Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Δευτέρα 12 Μαΐου 2014

Η ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΩΝ ΕΡΓΑΤΩΝ ΤΟΥ ΑΜΠΕΛΩΝΑ.


 Η ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΩΝ ΕΡΓΑΤΩΝ ΤΟΥ ΑΜΠΕΛΩΝΑ. 

Ευαγγέλιον "κατά Ματθαίον", κεφ. Κ /20, εδάφ. 1 – 16.

1 Διότι, η βασιλεία των ουρανών είναι όμοια με έναν άνθρωπο οικοδεσπότη, που βγήκε έξω αμέσως το πρωί για να μισθώσει εργάτες για τον αμπελώνα του
2 και αφού συμφώνησε με τους εργάτες, για ένα δηνάριο την ημέρα, τους έστειλε στον αμπελώνα του.
3 Και βγαίνοντας έξω γύρω στις εννιά η ώρα το πρωί, είδε άλλους στην αγορά να στέκονται αργοί.
4 Και σ' εκείνους είπε: Πηγαίνετε κι εσείς στον αμπελώνα, και ό,τι είναι δίκαιο θα σας δώσω. Και εκείνοι πήγαν.
5 Όταν ξαναβγήκε γύρω στις δώδεκα και στις τρεις η ώρα έκανε το ίδιο.
6 Και βγαίνοντας έξω γύρω στις πέντε η ώρα το απόγευμα, βρήκε άλλους να στέκονται αργοί, και λέει σ' αυτούς: Γιατί στέκεστε εδώ αργοί όλη την ημέρα;
7 Του λένε: Επειδή, δεν μας μίσθωσε κανένας λέει σ' αυτούς: Πηγαίνετε κι εσείς στον αμπελώνα, και θα πάρετε ό,τι είναι δίκαιο.
8 Και αφού έγινε βράδυ, ο κύριος του αμπελώνα λέει στον επίτροπό του: Κάλεσε τους εργάτες, και δώσ' τους τον μισθό, αρχίζοντας από τους τελευταίους μέχρι τούς πρώτους.
9 Και όταν ήρθαν εκείνοι που μισθώθηκαν γύρω στις πέντε η ώρα το απόγευμα, πήραν από ένα δηνάριο.
10 Και καθώς ήρθαν οι πρώτοι νόμισαν ότι θα πάρουν περισσότερα πήραν, όμως, κι αυτοί από ένα δηνάριο.
11 Και παίρνοντάς το, γόγγυζαν ενάντια στον οικοδεσπότη,
12 λέγοντας ότι: Αυτοί οι τελευταίοι έκαναν μία ώρα, και τους έκανες ίσους μ' εμάς, που βαστάξαμε το βάρος τής ημέρας και τον καύσωνα.
13 Και εκείνος απαντώντας, είπε σε έναν απ' αυτούς: Φίλε, δεν σε αδικώ δεν συμφώνησες μαζί μου ένα δηνάριο;
14 Πάρε το δικό σου, και πήγαινε θέλω, όμως, να δώσω σε τούτον τον τελευταίο, όπως και σε σένα
15 ή δεν έχω δικαίωμα να κάνω ό,τι θέλω με τα δικά μου; Ή το μάτι σου είναι πονηρό, επειδή εγώ είμαι αγαθός;
16 Έτσι οι τελευταίοι θα είναι πρώτοι, και οι πρώτοι τελευταίοι επειδή, πολλοί είναι οι καλεσμένοι, λίγοι όμως οι εκλεκτοί.

     ΣΧΟΛΙΑ :
    Πρόκειται για την παραβολή των «εργατών της αμπέλου». Για να εννοήσουμε καλύτερα το νόημα της παραβολής, θα πρέπει να δούμε τι προηγήθηκε αυτής και ποια ήταν η αιτία που παρακίνησε τον Κύριο να πει τούτη την παραβολή.
    Ο Κύριος αρχίζει την παραβολή με τη λέξη «διότι» {γαρ}, για να συνδέσει το λόγο Του με τα γεγονότα που είχαν προηγηθεί. Είχε γίνει μία συνάντηση του Κυρίου με ένα αρχοντόπαιδο. Ένας λαμπρός νέος είχε επισκεφθεί τον Κύριο και του είχε κάνει ένα ερώτημα: «Τίνα ποιήσω ίνα ζωήν αιώνιον κληρονομήσω;» (Ματθαίος ΙΘ/19: 16-24). Ο νέος τούτος ήταν ευσεβής και ήταν πολύ κοντά στη σωτηρία και όμως την έχασε, γιατί δε βρήκε τη δύναμη να θυσιάσει κάποια πρόσκαιρα υλικά αγαθά, κάποια κτήματα που είχε προκειμένου να υπηρετήσει τον Κύριο.
