Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Παρασκευή 22 Ιουνίου 2018

Ο ΠΡΟΦΗΤΗΣ ΗΛΙΑΣ.

  Βιβλίο "Α΄ Βασιλέων", κεφ. ΙΖ / 17.   (ΠΑΛΑΙΑ ΔΙΑΘΗΚΗ)

 1 Και είπεν Ηλίας ο Θεσβίτης, ο εκ των κατοίκων της Γαλαάδ, προς τον Αχαάβ, Ζη Κύριος ο Θεός του Ισραήλ, έμπροσθεν του οποίου παρίσταμαι, δεν θέλει είσθαι τα έτη ταύτα δρόσος και βροχή, ειμή διά του λόγου του στόματός μου. 
2 Και ήλθεν ο λόγος του Κυρίου προς αυτόν, λέγων, 
3 Αναχώρησον εντεύθεν και στρέψον προς ανατολάς και κρύφθητι πλησίον του χειμάρρου Χερίθ, του απέναντι του Ιορδάνου 
4 και θέλεις πίνει εκ του χειμάρρου προσέταξα δε τους κόρακας να σε τρέφωσιν εκεί. 
5 Και υπήγε και έκαμε κατά τον λόγον του Κυρίου διότι υπήγε και εκάθησε πλησίον του χειμάρρου Χερίθ, του απέναντι του Ιορδάνου. 
6 Και οι κόρακες έφερον προς αυτόν άρτον και κρέας το πρωΐ, και άρτον και κρέας το εσπέρας και έπινεν εκ του χειμάρρου. 
7 Μετά δε τινάς ημέρας εξηράνθη ο χείμαρρος, επειδή δεν έγεινε βροχή επί της γης. 
8 Και ήλθεν ο λόγος του Κυρίου προς αυτόν, λέγων, 
9 Σηκωθείς ύπαγε εις Σαρεπτά της Σιδώνος και κάθισον εκεί ιδού, προσέταξα εκεί γυναίκα χήραν να σε τρέφη. 
10 Και σηκωθείς υπήγεν εις Σαρεπτά. Και ως ήλθεν εις την πύλην της πόλεως, ιδού, εκεί γυνή χήρα συνάγουσα ξυλάρια και εφώνησε προς αυτήν και είπε, Φέρε μοι, παρακαλώ, ολίγον ύδωρ εν αγγείω, διά να πίω. 
11 Και ενώ υπήγε να φέρη αυτό, εφώνησε προς αυτήν και είπε, Φέρε μοι παρακαλώ, κομμάτιον άρτου εν τη χειρί σου. 
12 Η δε είπε, Ζη Κύριος ο Θεός σου, δεν έχω ψωμίον, αλλά μόνον μίαν χεριάν αλεύρου εις το πιθάριον και ολίγον έλαιον εις το ρωγίον και ιδού, συνάγω δύο ξυλάρια, διά να υπάγω και να κάμω αυτό δι' εμαυτήν και διά τον υιόν μου, και να φάγωμεν αυτό και να αποθάνωμεν. 
13 Ο δε Ηλίας είπε προς αυτήν, Μη φοβού ύπαγε, κάμε ως είπας πλην εξ αυτού κάμε εις εμέ πρώτον μίαν μικράν πήτταν και φέρε εις εμέ, και έπειτα κάμε διά σεαυτήν και διά τον υιόν σου 
14 διότι ούτω λέγει Κύριος ο Θεός του Ισραήλ το πιθάριον του αλεύρου δεν θέλει κενωθή, ουδέ το ρωγίον του ελαίου θέλει ελαττωθή, έως της ημέρας καθ' ην ο Κύριος θέλει δώσει βροχήν επί προσώπου της γης. 
15 Η δε υπήγε και έκαμε κατά τον λόγον του Ηλία και έτρωγεν αυτή και αυτός και ο οίκος αυτής ημέρας πολλάς 
16 το πιθάριον του αλεύρου δεν εκενώθη, ουδέ το ρωγίον του ελαίου ηλαττώθη, κατά τον λόγον του Κυρίου, τον οποίον ελάλησε διά του Ηλία. 
17 Μετά δε τα πράγματα ταύτα, ηρρώστησεν ο υιός της γυναικός, της κυρίας του οίκου και η αρρωστία αυτού ήτο δυνατή σφόδρα, εωσού δεν έμεινε πνοή εν αυτώ. 
18 Και είπε προς τον Ηλίαν, Τι έχεις μετ' εμού, άνθρωπε του Θεού; ήλθες προς εμέ διά να φέρης εις ενθύμησιν τας ανομίας μου και να θανατώσης τον υιόν μου; 
19 Ο δε είπε προς αυτήν, Δος μοι τον υιόν σου. Και έλαβεν αυτόν εκ του κόλπου αυτής και ανεβίβασεν αυτόν εις το υπερώον, όπου αυτός εκάθητο, και επλαγίασεν αυτόν επί την κλίνην αυτού.
20 Και ανεβόησε προς τον Κύριον και είπε, Κύριε Θεέ μου επέφερες κακόν και εις την χήραν, παρά τη οποία εγώ παροικώ, ώστε να θανατώσης τον υιόν αυτής; 
21 Και εξηπλώθη τρίς επί το παιδάριον και ανεβόησε προς τον Κύριον και είπε, Κύριε Θεέ μου, ας επανέλθη, δέομαι, η ψυχή του παιδαρίου τούτου εντός αυτού. 
22 Και εισήκουσεν ο Κύριος της φωνής του Ηλία και επανήλθεν η ψυχή του παιδαρίου εντός αυτού και ανέζησε. 
23 Και έλαβεν ο Ηλίας το παιδάριον, και κατεβίβασεν αυτό από του υπερώου εις τον οίκον και έδωκεν αυτό εις την μητέρα αυτού. Και είπεν ο Ηλίας, Βλέπε, ζη ο υιός σου. 
24 Και είπεν η γυνή προς τον Ηλίαν, Τώρα γνωρίζω εκ τούτου ότι είσαι άνθρωπος του Θεού, και ο λόγος του Κυρίου εν τω στόματί σου είναι αλήθεια. 

        ΣΧΟΛΙΑ: 
       Ο Αχαάβ ήταν βασιλιάς στο βόρειο βασίλειο του Ισραήλ και ήταν γιος και διάδοχος του Αμβρί (Α' Βασιλέων ΙΣ/16:28-29). Βασίλευσε για 22 χρόνια, από το 873-852 π.Χ. περίπου, έχοντας ως πρωτεύουσα την Σαμάρεια. Ήταν σύζυγος της Ιεζάβελ, κόρης του Ιθεβαάλ Α', βασιλέως των Σιδωνίων. Γιος και διάδοχος του Αχαάβ ήταν ο Οχοζίας (Α' Βασιλειών ΚΒ/22:40). Μετά το θάνατο του Οχοζία τον διαδέχτηκε στο θρόνο ο αδερφός του και γιος του Αχαάβ, ο Ιωράμ (Α' Βασιλειών Α:18α). 
      Ο προφήτης Ηλίας καταγόταν από τη Θέσβη (εξ’ ου και Θεσβίτης) της Γαλαάδ, η οποία είχε δοθεί ως κληρονομιά στη φυλή Νεφθαλίμ. Ως απεσταλμένος του Θεού πήγε μια μέρα στο βασιλιά Αχαάβ και του είπε: «Και είπεν Ηλίας ο Θεσβίτης, ο εκ των κατοίκων της Γαλαάδ, προς τον Αχαάβ, Ζη Κύριος ο Θεός του Ισραήλ, έμπροσθεν του οποίου παρίσταμαι, δεν θέλει είσθαι τα έτη ταύτα δρόσος και βροχή, ειμή διά του λόγου του στόματός μου». Θα ακολουθήσουν τρία χρόνια ανομβρίας στη χώρα. Αυτό θα γινόταν λόγω της προσκόλλησης των Ισραηλιτών στην ειδωλολατρία και συγκεκριμένα στη λατρεία του Βάαλ. Οι βροχές θα ξανάρχονταν μόνο με το λόγο του Ηλία. Ο Αχαάβ εξοργίστηκε και ο Ηλίας, για να γλιτώσει από την οργή του Αχαάβ, μετά από υπόδειξη του Κυρίου πήγε και κρύφτηκε στο χείμαρρο Χερίθ, ανατολικά του Ιορδάνη (Α' Βασιλειών ΙΖ/17,1-3). Δεν υπήρξε χώρα που ο Αχαάβ να μην έστειλε να τον αναζητήσουν. Κι όταν του έλεγαν ότι δεν ήταν εκεί, αυτός τους έβαζε να ορκιστούν και τους εδίωκε.
      Παρατηρούμε ότι στη διάρκεια της ξηρασίας ο Θεός φρόντιζε να προσφέρει στο δούλο του, τον Ηλία, ό,τι είχε ανάγκη. Ο Βασιλιάς στο παλάτι πιεζόταν πολύ, αλλά ο Ηλίας είχε ό,τι χρειαζόταν. Ας είναι αυτό ένα μάθημα για όλους μας, καθώς περνάμε μέσα από μια ηθική, κοινωνική, αλλά και οικονομική κρίση και μάλιστα όλα δείχνουν γύρω μας ότι αυτή η κατάσταση της ανέχειας, των δυσκολιών, όχι μόνον δε θα σταματήσει, αλλά θα επιδεινωθεί ακόμα περισσότερο. Όμως ανεξάρτητα από τους εξωτερικούς παράγοντες ένα είναι βέβαιο ότι όλες οι ανάγκες του ανθρώπου που υπακούει στη φωνή του Θεού, θα καλυφθούν, πέρα από τις συνθήκες που επικρατούν γύρω μας. Ας είμαστε αισιόδοξοι και ας ακουμπάμε με εμπιστοσύνη στην πρόνοια του Θεού. 
    Είναι ανάγκη να χειριστούμε τη δύσκολη κατάσταση που όλοι βιώνουμε με πίστη και όχι με φόβο. Να θυμόμαστε τα λόγια του προφήτη Αβακούμ. «Αν και η συκή δεν θέλει βλαστήσει, μηδέ θέλει είσθαι καρπός εν ταις αμπέλοις ο κόπος της ελαίας θέλει ματαιωθή και οι αγροί δεν θέλουσι δώσει τροφήν το ποίμνιον θέλει εξολοθρευθή από της μάνδρας, και δεν θέλουσιν είσθαι βόες εν τοις σταύλοις, Εγώ όμως θέλω ευφραίνεσθαι εις τον Κύριον, θέλω χαίρει εις τον Θεόν της σωτηρίας μου» (Αβακούμ Γ/3: 17). 
     Μετά από πολύ καιρό κατά το τρίτο έτος της ξηρασίας ο Κύριος έδωσε εντολή στον Ηλία να παρουσιαστεί στον Αχαάβ. Ξεκίνησε, λοιπόν, ο Ηλίας να πάει στον Αχαάβ, ενώ η πείνα λόγω της ανομβρίας είχε επιδεινωθεί στη Σαμάρεια. Ο Αχαάβ εκείνες τις μέρες είχε καλέσει τον Οβαδία, τον αρχιοικονόμο του, ο οποίος σεβόταν πολύ τον Κύριο. Μάλιστα όταν η Ιεζάβελ είχε διατάξει να θανατώσουν τους προφήτες του Κυρίου, ο Οβαδίας είχε πάρει εκατό προφήτες και τους είχε κρύψει από πενήντα σε δύο σπήλαια και τους προμήθευε ψωμί και νερό (Α' Βασιλειών ΙΗ/18: 4). Ο Αχαάβ, λοιπόν, είχε πει στον Οβαδία να πήγαινε σε όλες τις πηγές και στους χείμαρρους της χώρας, μήπως βρεθεί πουθενά λίγο χορτάρι για να ταΐσουν τα άλογα και τα μουλάρια του παλατιού, πριν αυτά πεθάνουν μέσα στους στάβλους. Μοίρασαν, λοιπόν, τη χώρα, ώστε να πάνε παντού. Ο Αχαάβ πήρε τον ένα δρόμο και ο Οβαδίας πήρε τον άλλο δρόμο (Α' Βασιλειών ΙΗ/18: 1-6). Στο δρόμο του ο Οβαδίας συνάντησε τον προφήτη Ηλία, ο οποίος του ζήτησε να πάει να πει στον κύριό του να τον συναντήσει. Τότε ο Οβαδίας ύστερα από την επιμονή του προφήτη πήγε και ειδοποίησε τον Αχαάβ και του έδωσε το μήνυμα του προφήτη (Α' Βασιλειών ΙΗ/18 : 7-16). 
     Πράγματι ο Αχαάβ πήγε να συναντήσει τον Ηλία. Μόλις τον είδε ο Βασιλιάς, ένα κοντό δασύτριχο ανθρωπάκι, συνήθως περιζωμένος την οσφύ του με μια δερμάτινη ζώνη (Β΄ Βασιλέων Α : 8) απόρησε και του είπε: «Εσύ είσαι ο ταράττων τον Ισραήλ;» Ο Ηλίας του απάντησε: «Δεν αναστατώνω εγώ τον λαό, αλλά εσύ και η οικογένεια του πατέρα σου, επειδή αρνηθήκατε να υπακούσετε τις εντολές του Κυρίου και λατρέψατε το Βάαλ». Ήταν προφανές ότι η ξηρασία αυτή αποτελούσε θεία τιμωρία κατά της ειδωλολατρίας στην οποία είχε στραφεί ο λαός. Μέσα στην παιδαγωγική του ο Θεός επέλεξε να χρησιμοποιήσει μια μεγάλη ξηρασία, για να τραβήξει την προσοχή του λαού προς Αυτόν. Αυτή η φυσική ξηρασία, δεν είχε άλλο σκοπό από το αναδείξει την πνευματική ξηρασία, που απ’ άκρου εις άκρον είχε καταλάβει το λαό. Ήταν μια ακόμα προσπάθεια του Θεού να επαναφέρει το λαό του κοντά Του, να τον αποσπάσει από τα είδωλα και από τους ψεύτικους και ανύπαρκτους θεούς. Ο Ισραήλ βρισκόταν σε μεγάλη πτώση και είχε διαφθαρεί σε μεγάλο βαθμό από τις ειδωλολατρικές συνήθειες των εθνικών και πολλές φορές είχαν γίνει χειρότεροι απ’ αυτούς. 
      Ας μην ξεχνάμε ότι ο Κύριος στην επιστολή «προς Ρωμαίους» (κεφ. ΙΑ/11, εδ. 12) αναφέρει: «εάν η πτώσις αυτών είναι πλούτος του κόσμου και ελάττωσις αυτών πλούτος των εθνών, πόσω μάλλον το πλήρωμα αυτών;» Τι μπορεί να σημαίνουν τούτα τα λόγια; Εξαιτίας της πτώσης του λαού Ισραήλ και της αποστροφής του στο Ευαγγέλιο του Χριστού, το Έθνος τους παραμερίστηκε και το ευαγγέλιο πήγε στους εθνικούς. Μ’ αυτήν την έννοια η πτώση των Ιουδαίων έφερε πλούσια τη χάρη του Θεού στον κόσμο και η ανυπακοή του Ισραήλ ήταν κέρδος για τους εθνικούς. Αφού έτσι έγιναν τα πράγματα, φανταστείτε πόσο περισσότερες θα είναι οι ευλογίες για όλον τον κόσμο, όταν θα αποκατασταθεί ο Ισραήλ, όταν δηλαδή ο Ισραήλ θα στραφεί στον Κύριο στο τέλος της μεγάλης θλίψης. Όταν «θα αποβλέψουν εις Εκείνον τον οποίον εξεκέντησαν» (Αποκάλυψη Α/1: 7). Τότε ο Ισραήλ θα γίνει ένα κανάλι ευλογιών για όλα τα έθνη της γης, για όλους τους ανθρώπους. 
      Ας συνεχίσουμε όμως να παρατηρούμε την πορεία του προφήτη Ηλία. Ο Ηλίας, υπακούοντας στον Κύριο, πήγε από τη Σαμάρεια στο χείμαρρο Χερίθ, που βρίσκεται ανατολικά του Ιορδάνη. Έμεινε εκεί έπινε νερό από τον χείμαρρο και έτρωγε κρέας και ψωμί, που από θαύμα του έφερναν οι κόρακες πρωί και βράδυ. Μετά όμως από μερικές μέρες εξαιτίας της ανομβρίας ξεράθηκε ο χείμαρρος. Ξεράθηκε ο χείμαρρος, αλλά ο Ιορδάνης δε στέρεψε. Οι ευλογίες του Κυρίου ποτέ δε στερεύουν, ποτέ δε σταματούν. Μπορεί τα γεγονότα που συμβαίνουν καθημερινά γύρω μας και που όλοι βιώνουμε να είναι ραγδαία και αλλεπάλληλα, όμως ένα είναι βέβαιο, ότι ο Θεός όχι μόνον δε θα εγκαταλείψει τους ανθρώπους που έχουν σεβασμό σ’ Αυτόν, αλλά το ενδιαφέρον Του γι’ αυτούς θα μεγαλώνει όλο και πιο πολύ, καθώς η κρίση και η ανέχεια θα προχωράει. 

