Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Παρασκευή 19 Μαΐου 2017

Η απογραφή του Δαβίδ.

       Βιβλίο   "Α' Χρονικών",  κεφ.  ΚΑ/21.     (ΠΑΛΑΙΑ ΔΙΑΘΗΚΗ)

1 Αλλ' ο Σατανάς ηγέρθη κατά του Ισραήλ, και παρεκίνησε τον Δαβίδ να απαριθμήση τον Ισραήλ. 
2 Και είπεν ο Δαβίδ προς τον Ιωάβ και προς τους άρχοντας του λαού, Υπάγετε, απαριθμήσατε τον Ισραήλ, από Βηρ-σαβεέ έως Δαν, και φέρετε προς εμέ, διά να μάθω, τον αριθμόν αυτών. 
3 Ο δε Ιωάβ απεκρίθη, Ο Κύριος να προσθέση επί τον λαόν αυτού εκατονταπλάσιον αφ' ό,τι είναι αλλά, κύριέ μου βασιλεύ, δεν είναι πάντες δούλοι του κυρίου μου; διά τι ο κύριός μου επιθυμεί τούτο; διά τι να γείνη τούτο αμάρτημα εις τον Ισραήλ; 
4 Ο λόγος όμως του βασιλέως υπερίσχυσεν επί τον Ιωάβ. Και ανεχώρησεν ο Ιωάβ, και περιελθών άπαντα τον Ισραήλ επέστρεψεν εις Ιερουσαλήμ. 
5 Και έδωκεν ο Ιωάβ το κεφάλαιον της απαριθμήσεως του λαού εις τον Δαβίδ. Και πας ο Ισραήλ ήσαν χίλιαι χιλιάδες και εκατόν χιλιάδες ανδρών συρόντων μάχαιραν ο δε Ιούδας, τετρακόσιαι εβδομήκοντα χιλιάδες ανδρών συρόντων μάχαιραν. 
6 τους Λευΐτας δε και Βενιαμίτας δεν ηρίθμησε μεταξύ αυτών διότι ο λόγος του βασιλέως ήτο βδελυκτός εις τον Ιωάβ. 
7 Και εφάνη κακόν εις τους οφθαλμούς του Θεού το πράγμα τούτο όθεν επάταξε τον Ισραήλ. 
8 Τότε είπεν ο Δαβίδ προς τον Θεόν, Ημάρτησα σφόδρα, πράξας το πράγμα τούτο αλλά τώρα, δέομαι, αφαίρεσον την ανομίαν του δούλου σου διότι εμωράνθην σφόδρα. 
9 Και ελάλησε Κύριος προς τον Γαδ τον βλέποντα του Δαβίδ, λέγων, 
10 Ύπαγε και λάλησον προς τον Δαβίδ, λέγων, ούτω λέγει Κύριος Τρία πράγματα εγώ προβάλλω εις σέ έκλεξον εις σεαυτόν εν εκ τούτων, και θέλω σοι κάμει αυτό. 
11 Ήλθε λοιπόν ο Γαδ προς τον Δαβίδ και είπε προς αυτόν, Ούτω λέγει Κύριος Έκλεξον εις σεαυτόν, 
12 ή τρία έτη πείνης, ή τρεις μήνας να φθείρησαι έμπροσθεν των πολεμίων σου και να σε προφθάνη η μάχαιρα των εχθρών σου, ή τρεις ημέρας την ρομφαίαν του Κυρίου και το θανατικόν εν τη γη, και τον άγγελον του Κυρίου εξολοθρεύοντα εις πάντα τα όρια του Ισραήλ. Τώρα λοιπόν ιδέ ποίον λόγον θέλω αναφέρει προς τον αποστείλαντά με. 
13 Και είπεν ο Δαβίδ προς τον Γαδ, Στενά μοι πανταχόθεν σφόδρα ας πέσω λοιπόν εις την χείρα του Κυρίου, διότι οι οικτιρμοί αυτού είναι πολλοί σφόδρα εις χείρα δε ανθρώπου ας μη πέσω. 
14 Έδωκε λοιπόν ο Κύριος θανατικόν επί τον Ισραήλ και έπεσον εκ του Ισραήλ εβδομήκοντα χιλιάδες ανδρών. 
15 Και απέστειλεν ο Θεός άγγελον εις Ιερουσαλήμ, διά να εξολοθρεύση αυτήν και ενώ εξωλόθρευεν, είδεν ο Κύριος και μετεμελήθη περί του κακού, και είπε προς τον άγγελον τον εξολοθρεύοντα, Αρκεί ήδη σύρε την χείρα σου. Ίστατο δε ο άγγελος του Κυρίου πλησίον του αλωνίου του Ορνάν του Ιεβουσαίου. 
16 Και υψώσας ο Δαβίδ τους οφθαλμούς αυτού, είδε τον άγγελον του Κυρίου ιστάμενον αναμέσον της γης και του ουρανού, έχοντα εν τη χειρί αυτού την ρομφαίαν αυτού γεγυμνωμένην, εκτεταμένην επί Ιερουσαλήμ και έπεσεν ο Δαβίδ και οι πρεσβύτεροι, ενδεδυμένοι σάκκους, κατά πρόσωπον αυτών. 
17 Και είπεν ο Δαβίδ προς τον Θεόν, Δεν είμαι εγώ ο προστάξας να απαριθμήσωσι τον λαόν; εγώ βεβαίως είμαι ο αμαρτήσας και πράξας την κακίαν ταύτα δε τα πρόβατα τι έπραξαν; επ' εμέ λοιπόν, Κύριε Θεέ μου, και επί τον οίκον του πατρός μου έστω η χειρ σου, και μη επί τον λαόν σου προς απώλειαν. 
18 Τότε ο άγγελος του Κυρίου προσέταξε τον Γαδ να είπη προς τον Δαβίδ, να αναβή ο Δαβίδ και να στήση θυσιαστήριον εις τον Κύριον εν τω αλωνίω του Ορνάν του Ιεβουσαίου. 
19 Και ανέβη ο Δαβίδ, κατά τον λόγον του Γαδ, τον οποίον ελάλησεν εν ονόματι Κυρίου. 
20 Και στραφείς ο Ορνάν είδε τον άγγελον και εκρύφθησαν οι τέσσαρες υιοί αυτού μετ' αυτού. Ο δε Ορνάν ηλώνιζε σίτον. 
21 Και καθώς ήλθεν ο Δαβίδ προς τον Ορνάν, αναβλέψας ο Ορνάν και ιδών τον Δαβίδ, εξήλθεν εκ του αλωνίου και προσεκύνησε τον Δαβίδ κατά πρόσωπον έως εδάφους. 
22 Και είπεν ο Δαβίδ προς τον Ορνάν, Δος μοι τον τόπον του αλωνίου, διά να οικοδομήσω εν αυτώ θυσιαστήριον εις τον Κύριον δος μοι αυτόν εις την αξίαν τιμήν διά να σταθή η πληγή από του λαού. 
23 Και είπεν ο Ορνάν προς τον Δαβίδ, Λάβε αυτό εις σεαυτόν, και ας κάμη ο κύριός μου ο βασιλεύς το αρεστόν εις τους οφθαλμούς αυτού Ιδού, δίδω τους βόας διά ολοκαύτωμα και τα αλωνικά εργαλεία διά ξύλα και τον σίτον διά προσφοράν εξ αλφίτων τα πάντα δίδω. 
24 Ο δε βασιλεύς Δαβίδ είπε προς τον Ορνάν, Ουχί αλλ' εξάπαντος θέλω αγοράσει αυτό εις την αξίαν τιμήν διότι δεν θέλω λάβει το σον διά τον Κύριον, ουδέ θέλω προσφέρει ολοκαύτωμα δωρεάν. 
25 Και έδωκεν ο Δαβίδ εις τον Ορνάν, διά τον τόπον, εξακοσίους σίκλους χρυσίου κατά βάρος. 
26 Και ωκοδόμησεν εκεί ο Δαβίδ θυσιαστήριον εις τον Κύριον, και προσέφερεν ολοκαυτώματα και ειρηνικάς προσφοράς και επεκαλέσθη τον Κύριον και επήκουσεν αυτού, αποστείλας εξ ουρανού πυρ επί το θυσιαστήριον της ολοκαυτώσεως. 
27 Και προσέταξε Κύριος τον άγγελον, και έστρεψε την ρομφαίαν αυτού εις την θήκην αυτής. 
28 Κατ' εκείνον τον καιρόν, ότε ο Δαβίδ είδεν ότι ο Κύριος επήκουσεν αυτού εν τω αλωνίω του Ορνάν του Ιεβουσαίου, εθυσίασεν εκεί. 
29 Διότι η σκηνή του Κυρίου, την οποίαν έκαμεν ο Μωϋσής εν τη ερήμω, και το θυσιαστήριον της ολοκαυτώσεως ήσαν κατά τον καιρόν εκείνον εν τω υψηλώ τόπω εν Γαβαών. 
30 Και δεν ηδύνατο ο Δαβίδ να υπάγη ενώπιον αυτής διά να ερωτήση τον Θεόν, επειδή εφοβείτο εξ αιτίας της ρομφαίας του αγγέλου του Κυρίου. 

