Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Δευτέρα 14 Φεβρουαρίου 2022

ΤΟ ΑΙΜΑ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ. (Α΄ ΜΕΡΟΣ).

ΤΟ ΑΙΜΑ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ. 

Α΄ ΜΕΡΟΣ 

21 Τότε εκάλεσεν ο Μωυσής πάντας τους πρεσβυτέρους του Ισραήλ και είπε προς αυτούς, Εκλέξατε και λάβετε εις εαυτούς εν αρνίον, κατά τας οικογενείας σας, και θύσατε το πάσχα 
22 έπειτα θέλετε λάβει δέσμην υσσώπου και θέλετε εμβάψει αυτήν εις το αίμα, το οποίον θέλει είσθαι εις λεκάνην· και από του αίματος του εν τη λεκάνη θέλετε κτυπήσει το ανώφλιον και τους δύο παραστάτας των θυρών· και ουδείς από σας θέλει εξέλθει εκ της θύρας της οικίας αυτού έως το πρωΐ
23 διότι ο Κύριος θέλει περάσει διά να πατάξη τους Αιγυπτίους· και όταν ίδη το αίμα επί το ανώφλιον και επί τους δύο παραστάτας, ο Κύριος θέλει παρατρέξει την θύραν, και δεν θέλει αφήσει τον εξολοθρευτήν να εισέλθη εις τας οικίας σας, διά να πατάξη. 
24 Και θέλετε φυλάξει το πράγμα τούτο ως νόμον, εις σεαυτόν και εις τους υιούς σου, έως αιώνος. 
25 Και όταν εισέλθητε εις την γην, την οποίαν ο Κύριος θέλει σας δώσει καθώς ελάλησε, θέλετε φυλάξει την λατρείαν ταύτην. 
26 Και όταν σας λέγωσιν οι υιοί σας, Τι σημαίνει εις εσάς η λατρεία αύτη; 
27 θέλετε αποκρίνεσθαι, Τούτο είναι θυσία του πάσχα εις τον Κύριον, διότι παρέτρεξε τας οικίας των υιών Ισραήλ εν Αιγύπτω, ότε επάταξε τους Αιγυπτίους και έσωσε τας οικίας ημών. Τότε ο λαός κύψας προσεκύνησε. 
28 Και αναχωρήσαντες οι υιοί Ισραήλ, έκαμον καθώς προσέταξεν ο Κύριος εις τον Μωϋσήν και τον Ααρών· ούτως έκαμον. 
29 Κατά δε το μεσονύκτιον ο Κύριος επάταξε παν πρωτότοκον εν τη γη της Αιγύπτου· από του πρωτοτόκου του Φαραώ όστις κάθηται επί του θρόνου αυτού, έως του πρωτοτόκου του αιχμαλώτου του εν τω δεσμωτηρίω· και πάντα τα πρωτότοκα των κτηνών. 
30 Και εσηκώθη ο Φαραώ την νύκτα, αυτός και πάντες οι θεράποντες αυτού και πάντες οι Αιγύπτιοι· και έγεινε βοή μεγάλη εν τη Αιγύπτω· διότι δεν ήτο οικία εις την οποίαν δεν υπήρχε νεκρός. 
31 Και εκάλεσε τον Μωϋσήν και τον Ααρών διά νυκτός και είπε, Σηκώθητε, εξέλθετε εκ μέσου του λαού μου και σεις και οι υιοί του Ισραήλ· και υπάγετε, λατρεύσατε τον Κύριον, καθώς είπετε· 
32 και τα ποίμνιά σας και τας αγέλας σας λάβετε, καθώς είπετε, και απέλθετε· ευλογήσατε δε και εμέ.
33 Και εβίαζον οι Αιγύπτιοι τον λαόν διά να εκβάλωσιν αυτόν ταχέως εκ του τόπου· διότι είπον, Ημείς πάντες αποθνήσκομεν. 

         ΣΧΟΛΙΑ:
     «Και έπλασε Κύριος ο Θεός τον άνθρωπον από χώματος εκ της γης και ενεφύσησεν εις τους μυκτήρας αυτού πνοήν ζωής και έγεινεν ο άνθρωπος εις ψυχήν ζώσαν» (Γένεση Β/2: 7). 
      Ο λόγος του Θεού αναφέρει ότι για όλα τα δημιουργήματά Του ο Θεός «είπε και έγιναν», για τον άνθρωπο έσκυψε κάτω στη γη, πήρε χώμα και με τα ίδια Του τα χέρια τον έπλασε. Όταν ολοκλήρωσε την πλάση ο άνθρωπος, ήταν ένα άγαλμα και στο άγαλμα αυτό ο Θεός «ενεφύσησεν εις τους μυκτήρας αυτού πνοήν ζωής και έγινε ο άνθρωπος εις ψυχήν ζώσαν». Στο βιβλίο του ο «Ιώβ» αναφέρει: «Το Πνεύμα του Θεού με έκαμε και η πνοή του Παντοδυνάμου με εζωοποίησεν» (ΛΓ/33: 4). Συνεπώς ο άνθρωπος από τη γέννησή του φέρει μέσα του ένα στοιχείο που είναι δοσμένο από το Θεό, την ψυχή, η οποία δεν πεθαίνει, δεν τελειώνει, δεν εκμηδενίζεται αλλά ζει αιώνια. Ο λόγος του Θεού διακηρύττει ότι μια μέρα «θα επιστρέψη το χώμα εις την γην, καθώς ήτο, και το πνεύμα θα επιστρέψη εις τον Θεόν, όστις έδωκεν αυτό» (Εκκλησιαστής ΙΒ/12: 7). Έτσι ο άνθρωπος απέκτησε πνεύμα, δοσμένο από το Θεό με το οποίο επικοινωνεί μ’ Αυτόν και απολαμβάνει τα δώρα Του. 

     «Προσέταξε δε Κύριος ο Θεός εις τον Αδάμ λέγων, Από παντός δένδρου του παραδείσου ελευθέρως θέλεις τρώγει, από δε του ξύλου της γνώσεως του καλού και του κακού δεν θέλεις φάγει απ' αυτού διότι καθ' ην ημέραν φάγης απ' αυτού, θέλεις εξάπαντος αποθάνει» (Γένεση Β/2: 16-17). 
     Η απαγόρευση να μη φάνε από «το δένδρο της γνώσης του καλού και του κακού» δόθηκε κατευθείαν από το Θεό στον Αδάμ. Η Εύα δεν είχε ακόμα δημιουργηθεί, όταν ο Θεός μίλησε στον Αδάμ για τον απαγορευμένο καρπό. Καθώς ο Αδάμ μίλησε στην Εύα για την εντολή αυτή του Θεού, θα έπρεπε να εμπιστευθεί τον Αδάμ και να την εφαρμόσει. Το ερώτημα είναι γιατί ο Θεός έβαλε «το ξύλο της γνώσης του καλού και του κακού» μέσα στον Παράδεισο; Και γιατί δεν επέτρεψε στον Αδάμ να φάει απ’ αυτό; Το έκανε ασφαλώς, για να μάθει ο άνθρωπος να υπακούει στο Θεό και όχι στον εαυτόν του, να είναι εγκρατής και να Τον εμπιστεύεται. Ο Θεός ήθελε ο Αδάμ να είναι ευτυχισμένος και αυτό μπορεί να γίνει μόνον μέσα από την υπακοή στο Δημιουργό. Όταν ο Αδάμ έφαγε από τον καρπό, δεν πέθανε αμέσως από φυσικό θάνατο, πάραυτα όμως αποχωρίστηκε – αποκόπηκε - από το Θεό και έγινε πνευματικά νεκρός. Ο άνθρωπος είναι νεκρός ως προς το Θεό, λόγω της αμαρτίας και μπορεί να ζωοποιηθεί μόνον δια Ιησού Χριστού (Εφεσίους Β/2: 5). Στην καθημερινή μας ζωή πάντα θα υπάρχει μπροστά μας "το δένδρο της ζωής" που είναι ο Χριστός και «το δένδρο της γνώσης του καλού και του κακού», που συνιστά μια σαρκική, εγωκεντρική ζωή, μακριά από το Δημιουργό της. Πάντα θα υπάρχει μπροστά μας ο Χριστός και δίπλα ο Βαραββάς και εμείς καλούμαστε να εκλέξουμε, σύμφωνα με την ελευθερία που ο Θεός μας έχει δώσει. Κάθε μας επιλογή έχει και τις συνέπειές της. Ένα είναι βέβαιο, ότι ο άνθρωπος που θα επιλέξει την ανυπακοή στο Θεό, θα υποστεί πνευματικό θάνατο και στην αιωνιότητα θα ζήσει μακριά από το Θεό, που σημαίνει κόλαση.

    "Και είπε Κύριος ο Θεός, Δεν είναι καλόν να ήναι ο άνθρωπος μόνος θέλω κάμει εις αυτόν βοηθόν όμοιον με αυτόν" (Γένεση Β/2: 18).
    Την έκτη ημέρα ο Θεός, την ίδια μέρα με τη δημιουργία του Αδάμ, διαπίστωσε ότι δεν ήταν καλό να ζει ο άνθρωπος μόνος του. Είχε ανάγκη από κάποιο άλλο πρόσωπο που να του μοιάζει, ώστε να μπορεί να μοιραστεί τα πάντα μαζί του, ελπίδες, χαρές, λύπες, συναισθήματα της ζωής κλπ. Από την αφήγηση του Λόγου του Θεού φαίνεται ότι ο αρχικός σκοπός του Θεού ήταν να είναι ο άνδρας η κεφαλή της οικογένειας και η γυναίκα, ως βοηθός, να υποτάσσεται σ' αυτόν. 

    «Και επέβαλε Κύριος ο Θεός έκστασιν επί τον Αδάμ, και εκοιμήθη και έλαβε μίαν εκ των πλευρών αυτού και έκλεισε με σάρκα τον τόπον αυτής. Και κατεσκεύασε Κύριος ο Θεός την πλευράν, την οποίαν έλαβεν από του Αδάμ, εις γυναίκα..." (εδ. 21, 22). 
       Ο Θεός επέφερε έκσταση στον Αδάμ, έλαβε από την πλευρά του και έφτιαξε τη γυναίκα. Στο τέλος της ημέρας ο Θεός, καθώς επέβλεψε στη δημιουργία Του, διαπίστωσε ότι όλα ήταν «καλά λίαν» (Γένεση Α/1: 31). Οι πρώτοι άνθρωποι, ο Αδάμ και η Εύα, καθώς ζούσαν μέσα στον παράδεισο, ήταν τέλειοι και αναμάρτητοι και ήταν σε συνεχή εξάρτηση και επικοινωνία με το Θεό. 

    "... και έφερεν αυτήν προς τον Αδάμ»  (εδ. 22).
    Η πρώτη οικογένεια δεν προήλθε από την απόφαση δύο ατόμων που ήθελαν να συζήσουν. Ο Θεός θέσπισε το γάμο και μ' αυτόν τους ένωσε μόνιμα. Ενώπιον του Θεού ο Αδάμ δέχτηκε την Εύα να είναι σύζυγός του. Ο Απ. Παύλος αναφέρει προς τον Τιμόθεο: "εν τοις υστέροις καιροίς θέλουσιν αποστατήσει τινές από της πίστεως, προσέχοντες εις πνεύματα πλάνης και εις διδασκαλίας δαιμονίων, διά της υποκρίσεως ψευδολόγων, εχόντων την εαυτών συνείδησιν κεκαυτηριασμένην, εμποδιζόντων τον γάμον" (Α' Τιμοθέου Δ/4: 1-3). 

        «εποίησεν ο Θεός τον άνθρωπον κατ' εικόνα εαυτού κατ' εικόνα Θεού εποίησεν αυτόν άρσεν και θήλυ εποίησεν αυτούς» (Γένεση Α/1: 27). Ο Θεός δημιούργησε τον άνθρωπο «κατά την εικόνα Αυτού». Αυτό δε σημαίνει ότι ο άνθρωπος έμοιαζε στο Θεό ως προς την εξωτερική εμφάνιση, γιατί ο Θεός είναι πνεύμα, αλλά ότι τον δημιούργησε σύμφωνα με τις ιδιότητές Του, που είναι η αγάπη, η σοφία, η δικαιοσύνη, η λογική, τα συναισθήματα καθώς και η δυνατότητα ελεύθερης επιλογής. 
    «Άνδρα και γυναίκα εποίησεν αυτούς». Αυτό που έκανε ο Θεός να δημιουργήσει άνδρα και γυναίκα δεν είναι κάτι τυχαίο. Μέσα σ’ αυτή τη σχέση κρύβεται το μεγάλο μυστήριο του γάμου (Εφεσίους Ε/5: 31,32). «Το μυστήριον τούτο είναι μέγα, εγώ δε λέγω τούτο περί Χριστού και περί της εκκλησίας». Ο Χριστός είναι ο "νυμφίος" και η Eκκλησία είναι η "νύμφη", που θα ενωθούν μια μέρα στους ουρανούς.  

     «Τω όντι είπεν ο Θεός, Μη φάγητε από παντός δένδρου του παραδείσου;» (Γένεση Γ/3: 1). 
     Η γη ήταν ένας τέλειος παράδεισος χαράς και ευδαιμονίας. Οι πρωτόπλαστοι ζούσαν και εργάζονταν μέσα σ’ αυτόν και ήταν σε συνεχή κοινωνία με το Θεό. Η εργασία την οποία έκαναν ήταν να επιτηρούν τον παράδεισο και να συλλέγουν τους καρπούς των δένδρων, για να τους τρώνε. Δεν υπήρχε φόβος, ούτε αγκάθια, ούτε κούραση, ούτε πόνος. Ο Θεός προκειμένου να ασκήσει τους πρωτοπλάστους στην πνευματική πρόοδο, την αρετή, την αγιότητα και πάνω απ’ όλα στην υπακοή, τους έδωσε μία ρητή εντολή. Τους απαγόρευσε να φάνε από τον καρπό του «δένδρου της γνώσεως του καλού και του κακού». Αυτή ήταν η μόνη αξίωση του Θεού και η οποία αποτελεί και την πρώτη εντολή Του προς τον άνθρωπο. Μπορούσαν να φάνε απ’ όλους τους καρπούς των δένδρων που υπήρχαν μέσα στον παράδεισο, εκτός από τους καρπούς του δένδρου «της γνώσεως του καλού και του κακού». Αν παρέβαιναν αυτή την εντολή, θα υφίσταντο τις τραγικές συνέπειες της επιλογής τους και οπωσδήποτε θα πέθαιναν πνευματικά και βιολογικά.
    Η τήρηση της εντολής αυτής του Θεού ήταν εύκολη υπόθεση για τους πρωτοπλάστους, αφού ο,τιδήποτε άλλο υπήρχε μέσα στον παράδεισο ήταν στη διάθεσή τους και ταυτόχρονα υπήρχε και η παρουσία του Θεού που κάλυπτε αμέσως κάθε τυχόν ανάγκη τους. Στην επιστολή «Α’ Ιωάννου» (Ε/5: 3) αναφέρεται: «Διότι αύτη είναι η αγάπη του Θεού, το να φυλάττωμεν τας εντολάς αυτού και αι εντολαί αυτού βαρείαι δεν είναι»
     Μέσα σ’ εκείνο το ειδυλλιακό περιβάλλον του παραδείσου ο σατανάς παρουσιάστηκε στην Εύα με τη μορφή του φιδιού το οποίο, σύμφωνα με το λόγο του Θεού, ήταν το φρονιμότερο απ’ όλα τα ζώα που δημιούργησε ο Θεός και τη ρώτησε: «Αλήθεια ο Θεός δεν σας επιτρέπει να φάτε από κάθε δένδρο του παραδείσου;». Η Εύα αρχίζει να διαλέγεται με το σατανά, πραγματοποιώντας έτσι το πρώτο της λάθος. Ο σατανάς από την πρώτη στιγμή δείχνει να αμφιβάλλει για την αλήθεια του λόγου του Θεού. Είναι ο πατέρας του ψεύδους (Ιωάννης Η/8: 44) και η πάγια τακτική του είναι να διαστρεβλώνει και να συγχύζει το λόγο του Θεού, να τον αντιστρέφει και τελικά να τον αρνείται. Με μία ύπουλη ερώτηση προσπαθεί να της βάλει αμφιβολίες σχετικά με την ορθότητα του λόγου του Θεού: «δεν θέλεις βεβαίως αποθάνει». 
      Η Εύα εξηγεί στο φίδι τι ακριβώς είχε πει ο Θεός. Ο Θεός είπε «μηδέ εγγίσητε» αυτό (Β/2: 17). Τη φράση αυτή την προσέθεσε η Εύα, δεν την είχε πει ο Θεός και συνέχισε «δια να μη αποθάνητε» πάλι παραποιεί τα λόγια του Θεού, γιατί ο Θεός είχε πει: «εξάπαντος θέλεις αποθάνει». Ανάμεσα στους αιώνες στο ίδιο λάθος έπεσε και η λεγόμενη «Χριστιανοσύνη» η οποία πρόσθεσε στο λόγο του Θεού, αφαίρεσε και «συγκάλυψε» την αλήθεια της σωτήριας μοναδικότητας του Ιησού Χριστού, με τραγικά αποτελέσματα. 
    «εξεύρει ο Θεός ότι καθ’ ήν ημέραν φάγητε απ’ αυτού, θέλουσι ανοιχθή οι οφθαλμοί σας και θέλετε είσθε ως θεοί, γνωρίζοντες το καλόν και το κακόν» (εδ.5). 
      Με έναν επιδέξιο τρόπο ο εχθρός προσπαθεί να την πείσει ότι θα προκύψει κάτι καλό αν φάνε απ’ αυτόν τον καρπό, το οποίο όμως καλό θέλει να τους το στερήσει ο Θεός. Ο εχθρός προσπαθεί με μισές αλήθειες (που ισοδυναμούν με ολόκληρα ψέματα) να συκοφαντήσει το Θεό και να πείσει την Εύα ότι με αυτούς τους περιορισμούς που τους βάζει δε μπορεί να τους αγαπάει ο Θεός τόσο πολύ και να θέλει την ευτυχία τους. Η προτροπή του εχθρού ήταν από την ημέρα που θα φάνε τον απαγορευμένο καρπό όχι μόνον δε θα πεθάνουν αλλά θ’ ανοίξουν τα μάτια τους και θα γίνουν σαν θεοί. Εκείνο που ισχυρίζεται είναι ότι ο Θεός τους έδωσε αυτήν την εντολή, γιατί άμα φάνε από τον καρπό αυτό, θα αποκτήσουν τη γνώση και τη σοφία που έχει ο Θεός και έτσι θα γίνουν και αυτοί θεοί. Τα όπλα του εχθρού, για να πετύχει τους σκοπούς του και να απομακρύνει τον άνθρωπο από το Θεό, είναι πάντοτε η συγκάλυψη, η διαστρέβλωση, η πανουργία, ο δόλος, η συκοφαντία και πάνω απ’ όλα το ψέμα. 
     Με τον ίδιο τρόπο έρχεται και σήμερα ο σατανάς να συκοφαντήσει το Θεό σε κάθε άνθρωπο. Αρχίζει να του ψιθυρίζει: «Πρόσεξε θα σου στερήσει τη ζωή σου, δε θα μπορείς να απολαύσεις τίποτα, θα γίνεις καλόγερος, δε θα είσαι ελεύθερος, οι άνθρωποι που σε περιβάλουν θα σε περιγελούν, ίσως χάσεις τη δουλειά σου και μύριες άλλες συκοφαντίες». 
      Η Εύα, αντί να σταθεί στο «τάδε λέγει Κύριος», συνέχισε τη συζήτηση με τον εχθρό και καθώς παρατηρούσε τον καρπό, διαπίστωσε ότι ήταν "καλός εις βρώσιν" (η επιθυμία της σάρκας), ότι ήταν "αρεστός εις τους οφθαλμούς" (η επιθυμία των οφθαλμών) και επίσης ότι ήταν "επιθυμητός ως δίδον γνώσιν" (η αλαζονεία του βίου). Έτσι δε μπόρεσε να αντισταθεί στις επιβουλές του εχθρού και παρακούοντας την εντολή του Θεού έφαγε από τον απαγορευμένο καρπό. Στην επιστολή «Α’ Ιωάννου» (κεφ. Β/2, εδ.16) αναφέρεται: «Η επιθυμία τής σάρκας και η επιθυμία των ματιών και η αλαζονεία τού βίου, δεν είναι από τον Πατέρα, αλλά είναι από τον κόσμο». 
      Ο εχθρός μπορεί να μας πείσει ν’ αμαρτήσουμε, αλλά δε μπορεί να μας εξαναγκάσει να το κάνουμε. Η επιλογή και η ευθύνη θα είναι πάντοτε δική μας, μέσα στα πλαίσια της ελευθερία που μας έχει δώσει ο Θεός και γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο θα δώσουμε λόγο για τις επιλογές μας. Η ασφαλής οδηγία του λόγου του Θεού είναι: «Υποτάχθητε λοιπόν εις τον Θεόν. Αντιστάθητε εις τον διάβολον, και θέλει φύγει από σάς» (επ. Ιακώβου Δ/4: 7). Το δε «παράπονο» του Θεού προς τον άνθρωπο είναι: «Δεν αντισταθήκατε ακόμα μέχρις αίματος, αγωνιζόμενοι ενάντια στην αμαρτία» (Εβραίους ΙΒ/12: 4). 