        Μετά απ’ αυτά ο Θεός στέλνει τον Ηλία στα Σεραπτά της Σιδώνας. «Και ήλθεν ο λόγος του Κυρίου προς αυτόν, λέγων, σηκωθείς ύπαγε εις Σαρεπτά της Σιδώνος και κάθισον εκεί» (Α΄ Βασιλέων ΙΖ/17: 8-24). Είναι ανάγκη να θυμηθούμε άλλη μια φορά τα λόγια του Προφήτη Ησαΐα για να παίρνουμε δύναμη μέσα στη ζωή μας. «δέστε το χέρι τού Κυρίου δεν μίκρυνε, ώστε να μη μπορεί να σώσει, ούτε βάρυνε το αυτί του, ώστε να μη μπορεί να ακούσει, αλλά οι ανομίες σας έβαλαν χωρίσματα ανάμεσα σε σας και στον Θεό σας, και οι αμαρτίες σας έκρυψαν το πρόσωπό του από σας, για να μη ακούει» (Ησαΐας ΝΘ/59:1,2). Γι’ αυτό αν δεν βλέπουμε απαντήσεις στις προσευχές μας, αν δεν βλέπουμε επεμβάσεις του Θεού μέσα στη ζωή μας, ας κοιτάξουμε μέσα μας, γιατί μέσα μας βρίσκεται η αιτία και πουθενά αλλού. 
       Όσο ο Ηλίας βρισκόταν στο χείμαρρο, όλα πήγαιναν καλά, είχε ξένοιαστη ζωή μέσα στη φύση με εξασφαλισμένα όλα τα αναγκαία πράγματα από το Θεό. Εκείνη την περίοδο ίσως ο Θεός ήθελε να μάθει στον Ηλία τη μεγάλη αξία της απομόνωσης, της ησυχίας και της προσευχής μέσα στη ζωή του, όμως τα πράγματα ξαφνικά άλλαξαν όλα. Έρχονται καταστάσεις μέσα στη ζωή μας δύσκολες, απρόβλεπτες, τρομερές και πολλές φορές απορούμε και λέμε: «πως άλλαξαν, πως χειροτέρεψαν τόσο πολύ τα πράγματα πόσο δύσκολη έγινε η ζωή!» Καθώς συνεχιζόταν η ανομβρία, ένα ωραίο πρωί έπαψε ο χείμαρρος να φέρνει νερό. Το νερό είναι ζωή. Πως θα ζήσει ο Ηλίας χωρίς νερό; Με τα σαρκικά μάτια βλέπουμε αδιέξοδα μέσα στη ζωή, καθώς περνάμε μέσα από δύσκολες καταστάσεις και λέμε: Πώς θα συνεχίσω από δω και πέρα μέσα από τις τόσες δυσκολίες; Η ζωή του Ηλία ξαφνικά άλλαξε και πολλές φορές επιτρέπει ο Θεός να αλλάξουν τα πράγματα της καθημερινότητάς μας, να χειροτερέψουν οι συνθήκες μέσα στη ζωή μας. 
      Υπακούοντας και πάλι στην εντολή του Κυρίου ο Ηλίας ταξίδεψε μέχρι τα Σαρεπτά στην ακτή της Μεσογείου, ανάμεσα στην Τύρο και τη Σιδώνα. Εκεί ο Θεός είχε προβλέψει να τον τρέφει μια χήρα γυναίκα. Έπρεπε να μάθε ο Ηλίας το μεγάλο μάθημα να ζει κάτω από την πρόνοια του Θεού. Αυτό θα πρέπει να είναι ένα μάθημα και για όλους εμάς. Καθώς όλα καταρρέουν γύρω μας δε θα πρέπει να απελπιζόμαστε, αλλά να θυμόμαστε τις υποσχέσεις Του μέσα στη ζωή μας και να στηριζόμαστε σ’ αυτές, γιατί είναι ζωντανές και αληθινές, γιατί είναι «ναι» και «αμήν» και θα εκπληρωθούν κατά γράμμα. Είναι υπόσχεση του Θεού σε κάθε δικό Του παιδί: «ιδού, εγώ είμαι μεθ' υμών πάσας τας ημέρας έως της συντελείας του αιώνος» (Ματθαίος ΚΗ/28: 20). Ο Δαβίδ έχει τόσο μεγάλη εμπιστοσύνη στον Θεό, ώστε με βεβαιότητα λέγει: «Και αν ο πατήρ μου και η μήτηρ μου με εγκαταλείψωσιν, ο Κύριος όμως θέλει με προσδεχθή» (Ψαλμός ΚΖ/27: 10). 
       Ο Ηλίας μισούμενος και διωγμένος από τους συμπατριώτες του στρέφεται στους Εθνικούς, όπως ακριβώς έκαναν και οι απόστολοι του Χριστού, πολύ αργότερα (Πράξεις ΙΗ/18: 6). Επισημαίνουμε ότι ο Κύριος Ιησούς δεν πήγε ποτέ στους εθνικούς, εκτός από μια φορά στα μέρη της Τύρου και της Σιδώνος (Ματθαίος ΙΕ/15: 21). Ο λόγος του Θεού αναφέρει: «Και σηκωθείς υπήγεν εις Σαρεπτά. Και ως ήλθεν εις την πύλην της πόλεως, ιδού, εκεί γυνή χήρα συνάγουσα ξυλάρια και εφώνησε προς αυτήν και είπε, Φέρε μοι, παρακαλώ, ολίγον ύδωρ εν αγγείω, διά να πίω. Και ενώ υπήγε να φέρη αυτό, εφώνησε προς αυτήν και είπε, Φέρε μοι παρακαλώ, κομμάτιον άρτου εν τη χειρί σου» (Α΄ Βασιλέων ΙΖ/17: 10-11). Όταν ο ξένος της ζήτησε λίγο νερό, για να πιει, του έδωσε με προθυμία. Δεν είχε απορίες όπως είχε η Σαμαρείτισσα. «εσύ που είσαι Ιουδαίος, ζητάς από μένα …. κλπ). Για να καταλάβουμε πόσο διψασμένος ήταν ο Ηλίας, αρκεί να σκεφτούμε ότι είχε ταξιδέψει με τα πόδια 130 χλμ μέσα μία ξεραμένη γη. Φέρε μου, συμπληρώνει, και ένα κομμάτι ψωμί, για να φάω. Στη γυναίκα αυτή εξαιτίας του λοιμού το μόνο που είχε απομείνει ήταν μια χούφτα αλεύρι και πολύ λίγο λάδι. Αυτά τα λιγοστά πράγματα έπρεπε να τα φάει αυτή μαζί με το γιό της, για να ζήσουν λίγο ακόμα και μετά να πεθάνουν. 
        Ήταν μια ταπεινή και εργατική γυναίκα. Ο προφήτης τη βρήκε να μαζεύει ξύλα, για να ψήσει το ψωμί της. Η κατάστασή της ήταν να ζητά ελεημοσύνη μάλλον παρά να φιλοξενεί και άλλους ανθρώπους. Όμως παρ’ όλα αυτά δε διαμαρτύρεται για τη στερημένη ζωή που ζούσε, ούτε τα έβαλε με το Θεό, για τη δύσκολη κατάσταση που περνούσε. Διερωτάται κανείς γιατί ο Θεός έστειλε τον Ηλία σ’ αυτήν την ασήμαντη, τη φτωχή χήρα; Δεν υπήρχε κάποιος πιο πλούσιους να μπορεί να του προσφέρει περισσότερα πράγματα; Ο Κύριος που αποβλέπει στην καρδιά του ανθρώπου είδε σίγουρα την καρδιά της, αλλά και ο λόγος του Θεού μας αναφέρει: «τα μωρά του κόσμου εξέλεξεν ο Θεός διά να καταισχύνη τους σοφούς και τα ασθενή του κόσμου εξέλεξεν ο Θεός διά να καταισχύνη τα ισχυρά και τα αγενή του κόσμου και τα εξουθενημένα εξέλεξεν ο Θεός, και τα μη όντα, διά να καταργήση τα όντα, διά να μη καυχηθή ουδεμία σαρξ ενώπιον αυτού» (Α΄ Κορινθίους Α/1: 28,29). Επίσης ο συγγραφέας της επιστολής «προς Εβραίους» (κεφ. ΙΓ/13, εδ. 2) αναφέρει: «Την φιλοξενίαν μη λησμονείτε επειδή διά ταύτης τινές εφιλοξένησαν αγγέλους μη γνωρίζοντες».
       Η γυναίκα αυτή ήταν αλλόφυλη προερχόμενη από τη Σιδώνα, η οποία ήταν έξω από τα όρια του Ισραήλ και παρά τη φτώχια της δε δίστασε να φιλοξενήσει τον ξένο στο σπίτι της. Ήταν μια γυναίκα άρρωστη, πολύ φτωχή, με ένα παιδί. «Η δε είπε, Ζη Κύριος ο Θεός σου, δεν έχω ψωμίον, αλλά μόνον μίαν χεριάν αλεύρου εις το πιθάριον και ολίγον έλαιον εις το ρωγίον και ιδού, συνάγω δύο ξυλάρια, διά να υπάγω και να κάμω αυτό δι' εμαυτήν και διά τον υιόν μου, και να φάγωμεν αυτό και να αποθάνωμεν». (Α΄ Βασιλέων ΙΖ/17: 12). Η χήρα κοιτούσε τις περιστάσεις, έβλεπε την ανέχειά της, έβλεπε ότι δεν μπορούσα να τα βγάλει πέρα, με άλλα λόγια απέβλεπε στο «φαινόμενο», όμως ο Ηλίας, ο άνθρωπος που είχε δει μέσα στη ζωή του την πιστότητα του Θεού απέβλεπε στο Θεό, γνωρίζοντας πολύ καλά τι θα μπορούσε να κάνει ο Θεός και πώς θα μπορούσε να αλλάξει τα πράγματα. Καθώς βαδίζουμε στο ταξίδι τούτης της ζωής, ο Κύριος φέρνει καθημερινά μπροστά μας καταστάσεις που δοκιμάζουν την πίστη μας. Αν Τον εμπιστευτούμε, θα λάβουμε κάθε ευλογία απ’ Αυτόν, αν διστάσουμε, θα έχουμε προσβάλει τη δύναμή Του και θα έχουμε εμποδίσει το Θεό να επέμβει μέσα στη ζωή μας. 
      Παρατηρούμε ότι τούτη η γυναίκα είχε «φόβο θεού» μέσα της και γι’ αυτό ο λόγος του Θεού μας αναφέρει: «Η δε υπήγε και έκαμε κατά τον λόγον του Ηλία και έτρωγεν αυτή και αυτός και ο οίκος αυτής ημέρα πολλά. Το πιθάριον του αλεύρου δεν εκενώθη, ουδέ το ρωγίον του ελαίου ηλαττώθη, κατά τον λόγον του Κυρίου, τον οποίον ελάλησε διά του Ηλία». Ένα θαύμα προέρχεται από την πιστότητα του Θεού και από τη δική μας υπακοή. Καθώς η γυναίκα αυτή υπάκουσε, τα γεγονότα εξελίχτηκαν έτσι ακριβώς, όπως το είχε πει ο Θεός. Έγινε το θαύμα και επαναλήφθηκε πολλές φορές. 
     --- Μην προσπαθούμε με το ανθρώπινο πεπερασμένο μυαλό μας να εξηγήσουμε κάτι που μας ζητάει ο Θεός μέσα στη ζωή μας και πολύ περισσότερο μην προβάλουμε εμπόδια. 
  --- Τα πράγματα του Θεού θα πρέπει να τα βλέπουμε με τα μάτια της πίστης, της απόλυτης εμπιστοσύνης στο θέλημά Του. 
   --- Οι υποσχέσεις του Θεού θα εκπληρωθούν μόνον μέσα από την υπακοή μας και εφόσον εμείς δείξουμε υπακοή και κάνουμε το μέρος το δικό μας. 
       Ο Ηλίας, για να την ενθαρρύνει τούτη τη γυναίκα, της λέει: «Μη φοβάσαι πήγαινε και κάνε όπως είπες, όμως από αυτό που έχεις κάμε σε μένα πρώτα μια μικρή πίττα και φέρτη μου και έπειτα κάμε για τον εαυτόν σου και για το γιό σου, διότι ούτω λέγει Κύριος ο Θεός του Ισραήλ, το πιθάριον του αλεύρου δε θέλει κενωθεί, ούδέ το ρώγιον του ελαίου θέλει ελαττωθεί, έρως της ημέρας καθ’ ήν ο Κύριος θέλει δώσει βροχήν επί προσώπου της γης» (Α΄ Βασιλέων ΙΖ/17: 13-14). Γιατί ο προφήτης εδώ κοιτάζει να εξασφαλίσει πρώτα τον εαυτόν του; Κάνοντας κάτι τέτοιο, η γυναίκα θα έδινε ουσιαστικά την πρώτη θέση στον Θεό. Όταν υπάκουσε, έμαθε ένα πολύτιμο μάθημα, πως εκείνοι που δίνουν στο Θεό την πρώτη θέση μέσα στη ζωή τους δε θα στερηθούν τίποτε απ’ όσα τους είναι αναγκαία στη ζωή. Ο Ηλίας της υποσχέθηκε ότι το πιθάρι της με το αλεύρι και το δοχείο με το λάδι δεν τελείωσαν μέχρι να βρέξει. Πίστη θα πει ότι, όταν βλέπεις ένα πιθάρι άδειο και ένα μπουκάλι άδειο να μπορείς να πεις: «Εκείνος θα φροντίσει» και από εκείνη την ώρα να αρχίζεις να τα βλέπεις γεμάτα έχοντας τη βεβαιότητα ότι δε θα αδειάσουν ποτέ. Η πίστη της χήρας στα λόγια του Ηλία και κατ’ επέκτασιν στο Θεό κράτησαν ζωντανή εκείνη και το παιδί της. 
       Μετά από όλα αυτά τα γεγονότα η πίστη της χήρας ήταν ανάγκη να περάσει μέσα από μια ακόμα τραγική δοκιμασία. Ο γιος της γυναίκας προσβλήθηκε από μια πολύ βαριά αρρώστια και πέθανε. Η μητέρα του υποψιάστηκε αμέσως ότι ο Ηλίας είχε διατάξει τον θάνατό του, εξαιτίας κάποιας αμαρτίας της και του είπε: «Ποια σχέση υπάρχει μεταξύ εμού και σου άνθρωπε του Θεού; Εισήλθες στον οίκο μου για να ενθυμηθεί ο Θεός της αμαρτίες μου και να με τιμωρήσει θανατώνοντας το γιό μου;» Με τα λόγια αυτή η χήρα εκφράζει μια έσχατη ταπείνωση και αναγνωρίζει στο πρόσωπο του Ηλία τον άνθρωπο του Θεού και ταυτόχρονα την αναξιότητά της να του παρέχει φιλοξενία. Ο Ηλίας πραγματικά συγκλονίστηκε από το θάνατο του παιδιού και πήρε το παιδί στο υπνοδωμάτιό του, στο ανώγι του σπιτιού και αφού ξάπλωσε πάνω στο παιδί τρεις φορές, προσευχήθηκε στον Κύριο με τα λόγια: «Και ανεβόησε προς τον Κύριον και είπε, Κύριε Θεέ μου επέφερες κακόν και εις την χήραν, παρά τη οποία εγώ παροικώ, ώστε να θανατώσης τον υιόν αυτής; Και εξηπλώθη τρίς επί το παιδάριον και ανεβόησε προς τον Κύριον και είπε, Κύριε Θεέ μου, ας επανέλθη, δέομαι, η ψυχή του παιδαρίου τούτου εντός αυτού». (Α΄ Βασιλέων ΙΖ/17: 20,21). Μετά από τη συγκλονιστική αυτή προσευχή του Ηλία το παιδί αναστήθηκε. Πρόκειται για την πρώτη ανάσταση νεκρού που καταγράφεται στις Γραφές. Εκείνη, καθώς βλέπει το παιδί της ζωντανό και πάλι, λέει στον Ηλία. «τώρα όντως γνωρίζω ότι εσύ είσαι άνθρωπος του Θεού και ότι ο λόγος του Θεού που είναι στο στόμα σου είναι αληθινός». 
       Η χήρα στα Σεραπτά, αν και ήταν ειδωλολάτρισσα έδειξε πίστη στον αληθινό Θεό και ο Θεός την αντάμειψε. Ας θυμόμαστε την πίστη της, ας είναι ένα ζωντανό παράδειγμα για όλους μας. Μετά από τα γεγονότα αυτά ακολούθησαν τα γεγονότα στο όρος Κάρμηλος, όπου ο Ηλίας φόνευσε όλους τους Ιερείς του Βάαλ. (Α΄ Βασιλέων ΙΗ/18: 40). 
      Η συνέχεια της ιστορίας μας μετά απ’ όλα αυτά τα γεγονότα: 
41 Και είπεν ο Ηλίας προς τον Αχαάβ, Ανάβα, φάγε και πίε διότι είναι φωνή πλήθους βροχής. 
42 Και ανέβη ο Αχαάβ διά να φάγη και να πίη. Ο δε Ηλίας ανέβη εις την κορυφήν του Καρμήλου και έκυψεν εις την γην και έβαλε το πρόσωπον αυτού αναμέσον των γονάτων αυτού, 
43 και είπε προς τον υπηρέτην αυτού, Ανάβα τώρα, βλέψον προς την θάλασσαν. Και ανέβη και έβλεψε και είπε, Δεν είναι ουδέν. Ο δε είπεν, Ύπαγε πάλιν, έως επτάκις. 
44 Και την εβδόμην φοράν είπεν, Ιδού, νέφος μικρόν, ως παλάμη ανθρώπου, αναβαίνει εκ της θαλάσσης. Και είπεν, Ανάβα, ειπέ προς τον Αχαάβ, Ζεύξον την άμαξάν σου, και κατάβα, διά να μη σε εμποδίση η βροχή. 
45 Και εν τω μεταξύ ο ουρανός συνεσκότασεν εκ νεφών και ανέμου, και έγεινε βροχή μεγάλη. Και ανέβη ο Αχαάβ εις την άμαξαν αυτού και υπήγεν εις Ιεζραέλ (Α΄ Βασιλέων ΙΗ/18: 41-44). ---
 

*** Υ/φο. Σχετική μελέτη για τη ζωή και τη δράση του προφήτη Ηλία έχει δημοσιευθεί στο blog: giorgoskomninos.blogspot.com  στις 27-05-2013.

Τρίτη 1 Μαΐου 2018

Ο ΘΡΙΑΜΒΟΣ ΤΗΣ ΠΙΣΤΗΣ




Ο ΘΕΟΣ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΟΥ ΓΟΛΙΑΘ.
 
βιβλίο "Α΄ ΣΑΜΟΥΗΛ",  κεφ. ΙΖ / 17.     (ΠΑΛΑΙΑ ΔΙΑΘΗΚΗ).