       ΣΧΟΛΙΑ : 
      Κάποτε ο βασιλιάς του Ισραήλ Δαβίδ αποφάσισε να καταμετρήσει το λαό του, θέλοντας έτσι να γνωρίσει πόσους είχε στην εξουσία του. Λογικά σκεπτόμενος κάποιος θα έλεγε ότι αυτό είναι πολύ φυσικό και πολύ αναγκαίο, ένας ηγέτης να θέλει να αριθμήσει το λαό του, να θέλει να γνωρίζει πόσους πολίτες έχει, πόσοι είναι μάχιμοι, πόσοι άμαχοι κλπ, ώστε να μπορεί να προγραμματίσει κινήσεις του για το μέλλον. Τούτη η απογραφή ήταν πάντοτε αναγκαία και διενεργείται από όλα τα κράτη και τίποτα δεν μπορεί να προγραμματιστεί χωρίς αυτήν. 
     Κάνοντας ανθρωπίνως αυτές τις σκέψεις, μου έρχεται στο νου εκείνο που είπε ο Προφήτης του Θεού "Σαμουήλ". «ο άνθρωπος βλέπει το φαινόμενο, ο Κύριος όμως βλέπει την καρδιά» (Α΄ Σαμουήλ ΙΣ/16: 7). Δε βλέπει ο Θεός όπως βλέπει ο άνθρωπος. Θυμηθείτε ότι ο Κύριος, καθώς καθόταν απέναντι από το θησαυροφυλάκιο, έβλεπε πολλούς πλούσιους να βάζουν πολλά νομίσματα για τις ανάγκες του ναού. Ενώ οι άνθρωποι γύρω θαύμαζαν για τις προσφορές τους, για τη γενναιοδωρία τους, όμως το ενδιαφέρον του Κυρίου επικεντρώθηκε στα δύο λεπτά που προσέφερε μια φτωχή χήρα και που αποτελούσαν όλη της την περιουσία. «Αυτή έδωσε τα περισσότερα» είπε ο Κύριος (Μάρκος ΙΒ/12: 41-43). Ο Θεός βλέπει τα κίνητρα της καρδιά μας για ο,τιδήποτε πράττουμε και αποβλέπει πάντοτε στον «ιλαρόν δότην» (Β΄ Κορινθίους Θ/9: 7). 
     Η αρίθμηση του λαού έγινε και το αποτέλεσμα ήταν 1.100.000 άνδρες ικανοί για πόλεμο από τον Ισραήλ και 470.000 άνδρες από τον Ιούδα, ικανοί όλοι τούτοι να φέρουν μάχαιραν. Ο συνολικός αριθμός του λαού ήταν περίπου 5,5 εκατομμύρια. Ας δούμε τη συνέχεια. «Και εφάνη κακόν εις τους οφθαλμούς του Θεού το πράγμα τούτο». Το γεγονός ότι ο Δαβίδ πήρε την πρωτοβουλία να μετρήσει το λαό Ισραήλ δυσαρέστησε πάρα πολύ το Θεό, ο οποίος αποφάσισε να τιμωρήσει σκληρά το Δαβίδ για την ενέργειά του αυτή. Γιατί άραγε ο Θεός θύμωσε και μάλιστα τόσο πολύ με την απογραφή του Δαβίδ; Άλλωστε ο ίδιος ο Θεός είχε διατάξει δύο τέτοιες απογραφές στην αρχή και στο τέλος των σαράντα χρόνων της περιπλάνησης του λαού μέσα στην έρημο (βιβλίο Αριθμών, κεφ. Α/1, εδ. 2 & κεφ. ΚΣ/26, εδ. 2). 
      Γιατί ο Θεός αντιδρά με αυτόν τον τόσο σκληρό τρόπο, τι βλέπει ο Κύριος και δεν μπορούμε να το δούμε εμείς; Ο Δαυίδ δεν είναι ένας τυχαίος ηγέτης. Είναι ο βασιλιάς του Ισραήλ, είναι ο Βασιλιάς του λαού του Θεού. Ως βασιλιάς ήταν εκλεγμένος από τον ίδιο το Θεό. Ήταν ένα βοσκόπουλο που ο ίδιος ο Θεός το πήρε μέσα από τη μάντρα των προβάτων που φύλαγε (Β΄ Σαμουήλ Ζ/7: 8) σε πολύ μικρή ηλικία και τον έκανε Βασιλιά στο λαό Του. Τα ίδια αιώνια σχέδια έχει ο Θεός και για το κάθε δικό Του παιδί. Στο βιβλίο της "Αποκάλυψης" (κεφ. Ε/5, εδ. 10)  αναφέρεται: «και έκαμες ημάς εις τον Θεόν ημών βασιλείς και ιερείς». 
     Καθώς ο Δαβίδ βαδίζει στη ζωή του, στηρίζεται αποκλειστικά στο Θεό και δε χάνει ευκαιρία να επαναλαμβάνει εκείνα τα «μου»: «Ο Θεός μου, ο Θεός της σωτηρίας μου, το φρούριό μου, ο πύργος μου, ο σωτήρας μου … και πολλά άλλα». Ο συγγραφέας του βιβλίου των "Πράξεων των Αποστόλων" (κεφ. ΙΓ/13, εδ. 22) αναφέρει: «ανέστησεν (ο Θεός) εις αυτούς (τον Ισραήλ) βασιλέα τον Δαβίδ, περί του οποίου και είπε μαρτυρήσας. Εύρον Δαβίδ τον του Ιεσσαί, άνδρα κατά την καρδίαν μου, όστις θέλει κάμει πάντα τα θελήματά μου». Μία φορά και για έναν άνθρωπο το είπε ο Θεός αυτό. «Βρήκα έναν άνδρα που είναι σύμφωνος με την καρδιά Μου». Η καρδιά του Δαβίδ ήταν σύμφωνη και απόλυτα συντονισμένη με την καρδιά του Θεού. 
     Για οποιαδήποτε απόφαση έπαιρνε ο Δαβίδ ρωτούσε πρώτα τον Κύριο. Όταν ανέλαβε βασιλιάς, ήρθαν οι Φιλισταίοι εναντίον του. Ήταν λογικό να προετοιμάσει το στρατό του και να τους επιτεθεί, όμως πριν κάνει ο,τιδήποτε ήρθε μπροστά στον Κύριο. «Και ο Δαβίδ ρώτησε τον Θεό, λέγοντας: Να ανέβω εναντίον των Φιλισταίων; Και Θα τους παραδώσεις στο χέρι μου; Και ο Κύριος του απάντησε: Ανέβα επειδή, θα τους παραδώσω στο χέρι σου». (Α΄ Χρονικών ΙΔ/14: 10). 
   Ο Δαβίδ ήταν αναμφισβήτητα μια μεγάλη φυσιογνωμία, βαθιά ανθρωπιστής, αυθόρμητος, μεγαλόψυχος, έκανε κάποια πράγματα στη ζωή του πολύ καλά αλλά και πράγματα πολύ κακά που δυσαρέστησαν το Θεό και για τα οποία με ειλικρίνεια μετανόησε και ζήτησε με συντριβή συγνώμη από το Θεό για τις πράξεις του. Γενικά ήταν ένας άνθρωπος αφοσιωμένος στο Θεό έτοιμος να υποταχθεί και να εκτελέσει το θέλημά Του. Ο Δαυίδ γνώριζε καλά δύο πράγματα στη ζωή του. 
1/ Να αποκαθιστά τη σχέση του με τον Θεό, όταν έπεφτε σε αμαρτία και να ζητάει τη συγχώρεση και το έλεος του Θεού (ψαλμός ΝΑ/51). 
2/ Πριν από κάθε πράξη ή ενέργειά του, να έρχεται με προσευχή ενώπιον του Κυρίου και να ζητά την οδηγία του Θεού για κάθε τι που θα έκανε. 
    Έγινε βασιλιάς σε ηλικία 30 ετών. Βασίλεψε συνολικά 40 χρόνια και πέθανε σε ηλικία 70 ετών. Όλη του η προσπάθεια ήταν να διαφυλάξει τα σύνορά του και το λαό του από τις συνεχείς επιθέσεις των εχθρών του. Μέσα από σκληρές μάχες υποτάχτηκαν οι Φιλισταίοι, οι Μωαβήτες, οι Εδωμήτες, οι Σύριοι, οι Αμμωνήτες, οι Αμαληκήτες. «Εσωζεν ο Θεός τον Δαυίδ πανταχού, όπου επορεύετο» (Α΄ Σαμουήλ Η/8: 6). 
    Στην ιστορία που διαβάσαμε βλέπουμε το Δαβίδ να παίρνει μια απόφαση να αριθμήσει το λαό χωρίς να έχει ρωτήσει τον Κύριο. Ο Λόγος του Θεού μας λέει κάτι πολύ σημαντικό. «Ο σατανάς, ο οποίος είχε εξεγερθεί κατά του λαού παρακίνησε το Δαυίδ να απαριθμήσει τον Ισραήλ» (Α΄ Χρονικών ΚΑ/21, εδ. 1). Είναι γεγονός ότι ήταν κουρασμένος ο Δαυίδ από όλα τα καθημερινά προβλήματα στα οποία δεν έλειπαν ακόμα και εξεγέρσεις, σοβαρά οικογενειακά προβλήματα και κάτω από αυτή την πίεση ο εχθρός βρήκε ένα κενό και μπήκε στη σκέψη του βασιλιά με σκοπό να τον παγιδέψει. Ο σατανάς θεώρησε ευκαιρία να αποσπάσει το Δαβίδ από την εμπιστοσύνη του στο Θεό κάνοντάς τον να στραφεί προς τον εαυτόν του, να στηριχτεί στις δικές του ανθρώπινες δυνάμεις και να γεμίσει με εγωισμό και αυτοπεποίθηση. Ο Θεός οποίος είναι παντογνώστης, ο οποίος «ερευνά νεφρούς & καρδίας» (Αποκάλυψη Β/2: 23) είδε την πράξη αυτή του Δαβίδ σαν μια μεγάλη αμαρτία που χάριν της δικαιοσύνης θα έπρεπε να τιμωρηθεί. Ενώ μέχρι εκείνη την ώρα ο Δαβίδ στηριζόταν ανεπιφύλακτα στο Θεό, με την ενέργειά του αυτή αρχίζει να υποχωρεί και να στηρίζεται στον εαυτόν του, στο στρατό του, στο μεγαλείο του και στο βασίλείο του. 
     Ο λόγος που ώθησε το Δαβίδ να κάνει αυτή την καταμέτρηση ήταν ο εγωισμός και η υπερηφάνειά του, η οποία τον παρακίνησε να ερευνήσει, μέσω της καταμέτρησης του λαού αν μπορεί να στηριχτεί στη δύναμη του στρατού του, αγνοώντας με τον τρόπο αυτό το Θεό. «Πλέον είμαστε πολλοί, είμαστε δυνατοί, έχουμε αυξηθεί, μπορούμε να σταθούμε και να νικήσουμε». Όλα αυτά είναι πλανεμένες σκέψεις του εχθρού που καθημερινά έρχεται να βάλει στο μυαλό όλων μας. Ο πιο πιστός του στρατηγός του, ο Ιωάβ αντιλαμβάνεται το σφάλμα που πάει να κάνει ο βασιλιάς και προσπαθεί να του αλλάξει γνώμη, αλλά δε μπόρεσε να μεταπείσει το Δαβίδ και «Ο λόγος του βασιλιά, υπερίσχησεν επί τον Ιωάβ». Η ερώτηση του Ιωάβ προς το Δαβίδ είναι: «Γιατί ο Κύριός μου επιθυμεί το πράγμα τούτο». Αυτό το κάνω, για να μάθω τον αριθμό του λαού μου (εδ. 2). Αν τους βρω λίγους να προσπαθήσω να τους αυξήσω, αν τους βρω πολλούς, θα μπορώ να στηριχτώ σ’ αυτούς. Που είναι ο χώρος για το Θεό, γιατί χάθηκε ο Θεός μέσα από τις σκέψεις και τα σχέδια του Δαβίδ; Γιατί χάνεται ο Θεός μέσα και από τις δικές μας σκέψεις και τα σχέδιά μας στην καθημερινή μας ζωή; Ο Ιωνάθαν, ο γιος του Σαούλ και ο πιο στενός και αγαπητός φίλος του Δαβίδ είχε πει κάποτε σ’ ένα νέο που φύλαγε τα όπλα του. «Έλα, και ας περάσουμε προς τη φρουρά αυτών των απερίτμητων ίσως ο Κύριος ενεργήσει για χάρη μας επειδή, δεν υπάρχει στον Κύριο εμπόδιο, να σώσει με πολλούς ή με λίγους» (Α΄ Σαμουήλ ΙΔ/14: 6). 
     Ας θυμηθούμε και το βασιλιά του Ισραήλ, τον Ασά. 
10 Και ο Ασά βγήκε εναντίον του, και παρατάχθηκαν σε μάχη στη φάραγγα Σεφαθά, κοντά στη Μαρησά. 
11 Και ο Ασά βόησε στον Κύριο τον Θεό του, και είπε: Κύριε, δεν είναι σε σένα τίποτε να βοηθάς εκείνους που έχουν πολλή ή καμιά δύναμη βοήθησέ μας, Κύριε Θεέ μας επειδή, έχουμε εμπιστευθεί σε σένα, και ερχόμαστε στο όνομά σου ενάντια σ' αυτό το πλήθος Κύριε, εσύ είσαι ο Θεός μας ας μη υπερισχύσει άνθρωπος εναντίον σου. 
12 Και ο Κύριος πάταξε τους Αιθίοπες μπροστά στον Ασά, και μπροστά στον Ιούδα και οι Αιθίοπες έφυγαν (Β΄ Χρονικών ΙΔ/14, εδ. 10-12). Αυτό είναι πίστη, αυτό είναι απόλυτη εμπιστοσύνη στο Θεό και τις αστείρευτες δυνάμεις Του. 
     Ο Δαβίδ υπέπεσε στην μεγάλη αμαρτίας της υπερηφάνειας που τον οδήγησε σε παρακοή και τον έκανε να στηρίζεται στις δικές του δυνάμεις. Έτσι άφησε την πρώτη του αγάπη για το Θεό, όπως ακριβώς είχε κάνει και η εκκλησία της Εφέσου, στην οποίαν ο Κύριος δε βρίσκει καμία κατηγορία γι’ αυτή, όμως της παραγγέλλει: «Πλην έχω τι κατά σου, διότι την αγάπην σου την πρώτην αφήκας». (Αποκάλυψη Β/2: 4). 
    Η απάντηση του Θεού σε όλα αυτά δεν άργησε να έρθει και ήταν πραγματικός κεραυνός. Ο προφήτης Γάδ ανακοινώνει στο Δαβίδ την απόφασή του Θεού να τον τιμωρήσει για ό,τι έκανε. Και εδώ βλέπουμε την πρόνοια του Θεού που του προτείνει τρεις ποινές και τη δυνατότητα να επιλέξει μεταξύ αυτών. Τρία χρόνια πείνα, ή τρεις μήνες να φθείρεσαι μπροστά στους εχθρούς σου, ή τρεις μέρες να πέσει πάνω στο λαό η ρομφαία του Κυρίου και θανατικό στη γη, από έναν άγγελο του Κυρίου που θα εξολοθρεύσει σ’ όλη την επικράτεια του Ισραήλ. 
      Ο Δαβίδ κατάλαβε αμέσως το σφάλμα του και το μέγεθος της αμαρτίας την οποία είχε πράξει και παρακάλεσε το Θεό να αφαιρέσει την ενοχή της αμαρτίας του (Β΄ Σαμουήλ ΚΔ/24: 10), όμως η απόφαση του Θεού ήταν αμετάκλητη. Η μετάνοια και η αναγνώριση της αμαρτίας είναι θετικό βήμα από τον πιστό άνθρωπο, όμως οι συνέπειες παραμένουν. Μετανόησε ο Δαυίδ, όταν πήγε με τη γυναίκα του Ουρία, τη Βηρ Σαβεέ (Β΄ Σαμουήλ ΙΒ/12: 13). Ο Θεός τον συγχώρησε, όμως η γυναίκα είχε μείνει έγκυος. Ο Θεός τον είχε συγχωρήσει, αλλά η εγκυμοσύνη προχωρούσε. Είναι οι συνέπειες της αμαρτίας τις οποίες δεν μπορούμε να αποφύγουμε. 
   Μια ιστορία λέει πως ένα παιδί δεν είχε συμμορφωθεί με τα πράγματα του Θεού και ερωτοτροπούσε με την αμαρτία.. Κάποτε ο πατέρας του είπε: «Παιδί μου πάρε αυτή τη μεγάλη σανίδα και για κάθε αμαρτία που κάνεις να βάζεις και ένα καρφί πάνω σ’ αυτή». Μέσα σε λίγο καιρό η σανίδα είχε γεμίσει από καρφιά. «Πατέρα», λέει το παιδί, «η σανίδα γέμισε». «Τώρα παιδί μου, για κάθε καλή πράξη που κάνεις να βγάζει και από ένα καρφί». Πέρασε πάρα πολύς καιρός και κάποια στιγμή ο νέος έβγαλε και το τελευταίο καρφί από τη σανίδα. «Πατέρα λέει τα έβγαλα όλα τα καρφιά, όμως με αυτές τις τρύπες που έμειναν τι θα γίνει;» Αυτές παιδί μου, είπε ο Πατέρας, «μένουν». Αυτές δε φεύγουν. Είναι τα αποτελέσματα της αμαρτίας και οι συνέπειες  που έχουν  τις οποίες δεν μπορεί ο άνθρωπος να   ελέγξει. 
     Ο άνθρωπος μπορεί μέσα στην ελευθερία του να ανέβει πάνω σε μια σκεπή. Μπορεί επίσης να αποφασίσει αν θα πηδήξει από τη σκεπή ή δε θα πηδήξει., όμως από τη στιγμή που θα αποφασίσει να πηδήξει δεν είναι πλέον ελεύθερος να ελέγξει την κατάσταση. Πλέον μετά από μια τέτοια απόφαση άλλοι νόμοι θα λειτουργήσουν ανεξάρτητοι από τη θέληση του ανθρώπου. Αν ο άνθρωπος μετανοήσει μετά από μια τέτοια πράξη, δεν μπορεί να γυρίσει πίσω στη σκεπή, θα ακολουθήσει υποχρεωτικά το νόμο της βαρύτητας, τον οποίο δεν μπορεί να ελέγξει και θα πέσει στη γη. Εκεί ή θα σκοτωθεί ή θα τραυματιστεί. Είναι οι συνέπειες της επιλογής του, που θα πληρωθούν. 
     Ο Θεός με μια πράξη εύνοιας του δικού του παιδιού του δίνει την ευκαιρία να επιλέξει τον τρόπο της τιμωρίας του. Από τις τρεις επιλογές που δόθηκαν στο Δαβίδ οι δύο πρώτες εξαρτιόταν σε ένα βαθμό από το έλεος των ανθρώπων: Ο πόλεμος θα ήταν τόσο σοβαρός, όσο ο εχθρός θα ήθελε, ο λιμός θα ανάγκαζε τον Ισραήλ να αναζητήσει τροφή από άλλα γειτονικά έθνη που πάντα ήταν εχθρικά απέναντί του. Αντί να βασιστεί στο έλεος κάθε ανθρώπου ο Δαβίδ επέλεξε να επικαλεστεί το Έλεος του Θεού. Το θανατικό ήταν η πλέον άμεση μορφή τιμωρίας από το Θεό και θα μπορούσαν οι Ισραηλίτες να κοιτάξουν μόνο στον Θεό για ανακούφιση. Η απόφαση του Δαβίδ ήταν: «ας πέσω λοιπόν στα χέρια του Κυρίου, διότι οι οικτιρμοί αυτού είναι πολλοί σφόδρα, σε χέρια ανθρώπου ας μην πέσω». 
     Εβδομήντα χιλιάδες έπεσαν από το λαό του Θεού. Πράγματι οι οικτιρμοί του Κυρίου δεν άργησαν να φανούν. Η εντολή του Θεού προς τον εξολοθρευτή άγγελο ήταν άμεση. «Αρκεί ήδη, σύρε την χείρα στου». Και πράγματι το θανατικό σταμάτησε και η κρίση πέρασε. Ο Δαβίδ μετανοιωμένος παρατηρεί έκπληκτος τη συμφορά. Εκεί που σταμάτησε ο άγγελος ήταν το αλώνι του Ορνάν, του Ιεβουσαίου, στο όρος Μοριά, μέσα στην Ιερουσαλήμ. Τούτο το κτήμα ζήτησε να το αγοράσει ο Δαβίδ και έστησε εκεί θυσιαστήριο στον Κύριο και προσέφερε θυσίες ευχαριστίας για την κατάπαυση της θείας κρίσεως. Αργότερα επί βασιλείας Σολωμόντος κτίσθηκε εκεί ο μεγαλοπρεπής ναός του Θεού. 
     Πού ακριβώς συνίσταται η παράβαση, η παρακοή, η αμαρτία του Δαβίδ: Μήπως επειδή δε ρώτησε τον Κύριο για να κάνει την απογραφή; Όχι. Από εκεί ξεκινάει η αμαρτία. Η αμαρτία του Δαυίδ ήταν ότι, ενώ σε όλη τη ζωή είχε ανεπιφύλακτα στηριχθεί πάνω στο Θεό και ο Θεός του είχε δώσει θαυμαστές νίκες και μεγάλες υποσχέσεις, αρχίζει σιγά - σιγά να υποχωρεί η πρώτη του αγάπη για το Θεό και αρχίζει να στηρίζεται στο γενναίο στρατό του, στις λόγχες του και στο μεγαλείο του βασιλείου του, το οποίο με τη δύναμη του Θεού είχε δημιουργήσει. Έτσι αρχίζει μια περίοδος πνευματικής κάμψης, όπου ο Δαβίδ αρχίζει να αποβλέπει στον εαυτόν του και να στηρίζεται και στις δικές του δυνάμεις. Ευρισκόμενος σ’ αυτήν την κατάσταση θέλει να μάθει πόσος ακριβώς είναι ο στρατός, για να κάνει σχέδια για το μέλλον, αντί να ακουμπήσει με εμπιστοσύνη στο Θεό και να αφήσει σ’ αυτόν κάθε σχέδιο. 
      Η ιδέα της απογραφής ήταν από το σατανά, μας λέει ο Λόγος του Θεού. Ήταν μια ευκαιρία να αποσπάσει το Δαβίδ από την εμπιστοσύνη του στο Θεό και να γεμίσει την καρδιά του με αυτοπεποίθηση, να τον κάνει να στηριχθεί στις δικές του δυνάμεις, στον αριθμό των στρατιωτών, των ίππων και όχι στη δύναμη του Θεού. Πρόβαλε το «εγώ», πρόβαλε ο άνθρωπος και παραμερίστηκε ο Θεός με την παραπάνω πράξη του Βασιλιά. Γι’ αυτό ο Θεός θεώρησε την ενέργειά του αυτή σαν αμαρτία που έπρεπε να τιμωρηθεί. Ήταν μια αμαρτία που θα μπορούσε να είχε τεράστιες συνέπειες για το λαό, αν ο Δαβίδ δε μετανοούσε ειλικρινά και αν οι οικτιρμοί του Θεού δεν ήσαν τόσοι μεγάλοι. 
      Και ο Δαβίδ μίλησε στον Κύριο, όταν είδε τον άγγελο, εκείνον που θανάτωνε τον λαό, και είπε: "Να, εγώ αμάρτησα, και εγώ ανόμησα αυτά, όμως, τα πρόβατα, τι έκαναν; Εναντίον μου, λοιπόν, ας είναι το χέρι σου, και εναντίον της οικογένειας του πατέρα μου" (Β΄ Σαμουήλ ΚΔ/24: 17). 
     Ο Δαβίδ μετανόησε ειλικρινά γι’ αυτό που έπραξε, εξομολογήθηκε την αμαρτία του στο Θεό και προσευχήθηκε θερμά για τη συγχώρεσή του. (εδ.8). Παραδέχτηκε πως είχε κάνει μεγάλη αμαρτία και παρακαλούσε το Θεό να τιμωρηθεί και να πληρώσει γι’ αυτό. Δέχτηκε την τιμωρία της αμαρτίας του και παρακάλεσε το Θεό με τα λόγια: «χτύπα εμένα και την οικογένειά μου Κύριε» (εδ. 17). Υποτάσσομαι στην τιμωρία σου, μόνο άφησε εμένα να υποφέρω, γιατί εγώ είμαι ο αμαρτωλός, εγώ είμαι ο ένοχος. Άφησε τον εαυτόν του στο Έλεος του Θεού γιατί ήξερε, γιατί είχε μεγάλη εμπειρία, γιατί είχε πολλές φορές γνωρίσει μέσα στη ζωή του το έλεος του Θεού. 
    Για άλλη μία φορά φαίνεται η ακεραιότητά του και το μεγαλείο της ψυχής του Δαβίδ. Ο Θεός όμως επέλεξε να τιμωρήσει ολόκληρο το έθνος για την αμαρτία του βασιλιά. Ίσως αυτό να συνέβη λόγω των πολλαπλών παραβάσεων του λαού εναντίον του Θεού. 
     Το πόσο συντριπτική ήταν η μετάνοια του Δαβίδ φαίνεται στον ΛΒ/32 ψαλμό, τον οποίον έγραψε ο Δαβίδ για αυτό το σκοπό, για να εκφράσει τη μετάνοιά του, για ό,τι έπραξε. 

