέρα,
θα φανερώσει κάθε τι,
τότε θα μάθω το γιατί.

ΓΙΑΤΙ ;;
Χωρίς απάντηση περνάνε
οι προσευχές φεύγουν και πάνε,
καινούργιοι πειρασμοί κυλάνε,
μόνο ο Θεός ξέρει γιατί.
Μια πάχνη όλα τα σκεπάζει,
ο ανθός πεθαίνει μόλις σκάζει,
ο θάνατος κάποιον αρπάζει,
μόνο Θεός ξέρει γιατί.
Κι αν η νυχτιά γύρω βαστάει,
ο Κύριος τα κλειδιά κρατάει,
η μέρα τα’ Ουρανού φωτάει,
π’ όλα θα μάθω τα γιατί.

Το ΕΛΑΦΙ
Όπως το ελάφι πάντα
μέσα στα βουνά ποθεί,
τρέχοντα νερά για να ‘βρει
λίγο να ξεδιψασθεί,
έτσι κι η καρδιά μου πάντα
κλαίει και ζητεί να δει
τον Κύριον, τον Άγιον,
έστω και για μια στιγμή.
Όταν ο εχθρός με λύσσα
σκύβει μες στ’ αυτί κρυφά
και με πονηριά μου λέγει
«πού ‘ναι ο Θεός σου πια;»
Στρέφω το δειλό μου βλέμμα
προς τον ουρανό ψηλά,
στον Κύριον των ταπεινών,
για να βρω παρηγοριά.
Τότε κι η καρδιά μου λέγει:
«Ξέχασες πόσες φορές,
σ’ έσωσε από φουρτούνες
κι από μαύρες συμφορές;
Έλπιζ’ επί τον Θεόν σου,
με αγκάλες ανοιχτές,
ο Κύριος σε προσκαλεί,
σε αθάνατες χαρές».

Ο ΘΑΡΡΑΛΕΟΣ
Χριστιανέ, ω, θάρρει,
Καν ο αγών μακρός,
Εν τέλει θα νικήσεις
Δια Θεού Πατρός
Εμπρός, εμπρός

H ΣΟΦΙΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ.
Τη φύση σαν κοιτάζω,
απορώ, θαυμάζω τη σοφία Σου την τρανή.
Είσαι Θεός μεγάλος, δεν υπάρχει άλλος
έτσι να μεγαλουργεί.
Τα έργα Σου τα θαυμαστά μου μιλούν γι’ αυτή,
τη χάρη π’ αγαθοποιεί με δύναμη.
Οι αυγές χαράζουν,τ’ άστρα ανταυγάζουν
κι όλα ψάλλουν με μια φωνή.
Δόξα, αλληλούια, δόξα, αλληλούια, αλληλούια, αμήν.
Στο Γολγοθά κοιτάζω,
απορώ, θαυμάζω τη σοφία Σου την τρανή.
Πως η δικαιοσύνη και η γλυκιά ειρήνη
φιληθήκαν πάνω εκεί.
Το έργο Σου το θαυμαστό
μου μιλά γι’ αυτή,
τη χάρη π’ αγαθοποιεί, δίνει ζωή.
Στον Χριστό στραμμένοι,
μ’ αίμα λυτρωμένοι
όλοι ψάλλουν με μια φωνή.
Δόξα, αλληλούια, δόξα, αλληλούια, αλληλούια, αμήν.

Ο ΔΡΟΜΟΣ.
Ω, πιστέ, προχώρα και μη σταματάς,
Της ζωής ο δρόμος είναι Γολγοθάς.
Όσο κι αν σε θλίβει τώρα το κακό,
σε προσμένει δόξα, κει στον Ουρανό.
Ω, αγάλλου, οδοιπόρε,
στο ταξίδι σου αυτό,
Έχεις συντροφιά τον πράο,
τον γλυκύτατο Χριστό.
Όσο κι αν η νύχτα είναι σκοτεινή,
στην καρδιά σου μέσα δεν μπορεί να μπει.
Κι αν σαν οδοιπόρος τώρα κουραστείς,
κάποτε για πάντα θα αναπαυθείς.
Έχει ακόμα δρόμο, ως τον Ουρανό,
Δύσκολο, θλιμμένο και πολύ στενό.
Μα και του Πατέρα η άσωστη πηγή
Έχει να ζητήσεις πίστη πιο τρανή.
Ω, αγάλλου, οδοιπόρε,
στο ταξίδι σου αυτό,
Έχεις συντροφιά τον πράο,
τον γλυκύτατο Χριστό.

ΑΝ ΔΕΝ ΗΤΑΝ Ο ΧΡΙΣΤΟΣ
Αν δεν ήταν ο Χριστός όταν πλανιόμουνα
αν δεν ήταν ο Χριστός πού θα βρισκόμουνα;
Αν δεν ήταν ο Χριστός δίχως στοργή
Σαν καλάμι στο βοριά θα είχα τσακιστεί .
Ότι κι αν έχω σ’Αυτόν το χρεωστώ κι όσο
Αντέχω γι’ Αυτόν θα μιλώ . Στον Κύριο μου
Να μοιάσω λαχταρώ και στα Ουράνια να μην
Ντροπιαστώ . Αν δεν έψαχνα Χριστός με πόνο
Να με βρει, στα σοκάκια της ντροπής που ‘χα παγιδεύτηκα,
Αν δεν έψαχν’ ο Χριστός , χωρίς το φως στις χαράδρες της
Ζωής θα είχα γκρεμιστεί. Αν δεν είχα τον Χριστό
Σαν με πληγώσανε κι απ’ τις πόρτες τους σκληρά
Όταν με διώξανε αν δεν είχα τον Χριστό να με δεχθεί
Σαν δεντράκι στο χιονιά θα είχα μάραθει.

Η ΣΥΓΧΩΡΕΣΗ
Στ’ Αυγούστου ένα βασίλεμα, να φύγεις μούπες ήρθε η ώρα
Φτηνό το ταπεινό μου φίλεμα, δεν σε χορταίνει η ώρα.

Τώρα, ξανά ηλιοβασίλεμα, τη πόρτα μου δειλά χτυπάς
Του γυρισμού ζητάς το φίλημα, αν θα σ’ ανοίξω με ρωτάς

Τα σφάλματα καρδούλα μου, για τους ανθρώπους είναι,
όμως μην κουραστείς ψυχούλα μου, άνθρωπος πάντα μείνε

Μη σε πονάει που πόνεσα, άνθρωπος είμαι και συγχώρησα,
Τα σφάλματα καρδούλα μου, για τους ανθρώπους είναι

Παρέα με τον ήλιο γύρισες, σας κρύψανε πέρα τα όρη
Κρίμα είπες, πόση ρούφηξες φτώχια πικρή και ξεροβόρι

Μα τα όνειρα σ’ απάτησαν, σου κλέψαν τον ανθό
Με τα μάτια σου που δάκρυσαν ρωτάς, μπορώ να ξαναρθώ

Και τα όνειρα αγάπη μου, για τους ανθρώπους είναι
Όμως μη κουραστείς ματάκια μου, ονειροπόλος πάντα μείνε

Μη σε πονάει που πόνεσα, άνθρωπος είμαι και συγχώρησα
Και τα όνειρα αγάπη μου, για τους ανθρώπους είναι.


Ο ΧΑΡΤΑΕΤΟΣ
Τα παιδιά στο περιγιάλι φτιάξαν ένα χαρταετό
Με εφημερίδες του μπακάλη, καλάμια απ’ τον Κηφισό
Γράψανε με κόκκινο μελάνι, με ματωμένα κεφαλαία
Όσα η ζωή τους είχε κάνει και όσο ποθούσε η παρέα

Διεύθυνση βάλαν ουρανός κι έφυγε ο χαρταετός
Αποστολεύς ένας φτωχός και παραλήπτης ο Θεός
Τον βρήκαν κάτι σφουγγαράδες, στο Πέραμα την Κυριακή
Είχε μπλεχθεί στις καμινάδες μιας αποθήκης με ρακί

Πεινάν ρακί οι σφουγγαράδες και τον διαβάζαν, ως να φέξει
Βουρκώνανε σε κάθε λέξη και μουτζουρώναν τις αράδες
Σε λάθος χέρια δυστυχώς, έπεσε ο χαρταετός
Αποστολεύς ένας φτωχός και παραλήπτης, πιο φτωχός

Πήγαν στ’ αφέντη τους την πόρτα και τον πετάξαν βιαστικοί
Μέσα γιορτή είχαν και φώτα και πέζαν τζάζ οι μουσικοί
Τον βρήκανε οι καλεσμένοι και πως γελάσαν οι κυρίες,
Που είχε ανορθογραφίες, στο ο περισπωμένη

Άτυχος ο χαρταετός, τον κάψανε σε μια γωνία
Αποστολεύς ένας φτωχός και παραλήπτης, πιο φτωχός

H ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ
Ένα αφύλακτο σπίτι
η καρδιά μου και μπήκες,
μπήκες να ξαποστάσεις
και συ το λεηλάτησες

Η καρδιά μου καράβι,
σε παρθένο ταξίδι
ήρθες σαν τον κουρσάρο,
με φωτιές και το πάτησες.

Τώρα τι τρέμεις, γιατί λυπάσαι,
εγώ ευθύνες δε σου ζητώ,
αυτή η φωνή που τη φοβάσαι,
δεν είμαι εγώ, δεν είμαι εγώ

Εγώ σωπαίνω, άκου σωπαίνω,
εγώ ευθύνες δε σου ζητώ,
άλλος φωνάζει, άλλος ρωτάει,
άλλος κρατάει λογαριασμό
στ’ ορκίζομαι δεν είμαι εγώ.


ΣΥΝΟΡΑ Η ΑΓΑΠΗ ΔΕ ΓΝΩΡΙΖΕΙ….
Άσε μια να κάτσω πλάι σου
Κι ότι θέλεις συλλογίσου
Δεν θα σου μιλήσω,
μίλα με τους άλλους γύρω σου
για ν’ ακούω τη φωνή σου,
σε παρακαλώ, σε παρακαλώ
σύνορα η αγάπη δε γνωρίζει,
πόσο σ’ αγαπώ, πόσο σ’ αγαπώ,
γέρνεις και ο ίσκιος σου μ’ αγγίζει
και γω ριγώ, κι εγώ ριγώ
άσε μια απ’ το ποτήρι σου
μια γουλιά να πιω ακόμα
δίψασα πολύ, δίψασα πολύ
φεύγει η ζωή και χάνεται
και τ’ αφίλητό μου στόμα
κλαίει για ένα φιλί, κλαίει για ένα φιλί
σύνορα η αγάπη δε γνωρίζει,
πόσο σ’ αγαπώ,
γέρνεις και ο ίσκιος σου μ’ αγγίζει
και γω ριγώ, κι εγώ ριγώ

Σ’ ΑΓΑΠΩ
Σ’ αγαπώ, όπως η μάνα το παιδί
όπως η φλόγα το δαδί
όπως ο γέρος τη ζωή,
που τον αφήνει.
Σ’ αγαπώ, όπως η άβυσσος το φως,
όπως τα όνειρα ο φτωχός
κι ο κουρασμένος στρατιώτης την ειρήνη
Δεν έχω τίποτα άλλο,
είμαι μια φωνή
είμαι δυο χέρια αδειανά, που σε τιλήγουν
μα σ’ αγαπώ και κοίτα ανοίγουν οι ουρανοί,
οι ουρανοί που τόσο γρήγορα ανοίγουν.
Σε ζητώ όπως το χώμα τη βροχή
όπως το γέλιο η ψυχή
κι οι οδοιπόροι τα βαθύσκιωτα πλατάνια,
Σε ζητώ όπως το χιόνι τη φωτιά
Ο πονεμένος τη γιατρειά
Και η μεγάλη αμαρτία τη μετάνοια.

Η ΑΓΑΠΗ ΟΛΑ ΤΑ ΥΠΟΜΕΝΕΙ
Δεν είν’ τα μάτια σου μεγάλα
Τόσο βαθιά και γαλανά
Είναι η αγάπη που τα κάνει
Όλα, όλα, αληθινά

Δεν είν’ τα λόγια σου σπουδαία,
Λόγια απλά, καθημερινά,
Είν’ η αγάπη που τα κάνει,
Όλα, όλα αληθινά

Η αγάπη, όλα τα υπομένει,
Η αγάπη, όλα τα ελπίζει,
Δίνει ζωή στην οικουμένη
Κι η γη γυρίζει, κι η γη γυρίζει
Είσαι κι εσύ μια αυγής λουλούδι,
Κάτι που εφήμερα περνά,
Μα είναι η αγάπη που τα κάνει
Όλα, όλα αληθινά

Είναι τα λάθη σου μεγάλα
Και κάθε λάθος σου πονά,
Αχ είναι η αγάπη που τα κάνει
Όλα, όλα αληθινά

Δεν ξέρει η αγάπη μοιρολόι,
Αρχή και τέλος δεν γνωρίζει
Χτυπάει τ’ αόρατο ρολόι
Κι η γη γυρίζει, κι η γη γυρίζει

O ΧΩΡΙΣΜΟΣ
Για μένα ακόμα
Η φλόγα καίει
Ότι κι αν γίνει
Θα σ’ αγαπώ
Μη με ρωτήσεις
Λοιπόν ποιος φταίει,
Όποιος κι’ αν φταίει
Θα πω. Εγώ.

Αντίο λοιπόν αντίο
Το χάνω κι’ αυτό το πλοίο
Και κάνει Θεέ μου ένα κρύο
Σαν γίνονται, ένας οι δύο

Ότι κι αν γίνει
Θάμαι κοντά σου
Θα ικετεύω τον ουρανό
Να μην πληρώσεις τα σφάλματά σου
Να τα πληρώσω όλα εγώ.

Αντίο λοιπόν αντίο
Το χάνω κι’ αυτό το πλοίο
Και κάνει Θεέ μου ένα κρύο
Σαν γίνονται, ένας οι δύο


ΓΙΑΤΙ ;

Μυστήρια η ζωή μας κλείνει

Λίγες χαρές και φως μας δίνει

Ελπίδες, όνειρα  τα σβήνει.

Μόνο ο Θεός ξέρει «γιατί».


Χωρίς απάντηση περνάνε

Οι προσευχές φεύγουν και πάνε

Καινούργιοι πειρασμοί κυλάνε.

Μόνο ο Θεός ξέρει «γιατί».


Μια πάχνη όλα τα σκεπάζει

Ο ανθός πεθαίνει μόλις σκάζει

Ο θάνατος κάποιον αρπάζει

Μόνο ο Θεός ξέρει «γιατί».


Προσμένω κείνη την ημέρα

που η αγάπη του Πατέρα

Θα φανερώσει καθετί.

Τότε θα μάθω το «γιατί».

Δευτέρα 15 Αυγούστου 2011

"ΤΙ ΠΟΙΗΣΩ;". "κατά ΜΑΡΚΟΝ", κεφ. Ι, εδ. 17-23.

"ΤΙΝΑ  ΠΟΙΗΣΩ;".

Ευαγγέλιον  "κατά  ΜΑΡΚΟΝ", κεφ.   Ι/10, εδ.  17-23.