"Ο Θεός ζητάει να βρει ανθρώπους που να Τον εμπιστεύονται με απλότητα".

         "Όταν υπάρχει ο φόβος του Θεού, τότε δεν κυριαρχεί κανένας άλλος φόβος".

    "Γολιάθ - η σιδηρόφρακτη αδυναμία". Η ιστορία αποτελεί ένα μνημείο που   διαχρονικά δείχνει την  παντοδυναμία της πίστης  στον  ζωντανό,  τον  αληθινό  Θεό  καθώς και  την τέλεια αδυναμία της ανθρώπινης ματαιότητας. 

      «Συνήθροισαν  δε  οι   Φιλισταίοι  τα  στρατεύματα  αυτών  διά πόλεμον».                      Αναμφισβήτητα  η   χριστιανική   ζωή   είναι  πόλεμος.  Ποτέ  δε  θα  παύσουν  οι  κατά  καιρούς    "Φιλισταίοι"    με   την  οποιαδήποτε   μορφή   τους   να   εμποδίζουν   και    να  παρενοχλούν  το λαό  του  Θεού.  Πάρα  πολλές φορές μπροστά στο κοινό σκοπό τους, που είναι  να  πλανήσουν,  ν'  αποδιοργανώσουν  και τελικά  να  καταβάλουν  πνευματικά   τον  πιστό   άνθρωπο,  με  σκοπό  να  τον  καταστήσουν  ανενεργό  και  να τον απομακρύνουν από το Θεό, συνασπίζονται μαζί με τους άλλους εχθρούς, τους  Αμαλικήτες, τους Χαναναίους, τους Φερεζαίους, τους Ιεβουσαίους κλπ (Ιησούς τ. Ναυή ΚΔ/24: 11). 
      Πριν προχωρήσουμε στη μελέτη του θέματος, θα ήθελα να αναφερθούμε σε ορισμένα γεγονότα που συνέβησαν λίγο καιρό πριν απ' αυτό το περιστατικό και που αφορούν το Δαβίδ. Ο Δαβίδ βρίσκεται σε κάποιες λοφοπλαγιές της Βηθλεέμ και βόσκει τα πρόβατα του πατέρα του. Εκεί έρχεται κάποιος μηνυτής και του λέει ότι ο πατέρας του θέλει να τον δει κατεπειγόντως, είναι πολύ μεγάλη ανάγκη (Α΄ Σαμουήλ ΙΣ/16: 12). Πάντα υπάκουος ο Δαβίδ, αφήνει τα πρόβατα σε κάποιο φύλακα (Α' Σαμουήλ ΙΖ/17: 20). Δεν τα εγκατέλειψε, γιατί ήταν πολύ καλός και συνεπής στο δουλειά του και τρέχει να συναντήσει τον πατέρα του. Καθώς τον συναντάει, τον βλέπει να συζητά με έναν ηλικιωμένο άνθρωπο, που δεν ήταν άλλος από το Σαμουήλ, τον Κριτή και προφήτης του Θεού. Τον άνθρωπο αυτό τον είχε στείλει εκεί ο Θεός, για να χρήσει ένα από τα παιδιά του Ιεσσαί ως τον επόμενο βασιλιά του Ισραήλ. Ο προφήτης είχε ήδη δει τους επτά μεγαλύτερους αδελφούς του Δαβίδ, αλλά ο Θεός του είχε ξεκαθαρίσει ότι δεν ήθελε κανέναν απ’ αυτούς για βασιλιά. Όταν εμφανίστηκε ο Δαβίδ, το Πνεύμα του Θεού είπε στο Σαμουήλ: «Αυτόν να χρήσεις βασιλιά». Μπροστά λοιπόν στον πατέρα του και σε όλα τα αδέλφια του ο Σαμουήλ γέμισε ένα κέρας με λάδι και έχυσε λίγο πάνω στο κεφάλι του Δαβίδ. Ο Λόγος του Θεού αναφέρει σχετικά: «Τότε έλαβεν ο Σαμουήλ το κέρας του ελαίου και έχρισεν αυτόν εν μέσω των αδελφών αυτού και επήλθε πνεύμα Κυρίου επί τον Δαβίδ από της ημέρας εκείνης και εφεξής» (Α΄ Σαμουήλ ΙΣ/16: 13). 
      Μετά απ’ αυτά τα γεγονότα τι έκανε ο Δαβίδ; Πραγματικά είναι αξιοθαύμαστος ο τρόπος με τον οποίον ενήργησε. Δεν πήγε να εκθρονίσει τον ήδη χρισμένο βασιλιά του Ισραήλ, τον Σαούλ, δεν απέκτησε εγωισμό, ούτε άρχισε να κάνει μεγαλεπήβολα σχέδια ή να φέρεται αλαζονικά και να τρέφει υπέρμετρες φιλοδοξίες. Αν και χρισμένος βασιλιάς στο λαό του Θεού, ο Δαβίδ επέστρεψε στα πρόβατά του και συνέχισε ταπεινά να τα ποιμαίνει, περιμένοντας να λάβει οδηγία από το Θεό για το τι ακριβώς θα έπρεπε να κάνει. 
      Καθώς φύλαγε τα πρόβατα, το ποίμνιό του απειλήθηκε δύο φορές, τη μία από ένα λιοντάρι και την άλλη από μία αρκούδα. Ο Δαβίδ όρμισε πάνω σ' αυτά τα θηρία, για να σώσει τα πρόβατα του πατέρα του. Και στις δύο περιπτώσεις κατάφερε και εξουδετέρωσε εκείνα τα άγρια θηρία! (Α΄ Σαμουήλ ΙΖ/17: 24-36). Ο Λόγος του Θεού αναφέρει: «ο ποιμένας ο καλός την ψυχή του βάζει για χάρη των προβάτων» (Ιωάννης Ι/10: 11). Ο Δαβίδ δεν είχε πίστη στον εαυτόν του, αλλά στη δύναμη του Θεού. Καθώς εξιστορεί τα γεγονότα, δε λέει: "εγώ" που νίκησα το λιοντάρι και την αρκούδα θα νικήσω και τώρα. Αφού τα κατάφερα τότε άρα θα καταφέρω και τώρα". Τίποτα απ' όλα αυτά. Στο νου του Δαβίδ, που σκέπτεται με μια γνήσια και ειλικρινή πίστη, που είναι "άνθρωπος κατά την καρδίαν του Θεού" (Πράξεις ΙΓ/13: 22), ο Θεός προπορεύεται στη ζωή του και ο ίδιος ακολουθεί εμπιστευόμενος τον Κύριο. Τα λόγια του είναι συγκλονιστικά: "Και είπεν ο Δαβίδ, Ο Κύριος ο ελευθερώσας με εκ χειρός του λέοντος και εκ χειρός της άρκτου, ούτος θέλει με ελευθερώσει εκ χειρός του Φιλισταίου τούτου" (Α' Σαμουήλ ΙΖ/17: 37). Απέδωσε όλη τη δόξα και τη δύναμη στο Θεό, δεν κράτησε τίποτα για τον εαυτόν του. 
     Η φήμη του Δαβίδ όλο και πιο πολύ μεγάλωνε ανάμεσα στο λαό με αποτέλεσμα να φτάσει μέχρι τα  αυτιά του βασιλιά Σαούλ. Ο Σαούλ, αν και ήταν μεγάλος και έμπειρος πολεμιστής, είχε χάσει την εύνοια του Θεού, γιατί δεν έδειξε υπακοή σ’ Αυτόν (Α' Σαμουήλ ΙΕ/15: 26). Εξαιτίας του ότι ο Θεός είχε αποσύρει το Πνεύμα Του, ο βασιλιάς κυριευόταν συχνά από ένα "κακό πνεύμα" και είχε ξεσπάσματα θυμού, ζήλιας, καχυποψίας εκδηλώνοντας μια βίαιη συμπεριφορά. Όταν καταλάμβανε το βασιλιά το "κακό πνεύμα", μόνον η μουσική μπορούσε να τον ησυχάσει και γι’ αυτό κάποιοι άνδρες του βασιλιά  κάλεσαν το Δαβίδ στο παλάτι, όπου έγινε μουσικός και οπλοφόρος του Σαούλ (Α΄ Σαμουήλ ΙΕ/15: 26-29 & ΙΣ/16: 14-23). Από νέος ο Δαβίδ είχε σεβασμό και μεγάλη πίστη στο Θεό και κάθε φορά συμμορφωνόταν με τις εντολές Του. Στο βιβλίο του «Εκκλησιαστή» (κεφ. ΙΒ/12, εδ. 1) αναφέρεται: «Και να θυμάσαι τον Πλάστη σου στις ημέρες τής νιότης σου πριν έρθουν οι κακές ημέρες, και φτάσουν τα χρόνια στα οποία θα πεις: Δεν έχω ευχαρίστηση σ' αυτά». Κατά το διάστημα που ο Δαβίδ υπηρετούσε κοντά στο βασιλιά επέστρεφε πολλές φορές στο σπίτι του, για να ποιμάνει τα πρόβατα και αυτό κάποιες φορές διαρκούσε για μεγάλα διαστήματα. 
    Οι Φιλισταίοι λοιπόν συγκέντρωσαν τα στρατεύματά τους για πόλεμο ανάμεσα στις πόλεις Σοκχώ και Αζηκά. Ο Σαούλ και οι άνδρες του συγκεντρώθηκαν και στρατοπέδευσαν απέναντι στην κοιλάδα Ηλά, όπου παρατάχτηκαν σε μάχη ενάντια στους Φιλισταίους. Οι τρεις μεγαλύτεροι αδελφοί του Δαβίδ, ο Ελιάβ, ο πρωτότοκος, ο δεύτερος, ο Αβίναδάδ και ο τρίτος, ο Σαμμά, έχουν καταταχθεί στο στρατό του Σαούλ και είναι και αυτοί έτοιμοι, για να πολεμήσουν. 
      Μια μέρα λοιπόν ο Ιεσσαί, ο πατέρας, λέει στο μικρότερο γιο του, το Δαβίδ: «Πάρε λίγα ψωμιά και πήγαινέ τα στους αδελφούς σου και δες αν είναι όλοι τους καλά» (Α΄ Σαμουήλ ΙΖ/17: 17). Όταν ο Δαβίδ φτάνει στο στρατόπεδο βλέπει τους στρατιώτες του Ισραήλ να βρίσκονται σε απελπιστική κατάσταση, σε πλήρη σύγχυση και πανικό, ντροπιασμένοι και εντελώς εξουθενωμένοι. Τι ήταν αυτό άραγε που τους είχε τρομοκρατήσει τόσο πολύ; Είχαν τρομοκρατηθεί από την παρουσία ενός Φιλισταίου άνδρα στο απέναντι στρατόπεδο των εχθρών τους. Ο Δαβίδ, καθώς παρατηρεί, βλέπει στο μέσον της κοιλάδας, που ήταν ανάμεσα στα δύο στρατόπεδα, να στέκεται ένας υπερμεγέθης άνδρας, βαριά οπλισμένος που προσπαθούσε με προκλητικά λόγια του να γελοιοποιήσει το στρατό των Ισραηλιτών και το Βασιλιά τους, προκειμένου να κάμψει το φρόνημά τους. Αυτό το έκανε κάθε πρωί και κάθε βράδυ εδώ και σαράντα ημέρες, φωνάζοντας: «Διαλέξτε έναν από τους άνδρες σας για να με πολεμήσει. Αν νικήσει και με σκοτώσει, θα γίνουμε εμείς δούλοι σας, αλλά αν νικήσω εγώ και τον σκοτώσω θα γίνετε εσείς δούλοι μας. Σας προκαλώ να διαλέξετε κάποιον να με πολεμήσει» (Α΄ Σαμουήλ ΙΖ/17: 4-10). 
      Όταν ο Δαβίδ άκουσε αυτά τα προκλητικά, ακραία προσβλητικά και απαξιωτικά λόγια και είδε και το φόβο και τον τρόμο, που είχε κυριαρχήσει στη ζωή του Βασιλιά και των στρατιωτών, ανάμεσα στους οποίους ήταν και τ' αδέρφια του, προβληματίστηκε και στενοχωρήθηκε πολύ. Στα μάτια του Δαβίδ αυτός ο ειδωλολάτρης δε γελοιοποιούσε απλά το στρατό του Ισραήλ, αλλά έκανε κάτι πολύ χειρότερο, προσπαθούσε να προσβάλει τον  Θεό του Ισραήλ. Μπροστά σ’ αυτήν την απελπιστικά τραγική κατάσταση τι θα μπορούσε να κάνει ένα μικρό παιδί τελείως άοπλο, που δε γνώριζε τίποτα από πόλεμο; Το μόνο που είχε μάθει στη ζωή του ήταν να φυλάει τα πρόβατα και να παίζει μουσική με μία άρπα, εμπνεόμενος από την ομορφιά της δημιουργίας του Θεού. Ο Σαούλ και οι στρατιώτες του ήταν εμπειροπόλεμοι και βαριά οπλισμένοι, όμως δεν μπορούσαν να πολεμήσουν, γιατί το θεωρούσαν ανώφελο, επειδή ήταν σίγουροι ότι θα έχαναν τη μάχη. Αδύναμοι ν' αντιμετωπίσουν την κατάσταση είχαν περιέλθει σε απόλυτο τρόμο και πανικό. 
       Ας είμαστε προσεκτικοί. Υπάρχουν μάχες στη ζωή που τις βλέπουμε με τα σαρκικά μας μάτια και θεωρούμε ότι είναι εκ των προτέρων χαμένες, ό,τι και αν κάνουμε, όπως και αν ενεργήσουμε. Πώς να νικήσω την ασθένεια, πώς να ανταπεξέλθω σ' ένα υπέρογκο χρέος, πώς να αντιμετωπίσω ένα μεγάλο οικογενειακό πρόβλημα, πώς να σταθώ, όταν μου λείπει ο δικός μου άνθρωπος από τη ζωή, πώς να νικήσω κάτω από το βάρος όλων αυτών των ανυπέρβλητων προβλημάτων; Κάθεται ο άνθρωπος μπροστά στα τείχη της οχυρωμένης πόλεως της Ιεριχώ, τα παρατηρεί και αισθάνεται σαν μια μύγα μπροστά τους, ακούει και τους άλλους που λένε ότι είναι φτιαγμένα με την τελευταία λέξη της τεχνολογίας, είναι απόρθητα και κάτω απ' αυτές τις συνθήκες πανικοβάλλεται, απελπίζεται. Έτσι, «αποβλέποντας στο φαινόμενο», χάνει κάθε του δύναμη και υποχωρεί. Όμως «τι είναι αδύνατον εις τον Κύριον;» (Λουκάς Α/1: 37). Έχετε ποτέ σκεφθεί ότι αυτά τα μεγάλα, απόρθητα τείχη μπορεί να πέσουν και να ισοπεδωθούν με τη χρήση κάποιων "σαλπίγγων", που με πίστη και με υπακοή στον Κύριο κάποιοι σαλπιγκτές θα τα πολιορκήσουν; (Ιησούς τ. Ναυή Σ/6: 2). 
       Στο ανάγνωσμά μας ένας απερίτμητος, ένας Φιλισταίος, μια μεγάλη δύναμη μακριά και έξω από το θέλημα του Θεού, μάχεται με όλα εκείνα τα σύγχρονα μέσα που του παρέχει το σύστημα εναντίον του λαού του Θεού. Ο Γολιάθ διέθετε μια κορμοστασιά 2,90 μέτρων ντυμένη μέσα σε μια σιδερένια πανοπλία που ζύγιζε 90 κιλά και ένα αιχμηρό δόρυ βάρους 9 κιλών. Στα ανθρώπινα μάτια είναι άτρωτος, είναι ανίκητος, είναι απρόσβλητος. Με την ανθρώπινη λογική ένας τρόπος σωτηρίας υπάρχει, η εγκατάλειψη του αγώνα, η φυγή, η άμεση άτακτη υποχώρηση. Ο άνθρωπος αυτός,  στηριζόμενος στον εξοπλισμό του και τη σωματική του δύναμη, μάχεται και εξουθενώνει το λαό του Θεού. Με πολύ εγωισμό τον βλέπουμε να καυχιέται: «εγώ εξουθένωσα τον Ισραήλ» (εδάφ. 10). 
      Αλήθεια τούτα τα λόγια θα πρέπει να τύχουν ιδιαίτερης μελέτης. Πώς ήταν δυνατόν ένας απερίτμητος Φιλισταίος, ένας εχθρός του Θεού, να εξουθενώνει το λαό του Θεού; Πώς είναι δυνατόν να ξεχνά ο λαός του Θεού ότι «δεν είναι δύσκολο στο Θεό να σώζει, είτε με πολλούς είτε με ελάχιστους» (Α΄ Σαμουήλ ΙΔ/14: 6). Αρκετά χρόνια αργότερα ο βασιλιάς του "Ιούδα" (νότιο βασίλειο), ο Ασά (932 - 870), εμπνεόμενος από το ίδιο Πνεύμα θα βοήσει στον Κύριο: "Κύριε, δεν είναι σε σένα τίποτε να βοηθάς εκείνους που έχουν πολλή ή καμιά δύναμη βοήθησέ μας, Κύριε Θεέ μας επειδή, έχουμε εμπιστευθεί σε σένα, και ερχόμαστε στο Όνομά σου ενάντια σ' αυτό το πλήθος Κύριε, εσύ είσαι ο Θεός μας ας μη υπερισχύσει άνθρωπος εναντίον σου".
      Πώς είναι δυνατόν να τρομάζει ο λαός του Θεού όταν ένας άνθρωπος ήταν εναντίον τους, από τη στιγμή που ο Θεός ήταν μαζί τους;  Απλούστατα. Τούτη ακριβώς την πίστη, ότι ο Θεός ήταν μαζί τους, την είχαν χάσει. Δεν είχαν εκλάβει ως αληθή και για πάντα ισχύοντα τα λόγια του Θεού. Όταν αυτό συμβαίνει στη ζωή του πιστού ανθρώπου, τότε χάνει ο άνθρωπος κάθε δύναμη και κάθε σιγουριά στη ζωή του. Τότε τρομάζει, ταράζεται, πανικοβάλλεται μπροστά στον κάθε "Γολιάθ" που εμφανίζεται στη ζωή του και γίνεται φυγάς.  
     Σ’ αυτήν ακριβώς την κατάσταση βρέθηκε και ο λαός Ισραήλ. Ήταν εξουθενωμένος, αποδυναμωμένος, φοβισμένος, ντροπιασμένος, νικημένος, αλλά αυτό δεν προερχόταν από τη δύναμη αυτού του Φιλισταίου, αλλά από τη δύναμη της απιστίας του και της αποστασίας του από τον αληθινό Θεό. Πρόκειται για εκείνον τον ισχυρό Θεό, που «δια κραταιάς χειρός» (Έξοδος ΙΓ/13: 9) τον είχε βγάλει μέσα από την Αίγυπτο, μέσα από το στρατόπεδο του Φαραώ, μέσα από τη σκλαβιά και τη δουλεία. Ναι, είχαν αποστατήσει από το Θεό, η πίστη τους είχε αποδυναμωθεί, με αποτέλεσμα να έχει επικρατήσει από τη μια άκρη του στρατοπέδου ως την άλλη, μεγάλος φόβος, ταραχή, υποχώρηση, σιωπή, εξουθένωση. 
      Στην κατάσταση στην οποία βρίσκονταν ο λαός προσπαθούσε να βρει σωτηρία με "ρομφαία και δόρυ", με φυσικούς, με ανθρώπινους τρόπους και επειδή δεν επαρκούσαν αυτά τα μέσα, είχαν τρομοκρατηθεί. Κανένας δεν επικαλείται τον Κύριο, τα μάτια όλων έχουν επικεντρωθεί πάνω στο γίγαντα. Τόσο ο Δαβίδ όσο και ο λαός άκουγαν και έβλεπαν τα ίδια πράγματα, παρ' όλα αυτά η στάση που λαμβάνουν είναι εντελώς διαφορετική.
     Ο Δαβίδ αρνείται να ενεργήσει με τον τρόπο που ενεργούν οι άλλοι γύρω του. Ενώ όλοι εστιάζουν στο γίγαντα, ο Δαβίδ, καθώς μπαίνει στο σκηνικό, αγνοεί τον Γολιάθ και εστιάζει την προσοχή του στον Κύριο. Πιστεύει στη δύναμη του Θεού, κάτι το οποίο φαίνεται ότι όλοι οι υπόλοιποι να μην το λαμβάνουν υπόψη τους. Αν παρατηρήσουμε στο κεφ. ΙΖ/17, ο Δαβίδ αναφέρεται εννέα φορές στον Κύριο, δύο στον Γολιάθ, μία φορά στο Σαούλ. Είναι φανερό ότι όλη η προσοχή του επικεντρώνεται στον Κύριο. Βασικά δεν τον ενδιαφέρει ποιος είναι ο Γολιάθ, ο Θεός μόνον τον ενδιαφέρει και μέσα απ' αυτήν την περιπέτεια βλέπει μια μεγάλη ευκαιρία, για να δοξαστεί το Όνομα του Θεού. Αν στη ζωή μας εστιάζουμε στο Θεό, θα πέσει ο γίγαντας και θα δοξαστεί ο Θεός, ενώ αν εστιάσουμε στο γίγαντα θα πέσουμε εμείς και θα στεναχωρήσουμε τον Κύριο με την ολιγοπιστία μας. 
       Ο Δαβίδ δεν εκπλήσσεται από το Γολιάθ και τις απειλές του, αλλά από τους Ισραηλίτες, γιατί ενώ τους απειλεί και τους υποτιμά, αυτοί φοβούνται και τηρούν μία παθητική στάση. Την ώρα που ο λαός έλεγε: "ποιοι είμαστε εμείς μπροστά στο Γολιάθ", ο Δαβίδ αναρωτιόταν: "ποιος είναι ο Γολιάθ μπροστά στο Θεό;" Δε μετράει τι βλέπουμε, αλλά αν αξιολογούμε εκείνα που βλέπουμε, σύμφωνα με το Λόγο του Θεού. Αν εμπιστευόμαστε τον Θεό και φέρνουμε τα προβλήματά μας ενώπιον Του με προσευχή, τα δικά μας προβλήματα γίνονται και του Θεού προβλήματα. Για το Δαβίδ αυτή η κατάσταση της ηττοπάθειας που επικρατούσε ανάμεσα στο λαό ήταν πέρα για πέρα απαράδεκτη. Πώς είναι δυνατόν ο στρατός του ζωντανού, του αληθινού Θεού να καταλαμβάνεται από πανικό και να τρέπεται «εις φυγήν» στη θέα ενός και μόνου άνδρα και μάλιστα ειδωλολάτρη; Το ερώτημα είναι διαχρονικό: "Πώς είναι δυνατόν να νικάνε οι «Φιλισταίοι» μέσα στη ζωή μας;"  Με τα προκλητικά του λόγια ο άνδρας αυτός πάνω απ’ όλα προσέβαλε τον αληθινό Θεό. 
     Ο Δαβίδ, καθώς πήρε την απόφαση να στραφεί εκείνος εναντίον του Φιλισταίου, άρχισε να μιλάει με μεγάλη σιγουριά για την ήττα του Γολιάθ. Έτσι λοιπόν είπε στο βασιλιά: «Ας μην καταρρέει η καρδιά κανενός ανθρώπου μέσα του». Ψυχή, μπροστά στο μεγάλο πρόβλημα που αντιμετωπίζεις όπως το χαρακτηρίσαμε παραπάνω, μην καταρρέεις, μην απελπίζεσαι. "Ζει Κύριος" (Ψαλμός ΙΗ/18: 46). Ο Σαούλ και οι άνδρες του είχαν καταρρεύσει και είχαν λιποψυχήσει αντικρύζοντας το Γολιάθ, γιατί έκαναν το λάθος να συγκρίνουν τον εαυτόν τους με εκείνον τον τεράστιο άνδρα, σκεπτόμενοι ότι τον έφταναν μέχρι τη μέση. Ο Δαβίδ όμως δε σκεφτόταν έτσι. Έβλεπε το πρόβλημα τελείως διαφορετικά και γι’ αυτό προσφέρθηκε να πολεμήσει ο ίδιος τον Γολιάθ (Α΄ Σαμουήλ ΙΖ/17: 32). Αποφασίζει λοιπόν να δώσει τη μάχη για το λαό του, έχοντας σαν όπλα του το Όνομα του Θεού και μια σφεντόνα. Αλήθεια χρειάζεται και η σφεντόνα; Ασφαλώς ναι, γιατί ο Κύριος θέλει να κάνουμε εμείς εκείνο που μπορούμε και που είναι μέσα στις δυνάμεις μας, δείχνοντας έτσι την πίστη μας και Αυτός θα ευλογήσει την προσπάθειά μας και θα αναλάβει όλα τ' άλλα. Ας αποτυπώσουμε στο νου μας το σκηνικό που επικρατεί. Ο Ισραήλ είναι κρυμμένος από φόβο, οι Φιλισταίοι ενθουσιασμένοι κάνουν θόρυβο, ο Γολιάθ χωμένος μέσα στη σιδερένια πανοπλία του απειλεί και τέλος ο Δαβίδ, άοπλος στέκεται με θάρρος έχοντας απόλυτη εμπιστοσύνη στο Θεό. 