      «και έδωκε εις τον άνδρα αυτής» (κεφ. Γ/3, εδ. 6). 
      Ο Απ. Παύλος στην επιστολή «Α’ Τιμοθέου» (Β/2: 14) αναφέρει: «ο Αδάμ δεν ηπατήθη, αλλ' η γυνή απατηθείσα έγεινε παραβάτις». Η Εύα ενήργησε με εγωϊσμό και αλαζονεία και παράκουσε την εντολή του Θεού, ο Αδάμ υπάκουσε στην Εύα απ' αγάπη προς αυτή και με τον τρόπο αυτό ταυτίστηκε με την αμαρτία της. 

     «Και ηνοίχθησαν οι οφθαλμοί αμφοτέρων, και εγνώρισαν ότι ήσαν γυμνοί και ράψαντες φύλλα συκής, έκαμον εις εαυτούς περιζώματα» (Γένεση Γ/3: 7). 
      Τι ακολούθησε μετά από την παρακοή; Στο βιβλίο της «Γένεσης» (κεφ. Β/2, εδ. 25) αναφέρεται ότι ο Αδάμ και η Εύα εξ αρχής ήταν γυμνοί στον κήπο της Εδέμ και δεν αισθάνονταν ντροπή (δεν ησχύνοντο). Όταν έφαγαν από τον απαγορευμένο καρπό, άνοιξαν τα μάτια τους και γνώρισαν ότι ήταν γυμνοί. Στην προσπάθειά τους να ντυθούν έραψαν φύλλα συκιάς και έφτιαξαν καλύμματα, για να σκεπάσουν τη γύμνια τους. 
      Ακόμα κι εκείνη την κρίσιμη ώρα, αντί να στραφούν στο Θεό και μετανιωμένοι να ζητήσουν Έλεος και Χάρη και συγχώρηση για την παρακοή τους, ζήτησαν τη σωτηρία και την κάλυψη της αμαρτίας τους με δικής τους επινόησης έργα, τα οποία τελικά δε μπόρεσαν να τους προσφέρουν τίποτα. Ήταν μια ανώφελη προσπάθεια, ανεπαρκής και μάταια. Ο άνθρωπος και σήμερα αισθάνεται ότι είναι ένοχος απέναντι στο Θεό και προσπαθεί να εξιλεωθεί με τις διάφορες θρησκευτικές τελετουργίες και προσφορές, που είναι ανθρώπινα επινοήματα. Με τον τρόπο αυτό «ράβει φύλλα συκιάς» προσπαθώντας να καλύψει τη γύμνια του και να καθησυχάσει τη φωνή της συνείδησής του. Πίσω απ’ όλες αυτές τις προσπάθειες είναι όλες οι θρησκείες όλων των εποχών, οι οποίες με τα «θρησκευτικά τους έργα» δε μπόρεσαν να «ντύσουν» τον άνθρωπο, αλλά τον άφησαν «γυμνό» και «νεκρό» ανάμεσα στους αιώνες. Έτσι οδηγήθηκε από γύμνια σε γύμνια με αποτέλεσμα στις ημέρες μας ο άνθρωπος, «η κορωνίδα της κτίσεως του Θεού», να είναι πιο «γυμνός», πιο αποξενωμένος από το Θεό από κάθε άλλη φορά. 

      «Και ο Κύριος ο Θεός κάλεσε τον Αδάμ, και του είπε: Πού είσαι; Κι εκείνος είπε: Άκουσα τη φωνή σου στον παράδεισο, και φοβήθηκα, επειδή είμαι γυμνός και κρύφτηκα. Και ο Θεός τού είπε: Ποιος σου φανέρωσε ότι είσαι γυμνός; Μήπως έφαγες από το δέντρο, από το οποίο σε πρόσταξα να μη φας; Και ο Αδάμ είπε: Η γυναίκα που μου έδωσες για να είναι μαζί μου, αυτή μου έδωσε από το δέντρο και έφαγα. Και ο Κύριος ο Θεός είπε στη γυναίκα: Τι είναι τούτο που έκανες; Και η γυναίκα είπε: Το φίδι με εξαπάτησε, και έφαγα» (Γένεση Γ/3: 7-13). 
     «Που είσαι;»  Ο Θεός δε ζητάει να μάθει τη γεωγραφική θέση στην οποία βρίσκεται ο Αδάμ, αλλά την κατάσταση της καρδιά του. Πρόκειται για ένα διαχρονικό ερώτημα του Θεού σε κάθε άνθρωπο, το οποίο έρχεται ν' αναδείξει δύο πράγματα: 
1/ Ότι ο άνθρωπος είναι χαμένος εξαιτίας της αμαρτίας. 
2/ Ότι ο Θεός αναλαμβάνει την πρωτοβουλία να τον αναζητήσει και να τον σώσει. 
      Το να προσπαθεί ο άνθρωπος ν' αποφύγει το Θεό δεν είναι λύση καθώς κάποια μέρα αναπόφευκτα θα παρουσιαστεί μπροστά Του και θα πρέπει ν' απαντήσει για τις επιλογές που έκανε στη διάρκεια της ζωής του. Σήμερα ο Θεός προσπαθεί να μας συναντήσει σ' όποια κατάσταση κι αν βρισκόμαστε. Ας τον αφήσουμε να μας φωτίσει με το φως Του και ας μην προσπαθήσουμε να κρύψουμε τίποτα απ' Αυτόν.
      Ο άνθρωπος δημιουργήθηκε για να ζει κοντά στο Θεό και να είναι σε κοινωνία μαζί Του. Μετά την παρακοή στη ζωή των πρωτοπλάστων μπήκε μέσα τους η συνείδηση της αμαρτίας, η οποία έφερε το φόβο στη ζωή τους. Έτσι για πρώτη φορά ο άνθρωπος προσπαθεί να κρυφτεί από το Θεό. Η αμαρτία απομακρύνει τον άνθρωπο από το Θεό, όμως ο Θεός δείχνει το Έλεός Του, καθώς αναζητεί τον άνθρωπο, για να τον σώσει και να τον επαναφέρει από εκεί που έφυγε. Από τη μία βλέπουμε τις συνέπειες της αμαρτίας και από την άλλη τη Χάρη του Θεού που δε σταματάει να αναζητεί τον αμαρτωλό άνθρωπο. Αντί οι πρωτόπλαστοι να ταπεινωθούν μπροστά στο Θεό και να ομολογήσουν το λάθος τους, φεύγουν μακριά απ’ Αυτόν προσπαθώντας να κρύψουν την αμαρτία τους. Στο βιβλίο των «Παροιμιών» (κεφ. ΚΗ/28: 13) αναφέρεται: «Ο κρύπτων τας αμαρτίας αυτού δεν θέλει ευοδωθή ο δε εξομολογούμενος και παραιτών αυτάς θέλει ελεηθή». Έτσι διαχρονικά ο άνθρωπος προσπαθεί να κρυφτεί από το Θεό, όμως ο Θεός "επειδή δε θέλει το θάνατο του αμαρτωλού" (Ιεζεκιήλ ΛΓ/33: 11)  παίρνει την πρωτοβουλία και τον αναζητεί, για να τον σώσει, προβάλλοντας την αγάπη Του, την οποία ο εχθρός αμφισβήτησε κατά τη συζήτησή του με την Εύα. Ο Θεός έστειλε στη γη το Χριστό, για να «ζητήσει και να σώσει το απολωλός» (Λουκάς ΙΘ/19: 10). 
     Ο άνθρωπος μετά από την αμαρτία του ένιωσε γυμνός. Η ντροπή που διαχρονικά αισθάνεται, είναι δοσμένη από το Θεό, για να συναισθάνεται την αμαρτία του ώστε να μετανοήσει γι’ αυτήν. Ο διάβολος και εδώ διέστρεψε τα πράγματα και αφαίρεσε από τον άνθρωπο την ντροπή και έτσι έκανε τον γυμνό να νομίζει ότι είναι ντυμένος. Θα λέγαμε στις ημέρες μας ότι ζούμε "στη βασιλεία της γύμνιας", καθώς ο άνθρωπος έμεινε εντελώς γυμνός: πνευματικά, ηθικά, σωματικά. 

         Τρεις κατάρες δόθηκαν από το Θεό εξαιτίας της πτώσης του ανθρώπου. 
      --Στο φίδι: «Επικατάρατος να είσαι μεταξύ πάντων των κτηνών και πάντων των ζώων του αγρού. Επί της κοιλίας σου θέλεις περιπατεί και χώμα θέλεις τρώγει πάσας τας ημέρας της ζωής σου» (Γένεση Γ/3: 14). Ο Κύριος καταράστηκε το φίδι να είναι πάντοτε υποβαθμισμένο, απαξιωμένο και νικημένο. 
     --Στη γυναίκα: «Θέλω υπερπληθύνει τας λύπας σου και τους πόνους της κυοφορίας σου. Με λύπας θέλεις γεννά τέκνα και προς τον άνδρα σου θέλει είσθαι η επιθυμία σου και αυτός θέλει σε εξουσιάζει"  (Γένεση Γ/3:16). 
      Πλέον η γυναίκα, η οποία πρωτοστάτησε στην αμαρτία και παρακοή του Λόγου του Θεού θα γεννάει τα παιδιά της με πόνους. Η κατάρα δεν αφορά στην κυοφορία, αλλά στους πόνους και θα είναι  υποταγμένη στον άνδρα της. Ο άνδρας θα είναι ο αρχηγός της οικογένειας και θα είναι «η κεφαλή της γυναικός» (Εφεσίους Ε/5: 23), θα την κυβερνά και σε αυτόν θα είναι η επιθυμία της. Σύμφωνα με το Λόγο του Θεού η γυναίκα έχει θέση βοηθού του άνδρα και μάλιστα σε στάση υποταγής προς αυτόν (Γένεση Β/2: 18 & Γ/3: 16). 
      --Στον Αδάμ. Ύστερα ο Θεός καταράστηκε τη γη εξαιτίας του Αδάμ: «Με λύπας θέλεις τρώγει τους καρπούς αυτής πάσας τας ημέρας της ζωής σου, και ακάνθας και τριβόλους θέλει βλαστάνει εις σε, και θέλεις τρώγει τον χόρτον του αγρού, εν τω ιδρώτι του προσώπου σου θέλεις τρώγει τον άρτον σου, εωσού επιστρέψεις εις την γήν, εκ της οποίας ελήφθης. Επειδή γη είσαι και εις την γην θέλεις επιστρέψει» (Γένεση Γ/3: 17-19). Ο άνδρας καταδικάστηκε να εξασφαλίζει την τροφή του καλλιεργώντας με μόχθο τη γη σ’ όλη του τη ζωή, μια γη που κι αυτή ήταν καταραμένη να βλαστάνει αγκάθια και τριβόλια. Αυτό θα σήμαινε κόπο και ιδρώτα γι’ αυτόν. Στο τέλος της ζωής του ο ίδιος θα ξαναγυρνούσε στο χώμα. 

    «Διά τούτο καθώς δι' ενός ανθρώπου (Αδάμ) η αμαρτία εισήλθεν εις τον κόσμον και διά της αμαρτίας ο θάνατος και ούτω διήλθεν ο θάνατος εις πάντας ανθρώπους, επειδή πάντες ήμαρτον» (Ρωμαίους Ε/5: 12). 
     Με την παρακίνηση της γυναίκας του ο Αδάμ έφαγε από τον απαγορευμένο καρπό παρακούοντας έτσι και αυτός την εντολή του Θεού. Παρατηρώντας την ουσία της αμαρτίας του ανθρώπου διαπιστώνουμε ότι δεν πρόκειται για μία απλή παρακοή, αλλά για μια ενέργεια ανταρσίας και ανυπακοής κατά του Θεού. Η βαθύτερη σημασία του προπατορικού αμαρτήματος είναι η αποστροφή του ανθρώπου προς το Θεό και η προσκόλλησή του στον εαυτόν του, στο «εγώ» του. Όλα αυτά δεν ήταν τίποτα άλλο από μία προσπάθεια αποτίναξης της κηδεμονίας και της εξάρτησής του από το Θεό. Υπακούοντας το διάβολο και τις υποδείξεις του ήταν σαν να έλεγε στο Θεό: «Δεν έχω την ανάγκη Σου. Μπορώ να ζήσω μόνος μου, χωρίς την καθοδήγηση και την προστασία τη δική Σου. Δεν μου χρειάζεται σε κάτι η παρουσία Σου, αφού είμαι ικανός και μπορώ να ζήσω και να μεγαλουργήσω, χωρίς Εσένα». Με τη στάση του αυτή ο άνθρωπος έκανε κέντρο της ζωής του και της συμπεριφοράς του τον εαυτό του παρακάμπτοντας το θέλημα του Θεού. Θα λέγαμε ότι η ουσία της αμαρτίας είναι ο εγωισμός, η επηρμένη και αμετανόητη στάση του ανθρώπου απέναντι στον Πλάστη και Δημιουργό του. 
      Ο άνθρωπος μέσα στην ελευθερία που του έχει χαρίσει ο Θεός προέβη σε μία ενέργεια εναντίωσης, ανεξαρτησίας, από το δημιουργό του. Με τον τρόπο αυτό οι πρωτόπλαστοι επέλεξαν να περιφρονήσουν το Θεό και να απορρίψουν κάθε εξουσία Του επάνω τους, διακηρύσσοντας την ανεξαρτητοποίησής τους και την επιθυμία τους να ζήσουν χωρίς το Θεό, που τους χάρισε τη ζωή και που τους κρατούσε στην ύπαρξη. Έτσι ο άνθρωπος με την παρακοή του «έσπασε» κάθε δεσμό που τον συνέδεε με το Θεό και απομακρύνθηκε απ’ Αυτόν στηριζόμενος πλέον "στη γνώση του καλού και του κακού", σύμφωνα με τις επιθυμίες τους. Μετά την παρακοή του ανθρώπου η σχέση του με το δημιουργό του διερράγη και έτσι η σύνδεση του ανθρώπους με την πηγή της ζωής διακόπηκε. Το γεγονός της παρακοής των πρωτόπλαστων στο θέλημα του Θεού είχε τραγικά αποτελέσματα, αφού μέσω της αμαρτίας τους ολόκληρο το ανθρώπινο γένος οδηγήθηκε στην πτώση και το θάνατο. 

     Τα αποτελέσματα του προπατορικού αμαρτήματος στον άνθρωπο ήταν: 
     1/ Πνευματικός θάνατος. Πρόκειται για τη διακοπή της εσωτερικής πνευματικής σχέσης με το Θεό, που οδήγησε στην αποξένωσή του από την πηγή της ζωής και την απογύμνωσή του από όλες τις αρετές του Θεού, που είναι η αγάπη, η αγιότητα, η ειρήνη, η ευθύτητα και άλλα. 
   2/ Σωματικός θάνατος. Οι πρωτόπλαστοι δε δημιουργήθηκαν από το Θεό για να πεθάνουν. Ο θάνατος ήρθε στην πορεία της ζωής τους σαν συνέπεια της ανυπακοής τους προς το Θεό. Τον πνευματικό θάνατο ακολούθησε ο σωματικός, δηλ. ο διαχωρισμός της ψυχής από το σώμα και η διάλυση του σώματος. Αυτός ο θάνατος δεν επήλθε ευθύς αμέσως με την πτώση του ανθρώπου, αλλά μετά από κάποιο χρονικό διάστημα. 
    3/ Ο σκοτισμός του νου, η διαφθορά και η εξαχρείωση της καρδιάς. Στο βιβλίο της «Γένεσης» (κεφ. Γ/3, εδ. 7) αναφέρεται: «ο λογισμός της καρδιάς τού ανθρώπου είναι κακός από τη νηπιότητά του».
  
     «Και είπε Κύριος ο Θεός προς τον όφιν, Επειδή έκαμες τούτο, επικατάρατος να είσαι μεταξύ πάντων των κτηνών, και πάντων των ζώων του αγρού επί της κοιλίας σου θέλεις περιπατεί, και χώμα θέλεις τρώγει, πάσας τας ημέρας της ζωής σου και έχθραν θέλω στήσει αναμέσον σου και της γυναικός, και αναμέσον του σπέρματός σου και του σπέρματος αυτής αυτό θέλει σου συντρίψει την κεφαλήν, και συ θέλεις κεντήσει την πτέρναν αυτού» (Γένεση Γ/3: 14, 15). 
    Το εδάφιο αυτό αποτελεί μία μεγάλη υπόσχεση του Θεού, μια μεσσιανική προφητεία. Ο Θεός απευθύνεται στο φίδι (Γένεση Γ/3: 15) και προαναγγέλλει την έλευση του «σπέρματος της γυναικός» που θα συντρίψει το κεφάλι του. Η γυναίκα δεν έχει σπέρμα. Όταν ο λόγος του Θεού αναφέρει «το σπέρμα της γυναικός» εννοεί Εκείνον ο Οποίος θα ερχόταν μια μέρα, θα γεννιόταν από παρθένο, χωρίς τη μεσολάβηση ανδρός, για να σώσει τον άνθρωπο από τις συνέπειες της παρακοής του. Εδώ το Πνεύμα του Θεού μιλάει για τον Κύριο Ιησού Χριστό, που δε συνελήφθη μέσα στη μήτρα της Μαριάμ από σπέρμα ανδρός, αλλά κατ’ ευθείαν από τη δύναμη του Πνεύματος του Θεού (Λουκάς Α/1: 35).
    Πολλοί προφήτες σε διάφορους χρόνους και τόπους προφήτευσαν με θαυμαστή ακρίβεια για τον ερχομό, για τον τόπο και το χρόνο της γέννησης του Σωτήρα Χριστού, τη σταύρωσή Του, την ανάστασή Του. Ο προφήτης «Ησαΐας» (κεφ. Ζ/7, εδ. 14) 750 χρόνια πριν από τον ερχομό του Χριστού αναφέρει: «Ιδού η παρθένος θέλει συλλάβει και γεννήσει Υιό και θέλει καλεστεί τ’ όνομα αυτού Εμμανουήλ». 
     «θέλει σου συντρίψει την κεφαλήν». Ο Χριστός πάνω στο σταυρό του Γολγοθά συνέτριψε το σατανά και τα ανθρωποκτόνα σχέδιά του. Το έργο της εξόντωσης του Χριστού, μέσω του σταυρικού θανάτου, το οποίο προσπάθησε να κάνει ο εχθρός, ο Θεός το μετέτρεψε σε μια μεγάλη ευλογία για όλους τους ανθρώπους που θα πιστέψουν σ’ Αυτόν. Ο Θεός ανέστησε τον Ιησού Χριστό από τους νεκρούς (Πράξεις Β/2: 24) θριάμβευσας κατά του εχθρού και των ανθρωποκτόνων σχεδίων του (Κολοσσαείς Β/2: 15). 
    «θέλεις κεντήσει την πτέρναν αυτού». Η πτέρνα είναι ένα μέρος του σώματος που θεραπεύεται εύκολα. Το κέντημα που έκανε ο σατανάς στην πτέρνα του Χριστού θεραπεύτηκε εύκολα. Ο διάβολος πάνω στο σταυρό κέντησε την πτέρνα του Κυρίου, όμως ο Κύριος με την ένδοξη ανάστασή Του από τους νεκρούς νίκησε και συνέτριψε την κεφαλή του εχθρού. 

     «Και έκαμε Κύριος ο Θεός εις τον Αδάμ και εις την γυναίκα αυτού χιτώνας δερματίνους, και ενέδυσεν αυτούς» (Γένεση Γ/3: 21).
     Όταν ο άνθρωπος συναισθάνθηκε ότι ήταν γυμνός, προσπάθησε να καλυφθεί αλλά απέτυχε. Τα φύλλα συκιάς τα οποία χρησιμοποίησαν οι πρωτόπλαστοι για να καλύψουν τη γύμνια τους, αντί να την καλύψουν την αποκάλυπταν περισσότερο. Έτσι ο Θεός έσφαξε δύο ζώα, πραγματοποιώντας με τον τρόπο αυτό την πρώτη αιματηρή θυσία, που προεικόνιζε τη θυσία του Χριστού, που θα γινόταν μια μέρα πάνω στο σταυρό του Γολγοθά, για να «ντύσει» τον αμαρτωλό άνθρωπο με την τέλεια δικαιοσύνη του Ιησού Χριστού. Με τα δέρματα των ζώων, που έσφαξε ο Θεός, έφτιαξε χιτώνες και έντυσε μ’ αυτούς τους πρωτόπλαστους. Με τον τρόπο αυτό ο Θεός θέλησε να διδάξει στον Αδάμ και στην Εύα ότι με τα έργα τους δε μπορούν να καλύψουν τη γύμνια τους. Για το λόγο αυτό τους έκανε καλύμματα από δέρματα ζώων, θέλοντας να τους διδάξει τρία βασικά πράγματα σχετικά με τη σωτηρία τους: 
    1/ Ότι είναι δώρο του Θεού και δεν αποκτάται με ανθρώπινα έργα. 
   2/ Ότι περνάει μέσα από το θάνατο κάποιου αθώου αντικαταστάτη. Μόλις αμάρτησε ο Αδάμ και η Εύα, αμέσως βλέπουμε την εισαγωγή της θυσίας στον τρόπο λατρείας. 
    3/ Ότι «χωρίς χύσεως αίματος δεν γίνεται άφεσις» (Εβραίους Θ/9: 22). 

     Και είπε Κύριος ο Θεός, Ιδού, έγεινεν ο Αδάμ ως εις εξ ημών, εις το γινώσκειν το καλόν και το κακόν και τώρα μήπως εκτείνει την χείρα αυτού, και λάβει και από του ξύλου της ζωής, και φάγει, και ζήση αιωνίως Όθεν Κύριος ο Θεός εξαπέστειλεν αυτόν εκ του παραδείσου της Εδέμ, διά να εργάζηται την γην εκ της οποίας ελήφθη (Γένεση Γ/3: 22-23). 
     Μέσα από την πιο σκληρή εμπειρία έμαθαν οι πρωτόπλαστοι να γνωρίζουν το καλό και το κακό. Όντες μέσα στην αμαρτία τους υπήρχε το ενδεχόμενο να έτρωγαν από το δένδρο της ζωής και να ζούσαν αιώνια μακριά από το Θεό, μέσα σ’ ένα σώμα φθοράς και αδυναμίας. Θα ήταν μεγάλη δυστυχία και κατάρα να ζει ο άνθρωπος αιώνια μέσα στην αμαρτία αποχωρισμένος από το Θεό. Ο Θεός τους έδιωξε από τον παράδεισο εμποδίζοντάς τους να γυρίσουν σ’ αυτόν και τους έστειλε να εργάζονται τη γη από την οποία πάρθηκαν. Αφού τους έδιωξε ανατολικά του παραδείσου, έθεσε τα Χερουβείμ και την ρομφαία τη φλογερή και περιστρεφόμενη, για να φυλάνε την οδόν του ξύλου της ζωής (εδ. 24).

     Επίλογος 
   1/ Η Βίβλος είναι η μοναδική πηγή που δίνει τη σωστή εξήγηση για την ύπαρξη του ανθρώπου και την τραγική κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει. Ο σατανάς προσπαθεί να κάνει τον άνθρωπο να πιστέψει ότι είναι δημιούργημα εξέλιξης και ότι δεν υπάρχει Θεός, ούτε αμαρτία και ως εκ τούτου δε θα δώσει λόγο για τη ζωή του. Μέσα σ’ αυτό το αποστατημένο πνεύμα πολλοί λένε: «εμείς ορίζουμε το καλό και το κακό». 
    2/ Το βιβλίο της «Γένεσης» μας φανερώνει την αληθινή αιτία του θανάτου και των δεινών που υπάρχουν πάνω στον κόσμο, ως αποτέλεσμα της αμαρτίας και της αποστασίας του ανθρώπου. Ο Θεός μέσα στο Έλεός Του επέτρεψε το σωματικό θάνατο του ανθρώπου. 
   3/ Ο αιώνιος σκοπός του εχθρού είναι να αποκόψει τον άνθρωπο από την πηγή της ζωής που είναι ο Θεός. Ο Θεός με πολλή αγάπη περιμένει τον άνθρωπο και προσπαθεί να βρει τρόπους, για να μπει στη ζωή του, να φυτέψει το σπόρο της ζωής μέσα του, για να τον επαναφέρει στην αρχική του κατάσταση της Εδέμ και να ζήσει αιώνια κοντά Του.                                                             (συνεχίζεται)

ΤΟ ΑΙΜΑ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ (Β' ΜΕΡΟΣ).

        ΤΟ ΑΙΜΑ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ.    (Β΄ ΜΕΡΟΣ). 

        Επιστολή "προς Εβραίους", κεφ. Θ/9, εδ. 11 - 15.

11 Ελθών δε ο Χριστός αρχιερεύς των μελλόντων αγαθών διά της μεγαλητέρας και τελειοτέρας σκηνής, ουχί χειροποιήτου, τουτέστιν ουχί ταύτης της κατασκευής, 
12 ουδέ δι' αίματος τράγων και μόσχων, αλλά διά του ιδίου αυτού αίματος, εισήλθεν άπαξ εις τα άγια, αποκτήσας αιωνίαν λύτρωσιν. 
13 Διότι εάν το αίμα των ταύρων και τράγων και η σποδός της δαμάλεως ραντίζουσα τους μεμολυσμένους αγιάζη προς την καθαρότητα της σαρκός, 
14 πόσω μάλλον το αίμα του Χριστού, όστις διά του Πνεύματος του αιωνίου προσέφερεν εαυτόν άμωμον εις τον Θεόν, θέλει καθαρίσει την συνείδησίν σας από νεκρών έργων εις το να λατρεύητε τον ζώντα Θεόν; 
15 Και διά τούτο είναι μεσίτης διαθήκης καινής, ίνα διά του θανάτου, όστις έγεινε προς απολύτρωσιν των επί της πρώτης διαθήκης παραβάσεων, λάβωσιν οι κεκλημένοι την επαγγελίαν της αιωνίου κληρονομίας  

       ΣΧΟΛΙΑ:
      Καθώς ολόκληρο το «είναι» του ανθρώπου, πνεύμα, ψυχή και σώμα είχαν επηρεαστεί από την πτώση και την αρχική παράβαση, ο άνθρωπος είχε ανάγκη από λύτρωση, από ένα Λυτρωτή που θα έπιανε το χέρι του Θεού και το χέρι του ανθρώπου και θα αποκαθιστούσε τη διαταραγμένη σχέση τους εξαιτίας της αμαρτίας, γεφυρώνοντας έτσι το χάσμα που είχε δημιουργηθεί και αποκαθιστώντας τη χαμένη κοινωνία του ανθρώπου με το δημιουργό Του. Στη δύσκολη κατάσταση της αμαρτίας και της αποστασίας στην οποία βρέθηκε ο άνθρωπος, ο Θεός δεν έπαψε να τον αγαπά και να ενδιαφέρεται γι’ αυτόν. 
      Ο Θεός ένιωσε αγάπη και έλεος για τον αμαρτωλό άνθρωπο, ωστόσο οι κανόνες δικαιοσύνης Του και η ίδια η φύση Του (είναι Θεός δίκαιος) απαιτούσαν να μην  παραβλέψει, ούτε να συγχωρήσει την αμαρτία του ανθρώπου, προκειμένου να μην καταλυθεί η Θεία δικαιοσύνη Του. Ο λόγος του Θεού κατηγορηματικά αναφέρει: «ο μισθός της αμαρτίας είναι θάνατος, το δε χάρισμα του Θεού, ζωή αιώνιος διά Ιησού Χριστού του Κυρίου ημών» (Ρωμαίους Σ/6: 23). Το μόνο που θα μπορούσε να γίνει έτσι, ώστε να μην απολεσθεί αιωνίως ο αμαρτωλός άνθρωπος, ήταν στη θέση του ανθρώπου να πεθάνει κάποιος άλλος, κάποιος αθώος, που δε θα είχε κάνει αμαρτία, ως αντικαταστάτης του. Το μέτρο της αγάπης του Θεού για τον άνθρωπο μας το δίνει στο Ευαγγέλιό του ο μαθητής της αγάπης ο «Ιωάννης» (κεφ. Γ/3, εδ. 16): «τόσον ηγάπησεν ο Θεός τον κόσμον, ώστε έδωκε τον Υιόν αυτού τον μονογενή, διά να μη απολεσθή πας ο πιστεύων εις αυτόν, αλλά να έχη ζωήν αιώνιον» 
       Ο αθώος αυτός, που θα έμπαινε ανάμεσα στο δίκαιο Θεό και τον αμαρτωλό άνθρωπο, για να τους ενώσει, θα έπρεπε να πεθάνει, διότι «άνευ χύσεως αίματος δεν γίνεται άφεσις» (Εβραίους Θ/9: 22). Ένα τέτοιο Πρόσωπο δε θα μπορούσε να βρεθεί πάνω στη γη, γιατί ο λόγος του Θεού μας λέει: «πάντες ήμαρτον και υστερούνται της δόξης του Θεού» (Ρωμαίους Γ/3: 23). Μπροστά στο πλήρες αδιέξοδο ο Παντοδύναμος Θεός έθεσε σε εφαρμογή ένα σχέδιο, το οποίο μέσα στην πανσοφία Του είχε συλλάβει «προ καταβολής κόσμου» για το ενδεχόμενο της πτώσεως του ανθρώπου (Α΄ Πέτρου Α/1: 20). Έτσι λοιπόν ο Θεός από αγάπη έδωσε τον Άγιο, τον αναμάρτητο Υιόν Του, το μονογενή και πέθανε Αυτός πάνω στο σταυρό παίρνοντας τη θέση τη δική μας. 
     Η κρίση της αμαρτίας είναι θάνατος (Ρωμαίους Σ/6: 23). Επειδή "η ζωή είναι στο αίμα" (Δευτερονόμιο ΙΒ/12: 23), όταν χύνεται το αίμα, προσφέρεται ζωή, ήταν ανάγκη να χυθεί αίμα για την άφεση των αμαρτιών. Ο συγγραφέας της επιστολής «προς Εβραίους» (κεφ. Θ/9, εδ. 22) αναφέρει: «με αίμα καθαρίζονται πάντα κατά τον νόμον, και χωρίς χύσεως αίματος δεν γίνεται άφεσις». Ο Θεός μέσα στην Πανσοφία Του συνέλαβε ένα σχέδιο το οποίο επέτρεπε οι αμαρτίες του ανθρώπου όχι μόνον να συγχωρεθούν, αλλά και να εξαλειφθούν, για να μην πεθάνει αιώνια ο αμαρτωλός άνθρωπος. 
      Ο Απ. Παύλος στην επιστολή «προς Ρωμαίους» (Ε/5: 6-8) αναφέρει: «Επειδή ο Χριστός, ότε ήμεθα έτι ασθενείς, απέθανε κατά τον ωρισμένον καιρόν υπέρ των ασεβών. Διότι μόλις υπέρ δικαίου θέλει αποθάνει τις επειδή υπέρ του αγαθού ίσως και τολμά τις να αποθάνει αλλ' ο Θεός δεικνύει την εαυτού αγάπην εις ημάς, διότι ενώ ημείς ήμεθα έτι αμαρτωλοί, ο Χριστός απέθανεν υπέρ ημών». 
     Η φράση «το αίμα του Χριστού» συναντάται σε πολλά εδάφια της Καινής Διαθήκης και αναφέρεται στη θυσία του Κυρίου Ιησού Χριστού, που είχε σαν αποτέλεσμα το θάνατό Του πάνω στο σταυρό του Γολγοθά. Με τη θυσία Του αυτή ο Κύριος πραγματοποίησε ένα πλήρες Έργο αντικατάστασης και εξιλασμού της αμαρτίας, το οποίο έγινε για τη σωτηρία όλων των ανθρώπων που θα το αποδεχτούν και θα πιστέψουν σ’ Αυτόν, θα εμπιστευτούν δηλαδή το Χριστό για να τους σώσει και όχι τις δικές τους προσπάθειες. Με τον τρόπο αυτό ο Θεός καθιέρωσε μια «Καινούργια Διαθήκη» (Εβραίους Θ/9: 15) με τον άνθρωπο, στην οποία διακρίνονται καθαρά δύο νέα στοιχεία: Χάρης και Έλεος. Στην Καινή Διαθήκη υπάρχει Έλεος και συμπάθεια από το Θεό. 
      Η πραγματικότητα του αίματος του Χριστού, ως μοναδικό μέσον εξιλέωσης της αμαρτίας, έχει τις καταβολές της στον Μωσαϊκό Νόμο και συγκεκριμένα στην «Πεντάτευχο». [πρόκειται για τα πέντε πρώτα βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης, που έγραψε ο Μωυσής]. Σύμφωνα με τις οδηγίες του Θεού, οι Ισραηλίτες έπρεπε να προσφέρουν θυσίες, ως προσφορές για τις αμαρτίες τους, προκειμένου να κάνουν εξιλέωση των αμαρτιών τους (Έξοδος ΚΘ/29: 36 – Λευιτικό Δ/4: 20). Η λέξη «εξιλέωση» σημαίνει «κάλυψη, εξευμένιση, κατευνασμό». Η έννοια που έχει στο λόγο του Θεού είναι η κάλυψη των αμαρτιών. Η ανάγκη του ανθρώπου για εξιλέωση δημιουργήθηκε εξαιτίας της αμαρτίας την οποία είχε κληρονομήσει από τους προπάτορές του (Α’ Βασιλέων Η/8: 46 – Ρωμαίους Γ/3: 23). Ο άνθρωπος μετά από την αμαρτία του απομακρύνθηκε από το Θεό και βρέθηκε κάτω από θανατική καταδίκη. Προκειμένου να επανακτήσει την κοινωνία του με το Θεό και να απολαύσει την αιώνια ζωή για την οποίαν απ’ αρχής τον είχε προορίσει ο Θεός, θα έπρεπε να λάβει χώρα η εξιλέωση, η κάλυψη των αμαρτιών του. 
    Στον Ισραήλ ιδιαίτερη σημασία είχε η ετήσια "Ημέρα του Εξιλασμού" ή "Ημέρα των καλύψεων" του λαού, όταν ο αρχιερέας μία φορά το χρόνο έμπαινε στα "Άγια των Αγίων" για να κάνει ετήσια απολύτρωση του λαού και ράντιζε με αίμα το σκέπαστρο (το ιλαστήριον) της Κιβωτού της Διαθήκης. Πριν την είσοδό του στα "Άγια των Αγίων" ο ιερέας προσέφερε θυσίες ζώων και έκανε εξιλέωση για τον εαυτόν του, για το ιερατείο και για ολόκληρο το λαό (Λευιτικό ΙΣ/16). 
      Ο αιώνιος και αψευδής λόγος του Θεού συνδέει ξεκάθαρα την εξιλέωση της ανθρώπινης αμαρτίας με το Έργο της θυσίας του Ιησού Χριστού. Στο Πρόσωπό Του εκπληρώνονται όλοι οι τύποι και οι τελετουργίες του Μωσαϊκού Νόμου, αφού οι διάφορες θυσίες ζώων που ορίζονταν σ’ αυτόν, δεν ήταν παρά μία προεικόνιση του σταυρικού Έργου του Χριστού. Ο Αρχιερέας της "Παλαιάς Οικονομίας" πρόσφερε αίμα ζώων, ο Ιησούς Χριστός πρόσφερε το ίδιο Του το αίμα και πέτυχε για μας αιώνια απολύτρωση. Ο Χριστός προσφέρθηκε «μία φορά» για να σηκώσει τις αμαρτίες πολλών. Ο συγγραφέας της επιστολής «προς Εβραίους» (κεφ. Ι/10) κατηγορηματικά αναφέρει ότι έγινε, «μία θυσία» (εδ.12), «μία προσφορά» (εδ.14), «διαπαντός» (εδ.14). Ο πιστός άνθρωπος, διά του "αθώου αίματος" του Ιησού Χριστού, μπορεί πλέον να  εισέρχεται στα επουράνια «Άγια των Αγίων», όπου είναι η παρουσία του Θεού. O Θεός μέσα από τις θυσίες και τα ολοκαυτώματα ήθελε να διδάξει στο λαό Του ότι η ποινή του θανάτου που απαιτείτο για τον αμαρτωλό άνθρωπο δε θα πληρωνόταν απ’ αυτόν. Η ποινή θα πληρωνόταν από κάποιον αθώο που θα πέθαινε στη θέση του. Με τον τρόπο αυτό η δικαιοσύνη του Θεού θα ικανοποιείτο και ο αμαρτωλός άνθρωπος θα σωζόταν αιωνίως, κατά χάριν, διά της πίστεως στο σωτήριο Έργο του Χριστού  (Εφεσίους Β/2: 8).
     Ως τέλειος και αναμάρτητος ο Ιησούς θυσιάστηκε γενόμενος "θυσία ολοκαυτώματος" πάνω στο σταυρό του Γολγοθά. Διά πίστεως στην τέλεια και απόλυτα επαρκή θυσία Του ο άνθρωπος ελευθερώνεται από την αμαρτία και τον αιώνιο θάνατο (Β’ Κορινθίους Ε/5: 21) και λαμβάνει αιώνια ζωή. Ο συγγραφέας της επιστολής «προς Εβραίους» (κεφ. Ι/10, εδ. 12) αναφέρει: «Αυτός αφού προσέφερε μίαν θυσίαν υπέρ αμαρτιών, κάθισε διαπαντός εν δεξιά του Θεού». Με τη θυσία Του έγινε «ο Αμνός του Θεού ο αίρων την αμαρτίαν του κόσμου» (Ιωάννης Α/1: 29 & Α’ Κορινθίους Ε/5: 7 & Αποκάλυψη Ε/5: 12). Έγινε το άμωμο αρνί του Θεού το οποίο αφαιρεί την αμαρτία των ανθρώπων, αφού «με αίμα καθαρίζονται πάντα κατά τον νόμον, και χωρίς χύσεως αίματος δεν γίνεται άφεσις» (Εβραίους Θ/9: 22). Στην Καινή Διαθήκη αναφέρεται ότι: «το αίμα του Ιησού Χριστού του Υιού αυτού καθαρίζει ημάς από πάσης αμαρτίας» (Α’ Ιωάννου Α/1: 7 – Εβραίους Θ/9: 13,14 – Αποκάλυψη Α/1: 5). 
     Η αμαρτία δημιούργησε «χάσμα μέγα» ανάμεσα στο Θεό και τον άνθρωπο. Για να γεφυρωθεί το απροσπέλαστο αυτό χάσμα, ενώ είχαμε γίνει «εκ φύσεως τέκνα οργής του Θεού» (Εφεσίους Β/2: 3), θα έπρεπε να υπάρξει «κάλυψη», δηλ. εξιλέωση της αμαρτίας μας. Με την αντικαταστατική θυσία του Ιησού Χριστού επιτεύχθηκε η εξιλέωση του ανθρώπου από την αμαρτία και η συμφιλίωσή του με το Θεό (Εφεσίους Α/1: 7). Ο Απ. Παύλος στην επιστολή «προς Ρωμαίους» (Ε/5: 11) αναφέρει: «Διότι εάν εχθροί όντες εφιλιώθημεν με τον Θεόν διά του θανάτου του Υιού αυτού, πολλώ, μάλλον φιλιωθέντες θέλομεν σωθή διά της ζωής αυτού και ουχί μόνον τούτο, αλλά και καυχώμενοι εις τον Θεόν διά του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, διά του οποίου ελάβομεν τώρα την φιλίωσιν»
     «Ικανοποίηση της δικαιοσύνης του Θεού, μέσω του εξιλασμού». 
    Μπορεί η Θεία δικαιοσύνη και η πιστότητα του Θεού να απαιτούσαν το θάνατο του αμαρτωλού, όμως ο Θεός, που δε θέλει το θάνατο του αμαρτωλού (Ιεζεκιήλ ΛΓ/33: 11) από αγάπη άνοιξε τους ουρανούς και «έδωκε τον Υιόν αυτού τον μονογενή, διά να μη απολεσθεί πας ο πιστεύων εις αυτόν, αλλά να έχει ζωήν αιώνιον» (Ιωάννης Γ/3: 16). Έτσι λοιπόν με το θάνατο του Υιού πάνω στο σταυρό του Γολγοθά, ως αντικαταστάτη μιας ολόκληρης αμαρτωλής ανθρωπότητας, θα ικανοποιούνταν η Θεία δικαιοσύνη και θα μπορούσαν να συγχωρεθούν για τις αμαρτίες τους όλοι οι μετανοημένοι αμαρτωλοί, αποκαθιστώντας πλήρως τη σχέση τους με το Θεό. Με τον τρόπο αυτό ο άνθρωπος θα ερχόταν σε ειρήνη με το Θεό, χωρίς να παραβιαζόταν η Θεία δικαιοσύνη (Κολοσσαείς Α/1: 19-23). Ο "Ιωάννης", ο μαθητής της αγάπης, στην πρώτη του επιστολή (κεφ. Δ/4, εδ. 10) αναφέρει: «Εν τούτω είναι η αγάπη, ουχί ότι ημείς ηγαπήσαμεν τον Θεόν, αλλ' ότι αυτός ηγάπησεν ημάς και απέστειλε τον Υιόν αυτού ιλασμόν περί των αμαρτιών ημών». 
    Δια της εξιλαστήριας θυσίας του Κυρίου Ιησού Χριστού κάθε τοίχος που όρθωσε η αμαρτία γκρεμίζεται και ανοίγεται ο δρόμος για τη συμφιλίωση του ανθρώπου με το Θεό. Έτσι τακτοποιείται ολοκληρωτικά το παρελθόν, το παρόν, αλλά και το μέλλον του ανθρώπου. Πλέον για τυχόν ακούσιες αμαρτίες στη ζωή μας «έχομεν παράκλητον προς τον Πατέρα, τον Ιησούν Χριστόν τον δίκαιον» (Α’ Ιωάννου Β/2: 1). Σ’ Αυτόν θα εξομολογηθούμε, σ’ Αυτόν θα τα πούμε όλα, γιατί μόνον «ο Υιός του ανθρώπου έχει εξουσία επί της γης να συγχωρεί αμαρτίες» (Λουκάς Ε/5: 24). 
    Για τις τυχόν εκούσιες αμαρτίες μας δεν ισχύουν όλα αυτά. Ο λόγος του Θεού μας αναφέρει επακριβώς τι ισχύει: «Διότι εάν ημείς αμαρτάνωμεν εκουσίως, αφού ελάβομεν την γνώσιν της αληθείας, δεν απολείπεται πλέον θυσία περί αμαρτιών, αλλά φοβερά τις απεκδοχή κρίσεως και έξαψις πυρός, το οποίον μέλλει να κατατρώγη τους εναντίους» (Εβραίους Ι/10: 26,27). Ο Απ. Παύλος στην επιστολή «Α’ Κορινθίους» (κεφ. ΙΕ/15: εδ. 3), αναφέρει: «Διότι παρέδωκα εις εσάς εν πρώτοις εκείνο, το οποίον και παρέλαβον, ότι ο Χριστός απέθανε διά τας αμαρτίας ημών κατά τας γραφάς». 
      Ο Απ. Πέτρος στην πρώτη επιστολή του (κεφ. Β/2, εδ. 24) γράφει: «όστις τας αμαρτίας ημών αυτός εβάστασεν εν τω σώματι αυτού επί του ξύλου, διά να ζήσωμεν εν τη δικαιοσύνη, αποθανόντες κατά τας αμαρτίας με του οποίου την πληγήν ιατρεύθητε». Επίσης «Επειδή και ο Χριστός άπαξ έπαθε διά τας αμαρτίας, ο δίκαιος υπέρ των αδίκων, διά να φέρει ημάς προς τον Θεόν, θανατωθείς μεν κατά την σάρκα, ζωοποιηθείς δε διά του πνεύματος» (Α’ Πέτρου Γ/3: 18). 
   Για να ωφεληθεί ο άνθρωπος από αυτήν την μοναδική προσφορά του Θεού, για να έχει αποτελέσματα το σωτήριο Έργο του σταυρού του Χριστού στη ζωή του, θα πρέπει να μετανοήσει ειλικρινά για το αμαρτωλό παρελθόν του και να πιστέψει ειλικρινά στο Λόγο και τις υποσχέσεις του Θεού. Ο Θεός δεν ευαρεστείτο με τις θυσίες της φυλής του Ιούδα γιατί δεν προσφέρονταν σ’ Αυτόν με πίστη και με εσωτερική διάθεση καρδιάς (Ησαΐας Α/1: 10-17). Ο Θεός προσέφερε το Χριστό για εξιλασμό μέσω της πίστης στο αίμα Του. Ο Απ. Παύλος αναφέρει προς τους Χριστιανούς της Ρώμης: «Τώρα δε χωρίς νόμου η δικαιοσύνη του Θεού εφανερώθη, μαρτυρουμένη υπό του νόμου και των προφητών, δικαιοσύνη δε του Θεού διά πίστεως Ιησού Χριστού εις πάντας και επί πάντας τους πιστεύοντας διότι δεν υπάρχει διαφορά επειδή πάντες ήμαρτον και υστερούνται της δόξης του Θεού, δικαιούνται δε δωρεάν με την χάριν αυτού διά της απολυτρώσεως της εν Χριστώ Ιησού, τον οποίον ο Θεός προέθετο μέσον εξιλεώσεως διά της πίστεως εν τω αίματι αυτού, προς φανέρωσιν της δικαιοσύνης αυτού διά την άφεσιν των προγενομένων αμαρτημάτων διά της μακροθυμίας του Θεού, προς φανέρωσιν της δικαιοσύνης αυτού εν τω παρόντι καιρώ, διά να είναι αυτός δίκαιος και να δικαιόνη τον πιστεύοντα εις τον Ιησούν» (Ρωμαίους Γ/3: 21-26). 

      Επίλογος 
    1/ Η σωτηρία είναι έργο του Θεού και προσφέρεται στον άνθρωπο δωρεάν, κατά χάριν (Εφεσίους Β/2: 8). Μόνον ο Θεός μπορεί να "ντύσει" τον άνθρωπο, δε μπορεί ο άνθρωπος με τα έργα του να "ντυθεί" και να δικαιωθεί μπροστά στον δίκαιο Κριτή.
    2/ Η εξιλέωση θα έπρεπε να γίνει με το θάνατο ενός αθώου αντικαταστάτη. Ο Χριστός εκπλήρωσε αυτόν τον όρο γιατί ήταν αθώος. Κανένα ψεγάδι δε βρέθηκε σ’ Αυτόν. Δε γνώρισε αμαρτία κι όμως έγινε αμαρτία για μας σηκώνοντας τις αμαρτίες μας στο Σώμα Του πάνω στο Σταυρό. Ο Απ. Πέτρος αναφέρει: «όστις αμαρτίαν δεν έκαμεν, ουδέ ευθέθη δόλος εν των στόματι αυτού» (Α’ Πέτρου Β/2: 22). 
    3/ Έπρεπε να γίνει με το χύσιμο του αίματος ενός αθώου αντικαταστάτη. Ο Χριστός έχυσε το αίμα Του για να μας λυτρώσει και να μας ελευθερώσει από την αμαρτία. 

      Κάθε προσφορά, προσευχή ή θυσία που δεν ανταποκρίνεται στους παραπάνω τρεις βασικούς όρους ο Θεός δεν τη δέχεται και δε μπορεί να γίνει εξιλέωση της αμαρτίας. Αυτό το βλέπουμε στη θυσία του Κάιν και του Άβελ (Γένεση Δ/4: 3-12), το βλέπουμε και στο Πασχαλινό Αρνί (Έξοδος ΙΒ/12: 1-14) καθώς και στις τελετουργικές θυσίες του λαού Ισραήλ (Λευιτικό κεφ. Α/1 & Β/2). Ιδιαίτερα το παρατηρούμε στον Ιησού Χριστό, τον «τέλειο Αμνό» που ο Θεός έστειλε από τον ουρανό και έγινε ζωντανή θυσία πάνω στο σταυρό. Ο Απ. Πέτρος γράφει: «δεν ελυτρώθητε από της ματαίας πατροπαραδότου διαγωγής υμών διά φθαρτών, αργυρίου ή χρυσίου, αλλά διά του τιμίου αίματος του Χριστού, ως αμνού αμώμου και ασπίλου» (Α' Πέτρου Α/1 :18,19) και ο συγγραφέας της επιστολής «προς Εβραίους» (κεφ. Α/1, εδ. 3β) συμπληρώνει: «…αφού δι' εαυτού έκαμε καθαρισμόν των αμαρτιών ημών, εκάθησεν εν δεξιά της μεγαλωσύνης εν υψηλοίς». 
    Από εκείνο ο λαμπρό και εξαίσιο θρόνο θα σηκωθεί μία μέρα ο Χριστός και θα έρθει στο μεσουράνημα (εν νεφέλαις) για να παραλάβει «…τους προσμένοντας Αυτόν διά σωτηρίαν» (Εβραίους Θ/9: 28). ---

Δευτέρα 27 Δεκεμβρίου 2021

ΨΑΛΜΟΣ ΜΒ/42, εδ. 5. ΠΡΩΤΟΧΡΟΝΙΑΤΙΚΟ ΜΗΝΥΜΑ.

ΠΡΩΤΟΧΡΟΝΙΑΤΙΚΟ ΜΗΝΥΜΑ: «ΧΩΡΙΣ ΦΟΒΟ ΓΙΑ ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ». 

 ΨΑΛΜΟΣ του ΔΑΒΙΔ, κεφ.  ΜΒ/42, εδάφ. 5. 

 «Διά τι είσαι περίλυπος, ψυχή μου; και διά τι ταράττεσαι εντός μου; έλπισον επί τον Θεόν επειδή έτι θέλω υμνεί αυτόν το πρόσωπον αυτού είναι σωτηρία». 
       
           ΣΧΟΛΙΑ: 
        Φίλες και φίλοι, σε λίγες μέρες ένας νέος χρόνος αρχίζει. Μία καινούργια χρονιά αβεβαιότητας και απρόβλεπτων δυσκολιών ξεκινάει, καθώς βρισκόμαστε σε μια δύσκολη χρονική περίοδο, λόγω της πανδημίας που επικρατεί γύρω μας και από την οποία κινδυνεύουμε όλοι. Ξαφνικά, εντελώς αναπάντεχα, ένας αόρατος εχθρός εισέβαλε στη ζωή μας και μας απειλεί καθημερινά. Κάτω από αυτές τις δυσοίωνες συνθήκες βιώνουμε μέρες ιδιαίτερα δύσκολες και αντιμετωπίζουμε πρωτόγνωρες καταστάσεις, ζώντας σ’ ένα αβέβαιο μέλλον. Πολλά πράγματα που μέχρι σήμερα τα θεωρούσαμε δεδομένα, όπως ανθρώπινες σχέσεις, λειτουργία θεσμών κλπ, πάνω στα οποία είχαμε μάθει να στηριζόμαστε και να λειτουργούμε, έχασαν την ισχύ και το νόημά τους και έτσι η καθημερινότητα της ζωής μας έχει αλλάξει ριζικά. Ο ανθρώπινος παράγοντας όλο και πιο πολύ, υποτιμάται, αριθμοποιείται, απειλείται, εξουθενώνεται, αποπροσωποποιείται. 
     Καθώς όλα αλλάζουν γύρω μας, καθώς παρατηρούμε έναν ανθρώπινο πολιτισμό να καταρρέει μπροστά στα μάτια μας, το καίριο ερώτημα είναι πως μπορεί ο άνθρωπος να σταθεί και να νικήσει κάτω απ’ αυτές τις πρωτόγνωρες καταστάσεις; Από πού να αντλήσει δύναμη; Μπορεί ο χρόνος να αλλάζει, μπορεί οι άνθρωποι ν' αλλάζουν, μπορεί τα πάντα γύρω μας ν’ αλλάζουν, όμως υπάρχει ένας σταθερός παράγοντας που δεν αλλάζει ποτέ και που παραμένει αναλλοίωτος πάντοτε. Σ’ Αυτόν «δεν υπάρχει αλλοίωσις ή σκιά μεταβολής» (επιστολή Ιακώβου Α/1: 17). Είναι ο δημιουργός μας, ο Πατέρας μας, ο Θεός της σωτηρίας μας (Ψαλμός ΠΗ/88: 1). Είναι ο μόνος σταθερός και αμετακίνητος παράγοντας στο σύμπαν. Στους αιώνιους βραχίονές Του μπορούμε ν’ ακουμπήσουμε, ν’ αναπαυθούμε και να βαδίσουμε με σιγουριά στον καινούργιο χρόνο που ανοίγεται μπροστά μας. 
      Οι περισσότεροι άνθρωποι γύρω μας δεν αντιλαμβάνονται το πραγματικό νόημα της ζωής και μένουν εντελώς αδιάφοροι, χωρίς να προβληματίζονται γιατί υπάρχουν και που πηγαίνουν, αποδεχόμενοι μοιρολατρικά την κατάστασή τους. Ζώντας μέσα σε μια δύσκολη καθημερινότητα, μπλεγμένοι στους έντονους ρυθμούς της εποχής μας, δε βρίσκουν χρόνο ούτε για να σκεφτούν. Είναι τραγικό να ζει κανείς χωρίς σκοπό, χωρίς ελπίδα, όπως λέμε: «να ζει, για να ζει». Ζει μόνο για να κουράζεται, να υποφέρει, να τρώει, να κοιμάται και πάλι από την αρχή. Άραγε αυτό λέγεται ζωή; Γι’ αυτό το λόγο πολλοί άνθρωποι γύρω μας είναι δυστυχισμένοι, βαθιά απογοητευμένοι μέσα στην ψυχή τους, παρόλα τα αγαθά που ίσως έχουν. Σ' αυτή τη ζωή ο πιο πλούσιος πάνω στη γη μπορεί να είναι και ο πιο δυστυχισμένος.
     Ας θυμηθούμε τα λόγια του Απ. «Πέτρου» προς τον Κύριο, καθώς μετά από μια δύσκολη νύχτα ψαρέματος δεν έπιασαν κανένα ψάρι: «αποκριθείς ο Σίμων, είπε προς αυτόν Διδάσκαλε, δι' όλης της νυκτός κοπιάσαντες δεν επιάσαμεν ουδέν αλλ' όμως επί τω λόγω σου θέλω ρίψει το δίκτυον» (Λουκάς Ε/5: 5). Αυτή θα ήταν η ζωή του ανθρώπου, αν δεν είχε έρθει ο Χριστός. Κόπος, πόνος….. αποτέλεσμα: «ουδέν», αιώνιος θάνατος μας περίμενε όλους. 
     Ο άνθρωπος πλασμένος από το Θεό, έρχεται στον κόσμο μ’ έναν ανώτερο σκοπό: Ο Θεός του δίνει την ευκαιρία να Τον γνωρίσει και να Τον εμπιστευτεί, ώστε να πραγματοποιήσει μέσα στη ζωή του ένα ολοκληρωμένο σχέδιο σωτηρίας. Ο αείμνηστος Σπύρος Πορτινός έλεγε ότι ο άνθρωπος έρχεται στη ζωή για να ψηφίσει που θέλει να περάσει την άλλη ζωή, κοντά στο Θεό ή μακριά απ’ Αυτόν; Ας μάθουμε ν’ ακούμε τη φωνή του Θεού που μας καλεί σε μετάνοια και επιστροφή. Ας αναλογιστούμε πόσο σύντομη είναι η ζωή μας και ας ζήσουμε κάνοντας το θέλημά Του. 
    Οι διάφορες ανθρώπινες θρησκείες προσπαθούν να προσεγγίσουν το Θεό μέσα από τελετές και μυστήρια, τελετουργίες και ιερουργίες, αναμειγνύοντας παλαιά και σύγχρονα πράγματα και κυρίως πράγματα που έχουν άμεση επίδραση στις αισθήσεις (όραση, αφή, ακοή κλπ). Με τον τρόπο αυτό προσπαθούν να προσδώσουν έναν μυστηριώδη χαρακτήρα στην λατρεία του Θεού. Ας μάθουμε να επικοινωνούμε με το Θεό μέσα από την απλότητα της Χριστιανικής λατρείας, που είναι η αλήθεια του Λόγου του Θεού, η προσευχή και η κοινωνία μεταξύ μας. Θα πρέπει να αγαπάμε τον Ιησού Χριστό και να πιστεύουμε ότι είναι μαζί μας κάθε φορά που δύο ή τρεις θα είμαστε μαζεμένοι στο Όνομά Του.  Ο ίδιος ο Κύριος μας διαβεβαιώνει γι’ αυτό: «όπου είναι δύο ή τρεις συνηγμένοι εις το όνομά μου, εκεί είμαι εγώ εν τω μέσω αυτών» (Ματθαίος ΙΗ/18: 20). 
     Ο Θεός ένα πράγμα ζητάει από τον άνθρωπο, την υπακοή στο θέλημά Του. Μέσα στο λόγο Του τονίζει ότι η υπακοή είναι καλύτερη από κάθε θυσία ή προσφορά (Α’ Σαμουήλ ΙΕ/15: 22). Αυτή η απλότητα της λατρείας του Θεού δυσκολεύει πολλούς ανθρώπους να την εννοήσουν. Είμαστε σαν τα πρόβατα τα οποία σε αντίθεση με άλλα ζώα, δυσκολεύονται να προσανατολιστούν με αποτέλεσμα να χάνονται και να μη μπορούν να βρουν το σωστό δρόμο της επιστροφής τους. Ο Απ. Πέτρος στην πρώτη επιστολή του αναφέρει: "Διότι υπήρχετε ως πρόβατα πλανώμενα, αλλά τώρα επεστράφητε εις τον ποιμένα και επίσκοπον των ψυχών σας" (Α’ Πέτρου Β/2: 25) και ο πρ. «Ησαΐας» (ΝΓ/53: 6) συμπληρώνει: «Πάντες ημείς επλανήθημεν ως πρόβατα εστράφημεν έκαστος εις την οδόν αυτού και ο Κύριος έθεσεν επ' αυτόν την ανομίαν πάντων ημών». 
       Κάποιες φορές ξεχνάμε όλα αυτά και επιδεικνύουμε επιμονή και πείσμα στη σχέση μας με το Θεό, ενώ κάποιες άλλες είμαστε σαν τα παγώνια – υπερήφανοι και ξιπασμένοι. Δείχνουμε μια απίστευτη ευφυΐα στο να αναλύουμε και να εκλογικεύουμε τα πάντα, ενώ αντίθετα δυσκολευόμαστε στο να υπακούσουμε στον αιώνιο και αψευδή Λόγο Του. Η υπακοή μας στις εντολές του Θεού μας φαίνεται πολύ δύσκολη υπόθεση. 
      Στο βιβλίο του «Λευιτικού» (Ι/10: 12, 13) αναφέρεται: «Και τώρα, Ισραήλ, τι ζητεί Κύριος ο Θεός σου παρά σου, ειμή να φοβήσαι Κύριον τον Θεόν σου, να περιπατής εις πάσας τας οδούς αυτού και να αγαπάς αυτόν, και να λατρεύης Κύριον τον Θεόν σου εξ όλης της καρδίας σου και εξ όλης της ψυχής σου, να φυλάττης τας εντολάς του Κυρίου και τα διατάγματα αυτού, τα οποία εγώ προστάζω εις σε σήμερον διά το καλόν σου». 
     Στον καινούργιο χρόνο που ανοίγεται μπροστά μας, ας βάλουμε ως στόχο να είμαστε προσεκτικοί και υπάκουοι στις εντολές του Θεού. Ο Ιωάννης, ο μαθητής της αγάπης, στην πρώτη επιστολή του αναφέρει: «αύτη είναι η αγάπη του Θεού, το να φυλάττωμεν τας εντολάς αυτού και αι εντολαί αυτού βαρείαι δεν είναι» (Α’ Ιωάννου Ε/5: 3). Οι εντολές του Θεού δε δόθηκαν, για να μας κάνουν δυστυχισμένους, αλλά δόθηκαν για το καλό μας. 
     Είναι γεγονός αναμφισβήτητο ότι ο Θεός μέσα στην πανσοφία και παντογνωσία Του γνωρίζει τα πάντα για το μέλλον, επειδή Αυτός το έχει προσδιορίσει ακόμα και στις πιο μικρές λεπτομέρειές τους. Μπορεί να δει τι βρίσκεται μπροστά στην ζωή μας καθώς και στις ζωές όσων είναι γύρω μας. Γνωρίζει τι πρόκειται να συμβεί στην οικονομία, στην πολιτική και σ’ ολόκληρο τον κόσμο. Η υπακοή μας στην φωνή Του είναι η πιο έξυπνη επιλογή που μπορείς να κάνει κάποιος για τον εαυτό του και την οικογένειά του. 
      Γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο οι άνθρωποι που υπακούουν στο Θεό και εκτελούν το θέλημά Του μέσα στη ζωή τους δεν πρέπει να απελπίζονται απ’ όλα όσα συμβαίνουν γύρω τους. Ας εμπιστευτούμε το Θεό και ας υπακούσουμε με απλότητα στο θέλημά Του. Όταν ξεπερνάμε τα εμπόδια και Τον εμπιστευόμαστε ειλικρινά, διαπιστώνουμε ότι οι εντολές Του, το θέλημά Του μέσα στη ζωή μας είχε σκοπό να μας γλιτώσει από επώδυνες καταστάσεις και πολλές φορές από ανεπανόρθωτες βλάβες. Μόνον αν μάθουμε να υπακούμε στη φωνή Του, θα μπορούμε να ζούμε γεμάτοι, χαρούμενοι και ευλογημένοι. 
     Να θυμόμαστε πάντοτε τα λόγια του προφήτη του Θεού “Σαμουήλ” που απηύθυνε σ’ εκείνο τον τραγικό βασιλιά του Ισραήλ, το “Σαούλ”: «Μήπως ο Κύριος αρέσκεται εις τα ολοκαυτώματα και εις τας θυσίας, καθώς εις το να υπακούωμεν της φωνής του Κυρίου; ιδού, η υποταγή είναι καλυτέρα παρά την θυσίαν η υπακοή, παρά το πάχος των κριών» (Α’ Σαμουήλ ΙΕ/15: 22). 
      Τίποτα, μα τίποτα δε μπορεί να αντικαταστήσει την υπακοή, ούτε οι θυσίες, ούτε οι προσφορές, ούτε ο,τιδήποτε άλλο μπορεί να εφεύρει ο ανθρώπινος νους. Όταν ο Θεός μιλάει, μία και μόνη επιλογή έχει ο άνθρωπος να υπακούει στο θέλημά Του. Αφού γίνει αυτό, όλα τ’ άλλα είναι στο χέρι και στη δύναμη του Θεού, ο οποίος όχι μόνον θα ενεργήσει, αλλά θα κάνει «υπερ εκπερισσού υπέρ πάντα όσα εμείς ζητούμεν ή νοούμεν, κατά την δύναμιν την ενεργουμένην εν ημίν» (Εφεσίους Γ/3: 20). 
       Όταν ο Θεός κάλεσε το Μωυσή να ελευθερώσει το λαό Ισραήλ και να τους οδηγήσει έξω από την Αίγυπτο, ο Μωυσής "πελάγωσε", τα έχασε, τρόμαξε, απελπίστηκε. Ας δούμε μερικές από τις δικαιολογίες με τις οποίες προσπάθησε να αποφύγει το θέλημα του Θεού μέσα στη ζωή του: 
--«Και απεκρίθη ο Μωυσής προς τον Θεόν, Τις είμαι εγώ, διά να υπάγω προς τον Φαραώ και να εξαγάγω τους υιούς Ισραήλ εξ Αιγύπτου;» (Έξοδος Γ/3: 11). 
--«Και είπεν ο Μωυσής προς τον Κύριον, Δέομαι, Κύριε εγώ δεν είμαι εύλαλος ούτε από χθες ούτε από προχθές ούτε αφ' ης ώρας ελάλησας προς τον δούλον σου, αλλ' είμαι βραδύστομος και βραδύγλωσσος» (Έξοδος Δ/4: 11). [ήταν τραυλός και δε μπορούσε να μιλήσει καλά]. Το μυαλό του Μωυσή γέμισε από ερωτηματικά και δε μπορούσε ούτε καν να φανταστεί πώς θα μπορούσε να φέρει εις πέρας έναν τόσο μεγάλο άθλο. 
     Πάνω στους φόβους και την απελπισία του άρχισε να βομβαρδίζει τον Θεό με ερωτήσεις, ανησυχίες, αντιρρήσεις. Ο Θεός δεν του έδωσε περισσότερες εξηγήσεις και δεν του αποκάλυψε τα σχέδιά Του. Δεν του είπε: «Μην ανησυχείς Μωυσή. Θα σου πω ακριβώς τι θα κάνω. Πρώτα, θα μετατρέψω το νερό του Νείλου σε αίμα. Έπειτα θα στείλω μια πληγή από βατράχια, θα ακολουθήσει μια πληγή από σκνίπες, μετά μια πληγή από μύγες. Έπειτα θα θανατώσω τα ζώα, θα στείλω εξανθήματα, χαλάζι και ακρίδες, θα ακολουθήσει σκοτάδι και ο θάνατος των πρωτοτόκων. Μόλις βγείτε έξω από την Αίγυπτο, θα χωρίσω την Ερυθρά θάλασσα και θα σας οδηγήσω μέσα από την έρημο με ένα σύννεφο την ημέρα και μια στήλη φωτιάς τη νύχτα» (Έξοδος, κεφ. Θ/9 & Ι/10). 
     Είναι βέβαιο ότι μια τέτοια λεπτομερής αποκάλυψη των σχεδίων του Θεού θα έφερνε μεγάλη ανακούφιση και θα καθησύχαζε το Μωυσή, όμως ο Θεός θέλει να Τον εμπιστευόμαστε και αντί να δώσει όλες τις παραπάνω εξηγήσεις, έκανε προς το Μωυσή μία μνημειώδη, διαχρονική και απλή ερώτηση: «Και είπε προς αυτόν ο Κύριος, Τι είναι τούτο, το εν τη χειρί σου; Ο δε είπε, Ράβδος» (Έξοδος Δ/4: 2). 
     Φαντάζομαι ότι εκεί που είχε δειλιάσει ο Μωυσής, καθώς θα άκουσε αυτά τα λόγια, θα απελπίστηκε και θα κατέρρευσε ολοκληρωτικά. «Τι μου λέει ο Θεός;…. Τι παράλογα πράγματα είναι αυτά;», θα σκέφτηκε. «Θέλει να με στείλει εμένα τον αδύναμο, που δε μπορώ ούτε να μιλήσω, μέσα στην πιο δυνατή Αυτοκρατορία του κόσμου, που διαθέτει τον πιο σύγχρονο πολεμικό εξοπλισμό, με μοναδικό μου όπλο, ένα ραβδί για να ελευθερώσω το λαό Ισραήλ από τη δουλεία των Αιγυπτίων». 
      Πολλές φορές έχω σκεφτεί ότι η πιο μεγαλειώδης φράση μέσα στο λόγο του Θεού είναι: «τι είναι αδύνατον εις τον Κύριον;» (Λουκάς Α/1: 37). Πόσο θαυμαστά είναι τα σχέδια του Θεού και πόσο ανεξιχνίαστοι από το ανθρώπινο πεπερασμένο μυαλό είναι οι δρόμοι Του! (Ησαΐας ΝΕ/55: 8). Το μόνο όπλο που είχε ο Μωυσής ήταν ένα ραβδί! Καθ’ όλη τη διάρκεια της "Εξόδου" του λαού από την Αίγυπτο μέσα από μεγάλα θαύματα και τεράστια μεγαλεία που άλλαξαν τον κόσμο, ο Μωυσής δεν είχε τίποτε άλλο στο χέρι του, παρά μόνον ένα ραβδί. Με το ραβδί αυτό νίκησε τη μεγαλύτερη Αυτοκρατορία της εποχής του. Εκείνο το ραβδί που κράταγε ο Μωυσής άλλαξε την ιστορία του κόσμου. Μ’ αυτό το ραβδί βάδιζε ο λαός μέσα στην έρημο και οδηγείτο από νίκη σε νίκη, μέχρι να φτάσει στη γη των υποσχέσεων (Έξοδος Γ/3: 8). 
      Ψυχή, μη στεναχωριέσαι για ό,τι δεν έχεις. Μην πεις ποτέ «εγώ δεν έχω μόρφωση, δεν έχω πολλά χρήματα, δεν έχω χρόνο, δεν είναι τόσο καλή η υγεία μου… κλπ». Ο Θεός μπορεί να χρησιμοποιήσει εκείνο το μικρό, το λίγο που έχεις, αρκεί να το δώσεις με πίστη σ’ Αυτόν. Κάποτε οι μαθητές έφεραν μπροστά στον Κύριο: «πέντε ψωμιά και δύο ψάρια» (Ματθαίος ΙΔ/14: 17). Ο Κύριος τα ευλόγησε και με αυτά «έφαγαν όλοι, και χόρτασαν και σήκωσαν το περίσσευμα από τα κομμάτια, δώδεκα κοφίνια γεμάτα. Κι αυτοί που έτρωγαν ήταν μέχρι 5.000 άνδρες, εκτός από τις γυναίκες και τα παιδιά» (Ματθαίος ΙΔ/14: 20,21). 
     Ο Θεός, καθώς αποβλέπει στην καρδία του Ανθρώπου, κάλεσε το Μωυσή όπως ήταν, για να τον χρησιμοποιήσει για τα ένδοξα και αιώνια σχέδιά Του. Τη ράβδο, με την οποία σαράντα ολόκληρα χρόνια μέσα στην έρημο φύλαγε τα πρόβατα του πεθερού του Ιοθόρ (Έξοδος Γ/3: 1) τώρα θα την χρησιμοποιούσε, για να ελευθερώσει το λαό Του και για να παιδεύσει την Αίγυπτο. 
     Ας μελετήσουμε για λίγο τα γεγονότα: Καθώς ο Μωυσής οδηγούσε το λαό έξω από την Αίγυπτο, συνάντησαν μπροστά τους την Ερυθρά θάλασσα. Πώς να ξεπεράσουν τούτο το ανυπέρβλητο εμπόδιο, όταν μάλιστα αυτό έπρεπε να γίνει, πολύ σύντομα, γιατί οι Αιγύπτιοι είχαν μετανιώσει που τους άφησαν να φύγουν και πήγαιναν να τους προλάβουν για να τους γυρίσουν πίσω (Έξοδος ΙΔ/14: 9). Τέτοια και μεγαλύτερα μπορεί να είναι τα προβλήματα που θα αντιμετωπίσουμε μέσα στη νέα χρονιά που έρχεται. Μπροστά σ’ αυτή την κατάσταση ο Μωυσής προσευχόταν στο Θεό να βρει μία λύση και ο Θεός του απάντησε: 
15 Και είπε Κύριος προς τον Μωϋσήν, Τι βοάς προς εμέ; ειπέ προς τους υιούς Ισραήλ να κινήσωσι 
16 συ δε ύψωσον την ράβδον σου και έκτεινον την χείρα σου επί την θάλασσαν και σχίσον αυτήν, και ας διέλθωσιν οι υιοί Ισραήλ διά ξηράς εν μέσω της θαλάσσης 
21 Ο δε Μωυσής εξέτεινε την χείρα αυτού επί την θάλασσαν και έκαμεν ο Κύριος την θάλασσαν να συρθή όλην εκείνην την νύκτα υπό σφοδρού ανατολικού ανέμου και κατέστησε την θάλασσαν ξηράν, και τα ύδατα διεχωρίσθησαν. 
22 Και εισήλθον οι υιοί του Ισραήλ εις το μέσον της θαλάσσης κατά το ξηρόν, και τα ύδατα ήσαν εις αυτούς τοίχος εκ δεξιών και εξ αριστερών αυτών (Έξοδος ΙΔ/14: 15-22). 
       Ο συγγραφέας της επιστολής «προς Εβραίους» (ΙΑ/11: 29) έρχεται να εξηγήσει τα γεγονότα: «Διά πίστεως διέβησαν την Ερυθράν θάλασσαν ως διά ξηράς, την οποίαν δοκιμάσαντες οι Αιγύπτιοι κατεποντίσθησαν». 
      Ο Θεός χρησιμοποιεί τα πιο αδύναμα όργανα, για να εκπληρώσει τα ενδοξότερα σχέδιά Του. Αυτά μπορεί να είναι μια ράβδος για να ανοίξει η Ερυθρά θάλασσα, κάποιες κεράτινες σάλπιγγες, για να γκρεμιστούν τα απόρθητα τείχη της Ιεριχώ (Ιησούς τ. Ναυή Σ/6: 5). Ένα όνειρο μ’ ένα κρίθινο ψωμί, για να απελευθερώσει το λαό Του από τους Μαδιανίτες και τους Αμαληκίτες (βιβλίο Κριτών Ζ/7: 12 - 25). Μια σφεντόνα έβαλε ο Θεός στα χέρια ενός μικρού παιδιού, για να νικήσει τον απόρθητο, σιδηρόφρακτο Γολιάθ (Α’ Σαμουήλ ΙΖ/17: 50). 
      Βαδίζει ο λαός ανεκπαίδευτος και άοπλος μέσα στην έρημο οδηγούμενος, από νίκη σε νίκη. Ακούνε οι Βασιλιάδες με εμπειροπόλεμους στρατιώτες, με σύγχρονα πολεμικά όπλα, για τη δυναμική πορεία αυτού του λαού και τρομάζουν. Ακούει ο Βαλάκ, βασιλιάς του Μωάβ, για τις μεγάλες νίκες του λαού κατά των Αμορραίων και καταλαμβάνεται από πανικό (Αριθμοί ΚΒ/22: 2,3). Πως γίνεται ο λαός αυτός να είναι ανίκητος; Που οφείλονται οι τόσο μεγάλες επιτυχίες του; Την απάντηση θα τη δώσει ο Απ. Παύλος στην επιστολή «προς Ρωμαίους» (Η/8: 31) «Εάν ο Θεός είναι υπέρ ημών, τις θέλει είσθαι καθ' ημών;» Μην πεις ποτέ: «Είμαι μικρός, έχω λίγα, δεν είμαι δυνατός…. κλπ». Σήκωσε τα μάτια σου στο μεγάλο Θεό, απόθεσε με πίστη ό,τι έχεις στα χέρια Του και είναι βέβαιο ότι κανένας εχθρός ή κίνδυνος δε θα μπορέσει να σταθεί εναντίον σου. Πόσο χαρακτηριστικά εκφράζει τούτο ο ψαλμωδός: «Επειδή, εσύ, τον Κύριο, την ελπίδα μου, τον Ύψιστο, έκανες καταφύγιό σου, κακό δεν θα συμβαίνει σε σένα, και μάστιγα δεν θα πλησιάζει στη σκηνή σου» (ψαλμός 91: 10). 
      Επανερχόμαστε στο θέμα της πανδημίας. Ζούμε πράγματι μια τραγική κατάσταση σε παγκόσμια κλίμακα. Πάρα πολλοί άνθρωποι έχουν χάσει τη ζωή τους, τις δουλειές τους, τα χρήματά τους, την ασφάλειά τους. Ο φόβος, ο τρόμος και η αβεβαιότητα έχουν εξαπλωθεί απ’ άκρου εις άκρον της γης. Ποια είναι η «ράβδος» η δική μας σήμερα που θα την υψώσουμε μπροστά στις ανυπέρβλητες δυσκολίες και θα νικήσουμε; Ο Θεός έχει βάλει στο χέρι μας τον παντοδύναμο, αιώνιο λόγο Του. Ο ψαλμωδός χαρακτηρίζει το λόγο του Θεού ως ένα λυχνάρι που φωτίζει τους δρόμους της ζωής του. «Λύχνος στα πόδια μου είναι ο λόγος σου, και φως στα μονοπάτια μου» (ψαλμός ΡΙΘ/119: 105). Είναι «λόγοι ζωής αιωνίου» (Ιωάννης Σ/6: 68). Είναι «δύναμις Θεού προς σωτηρίαν εις πάντα τον πιστεύοντα» (Ρωμαίους Α/1: 16). Είναι «η μάχαιρα του Πνεύματος» (Εφεσίους Σ/6: 17). Ο συγγραφέας της επιστολής «προς Εβραίους» (κεφ. Δ/4, εδ. 12) αναφέρει: «ο λόγος του Θεού είναι ζων και ενεργός και κοπτερότερος υπέρ πάσαν δίστομον μάχαιραν και διέρχεται μέχρι διαιρέσεως ψυχής τε και πνεύματος, αρμών τε και μυελών, και διερευνά τους διαλογισμούς και τας εννοίας της καρδίας». 
      Ψυχή στάσου στη σκοπιά σου (Αβακούμ Β/2: 1), με πίστη στο λόγο του Θεού, με υπομονή, με δύναμη, με σοφία, έτοιμος να ακούσεις την οδηγία Του, να διακρίνεις τη φωνή Του, ν’ ακούσεις τα βήματά Του, καθώς έρχεται να ελευθερώσει το λαό Του, για να παραλάβει την Εκκλησία Του, «τους προσμένοντας αυτόν διά σωτηρίαν» (Εβραίους Θ/9: 28). Εάν ο Θεός μπόρεσε να ανοίξει δρόμο μέσα στη θάλασσα, για ένα ολόκληρο έθνος χρησιμοποιώντας μόνο ένα ραβδί, σίγουρα μπορεί να ανοίξει ένα δρόμο και για σένα!
      Όταν όλα ψυχή χάνονται γύρω σου, μην απελπίζεσαι, εμπιστεύου το Θεό κι Εκείνος θ’ ανοίξει δρόμο για σένα. Χρειάζεται να έχουμε πίστη στις υποσχέσεις Του. Μπορεί ο λαός να είχε λάβει πλούσιες υποσχέσεις, όμως τώρα καθώς βρίσκεται μέσα στην έρημο ζει κάτω από μεγάλες δυσκολίες, με στερήσεις, χωρίς ασφάλεια, χωρίς κληρονομιά, χωρίς καμία ακόμα εκπληρωμένη υπόσχεση του Θεού. Ο Θεός, αφού τους μίλησε για τη «Γη της Επαγγελίας» (Έξοδος Γ/3: 17) αμέσως μετά τους οδήγησε στην έρημο. Αντί να βρουν ησυχία τριγυρνούσαν μέσα σε άγονους τόπους, δίνοντας σκληρές μάχες με τους εχθρούς τους. Πόσο δύσκολη ήταν γι’ αυτούς η κατάσταση που αντιμετώπιζαν! 
      Την αιτία του κακού την αναφέρει ο συγγραφέας της επιστολής «προς Εβραίους» (Δ/4: 2). «Διότι ημείς ευηγγελίσθημεν, καθώς και εκείνοι αλλά δεν ωφέλησεν εκείνους ο λόγος, τον οποίον ήκουσαν, επειδή δεν ήτο εις τους ακούσαντας ηνωμένος με την πίστιν». Ο «λόγος που άκουσαν», δηλ. οι πλούσιες και θαυμαστές επαγγελίες του Θεού, αντί να μείνουν συνδεδεμένες με την πίστη ώστε να φέρουν ελπίδα, υπομονή και προσμονή μέσα στην καρδιά τους, καθώς παρατηρούν «το φαινόμενο» τις δύσκολες συνθήκες που αντιμετωπίζουν στην πορεία τους προς τη γη της Επαγγελίας, απιστούν στη δύναμη και στις υποσχέσεις του Θεού. Έτσι λοιπόν, αφού σκέφτηκαν και ξανά σκέφτηκαν τα πράγματα, κατέληξαν στο τραγικό συμπέρασμα: «μίκρυνε το χέρι του Κυρίου, βάρυνε το αυτί Του». Ας είμαστε προσεκτικοί γιατί η απάντηση του λόγου του Θεού είναι καταπέλτης: «Ιδού, η χειρ του Κυρίου δεν εσμικρύνθη, ώστε να μη δύναται να σώση, ουδέ το ωτίον αυτού εβάρυνεν, ώστε να μη δύναται να ακούση, αλλ' αι ανομίαι σας έβαλον χωρίσματα μεταξύ υμών και του Θεού υμών, και αι αμαρτίαι σας έκρυψαν το πρόσωπον αυτού από σας, διά να μη ακούει» (Ησαΐας ΝΘ/59: 1,2). 
      Δεν υπάκουσαν, απέρριψαν τις υποσχέσεις του Θεού, δεν πίστεψαν ότι θα έμπαιναν στη Γη που ο Θεός είχε προορίσει γι’ αυτούς. Την πιο κρίσιμη ώρα, λίγο πριν από τη τέλος των δεινών τους απίστησαν, απελπίστηκαν, θυμήθηκαν τα πράσα και τα σκόρδα της Αιγύπτου (Αριθμοί ΙΑ/11: 5) και ζήτησαν να επιστρέψουν πίσω (Αριθμοί ΙΔ/14: 3). Αποτέλεσμα της απιστίας και των άστοχων επιλογών τους ήταν να γυρίζουν σαράντα χρόνια μέσα στην έρημο. Ο Θεός τους υπενθυμίζει: «Και θέλεις ενθυμείσθαι πάσαν την οδόν, εις την οποίαν σε ώδήγησε Κύριος ο Θεός σου τα τεσσαράκοντα ταύτα έτη εν τη ερήμω, διά να σε ταπεινώση, να σε δοκιμάση, διά να γνωρίση τα εν τη καρδία σου, εάν θέλης φυλάξει τας εντολάς αυτού, ή ουχί» (Δευτερονόμιο Η/8: 2). Πόσο μεγάλο είναι το Έλεος και η Αγάπη του Θεού! Με παράπονο ο Κύριος καθώς παρατηρεί την απιστία τους αναφέρει: «Σαράντα χρόνια δυσαρεστήθηκα με εκείνη τη γενεά και είπα: Αυτός είναι λαός πλανεμένος στην καρδιά, κι αυτοί δεν γνώρισαν τους δρόμους μου» (Ψαλμός 95: 10). Ο λόγος του Θεού έρχεται να μας διαβεβαιώσει: «όλα αυτά έγιναν παραδείγματα σ' εκείνους, και γράφτηκαν για τη νουθεσία μας, στους οποίους έφτασαν τα τέλη των αιώνων» (Α’ Κορινθίους Ι/10: 11). 
      Φίλες & φίλοι, μέσα στο νέο χρόνο που έρχεται, όταν γνωρίσουμε δύσκολες καταστάσεις, που φαίνονται να είναι αντίθετες με τις υποσχέσεις που μας έχει δώσει ο Θεός μέσα από το λόγο Του, ας μην απελπιστούμε, ας μην απιστήσουμε, αλλά να πιστέψουμε ακόμα πιο πολύ στις υποσχέσεις Του, ενθυμούμενοι «ότι ο Θεός είναι αληθής» (Ιωάννης Γ/3: 33), ότι η υπόσχεσή Του είναι: «θα είναι μεθ' υμών πάσας τας ημέρας έως της συντέλειας του αιώνος» (Ματθαίος ΚΗ/28: 20). Ας μην επιτρέψουμε στο φόβο, στην αμφιβολία, στην απιστία να καταβάλει τις καρδιές μας, διότι οι υποσχέσεις του Θεού θα εκπληρωθούν κατά γράμμα. Μέσα στο λόγο του μας διαβεβαιώνει: «μέχρις ότου παρέλθει ο ουρανός και η γη, ένα γιώτα ή μία κεραία δεν θα παρέλθει από τον νόμο, έως ότου όλα εκπληρωθούν» (Ματθαίος Ε/5: 18).

       Αγαπητοί: «Ζει Κύριος». «Μείνατε εν Χριστώ και παρηγορείτε αλλήλους με τους λόγους τούτους» (Α’ Θεσ/νικείς Δ/4: 18). Καθώς θα φεύγει ο παλιός ο χρόνος μία φωνή ευχαριστίας και δοξολογίας ας διακατέχει τις καρδιές όλων μας, ενθυμούμενοι τα λόγια του ψαλμωδού: «Δεν έκαμεν εις ημάς κατά τας αμαρτίας ημών, ουδέ ανταπέδωκεν εις ημάς κατά τας ανομίας ημών» (Ψαλμός ΡΓ/103: 10). 

      Μ’ αυτές τις σκέψεις και με την καρδιά πλημμυρισμένη από αγάπη θα ήθελα να ευχηθώ σε όλες τις φίλες και τους φίλους του blog, σε όλους όσους πιστεύουν στη δύναμη και τις ζωντανές υποσχέσεις του Θεού, να έχουν μια: «ΚΑΛΗ ΧΡΟΝΙΑ, ΜΕ ΠΙΣΤΗ, ΜΕ ΥΠΟΜΟΝΗ, ΜΕ ΥΓΕΙΑ, ΜΕ ΧΑΡΑ, ΜΕ ΖΩΝΤΑΝΗ ΕΛΠΙΔΑ, ΠΛΗΜΜΥΡΙΣΜΕΝΟΙ ΑΠΟ ΚΑΘΕ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΗ ΧΑΡΑ & ΕΥΤΥΧΙΑ». ---

Τετάρτη 24 Νοεμβρίου 2021

ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΙΑΤΙΚΟ ΜΗΝΥΜΑ

    ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΙΑΤΙΚΟ ΜΗΝΥΜΑ. 

    Επιστολή «Α’ Ιωάννου»,  κεφ. Δ/4,  εδ. 9 – 11. 

     «Εν τούτω εφανερώθη η αγάπη του Θεού προς ημάς, ότι τον Υιόν αυτού τον μονογενή απέστειλεν ο Θεός εις τον κόσμον, διά να ζήσωμεν δι' αυτού. Εν τούτω είναι η αγάπη, ουχί ότι ημείς ηγαπήσαμεν τον Θεόν, αλλ' ότι αυτός ηγάπησεν ημάς και απέστειλε τον Υιόν αυτού ιλασμόν περί των αμαρτιών ημών».
      
    «Έτσι αποδείχτηκε η αγάπη του Θεού μας: Απέστειλε τον Υιό του το μονογενή στον κόσμο για να μας χαρίσει τη νέα ζωή, αν ενωθούμε μ’ αυτόν. Αυτό είναι το χαρακτηριστικό της αγάπης του Θεού: Όχι ότι εμείς αγαπήσαμε το Θεό, αλλά ότι αυτός μας αγάπησε και έστειλε τον Υιό του, που θυσιάστηκε για να μας ελευθερώσει από τις αμαρτίες μας» (Μετάφραση Βιβλικής Εταιρείας). 

     ΣΧΟΛΙΑ: 
    Ο αιώνιος λόγος του Θεού μας αποκαλύπτει ότι η αιτία όλων των δεινών, όλων των δραμάτων που εξελίσσονται γύρω μας, των θλίψεων, των φόβων που μαστίζουν την ανθρωπότητα είναι η αμαρτία. Aμαρτία είναι η παράβαση του Νόμου του Θεού (Α΄ Ιωάννου Γ/3: 4). Η αμαρτία είναι η μόνη δύναμη που μπορεί να απομακρύνει τον άνθρωπο από το Θεό και να τον νεκρώσει ψυχικά και σωματικά. Κάποτε ένας βασιλιάς που λεγόταν Βαλάκ ζήτησε από έναν άνθρωπο, που λεγόταν Βαλαάμ και ισχυριζόταν ότι ήταν προφήτης, να καταραστεί το λαό του Θεού, τον Ισραήλ, ώστε να μπορέσει να τον νικήσει. Η απάντηση του «προφήτη» ήταν ότι αυτό δε γίνεται, γιατί όσο και να καταριέσαι εκείνους τους οποίους ο Θεός ευλογεί, δε μπορεί να υπάρξει αρνητικό αποτέλεσμα. Ο βασιλιάς τον πίεσε και του έστειλε πολλά δώρα, για να βρει έναν τρόπο να καταραστεί το λαό. Μετά από πολύ κόπο ο «προφήτης» είπε στο βασιλιά: «Βασιλιά για να ηττηθεί ο λαός του Θεού θα πρέπει ανάμεσα σ’ αυτόν και το Θεό να μπει αμαρτία, άλλος τρόπος δεν υπάρχει» βιβλίο «Αριθμών» (κεφ. ΚΒ/22 & ΚΔ/24).

 ---Σχετική ανάλυση του γεγονότος έχει δημοσιευτεί στο blog: giorgoskomninos.blogspot.com στις 15-11-2018. 

    Ας εξετάσουμε όμως τα πράγματα από την αρχή. O άνθρωπος μέσα στον κήπο της Εδέμ ήταν  σε συνεχή κοινωνία με το Θεό. Τα ωραία εκείνα δειλινά ο Θεός κατέβαινε περπατούσε και συνομιλούσε με τους ανθρώπους (Γένεση Γ/3: 8) και είχε επικοινωνία μαζί τους. Την ειδυλλιακή εκείνη σχέση ήρθε να ανακόψει η αμαρτία, η αποστασία, η ανταρσία του ανθρώπου από το θέλημα του Θεού. Ο Θεός είχε προειδοποιήσει τον άνθρωπο «καθ' ην ημέραν φάγης απ' αυτού, θέλεις εξάπαντος αποθάνει» (Γένεση Β/2: 17). Ο άνθρωπος, μέσα στην ελευθερία που ο Θεός του έχει δώσει, αγνόησε την εντολή Του, παράκουσε το θέλημά Του, στηρίχτηκε στις δικές του δυνάμεις και εναντιώθηκε στον Πλάστη και Δημιουργό του. Με άλλα λόγια αποφάσισε να ζήσει μακριά και ανεξάρτητα από την πηγή της ζωής που είναι ο Θεός. 
   Σ’ αυτή την κατάσταση ο άνθρωπος βάδιζε ολοταχώς προς τον αιώνιο θάνατο. Για να αποκατασταθούν οι σχέσεις του ανθρώπου με το Θεό, θα έπρεπε να καταργηθεί το εμπόδιο, δηλ. η αμαρτία. Ο Θεός δε μπορούσε να πει μέσα στην αγάπη Του: «αθώος ο άνθρωπος», γιατί μπορεί να είναι Θεός Αγάπης και Ελέους, αλλά είναι και Θεός Δικαιοσύνης και με μία τέτοια πράξη αθώωσης του αμαρτωλού θα κατέλυε τη δικαιοσύνη και θα γινόταν άδικος. Μέσα από την παρακοή του Αδάμ η αμαρτία μπήκε σε όλους τους ανθρώπους. Ο λόγος του Θεού αναφέρει: «Διά τούτο καθώς δι' ενός ανθρώπου η αμαρτία εισήλθεν εις τον κόσμον και διά της αμαρτίας ο θάνατος, και ούτω διήλθεν ο θάνατος εις πάντας ανθρώπους, επειδή πάντες ήμαρτον» (Ρωμαίους Ε/5: 12). 
    Καθώς ο άνθρωπος συντετριμμένος βγαίνει έξω από τον Παράδεισο, ο Θεός του δίνει τη μεγάλη υπόσχεση ότι μια μέρα θα ερχόταν ένας Λυτρωτής, ένας Ελευθερωτής, για να τον απελευθερώσει από τα δεσμά που του επέβαλε η αμαρτία του, από τις φυλακές του διαβόλου. «και έχθραν θέλω στήσει αναμέσον σου και της γυναικός, και αναμέσον του σπέρματός σου και του σπέρματος αυτής αυτό θέλει σου συντρίψει την κεφαλήν, και συ θέλεις κεντήσει την πτέρναν αυτού» (Γένεση Γ/3: 15). Πρόκειται για τη μεγάλη υπόσχεση, για "το σπέρμα της γυναικός", για τον ερχομό του ελευθερωτή Ιησού Χριστού, που θα ερχόταν για να συντρίψει το κεφάλι του διαβόλου. 
     Για αιώνες ακολούθησε πνευματικό σκοτάδι. Οι άνθρωποι μέσα στην άγνοια και την πνευματική τους τύφλωση προσπαθούσαν να επανέλθουν στην Εδέμ, χωρίς να μπορούν να το καταφέρουν. Η παιδεία, απόλυτα αναγκαία για τον άνθρωπο, δεν μπόρεσε να τον επαναφέρει και να τον "εξυψώσει" στη σχέση του με το Θεό. Οι θρησκείες που έφτιαξε ο άνθρωπος τον οδήγησαν στην πλήρη σύγχυση και του έδωσαν ψεύτικες ελπίδες. 
     Η παρακοή έφερε στον άνθρωπο το θάνατο, πρώτα πνευματικά και στη συνέχεια σωματικά. Έτσι για το Θεό όλοι γίναμε νεκροί, ένοχοι, αμαρτωλοί, αποστάτες και είχαμε ανάγκη από συγχώρηση, γιατί η αμαρτία μας είχε κάνει «τέκνα οργής» του Θεού (Εφεσίους Β/2: 3). Είχαμε ανάγκη από λυτρωτή, από κάποιον που θα έμπαινε ανάμεσα και θα συγκρατούσε την οργή του Θεού, που θα μας εξιλέωνε, θα πλήρωνε για μας και θα συγχωρούσε την αμαρτία μας, ώστε να μπορούμε να κάνουμε μια καινούργια αρχή, ένα καινούργιο ξεκίνημα στη σχέση μας με το Θεό. 
    Πώς θα μπορούσε ο Θεός να παραμείνει δίκαιος, δηλ. πιστός απέναντι στη φύση Του και τη δικαιοσύνη Του και ταυτόχρονα να μπορεί να δικαιώνει και τον ασεβή άνθρωπο; Ο Νόμος όριζε ως μισθό της αμαρτίας το θάνατο (Ρωμαίους Σ/6: 23). Συνεπώς ο άνθρωπος έπρεπε να πεθάνει. Στο τίμημα αυτό δεν υπάρχει έκπτωση. Το μόνο που θα μπορούσε να γίνει έτσι, ώστε να μην πεθάνει ο αμαρτωλός άνθρωπος, ήταν στη θέση του ανθρώπου να πεθάνει κάποιος άλλος που δε θα είχε κάνει αμαρτία, ως αντικαταστάτης του. 
    Ο αθώος αυτός που θα έμπαινε ανάμεσα στο δίκαιο Θεό και τον αμαρτωλό άνθρωπο, για να τους ενώσει, θα έπρεπε να υποστεί την τιμωρία εξαιτίας της αμαρτίας μας και να πεθάνει, διότι «άνευ χύσεως αίματος δεν γίνεται άφεσις» (Εβραίους Θ/9: 22). Ένα τέτοιο άτομο δε θα μπορούσε να βρεθεί πάνω στη γη, γιατί ο λόγος του Θεού μας λέει: «πάντες ήμαρτον και υστερούνται της δόξης του Θεού» (Ρωμαίους Γ/3: 23). Μπροστά στο πλήρες αδιέξοδο ο Παντοδύναμος Θεός έθεσε σε εφαρμογή ένα σχέδιο, το οποίο μέσα στην πανσοφία Του είχε συλλάβει «προ καταβολής κόσμου» για το ενδεχόμενο της πτώσεως του ανθρώπου (Α΄ Πέτρου Α/1: 20). Έτσι λοιπόν ο Θεός από αγάπη έδωσε τον Άγιο, τον αναμάρτητο Υιόν Του το μονογενή και πέθανε Αυτός πάνω στο σταυρό παίρνοντας τη θέση τη δική μας. Έτσι δια Ιησού Χριστού η σχέση του ανθρώπου με το Θεό αποκαταστάθηκε, γιατί η αμαρτία πληρώθηκε από το Χριστό και έτσι ο άνθρωπος έπαψε να είναι ένοχος. Ο αναμάρτητος έγινε για μας αμαρτία - κατάρα - πάνω στο σταυρό του Γολγοθά. Έτσι λοιπόν «παρεδόθη διά τας αμαρτίας ημών και ανέστη διά την δικαίωσιν ημών» (Ρωμαίους Δ/4: 25). 
    Ο αιώνιος Λόγος του Θεού μας αποκαλύπτει σχετικά με το Πρόσωπο του Λυτρωτή μας, του αντικαταστάτη μας στο θάνατο: «όστις ήτο μεν προορισμένος προ καταβολής κόσμου, εφανερώθη δε εν τοις εσχάτοις καιροίς διά σας τους πιστεύοντας δι' αυτού εις τον Θεόν, τον αναστήσαντα αυτόν εκ νεκρών και δόντα εις αυτόν δόξαν, ώστε η πίστις σας και η ελπίς να ήναι εις τον Θεόν» (Α’ Πέτρου Α/1: 20,21). Δύο μόνο λέξεις έρχονται να δώσουν όλο το νόημα της ενανθρώπισης του Υιού του Θεού: «διά σας». Για μας γεννήθηκε, για μένα και για σένα ήρθε στο κόσμο μας ο Ιησούς Χριστός. Πόσο αλήθεια συγκλονιστικό είναι εκείνο που αναφέρεται στο σύμβολο της πίστεως: «Τὸν δι' ἡμᾶς τοὺς ἀνθρώπους καὶ διὰ τὴν ἡμετέραν σωτηρίαν κατελθόντα ἐκ τῶν οὐρανῶν καὶ σαρκωθέντα ἐκ Πνεύματος Ἁγίου καὶ Μαρίας τῆς Παρθένου καὶ ἐνανθρωπήσαντα». 
   Εγκλωβισμένος ο άνθρωπος μέσα στα σκοτάδια της αμαρτίας δεν είχε κανέναν τρόπο απεγκλωβισμού. Δεν υπήρχε τρόπος δικαίωσης και συμφιλίωσής του με το Θεού. Δεν μπορούσε αδελφός να σώσει αδελφό. Ο ψαλμωδός αναφέρει: "κανένας δεν μπορεί ποτέ να εξαγοράσει αδελφό ούτε να δώσει στον Θεό λύτρο γι' αυτόν" (Ψαλμός ΜΘ/49: 7). Επειδή το πρόσωπο αυτό δε μπορούσε να το δώσει η γη, άνοιξε ο ουρανός και το προσέφερε. Το μοναδικό πρόσωπο σε ολόκληρο το σύμπαν που είχε την ικανότητα να σηκώσει επάνω Του τις αμαρτίες μας ήταν ο αναμάρτητος, ο άπειρος, ο παντοδύναμος Υιός του Θεού. Μόνον Αυτός θα μπορούσε να γίνει «ιλασμός περί των αμαρτιών ημών, και ουχί μόνον περί των ημετέρων, αλλά και περί όλου του κόσμου» (Α’ Ιωάννου Β/2: 2). 
      Η Αγία Γραφή μας αποκαλύπτει το Πρόσωπο του Χριστού με τα λόγια: «όστις είναι εικών του Θεού του αοράτου, πρωτότοκος πάσης κτίσεως, επειδή δι' αυτού εκτίσθησαν τα πάντα, τα εν τοις ουρανοίς και τα επί της γης, τα ορατά και τα αόρατα, είτε θρόνοι είτε κυριότητες είτε αρχαί είτε εξουσίαι τα πάντα δι' αυτού και εις αυτόν εκτίσθησαν και αυτός είναι προ πάντων, και τα πάντα συντηρούνται δι' αυτού» (Κολοσσαείς Α/1: 15-17). Επίσης ο συγγραφέας της επιστολής «προς Ρωμαίους» (κεφ. Α/1, εδ. 10-12) αναφέρει: «Συ κατ' αρχάς, Κύριε, την γην εθεμελίωσας, και έργα των χειρών σου είναι οι ουρανοί αυτοί θέλουσιν απολεσθή, συ δε διαμένεις και πάντες ως ιμάτιον θέλουσι παλαιωθή και ως περιένδυμα θέλεις τυλίξει αυτούς και θέλουσιν αλλαχθή Συ όμως είσαι ο αυτός, και τα έτη σου δεν θέλουσιν εκλείψει». Ο ίδιος ο Κύριος λέει για τον Εαυτόν Του: «Εγώ είμαι το Α και το Ω, η αρχή και το τέλος» (Αποκάλυψη ΚΑ/21: 6). 
    Αυτός ήταν το μοναδικό Πρόσωπο που μπορούσε να πεθάνει πληρώνοντας τα λύτρα της αμαρτίας μας και να μας επαναφέρει κοντά στο Θεό, από τον οποίον είχαμε απομακρυνθεί. Για να γίνει αυτό, θα έπρεπε ο αντικαταστάτης μας να γίνει όμοιος με εμάς χωρίς να έχει κληρονομήσει την αμαρτία (Φιλιππησίους Β/2: 7). Θα έπρεπε να ταπεινώσει τον Εαυτόν Του με το να γίνει υπήκοος μέχρι σταυρικού θανάτου (Φιλιππησίους Β/2: 8). Θα έπρεπε να αναμετρηθεί με την αμαρτία, να αντιμετωπίσει και να νικήσει τον ανθρωποκτόνο σατανά (Ιωάννης Η/8: 44), τον εχθρό της ανθρώπινης ψυχής. Έπρεπε να εξαγοράσει τον αμαρτωλό άνθρωπο από τα δεσμά του, να απελευθερώσει τους αιχμαλώτους από τον εχθρό, καταβάλλοντας ως τίμημα, όχι αίμα τράγων και μόσχων, όπως γινόταν στην Παλαιά Διαθήκη «αλλά διά του ιδίου αυτού αίματος, εισήλθεν άπαξ εις τα άγια, αποκτήσας αιωνίαν λύτρωσιν» (Εβραίους Θ/9: 12). Ο Μέγας Αρχιερέας, ο Ιησούς Χριστός μπήκε στα «Άγια των Αγίων» και προσέφερε το αίμα Του για τη δική μας εξιλέωση από την αμαρτία, για τη δική μας σωτηρία. Στην επιστολή «Α’ Πέτρου» (κεφ. Α/1, εδ. 18,19) αναφέρεται: «εξεύροντες ότι δεν ελυτρώθητε από της ματαίας πατροπαραδότου διαγωγής υμών διά φθαρτών, αργυρίου ή χρυσίου, αλλά διά του τιμίου αίματος του Χριστού, ως αμνού αμώμου και ασπίλου». 
    Καθώς ήρθε ανάμεσά μας, καταφρονήθηκε και απορρίφθηκε από τους ανθρώπους και θεωρήθηκε ως μηδέν. Φάνηκε σαν «άνθρωπος θλίψεων και δόκιμος ασθενείας». Πληγώθηκε και πάνω στο σταυρό χωρίστηκε από τον Πατέρα Θεό. Ο προφήτης Ησαΐας επτακόσια χρόνια προ Χριστού, διά Πνεύματος Αγίου, κάνει μια τραγική διαπίστωση: «Αυτός τωόντι τας ασθενείας ημών εβάστασε και τας θλίψεις ημών επεφορτίσθη ημείς δε ενομίσαμεν αυτόν τετραυματισμένον, πεπληγωμένον υπό Θεού και τεταλαιπωρημένον. Αλλ' αυτός ετραυματίσθη διά τας παραβάσεις ημών, εταλαιπωρήθη διά τας ανομίας ημών, η τιμωρία, ήτις έφερε την ειρήνην ημών, ήτο επ' αυτόν και διά των πληγών αυτού ημείς ιάθημεν» (Ησαΐας ΝΓ/53). 
    Για να μας εκπροσωπήσει επάξια μπροστά στη Θεία Δικαιοσύνη, έπρεπε να τραυματιστεί για τις παραβάσεις μας και να ταλαιπωρηθεί για τις ανομίες μας. Έπρεπε με τη θυσία Του να γίνει ο μοναδικός μεσίτης (Α’ Τιμοθέου Β/2: 5) ανάμεσα στον άνθρωπο και το Θεό. Έπρεπε να πάρει τη θέση του αντικαταστάτη και με τη θέλησή Του να πεθάνει Αυτός στη θέση τη δική μας. 
    Ποια ήταν η αντίδραση του Υιού του Θεού σ’ αυτήν τη μοναδική πρόκληση; «τότε είπεν Ιδού, έρχομαι διά να κάμω, ω Θεέ, το θέλημά σου» (Εβραίους Ι/10: 9). Ο Κύριος των Κυρίων, ο Βασιλιάς των Βασιλιάδων, ένα σκοτεινό βράδυ σηκώθηκε από το θρόνο Του στον ουρανό, ξεντύθηκε τη δόξα που είχε κοντά στο Θεό και έγινε άνθρωπος. Ο Απ. Παύλος μας αναφέρει: «όστις εν μορφή Θεού υπάρχων, δεν ενόμισεν αρπαγήν το να ήναι ίσα με τον Θεόν, αλλ' εαυτόν εκένωσε λαβών δούλου μορφήν, γενόμενος όμοιος με τους ανθρώπους και ευρεθείς κατά το σχήμα ως άνθρωπος, εταπείνωσεν εαυτόν γενόμενος υπήκοος μέχρι θανάτου, θανάτου δε σταυρού» (Φιλιππησίους Β/2: 6-8). 
        Η ενανθρώπιση του Υιού του Θεού έγινε, για να δώσει ο ουρανός ένα συγγενή στην ανθρωπότητα με σάρκα και αίμα. Αυτό ήταν αναγκαίο «για να λάβουμε την υιοθεσία» (Ρωμαίους Η/8: 15 & Γαλάτας Δ/4: 5). Έπρεπε να καταργηθεί η εχθρότητα που υπήρχε μεταξύ του Θεού και του ανθρώπου εξαιτίας της αμαρτίας και να μας υιοθετήσει ο Θεός σε μια αιώνια σχέση ειρήνης και φιλίας μαζί Του. Έτσι λοιπόν «όταν ήλθε το πλήρωμα του χρόνου, εξαπέστειλεν ο Θεός τον Υιόν αυτού, όστις εγεννήθη εκ γυναικός και υπετάγη εις τον νόμον, διά να εξαγοράση τους υπό νόμον, διά να λάβωμεν την υιοθεσίαν» (Γαλάτας Δ/4: 4). 
    Ο Χριστός έλαβε σάρκα και αίμα, έγινε όμοιος με μας, για να μπορέσει να πεθάνει και να μας αντικαταστήσει μπροστά στη Θεία Δικαιοσύνη. «Επειδή, λοιπόν, τα παιδιά έγιναν κοινωνοί σάρκας και αίματος, κι αυτός παρόμοια έγινε μέτοχος από τα ίδια, για να καταργήσει, διαμέσου τού θανάτου, αυτόν που έχει το κράτος τού θανάτου, δηλαδή, τον διάβολο» (Εβραίους Β/2: 14). Οι άγγελοι που Τον συνόδευαν Τον υμνούσαν και Τον δόξαζαν με τα λόγια: «Δόξα εν υψίστοις Θεώ και επί γης ειρήνη, εν ανθρώποις ευδοκία» (Λουκάς Β/2: 14). Ένας άλλος άγγελος εμφανίστηκε εκείνο το βράδυ στους ποιμένες και τους είπε τα χαρμόσυνα νέα: «Μη φοβείσθε διότι ιδού, ευαγγελίζομαι εις εσάς χαράν μεγάλην, ήτις θέλει είσθαι εις πάντα τον λαόν, διότι σήμερον εγεννήθη εις εσάς εν πόλει Δαβίδ σωτήρ, όστις είναι Χριστός Κύριος» (Λουκάς Β/2: 10). 
    Μη φοβάστε! Η αμαρτία δημιουργεί το φόβο και θα λέγαμε ότι στις ημέρες μας ζούμε στο «βασίλειο του φόβου και του τρόμου». Πρώτη φορά που φοβήθηκε ο άνθρωπος ήταν αμέσως μετά την αμαρτία του. Ας θυμηθούμε τη φωνή του Θεού: «Αδάμ που είσαι;» Είναι διαχρονική η πρόσκληση και σήμερα ο Θεός ρωτάει τον καθένα μας: … Γιώργη…, Μαρία… που είσαι; Η απάντηση του Αδάμ με τρεμάμενη φωνή: «Κύριε άκουσα τη φωνή σου και φοβήθηκα» (Γένεση Γ/3: 10). Μετά από πολλούς αιώνες σκότους, φόβου και τρόμου έρχεται ο άγγελος στη Βηθλεέμ να πει: «Μη φοβάσθε». Μη φοβάσαι ψυχή. Μέσα στον πανικό που γίνεται γύρω σου μην ξεχάσεις ποτέ τη φράση: «Ζει Κύριος». Αυτός είναι ο ρυθμιστής της ιστορίας. Αυτός είναι πάνω από τα γεγονότα και απ’ ό,τι συμβαίνει γύρω μας. Σε κάθε δικό Του παιδί έχει δώσει μια υπόσχεση: «ιδού, εγώ είμαι μεθ' υμών πάσας τας ημέρας έως της συντελείας του αιώνος» (Ματθαίος ΚΗ/28: 20). 
      Στο πρόσωπο του Χριστού ενσαρκώθηκε ο ίδιος ο Θεός. 
     Ήρθε στη γη μας, για να πεθάνει στη θέση τη δική μου και τη δική σου, πληρώνοντας με το αίμα Του για τις αμαρτίες μας και έτσι να ελευθερώσει τον αμαρτωλό άνθρωπο από τη δύναμη της αμαρτίας που τον είχε καταστήσει δούλο. Στην επιστολή «Α’ Πέτρου» (κεφ. Β/2, εδ. 24) αναφέρεται: «όστις τας αμαρτίας ημών αυτός εβάστασεν εν τω σώματι αυτού επί του ξύλου, διά να ζήσωμεν εν τη δικαιοσύνη, αποθανόντες κατά τας αμαρτίας με του οποίου την πληγήν ιατρεύθητε». 
      Ήρθε στον αφιλόξενο κόσμο μας, για να καταστρέψει τα έργα του διαβόλου (Α’ Ιωάννου Γ/3: 8), για να διαλύσει τα σκοτάδια που είχε επιβάλει η αμαρτία και να φέρει το φως πάνω στον κόσμο. Ο ίδιος ο Κύριος λέγει: «Εγώ ήλθον φως εις τον κόσμον, διά να μη μείνη εν τω σκότει πας ο πιστεύων εις εμέ» (Ιωάννης ΙΒ/12: 46). Ο Χριστός είναι το φως το πνευματικό που φωτίζει την ψυχή του ανθρώπου. Σ’ εκείνον που θα Τον δεχτεί Σωτήρα, Λυτρωτή και Κύριο στη ζωή του, θα αποκαλύψει το μεγαλείο Του και θα τον φέρει «εις εαυτόν» (Λουκάς ΙΕ/15: 17), ώστε να αισθανθεί την αθλιότητά του, την αμαρτία του. 
    Ήρθε, για να φανερώσει στους ανθρώπους την αγάπη του Θεού, να μας αποκαλύψει το Έλεος, τη μακροθυμία, τη Χάρη του Θεού, τα θαυμαστά Του σχέδια για τον άνθρωπο. «Εκείνος εφανερώθη διά να σηκώσει τας αμαρτίας ημών και αμαρτία εν αυτώ δεν υπάρχει» (Α’ Ιωάννου Γ/3: 5). «ο Υιός του ανθρώπου δεν ήλθε διά να υπηρετηθή, αλλά διά να υπηρετήσει και να δώσει την ζωήν αυτού λύτρον αντί πολλών» (Ματθαίος Κ/20: 28). Ο Χριστός που ήρθε ανάμεσά μας προσέφερε τη ζωή του θυσία πάνω στο σταυρό για τη δική μας σωτηρία. 
    Ήρθε, για να ψάξει και βρει το «απολωλός», τον χαμένο μέσα στα πάθη και τις αδυναμίες του άνθρωπο και να τον σώσει από τον αιώνιο θάνατο. Για να ανορθώσει τη χαμένη αξία, τον άνθρωπο, που αποτελεί την κορωνίδα της κτίσεως του Θεού. Ο ίδιος ο Κύριος μιλώντας στη συναγωγή της Ναζαρέτ μας εξηγεί τους λόγους για τους οποίους ήρθε στην αφιλόξενη γη μας. Διαβάζουμε μέσα από το βιβλίο του προφήτη «Ησαΐα»: «Και ήλθεν εις την Ναζαρέτ, όπου ήτο ανατεθραμμένος, και εισήλθε κατά την συνήθειαν αυτού εις την συναγωγήν εν τη ημέρα του σαββάτου και εσηκώθη να αναγνώση. Και εδόθη εις αυτόν το βιβλίον "Ησαΐου" του προφήτου, και ανοίξας το βιβλίον εύρε τον τόπον, όπου ήτο γεγραμμένον. Πνεύμα Κυρίου είναι επ' εμέ, διά τούτο με έχρισε με απέστειλε διά να ευαγγελίζομαι προς τους πτωχούς, διά να ιατρεύσω τους συντετριμμένους την καρδίαν, να κηρύξω προς τους αιχμαλώτους ελευθερίαν και προς τους τυφλούς ανάβλεψιν, να αποστείλω τους συντεθλασμένους εν ελευθερία, διά να κηρύξω ευπρόσδεκτον Κυρίου ενιαυτόν» (Λουκάς Δ/4: 18,19). 
    Δεν ήρθε, για να υπηρετηθεί, αλλά για να υπηρετήσει και να δώσει τη ζωή Του "λύτρον αντί πολλών" (Μάρκος Ι/10: 45). Η ζωή Του ήταν μια ζωή υπηρεσίας με αγάπη στον άνθρωπο. Ο ίδιος διακήρυξε: «εγώ είμαι εν μέσω υμών ως ο υπηρετών» (Λουκάς ΚΒ/22: 27). 
    Η γέννηση του Χριστού αποτελεί το μεγαλύτερο γεγονός στην ανθρώπινη ιστορία και το πιο σπουδαίο σταθμό στη σχέση του ανθρώπου με το Θεό. Τούτο το γεγονός ο Απ. Παύλος στην επιστολή «Α΄ Τιμοθέου» (κεφ. Γ/3, εδ. 16) το χαρακτηρίζει μυστήριο. «Και αναντίρρητα, το μυστήριο της ευσέβειας είναι μεγάλο ο Θεός φανερώθηκε με σάρκα, δικαιώθηκε με Πνεύμα, φάνηκε σε αγγέλους, κηρύχθηκε στα έθνη, έγινε αποδεκτός με πίστη στον κόσμο, αναλήφθηκε με δόξα». Η ενσάρκωση του Υιού του Θεού αποτελεί ένα μεγάλο και ανεξιχνίαστο μυστήριο για το ανθρώπινο πεπερασμένο μυαλό.
    Όλα έγιναν στον κατάλληλο χρόνο χάρις στην αγάπη του Θεού για τον αμαρτωλό άνθρωπο. Ο Θεός μισεί την αμαρτία, όμως αγαπάει τον αμαρτωλό και τον περιμένει να γυρίσει κοντά Του, για να τον σώσει αιωνίως (Α’ Ιωάννου Β/2: 25). Αλήθεια πόσο μεγάλη είναι η αγάπη του Θεού! Το ασύλληπτο μέτρο της αγάπης Του μας το δίνει ο ευαγγελιστής "Ιωάννης": «Διότι τόσον ηγάπησεν ο Θεός τον κόσμον, ώστε έδωκε τον Υιόν αυτού τον μονογενή, διά να μη απολεσθή πας ο πιστεύων εις αυτόν, αλλά να έχη ζωήν αιώνιον» (Ιωάννης Γ/3: 16). Επίσης «ο Λόγος έγεινε σαρξ και κατώκησε μεταξύ ημών, και είδομεν την δόξαν αυτού, δόξαν ως μονογενούς παρά του Πατρός, πλήρης χάριτος και αληθείας» (Ιωάννης Α/1: 14).
    Κλείνοντας τούτη τη μελέτη ας θυμηθούμε τα λόγια του Απ. Πέτρου την ημέρα της Πεντηκοστής: «Και δεν υπάρχει δι' ουδενός άλλου η σωτηρία διότι ούτε όνομα άλλο είναι υπό τον ουρανόν δεδομένον μεταξύ των ανθρώπων, διά του οποίου πρέπει να σωθώμεν» (Πράξεις Δ/4: 12). 

            Ένα Όνομα, ένα Πρόσωπο έδωσε ο ουρανός για τη σωτηρία μας, τον Ιησού Χριστό. 

    Μέσα απ’ όλους αυτούς τους περιορισμούς που μας έχουν επιβληθεί μας δίνεται και φέτος μια ξεχωριστή ευκαιρία, πνευματικά «να υπάγωμεν έως Βηθλεέμ» (Λουκάς Β/2: 15). Να επισκεφθούμε με το νου, την πίστη και τη φαντασία μας τη Βηθλεέμ και να γονατίσουμε μπροστά στη φάτνη του νεογέννητου Χριστού, καταθέτοντας για δώρα το ευχαριστώ της καρδιάς μας, την ευγνωμοσύνη μας «για μια τόσο μεγάλη σωτηρία» (Εβραίους Β/2: 3). 
     Αγαπητέ φίλε, φίλη, σε καλώ να «υπάγωμεν έως Βηθλεέμ» για να προσκυνήσουμε «το παιδίον», αντλώντας δύναμη και αισιοδοξία, που τόσο πολύ έχουμε ανάγκη, κρατώντας βαθιά μέσα μας την υπόσχεση Του ότι θα ξανάρθει, για να μας πάρει και να μας οδηγήσει στη δόξα, εκεί που είναι Αυτός. «υπάγω να σας ετοιμάσω τόπον και αφού υπάγω και σας ετοιμάσω τόπον, πάλιν έρχομαι και θέλω σας παραλάβει προς εμαυτόν, διά να είσθε και σεις, όπου είμαι εγώ» (Ιωάννης ΙΔ/14: 2,3). 
    Ας μην ξεχνάμε ποτέ ότι το «παιδίον της Βηθλεέμ» είναι «ο λέων εκ της φυλής Ιούδα» (Αποκάλυψη Ε/5: 5), είναι «ο ων και ο ην και ο ερχόμενος» (Αποκάλυψη ΙΑ/11: 17), είναι «ο κεχρισμένος Σωτήρας του ουρανού» (Πράξεις Δ/4: 12), είναι «ο νικητής του Άδη και του θανάτου» (Αποκάλυψη Α/1: 18). 

    Με τις σκέψεις αυτές θα ήθελα να ευχηθώ σε όλους τους αναγνώστες του blog: «ΚΑΛΑ, ΧΑΡΟΥΜΕΝΑ, ΕΥΤΥΧΙΣΜΕΝΑ, ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ». ---