7 Και ενώ έβγαινε έξω στον δρόμο, κάποιος έτρεξε, και γονατίζοντας μπροστά του, τον ρωτούσε: Δάσκαλε αγαθέ, τι να κάνω για να κληρονομήσω αιώνια ζωή;
18 Και ο Ιησούς είπε σ' αυτόν: Γιατί με λες αγαθό; Κανένας δεν είναι αγαθός, παρά μονάχα ένας, ο Θεός.
19 Ξέρεις τις εντολές: «Μη μοιχεύσεις, Μη φονεύσεις, Μη κλέψεις, Μη ψευδομαρτυρήσεις, Μη αποστερήσεις, Τίμα τον πατέρα σου και τη μητέρα».
20 Και εκείνος, απαντώντας, είπε σ' αυτόν: Δάσκαλε, όλα αυτά τα τήρησα από τη νιότη μου.
21 Και ο Ιησούς, αφού τον κοίταξε καλά, τον αγάπησε, και του είπε: Ένα σού λείπει πήγαινε, πούλησε όσα έχεις, και δώσε στους φτωχούς και θα έχεις θησαυρό στον ουρανό και έλα, ακολούθα με, αφού σηκώσεις τον σταυρό.
22 Εκείνος, όμως, γινόμενος σκυθρωπός εξαιτίας αυτού τού λόγου, αναχώρησε λυπούμενος επειδή, είχε πολλά κτήματα.
23 Και ο Ιησούς, κοιτάζοντας ολόγυρα, λέει στους μαθητές του: Πόσο δύσκολα θα μπουν μέσα στη βασιλεία τού Θεού αυτοί που έχουν τα χρήματα;

        ΣΧΟΛΙΑ :
    «Διδάσκαλε, Τίνα ποιήσω, ίνα ζωήν αιώνιον κληρονομήσω;». Πρόκειται για να πανανθρώπινο ερώτημα. Μπορεί να το πει ο καθένας, ο άσπρος, ο μαύρος, ο κίτρινος.... Είναι ένα ερώτημα που αφορά αποκλειστικά τον άνθρωπο. Τι να κάνω, για να σωθώ; Θέλω να γνωρίσω το Θεό, θέλω φεύγοντας από αυτόν τον πρόσκαιρο κόσμο να βρεθώ στην παρουσία Του. Άραγε τι πρέπει να κάνω;;;.
     Τούτος ο νέος που ρωτά τον Ιησού δεν είναι μέσα στα ναρκωτικά, δε βόσκει χοίρους όπως ο λεγόμενος "άσωτος", δεν είναι μακριά από το Θεό, είναι άνθρωπος πιστός, γνωρίζει καλά όλες τις εντολές του Θεού και τις τηρεί «εκ νεότητός του». Έχει πνευματικά ενδιαφέροντα και γι' αυτό παίρνει την πρωτοβουλία και έρχεται μόνος του μπροστά στον Ιησού και τον ρωτάει: "Τι να κάνω για να κληρονομήσω την αιώνια ζωή;" Αγνοεί τον όχλο, τους Γραμματείς, τους Φαρισαίους, κάτι το οποίο άλλοι δεν τολμούσαν να κάνουν «δια τον φόβον των Ιουδαίων» (Ιωάννης Κ/20: 19). Αλήθεια πόσο μας φόβισαν οι «Ιουδαίοι» στη ζωή μας! Πόσες φορές κάναμε πίσω! Για να μην πουν, για να μη γελάσουν, για να μη μας ειρωνευτούν. Ευχαριστούμε το Θεό, γιατί με τη δική Του τη δύναμη, βγάλαμε από μέσα μας το «φόβο των Ιουδαίων». Ο νέος αυτός τολμά και έρχεται μπροστά στο Χριστό και καθώς βρίσκεται μπροστά Του, πέφτει στα γόνατα. Και «γονυπετήσας» αναφέρει το Ευαγγέλιο. Τούτο είναι ένδειξη αναγνώρισης και σεβασμού στο Πρόσωπο του Κυρίου. Σ' αυτήν ακριβώς τη στάση της ταπείνωσης "επερώτα Αυτόν".  Δε ρώτησε μια φορά και έφυγε, αλλά από μεγάλο ενδιαφέρον συνέχισε να ρωτά Αυτόν. Ας προσέξουμε την προσευχή μας. Τα αιτήματά μας προς τον Κύριο θα πρέπει να τα διακρίνει επιμονή και υπομονή, δύο στοιχεία απαραίτητα στην πνευματική ζωή του κάθε ανθρώπου.
    Μπροστά σε τούτη την επιμονή ο Κύριος δε μένει αδιάφορος. Γι' Αυτόν τον Κύριο είχε προφητεύσει ο "Ησαΐας" (ΜΒ/42: 3) πολλά χρόνια πριν. «Κάλαμον συντετριμμένο δεν θα θλάσει και λυχνάριον καπνίζον δεν θα το σβήσει»
      "Νέε μου, απαντά ο Κύριος, τας εντολάς εξεύρεις".  Ναι, Κύριε, τις ξέρω και τις τηρώ από νέος, από μικρό παιδί. Αν έλεγε ότι δεν τις ξέρει, θα ήταν λίγο το κακό. Όμως το να γνωρίζεις τις εντολές του Θεού, να τις τηρείς και να μην αισθάνεσαι ότι έχεις σωτηρία, να μην αισθάνεσαι τη σιγουριά ότι, όταν φύγεις από τον κόσμο, θα πας κοντά στο Θεό, τούτο είναι τραγωδία!
      Ο νέος της ιστορίας μας είχε τη θρησκεία του και τηρούσε, όσο μπορούσε, τις εντολές του Θεού, όμως μέσα στην καρδιά του δεν αισθάνεται σωσμένος και δικαιωμένος απέναντι στο Θεό. Όλες οι θρησκείες είναι ανθρώπινα κατασκευάσματα. Αντιπροσωπεύουν τα «φύλα συκιάς» με τα οποία προσπάθησε να ντυθεί ο άνθρωπος αμέσως μετά την αμαρτία του, που όμως δεν μπόρεσε να το καταφέρει. Ο Θεός, για να τον ντύσει, έσφαξε δύο αθώα ζώα και με το δέρμα τους έκανε δύο χιτώνες και έντυσε τον άνθρωπο (Γένεση Γ/3: 21). Μόνον ο Θεός μπορεί να "ντύσει" τον άνθρωπο. Δεν μπορεί να ντυθεί και κατά συνέπεια να δικαιωθεί ο άνθρωπος με τα δικά του έργα.
     Πολλοί λένε: "Είμαι καλός, δε σκότωσα, δεν έκλεψα, δε μοίχευσα, δεν ψευδομαρτύρησα, άρα είμαι εντάξει". Κι όμως ο άνθρωπος αυτός τα έχει κάνει όλα. Πόσες φορές άραγε μέσα στην καρδιά του είπε: "Αν μπορούσα, αυτόν θα τον σκότωνα". Αυτό δεν είναι φόνος; "Αχ να το έπαιρνα αυτό". Αυτό δεν είναι κλεψιά; "Να είχα τη γυναίκα του πλησίον μου". Αυτό δεν είναι μοιχεία;"
     Τι σημαίνουν όλα αυτά; Σημαίνουν ότι ο άνθρωπος σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να σωθεί με τα έργα του. ¨Όσο προσπαθεί, τόσο πιο πολύ χώνεται μέσα στην άβυσσο, τόσο πιο πολύ απομακρύνεται από το Θεό. Ο Απ. Παύλος αναφέρει προς τους Χριστιανούς της Ρώμης: "ενώ εγώ θέλω να κάνω το καλό, κοντά μου βρίσκεται το κακό" (Ρωμαίους Ζ/7: 21). Ο εχθρός, έχοντας σκοπό του να καταστρέψει τον άνθρωπο, προσπαθεί να τον πείσει: "Εσύ αμάρτησες, εσύ και θα εξιλεωθείς απέναντι στο Θεό".
    Πήρε ο εχθρός την Καινή Διαθήκη, την έσκισε και κράτησε μόνον την παραβολή του «καλού Σαμαρείτη», (Λουκάς Ι/10: 30-37), προσπαθώντας να πείσει τον άνθρωπο ότι μόνον με τα καλά του έργα θα σωθεί. Και ο καλοπροαίρετος άνθρωπος ξεχύνεται σε έναν αγώνα προσπαθώντας να κάνει καλά έργα επανορθωτικά, για να εξιλεωθεί μπροστά στο Θεό. Κάποιου ήταν άρρωστο το παιδί του. "Τι να κάνω έλεγε; Να πάω ξυπόλητος στην εκκλησία, να ντύσω ένα ορφανό παιδί;". Πόσα τέτοια δεν ακούμε και βλέπουμε καθημερινά! Με όλα αυτά τα έργα η ψυχή προσπαθεί να βρει ανάπαυση από το αμαρτωλό παρελθόν της. Παρ’ όλα αυτά όμως εξιλέωση δεν έρχεται. Και βεβαίως η αμαρτωλότητα δε σταματάει. Την επόμενη μέρα είναι πάλι ο ίδιος και χειρότερος. Πριν καν εξιλεωθεί από τις χθεσινές παραβάσεις, έρχονται νέες και σε λίγο άλλες. Κάποια στιγμή τούτον τον αρχικό ζήλο, για να σωθεί ο άνθρωπος, έρχεται να τον σκεπάσει ο απογοήτευση. Δεν μπορώ, δε γίνεται τίποτα. Ο εχθρός πάντα δίπλα στον άνθρωπο ψιθυρίζει: "Ε! άνθρωπος είσαι, δεν πειράζει που κοιτάζεις πονηρά τη γυναίκα του άλλου, ουδείς αναμάρτητος" και πολλά άλλα παρόμοια, με σκοπό να κοιμίσει και να παραπλανήσει τον άνθρωπο.
      Ποτέ δε θα λείψουν οι εισηγήσεις του διαβόλου. Άλλωστε από την ώρα που γεννιέται ο άνθρωπος ένας μεγάλος αγώνας αρχίζει. Αγωνίζεται ο διάβολος, για να τον καταστρέψει και αγωνίζεται και ο Θεός, για να τον σώσει. Στη μέση ο άνθρωπος, μέσα στην ελευθερία, που ο Θεός του έδωσε, κρίνει κάθε στιγμή στη ζωή του με ποιον είναι, με ποιον θα ζήσει στην αιωνιότητα, κοντά στο Θεό ή κοντά στο Διάβολο, όπου είναι αιώνια κόλαση. Ο Απόστολος Παύλος είναι  αποκαλυπτικός για την κατάσταση στην οποία ευρίσκεται ο άνθρωπος. "Ταλαίπωρος άνθρωπος εγώ. Ποιος λοιπόν θα με τραβήξει και θα με βγάλει έξω από το λάκκο της ταλαιπωρίας". (Ησαΐας Σ/6: 5).
     Απέναντι στην αδιέξοδη προσπάθεια να σωθεί ο άνθρωπος με τα έργα του, η Αγία Γραφή, ο αψευδής και αιώνιος Λόγος του Θεού μας παρουσιάζει ένα άλλο σχέδιο για τη σωτηρία του ανθρώπου, το οποίο συνέλαβε, μέσα στην πανσοφία Του ο Θεός. Τούτο το σχέδιο του Θεού για τη σωτηρία του αμαρτωλού ανθρώπου δε θα λέγαμε ότι είναι διαφορετικό, αλλά ότι είναι τελείως αντίθετο από το προηγούμενο. Σύμφωνα λοιπόν με το σχέδιο του Θεού για τη σωτηρία του ανθρώπου δε χρειάζονται ανθρώπινα έργα και ανθρώπινες προσπάθειες. Το Έργο που χρειάζεται για τη δικαίωση του ανθρώπου δεν το κάνει ο αμαρτωλός άνθρωπος, το έχει κάνει ο ίδιος ο Θεός. Είναι ένα Έργο το οποίο έκανε ο Θεός και το προσφέρει δωρεάν "κατά χάριν", σε κάθε άνθρωπο, που ειλικρινά θα μετανιώσει και θα εκζήτησει το Θεό στη ζωή του. Το Έργο αυτό του Θεού, που είναι για όλους τους ανθρώπους, περικλείεται μέσα σε λίγες μόνον φράσεις της Καινής Διαθήκης. «Τόσον αγάπησε ο Θεός τον κόσμο, ώστε έδωκε τον υιό Αυτού τον μονογενή, δια να μη απολεσθεί πας ο πιστεύων εις αυτόν, αλλά να έχει ζωήν αιώνιον» (Ιωάννης Γ/3: 16). Ευχαριστούμε το Θεό πάνω απ’ όλα για κείνο το «πας». Μέσα σ’ αυτό είμαι και εγώ, είσαι και συ, ψυχή. Είναι και αυτός που μένει στην Ανταρκτική, στην Αφρική, ή όπου γης.
      Η αγάπη του Πατέρα δεν άφησε τον άνθρωπο να αγωνίζεται μόνος μέσα στο σκοτάδι, την άγνοια και το φόβο, χωρίς κανένα αποτέλεσμα. Πόσο χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα του Πέτρου. (Λουκάς Ε/5: 1-11)! «Διδάσκαλε δι’ όλης της νυκτός κοπιάσαντες ουδέν πιάσαμε». Αυτή θα ήταν η κατάληξη του ανθρώπου, αν ο Θεός δεν είχε κάνει, διά Ιησού Χριστού, το ΕΡΓΟ της σωτηρίας για τον άνθρωπο. Πόνος και κόπος μέσα στη νύχτα της ζωής και το αποτέλεσμα «ουδέν». Όμως έρχεται ο Κύριος και λέει. "Ναι, με τις δικές σας προσπάθειες δεν πιάσατε τίποτα, όμως τώρα ακούμπα πάνω στο Δικό μου σχέδιο". «Επανήγαγε το πλοίον εις τα βαθέα και ρίψατε τα δίκτυα σας για να ψαρέψετε» (Λουκάς Ε/5: 4). Ακολουθώντας την εντολή του Κυρίου πήγαν να ψαρέψουν μέρα μεσημέρι, ενώ το ψάρεμα γίνεται τη νύχτα, και το αποτέλεσμα ήταν μοναδικό. «συνέκλεισαν πλήθος πολύ ιχθύων και διεσχίζετο το δίκτυον αυτών». Τι συνέβη μεταξύ της πρώτης και της δεύτερης προσπάθειας; Συνέβη εκείνο το συνταρακτικό το οποίο ο Πέτρος είπε: : Κύριε, ας είναι μεσημέρι, ας μην έχει ψάρια η θάλασσα, όμως «επί τω λόγω Σου θέλω ρίψει το δίκτυον». Επειδή το είπες Εσύ Κύριε και επειδή ο Λόγος ο δικό Σου είναι μόνον αλήθεια.
     Ψυχή, ακουμπάς πάνω στο σχέδιο του Θεού ή προσπαθείς να σωθείς με τα δικά σου έργα; Η αγάπη του Πατέρα «έδωσε». Έδωσε ό,τι πιο πολύτιμο είχε. Έδωσε τον Υιόν Αυτού, το μονογενή. Γεννήθηκε σε μια φάτνη, μικρός, φτωχός, καταφρονημένος, απερριμένος από τους ανθρώπους (Ησαΐας ΝΓ/53), για μένα, για σένα, για την κάθε ψυχή που θα χαμηλώσει τα μάτια του εγωισμού της και θα πει μέσα από την καρδιά της «σ΄ ευχαριστώ Κύριε». Ένα μικρό παιδάκι που χώρεσε μέσα σε μια φάτνη. Ποιος; Ο Υιός του Θεού του ζώντος. Εκείνος που είπε: «Ο ουρανός είναι ο θρόνος μου και η γη υποπόδιον των ποδών μου». Έπρεπε να μικρύνει τόσο πολύ ο Θεός; Ναι. Για να έρθει, να ψάξει και να βρει εμένα, τον μικρό, τον χαμένο, τον αμαρτωλό.
    Κάποιος προσπαθούσε έξω από το σπίτι του να δώσει τροφή σε κάποια πουλάκια και καθώς τα πλησίαζε, εκείνα φτερούγιζαν και έφευγαν μακριά. Απελπισμένος κάποια στιγμή σκέφτηκε. "Αχ να μπορούσα να γινόμουν πουλί, πόσο εύκολα θα τα πλησίαζα!"
    Χριστούγεννα σημαίνει "Αγάπη", σημαίνει ότι ο Θεός έγινε άνθρωπος, για να σώσει τον άνθρωπο. Πρόκειται για πράξη υπέρτατης αγάπης. Το πεπερασμένο μυαλό μας δεν μπορεί να συλλάβει πόσο ακριβά στοίχισε το μοναδικό τούτο Έργο του Θεού και στον Πατέρα και στον Υιό. Ήρθε στην αφιλόξενη γη μας. Έγινε "όμοιος με ημάς, παρ’ εκτός αμαρτίας", διήλθε ανάμεσά μας «ευεργετών και θεραπεύων» (Πράξεις Ι/10: 38). Μας έδειξε τον Πατέρα Θεό, έναν πατέρα που θέλει όλοι οι άνθρωποι να σωθούν και να έρθουν σε μετάνοια (Β' Πέτρου Γ/3: 9). Είναι ένας Πατέρας που μισεί την αμαρτία, αλλά αγαπάει τον αμαρτωλό και θέλει να τον καθαρίσει, να τον λυτρώσει, από τα δεσμά του εχθρού της ψυχής και να τον πάρει μαζί Του στον ουρανό αιωνίως. Ένας Πατέρας που ξημέρωσε και τούτη την ημέρα, όχι για να φάμε, να πιούμε ή να πάμε εκδρομή, αλλά για να μιλήσει και σήμερα σε κάποιες ψυχές και να τους πει : «Σ΄ αγαπάω. Έκανα για σένα ψυχή ένα τέλειο έργο, αν το δεχθείς θα σωθείς αιωνίως. Αν το απορρίψεις, μέσα στην ελευθερία σου, θα απολεσθείς αιωνίως, εξ αιτίας της αμαρτίας σου».
   Πάνω απ’ όλα ο Χριστός ήρθε στον κόσμο, για να πεθάνει στη θέση του κάθε ανθρώπου, πληρώνοντας έτσι για την αμαρτία του και ικανοποιώντας την Άγια Δικαιοσύνη του Θεού. Καθώς «πάντες ήμαρτον και υστερούνται της δόξης του Θεού» (Ρωμαίους Γ/3: 23) και καθώς ο «μισθός της αμαρτίας είναι θάνατος» (Ρωμαίους Σ/6: 23), όλοι οι άνθρωποι θα έπρεπε να πεθάνουν. Όμως από αγάπη επενέβη ο Θεός και έδωσε τον Υιόν Του να πεθάνει στη θέση της δική μας, για να ζήσουμε εμείς αιώνια κοντά Του.
     Συνεπώς ο αμαρτωλός που θέλει να εξιλεωθεί μπροστά στο Θεό, πρέπει να στηριχθεί στο Έργο που έκανε ο Θεός για τη σωτηρία του. Με άλλα λόγια θα πρέπει ο άνθρωπος να εγκαταλείψει το "εγώ" του και να πιστέψει στο Έργο το οποίο έκανε ο Θεός δια Ιησού Χριστού. Η Καινή Διαθήκη τονίζει: «έχομεν άφεσην αμαρτιών, εν τω αίματι του Χριστού» (Koλοσσαείς Α/1: 14), διά του οποίου (Ιησού Χριστού) έχουμε την απολύτρωση διαμέσου τού αίματός του, την άφεση των αμαρτημάτων, σύμφωνα με τον πλούτο τής χάρης του (Εφεσίους Α/1: 7), «έχωμεν σωτηρία εν Αυτώ», "και δεν υπάρχει δι’ ουδενός άλλου η σωτηρία επειδή, ούτε άλλο όνομα είναι δοσμένο κάτω από τον ουρανό ανάμεσα στους ανθρώπους, διαμέσου τού οποίου πρέπει να σωθούμε" (Πράξεις Δ/4: 12). Αλήθεια, πόσο μεγάλη σιγουριά μας προσφέρει ο Λόγος του Θεού για τη συγχώρεση των αμαρτιών μας και τη δικαίωσή μας διά του Χριστού.
      Να γιατί ο Κύριος ήταν κατηγορηματικός, όταν οι μαθητές τον ρώτησαν: «Τι να κάνουμε για να εργαζόμεθα τα έργα του Θεού. Τούτο είναι το έργο του Θεού, να πιστεύσητε εις τούτον τον οποίον Εκείνος απέστειλε» (Ιωάννης  Σ/6: 29).
     Συνεπώς, για να σωθεί ο άνθρωπος δε χρειάζονται κάποια έργα ή άλλες ανθρώπινες προσπάθειες. Το Έργο της σωτηρίας είναι έτοιμο, είναι τέλειο. Ολοκληρώθηκε με το "τετέλεσται" του Χριστού πάνω στο σταυρό και προσφέρεται σήμερα "που είναι καιρός ευπρόσδεκτός, που είναι καιρός σωτηρίας" (Β΄ Κορινθίους Σ/6: 2) σε κάθε άνθρωπο. Προσφέρεται στον κάθε "ληστή" που μετανοήσει για το αμαρτωλό παρελθόν του, σε καθένα που θα στρέψει ένα βλέμμα πίστης σ’ Αυτόν και θα πει: «Θυμίσουμαι Κύριε …..», για να λάβει την απάντηση μέσα στην καρδιά του: «από σήμερα είσαι μαζί μου…». Κύριε, αυτός είναι ληστής είναι κακούργος, τι του υπόσχεσαι; Όχι, θα πει ο Κύριος, ήταν ληστής, ήταν κακούργος, τώρα είναι Δικός μου για πάντα. "Τον καιρόν της αγνοίας ο Θεός συγχώρεσε"  (Πράξεις ΙΖ/17: 17). Μα δεν πρόλαβε να κάνει καλά έργα. Πρόλαβε και αναγνώρισε και δέχτηκε μέσα στην καρδιά του το σωτήριο ΕΡΓΟ που ο Θεός έκανε δια Ιησού Χριστού πάνω στο σταυρό του Γολγοθά. Από σήμερα και για όλη την αιωνιότητα θα είναι μαζί Μου. Ο άλλος ο ληστής, που δεν αναγνώρισε το Έργο του Θεού δια Ιησού Χριστού, τι έγινε; Από σήμερα και για όλη την αιωνιότητα θα είναι μακριά από Μένα. Τόσο αυστηρός είσαι, Κύριε, Συ που είσαι Θεός Αγάπης; Ναι θα είναι μακριά από Μένα, γιατί αυτό επιβάλει η δικαιοσύνη. Είμαι Θεός Άγιος, οικτίρμων και ελεήμων, αλλά είμαι και Θεός δίκαιος (Β΄ Κορινθίους Θ/9: 9).
       Αν είσαι δικαστής και φέρουν το παιδί σου στο δικαστήριο με την αποδεδειγμένη κατηγορία ότι έκλεψε, δεν μπορείς ποτέ και σε καμία περίπτωση να πεις: «Αθώος ο κατηγορούμενος». Εάν το πεις, δεν είσαι δίκαιος αλλά άδικος. Με τον τρόπο αυτό έχεις καταλύσει κάθε έννοια δικαιοσύνης. Έτσι και ο Θεός χάριν της δικαιοσύνης δεν θα μπορεί εκείνη την ημέρα να δεχθεί και να συγχωρήσει την αμετανόητη  καρδιά.
      Τις αμαρτίες μας μπορεί να τις συγχωρεί μόνον ο Χριστός και μάλιστα μόνον όσο είμαστε σ’ αυτή τη ζωή, αφού με ειλικρίνεια τις εξομολογηθούμε σ’ Αυτόν. Ο Λόγος του Θεού κατηγορηματικά μας διαβεβαιώνει: "Αλλά, για να γνωρίσετε ότι ο Υιός τού ανθρώπου έχει εξουσία επάνω στη γη να συγχωρεί αμαρτίες, λέει τότε στον παράλυτο: Σήκω επάνω και σήκωσε το κρεβάτι σου, και πήγαινε στο σπίτι σου" (Ματθαίος Θ/9: 6). Στον ουρανό, σύμφωνα με το Λόγο του Θεού, δεν μπορούν να συγχωρεθούν αμαρτίες του ανθρώπου.
      Το κέντρο της σωτηρίας του ανθρώπου είναι ΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ ΘΕΟΥ διά Ιησού Χριστού. Εάν ο άνθρωπος στηρίξει τη σωτηρία του και στη δική του συμμετοχή και στα δικά του έργα, σιγά – σιγά θα δημιουργηθούν συνθήκες, που θα μετατοπίσουν το κέντρο βάρος της σωτηρίας του από το Έργο του Θεού στα έργα τα δικά του.
     Ο Λόγος του Θεού διακηρύττει: «κατά χάριν είστε σεσωσμένοι, διά της πίστεως και τούτο δεν είναι από σας, Θεού το δώρον, ουχί εξ’ έργων, δια να μην καυχηθεί τις» (Εφεσίους Β/2: 8, 9). Για να μην καυχηθεί κάποιος μπροστά στο Θεό εκείνη την ημέρα. Συνεπώς ο άνθρωπος δε σώζεται με τα έργα του, αλλά με τη χάρη του Θεού. Ο Απόστολος Παύλος χαρακτηρίζει ανόητους τους Χριστιανούς της Γαλατείας, οι οποίοι δεν πίστευαν αυτή τη μεγάλη αλήθεια και τους τονίζει: «αν η δικαίωση του ανθρώπου γίνεται μέσα από τα έργα του Νόμου (Μωσαϊκού), άρα ο Χριστός εις μάτην απέθανε». (Γαλάτας Β/2: 21). Επίσης τονίζεται ότι  «από τα έργα του νόμου, δεν θα δικαιωθεί κανένας άνθρωπος μπροστά στο Θεό» (Ρωμαίους Γ/3: 20).
     Ίσως πει κάποιος: "τότε δε χρειάζεται να κάνουμε καλά έργα;" Ασφαλώς και χρειάζεται, όχι όμως, για σωθούμε, αφού η σωτηρία είναι «κατά χάριν», είναι δώρο του Θεού. Τα καλά έργα θα τα κάνουμε ως ένδειξη ευχαριστίας και ευγνωμοσύνης μας προς το Θεό για τη σωτηρία που μας χάρισε. Εάν η σωτηρία ήταν μέσα από τα έργα του ανθρώπου, τότε δε θα είχαμε όλοι τις ίδιες ευκαιρίες, για να σωθούμε και εν πάσει περιπτώσει ο ληστής δε θα έπρεπε να σωθεί, γιατί δεν είχε κάνει κανένα καλό έργο.
      Καθώς ο Κύριος βλέπει ότι η καρδιά τούτου του νέου είναι "κολλημένη στα κτήματά του", τα οποία ήταν πάρα πολλά  λέγει: «εν σοι λείπει, πήγαινε πώλησον όσα έχεις ….». Δεν μπορεί η καρδιά σου να είναι και με Μένα και με κάτι άλλο. Δεν μπορείς και με Μένα και με τις δικές σου προσπάθειες. Ο Κύριος διευκρίνισε ότι κανένας δε μπορεί να δουλεύει δύο κυρίους. "Κανένας δούλος δεν μπορεί να δουλεύει δύο κυρίους επειδή, ή τον έναν θα μισήσει, και τον άλλον θα αγαπήσει ή στον έναν θα προσκολληθεί, και τον άλλον θα καταφρονήσει. Δεν μπορείτε να δουλεύετε τον Θεό και τον μαμωνά" (Λουκάς ΙΣ/16: 13). 
    Ο άνθρωπος του Θεού δεν θα πρέπει ν' αφήνει τον πλούτο να κυριαρχεί πάνω του και να τον εξουσιάζει. Είναι φανερό ότι ο Κύριος δεν επέπληξε τούτο τον νέο άνθρωπο για τα πλούτη του, αλλά του ζήτησε να βάλει τον Κύριο πάνω απ’ όλα μέσα στην καρδιά του και τη ζωή του και για το σκοπό αυτό να θυσιάσει τα πάντα. Του ζήτησε να λάβει το Έργο του Θεού μέσα στην καρδιά του και να μη στηρίζεται στα έργα τα δικά του. Η συνέχεια: «σκυθρωπιάσας, ανεχώρησε λυπούμενος …». Τραγωδία. 
       Είθε να μη συμβεί σε κανέναν από μας. Αρνήθηκε να δώσει την πρώτη θέση μέσα στη ζωή του στο Χριστό. Στηρίχτηκε στις δικές του δυνάμεις, στα κτήματά του και αρνήθηκε τη σωτήρια «χάρη» του Θεού. ---


 



Κυριακή 14 Αυγούστου 2011

OI ΤΡΙΚΥΜΙΕΣ

 
 
OI ΤΡΙΚΥΜΙΕΣ.
  
Είναι η βάρκα σου στο κύμα, κι ο βοριάς φυσάει δυνατά,

γύρω σου η τρικυμία, πάει να σκίσει τα πανιά.

Τι σε κάνει να φοβάσαι, μέσ’ τη βάρκα είν’ ο Χριστός,

δεν αφήνει τα παιδιά Του, το τιμόνι το έχει Αυτός.

Σου υποσχέθηκε τη νίκη, είναι ο Λόγος Του αληθείς,

το ένα θαύμα πίσω απ’ το άλλο, θα δοξάζεις θα υμνείς.

Τι σε κάνει να φοβάσαι ….

Ισχυρός για να σε σώσει, δυνατός να σ’ οδηγεί,

η εγγύηση της νίκης, ο Χριστός θριαμβευτής.

Σου έχει δώσει εξουσία, σ’ έχει κάνει δυνατό,

πάντα ακούει τις προσευχές σου, μέσα σου ζει ο Χριστός.

Τι σε κάνει να φοβάσαι…..



Ευαγγέλιο "κατά ΜΑΡΚΟΝ", κεφ. Δ/4, εδ. 35-41.
 
35 Και λέγει προς αυτούς εν εκείνη τη ημέρα, ότε έγεινεν εσπέρα. Ας διέλθωμεν εις το πέραν.
36 Και αφήσαντες τον όχλον, παραλαμβάνουσιν αυτόν ως ήτο εν τω πλοίω και άλλα δε πλοιάρια ήσαν μετ' αυτού.
37 Και γίνεται μέγας ανεμοστρόβιλος και τα κύματα εισέβαλλον εις το πλοίον, ώστε αυτό ήδη εγεμίζετο.
38 Και αυτός ήτο επί της πρύμνης κοιμώμενος επί το προσκεφάλαιον και εξυπνούσιν αυτόν και λέγουσι προς αυτόν Διδάσκαλε, δεν σε μέλει ότι χανόμεθα;
39 Και σηκωθείς επετίμησε τον άνεμον και είπε προς την θάλασσαν Σιώπα, ησύχασον. Και έπαυσεν ο άνεμος, και έγεινε γαλήνη μεγάλη.
40 Και είπε προς αυτούς Διά τι είσθε ούτω δειλοί; πως δεν έχετε πίστιν;
41 Και εφοβήθησαν φόβον μέγαν και έλεγον προς αλλήλους. Τις λοιπόν είναι ούτος, ότι και ο άνεμος και η θάλασσα υπακούουσιν εις αυτόν;

Ευαγγέλιο "κατά ΙΩΑΝΝΗΝ",  κεφ. Σ6, εδ. 16-19.

16 Καθώς δε έγινεν εσπέρα, κατέβησαν οι μαθηταί αυτού εις την θάλασσαν,
17 και εμβάντες εις το πλοίον, ήρχοντο πέραν της θαλάσσης εις Καπερναούμ. Και είχεν ήδη γείνει σκότος και ο Ιησούς δεν είχεν ελθεί προς αυτούς,
18 και η θάλασσα υψώνετο, επειδή έπνεε δυνατός άνεμος.
19 Αφού λοιπόν εκωπηλάτησαν ως εικοσιπέντε ή τριάκοντα στάδια βλέπουσι τον Ιησούν περιπατούντα επί της θαλάσσης και πλησιάζοντα εις το πλοίον, και εφοβήθησαν.

          ΣΧΟΛΙΑ :
     Δύο θαυμάσια περιστατικά διαβάσαμε μέσα από τον αιώνιο Λόγο του Θεού που μοιάζουν να είναι ξεχωριστά, να είναι διαφορετικά.
     Στο πρώτο κείμενο έχει ξεσπάσει μια μεγάλη η τρικυμία, όμως είναι ημέρα και το κυριότερο είναι κοντά ο Κύριος, Τον βλέπεις, του μιλάς, αισθάνεσαι την παρουσία Του, την ασφάλειά Του.
     Στο δεύτερο κείμενο μια έχει ξεσπάσει μια ακόμα μεγαλύτερη τρικυμία, γύρω έχει απλωθεί βαθύ σκοτάδι και το κυριότερο ο Ιησούς είναι μακριά.
     Ζητάς τον Κύριο, πας να πιαστείς απ’ Αυτόν και νομίζεις ότι ο Κύριος δεν είναι μαζί σου, δεν είναι μέσα στο καράβι της ζωής σου. Εύλογα φθάνει στα χείλη το ερώτημα των μαθητών: "Δεν σε μέλει Κύριε που χανόμαστε;" Δεν σε νοιάζει Κύριε για μένα, που χάνομαι μέσα στα προβλήματα, τις τρικυμίες, τα αδιέξοδα, τις δυσκολίες τούτης της ζωής; Είναι η ώρα του εχθρού, η ώρα του πονηρού, είναι η ώρα που θα έρθει να σου ψιθυρίσει: "Έλπισες στο Θεό; Ω πόσο λάθος έκανες, που είναι ο Θεός σου τώρα που τον έχεις ανάγκη, τώρα που η τρικυμία πάει να καταπιεί το καράβι σου;" 
      Πόσες φορές δεν περνάμε από τέτοιες δοκιμασίες, πόσες φορές  δεν ανεβαίνει στην καρδιά μας το ίδιο παράπονο, η ίδια απορία: "Κύριε γιατί δεν επεμβαίνεις; Δεν ακούς την προσευχή μου;" Τότε έρχεται στην καρδιά μου η απάντηση: "Είναι δυνατόν, Αυτός που σε αγάπησε και πέθανε για σένα για να σε σώσει, να σε αφήσει τώρα να χαθείς;" Ο Λυτρωτής είναι μαζί μου, με παρακολουθεί σε κάθε βήμα της ζωής μου, όμως θα πρέπει να μάθω να Τον εμπιστεύομαι. Ψυχή, μην κοιτάζεις τα κύματα και τη φουρτούνα. Άφησε τον εαυτόν σου, το πρόβλημά σου, με εμπιστοσύνη στα χέρια Του. Μην παραπονιέσαι για το πόσο μεγάλη είναι η τρικυμία που περνάς, αλλά σκέψου πόσο μεγάλος είναι ο Θεός στον οποίον πιστεύεις! Μέσα από τις δοκιμασίες θα βγεις πιο δυνατός, πιο καθαρός, πιο χρήσιμος στα χέρια Του.  Ο Λυτρωτής μας υπόσχεται:! "Δεν θα σε λησμονήσω, σ' έχω ζωγραφίσει στις παλάμες μου" (Ησαΐας ΜΘ/49: 16). Τα σημάδια των καρφιών στα χέρια Του έγιναν για σένα, δεν θα Τον αφήσουν να σε λησμονήσει. Η ευλογημένη επέμβασή Του θα έρθει σίγουρα και στην ώρα της.  
    Σ΄ ένα κινηματογραφικό έργο με θέμα την κατοχή (1940) μια ομάδα Εβραίων οδηγείται στα κρεματόρια. Γυμνοί, σκυθρωποί, ένα βήμα από τον πιο εξευτελιστικό θάνατο. Ένας απ’ αυτούς, καθώς σέρνει το κορμί του προς το θάνατο, σηκώνει τα μάτια προς τον ουρανό ψιθυρίζοντας τον ψαλμό του Δαυίδ (ΚΓ/23, εδ.4) «Και εν κοιλάδι σκιάς θανάτου εάν περιπατήσω, δεν θέλω φοβηθεί κακόν, διότι Εσύ Κύριε είσαι μετ’ εμού». Μπορεί με τα σάρκινα μάτια να μην έβλεπε τον Κύριο, όμως με τα πνευματικά μάτια, με τα μάτια της πίστης τον είχε δίπλα του, τον είχε  πολύ κοντά του.
      Κοιτάζεις στον καταγάλανο ουρανό, βλέπεις τον ήλιο και θαυμάζεις αυτό το τέλειο δημιούργημα του Θεού, που δίνει τη ζωή στα πάντα γύρω μας. Κοιτάζεις την επόμενη μέρα που έχει συννεφιά, αντάρα, τρικυμία και μόνο μαυρίλα βλέπεις, ο ήλιος δεν φαίνεται πουθενά. Όμως αυτό τι σημαίνει; Ότι χάθηκε ο ήλιος, ότι δεν υπάρχει ήλιος; Ο ήλιος υπάρχει, συνεχίζει να στέλνει το πολύτιμό του φως, είναι την κάθε ώρα στο σημείο που πρέπει να βρίσκεται.
      Δε χάνεται ο ήλιος από τη ζωή μας, απλά έρχονται τα σύννεφα (τα προβλήματα) πολλές φορές να τον κρύψουν, με αποτέλεσμα να μην τον βλέπουμε. Το ίδιο και με το Χριστό. Δε χάνεται, δεν εγκαταλείπει την ψυχή που θα Τον επικαλεστεί στη ζωή της. Αφήνει τα 99 πρόβατα για να ψάξει στα βουνά και τα λαγκάδια (όπου επέλεξες για να ζήσεις τη ζωή σου, ψυχή) για να βρει το ένα χαμένο πρόβατο (Ματθαίος ΙΗ/18: 11-14) Θέλει όλους να τους σώσει και να τους φέρει σε μετάνοια. (Α΄ Τιμοθέου Β/2: 4).
      Μπορεί οι συνθήκες της ζωής να αλλάζουν, αλλά ο Χριστός παραμένει ο ίδιος. Δεν αλλάζει, δεν αλλοιώνεται η δύναμή Του, δε μικραίνει το χέρι Του, δε βαρύνει το αυτί Του (Ησαΐας ΝΘ/59: 1). Πόσο ευτυχισμένη είναι εκείνη η ψυχή που σε πείσμα της συννεφιάς, της τρικυμίας, σε πείσμα των εξωτερικών συνθηκών, ακουμπάει επάνω Του! Τον βλέπει με τα μάτια της πίστης και τον εμπιστεύεται. Έντονο είναι το παράπονο του Κυρίου: "Θωμά με είδες και πίστεψες; Μακάριοι οι μη ειδόντες και πιστεύσαντες" (Ιωάννης Κ/20: 29).
      Οι περιστάσεις της ζωής, οι δυσκολίες, το σκοτάδι που απλώνεται γύρω μας, «πνευματικό σκοτάδι» πάνω απ’ όλα, έρχονται να κρύψουν καμιά φορά το Χριστό από τη ζωή μας. Αυτό μπορεί να συμβεί. Ένα όμως πράγμα δεν μπορεί να συμβεί, όποια κι αν είναι τα γεγονότα, να μας κρύψουν από τα μάτια του Χριστού. Το μυστικό της σωτηρίας του πιστού ανθρώπου δεν έγκειται στο γεγονός ότι εμείς έχουμε τη δυνατότητα να βλέπουμε πάντοτε το Χριστό, αλλά ότι Εκείνος ποτέ δε μας χάνει από τα μάτια Tου, ποτέ δε μας ξεχνά. Η υπόσχεσή Του είναι: "ιδού, εγώ είμαι μεθ' υμών πάσας τας ημέρας έως της συντελείας του αιώνος" (Ματθαίος ΚΗ/28: 20).
      Πολλές φορές η ζωή μοιάζει με ένα καράβι (ένα καρυδότσουφλο καλύτερα) που βρίσκεται μέσα στην τρικυμία. Έτσι κατάντησε τη ζωή η αμαρτία και η αποστασία του ανθρώπου από το Θεό. Και είναι τυφλή τούτη η τρικυμία. Δεν ξεχωρίζει, δεν ξέρει να διαβάσει, δεν μπορεί να διακρίνει. Μόνο να χτυπήσει ξέρει, όσο μπορεί πιο σκληρά, για να εξουθενώσει τον άνθρωπο.
      Ο άνθρωπος είχε πλαστεί από το Δημιουργό για να ζει αιώνια κοντά Του. Ρητή η προειδοποίηση του Θεού. "Πρόσεξε δεν θα φας απ’ αυτόν τον καρπό (δεν θα παρακούσεις, δεν θα αμαρτήσεις), γιατί αν το κάνεις, θέλεις εξάπαντος αποθάνει" (Γένεση Β/2:  16,17). Το ίδιο λέει σε κάθε ψυχή και σήμερα ο Θεός. Παρ' όλα αυτά ο άνθρωπος αμάρτησε και από εκείνη την ώρα δεν είχε μόνον ο Θεός δικαιώματα μέσα στη ζωή του, δικαιώματα είχε πλέον και ο εχθρός της ψυχής, ο διάβολος. Αυτό ήταν το αποτέλεσμα της αμαρτίας. Να πως μπήκαν οι τρικυμίες μέσα στη ζωή του ανθρώπου, ο πόνος, η θλίψη, το κακό, ο θάνατος. Μάλιστα φθάσαμε στο σημείο ζωή να σημαίνει θλίψη και πόνος. Στο ψαλμό 90 αναφέρεται: «Οι ημέρες τής ζωής μας είναι ουσιαστικά 70 χρόνια, και αν είμαστε σε ευρωστία, 80 χρόνια, όμως, και το καλύτερο μέρος τους είναι κόπος και πόνος, επειδή γρήγορα παρέρχεται, και εμείς πετάμε».
    Απέκτησε δικαιώματα πάνω στον άνθρωπο ο διάβολος, ο οποίος είναι «απ’ αρχής ανθρωποκτόνος» (Ιωάννης Η/8: 44). Ένα στόχο έχει για την κάθε ψυχή που είναι δημιούργημα του Θεού, να την ταλαιπωρήσει και να την πάρει μαζί του αιωνίως. Ο Κύριός μας ο Ιησούς Χριστός ήταν «άνθρωπος θλίψεων και δόκιμος ασθενείας» (Ησαΐας ΝΓ/53: 3). Ο πολύπαθος Ιώβ έρχεται να μας πει κάτι χαρακτηριστικό για τον ανθρώπινο πόνο: «Ο άνθρωπος γεννάται για τη θλίψη και οι νεοσσοί των αετών για να πετούν ψηλά» (Ιώβ Ε/5: 7).
    Πόσο παρήγορα αντηχούν τα λόγια του Κυρίου μέσα στον κόσμο των δακρύων, όπως αυτά αναφέρονται στο βιβλίο της Αποκάλυψης! «Δεν θέλουσι πεινάσει πλέον, ουδέ θέλει πέσει επ’ αυτούς ο ήλιος, ουδέ κανέν καυμα, διότι το Αρνίον (ο Ιησούς Χριστός) το ανάμεσον του θρόνου θέλει ποιμάνει αυτούς και οδηγήσει αυτούς εις ζώσας πηγάς υδάτων, και θέλει εξαλείψει ο Θεός παν δάκρυον από των οφθαλμών αυτών» (Αποκάλυψη Ζ/7: 16,17). Αυτή είναι η υπόσχεση του Θεού στους δικούς Του. (Θεσσαλονικείς Δ/4: 16-17. Αυτή τη ζωή υπόσχεται ο Θεός στους δικούς του. Άραγε αυτή είναι η πιο παρήγορη υπόσχεση του Θεού στον άνθρωπο; Θα έλεγα όχι. Η πιο παρήγορη υπόσχεση του Θεού θεωρώ ότι αναφέρεται στο Ευαγγέλιο "κατά Λουκάν" (κεφ. ΙΣ/16: 17) & "κατά Ματθαίον" (κεφ. Ε/5: 18) και είναι : “Η γη και ουρανός θα παρέλθουν, ένα (ι ) δεν θα υπάρξει που να μην εκπληρωθεί από το Λόγο του Θεού”.
      Με μπουνάτσα, με καλό καιρό ξεκίνησαν οι μαθητές για να περάσουν τη θάλασσα της Γαλιλαίας. Όλα ήταν καλά, όλα ήταν ευχάριστα. Ξαφνικά, τελείως απρόσμενα, εκεί που κανένας δεν το περίμενε, ξέσπασε μέγας ανεμοστρόβιλος. Και τούτο είναι ένα μεγάλο χαρακτηριστικό της ζωής. Απρόσμενες οι μπόρες, ξαφνικές, έρχονται για να φέρουν τα “πάνω κάτω”. Εύλογα την ώρα της μεγάλης δοκιμασίας ένα “γιατί;” ανεβαίνει στα χείλη όλων μας, ένα πανανθρώπινο "γιατί;" Δεν υπάρχει καρδιά που να μην ανέβηκε, χείλη, που να μην ψιθύρισε τούτο το "γιατί". Γιατί, Θεέ μου, γιατί το επέτρεψες αυτό; Γιατί παραμένεις τόσο σιωπηλός. Ακόμα και ο Υιός του Θεού πάνω στο σταυρό του Γολγοθά το ψιθύρισε: “Θεέ μου γιατί με εγκατέλειπες” (Ματθαίος ΚΖ/27: 46 & Μαρκος ΙΕ/15: 34).
    Κατά καιρούς πολλοί προσπάθησαν να δώσουν μια εξήγηση σε τούτο το τρομερό "γιατί" σκεπτόμενοι επιπόλαια και επιφανειακά. Ακόμα και οι μαθητές, όταν βρέθηκαν κάποτε μπροστά σ’ έναν εκ γενετής τυφλό, ρώτησαν τον Κύριο: "Γιατί, Κύριε, γεννήθηκε αυτός ο άνθρωπος τυφλός; Αυτός αμάρτησε ή οι γονείς του;”. Εύκολη η εξήγηση του πόνου, της τρικυμίας, όμως ο Χριστός δεν τη δέχτηκε αυτή την εξήγηση, γιατί δεν ανταποκρινόταν στην πραγματικότητα (Ιωάννης Θ/9: 1-3). 
      Καθώς ο Απ. Παύλο αναλύει στους Κορίνθιους Χριστιανούς τον “ύμνο της Αγάπης”, έρχεται να τους ομολογήσει μια μεγάλη αλήθεια: Σ’ αυτή τη ζωή “εν κατόπτρω βλέπουμε τα πράγματα, αινιγματωδώς, τότε δε πρόσωπο προς πρόσωπο, τώρα γνωρίζω κατά μέρος, τότε θέλω γνωρίσει καθώς και εγνωρίσθην” (Α΄ Κορινθίους ΙΓ/13: 12,). Μέσα στην αιωνιότητα θα υπάρξει τούτη η ώρα που θα γνωρίσουμε τα πάντα.
    Σ’ αυτή τη ζωή κάτω απ’ αυτές τις συνθήκες μην προσπαθούμε να λύσουμε το μυστήριο του πόνου. Ο Λόγος του Θεού για δύο πράγματα μας διαβεβαιώνει:
1/ “Όταν κρινώμεθα, παιδευόμεθα υπό του Κυρίου, δια να μη κατακριθώμεν μετά του κόσμου" (Α΄ Κορινθίους  ΙΑ/11: 32).
2/ “Τα πάντα συνεργούσι προς το αγαθόν εις τους αγαπώντας τον Θεόν" (Ρωμαίους Η/8: 28).
      Από κάθε "τρικυμία" της ζωής μας ας βγάζουμε τα αναγκαία συμπεράσματα, ας αποκτήσουμε μεγαλύτερη πείρα, ωριμότερο χαρακτήρα, βαθύτερη πίστη, και πάνω απ’ όλα στενότερο δεσμό με το Χριστό. Κι Αυτός πόνεσε πάνω στο σταυρό. Στη ολιγόχρονη πορεία του πάνω στο φλοιό της γης μας δεν υπήρξε τρικυμία που να μην Τον χτύπησε, αν και δεν είχε κάνει αμαρτία. Ο προφήτης Ησαΐας έρχεται να μας πει χαρακτηριστικά στο ΝΓ/53 κεφάλαιο του Βιβλίου του (εδ. 5 & 6), “Αυτός ετραυματίσθη για τις παραβάσεις μας, ταλαιπωρήθηκε για τις ανομίες μας, η τιμωρία ήτις έφερε την ειρήνη ημων, ήτο επ’ αυτόν και διά των πληγών αυτού ημείς ιάθημεν”. (γιατρευτήκαμε).
      Ξαφνική και απρόσμενη ήταν η τρικυμία. Ο φόβος και ο τρόμος γέμισε τις καρδιές των μαθητών. Στο βιβλίο των «Παροιμιών» (ΚΔ/24: 10) αναφέρεται: «Εάν μικροψυχήσης εν τη ημέρα της συμφοράς, μικρά είναι η δύναμή σου». Στο πρώτο περιστατικό ο Ιησούς Χριστός μέσα στη βάρκα κοντά στους δικούς Του κοιμότανε. "Πνιγόμαστε, Κύριε, χανόμαστε, δε σε νοιάζει που χανόμαστε;" Απ’ εδώ και πέρα αρχίζουν οι ανθρώπινες δικαιολογίες: «Κύριε εσύ που μας είπες ότι ήρθες από τον ουρανό για να μας σώσεις, και μας μίλησες για αγάπη και μας είπες ότι μας έχει ετοιμάσει τόπο και ότι θα έλθεις για να μας παραλάβεις (Ιωάννης ΙΔ/14: 3) και εμείς πιστέψαμε σε Σένα. Για χατίρι σου, Κύριε, εμείς αφήσαμε τα πάντα. Χλευαστήκαμε, διωχτήκαμε. Και τώρα, Κύριε, που έχουμε ανάγκη από τη βοήθειά σου, τη συμπαράστασή σου, Εσύ κοιμάσαι; Όλα τελειώνουν τα κύματα μας πνίγουν και  Εσύ δεν νοιάζεσαι; Κάτω απ' αυτές τις συνθήκες πολλοί οδηγούνται στη λάθος αντίληψη "ο Θεός σιωπά, άρα δεν υπάρχει". 
     Σαν τους μαθητές και εμείς πολύ εύκολα καταβαλλόμαστε και προβληματιζόμαστε όταν έρχονται τρικυμίες  - δυσκολίες -  μέσα στη ζωή μας, στις οποίες μάλιστα φαίνεται ο Κύριος να μην επεμβαίνει. Όταν όλα πάνε καλά, με ευκολία διακηρύττουμε ότι τα έχουμε αφήσει όλα στον έλεγχό Του και ότι Αυτός είναι ο Τιμονιέρης στη βάρκα της ζωής μας. Όταν όμως έρχονται οι αντιξοότητες, τότε επαληθεύουμε αν είναι Αυτός που έχει τη διακυβέρνηση της ζωής μας ή όχι!
    Δύο διαφορετικοί κόσμοι ταξίδευαν μέσα σε τούτου το καράβι, ένας κόσμος ανήσυχος, ταραγμένος, δεν ξέρει που να πάει και τι να κάνει. Ένας κόσμος που βλέπει τους υιούς Ανάκ και τρομάζει (Δευτερονόμιο κεφ. Α/1 και  Αριθμοί ΛΒ/32 : 6-15). Το χαρακτηριστικό της ζωής του: ΑΠΙΣΤΙΑ. Ένας άλλος κόσμος βλέπει τα ίδια ακριβώς πράγματα, που βλέπει τους υπερμεγέθεις εκείνους άνδρες και δεν κάνει πίσω, προχωράει, γαλήνιος, ήρεμος, ήσυχος, μακάριος, ΠΙΣΤΟΣ όχι στη δύναμη τη δική του, αλλά στη δύναμη του Θεού.
      Όλοι θα πεθάνουν στην έρημο, είπε ο Θεός, γιατί απίστησαν, δε μ' εμπιστεύτηκαν. Σκέφτηκαν να νικήσουν στηριζόμενοι στις δικές τους δυνάμεις και όχι στη Δική μου δύναμη. Ο Χάλεβ, ο υιός του Ιεφωνή και ο Ιησούς του Ναυί που πίστεψαν σε μένα, που ακολούθησαν το λόγια μου κατά γράμμα, αυτοί, μόνον αυτοί θα μπουν μέσα στην πόλη. Μόνον αυτοί είναι άξιοι για το Θεό (βιβλίο Αριθμών, κεφ. ΚΣ/26, εδ.  65).
     Εξομολογούμαι ότι στη ζωή μου δε ζήλεψα τον πετυχημένο πολιτικό, το μεγαλοεπιχειρηματία, ούτε το μορφωμένο των πτυχίων και των μεταπτυχιακών σπουδών, ζήλεψα τον Ιησού που κοιμότανε μέσα στην αντάρα. Ζήλεψα εκείνον τον πιστό άνθρωπο που, παρότι τον χτύπησαν αλύπητα οι τρικυμίες της ζωής, αλλεπάλληλες οι συμφορές, στέκεται όρθιος. Τον πλησιάζεις, του λες «τι κάνεις;» και με πίστη, με γαλήνιο ύφος απαντάει: "Καλά. Δόξα σοι ο Θεός". Σ’ Αυτόν αποβλέπει, σ’ Αυτόν στηρίζεται, απ' Αυτόν παίρνει δυνάμεις.
     «Και σηκωθείς επιτίμησε τον άνεμο και είπε στη θάλασσα, σιώπα, ησύχασον» (Μάρκος Δ/4: 39). Όταν ζει κανείς κοντά στο Χριστό, ποτέ δεν πρέπει να αποκλείει το θαύμα. Μ' ένα του πρόσταγμα γαλήνεψε τη θάλασσα. Είναι η ειδικότητά Του, θα λέγαμε, αυτή. Να γαληνεύει κάθε και όποια τρικυμία τούτης της ζωής, όσο μεγάλη, όσο ξαφνική κι’ αν είναι. Ποτέ μην πιστέψεις ότι η "τρικυμία" που σε χτυπάει είναι τόσο μεγάλη, που ούτε ο Κύριος δεν μπορεί να την τιθασεύσει. Είναι πιο μεγάλος και από την πιο μεγάλη τρικυμία. Κύριε, είπε ο Εκατόνταρχος, δεν είμαι άξιος να έρθεις στο σπίτι μου, ούτε εγώ είμαι άξιος να έλθω σε Σένα αλλά, «ένα λόγο πες μόνο και θα γιατρευτεί ο δούλος μου» (Λουκάς Ζ/7: 7).  Μ’ ένα λόγο μόνο γαλήνεψε η θάλασσα. Οι επεμβάσεις του Κυρίου φέρουν τη σφραγίδα της τελειότητας.
     Με ένα μόνο λόγο του Κυρίου ακολούθησε γαλήνη στις καρδιές των μαθητών, γαλήνη στη θάλασσα. Ο Κύριος είναι ο μόνος που μπορεί να φέρει τη γαλήνη. Είναι ο μόνος που καλεί και σήμερα ψυχές για να τις γαληνεύσει, για να τις ξεκουράσει για να τις ξεφορτώσει από τα μεγάλα βάρη της ζωής (Ματθαίος ΙΑ/11: 28).
      Και μέσα σ’ αυτόν τον πανικό, μέσα σ’ αυτή τη μεγάλη θλίψη και ανησυχία έρχεται παραπονεμένος ο Κύριος να κοιτάξει την ψυχή στα μάτια, για να της πει: "Δειλέ, ολιγόπιστε!, γιατί φοβήθηκες;" Γιατί δείλιασες, γιατί απελπίστηκες; Πού είναι η πίστη σου; γιατί δε Μου δείχνεις εμπιστοσύνη.; Αλήθεια τι τραγική στιγμή! Αυτό είναι το παράπονο του Κυρίου για κάθε ψυχή που θα λυγίσει, που θα δειλιάσει, που θα ολιγοπιστίσει, που δεν θα Τον εμπιστευθεί την ώρα της μεγάλης τρικυμίας. Αυτός είναι πάντοτε ο στόχος του εχθρού της ψυχής.
       Πόσο εύκολα ξεχνάμε τη μεγάλη εκείνη υπόσχεση του Θεού: "πας ο πιστεύων επ’ Αυτόν  δεν θέλει καταισχυνθεί" (Ρωμαίους Ι/10: 11). Όποιος εμπιστευθεί Αυτόν δε θα ντραπεί, δε θα μετανιώσει. Αυτός είναι το μοναδικό Πρόσωπο που έδωσε ο ουρανός για τη σωτηρία των ανθρώπων (Πράξεις Δ/4: 12). Τον έδωσε ο Θεός από αγάπη για τη σωτηρία του αμαρτωλού ανθρώπου (Ιωάννης Γ/3: 16). Έρχεται να μας θυμίσει ο Κύριος:  «δεν έδωκεν εις ημας ο Θεός πνεύμα δειλίας, αλλά δυνάμεως και αγάπης και σωφρονισμού» (επιστολή Β' Τιμοθέου, κεφ. Α/1, εδ. 7). 
         «Ολιγόπιστε γιατί δείλιασες;», αυτό είναι το παράπονο του Κυρίου.
     Μέσα από τη φουρτουνιασμένη θάλασσα τούτης της ζωής, μέσα από τις δυσκολίες δίνουμε καθημερινά ο καθένας "εξετάσεις" πίστης. Είναι η ώρα που καλούμαστε να κοιτάξουμε όχι τα μεγάλα κύματα, αλλά το δοξασμένο κι αναστημένο Κύριο Ιησού Χριστό. Μόνο τότε θα έρθει γαλήνη μέσα στην ψυχή μας.
       Εμπιστεύσου λοιπόν, ψυχή, τον Κύριο. Είναι πιο μεγάλος και από την πιο μεγάλη τρικυμία. Δεν υπάρχει καρδιά πονεμένη που να έκραξε μάταια στον Κύριο. Η ειρήνη η δική Του (Ιωάννης ΙΔ/14: 27) & Φιλιππησίους Δ/4: 7) και η γαλήνη Του ας βασιλεύσει μέσα στην καρδιά όλων μας.
       Τούτα τα λόγια  είθε το Πνεύμα το Άγιο να τα ερμηνεύσει  μέσα στις καρδιές μας. ---


       Ευαγγέλιο "κατά Ματθαίον", κεφ. ΙΔ/14, εδ. 22 - 36). 
       Μια σελίδα από τον Αλεξανδρινό Αδαμάντιο Ωριγένη (183 - 253 μ.Χ.). 

       Αν κάποια μέρα, μας βρουν στη ζωή αναπόφευκτες δοκιμασίες, ας θυμόμαστε τούτο: Ο Ιησούς μας διέταξε να επιβιβαστούμε στην βάρκα μας και να προηγηθούμε απ' Αυτόν για να φτάσουμε "στην απέναντι όχθη". Είναι σπάνιο, στην πραγματικότητα, για κάποιον που δεν άντεξε τη δοκιμασία των κυμάτων και του αντίθετου ανέμου, να φτάσει τελικά στην απέναντι όχθη. Έτσι, όταν θα μας έχουν περικυκλώσει οι διάφορες δυσκολίες και οδυνηρές δοκιμασίες της ζωής, καθώς θα είμαστε κουρασμένοι και θα ταξιδεύουμε ανάμεσά τους με τα πενιχρά μέσα που διαθέτουμε, ας φανταστούμε ότι η βάρκα μας βρίσκεται τότε στη μέση της θάλασσας, ταραγμένη από τα κύματα που θα ήθελαν να μας δούμε να "ναυαγήσουμε στην πίστη" (Α' Τιμοθέου Α/1: 19). 
       Όταν, λοιπόν, αντιμέτωποι με τόσο μεγάλες θλίψεις, θα έχουμε κρατηθεί καλά στη διάρκεια των μεγάλων εκείνων ωρών της σκοτεινής νύχτας που βασιλεύει στις στιγμές της δοκιμασίας, όταν θα έχουμε παλέψει προσέχοντας ν' αποφύγουμε το ναυάγιο της πίστης, ας είμαστε βέβαιοι ότι προς το τέλος της νύχτας, όταν χαράξει η μέρα (Ρωμαίους ΙΓ/13: 12), ο Υιός του Θεού θα έρθει κοντά μας, βαδίζοντας πάνω στα κύματα, για να γαληνέψει τη θάλασσα για χάρη μας. 
        Όταν Τον δούμε να παρουσιάζεται, θα μας πιάσει φόβος και ταραχή, μέχρι τη στιγμή που θα διακρίνουμε καθαρά ότι είναι ο Σωτήρας μας αυτός που είναι παρών. Ο άνεμος θα κοπάσει. Καταλαβαίνοντας τότε από πόσο μεγάλους κινδύνους σωθήκαμε, θα λατρεύσουμε τον Ιησού λέγοντάς Του: "Πραγματικά, Εσύ είσαι ο Υιός του Θεού του ζώντος" (Ματθαίος ΙΣ/16: 16). ---














Δευτέρα 1 Αυγούστου 2011

Ο ΚΑΛΟΣ ΣΑΜΑΡΕΙΤΗΣ

Η ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΟΥ ΚΑΛΟΥ ΣΑΜΑΡΕΙΤΗ.

Ευαγγέλιον "κατά ΛΟΥΚΑΝ',  κεφ. Ι/10,  εδ. 25 – 37.

25 Και ιδού, νομικός τις εσηκώθη πειράζων αυτόν και λέγων Διδάσκαλε, τι πράξας θέλω κληρονομήσει ζωήν αιώνιον;
26 Ο δε είπε προς αυτόν Εν τω νόμω τι είναι γεγραμμένον; πως αναγινώσκεις;
27 Ο δε αποκριθείς είπε Θέλεις αγαπά Κύριον τον Θεόν σου εξ όλης της καρδίας σου και εξ όλης της ψυχής σου και εξ όλης της δυνάμεώς σου και εξ όλης της διανοίας σου, και τον πλησίον σου ως σεαυτόν.
28 Είπε δε προς αυτόν Ορθώς απεκρίθης τούτο κάμνε και θέλεις ζήσει.
29 Αλλ' εκείνος, θέλων να δικαιώση εαυτόν, είπε προς τον Ιησούν Και τις είναι ο πλησίον μου;
30 Και αποκριθείς ο Ιησούς είπεν Άνθρωπος τις κατέβαινεν από Ιερουσαλήμ εις Ιεριχώ και περιέπεσεν εις ληστάς οίτινες και γυμνώσαντες αυτόν και καταπληγώσαντες, ανεχώρησαν αφήσαντες αυτόν ημιθανή.
31 Κατά συγκυρίαν δε ιερεύς τις κατέβαινε δι' εκείνης της οδού, και ιδών αυτόν επέρασεν από το άλλο μέρος.
32 Ομοίως δε και Λευΐτης, φθάσας εις τον τόπον, ελθών και ιδών επέρασεν από το άλλο μέρος.
33 Σαμαρείτης δε τις οδοιπορών ήλθεν εις τον τόπον όπου ήτο, και ιδών αυτόν εσπλαγχνίσθη,
34 και πλησιάσας έδεσε τας πληγάς αυτού επιχέων έλαιον και οίνον, και επιβιβάσας αυτόν επί το κτήνος αυτού, έφερεν αυτόν εις ξενοδοχείον και επεμελήθη αυτού
35 και την επαύριον, ότε εξήρχετο, εκβαλών δύο δηνάρια έδωκεν εις τον ξενοδόχον και είπε προς αυτόν Επιμελήθητι αυτού, και ό,τι συ δαπανήσης περιπλέον, εγώ όταν επανέλθω θέλω σοι αποδώσει.
36 Τις λοιπόν εκ των τριών τούτων σοι φαίνεται ότι έγεινε πλησίον του εμπεσόντος εις τους ληστάς;
37 Ο δε είπεν Ο ποιήσας το έλεος εις αυτόν Είπε λοιπόν προς αυτόν ο Ιησούς Ύπαγε και συ, κάμνε ομοίως.

        ΣΧΟΛΙΑ :
        Η παραβολή του "Καλού Σαμαρείτη" αποτελεί για τους Χριστιανούς μία υπενθύμιση καίριων αληθειών, που πηγάζουν από το Ευαγγέλιο καθώς και στη σχέση του Θεού με τον άνθρωπο. Όλα ξεκίνησαν μ' ένα διάλογο μεταξύ του Χριστού και ενός νομικού της εποχής. Ένας  νομικός,  ένας  από  αυτούς  που  μελετούσαν το  Μωσαϊκό  Νόμο και  γνώριζαν  να  τον ερμηνεύουν και να υποδεικνύουν  μέσα απ’ αυτόν στους ανθρώπους το θέλημα του Θεού, πλησίασε τον Κύριο, όχι για να  λάβει   κάτι  απ’  Αυτόν,  όχι  για  ν'  ακούσει  κάτι,  αλλά   για  να  Τον πειράξει!  (εδ. 25).  Ήθελε  να πειράξει  τον  Ιησού  Χριστό! Πόσο  μικρός  γίνεται  κάποιες  φορές  ο  άνθρωπος,  πόσο  κακός,  πόσο πονηρός και  αυτό είναι αποτελέσματα  της  αμαρτίας και  της αποστασίας του από τον αληθινό Θεό. Ο Κύριος να μας   φυλάξει,   γιατί   ο   Θεός   δεν  "πειράζεται",   ούτε   "εμπαίζεται",   είναι   «πυρ καταναλίσκον» (Εβραίους ΙΒ/12: 29). Στο βιβλίο του "Δευτερονομίου" (κεφ. Θ/9, εδ. 3) αναφέρεται: "Γνώρισον λοιπόν σήμερον, ότι Κύριος ο Θεός σου είναι ο προπορευόμενος έμπροσθέν σου είναι πυρ καταναλίσκον αυτός θέλει εξολοθρεύσει αυτούς και αυτός θέλει καταστρέψει αυτούς απ' έμπροσθέν σου και θέλεις εκδιώξει αυτούς και ταχέως εξολοθρεύσει αυτούς, καθώς σοι είπεν ο Κύριος".
     Τούτος ο νομικός έρχεται ενώπιον του Κυρίου και Του υποβάλει ένα ερώτημα: «Διδάσκαλε, τι να κάνω για να κληρονομήσω την αιώνια ζωή;». Ο Κύριος, παρά το γεγονός ότι διαβλέπει αμέσως το σκοπό για τον οποίον Τον ερωτά τούτος ο άνθρωπος, δεν τον απορρίπτει, δεν του λέγει: "Πήγαινε σε παρακαλώ από δω που ήρθες για να με πειράξεις"! Αλήθεια πόσες φορές εμείς το κάνουμε; Πόσες φορές η στάση μας είναι αντίθετη από αυτήν του Κυρίου; Ο Κύριος με πραότητα και με υπομονή του απαντάει, γιατί "θέλει να σωθούν όλοι οι άνθρωποι και να έρθουν σε επίγνωση της αληθείας" (Α΄ Τιμοθέου Β/2: 4). Υπομένει τον πειραστή, το χλευαστή, το βλάσφημο, τον αρνητή, περιμένοντας να έρθει "εις εαυτόν", σε επίγνωση και σε ειλικρινή μετάνοια.
    Στο ερώτημα που υπέβαλε ο νομικός μία επικεφαλίδα ταιριάζει: Άγνοια, γιατί η αιώνια ζωή είναι δώρο από το Θεό (Εφεσίους Β/2: 8) και δεν κληρονομείται. Είναι αναμφισβήτητο γεγονός ότι ο κόσμος βρίσκεται μέσα στην πλήρη άγνοια, μέσα σε πνευματικό σκοτάδι, που καθημερινά όλο και πιο πολύ πυκνώνει και τον οδηγεί όλο και πιο κοντά στην αιώνια απώλεια. Ο ίδιος ο Θεός λέγει: «Ο λαός μου χάνεται από έλλειψη γνώσεως» (Ωσηέ Δ/4: 6). Παρατηρώντας γύρω μας θα διαπιστώσουμε ότι ο λαός μας δε γνωρίζει το Λόγο του Θεού, αρκούμενος σε μία καθαρά τυπική σχέση μαζί Του. 
      Τούτος ο άνθρωπος έκανε το πρώτο λάθος να πειράξει τον Κύριο. Στη συνέχεια κάνει το δεύτερο λάθος καθώς θεωρεί κληρονομική την αιώνια ζωή. Η αιώνια ζωή δεν είναι θέμα κληρονομικότητας, από τον παππού στο παιδί και από το παιδί στο εγγόνι, αλλά είναι θέμα πίστης και προσωπικής εσωτερικής σχέσης με τον Κύριο. Είναι θέμα αναγνώρισης του σωτήριου Έργου, το οποίο ο Χριστός έκανε πάνω στο σταυρό για την απολύτρωση του ανθρώπου από την αμαρτία. Η αιώνια ζωή δε μεταβιβάζεται, δεν κληρονομείται, χαρίζεται από τον ίδιο το Θεό. "Διότι κατά χάριν είσθε σεσωσμένοι διά της πίστεως και τούτο δεν είναι από σας, Θεού το δώρον, ουχί εξ έργων, δια να μη καυχηθή τις" (Εφεσίους Β/2: 8). Το τρίτο λάθος, που πολλοί άνθρωποι κάνουν και σήμερα, είναι το ερώτημα: "τι να πράξω, για να έχω αιώνια ζωή;". Από την αρχή που ο άνθρωπος βρέθηκε έξω από την Εδέμ, αισθανόμενος την αμαρτία του, προσπάθησε να εξευμενίσει το Θεό με κάποιες "καλές πράξεις του", αγωνιζόμενος μέσα από στερήσεις, κακουχίες κάθε μορφής και πολλές άλλες εθελούσιες ταλαιπωρίες.
     Ο Κύριος κατηγορηματικά του απαντάει. "Τι είναι γεγραμμένον εις το Νόμον"; Ο ίδιος ο Κύριος απαντάει μέσα από το «τι είναι γεγραμμένον» επικαλούμενος τον αιώνιο Λόγο του Θεού. Ο νέος απάντησε αναφερόμενος στην πρώτη εντολή. «θέλεις αγαπά Κύριον τον Θεόν σου εξ όλης της καρδίας σου και εξ όλης της ψυχής σου και εξ όλης της δυνάμεώς σου και εξ όλης της διανοίας σου και τον πλησίον σου ως σεαυτόν» (Ματθαίος ΚΒ/22: 37-39). Η απάντηση του Κυρίου ήταν: "Σωστά απάντησες αυτό κάνε και θα ζήσεις". 
     Εκ πρώτης όψεως φαίνεται ο Κύριος να διδάσκει τη σωτηρία του ανθρώπου μέσα από την τήρηση των έργων του Μωσαϊκού Νόμου, όμως δεν είναι έτσι. Με την απάντηση αυτή ο Κύριος θέλει να κάνει το νομικό να σκεφθεί: "Άραγε έχω αγαπήσει το Θεό με όλη την καρδιά μου και τον διπλανό του σαν τον εαυτόν μου;" Ο Θεός ξέρει ότι ο άνθρωπος δε μπορεί να τηρήσει το Νόμο. Ο σκοπός του Μωσαϊκού Νόμου δεν ήταν να σώσει τον άνθρωπο από την αμαρτία, αλλά να δείξει την αμαρτία στον άνθρωπο, ώστε να μπορεί να την αναγνωρίσει. Να δείξει στον άνθρωπο πόσο ένοχος είναι απέναντι στο Θεό εξαιτίας της αμαρτίας του (Γαλάτας Γ/3: 24).
      Είναι εντελώς αδύνατο για έναν αμαρτωλό άνθρωπο να αγαπήσει το Θεό με όλη του την καρδιά και τον πλησίον του όπως τον εαυτόν του. Αν αυτό μπορούσε να το κάνει ο άνθρωπος από την ώρα της γέννησής του μέχρι το θάνατό του, τότε δε θα είχε ανάγκη σωτηρίας. Ο Απόστολος Παύλος στην επιστολή "προς Γαλάτας" (κεφ. Β/2, εδ. 21)  αναφέρει: "αν η δικαίωσις γίνεται δια του νόμου, άρα ο Χριστός εις μάτην απέθανε".
     Ο Ιησούς του απαντάει: «Αυτό κάνε και θα ζήσεις». Εδώ η απάντηση είναι τελείως υποθετική. Το λέει εδώ ο Κύριος, για να καταλάβει ο άνθρωπος αυτός ότι, αν αυτό ζητάει ο Θεός, τότε είναι χαμένος, αφού δε μπορεί να το πραγματοποιήσει και έχει ανάγκη να ζητήσει συγχώρεση και Έλεος από το Θεό. Όμως τούτος ο νέος δεν το αντιλαμβάνεται και προσπαθεί να δικαιολογήσει τον εαυτόν του. Είναι φανερό ότι ο σκοπός του νέου, του νομικού, του μορφωμένου, είχε αποτύχει και έτσι φάνηκε και εκτεθειμένος, γιατί, ενώ γνώριζε το Νόμο και το θέλημα του Θεού, φαίνεται πως η ζωή του μακράν απείχε από τη βασική αυτή εντολή. Σ΄ αυτήν την κατάσταση κάνει ένα ακόμα λάθος. Ορθώνει τον εγωισμό του και προχωρά σ' ένα ακόμα ερώτημα προς τον Κύριο, για να δικαιολογήσει την έλλειψη αγάπης που υπήρχε στη ζωή του.    
        «και ποιος είναι ο πλησίον;»
       Αυτή η φαινομενικά αθώα ερώτηση έχει βαθύτερες προεκτάσεις. Στο "Λευιτικό" (κεφ. ΙΘ/19, εδ. 18) αναφέρεται: "δεν θέλεις εκδικείσθαι, ουδέ θέλεις μνησικακεί κατά των υιών του λαού σου, αλλά θέλεις αγαπά τον πλησίον σου ως εαυτόν". Με αφορμή αυτό το εδάφιο επικρατούσε η αντίληψη μεταξύ των Ιουδαίων ότι "πλησίον" θεωρείται αυτός που είναι Ιουδαίος και τηρεί τις παραδόσεις τους. Έτσι θεωρούσαν τον εαυτόν τους "δίκαιο", αν φέρονταν με καλοσύνη στους ομοεθνείς τους, ενώ αντίθετα θα μπορούσαν να φέρονται άσχημα σ' έναν μη Ιουδαίο, διότι αυτός δε θεωρείτο "πλησίον" τους. Ασφαλώς επρόκειτο περί παρεξηγήσεως και γι' αυτό ο Κύριος, θέλοντας να διορθώσει αυτή την εσφαλμένη αντίληψη, αναφέρει την παραβολή του «Καλού Σαμαρείτη», δείχνοντας έτσι ότι, αν ο άνθρωπος έχει αγάπη μέσα στην καρδιά του, θα βρει ποιος είναι ο "πλησίον", για να του εκφράσει  το ενδιαφέρον και την αλληλεγγύη του.
      Θα ήθελα αρχικά να αναφέρω ότι ένας πιστός άνθρωπος στην παραβολή του «Καλού Σαμαρείτη» είχε βάλει έναν άλλο τίτλο:  «Ο αμίλητος Σαμαρείτης».  Δεν εγκατέλειψε, δεν αποτελείωσε με τη αδιαφορία του εκείνον το δυστυχισμένο, που είχαν αφήσει οι ληστές ημιθανή. Χωρίς να μιλήσει, χωρίς κάτι να του πει:  «γιατί πέρασες απ’ εδώ… δεν ήξερες… δεν ρώτησες.... δεν είχες ακούσει… τόσα έχουν γίνει…». Καμία φωνή δεν ακούστηκε. «Τον πλησίασε…, τον σπλαχνίστηκε…. τον φρόντισε με επιμέλεια… τον επιβίβασε… τον οδήγησε στο πανδοχείο… του υποσχέθηκε ότι θα γυρίσει… και όταν γυρίσει θα έχει τον μισθόν αυτού, μετ’ αυτού…»  (Ματθαίος Ι/10: 42).
       Είναι αναγκαίο να διευκρινίσουμε ότι μέσα στη δραστηριότητα της Εκκλησίας θα πρέπει να είναι και τα "έργα αγάπης", όμως δεν θα πρέπει η Εκκλησία να περιορίζεται μόνον σ' αυτά. Η Εκκλησία δε θα πρέπει να λειτουργεί αποκλειστικά σαν ένα φιλανθρωπικό σωματείο. Η απάντηση του Κυρίου στο ερώτημα του νομικού "ποιος είναι ο πλησίον" δε μπορεί να περιοριστεί απλά σε κάποιες "καλές πράξεις"Η κύρια αποστολή της Εκκλησίας είναι να συντροφεύει τον άνθρωπο στην πορεία του προς την "Ιεριχώ του κόσμου" και να του προσφέρει το Χριστό, που είναι ο μόνος Σωτήρας, Λυτρωτής και Κύριος (Πράξεις Δ/4: 12). Αυτός είναι ο μόνος που μπορεί να επιδέσει τις πληγές του, να τον απαλλάξει από τους φόβους του, τις αμφιβολίες του, τα πάθη του, τον πόνο, τη  θλίψη και να τον κάνει να βαδίζει γεμάτος φως και αλήθεια "την οδόν αυτού χαίρων" (Πράξεις Η/8: 39). 

