Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Κυριακή 14 Αυγούστου 2011

OI ΤΡΙΚΥΜΙΕΣ

 
 
OI ΤΡΙΚΥΜΙΕΣ.
  
Είναι η βάρκα σου στο κύμα, κι ο βοριάς φυσάει δυνατά,

γύρω σου η τρικυμία, πάει να σκίσει τα πανιά.

Τι σε κάνει να φοβάσαι, μέσ’ τη βάρκα είν’ ο Χριστός,

δεν αφήνει τα παιδιά Του, το τιμόνι το έχει Αυτός.

Σου υποσχέθηκε τη νίκη, είναι ο Λόγος Του αληθείς,

το ένα θαύμα πίσω απ’ το άλλο, θα δοξάζεις θα υμνείς.

Τι σε κάνει να φοβάσαι ….

Ισχυρός για να σε σώσει, δυνατός να σ’ οδηγεί,

η εγγύηση της νίκης, ο Χριστός θριαμβευτής.

Σου έχει δώσει εξουσία, σ’ έχει κάνει δυνατό,

πάντα ακούει τις προσευχές σου, μέσα σου ζει ο Χριστός.

Τι σε κάνει να φοβάσαι…..



Ευαγγέλιο "κατά ΜΑΡΚΟΝ", κεφ. Δ/4, εδ. 35-41.
 
35 Και λέγει προς αυτούς εν εκείνη τη ημέρα, ότε έγεινεν εσπέρα. Ας διέλθωμεν εις το πέραν.
36 Και αφήσαντες τον όχλον, παραλαμβάνουσιν αυτόν ως ήτο εν τω πλοίω και άλλα δε πλοιάρια ήσαν μετ' αυτού.
37 Και γίνεται μέγας ανεμοστρόβιλος και τα κύματα εισέβαλλον εις το πλοίον, ώστε αυτό ήδη εγεμίζετο.
38 Και αυτός ήτο επί της πρύμνης κοιμώμενος επί το προσκεφάλαιον και εξυπνούσιν αυτόν και λέγουσι προς αυτόν Διδάσκαλε, δεν σε μέλει ότι χανόμεθα;
39 Και σηκωθείς επετίμησε τον άνεμον και είπε προς την θάλασσαν Σιώπα, ησύχασον. Και έπαυσεν ο άνεμος, και έγεινε γαλήνη μεγάλη.
40 Και είπε προς αυτούς Διά τι είσθε ούτω δειλοί; πως δεν έχετε πίστιν;
41 Και εφοβήθησαν φόβον μέγαν και έλεγον προς αλλήλους. Τις λοιπόν είναι ούτος, ότι και ο άνεμος και η θάλασσα υπακούουσιν εις αυτόν;

Ευαγγέλιο "κατά ΙΩΑΝΝΗΝ",  κεφ. Σ6, εδ. 16-19.

16 Καθώς δε έγινεν εσπέρα, κατέβησαν οι μαθηταί αυτού εις την θάλασσαν,
17 και εμβάντες εις το πλοίον, ήρχοντο πέραν της θαλάσσης εις Καπερναούμ. Και είχεν ήδη γείνει σκότος και ο Ιησούς δεν είχεν ελθεί προς αυτούς,
18 και η θάλασσα υψώνετο, επειδή έπνεε δυνατός άνεμος.
19 Αφού λοιπόν εκωπηλάτησαν ως εικοσιπέντε ή τριάκοντα στάδια βλέπουσι τον Ιησούν περιπατούντα επί της θαλάσσης και πλησιάζοντα εις το πλοίον, και εφοβήθησαν.

