Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Δευτέρα 25 Ιουλίου 2011

ΟΙ ΑΠΟΘΗΚΕΣ

       

           Λέων Τολστόι:  "Πόση γη χρειάζεται ένας άνθρωπος;"

     Toν 19ο αιώνα ο Λέων Τολστόι σ' ένα διήγημά του αναρωτιόταν: "Πόση γη χρειάζεται ο άνθρωπος;" και σ' αυτό αναφερόταν στην ανθρώπινη απληστία. Σήμερα παρατηρώντας τη ζοφερή κατάσταση που  επικρατεί στις περισσότερες χώρες του πλανήτη ο καθένας μας αναρωτιέται, πόσα χρήματα, πόσα αγαθά χρειάζεται ο άνθρωπος για να ζήσει; Έμεσα την απάντηση την έχει δώσει ο Μαχμάτα Γκάντι λέγοντας: "Η γη παράγει αρκετά για να ικανοποιήσει τις ανάγκες κάθε ανθρώπου, όχι όμως και την απληστία του". Γιατί δεν αρκούμαστε σε όσα χρειαζόμαστε για να ζήσουμε με αξιοπρέπεια, αλλά γινόμαστε άπληστοι και θέλουμε όλο και περισσότερα για να ικανοποιήσουμε τις ανεξέλεγκτες, ζωώδεις επιθυμίες μας. Επιθυμίες που δεν μας αναβαθμίζουν σαν ανθρώπους, που δεν μας προάγουν πνευματικά, αλλά αντίθετα μας υποβαθμίζουν σε αιμοδιψή θηρία. 
    
      Γράφει λοιπόν ο μεγάλος συγγραφέας Λέων Τολστόι για έναν αγρότη, τον Παχόμ, που ο είχε αποκτήσει μεγάλη περιουσία και ζούσε πλούσια, όμως μέσα του υπήρχε η επιθυμία να αποκτήσει ακόμα μεγαλύτερη περιουσία ώστε να εξασφαλίσει ακόμα περισσότερα υλικά αγαθά. 
        Σύμφωνα λοιπόν με την ιστορία, η τύχη το έφερε και συνάντησε ο Παχόμ έναν άλλο αγρότη που ήρθε πάνω από τον Βόλγα καθώς επίσης κι έναν πλανόδιο έμπορο που ταξίδευε από μέρος σε μέρος. Απ' αυτούς, λοιπόν, ο Παχόμ έμαθε για τις απέραντες εκτάσεις γης που μπορούσε να τις αποκτήσει ο καθένας για «ένα κομμάτι ψωμί» όπως λέμε, από κάποιους που έμεναν πολύ μακριά, και ήταν νομάδες, είχαν ζώα και μετακινούνταν από μέρος σε μέρος. Αυτούς τους έλεγαν «Μπασκίρς».
      Μια και δυο λοιπόν ο Παχόμ ξεκίνησε, ταξίδεψε και έφτασε σε εκείνη την μακρινή γη. Το έδαφος ήταν παρθένο και απαλό σαν την παλάμη του ανθρώπου και μαύρο όπως ο σπόρος της παπαρούνας, και το χορτάρι έφτανε ψηλά ως το στήθος.
«Και ποια είναι η τιμή;» ρώτησε ο Παχόμ.
«Η τιμή μας είναι πάντοτε η ίδια: χίλια ρούβλια την ημέρα» του απάντησαν.
Ο Παχόμ δεν καταλάβαινε.
«Την ημέρα; Τι είδους τιμή είναι αυτή; Πόση έκταση είναι αυτό;»
«Δεν ξέρουμε να το υπολογίσουμε», είπε ο αρχηγός τους.
«Το πουλάμε με την ημέρα. Όσο μπορείς να περπατήσεις σε μια μέρα, όσο σε πηγαίνουν τα πόδια σου και αντέχεις για μια μέρα να πηγαίνεις, είναι δικό σου, και η τιμή είναι πάντα χίλια ρούβλια.»
Ο Παχόμ έχασε τη μιλιά του από την έκπληξη.
«Ναι» είπε, «αλλά σε μια μέρα μπορώ να προλάβω να περπατήσω και να καλύψω ένα τεράστιο μέρος από γη».
Ο αρχηγός τους γέλασε.
«Θα είναι όλο δικό σου!» του είπε. «Αλλά υπάρχει ένας όρος. Θα πρέπει την ίδια μέρα να επιστρέψεις στο μέρος από το οποίο ξεκίνησες. Αν δεν επιστρέψεις στο μέρος από όπου ξεκίνησες, τα λεφτά σου είναι χαμένα».
     Εκείνο το βράδυ ο Παχόμ δεν μπορούσε να κοιμηθεί. Όμως πριν χαράξει αποκοιμήθηκε και άρχισε να ονειρεύεται. Ονειρευόταν πως ήταν σε μια δικιά του σκηνή και πως άκουσε να γελούν απ’ έξω. Τόλμησε και βγήκε έξω και είδε τον αρχηγό των Μπασκίρς να κάθεται έξω από την σκηνή και να κρατά την κοιλιά του από τα γέλια και να κυλιέται γύρω-γύρω γελώντας. Καθώς πλησίασε πιο κοντά κατάλαβε πως δεν ήταν ο αρχηγός των Μπασκίρ αλλά εκείνος ο πλανόδιος έμπορος που είχε συναντήσει στην δική του γη και σαν είδε ακόμη πιο καλά κατάλαβε πως ήταν ο αγρότης που είχε βρει και που είχε έρθει πάνω από τον Βόλγα. Αλλά τελικά δεν ήταν ούτε αυτός, ήταν ο διάβολος ο ίδιος με κέρατα και πόδια ζώου, με οπλές που τα κτυπούσε κάτω ελαφρά. Μπροστά από τον διάβολο ήταν ξαπλωμένος ένας ξυπόλυτος άνδρας που φορούσε μόνο παντελόνι και πουκάμισο.
   Και καθώς ονειρευόταν ο Παχόμ, πήγε πιο κοντά να δει τι άνθρωπος ήταν αυτός, και διαπίστωσε πως ήταν νεκρός και πως ήταν… ο εαυτός του!
     Τρομοκρατημένος ο Παχόμ πετάχτηκε επάνω. «Τι μπορεί να ονειρεύεται ο άνθρωπος!» σκέφτηκε.
   Ο Παχόμ έφτασε στην πεδιάδα εκείνη που είχαν συμφωνήσει καθώς ο ουρανός άρχιζε να κοκκινίζει. Έβαλε τα χίλια ρούβλια στο γούνινο καπέλο του αρχηγού που το είχε βάλει στο χώμα και ξεκίνησε. Το βήμα του δεν ήταν ούτε αργό, ούτε γρήγορο. Όσο όμως περπατούσε στην γη έκανε πιο μεγάλα βήματα γιατί η γη σε κάθε βήμα που έκανε φαίνονταν όλο και πιο ωραία. Μάλιστα σε μια προσπάθεια να συμπεριλάβει μέσα ένα πολύ ωραίο λιβάδι, πήγε πολύ μακριά πριν να βάλει το σημάδι που είχε μαζί του και να αρχίσει να γυρίζει πίσω. Έτσι κύλησε η μέρα και τώρα βιαζόταν και περπατούσε πραγματικά γρήγορα κάτω από τον καυτό ήλιο, που όμως είχε αρχίσει να δύει.
     Κατακουρασμένος, αφού έκανε κύκλο σε μια τέτοια μεγάλη έκταση ο Παχόμ γύριζε πίσω στο λοφάκι από όπου είχε ξεκινήσει, περπατώντας βαριά και σέρνοντας τα πόδια του με δυσκολία. Το στήθος του ανεβοκατέβαινε σαν των παλιών σιδεράδων το φυσερό, η καρδιά του χτυπούσε σαν σφυρί, τα πόδια του άρχιζαν σιγά-σιγά να τον εγκαταλείπουν. Σε λίγο έβλεπε ο Παχόμ τον λόφο και τους Μπασκίρς να του φωνάζουν.
     Και ο Τολστόι κλείνει την ιστορία:
   Ο Παχόμ κοίταξε τον ήλιο που είχε αγγίξει τη γη. Η μια πλευρά του είχε ήδη χαθεί. Με όση δύναμη του απέμενε βιάστηκε τόσο πολύ που έγερνε το κορμί του προς τα εμπρός ίσα-ίσα που τα πόδια του ακολουθούσαν ώστε να μην πέσει. Με το που άγγιξε τον λοφίσκο ξαφνικά σκοτείνιασε. Κοίταξε ψηλά, ο ήλιος είχε ήδη δύσει! Φώναξε με αγωνία: «όλος μου ο κόπος πήγε χαμένος» και ενώ σκεφτόταν να σταματήσει άκουσε τους Μπασκίρς να του φωνάζουν και θυμήθηκε πως αν και για αυτόν που ήταν χαμηλά ο ήλιος είχε δύσει, γι' αυτούς όμως που ήταν στην κορυφή ο ήλιος ακόμη φαινόταν. Παίρνοντας μια βαθιά ανάσα, ανέβηκε πάνω στον λόφο όπου ήταν ακόμη φως.
     Και καθώς έφτασε στην κορυφή είδε τον σκούφο. Δίπλα από αυτόν καθόταν ο αρχηγός γελώντας και έχοντας τα χέρια στη μέση του. Πάλι ο Παχόμ θυμήθηκε το όνειρό του και έβγαλε μια κραυγή. Τα πόδια του τον εγκατέλειψαν, έπεσε μπροστά και άρπαξε το καπέλο (με τα ρούβλια) στα χέρια του…-πέθανε από την υπερβολική προσπάθεια, από τη μεγάλη κούραση. Ο υπηρέτης του σήκωσε μια αξίνα και έσκαψε ένα λάκκο μακρύ αρκετά για να χωράει τον Παχόμ και τον έθαψε εκεί. 
   Τελικά πόση γη χρειαζόταν ο άνθρωπος; Ο υπηρέτης μέτρησε από το κεφάλι του Παχόμ μέχρι τις πατούσες και ήταν έξι πόδια. Τόση γη χρειάζεται ο άνθρωπος. 
  Καθημερινά αποδεικνύεται ότι η πλεονεξία και η απληστία, είναι αρρώστιες που μολύνουν την ψυχή ολόκληρης της ανθρωπότητας. Ο αγώνας του Παχόμ είναι ένας αγώνας που τον τρέχουν σήμερα πάρα πολλοί άνθρωποι, όχι στις στέπες της Σιβηρίας, αλλά στους δρόμους της Αθήνας, του Λονδίνου,  της Νέας Υόρκης...., έχοντας δυστυχώς όλοι το ίδιο τραγικό τέλος. Καθημερινά κάποιος κήρυκας ή ιερέας κάπου θα κάνει την κηδεία κάποιου που ξόδεψε τη ζωή του, που θυσίασε τα πάντα, ακόμα και την οικογένειά του, για να φτάσει στην κορυφή του λόφου του Παχόμ, επιθυμώντας να αποκτήσει όλο και πιο πολλά.
      Είναι ανάγκη να διευκρινίσουμε ότι η λέξη "επιθυμία" δεν είναι κακή. Κακή γίνεται στα χέρια μιας άπληστης καρδιάς. Ο ίδιος ο Κύριος Ιησούς μας συμβουλεύει τί θα πρέπει να "επιθυμούμε""ζητείτε πρώτον την βασιλείαν του Θεού και την δικαιοσύνην αυτού, και ταύτα πάντα θέλουσι σας προστεθεί" (Ματθαίος Σ/6: 33). Ο ψαλμωδός εκφράζοντας τη δική του προσωπική εμπειρία ομολογεί: "Καθώς επιποθεί η έλαφος τους ρύακας των υδάτων, ούτως η ψυχή μου σε επιποθεί, Θεέ" (Ψαλμός ΜΒ/42: 1). Αυτή την επιθυμία θέλει ο Θεός να έχουμε στην καρδιά μας. ---
      
        ΟΙ ΑΠΟΘΗΚΕΣ.

      Ευαγγέλιον "κατά ΛΟΥΚΑΝ", κεφ. ΙΒ/12, εδ. 16 – 21.

16 Είπε δε προς αυτούς παραβολήν, λέγων· Ανθρώπου τινός πλουσίου ηυτύχησαν τα χωράφια
17 Και διελογίζετο εν εαυτώ λέγων Τι να κάμω, διότι δεν έχω που να συνάξω τους καρπούς μου;
18 Και είπε· Τούτο θέλω κάμει θέλω χαλάσει τας αποθήκας μου και θέλω οικοδομήσει μεγαλητέρας και συνάξει εκεί πάντα τα γεννήματά μου και τα αγαθά μου,
19 και θέλω ειπεί προς την ψυχήν μου· Ψυχή, έχεις πολλά αγαθά εναποτεταμιευμένα δι' έτη πολλά· αναπαύου, φάγε, πίε, ευφραίνου.
20 Είπε δε προς αυτόν ο Θεός· Άφρον, ταύτην την νύκτα την ψυχήν σου απαιτούσιν από σού· όσα δε ητοίμασας, τίνος θέλουσιν είσθαι;
21 Ούτω θέλει είσθαι όστις θησαυρίζει εις εαυτόν και δεν πλουτεί εις Θεόν.

    Ευαγγέλιον  "κατά ΛΟΥΚΑΝ", κεφ. ΙΒ/12, εδ. 34.
"όπου είναι ο θησαυρός σας, εκεί θέλει είσθαι και η καρδία σας".