       Ας ακολουθήσουμε βήμα προς βήμα τούτη την παραβολή του Κυρίου: Είπε λοιπόν ο Κύριος: 
      «άνθρωπος τις κατέβαινεν από Ιερουσαλήμ εις Ιεριχώ». 
     Η απόσταση ήταν 27 χιλ. περίπου και επρόκειτο για μια επικίνδυνη διαδρομή μέσα από βράχους και πολλές επικίνδυνες στροφές. Η όλη διαδρομή ήταν "στέκι" των ληστών, γιατί μπορούσαν να κρύβονται και να επιτίθενται στους περαστικούς, χωρίς να τους αντιληφθούν. Ας προσέξουμε καλά αυτήν την πορεία. 
    O άνθρωπος που πορεύεται "από την Ιερουσαλήμ στην Ιεριχώ", στην περίπτωση της παραβολής, δεν είναι ένας απλός ταξιδιώτης. Συμβολικά είναι ο κάθε άνθρωπος, ο οποίος επιλέγει να πορευθεί σ' αυτόν τον κόσμο, φεύγοντας από την "Ιερουσαλήμ της παρουσίας του Θεού" και ταξιδεύοντας μόνος του, με εφόδιο τις δυνάμεις του και το "εγώ" του, προς κάποια "Ιεριχώ" του κόσμου τούτου. Είναι η χαρακτηριστική εικόνα του ανθρώπου που απομακρύνεται από τα πράγματα του Θεού (Ιερουσαλήμ) βαδίζοντας προς έναν άλλο τόπο στον οποίο δεν υπάρχει η παρουσία Του και τον οποίο ο Θεός έχει αποδοκιμάσει (Ιησού τ. Ναυή, κεφ. Σ/6, εδ. 26). Είναι πολύ χαρακτηριστική η φράση "κατέβαινεν». Είναι κατέβασμα, είναι υποβάθμιση η απομάκρυνση από το Θεό και το θέλημά Του.
      Πώς γίνεται αυτό; Μπορεί ο άνθρωπος να επιλέξει; Μπορεί γιατί είναι φτιαγμένος από το Θεό, να είναι ελεύθερος. Και μέσα στην ελευθερία που ο Θεός του έδωσε μπορεί να καθορίσει αν θα σταθεί κοντά στο Θεό ή θα απομακρυνθεί απ’ Αυτόν. Εκείνο που δεν μπορεί να καθορίσει ο άνθρωπος είναι οι συνέπειες των επιλογών του. Είμαι ελεύθερος να ανεβώ πάνω στα κεραμίδια του σπιτιού και αφού ανεβώ, είμαι ελεύθερος να αποφασίσω αν θα πηδήξω από τα κεραμίδια, όμως από τη στιγμή που θα πηδήξω, δεν είμαι πλέον ελεύθερος να αποφασίσω για ο,τιδήποτε. Μοιραία θα υποστώ τις συνέπειες των επιλογών μου.
      «και περιέπεσεν εις ληστάς».
    Θα πρέπει να θεωρείται δεδομένο ότι κάθε επιλογή έχει και τις συνέπειές της. Πρόκειται για το νόμο της ανταποδοτικότητας. Είναι η εκπλήρωση των λόγων του Κυρίου: "Μη πλανάσθε, ο Θεός δεν εμπαίζεται· επειδή ό,τι αν σπείρη ο άνθρωπος, τούτο και θέλει θερίσει" (Γαλάτας Σ/6: 7). Αν θέλεις να απομακρυνθείς από το Θεό, δηλ. αν αποφασίσεις "να κατέβεις από την "Ιερουσαλήμ" προς κάποια Ιεριχώ του κόσμου", είσαι ελεύθερος να το πράξεις, όμως θα υποστείς τις συνέπειες και οι συνέπειες αυτής της επιλογής μοιραία είναι:  "… ληστές… πληγές... θάνατος...." Λένε κάποιοι: "μα ξέρεις θα προσέξω, δε θα προκαλέσω, θα είμαι σωστός, θα είμαι σοβαρός….. κλπ". Ό,τι και αν σκεφτεί ο άνθρωπος, όπως και αν ενεργήσει, όταν απομακρύνεται από την Παρουσία του Θεού, τον περιμένουν αδίστακτοι "ληστές" και "λήσταρχοι". Πολλές φορές αυτοί που τον πληγώνουν και τον ληστεύουν είναι τα κάθε λογής πάθη του, οι φόβοι του, για το σήμερα, για το αύριο, οι αδυναμίες του, οι κακές επιθυμίες του (επιστολή Τίτο Γ/3: 3), η έλλειψη ουσιαστικής σχέσης με το Δημιουργό του, η έλλειψη νοήματος στη ζωή, η άγνοια της αιωνιότητας. Αρχηγός όλων των ληστών διαχρονικά είναι ο "ανθρωποκτόνος διάβολος" (Ιωάννης Η/8: 44). Οι ληστές αυτοί ποτέ δεν έλειψαν και ποτέ δε θα λείψουν, στην εποχή μας μάλιστα όλο και πιο πολύ πληθαίνουν, παρά την εξέλιξη και τον πολιτισμό μας.
         «και γυμνώσαντες αυτόν και καταπληγώσαντες».
     Είναι φοβερές οι συνέπειες της αμαρτίας. Τις βλέπουμε καθημερινά γύρω μας. Ο άνθρωπος μέσα στη γνώση του, στην υλική του δύναμη, μέσα σε πλείστα αγαθά, παραμένει μια ψυχή γυμνή και πληγωμένη, φορτωμένη και κουρασμένη (Ματθαίος ΙΑ/11: 28). Μετά από 6.000 χρόνια ιστορικής διαδρομής ο άνθρωπος είναι περισσότερο γυμνός, πληγωμένος, κουρασμένος και φορτωμένος από κάθε άλλη εποχή.
    Το πανανθρώπινο ερώτημα είναι: "Γιατί να υπάρχει πάνω στον κόσμο τόσο μεγάλο κακό;" Η απάντηση είναι μία, γιατί ο άνθρωπος επέλεξε να απομακρυνθεί από την "Ιερουσαλήμ του Θεού" και να ζήσει σε κάποια "Ιεριχώ του κόσμου" μακριά από την παρουσία του Θεού. Στην προσπάθειά του αυτή έπεσε σε "ληστές". Δημιούργησε ο άνθρωπος μέσα από μια τιτάνια προσπάθεια ένα πολιτισμό, χωρίς τον Θεό. Το αποτέλεσμα ήταν μετά από τόσους αγώνες, τόσες επιτυχίες σε πολλούς τομείς, να μείνει γυμνός, πληγωμένος, τέλεια αδύναμος. Τα ίδια του τα έργα έρχονται να ξεσπάσουν στο κεφάλι του και να τον καταστρέψουν ολοκληρωτικά. Πόση γύμνια γύρω μας, πόσες πληγές, πόσα δράματα! Ο άνθρωπος μακριά από το Θεό, είναι γυμνός ηθικά, είναι πληγωμένος από την αμαρτία , είναι νεκρός πνευματικά, ζει και υπάρχει χωρίς την ελπίδα τ' ουρανού. Ένας ζωντανός νεκρός είναι ο άνθρωπος, όταν δεν βρίσκεται σε επικοινωνία με τον Θεό. Μα, θα πει κάποιος, είναι επιστήμονας, έχει πολλά χρήματα, είναι μεγάλος πολιτικός, ισχυρός παράγοντας.... Τίποτα απ’ όλα αυτά δεν μπορούν να του δώσουν ζωή. Είναι νεκρός και αυτό το παρατηρούμε καθημερινά γύρω μας (Εφεσίους Β/2: 1).
       «αφήσαντες αυτόν ημιθανή».
      Αυτή είναι μία χαρακτηριστική εικόνα του  ανθρώπου μακριά από το Θεό. "Μόνος και ημιθανής". Ο εχθρός αφού τον γυμνώσει τον άνθρωπο από κάθε ηθική αξία και τον πληγώσει, τον εγκαταλείπει αβοήθητο και μάλιστα σε μια κατάσταση που "ούτε ζει, ούτε πεθαίνει". Πόσο χαρακτηριστική είναι η φράση «ημιθανή»! Αυτός είναι ο άνθρωπος μακριά από το Θεό. Προς την εκκλησία των Σάρδεων ο Κύριος έρχεται να επισημάνει τα εξής: «Το όνομα έχεις ότι ζεις, αλλά είσαι νεκρός» (Αποκάλυψη Γ/3: 1). Πόσοι τέτοιοι άνθρωποι μας περιβάλουν καθημερινά! Μέσα στις όποιες ικανότητές τους παραμένουν νεκροί, γιατί δεν έχουν συνδεθεί με την πηγή της ζωής, που είναι ο Ιησούς Χριστός (Ιωάννης ΙΑ/11: 25). 
       «ιερεύς τις κατέβαινε … ομοίως δε και Λευίτης και ιδών αυτόν, επέρασε από το άλλο μέρος».
      Νόημα στη φτωχή ζωή του ανθρώπου, στην πορεία του μακριά από το Θεό επιχειρούν να δώσουν μέσα από τη θρησκευτικότητα οι δύο εκπρόσωποι της Παλαιάς Διαθήκης, ο Ιερέας και ο Λευίτης, όμως διαχρονικά καμία θρησκεία δε μπορεί να στηρίξει, να παρηγορήσει τον άνθρωπο και να "ποιήσει έλεος" εις αυτόν. Βλέπουν τον ημιθανή άνθρωπο, τον τραυματισμένο και απελπισμένο και τον προσπερνούν. Πολλοί άνθρωποι ακόμα και σήμερα ταυτίζουν εσφαλμένα την Εκκλησία με τους εκπροσώπους της, τον "Ιερέα" και τον "Λευίτη" και προστρέχουν σ' αυτούς για κάθε βοήθεια.
     Οι Ιερείς αποτελούσαν ανώτερη βαθμίδα μέσα στο προσωπικό του Ναού και είχαν καταγωγή από τον Ααρών, τον αδελφό του Μωυσή. Δίδασκαν το λαό, θυσίαζαν, δίκαζαν και φρόντιζαν την Κιβωτό της Διαθήκης μαζί με τη σκηνή του Μαρτυρίου. Μετά την ανέγερση του Ναού από το βασιλιά Σολομώντα υπηρετούσαν στο Ναό. Καθημερινή τους απασχόληση ήταν η προσφορά θυσιών ενώ προσεύχονταν για την απαλλαγή των πιστών από τις αμαρτίες τους και από άλλες κακές δυνάμεις.
     Ο Ιερέας προσέφερε τη "θρησκευτικότητα" στον άνθρωπο, την απάντηση σε διάφορους ανθρώπινους προβληματισμούς σε σχέση με το Θεό. Όμως όλα αυτά είναι αδύνατον να θεραπεύσουν τον πληγωμένο άνθρωπο για τον απλό λόγο ότι στηρίζονται στην τυπικότητα, στο φόβο του θανάτου και την άγνοια. Καμία θρησκεία δε μπορεί να "ποιήσει έλεος", δε μπορεί να "ντύσει" πνευματικά τον άνθρωπο, να παρηγορήσει τον βαριά  τραυματισμένο εξαιτίας της αμαρτίας άνθρωπο. Δε μπορεί να πει στον "παραλυτικό" άνθρωπο της εποχής μας: "Σήκω και περιπάτει" (Πράξεις Γ/3: 6). Έτσι, παρά τα ωραία και πλούσια λόγια, δεν μπορεί να θεραπεύσει πνευματικά τον άνθρωπο αφήνοντάς τον ανήμπορο μέσα στις πληγές του, τη μοναξιά, τον πόνο, την αδικία, τον αιώνιο θάνατο.
      Οι Λευίτες ήταν κατώτερη βαθμίδα και προέρχονταν από τη φυλή του Λευί, γιου του Ιακώβ. Βοηθούσαν τους ιερείς ως μουσικοί, θυρωροί και φρουροί του Ναού. Συγκέντρωναν τις προσφορές των ανθρώπων στο Ναό κατά την περίοδο της Παλαιάς Διαθήκης. Είναι ο εκφραστής μια τυπικής σχέσης "δούναι και λαβείν" με το Θεό και με την Κοινωνία. Όπως γνωρίζουμε οι Λευίτες δεν έλαβαν μερίδιο γης στη γη της Επαγγελίας και ήταν αφιερωμένοι στη λατρεία του Θεού. Στο βιβλίο του "Λευιτικού" (κεφ. Γ/3 & Δ) αναφέρονται οι αρμοδιότητες που τους είχαν ανατεθεί. Το κυριότερο καθήκον τους ήταν η βοήθεια των ιερέων, ώστε να διεκπεραιώνουν τις θυσίες και παράλληλα φρόντιζαν την καθαριότητα και τη διατήρηση της τάξης στο Ναό και γύρω απ' αυτόν. Λευίτες ήταν που στάλθηκαν για να συλλάβουν τον Ιησού, μαζί το δούλο του αρχιερέα Μάλχο (Ιωάννης ΙΗ/18: 2 - 10).
       Τόσο ο Ιερέας  όσο και ο Λευίτης, ως μέλη του ορθόδοξου Ιουδαϊκού κλήρου, είχαν βασικό καθήκον να υπηρετούν υποθέσεις ανθρώπινης αγαθοεργίας. Οι άνθρωποι αυτοί καθώς είδαν τον πληγωμένο, τον προσπέρασαν και απομακρύνθηκαν. Μπορεί να γνώριζαν άπταιστα το Νόμο, να μιλούσαν τα Σάββατα στη Συναγωγή με πολύ μεγάλη ευφράδεια, να ήταν χαρισματικοί, όμως μέσα στην καρδιά τους δεν υπήρχε αγάπη για το συνάνθρωπό τους. Η καρδιά τους ήταν γεμάτη από τη γνώση του Νόμου. Στην πραγματικότητα γνώριζαν πολύ καλά τη Γραφή αλλά δε γνώριζαν το Θεό. Ο νους τους ήταν απασχολημένος με υψηλότερα πράγματα από μια ανθρώπινη ζωή ή το πάθος ενός ανθρώπου. Και οι δύο αδιαφόρησαν για τον πληγωμένο άνθρωπο και προχώρησαν  στο δρόμο τους.  Είναι φανερό ότι πάνω απ' όλα αγαπούσαν τον εαυτόν τους, να εκτελούν τα τυπικά καθήκοντά τους, να διαφυλάττουν τη θέση τους. Έκαναν πως δεν είδαν το δυστυχισμένο άνθρωπο και συνέχισαν το δρόμο τους χωρίς καμία φροντίδα για τον πλησίον, για τον αδελφό τους.
      Αντί ως διάκονοι του Κυρίου να είναι πρωτεργάτες και εκφραστές της αγάπης του Θεού, αυτοί ενεργούν εντελώς αντίθετα. Είχαν πορωθεί με τα διάφορα τυπικά "θρησκευτικά" τους καθήκοντα και νόμιζαν ότι μέσα από αυτά ήταν πλήρως τακτοποιημένοι με τον Θεό και με τον τρόπο αυτό επεδείκνυαν πλήρη αδιαφορία για όλα τ' άλλα. Με πόθο και με πάθος αφοσιώνονταν στη γνώση του Νόμου, χωρίς όμως να έχουν τη διάθεση να ακουμπήσουν πάνω στην ανάγκη του «πλησίον» τους, που αποτελεί το θεμέλιο του Νόμου. Μάθαιναν  πολύ καλά το Νόμο, για να μπορούν να επιβάλλονται και να κατακρίνουν τους άλλους ως παραβάτες. Ο Απ. Παύλος προς τον Τιμόθεο αναφέρει: "έχοντες μεν μορφήν ευσεβείας, ηρνημένοι δε την δύναμιν αυτής" (Β΄ Τιμοθέου Γ/3: 5).  
       Αλήθεια, πόσο ξένος, πόσο αδιάφορος, είναι άνθρωπος για το συνάνθρωπό του! Στην παραβολή του «Ασώτου υιού» (Λουκάς ΙΕ/15: 25-32) ο Κύριος, περιγράφοντας τη ζωή τού "πρεσβύτερου γιού", αφήνει να ξεσκεπαστούν οι διάκονοι του Θεού, οι οποίοι πολλές φορές έχουν δείξει ασπλαχνία και έλλειψη αγάπης για τους συνανθρώπους τους, ακόμα και για τον αδελφό τους. Τούτοι οι άνθρωποι ήταν Ιερείς της Παλαιάς Οικονομίας (Παλαιά Διαθήκη). Ήταν εκπρόσωποι μιας ξεπεσμένης νεκρής, καθαρά τυπικής, μη ανθρωποκεντρικής θρησκείας. Έτσι αποδεικνύεται για άλλη μία φορά ότι δεν μπορούν οι θρησκείες να σώσουν τον άνθρωπο, γιατί είναι ανθρώπινα κατασκευάσματα. Μόνον ο Χριστός σώζει τον άνθρωπο (Πράξεις Δ/4: 12). Οι θρησκείες είναι τα φύλα της συκιάς με τα οποία ο άνθρωπος προσπάθησε να κρύψει τη γύμνια του μέσα στον Παράδεισο, αμέσως μετά την πτώση του και δεν μπόρεσε. Τον άνθρωπο τον έντυσε ο Θεός, αφού πραγματοποίησε την πρώτη θυσία, σφάζοντας δύο ζώα και με το δέρμα τους τον έντυσε (Γένεση Γ/3: 21). Αυτή ήταν η πρώτη θυσία που έγινε και αποτελεί μία αρχική προεικόνιση της θυσίας του Χριστού, που θα γινόταν μια μέρα, για να «ντυθεί» ο ηθικά γυμνός άνθρωπος εξαιτίας της αμαρτίας.
    Στο πρόσωπο του  Ιερέα και του Λευίτη, που αποτελούσαν τα πνευματικά πρότυπα της εποχής,  βλέπουμε καθαρά την αδυναμία του Μωσαϊκού Νόμου να σώσει τον άνθρωπο. Ο Νόμος έλεγε "να αγαπάς τον πλησίον σου, όπως τον εαυτόν σου", όμως δεν έδινε τη δύναμη στον άνθρωπο για να το πραγματοποιήσει. Αβίαστα βγαίνει το συμπέρασμα ότι οι τυπικά "θρησκευόμενοι" άνθρωποι δε μπορούν να κάνουν κάτι για τη σωτηρία τού παραστρατημένου και βαθιά πληγωμένου ανθρώπου της εποχής μας,  ενώ έχουν και οι ίδιοι ανάγκη σωτηρίας, είτε το γνωρίζουν, είτε όχι. 
         «Σαμαρείτης δε τις οδοιπορών, ήλθεν εις τον τόπον όπου ήτο και ιδών αυτόν εσπλαγχνίσθη».
    Στις ημέρες μας η λέξη "Σαμαρείτης" έχει λάβει την έννοια κάποιου που βοηθάει τους συνανθρώπους του. Εκείνη όμως την εποχή υπήρχε πολύ μεγάλη εχθρότητα και αβυσσαλέο μίσος ανάμεσα στους Ιουδαίους και στους Σαμαρείτες. Οι Σαμαρείτες ήταν περιφρονημένοι από τους Ιουδαίους, οι οποίοι τους θεωρούσαν ακάθαρτους, τους υποτιμούσαν, τους αποκαλούσαν "σκυλιά". Ουσιαστικά δεν είχαν καμία απολύτως επικοινωνία μεταξύ τους (Ιωάννης Δ/4: 9).  Το χάσμα ανάμεσα σε αυτούς και στους Ισραηλίτες ήταν αγεφύρωτο και το μίσος μεταξύ τους άσβεστο. Κάποτε οι Ιουδαίοι θέλοντας να υποτιμήσουν τον Κύριο Ιησού Χριστό του είπαν: "Απεκρίθησαν και είπον προς αυτόν. Δεν λέγομεν ημείς καλώς ότι  Σαμαρείτης είσαι συ και δαιμόνιον έχεις;" (Ιωάννης Η/8: 48). 
     Γιατί υπήρχε αυτό το μίσος μεταξύ τους; Ο βασιλιάς της Ασσυρίας μετά την κατάληψη του βόρειου βασιλείου (έτος 740 π.Χ.) στα πλαίσια μετακίνησης των πληθυσμών είχε μεταφέρει κατοίκους της Ασσυρίας στην περιοχή της Σαμάρειας (Β' Βασιλέων ΙΖ/17: 19). Οι νέοι αυτοί κάτοικοι είχαν έρθει σε επιγαμία με ντόπιους Εβραίους, είχαν ασπασθεί την «Πεντάτευχο» (τα πέντε πρώτα βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης, που είχε γράψει ο Μωυσής) και η λατρεία τους ήταν διαφορετική και γι' αυτό το λόγο οι Ιουδαίοι τους θεωρούσαν "σχηματικούς" και όχι γνήσιους πατριώτες τους. Με τον καιρό ανεξαρτητοποιήθηκαν εθνικά και θρησκευτικά, έχοντας ως θρησκευτικό τους κέντρο έναν ναό στο όρος Γαριζίν. Ο ναός αυτό καταστράφηκε το έτος 129 π.Χ. από τον Ιωάννη τον Υρκανό.   
       Μόλις είδε ο Σαμαρείτης, ο περιφρονημένος, ο αδικημένος, ο αλλογενής στην άκρη του δρόμου έναν βαριά τραυματισμένο άνθρωπο, που βρισκόταν μεταξύ ζωής και θανάτου, ο Λόγος του Θεού αναφέρει μία φράση πολύ βασική: "τον σπλαχνίστηκε!" Σπλαχνίζομαι σημαίνει ότι συμπονάω και κάνω δικό μου τον πόνο του άλλου. Δεν τον λυπήθηκε απλά τον τραυματισμένο άνθρωπο που συνάντησε, αλλά τον συμπόνεσε, τον νοιάστηκε και ενήργησε άμεσα με κάθε τρόπο για το καλό του. Ο Σαμαρείτης της ιστορίας μας είχε ανθρωπιά και ενήργησε σύμφωνα με το "πνεύμα" του Νόμου (Β' Κορινθίους Γ/3: 6), ξεπερνώντας τα παραδοσιακά θρησκευτικά σχήματα. Άμεσα συνδράμει στην ανάγκη του συνανθρώπου του, "ποιεί έλεος", χωρίς να εξετάζει αν είναι συμπατριώτης του και χωρίς διόλου να τον ενδιαφέρει αν ακολουθεί την ίδια θρησκευτική πίστη. 
      Οφείλουμε να επισημάνουμε το γεγονός ότι ο Κύριος ψάχνει να βρει ένα καλό παράδειγμα αγάπης και ελέους μέσα στο λαό Του (Ισραήλ) και δε βρίσκει! Έτσι αναγκάζεται να επικαλεστεί το παράδειγμα ενός ξένου, ενός αλλόφυλου, περιφρονημένου Σαμαρείτη. Έναν άγνωστο, έναν αφανή, έναν ξένο βρίσκει ο Κύριος, για να τον υψώσει σαν φωτεινό παράδειγμα στην πυραμίδα των ηθικών αξιών και στο κεφάλαιο της αγάπης. Με τον τρόπο αυτό στηλιτεύει την υποκρισία του ιερατείου, που αρνήθηκε να γίνει ο «πλησίον» ακόμα και για τον αδελφό του τον Ιουδαίο. Ο πληγωμένος της παραβολής αντιπροσωπεύει τον κάθε άνθρωπο, που ακολουθώντας ένα δρόμο μακριά από το Θεό, βασανίζεται από τον ανθρωποκτόνο σατανά, ο οποίος, αφού τον ξεγυμνώσει, εγκαταλείπει τα θύματά του χωρίς καμία βοήθεια στην άκρη του δρόμου.  
      Ο καλός Σαμαρείτης είναι η εικόνα του Κυρίου Ημών Ιησού Χριστού, που είναι γεμάτος αγάπη, ευσπλαχνία, για τον κάθε άνθρωπο. Μπροστά στο φαινόμενο του πόνου, του θανάτου, δεν αντιτάσσει κάποια τυπικά θρησκευτικά έργα, αλλά προσφέρει την αγάπη τής Παρουσίας Του, καθώς γνωρίζει καλύτερα από τον καθένα τις βαθύτερες ανάγκες του ανθρώπου, που δεν είναι πάντα υλικές, αλλά κυρίως πνευματικές. Καθώς πλησιάζει ο Κύριος Ιησούς Χριστός τον πληγωμένο άνθρωπο, τον σώζει για όλη την αιωνιότητα και τον φροντίζει σε όλη του την επίγεια ζωή. Για να γίνει ο "καλός Σαμαρείτης" για τον κάθε άνθρωπο, άφησε τη δόξα Του στον ουρανό και ήρθε ανάμεσά μας, καταφρονημένος και περιφρονημένος από τους ανθρώπους (Ησαΐας, κεφ. ΝΓ/53, εδ. 3).  Ο Απ. Παύλος αναφέρει προς τους Χριστιανούς της πόλεως των Φιλίππων: "εαυτόν εκένωσε λαβών δούλου μορφήν, γενόμενος όμοιος με τους ανθρώπους" (επιστολή προς Φιλιππησίους Β/2: 7). 
     Ο Ιησούς Χριστός, καθώς αντίκρισε τον άνθρωπο μέσα στην αμαρτία και την αιώνια απώλεια (Εφεσίους Β/2: 5) δεν αδιαφόρησε γι' αυτόν. Είδε εκείνη την εικόνα που περιγράφει ο προφήτης "Ησαΐας" (κεφ. Α/1, εδ. 6). «όλη η κεφαλή είναι άρρωστος και η καρδία κεχαυνωμένη, από ίχνους ποδός μέχρι κεφαλής δεν υπάρχει εν αυτώ ακεραιότης, αλλά τραύματα και έλκη  σεσηπότα». Αυτός είναι ο άνθρωπος; Όχι, αυτός είναι ο άνθρωπος μακριά από το Θεό, αυτός είναι ο άνθρωπος, όπως τον παραμόρφωσε η αμαρτία μετά την απομάκρυνσή του από το Θεό (Λουκάς ΙΕ/15: 11-24). Ο "Ησαΐας" (κεφ. ΜΒ/42, εδ. 3) είχε προφητεύσει για τον Κύριο Ιησού: "Κάλαμον συντεθλασμένον δεν θέλει συντρίψει και λινάριον καπνίζον δεν θέλει σβύσει· θέλει εκφέρει κρίσιν εν αληθεία".
      Είχε κάθε λόγο ο Θεός να αποστρέψει το βλέμμα Του, να παραβλέψει τον άνθρωπο, που Τον είχε προσβάλει με την ανυπακοή του και να «περάσει από το άλλο μέρος», αφήνοντας τον άνθρωπο να υποστεί τις συνέπειες της παρακοής του, που είναι "αιώνιος θάνατος" (Ρωμαίους Σ/6: 23). Όμως ο Λόγος του Θεού μας δείχνει για άλλη μία φορά το μέγεθος της Αγάπης και του Ελέους του Θεού για τον άνθρωπο. Αναφέρει ο "Ιωάννης," ο μαθητής της αγάπης: «διότι τόσον αγάπησε ο Θεός τον κόσμο, ώστε έδωκε τον Υιόν αυτού τον μονογενή, δια να μη απολεσθή πας ο πιστεύων εις αυτόν, αλλά να έχει ζωήν αιώνιον» (Ιωάννης Γ/3: 16).  
      Ο Θεός  σπλαχνίστηκε  τον πληγωμένο άνθρωπο και «έδωσε» για να τον σώσει ό,τι πολυτιμότερο είχε ο ουρανός, τον "Υιόν αυτού, το μονογενή". Εκείνη τη μεγάλη ώρα για τον πληγωμένο άνθρωπο, ο Υιός δεν αρνήθηκε την πρόσκληση του Πατέρα. «τότε είπον, ιδού έρχομαι δια να κάμω, ω Θεέ, το θέλημά Σου».  Ο Απ. Παύλος μέσα από την επιστολή "προς Φιλιππησίους" (κεφ. Β/2, εδ. 6-8) μας παρουσιάζει όλο το μεγαλείο της Θείας αγάπης και της συγκατάβασης του Ιησού Χριστού για τη δική μας σωτηρία: "όστις εν μορφή Θεού υπάρχων, δεν ενόμισεν  αρπαγήν το να ήναι ίσα με τον Θεόν, αλλ' εαυτόν εκένωσε λαβών δούλου μορφήν, γενόμενος όμοιος με τους ανθρώπους και ευρεθείς κατά το σχήμα ως άνθρωπος, εταπείνωσεν εαυτόν γενόμενος υπήκοος μέχρι θανάτου, θανάτου δε σταυρού". Έτσι λοιπόν ο Υιός του Θεού ήρθε ανάμεσά μας. Ο Θεός έγινε άνθρωπος, για να σώσει τον άνθρωπο. Ο προφήτης "Ησαΐας" στο κεφ. ΝΓ/53, δίνει την εικόνα του Κυρίου μας κατά την επίγεια παρουσία Του: «καταπεφρονημένος και απερριμμένος υπό την ανθρώπων, άνθρωπος θλίψεων και δόκιμος ασθενείας και ως άνθρωπος από του οποίου αποστρέφει τις το πρόσωπον, κατεφρονήθη και ως ουδέν ελογίσθημεν αυτόν. Αυτός τωόντι τας ασθενείας ημών εβάστασε και τας θλίψεις ημών επεφορτίσθη».
      «και πλησιάσας έδεσε τας πληγάς αυτού επιχέων έλαιον και οίνον». 
      Ο Σαμαρείτης "πλησίασε" τον ημιθανή άνθρωπο με σκοπό να τον σώσει από τις πληγές του και τα αδιέξοδά του. Για το σκοπό αυτό προσέφερε "έλαιον και οίνον". Ήταν τα φάρμακα της εποχής, τον οίνο για το πλύσιμο και την απολύμανση των πληγών και το έλαιον για την ανακούφιση του πόνου. Ο "Καλός Σαμαρείτης" είναι ο Κύριός μας ο Ιησούς Χριστός, για τον οποίον οι άνθρωποι έλεγαν ειρωνικά: «Δύναται να έλθει τι αγαθόν εκ Ναζαρέτ;» στάθηκε πολύ κοντά στον "πληγωμένο" άνθρωπο. Κατέβηκε από τον ουρανό, ήρθε στη γη της αμαρτίας και της αποστασίας, έψαξε και ψάχνει και σήμερα να βρει το «απολωλός», να βρει εσένα και μένα. Ψάχνει να βρει το χαμένο άνθρωπο για να τον θεραπεύσει από τα τραύματα της αμαρτίας. Έλεος και θυσία πάνω στο σταυρό του Γολγοθά ήταν τα μέσα που προσέφερε ο "Καλός Σαμαρείτης", για να κλείσει τις πληγές του κάθε τραυματισμένου, τού κάθε πληγωμένου, του κάθε αμαρτωλού, που ειλικρινά μετανοεί και δέχεται τη λύτρωση, που μόνον Αυτός προσφέρει. 
     Η σχέση μας με το Χριστό στην καθημερινή μας πορεία μαζί Του, η πίστη μας σ' Αυτόν και κυρίως η αγάπη μας προς το Πρόσωπό Του, δε θα πρέπει να περιορίζεται μόνον στην έννοια κάποιων "καλών πράξεων" ή κάποιας υλικής ελεημοσύνης, αλλά στην αρωγή κάθε πνευματικής και ηθικής ανάγκης του του συνανθρώπου μας που βρίσκεται καταπληγωμένος από την αμαρτία. 
         και επιβιβάσας αυτόν επί το κτήνος αυτού,
     Ο «καλός Σαμαρείτης», Σπλαχνίστηκε…. πλησίασε…  περιποιήθηκε….. Είναι ο επιμελητής των ψυχών μας ο Κύριος. Τον πληγωμένο δεν τον άφησε στην άκρη του δρόμου με τους επιδέσμους, αλλά, αφού τον περιποιήθηκε, τον ανέβασε πάνω στο κτήνος του με σκοπό να τον οδηγήσει στο Πανδοχείο. Ο Χριστός ανέβασε τον πληγωμένο άνθρωπο εκεί, απ’ όπου Αυτός κατέβηκε, πάνω στο θρόνο του Πατέρα. Αποκατέστησε ο Θεός, δια Ιησού Χριστού, τον άνθρωπο στη θέση την οποία είχε πριν αμαρτήσει και τον έκανε και πάλι παιδί Του (Ιωάννης Α/1: 12).
       «έφερεν αυτόν εις πανδοχείον και επεμελήθη αυτού».
      Οδήγησε τον τραυματισμένο στο πανδοχείο, που είναι η Εκκλησία του Χριστού. Εκεί ο άνθρωπος ευρισκόμενος σε κοινωνία με άλλους πιστούς ανθρώπους θα έχει την ευκαιρία να μάθει ότι ο Θεός τον αγαπάει και ότι τον περιμένει να έρθει κοντά Του, για να σωθεί αιωνίως. Το πανδοχείο του Θεού είναι ο μόνος χώρος, για να επουλωθούν τα τραύματα της χτυπημένης από την αμαρτία ψυχής. O Ιησούς Χριστός ενδιαφέρεται για μας και φροντίζει για την επούλωση των πληγών, που η αμαρτία μας δημιούργησε. Η αγάπη του για τους δικούς Του έχει ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό: «αγαπήσας τους ιδικούς του τους εν των κόσμω, μέχρι τέλους ηγάπησεν αυτούς» (Ιωάννης ΙΓ/13: 1). Έτοιμος είναι και σήμερα ο Κύριος να επιμεληθεί την κάθε ψυχή που θα Τον επικαλεστεί «εν πνεύματι και αληθεία» (Ιωάννης Δ/4: 24). Ανοιχτή είναι και σήμερα η πρόσκληση του Κυρίου σε κάθε φορτωμένο, σε κάθε κουρασμένο, σε κάθε ταλαιπωρημένο: «ελάτε σε Μένα οι κουρασμένοι και οι φορτωμένοι και Εγώ θα σας αναπαύσω» (Ματθαίος ΙΑ/11: 28). Είναι ο Μόνος που θα ξεκουράσει, θα συγχωρήσει, θα θεραπεύσει, θ' αποκαταστήσει πλήρως. 
      «Την επαύριον ότε εξήρχετο, εκβαλών δύο δηνάρια έδωκεν εις τον ξενοδόχον και είπε προς αυτόν, επιμελήθητι αυτού».
      Έδωσε στον ξενοδόχο (στον κάθε εργάτη του Θεού) δύο δηνάρια. Για πολλούς μελετητές αυτά είναι η Παλαιά και η Καινή Διαθήκη. Για τη δική μας επιμέλεια ο Θεός έδωσε το Λόγο Του, χωρίς τον οποίον ο άνθρωπος δε γνωρίζει πού βαδίζει μέσα στη ζωή. Ο ψαλμωδός αναφέρει: "Λύχνος στα πόδια μου είναι ο λόγος σου και φως στα μονοπάτια μου" (Ψαλμός ΡΙΘ/119: 105). Ο Λόγος του Θεού είναι το μοναδικό βάλσαμο (φάρμακο) για την επούλωση των πληγών του ανθρώπου. Έδωσε το Πνεύμα Του το Άγιο στην καρδιά κάθε δικού Του παιδιού, το οποίο κράζει μέσα του «Αβά ο Πατήρ» (Γαλάτες Δ/4: 6). Συμμαρτηρεί με το πνεύμα του ανθρώπου ότι είναι παιδί του Θεού (Ρωμαίους Η/8: 16).
          «και ότι αν δαπανήσεις επιπλέον, εγώ, όταν επανέλθω θέλω σοι αποδώσει».
         «Καθεζόμενος εκ δεξιών του Θεού και πάλιν ερχόμενος, μετά δόξης». Ο Κύριος έφυγε, είναι στον ουρανό και κάθεται πάνω σε χρυσό θρόνο στα δεξιά του θρόνου του Πατέρα (Εβραίους ΙΒ/12: 2). Ο Κύριος Ιησούς έχει πάει, για να ετοιμάσει τόπο για όλους τους δικούς Του και θα έρθει και πάλι, για να τους παραλάβει, για να είναι και αυτοί, εκεί που είναι Αυτός (Ιωάννης  ΙΔ/14: 2). Θα επανέλθει και θα ζητήσει λογαριασμό από τους "πανδοχείς" της Εκκλησίας Του και θα τους  υπενθυμίσει: "....Αληθώς σας λέγω, καθ' όσον εκάμετε εις ένα τούτων των αδελφών μου των ελαχίστων, εις εμέ εκάμετε" (Ματθαίος ΚΕ/25: 40). Ο ίδιος ο Κύριός μας διαβεβαιώνει: «ιδού έρχομαι ταχέως και ο μισθός είναι μετ’ εμού» (Αποκάλυψη ΚΒ/22: 12).  
        Ο Χριστός ήρθε στην αφιλόξενη γη μας με ένα σκοπό, «να ζητήσει και να σώσει το απολωλός» (Λουκάς ΙΘ/19: 10), εσένα και μένα, τον κάθε αμαρτωλό άνθρωπο. Ήρθε, για να αποκαλύψει την αγάπη του Θεού για τον άνθρωπο. Ήρθε, για κηρύξει "ελευθερία στους αιχμαλώτους" (Ησαΐας ΞΑ/61: 1). Ήρθε, για να δώσει χαρά στον άνθρωπο και μάλιστα «χαράν  μεγάλην» (Λουκάς Β/2: 10). Ήρθε, για να αναγεννήσει (Ιωάννης Γ/3: 3) τον ξεπεσμένο άνθρωπο, να του αλλάξει τη σκληρή και διεφθαρμένη καρδιά, να τον συμφιλιώσει με το Θεό, να του γιατρέψει τις πληγές, που η αμαρτία του είχε δημιουργήσει. Ήρθε, για να επαναφέρει τον άνθρωπο κοντά στο Θεό, αφού πρώτα πλήρωσε με το ίδιο του το Αίμα το χρέος των αμαρτιών μας πάνω στο σταυρό του Γολγοθά. "διά του ιδίου αυτού αίματος, εισήλθεν άπαξ εις τα άγια, αποκτήσας αιωνίαν λύτρωσιν" (Εβραίους Θ/9: 12).
       Ο  "καλός Σαμαρείτης"  κατέβηκε  από  τον ουρανό, για να βρεθεί κοντά στον πληγωμένο άνθρωπο. Πόσο χαρακτηριστικά αναφέρεται ο  "Ιωάννης"  στο   Ευαγγέλιό του:  «Ητο   το  φως  το   αληθινόν,   το οποίον  φωτίζει  πάντα  άνθρωπον  ερχόμενον  εις  τον κόσμον.  Ήτο εν τω κόσμω και ο κόσμος έγινε δι’ αυτού και ο κόσμος  δεν  εγνώρισεν  αυτόν.  Εις  τα  ίδια  ήλθε  και  οι ίδιοι δεν εδέχθησαν αυτόν.  Όσοι δε εδέχθησαν αυτόν, εις  αυτούς  έδωκεν  εξουσίαν  να  γείνωσι  τέκνα  Θεού,  εις τους πιστεύοντας εις το όνομα αυτού, οίτινες   ουχί   εξ’ αιμάτων,  ουδέ   εκ  θελέματος  σαρκός,  ουδέ  εκ  θελήματος  ανδρός,  αλλ’  εκ   Θεού εγεννήθησαν» (Ιωάννης Α/1: 9-13). 
     Τούτη την παραβολή την είπε ο Κύριος, για να γνωρίσουμε τον «Καλό Σαμαρείτη», να τον αφήσουμε να πλύνει, να επιδέσει όσες πληγές η αμαρτία μας προξένησε, να μας φέρει στο Πανδοχείο Του, να μας επιμεληθεί προσωπικά με τα όργανα της αγάπης Του. Και όταν Τον γνωρίσουμε και τον δεχθούμε Σωτήρα μας και Λυτρωτή μας, τότε να σταθούμε δίπλα στο μεγάλο Πανδοχέα, για να περιποιηθούμε και εμείς κάποιους «πληγωμένους» που ο Θεός θα φέρει στο δρόμο μας.
       Κατέβηκε για σένα και για μένα. Είναι ο "Καλός Σαμαρείτης", είναι ο «επιμελητής των ψυχών», είναι το πρότυπο της ΑΓΑΠΗΣ, είναι ο Υιός του Θεού, ο πολύτιμος μαργαρίτης (Ματθαίος ΙΓ/13: 46),  είναι η ΖΩΗ και η ΑΝΑΣΤΑΣΗ, ο ΑΡΤΟΣ, το ΝΕΡΟ, το ΦΩΣ το αληθινό, είναι ο κεχρισμένος του Θεού ΣΩΤΗΡΑΣ  του κόσμου. "και δεν υπάρχει δι' ουδενός άλλου η σωτηρία διότι ούτε όνομα άλλο είναι υπό τον ουρανόν  δεδομένον μεταξύ των ανθρώπων, διά του οποίου πρέπει να σωθώμεν" (Πράξεις Δ/4: 12).  
        Τις λοιπόν εκ των τριών τούτων σοι φαίνεται ότι έγινε πλησίον του εμπεσόντος εις τους ληστάς;
   Το ερώτημα δεν είναι ποιος είναι πλησίον, αλλά "σε ποιον μπορώ εγώ να γίνω πλησίον", τον οποίον, σύμφωνα με την δεύτερη μεγάλη εντολή θα πρέπει ν' αγαπήσω (Ματθαίος ΚΒ/22: 39). Μπορώ να γίνω "πλησίον" σε κάθε συνάνθρωπό μου, Ιουδαίο ή Σαμαρείτη, μαύρο ή άσπρο, Έλληνα ή ξένο, πλούσιο ή φτωχό, που έχει ανάγκη τη βοήθειά μου και την οποία μπορώ να του  προσφέρω. "Πλησίον" είναι εκείνος στον οποίο "ποιούμε έλεος", δείχνουμε ευσπλαχνία,  ελεημοσύνη.
       Ο δε είπεν Ο ποιήσας το έλεος εις αυτόν. Σαν άνθρωποι έχουμε χρέος να γίνουμε «πλησίον» σε κάθε πάσχοντα γύρω μας, σε κάθε έναν που έχει ανάγκη φυσική, πνευματική ή ψυχική.  Η αγάπη είναι εκείνη που θα μας δώσει τη δύναμη να φερθούμε σωστά και ν' ανταποκριθούμε σε κάθε ανθρώπινη ανάγκη, κυρίως πνευματική, που υπάρχει γύρω μας. Αυτή θα μας κάνει ν' αγαπήσουμε τον αδελφό μας, τον πλησίον μας και να τον υπηρετήσουμε δείχνοντας απόλυτη προτεραιότητα στην ανάγκη του.
        "Ο  ποιήσας το έλεος μετ' αυτού", αυτός είναι ο πραγματικός πλησίον. "Πορεύου και σύ και ποίει ομοίως" (πήγαινε και κάνε και συ το ίδιο). Πάντοτε  η αγάπη μας και το ενδιαφέρον μας για τον "πλησίον", θα δείχνει πόσο ουσιαστικά αγαπάμε το Θεό.  ---   