          ΣΧΟΛΙΑ :
     Δύο θαυμάσια περιστατικά διαβάσαμε μέσα από τον αιώνιο Λόγο του Θεού που μοιάζουν να είναι ξεχωριστά, να είναι διαφορετικά.
     Στο πρώτο κείμενο έχει ξεσπάσει μια μεγάλη η τρικυμία, όμως είναι ημέρα και το κυριότερο είναι κοντά ο Κύριος, Τον βλέπεις, του μιλάς, αισθάνεσαι την παρουσία Του, την ασφάλειά Του.
     Στο δεύτερο κείμενο μια έχει ξεσπάσει μια ακόμα μεγαλύτερη τρικυμία, γύρω έχει απλωθεί βαθύ σκοτάδι και το κυριότερο ο Ιησούς είναι μακριά.
     Ζητάς τον Κύριο, πας να πιαστείς απ’ Αυτόν και νομίζεις ότι ο Κύριος δεν είναι μαζί σου, δεν είναι μέσα στο καράβι της ζωής σου. Εύλογα φθάνει στα χείλη το ερώτημα των μαθητών: "Δεν σε μέλει Κύριε που χανόμαστε;" Δεν σε νοιάζει Κύριε για μένα, που χάνομαι μέσα στα προβλήματα, τις τρικυμίες, τα αδιέξοδα, τις δυσκολίες τούτης της ζωής; Είναι η ώρα του εχθρού, η ώρα του πονηρού, είναι η ώρα που θα έρθει να σου ψιθυρίσει: "Έλπισες στο Θεό; Ω πόσο λάθος έκανες, που είναι ο Θεός σου τώρα που τον έχεις ανάγκη, τώρα που η τρικυμία πάει να καταπιεί το καράβι σου;" 
      Πόσες φορές δεν περνάμε από τέτοιες δοκιμασίες, πόσες φορές  δεν ανεβαίνει στην καρδιά μας το ίδιο παράπονο, η ίδια απορία: "Κύριε γιατί δεν επεμβαίνεις; Δεν ακούς την προσευχή μου;" Τότε έρχεται στην καρδιά μου η απάντηση: "Είναι δυνατόν, Αυτός που σε αγάπησε και πέθανε για σένα για να σε σώσει, να σε αφήσει τώρα να χαθείς;" Ο Λυτρωτής είναι μαζί μου, με παρακολουθεί σε κάθε βήμα της ζωής μου, όμως θα πρέπει να μάθω να Τον εμπιστεύομαι. Ψυχή, μην κοιτάζεις τα κύματα και τη φουρτούνα. Άφησε τον εαυτόν σου, το πρόβλημά σου, με εμπιστοσύνη στα χέρια Του. Μην παραπονιέσαι για το πόσο μεγάλη είναι η τρικυμία που περνάς, αλλά σκέψου πόσο μεγάλος είναι ο Θεός στον οποίον πιστεύεις! Μέσα από τις δοκιμασίες θα βγεις πιο δυνατός, πιο καθαρός, πιο χρήσιμος στα χέρια Του.  Ο Λυτρωτής μας υπόσχεται:! "Δεν θα σε λησμονήσω, σ' έχω ζωγραφίσει στις παλάμες μου" (Ησαΐας ΜΘ/49: 16). Τα σημάδια των καρφιών στα χέρια Του έγιναν για σένα, δεν θα Τον αφήσουν να σε λησμονήσει. Η ευλογημένη επέμβασή Του θα έρθει σίγουρα και στην ώρα της.  
    Σ΄ ένα κινηματογραφικό έργο με θέμα την κατοχή (1940) μια ομάδα Εβραίων οδηγείται στα κρεματόρια. Γυμνοί, σκυθρωποί, ένα βήμα από τον πιο εξευτελιστικό θάνατο. Ένας απ’ αυτούς, καθώς σέρνει το κορμί του προς το θάνατο, σηκώνει τα μάτια προς τον ουρανό ψιθυρίζοντας τον ψαλμό του Δαυίδ (ΚΓ/23, εδ.4) «Και εν κοιλάδι σκιάς θανάτου εάν περιπατήσω, δεν θέλω φοβηθεί κακόν, διότι Εσύ Κύριε είσαι μετ’ εμού». Μπορεί με τα σάρκινα μάτια να μην έβλεπε τον Κύριο, όμως με τα πνευματικά μάτια, με τα μάτια της πίστης τον είχε δίπλα του, τον είχε  πολύ κοντά του.
      Κοιτάζεις στον καταγάλανο ουρανό, βλέπεις τον ήλιο και θαυμάζεις αυτό το τέλειο δημιούργημα του Θεού, που δίνει τη ζωή στα πάντα γύρω μας. Κοιτάζεις την επόμενη μέρα που έχει συννεφιά, αντάρα, τρικυμία και μόνο μαυρίλα βλέπεις, ο ήλιος δεν φαίνεται πουθενά. Όμως αυτό τι σημαίνει; Ότι χάθηκε ο ήλιος, ότι δεν υπάρχει ήλιος; Ο ήλιος υπάρχει, συνεχίζει να στέλνει το πολύτιμό του φως, είναι την κάθε ώρα στο σημείο που πρέπει να βρίσκεται.
      Δε χάνεται ο ήλιος από τη ζωή μας, απλά έρχονται τα σύννεφα (τα προβλήματα) πολλές φορές να τον κρύψουν, με αποτέλεσμα να μην τον βλέπουμε. Το ίδιο και με το Χριστό. Δε χάνεται, δεν εγκαταλείπει την ψυχή που θα Τον επικαλεστεί στη ζωή της. Αφήνει τα 99 πρόβατα για να ψάξει στα βουνά και τα λαγκάδια (όπου επέλεξες για να ζήσεις τη ζωή σου, ψυχή) για να βρει το ένα χαμένο πρόβατο (Ματθαίος ΙΗ/18: 11-14) Θέλει όλους να τους σώσει και να τους φέρει σε μετάνοια. (Α΄ Τιμοθέου Β/2: 4).
      Μπορεί οι συνθήκες της ζωής να αλλάζουν, αλλά ο Χριστός παραμένει ο ίδιος. Δεν αλλάζει, δεν αλλοιώνεται η δύναμή Του, δε μικραίνει το χέρι Του, δε βαρύνει το αυτί Του (Ησαΐας ΝΘ/59: 1). Πόσο ευτυχισμένη είναι εκείνη η ψυχή που σε πείσμα της συννεφιάς, της τρικυμίας, σε πείσμα των εξωτερικών συνθηκών, ακουμπάει επάνω Του! Τον βλέπει με τα μάτια της πίστης και τον εμπιστεύεται. Έντονο είναι το παράπονο του Κυρίου: "Θωμά με είδες και πίστεψες; Μακάριοι οι μη ειδόντες και πιστεύσαντες" (Ιωάννης Κ/20: 29).
      Οι περιστάσεις της ζωής, οι δυσκολίες, το σκοτάδι που απλώνεται γύρω μας, «πνευματικό σκοτάδι» πάνω απ’ όλα, έρχονται να κρύψουν καμιά φορά το Χριστό από τη ζωή μας. Αυτό μπορεί να συμβεί. Ένα όμως πράγμα δεν μπορεί να συμβεί, όποια κι αν είναι τα γεγονότα, να μας κρύψουν από τα μάτια του Χριστού. Το μυστικό της σωτηρίας του πιστού ανθρώπου δεν έγκειται στο γεγονός ότι εμείς έχουμε τη δυνατότητα να βλέπουμε πάντοτε το Χριστό, αλλά ότι Εκείνος ποτέ δε μας χάνει από τα μάτια Tου, ποτέ δε μας ξεχνά. Η υπόσχεσή Του είναι: "ιδού, εγώ είμαι μεθ' υμών πάσας τας ημέρας έως της συντελείας του αιώνος" (Ματθαίος ΚΗ/28: 20).
      Πολλές φορές η ζωή μοιάζει με ένα καράβι (ένα καρυδότσουφλο καλύτερα) που βρίσκεται μέσα στην τρικυμία. Έτσι κατάντησε τη ζωή η αμαρτία και η αποστασία του ανθρώπου από το Θεό. Και είναι τυφλή τούτη η τρικυμία. Δεν ξεχωρίζει, δεν ξέρει να διαβάσει, δεν μπορεί να διακρίνει. Μόνο να χτυπήσει ξέρει, όσο μπορεί πιο σκληρά, για να εξουθενώσει τον άνθρωπο.
      Ο άνθρωπος είχε πλαστεί από το Δημιουργό για να ζει αιώνια κοντά Του. Ρητή η προειδοποίηση του Θεού. "Πρόσεξε δεν θα φας απ’ αυτόν τον καρπό (δεν θα παρακούσεις, δεν θα αμαρτήσεις), γιατί αν το κάνεις, θέλεις εξάπαντος αποθάνει" (Γένεση Β/2:  16,17). Το ίδιο λέει σε κάθε ψυχή και σήμερα ο Θεός. Παρ' όλα αυτά ο άνθρωπος αμάρτησε και από εκείνη την ώρα δεν είχε μόνον ο Θεός δικαιώματα μέσα στη ζωή του, δικαιώματα είχε πλέον και ο εχθρός της ψυχής, ο διάβολος. Αυτό ήταν το αποτέλεσμα της αμαρτίας. Να πως μπήκαν οι τρικυμίες μέσα στη ζωή του ανθρώπου, ο πόνος, η θλίψη, το κακό, ο θάνατος. Μάλιστα φθάσαμε στο σημείο ζωή να σημαίνει θλίψη και πόνος. Στο ψαλμό 90 αναφέρεται: «Οι ημέρες τής ζωής μας είναι ουσιαστικά 70 χρόνια, και αν είμαστε σε ευρωστία, 80 χρόνια, όμως, και το καλύτερο μέρος τους είναι κόπος και πόνος, επειδή γρήγορα παρέρχεται, και εμείς πετάμε».
    Απέκτησε δικαιώματα πάνω στον άνθρωπο ο διάβολος, ο οποίος είναι «απ’ αρχής ανθρωποκτόνος» (Ιωάννης Η/8: 44). Ένα στόχο έχει για την κάθε ψυχή που είναι δημιούργημα του Θεού, να την ταλαιπωρήσει και να την πάρει μαζί του αιωνίως. Ο Κύριός μας ο Ιησούς Χριστός ήταν «άνθρωπος θλίψεων και δόκιμος ασθενείας» (Ησαΐας ΝΓ/53: 3). Ο πολύπαθος Ιώβ έρχεται να μας πει κάτι χαρακτηριστικό για τον ανθρώπινο πόνο: «Ο άνθρωπος γεννάται για τη θλίψη και οι νεοσσοί των αετών για να πετούν ψηλά» (Ιώβ Ε/5: 7).
    Πόσο παρήγορα αντηχούν τα λόγια του Κυρίου μέσα στον κόσμο των δακρύων, όπως αυτά αναφέρονται στο βιβλίο της Αποκάλυψης! «Δεν θέλουσι πεινάσει πλέον, ουδέ θέλει πέσει επ’ αυτούς ο ήλιος, ουδέ κανέν καυμα, διότι το Αρνίον (ο Ιησούς Χριστός) το ανάμεσον του θρόνου θέλει ποιμάνει αυτούς και οδηγήσει αυτούς εις ζώσας πηγάς υδάτων, και θέλει εξαλείψει ο Θεός παν δάκρυον από των οφθαλμών αυτών» (Αποκάλυψη Ζ/7: 16,17). Αυτή είναι η υπόσχεση του Θεού στους δικούς Του. (Θεσσαλονικείς Δ/4: 16-17. Αυτή τη ζωή υπόσχεται ο Θεός στους δικούς του. Άραγε αυτή είναι η πιο παρήγορη υπόσχεση του Θεού στον άνθρωπο; Θα έλεγα όχι. Η πιο παρήγορη υπόσχεση του Θεού θεωρώ ότι αναφέρεται στο Ευαγγέλιο "κατά Λουκάν" (κεφ. ΙΣ/16: 17) & "κατά Ματθαίον" (κεφ. Ε/5: 18) και είναι : “Η γη και ουρανός θα παρέλθουν, ένα (ι ) δεν θα υπάρξει που να μην εκπληρωθεί από το Λόγο του Θεού”.
      Με μπουνάτσα, με καλό καιρό ξεκίνησαν οι μαθητές για να περάσουν τη θάλασσα της Γαλιλαίας. Όλα ήταν καλά, όλα ήταν ευχάριστα. Ξαφνικά, τελείως απρόσμενα, εκεί που κανένας δεν το περίμενε, ξέσπασε μέγας ανεμοστρόβιλος. Και τούτο είναι ένα μεγάλο χαρακτηριστικό της ζωής. Απρόσμενες οι μπόρες, ξαφνικές, έρχονται για να φέρουν τα “πάνω κάτω”. Εύλογα την ώρα της μεγάλης δοκιμασίας ένα “γιατί;” ανεβαίνει στα χείλη όλων μας, ένα πανανθρώπινο "γιατί;" Δεν υπάρχει καρδιά που να μην ανέβηκε, χείλη, που να μην ψιθύρισε τούτο το "γιατί". Γιατί, Θεέ μου, γιατί το επέτρεψες αυτό; Γιατί παραμένεις τόσο σιωπηλός. Ακόμα και ο Υιός του Θεού πάνω στο σταυρό του Γολγοθά το ψιθύρισε: “Θεέ μου γιατί με εγκατέλειπες” (Ματθαίος ΚΖ/27: 46 & Μαρκος ΙΕ/15: 34).
    Κατά καιρούς πολλοί προσπάθησαν να δώσουν μια εξήγηση σε τούτο το τρομερό "γιατί" σκεπτόμενοι επιπόλαια και επιφανειακά. Ακόμα και οι μαθητές, όταν βρέθηκαν κάποτε μπροστά σ’ έναν εκ γενετής τυφλό, ρώτησαν τον Κύριο: "Γιατί, Κύριε, γεννήθηκε αυτός ο άνθρωπος τυφλός; Αυτός αμάρτησε ή οι γονείς του;”. Εύκολη η εξήγηση του πόνου, της τρικυμίας, όμως ο Χριστός δεν τη δέχτηκε αυτή την εξήγηση, γιατί δεν ανταποκρινόταν στην πραγματικότητα (Ιωάννης Θ/9: 1-3). 
      Καθώς ο Απ. Παύλο αναλύει στους Κορίνθιους Χριστιανούς τον “ύμνο της Αγάπης”, έρχεται να τους ομολογήσει μια μεγάλη αλήθεια: Σ’ αυτή τη ζωή “εν κατόπτρω βλέπουμε τα πράγματα, αινιγματωδώς, τότε δε πρόσωπο προς πρόσωπο, τώρα γνωρίζω κατά μέρος, τότε θέλω γνωρίσει καθώς και εγνωρίσθην” (Α΄ Κορινθίους ΙΓ/13: 12,). Μέσα στην αιωνιότητα θα υπάρξει τούτη η ώρα που θα γνωρίσουμε τα πάντα.
    Σ’ αυτή τη ζωή κάτω απ’ αυτές τις συνθήκες μην προσπαθούμε να λύσουμε το μυστήριο του πόνου. Ο Λόγος του Θεού για δύο πράγματα μας διαβεβαιώνει:
1/ “Όταν κρινώμεθα, παιδευόμεθα υπό του Κυρίου, δια να μη κατακριθώμεν μετά του κόσμου" (Α΄ Κορινθίους  ΙΑ/11: 32).
2/ “Τα πάντα συνεργούσι προς το αγαθόν εις τους αγαπώντας τον Θεόν" (Ρωμαίους Η/8: 28).
      Από κάθε "τρικυμία" της ζωής μας ας βγάζουμε τα αναγκαία συμπεράσματα, ας αποκτήσουμε μεγαλύτερη πείρα, ωριμότερο χαρακτήρα, βαθύτερη πίστη, και πάνω απ’ όλα στενότερο δεσμό με το Χριστό. Κι Αυτός πόνεσε πάνω στο σταυρό. Στη ολιγόχρονη πορεία του πάνω στο φλοιό της γης μας δεν υπήρξε τρικυμία που να μην Τον χτύπησε, αν και δεν είχε κάνει αμαρτία. Ο προφήτης Ησαΐας έρχεται να μας πει χαρακτηριστικά στο ΝΓ/53 κεφάλαιο του Βιβλίου του (εδ. 5 & 6), “Αυτός ετραυματίσθη για τις παραβάσεις μας, ταλαιπωρήθηκε για τις ανομίες μας, η τιμωρία ήτις έφερε την ειρήνη ημων, ήτο επ’ αυτόν και διά των πληγών αυτού ημείς ιάθημεν”. (γιατρευτήκαμε).
      Ξαφνική και απρόσμενη ήταν η τρικυμία. Ο φόβος και ο τρόμος γέμισε τις καρδιές των μαθητών. Στο βιβλίο των «Παροιμιών» (ΚΔ/24: 10) αναφέρεται: «Εάν μικροψυχήσης εν τη ημέρα της συμφοράς, μικρά είναι η δύναμή σου». Στο πρώτο περιστατικό ο Ιησούς Χριστός μέσα στη βάρκα κοντά στους δικούς Του κοιμότανε. "Πνιγόμαστε, Κύριε, χανόμαστε, δε σε νοιάζει που χανόμαστε;" Απ’ εδώ και πέρα αρχίζουν οι ανθρώπινες δικαιολογίες: «Κύριε εσύ που μας είπες ότι ήρθες από τον ουρανό για να μας σώσεις, και μας μίλησες για αγάπη και μας είπες ότι μας έχει ετοιμάσει τόπο και ότι θα έλθεις για να μας παραλάβεις (Ιωάννης ΙΔ/14: 3) και εμείς πιστέψαμε σε Σένα. Για χατίρι σου, Κύριε, εμείς αφήσαμε τα πάντα. Χλευαστήκαμε, διωχτήκαμε. Και τώρα, Κύριε, που έχουμε ανάγκη από τη βοήθειά σου, τη συμπαράστασή σου, Εσύ κοιμάσαι; Όλα τελειώνουν τα κύματα μας πνίγουν και  Εσύ δεν νοιάζεσαι; Κάτω απ' αυτές τις συνθήκες πολλοί οδηγούνται στη λάθος αντίληψη "ο Θεός σιωπά, άρα δεν υπάρχει". 
     Σαν τους μαθητές και εμείς πολύ εύκολα καταβαλλόμαστε και προβληματιζόμαστε όταν έρχονται τρικυμίες  - δυσκολίες -  μέσα στη ζωή μας, στις οποίες μάλιστα φαίνεται ο Κύριος να μην επεμβαίνει. Όταν όλα πάνε καλά, με ευκολία διακηρύττουμε ότι τα έχουμε αφήσει όλα στον έλεγχό Του και ότι Αυτός είναι ο Τιμονιέρης στη βάρκα της ζωής μας. Όταν όμως έρχονται οι αντιξοότητες, τότε επαληθεύουμε αν είναι Αυτός που έχει τη διακυβέρνηση της ζωής μας ή όχι!
    Δύο διαφορετικοί κόσμοι ταξίδευαν μέσα σε τούτου το καράβι, ένας κόσμος ανήσυχος, ταραγμένος, δεν ξέρει που να πάει και τι να κάνει. Ένας κόσμος που βλέπει τους υιούς Ανάκ και τρομάζει (Δευτερονόμιο κεφ. Α/1 και  Αριθμοί ΛΒ/32 : 6-15). Το χαρακτηριστικό της ζωής του: ΑΠΙΣΤΙΑ. Ένας άλλος κόσμος βλέπει τα ίδια ακριβώς πράγματα, που βλέπει τους υπερμεγέθεις εκείνους άνδρες και δεν κάνει πίσω, προχωράει, γαλήνιος, ήρεμος, ήσυχος, μακάριος, ΠΙΣΤΟΣ όχι στη δύναμη τη δική του, αλλά στη δύναμη του Θεού.
      Όλοι θα πεθάνουν στην έρημο, είπε ο Θεός, γιατί απίστησαν, δε μ' εμπιστεύτηκαν. Σκέφτηκαν να νικήσουν στηριζόμενοι στις δικές τους δυνάμεις και όχι στη Δική μου δύναμη. Ο Χάλεβ, ο υιός του Ιεφωνή και ο Ιησούς του Ναυί που πίστεψαν σε μένα, που ακολούθησαν το λόγια μου κατά γράμμα, αυτοί, μόνον αυτοί θα μπουν μέσα στην πόλη. Μόνον αυτοί είναι άξιοι για το Θεό (βιβλίο Αριθμών, κεφ. ΚΣ/26, εδ.  65).
     Εξομολογούμαι ότι στη ζωή μου δε ζήλεψα τον πετυχημένο πολιτικό, το μεγαλοεπιχειρηματία, ούτε το μορφωμένο των πτυχίων και των μεταπτυχιακών σπουδών, ζήλεψα τον Ιησού που κοιμότανε μέσα στην αντάρα. Ζήλεψα εκείνον τον πιστό άνθρωπο που, παρότι τον χτύπησαν αλύπητα οι τρικυμίες της ζωής, αλλεπάλληλες οι συμφορές, στέκεται όρθιος. Τον πλησιάζεις, του λες «τι κάνεις;» και με πίστη, με γαλήνιο ύφος απαντάει: "Καλά. Δόξα σοι ο Θεός". Σ’ Αυτόν αποβλέπει, σ’ Αυτόν στηρίζεται, απ' Αυτόν παίρνει δυνάμεις.
     «Και σηκωθείς επιτίμησε τον άνεμο και είπε στη θάλασσα, σιώπα, ησύχασον» (Μάρκος Δ/4: 39). Όταν ζει κανείς κοντά στο Χριστό, ποτέ δεν πρέπει να αποκλείει το θαύμα. Μ' ένα του πρόσταγμα γαλήνεψε τη θάλασσα. Είναι η ειδικότητά Του, θα λέγαμε, αυτή. Να γαληνεύει κάθε και όποια τρικυμία τούτης της ζωής, όσο μεγάλη, όσο ξαφνική κι’ αν είναι. Ποτέ μην πιστέψεις ότι η "τρικυμία" που σε χτυπάει είναι τόσο μεγάλη, που ούτε ο Κύριος δεν μπορεί να την τιθασεύσει. Είναι πιο μεγάλος και από την πιο μεγάλη τρικυμία. Κύριε, είπε ο Εκατόνταρχος, δεν είμαι άξιος να έρθεις στο σπίτι μου, ούτε εγώ είμαι άξιος να έλθω σε Σένα αλλά, «ένα λόγο πες μόνο και θα γιατρευτεί ο δούλος μου» (Λουκάς Ζ/7: 7).  Μ’ ένα λόγο μόνο γαλήνεψε η θάλασσα. Οι επεμβάσεις του Κυρίου φέρουν τη σφραγίδα της τελειότητας.
     Με ένα μόνο λόγο του Κυρίου ακολούθησε γαλήνη στις καρδιές των μαθητών, γαλήνη στη θάλασσα. Ο Κύριος είναι ο μόνος που μπορεί να φέρει τη γαλήνη. Είναι ο μόνος που καλεί και σήμερα ψυχές για να τις γαληνεύσει, για να τις ξεκουράσει για να τις ξεφορτώσει από τα μεγάλα βάρη της ζωής (Ματθαίος ΙΑ/11: 28).
      Και μέσα σ’ αυτόν τον πανικό, μέσα σ’ αυτή τη μεγάλη θλίψη και ανησυχία έρχεται παραπονεμένος ο Κύριος να κοιτάξει την ψυχή στα μάτια, για να της πει: "Δειλέ, ολιγόπιστε!, γιατί φοβήθηκες;" Γιατί δείλιασες, γιατί απελπίστηκες; Πού είναι η πίστη σου; γιατί δε Μου δείχνεις εμπιστοσύνη.; Αλήθεια τι τραγική στιγμή! Αυτό είναι το παράπονο του Κυρίου για κάθε ψυχή που θα λυγίσει, που θα δειλιάσει, που θα ολιγοπιστίσει, που δεν θα Τον εμπιστευθεί την ώρα της μεγάλης τρικυμίας. Αυτός είναι πάντοτε ο στόχος του εχθρού της ψυχής.
       Πόσο εύκολα ξεχνάμε τη μεγάλη εκείνη υπόσχεση του Θεού: "πας ο πιστεύων επ’ Αυτόν  δεν θέλει καταισχυνθεί" (Ρωμαίους Ι/10: 11). Όποιος εμπιστευθεί Αυτόν δε θα ντραπεί, δε θα μετανιώσει. Αυτός είναι το μοναδικό Πρόσωπο που έδωσε ο ουρανός για τη σωτηρία των ανθρώπων (Πράξεις Δ/4: 12). Τον έδωσε ο Θεός από αγάπη για τη σωτηρία του αμαρτωλού ανθρώπου (Ιωάννης Γ/3: 16). Έρχεται να μας θυμίσει ο Κύριος:  «δεν έδωκεν εις ημας ο Θεός πνεύμα δειλίας, αλλά δυνάμεως και αγάπης και σωφρονισμού» (επιστολή Β' Τιμοθέου, κεφ. Α/1, εδ. 7). 
         «Ολιγόπιστε γιατί δείλιασες;», αυτό είναι το παράπονο του Κυρίου.
     Μέσα από τη φουρτουνιασμένη θάλασσα τούτης της ζωής, μέσα από τις δυσκολίες δίνουμε καθημερινά ο καθένας "εξετάσεις" πίστης. Είναι η ώρα που καλούμαστε να κοιτάξουμε όχι τα μεγάλα κύματα, αλλά το δοξασμένο κι αναστημένο Κύριο Ιησού Χριστό. Μόνο τότε θα έρθει γαλήνη μέσα στην ψυχή μας.
       Εμπιστεύσου λοιπόν, ψυχή, τον Κύριο. Είναι πιο μεγάλος και από την πιο μεγάλη τρικυμία. Δεν υπάρχει καρδιά πονεμένη που να έκραξε μάταια στον Κύριο. Η ειρήνη η δική Του (Ιωάννης ΙΔ/14: 27) & Φιλιππησίους Δ/4: 7) και η γαλήνη Του ας βασιλεύσει μέσα στην καρδιά όλων μας.
       Τούτα τα λόγια  είθε το Πνεύμα το Άγιο να τα ερμηνεύσει  μέσα στις καρδιές μας. ---