   Έχοντας ακούσει όλα αυτά ο Πέτρος, λέει στον Κύριο. «Εμείς Κύριε τ’ αφήσαμε όλα και σε ακολουθήσαμε». Η απάντηση του Κυρίου ήταν κατηγορηματική. «Και ο Ιησούς τους είπε: Σας διαβεβαιώνω, ότι εσείς που με ακολουθήσατε, κατά την παλιγγενεσία, όταν ο Υιός τού ανθρώπου καθίσει επάνω στον θρόνο τής δόξας του, θα καθίσετε κι εσείς επάνω σε δώδεκα θρόνους, για να κρίνετε τις δώδεκα φυλές τού Ισραήλ. Και κάθε ένας που άφησε σπίτια ή αδελφούς ή αδελφές ή πατέρα ή μητέρα ή γυναίκα ή παιδιά ή χωράφια, εξαιτίας τού ονόματός μου, θα πάρει 100 φορές περισσότερα, και θα κληρονομήσει αιώνια ζωή". (Ματθαίος ΙΘ : 28-29).
     Καθώς συνεχίζεται η συζήτηση για την ανταμοιβή του πιστού ανθρώπου, προβάλει μια μεγάλη αλήθεια, ότι οι γνήσιοι μαθητές θα ανταμειφθούν από το Θεό και η σειρά της αμοιβής τους θα καθοριστεί από το «πνεύμα» της υπηρεσίας τους. Ο Απ. Παύλος ήταν σαφής, όταν ανέφερε προς τους Κορίνθιους: «Έκαστος κατά την προαίρεσιν της καρδίας αυτού, ουχί με λύπην ή εξ ανάγκης, διότι τον ιλαρόν δότην αγαπά ο Θεός». (Β΄ Κορινθίους Θ/9: 7).
     Τα πρόσωπα που αναφέρονται στην παραβολή είναι από τη μία πλευρά ο ιδιοκτήτης ενός μεγάλου αμπελιού και από την άλλη πλευρά πέντε ομάδες εργατών, που τους προσέλαβε να εργαστούν στο αμπέλι του, πιθανότατα κατά την περίοδο του τρύγου.
    Δεν είναι εντυπωσιακό το ότι ο εν λόγω ιδιοκτήτης προσέλαβε πολλές ομάδες εργατών να εργαστούν στο αμπέλι του, αλλά μας κάνει εντύπωση ο τρόπος της συναλλαγής του με τις διάφορες ομάδες των εργατών. Ο άνθρωπος αυτός λοιπόν που κατείχε τον αμπελώνα βγήκε από πολύ νωρίς το πρωί στην αγορά, για να βρει εργάτες να εργαστούν στο αμπέλι του. Όταν τους βρήκε, έκανε μια συμφωνία μαζί τους, ότι θα αμειφθούν για ένα δηνάριο την ημέρα. Απ’ ό,τι φαίνεται αυτό ήταν το μεροκάματο την εποχή εκείνη.
     Υποθέτουμε λοιπόν ότι οι πρώτοι τούτοι εργάτες ξεκίνησαν την εργασία τους στις 6 ώρα το πρωί. Αργότερα κατά τις 9 το πρωί ο κτηματίας της παραβολή βρήκε στην αγορά και άλλους εργάτες, που περίμεναν κι αυτοί να βρουν δουλειά, αλλά δεν τους είχε προσλάβει κανένας. Τους προσέλαβε και αυτούς χωρίς να τους κάνει κάποια ιδιαίτερη συμφωνία για την αμοιβή τους. Τούτοι οι εργάτες πήγαν για δουλειά στηριζόμενοι στο λόγο του αφεντικού ότι θα τους έδινε ό,τι είναι δίκαιο. Γύρω στο μεσημέρι και αργότερα κατά τις 3 το απόγευμα ο κτηματίας προσέλαβε και άλλους εργάτες, υποσχόμενος ότι θα έδινε και σε αυτούς ό,τι ήταν δίκαιο. Αργότερα, κατά τις 5 το βράδυ βρήκε και άλλους εργάτες, οι οποίοι δεν είχαν δουλειά. Ήθελαν να εργαστούν, αλλά κανένας μέχρι εκείνη την ώρα δεν τους είχε μισθώσει. Και με αυτούς δεν υπήρξε κάποια συμφωνία για την αμοιβή τους, παρά μόνον η υπόσχεση του αφεντικού ότι θα τους έδινε ό,τι είναι δίκαιο.