    "Ποιος είναι ο πλησίον μου;" (εδ. 29).

---Είναι αυτός που ο Θεός τον έφερε κοντά σου.

---Είναι αυτός για τον οποίο κάτι μπορείς να κάνεις, μικρό ή μεγάλο, που έχει ανάγκη ώστε να γνωρίσει την αλήθεια και να ελευθερωθεί (Ιωάννης Η/8: 32).

---Είναι αυτός που για κάποιο σκοπό ο Κύριος τον έφερε στην ακτίνα των δυνατοτήτων σου και της αγάπης σου.

---Δεν είναι ο κόσμος, η μάζα, οι πολλοί. 

---Είναι  ο  ένας,  που  πρέπει  να  τον  αναλάβεις  και  να  τον κλείσεις  μέσα  στην  αγάπη  σου και τα      ενδιαφέροντά σου.

---Είναι η ψυχή εκείνη που εξαρτάται από εσένα, η πορείας της από την προσευχή σου, η ποιότητα της      πνευματικής της ζωής από τον αγιασμό σου.

---Τον  πλησίον  σου  τον  εμπιστεύεται  ο  Κύριος,  αφού προηγουμένως  σε  κάνει  κατάλληλο για να      υπηρετήσεις τη δόξα του. 

---Αν αδιαφορήσεις για τον πλησίον σου, αδιαφόρησες για το θέλημα του Θεού. 

---Ο  πλησίον  σου  είναι  ίσως  το πρώτο  βήμα  για  υπηρεσία μεγαλύτερη, για σχέδια δοξασμένα, για      θυσία  μεγάλη στην αγάπη Του. ---