       Ευαγγέλιο "κατά Ματθαίον", κεφ. ΙΔ/14, εδ. 22 - 36). 
       Μια σελίδα από τον Αλεξανδρινό Αδαμάντιο Ωριγένη (183 - 253 μ.Χ.). 

       Αν κάποια μέρα, μας βρουν στη ζωή αναπόφευκτες δοκιμασίες, ας θυμόμαστε τούτο: Ο Ιησούς μας διέταξε να επιβιβαστούμε στην βάρκα μας και να προηγηθούμε απ' Αυτόν για να φτάσουμε "στην απέναντι όχθη". Είναι σπάνιο, στην πραγματικότητα, για κάποιον που δεν άντεξε τη δοκιμασία των κυμάτων και του αντίθετου ανέμου, να φτάσει τελικά στην απέναντι όχθη. Έτσι, όταν θα μας έχουν περικυκλώσει οι διάφορες δυσκολίες και οδυνηρές δοκιμασίες της ζωής, καθώς θα είμαστε κουρασμένοι και θα ταξιδεύουμε ανάμεσά τους με τα πενιχρά μέσα που διαθέτουμε, ας φανταστούμε ότι η βάρκα μας βρίσκεται τότε στη μέση της θάλασσας, ταραγμένη από τα κύματα που θα ήθελαν να μας δούμε να "ναυαγήσουμε στην πίστη" (Α' Τιμοθέου Α/1: 19). 
       Όταν, λοιπόν, αντιμέτωποι με τόσο μεγάλες θλίψεις, θα έχουμε κρατηθεί καλά στη διάρκεια των μεγάλων εκείνων ωρών της σκοτεινής νύχτας που βασιλεύει στις στιγμές της δοκιμασίας, όταν θα έχουμε παλέψει προσέχοντας ν' αποφύγουμε το ναυάγιο της πίστης, ας είμαστε βέβαιοι ότι προς το τέλος της νύχτας, όταν χαράξει η μέρα (Ρωμαίους ΙΓ/13: 12), ο Υιός του Θεού θα έρθει κοντά μας, βαδίζοντας πάνω στα κύματα, για να γαληνέψει τη θάλασσα για χάρη μας. 
        Όταν Τον δούμε να παρουσιάζεται, θα μας πιάσει φόβος και ταραχή, μέχρι τη στιγμή που θα διακρίνουμε καθαρά ότι είναι ο Σωτήρας μας αυτός που είναι παρών. Ο άνεμος θα κοπάσει. Καταλαβαίνοντας τότε από πόσο μεγάλους κινδύνους σωθήκαμε, θα λατρεύσουμε τον Ιησού λέγοντάς Του: "Πραγματικά, Εσύ είσαι ο Υιός του Θεού του ζώντος" (Ματθαίος ΙΣ/16: 16). ---














Δευτέρα 1 Αυγούστου 2011

Ο ΚΑΛΟΣ ΣΑΜΑΡΕΙΤΗΣ

Η ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΟΥ ΚΑΛΟΥ ΣΑΜΑΡΕΙΤΗ.

Ευαγγέλιον "κατά ΛΟΥΚΑΝ',  κεφ. Ι/10,  εδ. 25 – 37.

25 Και ιδού, νομικός τις εσηκώθη πειράζων αυτόν και λέγων Διδάσκαλε, τι πράξας θέλω κληρονομήσει ζωήν αιώνιον;
26 Ο δε είπε προς αυτόν Εν τω νόμω τι είναι γεγραμμένον; πως αναγινώσκεις;
27 Ο δε αποκριθείς είπε Θέλεις αγαπά Κύριον τον Θεόν σου εξ όλης της καρδίας σου και εξ όλης της ψυχής σου και εξ όλης της δυνάμεώς σου και εξ όλης της διανοίας σου, και τον πλησίον σου ως σεαυτόν.
28 Είπε δε προς αυτόν Ορθώς απεκρίθης τούτο κάμνε και θέλεις ζήσει.
29 Αλλ' εκείνος, θέλων να δικαιώση εαυτόν, είπε προς τον Ιησούν Και τις είναι ο πλησίον μου;
30 Και αποκριθείς ο Ιησούς είπεν Άνθρωπος τις κατέβαινεν από Ιερουσαλήμ εις Ιεριχώ και περιέπεσεν εις ληστάς οίτινες και γυμνώσαντες αυτόν και καταπληγώσαντες, ανεχώρησαν αφήσαντες αυτόν ημιθανή.
31 Κατά συγκυρίαν δε ιερεύς τις κατέβαινε δι' εκείνης της οδού, και ιδών αυτόν επέρασεν από το άλλο μέρος.
32 Ομοίως δε και Λευΐτης, φθάσας εις τον τόπον, ελθών και ιδών επέρασεν από το άλλο μέρος.
33 Σαμαρείτης δε τις οδοιπορών ήλθεν εις τον τόπον όπου ήτο, και ιδών αυτόν εσπλαγχνίσθη,
34 και πλησιάσας έδεσε τας πληγάς αυτού επιχέων έλαιον και οίνον, και επιβιβάσας αυτόν επί το κτήνος αυτού, έφερεν αυτόν εις ξενοδοχείον και επεμελήθη αυτού
35 και την επαύριον, ότε εξήρχετο, εκβαλών δύο δηνάρια έδωκεν εις τον ξενοδόχον και είπε προς αυτόν Επιμελήθητι αυτού, και ό,τι συ δαπανήσης περιπλέον, εγώ όταν επανέλθω θέλω σοι αποδώσει.
36 Τις λοιπόν εκ των τριών τούτων σοι φαίνεται ότι έγεινε πλησίον του εμπεσόντος εις τους ληστάς;
37 Ο δε είπεν Ο ποιήσας το έλεος εις αυτόν Είπε λοιπόν προς αυτόν ο Ιησούς Ύπαγε και συ, κάμνε ομοίως.