        ΣΧΟΛΙΑ :
      Τους έξυπνους ανθρώπους όλοι τους θαυμάζουν. Τους ανόητους, τους λυπούνται. Τι να πεις όμως όταν αυτοί που θεωρούνται έξυπνοι και πετυχημένοι κάνουν ανοησίες; Πάρα πολλοί άνθρωποι έχουν θέσει σαν κύριο σκοπό της ζωής τους την απόκτηση πολλών υλικών αγαθών. Δε γνωρίζουν τίποτα καλύτερο και τίποτα υψηλότερο από το να αυξάνουν την περιουσία τους, για να ικανοποιούν τις προσωπικές τους φιλοδοξίες. Όλο το νόημα της ζωής τους είναι να ζήσουν καλά και να ικανοποιήσουν τις επιθυμίες τους. Το μόνο που σκέπτονται είναι ο εαυτός τους και δεν υπολογίζουν καθόλου το Θεό, θεωρώντας ότι δεν έχουν καμία απολύτως υποχρέωση απέναντί Του. Ο Βασιλιάς Σολομώντας που διακρίθηκε για τη σοφία του έγραψε: "Πόσο καλύτερη είναι η απόκτηση της σοφίας, παρά το χρυσάφι! Και προτιμότερη η απόκτηση της σύνεσης, παρά το ασήμι!" (Παροιμίες ΙΣ/16: 16). 
       Μια ιστορία λέει όταν ένα πλοίο ευρισκόμενο στ' ανοιχτά του πελάγους, έπιασε φωτιά. Ένας από τους ταξιδιώτες βλέποντας τον κίνδυνο που διέτρεχε έτρεξε γρήγορα στην καμπίνα του για να σώσει μερικά από τα πλούτη του. Όσο πιο γρήγορα μπορούσε γέμισε τις τσέπες του με χρυσές λίρες και αμέσως έτρεξε προς το κατάστρωμα. Οι βάρκες είχαν όλες κατέβει. Ο άνθρωπος αυτός θα έπρεπε ή να πηδήξει στη θάλασσα ή να καεί ζωντανός. Πήδηξε στη θάλασσα αλλ' αμέσως βυθίστηκε. Ήταν αδύνατον να επιπλεύσει γιατί το χρυσάφι τον έκανε πολύ βαρύ. Εκείνο ακριβώς που πρόκρινε σαν το πιο σπουδαίο και απαραίτητο για τη ζωή του, έγινε η καταστροφή του. Ας προσέξουμε τις προτεραιότητές μας. Τα πλούτη δεν είναι πάντοτε ευλογία. Τα πλούτη που σε κάνουν ανίκανο να σκέφτεσαι το συνάνθρωπό σου και το Δημιουργό σου, σ' έχουν ήδη βλάψει και έχουν γίνει κατάρα στη ζωής σου.
       Κάποτε, καθώς μιλούσε ο Κύριος Ιησούς προς το πλήθος, ένας από τους παρευρισκόμενους  του είπε: "Διδάσκαλε, ειπέ προς τον αδελφόν μου να μοιρασθή μετ' εμού την κληρονομίαν" (Λουκάς ΙΒ/12: 13). Σύμφωνα με το Μωσαϊκό Νόμο ο πρωτότοκος θα έπρεπε να λάβει δύο μερίδια από την πατρική κληρονομιά (Δευτερονόμιο ΚΑ/21: 17). Προφανώς ο άνδρας που ζήτησε από τον Ιησού ν' αναμιχθεί στην υπόθεση ήθελε να λάβει μερίδιο μεγαλύτερο απ' ό,τι ο Νόμος επέτρεπε. Ο Κύριος αντιλαμβανόμενος το ζήτημα αρνήθηκε ν' αναμιχθεί στην υπόθεση, αλλά προειδοποίησε το πλήθος να μην επιθυμεί εσφαλμένα αυτά που έχουν οι άλλοι, λέγοντάς τους τα εξής: "Προσέχετε και φυλάττεσθε από της πλεονεξίας διότι εάν τις έχει περισσά, η ζωή αυτού δεν συνίσταται εκ των υπαρχόντων αυτού" (Λουκάς ΙΒ/12: 15). Όσο πλούσιος και αν είναι κάποιος δε μπορεί να ζει για πάντα και να απολαμβάνει τα αγαθά που απέκτησε, κάποια στιγμή θα πεθάνει και θα αφήσει πίσω του όλο τον πλούτο που θα έχει συσσωρεύσει, παράλληλα το γεγονός ότι έχει μεγάλη περιουσία δε σημαίνει ότι θα ζήσει και περισσότερο.  
      Μέσα  σε   έξι  μόλις   εδάφια  κατάφερε  ο  Κύριος  να  μας  περιγράφει  ολόκληρο  τον  ανθρώπινο βίο θέλοντας να  μας  δείξει  τις  φοβερές  παγίδες  που παραμονεύουν και που μπορούν να οδηγήσουν τον άνθρωπο  -αν δεν προσέξει-  σε ναυάγιο και  απόλυτη καταστροφή.  Πρόκειται   για  μια παραβολή   που  είπε ο   Κύριος  παίρνοντας   αφορμή   από  την  μάταιη  φιλοδοξία  που  διαπίστωσε  να υπάρχει σε πάρα πολλούς ανθρώπους,  για  την   απόκτηση  όλο και μεγαλύτερου υλικού  πλούτου.   
       Η ΠΑΓΙΔΑ ΤΟΥ ΠΛΟΥΤΙΣΜΟΥ.
      Όλο το κακό ξεκινάει από ένα... καλό. "Κάποιου ανθρώπου ευτύχησαν τα χωράφια του". Μέσα στην ανέχεια, τις δυσκολίες, εκεί που όλα πηγαίνουν προς το χειρότερο, υπάρχει σίγουρα κίνδυνος για την πνευματική μας ζωή και πορεία, όμως τούτος ο κίνδυνος δε θα λείψει ούτε από εκείνες τις περιπτώσεις της ζωής που υπάρχει επάρκεια και όλα πηγαίνουν καλά. Θα λέγαμε ότι στη δεύτερη περίπτωση υπάρχει πολύ μεγαλύτερος κίνδυνος και για το λόγο αυτό απαιτείται μεγαλύτερη προσοχή. Πρόβλημα λοιπόν η "άδεια" αποθήκη στη ζωή μας, όμως πρόβλημα και η πολύ "γεμάτη" αποθήκη. Ο "Εκκλησιαστής" στο βιβλίο των "Παροιμιών" (κεφ. Λ/30, εδ. 8,9) ζητάει από το Θεό: "Ματαιότητα και λόγον ψευδή απομάκρυνε απ' εμού, πτωχείαν και πλούτον μη δώσης εις εμέ τρέφε με με αυτάρκη τροφήν. Μήποτε χορτασθώ και σε αρνηθώ και είπω, Τις είναι ο Κύριος; ή μήποτε ευρεθείς πτωχός κλέψω και λάβω το όνομα του Θεού μου επί ματαίω".
      ΤΟ ΜΠΕΡΔΕΜΑ ΤΗΣ ΣΚΕΨΗΣ.
     «ευτύχησαν τα χωράφια του». Μια ευλογία που δεν εκτιμάται σωστά και δε χρησιμοποιείται "κατά Θεόν", καταλήγει σε κατάρα. Αγνοώντας όλα τα παραπάνω ο άνθρωπος της ιστορίας μας κατελήφθη από άπειρους και σοβαρούς διαλογισμούς. "Διελογίζετο εν εαυτώ τίνα ποιήσω»; Σκέψεις πολλές, υπολογισμοί, ξενύχτια, μεγάλη αφοσίωση, τρομερή αγωνία, σοβαρά αδιέξοδα. "Τίνα ποιήσω"; ρωτάει και ξανά ρωτάει απελπισμένα ευρισκόμενος σε πολύ μεγάλη αγωνία. Εάν προσπαθήσεις να του θυμίσεις τα λόγια του Κυρίου: "Εμβλέψατε εις τα πετεινά του ουρανού, ότι δεν σπείρουσιν ουδέ θερίζουσιν ουδέ συνάγουσιν εις αποθήκας, και ο Πατήρ σας ο ουράνιος τρέφει αυτά σεις δεν είσθε πολύ ανώτεροι αυτών;" (Ματθαίος Σ/6: 26), δεν έχει χρόνο ούτε να τ' ακούσει. Φωνάξτε τους ειδικούς, πώς να αντιμετωπίσω το πρόβλημά μου; Αυτό είπε ο Μηχανικός, το άλλο ο αρχιτέκτονας, ο οικονομολόγος, ο περιβαλλοντολόγος στις ημέρες μας.... 
      Ο μεγάλος κίνδυνος να υψωθεί η καρδιά του ανθρώπου και να ξεχάσει το Θεό, έρχεται κυρίως όταν τα πράγματα πηγαίνουν καλά στη ζωή του. Εύκολα ο άνθρωπος ξεχνάει το Θεό που τον ευεργέτησε, τον βοήθησε, τον στήριξε. Όταν τα πράγματα πηγαίνουν καλά είναι λάθος να νομίζουμε ότι αυτό οφείλεται στις δικές μας δυνάμεις. Δεν υπάρχει τίποτα που να έχουμε και να μην μας το έχει δώσει ο Θεός. Πολλοί άνθρωποι λένε: "το μυαλό μου... τα χέρια μου.... τα πόδια μου... η εργατικότητά μου....",  τέτοιου είδους σκέψεις μετατρέπουν τα δώρα του Θεού, που είναι η υγεία, η δύναμη, η ευφυία,  κλπ σε προσωπικά τους επιτεύγματα. Ο Λόγος του Θεού έρχεται να μας υπενθυμίσει: "Πάσα δόσις αγαθή και παν δώρημα τέλειον είναι άνωθεν καταβαίνον από του Πατρός των φώτων, εις τον οποίον δεν υπάρχει αλλοίωσις ή σκιά μεταβολής" (επιστολή Ιακώβου Α/1: 17). Στο βιβλίο του "Δευτερονομίου" (κεφ. Η/8, εδ. 17, 18) αναφέρεται: "... και είπης εν τη καρδία σου, Η δύναμίς μου και το κράτος της χειρός μου απέκτησαν εις εμέ τον πλούτον τούτον. Αλλά θέλεις ενθυμείσθαι Κύριον τον Θεόν σου διότι αυτός είναι, όστις σε δίδει δύναμιν να αποκτάς πλούτη....".
       Η ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΤΟΥ ΓΚΡΕΜΙΣΜΑΤΟΣ.
     Το αποτέλεσμα όλου τούτου του μεγάλου διαλογισμού ήταν: «Τούτο ποιήσω»: Αυτό θα κάνω. Δεν υπάρχει άλλος τρόπος, έτσι θα ενεργήσω. Θα χαλάσω τις αποθήκες μου και θα κατασκευάσω άλλες μεγαλύτερες, για να αποθηκεύσω τα αγαθά μου. Εκ πρώτης όψεως, για να μην τον αδικήσουμε, θα λέγαμε ότι ο άνθρωπος της παραβολής κατέληξε σε ένα λογικό συμπέρασμα. Αφού οι αποθήκες του αποδείχθηκαν μικρές, φρόνιμο και λογικό φαίνεται να γκρεμίσει τις παλιές και να φτιάξει μεγαλύτερες. Θα το χαρακτηρίζαμε τούτο έργο στοιχειώδους πρόνοιας. Ποιος θα έκανε κάτι διαφορετικό απ’ αυτόν τον άνθρωπο, κάτω από τις ίδιες συνθήκες αφθονίας;
      Όμως τούτον τον άνθρωπο ο Χριστός τον αποκάλεσε "άφρονα". Τραγωδία! Οι άλλοι (άνθρωποι) να σε μακαρίζουν, να σε θεωρούν πρότυπο επιτυχημένου και ευτυχισμένου ανθρώπου, να λένε πόσο εργάσθηκε..., πόσα απέκτησε..., τι μεγάλη μόρφωση που έχει λάβει, είχε σπουδάσει και πολλά χρόνια στο εξωτερικό και εκεί είχε πάρει το ανώτερο πτυχίο και τώρα "έχει πέσει με τα μούτρα" στη δουλεία και κοιτάξτε τι φτιάχνει ο άνθρωπος αυτός και τι έχει σκοπό να φτιάξει ακόμα! Φοβερή επιτυχία! Και ενώ είναι τόσο ωραία όλα τούτα, να έρχεται ο Χριστός, που βεβαίως γνωρίζει τα γεγονότα, για να πει και μάλιστα με τρόπο απόλυτο και κατηγορηματικό μία μόνο λέξη: «Άφρων»! Λιγομίλητος ο Κύριος. Σε μια άλλη περίπτωση πάλι με δυο απλά λόγια απάντησε: «Δεν σας γνωρίζω ….» (Ματθαίος ΚΕ/25: 12).
    Θα έλεγε κανείς γιατί; Ένα είναι βέβαιο, ότι δεν έκανε ο Κύριος αυτό το χαρακτηρισμό γιατί ο άνθρωπος αυτός προνόησε να φτιάξει τις αποθήκες του. Όσο θα υπάρχει ζωή, δε θα παύσουν και δεν πρέπει να παύσουν οι άνθρωποι να χτίζουν αποθήκες και να προνοούν για το μέλλον τους. Το να προνοεί ο άνθρωπος για τις ανάγκες του και για τις ανάγκες των δικών του είναι ένα προνόμιο που ο Θεός του έχει δώσει και είναι τούτο ένα από τα πιο ιερά καθήκοντα του ανθρώπου σ' αυτή τη ζωή. 
     Δεν είναι λοιπόν δυνατόν να αποκάλεσε ο Χριστός τον άνθρωπο εκείνον "άφρονα", γιατί αποφάσισε να γκρεμίσει τις μικρές (ανεπαρκείς) πλέον αποθήκες του, για να φτιάξει καινούργιες. Τον αποκάλεσε "άφρονα" γιατί ο άνθρωπος αυτός δε σκέφτηκε:
      1/ Ότι τα πλούτη του και η μεγάλη του σοδειά δεν ήταν κάτι που έγιναν από τον ίδιο και ως εκ τούτου δεν του ανήκαν. Θα έπρεπε όλα αυτά να τα θεωρήσει ως δώρα από το Θεό. Μπορεί αυτός να έσπειρε, να κοπίασε, αλλά ο σπόρος και η αύξηση είναι κάτι που ανήκουν αποκλειστικά στην κυριαρχία του Θεού (Α' Κορινθίους Γ/3: 6).
     Ας προσέξουμε γιατί κανένας άνθρωπος δε μπορεί να δημιουργήσει ζωή, ο Θεός είναι Κύριος της ζωής και της υγείας μας. Δεν θα πρέπει να σκεφτόμαστε τι έχουμε, αλλά σε ποιόν οφείλουμε αυτά που έχουμε καθώς και την ύπαρξή μας. Είναι πολύ καλύτερα να έχουμε Θεό, χωρίς πλούτη, παρά να έχουμε πλούτη, χωρίς Θεό στη ζωή μας. Το χρήμα είναι ένας θαυμάσιος υπηρέτης, αλλά μπορεί να μετατραπεί και σ' έναν ανελέητο κύριο.
    2/ Θα έπρεπε να σκεφθεί τούτος ο άνθρωπος: "Έχω αρκετά για τον εαυτόν μου. Δε μου χρειάζονται παραπάνω. Ο κόσμος γύρω μου είναι γεμάτος από ανθρώπους που δεν έχουν τίποτα. Είναι μια μεγάλη ευκαιρία για μένα  να κάνω κάτι για να τους βοηθήσω". Όμως τίποτα απ' όλα αυτά δε σκέφτηκε. Η μοναδική σκέψη του ήταν πως να κάνει μεγαλύτερες τις αποθήκες του, για να αποθηκεύσει ακόμα μεγαλύτερα πλούτη.  
    3/ Τον αποκάλεσε "άφρονα" για έναν ακόμα λόγο, γιατί ο άνθρωπος αυτός δε χρησιμοποίησε τα σωστά μέτρα και σχέδια που θα έπρεπε, για να οικοδομήσει τις αποθήκες του. Και μοιραία θα ήταν λάθος τα σχέδιά του, αφού την ώρα που μελετούσε το πρόβλημά του συμβουλεύτηκε όλους τους "σοφούς του αιώνος τούτου"  (Α΄ Κορινθίους Γ/3: 19) και δεν έλαβε υπόψη του τη γνώμη του Θεού γι'  αυτά. Πόσο τραγικό είναι ν' αδιαφορεί ο άνθρωπος για τις προειδοποιήσεις του Θεού, όπως αυτές αναφέρονται μέσα στον αιώνιο Λόγο Του και να μην αποβλέπει στη σωτηρία της αθάνατης ψυχής του, που δωρεάν - κατά χάριν - προσφέρει ο Θεός σε κάθε άνθρωπο (Εφεσίους Β/2: 8).

      Πρώτο και βασικό λάθος των καινούργιων αποθηκών είναι οι διαστάσεις τους. 
    Είπε ο άνθρωπος: "θα γκρεμίσω τις παλιές αποθήκες και θα οικοδομήσω καινούργιες, μεγαλύτερες". Όμως πόσο μεγαλύτερες; Υπάρχουν αποθήκες, όσο μεγάλες και αν είναι, που να μπορούν να ικανοποιήσουν τα σχέδια και την καρδιά του ανθρώπου; Σήμερα ο άνθρωπος "γκρεμίζει" και "κτίζει" νέες αποθήκες. Αύριο αυτές οι αποθήκες, όσο μεγάλες και αν είναι, θα του φαίνονται μικρές. Τις γκρεμίζει κι’ αυτές, για να φτιάξει μεγαλύτερες, για να φανούν  μετά από λίγο κι αυτές μικρές, με αποτέλεσμα να γκρεμιστούν για να γίνουν άλλες ακόμα μεγαλύτερες. Έτσι αναλώνεται μια ολόκληρη ζωή, "κτίζοντας" και "γκρεμίζοντας", χωρίς ποτέ η καρδιά του ανθρώπου να γεμίζει, χωρίς ποτέ ο άνθρωπος να ικανοποιείται. Ο μεγάλος φυσικομαθηματικός Πασκάλ (1623 - 1662) έλεγε ότι η ψυχή του ανθρώπου είναι ένα "άπειρο" και μόνον μ' ένα άλλο "άπειρο", που είναι ο Θεός μπορεί να γεμίσει. Ό,τι κι αν φτιάξει, ό,τι κι αν δημιουργήσει  ο άνθρωπος πάντα θα διαπιστώνει ότι είναι μικρές οι αποθήκες του, θα έπρεπε να τις είχε φτιάξει πιο μεγάλες. Πόσοι άνθρωποι που έκαναν πολλά, που έφτιαξαν πολλές και μεγάλες "αποθήκες" στη ζωή τους, πριν φύγουν, δεν ομολόγησαν: "Ένα παράπονο έχω, δεν πρόλαβα να κάνω αυτό ή εκείνο. Αν ήμουν νέος, θα έκανα..., θα έφτιαχνα..., θα γκρέμιζα...., θα οικοδομούσα.....".   
      Για να ικανοποιηθεί ο άνθρωπος, θα πρέπει τα όρια των αποθηκών του να συμπέσουν με τα όρια των φιλοδοξιών του, αλλά πού υπάρχουν αυτά τα όρια, και ποιος μπορεί να ανακαλύψει τα όρια της ανθρώπινης φιλοδοξίας. Ο Βασιλιάς Σολομώντας μιλώντας για την ανθρώπινη καρδιά και τις ανθρώπινες φιλοδοξίες είχε πει: «Όλα τα ποτάμια χύνονται στη θάλασσα και η θάλασσα ποτέ δεν γεμίζει» (Εκκλησιαστής Α/1: 7). Όσα ποτάμια και αν χυθούν μέσα στην ανθρώπινη καρδιά, ποτέ δε γεμίζει. Πόσα δεν έκανε στη ζωή του ο βασιλιάς Σολομώντας! Κανένας άλλος δεν απέκτησε τόσα. Ο ίδιος ομολογεί. "Απέκτησα δούλους και δούλας … συγκέντρωσα αργύριον και χρυσίον, εκλεκτά κειμήλια… ό,τι ζήτησαν τα μάτια μου το απέκτησα" (Εκκλησιαστής  Β/2: 8-10). Μεγάλες και πλατιές ήταν οι αποθήκες στη ζωή τούτου του Βασιλιά, όμως προς το τέλος της ζωής του μετά από τόσες επιτυχίες, καθώς μετράει τις αποθήκες της ζωής του, τις βρίσκει πολύ μικρές. Η καρδιά του δεν ικανοποιήθηκε. Βρήκε μικρές τις αποθήκες του. Η ομολογία της ζωής του ήταν: "Ματαιότης, ματαιοτήτων τα πάντα ματαιότης". Στο βιβλίο του "Εκκλησιαστή" (κεφ. Σ/6, εδ. 7) αναφέρεται: "Ολόκληρος ο μόχθος τού ανθρώπου είναι για το στόμα του και όμως η ψυχή του δεν χορταίνει". Άπληστη, ακόρεστη, ατελείωτη η καρδιά του ανθρώπου.  
     Γκρεμίζει, χτίζει ο άνθρωπος και καμία αποθήκη δεν τον χωράει, γιατί καμιά ανθρώπινη αποθήκη δεν μπορεί να τη στεγάσει, να ικανοποιήσει την απατηλή ανθρώπινη καρδιά. Τι τραγικό λάθος για τον άνθρωπο της παραβολής μας να αγνοήσει το βάθος και το πλάτος της ανθρώπινης καρδιάς, της ακόρεστης ανθρώπινης φιλοδοξίας!
      Δεύτερο λάθος, που έκανε ο άνθρωπος της παραβολής μας και κάνει ο άνθρωπος μέχρι σήμερα είναι τα υλικά τα οποία χρησιμοποιεί. Είναι υλικά πολύτιμα, τα οποία πληρώνει πολύ ακριβά, για να τα αποκτήσει. Ξοδεύει ο άνθρωπος, για να χτίσει τις "αποθήκες" του για να ικανοποιήσει τα όνειρά του και τις φιλοδοξίες του, τα καλύτερα χρόνια της ζωής του. Πολλές φορές θυσιάζει ακόμη και τα ιερότερα πράγματα τούτης της ζωής. Θυσιάζει οικογενειακή ειρήνη, θυσιάζει φιλίες, αρχές, θυσιάζει τη συνείδησή του, θυσιάζει και την ψυχή του ακόμη, για να εξασφαλίσει μερικά μέτρα παραπάνω στις αποθήκες του, στις φιλοδοξίες της ζωής του. Πόσοι ξόδεψαν μια ολόκληρη ζωή, τα έδωσαν όλα για να καταλάβουν στο τέλος ότι όλα στη ζωή τους έγιναν για μια αποθήκη άδεια. Γιατί τελικά άδεια ήταν η ζωή τους. Χτίζει ο άνθρωπος στη ζωή του τις αποθήκες του με τα πιο ακριβά υλικά, για να στεγάσει το "τίποτα", για να στεγάσει μια άδεια ζωή.
     Τρίτο λάθος. Μεγάλα τα λάθη που αναφέραμε παραπάνω, όμως το μεγαλύτερο λάθος που διέπραξε ο επιτυχημένος τούτος κτηματίας και το οποίο διαχρονικά επαναλαμβάνεται, ήταν ότι δεν υπολόγισε πόσο καιρό θα έχει στα χέρια του τα κλειδιά των αποθηκών τις οποίες με τόσο κόπο κατασκεύασε.. Μεγάλη ήταν η προσπάθεια, πολύ ακριβά τα υλικά, μεγάλες θυσίες, σκληρός ο αγώνας για να φτιάξει ο άνθρωπος τις αποθήκες του. Καθώς κάθε φορά φτάνει στο τέλος τούτης της προσπάθειας και αρχίζει να σκέπτεται ότι τώρα πια είναι καιρός να αρχίσει να γεμίζει τις αποθήκες του με υλικά πράγματα που θα του δώσουν πραγματική ικανοποίηση, ανακαλύπτει ο άνθρωπος ότι ήρθε η στιγμή να παραδώσει τα κλειδιά της αποθήκης του σε άλλον.
         ΕΝΑΣ ΑΠΡΟΣΔΌΚΗΤΟΣ ΕΠΙΣΚΕΠΤΗΣ.
    "ταύτη τη νυκτί". Αυτή η ώρα είναι γνωστή σε όλους μας, κανένας δεν θα την αποφύγει, όμως ο άνθρωπος αρνείται να εξοικειωθεί μαζί της, να τη συμπεριλάβει μέσα στους υπολογισμούς του και στους σχεδιασμούς του. Ο συγγραφέας της επιστολής "προς Εβραίους" (κεφ. Θ/9, εδ. 27) αναφέρει: "είναι αποφασισμένον εις τους ανθρώπους άπαξ να αποθάνωσι, μετά δε τούτο είναι κρίσις".
    Είπε ο άνθρωπος της παραβολής. "Περίμενε, ψυχή μου, να χτίσω τις καινούργιες μου αποθήκες και εκεί μέσα θα αποθηκεύσω αγαθά για πολλά χρόνια. Θα τρως, θα πίνεις, θα ευφραίνεσαι". Πίστευε ότι θα έχει τα κλειδιά των αποθηκών για πολλά χρόνια, όμως, τι τραγικό! Πριν ακόμα ολοκληρώσει τα σχέδιά του, εντελώς ξαφνικά, παρουσιάστηκε ένας απροσδόκητος επισκέπτης με μία ανατριχιαστική φωνή.  υτή τη νύχτα ζητούν την ψυχή σου". Δεν υπάρχει μεγαλύτερη ανοησία από το να μοχθεί ο άνθρωπος για να μαζέψει εδώ στη γη πλούτη και αγαθά και να μην έχει λάβει υπόψη του το Θεό στα σχέδιά του, λες και θα μείνει αιώνια σ' αυτή τη ζωή.  υτή τη νύχτα ζητούν την ψυχή σου". Απόψε πρέπει να παραδώσεις τα κλειδιά των αποθηκών σου. Όλα αυτά που μάζεψες, οι καινούργιες αποθήκες που έφτιαξες, για τις οποίες τόσα πολλά θυσίασες, σε ποιόν θα ανήκουν";  
     Τούτη η μεγάλη απορία είναι του Θεού, όχι του ανθρώπου. Ρωτάει ο Θεός: "Όσα απέκτησες, όλα αυτά στα οποία στηρίχτηκες, για όλα αυτά για τα οποία στέρησες τη ζωή σου και τα οποία- κυριολεκτικά- μένουν πίσω σου, σε ποιους θα μείνουν;" Ψυχή κατά την αναχώρησή σου από αυτόν τον πρόσκαιρο και μάταιο κόσμο μην ακουστεί η απορία του Θεού: "α δε ητοίμασας, τίνι έσται;". Ο άνθρωπος από τούτο το σημείο θα έπρεπε να ξεκινάει τα σχέδιά του. Θα έπρεπε να σκέπτεται ότι όσο μεγάλα σχέδια και αν καταστρώσει, όσο μεγάλες αποθήκες κι αν θα φτιάξει, δεν θα έχει για πάντα τα κλειδιά τους. 
     Υπάρχουν δύο ειδών αποθήκες. Η μία κατηγορία είναι εκείνες των οποίων η στέγη φθάνει μέχρι τα σύννεφα, που αποβλέπουν στη γη και στο χώμα, που στεγάζουν σιτάρι, καλαμπόκι, υλικά αγαθά, γήινες ανθρώπινες επιδιώξεις. Αυτών των αποθηκών θα κληθεί μια μέρα ο άνθρωπος να παραδώσει τα κλειδιά. Από κάποια στιγμή και έπειτα δεν θα του ανήκουν πλέον. Η άλλη κατηγορία αποθηκών είναι αυτών που το ύψος τους περνάει τα σύννεφα και φθάνουν μέχρι τον ουρανό, που στεγάζουν χαρά, ειρήνη, ουράνια ελπίδα. Αυτών των αποθηκών ο άνθρωπος θα συνεχίσει να έχει τα κλειδιά τους για πάντα. Κανένας δεν θα του τα πάρει, κανένας δεν θα του τα ζητήσει ποτέ. Μόνον η αποθήκη που θα περάσει τα σύννεφα και θα φθάσει μέχρι τον ουρανό μπορεί να ικανοποιήσει την ανθρώπινη καρδιά. Μόνον όταν το άπειρο της ανθρώπινης καρδιά συναντήσει το άπειρο Του δημιουργού της, μόνον τότε μπορεί να γεμίσει.
      Ας προσέξουμε το ύψος των αποθηκών της ζωής μας. Από το ύψος τους θα φανεί τι στεγάζουμε μέσα σ’ αυτές. Κάτω από τα σύννεφα θα στεγάσουμε το σπόρο του πόνου, της θλίψης, λίγες προσωρινές χαρές, πολλά δάκρυα αυτής της ζωής. Αν το ύψος των αποθηκών μας περνάει τα σύννεφα και φθάνει μέχρι τον ουρανό έχει γεμίσει με σπόρο, όχι φθαρτό αλλά άφθαρτο, όχι προσωρινό αλλά αιώνιο. Σ' αυτές τις αποθήκες χρειάζεται να αποταμιεύει ο άνθρωπος. Μόνον αυτοί οι καρποί είναι "προς αιώνιον απόλαυσιν".
      Όταν ο Χριστιανός κτίζει τις αποθήκες του, όταν καταστρώνει τα σχέδια της ζωής του, ποτέ δε θα πρέπει να ξεχνάει την ημέρα που θα παρουσιαστεί μπροστά στο βήμα του Κυρίου. Τα σημεία των καιρών δείχνουν ότι πολύ κοντά μας είναι η αρπαγή της εκκλησίας. Σύμφωνα με τον Απ. Παύλο (Α΄ Θεσσαλονικείς Δ/4: 16) "οι αποθανόντες εν Χριστώ θα αναστηθούν πρώτοι, έπειτα οι ζώντες οι περιλυπόμενοι θα αρπαγούμε μέσα σε νεφέλες για να συναντήσουμε, όλοι μαζί τον Κύριο. Και μετά του Κυρίου «εσόμεθα". Και πλέον θα είμαστε με τον Κύριο.
     Εκεί ο καθένας θ' ανοίξει τις αποθήκες της ζωής του. Σε όσες απ’ αυτές είχαν περάσει τα σύννεφα θα υπάρχουν μέσα Χρυσάφι, ασήμι, λίθοι πολύτιμοι (Α΄ Κορινθίους Γ/3: 12). Πλήρης χαράς ο δίκαιος Θεός θα αγκαλιάσει το δικό Του παιδί και θα του πει: «Εύγε δούλε αγαθέ και πιστέ….» (Λουκάς ΙΘ/18: 17). Σε κείνους που έχτισαν χαμηλά τις αποθήκες, σε κείνους των οποίων τα ενδιαφέροντα και οι φιλοδοξίες έφθαναν μέχρι τα σύννεφα και κάτω απ’ αυτά, θα βρεθεί μέσα σ’ αυτές, άχυρο, καλάμια και πολλά άλλα πράγματα χωρίς καμία αξία. Είναι υλικά που θα κατακαούν εκείνη την ημέρα που θα γίνουν στάχτη και καπνός. "Λαμπάδες" τούτες οι δραστηριότητες που εκείνη την κρίσιμη ώρα δε θα ανάβουν για να υποδεχθεί η ψυχή τον νυμφίο (Ματθαίος ΚΕ/25: 8). Θα παραμένουν σβηστές μέσα στην αιωνιότητα.
      Ας ψάξουμε μέσα μας για να βρούμε που είναι ο θησαυρός μας, που έχει προσκολληθεί η καρδιά μας. Ας μετρήσουμε τις αποθήκες της ζωής μας, ας παρατηρήσουμε το ύψος τους, τις διαστάσεις τους και ας προχωρήσουμε με παρρησία, αποβλέποντες πάνω απ’ τα σύννεφα. "Αποβλέποντες στον Ιησού Χριστό, τον αρχηγό και τελειωτή της πίστεώς μας" (προς Εβραίους ΙΒ/12: 2). ---

                           

        

Τρίτη 19 Ιουλίου 2011

ΟΝΗΣΙΦΟΡΟΣ

ΟΝΗΣΙΦΟΡΟΣ.

Επιστολή "Β΄ ΤΙΜΟΘΕΟΥ",  κεφ. Α/1,  εδ. 16 - 18.

16 Είθε ο Κύριος να δώση έλεος εις τον οίκον του Ονησιφόρου, διότι πολλάκις με παρηγόρησε και δεν επησχύνθη την άλυσίν μου,
17 αλλ' ότε ήλθεν εις την Ρώμην, με εζήτησε μετά σπουδής πολλής και με εύρεν·
18 είθε ο Κύριος να δώση εις αυτόν να εύρη έλεος παρά Κυρίου εν εκείνη τη ημέρα· και όσας διακονίας έκαμεν εν Εφέσω, συ εξεύρεις καλήτερα.

     ΣΧΟΛΙΑ:
     Μιας και δεν αναφέρεται αυτό το όνομα σε άλλες επιστολές του Παύλου και πολύ λίγα πράγματα γνωρίζουμε γι’ αυτόν τον άνθρωπο, θα έλεγε κανείς, επιπόλαια, ότι ίσως να είναι ένας από τους άσημους φίλους του Παύλου. Ονησιφόρος σημαίνει : «Εκείνος που προσκομίζει κέρδος». Και πράγματι μόνον κέρδος θα μπορούσε να προσκομίσει εκείνος ο οποίος θα σχετιζόταν μαζί του. Ο Ονησιφόρος ήταν μέλος της Χριστιανικής Εκκλησίας που υπήρχε στην Έφεσο. Είναι βέβαιο ότι εκείνη την ημέρα που θα ανοιχθούν κάποια βιβλία στον ουρανό (Αποκάλυψη Κ/20: 12) θα υπάρχει μέσα σ' αυτά γραμμένο το όνομα: Ονησιφόρος.
       Η αντίληψη του Ονησιφόρου για την χριστιανική ζωή ήταν ότι  αυτή θα πρέπει να εκδηλώνεται με πράξεις και όχι με απλά λόγια. Ο Απ. Παύλος γράφει προς τον Τιμόθεο κάτι χαρακτηριστικό για αυτόν τον άνθρωπο: «Και όσες διανονίες έκανε στην Έφεσο συ τις γνωρίζεις καλύτερα». Ο Ονησιφόρος ήταν ένας διάκονος, ήταν ένα υπηρέτης, ήταν ένας άνθρωπος προσφοράς, υπηρεσίας στο συνάνθρωπό του . Δεν ήταν Χριστιανός των ωραίων λόγων, των ωραίων κηρυγμάτων, δεν ήταν Χριστιανός στη θεωρία, αλλά στην πράξη. Τι ακριβώς διακονίες έκανε στην Έφεσο δε γνωρίζουμε, εκείνη την ημέρα, που ο καθένας θα κληθεί να δώσει λόγο για το πώς διαχειρίστηκε τα "τάλαντα", που ο Θεός του είχε εμπιστευθεί (Ματθαίος ΚΕ/25: 28) θα γνωρίσουμε, μία προς μία, όλες τις υπηρεσίες του Ονησιφόρου. Την ημέρα που όλα θα έρθουν στο φως θα δούμε ότι και οι πιο μικρές λεπτομέρειες της ζωής του Ονησιφόρου έδειχναν ότι είναι Χριστιανός.
     Του Ονησιφόρου τα καλά έργα και η συνεπής χριστιανική ζωή ήταν ένα συνεχές κήρυγμα για τους κατοίκους της Εφέσου. Ο Κύριος Ιησούς Χριστός είχε πεί: «Ούτως ας λάμψη το φως σας έμπροσθεν των ανθρώπων, δια να ίδωσι τα καλά σας έργα και δοξάσωσι τον Πατέρα σας τον εν τοις ουρανοίς» (Ματθαίους Ε/5: 16). Πόσο έχουμε ανάγκη από μια τέτοια ζωή, συνέπειας και συνέχειας για τη δόξα Εκείνου! "Εσείς είστε το φως του κόσμου", είχε πει ο Κύριος. Αλήθεια πόσο ανάγκη έχει τούτος ο κόσμος από το φως το αληθινό, καθώς τον περιτριγυρίζουν τα ψεύτικα φώτα που καθημερινά τον βυθίζουν, όλο και πιο πολύ στο σκοτάδι. Πόσο έχει ανάγκη ο κόσμος μας από Ονησιφόρους. "Σεις είστε το αλάτι της γης" (Ματθαίος Ε/5: 13). Εάν το αλάτι δεν μπορεί να δώσει εκείνη τη χαρακτηριστική όμορφη γεύση του, τότε δεν μένει παρά να πεταχτεί και να καταπατείται στη γη (Ματθαίος Ε/5: 13). Τότε δε μένει τίποτα. Μπορεί εξωτερικά βλέποντάς το κάποιος να πει ότι αυτό είναι αλάτι, όμως από τη στιγμή που έχασε τη γεύση του δεν είναι πλέον χρήσιμο ούτε για τη γη ούτε για την κοπριά (Λουκάς ΙΔ/14: 35).
     Ο Κύριος στην επίγεια διακονία του ήταν σαφής: «δεν θα εισέλθει στην βασιλεία των ουρανών, πας ο λέγων προς Εμέ, Κυριε, Κύριε, αλλά ο πράττων το θέλημα του Πατρός μου του εν ουρανοίς» (Ματθαίος Ζ/7: 21)Αυτό είναι το μέτρο με το οποίο θα πρέπει να μετράμε καθημερινά τη χριστιανική μας ζωή. Τούτο το μέτρο θα ξεχωρίσει τον πραγματικό χριστιανό από τον κατ’ όνομα χριστιανό.
     Συνεπώς το πρώτο πράγμα που θα πρέπει να προσέξουμε στη ζωή του Ονησιφόρου είναι ότι ήταν πρακτικός χριστιανός. Έτσι λοιπόν πληροφορήθηκε, στην Έφεσο όπου βρισκόταν, ότι ο δάσκαλός του, ο άνθρωπος που τον είχε οδηγήσει στα πόδια του Χριστού, ο Απόστολος Παύλος, βρίσκεται για δεύτερη φορά στη φυλακή της Ρώμης. Τούτη τη φορά έχει φυλακιστεί με κατηγορίες σε βαθμό κακουργήματος. Είχε κατηγορηθεί ψευδώς από το Αυτοκράτορα Νέρωνα ότι ως αρχηγός των χριστιανών είχε σχεδιάσει και εκτελέσει τη μεγάλη εκείνη πυρκαγιά που έκαψε τη Ρώμη το 66 μ.Χ. και την οποία την είχε βάλει ο ίδιος ο Νέρωνας.
    Ήταν οι τελευταίες ημέρες του Απ. Παύλου σ’ αυτήν την αφιλόξενη γη. Εκείνου που χαρακτηρίστηκε «πρώτος μετά τον Έναν». Είναι εκείνος που έδειξε πόσο μεγάλη είναι η δύναμη του Θεού, αφού ο Θεός μπορεί μ' έναν πραγματικά πιστό άνθρωπο να αλλάξει την ιστορία ολόκληρη. Σε λίγες μέρες θα έβγαινε από τη φυλακή για να οδηγηθεί στην εκτέλεση και από κει κατευθείαν στον ουρανό, στην αιώνια πατρίδα του.
      Καθώς θα έβγαινε από το κελί, μια πόρτα θα έκλεινε πίσω του, όμως μια άλλη πόρτα θα άνοιγε στον ουρανό για να τον δεχθεί.  Ας φανταστούμε τη σκηνή. Μια πόρτα ν' ανοίγει στον ουρανό και μπροστά στην πόρτα ο ίδιος ο Κύριος έτοιμος να τον προϋπαντήσει. Ο Παύλος Μου, ο δούλος Μου, ο εργάτης Μου. "Εύγε, δούλε αγαθέ, και πιστέ· στα λίγα φάνηκες πιστός, επάνω σε πολλά θα σε καταστήσω μπες μέσα στη χαρά τού κυρίου σου" (Ματθαίος ΚΕ/25: 21). Όμως ο Παύλος είναι ακόμα στη φυλακή της Ρώμης, μόνος, με βαριές αλυσίδες και με ακόμα πιο βαριές κατηγορίες. Κανένας δεν ήταν δίπλα του. Μέσα στη μοναξιά του εκφράζει το παράπονό του: «πάντες με απεστράφησαν……» (Β΄ Τιμοθέου Α/1: 15). Είναι μόνος στα μπουντρούμια της Ρώμης ο μεγάλος Απόστολος των Εθνών. Μόνος αποκλείεται να ήταν, πολύ κοντά του θα ήταν και ο εχθρός ο οποίος θα του ψιθύριζε στο αυτί. "Παύλο, έχασες. Παύλο, ηττήθηκες"! Που είναι ο Θεός σου να σου συμπαρασταθεί, να σε ελευθερώσει, να συντρίψει τις αλυσίδες σου; Πόσο αποτυχημένος και απερριμένος είσαι Παύλο! Πόσες φορές δεν έρχεται μέσα στη ζωή σε δύσκολες ώρες, να ψιθυρίσει τα ίδια λόγια σε κάθε παιδί του Θεού. Πού είναι ο Θεός; δε σε βλέπει; δε σε ακούει; Πόσο πιο πικρή γίνεται η μοναξιά κάτω από τούτους τους ψιθύρους; 
      Τούτο το δυσάρεστο γεγονός της φυλάκισης του Παύλου το πληροφορήθηκε η Εκκλησία της Εφέσου. Μεγάλη η θλίψη μεταξύ των Χριστιανών. Πολλοί θα έκλαψαν, άλλοι θα στεναχωρήθηκαν, ένας όμως απ’ αυτούς, που άκουγε στο όνομα Ονησιφόρος, δεν έμεινε μόνον εκεί, κατέβηκε στο λιμάνι και πήρε το πρώτο πλοίο. Σήμερα λέμε Έφεσος - Ρώμη, δύο ώρες με το αεροπλάνο, δέκα ώρες με το καράβι, όπου υπάρχει καμπίνα, φαγητό, διασκέδαση κλπ. Τότε για να πάει κανείς από την Έφεσο στη Ρώμη ήταν κάτι πολύ μεγάλο και πολύ επικίνδυνο. Σε σαπιοκάραβα της εποχής έμπαινες και δεν ήξερες πότε θα φτάσεις και αν θα φτάσεις (υπήρχε και ο κίνδυνος των πειρατών). Σίγουρα τούτο ο Ονησιφόρος θα τα σκέφτηκε όλα, όμως αψήφησε όλους τους  κινδύνους προκειμένου να βρεθεί κοντά στην ανάγκη του αδελφού του.
      Τι ωραία εικόνα είναι τούτη! Ο Ονησιφόρος ταξιδεύει με προορισμό τη Ρώμη μέσα σε ένα καράβι. Το κάνει γιατί είναι πρακτικός Χριστιανός, το κάνει από αγάπη για το Θεός και για εκείνον που τον οδήγησε από το σκοτάδι στο φως, από την αιώνια απώλεια στην αιώνια ζωή. Το κάνει για την ανάγκη του αδελφού, το κάνει για τον Κύριο. Και γνωρίζει καλά ότι ο Κύριος θα είναι μαζί του, θα κατευνάσει τους αέρηδες, θα σταματήσει τις φουρτούνες και θα τον οδηγήσει με ασφάλεια κοντά στον αδελφό του.
Μετά από αρκετές εβδομάδες ο Ονησιφόρος βρίσκεται στη Ρώμη. Εκεί πηγαίνει από φυλακή σε φυλακή, ίσως ημέρες, ίσως εβδομάδες, πάντως «μετά σπουδής πολλής» ρωτάει πού βρίσκεται ο Παύλος ο Χριστιανός. Ξέρετε πόσο σοβαρό ήταν και πόσο επικίνδυνο να βρεθείς μπροστά σε Ρωμαίους αξιωματούχους και να πεις: "θέλω να δω τον Παύλο, το Χριστιανό". Κανείς δεν τολμούσε να το πει, γιατί θα είχε την ίδια τύχη. Από φυλακή σε φυλακή και από στρατόπεδο σε στρατόπεδο, και ξαφνικά στα κάγκελα μιας φυλακής, μετά από πολλή σπουδή, συναντάει τον Παύλο. Βρίσκονται πρόσωπο με πρόσωπο ο δάσκαλος και ο μαθητής. Όταν ο Παύλος έγραφε προς τους Κορινθίους: «η αγάπη ουδέποτε εκπίπτει», είμαι βέβαιος ότι είχε υπόψη του ανθρώπους όπως ο Ονησιφόρος. Αυτή είναι η Χριστιανική αγάπη και με αυτόν τον τρόπο εκδηλώνεται.
      Αλήθεια, πόσες φορές μέσα στη ζωή δεν υπήρξαμε Ονησιφόροι! Πόσες φορές, αν και διαθέτουμε όλα τα μέσα, δε σπεύσαμε στην ανάγκη του αδελφού. Δε σταθήκαμε δίπλα του, δεν κλάψαμε στο πλευρό του, δε προσευχηθήκαμε μαζί. Πόσες φορές δε σηκώσαμε ένα τηλέφωνο για να μιλήσουμε μαζί του, πόσες φορές δε σταθήκαμε «κερδοφόροι» για το Χριστό, για την υπόθεση του Ευαγγελίου. Η αγάπη για τον αδελφό εκφράζεται όχι με λόγια, αλλά με θυσίες. Ξέρεις Τιμόθεε, ότι με εγκατέλειψαν όλοι. Ο Ονησιφόρος όμως «πολλάκις με παρηγόρησε και δεν επησχύνθη (ντράπηκε) την άλυσίν μου».  
     Ο Παύλος ήταν μια πολύ ευαίσθητη ψυχή που είχε συμπαρασταθεί και είχε φανεί χρήσιμος στην ανάγκη πολλών ανθρώπων. Είχε δώσει φιλία, είχε δώσει αγάπη πέρα και έξω από κάθε ανθρώπινο μέτρο. Τώρα είναι μόνος και μελλοθάνατος. Δεν μπορεί να φανταστεί κάποιος πόσο του είχε στοιχίσει τούτη η μοναξιά. «όλοι με εγκατέλειψαν, κανένας δε μου παραστάθηκε», τι τραγικό αλήθεια! Και μέσα σ’ αυτήν τη μοναξιά, μέσα σ’ αυτές τις σκέψεις ξαφνικά άνοιξε η πόρτα. Ο Απόστολος θα σκέφτηκε: "ήρθε η ώρα της εκτέλεσής μου", σήκωσε το κεφάλι του και αντίκρισε τον Ονησιφόρο, αντίκρισε τον αδελφό του, αντίκρισε το πνευματικό του παιδί. Επί τέλους ο Ονησιφόρος τον βρήκε. Τον είχε ζητήσει «μετά σπουδής πολλής» και τον βρήκε. Αυτός ο αδελφός δεν «ντράπηκε την αλυσίδα του Παύλου». Έψαξε και τον βρήκε. Τι μεγάλη στιγμή ήταν τούτη και για τον Παύλο και για τον Ονησιφόρο! Καθώς θα συναντώνται στον ουρανό, πόσα θα έχουν να πουν για εκείνη την ώρα της συνάντησής τους.
     Να επισκεφθείς έναν αδελφό σε μια δύσκολη ώρα, να σταθείς κοντά του. Να σου πει: "σ’ ευχαριστώ, το είχα ανάγκη, με στήριξες, με ανακούφισες, μου έδωσες ελπίδα, μου έδωσες δύναμη, σ’ ευχαριστώ". Αν αδελφοί για ένα «ποτήριον ψυχρού ύδατος» (Μάρκος Θ/9: 41) ο Κύριος θα κάνει ανταπόδοση στον ουρανό, φανταστείτε για μια τέτοια ακραία πράξη αγάπης, πόσο ακριβά θα πληρώσει ο Θεός εκείνη την ημέρα.
     Ας σκεφτούμε τι ειρωνεία υπέστη ο Ονησιφόρος καθώς έψαχνε να βρει τον Παύλο. Όμως μετά από πολλή σπουδή τον βρήκε. Τον έπιασε, τον έσφιξε στην αγκαλιά του, έκλαψε μαζί του, στάθηκε δίπλα του. Τι μεγάλη υπηρεσία είναι τούτη. Να σε σφίξει ο αδελφός στην αγκαλιά του και να σου πει: "σε είχα ανάγκη, σε ήθελα, σε περίμενα". Αλλά και τη μεγάλη ντροπή να σκεφθεί ο αδελφός : "Δεν ήλθες, σε είχα ανάγκη, σε ήθελα, σε περίμενα".
     Είθε ο Θεός να βάλει στην καρδιά του καθενός μας απόψε να γίνει ένας Ονησιφόρος στη ζωή των άλλων ανθρώπων. Να φέρνουμε κέρδος, όχι ζημιά, με τη φιλία μας, με την αγάπη μας, με τη συμπεριφορά μας. Είθε με τη χάρη Εκείνου να γίνουμε όλοι Ονησιφόροι για το Χριστό, για τη σωτηρία αθανάτων ψυχών. ---