   ΨΑΛΜΟΣ ΛΒ/32. 
1Μακάριος εκείνος, του οποίου συνεχωρήθη η παράβασις, του οποίου εσκεπάσθη η αμαρτία. 
2 Μακάριος ο άνθρωπος, εις τον οποίον ο Κύριος δεν λογαριάζει ανομίαν και εις του οποίου το πνεύμα δεν υπάρχει δόλος. 
3 Ότε απεσιώπησα, επαλαιώθησαν τα οστά μου εκ του ολολυγμού μου όλην την ημέραν. 
4 Επειδή ημέραν και νύκτα εβαρύνθη η χειρ σου επ' εμέ η υγρότης μου μετεβλήθη εις θερινήν ξηρασίαν. 
5 Την αμαρτίαν μου εφανέρωσα προς σε, και την ανομίαν μου δεν έκρυψα είπα, Εις τον Κύριον θέλω εξομολογηθή τας παραβάσεις μου και συ συνεχώρησας την ανομίαν της αμαρτίας μου. 
6 Διά τούτο πας όσιος θέλει προσεύχεσθαι προς σε εν καιρώ προσήκοντι βεβαίως εν κατακλυσμώ πολλών υδάτων ταύτα δεν θέλουσιν εγγίζει εις αυτόν. 
7 Συ είσαι η σκέπη μου θέλεις με φυλάττει από θλίψεως αγαλλίασιν λυτρώσεως θέλεις με περικυκλόνει. 
 8 Εγώ θέλω σε συνετίσει και θέλω σε διδάξει την οδόν, εις την οποίαν πρέπει να περιπατής θέλω σε συμβουλεύει επί σε θέλει είσθαι ο οφθαλμός μου. 
9 Μη γίνεσθε ως ίππος, ως ημίονος, εις τα οποία δεν υπάρχει σύνεσις των οποίων το στόμα πρέπει να κρατήται εν κημώ και χαλινώ, άλλως δεν ήθελον πλησιάζει εις σε. 
10 Πολλαί αι μάστιγες του ασεβούς τον δε ελπίζοντα επί Κύριον έλεος θέλει περικυκλώσει. 
11 Ευφραίνεσθε εις τον Κύριον και αγάλλεσθε, δίκαιοι και αλαλάξατε, πάντες οι ευθείς την καρδίαν. ---  

Δευτέρα 10 Απριλίου 2017

"... καταβάτω νῦν ἀπὸ τοῦ σταυροῦ,"

         Ευαγγέλιον  «κατά Μάρκον», κεφ.  ΙΕ/15, εδ.  32. 

«Ο Χριστός ο βασιλεύς του Ισραήλ ας καταβή τώρα από του σταυρού, διά να ίδωμεν και πιστεύσωμεν. Και οι συνεσταυρωμένοι μετ' αυτού ωνείδιζον αυτόν». 

          "... καταβάτω νῦν ἀπὸ τοῦ σταυροῦ,".
   Τούτο αποτελεί ένα διαχρονικό αίτημα. Αυτό ήταν το αίτημα της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας καθώς και του Ιουδαϊκού θρησκευτικού κατεστημένου, προς τον Κύριο Ιησού Χριστό. "Μην είσαι απόλυτος, μη στέκεσαι απέναντί μας, μην μας κατακρίνεις, συμβιβάσου μαζί μας…..  Όμως ένας Χριστός που έχει "κατέβει" από το σταυρό δεν είναι Θεός, αλλά είναι θεωρεία και δε μπορεί να βοηθήσει σε τίποτα τον άνθρωπο, παρά μόνον να του καλύψει το θρησκευτικό του συναίσθημα με διάφορες άγονες τυπικές τελετές.
      Ποτέ ο εχθρός της ψυχής δε θα ζητήσει από τον πιστό άνθρωπο να απαρνηθεί το σωτήρα Χριστό, αλλά θα του ζητήσει να «κατέβει από το σταυρό», να ζήσει δηλαδή μια ζωή συμβιβασμένη, μια ζωή που δε θα είναι προσηλωμένη αποκλειστικά πάνω στο σταυρό του Χριστού, αλλά θα έχει "και σταυρό και Χριστό και κοσμικό πνεύμα". Θα έχει μια ζωή όπως ακριβώς ζούσε η εκκλησία της "Λαοδίκειας" (Αποκάλυψη Γ/3: 14-22). Ο Κύριος υπήρξε ιδιαίτερα σκληρός και επικριτικός απέναντί της με τα λόγια: «επειδή είσαι χλιαρός και ούτε ψυχρός ούτε ζεστός, μέλλω να σε εξεμέσω εκ του στόματός μου». Πολλοί λένε: "Α! είστε φανατικοί, είστε μονόπλευροι, είστε σκληροί, δεν μπορούμε να συνεννοηθούμε, κατέβα από το σταυρό και έλα να συζητήσουμε και είναι βέβαιο ότι θα τα βρούμε". Κάποιος πιστός άνθρωπος έλεγε: Όταν πάω να πω κάτι κακό, όταν σκεφτώ κάτι αρνητικό ή πάω να αντιδράσω βίαια σε κάτι, λέω στον εαυτό μου: «Α! κατέβηκες από το σταυρό!». Τότε τον πιάνω από το γιακά και τον ξανά ανεβάζω επάνω στο σταυρό. 

      Ψαλμός ΡΘ/ 109, εδ.  25. 
«Και εγώ έγεινα όνειδος εις αυτούς ότε με είδον, εκίνησαν τας κεφαλάς αυτών». 

       βιβλίο πρ. "Δανιήλ", κεφ.  Θ/9, εδ.  25-26. 
25 Γνώρισον λοιπόν και κατάλαβε ότι από της εξελεύσεως της προσταγής του να ανοικοδομηθή η Ιερουσαλήμ έως του Χριστού του ηγουμένου θέλουσιν είσθαι εβδομάδες επτά και εβδομάδες εξήκοντα δύο θέλει οικοδομηθή πάλιν η πλατεία και το τείχος, μάλιστα εν καιροίς στενοχωρίας. 
26 Και μετά τας εξήκοντα δύο εβδομάδας θέλει εκκοπή ο Χριστός, πλην ουχί δι' εαυτόν και ο λαός του ηγουμένου, όστις θέλει ελθεί, θέλει αφανίσει την πόλιν και το αγιαστήριον και το τέλος αυτής θέλει ελθεί μετά κατακλυσμού, και έως του τέλους του πολέμου είναι διωρισμένοι αφανισμοί. 

       ΣΧΟΛΙΑ :    
   Είναι ημέρα Παρασκευή και ένα μεγάλο πλήθος ανθρώπων έχει κατακλύσει ένα λόφο που ονομάζεται Γολγοθάς, που βρίσκεται «έξω της πύλης», δηλαδή πολύ κοντά στην πόλη της Ιερουσαλήμ. Εκείνες τις ημέρες ένας μεγάλος αριθμός ανθρώπων είχε επισκεφθεί την Ιερουσαλήμ, γιατί ήταν ημέρες της μεγάλης γιορτής του Πάσχα των Ιουδαίων, σε ανάμνηση της απελευθέρωσής τους από τους Αιγυπτίους. 
      Το βλέμμα όλων έχει στραφεί προς τους τρεις σταυρούς τους οποίους έχουν στήσει πάνω στο λόφο του Γολγοθά και ιδιαίτερα σε εκείνον που βρισκόταν στη μέση και που δεν ήταν άλλος από τον Κύριο Ιησού Χριστό, που βρίσκεται εσταυρωμένος ανάμεσα σε δύο κακούργους. Όλοι αυτοί που παρακολουθούν βρίσκονται εκεί, όχι για να εκφράσουν τον πόνο τους, τη θλίψη τους, τη συμπάθειά τους, αλλά βρίσκονται εκεί, για να βγάλουν από μέσα τους ό,τι πιο κακό, ό,τι πιο μοχθηρό, ό,τι πιο εκδικητικό μπορεί να φωλιάσει μέσα στην αμαρτωλή και "σφόδρα διεφθαρμένη" ανθρώπινη καρδιά (Ιερεμίας ΙΖ/17: 9). Βρίσκονται εκεί, για να περιγελάσουν με το χειρότερο τρόπο, έναν άνθρωπο που είναι σε απόλυτη οδύνη και σε λίγο θα πεθάνει πάνω στο σταυρό. Αλήθεια πόσο σκληρό έχει κάνει η αμαρτία τον άνθρωπο! 
     Μέσα στον κατακλυσμό αυτών των αρνητικών συναισθημάτων, καθώς Τον αντικρίζουν, ξεστομίζουν λόγια ειρωνείας και ακραίας περιφρόνησης. Στέκονται με περισσή αλαζονεία και προσπαθούν να πετάξουν τόση λάσπη εμπαιγμού, όση δε χωράνε τα χέρια τους. Τα μάτια τους είναι καρφωμένα πάνω στον εσταυρωμένο του μεσαίου σταυρού και το πρόσωπο και η καρδιά τους είναι πλημμυρισμένη από χαρά και ευχαρίστηση, γιατί επιτέλους ο άνθρωπος αυτός που είναι στον μεσαίο σταυρό πήρε τη θέση που του άξιζε. 
    Καθώς τους παρατηρούμε, μην πάει το μυαλό μας ότι αυτοί είναι οι χειρότεροι και πιο διεστραμμένοι άνθρωποι που υπήρχαν και ότι βρέθηκαν εκεί, για να ξεσπάσουν τα πάθη τους και τις αδυναμίες τους. Αντίθετα τούτοι οι άνθρωποι είναι επιφανείς και πάνω απ’ όλα είναι θρησκευόμενοι. Είναι Ιουδαίοι που αγαπούν τη θρησκεία τους, αγαπούν τις θρησκευτικές τελετές τους, που γνωρίζουν το Μωσαϊκό Νόμο και που ανελλιπώς επισκέπτονται το Ναό στην Ιερουσαλήμ, για να εκτελέσουν με ιδιαίτερη ευλάβεια τα θρησκευτικά τους καθήκοντα. 
      Πολλοί από τους Παρευρισκομένους χλεύαζαν τον εσταυρωμένο Χριστό και έλεγαν: «Άλλους έσωσεν, εαυτόν δεν δύναται να σώση, αν ήναι βασιλεύς του Ισραήλ, ας καταβή τώρα από του σταυρού και θέλομεν πιστεύσει εις αυτόν» (Ματθαίος ΚΖ/27: 42). «Ο χαλών τον ναόν και διά τριών ημερών οικοδομών, σώσον σεαυτόν αν ήσαι Υιός του Θεού, κατάβα από του σταυρού». (Ματθαίος ΚΖ/27: 40). «και πλέξαντες στέφανον εξ ακανθών, έθεσαν επί την κεφαλήν αυτού και κάλαμον εις την δεξιάν αυτού, και γονυπετήσαντες έμπροσθεν αυτού, ενέπαιζον αυτόν, λέγοντες: Χαίρε, ο βασιλεύς των Ιουδαίων και εμπτύσαντες εις αυτόν έλαβον τον κάλαμον και έτυπτον εις την κεφαλήν αυτού" (Ματθαίος ΚΖ/27: 29-30). 
     Ανάμεσα σε όλους τους παρευρισκόμενους βρίσκονται και κάποιοι που υπερβάλουν και είναι ιδιαίτερα επικριτικοί εναντίον Του εσταυρωμένου Χριστού. Αυτοί ξεχωρίζουν από τους άλλους, γιατί έχουν πλατύνει τα φυλακτήριά τους, όσο δεν έπαιρνε άλλο. Είχαν μεγαλώσει τα κράσπεδα των ιματίων τους, για να φαίνονται μεγαλοπρεπείς στους ανθρώπους. Ο Κύριος Ιησούς είχε αποκαλύψει την υποκρισία τους με τα λόγια : «Πράττουσι δε πάντα τα έργα αυτών δια να βλέπονται υπό των ανθρώπων. Και πλατύνουσι τα φυλακτήρια αυτών και μεγαλύνουσι τα κράσπεδα των ιματίων αυτών» (Ματθαίος ΚΓ/23: 5). Είχαν γράψει τις Μωσαϊκές διατάξεις του Νόμου και τις είχαν βάλει ως προμετωπίδα ανάμεσα στα μάτια τους. Πρόκειται για τη θρησκευτική αφρόκρεμα της εποχής, τους Γραμματείς, τους Φαρισαίους, τους Σαδουκαίους, τους αρχιερείς και τους πρεσβυτέρους του λαού. Για όλους αυτούς ο Κύριος Ιησούς είχε επιστήσει ιδιαίτερα την προσοχή των ανθρώπων που τους άκουγαν. 
38 Και έλεγε προς αυτούς εν τη διδαχή αυτού. Προσέχετε από των γραμματέων, οίτινες θέλουσι να περιπατώσιν εστολισμένοι και αγαπώσι τους ασπασμούς εν ταις αγοραίς 
39 και πρωτοκαθεδρίας εν ταις συναγωγαίς και τους πρώτους τόπους εν τοις δείπνοις. 
40 Οίτινες κατατρώγουσι τας οικίας των χηρών, και τούτο επί προφάσει ότι κάμνουσι μακράς προσευχάς, ούτοι θέλουσι λάβει μεγαλητέραν καταδίκην (Μάρκος ΙΒ/12: 38-40). 
      Ήταν θρησκευόμενοι, ενεργούσαν πάντοτε στο Όνομα του Θεού, αγαπούσαν πολύ τη θρησκεία τους και ήταν περήφανοι για την πίστη τους και για τα καλά τους έργα. Μιλούσαν για το Θεό με πολύ ωραία και σοφά λόγια, όμως η καθημερινή πρακτική τους ζωή ήταν τελείως διαφορετική, γι’ αυτό και ο Κύριος είχε πει: Τα λόγια τους να τα ακούτε από των πράξεων αυτών να απέχετε. "Πάντα λοιπόν όσα αν είπωσι προς εσάς να φυλάττητε, φυλάττετε και πράττετε, κατά δε τα έργα αυτών μη πράττετε επειδή λέγουσι και δεν πράττουσι" (Λουκάς ΙΑ/11: 48). Ζούσαν μέσα στο ψέμα, την υποκρισία, άλλα έλεγαν, άλλα πιστευαν και άλλα έκαναν. Γι’ αυτούς η σχέση τους με το Θεό εξαντλείτο στο να επισκέπτονται το Ναό, να παραβρίσκονται στις διάφορες θρησκευτικές τελετές και εν γένει να εκτελούν τυπικά κάποια θρησκευτικά τους καθήκοντα, όπως αυτοί τα είχαν ερμηνεύσει μέσα από το Μωσαϊκό Νόμο. Τηρώντας όλα αυτά πίστευαν ότι ευαρεστούσαν το Θεό και ότι ήδη "με το ένα πόδι" είχαν μπει στον Παράδεισο και σε λίγο θα έμπαιναν και με το άλλο. Δεν πίστευαν ότι ήταν αμαρτωλοί και θεωρούσαν ότι δεν είχαν κανένα λόγο να ταπεινωθούν μπροστά στο Θεό και να ζητήσουν συγχώρηση. Ουσιαστικά πίστευαν ότι ο Θεός έχει ανάγκη αυτούς και όχι αυτοί το Θεό. Όλα πήγαιναν καλά. Το θρησκευτικό σύστημα, που λειτουργούσε πάντοτε στο Όνομα του Θεού, στεκόταν γερά, τα κέρδη από την εκμετάλλευση της άγνοια του λαού τεράστια, μέχρι που εμφανίστηκε αυτός ο Υιός του τέκτονα Ιωσήφ και της Μαρίας, ο οποίος στάθηκε με παρρησία μπροστά τους και τους είπε: 
 --«Ουαί εις εσάς, γραμματείς και Φαρισαίοι υποκριταί, διότι ομοιάζετε με τάφους ασβεστωμένους, οίτινες έξωθεν μεν φαίνονται ωραίοι, έσωθεν όμως γέμουσιν οστέων νεκρών και πάσης ακαθαρσίας» (Ματθαίος ΚΓ/23: 27). 
 --«Ουαί εις εσάς, γραμματείς και Φαρισαίοι, υποκριταί, διότι καθαρίζετε το έξωθεν του ποτηρίου και του πινακίου, έσωθεν όμως γέμουσιν εξ αρπαγής και ακρασίας» (Ματθαίος ΚΓ/23: 25). 
 --«Ουαί εις εσάς, γραμματείς και Φαρισαίοι, υποκριταί, διότι αποδεκατίζετε το ηδύοσμον και τον άνηθον και το κύμινον, και αφήκατε τα βαρύτερα του νόμου, την κρίσιν και τον έλεον και την πίστιν, ταύτα έπρεπε να πράττητε και εκείνα να μη αφίνητε» (Ματθαίος ΚΓ/23: 23)
       Τι είναι αυτά που λέει αυτός ο πλάνος, έλεγαν. Αυτά είναι απαράδεκτα πράγματα! Ποιος είναι αυτός που ορθώνει το ανάστημά του μπροστά μας και λέει αυτά τα λόγια; «Ημείς εξεύρομεν ότι προς τον Μωϋσήν ελάλησεν ο Θεός τούτον όμως δεν εξεύρομεν πόθεν είναι» (Ιωάννης Θ/9: 29). Επίσης ο άνθρωπος αυτός λέει ότι δεν επαρκεί η ηθική ζωή μας, για να μπούμε στον ουρανό, αλλά θα πρέπει απαραίτητα να «αναγεννηθούμε άνωθεν» (Ιωάννης Γ/3: 3). Εμείς, οι αρχηγοί της θρησκείας να ζητήσουμε από αυτόν το κατάδικο να έρθει στην καρδιά μας, για να σωθούμε; Εμείς δεν έχουμε ανάγκη να σωθούμε «κατά χάριν», έχουμε ικανότητες και θα το πετύχουμε με τα έργα μας. Η θέση που κατέχουμε ως κλήρος στις ιερατικές τάξεις είναι η εγγύηση της σωτηρίας μας. Ο άνθρωπος αυτός είναι «σκάνδαλο» (Α΄ Κορινθίους Α/1: 23) και «λίθος προσκόματος» (Α΄ Πέτρου Β/2: 8) και μόνον αν τον εξευτελίσουμε με έναν σταυρικό θάνατο, θα γλυτώσουμε απ’ αυτόν. Τώρα που βλέπουν το όνειρό τους να πραγματοποιείται έχουν μεγάλη χαρά και γι’ αυτό προσπαθούν να βγάλουν όλο το μίσος της καρδιάς τους γι’ Αυτόν. 
      Ο Χριστός έμεινε έξι ώρες στο Σταυρό, από τις 9 το πρωί ως τις 3 τ’ απόγευμα. Στο πρώτο τρίωρο έως τις δώδεκα, προσευχήθηκε για τους όχλους, άνοιξε τον Παράδεισο στον ληστή, μίλησε με στοργή στη μητέρα Του. Έπειτα από τις δώδεκα έως τις τρεις έγινε ένα φρικτό σκοτάδι γύρω στο Σταυρό και μια τρομερή σιωπή. Τίποτα δεν ακουγόταν εκτός από το αργό στάξιμο του Άγιου, του εξιλαστήριού αίματός Του. Σταγόνα - σταγόνα το αίμα της λύτρωσης χυνόταν πάνω στο σταυρό. Και σε κάθε στάλα γραμμένο ήτανε τ’ όνομα ενός αμαρτωλού, το δικό μου και το δικό σου όνομα. Αυτή ήταν η υπέρτατη ώρα της σωτηρίας μας. 
     Ο προφήτης "Ησαΐας"  (κεφ. ΝΓ/ 53) διαχρονικά κράζει: 
4 Αυτός τωόντι τας ασθενείας ημών εβάστασε και τας θλίψεις ημών επεφορτίσθη ημείς δε ενομίσαμεν αυτόν τετραυματισμένον, πεπληγωμένον υπό Θεού και τεταλαιπωρημένον. 
5 Αλλ' αυτός ετραυματίσθη διά τας παραβάσεις ημών, εταλαιπωρήθη διά τας ανομίας ημών η τιμωρία, ήτις έφερε την ειρήνην ημών, ήτο επ' αυτόν και διά των πληγών αυτού ημείς ιάθημεν 
6 Πάντες ημείς επλανήθημεν ως πρόβατα εστράφημεν έκαστος εις την οδόν αυτού και ο Κύριος έθεσεν επ' αυτόν την ανομίαν πάντων ημών. 
       Η προσφορά του αναμάρτητου Υιού του Θεού ήταν τόσο τέλεια και τόσο Άγια, που προς το τέλος του σκοτεινού τρίωρου ακούστηκε θριαμβευτική η κραυγή του Χριστού: «Τετέλεσται», που σημαίνει - τελείωσε μια για πάντα. Τι τελείωσε η ζωή του Κυρίου πάνω στο Σταυρό; Όχι βέβαια. Τελείωσε το Έργο της σωτηρίας μας. Τα λύτρα πληρώθηκαν. Ο Άγιος έγινε αμαρτία για τους αμαρτωλούς. Η δικαιοσύνη του Θεού ικανοποιήθηκε. Το Έργο είναι τέλειο και ολοκληρωμένο και πλέον ένα μόνον πράγμα απομένει στον αμαρτωλό άνθρωπο, με μετάνοια και πίστη να δεχτεί το εξιλαστήριο Έργο που έκανε για όλους μας πάνω στο Σταυρό με τη θυσία του ο Ιησούς Χριστός. 
        Στο ευαγγέλιο «κατά Ματθαίον» (κεφ. ΚΖ/27: 46) παρατηρούμε το αποκορύφωμα των παθών του Κυρίου Ιησού. Όταν ο Ιησούς φορτώθηκε την αμαρτία όλου του κόσμου επάνω στο σταυρό, ο Άγιος Θεός δεν μπορούσε να αντικρίσει αυτό το τρομερό θέαμα. Ο Θεός Πατέρας που ήταν ανέκαθεν “ένα” με τον γιο Του, τον εγκαταλείπει πάνω στο σταυρό, και αποστρέψει το βλέμμα Του από τον Υιόν Του, γιατί δε μπορούσε και δε μπορεί  ο Θεός να αντικρύζει την αμαρτία. Αυτό το γεγονός έγινε μία φορά στην αιωνιότητα και δε θα συμβεί ποτέ ξανά. Είναι φανερό πως ο πόνος που ένιωσε ο Πατέρας, όταν αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τον μονάκριβό Του Υιό, ήταν το πιο σκληρό από όλα τα βασανιστήρια της σταυρική θυσίας του Χριστού. Η φωνή του μονάκριβου γιου Του: «Ηλί Ηλί λαμά σαβαχθανί», που σημαίνει: "Πατέρα γιατί με εγκατέλειψες", έκανε την καρδιά του Πατέρα Θεού να ραγίσει. Ας μην ξεχνάμε λοιπόν το μεγαλείο της αγάπης του Θεού για τον αμαρτωλό άνθρωπο και ας την τιμούμε με τη ζωή και τις πράξεις μας. 
       Ο Θεός παραμένει σιωπηλός μέχρι να συντελεστεί το Έργο της σταυρικής θυσίας που θα ήταν το τίμημα για την αμαρτία των ανθρώπων ελευθερώνοντάς τους από τα δεσμά της δουλείας. Η σταύρωση του Χριστού τελειώνει με το δυνατό "τετέλεσται" και ο Θεός Πατέρας ελευθερώνει τον πόνο του με ένα μεγάλο σεισμό, με σκοτάδι και άλλα φαινόμενα που έκαναν όλους του παρευρισκόμενους να αναγνωρίσουν την Θεότητα του Χριστού. Αυτοί που λίγο πριν φώναζαν «αν είσαι πραγματικά γιος του Θεού» τώρα με φόβο και τρόμο παραδέχονται «αυτός ο άνθρωπος πραγματικά ήταν ο γιος του Θεού» (Ματθαίος ΚΖ/27: 54).
      Ο ίδιος ο Κύριος Ιησούς με το «Τετέλεσται» δηλώνει πάνω στο σταυρό ότι κάτι σημαντικό έχει τελειώσει, έχει έρθει στο τέρμα της πορείας Του. Όλοι αυτοί που ωρύονταν από κάτω θα υπέθεσαν ότι με τούτη την κραυγή ο Κύριος δήλωνε το τέλος της επίγειας ζωής του, αφού αμέσως μετά «κλίνας την κεφαλήν, παρέδωκε το πνεύμα», όμως είναι δυνατόν ο Κύριος να θέλει να δηλώσει το τέλος της ζωής Του, κάτι που σε λίγο θα ήταν φανερό; Ποτέ ο Κύριος δεν είχε δώσει ιδιαίτερη βαρύτητα στη διατήρηση της ζωή του. Ένα ήταν το ενδιαφέρον Του κατά την επίγεια διακονία του, να τελειώσει το Έργο που ο Πατέρας Θεός του είχε αναθέσει να κάνει. Και αυτό που ο Πατέρας του είχε δώσει να κάνει ήταν "ΤΟ ΕΡΓΟ ΤΗΣ ΣΩΤΗΡΙΑΣ" του αμαρτωλού ανθρώπου. Εκεί ήταν όλο το ενδιαφέρον του Κυρίου, αν και γνώριζε σε όλο της το βάθος την οδύνη στην οποία θα Τον οδηγούσε. Με το θριαμβευτικό «Τετέλεσται» πάνω στο σταυρό ο Κύριος δήλωνε ότι είχε τελειώσει το Έργο της λύτρωσης, της σωτηρίας του ανθρώπου από την αμαρτία και τον αιώνιο θάνατο. Είχε τελειώσει ένα Έργο εξιλέωσης πάνω στο σταυρό το οποίο κατά τρόπο απόλυτο ικανοποίησε τη Θεϊκή Δικαιοσύνη. Τούτο το Έργο είναι τέλειο, ολοκληρωμένο και πάνω απ’ όλα είναι διαχρονικά στη διάθεση κάθε ανθρώπου, που θέλει να γνωρίσει το Θεό και να συμφιλιωθεί «κατά χάριν» μαζί Του. Εκεί που εκτελέσθηκε ο Χριστός, στο λόφο του Γολγοθά, εκεί συντελέστηκε το θαύμα της ανθρώπινης σωτηρίας. 
      Ο Χριστός πεθαίνει πάνω στο σταυρό και με τη θυσία του γίνεται αιώνιος νικητής, θριαμβευτής των αιώνων. Η κραυγή «τετέλεσται» δεν είναι φράση απόγνωσης, ούτε πικρίας, ούτε φόβου, αλλά είναι κραυγή νίκης και θριάμβου. Είναι μια κραυγή ολοκλήρωσης, επισφράγισης και θριαμβευτικού  του έργου του Χριστού πάνω στο σταυρό. Μόλις την προηγούμενη ημέρα μετά το "Μυστικό Δείπνο" απευθυνόμενος προς τον ουράνιο Πατέρα Του στην Αρχιερατική Του προσευχή έλεγε: «Εγώ σε εδόξασα επί της γης, το έργον ετελείωσα, το οποίον μοι έδωκας διά να κάμω» (Ιωάννης ΙΖ/17: 4). Η κραυγή του «τετέλεσται» δεν είναι τίποτα άλλο παρά μία ιαχή θριάμβου, ένας πανηγυρικός απολογισμός του σωτήριου τούτου Έργου. 
     Ο Χριστός με το θάνατό Του πάνω στο σταυρό ικανοποίησε πλήρως τις απαιτήσεις της Θείας Δικαιοσύνης και διέγραψε το φοβερό χρέος του ανθρώπου, εξαιτίας της αμαρτίας. Ο Απ. Παύλος στην επιστολή «προς Κολοσσαείς» (κεφ. Β/2, εδ. 14) αναφέρει: «εξαλείψας το καθ' ημών χειρόγραφον, συνιστάμενον εις διατάγματα, το οποίον ήτο εναντίον εις ημάς, και αφήρεσεν αυτό εκ του μέσου, προσηλώσας αυτό επί του σταυρού». Ο Άγιος, ο Αναμάρτητος πήρε πάνω του όλο το βάρος της καταδίκης εξαιτίας της ανθρώπινης αμαρτίας και πέθανε Αυτός στη θέση τη δική μας, χαρίζοντάς μας αιώνια ζωή. 
     Ο Απ. "Ιωάννης" στην πρώτη του επιστολή του (κεφ. Β/2, εδ. 25) αναφέρει: «Κι αυτή είναι η υπόσχεση, που αυτός υποσχέθηκε σε μας, αιώνια ζωή». Ο δίκαιος Θεός δεν μπορούσε να πει: «αθώος ο άνθρωπος», διότι θα κατέλυε τη δικαιοσύνη, όπως ακριβώς ο ανθρώπινος δικαστής δεν μπορεί να αθωώσει έναν ένοχο, αλλά είναι υποχρεωμένος να του επιβάλει την ποινή που ορίζει ο νόμος. Η λύση στο πρόβλημα της αμαρτίας του ανθρώπου βρισκόταν στην αντικατάσταση. Αντικατάσταση σημαίνει ότι ο Χριστός, που μπήκε κάτω από το Νόμο, πήρε τη θέση του ανθρώπου και υπέστη Αυτός τις ποινικές ευθύνες που έπρεπε να υποστεί ο άνθρωπος εξαιτίας της αμαρτίας του. Οι ποινικές ευθύνες ήταν θάνατος, διότι «ο μισθός της αμαρτίας είναι θάνατος» (Ρωμαίους Σ/6: 23). 
     Το Έργο της αντικατάστασης του αμαρτωλού ανθρώπου είναι ένα Έργο που Θεός συνέλαβε μέσα στην πανσοφία Του και μάλιστα «προ καταβολής κόσμου» (Α΄ Πέτρου Α/1: 20), από αγάπη για τη σωτηρία του ανθρώπου στην περίπτωση που αυτός θα έπεφτε, θα αμάρτανε, θα αποστατούσε από το Θεό. Έτσι, όταν αμαρτήσαμε, για να μην πεθάνουμε, ο Χριστός πήρε τη θέση μας, σήκωσε την αμαρτία μας, αν και ο ίδιος ήταν αναμάρτητος, «όστις αμαρτίαν δεν έκαμεν, ουδέ ευρέθη δόλος εν τω στόματι αυτού» (Α' Πέτρου Β/2: 22). Ανέλαβε την ευθύνη μας και υπέστη πάνω στο σταυρό την τιμωρία του Νόμου, που ήταν θάνατος. Τη θέση αυτή δεν μπορούσε να την λάβει κάποιος άνθρωπος, γιατί «πάντες ήμαρτον και υστερούνται της δόξης του Θεού» (Ρωμαίους Γ/3: 23). "Αδελφός δεν μπορούσε να εξαγοράσει αδελφό" (Ψαλμός ΜΘ/49: 7) και γι’ αυτό άνοιξε ο ουρανός και έδωσε ό,τι πιο πολυτιμότερο υπήρχε, τον Υιόν της αγάπης του Θεού, τον Ιησού Χριστό. Αυτός που έγινε αντικαταστάτης μας πάνω στο σταυρό πλήρωσε για τις δικές μας αμαρτίες και έγινε ο σωτήρας μας. 
      Ο Κύριος Ιησούς Χριστός από αγάπη για τον άνθρωπο δέχτηκε να σηκώσει την οδύνη της αμαρτίας μας, που αναπόφευκτα θα τον οδηγούσε στην ντροπή και το θάνατο. Τούτο το Σωτήριο Έργο με τις φοβερές και αναπόφευκτες συνέπειες οικειοθελώς δέχτηκε να το εκτελέσει ο Ιησούς Χριστός. Η απάντηση του Υιού στο κάλεσμα του Πατέρα ήταν: «τότε είπον. Ιδού, έρχομαι, εν τω τόμω του βιβλίου είναι γεγραμμένον περί εμού, διά να κάμω, ω Θεέ, το θέλημά σου» (Εβραίους Ι/10: 7). Αυτή η αγάπη οδήγησε το Λυτρωτή Χριστό να δώσει τη ζωή του ως "λύτρο" για την εξαγορά πολλών. Την αγάπη του Χριστού μπορεί να τη συλλάβει κάποιος, αν σκεφτεί ότι αυτοί για τους οποίους έβαλε τη ζωή του δεν ήταν αθώοι αλλά ήταν εχθροί του Θεού κατά τη διάνοια με τα έργα τα πονηρά (Κολοσσαείς Α/1: 21). Έβαλε τη ζωή του σε θάνατο για τους ασεβείς. Το ανθρώπινο πεπερασμένο μυαλό δε μπορεί να συλλάβει πλήρως το βάθος αυτής της μοναδικής στην ιστορία θυσίας. 
     Το Έργο της εξιλέωσης του ανθρώπου εξαιτίας της αμαρτίας, που ο Χριστός πέτυχε πάνω στο σταυρό, ήταν και θα παραμείνει στην αιωνιότητα πλήρες και γι’ αυτό δε χρειάζεται επανάληψη. Έγινε μία θυσία μία φορά για τη σωτηρία κάθε ανθρώπου. Ο συγγραφέας της επιστολής «προς Εβραίους», κεφ. Θ/9, εδ. 11-12, αναφέρει: 
11 Ελθών δε ο Χριστός αρχιερεύς των μελλόντων αγαθών διά της μεγαλητέρας και τελειοτέρας σκηνής, ουχί χειροποιήτου, τουτέστιν ουχί ταύτης της κατασκευής, 
12 ουδέ δι' αίματος τράγων και μόσχων, αλλά διά του ιδίου αυτού αίματος, εισήλθεν άπαξ εις τα άγια, αποκτήσας αιωνίαν λύτρωσιν. 
     Το Έργο που ο Χριστός εκτέλεσε πάνω στο σταυρό είναι μοναδικό και προσφέρει αιώνια λύτρωση στον αμαρτωλό άνθρωπο που θα πιστέψει σ' Αυτό. Τούτο το Έργο φέρει τη σφραγίδα της αναγνώρισης και της εκτίμησης από το Θεό και γι’ αυτό άλλωστε δε χρειάζεται καμία επανάληψή του. Ο Θεός ευαρεστήθηκε για πάντα από το μοναδικό Έργο του Χριστού και απόδειξη αυτής της ευαρέσκειας είναι η Ανάσταση του Κυρίου την τρίτη ημέρα από τους νεκρούς, σύμφωνα με τις Γραφές. 
        Αυτό λοιπόν το Έργο που ευαρέστησε το Θεό θα πρέπει να ευαρεστεί και μας. Ας προσέξουμε να μην το απαξιώνουμε μέσα στη ζωή μας, αλλά να του δίνουμε την πρώτη θέση και ανελλιπώς να ευχαριστούμε το Θεό για το Έργο που έκανε δια Ιησού Χριστού, για τη σωτηρία και αιώνια λύτρωση του αμαρτωλού ανθρώπου. Ας προσέξουμε μέσα στην πνευματική μας ζωή κάθε φωνή και κάθε πλάνη που δείχνει ότι το «τετέλεσται» δε φτάνει, ότι το τελειωμένο και ολοκληρωμένο Έργο που ο Χριστός έκανε πάνω στο σταυρό δεν επαρκεί για τη σωτηρία μας και ως εκ τούτου είναι ανάγκη κι εμείς να συμβάλουμε με δικές μας προσπάθειες, για να το αποτελειώσουμε και να έχει αποτέλεσμα μέσα στη ζωή μας. Αυτό πραγματικά αποτελεί πρόκληση προς το Θεό. Σ’ αυτές τις ανθρώπινες πλανεμένες αντιλήψεις, που είχαν καταλάβει τους  Χριστιανούς της Γαλατείας, ο Απ. Παύλος αντιστάθηκε με σθένος, όπως αυτό φαίνεται μέσα από την σχετική επιστολή του. Τους αποκάλεσε ανόητους (Γαλάτας Γ/3: 1) που είχαν τέτοιες αντιλήψεις και τους τόνισε ότι «αν η δικαίωσις γίνηται διά του νόμου, άρα ο Χριστός εις μάτην απέθανε» (Γαλάτας Β/2: 21). Κάθε δική μας προσπάθεια για τη σωτηρία μας ακυρώνει το Έργο του Σταυρού του Χριστού και μας απομακρύνει από τη σωτηρία. Ας προσέξουμε να μην προσπαθούμε με δικά μας έργα να τελειώσουμε το ήδη τελειωμένο και ολοκληρωμένο Έργο του Χριστού. ---

Δευτέρα 27 Μαρτίου 2017

Ο κόκκος του σίτου.


      Ευαγγέλιον "κατά Ιωάννην",  κεφ. ΙΒ/12,  εδάφ. 24. 

    «Αληθώς, αληθώς σας λέγω, Εάν ο κόκκος του σίτου δεν πέση εις την γην και αποθάνη, αυτός μόνος μένει εάν όμως αποθάνει, πολύν καρπόν φέρει».  

         ΣΧΌΛΙΑ :
       Βρισκόμαστε στην τελευταία εβδομάδα του Κυρίου Ιησού Χριστού πάνω στη γη μας. Μεγάλα γεγονότα έχουν συμβεί τις προηγούμενες μέρες με κύριο την ανάσταση του Λαζάρου από τους νεκρούς (Ιωάννης ΙA/11: 43). Λίγο μετά η Μαρία είχε λάβει μία λύτρα καθαρού και πολυτίμου νάρδου και το έχυσε πάνω στο κεφάλι του Κυρίου. Ο Ιούδας διαμαρτύρεται για την πράξη αυτή και υποκριτικά απορεί γιατί τούτο το μύρο δεν πουλήθηκε για τριακόσια δηνάρια με σκοπό να δοθούν τα χρήματα για τις ανάγκες των φτωχών. Ο Κύριος επεμβαίνει: «καλόν έργον έπραξε» (Μάρκος ΙΔ/14 : 6). 
     Καθώς τα νέα για την ανάσταση του Λαζάρου από τους νεκρούς εξαπλώνονται γρήγορα, ένα μεγάλο πλήθος από τους Ιουδαίους πήγαν στη Βηθανία για να δουν τον Κύριο, αλλά και τον αναστημένο Λάζαρο. Ο Κύριος αναχωρεί από τη Βηθανία καθήμενος πάνω σε ένα γαϊδουράκι σύμφωνα με τον Προφήτη Ζαχαρία, κεφ. Θ/9, εδ. 9, για να πάει στην Ιερουσαλήμ να γιορτάσει μαζί με τους μαθητές του τη μεγάλη γιορτή του Πάσχα. Στο δρόμο του πλήθη λαού κρατώντας τα βάια των φοινίκων έκραζαν: «Ωσαννά, ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου, ο βασιλεύς του Ισραήλ». (Ιωάννης ΙΒ/12: 13). Αυτή ήταν μια κραυγή που έβγαινε από τα χείλη και όχι από την καρδιά των ανθρώπων. 
      Καθώς ο Κύριος φτάνει στην Ιερουσαλήμ, ένα ιδιαίτερα φορτισμένο κλίμα έχει επικρατήσει. Το λαό έχει καταλάβει ένας πρόσκαιρος ενθουσιασμός. Οι αρχιερείς, οι Γραμματείς, οι Φαρισαίοι και ιδιαιτέρως οι Σαδουκαίοι, που δεν πίστευαν στην ανάσταση των νεκρών, κατέχονται από ένα πνεύμα καχυποψίας και μίσους κατά του Κυρίου. Ο αναστημένος Λάζαρος τους έχει γίνει πιο μισητός και από τον Κύριο, γιατί αυτός είναι η πλήρη απόδειξη της δύναμης του Κυρίου. Οι αργυραμοιβοί προσπαθούν με κάθε τρόπο να κερδοσκοπήσουν και για το σκοπό αυτό έχουν μετατρέψει χωρίς κανέναν δισταγμό «τον οίκον του Θεού εις οίκον εμπορίου". Μπορεί ο κόσμος να χαίρεται όμως ο Κύριος, καθώς παρατηρεί όλα αυτά, είναι πολύ λυπημένος, γιατί είναι ο μόνος που γνωρίζει πόσο μεγάλη θα είναι η καταστροφή και η ερήμωση που θα έρθει σε λίγα χρόνια για την Ιερουσαλήμ και το λαό της εξαιτίας της απιστίας και της σκληροκαρδίας τους.
       Ανάμεσα σ’ αυτούς που είχαν έρθει στην Ιερουσαλήμ, για να προσκυνήσουν στη γιορτή, ήταν και κάποιοι Έλληνες. Αυτοί ήταν εθνικοί προσήλυτοι στον Ιουδαϊσμό. Το γεγονός ότι ανέβηκαν να προσκυνήσουν στη γιορτή δείχνει ότι δεν ακολουθούσαν πλέον τη θρησκεία των προγόνων τους, αλλά είχαν αποδεχτεί τον αληθινό Θεό. Οι άνθρωποι αυτοί είναι μια εικόνα των εθνικών που άκουσαν το ευαγγέλιο και πίστεψαν σ’ αυτό την ώρα που οι Ιουδαίοι απέρριπταν τον Κύριο Ιησού. Πλησίασαν λοιπόν το Φίλιππο, ίσως γιατί είχε ελληνικό όνομα, και του είπαν: «θέλουμε να δούμε τον Ιησού». Ο Φίλιππος πήρε μαζί του και τον Αντρέα και μετέφεραν το αίτημα στον Κύριο. 
      Στον Κύριο έκανε μεγάλη εντύπωση η επιθυμία των Ελλήνων να Τον δουν και η απάντησή του προς τους μαθητές που είχαν μεσολαβήσει ήταν: «ήρθε η ώρα να δοξαστεί ο υιός του ανθρώπου». Δηλαδή ήρθε η ώρα να επεκταθεί η βασιλεία του Θεού πέρα από τους Ιουδαίους και στους εθνικούς.
      Στη συνέχεια ο Κύριος τους εξηγεί: «εάν ο κόκκος του σίτου δεν πέσει εις την γην και αποθάνει, αυτός μόνος μένει εάν όμως αποθάνει, πολύν καρπόν φέρει». Τούτη η σπουδαία διακήρυξη αποτελεί μια μεγάλη μαρτυρία για την ύπαρξη ζωής μετά θάνατον. Ο Θεός έφτιαξε τον άνθρωπο από το χώμα που πήρε από τη γη και «ενεφύσησεν εις τους μυκτήρας αυτού πνοήν ζωής, και έγεινεν ο άνθρωπος εις ψυχήν ζώσαν». (Γένεσις Β: 7). Ο Θεός έπλασε τον άνθρωπο για να ζει. Ο θάνατος μπήκε στη ζωή του ανθρώπου παρείσακτος εξαιτίας της αμαρτίας. Αν η ζωή δε συνεχιζόταν μετά το θάνατο του θνητού μας σώματος, τότε τα πράγματα θα ήταν πολύ απλά. Ο άνθρωπος θα ζούσε ένα χρονικό διάστημα, θα πέθαινε και όλα θα τελείωναν. Όμως ο Κύριος Ιησούς Χριστός επίμονα διακήρυξε κατά τη διακονία του πάνω στη γη, για αιώνια ζωή και για αιώνια βασιλεία. Η διακήρυξή Του ήταν: «ζητείτε πρώτον την βασιλείαν του Θεού και την δικαιοσύνην αυτού, και ταύτα πάντα θέλουσι σας προστεθή». (Ματθαίος Σ/6: 33 -- Λουκάς ΙΒ/12 : 31). 
      Ας παρατηρήσουμε μία ακόμα διακήρυξή Του, που φανερώνει τη ζωή μετά το σωματικό θάνατο, όπως μας την αναφέρει ο Ευαγγελιστής Λουκάς: «Εκεί θέλει είσθαι ο κλαυθμός και ο τριγμός των οδόντων, όταν ίδητε τον Αβραάμ και Ισαάκ και Ιακώβ και πάντας τους προφήτας εν τη βασιλεία του Θεού, εαυτούς δε εκβαλλομένους έξω. Και θέλουσιν ελθεί από ανατολών και δυσμών και από βορρά και νότου και θέλουσι καθίσει εν τη βασιλεία του Θεού» (Λουκάς ΙΓ/13: 28-29). Ο Κύριος πολλές φορές έλεγε: «Εγώ είμαι ο Θεός του Αβραάμ και ο Θεός του Ισαάκ και ο Θεός του Ιακώβ, δεν είναι ο Θεός, Θεός νεκρών, αλλά ζώντων». (Ματθαίος ΚΒ/22: 32). Ο Θεός δεν είναι Θεός νεκρών, αλλά ζωντανών. Όταν λέει ότι είναι Θεός του Αβραάμ, του Ισαάκ και του Ιακώβ δεν εννοεί ότι είναι Θεός νεκρών και προσώπων που κάποτε υπήρξαν και τώρα δεν υπάρχουν, αλλά ζωντανών ακόμα και μετά τον επίγειο θάνατό τους. Έτσι στην ιστορία του πλούσιου και του πτωχού Λαζάρου (Λουκάς ΙΣ/16: 19-31) βλέπουμε τον Αβραάμ να ακούει τα λόγια του πλουσίου και να του απαντάει ουσιαστικά ότι στην επίγεια ζωή του ο άνθρωπος πρέπει να προετοιμαστεί για την αιωνιότητα. 
       Παντού και πάντοτε ο Κύριος Ιησούς μιλάει για την ουράνια βασιλεία στην οποία θα μπουν μέσα όλοι εκείνοι που πίστεψαν σ’ Αυτόν και που πήραν στα σοβαρά το λόγο του Θεού και που φρόντισαν, όσο ήταν στην επίγεια ζωή τους, να πιστεύουν σ’ Αυτόν και να ακολουθούν τη διδαχή Του. 
       Ο Κύριος παρομοιάζει τον εαυτόν Του με το σπόρο του σιταριού. Αν δεν πέθαινε, θα έμενε μόνος στον ουρανό και θα απολάμβανε τη δόξα Του μέσα στην αγκαλιά του Πατέρα του. Αν όμως πεθάνει, θα προσφέρει "οδό σωτηρίας" για πολλούς. Δεν είχε έρθει στον κόσμο μας ο Κύριος για να υπηρετηθεί από τους ανθρώπους, αλλά για να υπηρετήσει τους ανθρώπους και να δώσει τη ζωή Του «λύτρον αντί πολλών». (Μάρκος Ι/10: 45). Οι άνθρωποι γύρω μας στη μεγάλη τους πλειοψηφία αγωνίζονται καθημερινά αποκλειστικά, για να εξασφαλίσουν την τροφή τους, την ένδυση, τη διασκέδαση και θεωρούν ότι αυτά είναι τα πιο σημαντικότερα πράγματα σε τούτη τη ζωή, ενώ παραμελούν την ψυχή τους που είναι αιώνια και ως εκ τούτου πολύ πιο σημαντική από το σώμα τους. Παραμελώντας την ψυχή τους και γενικά τη σχέση τους με το Θεό, χάνουν την αιώνια ζωή την οποία ο Θεός προσφέρει σε κάθε πιστό άνθρωπο «δωρεάν, κατά χάριν» (Εφεσίους Β : 8). 
     «εάν ο κόκκος τον σίτου δεν πέση εις την γην και αποθάνη, αυτός μόνος μένει εάν όμως αποθάνη, πολύν καρπόν φέρει». Ο κόκκος του σίτου είναι η εικόνα της ανθρώπινης ψυχής. Όπως ο κόκκος σίτου πέφτει στη γη για να πεθάνει, όπως φυτρώνει, μεγαλώνει και δίνει τον καρπό του, το ίδιο πράγμα συμβαίνει και με την ανθρώπινη ψυχή. Καθώς τον παρατηρούμε έναν κόκκο, βλέπουμε κάτι μικρό και φαινομενικά ασήμαντο. Όμως μέσα σ’ αυτό το μικρό σποράκι και σε κάθε σποράκι γύρω μας, ο Δημιουργός του σύμπαντος έχει βάλει ζωή. 
      Καθώς πέφτει μέσα στη γη εκ πρώτης όψεως φαίνεται ότι όλα να χάθηκαν. Θα ακολουθήσει η σήψη, η αποσύνθεση και όλα θα πάρουν το δρόμο τους μέσα στην παγκόσμια κυκλοφορία. Όμως τα πράγματα δεν εξελίσσονται έτσι. Καθώς ο μικρός κόκκος βρίσκεται μέσα στη γη λιωμένος και κατεστραμμένος μία δύναμη αρχίζει να ενεργοποιείται μέσα του. Σε λίγο μια μυτούλα θα σκάσει πάνω στο χώρα και λίγο αργότερα ένα νέο δένδρο θα βγει και θα φέρει πολύ καρπό. Ο άνθρωπος στο εργαστήριο μπορεί πολύ εύκολα να φτιάξει έναν κόκκο σίτου που αποτελείται από υδατάνθρακες (άμυλο), πρωτεΐνες, νερό, κυτταρίνη, σάκχαρα, λιπίδια κλπ, όμως δεν μπορεί να βάλει ζωή μέσα του και να το κάνει να βλαστήσει. Η ζωή ανήκει στο Θεό και είναι αυτό ένα προνόμιο που ο Θεός έχει κρατήσει αποκλειστικά για τον εαυτόν Του. 
      Βλέπουμε τον άνθρωπο, την κορωνίδα της κτίσεως του Θεού, να μπαίνει μέσα στον τάφο και πολλές φορές από άγνοια του λόγου του Θεού λέμε: «πάει, χάθηκαν όλα», ο τάφος είναι το τέλος. Ο λόγος του Θεού μιλάει για ανάσταση νεκρών και μας διαβεβαιώνει ότι τα πράγματα είναι τελείως διαφορετικά. 
35 Αλλά θέλει τις ειπεί: Πως ανασταίνονται οι νεκροί; και με ποίον σώμα έρχονται; 
36 Άφρον, εκείνο το οποίον συ σπείρεις, δεν ζωογονείται εάν δεν αποθάνη 
37 και εκείνο το οποίον σπείρεις, δεν σπείρεις το σώμα το οποίον μέλλει να γείνη, αλλά γυμνόν κόκκον, σίτου τυχόν ή τινός των λοιπών. 
38 Ο δε Θεός δίδει εις αυτό σώμα καθώς ηθέλησε, και εις έκαστον των σπερμάτων το ιδιαίτερον αυτού σώμα. 
39 Πάσα σαρξ δεν είναι η αυτή σαρξ, αλλά άλλη μεν σαρξ των ανθρώπων, άλλη δε σαρξ των κτηνών, άλλη δε των ιχθύων και άλλη των πτηνών. 
40 Είναι και σώματα επουράνια και σώματα επίγεια πλην άλλη μεν η δόξα των επουρανίων, άλλη δε η των επιγείων. 
41 Άλλη δόξα είναι του ηλίου, και άλλη δόξα της σελήνης, και άλλη δόξα των αστέρων διότι αστήρ διαφέρει αστέρος κατά την δόξαν. 
42 Ούτω και η ανάστασις των νεκρών. Σπείρεται εν φθορά, ανίσταται εν αφθαρσία 
43 σπείρεται εν ατιμία, ανίσταται εν δόξη σπείρεται εν ασθενεία, ανίσταται εν δυνάμει 
44 σπείρεται σώμα ζωϊκόν, ανίσταται σώμα πνευματικόν. Είναι σώμα ζωϊκόν, και είναι σώμα πνευματικόν. 
    Ο κόκκος του σίτου που πέφτει στη γη σαπίζει, αλλά δε χάνεται, μας δίνει τη δύναμη να κοιτάξουμε πέρα από τα βλεπόμενα, να ατενίσουμε σε μια άλλη ζωή τελείως διαφορετική από αυτή που ζούμε, μια ζωή την οποία έχει υποσχεθεί ο Θεός σε κάθε δικό Του παιδί και στην οποία νέα ζωή . (Αποκάλυψη ΚΑ/21: 4). Ο ίδιος ο Κύριος αναφέρει: «θα εξαλείψει ο Θεός παν δάκρυον από των οφθαλμών αυτών και ο θάνατος δεν θέλει υπάρχει πλέον, ούτε πένθος ούτε κραυγή ούτε πόνος δεν θέλουσιν υπάρχει πλέον διότι τα πρώτα παρήλθον». Διακήρυξε: «Εγώ είμαι ο άρτος της ζωής» (Ιωάννης Σ/6: 48). Όμως τι μεγάλη και τραγική αντίφαση: Ο άρτος της ζωής από τον οποίο θα πρέπει να φάει κάθε άνθρωπος για να ζήσει αιώνια, ήρθε ανάμεσα στο λαό Του, ήρθε στους δικούς Του και οι δικοί Του δεν Τον δέχτηκαν. Ο λόγος του Θεού μας αναφέρει: 
11 Εις τα ίδια ήλθε, και οι ίδιοι δεν εδέχθησαν αυτόν. 
12 Όσοι δε εδέχθησαν αυτόν, εις αυτούς έδωκεν εξουσίαν να γείνωσι τέκνα Θεού, εις τους πιστεύοντας εις το όνομα αυτού 
13 οίτινες ουχί εξ αιμάτων ουδέ εκ θελήματος σαρκός ουδέ εκ θελήματος ανδρός, αλλ' εκ Θεού εγεννήθησαν. (Ιωάννης Α : 11 – 13). 
    Ο «άρτος της ζωής» ο καταβάς εκ του ουρανού είναι ο Ιησούς Χριστός. Όσο κι αν φαίνεται παράξενο στη λογική του φυσικού ανθρώπου, ο θάνατος του Χριστού, ο Σταυρός του Ιησού Χριστού, είναι πηγή ζωής, μιας άλλης ζωής, της ζωής που έζησε ο Χριστός και που τη μεταδίδει σε κάθε πιστό άνθρωπο δια του Αγίου Πνεύματος. 
14 Επειδή η αγάπη του Χριστού συσφίγγει ημάς, διότι κρίνομεν τούτο, ότι εάν εις απέθανεν υπέρ πάντων, άρα οι πάντες απέθανον 
15 και απέθανεν υπέρ πάντων, διά να μη ζώσι πλέον δι' εαυτούς οι ζώντες, αλλά διά τον αποθανόντα και αναστάντα υπέρ αυτών. (Β΄ Κορινθίους Ε/5: 14,15). 
      Όλες οι υποσχέσεις του Θεού κληρονομούνται «διά πίστεως» και μόνο μέσα από την πίστη μας δίνεται η δύναμη να μπορούμε να πεθάνουμε για τις αμαρτωλές μας επιθυμίες, για το δικό μας θέλημα και να ταυτιστούμε με το θέλημα του Θεού. Ο ίδιος ο Χριστός ήρθε στον κόσμο για να πεθάνει και με το θάνατό Του να μας εξαγοράσει από τον αιώνιο θάνατο. Εκείνο που μένει σε μας είναι να ακολουθούμε το Χριστό, χωρίς να ζούμε για τον εαυτόν μας, αλλά να ζούμε για εκείνον που πέθανε και αναστήθηκε για μας. Μέσα απ’ αυτό το θάνατο ο Κύριος μας υπόσχεται αιώνια ζωή και καρπό πολύ στην πνευματική μας ζωή για τη δόξα Του. Αν ταυτιστούμε με το Χριστό, «αν έχουμε γίνει σύμφυτοι μαζί Του ως προς την ομοιότητα του θανάτου του, κατά συνέπεια θα είμαστε και ως προς την ομοιότητα της ανάστασης». (Ρωμαίους Σ/6: 5). 
     Ο Χριστός δε μας καλεί να προσφέρουμε τη ζωή μας σε μια θυσία που θα οδηγήσει στο φυσικό θάνατο, μας καλεί να κάνουμε κάτι μεγαλύτερο και δυσκολότερο. Η ζωή μας να είναι μια "ζωντανή θυσία" (Ρωμαίους ΙΒ/12: 1), που θα φανερώνει Αυτόν και τη δύναμή Του. Θέλει, ενώ ζούμε τη φυσική μας ζωή, να αποχωριστούμε κάθε τι γήινο, εφήμερο, προσωρινό και να ζήσουμε τη δική Του ζωή δια της πίστεως. Ο Χριστός θέλει να ζούμε μέσα σ’ αυτόν τον κόσμο, αλλά να μην ταυτιζόμαστε με αυτόν τον κόσμο. Θέλει να ζούμε και να προχωρούμε όπως το υποβρύχιο μέσα στη θάλασσα που, ενώ βρίσκεται μέσα στο νερό, ούτε σταγόνα νερού δε μπαίνει μέσα σ’ αυτό. 
      Η αποστροφή μας ως προς το φρόνημα του κόσμου, το οποίο παρέρχεται και η ταύτισή μας με το θέλημα του Θεού μας εξασφαλίζει αιώνια ζωή. «ο κόσμος παρέρχεται και η επιθυμία αυτού όστις όμως πράττει το θέλημα του Θεού μένει εις τον αιώνα». (Α΄ Ιωάννου Β/2: 17). Η ταύτισή μας με το θάνατο του Χριστού θα μας καταστήσει πάνω από νικητές. Ο λόγος του Θεού αναφέρει: «εις πάντα ταύτα υπερνικώμεν διά του αγαπήσαντος ημάς». (Ρωμαίους Η/8: 37). Μόνον έτσι θα νικήσουμε τον εχθρό και τις μεθοδίες του. (Α΄ Ιωάννου Β/2: 13) γιατί «μεγαλύτερος είναι αυτός που είναι μέσα σε σας, παρά αυτός που είναι μέσα στον κόσμο». (Α΄ Ιωάννου Δ/4: 4). Θα νικήσουμε, διότι πιστέψαμε στον Ιησού Χριστό. «και ποιος είναι εκείνος που νικάει τον κόσμο, παρά αυτός που πιστεύει ότι ο Ιησούς είναι ο Υιός τού Θεού». (Α΄ Ιωάννου Ε/5: 5). Σ' εκείνον που δια της πίστεως θα βγει νικητής ο Χριστός θα δώσει «να φάει από του μάννα του κεκρυμμένου, και θέλω δώσει εις αυτόν ψήφον λευκήν, και επί την ψήφον όνομα νέον γεγραμμένον, το οποίον ουδείς γνωρίζει ειμή ο λαμβάνων». (Αποκάλυψις Β/2: 17). 
--«Ο νικών, ούτος θέλει ενδυθή ιμάτια λευκά, και δεν θέλω εξαλείψει το όνομα αυτού εκ του βιβλίου της ζωής, και θέλω ομολογήσει το όνομα αυτού ενώπιον του Πατρός μου και ενώπιον των αγγέλων αυτού». (Αποκάλυψις Γ/3: 5). 
--«Όστις νικά, θέλω κάμει αυτόν στύλον εν τω ναώ του Θεού μου, και δεν θέλει εξέλθει πλέον έξω, και θέλω γράψει επ' αυτόν το όνομα του Θεού μου και το όνομα της πόλεως του Θεού μου, της νέας Ιερουσαλήμ, ήτις καταβαίνει εκ του ουρανού από του Θεού μου, και το όνομά μου το νέον». (Αποκάλυψις Γ/3: 12). 
--«οστις νικά, θέλω δώσει εις αυτόν να καθήση μετ' εμού εν τω θρόνω μου, καθώς και εγώ ενίκησα και εκάθησα μετά του Πατρός μου εν τω θρόνω αυτού». (Αποκάλυψις Γ/3: 21). 
--«Ο νικών θέλει κληρονομήσει τα πάντα, και θέλω είσθαι εις αυτόν Θεός και αυτός θέλει είσθαι εις εμέ υιός». (Αποκάλυψις ΚΑ/21 : 7). 
       Νικητής στον ουρανό θα είναι εκείνος που θα απαρνηθεί τον εαυτόν του, που θα πεθάνει ως προς το εγώ του, θα σηκώσει το σταυρό του και θα ακολουθήσει τον Ιησού Χριστό. «εάν υπομένωμεν, θέλομεν και συμβασιλεύσει, εάν αρνώμεθα αυτόν, και εκείνος θέλει αρνηθή ημάς» (Β΄ Τιμοθέου Β/2: 12). Κάθε στιγμή θα πρέπει να θυμόμαστε τα λόγια του Απ. Παύλου προς τους χριστιανούς των Φιλίππων, κεφ. Γ, εδ. 20, 21: «Διότι το πολίτευμα ημών είναι εν ουρανοίς, οπόθεν και προσμένομεν Σωτήρα τον Κύριον Ιησούν Χριστόν, όστις θέλει μετασχηματίσει το σώμα της ταπεινώσεως ημών, ώστε να γίνει σύμμορφον με το σώμα της δόξης αυτού κατά την ενέργειαν, διά της οποίας δύναται και να υποτάξη τα πάντα εις εαυτόν». Ο ίδιος ο Κύριος μας διαβεβαιώνει: «Ο νικών θέλει κληρονομήσει τα πάντα, και θέλω είσθαι εις αυτόν Θεός και αυτός θέλει είσθαι εις εμέ υιός» (Αποκάλυψις ΚΑ/21: 7). Αυτός ο λόγος αποτελεί, επίσης, μια υπόσχεση και εγγύηση της αναστάσεως όλων των αληθινών χριστιανών. (Ρωμαίους Η/8:11 -- Α΄ Κορινθίους -- Σ/6:14 -- Φιλιππησίους Γ/3:21 -- Α΄ Ιωάννου Γ/3:2). 
     Ο ίδιος ο Χριστός  έγινε για μας ένας κόκκος σίτου. Η αγάπη Του για τη σωτηρία των ανθρώπων Τον έριξε στη γη κατά τη Μεγάλη Παρασκευή.  Τούτος ο κόκκος του σίτου την Κυριακή του Πάσχα διέρρηξε το έδαφος  και ξανά βγήκε στην επιφάνεια με την ένδοξη Ανάστασή Του από τους νεκρούς. Λίγες μέρες αργότερα  αναλήφθηκε στον ουρανό και από εκεί γεμάτος με πλούσιο καρπό, μυριάδες κόκκους έκλεινε προς τη γη κατά την ημέρα της Πεντηκοστής και διασκόρπισε τα σπέρματα από τα οποία γεννήθηκε η εκκλησία Του.
      Τώρα πλέον όλα εξαρτώνται από εμάς, από τη δική μας θέληση. Θα δώσουμε λόγο για τη ζωή και το έργο μας, για τις επιλογές που κάναμε μέσα στην ελευθερία που ο ίδιος ο Θεός μας χάρισε. Το ζώο δεν είναι ελεύθερο και γι’ αυτό δε θα δώσει λόγο για τη ζωή του. Απ’ όλα αυτά εύλογα βγαίνει το συμπέρασμα ότι η ευθύνη του ανθρώπου είναι πολύ μεγάλη! Όλα τα λόγια του Ιησού Χριστού, καθώς και εκείνα των προφητών και των αποστόλων έχουν θέσει σ’ εμάς την ευθύνη της σωτηρίας μας και της πνευματικής μας προόδου! Δική μας ευθύνη είναι να ζήσουμε μέσα από μία μετάνοια τέλεια και ειλικρινή και σε μια πλήρη υπακοή και εμπιστοσύνη στο πρόσωπό Του! (Λουκάς ΚΔ/24: 47). Ο Θεός είναι Εκείνος που δίδει τη «μετάνοιαν εις ζωήν» (Πράξεις ΙΑ/11: 18) και τη δύναμη για υπακοή με την προϋπόθεση ότι εμείς Tου έχουμε δώσει την καρδιά μας (τη θέλησή μας). Είναι σαν να μας λέγει ο Κύριος: Εμπιστευθείτε με, για να μπορέσω να σας ευλογήσω! Λύστε μου τα χέρια, για να μπορέσω να σας βοηθήσω! Η δε ευθύνη που έχουμε δεν περιορίζεται μόνον στους εαυτούς μας, αλλά επίσης στη σωτηρία και άλλων δια της προσωπικής μας μαρτυρίας και συμπεριφοράς. 
      Ο Απ. Πέτρος στην πρώτη επιστολή του, κεφ. Α, εδάφ. 23, αναφέρει: «ανεγεννήθητε ουχί εκ φθαρτού σπέρματος, αλλά αφθάρτου, διά του λόγου του Θεού του ζώντος και μένοντος εις τον αιώνα. γνωστό ότι αναγεννηθήκαμε όχι από φθαρτό σπέρμα, αλλά από άφθαρτο, διαμέσου του λόγου του ζωντανού Θεού». Γι’ αυτό η πατρίδα μας, καταγωγή και προορισμός μας δεν είναι η γη αλλά ο ουρανός. Μέσα στο σπέρμα, όπως γνωρίζουμε από τη γενετική, υπάρχουν όλα όσα θα αναπτυχθούν στο φυτό ή τον άνθρωπο, μέσα στις γονιδιακές καταβολές. Μέσα στο γονιμοποιημένο ωάριο υπάρχει όλος ο άνθρωπος ανεπτυγμένος με όλα του τα στοιχεία και τις κληρονομικές του προικοδοτήσεις από το χρώμα και το σχήμα των ματιών μέχρι την ελιά της γιαγιάς στο μάγουλο. Η ζωή, που με την αναγέννηση διοχέτευσε μέσα μας ο Κύριος δια του Αγίου Πνεύματος και που εμείς τη δεχτήκαμε, την αγκαλιάσαμε και ταυτίσαμε τον εαυτό μας μ’ αυτή, από την ώρα εκείνη άρχισε η ανάπτυξη, που ολοκληρώνεται με την καρποφορία. Οι δικές μας προσπάθειες, όσο καλοπροαίρετες και αν είναι, στερούνται ζωής, είναι από τα γήινα και ανθρώπινα στοιχεία, που δεν αποδίδουν τίποτα το πραγματικό και ουσιαστικό, που να έχει τα χαρακτηριστικά του Ιησού Χριστού.---

Παρασκευή 24 Φεβρουαρίου 2017

Η ΑΙΜΟΡΡΟΟΥΣΑ.

      Ευαγγέλιον «κατά ΛΟΥΚΑΝ»,  κεφ. Η/8, εδάφ.  40 – 48.
 
40 Και όταν ο Ιησούς επέστρεψε, τον υποδέχθηκε το πλήθος επειδή, όλοι βρίσκονταν εκεί περιμένοντας αυτόν. 
41 Και ξάφνου, ήρθε ένας άνθρωπος, με το όνομα Ιάειρος, που ήταν άρχοντας της συναγωγής, και πέφτοντας στα πόδια τού Ιησού, τον παρακαλούσε να μπει μέσα στο σπίτι του 
42 επειδή, είχε μια μονογενή θυγατέρα, περίπου δώδεκα χρόνων, κι αυτή πέθαινε. Και ενώ πορευόταν, τα πλήθη τον συμπίεζαν. 
43 Και μια γυναίκα, που για δώδεκα χρόνια είχε αιμορραγία, η οποία δαπάνησε σε γιατρούς ολόκληρη την περιουσία της, δεν μπόρεσε να θεραπευθεί από κανέναν, 
44 καθώς πλησίασε από πίσω, άγγιξε την άκρη τού ιματίου του κι αμέσως σταμάτησε η αιμορραγία της. 
45 Και ο Ιησούς είπε: Ποιος με άγγιξε; Και ενώ όλοι αρνούνταν, είπε ο Πέτρος, και εκείνοι που ήσαν μαζί του: Κύριε, τα πλήθη σε συμπιέζουν, και σε συνθλίβουν, και λες: Ποιος με άγγιξε; 
46 Και ο Ιησούς είπε: Κάποιος με άγγιξε επειδή, εγώ κατάλαβα ότι δύναμη βγήκε από μένα. 
47 Και η γυναίκα, όταν είδε ότι δεν κρύφτηκε, ήρθε τρέμοντας, και πέφτοντας μπροστά του, ανήγγειλε σ' αυτόν μπροστά σε ολόκληρο τον λαό για ποια αιτία τον άγγιξε, και ότι αμέσως γιατρεύτηκε. 
48 Και εκείνος τής είπε: Θυγατέρα μου, έχε θάρρος, η πίστη σου σε έσωσε πήγαινε σε ειρήνη. 

 Το περιστατικό αναφέρεται και στο Ευαγγέλιο «κατά Ματθαίον» (κεφ. Θ/9, εδαφ. 18-26) και στο «κατά Μάρκον» (κεφ. Ε/5, εδάφ. 22 – 34). 

        ΣΧΟΛΙΑ : 
       Μια μοναδική ιστορία που καθώς τη μελετά την κάποιος διαπιστώνει τη διαφορετικότητα αυτής της πίστης και αντιλαμβάνεται πόσο ελλιπείς είμαστε εμείς πολλές φορές στην πίστη μας και γενικότερα στη σχέση μας με το Θεό. Προσωπικά αισθάνομαι να με χωρίζει μια μεγάλη απόσταση από την πίστη τούτης της γυναίκας. Η πίστη του Δαβίδ είναι αναμφισβήτητα μεγάλη, καθώς βαδίζει εναντίον του σιδερόφραχτου Γολιάθ «στο Όνομα του Κυρίου των δυνάμεων» με πέντε λίθους και μία σφεντόνα (Α΄ Σαμουήλ, κεφ. ΙΖ/17). Η πίστη της Χαναναίας (Ματθαίος ΙΕ/15: 22-28), είναι ιδιαίτερα συγκινητική, καθώς έχει έντονα τα στοιχεία της υπομονής και της επιμονής. Η πίστη του Βαρτίμαιου (Μάρκος Ι/10: 46), είναι και αυτή πολύ συγκινητική, όμως η πίστη τούτης της γυναίκας είναι διαφορετική. Αυτή η πίστη είναι που δίνει τη βεβαιότητα σε τούτη τη γυναίκα ότι, αν πλησιάσει τον Κύριο και αγγίξει το ένδυμά του, θα λάβει δύναμη απ’ Αυτόν και θα γίνει καλά. Αυτή η πίστη πραγματικά δεν έχει προηγούμενο. 
      Τι να πει κανείς για τούτη τη γυναίκα; Πώς να τη χαρακτηρίσει; Νομίζω ότι ο αιώνιος Λόγος του Θεού τα λέει όλα και μας δίνει την πλήρη περιγραφή της: «Και γυνή τις, έχουσα ρύσιν αίματος δώδεκα έτη και πολλά παθούσα, υπό πολλών ιατρών και δαπανήσασα πάσαν την περιουσίαν αυτής και μηδέν ωφεληθείσα, αλλά μάλλον εις το χείρον ελθούσα». 
     Μέσα σε τούτες τις λίγες λέξεις περιγράφεται το δράμα μιας δυστυχισμένης ανθρώπινης ύπαρξης. Όμως θα μπορούμε να πούμε ότι σε τούτα τα λόγια περιγράφεται και το δράμα ολόκληρης της ανθρωπότητας, μιας ανθρωπότητας που αιμορραγεί και βρίσκεται στο πλήρες αδιέξοδο, σε μεγάλη απόγνωση, λίγο πριν το θάνατο. Μια ανθρωπότητα που τα δοκίμασε όλα, αλλά τίποτα δεν απέδωσε. Με κανένα τρόπο δεν μπόρεσε να σταματήσει τη «ρύση του αίματος», με αποτέλεσμα μετά από τόσα χρόνια αγώνων, πολιτισμού, ανάπτυξης, να βρίσκεται στην κυριολεξία στο χείλος του γκρεμού. Αν ρίξουμε μια ματιά στον παγκόσμιο χάρτη, θα δούμε ότι υπάρχει μεγάλη αιμορραγία πάνω στη γη μας, μεγάλη ρύση ανθρώπινου αίματος. Ας παρατηρήσουμε τα γεγονότα που συμβαίνουν στη Συρία, το Ιράκ, το Αφγανιστάν, την Αφρική, την Ασία, ας παρατηρήσουμε την τρέλα των εξοπλισμών και τις τεράστιες δαπάνες που διατίθενται γι’ αυτές. Όπου δεν υπάρχει πόλεμος, υπάρχει η ισορροπία του τρόμου. Παντού και πάντοτε βρίσκεται ο εφιάλτης του πυρηνικού ολέθρου. Κάθε ώρα, κάθε στιγμή το αίμα αθώων ρέει άφθονο. Βλέπουμε στις τηλεοράσεις και διαβάζουμε καθημερινά στον τύπο για μια απελπισμένη ανθρωπότητα. Συσκέψεις επί συσκέψεων, συμφωνίες ειρήνης, συνεργασίας, όλοι οι σοφοί του αιώνος τούτου προσπαθούν, υποδεικνύουν λύσεις και μέτρα, αλλά το αποτέλεσμα: «μηδέν». 
      Ο λόγος του Θεού αναφέρει ότι αυτή η γυναίκα δαπάνησε όλη την περιουσία της στους γιατρούς, αλλά δε μπόρεσε να θεραπευτεί. Μπορεί να είναι φτωχή, να έχει σοβαρό πρόβλημα υγείας, αλλά όμως τη διακρίνει ένα αγωνιστικό πνεύμα, προσπαθεί, εκζητεί, δεν απελπίζεται, δε μοιρολατρεί, δε λέει: «γιατί σε μένα… κλπ». δεν αφήνει τη ζωή να φύγει εύκολα από τα χέρια της. Η ιατρική επιστήμη της εποχής της δε στάθηκε ικανή να τη θεραπεύσει και αντί για καλύτερα μέρα με την ημέρα η κατάστασή της γινόταν όλο και χειρότερη. 
     Καθώς εκζητούσε τη λύση, μια ευλογημένη μέρα μέσα στη ζωή της άκουσε για τον Ιησού Χριστό, άκουσε για τη δύναμή Του, άκουσε ότι «τυφλοί αναβλέπουσι, χωλοί περιπατούσι, λεπροί καθαρίζονται, κωφοί ακούουσι, νεκροί εγείρονται, πτωχοί ευαγγελίζονται». (Λουκάς Ζ/7: 22). Καθώς άκουσε όλα αυτά, πίστεψε ότι ο Χριστός μπορεί να τη θεραπεύσει. Ο λόγος του Θεού μας λέει ότι: «η πίστις είναι εξ ακοής, η δε ακοή διά του λόγου του Θεού» (Ρωμαίους Ι/10: 17). 
    Κάποτε είχε την ελπίδα της στους ανθρώπους, πίστευε ότι θα γιατρευόταν, όμως με το χρόνο διαψεύστηκε. Πολλές φορές πάνω στον κόσμο φάνηκε να υπάρχει ελπίδα λύτρωσης, ειρήνης, συνεργασίας των λαών, ειρηνικής συνύπαρξης κλπ. Καθώς τελείωσε ο Α΄ παγκόσμιος πόλεμος, ένα “γιατί;;;” πλημμύρισε το στόμα όλων των ανθρώπων. Γιατί να χαθούν 20 εκατομμύρια ψυχές; Τώρα ας προχωρήσουμε μπροστά για μια παγκόσμια ειρήνη και συνεργασία. Δεν πέρασαν παρά μόνον 20 χρόνια και ένα μεγαλύτερο κακό ξέσπασε πάνω στον κόσμο, ο Β΄ παγκόσμιος πόλεμος με 40 εκατομμύρια νεκρούς. Μετά απ’ αυτά η κατάσταση χειροτέρεψε. Ήρθαν τα πυρηνικά, η ισορροπία του τρόμου. Πλέον ο τρόμος και ο φόβος βασιλεύουν παντού. 
    Τούτη η γυναίκα, καθώς έχει φτάσει στο έσχατο σημείο, καθώς όλοι την γέλασαν και την εκμεταλλεύτηκαν σκληρά, τούτη η απελπισμένη και βαθιά πονεμένη ψυχή, καθώς άκουσε για το Χριστό, δεν άφησε την ευκαιρία να πάει χαμένη. Αλήθεια πόσοι άνθρωποι γύρω μας ακούν καθημερινά για το Χριστό, για τη σωτηρία που ΜΟΝΟΝ Αυτός προσφέρει (Πράξεις Δ/4: 12) «δωρεάν κατά χάριν» (Εφεσίους Β/2: 8) και παρ’ όλα αυτά μένουν αδιάφοροι; Πόσες φορές ο Κύριος διαβαίνει από μπροστά τους, όμως δεν έχουν την πίστη να αρπαχτούν απ’ Αυτόν και να σωθούν αιωνίως. Μια ολόκληρη ανθρωπότητα, καθώς χάνεται μέσα στην ανταρσία, την αμαρτία και την αποστασία της, δεν επιλέγει το δρόμο της επιστροφής της στο Χριστό, για να θεραπευτεί από τις μάστιγές της. Δεν κάνει εκείνο το οποίο έκαναν οι κάτοικοι της Νινευή που εντυπωσίασαν τόσο πολύ το Θεό, που Τον έκαναν να αλλάξει γνώμη. Πόσο χαρακτηριστικά το αναφέρει ο αιώνιος λόγος του Θεού: «Και είδεν ο Θεός τα έργα αυτών, ότι επέστρεψαν από της οδού αυτών της πονηράς και μετεμελήθη ο Θεός περί του κακού, το οποίον είπε να κάμη εις αυτούς και δεν έκαμεν αυτό» (Ιωνάς Γ/3: 10). 
      Υπάρχει ελπίδα, υπάρχει λύση, μπορεί να σταματήσει η ρύση του αίματος στον άνθρωπο και στην ανθρωπότητα γενικότερα. Τούτη η λύση περνάει μέσα από την ειλικρινή μετάνοια και την πίστη στη δύναμη του Θεού. Καθώς άκουσε για το Χριστό η γυναίκα αυτή, σε αντίθεση με τους πολλούς, δεν άφησε την ευκαιρία να πάει χαμένη και αποφάσισε να έρθει κοντά Του. Όταν ένας άνθρωπος λάβει μια τέτοια σοβαρή απόφαση μέσα στη ζωή του, το πρώτο μεγάλο εμπόδιο που θα συναντήσει στην προσπάθειά του να ακουμπήσει το Χριστό είναι ο κόσμος και το φρόνημα αυτού. 
      Ο Ζακχαίος ήθελε να γνωρίσει το Χριστό, όμως ήταν κοντός στο ανάστημα και τον εμπόδιζε ο κόσμος και έτσι αναγκάστηκε να ανέβει πάνω σε μια συκομουριά (Λουκάς ΙΘ/19: 4). Όλοι μπροστά στη δύναμη του κόσμου είμαστε κοντοί, είμαστε μικροί, είμαστε αδύναμοι, όμως για εκείνον που θέλει να γνωρίσει το Χριστό πάντα υπάρχει λύση και πάνω απ’ όλα υπάρχει η υπόσχεση του Κυρίου: «τα αδύνατα παρά ανθρώποις είναι δυνατά παρά τω Θεώ» (Λουκάς ΙΗ/18: 27). 
    Τέσσερις άνθρωποι προσπαθούν να φέρουν έναν παραλυτικό μπροστά στον Κύριο, για να τον θεραπεύσει. «και μη δυνάμενοι να πλησιάσωσιν εις αυτόν εξ αιτίας του όχλου, εχάλασαν την στέγην όπου ήτο, και διατρυπήσαντες καταβιβάζουσι τον κράββατον, εφ' ου κατέκειτο ο παραλυτικός» (Μάρκος Β/2: 4). Και εδώ ο κόσμος είναι ένα μεγάλο εμπόδιο, όμως πάντα υπάρχει λύση. «Διότι πας ο αιτών λαμβάνει, και ο ζητών ευρίσκει, και εις τον κρούοντα θέλει ανοιχθή» (Λουκάς ΙΑ/11: 10). 
     Η γυναίκα της ιστορίας μας δεν άφησε τα πλήθη να την εμποδίσουν, για να έρθει κοντά και να ακουμπήσει το Χριστό. Είχε βαθιά πίστη ότι, αν άγγιζε την άκρη του ιματίου Του, θα θεραπευόταν. Έτσι λοιπόν ήρθε κρυφά, μπήκε ανάμεσα στον όχλο, έσπρωξε, αγωνίστηκε, πλησίασε από πίσω τον Ιησού και άγγιξε το ρούχο Του με τη βεβαιότητα ότι θα γίνει καλά και ότι θα απαλλαγεί από την αρρώστια της. Ίσως εδώ αρχίσει μια ακατάσχετη φιλολογία. Γιατί να έρθει κρυφά; Γιατί τόσο δειλά; Μήπως δεν είχε εκτιμήσει σωστά την καλοσύνη του Κυρίου; Δε γνώριζε ότι ο ίδιος ο Κύριος ήταν Εκείνος που καλούσε όλους τους κουρασμένους και φορτωμένους να έρθουν κοντά Του, για να τους αναπαύσει; (Ματθαίος ΙΑ/11: 28). Ας μη μείνουμε σ’ αυτά, γιατί κινδυνεύουμε να κάνουμε το ίδιο λάθος που έκαναν και οι μαθητές στην περίπτωση του «εκ γενετούς τυφλού» (Ιωάννης Θ/9: 2), δηλαδή να μην αγγίξουμε το πρόβλημα, αλλά να το αποφύγουμε με διάφορα ανούσια σχόλια. 
     Το θέμα δεν είναι πώς θα πλησιάσεις τον Κύριο. Είναι βέβαιο ότι όπως κι αν είσαι, σε όποια κατάσταση απελπισίας και αν βρίσκεσαι ο Κύριος θα σε δεχτεί, αν τον πλησιάσεις με ταπείνωση και με ειλικρινή εκζήτηση. Θα δεχτεί την ψυχή με τον ίδιο τρόπο, με την ίδια χαρά, με τον ίδιο πόθο, που δέχτηκε ο Πατέρας εκείνον το νέο που, αφού έζησε «ασώτως», επέστρεφε βρώμικος και ταλαιπωρημένος από τα γουρούνια της αμαρτίας (Λουκάς ΙΕ/15: 11-32). 
     Ο τρόπος με τον οποίον η γυναίκα τούτη διεκδίκησε τη σωτηρία της είναι πραγματικά θαυμαστός. Δεν πήγε στους μαθητές του Κυρίου, όπως έκανε ο πατέρας του δαιμονιζόμενου. (Μάρκος Θ/9: 17-29). Δεν έστειλε προς τον Κύριο μεσίτες, όπως έκανε ο εκατόνταρχος (Λουκάς Ζ/7: 1-10). Δεν πήγε ούτε καν μπροστά στο Χριστό, να πέσει στα πόδια Του, να τον παρακαλέσει, τίποτα απ’ όλα αυτά. Μόνη της κατέστρωσε ένα δικό της σχέδιο το οποίο απέδωσε και απέδωσε, γιατί στηριζόταν σε αληθινή πίστη. Πίστεψε ότι ο Χριστός δε θα την απογοητεύσει, όπως επί τόσα χρόνια έκαναν οι άνθρωποι. Άλλωστε ποιόν απογοήτευσε ο Κύριος; Σε ποιον υποσχέθηκε κάτι και δεν το έκανε; Ποιος έκραξε προς Αυτόν και δεν απάντησε και μάλιστα στον κατάλληλο χρόνο; 
      Πώς να τον πλησιάσει μια φτωχή, μια άσημη, μια δυστυχισμένη γυναίκα τον Κύριο μέσα σε έναν τόσο μεγάλο συνωστισμό την ώρα μάλιστα που Αυτός συζητεί με τον αρχισυνάγωγο της πόλης, τον Ιάειρο, ο οποίος ζητά από τον Κύριο να θεραπεύσει την δωδεκάχρονη κόρη του, που «πνέει τα λοίσθια» (Μάρκος Ε/5: 23). Όμως για το Χριστό δεν υπάρχουν διακρίσεις. Κοντά στο Χριστό υπάρχει θέση ασφαλώς για τον Ιάειρο, όμως υπάρχει θέση και για τούτη τη φτωχή και ταλαίπωρη γυναίκα. Κανένα δεν καταφρονεί ο Κύριος. Ο Απ. Παύλος, καθώς νουθετεί στην πίστη τον Τιμόθεο, του τονίζει ότι "ο Θεός θέλει να σωθώσι πάντες οι άνθρωποι και να έλθωσιν εις επίγνωσιν της αληθείας» (Α΄ Τιμοθέου Β/2: 4). Ευχαριστούμε το Θεό γι’ αυτό το «πάντες», καθώς ο Θεός δεν είναι προσωπολήπτης. (Πράξεις Αποστόλων Ι/10: 34). 
      Ο πόθος της γυναίκας αυτής να συναντήσει το Χριστό ήταν μεγάλος και εκείνο που τον έκανε πιο μεγάλο ήταν η ατέρμονη ταλαιπωρία της. Ύστερα από δώδεκα χρόνια προσπαθειών, ύστερα από τη διασπάθιση όλων των χρημάτων και των περιουσιακών της στοιχείων βρίσκεται ακριβώς εκεί που ξεκίνησε. Φαντάζομαι τις σκέψεις που θα κυριαρχούσαν μέσα στο μυαλό της καθώς οι άνθρωποι την είχαν γελάσει και απογοητεύσει, αλλά και τις εισηγήσεις του εχθρού ψιθυριστά στο αυτί: “δε γίνεται τίποτα, είσαι χαμένη, δεν υπάρχει λύση… κλπ”. Τούτη η γυναίκα στην κατάσταση που βρισκόταν μια σκέψη της πέρασε από το μυαλό: “Αν πάω κοντά στο Χριστό και αγγίξω το ρούχο Του, είμαι σίγουρη ότι θα γίνω καλά”, Αυτός, σε αντίθεση με τους ανθρώπους δε γέλασε, δεν απογοήτευσε, δεν αδιαφόρησε ποτέ για κανέναν. 
     Ας προσέξουμε όμως μία ακόμα ιδιαίτερα σημαντική λεπτομέρεια. Ενώ η γυναίκα έκανε όλες αυτές τις σκέψεις, δεν έμεινε με τις σκέψεις της. Σηκώθηκε, βάδισε και σε λίγο άγγιζε τον Κύριο. Δεν αρκούν οι ωραίες σκέψεις, δεν αρκούν τα ωραία λόγια, χρειάζεται η πίστη μας να γίνει πράξη. Χρειάζεται να «αγγίξουμε» τον Κύριο πρακτικά μέσα στη ζωή μας. Πρακτικά σημαίνει: «πλησιάσα όπισθεν ήγγισε το άκρον του ιματίου Αυτού και παρευθύς εστάθη η ρύσις του αίματος αυτής».
     Μέσα σ’ εκείνον το μεγάλο συνωστισμό, που τα πλήθη συνέθλιβαν τον Ιησού, η γυναίκα αυτή σύρθηκε πίσω από τον Ιησού και άγγιξε το άκρον από το ρούχο Του και αμέσως έγινε αποκατάσταση της υγείας της και σταμάτησε η ρύση του αίματος. Αμέσως ο Κύριος αντιλήφθηκε τη δύναμη που έφυγε από πάνω Του, στράφηκε προς τον όχλο και ρώτησε: "Ποιος άγγιξε τα ιμάτιά μου;" Στην ερώτηση αυτή οι μαθητές ρωτούσαν με απορία τον Κύριο: Εδώ τόσοι άνθρωποι σε συνθλίβουν, Κύριε, και συ λέγεις “ποιος με άγγιξε;” Ναι, λέει ο Κύριος, από όλους αυτούς που με σπρώχνουν και με συνθλίβουν μόνον ένας πραγματικά με άγγιξε. 
     Ήταν ένα άγγιγμα πίστεως που είχε σαν αποτέλεσμα να αποσπαστεί από πάνω Του δύναμη τέτοια, που την αισθάνθηκε αμέσως ο Κύριος. Η γνήσια πίστη ποτέ δεν περνάει απαρατήρητη από τον Κύριο. Μπορεί πλήθη να συνωστίζονται γύρω από το Χριστό, όμως μόνον η πίστη μπορεί να Τον αγγίξει και μόνον αυτή σώζει τον απελπισμένο άνθρωπο. Αυτή η επαφή δεν έχει να κάνει με τη φυσική έννοια της επαφής, είναι πνευματική, είναι επαφή πίστης. 
     Την αισθάνθηκε τούτη την επαφή ο Κύριος, αλλά την αισθάνθηκε και η γυναίκα καθώς μπήκε μέσα στο σώμα της η δύναμη του Κυρίου και της χάρισε την υγεία της. Συνεχίζοντας να είναι φοβισμένη, αφού έλαβε τη θεραπεία της, προσπαθεί να φύγει, να απομακρυνθεί αθόρυβα, όπως είχε έρθει. Πάρα πολλοί άνθρωποι μέσα στον πόνο και την απελπισία τους έρχονται στον Κύριο και όταν πάρουν αυτό που θέλουν, φεύγουν και χάνονται μέσα στον κόσμο χωρίς να επιδιώξουν να αποκτήσουν ζωντανή γνωριμία και σχέση με τον Κύριο. Αποτέλεσμα αυτής της στάσης είναι να ξαναγυρίσουν στον κόσμο και στην παλιά τους κατάσταση. Όμως ο Κύριος, που θαύμασε την πίστη της, δε θέλει να την αφήσει στην αφάνεια. Θέλει να αποκαλύψει την πίστη της και να την παρουσιάσει ως ένα παράδειγμα για μίμηση και πάνω απ’ όλα θέλει να της δώσει την ευκαιρία να Τον γνωρίσει προσωπικά. Αυτή άλλωστε είναι και η μεγαλύτερη ανάγκη του ανθρώπου. Να γνωρίσει προσωπικά το Χριστό, που είναι ο μόνος κεχρησμένος από το Θεό Σωτήρας του κόσμου (Πράξεις Δ/4: 12). που είναι ο μόνος που πέθανε για μας πάνω στο σταυρό και πλήρωσε Αυτός για τις αμαρτίες μας (Α΄ Πέτρου Β/2: 24). 
      Οι χριστιανοί της Κορίνθου είχαν κατά κάποιο τρόπο διασπαστεί και έλεγαν: «εγώ μεν είμαι του Παύλου, εγώ δε του Απολλώ, εγώ δε του Κηφά, εγώ δε του Χριστού». Έρχεται λοιπόν ο Απ. Παύλος να τους πει: «διεμερίσθη ο Χριστός; μήπως ο Παύλος εσταυρώθη διά σας; ή εις το όνομα του Παύλου εβαπτίσθητε;" (Α΄ Κορινθίους Α/1: 12,13). 
      Η γυναίκα της περικοπής μας μέσα στο φόβο και τον τρόμο της κατάλαβε ότι γι’ αυτήν ρωτάει ο Κύριος και πήρε θάρρος και αφού πλησίασε Αυτόν, του είπε όλη την αλήθεια για τον εαυτό της. Καθώς έλαβε τη θεραπεία της, έδωσε μια δημόσια ομολογία γεμάτη ευγνωμοσύνη, για ό,τι της είχε συμβεί. Η δημόσια ομολογία της είχε σαν αποτέλεσμα ο Κύριος να επαινέσει την πίστη της και να της πει κι Αυτός δημόσια ότι η ειρήνη Του ήταν μαζί της. Κανένας και ποτέ δεν άγγιξε με πίστη τον Ιησού χωρίς Εκείνος να το γνωρίζει και χωρίς αυτός που Τον άγγιξε να φύγει με κάποια ευλογία στην καρδιά του. Κανένας δεν πίστεψε και δεν ομολόγησε ποτέ δημόσια το Χριστό χωρίς να πάρει τη διαβεβαίωση της αιώνιας σωτηρίας. 
      Ψυχή, που είσαι "φορτωμένη" και "κουρασμένη", πήγαινε στο Χριστό που είναι δίπλα σου, στο σπίτι, στο γραφείο και πες του όλη την αλήθεια για τον εαυτό σου. Πες του κάθε τι που σε αφορά. Πες του το πρόβλημά σου, τον πόνο σου, όσο βαθύς και αν είναι. Ποτέ μην ξεχάσεις ότι ο Κύριος ενδιαφέρεται προσωπικά για σένα και θέλει να έχει επαφή και επικοινωνία μαζί σου. Μόνον η προσωπική γνωριμία με το Χριστό θα γιατρέψει τον κάθε άνθρωπο από την όποια του μάστιγα και θα γίνει καλά. Όταν ο άνθρωπος γνωρίζει το Χριστό και ζει κάτω από τη σκιά της δικής Του φιλίας, δεν μπορεί να παραμένει άρρωστος, αντίθετα θα λάβει από Εκείνον τέλεια και ολοκληρωτική θεραπεία. 
      Πολλοί πεθαίνουν όχι γιατί δεν υπάρχει γιατρός και φάρμακο, αλλά γιατί δεν προσφεύγουν στο γιατρό. Το ίδιο ακριβώς ισχύει και για τα πνευματικά. Σήμερα υπάρχουν τόσα ναυάγια και τόσες συντετριμμένες καρδιές γύρω μας, γιατί αρνήθηκαν να γνωρίσουν το Χριστό. Στο ευαγγέλιο του «Ματθαίον» (κεφ. ΙΔ/14, εδ. 36), αναφέρεται το εξής χαρακτηριστικό: «όσοι (Τον) ήγγισαν, ιατρεύθησαν». Πλήθη μεγάλα δια μέσου των αιώνων που είχαν πάθει πολλά και είχαν δαπανήσει τα πάντα και η κατάστασή τους πήγαινε προς το χειρότερο, καθώς μια μέρα άγγιξαν με πίστη, με μετάνοια, με ταπείνωση, με συντριβή, τον «ιατρό των ψυχών και των σωμάτων» γιατρεύτηκαν. Σ’ εκείνον που με αληθινή πίστη αγγίζει το Χριστό έρχεται ο Κύριος να διοχετεύσει τις δικές Του δυνάμεις και να πει στην ψυχή: «η πίστις σου σε έσωσεν. Ύπαγε με ειρήνη και έσω υγιείς από της μάστιγός σου». 
      Όπως η Μάρθα, σε αντίθεση με την αδελφή της τη Μαρία ασχολείτο με πολλά πράγματα, έτσι κι εμείς απασχολούμαστε με διάφορα πράγματα στις μέρες μας, ακόμα και με το έργο του Θεού, την εκκλησία, και πολλές φορές είμαστε έτοιμοι να πούμε πολλά και να υποδείξουμε περισσότερα ενεργώντας με έναν φυσικό τρόπο, όμως αυτό που έχουμε ανάγκη είναι η πνευματική επαφή με τον Κύριο. Ο Κύριος είπε ότι η Μαρία που καθόταν στα πόδια Του διάλεξε την αγαθή μερίδα (Λουκάς Ι/10: 42). 
     Στην προσευχή μας να έχουμε πάντοτε ένα σοβαρό αίτημα. "Κύριε, δε θέλω απλά να είμαι ανάμεσα σ’ αυτούς που μαζεύονται απλώς τριγύρω Σου στην εκκλησία την Κυριακή ή μια άλλη μέρα, η ανάγκη μου είναι πολύ μεγαλύτερη". Χρειάζομαι την άμεση προσωπική Σου επέμβαση. Πιστεύω Κύριε πως το μυστικό της γιατρειάς μου βρίσκεται στα ματωμένα Σου χέρια. Όπως τούτη η γυναίκα της περικοπής, με μοναδικό μου εφόδιο την πίστη που νοιώθω μέσα στην ψυχή μου, αγγίζω και εγώ δειλά – δειλά το άκρον του ιματίου Σου και σ' ευχαριστώ για τη δύναμη που διοχετεύεις και στη δική μου ανήμπορη ψυχή. Σ’ ευχαριστώ για τα λόγια που ψιθυρίζεις και στη δική μου καρδιά : «…. η πίστη σου σε έσωσε, πήγαινε με ειρήνη και έσω υγιής από της μάστιγός σου». 
    Οι περιστάσεις της ζωής δεν έχουν αλλάξει, είναι οι ίδιες και σήμερα. Παντού και πάντοτε υπάρχουν οι ίδιες ανάγκες, καθώς τα προβλήματα είναι τα ίδια και υπάρχουν και σήμερα άνθρωποι που η ζωή τους είναι άδεια, έχουν φόβους για το μέλλον, αισθάνονται μόνοι, ανήμποροι. Ο Ιησούς είναι εδώ και είναι ο ίδιος. Μπορούμε να Τον αγγίξουμε με πίστη, με προσευχή, με υπακοή και με την αφιέρωση της ζωής μας. Ας πλησιάσουμε και ας Τον αγγίξουμε λοιπόν. Ας μην αφήσουμε τη μέριμνα, την καθημερινότητα και πάνω απ’ όλα την απιστία να μας καταβάλει. 
     Όταν μαζευόμαστε για να Τον δοξάσουμε, να μην είναι κάτι τυπικό, ένας ύμνος, λίγο κήρυγμα και να φύγουμε. Ας ερχόμαστε με πίστη, ας προσευχόμαστε με τη βεβαιότητα ότι θα Τον αγγίξουμε. Έτσι θα φτάσουμε κοντά Του και θα αισθανθούμε την αγάπη Του, την Αγιότητά Του, έτσι θα αποκαλυφθεί μέσα στη ζωή μας και η ψυχή μας θα γίνει συμμέτοχη της δόξης Αυτού (Ρωμαίους Η/8: 17). ---