        ΣΧΟΛΙΑ :
        Η παραβολή του "Καλού Σαμαρείτη" αποτελεί για τους Χριστιανούς μία υπενθύμιση καίριων αληθειών, που πηγάζουν από το Ευαγγέλιο καθώς και στη σχέση του Θεού με τον άνθρωπο. Όλα ξεκίνησαν μ' ένα διάλογο μεταξύ του Χριστού και ενός νομικού της εποχής. Ένας  νομικός,  ένας  από  αυτούς  που  μελετούσαν το  Μωσαϊκό  Νόμο και  γνώριζαν  να  τον ερμηνεύουν και να υποδεικνύουν  μέσα απ’ αυτόν στους ανθρώπους το θέλημα του Θεού, πλησίασε τον Κύριο, όχι για να  λάβει   κάτι  απ’  Αυτόν,  όχι  για  ν'  ακούσει  κάτι,  αλλά   για  να  Τον πειράξει!  (εδ. 25).  Ήθελε  να πειράξει  τον  Ιησού  Χριστό! Πόσο  μικρός  γίνεται  κάποιες  φορές  ο  άνθρωπος,  πόσο  κακός,  πόσο πονηρός και  αυτό είναι αποτελέσματα  της  αμαρτίας και  της αποστασίας του από τον αληθινό Θεό. Ο Κύριος να μας   φυλάξει,   γιατί   ο   Θεός   δεν  "πειράζεται",   ούτε   "εμπαίζεται",   είναι   «πυρ καταναλίσκον» (Εβραίους ΙΒ/12: 29). Στο βιβλίο του "Δευτερονομίου" (κεφ. Θ/9, εδ. 3) αναφέρεται: "Γνώρισον λοιπόν σήμερον, ότι Κύριος ο Θεός σου είναι ο προπορευόμενος έμπροσθέν σου είναι πυρ καταναλίσκον αυτός θέλει εξολοθρεύσει αυτούς και αυτός θέλει καταστρέψει αυτούς απ' έμπροσθέν σου και θέλεις εκδιώξει αυτούς και ταχέως εξολοθρεύσει αυτούς, καθώς σοι είπεν ο Κύριος".
     Τούτος ο νομικός έρχεται ενώπιον του Κυρίου και Του υποβάλει ένα ερώτημα: «Διδάσκαλε, τι να κάνω για να κληρονομήσω την αιώνια ζωή;». Ο Κύριος, παρά το γεγονός ότι διαβλέπει αμέσως το σκοπό για τον οποίον Τον ερωτά τούτος ο άνθρωπος, δεν τον απορρίπτει, δεν του λέγει: "Πήγαινε σε παρακαλώ από δω που ήρθες για να με πειράξεις"! Αλήθεια πόσες φορές εμείς το κάνουμε; Πόσες φορές η στάση μας είναι αντίθετη από αυτήν του Κυρίου; Ο Κύριος με πραότητα και με υπομονή του απαντάει, γιατί "θέλει να σωθούν όλοι οι άνθρωποι και να έρθουν σε επίγνωση της αληθείας" (Α΄ Τιμοθέου Β/2: 4). Υπομένει τον πειραστή, το χλευαστή, το βλάσφημο, τον αρνητή, περιμένοντας να έρθει "εις εαυτόν", σε επίγνωση και σε ειλικρινή μετάνοια.
    Στο ερώτημα που υπέβαλε ο νομικός μία επικεφαλίδα ταιριάζει: Άγνοια, γιατί η αιώνια ζωή είναι δώρο από το Θεό (Εφεσίους Β/2: 8) και δεν κληρονομείται. Είναι αναμφισβήτητο γεγονός ότι ο κόσμος βρίσκεται μέσα στην πλήρη άγνοια, μέσα σε πνευματικό σκοτάδι, που καθημερινά όλο και πιο πολύ πυκνώνει και τον οδηγεί όλο και πιο κοντά στην αιώνια απώλεια. Ο ίδιος ο Θεός λέγει: «Ο λαός μου χάνεται από έλλειψη γνώσεως» (Ωσηέ Δ/4: 6). Παρατηρώντας γύρω μας θα διαπιστώσουμε ότι ο λαός μας δε γνωρίζει το Λόγο του Θεού, αρκούμενος σε μία καθαρά τυπική σχέση μαζί Του. 
      Τούτος ο άνθρωπος έκανε το πρώτο λάθος να πειράξει τον Κύριο. Στη συνέχεια κάνει το δεύτερο λάθος καθώς θεωρεί κληρονομική την αιώνια ζωή. Η αιώνια ζωή δεν είναι θέμα κληρονομικότητας, από τον παππού στο παιδί και από το παιδί στο εγγόνι, αλλά είναι θέμα πίστης και προσωπικής εσωτερικής σχέσης με τον Κύριο. Είναι θέμα αναγνώρισης του σωτήριου Έργου, το οποίο ο Χριστός έκανε πάνω στο σταυρό για την απολύτρωση του ανθρώπου από την αμαρτία. Η αιώνια ζωή δε μεταβιβάζεται, δεν κληρονομείται, χαρίζεται από τον ίδιο το Θεό. "Διότι κατά χάριν είσθε σεσωσμένοι διά της πίστεως και τούτο δεν είναι από σας, Θεού το δώρον, ουχί εξ έργων, δια να μη καυχηθή τις" (Εφεσίους Β/2: 8). Το τρίτο λάθος, που πολλοί άνθρωποι κάνουν και σήμερα, είναι το ερώτημα: "τι να πράξω, για να έχω αιώνια ζωή;". Από την αρχή που ο άνθρωπος βρέθηκε έξω από την Εδέμ, αισθανόμενος την αμαρτία του, προσπάθησε να εξευμενίσει το Θεό με κάποιες "καλές πράξεις του", αγωνιζόμενος μέσα από στερήσεις, κακουχίες κάθε μορφής και πολλές άλλες εθελούσιες ταλαιπωρίες.
     Ο Κύριος κατηγορηματικά του απαντάει. "Τι είναι γεγραμμένον εις το Νόμον"; Ο ίδιος ο Κύριος απαντάει μέσα από το «τι είναι γεγραμμένον» επικαλούμενος τον αιώνιο Λόγο του Θεού. Ο νέος απάντησε αναφερόμενος στην πρώτη εντολή. «θέλεις αγαπά Κύριον τον Θεόν σου εξ όλης της καρδίας σου και εξ όλης της ψυχής σου και εξ όλης της δυνάμεώς σου και εξ όλης της διανοίας σου και τον πλησίον σου ως σεαυτόν» (Ματθαίος ΚΒ/22: 37-39). Η απάντηση του Κυρίου ήταν: "Σωστά απάντησες αυτό κάνε και θα ζήσεις". 
     Εκ πρώτης όψεως φαίνεται ο Κύριος να διδάσκει τη σωτηρία του ανθρώπου μέσα από την τήρηση των έργων του Μωσαϊκού Νόμου, όμως δεν είναι έτσι. Με την απάντηση αυτή ο Κύριος θέλει να κάνει το νομικό να σκεφθεί: "Άραγε έχω αγαπήσει το Θεό με όλη την καρδιά μου και τον διπλανό του σαν τον εαυτόν μου;" Ο Θεός ξέρει ότι ο άνθρωπος δε μπορεί να τηρήσει το Νόμο. Ο σκοπός του Μωσαϊκού Νόμου δεν ήταν να σώσει τον άνθρωπο από την αμαρτία, αλλά να δείξει την αμαρτία στον άνθρωπο, ώστε να μπορεί να την αναγνωρίσει. Να δείξει στον άνθρωπο πόσο ένοχος είναι απέναντι στο Θεό εξαιτίας της αμαρτίας του (Γαλάτας Γ/3: 24).
      Είναι εντελώς αδύνατο για έναν αμαρτωλό άνθρωπο να αγαπήσει το Θεό με όλη του την καρδιά και τον πλησίον του όπως τον εαυτόν του. Αν αυτό μπορούσε να το κάνει ο άνθρωπος από την ώρα της γέννησής του μέχρι το θάνατό του, τότε δε θα είχε ανάγκη σωτηρίας. Ο Απόστολος Παύλος στην επιστολή "προς Γαλάτας" (κεφ. Β/2, εδ. 21)  αναφέρει: "αν η δικαίωσις γίνεται δια του νόμου, άρα ο Χριστός εις μάτην απέθανε".
     Ο Ιησούς του απαντάει: «Αυτό κάνε και θα ζήσεις». Εδώ η απάντηση είναι τελείως υποθετική. Το λέει εδώ ο Κύριος, για να καταλάβει ο άνθρωπος αυτός ότι, αν αυτό ζητάει ο Θεός, τότε είναι χαμένος, αφού δε μπορεί να το πραγματοποιήσει και έχει ανάγκη να ζητήσει συγχώρεση και Έλεος από το Θεό. Όμως τούτος ο νέος δεν το αντιλαμβάνεται και προσπαθεί να δικαιολογήσει τον εαυτόν του. Είναι φανερό ότι ο σκοπός του νέου, του νομικού, του μορφωμένου, είχε αποτύχει και έτσι φάνηκε και εκτεθειμένος, γιατί, ενώ γνώριζε το Νόμο και το θέλημα του Θεού, φαίνεται πως η ζωή του μακράν απείχε από τη βασική αυτή εντολή. Σ΄ αυτήν την κατάσταση κάνει ένα ακόμα λάθος. Ορθώνει τον εγωισμό του και προχωρά σ' ένα ακόμα ερώτημα προς τον Κύριο, για να δικαιολογήσει την έλλειψη αγάπης που υπήρχε στη ζωή του.    
        «και ποιος είναι ο πλησίον;»
       Αυτή η φαινομενικά αθώα ερώτηση έχει βαθύτερες προεκτάσεις. Στο "Λευιτικό" (κεφ. ΙΘ/19, εδ. 18) αναφέρεται: "δεν θέλεις εκδικείσθαι, ουδέ θέλεις μνησικακεί κατά των υιών του λαού σου, αλλά θέλεις αγαπά τον πλησίον σου ως εαυτόν". Με αφορμή αυτό το εδάφιο επικρατούσε η αντίληψη μεταξύ των Ιουδαίων ότι "πλησίον" θεωρείται αυτός που είναι Ιουδαίος και τηρεί τις παραδόσεις τους. Έτσι θεωρούσαν τον εαυτόν τους "δίκαιο", αν φέρονταν με καλοσύνη στους ομοεθνείς τους, ενώ αντίθετα θα μπορούσαν να φέρονται άσχημα σ' έναν μη Ιουδαίο, διότι αυτός δε θεωρείτο "πλησίον" τους. Ασφαλώς επρόκειτο περί παρεξηγήσεως και γι' αυτό ο Κύριος, θέλοντας να διορθώσει αυτή την εσφαλμένη αντίληψη, αναφέρει την παραβολή του «Καλού Σαμαρείτη», δείχνοντας έτσι ότι, αν ο άνθρωπος έχει αγάπη μέσα στην καρδιά του, θα βρει ποιος είναι ο "πλησίον", για να του εκφράσει  το ενδιαφέρον και την αλληλεγγύη του.
      Θα ήθελα αρχικά να αναφέρω ότι ένας πιστός άνθρωπος στην παραβολή του «Καλού Σαμαρείτη» είχε βάλει έναν άλλο τίτλο:  «Ο αμίλητος Σαμαρείτης».  Δεν εγκατέλειψε, δεν αποτελείωσε με τη αδιαφορία του εκείνον το δυστυχισμένο, που είχαν αφήσει οι ληστές ημιθανή. Χωρίς να μιλήσει, χωρίς κάτι να του πει:  «γιατί πέρασες απ’ εδώ… δεν ήξερες… δεν ρώτησες.... δεν είχες ακούσει… τόσα έχουν γίνει…». Καμία φωνή δεν ακούστηκε. «Τον πλησίασε…, τον σπλαχνίστηκε…. τον φρόντισε με επιμέλεια… τον επιβίβασε… τον οδήγησε στο πανδοχείο… του υποσχέθηκε ότι θα γυρίσει… και όταν γυρίσει θα έχει τον μισθόν αυτού, μετ’ αυτού…»  (Ματθαίος Ι/10: 42).
       Είναι αναγκαίο να διευκρινίσουμε ότι μέσα στη δραστηριότητα της Εκκλησίας θα πρέπει να είναι και τα "έργα αγάπης", όμως δεν θα πρέπει η Εκκλησία να περιορίζεται μόνον σ' αυτά. Η Εκκλησία δε θα πρέπει να λειτουργεί αποκλειστικά σαν ένα φιλανθρωπικό σωματείο. Η απάντηση του Κυρίου στο ερώτημα του νομικού "ποιος είναι ο πλησίον" δε μπορεί να περιοριστεί απλά σε κάποιες "καλές πράξεις"Η κύρια αποστολή της Εκκλησίας είναι να συντροφεύει τον άνθρωπο στην πορεία του προς την "Ιεριχώ του κόσμου" και να του προσφέρει το Χριστό, που είναι ο μόνος Σωτήρας, Λυτρωτής και Κύριος (Πράξεις Δ/4: 12). Αυτός είναι ο μόνος που μπορεί να επιδέσει τις πληγές του, να τον απαλλάξει από τους φόβους του, τις αμφιβολίες του, τα πάθη του, τον πόνο, τη  θλίψη και να τον κάνει να βαδίζει γεμάτος φως και αλήθεια "την οδόν αυτού χαίρων" (Πράξεις Η/8: 39). 