    Διαβάζοντας το κεφάλαιο (ΙΖ/17) βλέπουμε ότι από τη στιγμή που ο Δαβίδ έλαβε την απόφαση να σταθεί κοντά στο Θεό και να δώσει τη μάχη για το λαό του, ξεσπούν κάποιες άλλες μεγάλες μάχες γύρω του που προσπαθούν με κάθε τρόπο να τον εμποδίσουν να αγωνιστεί και να δώσει τη μάχη εναντίον του Φιλισταίου. Είναι γεγονός ότι η πίστη μας θα δοκιμαστεί όχι μόνον απ' αυτούς που δεν πιστεύουν στο Θεό, αλλά και απ' αυτούς που "λένε" ότι πιστεύουν και οι οποίοι μπορεί να προέρχονται από το στενό μας περιβάλλον ή ακόμα και μέσα από την οικογένειά μας. Η πίστη μας θα δοκιμαστεί, γιατί απλά δε συμφωνεί με την ανθρώπινη λογική. Δεν περιπατούμε "εξ' όψεως αλλά διά πίστεως" (Β' Κορινθίους Ε/5: 7) και γι' αυτό και η αντιμετώπιση των "γιγάντων" που μας απειλούν στη ζωή μας, πάντοτε θα φαίνεται αδύνατη και παράδοξη σ' αυτούς που δεν έχουν πίστη. 
     Μάχη 1η. Η ευλογημένη αυτή απόφαση του Δαβίδ γίνεται αιτία να τον φθονήσει ο μεγαλύτερος αδελφός του ο Ελιάβ. Ο Λόγος του Θεού στο εδάφ. 28 αναφέρει: «και ήκουσεν ο Ελιάβ ο αδελφός αυτού ο μεγαλύτερος, ενώ ελάλει προς του άνδρας και εξήφθη ο θυμός του Ελιάβ εναντίον του Δαβίδ και είπε: «διατί κατέβεις εντάυθα και εις ποιον αφήκες τα ολίγα εκείνα πρόβατα εν τη ερήμω; Εγώ εξεύρω την υπερηφανίαν σου και την πονηρία της καρδιά σου, βεβαίως δια να ίδεις την μάχην κατέβηκες». Ο ονειδισμός από τον αδελφό σου, από τον οικείο σου, από τον συγγενή σου είναι η πρώτη μάχη που πρέπει να δώσεις, αν έλαβες τη μεγάλη απόφαση μέσα στη ζωή σου ν' αγωνιστείς για τον Κύριο. 
    Ο Ελιάβ προσπαθεί να εξοργίσει, να μειώσει και να εξευτελίσει το Δαβίδ ενώπιον όλων, λέγοντάς του ότι εγκατέλειψε τα λίγα πρόβατα από ανευθυνότητα και ότι είναι αλαζόνας και πονηρός στην καρδιά. Αμφισβητεί τα ελατήριά του και τον κατηγορεί ότι άφησε τα πάντα «χάριν του θεάματος». Πώς αντιδρά σε όλα αυτά ο άνθρωπος, που είναι «κατά την καρδίαν του Θεού»; (Πράξεις ΙΓ/13: 22). Καταρχήν δεν προσπάθησε να ανασκευάσει τις φοβερές και ψευδείς κατηγορίες του αδελφού του. Δεν ξεκίνησε μια αντεπίθεση, δεν άρχισε αυτός τώρα να κατηγορεί τον αδελφό του για ζήλια, για κακία. Ο Δαβίδ, για να αντιμετωπίσει όλα αυτά, στηριζόταν στην «ασπίδα της πίστεως επί της οποίας σβήνουν όλα τα πύρινα βέλη του πονηρού» (Εφεσίους Σ/6: 16). 
     Τον παρατηρούμε να λέει με πραότητα στον αδελφό του. «Τι κακό έκανα τώρα; Δεν είναι αιτία;». Έκρινε ότι υπήρχε σοβαρός λόγος να βρίσκεται εκεί τη στιγμή που προσβάλλεται το Όνομα του Κυρίου και εξουθενώνεται ο λαός Του. Πόσο εύκολα χάνει ο άνθρωπος τον προσανατολισμό του, όταν χάσει την πίστη του, όταν η πνευματική ζωή του δεν είναι «εν Χριστώ» (Α΄ Κορινθίους Α/1: 30), όταν δεν είναι σύμφωνη με το θέλημα του Θεού! 
     Απ’ όλα τα παραπάνω ένα μεγάλο συμπέρασμα βγαίνει, αν αποφάσισες στη ζωή σου «να υπερασπιστείς το όνομα του Κυρίου», πολύ σύντομα θα αντιμετωπίσεις τη μομφή, την αποστροφή, την απαξίωση ακόμα και των πιο αγαπημένων σου προσώπων. Σε μια τέτοια κατάσταση πρόσεξε, μην οργίζεσαι, μην ανταποδίδεις «τα ίσα», θεώρησε απλά ότι σου δίνεται μια ευκαιρία να μιλήσεις για Εκείνον, να δώσεις το κάλεσμα, που Αυτός σου εμπιστεύτηκε και τίποτα άλλο. Όλα τ' άλλα θα τα αναλάβει ο Κύριος. Ο Λόγος του Θεού μας προειδοποιεί: «έρχεται ώρα, καθ' ην πας όστις σας θανατώση θέλει νομίσει ότι προσφέρει λατρείαν εις τον Θεόν και ταύτα θέλουσι σας κάμει, διότι δεν εγνώρισαν τον Πατέρα ουδέ εμέ» (Ιωάννης ΙΣ/16: 3). 
     Ας φανταστούμε ποιες θα ήταν οι συνέπειες, εάν ο Δαβίδ είχε πέσει στην παγίδα του εχθρού, αν είχε εξοργιστεί και ακόμη να είχε συμπλακεί με τον Ελιάβ. Σίγουρα ποτέ στη ζωή το δε θα είχε γράψει τούτη τη λαμπρή σελίδα. Ίσως και να μην έφτανε ποτέ να δώσει τη μάχη κατά του Φιλισταίου τούτου. Ο Λόγος του Θεού μας πληροφορεί: «ο μη οργιζόμενος είναι καλύτερος του δυνατού και ο κυβερνών το πνεύμα αυτού, ισχυρότερος του κατακυριεύοντος πόλιν» (Παροιμίες ΙΣ/16: 32). 
      Μάχη 2η. Μετά τη νίκη του Δαβίδ κατά του αδελφού του άλλη δοκιμασία τον περίμενε. Ο ίδιος ο βασιλιάς προσπαθεί να τον αποθαρρύνει, να τον εμποδίσει από του να θέσει σε εφαρμογή τη μεγάλη απόφαση που είχε πάρει. Συγκεκριμένα του λέει ο βασιλιάς: «…δεν δύνασαι να υπάγεις εναντίον του Φιλισταίου τούτου για να πολεμήσεις μετ’ αυτού, διότι συ είσαι παιδί, αυτός δε είναι άνδρας, πολεμιστής, εκ νεότητος αυτού». Πώς αντιδρά άνθρωπος του Θεού, σ' αυτή την επίθεση του εχθρού; Προσπαθεί να δικαιολογηθεί και να αποδείξει ότι είναι ικανός ν' αναλάβει τούτη την αποστολή; Με πολλή ταπεινότητα ο Δαβίδ αναφέρει τα επεισόδια με την  αρκούδα και το λιοντάρι και το κάνει αυτό, μόνον και μόνον, για να δείξει τη δύναμη του Θεού. "ο Κύριος που με ελευθέρωσε εκ της χειρός του λέοντος και της αρκούδας θα με ελευθερώσει και από τα χέρια του Φιλισταίου τούτου" (Α΄ Σαμουήλ ΙΖ/17: 36). 
    Ο Δαβίδ αντλεί μνήμες από το παρελθόν της ζωής του, θυμάται τις θαυμαστές επεμβάσεις του Θεού και αυτό του δίνει δύναμη και σιγουριά. Θα πρέπει και εμείς να θυμόμαστε πάντοτε τις επεμβάσεις του Θεού στη ζωή μας και να μην είμαστε αγνώμονες και επιλήσμονες. Στον "Ψαλμό" (ΡΓ/103: 2) αναφέρει: "Ευλόγει, η ψυχή μου, τον Κύριον, και μη λησμονής πάσας τας ευεργεσίας αυτού". Η πίστη που μπορεί ν' αντιμετωπίσει τον Γολιάθ χτίζεται μέσα μας σιγά - σιγά με "λιοντάρια", "αρκούδες" και με μύριες άλλες εμπειρίες που καθημερινά αποκτούμε. Να μην ξεχνάμε να ευχαριστούμε το Θεό για τις σωτήριες επεμβάσεις Του, για ό,τι έχει κάνει κατά το παρελθόν στη ζωή μας, για τη σωτηρία που μας έχει προσφέρει διά Ιησού Χριστού. 
       Βλέπουμε ότι ο Δαβίδ στον Ελιάβ αναφέρει το σκοπό για τον οποίο θα πολεμούσε. Στο Σαούλ δείχνει την πίστη του στην δύναμη που θα τον ενίσχυε και προσδιορίζει την προέλευση αυτής, η οποία θα είναι από τον Κύριο. Δεν στηριζόταν ο Δαβίδ στις δικές του δυνάμεις, στην πείρα του, στις ικανότητές του,  αλλά στη δύναμη του ζωντανού και αληθινού Θεού, ο οποίος γνωρίζει να ελευθερώνει τους δικούς Του (Β΄ Πέτρου Β/2: 9). 
    Ας προσέξουμε και ένα ακόμα σημείο. Ο Βασιλιάς, αφού βλέπει την αποφασιστικότητα του νέου τούτου, προσφέρει σ’ αυτόν την πανοπλία του, για να μπορέσει να σταθεί και να νικήσει. Πρόκειται για μία πολύ μεγάλη και ολέθρια εισήγηση. Ας σκεφτούμε το Δαβίδ να πολεμάει για τον Κύριο με την πανοπλία του Σαούλ. Αυτό συμβαίνει πολλές φορές στην αντιμετώπιση κάποιων σοβαρών προβλημάτων μας. Προσπαθούμε να αντιμετωπίσουμε τα προβλήματα με έτοιμα σχέδια, έτοιμες ιδέες, αντί να στηριζόμαστε και να ακολουθούμε ένα και μόνον δρόμο, που είναι η απόλυτη αφιέρωση και εμπιστοσύνη στο θέλημα του Θεού. Πανοπλίες από νικημένους Σαούλ, δε θα οδηγήσουν σε νίκη, σε θρίαμβο, αλλά σε παταγώδη ήττα. Έβγαλε λοιπόν ο Δαβίδ την πανοπλία του Σαούλ και φόρεσε τα ρούχα του ποιμένα, εκείνα που φορούσε καθημερινά (Α΄ Σαμουήλ ΙΖ/17: 38-40). Τ' ανθρώπινα όπλα στη σχέση μας με το Θεό είναι εμπόδια, είναι βάρη, για το σκοπό αυτό θα πρέπει να ξεντυθούμε από κάθε τι κοσμικό. Ο Λόγος του Θεού μας καλεί: «Κι εμείς, λοιπόν, καθώς είμαστε περικυκλωμένοι από ένα τόσο μεγάλο σύννεφο μαρτύρων, ας απορρίψουμε κάθε βάρος και την αμαρτία που εύκολα μας περιπλέκει, και ας τρέχουμε με υπομονή τον αγώνα που είναι μπροστά μας, αποβλέποντας στον Ιησού, τον αρχηγό και τελειωτή τής πίστης, ο οποίος, εξαιτίας τής χαράς που ήταν μπροστά του, υπέφερε σταυρό, καταφρονώντας τη ντροπή, και κάθισε στα δεξιά τού θρόνου τού Θεού» (Εβραίους ΙΒ/12: 1,2). 
     Ο εξοπλισμός του Δαβίδ ήταν ένα ραβδί και ένα σακίδιο στον ώμο του μέσα στο οποίο υπήρχε πάντοτε μια σφεντόνα. Η σφεντόνα αποτελείτο από δύο δερμάτινα λουριά που ενώνονται στην άκρη τους με μια μικρή θήκη. Έβαζε μία πέτρα μέσα στη θήκη, τη στριφογύριζε με μεγάλη ταχύτητα πάνω από το κεφάλι του, στη συνέχεια άφηνε το ένα λουρί και η πέτρα εκτοξευόταν μακριά. Ο άνθρωπος που ομολογεί ότι έχει απόλυτη εμπιστοσύνη στο Θεό πρέπει πρώτα και πάνω απ’ όλα να ζητά την οδηγία του Πνεύματος του Θεού και να απορρίπτει κάθε άλλη ανθρώπινη λύση, η οποία θα του μειώσει την τέλεια και αποκλειστική εξάρτησή του από Εκείνον. 
      Μάχη 3η : Ο Δαβίδ κέρδισε στις δύο πρώτες μάχες. Όμως τον περιμένει και μια τρίτη μάχη, που είναι και αυτή σπουδαία. Διαβάζουμε ότι, αφού έφυγε από τη σκηνή του βασιλιά, πήρε το ραβδί στο χέρι του, διάλεξε πέντε κατάλληλες πέτρες από το χείμαρρο, τις έβαλε στον ποιμενικό του σάκο και κρατώντας στο χέρι του τη σφενδόνη πλησίασε προς το Φιλισταίο. Γιατί επέλεξε να πάρει πέντε πέτρες και όχι μία; Γνώριζε ότι ο Θεός θα του έδινε τη νίκη, αλλά δεν ήξερε πώς θα ενεργούσε και γι' αυτό σε κάθε περίπτωση αρχικής αποτυχίας του είχε σκοπό να επιμείνει, χρησιμοποιώντας και τις άλλες πέτρες. Σε καμία περίπτωση δεν θα τα παρατούσε και δε θα εγκατέλειπε τη μάχη. Ο συγγραφέας της επιστολής "προς Εβραίους" (ΙΒ/12: 4) με παράπονο αναφέρει: "Δεν αντισταθήκατε μέχρις αίματος, αγωνιζόμενοι ενάντια στην αμαρτία".
      Εδώ δίνεται η τρίτη μάχη, η οποία αρχίζει με τη γελοιοποίηση από τον ίδιο τον εχθρό. Ο Γολιάθ, βλέποντας το Δαβίδ, τον καταφρόνησε και προσπάθησε να τον εκφοβίσει.  Αρχικά χλεύασε τις μεθόδους που χρησιμοποίησε ο Δαβίδ: «κύων είμαι εγώ ώστε έρχεσαι προς εμέ με ράβδους;». Και συνεχίζει με απειλές: «ελθέ προς εμέ και θέλω παραδώσει τις σάρκες σου εις τα πετεινά του ουρανού και εις τα θηρία του αγρού». 
    Όλο αυτό το σκηνικό του εκφοβισμού δεν πτόησε καθόλου το Δαβίδ. Τι είναι αυτό που υποκίνησε τον νεαρό Δαβίδ να απαντήσει στην πρόκληση εκείνου του πάνοπλου γίγαντα; Ήταν το μεγάλο θάρρος που είχε; Ήταν η ακλόνητη πίστη του στο Θεό; Ασφαλώς και όλα αυτά έπαιξαν ρόλο στην τόσο παράτολμη πράξη του, όμως αυτό που υποκίνησε ιδιαίτερα το Δαβίδ να σταθεί απέναντι σ' εκείνον τον πανύψηλο γίγαντα ήταν ο σεβασμός και η αγάπη που είχε απέναντι στον αληθινό Θεό του Ισραήλ, γι' αυτό άλλωστε ρωτάει με αγανάκτηση: "Ποιός είναι αυτός ο απερίτμητος Φιλισταίος για να εμπαίζει τα στρατεύματα του ζωντανού Θεού;" (Α' Σαμουήλ ΙΖ/17: 26). Έτσι λοιπόν καθώς παρατηρεί το Γολιάθ, απτόητος και αγέρωχος απαντά δίνοντας την πιο συγκλονιστική μαρτυρία πίστεως όλων των εποχών: «συ έρχεσαι εναντίον μου με ρομφαία και δόρυ και ασπίδα, εγώ έρχομαι εναντίον σου εν των ονόματι του Κυρίου των δυνάμεων, του Θεού των στρατευμάτων του Ισραήλ, τα οποία εσύ εξουθένωσες». Ο Δαβίδ πάει εναντίον του Φιλισταίου "στο Όνομα του Θεού". Η νίκη δε θα είναι για να δοξαστεί ο Δαβίδ, αλλά "διά να γνωρίσει πάσα η γη ότι είναι Θεός εις τον Ισραήλ και θέλει γνωρίσει παν το πλήθος τούτο ότι ο Κύριος δεν σώζει με ρομφαίαν και δόρυ διότι του Κυρίου είναι η μάχη, και αυτός θέλει σας παραδώσει εις την χείρα ημών" (εδ. 46, 47). Τούτος «ο Κύριος των δυνάμεων», είναι ο Θεός μας, είναι «ο υπερασπιστής μας» (Γένεση ΙΕ/15: 1), είναι «ο Θεός της σωτηρίας μας» (Ψαλμός ΙΗ/18: 46), είναι "ο Θεός ο ζων" (Ι.τ. Ναυή Γ/3: 10). Κανένας Γολιάθ ας μη μας κρύψει ποτέ το Πρόσωπό Του και τη δύναμή Του. Ο Δαβίδ πολέμησε για να δοξαστεί τ'  Όνομα του Θεού, για να καταλάβουν όλοι ότι υπάρχει Θεός εις τον Ισραήλ και ότι η μάχη ανήκει σ' Αυτόν (Β' Χρονικών Κ/20: 15). Είθε να βλέπουμε τους "γίγαντες" στη ζωή μας σαν μια ευκαιρία για να δοξαστεί ο Θεός.
     Κάποτε ο λαός αυτός είχε ζητήσει από το Θεό να τους ορίσει ένα βασιλιά. Δεν τους αρκούσε να βασιλεύει πάνω σ’ αυτούς ο Κύριος και έτσι έκαναν βασιλιά το Σαούλ, όμως τούτη τη δύσκολη ώρα πού είναι η δύναμη του βασιλιά να μπει μπροστά και να δώσει τη λύση; Πού είναι οι θρησκευτικοί τους ηγέτες, για να δεηθούν προς τον Κύριο και να σώσουν το λαό; Όλοι βουβάθηκαν, λες και «δεν υπάρχει Θεός εις τον Ισραήλ» (Β΄ Βασιλέων Α/1: 6). Μία μόνον λέξη θα μπορούσε να δώσει την απάντηση σχετικά με το γιατί ο λαός του Θεού έφτασε τόσο χαμηλά και είναι τόσο πολύ φοβισμένος; Η αιτία είναι μία και έχει όνομα, λέγεται: "Απιστία". Είναι η έλλειψη εμπιστοσύνης στο ζωντανό, τον αληθινό τον αιώνιο Θεό, που είναι ο μόνος δυνάμενος να νικήσει ακόμα και χωρίς μάχη, γιατί είναι "ο Κύριος των δυνάμεων" (Ησαΐας ΜΔ/44: 6). Ο λόγος του Θεού μας διαβεβαιώνει: «Εις δε τον δυνάμενον υπερεκπερισσού να κάμη υπέρ πάντα όσα ζητούμεν ή νοούμεν, κατά την δύναμιν την ενεργουμένην εν ημίν» (Εφεσίους Γ/3: 20).
    Η μεγάλη και συνεχόμενη αυτή προσβολή και εξουθένωση του λαού του Θεού έρχεται να αφυπνίσει τη συνείδηση και τη φιλοτιμία ενός μικρού παιδιού. Τούτη τη δύσκολη ώρα ο Δαβίδ δεν ακολούθησε το ρεύμα, δεν υποχώρησε, δεν πανικοβλήθηκε. Βαδίζει με θάρρος εναντίον του εχθρού, ενδεδυμένος "το θώρακα της δικαιοσύνης" (Εφεσίους Σ/6: 14). Στα χέρια του κρατάει ην ασπίδα της πίστεως" και ην ρομφαία του πνεύματος του Αγίου", γι’ αυτό ήταν άτρωτος. Τούτη την ώρα ο Δαβίδ δεν αποβλέπει στο πρόβλημα, που είναι ο Γολιάθ, αλλά αποβλέπει με θαυμαστή εμπιστοσύνη στη δύναμη του Θεού. Να ποια είναι τα όπλα του πιστού ανθρώπου. Να πώς δίνονται με επιτυχία οι μάχες του Κυρίου. Η εμπιστοσύνη του Δαβίδ δεν ήταν στη σφεντόνα, αλλά στο Δυνατό, τον Αληθινό Θεό. Δεν ήταν στην πέτρα, αλλά στην «αιώνια πέτρα», στην πέτρα εκείνη που μένει ασάλευτη εις τον αιώνα και που μια μέρα θ' αποκοπεί "άνευ χειρός" και θα συντρίψει όλα τα βασίλεια του κόσμου (Δανιήλ, κεφ. Β/2, εδ. 34 & 44). Η πέτρα αυτή είναι ο Αναστημένος και Δοξασμένος Ιησούς Χριστός. Είναι ο ερχόμενος Κύριος Ιησούς Χριστός.
   Ο Δαβίδ σκέφτηκε ότι είναι εύκολο στο Θεό «να βοηθήσει εκείνους που έχουν πολλή ή καμιά δύναμη» (Β΄ Χρονικών ΙΔ/14: 11). Στα μάτια του Θεού η ανθρώπινη δύναμη και ο οπλισμός, όσο και τελευταίας τεχνολογίας κι αν είναι, δεν έχουν καμία σημασία. Ο Δαβίδ δεν έκανε το λάθος που έκανε ο βασιλιάς και ο λαός να συγκρίνει τον εαυτόν του με τον Γολιάθ, αλλά συνέκρινε το Γολιάθ με το Θεό. Ο Γολιάθ μπορεί να είχε ύψος 2,90μ. όμως πόσο μεγάλος ήταν μπροστά στον αληθινό Θεό, τον κυρίαρχο του σύμπαντος; Το ερώτημα είναι: Έχουμε αυτή την εμπιστοσύνη στο Θεό; Πολλές φορές νιώθουμε πολύ μικροί και πολύ αδύναμοι σε σύγκριση με τα προβλήματα που αντιμετωπίζουμε. Τα προβλήματά όμως μας είναι πολύ μικρά, όταν τα συγκρίνουμε με την απεριόριστη δύναμη του Θεού. Η δύναμη του Δαβίδ ήταν η ακλόνητη πίστη του στη δύναμη του ζωντανού, του αληθινού, του αιώνιου Θεού. 
      Ας παρατηρήσουμε την εικόνα, όπως περιγράφεται μέσα από το λόγο του Θεού: Ο Δαβίδ έτρεξε προς τον αντίπαλό του πιάνοντας μια πέτρα από το σακίδιό του, όπλισε τη σφεντόνα του, τη στριφογύρισε πάνω από το κεφάλι του και την εκσφενδόνισε. Η πέτρα έσχισε τον αέρα και μπήχτηκε στο μέτωπο του Γολιάθ. Ο κολοσσός, ο γίγαντας, ο άτρωτος στα μάτια των ανθρώπων, σε μια στιγμή σωριάστηκε καταγής. Ο Δαβίδ πλησίασε με θάρρος, πήρε το σπαθί του Γολιάθ και με αυτό του έκοψε το κεφάλι (Α΄ Σαμουήλ ΙΖ/17: 48-51). Αμέσως μετά ο Σαούλ και οι στρατιώτες του πήραν θάρρος και επιτέθηκαν εναντίον των Φιλισταίων και τους κατατρόπωσαν. Συνέβη ακριβώς εκείνο που είχε πει ο Δαβίδ: «Αυτός (ο Θεός) θα σας παραδώσει στο χέρι μας» (Α΄ Σαμουήλ ΙΖ/17: 47), Έτσι μιλάει η πίστη στο Θεό! Βλέπει προκαταβολικά την έκβαση της μάχης! Πόσο χαρακτηριστικά μας το παρουσιάζει ο λόγος του Θεού: «Με την πίστη στο Θεό υπερίσχυσε ο Δαβίδ κατά του Φιλισταίου, δια της σφενδόνης και του λίθου» (Α΄ Σαμουήλ ΙΖ/17: 50). 
      Ψυχή, μην πτοηθείς αγωνιζόμενος για τον Κύριο. Να θυμάσαι πάντοτε: «αν ο Θεός είναι μεθ’ ημών, τις θέλει είσθε καθ’ ημών» (Ρωμαίους Η/8: 31). Στην εποχή μας ένας "σιδηρόφρακτος γίγαντας" που στηρίζεται και καυχιέται στην επιστήμη, την τεχνολογία, στα επιτεύγματά του, που φαντάζουν λαμπρά, μεγαλόπρεπα, ασύλληπτα, μας απειλεί όλους μας.  Το μυστικό της νίκης του Δαβίδ είναι ο θρίαμβος της πίστης, ο θρίαμβος της αληθινής εμπιστοσύνης στο Θεό. Μόνον έτσι μπορούν να νικηθούν "οι Γολιάθ" που καθημερινά μας απειλούν και να  μετακινηθούν τα μεγάλα βουνά των προβλημάτων μέσα στη ζωή μας (Ματθαίος ΚΑ/21: 21).