     Όπως φαίνεται λοιπόν μόνον οι πρώτοι εργάτες προσλήφθηκαν μετά από συγκεκριμένη συμφωνία για την αμοιβή τους, ενώ όλοι οι άλλοι δέχτηκαν να εργαστούν αφήνοντας το θέμα της αμοιβής τους στην ευσυνειδησία και στο λόγο του αφεντικού τους. Εργάστηκαν όλοι μαζί και καθώς έκλεισε η ημέρα, το αφεντικό κάλεσε τους εργάτες, για να τους πληρώσει. Απλά τα πράγματα, ένας απλός πολλαπλασιασμός αρκούσε, για να υπολογιστεί η αμοιβή της κάθε ομάδας εργατών. Όμως τούτοι οι υπολογισμοί δε χρειάστηκαν, καθώς ο αμπελουργός άρχισε να πληρώνει.
      Η αρχή της πληρωμής άρχισε από τους τελευταίους εργάτες που είχαν προσληφθεί πηγαίνοντας προς τους πρώτους. Ακολουθώντας αυτή τη σειρά μπόρεσαν έτσι οι πρώτοι να δουν τι αμοιβή έλαβαν οι τελευταίοι. Η αμοιβή ήταν ένα δηνάριο για όλους τους εργάτες, ανεξάρτητα από το χρόνο που δούλεψαν. Εκείνοι που είχαν δουλέψει από τις 6 το πρωί είχαν φανταστεί ότι θα έπαιρναν περισσότερα χρήματα, αφού είχαν δουλέψει περισσότερες ώρες και μάλιστα κάτω από πολύ δύσκολες συνθήκες λόγω καύσωνα κλπ. και έτσι άρχισαν να δυσανασχετούν. Δεν τους αδικούμε καθώς η ίση μεταχείριση ανθρώπων για άνιση προσφορά εργασίας ανθρωπίνως είναι έξω από κάθε αίσθημα δικαίου.
     Θα έλεγε κανείς ότι το μήνυμα τούτης της παραβολής είναι αντίθετο με το μήνυμα της παραβολής των «μνών» (Λουκάς ΙΘ/19: 12-27). Στην παραβολή αυτή η προσφερόμενη αμοιβή ήταν ανάλογη με την εργασία. Αυτός που έλαβε μία "μνά" απέδωσε 10, εργάστηκε περισσότερο και έλαβε μεγαλύτερη αμοιβή (εξουσία επί 10 πόλεων). Αυτός που έλαβε πάλι μία "μνα" απέδωσε 5, εργάστηκε λιγότερο και έλαβε μικρότερη αμοιβή (εξουσία επί πέντε πόλεων). Αυτός που δεν εργάστηκε καθόλου δεν έλαβε τίποτα και κατακρίθηκε κατά ιδιαίτερο τρόπο. Υπάρχουν και πολλά άλλα σημεία μέσα στο Λόγο του Θεού, που φαίνεται να δίνουν ένα μήνυμα τελείως διαφορετικό, θα έλεγα αντίθετο με το νόημα αυτής της παραβολής των εργατών του αμπελώνα, όμως δεν είναι έτσι.
     Ο Λόγος του Θεού είναι παντού εναρμονισμένος προς ένα μήνυμα. Την δωρεάν, κατά χάριν, σωτηρία του αμαρτωλού ανθρώπου, δια Ιησού Χριστού. (Εφεσίους Β/2: 8). Κατηγορηματικός ήταν στα λόγια του ο αμπελουργός: «φίλε δεν σε αδικώ, δεν συμφώνησες μαζί μου να λάβεις ως αμοιβή ένα δηνάριο; Ορίστε πάρε την αμοιβή σου και πήγαινε. Εγώ που είμαι το αφεντικό, που έχω τα χρήματα, θέλω να πληρώσω αυτόν που ήρθε τελευταίος το ίδιο με σένα».
     Εδώ αρχίζουν να φαίνονται τα μεγάλα και αιώνια διδάγματα της παραβολής. Ο πρώτος συμφώνησε να λάβει ως αμοιβή ένα δηνάριο την ημέρα και έλαβε την αμοιβή του σύμφωνα με ότι είχε συμφωνήσει. Οι άλλοι εργάτες που έπιασαν δουλειά αργότερα δεν έκαναν καμία συμφωνία με το αφεντικό τους, ήξεραν ότι είναι δίκαιος και έδειξαν εμπιστοσύνη σ’ αυτόν και το λόγο του. Εμπιστεύθηκαν τον εαυτόν τους στη χάρη, που τους έκανε ο κτηματίας και γι’ αυτό και έλαβαν χάρη.
     Ο Κύριος είναι και θα παραμείνει ο κύριος του αμπελώνα του και καλεί ο ίδιος προσωπικά εργάτες να εργαστούν σ’ αυτόν. Ο Κύριος αγωνίζεται για τον αμπελώνα του. Στέλνει εργάτες, ακόμα και την «ενδέκατη» ώρα. Ακόμα και την τελευταία ώρα ο Κύριος αγωνίζεται, για να σώσει ψυχές. Είναι δίκαιος, είναι αγαθός και πάνω απ’ όλα παραμένει τίμιος και ειλικρινής μισθαποδότης (Εβραίους ΙΑ/11: 6).
     Πόσο καταπληκτικό είναι εκείνο που αναφέρει ο Λόγος του Θεού, για τον Μωυσή! «Διά πίστεως ο Μωϋσής, αφού εμεγάλωσεν, ηρνήθη να λέγηται υιός της θυγατρός του Φαραώ, προκρίνας μάλλον να κακουχήται με τον λαόν του Θεού, παρά να έχει πρόσκαιρον απόλαυσιν αμαρτίας, κρίνας τον υπέρ του Χριστού ονειδισμόν, μεγαλήτερον πλούτον, παρά τους εν Αιγύπτω θησαυρούς, διότι απέβλεπεν εις την μισθαποδοσίαν». Γνώριζε ο Μωυσής την καρδιά του Θεού. Ήξερε πως κάθε ειλικρινής υπηρεσία γι’ Αυτόν ήταν μια μεγάλη και αιώνια κατάθεση στον ουρανό, με πολύ μεγάλο επιτόκιο.
    Βλέποντας λοιπόν ο κτηματίας να υπάρχει κάποια δυσανασχέτηση υποβάλει ένα ερώτημα: «Δεν μπορώ τα λεφτά μου να τα κάνω ό,τι θέλω;». Εδώ φαίνεται η κυριαρχία του Θεού, ο οποίος μπορεί να κάνει ό,τι θέλει και το θέλημά Του γνωρίζουμε ότι είναι «αγαθό, ευάρεστο, τέλειο» (Ρωμαίους ΙΑ/11: 2) και συμπληρώνει «ή μήπως επειδή είμαι καλός, αυτό προκαλεί τη ζήλια σου». Εδώ φαίνεται η αγαθότητα του Θεού, ο οποίος απευθύνεται προς όλους, ο οποίος θέλει όλοι οι άνθρωποι να σωθούν και να έρθουν σε μετάνοια (Α΄ Τιμοθέου Β/2: 4), αλλά φαίνεται επίσης και η μικρότητα και ο εγωισμός του ανθρώπου.
     Οι εργάτες της 6ης πρωινής πήραν ακριβώς ό,τι άξιζαν, ό,τι είχαν συμφωνήσει, ζήλεψαν όμως που οι άλλοι πήραν τα ίδια χρήματα, ενώ είχαν δουλέψει λιγότερο. Είναι γεγονός ότι με την ανθρώπινη πεπερασμένη λογική αυτή η μεταχείριση είναι άδικη. Και από το σημείο αυτό φαίνεται ότι, για να αντιληφθούμε τα πράγματα του Θεού, θα πρέπει να υιοθετήσουμε ένα άλλο, διαφορετικό τρόπο σκέψης έξω από την απληστία, το ατομικό συμφέρον, την εγωιστική συμπεριφορά, το πνεύμα ανταγωνισμού έναντι των άλλων και να λάβουμε «νουν Χριστού» (Α΄ Κορινθίους Β/2: 16).
    Ο πλούσιος κτηματίας γνώριζε ότι όλοι οι εργάτες είχαν ανάγκη τα χρήματα και γι’ αυτό τους πλήρωσε σύμφωνα με την ανάγκη τους. Εδώ φαίνεται η στοργική αγάπη του Θεού, ο οποίος είναι «πλούσιος σε έλεος» (Εφεσίους Β/2: 4) και αμείβει τον κάθε εργάτη του «κατά τον πλούτον Αυτού» (Φιληππησίους Δ/4: 19).
     Ένα δηνάριο λοιπόν για όλους; Η ίδια αμοιβή; Τι σημαίνει αυτό; Την ίδια θέση θα λάβουμε όλοι στον ουρανό; Αυτό μας λέει ο Κύριος μέσα από τούτη την παραβολή; Κατηγορηματικά ΟΧΙ. Μέσα από το Λόγο του Θεού έχουμε ρητές διαβεβαιώσεις για τούτο το όχι. Όμως τα κριτήρια που θα εφαρμοστούν, για να γίνουν διακρίσεις θα είναι τελείως διαφορετικά από αυτά που ορίζουν οι άνθρωποι και γνωρίζουμε σε τούτη τη ζωή.
    Ένα μήνυμα έχει να δώσει τούτη η παραβολή: Ρίξου ολοκληρωτικά και ανεπιφύλακτα στην αγάπη του Θεού. Εμπιστεύσου Αυτόν, μην κλείνεις συμφωνίες μαζί Του. Δεν είναι η σχέση με τον Θεό ένα ψυχρό «δούναι» & «λαβείν». Άφησε την καρδιά σου στην Αγάπη, στη Χάρη, στο Έλεος του Θεού, ακόμα και αν κάποια πράγματα μας φαίνονται δύσκολα και δεν μπορούμε να τα αντιληφθούμε. Είναι απόλυτα βέβαιο ότι ο Κύριος θα κάνει για τον καθένα που θα Τον εμπιστευτεί, «υπερ εκ περισσού από όσα εμείς ζητούμε ή νοούμε» (Εφεσίους Γ/3: 20).
    Ας προσέξουμε λίγο καλύτερα τη σχέση των εργατών μεταξύ τους. Ο πρώτος βάσταξε του πρωινού την πάχνη, αλλά και την κάψα του μεσημεριού. Εργάστηκε πολύ, πόνεσε, αγωνίστηκε σκληρά. Νομίζει ότι έχει όλα τα προνόμια, ότι αυτόν εμπιστεύεται το αφεντικό και ότι σ’ αυτόν ευαρεστείται, απ’ αυτόν περιμένει και σ’ αυτόν ελπίζει. Καθώς εργάζεται μέσα στο αμπέλι, βλέπει τον νεοφερμένο εργάτη, εκείνον που ακόμα φέρνει τη βρώμα από τα γουρούνια της αμαρτίας επάνω του και αντί να τον κοιτάξει με ένα βλέμμα συμπάθειας, αγάπης, τον καταφρονεί, τον περιφρονεί, δεν τον αγκαλιάζει, τον παρατηρεί και τον κρίνει εγωιστικά, υπεροπτικά. "Ποιος είσαι συ, πότε ήρθες, ξέρεις τι έχω προσφέρει εγώ τόσα χρόνια;" Του φαίνεται κατάφωρη αδικία, αν το αφεντικό αντιμετωπίσει και τους δύο με τον ίδιο τρόπο. Την εξομοίωσή του με τον άλλον αδελφό του την εκλαμβάνει ως κατάφωρη αδικία και γκρινιάζει και θεωρεί ότι δε δικαιώνεται. Όμως ο Κύριος του αμπελώνα κρίνει διαφορετικά.
      Όταν ο Κύριος μόλις χθες κάλεσε στο χωράφι του, στο οποίο εγώ τόσα χρόνια δουλεύω, ένα νέο αδερφό μου, με ποια λογική εγώ ο παλιός θα τον παρατηρήσω για τη χθεσινή και προχθεσινή απουσία του; Ήθελε να εργαστεί, αλλά δεν τον είχε προσλάβει κανένας, δεν του είχε μιλήσει κανένας για το Θεό. Και όταν εγώ άφησα τόσο χρόνο να πάει χαμένος στην υπηρεσία και μεριμνούσα "περί πολλών" άλλων, γιατί ο Κύριος να μην ανταμείψει το ζήλο και την προθυμία του νεοφερμένου; Κάποιοι γεννήθηκαν μέσα στην εκκλησία και έζησαν πάρα πολλά χρόνια μέσα στο σπίτι του Πατέρα, εργάστηκαν, έκαναν τυπικά ό,τι έπρεπε να κάνουν, αλλά ποτέ δεν γέμισε η καρδιά τους από αγάπη προς τον άνθρωπο και από ευγνωμοσύνη προς το Θεό. Κάποιοι παραμέλησαν τις ευκαιρίες που ο Θεός τους έδωσε, κάποιοι ήρθαν στο σπίτι πολύ αργότερα και κάποιοι άλλοι ήρθαν τώρα, πριν από λίγο καιρό. Τούτοι οι τελευταίοι μπορεί να έκαναν λίγα, όμως εργάστηκαν με ειλικρίνεια, με αγάπη, με προσφορά, με θυσία για το συνάνθρωπο, με πίστη προς το Θεό. Αυτοί θα ξεχωρίσουν εκείνη την ημέρα. Αυτούς θα ανταμείψει με το παραπάνω ο Κύριος και θα τους τιμήσει στον ουρανό.
    Τούτο το γεγονός επαναλαμβάνεται συνεχώς, μέσα στο Λόγο του Θεού. (Σχετική αναφορά γίνεται: Ματθαίος ΙΘ/19: 30 & Κ/20: 16, Μάρκος Ι/10: 31, Λουκάς ΙΓ/13: 30). Δεν θα μετρήσουν τα ένσημα στον ουρανό, αλλά η προαίρεση, η καθαρότητα της καρδιάς μας. Δε θα μας ωφελήσει το «γράμμα», αλλά το «πνεύμα» του νόμου (Β΄ Κορινθίους Γ/3: 6). Πρέπει να μάθω κάποτε ότι όποιος και αν είμαι, όσο και αν δούλεψα στο χωράφι του Θεού, ένα πράγμα δεν έγινα και ούτε θα μου επιτραπεί ποτέ να γίνω, εργοδότης. Εργοδότης θα είναι ο Κύριος και αυτός θα βλέπει τα πάντα πέρα από το φαινόμενο, γιατί είναι ο μόνος που θα μπορεί να εξετάσει το περιεχόμενο της καρδιά μου. Ας προσέχουμε λοιπόν, ας μην κρίνουμε ο ένας τον άλλον και ας μην γκρινιάζουμε για τον αδελφό μας, ας αφήσουμε το Θεό να κρίνει και μένα και τον αδελφό μου και είναι βέβαιο ότι μόνον Αυτός θα απονείμει δικαιοσύνη, «διότι Αυτός είναι αγαθός» (εδάφ. 15) και κρίνει αποπροσωπολήπτως (Α΄ Πέτρου Α/1: 17).
      Ο Κύριος έκλεισε τούτη την παραβολή με τα λόγια: Έτσι θα βρεθούν οι τελευταίοι πρώτοι και οι πρώτοι τελευταίοι. Αυτό είναι το δίδαγμα τούτης της παραβολής. Κάποιοι που μπορεί να προσέφεραν πολλά και νομίζουν ότι είναι πρώτοι, εκείνη την ημέρα στον ουρανό θα βρεθούν τελευταίοι, επειδή η προσφορά και υπηρεσία τους ήταν γεμάτη με το πνεύμα της αλαζονείας, της ιδιοτέλειας, της τυπικότητας, της ανθρώπινης μάταιης φιλοδοξίας.
     Ας θυμηθούμε εκείνον τον τραγικό άνθρωπο, που όλη μέρα εργαζόταν στο σπίτι του Πατέρα του. Τι σκληρή, τι απάνθρωπη στάση που κράτησε ο πιστός αδελφός, απέναντι στον αδελφό του, τον λεγόμενο "άσωτο" (Λουκάς ΙΕ/15: 11 - 32).
25 Ήτο δε ο πρεσβύτερος αυτού υιός εν τω αγρώ και καθώς ερχόμενος επλησίασεν εις την οικίαν, ήκουσε συμφωνίαν και χορούς,
26 και προσκαλέσας ένα των δούλων, ηρώτα τι είναι ταύτα.
27 Ο δε είπε προς αυτόν ότι ο αδελφός σου ήλθε και έσφαξεν ο πατήρ σου τον μόσχον τον σιτευτόν, διότι απήλαυσεν αυτόν υγιαίνοντα.
28 Και ωργίσθη και δεν ήθελε να εισέλθει. Εξήλθε λοιπόν ο πατήρ αυτού και παρεκάλει αυτόν.
29 Ο δε αποκριθείς είπε προς τον πατέρα Ιδού, τόσα έτη σε δουλεύω, και ποτέ εντολήν σου δεν παρέβην, και εις εμέ ουδέ ερίφιον έδωκάς ποτέ διά να ευφρανθώ μετά των φίλων μου.
30 Ότε δε ο υιός σου ούτος, ο καταφαγών σου τον βίον μετά πορνών, ήλθεν, έσφαξας δι' αυτόν τον μόσχον τον σιτευτόν.
31 Ο δε είπε προς αυτόν, Τέκνον, συ πάντοτε μετ' εμού είσαι, και πάντα τα εμά σα είναι
32 έπρεπε δε να ευφρανθώμεν και να χαρώμεν, διότι ο αδελφός σου ούτος νεκρός ήτο και ανέζησε, και απολωλώς ήτο και ευρέθη.
      Αλήθεια τούτα τα λόγια πόσο θα πίκραναν την καρδιά του Πατέρα! Λόγια σκληρά, χωρίς αγάπη, χωρίς έλεος, που, ενώ βρισκόταν μέσα στο σπίτι του Πατέρα, τον κράτησαν έξω από το τραπέζι της χαράς. Το μέτρο του Θεού διαφέρει από το μέτρο των ανθρώπων. Γι’ αυτό πολλοί ταπεινοί υπηρέτες εδώ στη γη θα έχουν πολλοί ανώτερες θέσεις στον ουρανό. Την ποιότητα θα επιβραβεύσει ο Κύριος και όχι την ποσότητα. Θα επιβραβεύσει την πιστότητα με την οποία ενεργήσαμε στις λίγες ή πολλές ευκαιρίες που Εκείνος μας έδωσε. Κριτήριο κατάταξης στον ουρανό θα είναι όχι η μεγάλη προσφορά μας εδώ στη γη, αλλά οι προθέσεις και τα ελατήρια, βάσει των οποίων ενεργήσαμε. Ενεργήσαμε για τη δόξα Εκείνου και για τη σωτηρία αθανάτων ψυχών, με πίστη και ειλικρίνεια ή ενεργήσαμε στο Όνομα Εκείνου, για το εγώ μας, για την προβολή μας, για να λάβουμε τα χειροκροτήματα και τις επευφημίες των ανθρώπων.
      Κανένας δεν μπορεί να πληρωθεί δύο φορές για την ίδια προσφορά. Αν μας χειροκροτήσουν οι άνθρωποι, τότε λάβαμε το μισθό μας από τους ανθρώπους και αφού πληρωθήκαμε, δε μας οφείλει πλέον τίποτα ο Κύριος (Ματθαίος Σ/6: 2). Ας θυμηθούμε για άλλη μια φορά την ιστορία  του φτωχού Λάζαρου και του πλούσιου, ο οποίος «ενεδύετο πορφύραν και στολήν βυσσίνην, ευφραινόμενος καθ’ ημέραν μεγαλοπρεπώς». (Λουκάς ΙΣ/16: 19-31). Από την ώρα που έκλεισαν τα μάτια τους, ήρθαν τα πάνω κάτω. «Απέθανε δε ο πτωχός και εφέρθη υπό των αγγέλων εις τον κόλπον του Αβραάμ, απέθανε δε και ο πλούσιος και ετάφη». Ο πρώτος, ο άρχοντας βρέθηκε τελευταίος, ο φτωχός, ο ταπεινός Λάζαρος, βρέθηκε πρώτος. Ο πλούσιος προσπάθησε να αλλάξει θέση, σκεπτόμενος με ανθρώπινα, γήινα κριτήρια, αλλά αυτό ήταν αδύνατο. Καμία ισχύ και εφαρμογή δε θα έχουν τα γήινα, τα ανθρώπινα κριτήρια στον ουρανό. Εκεί θα βασιλεύει αποκλειστικά η Αγάπη και το Έλεος, αλλά και η Δικαιοσύνη του Θεού. ---

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου