Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Παρασκευή 24 Οκτωβρίου 2014

Η απελευθέρωση του Πέτρου

       Βιβλίο "Πράξεων των Αποστόλων", κεφ. ΙΒ / 12, εδάφ. 1 – 18.

1 Κατ' εκείνον δε τον καιρόν επεχείρησεν Ηρώδης ο βασιλεύς να κακοποιήση τινάς από της εκκλησίας.
2 Εφόνευσε δε διά μαχαίρας Ιάκωβον τον αδελφόν του Ιωάννου.
3 Και ιδών ότι ήτο αρεστόν εις τους Ιουδαίους, προσέθεσε να συλλάβη και τον Πέτρον, ήσαν δε αι ημέραι των αζύμων
4 τον οποίον και πιάσας έβαλεν εις φυλακήν, παραδώσας αυτόν εις τέσσαρας τετράδας στρατιωτών διά να φυλάττωσιν αυτόν, θέλων μετά το πάσχα να παραστήση αυτόν εις τον λαόν.
5 Ο μεν λοιπόν Πέτρος εφυλάττετο εν τη φυλακή εγίνετο δε υπό της εκκλησίας ακατάπαυστος προσευχή προς τον Θεόν υπέρ αυτού.
6 Ότε δε έμελλεν ο Ηρώδης να παραστήση αυτόν, την νύκτα εκείνην ο Πέτρος εκοιμάτο μεταξύ δύο στρατιωτών δεδεμένος με δύο αλύσεις, και φύλακες έμπροσθεν της θύρας εφύλαττον το δεσμωτήριον.
7 Και ιδού, άγγελος Κυρίου ήλθεν εξαίφνης και φως έλαμψεν εν τω οικήματι κτυπήσας δε την πλευράν του Πέτρου εξύπνησεν αυτόν, λέγων σηκώθητι ταχέως. Και έπεσον αι αλύσεις αυτού εκ των χειρών.
8 Και είπεν ο άγγελος προς αυτόν Περιζώσθητι και υπόδησον τα σανδάλια σου. Και έκαμεν ούτω. Και λέγει προς αυτόν Φόρεσον το ιμάτιόν σου και ακολούθει μοι.
9 Και εξελθών ηκολούθει αυτόν, και δεν ήξευρεν ότι το γινόμενον διά του αγγέλου ήτο αληθινόν, αλλ' ενόμιζεν ότι βλέπει όραμα.
10 Αφού δε επέρασαν πρώτην και δευτέραν φρουράν, ήλθον εις την πύλην την σιδηράν την φέρουσαν εις την πόλιν, ήτις αφ' εαυτής ηνοίχθη εις αυτούς, και εξελθόντες διεπέρασαν οδόν μίαν, και ευθύς ο άγγελος ανεχώρησεν απ' αυτού.
11 Και ο Πέτρος συνελθών εις εαυτόν, είπε, Τώρα γνωρίζω αληθώς ότι Κύριος εξαπέστειλε τον άγγελον αυτού και με ηλευθέρωσεν εκ της χειρός του Ηρώδου και όλης της ελπίδος του λαού των Ιουδαίων.
12 Και αφού εσκέφθη, ήλθεν εις την οικίαν Μαρίας της μητρός του Ιωάννου του επονομαζομένου Μάρκου, όπου ήσαν ικανοί συνηθροισμένοι και προσευχόμενοι.
13 Ότε δε ο Πέτρος έκρουσε την θύραν του προαυλίου, προσήλθε θεράπαινα ονομαζομένη Ρόδη, διά να ακούση,
14 και γνωρίσασα την φωνήν του Πέτρου από της χαράς δεν ήνοιξε την πύλην, αλλ' έτρεξε και απήγγειλεν ότι ο Πέτρος ίσταται έμπροσθεν της πύλης.
15 Οι δε είπον προς αυτήν, παραφρονείς. Εκείνη όμως διϊσχυρίζετο ότι ούτως έχει. Οι δε έλεγον, ο άγγελος αυτού είναι.
16 Ο δε Πέτρος επέμενε κρούων. Και ανοίξαντες είδον αυτόν και εξεπλάγησαν.
17 Και σείσας εις αυτούς την χείρα διά να σιωπήσωσι, διηγήθη προς αυτούς πως ο Κύριος εξήγαγεν αυτόν εκ της φυλακής, και είπεν, Απαγγείλατε ταύτα προς τον Ιάκωβον και τους αδελφούς. Και εξελθών υπήγεν εις άλλον τόπον.
18 Αφού δε εξημέρωσεν, ήτο ταραχή ουκ ολίγη μεταξύ των στρατιωτών τι άρα έγεινεν ο Πέτρος.

         ΣΧΟΛΙΑ :
      Πολλές φορές στη ζωή μας αντιμετωπίζουμε καταστάσεις όχι απλά δύσκολες, αλλά κατα-στάσεις που αγγίζουν τα όρια του αδύνατου, του ανυπέρβλητου. Βουνά ορθώνονται τα προβλήματα του σύγχρονου «πολιτισμένου» ανθρώπου. Πολλά τα ερωτήματα: "Τι να κάνω, πώς να τα αντιμετωπίσω;"  Πολλές φορές κάνουμε το λάθος τέτοιου είδους προβλήματα να τα εξετάζουμε μόνον από την εξωτερική τους πλευρά, να τα βλέπουμε με τα μάτια τα σαρκικά και όχι με τα μάτια της πίστης και έτσι να προσπαθούμε με δικές μας δυνάμεις να δώσουμε λύσεις, οδηγώντας τα πράγματα σε πλήρη αποτυχία.
      Κάνουμε ακριβώς το ίδιο λάθος που έκαναν οι εκπρόσωποι των δέκα φυλών, τους οποίους ο Μωυσής είχε στείλει για να κατασκοπεύσουν τη γη της επαγγελίας βιβλίο "Αριθμών" (κεφ. ΙΓ/13 & ΙΔ/14). Δεν πίστεψαν στις υποσχέσεις του Κυρίου ότι θα τους παραδώσει τη γη που επέβλεπαν, παρασύρθηκαν απ' όλα αυτά που είδαν με τα σαρκικά τους μάτια. Πίστεψαν στο φαινόμενο και όχι στη δύναμη του Θεού. Αν και πνευματικοί άνθρωποι, πολλές φορές φαίνεται να αγνοούμε τα λόγια του Αποστόλου Παύλου στην επιστολή "Β΄ Κορινθίους" (κεφ. Ι/10, εδάφ.3-4) στα οποία το Πνεύμα του Θεού, αναφέρει :
3 Διότι αν και περιπατώμεν εν σαρκί, δεν πολεμούμεν όμως κατά σάρκα
4 διότι τα όπλα του πολέμου ημών δεν είναι σαρκικά, αλλά δυνατά συν Θεώ προς καθαίρεσιν οχυρωμάτων.
     Παρατηρούμε τα πράγματα εξωτερικά, τα μελετάμε αποκλειστικά με την ανθρώπινη πεπερασμένη λογική μας, αγνοούμε τη δύναμη του Θεού (Μάρκος ΙΒ/12: 24), την παραγκωνίζουμε και τα αποτελέσματα; Τραγικά, οδυνηρά, ολέθρια. Τα εδάφια 3 & 4 της "Β΄ προς Κορινθίους" επιστολής έρχονται να μας επιβεβαιώσουν, ότι οι αόρατες δυνάμεις του κακού που ενεργούν γύρω μας είναι βαθύτερες και ισχυρότερες από αυτές που είναι ορατές και για να τις αντιμετωπίσουμε, θα πρέπει να διαθέτουμε τα πνευματικά όπλα, που ο λόγος του Θεού έχει ορίσει. (Εφεσίους Σ/6: 11-18). Θα πρέπει να αντλούμε σοφία πέρα από τις δικές μας δυνάμεις, τη λογική μας, τη δύναμή μας. Είναι φυσικό, όταν ατενίζουμε τη ζωή από την εξωτερική της πλευρά, να νιώθουμε πανικό και ανησυχία. Αντίθετα, όταν με πίστη και προσευχή εμπιστευόμαστε τα πρόβληματά μας στο Θεό, μικρά η μεγάλα, ο Θεός είναι ικανός να δώσει λύσεις θαυμαστές χωρίς να δεσμεύεται από τους φυσικού κανόνες ή την ανθρώπινη λογική. Άρα τα ανθρώπινα όπλα είναι δυνατά και αποτελεσματικά μόνον «συν Θεώ». Ας μην ξεχνάμε το Δαβίδ, καθώς βαδίζει εναντίον του σιδηρόφρακτου Γολιάθ. Όλοι έχουν πανικοβληθεί από τον Βασιλιά μέχρι και τον τελευταίο στρατιώτη, καθώς αντικρίζουν το γίγαντα μπροστά τους, ο  Δαβίδ όμως δεν κάνει το  λάθος που κάνουν όλοι αυτοί  να συγκρίνουν τον εαυτόν τους με το Γολιάθ, αλλά συγκρίνει το Γολιάθ με το Θεό. Σκέπτεται πόσο μικρός είναι τούτος ο άνθρωπος μπροστά στη δύναμη του Θεού.
     Πολλές φορές αισθανόμαστε δεσμευμένοι μέσα σε καταστάσεις που δεν μπορούμε να βγούμε απ’ αυτές. Αισθανόμαστε φυλακισμένοι πίσω από βαριές σιδερένιες πόρτες. Βουνά τα προβλήματα, αδιέξοδα, χωρίς να βλέπουμε καν φως στο βάθος του τούνελ, όπως έλεγε και ένας παλιός πολιτικός. Είναι η μεγάλη ώρα, από την οποία δε θα λείψουν οι διάφορες εισηγήσεις του εχθρού. "Που είναι ο Θεός σου; Σε ξέχασε, δε σε ακούει". Η σκέψη με την οποία ο εχθρός γεμίζει το νου και την καρδιά μας είναι: «λησμόνησε να ελεεί ο Θεός; μήποτε εν τη οργή αυτού θέλει κλείσει τους οικτιρμούς αυτού;». Όμως ας έλθουμε «εις εαυτόν» και ας επαναλάβουμε τα ίδια λόγια με τον ψαλμωδό: «Τότε είπα, Αδυναμία μου είναι τούτο, αλλιούται η δεξιά του Υψίστου;» (ψαλμός ΟΖ/77, εδάφ. 9-10).
       Ας μην ξεχνάμε ποτέ ότι τίποτα δεν είναι αδύνατο στα χέρια ου Θεού. Ο Απ. Παύλος ομολογεί: "τα πάντα δύναμαι δια του ενδυναμούντός με Χριστού" (Φιληππησίους Δ/4: 13). Αν ομολογουμένως τις δύσκολες καταστάσεις που αντιμετωπίζουμε, τις αντιμετωπίσουμε σύμφωνα με το Λόγο του Θεού, στηριζόμενοι στην Πρόνοια και την Αγάπη Του, τότε Εκείνος, που είναι ο μόνος δυνάμενος,  είναι ο μόνος που μπορεί να κάνει πράγματα και να δημιουργήσει καταστάσεις μιας θαυμαστής απελευθέρωσης πέρα από εκείνα τα οποία εμείς "ζητούμε ή νοούμε". (Εφεσίους Γ/3: 20), όπως ακριβώς συνέβη και στην περίπτωση του Αποστόλου Πέτρου σύμφωνα με τα παραπάνω αναφερόμενα.
       Ο Λόγος του Θεού μας αναφέρει: «Κατ' εκείνον δε τον καιρόν επεχείρησεν Ηρώδης ο βασιλεύς, να κακοποιήση τινάς από της εκκλησίας». Οι σφοδρές επιθέσεις του σατανά στην Εκκλησία συνεχίζονται και δεν θα παύσουν μέχρι να έρθει ο Κύριος. Αυτή τη φορά ο διωγμός προέρχεται από το βασιλιά Ηρώδη. Ηρώδης δεν ήταν όνομα, αλλά ήταν τίτλος, όπως λέμε "Καίσαρας". Εδώ πρόκειται για τον Ηρώδη τον Αγρίππα τον Α΄, ο οποίος έζησε από το έτος 10 π.Χ, έως 44 μ.Χ.  Είχε γίνει βασιλιάς της Ιουδαίας κατά το χρονικό διάστημα 37 μ.Χ. έως 44 μ.Χ. Ο Ηρώδης ως βασιλιάς των Ιουδαίων, τηρούσε το νόμο του Μωυσή και έκανε μεγάλες προσπάθειες, για να ευχαριστήσει  τους Ιουδαίους. Παράλληλα όμως προσπαθούσε να είναι αρεστός και στους Ρωμαίους κυβερνήτες, οι οποίοι τον είχαν διορίσει. Καίσαρας την εποχή εκείνη ήταν ο Κλαύδιος. Έτσι λοιπόν από τη μία έχτιζε θέατρα, διοργάνωνε αγώνες, για να ικανοποιήσει τους Ρωμαίους και τους Έλληνες, από την άλλη εδίωκε τους Χριστιανούς, για να ικανοποιήσει τους Ιουδαίους. Σ’αυτά τα πλαίσια ξεκίνησε διωγμό εναντίον μερικών μελών της Εκκλησίας και αποκεφάλισε τον Ιάκωβο, τον αδελφό του Ιωάννη. Όταν είδε μάλιστα ότι αυτό ήταν αρεστό στο λαό, θέλησε να συλλάβει και τον Πέτρο.
    Έτσι λοιπόν ο Πέτρος για τρίτη φορά μπαίνει στη φυλακή (οι δύο προηγούμενες φορές αναφέρονται στα κεφάλαια Δ/4 & Ε/5 του βιβλίου των "Πράξεων των Αποστόλων"). Εκείνες τις ημέρες ήταν η γιορτή των «αζύμων». Αυτές οι ημέρες ήταν πριν από το Πάσχα και οι Ιουδαίοι έτρωγαν άζυμα, επειδή για τους Ιουδαίους η ζύμη ήταν απεικόνιση της αμαρτίας. Τις ημέρες αυτές καθώς και το Πάσχα που διαρκούσε οκτώ ημέρες δε γινόταν δίκες, ούτε εκτελέσεις και αυτό έσωσε τη ζωή του Πέτρου.
      Μέσα στη φυλακή ο Πέτρος φυλάσσεται από τέσσερις τετράδες στρατιωτών. Συνολικά 16 άτομα αποτελούσαν τη φρουρά του Πέτρου. Γιατί τόσο αυξημένα μέτρα ασφαλείας; Επειδή την προηγούμενη φορά (βλ. κεφ. Ε/5, εδ. 19, των Πράξεων Αποστόλων), είχε αποδράσει από τη φυλακή κατά τρόπο μυστήριο μετά από επέμβαση του Θεού. Ήταν δεμένος με δύο αλυσίδες και μπροστά από την πόρτα του δεσμωτηρίου υπήρχε άλλη πρόσθετη φρουρά. Με την ανθρώπινη λογική κάθε απόδρασή του ήταν αδιανόητη. Αφού θα περνούσε και η τελευταία ημέρα του Πάσχα, θα εκτελείτο. Όταν λοιπόν έμελλε ο Ηρώδης να παραστήσει αυτόν έμπροσθεν του λαού, την προηγούμενη νύχτα ο Πέτρος κοιμόταν μέσα στη φυλακή. Τούτος ο ύπνος χαρακτηρίστηκε ως "ο θρίαμβος της πίστης". Μόνον εκείνος που έχει την ελπίδα του στον Κύριο μπορεί να ησυχάζει και να κοιμάται κάτω από τόσο δύσκολες συνθήκες. Ο Πέτρος γνώριζε ότι είτε ζωντανός, είτε πεθαμένος θα ήταν πάντα κοντά στον Κύριο και αυτό του έδινε τη χαρά, τη γαλήνη, την ηρεμία, ώστε να μπορεί να κοιμάται, ενώ σε λίγες ώρες θα εκτελείτο. 
     Ενώ ο Πέτρος βρισκόταν στη φυλακή «εγένετο, υπό της Εκκλησίας, ακατάπαυστος προσευχή υπέρ αυτού» (εδ. 5). Να ποια θα πρέπει να είναι η θέση της Εκκλησίας μπροστά στο πρόβλημα του αδελφού. Δεν είναι αυτή μία τυπική πράξη, αλλά μία πράξη πολύ σημαντική, ικανή να κινήσει τον κραταιό βραχίονα του Θεού. Όταν μιλάμε για προσευχή εννοούμε αγώνα προσευχής "ακατάπαυστη προσευχή" (εδ. 5). Γιατί χρειάζεται μια τέτοια προσευχή; Ο Λόγος του Θεού μας εξηγεί:  «διότι τα όπλα του πολέμου ημών δεν είναι σαρκικά, αλλά δυνατά συν Θεώ, προς καθαίρεσιν οχυρωμάτων» (Β΄ Κορινθίους Ι/10: 4).
      Μέσα από αυτό το πλήρες αδιέξοδο της φυλακής μόνον ο Θεός μπορούσε να δώσει λύση και αυτή την παρέμβαση του Θεού την προκάλεσε η Εκκλησία με «ακατάπαυστη προσευχή». Η προσευχή είναι η δύναμη εκείνη που μπορεί να κινήσει το χέρι του Θεού με θαυμαστά αποτελέσματα. Ας φανταστούμε την εικόνα. Η εκκλησία προσεύχεται, ο Πέτρος κοιμάται, ο Θεός αγρυπνά και εργάζεται. Εμείς μπορεί να κοιμόμαστε, αλλά ο Θεός δεν κοιμάται, εργάζεται. "δεν θέλει νυστάξει ουδέ θέλει αποκοιμηθή, ο φυλάττων τον Ισραήλ" (Ψαλμός ΡΚΑ/121: 4). Η θεία παρέμβαση δε θα αργήσει να έρθει. Διαβάζουμε στο κεφάλαιο των "Πράξεων των Αποστόλων" (ΙΒ/12, εδ. 7): «Και ιδού, άγγελος Κυρίου ήλθεν εξαίφνης ....."  
    Αυτός είναι ο τρόπος που ενεργεί ο Θεός. Ξαφνικά όμως συνέβη το αδιανόητο για την ανθρώπινη λογική: «και φως έλαμψε εν τω οικίματι», κτυπήσας δε την πλευρά του Πέτρου ξύπνησε αυτόν λέγων: "σικώθητι ταχέως". «και έπεσαν οι αλύσεις αυτού εκ των χειρών». Και ο άγγελος του είπε: "περιζώσθιτι και υπόδεισον τα σανδάλια σου" «φόρεσον το ιμάτιόν σου και ακολούθημι». Στο εδ. 10 μας αναφέρει : «Αφού δε επέρασαν πρώτην και δευτέραν φρουράν, ήλθον εις την πύλην την σιδηράν την φέρουσαν εις την πόλιν, ήτις αφ' εαυτής ηνοίχθη εις αυτούς και εξελθόντες διεπέρασαν οδόν μίαν, και ευθύς ο άγγελος ανεχώρησεν απ' αυτού».
     Ο Πέτρος, όταν συνήλθε, κατάλαβε ότι ο Κύριος έστειλε έναν άγγελο και τον ελευθέρωσε, από τα χέρια του Ηρώδη. Τι θαυμαστές είναι οι ενέργειες του Θεού, οι οποίες δε δεσμεύονται από τις φυσικές διαστάσεις, τη λογική ή άλλο τι ανθρώπινο. Δεν υπάρχουν «αμπάρες» στη ζωή μας, που ο Θεός δεν μπορεί να τις αποτινάξει. Δεν υπάρχουν αλυσίδες, που ο Θεός να μην μπορεί να τις καταστρέψει, δεν υπάρχουν "πόρτες" που να μη μπορεί να τις ανοίξει. 
     Όταν ο Πέτρος κατάλαβε το θαύμα που είχε γίνει και ότι ήταν ελεύθερος, αισθάνθηκε την ανάγκη να πάει να συναντήσει τα αδέλφια του «τους αγωνιστές της προσευχής» και να τους αναφέρει τα γεγονότα. Στην οικία λοιπόν της Μαρίας, μητέρας του Ιωάννου, του επονομαζόμενου Μάρκου, ήσαν αρκετοί συναθροισμένοι και προσεύχονταν. Πρόκειται για το Μάρκο που έγραψε το ευαγγέλιο. Όταν ο Πέτρος έκρουσε την θύρα, πήγε να ανοίξει η θεράπαινα η Ρόδη, η οποία, όταν άκουσε τη φωνή του Πέτρου, από τη χαρά της δεν του άνοιξε την πόρτα, αλλά έτρεξε να το πει σ’ όλους αυτούς που προσεύχονταν τα καλά νέα. Εκείνοι νόμισαν ότι τρελάθηκε και της είπαν: παραφρόνησες. Εκείνη επέμενε ότι ο Πέτρος είναι που χτυπάει την πόρτα και αυτοί έλεγαν: "Είναι ο άγγελός του".
     Πολλές φορές προσευχόμαστε χωρίς να πιστεύουμε στη δύναμη του Θεού, στη δύναμη της προσευχής και στα θαυμαστά αποτελέσματα που μπορεί αυτή να έχει. Ο Λόγος του Θεού μας προτρέπει να ζητάμε μετά πίστεως, χωρίς να διστάζουμε παντελώς (Ιακώβου Α/1: 6). Η προσευχή θα πρέπει να συνοδεύεται από πίστη. Να μην ξεχνάμε ότι είναι «πιστός ο υποσχεθείς» (Εβραίους Ι/10: 23). Και ας μην ξεχνάμε ότι ο Θεός δύναται να κάνει "υπερ εκπερισσού από όσα εμείς ζητούμε ή νοούμε" (Εφεσίους Γ/3: 20). "Ο Θεός αληθής, και κάθε άνθρωπος ψεύτης" (Ρωμαίους Γ/3: 4).
     Εδώ βλέπουμε τους μαθητές να προσεύχονται, χωρίς πίστη. Όλοι έχουμε την τάση να γινόμαστε άπιστοι, πιστοί, όμως βλέπουμε, πολλές φορές τον Κύριο, που "ερευνά νεφρούς και καρδίας" (Αποκάλυψη Β/2: 23), να απαντά, ακόμα και κει που δεν υπάρχει η αναγκαία πίστη, ακριβώς για να δείξει τη δύναμή Του και να ενισχύσει την πίστη μας. Όταν ανοίγουμε τα χείλη μας και ζητάμε από το Θεό, θα πρέπει να ανοίγουμε και την καρδιά μας και να περιμένουμε την απάντησή Του με εμπιστοσύνη. Αν είχαμε μεγαλύτερη πίστη, αν δείχναμε περισσότερη εμπιστοσύνη στο Θεό, πολλά θαυμάσια πράγματα θα βλέπαμε στη ζωή μας.   
     Όταν άνοιξαν την πόρτα και είδαν τον Πέτρο, εξεπλάγησαν. Ο Πέτρος, αφού τους διηγήθηκε, πως ο Κύριος τον έβγαλε από την φυλακή, τους ζήτησε να μεταφέρουν τα καλά νέα προς τον Ιάκωβο και τους αδελφούς αυτού και στη συνέχεια «εξελθών υπηγεν εις άλλον τόπον». Όταν ο Θεός επεμβαίνει μέσα στη ζωή μας και κάνει θαύματα, θα πρέπει να τα ομολογούμε ενώπιον και των άλλων αδελφών, για να δυναμωθεί η πίστη τους.
    Τα συμπεράσματα που βγαίνουν από το παραπάνω γεγονός, που ο Ευαγγελιστής "Λουκάς", ο Ιατρός μας εξιστορεί, είναι: Όταν αντιμετωπίζουμε τεράστια προβλήματα και μεγάλες δυσκολίες, να μην αρκούμεθα να τα παρατηρούμε εξωτερικά. Τα μάτια μας να μην κολλάνε στη μεγάλη σιδερένια, κλειστή και αμπαρωμένη πόρτα, ούτε στις τέσσερις τετράδες στρατιωτών. Η πόρτα αυτή ποτέ δε θα ανοίξει με τις δικές μας δυνάμεις. Ας ησυχάσουμε στα πόδια του Θεού εμμένοντας στην προσευχή και τότε «τα αδύνατα παρ’ ανθρώποις είναι δυνατά παρά τω Θεό». «ο Θεός είναι ο μόνος δυνάμενος» (Εφεσίους Γ/3: 20). Ο Θεός είναι πιο δυνατός από τις πιο δυνατές αμπάρες και τις πιο ασφαλής φυλακές. Ένας πολύ ωραίος στίχος λέει: "Άνοιξη μπήκε για καλά κι η θάλασσα χαμογελά κι ανθίζουν κήποι εντός μου. Πλάκες που στέκατε βαριές στα μνήματα και στις καρδιές, σας έσπασε ο Χριστός μου". Όλα αυτά συνέβησαν "τω καιρώ εκείνω", όμως δεν ήταν μόνον για τότε αλλά ισχύουν και σήμερα. Ο Θεός είναι και σήμερα ζωντανός, έτοιμος να ενεργήσει και να φανεί δυνατός "εν τω μέσω ημών".
    Μερικοί ίσως ακόμα να είναι αλυσοδεμένοι, καταπιεσμένοι, από φοβερούς και σκληρούς στρατιώτες, που λέγονται αμαρτία, απιστία και σ’ αυτήν την κατάσταση βρίσκονται για πολλά χρόνια. Ο Κύριος και σήμερα περνάει από το "κελί" σου και αν του το ζητήσεις με πολλή αγάπη, θα σου ψιθυρίσει: «ξύπνα και ντύσου...». Αν, ψυχή, ακούς τη φωνή Του σήμερα, σήκω, μην κάθεσαι. "Σήκω ψυχή μου βάλε ρεύμα...." που λέει και ένα τραγούδι. Φώναξε όσο πιο δυνατά μπορείς, όπως ο Βαρτίμαιος στην πόλη της Ιεριχώ. "Ιησού Υιέ του Δαβίδ, ελέησέ με". "Μη φωνάζεις, σταμάτα, ενοχλείς....." έλεγε ο κόσμος γύρω του. Το αποτέλεσμα  σε μία τέτοια ειλικρινή εκζήτηση ήταν: "Και σταθείς ο Ιησούς, είπε να κραχθή" (Μάρκος Ι/10: 49). Δε θα σε προσπεράσει, δε θα σε αγνοήσει ψυχή, σε ξέρει, σε περιμένει. Ο Δαβίδ κράζει: "Αι χείρες σου με έκαμαν και με έπλασαν" (Ψαλμός ΡΙΘ/119: 73).
      Καθώς  ο  Χριστός  περνάει  μπροστά  από  το  "κελί"  σου,  σήκω,   ψυχή,   και   κάνε   τώρα  το πρώτο  βήμα.  Όλα  άλλαξαν  στη   ζωή  του  λεγόμενου  "άσωτου  γιου",   όχι  όταν  κατάλαβε  την κατάστασή του, αλλά  όταν  σηκώθηκε  και  έκανε  το  πρώτο  βήμα  της  επιστροφής. "Θα υπάγω στον Πατέρα μου". Υπάρχει  Πατέρας, υπάρχει Θεός εν τω ουρανώ.  Μην  απελπίζεσαι,  ψυχή,  μην κάθεσαι  και  κλαις  τη μοίρα σου, σήκω  και κάνε το πρώτο βήμα.  Είναι  βέβαιο  ότι ο  Θεός θα τρέξει γρηγορότερα από σένα, για να σε συναντήσει. Είναι κοντά σου, είναι δίπλα σου, θέλει να σε βοηθήσει. Τι μεγάλη παρηγοριά, τι θαυμαστά αποτελέσματα!  Ο Απ. Παύλος  διακηρύττει προς τους Χριστιανούς της Ρώμης:  "εάν ο Θεός ήναι υπέρ ημών, τις θέλει είσθαι καθ' ημών;" (Ρωμαίους Β/2: 31).
     Η ιστορία που αν  αναφέραμε αφορά όλους μας, οποιαδήποτε κι αν είναι η κατάστασή μας. Όσες φορές κι αν την έχουμε επεξεργαστεί με το μυαλό μας και έχουμε πει: «αδύνατον αυτό δε γίνεται» κάνουμε λάθος. Ας σταματήσουμε να βλέπουμε τα πράγματα εξωτερικά και ας μάθουμε να χρησιμοποιούμε  με πίστη το υπερόπλο της προσευχής, φέρνοντας κάθε φορά το πρόβλημά μας, όσο μεγάλο και αν μας φαίνεται ότι είναι, ενώπιον του Κυρίου, ησυχάζοντας, μέσα σε ένα κόσμο ταραχής που ζούμε, έχοντας βαθύτατη πίστη ότι την υπόθεσή μας την έχει αναλάβει ο Κύριος.
     Ο ψαλμωδός μας προτρέπει: "Ανάθεσε στον Κύριο την οδόν σου, και έλπιζε σ' αυτόν, κι αυτός θα ενεργήσει» (Ψαλμός ΛΖ/37, εδ. 5). Ας μάθουμε να μην παρατηρούμε μόνον εξωτερικά τις καταστάσεις που μας απασχολούν, να μην κολλάμε τα μάτια μας στις αλυσίδες, στην κλειστή και αμπαρωμένη εξώπορτα, που ποτέ δε θα ανοίξει με τις δικές μας δυνάμεις, να μην κάνουμε δικούς μας υπολογισμούς και λέμε ότι αυτό είναι αδύνατο, είναι απροσπέλαστο, αλλά ας ησυχάζουμε και ας κάνουμε χρήση του μεγάλου όπλου της προσευχής. Ας εμπιστευτούμε Εκείνον, τον μόνον δυνάμενο και ας ησυχάζουμε. Είναι βέβαιο ότι δε θα αργήσει η ώρα που θα ακούσουμε τη φωνή Του: "Ξύπνα, φόρεσον το ιμάτιόν σου και ακολούθει μοι".---

Σάββατο 7 Ιουνίου 2014

Ο ΕΚ ΓΕΝΕΤΗΣ ΤΥΦΛΟΣ.

Ο ΕΚ ΓΕΝΕΤΗΣ ΤΥΦΛΟΣ.

Ευαγγέλιον "κατά ΙΩΑΝΝΗΝ", κεφ. Θ/9, εδάφ. 1 - 41. 

1 ΚΑΙ ενώ αναχωρούσε, είδε έναν άνθρωπο τυφλόν εκ γενετής. 
2 Και οι μαθητές του τον ρώτησαν, λέγοντας: Ραββί, ποιος αμάρτησε, αυτός ή οι γονείς του, ώστε να γεννηθεί τυφλός; 
3 Ο Ιησούς αποκρίθηκε: Ούτε αυτός αμάρτησε ούτε οι γονείς του, αλλά, για να φανερωθούν τα έργα τού Θεού σ' αυτόν. 
4 Εγώ πρέπει να εργάζομαι τα έργα εκείνου που με απέστειλε, όσο είναι ημέρα, έρχεται νύχτα, οπότε κανένας δεν μπορεί να εργάζεται. 
5 Ενόσω είμαι μέσα στον κόσμο, είμαι το φως τού κόσμου. 
6 Αφού είπε αυτά, έφτυσε χάμω, και από το φτύσιμο έκανε πηλό, και άλειψε τον πηλό επάνω στα μάτια τού τυφλού 
7 και του είπε: Πήγαινε, νίψου στη μικρή λίμνη τού Σιλωάμ, (που μεταφράζεται: Απεσταλμένος). Πήγε, λοιπόν, και νίφτηκε, και γύρισε βλέποντας. 
8 Και οι γείτονες, και όσοι τον έβλεπαν πρωτύτερα ότι ήταν τυφλός, έλεγαν: Δεν είναι αυτός που καθόταν και ζητιάνευε; 
9 Άλλοι έλεγαν, ότι: Αυτός είναι και άλλοι ότι: Είναι ένας που του μοιάζει εκείνος έλεγε, ότι: Εγώ είμαι. 
10 Του έλεγαν, λοιπόν: Πώς άνοιξαν τα μάτια σου; 
11 Εκείνος αποκρίθηκε και είπε: Ένας άνθρωπος, που λέγεται Ιησούς, έκανε πηλό, και άλειψε τα μάτια μου, και μου είπε: Πήγαινε στη μικρή λίμνη τού Σιλωάμ, και νίψου. Και αφού πήγα και πλύθηκα, ανέκτησα την όρασή μου. 
12 Του είπαν, λοιπόν: Πού είναι εκείνος; Λέει: Δεν ξέρω. 
13 Τον φέρνουν στους Φαρισαίους, αυτόν τον άλλοτε τυφλό. 
14 Και ήταν Σάββατο, όταν ο Ιησούς έκανε τον πηλό, και άνοιξε τα μάτια του. 
15 Τον ρωτούσαν, λοιπόν, ξανά και οι Φαρισαίοι, πώς είδε το φως του. Και εκείνος είπε σ' αυτούς: Έβαλε πηλό επάνω στα μάτια μου, και νίφτηκα και βλέπω. 
16 Μερικοί από τους Φαρισαίους, λοιπόν, έλεγαν: Αυτός ο άνθρωπος δεν είναι από τον Θεό, επειδή δεν τηρεί το Σάββατο. Άλλοι έλεγαν: Πώς μπορεί ένας αμαρτωλός άνθρωπος να κάνει τέτοια θαύματα; Και υπήρχε σχίσμα αναμεταξύ τους. 
17 Λένε ξανά στον τυφλό: Εσύ τι λες γι' αυτόν, επειδή άνοιξε τα μάτια σου; Κι εκείνος είπε, ότι: Είναι προφήτης. 
18 Οι Ιουδαίοι, λοιπόν, δεν πίστεψαν γι' αυτόν ότι ήταν τυφλός και ότι είδε το φως του, μέχρις ότου φώναξαν τους γονείς εκείνου που είδε το φως του 
19 και τους ρώτησαν, λέγοντας: Είναι αυτός ο γιος σας, που λέτε ότι γεννήθηκε τυφλός; Πώς, λοιπόν, τώρα βλέπει; 
20 Οι γονείς του αποκρίθηκαν σ' αυτούς, και είπαν: Ξέρουμε ότι αυτός είναι ο γιος μας, και ότι γεννήθηκε τυφλός 
21 πώς, όμως, τώρα βλέπει δεν ξέρουμε ή, ποιος άνοιξε τα μάτια του, εμείς δεν ξέρουμε αυτός έχει ηλικία, ρωτήστε τον ίδιο αυτός θα μιλήσει για τον εαυτό του. 
22 Αυτά είπαν οι γονείς του, επειδή φοβόνταν τούς Ιουδαίους, για το ότι οι Ιουδαίοι είχαν ήδη συμφωνήσει, αν κάποιος τον ομολογήσει ως Χριστό, να γίνει αποσυνάγωγος. 
23 Γι' αυτό, οι γονείς του είπαν, ότι: Έχει ηλικία, ρωτήστε τον ίδιο. 
24 Φώναξαν, λοιπόν, για δεύτερη φορά τον άνθρωπο που ήταν τυφλός, και του είπαν: Δόξασε τον Θεό εμείς ξέρουμε ότι ο άνθρωπος αυτός είναι αμαρτωλός. 
25 Εκείνος, λοιπόν, αποκρίθηκε και είπε: Αν είναι αμαρτωλός δεν ξέρω, ένα ξέρω, ότι ήμουν τυφλός, και τώρα βλέπω. 
26 Του είπαν δε ξανά: Τι σου έκανε; Πώς άνοιξε τα μάτια σου; 
27 Τους αποκρίθηκε: Σας είπα ήδη, και δεν ακούσατε, γιατί πάλι θέλετε να το ακούτε; Μήπως κι εσείς θέλετε να γίνετε μαθητές του; 
28 Τον χλεύασαν, λοιπόν, και είπαν: Εσύ είσαι μαθητής εκείνου, εμείς όμως, είμαστε μαθητές τού Μωυσή 
29 εμείς ξέρουμε ότι ο Θεός μίλησε στον Μωυσή τούτον, όμως, δεν ξέρουμε από πού είναι. 
30 Ο άνθρωπος αποκρίθηκε και τους είπε: Κατά τούτο, μάλιστα, είναι το θαυμαστό, ότι εσείς δεν ξέρετε από πού είναι, και μου άνοιξε τα μάτια. 
31 Και ξέρουμε ότι ο Θεός αμαρτωλούς δεν ακούει, αλλά, αν κάποιος είναι θεοσεβής, και κάνει το θέλημά του, αυτόν ακούει. 
32 Από τον αιώνα δεν έχει ακουστεί, ότι κάποιος έχει ανοίξει τα μάτια ενός που γεννήθηκε τυφλός. 
33 Αν αυτός δεν ήταν από τον Θεό, δεν θα μπορούσε να κάνει τίποτε. 
34 Αποκρίθηκαν και του είπαν: Εσύ γεννήθηκες ολόκληρος μέσα σε αμαρτίες, και εσύ διδάσκεις εμάς; Και τον έβγαλαν έξω. 
35 Ο Ιησούς άκουσε ότι τον έβγαλαν έξω, και όταν τον βρήκε, του είπε: Εσύ πιστεύεις στον Υιό τού Θεού; 
36 Εκείνος αποκρίθηκε και είπε: Ποιος είναι, Κύριε, για να πιστέψω σ' αυτόν; 
37 Και ο Ιησούς είπε σ' αυτόν: Και τον είδες, κι αυτός που μιλάει μαζί σου, εκείνος είναι. 
38 Κι εκείνος είπε: Κύριε, πιστεύω. Και τον προσκύνησε. 
39 Και ο Ιησούς είπε: Εγώ για κρίση ήρθα σε τούτο τον κόσμο, για να βλέπουν αυτοί που δεν βλέπουν, και για να γίνουν τυφλοί αυτοί που βλέπουν. 
40 Και τα άκουσαν αυτά, όσοι από τους Φαρισαίους ήσαν μαζί του, και του είπαν: Μήπως κι εμείς είμαστε τυφλοί; 
41 Ο Ιησούς είπε σ' αυτούς: Αν ήσασταν τυφλοί, δεν θα είχατε αμαρτία τώρα, όμως, λέτε ότι: Βλέπουμε η αμαρτία σας, λοιπόν, μένει. 

       ΣΧΟΛΙΑ : 
      Καθώς ο Κύριος βάδιζε στο δρόμο του, είδε έναν άνθρωπο, ο οποίος ήταν εκ γενετής τυφλός. Το περιστατικό αυτό έλαβε χώρα, όταν ο Ιησούς έφευγε από το Ναό. Ο Λόγος του Θεού μας πληροφορεί ότι ο άνθρωπος αυτός είχε γεννηθεί τυφλός και αυτό, για να εκτιμήσουμε πόσο σοβαρή ήταν η κατάστασή του και πόσο μεγάλο ήταν το θαύμα που έγινε. Πρόκειται για μία αληθινή και ταυτόχρονα συμβολική ιστορία. Ο εκ γενετής τυφλός αντιπροσωπεύει όλους μας. Η αμαρτία μας τύφλωσε, μας έκλεισε τα μάτια, επέφερε σύγχυση στο νου του ανθρώπου με αποτέλεσμα να μην γνωρίζουμε γιατί ήρθαμε, γιατί υπάρχουμε και πού πορευόμαστε. Σ' αυτή την κατάσταση της απόλυτης τυφλότητας στην οποία ζούσαμε, ο Θεός δεν μας εγκατέλειψε. Αντίθετα μας αγάπησε τόσο πολύ ώστε "ώστε έδωκε τον Υιόν αυτού τον μονογενή, διά να μη απολεσθή πας ο πιστεύων εις αυτόν, αλλά να έχει ζωήν αιώνιον" (Ιωάννης Γ/3: 16). 
       Παρατηρούμε ότι στην όλη ιστορία εμπλέκονται διάφορα πρόσωπα ή ομάδες ανθρώπων. Πρώτα – πρώτα, τους μαθητές, στη συνέχεια τον τυφλό, τους Φαρισαίους, τους γονείς του τυφλού και βεβαίως τον Κύριο. Με την παρούσα μελέτη θα θέλαμε να εξετάσουμε με προσοχή τη θέση που έλαβε καθένας απ΄ αυτούς, καθώς είδαν, άκουσαν ή συμμετείχαν στο περιστατικό. Ο καθένας τους αντιπροσωπεύει μια κατηγορία ανθρώπων που υπήρχε τότε, αλλά και που σήμερα υπάρχει στον κόσμο γύρω μας. 
        1/ ΟΙ ΜΑΘΗΤΕΣ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ. 
    Οι μαθητές του Κυρίου καθώς αντίκρυσαν τον ταλαίπωρο τούτο εκ γενετής τυφλό, γεμάτοι περιέργεια ρώτησαν: "Ραββί, ποιος αμάρτησε, αυτός ή οι γονείς του, ώστε να γεννηθεί τυφλός; Εντύπωση μας δημιουργεί η περίεργη τούτη ερώτηση, αλλά και η όλη "φιλολογία" των μαθητών απέναντι στον πόνο του συνανθρώπου τους. Πουθενά δε φαίνεται να εκδηλώνεται κάποιο ενδιαφέρον για τον άνθρωπο αυτόν που υποφέρει, κάποια συγκίνηση, κάποια συμπάθεια, κάποιο έλεος, κάποια λόγια αγάπης. Όλα αυτά τα σκέπασε μια θεολογική περιέργεια και άρχισαν να «φιλοσοφούν». 
     Πόσο απογοητευτική είναι η στάση αυτή των μαθητών μπροστά στο θέαμα ενός ανθρώπου που πάσχει, που υποφέρει, που έχει ανάγκη τη συνδρομή του συνανθρώπου του! Δυστυχώς υπάρχουν πολλοί τέτοιοι άνθρωποι γύρω μας, ακόμα και μέσα από την εκκλησία του Ιησού Χριστού που αντί να βοηθούν τους άλλους σε μια δύσκολη στιγμή της ζωής τους, αρέσκονται στο να σχολιάζουν και να λένε διάφορα. Από καθαρή λοιπόν φιλοσοφία –περιέργεια-, πήραν τα μάτια από τον ανήμπορο αυτό άνθρωπο, δηλαδή τον αγνόησαν και τα έστρεψαν στον Κύριο, τον οποίον με πολύ περιέργεια ρώτησαν: «Διδάσκαλε ποιος αμάρτησε και γεννήθηκε αυτός τυφλός, ο ίδιος ή οι γονείς του;». 
      Αλήθεια, αυτό είναι που θα πρέπει να μας απασχολεί μπροστά στον πόνο, τη θλίψη, την ανέχεια του συνανθρώπου μας; Οι μαθητές δεν είχαν καμία απολύτως αμφιβολία ότι κάποιος είχε αμαρτήσει, για να βρίσκεται αυτός ο άνθρωπος σε μια τόσο τραγική κατάσταση. Μάλιστα στο συγκεκριμένο περιστατικό έχουν περιορίσει και τον κύκλο των «υπόπτων», «αυτός ή γονείς αυτού» και καλούν τον Κύριο να εκλέξει έναν από τους δύο, ως υπαιτίους. Περιμένουν να λάβουν την απάντηση και να συνεχίσουν με ήσυχη τη συνείδησή τους το δρόμο τους, αφήνοντας τον άνθρωπο αυτό να διαχειριστεί μόνος του, το μαύρο σκοτάδι της ζωής του.
     Ίδια νοοτροπία, ίδιος τρόπος σκέψης, με τους τέσσερις εκείνους φίλους του Ιώβ (Παλαιά Διαθήκη), που είχαν έρθει, για να τον παρηγορήσουν, όταν πληροφορήθηκαν τις τρομερές συμφορές, που τον είχαν χτυπήσει στη ζωή του. Μία άποψη τους διέκρινε όλους: "Για να σου συμβούν Ιώβ, τόσο μεγάλες συμφορές, άρα πρέπει να είσαι πολύ αμαρτωλός άνθρωπος". Τους ανθρώπους αυτούς ο Λόγος του Θεού τους χαρακτήρισε "άθλιους παρηγορητές" (Ιώβ ΙΣ/16: 2). 
      Πολλοί άνθρωποι υπήρχαν «τω καιρώ εκείνω», αλλά και πολλοί άνθρωποι υπάρχουν στις ημέρες μας που έχουν τις ίδιες απόψεις, όσον αφορά το πρόβλημα του πόνου, της αρρώστιας, της μεγάλης δοκιμασίας. Θεωρούν ότι όλα αυτά δεν είναι τίποτα άλλο παρά ο καρπός κάποιας ή κάποιων αμαρτιών και μάλιστα, όσο πιο μεγάλη η δοκιμασία, τόσο πιο μεγάλη είναι η αμαρτία, που «κρύβεται» πίσω απ’ αυτήν. Όλα αυτά δεν είναι τίποτα άλλο από ανθρώπινες ανόητες, επιπόλαιες εκτιμήσεις. 
     Η άποψη αυτή πέρα των άλλων θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως απόλυτα αντί βιβλική. Εκείνο που είναι φανερό μέσα από το Λόγο του Θεού είναι το γεγονός ότι η αρρώστια, ο πόνος και ο θάνατος ήρθαν στον κόσμο σαν αποτέλεσμα της ανθρώπινης αποστασίας από το Θεό. Σε καμία όμως περίπτωση αυτό δε σημαίνει ότι κάθε φορά που κάποιος υποφέρει. οπωσδήποτε αυτό οφείλεται σε κάποια συγκεκριμένη αμαρτία που διέπραξε.
      Ίσως πει κάποιος ότι πολύ αυστηρά κρίνουμε τους μαθητές του Κυρίου. Η απάντηση είναι όχι. Δεν ήταν πρώτη φορά που έκαναν τα ίδια μεγάλα λάθη. Δεν ήταν η πρώτη φορά που έμεναν ασυγκίνητοι μπροστά στον ανθρώπινο πόνο. Ας θυμηθούμε το περιστατικό που αναφέρεται στο Ευαγγέλιο «κατά Ματθαίον» (κεφ. ΙΕ/15, εδ. 21 - 28). Πρόκειται για τη γνωστή εκείνη ιστορία μας Χαναναίας μάνας, που ακολουθούσε τον Κύριο, τον παρακαλούσε και φώναζε με όλη τη δύναμη της ψυχής της: «Ελέησέ με Κύριε, Υιέ του Δαβίδ. Η θυγατέρα μου βασανίζεται από δαιμόνιο». Ο Κύριος δεν της απαντούσε. Υπάρχει ψυχή που να έκραξε ειλικρινά στον Κύριο και να μην απάντησε; Όχι, δεν υπάρχει. Ο Κύριος θα απαντήσει στην κατάλληλη ώρα, που μόνον Εκείνος τη γνωρίζει. Πολλές φορές δεν απαντά αμέσως  σύμφωνα με τις δικές μας επιθυμίες. Τούτη τη στάση του Κυρίου πολλές φορές την ερμηνεύουμε λανθασμένα, ως αδιαφορία. Ίσως ο Κύριος θέλει να δοκιμάσει και να ενισχύσει την πίστη αυτής της γυναίκας. Έχει τα δικά Του σχέδια ο Κύριος, τα οποία σε μας πολλές φορές, είναι ανεξερεύνητα (Ρωμαίους ΙΑ/11: 33).
     Ποια η στάση των μαθητών μπροστά στον ανθρώπινο πόνο; Μπροστά στο δράμα μιας δυστυχισμένης μάνας. Τι τραγικό! «Διδάσκαλε, του είπαν, απόλυσέ την, διώξε την, γιατί μας ενοχλεί» (εδάφ. 23). Δεν θα κάνουμε άλλα σχόλια, καθώς τα πράγματα μιλούν από μόνα τους. Όμως ένα ερώτημα ορθώνεται. Άραγε από τότε μέχρι σήμερα άλλαξαν νοοτροπία οι μαθητές (όλοι εκείνοι που ακολουθούν τον Κύριο και πιστεύουν σ’ Αυτόν), ή μήπως παραμένουν οι ίδιοι; Πώς αντικρίζουν τον πόνο των άλλων εκείνοι που λένε ότι είναι δικοί Του. Με θεωρία; με φιλοσοφία; με προβολή του εαυτού μας; Όσοι λένε ότι είναι δικοί Του, θα πρέπει, «καθώς Εκείνος περιεπάτησε και αυτοί να περιπατούν». (επιστολή Α΄ Ιωάννου Β/2: 6). Θα πρέπει να νιώθουμε τον πόνο των άλλων και στο μέτρο των δυνατοτήτων μας να βοηθούμε και να συμβάλουμε στην εξεύρεση κάποιων λύσεων. Οφείλουμε να ζεστάνουμε την πονεμένη ψυχή, να τους απαλύνουμε τον πόνο με το χάδι της αγάπης μας, με το έμπρακτο ενδιαφέρον μας, τη συμπάθειά μας. 
       2/ Ο ΤΥΦΛΟΣ ΖΗΤΙΑΝΟΣ. 
       Ας ασχοληθούμε τώρα και με τον τυφλό. Ο άνθρωπος αυτός δεν είχε δει ποτέ το φως. Αλήθεια ποιος από εμάς, που ο Θεός μας έδωσε τη χάρη να βλέπουμε, μπορεί να συλλάβει το μέγεθος της τραγωδίας τούτου του ανθρώπου; Ν' ακούς να μιλάνε για το θαυμάσιο τριαντάφυλλο και να μην μπορείς να το δεις. Να νιώθεις τη γαλήνη του ανοιξιάτικου πρωινού, αλλά να μην μπορείς να δεις; Τρομερό! Όλη η ζωή του δυστυχισμένου αυτού ανθρώπου αναλώθηκε με το να είναι σε μια γωνιά καθισμένος, προσπαθώντας να ζήσει από το έλεος των σκληρόκαρδων Ιουδαίων. Όμως κάποια ευλογημένη στιγμή της ζωή του πέρασε από κοντά του ο Ιησούς Χριστός. Κάποια στιγμή ο Χριστός περνάει κοντά, δίπλα από κάθε άνθρωπο και τότε όλα πλέον εξαρτώνται από εσένα προσωπικά. Ή θα φωνάξεις δυνατά: «Ιησού, υιέ του Δαβίδ, ελέησε με» (Μάρκος Ι/10: 47), ή θα Τον παραβλέψεις και θα φύγει. 
     Ο Κύριος τον είδε. Αχ αυτό το μάτι του Κυρίου όλα τα βλέπει. Είδε το δίλεπτο της χήρας (Λουκάς ΚΑ/21: 2), είδε τον Ζακχαίο πάνω σε μια συκομουριά (Λουκάς ΙΘ/19: 4). Όλα τα βλέπει το μάτι του Κυρίου. Καθώς ο Κύριος βρισκόταν κοντά στον τυφλό, έφτυσε κάτω και αφού έκανε λίγη λάσπη και έχρισε με αυτή τα μάτια του τυφλού. Εκείνος που έφτιαξε τα πάντα για άλλη μια φορά έπλασε δυο μάτια, μέσα από τη λάσπη. Όμως ο τελευταίος λόγος ανήκει στον άνθρωπο, ανήκει στην πίστη του τυφλού. Για να γίνει ένα θαύμα χρειάζεται η άπειρη δύναμη του Θεού, αλλά και η μικρή πίστη του ανθρώπου. Για να γίνει το θαύμα χρειάζεται και δική μας συμμετοχή, που είναι η εμπιστοσύνη που θα δείξει ο άνθρωπος στο Θεό.
     Πόσο μοιάζει τούτη η ψυχή με ανθρώπους που καθημερινά μας περιβάλλουν και των οποίων το σκοτάδι έχει σκεπάσει τα πνευματικά τους μάτια. Δεν γνωρίζουν γιατί υπάρχουν, πιο είναι το νόημα της ζωής τους και που πηγαίνουν και που θα καταλήξουν. Πολλοί σοφοί, μεγάλα πνευματικά αναστήματα πέρασαν από τη γη μας μα κανείς δεν έδωσε τις απαντήσεις που ζητάει ο άνθρωπος. Κανείς δε φώτισε τα πνευματικά του μάτια γιατί όλοι αυτοί, "ήταν φώτα, μύρια φώτα, μα δεν ήτανε το φως".
      Πρέπει να ομολογήσουμε πως η δοκιμασία του τυφλού ήταν μεγάλη. Δεν ήταν μια "στιγμή πίστεως" αλλά ήτανε μια "πορεία πίστεως". Καθώς, υπακούοντας στην εντολή του Κυρίου, βάδιζε προς την κολυμπήθρα του Σηλωάμ, σε κάθε του βήμα χίλιες δυο αντιδράσεις θα ένιωθε μέσα του, από τα γέλια του κόσμου, από τον παράξενο τρόπο που διάλεξε ο Κύριος να του χαρίσει το φως του, τις φωνές του εχθρού για να τον γυρίσει πίσω κ.ά. όμως αυτός δεν πτοήθηκε και κάποια στιγμή έφτασε στην κολυμπήθρα του Σηλωάμ (σημαίνει απεσταλμένος από το Θεό) και εκεί είδε το φως του. Αλήθεια πόσοι άνθρωποι ξεκίνησαν για την «κολυμπήθρα του Σηλωάμ», αλλά δεν έφτασαν ποτέ γιατί δεν πίστεψαν; Πόσοι άνθρωποι είπαν: «θα σε ακολουθήσω Κύριε όπου αν πας» (Λουκάς Θ/9: 57), αλλά στη δύσκολη στιγμή είπαν, «δεν γνωρίζω τον άνθρωπο» (Ματθαίος ΚΣ/26: 74), όπως έκανε ο Πέτρος, όταν είχαν συλλάβει τον Κύριο Ιησού Χριστό.
     Ένας ολόκληρος Πέτρος που είδε, που άκουσε, που γνώρισε, δειλιάζει μπροστά σε μια παιδίσκη και απαρνείται τον Κύριό του. Όμως στη ζωή του Πέτρου υπάρχει και το «έκλαυσεν πικρώς» (Λουκάς ΚΒ/22: 62). Και αν ακόμα, ψυχή, πέσεις στην πορεία προς την κολυμπήθρα του Σηλωάμ, σήκω επάνω, μετανόησε, κλάψε και συνέχισε την πορεία, που Εκείνος μέσα από το Λόγο Του σου έχει υποδείξει. Στην αντίθετη περίπτωση η λάσπη θα μείνει λάσπη στα πνευματικά σου μάτια και το φως δε θα έλθει ποτέ. 
      Εντύπωση μας κάνει και ο τρόπος τον οποίο ακολούθησε ο Κύριος, για να θεραπεύσει τούτον τον τυφλό άνθρωπο. Πολλούς τυφλούς είχε θεραπεύσει ο Κύριος. Σε άλλους ένα λόγο είχε πει και είχαν γίνει καλά, άλλους ακουμπώντας τους τα μάτια τους έγιναν καλά. Στη συγκεκριμένη περίπτωση βλέπουμε να ακολουθεί μια ολόκληρη διαδικασία. Έφτυσε κάτω, έκανε λάσπη, έχρισε τα μάτια του τυφλού, κατόπιν του είπε να πάει στην Κολυμπήθρα του Σηλωάμ, για να πλύνει τη λάσπη από τα μάτια του. Άραγε γιατί όλα αυτά; Είχε ανάγκη ο Κύριος από τη λάσπη και το νερό; Όχι βέβαια. Ένας μόνον λόγος Του αρκούσε για να γίνει το θαύμα. Χρειάζεται όμως, όπως είπαμε και η συμμετοχή του ανθρώπου, στη δημιουργία ενός θαύματος. 
      Εδώ φαίνεται ότι ο Κύριος ακολουθεί όλη αυτή τη διαδικασία, για να ενισχύσει την υπακοή και να εκδηλωθεί η πίστη του συγκεκριμένου τυφλού. Γνωρίζει τις ανάγκες του καθενός μας ο Κύριος και ενεργεί ανάλογα με την ιδιαίτερή μας ανάγκη και την ιδιαίτερη αδυναμία μας. Θα δει ο καλός βοσκός την ανάγκη που έχει ένα πρόβατο, μικρό, κουτσό, αδύναμο και σε αντίθεση με τα άλλα, θα σκύψει, θα το βάλει στους ώμους Του, θα το περιποιηθεί ιδιαίτερα, ακόμα και όταν τα άλλα πρόβατα θα του λένε: "Άφησέ το αυτό, μην απασχολείσαι μ’ αυτό". Δεν είναι όλοι οι άνθρωποι ίδιοι. Δεν έχουμε όλοι τις ίδιες ανάγκες. Τις ιδιαίτερες ανάγκες μας τις γνωρίζει μόνον ο Κύριος. Το απρόσεκτο και άσπλαχνο πολλές φορές μάτι του αδελφού μας δεν μπορεί να τις διακρίνει. Γι’ αυτό ακριβώς το λόγο δεν έχει νόημα να μένουμε κωλυμένοι σε κάποιες τυπικές διαδικασίες και να λέμε: "Α! αν δε γνώρισες Αυτόν, αν δεν έκανες εκείνο, αν δε σου έβαλε λάσπη και αν μόνον σε ακούμπησε ο Κύριος, ή μόνον ένα λόγο σου είπε και δε σου είπε να πας στην Κολυμπήθρα τη συγκεκριμένη ο Κύριος, τότε αμφιβάλω αν είσαι δικό Του, αν σ' έχει σώσει". Αυτά είναι ανθρώπινα μέτρα και σταθμά, επιπόλαιες και μάταιες σκέψεις. Ο Κύριος έχει τους δικούς Του τρόπους. Είναι "ανεξερεύνηται αι βουλαί του Κυρίου" (Ρωμαίους ΙΑ/11: 33). Για τον καθένα υπάρχει ένα ξεχωριστό μονοπάτι, που έχει σχέση με τις ξεχωριστές του ανάγκες. 
       3/ ΟΙ ΦΑΡΙΣΑΙΟΙ. 
    Ο τυφλός άνθρωπος που θεραπεύτηκε προκαλεί αμηχανία στους Φαρισαίους, εξαιτίας της δύναμης που φανέρωσε ο Κύριος Ιησούς Χριστός. Από τη στιγμή που δε μπορούσαν ν' αρνηθούν το θαύμα αναζητούσαν να βρουν κάποιο σφάλμα στην όλη διαδικασία. Στην προσπάθειά τους αυτή σκέφτηκαν ότι η θεραπεία είχε γίνει ημέρα Σάββατο. Το θέμα γι' αυτούς δεν ήταν τι έχει γίνει, αλλά πότε έγινε αυτό και με ποιο τρόπο. Έτσι όχι μόνον δεν τους άγγιξε το μεγάλο και μοναδικό αυτό θαύμα, αλλά φαίνονται να είναι και πάρα πολύ ενοχλημένοι και δυσαρεστημένοι από το θαύμα και μάλιστα αυτήν τη δυσαρέσκειά τους δεν έχουν καμία πρόθεση να την κρύψουν. Γι’ αυτούς θα ήταν προτιμότερο να έμενε ο άνθρωπος αυτός στο σκοτάδι, παρά τώρα που έγινε καλά και αποτελεί μια ζωντανή μαρτυρία, που έρχεται να ανατρέψει τις θρησκευτικές τους παραδόσεις και προκαταλήψεις. 
    Αυτός ο τρόπος σκέψης και αυτή η τυπική και εγωκεντρική συμπεριφορά ποτέ δεν έλειψε. Πολλές φορές οι άνθρωποι έκλεισαν τα μάτια στο φως. Πολλές φορές εμποδίσαμε το Θεό να μας ευλογήσει, προκρίνοντας διάφορες προλήψεις, συμφέροντα, εγωισμούς, που μπήκαν μπροστά και έκλεισαν το δρόμο και απέτρεψαν τη μεγάλη συνάντηση με Εκείνον. Με την συνείδηση τους πωρωμένη, όχι μονάχα δε δέχονται το φως, αλλά και με κάθε τρόπο προσπαθούν να πείσουν για το σκοτάδι. Μ' ένα πνεύμα ειρωνείας ο θεραπευμένος τους απαντά: "Μήπως και σεις θέλετε να γίνετε μαθητές Του;" Η απάντησή τους ήταν λόγια προσβλητικά, υποτιμητικά. Ο Κύριος μας έχει προειδοποιήσει: "Μακάριοι είσθε, όταν σας ονειδίσωσι και διώξωσι και είπωσιν εναντίον σας πάντα κακόν λόγον ψευδόμενοι ένεκεν εμού" (Ματθαίος Ε/5: 11). 
      Αρχικά προσπαθούν ν' αποσπάσουν από τον ίδιο τον θεραπευμένο ή από τους γονείς τους έναν λόγο που θα τους επιτρέψει ν' αμφισβητήσουν το θαύμα και όταν δεν τα καταφέρνουν να τους κάνουν να το αρνηθούν, καταβάλουν κάθε προσπάθεια για να μειώσουν Εκείνον που έκανε το θαύμα. "Δεν λέγομεν ημείς καλώς ότι Σαμαρείτης είσαι συ και δαιμόνιον έχεις;" (Ιωάννης Η/8: 48). "εμείς ξέρουμε ότι ο άνθρωπος αυτός είναι αμαρτωλός" (Ιωάννης Θ/9: 24). Πόσο παράλογη είναι η απιστία! 
       Πόσες φορές γύρω μας δε βλέπουμε να πετάγεται ένα έργο στο καλάθι της παραγνώρισης και της δυσφήμισης, γιατί αυτός που το έκανε δεν μας είναι συμπαθής ή δεν είναι δικό μας. Αυτό ακριβώς έκαναν και οι Ιουδαίοι του αναγνώσματος μας. Παραγνώρισαν το θαύμα, επειδή στον κατάλογο των εγκεκριμένων από τους ίδιους θεολόγους τους, δεν υπήρχε το όνομα Ιησούς. Το μόνιμο ερώτημά τους ήταν: «δεν εξεύρομε πόθεν είναι ούτος» (Ιωάννης Ζ/7: 27). Μα το θαυμαστό, το μοναδικό του έργο που έγινε δεν σας ενδιαφέρει; Όχι, η ταυτότητα του μας ενδιαφέρει και επειδή δεν ανήκει στους δικούς μας, άρα ούτε αυτός αξίζει, ούτε το έργο του. Μα …. τόλμησε να πει ο γιατρεμένος: "Σταμάτα, εσύ δεν ξέρεις...." πόση μεροληψία, πόσο μεγάλη απιστία!  
    Ο καλύτερος τρόπος για την αντιμετώπιση αυτών των σκοταδιστικών οργάνων δεν είναι οι ατέλειωτες συζητήσεις μαζί τους, που κανένα νόημα δεν έχουν, αφού πρόκειται για "τυφλούς, τα ώτα, το νου, τα όμματα". Η καλύτερη ομολογία είναι η ομολογία του πρώην τυφλού: «ένα εξεύρω, ότι ήμουν τυφλός και τώρα βλέπω». Ένας εκ γενετής τυφλός με την πίστη του έδωσε μια καταπληκτική ομολογία για τον Κύριο. Οι γείτονες, οι γονείς του, οι Φαρισαίοι, όλοι θορυβήθηκαν. Τ' ανοιχτά μάτια τούτου του πρώην τυφλού ήταν η τρανή απόδειξη της δυνάμεως του Θεού. 
     Επειδή όλοι είμαστε τυφλοί στα πράγματα του Θεού, ο καθένας μας ας ρωτήσει τον εαυτό του: έφτασε ποτέ στην κολυμπήθρα του Σιλωάμ; Αν έφτασε, περπατάει με ανοιχτά μάτια; Είναι  στην καθημερινή του ζωή του μια "αναμμένη λαμπάδα" που να φέγγει γύρω του μέσα στον κατασκότεινο κόσμο που ζούμε; Όπου μπαίνει ο Χριστός, τυφλοί βλέπουν και πολλοί από αυτούς, που αυτάρεσκα λένε ότι βλέπουν, τυφλώνονται. Γι’ αυτό ήλθε ο Χριστός στον κόσμο. Έφερε το φως για εκείνους που συνειδητοποιούν ότι είναι τυφλοί. Για τους άλλους αυτή είναι η κρίση: "ότι το φως ήρθε στον κόσμο και οι άνθρωποι αγάπησαν το σκοτάδι παρά το φως γιατί τα έργα τους ήτανε πονηρά" (Ιωάννης Γ/3: 19). 
       4/ ΟΙ ΓΕΙΤΟΝΕΣ ΤΟΥ ΤΥΦΛΟΥ.
   Οι πρώτοι από τους γύρω ανθρώπους που ξαφνιάστηκαν ήταν οι γείτονες του τυφλού. Δεν μπορούσαν να πιστέψουν στα μάτια τους, σ’ αυτό που έβλεπαν. Μπροστά σ’ αυτή τη δυσπιστία τους, που είναι καθαρά απιστία τους, άρχισαν να αναρωτιούνται: "Αυτός είναι; Μήπως δεν είναι αυτός;"  Τα μάτια του τυφλού άνοιξαν για να θαμπωθούν τα δικά τους. Αλήθεια η ποιο τρομερή τύφλωση είναι η τύφλωση της ψυχής. Παράδειγμα είναι το να περπατάς μέσα στη φύση, μέσα στην τέλεια δημιουργία του Θεού και πουθενά να μην μπορέσεις να διακρίνεις την πάνσοφη δύναμή Του. Παρόμοια περίπτωση είναι το να απολαμβάνεις τα πάντα γύρω σου, τόσο πλούσια και ταυτόχρονα να αμφιβάλλεις για την ύπαρξή Του, να γιορτάζεις Χριστούγεννα και Πάσχα, χωρίς τίποτα από τα άγια μήνυματά τους να αγγίζει την καρδιά σου, χωρίς κάτι να μένει μέσα στην καρδιά σου. Πνευματική τύφλωση. Δε βλέπουν, δεν ακούν, δε γνωρίζουν, δεν αναγνωρίζουν. Όταν μπορέσεις να τα ξεπεράσεις όλα αυτά, σταθείς πάνω από την μίζερη ανθρώπινη νοοτροπία, τότε να είσαι σίγουρος ότι έφτασες στη κολυμπήθρα του Σηλωάμ. 
     5/ ΟΙ ΓΟΝΕΙΣ ΤΟΥ ΤΥΦΛΟΥ. 
     Οι άνθρωποι αυτοί σίγουρα θα ήταν πολύ ταλαιπωρημένοι πονεμένοι. Άραγε υπάρχει μεγαλύτερη τραγωδία από το να γεννηθεί το παιδί σου και να σου πουν οι γιατροί ότι το παιδί σου έχει αυτήν ή εκείνη τη σοβαρή πάθηση. Να σου πουν ότι το παιδί σου δε θα δει ποτέ το φως της ημέρας; Έσχατη τραγωδία! Και ενώ έτσι προχωρούσε η ζωή τους, με το παράπονο, με τη θλίψη στην καρδιά τους, ξαφνικά βλέπουν μπροστά τους το τυφλό παιδί τους να έχει αποκατασταθεί η όρασή του και να βλέπει. Αλήθεια πόσο μεγάλη χαρά θα αισθάνθηκαν, πόσο μεγάλη ευγνωμοσύνη γι’ Αυτόν που έδωσε το φως στο παιδί τους. Παρ' όλα αυτά οι γονείς του ενδιαφέρονται λιγότερο για την αλήθεια και περισσότερο για τη θρησκευτική τους υπόληψη. Το ν' αναγνωρίσουν τον Ιησού Χριστό και να μοιραστούν την απόρριψή Του είναι παραπάνω απ' ότι μπορούν να σηκώσουν, εξαιτίας του "φόβου των Ιουδαίων" (Ιωάννης Ζ/7: 13). Οι άνθρωποι αυτοί αντί να ομολογήσουν το όνομα του ευεργέτη του παιδιού τους, αντί να πουν δημόσια ένα μεγάλο ευχαριστώ, αποφεύγουν να κάνουν οποιαδήποτε δήλωση. Φοβούνται το όνειδος και γι' αυτό τρομοκρατη-μένοι απαντάνε τους Φαρισαίους. «Εμάς μη μας ρωτάτε, εμείς δεν ξέρουμε τίποτα, αυτός ηλικία έχει, αυτόν ρωτήστε».  Εκείνοι που είχαν χρόνια δεχτεί να βαστάνε το δράμα της τύφλωσης του παιδιού τους αρνούνται τώρα να βαστήξουν το φορτίο της χαράς. Αρνούνται να ομολογήσουν το θαύμα και Τον Λυτρωτή, αρνούνται να φανούν τίμιοι και υπεύθυνοι και για να το πούμε, με πιο απλά λόγια, αρνούνται να τα βάλουν με το θρησκευτικό κατεστημένο. Πόσοι άνθρωποι και σήμερα τους μοιάζουν ενεργώντας με τον ίδιο φοβισμένο, υποκριτικό τρόπο.
      Τι μεγάλη ντροπή που είναι να φοβάσαι τους ανθρώπους και όχι το Θεό, να προτιμάς να γίνεσαι αχάριστος, για να μη γίνεις αποσυνάγωγος, ν' αρνείσαι το θαύμα, για να μη σε αρνηθούν οι υποκριτές, οι ψευτοηρακλείδες της πίστης. Αλήθεια γιατί μας φοβίζουν τόσο πολύ οι «Ιουδαίοι»; Είναι τόσο δυνατοί οι «Ιουδαίοι»; ή μήπως εμείς είμαστε πνευματικά πολύ ανίσχυροι; Ο Θεός, για να έχουμε μέτρο της δύναμής Του, μας χάρισε την ωραία ιστορία του Δαβίδ και του Γολιάθ. Δεν ήταν δυνατόν να σταθεί όρθιος ο σιδηρόφρακτος Φιλισταίος μπροστά στην πνευματική δύναμη εκείνου του τσοπανόπουλου, που βάδιζε εναντίον του «στο όνομα του Κυρίου των δυνάμεων» (Α'  Σαμουήλ  ΙΖ/17: 45). 
      6/ Ο ΠΡΩΗΝ ΤΥΦΛΟΣ.      
     Η ανάβλεψη του «εκ γενετούς τυφλού» υπήρξε αναμφίβολα ένα μεγάλο θαύμα. Ήταν κάτι το οποίο δεν έγινε κρυφά αλλά παρουσία όλων. Ο ίδιος ο γιατρεμένος δεν φαίνεται καθόλου να συμμερίζεται τους φόβους και τις προκαταλήψεις των γονέων του και με θάρρος διακηρύττει: "Ο Ιησούς με έκανε καλά".  Γι' αυτόν πλέον τα πράγματα δεν είναι ούτε θεωρία, ούτε διδασκαλία, αλλά πράξη γι' αυτό και  το μόνο που έχει να πει σε όλους αυτούς που τον επικρίνουν και κατηγορούν τον Κύριο, είναι: "ένα ξέρω, ότι ήμουν τυφλός, και τώρα βλέπω" (εδ. 25). Όλες οι λυτρωμένες ψυχές με το αίμα του Ιησού Χριστού μπορούν να επαναλάβουν τούτα λόγια: "Ναι, ήμουν τυφλός και τώρα βλέπω". 
     Οι μάχες είναι του Κυρίου, από μένα και από εσένα χρειάζεται μόνον η πίστη. 
     Χρειάζεται να εμπιστευτούμε Εκείνον, τον μόνον δυνάμενο να κάνει στη ζωή μας «υπέρ εκ περισσού από όσα εμείς ζητούμε ή νοούμε» (Εφεσίους Γ/3: 20). Αλήθεια πόσες φορές δε σταθήκαμε με το ίδιο τρόπο που στάθηκαν τούτοι οι τραγικοί γονείς; Πόσες φορές δεν είπαμε: «εμάς μη μας ρωτάτε, εμείς δεν γνωρίζουμε ….». Πόσες φορές επιλέξαμε την εύκολη λύση και προσπαθήσαμε να κρυφτούμε μέσα στο πλήθος και να λάβουμε μια θέση ουδετερότητας σε πνευματικά θέματα; 
    Ο άνθρωπος που έχει σχέση με το Χριστό επιβάλλεται κάτι να πει, κάτι να κάνει. Επιβάλλεται πάνω απ’ όλα με θάρρος και παρρησία να ομολογεί το Όνομά Του (Ρωμαίους Ι/10: 9). Να μη σκεφτόμαστε ότι θα δυσαρεστήσουμε κάποιον ή κάποιους, ότι θα υπάρξει σοβαρός κίνδυνος για τη δουλειά μας, τα συμφέροντά μας, ας μη φοβόμαστε να μιλήσουμε μην εκτεθούμε, περιμένοντας να μιλήσουν άλλοι. Ορθά, κοφτά είπε ο Κύριος: «Κανένας δούλος δεν μπορεί να δουλεύει δύο κυρίους, επειδή, ή τον έναν θα μισήσει, και τον άλλον θα αγαπήσει, ή στον έναν θα προσκολληθεί, και τον άλλον θα καταφρονήσει» (Λουκάς ΙΣ/16: 13). Δεν μπορείτε να δουλεύετε τον Θεό και το Μαμωνά. Δεν μπορεί να είσαι του Χριστού και να μην έχεις το θάρρος να ομολογήσεις τον ευεργέτη σου και την ευεργεσία, που Αυτός έκανε μέσα στη ζωή σου, Εκείνον που πέθανε πάνω στο σταυρό για τις δικές μας αμαρτίες (Α' Ιωάννου  Β/2: 2). Ας θυμόμαστε Εκείνον που με τη θυσία Του έγινε Σωτήρας, Λυτρωτής, Κύριος για τον καθένα από μας. 
         6/ Ο ΚΥΡΙΟΣ.
    Μπορεί όλοι αυτοί οι άνθρωποι που είδαμε παραπάνω, άλλοι λίγο και άλλοι πολύ, να μας απογοήτευσαν, όμως παντού και πάντοτε ο Κύριος έχει τον τελευταίο λόγο. Και ο λόγος του Κυρίου είναι πάντα παρήγορος και έρχεται για να ενισχύσει τον άνθρωπο. Ο Κύριος από την αρχή έχει  πει: "διά να φανερωθώσι τα έργα του Θεού εν αυτώ" (εδ. 3). Ο Κύριος είχε έρθει ανάμεσά μας για να μας φανερώσει τα έργα και το θέλημα του Θεού. 
     Ας ξεχάσουμε όλους τους παραπάνω πρωταγωνιστές και ας μείνουμε μόνοι με το Χριστό. Τι θαυμαστή υπομονή! Πόσο μεγάλο και φωτεινό παράδειγμα υπομονής είναι ο Κύριος για τον καθένα μας! Οι άνθρωποι Τον πίκραναν και εξακολουθούν να Τον πικραίνουν και εξακολουθούν να Τον αρνούνται και εξακολουθούν με τη ζωή τους να διακηρύττουν: «δεν θέλομεν ούτος βασιλεύσει εφ’ ημών» (Λουκάς ΙΘ/19: 14). Ενώ οι άνθρωποι τον έβγαλαν έξω από την καρδιά τους και κατ’ επέκτασιν και από τη ζωή τους, ενώ Τον αγνόησαν, Τον απέφυγαν, Τον απέκρουσαν, Αυτός επιμένει να στέκεται έξω από την πόρτα της καρδιά τους και με αγάπη, με υπομονή να κρούει τη θύρα της καρδιάς τους (Αποκάλυψη Γ/3: 20). 
     Μπορεί όλοι οι παραπάνω με τη στάση και τη συμπεριφορά τους, τα ευτελή και ταπεινά τους αισθήματα να μας απογοήτευσαν, μπορεί και σήμερα να αισθανόμαστε το ίδιο για τους ανθρώπους γύρω μας, όμως μη σταθούμε εκεί. Ας προχωρήσουμε πιο πέρα απ' όλα αυτά, ας αφήσουμε την περιφέρεια και ας προχωρήσουμε προς το κέντρο, που είναι ο αναστημένος και δοξασμένος Κύριος Ιησούς Χριστός.. Εκείνος δε θα μας απογοητεύσει ποτέ. Ο αιώνιος Λόγος του Θεού διακηρύττει: «όποιος πιστέψει σ’ Αυτόν, δεν θα καταισχυνθεί στον αιώνα» (Ρωμαίους Ι/10: 11). Με αγάπη θα σταθεί δίπλα μας, θα μας ανοίξει τα μάτια, γιατί τυφλοί είμαστε όλοι μας. Αυτός θα μας γεμίσει με το φως το αληθινό (Ιωάννης Α/1: 9), ώστε να είμαστε "άμεμπτοι και ακέραιοι, τέκνα Θεού αμώμητα εν μέσω γενεάς σκολιάς και διεστραμμένης, μεταξύ των οποίων λάμπετε ως φωστήρες εν τω κόσμω" (Φιλιππησίους Β/2: 15). ---




 

Παρασκευή 30 Μαΐου 2014

Προφήτης MIXAIAΣ , κεφ. Σ (6), εδάφ. 8.

 
         Προφήτης MIXAIAΣ , κεφ. Σ / 6, εδάφ. 8.        (Παλαιά Διαθήκη).


       «Αυτός σοι έδειξεν, άνθρωπε, τι το καλόν και τι ζητεί ο Κύριος παρά σου, ειμή να πράττεις το δίκαιον, και να αγαπάς έλεος και να περιπατείς ταπεινώς μετά του Θεού σου».

       Μετάφραση.
      «Ο Κύριος σου δίδαξε άνθρωπε τι είναι καλό και τι ζητάει από σένα : Να πράττεις το δίκαιο, να δείχνεις αγάπη, να περπατάς ταπεινά, μαζί με το Θεό σου».

      ΣΧΟΛΙΑ :
      Με απλά λόγια έρχεται ο προφήτης του Θεού, να δώσει μια ολοκληρωμένη εικόνα της χριστιανικής ζωής. Να πράττεις το δίκαιο, να έχεις αγάπη και να περπατάς με το Θεό. Ένας οδοιπόρος είναι ο Χριστιανός. Οδοιπορεί μέσα από ένα δρόμο, τον οποίο η αμαρτία έχει καταστήσει σκληρό, στενό, δύσβατο. Ο Θεός και σήμερα, δια Ιησού Χριστού, βγάζει ανθρώπους μέσα από την Αίγυπτο, μέσα από την σκλαβιά, την αμαρτία, το θάνατο, με ένα σκοπό : Να τις οδηγήσει στη γη της επαγγελίας. Να τις οδηγήσει στον ουρανό και να τους χαρίσει αιώνια ζωή. (Α΄ Ιωάννου Β : 25).
       Καθώς ο άνθρωπος βγαίνει από την Αίγυπτο, μέχρι να φθάσει στη γη της επαγγελίας, θα πρέπει να περπατήσει μέσα από την έρημο, τούτης της ζωής. Οι κίνδυνοι τούτης της πορείας πολλοί. Ληστές (Λουκάς Ι : 30) και λήσταρχοι παντού, έτοιμοι να ληστέψουν, να εξοντώσουν, με κάθε τρόπο να ανακόψουν την πορεία του χριστιανού, προς το Θεό και την αιώνια ζωή. Ο εχθρός καιροφυλακτεί σε κάθε βήμα. Πότε «ως άγγελος φωτός» (Β΄ Κορινθίους ΙΑ : 14), και πότε «ως λέων ορυώμενος» (Α΄ Πέτρου Ε : 8).
      Πως θα περπατήσει ο άνθρωπος, κάτω από αυτές τις εξαιρετικά δυσμενείς συνθήκες, πολύ περισσότερο, πως θα σταθεί, όπως ο Θεός τον θέλει. Κάποτε οι μαθητές είπαν στον Κύριο : «Σκληρός είναι αυτός ο λόγος, ποιος μπορεί να τον ακούει;». (Ιωάννης Σ : 60). Πως μπορεί ο άνθρωπος να περπατήσει και να σταθεί, όπως ο Θεός τον θέλει. Και πάλι την απάντηση μας τη δίνει ο Ιησούς Χριστός : «Και εκείνος είπε: Τα αδύνατα για τους ανθρώπους είναι δυνατά για τον Θεό». (Λουκάς ΙΗ : 27).
     Μόνον ένας τρόπος υπάρχει να προχωρήσει ο άνθρωπος, σε τούτη τη ζωή. Οδοιπορώντας, βαδίζοντας, μαζί με το Θεό. Ένα ταξίδι είναι η χριστιανική ζωή. Άραγε να υπάρχει πιο ολοκληρωμένη εικόνα για το χριστιανό άνθρωπο. Το πώς πρέπει να σταθεί ο χριστιανός σε τούτο το ταξίδι, μας το έχει πει ο Θεός. Ό,τι έπρεπε να γνωρίζουμε μας το έχει αποκαλύψει, μέσα από τον αιώνιο και αψευδή Λόγο Του, την Καινή & Παλαιά Διαθήκη. Ήρθε ο Υιός του Θεού, περπάτησε ανάμεσά μας, θυσιάστηκε πάνω στο σταυρό, παίρνοντας Αυτός το βάρος των αμαρτιών μας και μας αποκάλυψε ό,τι έπρεπε να γνωρίζουμε για τη σχέση μας με το Θεό και τη σωτηρία μας. Μας αποκάλυψε πως θα πρέπει να βαδίζουμε το δρόμο της χριστιανικής μας ζωής.
     Για να διανύσει ο οδηγός έναν δρόμο με ασφάλεια, θα πρέπει πιστά να ακολουθεί την οδική σήμανση. Και στο δρόμο του χριστιανού υπάρχει σήμανση, την οποία ο ίδιος ο Κύριος έχει θέσει. Και ότι ο Κύριος έχει θέσει, ουδείς δύναται να ακυρώσει ή να παραβλέψει.
    Το πρώτο σήμα που θα συναντήσει ο χριστιανός στο δρόμο του είναι: «Μείνατε εν εμοί». (Ιωάννης ΙΕ : 4). Πόσες ερμηνείες θα είχαν δώσει, οι κατά καιρούς θεολόγοι σε τούτες τις τόσο σημαντικές φράσεις. Κάποιος θα έλεγε, ξέρεις με τούτα τα λόγια ο Κύριος εννοούσε το α, κάποιος άλλος εννοούσε το β, όμως ο Κύριος έσπευσε να δώσει το μέτρο και να διευκρινίσει ακριβώς τι εννοεί. Είπε λοιπόν ο Κύριος.
5 Εγώ είμαι η άμπελος, σεις τα κλήματα. Ο μένων εν εμοί και εγώ εν αυτώ, ούτος φέρει καρπόν πολύν, διότι χωρίς εμού δεν δύνασθε να κάμητε ουδέν.
6 Εάν τις δεν μείνει εν εμοί, ρίπτεται έξω ως το κλήμα και ξηραίνεται, και συνάγουσιν αυτά και ρίπτουσιν εις το πυρ, και καίονται.
7 Εάν μείνητε εν εμοί και οι λόγοι μου μείνωσιν εν υμίν, θέλετε ζητεί ό,τι αν θέλητε, και θέλει γείνει εις εσάς. (Ιωάννης ΙΕ: 5 - 7).
      Τόσο στενή σχέση θέλει ο Κύριος να έχουμε με Αυτόν. Όταν ο άνθρωπος, με τη χάρη του Θεού, λάβει τη σωτηρία, διά Ιησού Χριστού, (Πράξεις Δ:12), θα πρέπει να «μένει εν Χριστώ». «Έξω δε είναι οι κύνες και οι μάγοι και οι πόρνοι και οι φονείς και οι ειδωλολάτραι και πας ο αγαπών και πράττων το ψεύδος». (Αποκάλυψη ΚΒ:15). Σιγά – σιγά με την αναγέννηση (Ιωάννης Γ : 5), η ζωή του Χριστού διαχέεται μέσα στη ζωή του πιστού ανθρώπου. Ο πρώην αμαρτωλός γίνεται «νέο κτίσμα» (Β΄ Κορινθίου Ε : 17). Τούτος ο στενός δεσμός, καθώς αυξάνεται, αρχίζει να εκδηλώνεται στο περιβάλλον. Στο ευαγγέλιο του Ιωάννη, κεφ. Β : 6) αναφέρεται: «Οστις λέγει ότι μένει εν Αυτώ, χρεωστεί καθώς Εκείνος περιεπάτησε και αυτός, ούτω να περιπατεί». Δεν υπάρχει μεγαλύτερη μαρτυρία από το να περπατάει ο άνθρωπος στα χνάρια Εκείνου. Ο άνθρωπος αυτός είναι ευλογημένος από τον Κύριο, ξεχωρίζει, είναι μια ζωντανή μαρτυρία, είναι ένα υπόδειγμα της ζωής του Χριστού. Ψυχές που θα τον γνωρίσουν, θα ευλογηθούν και θα έρθουν κοντά στο Χριστό. Ανήκει στον λαό εκείνον, τον οποίο απέκτησε ο Θεός, διά να εξαγγείλει τις αρετές Εκείνου, ο οποίος μας κάλεσε, από το σκοτάδι, στο θαυμαστό αυτού φως». (Α’ Πέτρου Β : 9).
        Οδοιπορία η χριστιανική ζωή. Και για να βαδίσει κανείς θα πρέπει να υπάρχει ο δρόμος. Σε ποιο δρόμο θα βαδίσει ο χριστιανός. Για το χριστιανό υπάρχει ένας δρόμος, τον οποίο άνοιξε η αγάπη του Θεού, διά της θυσίας του Υιού Του. Στο Ευαγγέλιο του Ιωάννη ΙΔ : 4-7 αναφέρεται ένας χαρακτηριστικός διάλογος, που είχε ο Κύριος με το μαθητή το Θωμά. «Λέγει προς αυτός ο Θωμάς, Κύριε δεν εξεύρωμεν που υπάγεις και πως δυνάμεθα να εξεύρωμεν την οδόν. Λέγει προς αυτόν ο Ιησούς, Εγώ είμαι η οδός και η αλήθεια και η ζωή, ουδείς έρχεται προς τον Πατέρα ειμή δι’ εμου. Εάν εγνωρίζετε Εμέ και τον Πατέρα μου ηθέλετε γνωρίσει και από του νύν γτνωρίζετε αυτόν και είδετε αυτόν».
        Ο Χριστός είναι ο δρόμος. Τούτος ο δρόμος έχει τη δική του ιστορία. Τον άνοιξε ο Χριστός με το πολύτιμό Του αίμα, με τη θυσία του πάνω στο σταυρό. Πέθανε και λίγο πριν πεθάνει, μια κραυγή βγήκε από το Άγιο στόμα Του. «Τετέλεσται». (Ιωάννης ΙΘ : 30). Τι σημαίνει αυτό. Σημαίνει ότι το έργο τελείωσε, η οδός ανοίχθηκε. Ο δρόμος προς τον Πατέρα πλέον, τον οποίο είχε κρύψει η αμαρτία, είναι ανοικτός. Είναι η κραυγή του νικητή «Τετέλεσται». Ο πιστός βαδίζει πάνω στο δρόμο που άνοιξε ο Χριστός, “τα μεν οπίσω λησμονών, εις δε τα έμπροσθεν επεκτεινόμενος” (Φιλιππησίους Γ : 13).
      Το παρελθόν το τακτοποίησε ο Χριστός, τις αμαρτίες μας τις φορτώθηκε Αυτός, πάνω στο σταυρό και πέθανε Αυτός στη θέση τη δική μας. Ο χριστιανός καθώς βαδίζει στην έρημο τούτης της ζωής δεν είναι μόνος, ο Χριστός βαδίζει δίπλα του. Έχει το μεγάλο προνόμιο να έρχεται μπροστά στο θρόνο του Πατέρα, διά της προσευχής. Μια μέρα, στο τέλος αυτού του δρόμου, θα δει το Θεό «πρόσωπο, προς πρόσωπο». (Α΄ Κορινθίους ΙΓ : 12).
       Ο Απόστολος Παύλος αναφέρει: «Περιπατείτε αξίως του Θεού, ο οποίος σας προσκάλεσε εις την βασιλεία Του και δόξα» (Εφεσίους Δ : 1). Ήταν καλεσμένος του Θεού. Είχε λάβει ουράνια πρόσκληση. Βάδισε πάνω στο δρόμο του Χριστού. «Τον αγώνα τον καλό αγωνίστηκε, το δρόμο τελείωσε, την πίστη διατήρησε, του λοιπού μένει να αποδοθεί σ’ αυτόν ο στέφανος της δικαιοσύνης». (Τιμόθεου Β΄ Δ : 7).
     Βλέπουμε στους Ολυμπιακούς και άλλους αθλητικούς αγώνες τους νικητές, να ανεβαίνουν πάνω στο βήμα και να παίρνουν τα βραβεία τους. Αγωνίστηκαν μια ζωή για τούτο το βραβείο, άσκηση, στερήσεις, κλπ. Τώρα βραβεύονται. Όλος ο κόσμος τους χειροκροτεί και τους επευφημεί. Και τι είναι τούτο μπροστά στα βραβεία του ουρανού. Ο Χριστός θα ομολογεί το όνομα της λυτρωμένης ψυχής. (Ματθαίος Ι : 32). Ο Πατέρας Θεός θα πάρει το στέφανο της δόξης και θα τον αποδώσει στον νικητή. Πόσο χαρακτηριστικός είναι ο Κύριος σε εκείνη την παραβολή των «μνών». (Ματθαίος ΚΕ : 21). «Και είπε προς αυτόν ο Κύριος, Εύγε δούλε αγαθέ και πιστέ, εις τα ολίγα εστάθης πιστός, επί πολλών θέλω σε καταστήσει, είσελθε εις την χαράν του Κυρίου σου». Για να απολαύσει ο άνθρωπος, «Εκείνα τα οποία μάτι δεν είδε, αυτί δεν άκουσε και σε καρδιά ανθρώπου δεν ενέβηκαν, εκείνα που ο Θεός ετοίμασε, γι’ αυτούς που Τον αγαπούν». (Α΄ Κορινθίους Β : 9).
       Κάθε φορά που παραβρίσκομαι σε κηδεία πιστών ανθρώπων, θυμάμαι τα λόγια του Αποστόλου Παύλου : «Σπείρεται εν φθορά, ανίσταται εν αφθαρσία, σπείρεται εν ατιμία, αντίσταται εν δόξη, σπείρεται εν ασθενεία, ανίσταται εν δυνάμει, σπείρεται σώμα ζωϊκό, ανίσταται σώμα πνευματικό» (Α΄ Κορινθίους ΙΕ : 42,43). «…διότι θα σαλπίσει και οι νεκροί θα αναστηθούν άφθαρτοι, …» (Α΄ Κορινθίους ΙΕ : 52).
      Εκεί θα καταλήξει μια μέρα ο οδοιπόρος του ουρανού. Όμως αυτό δεν είναι το τέρμα. Κλείνοντας τα μάτια του ο πιστός άνθρωπος σε τούτη τη ζωή, μεταβαίνει σε μια νέα κατάσταση. Μία μακάρια κατάσταση «Από σήμερα θα είσαι μαζί μου στον παράδεισο», είπε στο ληστή. Μπορεί να υπάρχει κάτι καλύτερο απ’ αυτό; Καθώς τώρα έχει χωριστεί ο άνθρωπος, το πνεύμα ευρίσκεται στην παρουσία του Θεού, ενώ το σώμα σήπεται εις τον τάφο. Όμως θα έρθει ώρα που «οι αποθανόντες εν Χριστώ, αναστήσονται πρώτον». (Α΄ Θεσσαλονικείς Δ : 16).
       Οι μη έχοντες ελπίδα, κλαίνε, στεναχωριούνται, όταν αναχωρήσει ένας άνθρωπος. Όλοι εμείς, που ο Κύριος έχει βάλει την ελπίδα μέσα μας, γνωρίζουμε ότι εκείνη την ημέρα, θα Τον δούμε στον ουρανό. Θα είναι κι’ αυτή η ψυχή μέσα σε κείνη τη μεγάλη χορωδία του ουρανού και θα ψάλουμε όλοι μαζί: Άγιος, Άγιος, Άγιος, είναι ο Θεός. «Αξιος είσαι Κύριε, να λάβει τη δόξα και την τιμή και τη δύναμη, διότι εσύ έκτισες τα πάντα, και δια το θέλημά σου υπάρχουσι και εκτίσθησαν». (Αποκάλυψη Δ : 11).
      Οδοιπόρος είναι ο χριστιανός, σε ένα δρόμο δύσκολο, στενό και εξαιρετικά επικίνδυνο «επειδή στενή είναι η πύλη και τεθλιμμένη η οδός, η φέρουσα εις την ζωήν και ολίγοι είναι οι ευρίσκοντες αυτήν» (Ματθαίος Ζ : 14). Για να μπει κανείς σε τούτο το δρόμο και να βαδίσει, μια απόφαση χρειάζεται. Μια ομολογία καρδιάς. Ναι Κύριε θα σε ακολουθήσω. Είναι μια απόφαση προσωπικής γνωριμίας με το Χριστό, που θα πρέπει ο καθένας να την πάρει μόνος του. Όχι να ενταχθεί σε κάποιο θρησκευτικό σύστημα. Θρήσκος ήταν και ο Απόστολος Παύλος, αλλά ήταν εχθρός του Θεού. Ο ίδιος ομολογεί : «Διότι εγώ είμαι ο ελάχιστος των αποστόλων, όστις δεν είμαι άξιος να ονομάζομαι απόστολος, διότι κατεδίωξα την εκκλησία του Θεού» (Α΄ Κορινθίους ΙΕ : 9). Είχε πολλές περγαμηνές στη ζωή του, αλλά η αξία τους ήταν μηδενική. Όλα τα θεώρησε σκύβαλα. (Φιλιππησίους Γ : 8).
      Ο δρόμος του Χριστιανού αρχίζει με την αναγέννηση. Ο μεγάλος εκείνος διδάσκαλος του Ισραήλ, που λεγόταν Νικόδημος, από άγνοια, δεν βάδιζε στο δρόμο του Χριστού και ήρθε ο Κύριος να του το επισημάνει. Για να βαδίσεις στο δρόμο, που θα σε φέρει μπροστά στο Θεό, θα πρέπει να «αναγεννηθείς άνωθεν» του είπε ο Κύριος. (Ιωάννης Γ : 1-12).
       Ας ελέγξει ο καθένας τον εαυτόν του. Αν κάπου φανείς ελλιπής, φώναξε προς Αυτόν. Και σε μένα Κύριε, και σε μένα Χριστέ μου, δώσε την αναγέννηση, τη νέα ζωή, (Ρωμαίους Σ : 4), τη δική Σου ζωή. Εκείνος θα σου τη δώσει. Θα σου τη δώσει, «κατά τον πλούτον Αυτού». Ο Απ. Παύλος αναφέρει : «ο δε Θεός μου θέλει εκπληρώσει πάσαν χρείαν σας κατά τον πλούτον αυτού εν δόξη, διά Ιησού Χριστού" (Φιλιππησίους Δ : 19). Αισθάνεσαι ελλιπής, έχεις ανάγκες, ζήτησε από τον πλούτο του Χριστού. Είναι έτοιμος να δώσει στον καθένα μας, πάνω από εκείνα τα οποία ζητούμε ή νοούμε. (Εφεσίους Γ : 20). «Σας παρακαλώ λοιπόν εγώ ο δέσμιος εν Κυρίων να περιπατείτε αξίως της προσκλήσεως, καθ’ ην προσεκλήθηκε» (Α΄Θεσσαλονικείς Β : 12). Δεν αρκεί να περιπατεί ο χριστιανός, θα πρέπει και να περιπατεί αξίως. Το περπάτημά του θα πρέπει να έχει αποτέλεσμα, καρπό για τον Κύριο. Ένα άλογο δεμένο από ένα στύλο, καθώς αλέθει το σιτάρι διανύει πολλά χιλιόμετρα την ημέρα, χωρίς να έχει προχωρήσει καθόλου, από το σημείο που ξεκίνησε. Δυστυχώς τούτο το φαινόμενο μπορεί να υπάρξει και στην πνευματική ζωή. Είθε ο Θεός να μας κρατάει πραγματικούς οδοιπόρους, στο δρόμο το δικό Του, με καρπό, με αποτέλεσμα, με πνευματική πρόοδο, μέσα στη ζωή μας.
     Ο Απ. Παύλος στην Α΄ Θεσσαλονικείς Δ : 1-3 αναφέρει: «Οθεν του λοιπού αδελφοί, σας παρακαλούμε και σας προτρέπομεν, δια του Κυρίου Ιησού, καθώς παρελάβετε παρ’ ημών το πως πρέπει να περιπατείτε και να αρέσκητε εις τον Θεόν, ούτω να περισσεύητε εις το μάλλον». Να αρέσκετε στο Θεό. Αυτός είναι ο στόχος. Αυτό είναι το μέτρο, με το οποίο θα πρέπει να ρυθμίζω τη ζωή μου. Όχι να προσπαθώ να αρέσω στους ανθρώπους, αλλά στο Θεό. Κάπου 10 χρόνια αργότερα, μέσα από τις φυλακές της Ρώμης στέλνει ένα γράμμα, για τους πιστούς που ζούσαν στις Κολοσσές και τους γράφει (Κολοσσαείς. Α: 9-10): «Δεν παύω να προσεύχομαι για σας να περιπατήσετε αξίως του Κυρίου, ευαρεστούντες κατά πάντα..»
     Τι σημαίνει ευαρεστώ, σημαίνει ευχαριστώ, ικανοποιώ. Δίνω χαρά στον Κύριο με τη ζωή μου ή αντίθετα λυπώ τον Κύριο (Εφεσίους Δ : 30). Αλήθεια, με τον τρόπο που έζησα σήμερα, έδωσα λίγη χαρά στον Κύριο. Μπορεί να πει για μένα ο Κύριος: «Ο Αντίπας ο μάρτυς μου ο πιστός» (Αποκάλυψη Β : 13). Από τούτα τα λόγια του Κυρίου μια λέξη έχει όλη τη σημασία, το «μου».
     Καθώς βαδίζω στο δρόμο του Χριστού, έναν ακόμα σηματοδότη δεν θα πρέπει να αγνοήσω. Τις σχέσεις μου με τους άλλους ανθρώπους. Δεν θα πρέπει να σταθώ φιλάρεσκα και να πω : Εμένα με έσωσε ο Χριστός, τι με νοιάζουν οι άλλοι. Όχι. Πρέπει με ευγένεια να σταθούμε και να τους δώσουμε το μήνυμα της σωτηρίας, την οποία και σήμερα προσφέρει ο Χριστός σε κάθε ψυχή που ειλικρινά θα μετανοήσει. Έρχεται κάποιος στο μαγαζί σου και σου αφήνει ένα κάλεσμα για το γάμο των παιδιών του. Όταν περάσει ο (τάδε) δώσε του αυτό το κάλεσμα. Μια υποχρέωση έχεις, όταν θα τον δεις : Να του δώσεις το κάλεσμα. Αν αυτός πάει στο γάμο, αν δεν πάει, αν πάει δώρο ή όχι, δεν αφορά εσένα, αφορά εκείνον που έστειλε το κάλεσμα. Σ’ αυτόν θα δώσει λόγο ο καλεσμένος. Γι’ αυτό ο Απ. Παύλος προς τους Κολοσσαείς, (Ε : 5), αναφέρει κάτι πολύ σημαντικό : «περιπατείτε εν φρονήσει προς τους έξω». Φρόνηση, περίσκεψη, προσοχή, θα πρέπει να διακρίνουν τις διάφορες λεπτομέρειες της καθημερινής μας ζωής. Με τη ζωή του ο καθένας μπορεί να βοηθήσει ή να αποτρέψει κάποιον να γνωρίσει το Θεό.
      Στην επιστολή «προς Εφεσίους» αναφέρεται: «Ησθε κάποτε σκότος, τώρα όμως φως εν Κυρίω, περιπατείτε ως τέκνα φωτός». Πόσο σημαντικό κι αυτό. Δύο ομάδες ανθρώπων βλέπει γύρω του ο Απ. Παύλος: Η μια είναι ταυτισμένη με το σκοτάδι. Η άλλη είναι ταυτισμένη με το φως. Η πρώτη δημιουργική πράξη του Θεού ήταν να χωρίσει το σκοτάδι από το φως. Είπε ο Θεός. Γεννηθήτω φως … Και διαχώρισε ο Θεός το φως από το σκοτάδι. Και σήμερα, όπου μπει ο Θεός, φεύγει το σκοτάδι. Τόσο θα πρέπει να απέχει η ζωή του Χριστιανού από τη ζωή του άπιστου. Όσο το φως από το σκοτάδι. Στην επιστολή Β΄ Κορινθίους, κεφ. Σ, εδάφ. 14 «….ποία κοινωνίαν έχει το φως προς το σκότος …»,
     Άλλος σηματοδότης είναι οι σχέσεις και η συμπεριφορά μου, με τους ανθρώπους με τους οποίους συνοδοιπορώ. Με τους άλλους πιστούς ανθρώπους. «περιπατείτε εν αγάπη, καθώς και ο Χριστός μας αγάπησε και παρέδωκε εαυτόν υπερ ημών προσφοράν και θυσίαν εις τον Θεόν, εις οσμήν ευωδίας» (Εφεσίους. Ε : 2). Όχι η αγάπη του κόσμου. Σε αγαπάω γιατί κάτι περιμένω από σένα. Αγάπη, καθώς ο Χριστός μας αγάπησε. (Ιωάννου Α΄ Δ : 10). Όχι υπομονή, όχι ανοχή (μόνον), αλλά την αγάπη του Χριστού θα πρέπει να έχω για τον αδελφό μου. «Εάν ο αδελφός σου λυπείτε για φαγητό (στερείται), δεν περιπατείς πλέον κατά αγάπην» (Ρωμαίους ΙΔ : 15). Ακόμα και η πράξη που θα κάνω και που είναι σωστή και δίκαιη, όμως σκανδαλίζει τον αδελφό μου, να μην την κάνω. Δεν είναι κακό να φάω κρέας, από τα ειδωλόθυτα (κρέατα θυσιών), αλλά αν αυτό σκανδαλίζει τον ασθενέστερο στην πίστη αδελφό μου: «Δια τούτο, εάν το φαγητό σκανδαλίζει τον αδελφό μου, δεν θέλω φάγει κρέας εις τον αιώνα, δια να μη σκανδαλίσω τον αδελφό μου» (Α΄ Κορινθίους Η : 13). Μόνον έτσι περιπατώ «εν αγάπη». (Εφεσίους Ε : 2).
      Έτσι πρέπει να βαδίζει ο Χριστιανός. «Προσέχετε λοιπόν πώς να περιπατείτε ακριβώς, μη ως άσοφοι, αλλ’ ως σοφοί, εξαγοραζόμενοι τον καιρό, διότι οι ημέρες είναι πονηρές» (Εφεσίους. Ε : 15, 16). Να περιπατώ με σοφία. Να μη λησμονώ, στο σύντομο τούτο δρόμο της ζωής.
     Και τώρα ο επίλογος. Τι είναι όλα αυτά που αναφέρονται παραπάνω. Είναι βουνά αξεπέραστα. Εγώ είμαι «φτωχός και πένης» έλεγε ο Δαυίδ. Μπορεί ο άνθρωπος να τα εφαρμόσει όλα αυτά. Η απάντηση είναι κατηγορηματική. ΌΧΙ. Δεν μπορεί ο άνθρωπος. Δεν μπορεί ο άνθρωπος να αγαπήσει, πέρα από τα παιδιά του, δεν μπορεί να κάνει το θέλημα του Θεού. Δεν μπορεί να σταθεί, αν δεν έχει το Χριστό.
     Ο Κύριος φεύγοντας από την αφιλόξενη γη μας, άφησε μια υπόσχεση στους δικούς του. «…Θα είμαι μαζί σας όλες τις ημέρες της ζωής σας…» (Ματθαίος ΚΗ : 20). Αυτό είναι το μυστικό του πραγματικού Χριστιανού. Στο σκληροτράχηλο δρόμο της ζωής, στη στενή και τεθλιμμένη οδό της ζωής, δεν βαδίζει μόνος. Βαδίζει χέρι – χέρι με τον Δυνάμενο, (Επιστολή Ιούδα Α : 24), με τον αναστημένο και δοξασμένο Ιησού Χριστό. Μόνον δίπλα σε Εκείνον θα μπορέσω να περιπατήσω «αξίως», όχι ως άσοφος, αλλά ως σοφός. Την ώρα του προβλήματος, την ώρα του πειρασμού, την ώρα της λύπης, την ώρα που θα σκοντάψω, είναι Αυτός δίπλα μου, έτοιμος να μου δώσει την οδηγία και την αντοχή που χρειάζομαι. Φοβάται το παιδί να βγει στο δρόμο, όταν ο πατέρας το κρατάει σφιχτά από το χέρι. Όχι. Αισθάνεται σιγουριά. Αλίμονο αν προσπαθήσει μόνο του. Γιατί τούτη η σιγουριά όταν ο Χριστός είναι δίπλα μου; Διότι «αν ο Θεός είναι μεθ’ ημών, ουδείς καθ’ ημών». (Ρωμαίους Η : 31). Αν ο Θεός είναι μαζί μου, κανένας δεν μπορεί να σταθεί απέναντί μου, αναφέρει ο Απόστολος Παύλος.
     Πόσο ευτυχής ήταν εκείνος ο ήρωας της Παλαιάς Διαθήκης, ο Ενώχ. Τι έκανε ο Ενώχ (Γένεσις Ε : 24). «Και περιπάτησε ο Ενωχ μετά του Θεού και δεν ευρίσκετο πλέον, διότι τον μετέθεσε ο Θεός». Σαν τον Ενώχ και εγώ και συ ψυχή. Να περιπατούμε κάθε μέρα μαζί με το Θεό. Να ζητάμε την οδηγία του Θεού, για μικρά, αλλά και για τα μεγάλα πράγματα. «Άνευ Εμού, δεν δύναστε ουδέν», μας διαβεβαιώνει ο Κύριος. (Ιωάννης ΙΕ : 5). Και καθώς ο Ενώχ περπατούσε με το Θεό, βράδιασε και τότε του είπε ο Θεός, έλα στο σπίτι Μου να ξεκουραστείς.
      Εύχομαι ο Χριστός, που βαδίζει δίπλα μας (είναι αψευδής ο Κύριος), να βοηθήσει τον καθένα μας να ακούσει τα βήματά Του. Να εξαλείψει τις αμφιβολίες, που ο εχθρός έρχεται να σπείρει, να σταθεί δίπλα Του. «Αποβλέποντες εις τον Ιησού Χριστό, τον αρχηγό και τελειωτή της πίστεώς μας». (Εβραίους ΙΒ : 2), περπατώντας έτσι αξίως της προσκλήσεως την οποία έλαβε. …. Ευαρεστούντες το Θεό, κατά πάντα. … (Κολοσσαείς Α : 10).--

Δευτέρα 12 Μαΐου 2014

Η ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΩΝ ΕΡΓΑΤΩΝ ΤΟΥ ΑΜΠΕΛΩΝΑ.


 Η ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΩΝ ΕΡΓΑΤΩΝ ΤΟΥ ΑΜΠΕΛΩΝΑ. 

Ευαγγέλιον "κατά Ματθαίον", κεφ. Κ /20, εδάφ. 1 – 16.

1 Διότι, η βασιλεία των ουρανών είναι όμοια με έναν άνθρωπο οικοδεσπότη, που βγήκε έξω αμέσως το πρωί για να μισθώσει εργάτες για τον αμπελώνα του
2 και αφού συμφώνησε με τους εργάτες, για ένα δηνάριο την ημέρα, τους έστειλε στον αμπελώνα του.
3 Και βγαίνοντας έξω γύρω στις εννιά η ώρα το πρωί, είδε άλλους στην αγορά να στέκονται αργοί.
4 Και σ' εκείνους είπε: Πηγαίνετε κι εσείς στον αμπελώνα, και ό,τι είναι δίκαιο θα σας δώσω. Και εκείνοι πήγαν.
5 Όταν ξαναβγήκε γύρω στις δώδεκα και στις τρεις η ώρα έκανε το ίδιο.
6 Και βγαίνοντας έξω γύρω στις πέντε η ώρα το απόγευμα, βρήκε άλλους να στέκονται αργοί, και λέει σ' αυτούς: Γιατί στέκεστε εδώ αργοί όλη την ημέρα;
7 Του λένε: Επειδή, δεν μας μίσθωσε κανένας λέει σ' αυτούς: Πηγαίνετε κι εσείς στον αμπελώνα, και θα πάρετε ό,τι είναι δίκαιο.
8 Και αφού έγινε βράδυ, ο κύριος του αμπελώνα λέει στον επίτροπό του: Κάλεσε τους εργάτες, και δώσ' τους τον μισθό, αρχίζοντας από τους τελευταίους μέχρι τούς πρώτους.
9 Και όταν ήρθαν εκείνοι που μισθώθηκαν γύρω στις πέντε η ώρα το απόγευμα, πήραν από ένα δηνάριο.
10 Και καθώς ήρθαν οι πρώτοι νόμισαν ότι θα πάρουν περισσότερα πήραν, όμως, κι αυτοί από ένα δηνάριο.
11 Και παίρνοντάς το, γόγγυζαν ενάντια στον οικοδεσπότη,
12 λέγοντας ότι: Αυτοί οι τελευταίοι έκαναν μία ώρα, και τους έκανες ίσους μ' εμάς, που βαστάξαμε το βάρος τής ημέρας και τον καύσωνα.
13 Και εκείνος απαντώντας, είπε σε έναν απ' αυτούς: Φίλε, δεν σε αδικώ δεν συμφώνησες μαζί μου ένα δηνάριο;
14 Πάρε το δικό σου, και πήγαινε θέλω, όμως, να δώσω σε τούτον τον τελευταίο, όπως και σε σένα
15 ή δεν έχω δικαίωμα να κάνω ό,τι θέλω με τα δικά μου; Ή το μάτι σου είναι πονηρό, επειδή εγώ είμαι αγαθός;
16 Έτσι οι τελευταίοι θα είναι πρώτοι, και οι πρώτοι τελευταίοι επειδή, πολλοί είναι οι καλεσμένοι, λίγοι όμως οι εκλεκτοί.

     ΣΧΟΛΙΑ :
    Πρόκειται για την παραβολή των «εργατών της αμπέλου». Για να εννοήσουμε καλύτερα το νόημα της παραβολής, θα πρέπει να δούμε τι προηγήθηκε αυτής και ποια ήταν η αιτία που παρακίνησε τον Κύριο να πει τούτη την παραβολή.
    Ο Κύριος αρχίζει την παραβολή με τη λέξη «διότι» {γαρ}, για να συνδέσει το λόγο Του με τα γεγονότα που είχαν προηγηθεί. Είχε γίνει μία συνάντηση του Κυρίου με ένα αρχοντόπαιδο. Ένας λαμπρός νέος είχε επισκεφθεί τον Κύριο και του είχε κάνει ένα ερώτημα: «Τίνα ποιήσω ίνα ζωήν αιώνιον κληρονομήσω;» (Ματθαίος ΙΘ/19: 16-24). Ο νέος τούτος ήταν ευσεβής και ήταν πολύ κοντά στη σωτηρία και όμως την έχασε, γιατί δε βρήκε τη δύναμη να θυσιάσει κάποια πρόσκαιρα υλικά αγαθά, κάποια κτήματα που είχε προκειμένου να υπηρετήσει τον Κύριο.
   Έχοντας ακούσει όλα αυτά ο Πέτρος, λέει στον Κύριο. «Εμείς Κύριε τ’ αφήσαμε όλα και σε ακολουθήσαμε». Η απάντηση του Κυρίου ήταν κατηγορηματική. «Και ο Ιησούς τους είπε: Σας διαβεβαιώνω, ότι εσείς που με ακολουθήσατε, κατά την παλιγγενεσία, όταν ο Υιός τού ανθρώπου καθίσει επάνω στον θρόνο τής δόξας του, θα καθίσετε κι εσείς επάνω σε δώδεκα θρόνους, για να κρίνετε τις δώδεκα φυλές τού Ισραήλ. Και κάθε ένας που άφησε σπίτια ή αδελφούς ή αδελφές ή πατέρα ή μητέρα ή γυναίκα ή παιδιά ή χωράφια, εξαιτίας τού ονόματός μου, θα πάρει 100 φορές περισσότερα, και θα κληρονομήσει αιώνια ζωή". (Ματθαίος ΙΘ : 28-29).
     Καθώς συνεχίζεται η συζήτηση για την ανταμοιβή του πιστού ανθρώπου, προβάλει μια μεγάλη αλήθεια, ότι οι γνήσιοι μαθητές θα ανταμειφθούν από το Θεό και η σειρά της αμοιβής τους θα καθοριστεί από το «πνεύμα» της υπηρεσίας τους. Ο Απ. Παύλος ήταν σαφής, όταν ανέφερε προς τους Κορίνθιους: «Έκαστος κατά την προαίρεσιν της καρδίας αυτού, ουχί με λύπην ή εξ ανάγκης, διότι τον ιλαρόν δότην αγαπά ο Θεός». (Β΄ Κορινθίους Θ/9: 7).
     Τα πρόσωπα που αναφέρονται στην παραβολή είναι από τη μία πλευρά ο ιδιοκτήτης ενός μεγάλου αμπελιού και από την άλλη πλευρά πέντε ομάδες εργατών, που τους προσέλαβε να εργαστούν στο αμπέλι του, πιθανότατα κατά την περίοδο του τρύγου.
    Δεν είναι εντυπωσιακό το ότι ο εν λόγω ιδιοκτήτης προσέλαβε πολλές ομάδες εργατών να εργαστούν στο αμπέλι του, αλλά μας κάνει εντύπωση ο τρόπος της συναλλαγής του με τις διάφορες ομάδες των εργατών. Ο άνθρωπος αυτός λοιπόν που κατείχε τον αμπελώνα βγήκε από πολύ νωρίς το πρωί στην αγορά, για να βρει εργάτες να εργαστούν στο αμπέλι του. Όταν τους βρήκε, έκανε μια συμφωνία μαζί τους, ότι θα αμειφθούν για ένα δηνάριο την ημέρα. Απ’ ό,τι φαίνεται αυτό ήταν το μεροκάματο την εποχή εκείνη.
     Υποθέτουμε λοιπόν ότι οι πρώτοι τούτοι εργάτες ξεκίνησαν την εργασία τους στις 6 ώρα το πρωί. Αργότερα κατά τις 9 το πρωί ο κτηματίας της παραβολή βρήκε στην αγορά και άλλους εργάτες, που περίμεναν κι αυτοί να βρουν δουλειά, αλλά δεν τους είχε προσλάβει κανένας. Τους προσέλαβε και αυτούς χωρίς να τους κάνει κάποια ιδιαίτερη συμφωνία για την αμοιβή τους. Τούτοι οι εργάτες πήγαν για δουλειά στηριζόμενοι στο λόγο του αφεντικού ότι θα τους έδινε ό,τι είναι δίκαιο. Γύρω στο μεσημέρι και αργότερα κατά τις 3 το απόγευμα ο κτηματίας προσέλαβε και άλλους εργάτες, υποσχόμενος ότι θα έδινε και σε αυτούς ό,τι ήταν δίκαιο. Αργότερα, κατά τις 5 το βράδυ βρήκε και άλλους εργάτες, οι οποίοι δεν είχαν δουλειά. Ήθελαν να εργαστούν, αλλά κανένας μέχρι εκείνη την ώρα δεν τους είχε μισθώσει. Και με αυτούς δεν υπήρξε κάποια συμφωνία για την αμοιβή τους, παρά μόνον η υπόσχεση του αφεντικού ότι θα τους έδινε ό,τι είναι δίκαιο.
     Όπως φαίνεται λοιπόν μόνον οι πρώτοι εργάτες προσλήφθηκαν μετά από συγκεκριμένη συμφωνία για την αμοιβή τους, ενώ όλοι οι άλλοι δέχτηκαν να εργαστούν αφήνοντας το θέμα της αμοιβής τους στην ευσυνειδησία και στο λόγο του αφεντικού τους. Εργάστηκαν όλοι μαζί και καθώς έκλεισε η ημέρα, το αφεντικό κάλεσε τους εργάτες, για να τους πληρώσει. Απλά τα πράγματα, ένας απλός πολλαπλασιασμός αρκούσε, για να υπολογιστεί η αμοιβή της κάθε ομάδας εργατών. Όμως τούτοι οι υπολογισμοί δε χρειάστηκαν, καθώς ο αμπελουργός άρχισε να πληρώνει.
      Η αρχή της πληρωμής άρχισε από τους τελευταίους εργάτες που είχαν προσληφθεί πηγαίνοντας προς τους πρώτους. Ακολουθώντας αυτή τη σειρά μπόρεσαν έτσι οι πρώτοι να δουν τι αμοιβή έλαβαν οι τελευταίοι. Η αμοιβή ήταν ένα δηνάριο για όλους τους εργάτες, ανεξάρτητα από το χρόνο που δούλεψαν. Εκείνοι που είχαν δουλέψει από τις 6 το πρωί είχαν φανταστεί ότι θα έπαιρναν περισσότερα χρήματα, αφού είχαν δουλέψει περισσότερες ώρες και μάλιστα κάτω από πολύ δύσκολες συνθήκες λόγω καύσωνα κλπ. και έτσι άρχισαν να δυσανασχετούν. Δεν τους αδικούμε καθώς η ίση μεταχείριση ανθρώπων για άνιση προσφορά εργασίας ανθρωπίνως είναι έξω από κάθε αίσθημα δικαίου.
     Θα έλεγε κανείς ότι το μήνυμα τούτης της παραβολής είναι αντίθετο με το μήνυμα της παραβολής των «μνών» (Λουκάς ΙΘ/19: 12-27). Στην παραβολή αυτή η προσφερόμενη αμοιβή ήταν ανάλογη με την εργασία. Αυτός που έλαβε μία "μνά" απέδωσε 10, εργάστηκε περισσότερο και έλαβε μεγαλύτερη αμοιβή (εξουσία επί 10 πόλεων). Αυτός που έλαβε πάλι μία "μνα" απέδωσε 5, εργάστηκε λιγότερο και έλαβε μικρότερη αμοιβή (εξουσία επί πέντε πόλεων). Αυτός που δεν εργάστηκε καθόλου δεν έλαβε τίποτα και κατακρίθηκε κατά ιδιαίτερο τρόπο. Υπάρχουν και πολλά άλλα σημεία μέσα στο Λόγο του Θεού, που φαίνεται να δίνουν ένα μήνυμα τελείως διαφορετικό, θα έλεγα αντίθετο με το νόημα αυτής της παραβολής των εργατών του αμπελώνα, όμως δεν είναι έτσι.
     Ο Λόγος του Θεού είναι παντού εναρμονισμένος προς ένα μήνυμα. Την δωρεάν, κατά χάριν, σωτηρία του αμαρτωλού ανθρώπου, δια Ιησού Χριστού. (Εφεσίους Β/2: 8). Κατηγορηματικός ήταν στα λόγια του ο αμπελουργός: «φίλε δεν σε αδικώ, δεν συμφώνησες μαζί μου να λάβεις ως αμοιβή ένα δηνάριο; Ορίστε πάρε την αμοιβή σου και πήγαινε. Εγώ που είμαι το αφεντικό, που έχω τα χρήματα, θέλω να πληρώσω αυτόν που ήρθε τελευταίος το ίδιο με σένα».
     Εδώ αρχίζουν να φαίνονται τα μεγάλα και αιώνια διδάγματα της παραβολής. Ο πρώτος συμφώνησε να λάβει ως αμοιβή ένα δηνάριο την ημέρα και έλαβε την αμοιβή του σύμφωνα με ότι είχε συμφωνήσει. Οι άλλοι εργάτες που έπιασαν δουλειά αργότερα δεν έκαναν καμία συμφωνία με το αφεντικό τους, ήξεραν ότι είναι δίκαιος και έδειξαν εμπιστοσύνη σ’ αυτόν και το λόγο του. Εμπιστεύθηκαν τον εαυτόν τους στη χάρη, που τους έκανε ο κτηματίας και γι’ αυτό και έλαβαν χάρη.
     Ο Κύριος είναι και θα παραμείνει ο κύριος του αμπελώνα του και καλεί ο ίδιος προσωπικά εργάτες να εργαστούν σ’ αυτόν. Ο Κύριος αγωνίζεται για τον αμπελώνα του. Στέλνει εργάτες, ακόμα και την «ενδέκατη» ώρα. Ακόμα και την τελευταία ώρα ο Κύριος αγωνίζεται, για να σώσει ψυχές. Είναι δίκαιος, είναι αγαθός και πάνω απ’ όλα παραμένει τίμιος και ειλικρινής μισθαποδότης (Εβραίους ΙΑ/11: 6).
     Πόσο καταπληκτικό είναι εκείνο που αναφέρει ο Λόγος του Θεού, για τον Μωυσή! «Διά πίστεως ο Μωϋσής, αφού εμεγάλωσεν, ηρνήθη να λέγηται υιός της θυγατρός του Φαραώ, προκρίνας μάλλον να κακουχήται με τον λαόν του Θεού, παρά να έχει πρόσκαιρον απόλαυσιν αμαρτίας, κρίνας τον υπέρ του Χριστού ονειδισμόν, μεγαλήτερον πλούτον, παρά τους εν Αιγύπτω θησαυρούς, διότι απέβλεπεν εις την μισθαποδοσίαν». Γνώριζε ο Μωυσής την καρδιά του Θεού. Ήξερε πως κάθε ειλικρινής υπηρεσία γι’ Αυτόν ήταν μια μεγάλη και αιώνια κατάθεση στον ουρανό, με πολύ μεγάλο επιτόκιο.
    Βλέποντας λοιπόν ο κτηματίας να υπάρχει κάποια δυσανασχέτηση υποβάλει ένα ερώτημα: «Δεν μπορώ τα λεφτά μου να τα κάνω ό,τι θέλω;». Εδώ φαίνεται η κυριαρχία του Θεού, ο οποίος μπορεί να κάνει ό,τι θέλει και το θέλημά Του γνωρίζουμε ότι είναι «αγαθό, ευάρεστο, τέλειο» (Ρωμαίους ΙΑ/11: 2) και συμπληρώνει «ή μήπως επειδή είμαι καλός, αυτό προκαλεί τη ζήλια σου». Εδώ φαίνεται η αγαθότητα του Θεού, ο οποίος απευθύνεται προς όλους, ο οποίος θέλει όλοι οι άνθρωποι να σωθούν και να έρθουν σε μετάνοια (Α΄ Τιμοθέου Β/2: 4), αλλά φαίνεται επίσης και η μικρότητα και ο εγωισμός του ανθρώπου.
     Οι εργάτες της 6ης πρωινής πήραν ακριβώς ό,τι άξιζαν, ό,τι είχαν συμφωνήσει, ζήλεψαν όμως που οι άλλοι πήραν τα ίδια χρήματα, ενώ είχαν δουλέψει λιγότερο. Είναι γεγονός ότι με την ανθρώπινη πεπερασμένη λογική αυτή η μεταχείριση είναι άδικη. Και από το σημείο αυτό φαίνεται ότι, για να αντιληφθούμε τα πράγματα του Θεού, θα πρέπει να υιοθετήσουμε ένα άλλο, διαφορετικό τρόπο σκέψης έξω από την απληστία, το ατομικό συμφέρον, την εγωιστική συμπεριφορά, το πνεύμα ανταγωνισμού έναντι των άλλων και να λάβουμε «νουν Χριστού» (Α΄ Κορινθίους Β/2: 16).
    Ο πλούσιος κτηματίας γνώριζε ότι όλοι οι εργάτες είχαν ανάγκη τα χρήματα και γι’ αυτό τους πλήρωσε σύμφωνα με την ανάγκη τους. Εδώ φαίνεται η στοργική αγάπη του Θεού, ο οποίος είναι «πλούσιος σε έλεος» (Εφεσίους Β/2: 4) και αμείβει τον κάθε εργάτη του «κατά τον πλούτον Αυτού» (Φιληππησίους Δ/4: 19).
     Ένα δηνάριο λοιπόν για όλους; Η ίδια αμοιβή; Τι σημαίνει αυτό; Την ίδια θέση θα λάβουμε όλοι στον ουρανό; Αυτό μας λέει ο Κύριος μέσα από τούτη την παραβολή; Κατηγορηματικά ΟΧΙ. Μέσα από το Λόγο του Θεού έχουμε ρητές διαβεβαιώσεις για τούτο το όχι. Όμως τα κριτήρια που θα εφαρμοστούν, για να γίνουν διακρίσεις θα είναι τελείως διαφορετικά από αυτά που ορίζουν οι άνθρωποι και γνωρίζουμε σε τούτη τη ζωή.
    Ένα μήνυμα έχει να δώσει τούτη η παραβολή: Ρίξου ολοκληρωτικά και ανεπιφύλακτα στην αγάπη του Θεού. Εμπιστεύσου Αυτόν, μην κλείνεις συμφωνίες μαζί Του. Δεν είναι η σχέση με τον Θεό ένα ψυχρό «δούναι» & «λαβείν». Άφησε την καρδιά σου στην Αγάπη, στη Χάρη, στο Έλεος του Θεού, ακόμα και αν κάποια πράγματα μας φαίνονται δύσκολα και δεν μπορούμε να τα αντιληφθούμε. Είναι απόλυτα βέβαιο ότι ο Κύριος θα κάνει για τον καθένα που θα Τον εμπιστευτεί, «υπερ εκ περισσού από όσα εμείς ζητούμε ή νοούμε» (Εφεσίους Γ/3: 20).
    Ας προσέξουμε λίγο καλύτερα τη σχέση των εργατών μεταξύ τους. Ο πρώτος βάσταξε του πρωινού την πάχνη, αλλά και την κάψα του μεσημεριού. Εργάστηκε πολύ, πόνεσε, αγωνίστηκε σκληρά. Νομίζει ότι έχει όλα τα προνόμια, ότι αυτόν εμπιστεύεται το αφεντικό και ότι σ’ αυτόν ευαρεστείται, απ’ αυτόν περιμένει και σ’ αυτόν ελπίζει. Καθώς εργάζεται μέσα στο αμπέλι, βλέπει τον νεοφερμένο εργάτη, εκείνον που ακόμα φέρνει τη βρώμα από τα γουρούνια της αμαρτίας επάνω του και αντί να τον κοιτάξει με ένα βλέμμα συμπάθειας, αγάπης, τον καταφρονεί, τον περιφρονεί, δεν τον αγκαλιάζει, τον παρατηρεί και τον κρίνει εγωιστικά, υπεροπτικά. "Ποιος είσαι συ, πότε ήρθες, ξέρεις τι έχω προσφέρει εγώ τόσα χρόνια;" Του φαίνεται κατάφωρη αδικία, αν το αφεντικό αντιμετωπίσει και τους δύο με τον ίδιο τρόπο. Την εξομοίωσή του με τον άλλον αδελφό του την εκλαμβάνει ως κατάφωρη αδικία και γκρινιάζει και θεωρεί ότι δε δικαιώνεται. Όμως ο Κύριος του αμπελώνα κρίνει διαφορετικά.
      Όταν ο Κύριος μόλις χθες κάλεσε στο χωράφι του, στο οποίο εγώ τόσα χρόνια δουλεύω, ένα νέο αδερφό μου, με ποια λογική εγώ ο παλιός θα τον παρατηρήσω για τη χθεσινή και προχθεσινή απουσία του; Ήθελε να εργαστεί, αλλά δεν τον είχε προσλάβει κανένας, δεν του είχε μιλήσει κανένας για το Θεό. Και όταν εγώ άφησα τόσο χρόνο να πάει χαμένος στην υπηρεσία και μεριμνούσα "περί πολλών" άλλων, γιατί ο Κύριος να μην ανταμείψει το ζήλο και την προθυμία του νεοφερμένου; Κάποιοι γεννήθηκαν μέσα στην εκκλησία και έζησαν πάρα πολλά χρόνια μέσα στο σπίτι του Πατέρα, εργάστηκαν, έκαναν τυπικά ό,τι έπρεπε να κάνουν, αλλά ποτέ δεν γέμισε η καρδιά τους από αγάπη προς τον άνθρωπο και από ευγνωμοσύνη προς το Θεό. Κάποιοι παραμέλησαν τις ευκαιρίες που ο Θεός τους έδωσε, κάποιοι ήρθαν στο σπίτι πολύ αργότερα και κάποιοι άλλοι ήρθαν τώρα, πριν από λίγο καιρό. Τούτοι οι τελευταίοι μπορεί να έκαναν λίγα, όμως εργάστηκαν με ειλικρίνεια, με αγάπη, με προσφορά, με θυσία για το συνάνθρωπο, με πίστη προς το Θεό. Αυτοί θα ξεχωρίσουν εκείνη την ημέρα. Αυτούς θα ανταμείψει με το παραπάνω ο Κύριος και θα τους τιμήσει στον ουρανό.
    Τούτο το γεγονός επαναλαμβάνεται συνεχώς, μέσα στο Λόγο του Θεού. (Σχετική αναφορά γίνεται: Ματθαίος ΙΘ/19: 30 & Κ/20: 16, Μάρκος Ι/10: 31, Λουκάς ΙΓ/13: 30). Δεν θα μετρήσουν τα ένσημα στον ουρανό, αλλά η προαίρεση, η καθαρότητα της καρδιάς μας. Δε θα μας ωφελήσει το «γράμμα», αλλά το «πνεύμα» του νόμου (Β΄ Κορινθίους Γ/3: 6). Πρέπει να μάθω κάποτε ότι όποιος και αν είμαι, όσο και αν δούλεψα στο χωράφι του Θεού, ένα πράγμα δεν έγινα και ούτε θα μου επιτραπεί ποτέ να γίνω, εργοδότης. Εργοδότης θα είναι ο Κύριος και αυτός θα βλέπει τα πάντα πέρα από το φαινόμενο, γιατί είναι ο μόνος που θα μπορεί να εξετάσει το περιεχόμενο της καρδιά μου. Ας προσέχουμε λοιπόν, ας μην κρίνουμε ο ένας τον άλλον και ας μην γκρινιάζουμε για τον αδελφό μας, ας αφήσουμε το Θεό να κρίνει και μένα και τον αδελφό μου και είναι βέβαιο ότι μόνον Αυτός θα απονείμει δικαιοσύνη, «διότι Αυτός είναι αγαθός» (εδάφ. 15) και κρίνει αποπροσωπολήπτως (Α΄ Πέτρου Α/1: 17).
      Ο Κύριος έκλεισε τούτη την παραβολή με τα λόγια: Έτσι θα βρεθούν οι τελευταίοι πρώτοι και οι πρώτοι τελευταίοι. Αυτό είναι το δίδαγμα τούτης της παραβολής. Κάποιοι που μπορεί να προσέφεραν πολλά και νομίζουν ότι είναι πρώτοι, εκείνη την ημέρα στον ουρανό θα βρεθούν τελευταίοι, επειδή η προσφορά και υπηρεσία τους ήταν γεμάτη με το πνεύμα της αλαζονείας, της ιδιοτέλειας, της τυπικότητας, της ανθρώπινης μάταιης φιλοδοξίας.
     Ας θυμηθούμε εκείνον τον τραγικό άνθρωπο, που όλη μέρα εργαζόταν στο σπίτι του Πατέρα του. Τι σκληρή, τι απάνθρωπη στάση που κράτησε ο πιστός αδελφός, απέναντι στον αδελφό του, τον λεγόμενο "άσωτο" (Λουκάς ΙΕ/15: 11 - 32).
25 Ήτο δε ο πρεσβύτερος αυτού υιός εν τω αγρώ και καθώς ερχόμενος επλησίασεν εις την οικίαν, ήκουσε συμφωνίαν και χορούς,
26 και προσκαλέσας ένα των δούλων, ηρώτα τι είναι ταύτα.
27 Ο δε είπε προς αυτόν ότι ο αδελφός σου ήλθε και έσφαξεν ο πατήρ σου τον μόσχον τον σιτευτόν, διότι απήλαυσεν αυτόν υγιαίνοντα.
28 Και ωργίσθη και δεν ήθελε να εισέλθει. Εξήλθε λοιπόν ο πατήρ αυτού και παρεκάλει αυτόν.
29 Ο δε αποκριθείς είπε προς τον πατέρα Ιδού, τόσα έτη σε δουλεύω, και ποτέ εντολήν σου δεν παρέβην, και εις εμέ ουδέ ερίφιον έδωκάς ποτέ διά να ευφρανθώ μετά των φίλων μου.
30 Ότε δε ο υιός σου ούτος, ο καταφαγών σου τον βίον μετά πορνών, ήλθεν, έσφαξας δι' αυτόν τον μόσχον τον σιτευτόν.
31 Ο δε είπε προς αυτόν, Τέκνον, συ πάντοτε μετ' εμού είσαι, και πάντα τα εμά σα είναι
32 έπρεπε δε να ευφρανθώμεν και να χαρώμεν, διότι ο αδελφός σου ούτος νεκρός ήτο και ανέζησε, και απολωλώς ήτο και ευρέθη.
      Αλήθεια τούτα τα λόγια πόσο θα πίκραναν την καρδιά του Πατέρα! Λόγια σκληρά, χωρίς αγάπη, χωρίς έλεος, που, ενώ βρισκόταν μέσα στο σπίτι του Πατέρα, τον κράτησαν έξω από το τραπέζι της χαράς. Το μέτρο του Θεού διαφέρει από το μέτρο των ανθρώπων. Γι’ αυτό πολλοί ταπεινοί υπηρέτες εδώ στη γη θα έχουν πολλοί ανώτερες θέσεις στον ουρανό. Την ποιότητα θα επιβραβεύσει ο Κύριος και όχι την ποσότητα. Θα επιβραβεύσει την πιστότητα με την οποία ενεργήσαμε στις λίγες ή πολλές ευκαιρίες που Εκείνος μας έδωσε. Κριτήριο κατάταξης στον ουρανό θα είναι όχι η μεγάλη προσφορά μας εδώ στη γη, αλλά οι προθέσεις και τα ελατήρια, βάσει των οποίων ενεργήσαμε. Ενεργήσαμε για τη δόξα Εκείνου και για τη σωτηρία αθανάτων ψυχών, με πίστη και ειλικρίνεια ή ενεργήσαμε στο Όνομα Εκείνου, για το εγώ μας, για την προβολή μας, για να λάβουμε τα χειροκροτήματα και τις επευφημίες των ανθρώπων.
      Κανένας δεν μπορεί να πληρωθεί δύο φορές για την ίδια προσφορά. Αν μας χειροκροτήσουν οι άνθρωποι, τότε λάβαμε το μισθό μας από τους ανθρώπους και αφού πληρωθήκαμε, δε μας οφείλει πλέον τίποτα ο Κύριος (Ματθαίος Σ/6: 2). Ας θυμηθούμε για άλλη μια φορά την ιστορία  του φτωχού Λάζαρου και του πλούσιου, ο οποίος «ενεδύετο πορφύραν και στολήν βυσσίνην, ευφραινόμενος καθ’ ημέραν μεγαλοπρεπώς». (Λουκάς ΙΣ/16: 19-31). Από την ώρα που έκλεισαν τα μάτια τους, ήρθαν τα πάνω κάτω. «Απέθανε δε ο πτωχός και εφέρθη υπό των αγγέλων εις τον κόλπον του Αβραάμ, απέθανε δε και ο πλούσιος και ετάφη». Ο πρώτος, ο άρχοντας βρέθηκε τελευταίος, ο φτωχός, ο ταπεινός Λάζαρος, βρέθηκε πρώτος. Ο πλούσιος προσπάθησε να αλλάξει θέση, σκεπτόμενος με ανθρώπινα, γήινα κριτήρια, αλλά αυτό ήταν αδύνατο. Καμία ισχύ και εφαρμογή δε θα έχουν τα γήινα, τα ανθρώπινα κριτήρια στον ουρανό. Εκεί θα βασιλεύει αποκλειστικά η Αγάπη και το Έλεος, αλλά και η Δικαιοσύνη του Θεού. ---