       Ας ακολουθήσουμε βήμα προς βήμα τούτη την παραβολή του Κυρίου: Είπε λοιπόν ο Κύριος: 
      «άνθρωπος τις κατέβαινεν από Ιερουσαλήμ εις Ιεριχώ». 
     Η απόσταση ήταν 27 χιλ. περίπου και επρόκειτο για μια επικίνδυνη διαδρομή μέσα από βράχους και πολλές επικίνδυνες στροφές. Η όλη διαδρομή ήταν "στέκι" των ληστών, γιατί μπορούσαν να κρύβονται και να επιτίθενται στους περαστικούς, χωρίς να τους αντιληφθούν. Ας προσέξουμε καλά αυτήν την πορεία. 
    O άνθρωπος που πορεύεται "από την Ιερουσαλήμ στην Ιεριχώ", στην περίπτωση της παραβολής, δεν είναι ένας απλός ταξιδιώτης. Συμβολικά είναι ο κάθε άνθρωπος, ο οποίος επιλέγει να πορευθεί σ' αυτόν τον κόσμο, φεύγοντας από την "Ιερουσαλήμ της παρουσίας του Θεού" και ταξιδεύοντας μόνος του, με εφόδιο τις δυνάμεις του και το "εγώ" του, προς κάποια "Ιεριχώ" του κόσμου τούτου. Είναι η χαρακτηριστική εικόνα του ανθρώπου που απομακρύνεται από τα πράγματα του Θεού (Ιερουσαλήμ) βαδίζοντας προς έναν άλλο τόπο στον οποίο δεν υπάρχει η παρουσία Του και τον οποίο ο Θεός έχει αποδοκιμάσει (Ιησού τ. Ναυή, κεφ. Σ/6, εδ. 26). Είναι πολύ χαρακτηριστική η φράση "κατέβαινεν». Είναι κατέβασμα, είναι υποβάθμιση η απομάκρυνση από το Θεό και το θέλημά Του.
      Πώς γίνεται αυτό; Μπορεί ο άνθρωπος να επιλέξει; Μπορεί γιατί είναι φτιαγμένος από το Θεό, να είναι ελεύθερος. Και μέσα στην ελευθερία που ο Θεός του έδωσε μπορεί να καθορίσει αν θα σταθεί κοντά στο Θεό ή θα απομακρυνθεί απ’ Αυτόν. Εκείνο που δεν μπορεί να καθορίσει ο άνθρωπος είναι οι συνέπειες των επιλογών του. Είμαι ελεύθερος να ανεβώ πάνω στα κεραμίδια του σπιτιού και αφού ανεβώ, είμαι ελεύθερος να αποφασίσω αν θα πηδήξω από τα κεραμίδια, όμως από τη στιγμή που θα πηδήξω, δεν είμαι πλέον ελεύθερος να αποφασίσω για ο,τιδήποτε. Μοιραία θα υποστώ τις συνέπειες των επιλογών μου.
      «και περιέπεσεν εις ληστάς».
    Θα πρέπει να θεωρείται δεδομένο ότι κάθε επιλογή έχει και τις συνέπειές της. Πρόκειται για το νόμο της ανταποδοτικότητας. Είναι η εκπλήρωση των λόγων του Κυρίου: "Μη πλανάσθε, ο Θεός δεν εμπαίζεται· επειδή ό,τι αν σπείρη ο άνθρωπος, τούτο και θέλει θερίσει" (Γαλάτας Σ/6: 7). Αν θέλεις να απομακρυνθείς από το Θεό, δηλ. αν αποφασίσεις "να κατέβεις από την "Ιερουσαλήμ" προς κάποια Ιεριχώ του κόσμου", είσαι ελεύθερος να το πράξεις, όμως θα υποστείς τις συνέπειες και οι συνέπειες αυτής της επιλογής μοιραία είναι:  "… ληστές… πληγές... θάνατος...." Λένε κάποιοι: "μα ξέρεις θα προσέξω, δε θα προκαλέσω, θα είμαι σωστός, θα είμαι σοβαρός….. κλπ". Ό,τι και αν σκεφτεί ο άνθρωπος, όπως και αν ενεργήσει, όταν απομακρύνεται από την Παρουσία του Θεού, τον περιμένουν αδίστακτοι "ληστές" και "λήσταρχοι". Πολλές φορές αυτοί που τον πληγώνουν και τον ληστεύουν είναι τα κάθε λογής πάθη του, οι φόβοι του, για το σήμερα, για το αύριο, οι αδυναμίες του, οι κακές επιθυμίες του (επιστολή Τίτο Γ/3: 3), η έλλειψη ουσιαστικής σχέσης με το Δημιουργό του, η έλλειψη νοήματος στη ζωή, η άγνοια της αιωνιότητας. Αρχηγός όλων των ληστών διαχρονικά είναι ο "ανθρωποκτόνος διάβολος" (Ιωάννης Η/8: 44). Οι ληστές αυτοί ποτέ δεν έλειψαν και ποτέ δε θα λείψουν, στην εποχή μας μάλιστα όλο και πιο πολύ πληθαίνουν, παρά την εξέλιξη και τον πολιτισμό μας.
         «και γυμνώσαντες αυτόν και καταπληγώσαντες».
     Είναι φοβερές οι συνέπειες της αμαρτίας. Τις βλέπουμε καθημερινά γύρω μας. Ο άνθρωπος μέσα στη γνώση του, στην υλική του δύναμη, μέσα σε πλείστα αγαθά, παραμένει μια ψυχή γυμνή και πληγωμένη, φορτωμένη και κουρασμένη (Ματθαίος ΙΑ/11: 28). Μετά από 6.000 χρόνια ιστορικής διαδρομής ο άνθρωπος είναι περισσότερο γυμνός, πληγωμένος, κουρασμένος και φορτωμένος από κάθε άλλη εποχή.
    Το πανανθρώπινο ερώτημα είναι: "Γιατί να υπάρχει πάνω στον κόσμο τόσο μεγάλο κακό;" Η απάντηση είναι μία, γιατί ο άνθρωπος επέλεξε να απομακρυνθεί από την "Ιερουσαλήμ του Θεού" και να ζήσει σε κάποια "Ιεριχώ του κόσμου" μακριά από την παρουσία του Θεού. Στην προσπάθειά του αυτή έπεσε σε "ληστές". Δημιούργησε ο άνθρωπος μέσα από μια τιτάνια προσπάθεια ένα πολιτισμό, χωρίς τον Θεό. Το αποτέλεσμα ήταν μετά από τόσους αγώνες, τόσες επιτυχίες σε πολλούς τομείς, να μείνει γυμνός, πληγωμένος, τέλεια αδύναμος. Τα ίδια του τα έργα έρχονται να ξεσπάσουν στο κεφάλι του και να τον καταστρέψουν ολοκληρωτικά. Πόση γύμνια γύρω μας, πόσες πληγές, πόσα δράματα! Ο άνθρωπος μακριά από το Θεό, είναι γυμνός ηθικά, είναι πληγωμένος από την αμαρτία , είναι νεκρός πνευματικά, ζει και υπάρχει χωρίς την ελπίδα τ' ουρανού. Ένας ζωντανός νεκρός είναι ο άνθρωπος, όταν δεν βρίσκεται σε επικοινωνία με τον Θεό. Μα, θα πει κάποιος, είναι επιστήμονας, έχει πολλά χρήματα, είναι μεγάλος πολιτικός, ισχυρός παράγοντας.... Τίποτα απ’ όλα αυτά δεν μπορούν να του δώσουν ζωή. Είναι νεκρός και αυτό το παρατηρούμε καθημερινά γύρω μας (Εφεσίους Β/2: 1).
       «αφήσαντες αυτόν ημιθανή».
      Αυτή είναι μία χαρακτηριστική εικόνα του  ανθρώπου μακριά από το Θεό. "Μόνος και ημιθανής". Ο εχθρός αφού τον γυμνώσει τον άνθρωπο από κάθε ηθική αξία και τον πληγώσει, τον εγκαταλείπει αβοήθητο και μάλιστα σε μια κατάσταση που "ούτε ζει, ούτε πεθαίνει". Πόσο χαρακτηριστική είναι η φράση «ημιθανή»! Αυτός είναι ο άνθρωπος μακριά από το Θεό. Προς την εκκλησία των Σάρδεων ο Κύριος έρχεται να επισημάνει τα εξής: «Το όνομα έχεις ότι ζεις, αλλά είσαι νεκρός» (Αποκάλυψη Γ/3: 1). Πόσοι τέτοιοι άνθρωποι μας περιβάλουν καθημερινά! Μέσα στις όποιες ικανότητές τους παραμένουν νεκροί, γιατί δεν έχουν συνδεθεί με την πηγή της ζωής, που είναι ο Ιησούς Χριστός (Ιωάννης ΙΑ/11: 25). 
       «ιερεύς τις κατέβαινε … ομοίως δε και Λευίτης και ιδών αυτόν, επέρασε από το άλλο μέρος».
      Νόημα στη φτωχή ζωή του ανθρώπου, στην πορεία του μακριά από το Θεό επιχειρούν να δώσουν μέσα από τη θρησκευτικότητα οι δύο εκπρόσωποι της Παλαιάς Διαθήκης, ο Ιερέας και ο Λευίτης, όμως διαχρονικά καμία θρησκεία δε μπορεί να στηρίξει, να παρηγορήσει τον άνθρωπο και να "ποιήσει έλεος" εις αυτόν. Βλέπουν τον ημιθανή άνθρωπο, τον τραυματισμένο και απελπισμένο και τον προσπερνούν. Πολλοί άνθρωποι ακόμα και σήμερα ταυτίζουν εσφαλμένα την Εκκλησία με τους εκπροσώπους της, τον "Ιερέα" και τον "Λευίτη" και προστρέχουν σ' αυτούς για κάθε βοήθεια.
     Οι Ιερείς αποτελούσαν ανώτερη βαθμίδα μέσα στο προσωπικό του Ναού και είχαν καταγωγή από τον Ααρών, τον αδελφό του Μωυσή. Δίδασκαν το λαό, θυσίαζαν, δίκαζαν και φρόντιζαν την Κιβωτό της Διαθήκης μαζί με τη σκηνή του Μαρτυρίου. Μετά την ανέγερση του Ναού από το βασιλιά Σολομώντα υπηρετούσαν στο Ναό. Καθημερινή τους απασχόληση ήταν η προσφορά θυσιών ενώ προσεύχονταν για την απαλλαγή των πιστών από τις αμαρτίες τους και από άλλες κακές δυνάμεις.
     Ο Ιερέας προσέφερε τη "θρησκευτικότητα" στον άνθρωπο, την απάντηση σε διάφορους ανθρώπινους προβληματισμούς σε σχέση με το Θεό. Όμως όλα αυτά είναι αδύνατον να θεραπεύσουν τον πληγωμένο άνθρωπο για τον απλό λόγο ότι στηρίζονται στην τυπικότητα, στο φόβο του θανάτου και την άγνοια. Καμία θρησκεία δε μπορεί να "ποιήσει έλεος", δε μπορεί να "ντύσει" πνευματικά τον άνθρωπο, να παρηγορήσει τον βαριά  τραυματισμένο εξαιτίας της αμαρτίας άνθρωπο. Δε μπορεί να πει στον "παραλυτικό" άνθρωπο της εποχής μας: "Σήκω και περιπάτει" (Πράξεις Γ/3: 6). Έτσι, παρά τα ωραία και πλούσια λόγια, δεν μπορεί να θεραπεύσει πνευματικά τον άνθρωπο αφήνοντάς τον ανήμπορο μέσα στις πληγές του, τη μοναξιά, τον πόνο, την αδικία, τον αιώνιο θάνατο.
      Οι Λευίτες ήταν κατώτερη βαθμίδα και προέρχονταν από τη φυλή του Λευί, γιου του Ιακώβ. Βοηθούσαν τους ιερείς ως μουσικοί, θυρωροί και φρουροί του Ναού. Συγκέντρωναν τις προσφορές των ανθρώπων στο Ναό κατά την περίοδο της Παλαιάς Διαθήκης. Είναι ο εκφραστής μια τυπικής σχέσης "δούναι και λαβείν" με το Θεό και με την Κοινωνία. Όπως γνωρίζουμε οι Λευίτες δεν έλαβαν μερίδιο γης στη γη της Επαγγελίας και ήταν αφιερωμένοι στη λατρεία του Θεού. Στο βιβλίο του "Λευιτικού" (κεφ. Γ/3 & Δ) αναφέρονται οι αρμοδιότητες που τους είχαν ανατεθεί. Το κυριότερο καθήκον τους ήταν η βοήθεια των ιερέων, ώστε να διεκπεραιώνουν τις θυσίες και παράλληλα φρόντιζαν την καθαριότητα και τη διατήρηση της τάξης στο Ναό και γύρω απ' αυτόν. Λευίτες ήταν που στάλθηκαν για να συλλάβουν τον Ιησού, μαζί το δούλο του αρχιερέα Μάλχο (Ιωάννης ΙΗ/18: 2 - 10).
       Τόσο ο Ιερέας  όσο και ο Λευίτης, ως μέλη του ορθόδοξου Ιουδαϊκού κλήρου, είχαν βασικό καθήκον να υπηρετούν υποθέσεις ανθρώπινης αγαθοεργίας. Οι άνθρωποι αυτοί καθώς είδαν τον πληγωμένο, τον προσπέρασαν και απομακρύνθηκαν. Μπορεί να γνώριζαν άπταιστα το Νόμο, να μιλούσαν τα Σάββατα στη Συναγωγή με πολύ μεγάλη ευφράδεια, να ήταν χαρισματικοί, όμως μέσα στην καρδιά τους δεν υπήρχε αγάπη για το συνάνθρωπό τους. Η καρδιά τους ήταν γεμάτη από τη γνώση του Νόμου. Στην πραγματικότητα γνώριζαν πολύ καλά τη Γραφή αλλά δε γνώριζαν το Θεό. Ο νους τους ήταν απασχολημένος με υψηλότερα πράγματα από μια ανθρώπινη ζωή ή το πάθος ενός ανθρώπου. Και οι δύο αδιαφόρησαν για τον πληγωμένο άνθρωπο και προχώρησαν  στο δρόμο τους.  Είναι φανερό ότι πάνω απ' όλα αγαπούσαν τον εαυτόν τους, να εκτελούν τα τυπικά καθήκοντά τους, να διαφυλάττουν τη θέση τους. Έκαναν πως δεν είδαν το δυστυχισμένο άνθρωπο και συνέχισαν το δρόμο τους χωρίς καμία φροντίδα για τον πλησίον, για τον αδελφό τους.
      Αντί ως διάκονοι του Κυρίου να είναι πρωτεργάτες και εκφραστές της αγάπης του Θεού, αυτοί ενεργούν εντελώς αντίθετα. Είχαν πορωθεί με τα διάφορα τυπικά "θρησκευτικά" τους καθήκοντα και νόμιζαν ότι μέσα από αυτά ήταν πλήρως τακτοποιημένοι με τον Θεό και με τον τρόπο αυτό επεδείκνυαν πλήρη αδιαφορία για όλα τ' άλλα. Με πόθο και με πάθος αφοσιώνονταν στη γνώση του Νόμου, χωρίς όμως να έχουν τη διάθεση να ακουμπήσουν πάνω στην ανάγκη του «πλησίον» τους, που αποτελεί το θεμέλιο του Νόμου. Μάθαιναν  πολύ καλά το Νόμο, για να μπορούν να επιβάλλονται και να κατακρίνουν τους άλλους ως παραβάτες. Ο Απ. Παύλος προς τον Τιμόθεο αναφέρει: "έχοντες μεν μορφήν ευσεβείας, ηρνημένοι δε την δύναμιν αυτής" (Β΄ Τιμοθέου Γ/3: 5).  
       Αλήθεια, πόσο ξένος, πόσο αδιάφορος, είναι άνθρωπος για το συνάνθρωπό του! Στην παραβολή του «Ασώτου υιού» (Λουκάς ΙΕ/15: 25-32) ο Κύριος, περιγράφοντας τη ζωή τού "πρεσβύτερου γιού", αφήνει να ξεσκεπαστούν οι διάκονοι του Θεού, οι οποίοι πολλές φορές έχουν δείξει ασπλαχνία και έλλειψη αγάπης για τους συνανθρώπους τους, ακόμα και για τον αδελφό τους. Τούτοι οι άνθρωποι ήταν Ιερείς της Παλαιάς Οικονομίας (Παλαιά Διαθήκη). Ήταν εκπρόσωποι μιας ξεπεσμένης νεκρής, καθαρά τυπικής, μη ανθρωποκεντρικής θρησκείας. Έτσι αποδεικνύεται για άλλη μία φορά ότι δεν μπορούν οι θρησκείες να σώσουν τον άνθρωπο, γιατί είναι ανθρώπινα κατασκευάσματα. Μόνον ο Χριστός σώζει τον άνθρωπο (Πράξεις Δ/4: 12). Οι θρησκείες είναι τα φύλα της συκιάς με τα οποία ο άνθρωπος προσπάθησε να κρύψει τη γύμνια του μέσα στον Παράδεισο, αμέσως μετά την πτώση του και δεν μπόρεσε. Τον άνθρωπο τον έντυσε ο Θεός, αφού πραγματοποίησε την πρώτη θυσία, σφάζοντας δύο ζώα και με το δέρμα τους τον έντυσε (Γένεση Γ/3: 21). Αυτή ήταν η πρώτη θυσία που έγινε και αποτελεί μία αρχική προεικόνιση της θυσίας του Χριστού, που θα γινόταν μια μέρα, για να «ντυθεί» ο ηθικά γυμνός άνθρωπος εξαιτίας της αμαρτίας.
    Στο πρόσωπο του  Ιερέα και του Λευίτη, που αποτελούσαν τα πνευματικά πρότυπα της εποχής,  βλέπουμε καθαρά την αδυναμία του Μωσαϊκού Νόμου να σώσει τον άνθρωπο. Ο Νόμος έλεγε "να αγαπάς τον πλησίον σου, όπως τον εαυτόν σου", όμως δεν έδινε τη δύναμη στον άνθρωπο για να το πραγματοποιήσει. Αβίαστα βγαίνει το συμπέρασμα ότι οι τυπικά "θρησκευόμενοι" άνθρωποι δε μπορούν να κάνουν κάτι για τη σωτηρία τού παραστρατημένου και βαθιά πληγωμένου ανθρώπου της εποχής μας,  ενώ έχουν και οι ίδιοι ανάγκη σωτηρίας, είτε το γνωρίζουν, είτε όχι. 
         «Σαμαρείτης δε τις οδοιπορών, ήλθεν εις τον τόπον όπου ήτο και ιδών αυτόν εσπλαγχνίσθη».
    Στις ημέρες μας η λέξη "Σαμαρείτης" έχει λάβει την έννοια κάποιου που βοηθάει τους συνανθρώπους του. Εκείνη όμως την εποχή υπήρχε πολύ μεγάλη εχθρότητα και αβυσσαλέο μίσος ανάμεσα στους Ιουδαίους και στους Σαμαρείτες. Οι Σαμαρείτες ήταν περιφρονημένοι από τους Ιουδαίους, οι οποίοι τους θεωρούσαν ακάθαρτους, τους υποτιμούσαν, τους αποκαλούσαν "σκυλιά". Ουσιαστικά δεν είχαν καμία απολύτως επικοινωνία μεταξύ τους (Ιωάννης Δ/4: 9).  Το χάσμα ανάμεσα σε αυτούς και στους Ισραηλίτες ήταν αγεφύρωτο και το μίσος μεταξύ τους άσβεστο. Κάποτε οι Ιουδαίοι θέλοντας να υποτιμήσουν τον Κύριο Ιησού Χριστό του είπαν: "Απεκρίθησαν και είπον προς αυτόν. Δεν λέγομεν ημείς καλώς ότι  Σαμαρείτης είσαι συ και δαιμόνιον έχεις;" (Ιωάννης Η/8: 48). 
     Γιατί υπήρχε αυτό το μίσος μεταξύ τους; Ο βασιλιάς της Ασσυρίας μετά την κατάληψη του βόρειου βασιλείου (έτος 740 π.Χ.) στα πλαίσια μετακίνησης των πληθυσμών είχε μεταφέρει κατοίκους της Ασσυρίας στην περιοχή της Σαμάρειας (Β' Βασιλέων ΙΖ/17: 19). Οι νέοι αυτοί κάτοικοι είχαν έρθει σε επιγαμία με ντόπιους Εβραίους, είχαν ασπασθεί την «Πεντάτευχο» (τα πέντε πρώτα βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης, που είχε γράψει ο Μωυσής) και η λατρεία τους ήταν διαφορετική και γι' αυτό το λόγο οι Ιουδαίοι τους θεωρούσαν "σχηματικούς" και όχι γνήσιους πατριώτες τους. Με τον καιρό ανεξαρτητοποιήθηκαν εθνικά και θρησκευτικά, έχοντας ως θρησκευτικό τους κέντρο έναν ναό στο όρος Γαριζίν. Ο ναός αυτό καταστράφηκε το έτος 129 π.Χ. από τον Ιωάννη τον Υρκανό.   
       Μόλις είδε ο Σαμαρείτης, ο περιφρονημένος, ο αδικημένος, ο αλλογενής στην άκρη του δρόμου έναν βαριά τραυματισμένο άνθρωπο, που βρισκόταν μεταξύ ζωής και θανάτου, ο Λόγος του Θεού αναφέρει μία φράση πολύ βασική: "τον σπλαχνίστηκε!" Σπλαχνίζομαι σημαίνει ότι συμπονάω και κάνω δικό μου τον πόνο του άλλου. Δεν τον λυπήθηκε απλά τον τραυματισμένο άνθρωπο που συνάντησε, αλλά τον συμπόνεσε, τον νοιάστηκε και ενήργησε άμεσα με κάθε τρόπο για το καλό του. Ο Σαμαρείτης της ιστορίας μας είχε ανθρωπιά και ενήργησε σύμφωνα με το "πνεύμα" του Νόμου (Β' Κορινθίους Γ/3: 6), ξεπερνώντας τα παραδοσιακά θρησκευτικά σχήματα. Άμεσα συνδράμει στην ανάγκη του συνανθρώπου του, "ποιεί έλεος", χωρίς να εξετάζει αν είναι συμπατριώτης του και χωρίς διόλου να τον ενδιαφέρει αν ακολουθεί την ίδια θρησκευτική πίστη. 
      Οφείλουμε να επισημάνουμε το γεγονός ότι ο Κύριος ψάχνει να βρει ένα καλό παράδειγμα αγάπης και ελέους μέσα στο λαό Του (Ισραήλ) και δε βρίσκει! Έτσι αναγκάζεται να επικαλεστεί το παράδειγμα ενός ξένου, ενός αλλόφυλου, περιφρονημένου Σαμαρείτη. Έναν άγνωστο, έναν αφανή, έναν ξένο βρίσκει ο Κύριος, για να τον υψώσει σαν φωτεινό παράδειγμα στην πυραμίδα των ηθικών αξιών και στο κεφάλαιο της αγάπης. Με τον τρόπο αυτό στηλιτεύει την υποκρισία του ιερατείου, που αρνήθηκε να γίνει ο «πλησίον» ακόμα και για τον αδελφό του τον Ιουδαίο. Ο πληγωμένος της παραβολής αντιπροσωπεύει τον κάθε άνθρωπο, που ακολουθώντας ένα δρόμο μακριά από το Θεό, βασανίζεται από τον ανθρωποκτόνο σατανά, ο οποίος, αφού τον ξεγυμνώσει, εγκαταλείπει τα θύματά του χωρίς καμία βοήθεια στην άκρη του δρόμου.  
      Ο καλός Σαμαρείτης είναι η εικόνα του Κυρίου Ημών Ιησού Χριστού, που είναι γεμάτος αγάπη, ευσπλαχνία, για τον κάθε άνθρωπο. Μπροστά στο φαινόμενο του πόνου, του θανάτου, δεν αντιτάσσει κάποια τυπικά θρησκευτικά έργα, αλλά προσφέρει την αγάπη τής Παρουσίας Του, καθώς γνωρίζει καλύτερα από τον καθένα τις βαθύτερες ανάγκες του ανθρώπου, που δεν είναι πάντα υλικές, αλλά κυρίως πνευματικές. Καθώς πλησιάζει ο Κύριος Ιησούς Χριστός τον πληγωμένο άνθρωπο, τον σώζει για όλη την αιωνιότητα και τον φροντίζει σε όλη του την επίγεια ζωή. Για να γίνει ο "καλός Σαμαρείτης" για τον κάθε άνθρωπο, άφησε τη δόξα Του στον ουρανό και ήρθε ανάμεσά μας, καταφρονημένος και περιφρονημένος από τους ανθρώπους (Ησαΐας, κεφ. ΝΓ/53, εδ. 3).  Ο Απ. Παύλος αναφέρει προς τους Χριστιανούς της πόλεως των Φιλίππων: "εαυτόν εκένωσε λαβών δούλου μορφήν, γενόμενος όμοιος με τους ανθρώπους" (επιστολή προς Φιλιππησίους Β/2: 7). 
     Ο Ιησούς Χριστός, καθώς αντίκρισε τον άνθρωπο μέσα στην αμαρτία και την αιώνια απώλεια (Εφεσίους Β/2: 5) δεν αδιαφόρησε γι' αυτόν. Είδε εκείνη την εικόνα που περιγράφει ο προφήτης "Ησαΐας" (κεφ. Α/1, εδ. 6). «όλη η κεφαλή είναι άρρωστος και η καρδία κεχαυνωμένη, από ίχνους ποδός μέχρι κεφαλής δεν υπάρχει εν αυτώ ακεραιότης, αλλά τραύματα και έλκη  σεσηπότα». Αυτός είναι ο άνθρωπος; Όχι, αυτός είναι ο άνθρωπος μακριά από το Θεό, αυτός είναι ο άνθρωπος, όπως τον παραμόρφωσε η αμαρτία μετά την απομάκρυνσή του από το Θεό (Λουκάς ΙΕ/15: 11-24). Ο "Ησαΐας" (κεφ. ΜΒ/42, εδ. 3) είχε προφητεύσει για τον Κύριο Ιησού: "Κάλαμον συντεθλασμένον δεν θέλει συντρίψει και λινάριον καπνίζον δεν θέλει σβύσει· θέλει εκφέρει κρίσιν εν αληθεία".
      Είχε κάθε λόγο ο Θεός να αποστρέψει το βλέμμα Του, να παραβλέψει τον άνθρωπο, που Τον είχε προσβάλει με την ανυπακοή του και να «περάσει από το άλλο μέρος», αφήνοντας τον άνθρωπο να υποστεί τις συνέπειες της παρακοής του, που είναι "αιώνιος θάνατος" (Ρωμαίους Σ/6: 23). Όμως ο Λόγος του Θεού μας δείχνει για άλλη μία φορά το μέγεθος της Αγάπης και του Ελέους του Θεού για τον άνθρωπο. Αναφέρει ο "Ιωάννης," ο μαθητής της αγάπης: «διότι τόσον αγάπησε ο Θεός τον κόσμο, ώστε έδωκε τον Υιόν αυτού τον μονογενή, δια να μη απολεσθή πας ο πιστεύων εις αυτόν, αλλά να έχει ζωήν αιώνιον» (Ιωάννης Γ/3: 16).  
      Ο Θεός  σπλαχνίστηκε  τον πληγωμένο άνθρωπο και «έδωσε» για να τον σώσει ό,τι πολυτιμότερο είχε ο ουρανός, τον "Υιόν αυτού, το μονογενή". Εκείνη τη μεγάλη ώρα για τον πληγωμένο άνθρωπο, ο Υιός δεν αρνήθηκε την πρόσκληση του Πατέρα. «τότε είπον, ιδού έρχομαι δια να κάμω, ω Θεέ, το θέλημά Σου».  Ο Απ. Παύλος μέσα από την επιστολή "προς Φιλιππησίους" (κεφ. Β/2, εδ. 6-8) μας παρουσιάζει όλο το μεγαλείο της Θείας αγάπης και της συγκατάβασης του Ιησού Χριστού για τη δική μας σωτηρία: "όστις εν μορφή Θεού υπάρχων, δεν ενόμισεν  αρπαγήν το να ήναι ίσα με τον Θεόν, αλλ' εαυτόν εκένωσε λαβών δούλου μορφήν, γενόμενος όμοιος με τους ανθρώπους και ευρεθείς κατά το σχήμα ως άνθρωπος, εταπείνωσεν εαυτόν γενόμενος υπήκοος μέχρι θανάτου, θανάτου δε σταυρού". Έτσι λοιπόν ο Υιός του Θεού ήρθε ανάμεσά μας. Ο Θεός έγινε άνθρωπος, για να σώσει τον άνθρωπο. Ο προφήτης "Ησαΐας" στο κεφ. ΝΓ/53, δίνει την εικόνα του Κυρίου μας κατά την επίγεια παρουσία Του: «καταπεφρονημένος και απερριμμένος υπό την ανθρώπων, άνθρωπος θλίψεων και δόκιμος ασθενείας και ως άνθρωπος από του οποίου αποστρέφει τις το πρόσωπον, κατεφρονήθη και ως ουδέν ελογίσθημεν αυτόν. Αυτός τωόντι τας ασθενείας ημών εβάστασε και τας θλίψεις ημών επεφορτίσθη».
      «και πλησιάσας έδεσε τας πληγάς αυτού επιχέων έλαιον και οίνον». 
      Ο Σαμαρείτης "πλησίασε" τον ημιθανή άνθρωπο με σκοπό να τον σώσει από τις πληγές του και τα αδιέξοδά του. Για το σκοπό αυτό προσέφερε "έλαιον και οίνον". Ήταν τα φάρμακα της εποχής, τον οίνο για το πλύσιμο και την απολύμανση των πληγών και το έλαιον για την ανακούφιση του πόνου. Ο "Καλός Σαμαρείτης" είναι ο Κύριός μας ο Ιησούς Χριστός, για τον οποίον οι άνθρωποι έλεγαν ειρωνικά: «Δύναται να έλθει τι αγαθόν εκ Ναζαρέτ;» στάθηκε πολύ κοντά στον "πληγωμένο" άνθρωπο. Κατέβηκε από τον ουρανό, ήρθε στη γη της αμαρτίας και της αποστασίας, έψαξε και ψάχνει και σήμερα να βρει το «απολωλός», να βρει εσένα και μένα. Ψάχνει να βρει το χαμένο άνθρωπο για να τον θεραπεύσει από τα τραύματα της αμαρτίας. Έλεος και θυσία πάνω στο σταυρό του Γολγοθά ήταν τα μέσα που προσέφερε ο "Καλός Σαμαρείτης", για να κλείσει τις πληγές του κάθε τραυματισμένου, τού κάθε πληγωμένου, του κάθε αμαρτωλού, που ειλικρινά μετανοεί και δέχεται τη λύτρωση, που μόνον Αυτός προσφέρει. 
     Η σχέση μας με το Χριστό στην καθημερινή μας πορεία μαζί Του, η πίστη μας σ' Αυτόν και κυρίως η αγάπη μας προς το Πρόσωπό Του, δε θα πρέπει να περιορίζεται μόνον στην έννοια κάποιων "καλών πράξεων" ή κάποιας υλικής ελεημοσύνης, αλλά στην αρωγή κάθε πνευματικής και ηθικής ανάγκης του του συνανθρώπου μας που βρίσκεται καταπληγωμένος από την αμαρτία. 
         και επιβιβάσας αυτόν επί το κτήνος αυτού,
     Ο «καλός Σαμαρείτης», Σπλαχνίστηκε…. πλησίασε…  περιποιήθηκε….. Είναι ο επιμελητής των ψυχών μας ο Κύριος. Τον πληγωμένο δεν τον άφησε στην άκρη του δρόμου με τους επιδέσμους, αλλά, αφού τον περιποιήθηκε, τον ανέβασε πάνω στο κτήνος του με σκοπό να τον οδηγήσει στο Πανδοχείο. Ο Χριστός ανέβασε τον πληγωμένο άνθρωπο εκεί, απ’ όπου Αυτός κατέβηκε, πάνω στο θρόνο του Πατέρα. Αποκατέστησε ο Θεός, δια Ιησού Χριστού, τον άνθρωπο στη θέση την οποία είχε πριν αμαρτήσει και τον έκανε και πάλι παιδί Του (Ιωάννης Α/1: 12).
       «έφερεν αυτόν εις πανδοχείον και επεμελήθη αυτού».
      Οδήγησε τον τραυματισμένο στο πανδοχείο, που είναι η Εκκλησία του Χριστού. Εκεί ο άνθρωπος ευρισκόμενος σε κοινωνία με άλλους πιστούς ανθρώπους θα έχει την ευκαιρία να μάθει ότι ο Θεός τον αγαπάει και ότι τον περιμένει να έρθει κοντά Του, για να σωθεί αιωνίως. Το πανδοχείο του Θεού είναι ο μόνος χώρος, για να επουλωθούν τα τραύματα της χτυπημένης από την αμαρτία ψυχής. O Ιησούς Χριστός ενδιαφέρεται για μας και φροντίζει για την επούλωση των πληγών, που η αμαρτία μας δημιούργησε. Η αγάπη του για τους δικούς Του έχει ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό: «αγαπήσας τους ιδικούς του τους εν των κόσμω, μέχρι τέλους ηγάπησεν αυτούς» (Ιωάννης ΙΓ/13: 1). Έτοιμος είναι και σήμερα ο Κύριος να επιμεληθεί την κάθε ψυχή που θα Τον επικαλεστεί «εν πνεύματι και αληθεία» (Ιωάννης Δ/4: 24). Ανοιχτή είναι και σήμερα η πρόσκληση του Κυρίου σε κάθε φορτωμένο, σε κάθε κουρασμένο, σε κάθε ταλαιπωρημένο: «ελάτε σε Μένα οι κουρασμένοι και οι φορτωμένοι και Εγώ θα σας αναπαύσω» (Ματθαίος ΙΑ/11: 28). Είναι ο Μόνος που θα ξεκουράσει, θα συγχωρήσει, θα θεραπεύσει, θ' αποκαταστήσει πλήρως. 
      «Την επαύριον ότε εξήρχετο, εκβαλών δύο δηνάρια έδωκεν εις τον ξενοδόχον και είπε προς αυτόν, επιμελήθητι αυτού».
      Έδωσε στον ξενοδόχο (στον κάθε εργάτη του Θεού) δύο δηνάρια. Για πολλούς μελετητές αυτά είναι η Παλαιά και η Καινή Διαθήκη. Για τη δική μας επιμέλεια ο Θεός έδωσε το Λόγο Του, χωρίς τον οποίον ο άνθρωπος δε γνωρίζει πού βαδίζει μέσα στη ζωή. Ο ψαλμωδός αναφέρει: "Λύχνος στα πόδια μου είναι ο λόγος σου και φως στα μονοπάτια μου" (Ψαλμός ΡΙΘ/119: 105). Ο Λόγος του Θεού είναι το μοναδικό βάλσαμο (φάρμακο) για την επούλωση των πληγών του ανθρώπου. Έδωσε το Πνεύμα Του το Άγιο στην καρδιά κάθε δικού Του παιδιού, το οποίο κράζει μέσα του «Αβά ο Πατήρ» (Γαλάτες Δ/4: 6). Συμμαρτηρεί με το πνεύμα του ανθρώπου ότι είναι παιδί του Θεού (Ρωμαίους Η/8: 16).
          «και ότι αν δαπανήσεις επιπλέον, εγώ, όταν επανέλθω θέλω σοι αποδώσει».
         «Καθεζόμενος εκ δεξιών του Θεού και πάλιν ερχόμενος, μετά δόξης». Ο Κύριος έφυγε, είναι στον ουρανό και κάθεται πάνω σε χρυσό θρόνο στα δεξιά του θρόνου του Πατέρα (Εβραίους ΙΒ/12: 2). Ο Κύριος Ιησούς έχει πάει, για να ετοιμάσει τόπο για όλους τους δικούς Του και θα έρθει και πάλι, για να τους παραλάβει, για να είναι και αυτοί, εκεί που είναι Αυτός (Ιωάννης  ΙΔ/14: 2). Θα επανέλθει και θα ζητήσει λογαριασμό από τους "πανδοχείς" της Εκκλησίας Του και θα τους  υπενθυμίσει: "....Αληθώς σας λέγω, καθ' όσον εκάμετε εις ένα τούτων των αδελφών μου των ελαχίστων, εις εμέ εκάμετε" (Ματθαίος ΚΕ/25: 40). Ο ίδιος ο Κύριός μας διαβεβαιώνει: «ιδού έρχομαι ταχέως και ο μισθός είναι μετ’ εμού» (Αποκάλυψη ΚΒ/22: 12).  
        Ο Χριστός ήρθε στην αφιλόξενη γη μας με ένα σκοπό, «να ζητήσει και να σώσει το απολωλός» (Λουκάς ΙΘ/19: 10), εσένα και μένα, τον κάθε αμαρτωλό άνθρωπο. Ήρθε, για να αποκαλύψει την αγάπη του Θεού για τον άνθρωπο. Ήρθε, για κηρύξει "ελευθερία στους αιχμαλώτους" (Ησαΐας ΞΑ/61: 1). Ήρθε, για να δώσει χαρά στον άνθρωπο και μάλιστα «χαράν  μεγάλην» (Λουκάς Β/2: 10). Ήρθε, για να αναγεννήσει (Ιωάννης Γ/3: 3) τον ξεπεσμένο άνθρωπο, να του αλλάξει τη σκληρή και διεφθαρμένη καρδιά, να τον συμφιλιώσει με το Θεό, να του γιατρέψει τις πληγές, που η αμαρτία του είχε δημιουργήσει. Ήρθε, για να επαναφέρει τον άνθρωπο κοντά στο Θεό, αφού πρώτα πλήρωσε με το ίδιο του το Αίμα το χρέος των αμαρτιών μας πάνω στο σταυρό του Γολγοθά. "διά του ιδίου αυτού αίματος, εισήλθεν άπαξ εις τα άγια, αποκτήσας αιωνίαν λύτρωσιν" (Εβραίους Θ/9: 12).
       Ο  "καλός Σαμαρείτης"  κατέβηκε  από  τον ουρανό, για να βρεθεί κοντά στον πληγωμένο άνθρωπο. Πόσο χαρακτηριστικά αναφέρεται ο  "Ιωάννης"  στο   Ευαγγέλιό του:  «Ητο   το  φως  το   αληθινόν,   το οποίον  φωτίζει  πάντα  άνθρωπον  ερχόμενον  εις  τον κόσμον.  Ήτο εν τω κόσμω και ο κόσμος έγινε δι’ αυτού και ο κόσμος  δεν  εγνώρισεν  αυτόν.  Εις  τα  ίδια  ήλθε  και  οι ίδιοι δεν εδέχθησαν αυτόν.  Όσοι δε εδέχθησαν αυτόν, εις  αυτούς  έδωκεν  εξουσίαν  να  γείνωσι  τέκνα  Θεού,  εις τους πιστεύοντας εις το όνομα αυτού, οίτινες   ουχί   εξ’ αιμάτων,  ουδέ   εκ  θελέματος  σαρκός,  ουδέ  εκ  θελήματος  ανδρός,  αλλ’  εκ   Θεού εγεννήθησαν» (Ιωάννης Α/1: 9-13). 
     Τούτη την παραβολή την είπε ο Κύριος, για να γνωρίσουμε τον «Καλό Σαμαρείτη», να τον αφήσουμε να πλύνει, να επιδέσει όσες πληγές η αμαρτία μας προξένησε, να μας φέρει στο Πανδοχείο Του, να μας επιμεληθεί προσωπικά με τα όργανα της αγάπης Του. Και όταν Τον γνωρίσουμε και τον δεχθούμε Σωτήρα μας και Λυτρωτή μας, τότε να σταθούμε δίπλα στο μεγάλο Πανδοχέα, για να περιποιηθούμε και εμείς κάποιους «πληγωμένους» που ο Θεός θα φέρει στο δρόμο μας.
       Κατέβηκε για σένα και για μένα. Είναι ο "Καλός Σαμαρείτης", είναι ο «επιμελητής των ψυχών», είναι το πρότυπο της ΑΓΑΠΗΣ, είναι ο Υιός του Θεού, ο πολύτιμος μαργαρίτης (Ματθαίος ΙΓ/13: 46),  είναι η ΖΩΗ και η ΑΝΑΣΤΑΣΗ, ο ΑΡΤΟΣ, το ΝΕΡΟ, το ΦΩΣ το αληθινό, είναι ο κεχρισμένος του Θεού ΣΩΤΗΡΑΣ  του κόσμου. "και δεν υπάρχει δι' ουδενός άλλου η σωτηρία διότι ούτε όνομα άλλο είναι υπό τον ουρανόν  δεδομένον μεταξύ των ανθρώπων, διά του οποίου πρέπει να σωθώμεν" (Πράξεις Δ/4: 12).  
        Τις λοιπόν εκ των τριών τούτων σοι φαίνεται ότι έγινε πλησίον του εμπεσόντος εις τους ληστάς;
   Το ερώτημα δεν είναι ποιος είναι πλησίον, αλλά "σε ποιον μπορώ εγώ να γίνω πλησίον", τον οποίον, σύμφωνα με την δεύτερη μεγάλη εντολή θα πρέπει ν' αγαπήσω (Ματθαίος ΚΒ/22: 39). Μπορώ να γίνω "πλησίον" σε κάθε συνάνθρωπό μου, Ιουδαίο ή Σαμαρείτη, μαύρο ή άσπρο, Έλληνα ή ξένο, πλούσιο ή φτωχό, που έχει ανάγκη τη βοήθειά μου και την οποία μπορώ να του  προσφέρω. "Πλησίον" είναι εκείνος στον οποίο "ποιούμε έλεος", δείχνουμε ευσπλαχνία,  ελεημοσύνη.
       Ο δε είπεν Ο ποιήσας το έλεος εις αυτόν. Σαν άνθρωποι έχουμε χρέος να γίνουμε «πλησίον» σε κάθε πάσχοντα γύρω μας, σε κάθε έναν που έχει ανάγκη φυσική, πνευματική ή ψυχική.  Η αγάπη είναι εκείνη που θα μας δώσει τη δύναμη να φερθούμε σωστά και ν' ανταποκριθούμε σε κάθε ανθρώπινη ανάγκη, κυρίως πνευματική, που υπάρχει γύρω μας. Αυτή θα μας κάνει ν' αγαπήσουμε τον αδελφό μας, τον πλησίον μας και να τον υπηρετήσουμε δείχνοντας απόλυτη προτεραιότητα στην ανάγκη του.
        "Ο  ποιήσας το έλεος μετ' αυτού", αυτός είναι ο πραγματικός πλησίον. "Πορεύου και σύ και ποίει ομοίως" (πήγαινε και κάνε και συ το ίδιο). Πάντοτε  η αγάπη μας και το ενδιαφέρον μας για τον "πλησίον", θα δείχνει πόσο ουσιαστικά αγαπάμε το Θεό.  ---   



    "Ποιος είναι ο πλησίον μου;" (εδ. 29).

---Είναι αυτός που ο Θεός τον έφερε κοντά σου.

---Είναι αυτός για τον οποίο κάτι μπορείς να κάνεις, μικρό ή μεγάλο, που έχει ανάγκη ώστε να γνωρίσει την αλήθεια και να ελευθερωθεί (Ιωάννης Η/8: 32).

---Είναι αυτός που για κάποιο σκοπό ο Κύριος τον έφερε στην ακτίνα των δυνατοτήτων σου και της αγάπης σου.

---Δεν είναι ο κόσμος, η μάζα, οι πολλοί. 

---Είναι  ο  ένας,  που  πρέπει  να  τον  αναλάβεις  και  να  τον κλείσεις  μέσα  στην  αγάπη  σου και τα      ενδιαφέροντά σου.

---Είναι η ψυχή εκείνη που εξαρτάται από εσένα, η πορείας της από την προσευχή σου, η ποιότητα της      πνευματικής της ζωής από τον αγιασμό σου.

---Τον  πλησίον  σου  τον  εμπιστεύεται  ο  Κύριος,  αφού προηγουμένως  σε  κάνει  κατάλληλο για να      υπηρετήσεις τη δόξα του. 

---Αν αδιαφορήσεις για τον πλησίον σου, αδιαφόρησες για το θέλημα του Θεού. 

---Ο  πλησίον  σου  είναι  ίσως  το πρώτο  βήμα  για  υπηρεσία μεγαλύτερη, για σχέδια δοξασμένα, για      θυσία  μεγάλη στην αγάπη Του. ---