Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Τρίτη 14 Σεπτεμβρίου 2021

Ο ΠΡΟΦΗΤΗΣ ΩΣΗΕ.

Ο ΠΡΟΦΗΤΗΣ ΩΣΗΕ.

(Βιβλίο της Παλαιάς Διαθήκης που γράφτηκε από τον προφήτη Ωσηέ ανάμεσα στο 755 και 740 π.Χ.).

      Ο Ωσηέ είναι ο πρώτος από τους δώδεκα «Μικρότερους Προφήτες», όπως ονομάζονται σε αντίθεση προς τους "Μεγαλύτερους" Προφήτες: Ησαΐα, Ιερεμία, Ιεζεκιήλ και Δανιήλ. Ήταν σύγχρονος του προφήτη Αμώς και προφήτευσε από το 782 π.Χ. έως το 721 π.Χ. 
      Ως επικεφαλίδα του βιβλίου θα μπορούσε να τεθεί: «Ας επιστρέψωμεν προς τον Κύριο». 
     Το βασικό νόημα του βιβλίου σχετίζεται με την αποστασία του Ισραήλ από το Θεό. Ο Θεός επέλεξε αυτή την ιστορία, για να φανερώσει την αγάπη και την υπομονή που έχει για τον αμαρτωλό άνθρωπο. Η εικόνα του Θεού που μας δίνει ο Ωσηέ, μας δείχνει το Θεό ν’ αγαπά τον αμαρτωλό άνθρωπο και να μην μένει αδιάφορος για την αμαρτία του. Ο Θεός προσέφερε τα πάντα στο λαό Του με πολλή μεγάλη αγάπη και σεβασμό. Τον έβγαλε μέσα από τη δουλεία της Αιγύπτου, τον οδήγησε μέσα από την έρημο και τον κράτησε από το χέρι όπως η μάνα κρατάει το μικρό παιδί για να το μάθει να περπατάει (κεφ. ΙΑ/11, εδ. 3). Όλα όμως αυτά αποδείχτηκαν μάταια. Ο λαός ως ανταπόδοση «διά πάσας τας ευεργεσίας αυτού» (ψαλμός ΡΓ/103: 2) στάθηκε σκληρός και αδιάφορος, απέρριψε, απαξίωσε και περιφρόνησε "το Θεό της σωτηρίας του" (Ψαλμός ΚΕ/25: 5). Ένας ανθρώπινος πατέρας θα κουραζόταν μπροστά σε μια τόσο μεγάλη σκληρότητα του παιδιού του και θα το απέρριπτε για την αχαριστία του και δε θα ήθελε να έχει καμία σχέση μαζί του. Ο Θεός όμως δεν κουράζεται. Αν κουραζόταν ο Θεός κανείς δε γνωρίζει που θα βρισκόταν ο καθένας μας σήμερα. Πόσο χαρακτηριστικός είναι ο λόγος του Θεού για το Χριστό: «αγαπήσας τους ιδικούς του τους εν τω κόσμω, μέχρι τέλους ηγάπησεν αυτούς» (Ιωάννης ΙΓ/13: 1). Η βάση της σωτηρίας μας δεν είναι η πίστη μας, που πολλές φορές δοκιμάζεται, δεν είναι τα έργα μας, αλλά είναι η αγάπη του Θεού που δεν κουράζεται να μας αγαπάει παρ’ όλες τις ατέλειές μας. Ας έχουμε βαθιά μέσα μας αυτή τη βεβαιότητα ότι η αγάπη του Θεού ποτέ δε θα μας αφήσει, όμως ας προσέχουμε να μην πληγώνουμε, μην απιστούμε σ' αυτή την τόσο μεγάλη αγάπη. 
     Ο προφήτης Ωσηέ ήταν γιός του Βηρί, κατάγονταν από την πόλη Γαλεμώθ, μία από τις πόλεις του βόρειου τμήματος της Παλαιστίνης, έζησε τον 8ο αιώνα π.Χ. και πέθανε σε ηλικία 75 ετών. Τ’ όνομά του σημαίνει «σωτηρία» ή «αυτός που σώζει», θέλοντας να υποδηλώσει ότι «ο Θεός σώζει». Άρχισε να υπηρετεί ως προφήτης στο διάστημα κατά το οποίο βασίλευαν ο Οζίας (829 – 778 π.Χ.) στο "νότιο βασίλειο", που ονομάζεται «βασίλειο Ιούδα» με πρωτεύουσα την Ιερουσαλήμ και ο Ιεροβοάμ Β’ γιός του Ιωάς (782-753 π.Χ.) στο "βόρειο βασίλειο", που ονομάζεται «βασίλειο του Ισραήλ» με πρωτεύουσα τη Σαμάρεια. Ο διαχωρισμός αυτός του λαού σε δύο βασίλεια είχε συμβεί μετά το θάνατο του βασιλιά Σολομώντα, διακόσια χρόνια πριν από τον Ωσηέ (Α’ Βασιλέων ΙΑ/11: 11-13). Στο διάστημα αυτό των διακοσίων χρόνων ο Θεός είχε στείλει τους προφήτες Ηλία, Ελισσαιέ, Ιωνά και Αμώς, για να καθοδηγήσουν το λαό και να τον φέρουν σε μετάνοια. Τώρα τους στέλνει και τον Ωσηέ. Παρ’ όλες τις νουθεσίες των προφητών και παρά τις θαυμαστές επεμβάσεις του Θεού στο λαό Του, ο λαός επίμονα αρνήθηκε να μετανοήσει για την αμαρτωλή ζωή του και να επιστρέψει στον Κύριο, ενώ συνέχιζε όλο και πιο πολύ να βουλιάζει στην ειδωλολατρία. 