       ΕΠΙΛΟΓΟΣ:
       Έχουμε ανάγκη να μελετούμε την ιστορία αυτού του ανθρώπου γιατί στην αυλή μας υπάρχουν πολλοί "γίγαντες" και έχει πολλά και πλούσια μηνύματα να μας δώσει το ανάγνωσμά μας. Εν συντομία θα λέγαμε ότι μέσα από τα εδάφια της μελέτης μας φαίνεται η "δύναμη του κακού", αλλά και η "παντοδυναμία του αγαθού", εκείνου που γίνεται για τη δόξα του Θεού και το οποίο είναι σύμφωνο με τον Άγιο θέλημά Του. 
     Τα γεγονότα στα οποία αναφερθήκαμε αποτελούν ένα ζωντανό παράδειγμα πώς ο Θεός δίνει δύναμη, χάρη, απελευθέρωση μέσα από τις πιο σκληρές και αντίξοες συνθήκες, σε όλους εκείνους που Τον εμπιστεύονται. Η μάχη που δόθηκε  δεν ήταν μεταξύ Δαβίδ και Γολιάθ, αλλά ήταν μεταξύ Θεού και Γολιάθ. Τα γεγονότα που εξιστορούνται  δεν εξυμνούν το ανθρώπινο πνεύμα και κουράγιο, αλλά τη ζωή της πίστης στον αληθινό Θεό. Θα επαναλάβουμε ότι το μόνο που ζητάει από εμάς ο Θεός είναι η πίστη μας, η εμπιστοσύνη μας δηλαδή στο Πρόσωπό Του. Μας έχει  προειδοποιήσει: «Εάν έχετε πίστιν ως κόκκον σινάπεως, θέλετε ειπεί προς το όρος τούτο, Μετάβηθι εντεύθεν εκεί, και θέλει μεταβή και δεν θέλει είσθαι ουδέν αδύνατον εις εσάς» (Ματθαίος ΙΖ/17: 20).
     Όλα αυτά τα θαυμάσια που συνέβησαν «τω καιρώ εκείνω» γράφτηκαν για τη «νουθεσία ημών» (Α’ Κορινθίους Ι/10: 11). Το ερώτημα είναι: Σήμερα υπάρχουν «Γολιάθ» που να στέκονται μπροστά μας ορθοί, σκληροί, αδυσώπητοι που να μας απειλούν με πολλούς και ποικίλους τρόπους; Η απάντηση είναι ασφαλώς και υπάρχουν και ουρλιάζουν και βρυχώνται πιο δυνατά από ποτέ. Χρέη, καταστροφές, πανδημίες, διαιρέσεις, κίνδυνοι, απάτες, "φόβος επερχομένων δεινών" και άλλα. Ο καθένας μας στη ζωή έχει ν' αντιμετωπίσει τους δικούς του "γίγαντες". Τις δικές του δυσκολίες, τα δικά του προβλήματα, που φαίνονται τόσο μεγάλα και δυσεπίλυτα, ώστε να μας τρομοκρατούν. Είναι μάλιστα τόσα πολλά, ώστε να μπορούμε να πούμε ότι "η ζωή είναι γεμάτη από γίγαντες". Τα γεγονότα όμως που εξιστορήσαμε μας δείχνουν τον τρόπο με τον οποίο "οι γίγαντες" πέφτουν κάτω και συντρίβονται. Η προτροπή του Λόγου του Θεού είναι: "Ουχί διά δυνάμεως ουδέ διά ισχύος αλλά διά του Πνεύματός μου, λέγει ο Κύριος των δυνάμεων" (Ζαχαρίας Δ/4: 6).
      Ένας μεγάλος γίγαντας στην εποχή μας, που έχει καλύψει ολόκληρο τον πλανήτη, είναι ο φόβος. Θα λέγαμε ότι ζούμε στη εποχή της βασιλείας του. Φόβος για το σήμερα, για το αύριο, για την επόμενη στιγμή στη ζωή μας. Ο ίδιος ο Κύριος ανέφερε σχετικά με τις έσχατες μέρες: "οι άνθρωποι θέλουσιν αποψυχεί εκ του φόβου και προσδοκίας των επερχομένων" (Λουκάς ΚΑ/21: 26). Παντού βλέπουμε άγχος, ανασφάλεια, κατάθλιψη, πικρία, ασθένεια, πόνο κάθε μορφής, αναπηρία, κακοποίηση, αδικία, εκμετάλλευση. Πέρα απ' όλα αυτά ορθοί στέκονται μέσα στην κοινωνία μας οι «γίγαντες» του εθισμού, των ναρκωτικών, του αλκοολισμού, της πορνογραφίας, της κατάθλιψης, το "ΕΓΩ" του ανθρώπου, καθώς η άνετη σύγχρονη ζωή κάνει τον άνθρωπο αδιάφορο για τον συνάνθρωπό του και πολλά άλλα. Συνήθως μπαίνουν ανυποψίαστα, σιγά και αργά μέσα στη ζωή μας και καθώς γιγαντώνονται, μας απειλούν να μας καταστρέψουν. Μπροστά τους αισθανόμαστε συχνά έρμαια, ανίσχυροι, ολοκληρωτικά αδύναμοι.
     Μπροστά σ’ έναν τέτοιο τεράστιο «Γολιάθ» είναι δυνατόν να σταθεί και να νικήσει ο άνθρωπος του Θεού; Η απάντηση είναι "ναι" και βέβαια. Καμία κατάσταση δε μπορεί να μας καταβάλει, να μας νικήσει, όταν στηριζόμαστε και βαδίζουμε στο «Όνομα του Κυρίου των δυνάμεων». Το πιστεύουμε αυτό; Το μυστικό της επιτυχίας του Δαβίδ ήταν ότι απέβλεπε αποκλειστικά στο Θεό και τη δύναμή Του, ενώ ο υπόλοιπος λαός απομακρυσμένος από το Θεό είχε τρομοκρατηθεί, γιατί απέβλεπε στη δύναμη του Γολιάθ. Αν αποβλέπουμε στον Κύριο, θα δούμε τον κάθε "Γολιάθ", όσο τεράστιος και αν είναι, να συντρίβεται μπροστά στα πόδια μας και εμείς να είμαστε νικητές. Ο εχθρός νομίζει ότι θα κερδίσει τη μάχη και περιγελά το παιδί του Θεού. «Δε μπορείς να κάνεις τίποτα, είσαι αδύναμος, δεν έχεις καμία ελπίδα και πολλά άλλα». Ας μάθουμε να παίρνουμε τα μάτια μας από το «Γολιάθ», από το μεγάλο και δυσθεώρητο πρόβλημα που αντιμετωπίζουμε και να τα προσηλώνουμε με εμπιστοσύνη στον Κύριο. Τότε θα διαπιστώσουμε ότι δεν υπάρχει «Γολιάθ», που να μη μπορούμε να τον νικήσουμε. Ο πρ. "Ζαχαρίας" (Δ/4: 6) διακηρύττει τον τρόπο της νικηφόρας μάχης: «Ουχί δια δυνάμεως ουδέ δια ισχύος αλλά δια του Πνεύματός μου, λέγει ο Κύριος των δυνάμεων».  Ας οπλίσουμε την ψυχή μας με δύναμη και να ορμίσουμε εναντίον του "Γολιάθ" που καθημερινά μας βασανίζει. "Αν ο Θεός είναι μαζί μας, ποιος θα είναι εναντίον μας;" (Ρωμαίους Η/8: 31). Η προθυμία του Δαβίδ ν' αναμετρηθεί με τον γίγαντα αποτελεί πράξη πρωτάκουστης γενναιότητας, μα ήταν και μία πράξη ανεπιφύλακτης εμπιστοσύνης στο Θεό.  
      Όσο ο Δαβίδ απέβλεπε στον Κύριο ήταν δυνατός και ανίκητος. Κάποιες φορές που "έχασε" το Πρόσωπο του Κυρίου στη ζωή του, ευρισκόμενος σε καταστάσεις πνευματικής χαλαρότητας, ηττήθηκε οικτρά. Έτσι λοιπόν ο άνθρωπος που νίκησε το λιοντάρι και την αρκούδα, που συνέτριψε τον σιδηρόφρακτο γίγαντα Γολιάθ, κάποια χρόνια μετά από τα γεγονότα αυτά, λύγισε, ηττήθηκε, από μία ξένη γυναίκα που δεν είχε ούτε ασπίδα, ούτε δόρυ.... (Β' Σαμουήλ ΙΑ/11: 1-27).  ---

                                                               -------------

βιβλίο "Α΄  ΣΑΜΟΥΗΛ",  κεφ.  ΙΖ/17.    (Παλαιά Διαθήκη).

1 ΚΑΙ οι Φιλισταίοι συγκέντρωσαν τα στρατεύματά τους για πόλεμο, και ήσαν συγκεντρωμένοι στη Σοκχώ, που ανήκει στον Ιούδα, και εκεί στρατοπέδευσαν, ανάμεσα στη Σοκχώ και την Αζηκά, στην Εφές-δαμμείμ.
2 Και ο Σαούλ και οι άνδρες του συγκεντρώθηκαν, και στρατοπέδευσαν στην κοιλάδα Ηλά, και παρατάχθηκαν σε μάχη ενάντια στους Φιλισταίους.
3 Και οι μεν Φιλισταίοι στέκονταν επάνω στο βουνό από την εδώ πλευρά, και ο Ισραήλ στεκόταν επάνω στο βουνό από την εκεί πλευρά· ενώ η κοιλάδα ήταν ανάμεσά τους.
4 Και ένας άνδρας προμαχητής βγήκε από το στρατόπεδο των Φιλισταίων, ονομαζόμενος Γολιάθ, από τη Γαθ, ύψους έξι πηχών και μιας σπιθαμής.
5 Και είχε χάλκινη περικεφαλαία επάνω στο κεφάλι του, και ήταν ντυμένος με αλυσιδωτό θώρακα· και το βάρος τού θώρακα ήταν 5.000 σίκλοι χαλκού·
6 και επάνω στα σκέλη του είχε κνημίδες χάλκινες, κι ανάμεσα στους ώμους του ένα χάλκινο δόρυ.
7 Και το κοντάρι τού δόρατός του ήταν σαν το αντί τού υφαντή· και η λόγχη τού δόρατός του ζύγιζε 600 σίκλους σιδήρου· και ένας, κρατώντας την επιμήκη ασπίδα, προπορευόταν μπροστά του.
8 Και όταν στάθηκε, βόησε προς τις παρατάξεις τού Ισραήλ, και τους είπε: Γιατί βγαίνετε να παραταχθείτε σε μάχη; Δεν είμαι εγώ ο Φιλισταίος, κι εσείς δούλοι τού Σαούλ; Διαλέξτε για τον εαυτό σας έναν άνδρα, και ας κατέβει σε μένα·
9 και αν μεν μπορέσει να πολεμήσει μαζί μου, και με θανατώσει, τότε εμείς θα γίνουμε δούλοι σας· αλλά, αν εγώ υπερισχύσω εναντίον του, και τον θανατώσω, τότε εσείς θα είστε δούλοι μας, και θα δουλεύετε σε μας.
10 Και ο Φιλισταίος είπε: Εγώ εξουθένωσα τις παρατάξεις τού Ισραήλ αυτή την ημέρα· δώστε μου έναν άνδρα, για να μονομαχήσουμε.
11 Όταν άκουσε ο Σαούλ και ολόκληρος ο Ισραήλ εκείνα τα λόγια τού Φιλισταίου, ταράχτηκαν και φοβήθηκαν υπερβολικά.
12 Και ήταν ο Δαβίδ, ο γιος εκείνου τού Εφραθαίου, από τη Βηθλεέμ-Ιούδα, του ονομαζόμενου Ιεσσαί· και είχε οκτώ γιους· και ο άνθρωπος αυτός στις ημέρες τού Σαούλ είχε την τάξη τού γέροντα ανάμεσα στους ανθρώπους.
13 Και πήγαν οι τρεις γιοι τού Ιεσσαί, οι μεγαλύτεροι, στη μάχη ακολουθώντας τον Σαούλ· και τα ονόματα των τριών γιων του, που πήγαν στη μάχη, ήσαν: Ο Ελιάβ, ο πρωτότοκος, και ο δεύτερός του, ο Αβιναδάβ, και ο τρίτος ο Σαμμά.
14 Και ο Δαβίδ ήταν ο νεότερος· και οι τρεις οι μεγαλύτεροι ακολουθούσαν τον Σαούλ.
15 Και ο Δαβίδ αναχωρούσε και επέστρεφε από τον Σαούλ, για να βόσκει τα πρόβατα του πατέρα του στη Βηθλεέμ.
16 Και ο Φιλισταίος πλησίαζε πρωί και βράδυ, και στυλωνόταν για 40 ημέρες.
17 Και ο Ιεσσαί είπε στον Δαβίδ τον γιο του: Πάρε, τώρα, για τα αδέλφια σου ένα εφά από τούτο το φρυγανισμένο σιτάρι, και τούτα τα δέκα ψωμιά, και τρέξε στο στρατόπεδο στα αδέλφια σου·
18 και φέρε στον χιλίαρχο τούτα τα δέκα νωπά τυριά, και δες αν οι αδελφοί σου υγιαίνουν, και πάρε απ' αυτούς ένα σημάδι.
19 Και ο Σαούλ, κι αυτοί, και όλοι οι άνδρες τού Ισραήλ, ήσαν στην κοιλάδα Ηλά, σε μάχη με τους Φιλισταίους.
20 Και ο Δαβίδ σηκώθηκε το πρωί ενωρίς· και αφήνοντας τα πρόβατα σε έναν φύλακα, πήρε, και πήγε, όπως τον πρόσταξε ο Ιεσσαί· και ήρθε στο περιχαράκωμα, ενώ ο στρατός έβγαινε σε παράταξη· και αλάλαξαν για μάχη·
21 επειδή, ο Ισραήλ και οι Φιλισταίοι παρατάχθηκαν, στρατός απέναντι σε στρατό.
22 Και ο Δαβίδ, αφήνοντας από πάνω του τα σκεύη στο χέρι τού σκευοφύλακα, έτρεξε προς τον στρατό, και ήρθε, και ρώτησε, τα αδέλφια του πώς έχουν.
23 Και ενώ μιλούσε μαζί τους, να, από τα στρατεύματα των Φιλισταίων ανέβαινε ο Φιλισταίος προμαχητής, αυτός από τη Γαθ, το όνομά του ήταν Γολιάθ, και μίλησε τα ίδια εκείνα λόγια· και ο Δαβίδ τα άκουσε.
24 Και όλοι οι άνδρες του Ισραήλ, καθώς είδαν τον άνδρα, έφυγαν από μπροστά του, και φοβήθηκαν υπερβολικά.
25 Και οι άνδρες τού Ισραήλ έλεγαν: Είδατε αυτόν τον άνδρα, που ανεβαίνει; Σίγουρα ανέβηκε για να εξουθενώσει τον Ισραήλ· και όποιος τον θανατώσει, αυτόν θα τον πλουτίσει ο βασιλιάς με μεγάλα πλούτη, και θα του δώσει τη θυγατέρα του, και την οικογένειά του θα την κάνει ελεύθερη ανάμεσα στον Ισραήλ.
26 Και ο Δαβίδ είπε στους άνδρες που στέκονταν κοντά του, λέγοντας: Τι θα γίνει στον άνδρα, που θα πατάξει αυτόν τον Φιλισταίο, και θα αφαιρέσει από τον Ισραήλ το όνειδος; Επειδή, ποιος είναι αυτός ο απερίτμητος Φιλισταίος, ώστε να εξουθενώνει τα στρατεύματα του ζωντανού Θεού;
27 Και ο λαός τού αποκρίθηκε σύμφωνα μ' αυτό τον λόγο: Έτσι θα γίνει στον άνδρα, που θα τον πατάξει.
28 Και ο μεγαλύτερος αδελφός του, ο Ελιάβ, άκουσε, καθώς μιλούσε στους άνδρες· και ο θυμός τού Ελιάβ άναψε εναντίον του Δαβίδ, και είπε: Γιατί κατέβηκες εδώ; Και σε ποιον άφησες εκείνα τα λίγα πρόβατα στην έρημο; Εγώ ξέρω την υπερηφάνειά σου, και την πονηρία τής καρδιάς σου· σίγουρα, για να δεις τη μάχη κατέβηκες.
29 Και ο Δαβίδ είπε: Τι έκανα τώρα; Δεν είναι αιτία;
30 Και στράφηκε απ' αυτόν σε έναν άλλον, και μίλησε με τον ίδιο τρόπο· και ο λαός πάλι τού απάντησε σύμφωνα με τον πρώτο λόγο.
31 Και όταν ακούστηκαν τα λόγια που μίλησε ο Δαβίδ, ανήγγειλαν το πράγμα στον Σαούλ· και τον παρέλαβε.
32 Και ο Δαβίδ είπε στον Σαούλ: Ας μη ταπεινώνεται η καρδιά κανενός ανθρώπου εξαιτίας του· ο δούλος σου θα πάει και θα πολεμήσει με τούτον τον Φιλισταίο.
33 Και ο Σαούλ είπε στον Δαβίδ: Δεν μπορείς να πας ενάντια σ' αυτόν τον Φιλισταίο για να πολεμήσεις μαζί του· επειδή, εσύ είσαι παιδί, κι αυτός είναι άνδρας πολεμιστής από τη νιότη του.
34 Και ο Δαβίδ είπε στον Σαούλ: Ο δούλος σου έβοσκε τα πρόβατα του πατέρα του, και ήρθε ένα λιοντάρι και μια αρκούδα, και άρπαξε ένα πρόβατο από το κοπάδι·
35 και βγήκα πίσω απ' αυτό, και το πάταξα, και το ελευθέρωσα από το στόμα του· και καθώς σηκώθηκε εναντίον μου, το άρπαξα από τη σιαγόνα, και το χτύπησα, και το θανάτωσα·
36 ο δούλος σου χτύπησε και το λιοντάρι και την αρκούδα· και ο Φιλισταίος αυτός, ο απερίτμητος, θα είναι σαν ένα απ'αυτά, επειδή εξουθένωσε τα στρατεύματα του ζωντανού Θεού.
37 Και ο Δαβίδ είπε: Ο Κύριος που με ελευθέρωσε από το χέρι τού λιονταριού, και από το χέρι τής αρκούδας, αυτός θα με ελευθερώσει και από το χέρι αυτού του Φιλισταίου.
Και ο Σαούλ είπε στον Δαβίδ: Πήγαινε, και ο Κύριος ας είναι μαζί σου.
38 Και ο Σαούλ όπλισε τον Δαβίδ με την πανοπλία του, και έβαλε στο κεφάλι του μια χάλκινη περικεφαλαία· και τον έντυσε με θώρακα.
39 Και ο Δαβίδ ζώστηκε τη ρομφαία του επάνω από την πανοπλία του, και θέλησε να περπατήσει· επειδή, δεν είχε δοκιμάσει. Και ο Δαβίδ είπε στον Σαούλ: Δεν μπορώ μ' αυτά να περπατήσω· επειδή, ποτέ δεν έχω δοκιμάσει. Και τα ξεντύθηκε ο Δαβίδ από πάνω του.
40 Και πήρε στο χέρι του τη ράβδο του, και διάλεξε για τον εαυτό του πέντε ομαλές πέτρες από τον χείμαρρο, και βάζοντάς τες στο ποιμενικό του σακί και στο θυλάκιο, και τη σφενδόνη του στο χέρι του, πλησίαζε στον Φιλισταίο.
41 Ο δε Φιλισταίος ερχόταν προχωρώντας, και πλησίαζε στον Δαβίδ· και ο ασπιδοφόρος άνδρας μπροστά απ' αυτόν.
42 Και όταν ο Φιλισταίος κοίταξε ολόγυρά του, και είδε τον Δαβίδ, τον καταφρόνησε· επειδή, ήταν παιδί, και ξανθός, και ωραίος στην όψη.
43 Και ο Φιλισταίος είπε στον Δαβίδ: Σκύλος είμαι εγώ, ώστε έρχεσαι σε μένα με ράβδους; Και ο Φιλισταίος καταράστηκε τον Δαβίδ στους θεούς του.
44 Και ο Φιλισταίος είπε στον Δαβίδ: Έλα σε μένα και θα παραδώσω τις σάρκες σου στα πουλιά τού ουρανού, και στα θηρία τού χωραφιού.
45 Και ο Δαβίδ είπε στον Φιλισταίο: Εσύ έρχεσαι εναντίον μου με ρομφαία, και δόρυ, και ασπίδα· εγώ, όμως, έρχομαι εναντίον σου στο όνομα του Κυρίου των δυνάμεων, του Θεού των στρατευμάτων τού Ισραήλ, που εσύ εξουθένωσες·
46 αυτή την ημέρα ο Κύριος θα σε παραδώσει στο χέρι μου· και θα σε πατάξω, και θα αφαιρέσω από σένα το κεφάλι σου· και θα παραδώσω τα πτώματα του στρατοπέδου των Φιλισταίων αυτή την ημέρα στα πουλιά τού ουρανού, και στα θηρία τής γης· για να γνωρίσει όλη η γη ότι υπάρχει Θεός στον Ισραήλ·
47 και ολόκληρο αυτό το πλήθος θα γνωρίσει ότι ο Κύριος δεν σώζει με ρομφαία και δόρυ· επειδή, του Κυρίου είναι η μάχη, κι αυτός θα σας παραδώσει στο χέρι μας.
48 Και όταν ο Φιλισταίος σηκώθηκε, και ερχόταν και πλησίαζε σε συνάντηση του Δαβίδ, έσπευσε ο Δαβίδ, και έτρεξε στη μάχη εναντίον του Φιλισταίου.
49 Και ο Δαβίδ απλώνοντας το χέρι του στο σακί, πήρε από εκεί μια πέτρα, και την εκσφενδόνισε, και χτύπησε τον Φιλισταίο στο μέτωπό του, ώστε η πέτρα μπήχτηκε στο μέτωπό του· και έπεσε κατά πρόσωπο στη γη.
50 Και ο Δαβίδ υπερίσχυσε ενάντια στον Φιλισταίο με τη σφενδόνη και με την πέτρα, και χτύπησε τον Φιλισταίο, και τον θανάτωσε. Αλλά, δεν υπήρχε ρομφαία στο χέρι τού Δαβίδ·
51 γι' αυτό, έτρεξε ο Δαβίδ, και αφού στάθηκε επάνω στον Φιλισταίο, πήρε τη ρομφαία του, και την έσυρε από τη θήκη της, και αφού τον θανάτωσε, έκοψε μ' αυτή το κεφάλι του.
Βλέποντας οι Φιλισταίοι, ότι πέθανε ο ισχυρός τους, έφυγαν·
52 Τότε, σηκώθηκαν οι άνδρες τού Ισραήλ και του Ιούδα, και αλάλαξαν, και καταδίωξαν τους Φιλισταίους, μέχρι την είσοδο της κοιλάδας, και μέχρι τις πύλες τής Ακκαρών. Και έπεσαν οι τραυματισμένοι από τους Φιλισταίους στον δρόμο τής Σααραείμ, μέχρι τη Γαθ, και μέχρι την Ακκαρών.
53 Και οι γιοι Ισραήλ επέστρεψαν από την καταδίωξη των Φιλισταίων, και διάρπαξαν τα στρατόπεδά τους.
54 Και ο Δαβίδ πήρε το κεφάλι τού Φιλισταίου, και το έφερε στα Ιεροσόλυμα· την πανοπλία του, όμως, την έβαλε στη σκηνή του.
55 Και όταν ο Σαούλ είδε τον Δαβίδ να βγαίνει εναντίον του Φιλισταίου, είπε στον Αβενήρ, τον αρχηγό του στρατεύματος: Αβενήρ, τίνος γιος είναι αυτός ο νέος; Και ο Αβενήρ είπε: Ζει η ψυχή σου, βασιλιά, δεν ξέρω.
56 Και ο βασιλιάς είπε: Ρώτησε εσύ, τίνος γιος είναι αυτός ο νεανίσκος.
57 Και καθώς ο Δαβίδ επέστρεψε, αφού πάταξε τον Φιλισταίο, τον πήρε ο Αβενήρ, και τον έφερε μπροστά στον Σαούλ· και το κεφάλι τού Φιλισταίου ήταν στο χέρι του.
58 Και ο Σαούλ τού είπε: Τίνος γιος είσαι εσύ, νέε; Και ο Δαβίδ αποκρίθηκε: Ο γιος τού δούλου σου Ιεσσαί τού Βηθλεεμίτη.
(μετάφραση καθηγητή Νεόφυτου Βάμβα).


Πέμπτη 29 Μαρτίου 2018

Ο Χριστός πρότυπο Αγάπης, Υπηρεσίας, Ταπείνωσης.

        Ευαγγέλιον  «κατά Ιωάννην», κεφ. ΙΓ/13, εδ. 4-5.

4 εγείρεται εκ του δείπνου και εκδύεται τα ιμάτια αυτού, και λαβών προσόψιον διεζώσθη 
5 έπειτα βάλλει ύδωρ εις τον νιπτήρα, και ήρχισε να νίπτη τους πόδας των μαθητών και να σπογγίζη με το προσόψιον, με το οποίον ήτο διεζωσμένος. 

      ΣΧΟΛΙΑ: 
    Βρισκόμαστε στην τελευταία νύχτα της επίγειας διακονίας του Κυρίου μας Ιησού Χριστού. Ο Κύριος βρίσκεται μαζί με τους μαθητές Του στο ανώγειο ενός σπιτιού στην Ιερουσαλήμ. Εκεί είναι όλα έτοιμα, για φάνε τον Πασχαλινό αμνό και να γιορτάσουν το Πάσχα σε ανάμνηση της απελευθέρωσης του λαού Ισραήλ από τη δουλεία των Αιγυπτίων, ένα γεγονός που είχει γίνει πριν από περίπου 1.200 χρόνια. 3.500 χρόνια από σήμερα.
    Λίγο καιρό πριν από την τελετή αυτή είχε συμβεί κάποιο επεισόδιο μεταξύ των μαθητών του Κυρίου. Υπήρξε μία έντονη συζήτηση, ένας διαπληκτισμός. Ο Κύριος τους ρώτησε: «Τι διελογίζεσθε καθ' οδόν προς αλλήλους;». Για ποιο πράγμα συζητούσατε και μαλώνατε; Ποια είναι η διαφωνία σας; «Οι δε εσιώπων». Στην ερώτηση του Κυρίου δεν απαντούσε κανένας «διότι καθ' οδόν διελέχθησαν προς αλλήλους τις είναι μεγαλήτερος». (Μάρκος Θ/9 : 33,34). Τι να πουν στον Κύριο; ότι μάλωναν μεταξύ τους για το ποιος είναι ο μεγαλύτερος ανάμεσά τους; Βεβαίως ο Κύριος γνώριζε το λόγο της διαφωνίας τους και θέλοντας να τους εξηγήσει κάποια βασικά πράγματα σε σχέση με τη θέση τους και τη συμπεριφορά τους, πήρε αγκαλιά ένα μικρό παιδί και το έφερε ανάμεσά τους και τους εξήγησε ότι έπρεπε να είναι ταπεινοί σαν εκείνο το παιδάκι. Όμως και αυτό το παράδειγμα του Κυρίου δε φαίνεται να γίνεται απολύτως κατανοητό από τους μαθητές Του. Ο Κύριος θέλοντας να τους βοηθήσει ακόμα περισσότερο στο να κατανοήσουν ότι θα έπρεπε να είναι ταπεινοί και να μη σκέπτονται τον εαυτόν τους, επιδιώκοντας υψηλές θέσεις μεταξύ τους, προχώρησε σε ένα άλλο παράδειγμα που θα γινόταν απολύτως κατανοητό και θα έμενε αξέχαστο από τους δικούς Του στους αιώνες των αιώνων. 
     Τι ακριβώς έκανε λοιπόν ο Κύριος; Ενώ ήταν όλα έτοιμα για το φαγητό, ο Ιησούς σηκώθηκε από το τραπέζι και καθώς έβγαλε τα εξωτερικά του ρούχα πήρε μια πετσέτα και την τύλιξε γύρω από τη μέση Του. Στη συνέχεια πήρε μία λεκάνη και έβαλε μέσα νερό. Κανείς δεν είχε καταλάβει τι ακριβώς θέλει να κάνει ο Κύριος και σίγουρα όλοι θα απορούσαν. Καθώς λοιπόν τον παρατηρούσαν, ο Κύριος έσκυψε μπροστά τους και αφού τους έπλυνε τα πόδια, τα σκούπισε με την πετσέτα. Οι μαθητές αισθάνθηκαν κάποια ντροπή, καθώς δεν είχαν φανταστεί ποτέ ότι ο Κύριος θα τους υπηρετούσε με αυτόν τον τρόπο. Μάλιστα ο Πέτρος, πάντα δυναμικός και αυθόρμητος, δεν ήθελε να αφήσει τον Κύριο να το κάνει αυτό, όμως ο Κύριος του εξήγησε ότι ήταν πολύ σημαντικό γι’ αυτόν να δεχτεί αυτή την ταπεινή υπηρεσία. Το θεωρείτε απλό αυτό που έκανε ο Κύριος; Πήρε τη θέση του δούλου, του υπηρέτη και έσκυψε και έπλυνε τα πόδια των μαθητών Του. Εσύ ψυχή που είσαι μέσα στην εκκλησία και δεν κάνεις τίποτα και τα περιμένεις όλα από τους άλλους να τα κάνουν και μόνον δικαιώματα εγείρεις, έλα να δεις το Χριστό πως σκύβει και διακονεί τους μαθητές Του. Κάποιος είπε ότι ο Κύριος Ιησούς τα περισσότερα πράγματα μέσα στη ζωή του τα είπε σε δύο περιπτώσεις, χωρίς να μιλήσει. Όταν σιώπησε μπροστά στον αρχιεραία που τον ρωτούσε αν αυτός είναι ο Χριστός. «Ο δε εσιώπα και δεν απεκρίθη ουδέν». (Μάρκος ΙΔ/14 : 61) και η δεύτερη φορά ήταν όταν σηκώθηκε και ζώστηκε το προσόψιον για να υπηρετήσει τους αδελφούς Του. 
    Εκείνη την εποχή ήταν αναγκαίο το τακτικό πλύσιμο των ποδιών των ανθρώπων, καθώς οι άνθρωποι περπατούσαν σε χωματόδρομους φορώντας ανοιχτά σανδάλια στα πόδια τους τα οποία γέμιζαν με σκόνη. Το να πλύνει ένας οικοδεσπότης τα πόδια του επισκέπτη του, για να φύγει η σκόνη, ήταν μια ιδιαίτερα ευγενική πράξη. Καθώς ο Κύριος κάθεται με τους μαθητές Του στο τραπέζι και ετοιμάζονται για το δείπνο, κανένας από τους μαθητές δεν προσφέρθηκε να σηκωθεί και να πλύνει τα πόδια των υπολοίπων. Έτσι λοιπόν σηκώθηκε ο Κύριος και τους έπλυνε τα πόδια. Με τον τρόπο αυτό ο Κύριος θέλησε να διδάξει ένα σπουδαίο μάθημα σ’ αυτούς που τότε ήταν ανάμεσά Του, αλλά και σε όλους τους μαθητές Του διαχρονικά. Άραγε ποιο είναι αυτό το μάθημα; Το ξέρουμε εμείς σήμερα, το έχουμε κατανοήσει; Αν “ναι”, το εφαρμόζουμε στους άλλους γύρω μας; Ο Κύριος ξαναφόρεσε τα ρούχα τους και καθώς κάθισε στο τραπέζι, τους εξήγησε ποιο είναι το μάθημα. 
12 Εξεύρετε τι έκαμον εις εσάς; 
13 Σεις με φωνάζετε, Ο Διδάσκαλος και ο Κύριος, και καλώς λέγετε, διότι είμαι. 
14 Εάν λοιπόν εγώ, ο Κύριος και ο Διδάσκαλος, σας ένιψα τους πόδας, και σεις χρεωστείτε να νίπτητε τους πόδας αλλήλων. (Ιωάννης ΙΓ/13 : 12-14). Με τα λόγια αυτά ο Κύριος έδειξε πως θα πρέπει να υπηρετούμε ο ένας τον άλλον. 
      Με την πράξη αυτή ο Κύριος έδειξε πάνω απ’ όλα: 

--- ΑΓΑΠΗ, που θα πρέπει πάντοτε να είναι το κίνητρο της υπηρεσίας μας. Αυτή η γυναίκα, λέει ο Κύριος, που έσπασε το αλάβαστρο του μύρου και μου έπλυνε τα πόδια και τα σκούπισε με τις τρίχες της κεφαλής της, «αγάπησε πολύ». (Λουκάς Ζ/7 : 47). Την αγάπη αυτής της γυναίκας εκτίμησε ο Κύριος και είπε προς το Σίμωνα το Φαρισσαίο, που τον φιλοξενούσε: «Διά τούτο σοι λέγω, συγκεχωρημέναι είναι αι αμαρτίαι αυτής αι πολλαί, διότι ηγάπησε πολύ εις όντινα δε συγχωρείται ολίγον, ολίγον αγαπά». Και ο Ιωάννης ο Ευαγγελιστής έρχεται να μας πει: «αγαπήσας (ο Κύριος) τους ιδικούς του τους εν τω κόσμω, μέχρι τέλους ηγάπησεν αυτούς». (Ιωάννης ΙΓ/13 : 1). Μπορεί οι μαθητές να ήσαν αγράμματοι, φτωχοί ψαράδες, πολλές φορές αργοί στο να καταλάβουν τι τους λέει, ξεχασιάρηδες, απρόσεκτοι, όμως ποτέ δε σταμάτησε να τους αγαπά και να τους φροντίζει ο διδάσκαλος. Πάντα τους επαινούσε και τους ενθάρρυνε έτσι ώστε να μπορέσουν να συνεχίσουν το έργο τους. 
     Ο Κύριος πάνω στον πολύπαθο αυτόν κόσμο έχει ένα λαό δικό Του. Σύμφωνα με το βιβλίο της «Αποκάλυψης», κεφ. Ε/5, εδ. 9, ο λαός αυτός μια μέρα θα ψάλει στον ουρανό προς τον Κύριο: «Άξιος είσαι να πάρεις το βιβλίο, και να ανοίξεις τις σφραγίδες του επειδή, σφάχτηκες, και μας αγόρασες στον Θεό με το αίμα σου, από κάθε φυλή και γλώσσα και λαό και έθνος». Είναι ένας λαός τον οποίο ο Κύριος εξαγόρασε από τον εχθρό δίνοντας ως λίτρο το πολύτιμο αίμα Του. Είναι δικοί Του, γιατί του δόθηκαν από τον Πατέρα. «Εφανέρωσα το όνομά σου εις τους ανθρώπους, τους οποίους μοι έδωκας εκ του κόσμου. Ιδικοί σου ήσαν και εις εμέ έδωκας αυτούς και τον λόγον σου εφύλαξαν». (Ιωάννης ΙΖ/17 : 6). Ο Κύριος Ιησούς έχει μεγάλη αγάπη για τους δικούς Του που είναι μέσα στον κόσμο. Η αγάπη του Χριστού δεν είναι όπως οι αξίες στο χρηματιστήριο των ανθρώπων που πότε ανεβαίνουν και πότε κατεβαίνουν. Αυτούς που αγαπάει ο Χριστός τους αγαπάει σταθερά, μέχρι τέλους. «Ο Κύριος εφάνη παλαιόθεν εις εμέ, λέγων, Ναι, σε ηγάπησα αγάπησιν η αιώνιον διά τούτο σε είλκυσα με έλεος». (Ιερεμίας ΛΑ/31 : 3). Ο Απ. Παύλος διερωτάται: «Τις θέλει μας χωρίσει από της αγάπης του Χριστού; θλίψις ή στενοχωρία ή διωγμός ή πείνα ή γυμνότης ή κίνδυνος ή μάχαιρα;» (Ρωμαίους Η/8 : 35). 

--- Παράδειγμα οικειοθελούς ταπείνωσης. Ο Χριστός είναι η αληθινή ταπείνωση. Κατέβηκε ολόκληρη τη σκάλα της ταπείνωσης, φόρεσε την ανθρώπινη σάρκα και ήρθε στη γη και έγινε όμοιος με τον καθένα από μας. Η διαφορά μας ήταν ότι Αυτός δεν είχε αμαρτία. Απόλυτα διευκρινιστικό αυτό που αναφέρει ο Απ. Παύλος προς τους Φιλιππήσιους χριστιανούς: «όστις εν μορφή Θεού υπάρχων, δεν ενόμισεν αρπαγήν το να ήναι ίσα με τον Θεόν, αλλ' εαυτόν εκένωσε λαβών δούλου μορφήν, γενόμενος όμοιος με τους ανθρώπους». Από ταπείνωση κατέβηκε στη γη, αλλά και από ταπείνωση ανέβηκε πάνω στο σταυρό. Ταπεινώνεται και μπαίνει μέσα σε μία φάτνη, ταπεινώνεται και ανεβαίνει πάνω στο σταυρό όπου και φορτώνεται όλα τα αμαρτήματα των ανθρώπων. O αναμάρτητος και αθώος Ιησούς Χριστός καταδέχεται και καρφώνεται πάνω στο σταυρό σαν ένοχος, σαν κακούργος. 
     Εκτελώντας πρόθυμα μια τόσο ταπεινή υπηρεσία, όπως ήταν το πλύσιμο των ποδών, ο Κύριος έδωσε στους Αποστόλους, αλλά και σε όλους τους δικούς Του διαχρονικά ένα πρακτικό μάθημα ταπείνωσης. Οι Φαρισαίοι είχαν ένα «άλλο πνεύμα» και επιζητούσαν με κάθε τρόπο την προβολή, την υπερηφάνεια, στρέφονταν γύρω από τον εαυτόν τους και το «εγώ» τους. Ταπείνωση δεν υπήρχε πουθενά μέσα στη ζωή τους. Γι’ αυτό άλλωστε αγαπούσαν «να περιπατώσιν εστολισμένοι και αγαπώσιν ασπασμούς εν ταις αγοραίς και πρωτοκαθεδρίας εν ταις συναγωγαίς και τους πρώτους τόπους εν τοις δείπνοις». (Λουκάς Κ/20 : 46). Ο Κύριος διακατέχετο από πνεύμα ταπείνωσης και γι’ αυτό διακήρυττε: «πας ο υψών εαυτόν θέλει ταπεινωθή και ο ταπεινών εαυτόν θέλει υψωθή». (Λουκάς ΙΔ/14 : 11). Εάν πραγματικά θέλουμε να βαδίσουμε στα βήματα του Κυρίου ας ξεκινήσουμε από το σημείο της ταπεινοφροσύνης και ας μιμηθούμε τον Κύριο σε όλες τις εκδηλώσεις ταπείνωσής Του. 
      Ο Κύριος εκδήλωσε την ταπεινοφροσύνη του, πριν ακόμα έρθει στη γη. Ο Απ. Παύλος γράφει προς τους χριστιανούς των Φιλίππων: «ο οποίος ενώ υπήρχε σε μορφή Θεού, δεν νόμισε αρπαγή το να είναι ίσα με τον Θεό αλλά, κένωσε τον εαυτό του, παίρνοντας μορφή δούλου, αφού έγινε όμοιος με τους ανθρώπους» (Φιλιππησίους Β : 6,7). Όταν ο Ιησούς ενσαρκώθηκε και ήρθε ανάμεσά μας ταπείνωσε τον εαυτόν Του και έγινε υπάκουος μέχρι θανάτου, θανάτου δε σταυρού. Από τη νεανική Του ηλικία υπήρξε παράδειγμα ταπεινοφροσύνης και υπακοής στους γονείς του. Ο Ευαγγελιστής Λουκάς μας περιγράφει: «Και κατέβηκε μαζί τους, και ήρθε στη Ναζαρέτ και ήταν συνεχώς υποταγμένος σ' αυτούς». (Λουκάς Β : 51). Αργότερα ως ενήλικος συνέχιζε να ζει ταπεινά βάζοντας κάθε στιγμή το θέλημα του Πατέρα Του πάνω από το δικό Του θέλημα. Στο «κατά Ιωάννην», κεφ. Δ, εδ. 34, αναφέρεται: «Ο Ιησούς λέει σ' αυτούς (μαθητές): Το δικό μου φαγητό είναι να πράττω το θέλημα εκείνου που με απέστειλε, και να τελειώσω το έργο του». 
     Κατά τη διάρκεια της επίγειας διακονίας Του ο Κύριος συνέχιζε να είναι ταπεινός και πράος. Ο προφήτης Ζαχαρίας είχε προφητεύσει τον ερχομό του Κυρίου με τα λόγια: «Χαίρε σφόδρα, θύγατερ Σιών αλάλαζε, θύγατερ Ιερουσαλήμ ιδού, ο βασιλεύς σου έρχεται προς σέ αυτός είναι δίκαιος και σώζων πραΰς και καθήμενος επί όνου και επί πώλου υιού υποζυγίου». (Ζαχαρίας Θ/9 : 9). Αυτή η προφητεία εκδηλώθηκε, όταν ο Κύριος μπήκε στην Ιερουσαλήμ, πριν από το Πάσχα. Ήταν τότε που τα πλήθη έστρωναν στο δρόμο τα ενδύματά τους καθώς και κλαδιά από φοίνικες για να περάσει πάνω απ’ αυτά ο Κύριος. Όλοι τον επευφημούσαν και τον αποκαλούσαν Βασιλιά, όμως και εκείνη την ώρα ο Κύριος παρέμενε ταπεινός. Η πορεία της ταπεινοφροσύνης και της υπακοής του Κυρίου κορυφώθηκε με τον επαίσχυντο θάνατό Του πάνω στο σταυρό του Γολγοθά. Με το πολύτιμό Του αίμα που χύθηκε ικανοποίησε τη δικαιοσύνη του Πατέρα Θεού και κατέβαλε το λυτρωτικό αντίτιμο για τη σωτηρία όλων των ανθρώπων. Ο ευαγγελιστής Ματθαίος αναφέρει: «καθώς ο Υιός του ανθρώπου δεν ήλθε διά να υπηρετηθή, αλλά διά να υπηρετήση και να δώση την ζωήν αυτού λύτρον αντί πολλών». (Ματθαίος Κ/20 : 28). 
     Το αποτέλεσμα αυτής της προσφοράς και θυσίας του Κυρίου μας ήταν ότι άνθρωποι αμαρτωλοί, προορισμένοι για την αιώνια απώλεια τώρα δια του αθώου αίματος του Χριστού ανακηρύσσονται από το Θεό δίκαιοι και παιδιά δικά Του. Έτσι λοιπόν ο Απ. Παύλος διακηρύττει προς τους Χριστιανούς της Ρώμης: «Καθώς λοιπόν δι' ενός αμαρτήματος ήλθε κατάκρισις εις πάντας ανθρώπους, ούτω και διά μιας δικαιοσύνης ήλθεν εις πάντας ανθρώπους δικαίωσις εις ζωήν». (Ρωμαίους Ε : 18). 
    Ο Κύριος καλεί και σήμερα όλους τους κουρασμένους και τους φορτωμένους να έρθουν κοντά Του. «Έλθετε προς με, πάντες οι κοπιώντες και πεφορτισμένοι, και εγώ θέλω σας αναπαύσει. Άρατε τον ζυγόν μου εφ' υμάς και μάθετε απ' εμού, διότι πράος είμαι και ταπεινός την καρδίαν, και θέλετε ευρεί ανάπαυσιν εν ταις ψυχαίς υμών». (Ματθαίος ΙΑ/11 : 28,29). Η ταπεινοφροσύνη και η πραότητα έκαναν τον Κύριο να φέρεται με καλοσύνη και να ευεργετεί τους ανθρώπους. Η αγάπη του Κυρίου φαινόταν και μέσα από τη συμπόνια που έδειχνε σε ανθρώπους που έπασχαν. Κοντά στην Ιεριχώ συνάντησε έναν τυφλό που τον έλεγαν Βαρτίμαιο και οποίος ζητούσε επίμονα τη βοήθεια του Κυρίου, αλλά το πλήθος που τον περιέβαλε του ζητούσε να σιωπήσει. Όμως ο Κύριος που είχε «σπλάχνα οικτιρμών, καλοσύνη, ταπεινοφροσύνη, πραότητα, μακροθυμία» (Κολοσσαείς Γ : 12) τον λυπήθηκε και είπε να τον φέρουν μπροστά Του και αποκατέστησε την όρασή του. Ο Κύριος, καθώς είδε στην πόλη Ναϊν εκείνη τη χαροκαμένη μάνα που ήταν χήρα και πήγαινε να θάψει το μοναχοπαίδι της, τη λυπήθηκε. Ο ευαγγελιστής Λουκάς μας αποκαλύπτει τα συναισθήματα του Κυρίου: «Και όταν την είδε ο Κύριος, τη σπλαχνίστηκε, και της είπε: Μη κλαις. Και πλησιάζοντας άγγιξε το νεκροκρέβατο και εκείνοι που το βάσταζαν στάθηκαν, και είπε: Νεανίσκε, σε σένα λέω, σήκω επάνω». (Λουκάς Ζ/7 : 11). 
   Ποια ήταν άραγε η ωφέλεια του Κυρίου, που θα είναι και δική μας ωφέλεια από την ταπεινοφροσύνη την οποία επέδειξε; Είχε πει: «Όστις υψώση εαυτόν θέλει ταπεινωθή, και όστις ταπεινώση εαυτόν θέλει υψωθή». Αυτά τα λόγια έρχεται να τα επιβεβαιώσει και ο Απ. Παύλος στην επιστολή του «προς Φιλιππησίους», κεφ. Β, εδ. 9-11, όπου αναφέρει: 
9 Διά τούτο και ο Θεός υπερύψωσεν αυτόν και εχάρισεν εις αυτόν όνομα το υπέρ παν όνομα, 
10 διά να κλίνη εις το όνομα του Ιησού παν γόνυ επουρανίων και επιγείων και καταχθονίων, 
11 και πάσα γλώσσα να ομολογήσει ότι ο Ιησούς Χριστός είναι Κύριος εις δόξαν Θεού Πατρός. 
    Ο Πατέρας Θεός εκτιμώντας την ταπεινότητα του Κυρίου, την πλήρη υπακοή του Κυρίου στο θέλημά Του, εξύψωσε τον Κύριο Ιησού και του έδωσε Όνομα που είναι πάνω από κάθε άλλο όνομα, ώστε στο Όνομα του Ιησού να λυγίσει κάθε γόνατο εκείνων που είναι στον ουρανό και εκείνων που είναι στη γη και εκείνων που είναι κάτω από το έδαφος και κάθε γλώσσα να ομολογήσει φανερά ότι ο Ιησούς Χριστός είναι Κύριος για τη δόξα του Πατέρα Θεού. Ακόμα και όταν ο Κύριος θα καταργήσει κάθε αρχή και κάθε εξουσία και κάθε δύναμη (Α΄ Κορινθίους ΙΕ/15 : 24-28) θα συνεχίσει να είναι ταπεινός και θα παραδώσει τη βασιλεία Του στον Πατέρα Θεό «διά να είναι ο Θεός τα πάντα εν πάσιν». 
     Στο σημείο αυτό θα ήθελα να δούμε την αντίθεση και τα τραγικά αποτελέσματα που επιφέρει στον άνθρωπο η εγωπάθεια και η έλλειψη ταπεινοφροσύνης. Υπήρχε κοντά στο Θεό κάποιος άγγελος ο οποίος δεν έδειξε υποταγή και ταπεινοφροσύνη στο θέλημά Του, αντίθετα έδειξε εγωκεντρισμό και υπερηφάνεια, φτάνοντας μάλιστα στο σημείο να στασιάσει εναντίον του Θεού. Πρόκειται για το σατανά, το διάβολο. Είναι αυτός που πλανά σήμερα την οικουμένη όλη (Αποκάλυψη ΙΒ/12 : 9). Είναι αυτός που μια μέρα θα ριφθεί από το Θεό στη λίμνη του πυρός και του θείου μαζί με το θηρίο και το τον ψευδοπροφήτη και εκεί θα βασανίζεται ημέρα και νύχτα εις τους αιώνας των αιώνων. (Αποκάλυψη Ι/20 : 10). Κοντά του θα είναι και όλοι εκείνοι που υπήρξαν του αυτού «πνεύματος» και δεν ταπεινώθηκαν και δεν υποτάχτηκαν στον Κύριο των Κυρίων και το Βασιλιά των Βασιλιάδων. (Αποκάλυψη ΙΘ/19 : 16). 
       Ο Κύριος με τη ζωή Του κατά την επίγεια διακονία Του έδειξε στην πράξη ότι δεν είναι σωστό να γυρνάμε γύρω από τον εαυτόν μας, να σκεπτόμαστε μόνον τον αυτόν και να νομίζουμε ότι είμαστε σπουδαίοι και ως εκ τούτου θα πρέπει οι άλλοι να μας υπηρετούν. Αντίθετα ήθελε να τονίσει ότι θα πρέπει να είμαστε πρόθυμοι να υπηρετούμε ο ένας τον άλλον. Πολλές φορές λέμε: Πώς να υπηρετήσω, τι να κάνω, ποιος είναι ο «πλησίον;» (Λουκάς Ι/10 : 29). Ένα είναι βέβαιο, ότι αν εμείς βάλουμε το «θέλω», ο Κύριος θα έρθει να μας υποδείξει μύριους τρόπους υπηρεσίας ανθρώπων που έχουν την ανάγκη μας. Υπηρεσία είναι το να κάνεις αυτό που μπορείς να κάνεις για τους άλλους, όπως ακριβώς έκανε ο Κύριος. 
      Πολλές φορές το κάνουμε, υπηρετούμε άλλους ανθρώπους που έχουν ανάγκη και στην πορεία διαπιστώνουμε ότι οι άνθρωποι αυτοί δε μας ευχαριστούν για τις υπηρεσίες που τους προσφέρουμε, δε μας το αναγνωρίζουν. Τότε δυσφορούμε και αλλάζουμε τακτική, ενώ αυτοί συνεχίζουν να έχουν την ανάγκη μας. Άραγε είναι σωστή αυτή η συμπεριφορά; Ασφαλώς όχι. Ας παρατηρούμε κάθε στιγμή το πρότυπο της υπηρεσίας και της διακονίας που είναι ο Κύριος Ιησούς Χριστός. Πάρα πολλοί άνθρωποι δεν ευχαρίστησαν τον Κύριο για τα καλά του έργα. Όμως Αυτός δε σταμάτησε να κάνει το καλό. Δε σταμάτησε να περνάει μέσα από τους δρόμους μας «ευεργετών και θεραπεύων» (Πράξεις Ι/10 : 38). Μπορεί να απόρησε με εκείνους τους εννέα λεπρούς που δεν επέστρεψαν να πούν ένα «ευχαριστώ» (Λουκάς ΙΖ/17 : 15), όμως δε σταμάτησε, συνέχισε να ευεργετεί όλους εκείνους που τον είχαν ανάγκη. Κάποτε ο Κύριος παρήγγειλε στον Ιωάννη τον Πρόδρομο: «Υπάγετε και απαγγείλατε προς τον Ιωάννην όσα είδετε και ηκούσατε ότι τυφλοί αναβλέπουσι, χωλοί περιπατούσι, λεπροί καθαρίζονται, κωφοί ακούουσι, νεκροί εγείρονται, πτωχοί ευαγγελίζονται» (Λουκάς Ζ/7 : 22). Ήταν σταθερά προσηλωμένος στην υπηρεσία ο Κύριος και εκεί που υπήρχε το “ευχαριστώ”, αλλά και εκεί που δεν υπήρχε. 
     Στο βιβλίο των «Παροιμιών», κεφ. Γ, εδ. 27-28, αναφέρεται: «Μη αρνηθείς το καλό σ' εκείνους στους οποίους πρέπει, όταν είναι στο χέρι σου να το κάνεις. Μη πεις στον πλησίον σου: Πήγαινε και ξαναγύρισε, και αύριο θα σου δώσω ενώ, στην πραγματικότητα, το έχεις». Ο Απ. Παύλος αναφέρει προς τους Ρωμαίους Χριστιανούς. «Οφείλουμε, μάλιστα, εμείς οι δυνατοί να βαστάζουμε τα ασθενήματα των αδυνάτων και να μη αρέσουμε στον εαυτό μας αλλά, κάθε ένας από μας ας αρέσει στον πλησίον για το καλό προς οικοδομή». (Ρωμαίους ΙΕ/15 : 1,2). Επίσης στους Γαλάτες: «Βαστάζετε ο ένας τα βάρη τού άλλου και εκπληρώστε έτσι τον νόμο τού Χριστού». (Γαλάτας Σ/6 : 2). 
    «και ήρχισε να νίπτη τους πόδας των μαθητών». Ο Χριστός καθαρίζει και σήμερα όλους τους πιστούς από τα μολύσματα της αμαρτίας. Το πλύσιμο των ποδών των μαθητών Του, που έκανε εκείνο το βράδυ συμβολίζει το άλλο μεγάλο πλύσιμο που κάνει ο Αναστημένος και δοξασμένος Χριστός στην ψυχή του ανθρώπου. Τον πλένει, τον καθαρίζει, τον λευκαίνει με το πολύτιμό Του αίμα. Ο μαθητής της αγάπης αναφέρει: «Αν, όμως, περπατάμε μέσα στο φως, όπως αυτός είναι μέσα στο φως, έχουμε κοινωνία ο ένας με τον άλλον και το αίμα τού Ιησού Χριστού, του Υιού Του, μας καθαρίζει από κάθε αμαρτία». (Α΄ Ιωάννου Α : 7). 
     Κάποιος έμπορος διαφήμιζε στην αγορά ένα απορρυπαντικό και φώναζε: «Ελάτε κόσμε, όλα τα πλένει, όλα τα καθαρίζει, όλα τα λευκαίνει». Υπερβολικός ο λόγος για τα ανθρώπινα πράγματα, αληθινός και κυριολεκτικός όμως όταν πρόκειται για το αίμα του Κυρίου Ιησού Χριστού. Ελάτε να φωνάξουμε όλοι μαζί: "Το αίμα του Χριστού όλα τα πλένει, όλα τα καθαρίζει, όλα τα λευκαίνει, όλοι οι λεκέδες της ψυχής σβήνουν, όλα τα αμαρτήματα, ακόμα και τα πιο ακάθαρτα τα εξαλείφονται, όλα μπορούν να γίνουν πιο λευκά και από το χιόνι, αν μια σταγόνα από το Αίμα του Χριστού πέσει πάνω στην ψυχή του ανθρώπου". Ο Χριστός προσφέρει την κάθαρση, που τόσο ακριβά του στοίχισε, δωρεάν και δίνει αμέτρητες ευκαιρίες για καθαρισμό σε κάθε άνθρωπο. Γι’ αυτό άλλωστε απαιτεί να είμαστε «πλυμένοι» καθαροί και ιδιαίτερα, όταν προσερχόμαστε στο δείπνο Του, στη Θεία Κοινωνία. Αν είσαι καθαρός, αν τα εξομολογήθηκες όλα, έλα, λέγει ο Κύριος. Αν δεν είσαι καθαρός μην πλησιάζεις. Ο Κύριος μας παρατηρεί. «εγώ είμαι ο ερευνών νεφρούς και καρδίας, και θέλω σας δώσει εις έκαστον κατά τα έργα σας». (Αποκάλυψη Β:23). Ο Κύριος θέλησε να αποτρέψει τον Ιούδα να λάβει μέρος στο δείπνο Του με τα λόγια Του: «σεις είσθε καθαροί, αλλ' ουχί πάντες». (Ιωάννης ΙΓ/13: 10). Κάποιος από σας δεν είναι καθαρός. Ο Ιούδας αγνόησε τα λόγια του Κυρίου και τόλμησε να λάβει μέρος στο δείπνο Του με τραγικές συνέπειες γι’ αυτόν. 
   Ας επαναλάβουμε τα λόγια του Κυρίου μας και ας κλείσουμε τούτη τη μελέτη. 
15 Διότι παράδειγμα έδωκα εις εσάς, διά να κάμνητε και σεις, καθώς εγώ έκαμον εις εσάς. 
16 Αληθώς, αληθώς σας λέγω, δεν είναι δούλος ανώτερος του κυρίου αυτού, ουδέ απόστολος ανώτερος του πέμψαντος αυτόν. 
17 Εάν εξεύρητε ταύτα, μακάριοι είσθε εάν κάμνητε αυτά. ---