     Έτσι λοιπόν η διακονία του Ωσηέ συμπίπτει με τη βασιλεία του Ιερβοάμ Β’ (825- 784) και τα γεγονότα που αναφέρονται στο «Β’ Βασιλέων» (ΙΕ/15 & ΙΖ/17). Ο Ωσηέ συνέχισε τη διακονία του και κατά τη βασιλεία του Εζεκία (716 – 687 π.Χ.) στον Ιούδα. Από την όλη δράση του ονομάστηκε «ο Ιερεμίας του βόρειου Βασιλείου». Το έργο του φαίνεται να τελειώνει μετά την κατάληψη από τους Ασσύριους της Σαμάρειας (Β’ Βασιλέων ΙΖ/17: 5). 
      Το βιβλίο του Ωσηέ επικεντρώνεται κυρίως στο "βόρειο βασίλειο", που αποτελείτο από τις δέκα εκ των δώδεκα φυλών του Ισραήλ. Το βασίλειο αυτό αποκαλείται στο Λόγο του Θεού και Εφραϊμ, λόγω του ότι η φυλή του Εφραϊμ, ο οποίος ήταν γιός του Ιωσήφ, ήταν η κυρίαρχη και πολυπληθέστερη (Αριθμοί Α/1: 32,33). Σύμφωνα με τους ιστορικούς, όταν ο Ωσηέ άρχισε να προφητεύει, υπήρχε μεγάλος πλούτος στον Ισραήλ, ευμάρεια, καλοπέραση, μια ζωή απόλαυσης και ικανοποίηση της σάρκας. Μέσα σ’ αυτήν την πλούσια και αλαζονική ζωή του ο λαός είχε ξεχάσει παντελώς το Θεό και είχε απορρίψει κάθε γνώση και επικοινωνία μαζί Του. Ο Θεός από αγάπη τους είχε προειδοποιήσει: «Ο λαός μου ηφανίσθη δι' έλλειψιν γνώσεως επειδή συ απέρριψας την γνώσιν και εγώ απέρριψα σε από του να ιερατεύης εις εμέ επειδή ελησμόνησας τον νόμον του Θεού σου, και εγώ θέλω λησμονήσει τα τέκνα σου» (Ωσηέ Δ/4: 6). Μέσα στις άνομες πράξεις τους ήταν αιματοχυσίες, κλοπές, πορνείες, μοιχείες καθώς ειδωλολατρεία μέσω της λατρείας Χαναναϊκών θεοτήτων και κυρίως του Βάαλ (κεφ. Β/2: 8-13, Δ/4: 2-14, Ι/10: 5). Μετά από το θάνατο του βασιλιά Ιεροβοάμ B’, η βασιλεία του οποίου διήρκησε σαράντα χρόνια, η ευημερία έλαβε τέλος και ακολούθησε ανέχεια, ταραχές, πολιτικές δολοφονίες (Β’ Βασιλέων ΙΔ/14:29). Έξι βασιλιάδες διαδέχτηκαν ο ένας τον άλλον μέσα σε είκοσι χρόνια και τέσσερεις απ’ αυτούς δολοφονήθηκαν. Πρόκειται για μία περίοδος ωμής βίας, που συνόδευε την επιθανάτια αγωνία του έθνους. 
    O προφήτης στα μηνύματά του υπήρξε κατηγορηματικός εναντίον της όλο και μεγαλύτερης αποστασίας και  ροπής του λαού Ισραήλ στην ειδωλολατρία εξαιτίας της οποίας το βασίλειο κατέληξε στην αιχμαλωσία των Ασσυρίων. Έτσι παρουσιάζει την αμαρτία του Ισραήλ σαν «πνευματική μοιχεία» παίρνοντας αφορμή από τη σύζυγο του πρ. Ωσηέ, η οποία ήταν μια αμαρτωλή και άπιστη γυναίκα. Μέσα από το βιβλίο φαίνεται μία ακόμα μεγάλη αλήθεια: «Η απιστία του λαού δεν αλλάζει τα σχέδια του Θεού». Τα σχέδια του Θεού θα εκπληρωθούν «έως κεραίας» είτε εμείς συνεργήσουμε, καθώς ο Θεός μας θέλει ως συνεργάτες Του, είτε εμείς απιστήσουμε. 
       Στο βιβλίο αυτό η άστατη ζωή της γυναικός του συγγραφέα παραλληλίζεται με τη σχέση που είχε ο λαός με το Θεό. Φαίνεται καθαρά ότι είχαν επικεντρωθεί σε μία λατρεία στην οποία οι θρησκευτικές τελετές και τελετουργίες είχαν αναμειχτεί με τις τελετές των Εθνών και γίνονταν τυπικά, χωρίς να είναι αποδεκτές από το Θεό. Ο Κύριος τους είχε προειδοποιήσει: «έλεος θέλω και ουχί θυσίαν και επίγνωσιν Θεού μάλλον παρά ολοκαυτώματα» (Ωσηέ Σ/6: 6). Ο Θεός μάς ζητάει να δείχνουμε στην καθημερινή μας ζωή έλεος απέναντι σε όλους τους ανθρώπους και δεν έχει κανένα ενδιαφέρον για ό,τι κάνουν οι άνθρωποι σύμφωνα με τις παραδόσεις τους για τις δικές τους κυρίως επιδείξεις (Ματθαίος ΚΓ/23: 5). Μας ζητάει έμπρακτη πίστη «δι’ αγάπης ενργουμένη» (Γαλάτας Ε/5: 6). Τούτα τα λόγια του προφήτη ο Κύριος Ιησούς Χριστός τα επανέλαβε στην Καινή Διαθήκη τόσο στο Ευαγγέλιο «κατά Ματθαίον» (Θ/9: 13 – ΙΒ/12: 7), όσο και στο «κατά Λουκάν» (ΚΓ/23: 30). 
      Ο λαός είχε αποστατήσει και με τη ζωή του έδειχνε ότι είχε λάβει οριστικό «διαζύγιο» από το Θεό. Αντίθετα με την αρνητική αυτή στάση του λαού ο Θεός παραμένει πιστός στο λαό Του έχοντας «σπλάχνα αγάπης και οικτιρμών» γι’ αυτόν (Ιακώβου Ε/5: 11). Η αγάπη και η πιστότητα του Ωσηέ προς την αποστάτισσα σύζυγό του Γόμερ, είναι μια εικόνα της αγάπης του Χριστού για τον αποστάτη και αμαρτωλό άνθρωπο. Ο Απ. Παύλος αναφέρει προς τους Χριστιανούς της Ρώμης: «αλλ' ο Θεός δεικνύει την εαυτού αγάπην εις ημάς, διότι ενώ ημείς ήμεθα έτι αμαρτωλοί, ο Χριστός απέθανεν υπέρ ημών» (Ρωμαίους Ε/5: 8). Η πιστότητα αυτή του Θεού είναι τόσο μεγάλη, που «εάν απιστώμεν, εκείνος μένει πιστός να αρνηθή εαυτόν δεν δύναται» (Β’ Τιμοθέου Β/2: 13). Έτσι λοιπόν παρά το γεγονός ότι οι κάτοικοι του βόρειου βασιλείου ήταν ένοχοι ανυπακοής, αποστασίας και πνευματικής μοιχείας, ο Θεός ήταν έτοιμος να εκδηλώσει το Έλεος Του προς αυτούς, αν ειλικρινά μετανοούσαν για την αμαρτωλή τους ζωή. Αυτό φάνηκε παραστατικά από τον τρόπο με τον οποίο ενήργησε ο Ωσηέ σε σχέση με τη σύζυγό του, όπως θα δούμε παρακάτω. 
     Ο Ωσηέ μετά από εντολή του Θεού έλαβε «σύζυγο πορνείας και παιδιά πορνείας» (Ωσηέ Α/1: 2). Αυτό δε σημαίνει οπωσδήποτε ότι ο προφήτης παντρεύτηκε μια πόρνη ή ανήθικη γυναίκα η οποία είχε ήδη νόθα παιδιά, αλλά ότι η συγκεκριμένη γυναίκα θα γινόταν μοιχαλίδα και θα αποκτούσε τέτοια παιδιά μετά το γάμο της με τον προφήτη. Έτσι λοιπόν ο Ωσηέ έλαβε γυναίκα του την Γόμερ η οποία ήταν κόρη του Διβλάγιμ. Η Γόμερ είναι η εικόνα της δικής μας αμαρτωλής και αποστατημένης ζωής. Ο Θεός θέλησε με τον τρόπο αυτό να «ταράξει» τους Ισραηλίτες για την απιστία τους και την ειδωλολατρία τους. Είχαν υποσχεθεί στο Θεό ότι θα Τον υπακούουν και Αυτός τους είχε υποσχεθεί ότι μέσα από την καθαρή ζωή τους θα έβλεπαν πολύ μεγάλες ευλογίες (Δευτερονόμιο ΚΗ/28: 1-14). Όμως ο λαός παρά τους όρκους και τις υποσχέσεις του είχε ξεχάσει το Θεό και είχε παρασυρθεί σε αλλότριους ψεύτικους θεούς. Μετά απ’ όλα αυτά ήρθε η ώρα, ώστε η κρίση του Θεού να ξεσπάσει πάνω τους (Δευτερονόμιο ΚΗ/28: 47-48 & Λ/30: 15-20). 
     Ο γάμος λοιπόν του Ωσηέ έγινε με μια άπιστη γυναίκα, όπως ακριβώς ήταν η περίπτωση της σχέσης του Θεού με τον Ισραήλ, μία σχέση που την χαρακτήριζε η απιστία και αποστασία από την πλευρά του λαού. Ταυτόχρονα δείχνει τη μεγάλη αγάπη του Θεού για τον «πεισματάρη» Ισραήλ που αρνείται να συμμορφωθεί με τις εντολές Του. Ο Ισραήλ σαν «νύφη» του Κυρίου είχε εγκαταλείψει τον Κύριο παραδομένος στη λατρεία άλλων θεών, σαν την παντρεμένη γυναίκα που εγκαταλείπει τον άντρα της και παραδίνεται σ’ έναν ξένο άνδρα. 
     Ο Θεός είχε εκλέξει τον Ισραήλ μέσα από τα έθνη και αγάπησε το λαό αυτό με «αιώνια αγάπη και έλεος» (Ιερεμίας ΛΑ/31: 3). Τέτοια υπήρξε η αγάπη Του για το λαό Του, συνεχής, αδιάπτωτη, ασάλευτη σε πλήρη αντίθεση με τη συμπεριφορά του λαού Του, ο οποίος δεν στάθηκε όπως ο Θεός ήθελε, αλλά έζησε μέσα στην αμαρτία, την αποστασία, την άρνηση, την ανυπακοή. Ο Θεός όμως μένει πάντοτε πιστός στις υποσχέσεις Του. Ο Απ. Παύλος αναφέρει προς τον Τιμόθεο: «αν απιστούμε, εκείνος μένει πιστός να αρνηθεί τον εαυτό του δεν δύναται» (Β’ Τιμοθέου Β/2: 13). Μέσα από τη συμπεριφορά του Ωσηέ αναδεικνύεται το Έλεος του Θεού το οποίο καμία ανθρώπινη συμπεριφορά δε μπορεί να αποτρέψει ή να εξαφανίσει. 
      -- Το πρώτο τους παιδί ονομάστηκε Ιεζραέλ (ο Θεός θα διασκορπίσει), σαφής υπαινιγμός για το τι επρόκειτο να κάνει ο Κύριος στο άπιστο έθνος του Ισραήλ. Ο Ασσυριακός στρατός θα συνέτριβε το στρατό του Ισραήλ στην κοιλάδα Ιεζραέλ «Και ο Κύριος του είπε: Αποκάλεσε το όνομά του Ιεζραέλ επειδή, ακόμα λίγο, και θα εκδικήσω το αίμα τού Ιεζραέλ επάνω στον οίκο τού Ιηού, και θα καταπαύσω τη βασιλεία τού οίκου Ισραήλ» (εδ. 4). Ο Θεός διέταξε τον βασιλιά του Ισραήλ Ιηού (904-877 π.Χ.) να εξοντώσει όλο τον οίκο (απογόνους) του Αχαάβ, για να εκδικηθεί το αίμα των υπηρετών Του και προφητών που διώχθηκαν από τη γυναίκα του την Ιεζάβελ (Β’ Βασιλέων Θ/9: 7). Λέγεται ότι ο Αχαάβ είχε κάνει τα περισσότερα, για να προκαλέσει το θυμό του Κυρίου, απ’ ό,τι είχαν κάνει όλοι οι βασιλιάδες του Ισραήλ πριν απ’ αυτόν (Α’ Βασιλέων ΙΣ/16: 29-33). Τον ένατο χρόνο του βασιλιά Ωσηέ οι Ασσύριοι κατέλαβαν την Σαμάρεια και μετέφεραν τους κατοίκους από το Ισραήλ στο Ασσυριακό έδαφος (Β’ Βασιλέων ΙΖ/17: 6,7). Έτσι λοιπόν το δεκάφυλο έθνος του βόρειου βασιλείου μετά από 257 χρόνια ύπαρξής του θα καταστρεφόταν από το στρατό των Ασσυρίων. 
      Τα προφητικά λόγια του Ωσηέ (κεφ. ΙΓ/13: 6) σχετικά με την πτώση της Σαμάρειας εκπληρώθηκαν με τον πλέον τραγικό τρόπο. Η πόλη καταστράφηκε για την ειδωλολατρία της, την ηθική της διαφθορά και τη συνεχιζόμενη περιφρόνησή της απέναντι στους νόμους και τις αρχές του Θεού (Β’ Βασιλέων ΙΖ/17: 7-18). Ο Ωσηέ έδειξε ότι ο Ισραήλ επρόκειτο να εγκαταλειφθεί από τα έθνη με τα οποία συνθηκολογούσε που ήταν οι «εραστές» του (Ωσηέ Η/8: 7-10). Πράγματι όλα αυτά τα έθνη στα οποία είχε στηριχτεί ο Ισραήλ δεν προσέφεραν καμία βοήθεια, όταν η Σαμάρεια καταλήφθηκε από τους Ασσυρίους και αιχμαλωτίστηκαν οι κάτοικοί της. Το γεγονός αυτό συνέβη το έτος 721 π.Χ. (Β’ Βασιλέων 1Ζ/17: 3-6). 
      Το δεύτερο παιδί που γεννήθηκε, πιθανότατα νόθο, ήταν κορίτσι και ονομάστηκε «Λο Ρουχάμα» (Μη Ελεημένη, δεν θα υπάρξει πλέον έλεος). Αυτό έδειχνε ότι ο Θεός δε θα ελεούσε άλλο τους Ισραηλίτες, αλλά θα επέτρεπε να οδηγηθούν στην αιχμαλωσία, ενώ το λαός του Ιούδα (νότιο βασίλειο), ο οποίος δεν είχε βυθιστεί τόσο βαθιά στην ειδωλολατρία όσο ο Ισραήλ, θα τους έσωζε από τους Ασσύριους και θα παράτεινε το Έλεός Του για περίπου εκατόν τριάντα έξι χρόνια ακόμα (εδ. 6 & 7). Για να τους προστατεύσει ο Θεός μέσα σε μία νύχτα, ένας μόνον άγγελος του Κυρίου θανάτωσε 185.000 Ασσύριους, οι οποίοι απειλούσαν την πρωτεύουσα του Ιούδα, την Ιερουσαλήμ (Β’ Βασιλέων ΙΘ/19: 35). Αυτό το γεγονός συνέβη το έτος 732 π.Χ. 
     Το τρίτο παιδί, που και αυτό όπως φαίνεται ήταν νόθο, ονομάστηκε «Λο Αμμί» (Μη λαός μου, δεν είναι πια λαός μου). Με τον τρόπο αυτό ο Θεός θέλει να δείξει ότι ο Ισραήλ σαν έθνος δε θα ήταν για πολύ ο λαός του Θεού λόγω της απιστίας του. Η κρίση του Θεού ενάντια στο λαό Ισραήλ θα ήταν προσωρινή. Ο Θεός θα συγκέντρωνε και πάλι τον Ισραήλ και τον Ιούδα και θα τους αναγνώριζε ως δικούς Του. 
     Μετά απ' όλα αυτά η Γόμερ εγκατέλειψε τον Ωσηέ και έγινε «σύζυγος πορνείας» ζώντας με άλλους άνδρες με τους οποίους είχε μοιχική σχέση. Αυτό έδειχνε παραστατικά πως το βασίλειο του Ισραήλ εγκατάλειψε το Θεό και έκανε πολιτικές συμμαχίες με ξένα ειδωλολατρικά έθνη από τα οποία άρχισε να στηρίζεται. Στην ουσία ο Ισραήλ υπήρξε μία «πόρνη» στη σχέση του με το Θεό, επειδή αγάπησε άλλους θεούς –εραστές – και λάτρευε τα είδωλα αντί της λατρείας του μόνου αληθινού Θεού (Έξοδος Κ/20: 3). 
      Παρά τις απιστίες της ο Ωσηέ συνεχίζει να αγαπάει τη Γόμερ και να ενδιαφέρεται γι’ αυτήν. Εδώ βλέπουμε την "εικόνα" του Θεού, που δεν αλλοιώνεται (Ψαλμός ΝΘ/59: 1). Παρά την αμαρτία, την αποστασία και την περιφρόνηση του λαού Του, ο Θεός συνεχίζει να ενδιαφέρεται γι' αυτόν και εξακολουθεί να δείχνει αγάπη, έλεος και οικτιρμούς. Ενώ ο λαός αγανακτούσε με το Θεό, αποστατούσε και ζητούσε να γυρίσει πίσω στην Αίγυπτο (Αριθμοί ΙΔ/14: 3), ο Θεός δεν έπαψε επί σαράντα χρόνια να τον προστατεύει μέσα στην έρημο και να τον τρέφει με το "μάννα" (Έξοδος ΙΣ/16: 35). 
        Όλοι οι εραστές που την περιέβαλαν δεν είχαν τίποτα να της προσφέρουν. Ο Ωσηέ, όπως φαίνεται από το κείμενο, την παρακολουθούσε, δεν την άφησε ποτέ από τα μάτια του και όταν είδε την ανέχειά της, πήγε βρήκε κάποιον από τους εραστές της και του είπε: «Είσαι ο άνδρας που ζει με τη Γόμερ; Εγώ είμαι ο σύζυγός της έχω φέρει μαζί μου λίγο χρυσάφι, λίγο ασήμι για να αγοράσεις μ’ αυτά κάποια αναγκαία πράγματα και να της τα προσφέρεις». Εκείνη, καθώς βλέπει όλα αυτά τα πράγματα, ενθουσιάζεται και ευχαριστεί τον εραστή της χωρίς να γνωρίζει ότι όλα αυτά είχαν δοθεί από τον άντρας της τον οποίο είχε εγκαταλείψει. 
      Πίσω από κάθε τι που απολαμβάνουμε στη ζωή μας είναι η αγάπη του Θεού που επιμένει για τη σωτηρία του ανθρώπου. Πόσο χαρακτηριστικά είναι τα λόγια του προφήτη Σαμουήλ: «Διότι αναπόφευκτα θέλομεν αποθάνει, και είμεθα ως ύδωρ διακεχυμένον επί της γης, το οποίον δεν επισυνάγεται πάλιν και ο Θεός δεν θέλει να απολεσθή ψυχή, αλλ' εφευρίσκει μέσα, ώστε ο εξόριστος να μη μένη εξωσμένος απ' αυτού» (Β’ Σαμουήλ ΙΔ/14: 14). Αυτό είναι μια μεγάλη διαχρονική αλήθεια: Ο Θεός δε θέλει το θάνατο του αμαρτωλού και εφευρίσκει τρόπους, ώστε να τον επαναφέρει κοντά Του. Οι τρόποι αυτοί μπορεί να είναι ευχάριστοι, αλλά και δυσάρεστοι πολλές φορές μέσα στη ζωή μας. 
       «Κι αυτή δεν γνώριζε ότι Εγώ της είχα δώσει το σιτάρι, και το κρασί, και το λάδι, και είχα πληθύνει σ' αυτή το ασήμι, και το χρυσάφι, με τα οποία κατασκεύασαν τον Βάαλ» (κεφ. Β/2: 8). Θα επαναλάβω ότι πίσω από όσα απολαμβάνουμε καθημερινά, την υγεία, το σπίτι, το αυτοκίνητο, την εργασία δεν είναι οι «μεγάλες» ικανότητές μας, τα δυνατά μας μπράτσα, αλλά είναι η Αγάπη και το Έλεος του Θεού που μας τα προσφέρουν και μάλιστα τόσο πλούσια. 
      Μετά απ’ όλα αυτά σύμφωνα με την αφήγηση, η Γομέρ έπεσε στα χέρια κάποιων  εραστών οι οποίοι δεν έδειχναν κανένα ενδιαφέρον γι’ αυτήν με αποτέλεσμα να βρεθεί σε μεγάλη ένδεια. Οι άνδρες αυτοί θέλησαν να την πουλήσουν σαν δούλη. Έτσι λοιπόν η Γομέρ οδηγείται σε κάποιο σκλαβοπάζαρο, για να πουληθεί φτάνοντας έτσι στο κατώτερο σημείο εξευτελισμού. Ας φανταστούμε την εικόνα της πώλησής της, για να αντιληφθούμε το μέτρο του ξεπεσμού της. Πλήθος ανθρώπων έχει μαζευτεί, για να παρακολουθήσει τον πλειστηριασμό. Ανάμεσα σ’ αυτούς βρίσκεται και ο Ωσηέ. Σίγουρα κάποιοι από τους παρευρισκόμενους θα έλεγαν: «Ήρθε για να δει την κατάντια της και να χαρεί για τον ξεπεσμό της». Πάντα οι άνθρωποι θα λένε τα δικά τους, τα οποία  τις περισσότερες φορές είναι πολύ μακριά από την αλήθεια. Στο βιβλίο του προφήτης «Δανιήλ» (ΙΒ/12: 10) αναφέρεται: «…ουδείς εκ των ασεβών θέλει νοήσει, αλλ' οι συνετοί θέλουσι νοήσει». Ο σκοπός που ο Ωσηέ παρευρίσκονταν εκεί ήταν τελείως διαφορετικός. Καθώς αρχίζει η δημοπρασία, ένας προσφέρει για παράδειγμα 10 ασημένια νομίσματα, ένας άλλος προσφέρει 12, ο Ωσηέ προσφέρει 15, κάποιος άλλος 15 και ένα χομόρ κριθάρι, ο Ωσηέ συνεχίζει και προσφέρει 15 ασημένια νομίσματα & 1,5 χομόρ κριθάρι. Η δημοπρασία έκλεισε το αποτέλεσμα κατακυρώθηκε και έτσι ο Ωσηέ εξαγόρασε τη Γόμερ. «Και τη μίσθωσα στον εαυτό μου για 15 αργύρια, και ένα χομόρ κριθάρι, και μισό χομόρ κριθάρι. Και της είπα: Κάθισε για μένα πολλές ημέρες δεν θα πορνεύσεις, και δεν θα είσαι για άλλον και εγώ το ίδιο, θα είμαι για σένα» (Ωσηέ Γ/3: 1-3). Ο Θεός ήταν διατεθειμένος να πάρει πίσω το λαό Του που είχε σφάλει περιμένοντας να μετανοήσουν για την πνευματική τους μοιχεία (Ωσηέ Β/2: 16-20). 
        Η εικόνα του απατημένου Ωσηέ που παίρνει την πρωτοβουλία της επανόρθωσης και ψάχνει και ενεργεί με κάθε τρόπο, με σκοπό για να επαναφέρει την αποστατημένη γυναίκα του κοντά του, είναι η εικόνα του Θεού που αν και προδομένος από το λαό Του συγκαταβαίνει και ενεργεί με τρόπο αποφασιστικό, για να φέρει και πάλι πίσω εκείνους που Τον περιφρόνησαν, Τον αγνόησαν, δεν τον πίστεψαν, που λησμόνησαν τις ευεργεσίες Του. 
       Ο άνθρωπος στις ημέρες μας βρίσκεται στον απόλυτο ξεπεσμό. Ζει μέσα στο φόβο, στη φτώχεια, την απιστία, τη διαφθορά, τη βία, την απομόνωση, το ρατσισμό, την καταστροφή του περιβάλλοντος και πολλά άλλα. Όσον αφορά τη σχέση μας με το Θεό αλλά και με τον πλησίον μας μοιάζουμε πολύ με τη γυναίκα του προφήτη. Στην κατάσταση που βρισκόμαστε ο Θεός συνεχίζει να ενδιαφέρεται για μας και να μας αγαπάει περιμένοντας να βρει κάποια ανταπόκριση από την πλευρά μας. Αλήθεια πόσο θαυμαστή είναι η αγάπη του Θεού για έναν κόσμο που Τον απορρίπτει, που προσπαθεί να Τον παραμερίσει, να Τον διαγράψει από τη ζωή του. 
      Ο Θεός μέσα στην αμαρτία μας και την αποστασία μας, μας αγάπησε τόσο πολύ, «ώστε έδωσε τον Υιό του τον μονογενή, για να μη χαθεί καθένας ο οποίος πιστεύει σ' αυτόν, αλλά να έχει αιώνια ζωή» (Ιωάννης Γ/3: 16). Μέσα στα σκλαβοπάζαρα του κόσμου μπήκε ο Χριστός, για να μας συναντήσει, για να μας εξαγοράσει από τον εχθρό του οποίου είμαστε δούλοι (Ιωάννης Η/8: 34) καταβάλλοντας την πιο μεγάλη τιμή για την ελευθερία μας. Ο συγγραφέας της επιστολής «προς Εβραίους» (κεφ. Θ/9: 12), αναφέρει: «ουδέ δι' αίματος τράγων και μόσχων, αλλά διά του ιδίου αυτού αίματος, εισήλθεν άπαξ εις τα άγια, αποκτήσας αιωνίαν λύτρωσιν». Μας εξαγόρασε ο Χριστός με την αντικαταστατική Του θυσία, μας λύτρωσε από την αμαρτία με το πολύτιμό Του αίμα, που χύθηκε πάνω στο σταυρό του Γολγοθά και προσφέρθηκε «ως λύτρον αντί πολλών» (Ματθαίος Κ/20: 28 & Μάρκος Ι/10: 45). 
      Μια ιστορία λέει ότι ένα παιδάκι έφτιαξε ένα καραβάκι και, καθώς μια μέρα το άφησε στη θάλασσα το πήρε ο αέρας και το καραβάκι έφυγε μακριά του. Κάποιος το βρήκε, το πούλησε σ’ έναν έμπορο και, καθώς μια μέρα το παιδάκι πέρναγε μπροστά από μία βιτρίνα, είδε το καραβάκι του. Μπήκε μέσα στο μαγαζί, το αγόρασε και το έκανε και πάλι δικό του. Καθώς το παρατηρούσε, είπε: «Τώρα είσαι δύο φορές δικό μου, σ’ έφτιαξα και σε αγόρασα». Αυτό ακριβώς έκανε ο Χριστός για μας. Μας έφτιαξε και μας εξαγόρασε από την αμαρτία και τον αιώνιο θάνατο. Τώρα είμαστε δύο φορές δικοί Του. 
     Μια άλλη ιστορία λέει: Ένας ποιμένας βρήκε κάποιον που κράταγε ένα κλουβί μέσα στο οποίο υπήρχαν μικρά πουλάκια και θέλησε να τ’ αγοράσει προσφέροντας δύο δολάρια. Τότε ο ιδιοκτήτης του λέει: «Τι να τα κάνεις, είναι άχρηστα αγριοπούλια και δεν κελαηδούν». Αυτός επέμενε και τελικά τα αγόρασε. Καθώς τ’ αγόρασε, πήγε το κλουβί στην εκκλησία, τους είπε την ιστορία και προσέθεσε: Αυτός που είχε τα πουλιά μου είπε ότι δεν κελαηδούσαν, όμως εγώ, καθώς πετούσαν, τα άκουσα που φώναζαν: «λυτρωθήκαμε»! Ο διάβολος μας είχε μέσα στο κλουβί της αμαρτίας και ήρθε ο Χριστός και μας αγόρασε, μας ελευθέρωσε και μας λύτρωσε. 
      Επίσης μια τρίτη ιστορία αναφέρει: Ένας νέος, που είχε φύγει από το σπίτι του και έζησε μακριά από την οικογένειά του μέσα στην αμαρτία και τη διαφθορά, μετά από αρκετά χρόνια έστειλε μία επιστολή στον πατέρα του στην οποία έγραφε: «πατέρα έχω μετανιώσει για τη ζωή μου, όμως δεν ξέρω αν θέλεις να με ξαναδείς. Εγώ αύριο θα ταξιδέψω με το τρένο που περνάει μέσα από το χωριό μας, αν θέλεις να με ξαναδείς βάλε ένα άσπρο πανί στο δέντρο που είναι μπροστά απ’ το σπίτι μας». Ο νέος πήρε το τρένο και καθώς πλησίαζε προς το χωριό του, είχε πολύ μεγάλη ανησυχία και ταραχή. Μέσα στην αγωνία του ανέφερε σε κάποιον την ιστορία του και του είπε: «Σε παρακαλώ, επειδή δε μπορώ να δω κοίταξε εσύ αν υπάρχει ένα άσπρο πανί στο δένδρο που πλησιάζουμε». Ο άνθρωπος αυτός κοίταξε και του είπε: «Νεαρέ μου όχι μόνον ένα άσπρο πανί υπάρχει αλλά όλο το δέντρο είναι γεμάτο από άσπρα πανιά και βλέπω και κάποιον ηλικιωμένο άνθρωπο να κρατάει ένα άσπρο πανί στα χέρια του και τρέχει προς το σταθμό». 
       Αυτή είναι η αγάπη του Θεού για τον άνθρωπο. Δια στόματος του προφήτη «Ιεζεκιήλ» (ΛΓ/33: 11) ο Θεός καλεί και σήμερα τον αμαρτωλό άνθρωπο: «Πες τους: Ζω εγώ, λέει ο Κύριος ο Θεός, δεν θέλω τον θάνατο του αμαρτωλού, αλλά να επιστρέψει ο ασεβής από τον δρόμο του και να ζει επιστρέψτε, επιστρέψτε από τους πονηρούς σας δρόμους γιατί να πεθάνετε, οίκος Ισραήλ;» 
      Το βιβλίο του Ωσηέ μιλάει για τέσσερα πράγματα που αφορούν το λαό Ισραήλ, αλλά αφορούν και τον «πνευματικό Ισραήλ» που είναι η Εκκλησία του Θεού, διά Ιησού Χριστού: 
 1/ Για τον μεγάλο κίνδυνο της ειδωλολατρίας, που στις ημέρες μας έχει λάβει διάφορες μορφές. 
 2/ Για την ασυνέπεια, την απιστία και τη διαφθορά του λαού. 
 3/ Για τις συνέπειες των επιλογών του, που είχε σαν αποτέλεσμα την αιχμαλωσία τους. 
 4/Για την αποκατάστασή τους. Τα χέρια του Κυρίου που τιμώρησαν: «διεσπάραξε… επάταξε..» (κεφ. Σ/6: 1) τα ίδια χέρια είναι έτοιμα να επιδέσουν τις πληγές του μετανοημένου.  
     Ο προφήτης κλείνει το βιβλίο του τονίζοντας ότι τη σοφία και τη φρόνηση μπορεί να την βρει ο άνθρωπος μόνον, αν ακολουθήσει το δρόμο του Θεού. «Τις είναι σοφός και θέλει εννοήσει ταύτα, συνετός και θέλει γνωρίσει αυτά; διότι ευθείαι είναι αι οδοί του Κυρίου, και οι δίκαιοι θέλουσι περιπατεί εν αυταίς οι δε παραβάται θέλουσι πέσει εν αυταίς» (κεφ. ΙΔ/14: 9). 

      Αν μελετούσαμε τακτικότερα το βιβλίο του προφήτη Ωσηέ, αισθάνομαι ότι ο κόσμος μας θα ήταν πολύ πιο διαφορετικός. Είναι βέβαιο ότι θα είχε περισσότερη αγάπη για το Θεό και για το συνάνθρωπό του. Αγάπη που δε θα ήταν «ανταποδοτική», αλλά θα ήταν ειλικρινής, ανιδιοτελής ακόμα και γι’ αυτούς που μας έχουν βλάψει, που μας έχουν αδικήσει, μας έχουν προσβάλει, μας έχουν απορρίψει. 
      Η αγάπη του Ωσηέ για τη μοιχαλίδα σύζυγό του, που όπως είπαμε είναι η αγάπη του Θεού για τον αμαρτωλό άνθρωπο, μας «υποχρεώνει» να παραμερίσουμε κάθε αρνητική σκέψη για το συνάνθρωπό μας, κάθε ρατσιστική αντίληψη, κάθε σκέψη διασπαστική, ιδιοτελή. Όταν ο προφήτης συγχωρεί με αγάπη, όχι με απλή ανοχή, την άπιστη σύζυγό του, η οποία τόσο πολύ τον αδίκησε και τον έβλαψε, άραγε τι πρέπει να κάνουμε εμείς στον αδερφό μας για το ελάχιστο που μπορεί να μας ενόχλησε;
     Καθώς ο λαός είχε φτάσει στην πλήρη κατάπτωση, ο Ωσηέ αγωνίστηκε και πόνεσε πολύ, για να δώσει να καταλάβει ότι η αμαρτία πληγώνει την καρδιά του Θεού, ότι ο Θεός μισεί την αμαρτία, όμως εξακολουθεί να αγαπάει τον αμαρτωλό και να περιμένει απ’ αυτόν την ευλογημένη ώρα της μετάνοιας και επιστροφής. Το σύνθημα του ουρανού είναι: «Μετανοήσατε λοιπόν και επιστρέψατε, διά να εξαλειφθώσιν αι αμαρτίαι σας, διά να έλθωσι καιροί αναψυχής από της παρουσίας του Κυρίου» (Πράξεις Γ/3: 19). Και κάτι ακόμα που δε θα πρέπει να ξεχνάμε: «Τους καιρούς λοιπόν της αγνοίας παραβλέψας ο Θεός, τώρα παραγγέλλει εις πάντας τους ανθρώπους πανταχού να μετανοώσι» (Πράξεις ΙΖ/17: 30). ---


 
      *Υστ/φο. 
    Βασικό ρόλο στην αποστασία του λαού του βόρειου βασιλείου διαδραμάτισε ο βασιλιάς Ιεροβοάμ Β’ (825- 784). Ο βασιλιάς θέλησε να αποκόψει εντελώς την επικοινωνία  με το νότιο βασίλειο, επειδή φοβήθηκε ότι ο λαός θα στρεφόταν εναντίον του και θα πήγαινε με τον Ροβοάμ, βασιλιά του νοτίου βασιλείου. Έτσι λοιπόν, για να μην επισκέπτεται ο λαός το νότιο βασίλειο, κυρίως κατά την περίοδο των μεγάλων εορτών, εισήγαγε στον Ισραήλ την ειδωλολατρία της Αιγύπτου αναμιγνύοντάς την με τη λατρεία του αληθινού Θεού. Για το σκοπό αυτό έλαβε δύο χρυσά μοσχάρια και το ένα το τοποθέτησε στην πόλη Βαιθήλ, κοντά στα σύνορα με το νότιο βασίλειο μόλις δέκα μίλια από την Ιερουσαλήμ, ενώ το άλλο το τοποθέτησε βόρεια του βασιλείου. Σαν δικαιολογία γι’ αυτές τις πράξεις του προέβαλε ότι ήταν πολύ μακριά για τους ανθρώπους, για να πηγαίνουν στην Ιερουσαλήμ να λατρεύουν το Θεό (Α’ Βασιλέων ΙΒ/12: 26-33). ---

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου