Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Σάββατο 20 Μαρτίου 2021

ΜΕΓΑΛΟ ΣΑΒΒΑΤΟ -- ΚΥΡΙΑΚΗ ΑΝΑΣΤΑΣΗΣ.

  
ΜΕΓΑΛΟ ΣΑΒΒΑΤΟ.
 
  «Και τη επαύριον, ήτις είναι μετά την παρασκευήν, συνήχθησαν οι αρχιερείς και οι Φαρισαίοι προς τον Πιλάτον λέγοντες Κύριε, ενεθυμήθημεν ότι εκείνος ο πλάνος είπεν έτι ζων, Μετά τρεις ημέρας θέλω αναστηθή. Πρόσταξον λοιπόν να ασφαλισθή ο τάφος έως της τρίτης ημέρας, μήποτε οι μαθηταί αυτού ελθόντες διά νυκτός κλέψωσιν αυτόν και είπωσι προς τον λαόν, Ανέστη εκ των νεκρών και θέλει είσθαι η εσχάτη πλάνη χειροτέρα της πρώτης. Είπε δε προς αυτούς ο Πιλάτος Έχετε φύλακας υπάγετε, ασφαλίσατε καθώς εξεύρετε. Οι δε υπήγον και ησφάλισαν τον τάφον, σφραγίσαντες τον λίθον και επιστήσαντες τους φύλακας» (Ματθαίος ΚΖ/27: 62-66). 
      Την επόμενη μέρα οι αρχιερείς και οι Φαρισαίοι είχαν αρχίσει να ανησυχούν. Θυμήθηκαν ότι ο Ιησούς είχε πει ότι την τρίτη ημέρα θα ανασταινόταν από τους νεκρούς. Έτσι πήγαν στον Πιλάτο και του ζήτησαν να διορίσει ειδική φρουρά, για να φυλάει το μνήμα. Το επιχείρημά τους ήταν "να μην μπορέσουν οι μαθητές Του να πάνε και να κλέψουν το σώμα, δίνοντας την εντύπωση στο λαό πως αναστήθηκε". Αν συνέβαινε κάτι τέτοιο, τότε «η τελευταία πλάνη θα ήταν χειρότερη από την προηγούμενη». Δηλαδή η είδηση για την ανάστασή Του θα ήταν χειρότερη από τον ισχυρισμό Του πως είναι ο Μεσσίας του κόσμου, ο Υιός του Θεού του Ζώντος. 
     Η απάντηση του Πιλάτου ήταν: «Σας διαθέτω τη φρουρά. Πηγαίνετε και πάρτε όποια μέτρα ασφαλείας νομίζετε». Η φράση «έχετε κουστωδίαν» μπορεί να σημαίνει ότι τους είχε ήδη διατεθεί Ρωμαϊκή φρουρά. Εκείνοι πήγαν και σφράγισαν το μνήμα και τοποθέτησαν φρουρούς. Σε λίγο ο Θεός θα ανατρέψει όλα τα σχέδια των αμαρτωλών ανθρώπων και θα προσφέρει μια αδιάσειστη απόδειξη της ανάστασης του Ιησού Χριστού. Κανένα ανθρώπινο μέτρο δε μπορεί να εμποδίσει τη δύναμη της Ανάστασης από τους νεκρούς του Ιησού Χριστού. 



Η ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΑΝΑΣΤΑΣΗΣ
(Ματθαίος ΚΗ/28: 1-10 – Μάρκος ΙΣ/16: 1-8 – Λουκάς ΚΔ/24: 1-12 – Ιωάννης Κ/20: 1-10) 

Ανάλυση του γεγονότος αναφέρεται στο blog : giorgoskomninos.blogspot.com  Δημοσίευση έγινε:  
Στις 05-05-2016 και επιγράφεται: «Ανάσταση» (Λουκάς ΚΔ/24: 1 - 12).
Στις 23-04-2020 και επιγράφεται: «Η ανάσταση του Χριστού» (Μάρκος ΙΣ/16: 1 - 6).  

     «Και αφού επέρασε το σάββατον, Μαρία η Μαγδαληνή και Μαρία η μήτηρ του Ιακώβου και η Σαλώμη ηγόρασαν αρώματα, δια να έλθωσι και αλείψωσιν αυτόν. Και πολλά πρωί της πρώτης ημέρας της εβδομάδος έρχονται εις το μνημείον, ότε ανέτειλεν ο ήλιος. Και έλεγον προς εαυτάς Τις θέλει αποκυλίσει εις ημάς τον λίθον εκ της θύρας του μνημείου; Και αναβλέψασαι θεωρούσιν ότι ο λίθος ήτο αποκεκυλισμένος διότι ήτο μέγας σφόδρα» (Μάρκος ΙΣ/16: 1-4). 
     Το βράδυ του Σαββάτου ήρθαν στο μνήμα οι δύο Μαρίες και η Σαλώμη για ν’ αλείψουν με αρώματα το σώμα του Ιησού. Γνώριζαν για τη Ρωμαϊκή σφραγίδα και τη στρατιωτική φρουρά που είχε τοποθετηθεί, όμως η αγάπη τους για τον Κύριο ξεπέρασε κάθε φόβο και κάθε δυσκολία. Πολύ πρωί την Κυριακή, καθώς βάδιζαν προς το μνημείο, συζητούσαν μεταξύ τους και έλεγαν: «Ποιος θα μας κυλίσει την πέτρα από την είσοδο του μνήματος». Όταν έφτασαν στο μνημείο είδαν την πέτρα κυλισμένη. 
     «Και ιδού έγινε σεισμός μέγας διότι άγγελος Κυρίου καταβάς εξ ουρανού ήλθε και απεκύλισε τον λίθον από της θύρας και εκάθητο επάνω αυτού» (Ματθαίος ΚΗ/28: 2). 
     Έγινε σεισμός μέγας και ένας άγγελος κατέβηκε από τον ουρανό, κύλισε την πέτρα από το στόμιο του μνήματος και κάθισε πάνω της. Η πέτρα δεν κυλίστηκε από το μνημείο, για να ελευθερωθεί ο Χριστός. Το αποκύλισμά της ήταν αναγκαίο, για να φανεί ότι ο Χριστός είχε εγκαταλείψει το μνημείο και ότι είχε αναστηθεί. Ήταν η μεγάλη απόδειξη προς τους ανθρώπους ότι ο ουρανός νίκησε τον τάφο και το θάνατο. 
    «Και εισελθούσαι εις το μνημείον είδον νεανίσκον καθήμενον εις τα δεξιά, ενδεδυμένον στολήν λευκήν, και ετρόμαξαν. Ο δε λέγει προς αυτάς. Μη τρομάζετε Ιησούν ζητείτε τον Ναζαρηνόν τον εσταυρωμένον ανέστη, δεν είναι εδώ ιδού ο τόπος, όπου έθεσαν αυτόν» (Μάρκος ΙΣ/16: 5,6). 
     Όταν μπήκαν μέσα στο μνημείο, είδαν ότι το σώμα του Ιησού έλειπε. Εκείνη την ώρα εμφανίστηκαν δύο άγγελοι (Ιωάννης Κ/20: 12) με αστραφτερές στολές και τις διαβεβαίωσαν ότι ο Ιησούς ήταν ζωντανός. Είχε αναστηθεί από τους νεκρούς όπως τους είχε υποσχεθεί, όταν ήταν μαζί τους στη Γαλιλαία. Τους είχε πει ότι «ο Υιός του Ανθρώπου πρέπει να παραδοθεί στα χέρια των εχθρών του Θεού, να σταυρωθεί και την τρίτη μέρα ν’ αναστηθεί» (Λουκάς Θ/9: 22  & ΙΗ/18:  33). Τότε τα θυμήθηκαν όλα. Γύρισαν πίσω στην πόλη και είπαν τα νέα στους έντεκα μαθητές. Ανάμεσα σ’ αυτές τις πρώτες αγγελιοφόρους της ανάστασης ήταν η Μαρία η Μαγδαληνή, η Ιωάννα και η Μαρία η μητέρα του Ιακώβου. 
    Πολλές θεωρίες δημιούργησαν κατά καιρούς οι άνθρωποι σχετικά με τον "κενό τάφο",   αλλά δε μπόρεσαν να πείσουν, ούτε και να συμφωνήσουν μεταξύ τους. Οι θεωρίες τους μοιάζουν μ’ εκείνες των ψευδομαρτύρων που είχαν πληρωθεί, για να συκοφαντήσουν τον Ιησού. Άλλα έλεγαν τη μια και άλλα την άλλη, χωρίς να πείθουν.
     Τίποτα πειστικότερο για οποιονδήποτε αμφιβάλλει, δεν υπάρχει από τον «κενό τάφο». Ο ίδιος ο Κύριος στο βιβλίο της "Αποκάλυψης" (κεφ. Α/1: 18) διακηρύττει:  "Μη φοβού εγώ είμαι ο πρώτος και ο έσχατος και ο ζων, και έγεινα νεκρός, και ιδού, είμαι ζων εις τους αιώνας των αιώνων". Στα τρυπημένα χέρια Του ο Κύριος κρατάει "τα κλειδία του άδου και του θανάτου".  Ο συγγραφέας της επιστολής "προς Εβραίους" (κεφ. Ζ/7: 25) αναφέρει: "δύναται  να σώζει εντελώς τους προσερχομένους εις τον Θεόν δι' αυτού, ζων πάντοτε δια να μεσιτεύση υπέρ αυτών". Η Ανάσταση του Κυρίου από τους νεκρούς αποτελεί την εγγύηση και για τη δική μας ανάσταση. "ο Χριστός είναι η απαρχή, έπειτα όσοι είναι του Χριστού εν τη παρουσία αυτού" (Α' Κορινθίους ΙΕ/15: 23). 

Ανάλυση του γεγονότος αναφέρεται στο blog :  giorgoskomninos.blogspot.com    H δημοσίευση έγινε:  
Στις 08-11-2016 με θέμα: "Η ανάσταση των νεκρών" (Α'  Κορινθίους ΙΕ/15:  20 - 58).

      "Εδόθη εις εμέ πάσα εξουσία εν ουρανώ και επί γης" (Ματθαίος ΚΗ/28: 18).
      Ο Κύριος εξήγησε στους μαθητές Του ότι ο Θεός του είχε δώσει όλη την εξουσία στον ουρανό και τη γη. Ο Κύριος πάντοτε είχε εξουσία, όμως μετά το θάνατό Του και την ένδοξη Ανάστασή Του από τους νεκρούς έχει λάβει την εξουσία, ως πρωτότοκος εκ νεκρών, να είναι σε όλα πρώτος. "Αυτός είναι προ πάντων, και τα πάντα συντηρούνται δι' αυτού, και αυτός είναι η κεφαλή του σώματος, της εκκλησίας όστις είναι αρχή, πρωτότοκος εκ των νεκρών, δια να γίνει αυτός πρωτεύων εις τα πάντα διότι εν αυτώ ηυδόκησεν ο Πατήρ να κατοικήσει παν το πλήρωμα" (Κολοσσαείς Α/1: 17-19).                                         
    "Ιδού, εγώ είμαι μεθ' υμών πάσας τας ημέρας έως της συντελείας του αιώνος" (Ματθαίος ΚΗ/28: 20). 
       Τι ωραία υπόσχεση! Ο Αναστημένος Χριστός μας έχει υποσχεθεί ότι θα είναι μαζί μας σε κάθε μας μέρα, σε κάθε χαρά, αλλά και σε κάθε λύπη. Καλύτερη υπόσχεση δε θα μπορούσε να μας δώσει ο Κύριος. Με τη δύναμη λοιπόν αυτής της υπόσχεσης "ας τρέχωμεν μεθ' υπομονής τον προκείμενον εις ημάς αγώνα, αποβλέποντες εις τον Ιησούν, τον αρχηγόν και τελειωτήν της πίστεως, όστις υπέρ της χαράς της προκειμένης εις αυτόν υπέφερε σταυρόν, καταφρονήσας την αισχύνην, και εκάθησεν εν δεξιά του θρόνου του Θεού" (Εβραίους ΙΒ/12: 1, 2).
            
        ΕΠΙΛΟΓΟΣ 

       «δεν είναι εδώ διότι ανέστη» (Ματθαίος ΚΗ/28: 6). 
      Αυτή η διαβεβαίωση είναι η βάση της πίστης μας και όχι θεωρίες, φιλοσοφίες ή άλλο τι. Ο Κύριος Ημών Ιησούς Χριστός, αφού προσέφερε δια του θανάτου Του τον πλήρη ιλασμό για τις αμαρτίες μας, αναστήθηκε επειδή μας δικαίωσε επί του Σταυρού. Επειδή η Θεία Δικαιοσύνη ικανοποιήθηκε με τη Σταυρική Του θυσία τώρα ζει και είναι μαζί μας, σύμφωνα με την υπόσχεσή Του.
        «μη φοβείσθε» (εδ.10). 
      Ψυχή μη φοβάσαι: «Ζει Κύριος». Φόβος δε μπορεί να υπάρχει στην καρδιά του ανθρώπου, που συνταυτίστηκε μέσω της πίστης με το θάνατο και την Ανάσταση του Χριστού. Η αγάπη μας προς το Χριστό «έξω διώκει τον φόβον» (Α’ Ιωάννου Δ/4: 18). 
        «Υπάγετε ταχέως και είπατε» (εδ.7). 
    Τη χαρά της Ανάστασης του Ιησού Χριστού θα πρέπει να τη μεταδώσουμε και σε άλλους ανθρώπους, γιατί ο Θεός θέλει «να σωθούν όλοι οι άνθρωποι, και να έρθουν στην επίγνωση της αλήθειας» (Α’ Τιμοθέου Β/2: 4).
      "Αλλ' υπάγετε, είπατε προς τους μαθητάς αυτού και προς τον Πέτρον ότι υπάγει πρότερον υμών εις την Γαλιλαίαν εκεί θέλετε ιδεί αυτόν, καθώς είπε προς εσάς" (Μάρκος ΙΣ/16:  7).
    Ο Αναστημένος και δοξασμένος Κύριος Ιησούς Χριστός, "νικητής του Άδη και του θανάτου" (Αποκάλυψη Α/1: 18), "Κύριος Κυρίων και Βασιλιάς Βασιλιάδων" (Αποκάλυψη ΙΖ/17: 14) περιμένει την κάθε ψυχή "στη Γαλιλαία" για ένα νέο ξεκίνημα. 

        O Απ. Παύλος στην επιστολή "προς Εφεσίους" (κεφ. Β/2, εδ. 4-6), αναφέρει:
4 ο Θεός όμως πλούσιος ων εις έλεος, διά την πολλήν αγάπην αυτού με την οποίαν ηγάπησεν ημάς,
5 και ενώ ήμεθα νεκροί διά τα αμαρτήματα, εζωοποίησεν ημάς μετά του Χριστού κατά χάριν είσθε σεσωσμένοι
6 και συνανέστησε και συνεκάθισεν εν τοις επουρανίοις διά Ιησού Χριστού.
      Μετά  τη  θυσία  και  την  Ανάσταση  του  Κυρίου  Ιησού  από τους νεκρούς η  "χάρις"  Του  και  η "σωτηρία"  Του  είναι  πλέον  δεδομένη  σε  κάθε  άνθρωπο  που  θα  πιστέψει  σ'  Αυτόν. Ο  άνθρωπος γεννιέται με  την  αμαρτία  και ως εκ τούτου είναι υπόδικος ενώπιον της δικαιοσύνης του Θεού. Μόνον η "χάρις" του Χριστού, που προσφέρεται δωρεάν σε κάθε άνθρωπο μπορεί να τον σώσει, αν μέσα στην ελευθερία  του  τη  δεχτεί.  Χρειάζεται  ο  άνθρωπος  να  αναγνωρίσει  την  αμαρτωλότητά  του  και  να πιστέψει στη δύναμη και τη δυνατότητα του αναστημένου Χριστού να του προσφέρει δικαίωση και μία τέλεια   και  ολοκληρωμένη  σωτηρία.  Έτσι  ολοκληρώνεται  το  Έργο  του  Θεού  μέσα  στη  ζωή  του ανθρώπου.  Έτσι  γίνεται  ο  άνθρωπος   "παιδί του Θεού"   (Ιωάννης  Α/1:  12).  Ο  Απ.  Παύλος   μας διευκρινίζει:   "Εάν  δε  τέκνα  και  κληρονόμοι,  κληρονόμοι  μεν  Θεού,  συγκληρονόμοι  δε  Χριστού..." (Ρωμαίους  Η/8:  17).  Δια  της  πίστεως  στον  Αναστημένο  Ιησού  Χριστού  ο  άνθρωπος  γίνεται συγκληρονόμος του Χριστού στη βασιλεία των ουρανών. ---

Ποιος είναι Αυτός που είν’ στον τάφο,
Κι έξω στρατιώτες Τον φρουρούν,
Κι οι μυροφόρες οι γυναίκες,
Πριν να χαράξει ξεκινούν.
Βρίσκουν τον τάφο ανοιγμένο,
Κι ο Ιησούς δεν είναι εκεί,
Τα ρούχα Του είναι διπλωμένα,
Κι άγγελοι στέκονται εκεί.
Μα τι ζητάτε για να βρείτε,
Τον ζώντα μέσα στους νεκρούς,
Δεν είν’ εδώ αλλ’ ανεστήθει
Τώρα θα ζει στους ουρανούς.
 
 -------------------------------------------------------------------------------------------------------------


      Στο blog : giorgoskomninos.blogspot.com έχουν γίνει και οι παρακάτω σχετικές δημοσιεύσεις:


1/ Στις 15-04-2012 με θέμα: "Η πορεία προς Εμμαούς"  (Λουκάς ΚΔ/24: 13 - 35).

2/ Στις 21-04-2014 με θέμα: "Αν ο Χριστός δεν είχε αναστηθεί" (Α'  Κορινθίους ΙΕ/15: 12 - 20).

3/ Στις 04-05-2015 με θέμα: "Ο ΘΩΜΑΣ"  (Ιωάννης Κ/20: 19 - 29).

4/  Στις 10-03-2018 με θέμα: "ΠΑΣΧΑ. (ΠΕΣΑΧ = προσπέρασμα, διάβαση" (Έξοδος ΙΒ/12: 1- 18).
     

Πέμπτη 18 Μαρτίου 2021

Ιερουσαλήμ, Ιερουσαλήμ.....

Ευαγγέλιον «κατά Ματθαίον», κεφ. ΚΓ/23, εδ. 37-39    «κατά Λουκάν», κεφ. ΙΓ/13, εδ. 34,35. 

Ιερουσαλήμ, Ιερουσαλήμ, η φονεύουσα τους προφήτας και λιθοβολούσα τους απεσταλμένους προς σέ ποσάκις ηθέλησα να συνάξω τα τέκνα σου καθ' ον τρόπον συνάγει η όρνις τα ορνίθια εαυτής υπό τας πτέρυγας, και δεν ηθελήσατε. Ιδού, αφίνεται εις εσάς ο οίκός σας έρημος. Διότι σας λέγω, δεν θέλετε με ιδεί εις το εξής, εωσού είπητε, Ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου. 

 Ευαγγέλιον «κατά Λουκάν», κεφ. ΙΘ/19, εδ. 41 – 44. 

41 Και ότε επλησίασεν, ιδών την πόλιν έκλαυσεν επ' αυτήν, 
42 λέγων, Είθε να εγνώριζες και συ, τουλάχιστον εν τη ημέρα σου ταύτη, τα προς ειρήνην σου αποβλέποντα αλλά τώρα εκρύφθησαν από των οφθαλμών σου 
43 διότι θέλουσιν ελθεί ημέραι επί σε και οι εχθροί σου θέλουσι κάμει χαράκωμα περί σε, και θέλουσι σε περικυκλώσει και θέλουσι σε στενοχωρήσει πανταχόθεν, 
44 και θέλουσι κατεδαφίσει σε και τα τέκνα σου εν σοι, και δεν θέλουσιν αφήσει εν σοι λίθον επί λίθον, διότι δεν εγνώρισας τον καιρόν της επισκέψεώς σου. 
    
       ΣΧΟΛΙΑ: 
      Ο Κύριος φεύγει από τη Βηθανία καθήμενος πάνω σε ένα γαϊδουράκι και προχωράει, για τελευταία φορά της επίγειας διακονίας Του, προς την Ιερουσαλήμ. Σε λίγο θα γραφτεί ο τραγικός επίλογος της δημόσιας δράσης Του καθώς θα ανηφορίσει στο μαρτυρικό λόφο του Γολγοθά, για να ανοίξει τα χέρια Του πάνω στο σταυρό και να αγκαλιάσει ολόκληρη την ανθρωπότητα. 
     Ο Λόγος του Θεού μας μαρτυρεί ότι καθώς ο Ιησούς πλησίαζε στην Ιερουσαλήμ και είδε από μακριά την πόλη, "έκλαψε γι’ αυτήν". Το κλίμα που υπήρχε γύρω Του ήταν τελείως διαφορετικό. Οι άνθρωποι ήταν χαρούμενοι, ενθουσιασμένοι, κρατούσαν κλαδιά φοινίκων, φώναζαν, επευφημούσαν και αλάλαζαν για τον ερχόμενο Ιησού Χριστό, κράζοντας: «Ωσαννά τω υιώ Δαβίδ ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου Ωσαννά εν τοις υψίστοις» (Ματθαίος ΚΑ/21: 9). Καθώς λοιπόν ο Κύριος πλησιάζει και βλέπει από μακριά την Ιερουσαλήμ δε φαίνεται να συμμερίζεται τη χαρά του πλήθους. Η πόλη σείεται, χαίρεται, όμως ο Κύριος θλίβεται βαθιά και πάνω στη θλίψη Του κλαίγοντας μονολογεί: «Ιερουσαλήμ, Ιερουσαλήμ… ποσάκις ηθέλησα να συνάξω τα τέκνα σου….. και δεν ηθελήσατε» (Ματθαίος ΚΓ/23: 37). 
      Είναι η φλόγα της αγάπης του Κυρίου για την Αγία Πόλη. Καθώς βλέπει ότι δε μπορεί να τη σώσει, εξαιτίας της απιστίας των κατοίκων της, ξεσπάει σε θρήνο, σε παράπονο, σε σπαρακτικό κλάμα. Ο Κύριος στέκεται και σήμερα και ψελλίζει για την κάθε ψυχή: «Πόσες φορές θέλησα να σε φέρω κοντά Μου!» Το «ποσάκις» ο Κύριος το λέει για την Ιερουσαλήμ, αλλά το λέει και για τον καθένα προσωπικά καθώς ο καθένας γνωρίζει πόσες προσπάθειες έχει κάνει ο Θεός μέσα στη ζωή του για να τον φέρει κοντά Του. Η επανάληψη της φράσης Ιερουσαλήμ δείχνει τον πόνο της αγάπης, την ψυχική φόρτιση, την αγωνία του Κυρίου, για το κακό που πλησιάζει σε τούτη την πόλη. Ένα κακό που κανένας δεν μπορεί να αποτρέψει, αφού οι κάτοικοί της διάλεξαν την άρνηση, την απιστία, την εναντίωση στο Θεό τους. 
       Αλήθεια πόσες φορές ο Κύριος βλέποντας τα βάθη της καρδιά μας κλαίει για μας καθώς γνωρίζει τα πάντα για τη ζωή μας, όσα δεν γνωρίζουν οι άνθρωποι γύρω μας. «δεν είναι ουδέν κτίσμα αφανές ενώπιον αυτού, αλλά πάντα είναι γυμνά και τετραχηλισμένα εις τους οφθαλμούς αυτού» (Εβραίους Δ/4: 13) και μέσα στο κλάμα Του ψάχνει να βρει τρόπους για να μας συνετίσει και να μας φέρει κοντά Του. Ας προσέξουμε γιατί η πρόσκληση και η υπομονή του Κυρίου δεν θα είναι για πάντα. Μέσα από τον αιώνιο Λόγο Του διαβάζουμε: «Δεν θέλει δικολογεί διαπαντός ουδέ θέλει φυλάττει την οργήν αυτού εις τον αιώνα» (Ψαλμός ΡΓ/103: 9).  
    Η Ιερουσαλήμ ήταν η πόλη που είχε φονεύσει τους προφήτες, που είχε λιθοβολήσει τους αγγελιοφόρους του Θεού κι όμως ο Θεός εξακολουθούσε να την αγαπάει και να επιδιώκει να συνάξει τα παιδιά της γύρω Του. Θλίβεται ο Κύριος για την πνευματική κατάσταση στην οποία βρίσκεται η πόλη. Αυτή την πόλη την περπάτησε σπιθαμή προς σπιθαμή, έκανε θαύματα, μίλησε στους ανθρώπους για την αγάπη του Θεού και καθώς αναλογίζεται όλη τη δράση Του για το καλό τούτης της πόλης, διαπιστώνει ότι τα λόγια Του δεν βρήκαν καμία ανταπόκριση στις καρδιές των ανθρώπων. Όλες οι ευεργεσίες που συνέβησαν σ’ αυτή την πόλη και στην ευρύτερη περιοχή ο Κύριος τις παραγγέλλει προς τον Ιωάννη με τα λόγια: «Υπάγετε και απαγγείλατε προς τον Ιωάννην όσα είδετε και ηκούσατε ότι τυφλοί αναβλέπουσι, χωλοί περιπατούσι, λεπροί καθαρίζονται, κωφοί ακούουσι, νεκροί εγείρονται, πτωχοί ευαγγελίζονται» (Λουκάς Ζ/7: 22). Πόσο πόνο αισθάνεται ο Κύριος παρατηρώντας την πόλη! 
     Ένας γεωργός, που δεν είναι άλλος από τον Πατέρα Θεό, καλλιέργησε τον αμπελώνα του στον οποίο είχε φυτέψει τα πλέον εκλεκτά κλήματα, τον περιέφραξε, έκτισε πύργο, κατασκεύασε ληνό και περίμενε να κάμει σταφύλια, "αλλ’ έκαμεν αγριοστάφυλα". Και καθώς ο γεωργός παρατηρεί την όλη αρνητική κατάσταση, διερωτάται: «Τι ήτο δυνατόν να κάμω έτι εις τον αμπελώνά μου και δεν έκαμον εις αυτόν; δια τι λοιπόν, ενώ περιέμενον να κάμη σταφύλια, έκαμεν αγριοστάφυλα;» (Ησαΐας Ε/5: 4). Σίγουρα αυτές οι σκέψεις θα βασάνιζαν και το νου του Κυρίου μας καθώς πλησιάζει προς την πόλη. «Τι ήταν δυνατόν να κάνω γι’ αυτή την πόλη και δεν το έκανα; Τι ήταν δυνατόν να κάνω γι’ αυτή την ψυχή και δεν το έκανα!» Για όλους εκείνους που Τον αγνοούν, γι’ αυτούς που Τον ψάχνουν μέσα από τα διάφορα ανθρώπινα θρησκευτικά συστήματα, αλλά δεν Τον βρίσκουν, για όλους εκείνους που Tον «σπρώχνουν» μακριά και Τον παρακαλούν να φύγει από την πόλη τους (Μάρκος Ε/5: 17), αυτό είναι το παράπονο του Κυρίου! 
       «Έστειλε προφήτες». 
       Ο Κύριος φανέρωσε τον εαυτόν του στο Έθνος του Ισραήλ σαν ο Μεσσίας τους, αλλά τόσο ο λαός όσο και οι άρχοντες Τον απέρριψαν. Ο Ιησούς τους επιπλήττει για την υποκρισία και την απιστία τους (Ματθαίος ΚΒ/22 & ΚΓ/23) και τους λέει ότι αυτή η γενιά τους είναι σαν τις προηγούμενες γενιές που εκδίωξαν και θανάτωσαν τους Προφήτες που είχε στείλει ο Θεός. 
    Ο Κύριος στο Ευαγγέλιο του Ματθαίου (κεφ. ΚΓ/23, εδ. 29-31), αναφέρει: «Αλίμονο σ' εσάς δάσκαλοι του Νόμου και Φαρισαίοι, υποκριτές! Που χτίζετε τους τάφους των προφητών και στολίζετε τα μνημεία των δικαίων και λέτε: Αν ζούσαμε στα χρόνια των προγόνων μας, δε θα συμμετείχαμε μαζί τους στο φόνο των προφητών. Άρα ομολογείτε μόνοι σας, πως είστε γιοι εκείνων που σκότωσαν τους προφήτες». Ήταν τόσο υποκριτές που την ώρα που έλεγαν αυτά τα λόγια σχεδίαζαν την εξόντωση του Κυρίου. 
       «Πολυμερώς και πολυτρόπως». 
       Ο Θεός επισκέφτηκε πολλές φορές και με πολλούς τρόπους την Ιερουσαλήμ. Απ’ όταν ο Δαβίδ την έκαμε πρωτεύουσά του (Β’ Σαμουήλ Σ/6 & Ζ/7, περίπου το έτος 1.000 π.Χ., ως τις ημέρες του Χριστού, πόσες ευλογίες, ευκαιρίες και προνόμια δε γνώρισε τούτη η πόλη. Κορυφαίο, ο Χριστός και η προσφορά της αγάπης Του. Όμως, τούτη ήταν η τελευταία πριν από την κρίση. «Να καταφρονήσει κανείς τον πλούτο της χρηστότητος και της μακροθυμίας του Θεού, που (πασκίζει) να τον φέρει σε μετάνοια» (Ρωμαίους B/2: 4), είναι πολύ επικίνδυνο και θα έχει καταλυτικές συνέπειες στη ζωή του ανθρώπου. 
      Οι προφήτες έζησαν στους χρόνους της Παλαιάς Διαθήκης και ήταν αυτοί που μετέφεραν το θέλημα του Θεού στους ανθρώπους και προετοίμαζαν τον λαό για τον ερχομό του Μεσσία. Μεγάλοι Προφήτες θεωρούνται ο Ησαΐας, ο Ιερεμίας, ο Ιεζεκιήλ, ο Δανιήλ και ο Ηλίας, υπήρξαν όμως και πάρα πολλοί άλλοι. Ο Θεός μέσω των προφητών προσπάθησε να αφυπνίσει και να συνετίσει το λαό Του, όμως εκείνοι «εχλεύαζον τους απεσταλμένους του Θεού και κατεφρόνουν τους λόγους Αυτού και έσκωπτον τους προφήτας Αυτού, εωσού η οργή του Κυρίου ανέβη κατά του λαού αυτού, ώστε δεν ήτο θεραπεία» (Β΄ Χρονικών ΛΣ/36: 16). 
    Ο Κύριος δε σταμάτησε να τους νουθετεί, να τους διδάσκει, να τους περιμένει και να τους αποκαλύπτει τα σχέδιά Του. Παρατηρώντας την παρακοή του λαού, έστειλε… και πάλιν απέστειλεν… και πάλιν απέστειλεν… όμως ο λαός μέσα στην απιστία του όχι μόνον δεν τους δέχτηκε, αλλά άλλους φόνευσαν, άλλους έδειραν, ατίμασαν κλπ. «Έτι λοιπόν έχων ένα υιόν, αγαπητόν αυτού, απέστειλε και αυτόν προς αυτούς έσχατον, λέγων ότι θέλουσιν εντραπή τον υιόν μου. Εκείνοι δε οι γεωργοί είπον προς αλλήλους ότι ούτος είναι ο κληρονόμος έλθετε, ας φονεύσωμεν αυτόν, και θέλει είσθαι ημών η κληρονομία. Και πιάσαντες αυτόν εφόνευσαν και έρριψαν έξω του αμπελώνος» (Μάρκος ΙΒ/12: 1-12). Δύο λέξεις θα πρέπει να υπογραμμίσουμε σε αυτά τα λόγια του Κυρίου: «Υιόν» και «έσχατον»
      Η προσφορά του Υιού του Θεού, η θυσία του Σταυρού, το «αθώο αίμα» που χύθηκε πάνω στο σταυρό του Γολγοθά, είναι η τελευταία προειδοποίηση του Θεού για τον άνθρωπο. Αν συνεχίσουμε να ζούμε παραβλέποντας και αμελώντας μια «τόσο μεγάλη σωτηρία» του Θεού (Εβραίους Β/2: 3), ο Λόγος Του μας προειδοποιεί: «τότε δεν απομένει πια καμιά θυσία για αμαρτίες μας… αλλά φοβερά τις απεκδοχή κρίσεως…» (Εβραίους Ι/10: 26). Ας μην περιμένουμε καμία άλλη επέμβαση του Θεού. Ο Θεός είπε τον τελευταίο λόγο Του προς τους ανθρώπους, δια Ιησού Χριστού, ας μην περιμένουμε κάτι άλλο στη ζωή μας. Ας αναλογιστεί ο καθένας μας πόσες φορές και με πόσους τρόπους μας επισκέφτηκε ο Κύριος στη ζωή μας. Πότε με ένα φυλλάδιο, μια ομιλία σε μία συνάθροιση πιστών ή μέσω του internet και με μύριους άλλους τρόπους ο Κύριος δεν παύει να επισκέπτεται και καθημερινά την κάθε ψυχή. 
      «ποσάκις ηθέλησα να συνάξω τα τέκνα σου καθ' ον τρόπον συνάγει η όρνις τα ορνίθια εαυτής υπό τας πτέρυγας». 
     Μέχρι σήμερα ο Ισραήλ θερίζει τις συνέπειες της άρνησής Εκείνου που τον κάλεσε για να τον σκεπάσει κάτω από τα φτερούγια Του. Στην επίμονη άρνηση του λαού Του, στην παραγνώριση της αγάπης Του, τούτο το «ποσάκις» δείχνει την υπομονή, την ακούραστη προσφορά του Θεού. Ο Ιησούς θέλησε να μαζέψει το λαό Του. Να τους διδάξει, να τους νουθετήσει, να τους αποκαλύψει την αγάπη του Θεού. Το «ποσάκις» δεν μιλάει για μία, ούτε για δύο, ούτε για τρεις, αλλά για άπειρες φορές, που η αγάπη του Θεού πάλεψε για να συνετίσει και να σώσει τούτη την πόλη. Πόσες φορές θέλησα να μαζέψω τα παιδιά σου Ιερουσαλήμ, λέγει ο Κύριος και μας δίνει έτσι μια καταπληκτική εικόνα της αγάπης Του. Θέλησα να σας μαζέψω όπως η όρνιθα, η οποία όταν αντιληφθεί κάποιον κίνδυνο μαζεύει κάτω από τις φτερούγες της τα κλωσόπουλά της για να τα προστατεύσει. Η κλώσα θα τα προστατεύσει, θα τα ταΐσει, θα τα μεγαλώσει. Αυτό το ρόλο θέλει να παίξει και ο Χριστός στη ζωή μας. Να μας προστατεύσει από τον ανθρωποκτόνο εχθρό, το διάβολο (Ιωάννης Η/8: 44), να θρέψει την ψυχή μας, να μας οδηγήσει «εις πάσαν την αλήθειαν» (Ιωάννης ΙΣ/16: 13) και να μας σώσει αιωνίως (Α΄ Ιωάννου Β/2: 25). Τέτοια είναι η αγάπη του Θεού. Πάντα τρυφερή, πάντα υπομονετική. Πόσο τρομερό είναι να μένει ο άνθρωπος αδιάφορος μπροστά σε μια τόσο μεγάλη αγάπη, σε μια "τόσο μεγάλη σωτηρία" (Εβραίους Β/2: 3). Ας είναι αίτημα στην προσευχή μας: «Κύριε σκέπασέ με κάτω από τις φτερούγες σου». 
     «Δεν ηθελήσατε». 
     Όλα τα δράματα που συμβαίνουν πάνω στον πολύπαθο κόσμο μας, οφείλονται στη σύγκρουση των δύο αυτών θελημάτων: «Εγώ θέλησα…. εσείς δεν ηθελήσατε». Παρά την επίμονη άρνηση του ανθρώπου ο Θεός δεν εγκαταλείπει τον άνθρωπο και με πολύ υπομονή περιμένει τη μεταστροφή του. Περιμένει να έλθει «εις εαυτόν». Με μύριους τρόπους αγάπης ο Θεός τον καλεί να έρθει κοντά Του. Πόσο χαρακτηριστικά τούτο αναφέρεται στο βιβλίο του Προφήτη «Σαμουήλ», (κεφ. ΙΔ/14, εδ. 14): «Διότι αφεύκτως θέλομεν αποθάνει, και είμεθα ως ύδωρ διακεχυμένον επί της γης, το οποίον δεν επισυνάγεται πάλιν και ο Θεός δεν θέλει να απολεσθή ψυχή, αλλ' εφευρίσκει μέσα, ώστε ο εξόριστος να μη μένη εξωσμένος απ' αυτού». 
    Ο Θεός θέλει να σώσει τον άνθρωπο, όμως ο άνθρωπος αρνείται τη σωτηρία του. Ο Θεός παραγγέλνει στο λαό Του δια του προφήτη "Ιεζεκιήλ": «Πες τους: Ζω εγώ, λέει ο Κύριος ο Θεός, δεν θέλω τον θάνατο του αμαρτωλού, αλλά να επιστρέψει ο ασεβής από τον δρόμο του, και να ζει επιστρέψτε, επιστρέψτε από τους πονηρούς σας δρόμους γιατί να πεθάνετε, οίκος Ισραήλ;» (Ιεζεκιήλ ΛΓ/33: 11). 
      Μπορεί να θέλει ο Θεός να μας σώσει, να μας ευλογήσει, όμως αν δεν το θέλουμε και εμείς τίποτα απολύτως δε μπορεί να γίνει. Ο Θεός σέβεται την ελευθερία μας, όσο και αν κάνουμε κακή χρήση αυτής, ακόμα και αν αυτή γίνεται όργανο αυτοκαταστροφής μας. Προσπαθεί με πάρα πολλούς τρόπους ο Θεός να μας συνετίσει, να μας κάνει να συναισθανθούμε τις συνέπειες που θα υπάρξουν στη ζωή μας από την περιφρόνηση της αγάπης Του, όμως κάτι παραπάνω απ’ αυτό δε μπορεί να κάνει. 
    Ολόκληρη η προσφορά του Θεού για σωτηρία, δια Ιησού Χριστού, προσφέρεται και απευθύνεται στην ανθρώπινη θέληση. Προσπαθεί ο Κύριος να κερδίσει την καρδιά του ανθρώπου και όχι να την αλώσει με τη δύναμή Του. Καθώς ο Κύριος περνάει μπροστά από τον παραλυτικό, που ήταν έξω από την κολυμβήθρα της Βηθεσδά τον ρωτάει με πολύ διακριτικό τρόπο: «…θέλεις να γίνεις υγιείς;». Όλα θα εξαρτηθούν από τη θέληση του ανθρώπου, από την απάντηση που θα δώσει στην πρόσκληση και πρόκληση του Κυρίου. «θέλω Κύριε…» (Ιωάννης Ε/5: 6). Αυτό το «θέλω» που θα βγει μέσα από την καρδιά του ανθρώπου, έρχεται να απελευθερώσει τις ασύλληπτες δυνάμεις του ουρανού, να φέρει λύτρωση και σωτηρία στη ψυχή του ανθρώπου. Ένα «θέλω», μία αποδοχή και όλα μπορούν να αλλάξουν μέσα στη ζωή του κάθε ανθρώπου. Μετά από εκείνο το «θέλω» απευθύνεται ο Κύριος στον άνθρωπο που δεν είχε περπατήσει ποτέ και του λέει: «σήκω επάνω και σήκωσε και το κρεβάτι σου και περπάτα». Τέλεια αλλαγή, τέλεια Σωτηρία κι όλα αυτά χάρις σε ένα «θέλω». 
     «Δεν ηθελήσατε», αυτό είναι το μεγάλο παράπονο του Κυρίου. «Δεν θέλομεν τούτον να βασιλεύση εφ' ημάς» (Λουκάς ΙΘ/19: 14), «Οι δε εφώναζον, λέγοντες Σταύρωσον, σταύρωσον αυτόν» (Λουκάς ΚΓ/23: 21). «Οι δε εκραύγασαν Άρον, άρον, σταύρωσον αυτόν. Λέγει προς αυτούς ο Πιλάτος Τον βασιλέα σας να σταυρώσω; Απεκρίθησαν οι αρχιερείς Δεν έχομεν βασιλέα ειμή Καίσαρα» (Ιωάννης ΙΘ/19: 15). 
      «Ιδού, αφίνεται εις εσάς ο οίκός σας έρημος». 
     Μία επίσκεψη αγάπης δίνει τη θέση της σε μία επίσκεψη κρίσης. Αν ο λαός της Ιερουσαλήμ είχε δεχθεί τον Κύριο ως απεσταλμένο από τον Θεό Σωτήρα, θα ζούσε με ειρήνη και ασφάλεια. Τώρα όμως ήταν πολύ αργά. "Θα σε περικυκλώσουν…. θα σε πολιορκήσουν…. δε θα μείνει πέτρα πάνω στην πέτρα…." (Μάρκος ΙΓ/13: 2). Και όλα αυτά, γιατί δεν έδωσε σημασία την ημέρα που την επισκέφθηκε ο Κύριος. 
      Η φράση «αφίνεται» μ’ έναν τρόπο μπορεί να ερμηνευτεί: Η ευκαιρία που υπάρχει σήμερα δεν θα υπάρχει αύριο. Αύριο ο οίκος σας θα είναι έρημος. Ο Απ. Παύλος προς την εκκλησία της Κορίνθου αναφέρει: «ιδού, τώρα καιρός ευπρόσδεκτος, ιδού, τώρα ημέρα σωτηρίας» (Β΄ Κορινθίους Σ/6: 2). Κλείνοντας το θρήνο του ο Κύριος για την Αγία πόλη και γνωρίζοντας όλα τα γεγονότα που θα ακολουθήσουν, κατάληξε: «ο οίκος σας θα ερημωθεί». Ο Ευαγγελιστής "Ματθαίος" συμπληρώνει με τα λόγια του Κυρίου: «Πάντα ταύτα θέλουσιν ελθεί επί την γενεάν ταύτην» (Ματθαίος ΚΓ/23: 36). 
     Ο Κύριος αρχικά αναφέρεται στον Εβραϊκό Ναό. Στο ευαγγέλιο «κατά Ματθαίον» (κεφ. ΚΔ/24, εδ.1-2) γίνεται μια συζήτηση του Ιησού με τους μαθητές Του που αφορά τον καλλωπισμό του Ναού και την αρχιτεκτονική. Εκείνη τη στιγμή ο Ιησούς τους ξαφνιάζει λέγοντάς τους: «Δεν βλέπετε πάντα ταύτα; αληθώς σας λέγω, δεν θέλει αφεθή εδώ λίθος επί λίθον, όστις δεν θέλει κατακρημνισθή». Τόσο μεγάλη θα είναι η καταστροφή, λέγει ο Κύριος, που το κτίριο θα ισοπεδωθεί σε τέτοιο βαθμό, που δεν θα έμενε πέτρα πάνω στην πέτρα. Πέρα όμως από την ολοκληρωτική καταστροφή του Ναού ο Κύριος είναι προφανές ότι αναφέρεται και στην καταστροφή της πόλη της Ιερουσαλήμ, αλλά και ολόκληρου του Εβραϊκού έθνους. Αυτή η φοβερή και ολοκληρωτική ερήμωση δεν άργησε να έρθει. 
      Το γεγονός έλαβε χώρα 40 χρόνια αργότερα, όταν ο Ρωμαϊκές λεγεώνες κάτω από την αρχηγία του στρατηγού Τίτο, γιού του Αυτοκράτορα Βεσπασιανού, κατέστρεψαν ολοκληρωτικά την Ιερουσαλήμ το έτος 70 μ.Χ. μετά από μια τριετή σκληρή και αιματηρή πολιορκία. Κατά την καταστροφή της Ιερουσαλήμ λέγεται ότι σφαγιάστηκαν πάνω από ένα εκατομμύριο Ιουδαίοι. Απ’ αυτούς που επέζησαν άλλοι πουλήθηκαν ως δούλοι και άλλοι ρίχτηκαν στα θηρία στις Ρωμαϊκές αρένες. Πολλοί κατέφυγαν στη Βαβυλώνα, που ήταν έξω από τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, ενώ άλλοι κατέφυγαν στη Γαλατία, την Ισπανία, τη Γαλλία, την Αγγλία, στις Ινδίες και την Αραβία. Η ιστορία των Ιουδαίων από την περίοδο αυτή και μετά είναι μια ιστορία ταλαιπωριών και ασύλληπτων διωγμών. Η υπόσχεση του Θεού προς το λαό Του, αν υπάκουε σ’ Αυτόν, ήταν: «ο Κύριος θα πολεμήσει για σας κι εσείς θα μένετε ήσυχοι» (Έξοδος ΙΔ/14: 14). Η ανυπακοή έφερε την καταστροφή. 
      Μετά από την πανωλεθρία των Εβραίων από τα Ρωμαϊκά στρατεύματα το 70 μ.Χ. και το 135 μ.Χ. η γη Ισραήλ ερημώθηκε παντελώς, όπως είχε προείπει ο Κύριος Ιησούς Χριστός. «Ιδού, αφήνεται εις εσάς ο οίκος σας έρημος» (Ματθαίος ΚΓ/23: 38). Η Ιερουσαλήμ θα παρέμενε καταπατημένη από τα διάφορα έθνη, μέχρι που θα τελειώσουν οι "καιροί των εθνών" (Λουκάς ΚΑ/21: 24). Έτσι λοιπόν στην περιοχή από το 63 π.Χ. κυριάρχησαν οι Ρωμαίοι, το 326 μ.Χ. οι Βυζαντινοί, το 614 μ.Χ. οι Πέρσες, το 638 μ.Χ. οι Άραβες, το 1099 μ.Χ. οι Σταυροφόροι, το 1291 μ.Χ. οι Αιγύπτιοι, το 1517 μ.Χ. οι Οθωμανοί, το 1917 μ.Χ. οι Άγγλοι. 
        «διότι δεν εγνώρισας τον καιρόν της επισκέψεώς σου» (Λουκάς ΙΘ/19: 44). 
       Ο Κύριος αποκάλυψε τη θλιβερή πραγματικότητα σχετικά με την τύχη της Ιερουσαλήμ. Η πόλη θα περικυκλωνόταν από τους εχθρούς της που θα την πολιορκούσαν αδιάκοπα και αφού την καταλάμβαναν θα έσφαζαν τους κατοίκους της, χωρίς έλεος και χωρίς καμία διάκριση σε νέους γέρους, άντρες, γυναίκες. Θα ισοπέδωναν τα τείχη της, θα γκρέμιζαν τα κτίριά της. Τόσο μεγάλη θα ήταν η καταστροφή ώστε δεν θα έμενε «πέτρα πάνω στην πέτρα». Θα ακολουθούσε μια μακρά περίοδος δέκα εννέα αιώνων (1.878 έτη) διασποράς σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της γης, μια περίοδος τρομερών διώξεων και κατάθλιψης του λαού. 
      Όλα αυτά θα συνέβαιναν για έναν λόγο. Γιατί οι άνθρωποι απορροφημένοι από τις εργασίες τους, τα ενδιαφέροντά τους, μέσα στη σκληροκαρδία τους δεν κατάλαβαν, δεν αντιλήφθηκαν, δεν έδωσαν σημασία την ημέρα που την επισκέφθηκε ο Θεός. Ο Κύριος είχε επισκεφτεί την πόλη με μια προσφορά σωτηρίας, χαράς, ευδαιμονίας, λύτρωσης, όμως ο λαός δεν Τον δέχτηκε, δεν Τον αναγνώρισε, δεν Τον πίστεψε. «Εις τα ίδια ήλθε, και οι ίδιοι δεν εδέχθησαν αυτόν» (Ιωάννης Α/1: 11). Στα δημιουργήματα τα δικά του ήρθε, αλλά τα ίδια του τα δημιουργήματα δεν Τον δέχτηκαν. Δεν υπήρχε τόπος μέσα στη ζωή τους, στα σχέδιά τους στις καθημερινές επιδιώξεις τους για τον Κύριο. 
      «Αληθώς δε σας λέγω ότι δεν θέλετε με ιδεί, εωσού έλθει ο καιρός ότε θέλετε ειπεί: Ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου» (Λουκάς ΙΓ/13: 35β). 
     Ο Κύριος μιλάει εδώ για τη δεύτερη έλευσή Του. Τότε πάνω στην πιο κρίσιμη ώρα της ιστορίας τους, καθώς όλα τα Έθνη θα έχουν στραφεί εναντίον του Ισραήλ στη μάχη του Αρμαγεδδώνα, ένα υπόλοιπο του Έθνους του Ισραήλ θα μετανοήσουν για τη ζωή τους, θα αλλάξουν τη συμπεριφορά τους απέναντι στον αληθινό Θεό, θα αποδεχτούν τον Ιησού σαν τον κεχρησμένο Μεσσία του Θεού, θα πιστέψουν σ’ Αυτόν και θα σωθούν. Θα συμβεί ακριβώς εκείνο που συνέβη στην Παλαιά Διαθήκη όταν τ’ αδέλφια του Ιωσήφ αναγνώρισαν τον αδελφό τους τον Ιωσήφ, που ενώ τον νόμιζαν πεθαμένο, αυτός είχε γίνει άρχοντας σε όλη τη γη της Αιγύπτου (Γένεση ΜΕ/45: 26). «Και θέλω εκχέει επί τον οίκον Δαβίδ και επί τους κατοίκους της Ιερουσαλήμ πνεύμα χάριτος και ικεσιών και θέλουσιν επιβλέψει προς εμέ, τον οποίον εξεκέντησαν, και θέλουσι πενθήσει δι' αυτόν ως πενθεί τις διά τον μονογενή αυτού, και θέλουσι λυπηθεί δι' αυτόν, ως ο λυπούμενος διά τον πρωτότοκον αυτού» (Ζαχαρίας ΙΒ/12: 10). 
       Η επόμενη φορά που θα έβλεπαν οι κάτοικοι της Ιερουσαλήμ τον Κύριο θα ήταν όταν θα έστρεφαν τα βλέμματά τους σ’ Εκείνον που με την λόγχη είχαν κεντήσει πάνω στο σταυρό (Αποκάλυψη Α/1: 9). Τότε θα θρηνούσαν για τη ζωή και τη συμπεριφορά τους. 
      «τουλάχιστον εν τη ημέρα σου ταύτη». 
     Περιμένει μέχρι την τελευταία στιγμή ο Θεός για να εκτιμήσει ο άνθρωπος την αγάπη Του, για να εκζητήσει τη Σωτηρία Του και να σωθεί αιωνίως. Πάνω στο σταυρό έσωσε την τελευταία ώρα τον μετανοημένο ληστή (Λουκάς ΚΓ/23: 43). Θα σώσει κάθε ψυχή που «εν πνεύματι και αληθεία» θα επικαλεστεί την αγάπη Του και θα ζητήσει το Έλεός Του. 
       «τώρα εκρύφθησαν από των οφθαλμών σου» (Λουκάς ΙΘ/19: 42). 
     Επειδή είχαν απορρίψει μέσα στην καρδιά τους τον Κύριο δε μπορούσαν να Τον δουν. Τόσο ο Ευαγγελιστής «Ματθαίος», όσο και ο «Λουκάς», μιλούν για μια ευκαιρία που αύριο δεν θα υπάρχει για την Ιερουσαλήμ. Μπορείς, να το φανταστείς αυτό για τη ζωή σου; --- 


                                                 Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΙΕΡΟΥΣΑΛΗΜ. 

      Πρόκειται για την αρχαία πόλη Σαλήμ (η λέξη σημαίνει ειρήνη) της οποίας βασιλέας υπήρξε ο Μελχισεδέκ (Γένεση ΙΔ/14: 18). Ο Μελχισεδέκ αναφέρεται στο βιβλίο της «Γένεσης» (ΙΔ/14: 18-20) ως «ιερέας του Θεού του Υψίστου». Οι πρώτοι που εγκαταστάθηκαν στην περιοχή ήταν οι Ιεβουσαίοι περίπου το έτος 2000 π.Χ. και ονόμασαν την πόλη Ιεβούς. Αργότερα, η πόλη έγινε αυτόνομο βασίλειο, κάτω από την κυριαρχία της Αιγύπτου (1400 π.Χ.). Αφότου ο Δαβίδ την κατέλαβε αποκαλείτο πολλές φορές και ως «Πόλη του Δαβίδ» (Β’ Σαμουήλ Ε/5: 7). 
      Οι Ιεβουσαίοι ήταν απόγονοι του Χαμ, ο οποίος ήταν ένα από τα τρία παιδιά του Νώε (Α’ Χρονικών Α/1: 13,14). Συγγενικοί τους λαοί ήταν οι Χετταίοι, οι Γεργεσαίοι, οι Αμορραίοι, οι Χαναναίοι, οι Φερεζαίοι και οι Ευαίοι. 
        Ο Θεός είχε υποσχεθεί στον Αβραάμ ότι θα έδινε τη γη των Ιεβουσαίων στον ίδιο και στο σπέρμα του (Γένεση ΙΕ/15: 18-21 & Νεεμίας Θ/9: 8). Εκπληρώνοντας αυτή την υπόσχεσή Του έβγαλε το λαό Ισραήλ από την Αίγυπτο και καθώς αυτοί διέσχιζαν τον Ιορδάνη, έστειλε τον άγγελό του μπροστά, προστάζοντάς τους να φανούν δυνατοί και να εκδιώξουν όλους εκείνους που θα τους αντιστέκονταν (Έξοδος ΙΓ/13: 3-5 & ΚΑ/23: 23 & ΛΓ/33: 1, 2). Η εντολή του Θεού ήταν να μην συνάψουν διαθήκη, ούτε να συμπεθερέψουν με τους Ιεβουσαίους και τους άλλους υπόλοιπους Χαναναίους, αλλά να τους καταστρέψουν ολοκληρωτικά, μη αφήνοντας ζωντανό τίποτα από όσα έχουν πνοή, «ώστε να μη σας διδάξουν να ενεργείτε σύμφωνα με όλα τα απεχθή τους πράγματα» (Έξοδος ΛΔ/34: 11-16 & Δευτερονόμιο Κ/20: 16-18). 
      Παρατηρώντας τις επιτυχίες των Ισραηλιτών όσον αφορά την κατάκτηση της γης, την κατάληψη της Ιεριχώ και της Γαι, καθώς και τη συνθηκολόγηση των Γαβαωνιτών, ο Ιεβουσαίος βασιλιάς Αδωνισεδέκ ηγήθηκε ενός συνασπισμού πέντε βασιλιάδων που ήταν αποφασισμένοι να σταματήσουν την εισβολή (Ι.τ. Ναυή Θ/9: 1,2 & Ι/10: 1-5). Στη μάχη που ακολούθησε ο Θεός έκανε τον ήλιο και τη σελήνη να σταθούν, τα συνασπισμένα στρατεύματα νικήθηκαν, οι βασιλιάδες αιχμαλωτίστηκαν και θανατώθηκαν (Ι.τ. Ναυή Ι/10: 6-27 & ΙΒ/12: 7,8,10). Πιθανόν μετά από αυτή τη νίκη, να έλαβε χώρα η πυρπόληση της Ιεβούς από τους Ισραηλίτες, οι οποίοι την έκαψαν ολοσχερώς (Κριτές Α/1: 8). 
      Όταν ο Ιησούς τ. Ναυή ολοκλήρωσε την εκστρατεία κατάκτησης στα νότια και κεντρικά τμήματα της υποσχόμενης Γης, έστρεψε την προσοχή του στο βόρειο τμήμα Δυτικά του Ιορδάνη. Και πάλι οι Ιεβουσαίοι συσπειρώθηκαν για να προβάλουν αντίσταση, αυτή τη φορά υπό την αρχηγία του Ιαβίν, του βασιλιά της Ασώρ, και πάλι ο Ισραήλ τούς νίκησε, με τη βοήθεια του Θεού (Ι.τ. Ναυή ΙΑ/11: 1-8). 
      Η πόλη της Ιεβούς δόθηκε στον Βενιαμίν όταν μοιράστηκε η γη, βρισκόταν δε ακριβώς στο όριο ανάμεσα στις περιοχές των φυλών του Ιούδα και του Βενιαμίν (Ι.τ. Ναυή ΙΕ/15: 1-8 & ΙΗ/18: 11, 15, 16, 25-28). 
    Παρά τη ρητή εντολή του Θεού, οι Ισραηλίτες δεν έδιωξαν τους Ιεβουσαίους αλλά, αντίθετα, επέτρεψαν στους γιους και στις κόρες τους να έρθουν σε επιγαμία με αυτούς τους ανθρώπους και άρχισαν μάλιστα να λατρεύουν τους ψεύτικους θεούς των Ιεβουσαίων (Κριτές Α/1: 21 & Γ/3: 5,6). Σ’ αυτή την περίοδο, η Ιεβούς παρέμεινε «πόλη αλλοεθνών», στην οποία κάποιος Λευίτης αρνήθηκε κάποτε να διανυκτερεύσει στην πόλη (Κριταί ΙΘ/19: 10-12). 
      Τελικά, το 1070 π.Χ. ο Δαβίδ κατέλαβε τη Σιών, το οχυρό των Ιεβουσαίων (Β’ Σαμουήλ Ε/5: 6-9 & Α’ Χρονικών ΙΑ/11: 4-8) ονόμασε την πόλη "Ιερουσαλήμ" και την έκανε πρωτεύουσα του Ισραηλιτικού έθνους. Αργότερα ο Βασιλιάς Σολομώντας έχτισε εκεί τον περίφημο Ναό για τη λατρεία του Θεού των Εβραίων, καθιστώντας την και θρησκευτικό κέντρο. 
     Όταν ο Σολομώντας πέθανε και το κράτος του Ισραήλ χωρίστηκε στα δύο, η Ιερουσαλήμ ήταν πρωτεύουσα του νότιου βασιλείου του Ιούδα. Η πόλη πέρασε στα χέρια των Βαβυλωνίων το 586 π.Χ. οπότε και καταστράφηκε μαζί με τον ναό του Σολομώντα. 
    Στη συνέχεια η πόλη πέρασε στην κατοχή των Περσών, των Ελλήνων, των Σελευκιδών, των Πτολεμαίων και των Ρωμαίων γνωρίζοντας και άλλες καταστροφές, αλλά πάντοτε αναστηλωνόταν. Στα χρόνια μάλιστα του Αντίοχου Δ΄ του Επιφανούς (175 -164 π.Χ.), η πόλη έλαβε προσωρινά την ονομασία Αντιόχεια. Η πιο μεγάλη καταστροφή έγινε το 70 μ.Χ. από τους Ρωμαίους με αφορμή κάποια επανάσταση των Εβραίων. 
      Η πόλη ξαναχτίστηκε το 134 μ.Χ. από τον αυτοκράτορα Αδριανό ως νέα πόλη με το όνομα «Αιλία Καπιτωλίνα». Στην καταστροφή του 70 μ.Χ. καταστράφηκε και ο δεύτερος ναός της Ιερουσαλήμ, ο οποίος είχε οικοδομηθεί πάνω στα ερείπια του πρώτου το 516 π.Χ. Μετά τους Ρωμαίους, η πόλη περιήλθε στην Βυζαντινή αυτοκρατορία (330-640 μ.Χ.), όπου ο Μέγας Κωνσταντίνος της απόδωσε το παλιό της όνομα. Το έτος 637 μ.Χ. την κατέλαβαν οι Άραβες οι οποίοι την έλεγαν «Κουντούς Σερίφ», που σημαίνει ιερή πόλη. Οι Άραβες έχτισαν το 691 μ.Χ. πάνω στα ερείπια του δευτέρου ναού της Ιερουσαλήμ ένα περίλαμπρο τζαμί, το Τέμενος του Ομάρ
     Το 1099 έως το 1187η πόλη είχε περιέλθει στους Σταυροφόρους. Το 1187 την ανακατέλαβαν οι Άραβες, ενώ αργότερα την κατέλαβαν εκ νέου οι Σταυροφόροι. Το 1517 έως1831 μ.Χ. την πόλη κατείχαν οι Οθωμανοί. Από το έτος 1831 έως 1841 ήταν στην κυριαρχία των Αιγυπτίων, ενώ από το 1841 έως το 1917 την κατείχαν και πάλι Οθωμανοί/Τούρκοι. Το 1917 περιήλθε στην κυριαρχία των Βρετανών. Από το έτος 1920 έως 1948 διετέλεσε Βρετανικό προτεκτοράτο. 
      Το έτος 1947 αποφασίστηκε από τον ΟΗΕ η διαίρεση της Παλαιστίνης για τη δημιουργία ενός Εβραϊκού Κράτους σε ποσοστό 55% και ενός Παλαιστινιακού Κράτους σε ποσοστό 43%. Η Ιερουσαλήμ θα παρέμενε μια διεθνής πόλη. 
   Ο Αραβοϊσραηλινός πόλεμος που ξέσπασε το έτος 1948, μετά τη δημιουργία του κράτους του Ισραήλ, διέψευσε τα σχέδια του ΟΗΕ. Μετά το πέρας των εχθροπραξιών η ζώνη εκεχειρίας, που συχνά αποκαλείται «Πράσινη Γραμμή», λόγω του ότι χαράχτηκε με πράσινη μπογιά, χώρισε την πόλη στα δύο με το Ισραήλ να παίρνει τον έλεγχο του δυτικού μισού της πόλης και την Ιορδανία του ανατολικού μισού, που περιλάμβανε και την περίφημη Παλιά Πόλη των Ιεροσολύμων. Το έτος 1967, μετά τη μάχη των «έξι ημερών» και την κατάληψη του ανατολικού τμήματος, η πόλη βρίσκεται υπό πλήρη Ισραηλινή κατοχή και έχει χαρακτηριστεί ως αδιαίρετη πρωτεύουσα του Ισραήλ. 
   Το γεγονός αυτό δεν έχει αναγνωριστεί από τους διεθνής Οργανισμούς διότι οι Παλαιστίνιοι συνεχίζουν να θεωρούν το καταληφθέν ανατολικό τμήμα ως πρωτεύουσα του μελλοντικού τους κράτους. Από το 1948, οπότε ιδρύθηκε το κράτος του Ισραήλ καμία χώρα δεν είχε αναγνωρίσει την Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσα του Ισραήλ και όλες διατηρούσαν τις πρεσβείες τους στο Τελ Αβίβ. Το Δεκέμβριο του 2017 ο πρόεδρος των ΗΠΑ μετέφερε την πρεσβεία στην Ιερουσαλήμ εν μέσω μεγάλων αντιδράσεων του Αραβικού κόσμου καθότι το γεγονός συνιστά αναγνώριση της διαφιλονικούμενης πόλης ως πρωτεύουσας του κράτους του Ισραήλ, γεγονός που τορπιλίζει τις διαπραγματεύσεις για την εξεύρεση βιώσιμης συμφωνίας μεταξύ του Ισραήλ και των Παλαιστινίων. Το ζήτημα της Ιερουσαλήμ βρίσκεται στην καρδιά της διαμάχης Ισραηλινών και Παλαιστινίων για πολλές δεκαετίες με τους δεύτερους να έχουν την υποστήριξη της πλειοψηφίας των Αράβων και ευρύτερα του ισλαμικού κόσμου. ---

Πέμπτη 11 Φεβρουαρίου 2021

H XANANAIA.

 
          ΜΙΑ ΜΕΓΆΛΗ ΠΊΣΤΗ.



       
         Eυαγγέλιον  "κατά Ματθαίον",  κεφ. ΙΕ/15,  εδ. 21-28. 

21 Και ο Ιησούς, βγαίνοντας έξω από εκεί, αναχώρησε προς τα μέρη της Τύρου και της Σιδώνας. 
22 Και ξάφνου, μια γυναίκα Χαναναία, που βγήκε από εκείνα τα όρια του τόπου, κραύγασε σ' αυτόν, λέγοντας: Ελέησέ με, Κύριε, γιε τού Δαβίδ η θυγατέρα μου δαιμονίζεται σκληρά. 
23 Κι εκείνος δεν της αποκρίθηκε ούτε έναν λόγο. Και οι μαθητές του ερχόμενοι κοντά τον παρακαλούσαν, λέγοντας: Απόλυσέ την, επειδή κράζει πίσω μας. 
24 Και εκείνος αποκρινόμενος είπε: Δεν στάλθηκα παρά μονάχα στα χαμένα πρόβατα του οίκου Ισραήλ. 
25 Και εκείνη, καθώς ήρθε, τον προσκυνούσε, λέγοντας: Κύριε, βοήθα με. 
26 Και αποκρινόμενος είπε: Δεν είναι καλό να πάρει κάποιος το ψωμί των παιδιών, και να το ρίξει στα σκυλάκια. 
27 Και εκείνη είπε: Ναι, Κύριε αλλά και τα σκυλάκια τρώνε από τα ψίχουλα που πέφτουν από το τραπέζι των κυρίων τους. 
28 Τότε, ο Ιησούς αποκρινόμενος είπε σ' αυτήν: Ω, γυναίκα, μεγάλη είναι η πίστη σου ας γίνει σε σένα, όπως θέλεις. Και η θυγατέρα της γιατρεύτηκε από εκείνη την ώρα. 

       ΣΧΟΛΙΑ: 
      Ο Κύριος έλεγε προς τους μαθητές Του ότι πρέπει πάντοτε να προσεύχονται και να μη αποκάμνουν (Λουκάς ΙΗ/18: 1). Η εμμονή μας στην προσευχή θα πρέπει να είναι βασικό στοιχείο της πνευματικής μας ζωής. Πολλές φορές την ώρα που ο Κύριος είναι έτοιμος να επέμβει, για να ικανοποιήσει ένα αίτημά μας εμείς το έχουμε ήδη ξεχάσει, γιατί έχουμε κουραστεί να προσευχόμαστε. Ο προφήτης Ηλίας είχε φοβηθεί, είχε απελπιστεί και είχε κουραστεί πάρα πολύ από την οδοιπορία του και καθώς βρέθηκε κάτω από ένα δεντράκι, ζητούσε από το Θεό να πεθάνει, γιατί νόμιζε (έτσι του το παρουσίαζε ο εχθρός της ψυχής), ότι είχε μείνει μόνος προφήτης πάνω στη γη (Α’ Βασιλέων ΙΗ/18: 22). Την ώρα όμως που ο Ηλίας έλεγε αυτά τα λόγια, ο Θεός ετοίμαζε ένα πύρινο άρμα στον ουρανό, για να έρθει να τον παραλάβει με δόξα και τιμή. Είχε κουραστεί ο προφήτης Ηλίας να περιμένει τον Κύριο, είχε αποκάμει στην προσευχή του, όμως ο Θεός δεν είχε αποκάμει να κάνει τα δικά Του σχέδια γι’ αυτόν. 
    Ο Κύριος μας προτρέπει να μην αποκάμνουμε στην προσευχή. Να επιμένουμε «εγκαίρως, ακαίρως» (Β’ Τιμοθέου Δ/4: 2). Με την επιμονή μας δείχνουμε τη σοβαρότητά μας και την εμπιστοσύνη μας στο Θεό καθώς επίσης και το μέτρο της πίστης μας. Η γυναίκα του Ιώβ δεν είχε υπομονή, δεν είχε την πίστη, που ο Θεός θέλει να έχει ο άνθρωπος, κουράστηκε και έδωσε μια πολύ κακή συμβουλή στον άνδρα της: «Τότε είπε προς αυτόν η γυνή αυτού, Έτι κρατείς την ακεραιότητά σου; Βλασφήμησον τον Θεόν και απόθανε» (Ιώβ Β/2: 9). 
      «να μην αποκάμνωσι». Ποτέ να μην ξεχνάμε το Μωυσή που προσευχόταν σαράντα μέρες στο όρος Σινά. Να μην ξεχνάμε εκείνη τη χήρα που ερχόταν χωρίς να αποκάμει, μπροστά στον άδικο Κριτή και ζητούσε επίμονα να εκδικαστεί η υπόθεσή της (Λουκάς ΙΗ/18: 5). Εάν αυτή επέμενε να παρουσιάζεται ενώπιον του άδικου Κριτή, πόσο μάλλον εμείς θα πρέπει να επιμένουμε ενώπιον του Δίκαιου Κριτή, του Πατέρα Θεού, ο οποίος κρίνει χωρίς να αποβλέπει σε πρόσωπα (Ματθαίος ΚΒ/22: 16).
     Συνεπώς η προσευχή μας προς το Θεό θα πρέπει να είναι επίμονη, σταθερή, δυναμική, διεκδικητική. Μια γυναίκα, που έμεινε ανώνυμη μέσα στην ιστορία, μας δίνει ένα λαμπρό παράδειγμα επιμονής, ένα μεγάλο παράδειγμα διεκδικητικής, αγωνιστικής προσευχής. Το επεισόδιο αναφέρεται και στο ευαγγέλιο του "Ματθαίου" (ΙΕ/15: 21-28) και του "Μάρκου" (Ζ/7: 24-30). Πρόκειται για μια γυναίκα Συροφοίνισσα. Η ονομασία είναι συνδυασμός των λέξεων «Σύρος» και «Φοίνιξ». Ο Ευαγγελιστής «Ματθαίος» την αναφέρει: Χαναναία. Οι Συροφοίνικες ήταν Χαναναίοι στην καταγωγή και κατοικούσαν έξω από το Ιουδαϊκό έδαφος, σε μια περιοχή  που ανήκε στους εθνικούς. Στην ίδια περιοχή είχε σταλεί και ο πρ. Ηλίας, για να συναντήσει τη γυναίκα εκείνη στα Σαρεπτά της Σιδώνος (Λουκάς Δ/4: 26). 
     Ενώ λοιπόν ο Κύριος βρισκόταν στην Φοινίκη (ιστορική παραλιακή περιοχή που σήμερα βρίσκεται στα σύνορα Λιβάνου - Συρίας), μια γυναίκα Χαναναία Tον πλησίασε και Τον παρακαλούσε να θεραπεύσει την κόρη της, που βασανιζόταν από δαιμόνιο. Δεν υπάρχει μεγαλύτερος πόνος από τον πόνο του παιδιού σου που υποφέρει. Είναι αναγκαίο να γνωρίζουμε ότι αυτή η γυναίκα δεν ήταν Ιουδαία, αλλά ήταν μια ειδωλολάτρισσα. Ήταν απόγονος των Χαναναίων, μια σκληρή και ανήθικη φυλή που ο Θεός στην αρχαιότητα την είχε προορίσει, για να καταστραφεί, όμως λόγω της ανυπακοής των Ισραηλιτικών πολλοί Χαναναίοι είχαν επιζήσει μετά την κατάληψη της Χαναάν (Ιησούς τ. Ναυή ΙΖ/17: 12). Τούτη η γυναίκα είναι απόγονος εκείνου του λαού που ήταν εχθρικός προς τον Ισραήλ. Σαν εθνική λοιπόν δεν είχε τα προνόμια του εκλεκτού επίγειου λαού του Θεού. Ήταν μια ξένη που δεν μπορούσε να ελπίζει σε τίποτα και δεν είναι δυνατόν να είχε κάποια απαίτηση από το Μεσσία Χριστό. Ήταν «ξένη των διαθηκών της επαγγελίας» (Εφεσίους Β/2: 12). Ο Κύριος όμως δε δεσμεύεται από το που ανήκει κάποιος, ακόμα κι αν αυτός είναι μέλος της Εκκλησίας, εκείνο που δεσμεύει το Θεό είναι η πίστη μας. Όταν η συμμετοχή μας στην Εκκλησία είναι τυπική χωρίς πίστη, αυτό εμποδίζει το Θεό για να εκπληρώσει τις επαγγελίες Του. Στην πατρίδα του τη Ναζαρέτ ο Κύριο "δεν έκαμεν εκεί πολλά θαύματα διά την απιστίαν αυτών" (Ματθαίος ΙΓ/13: 58).
     Οι Ισραηλίτες δεν πίστευαν στο Χριστό και απλά καυχιόνταν ότι ήταν απόγονοι του Αβραάμ και εξαιτίας του γεγονότος αυτού θεωρούσαν  ότι ο Θεός είναι υποχρεωμένος να τηρήσει τις υποσχέσεις Του. Η απάντησαν που έλαβαν από τον Ιωάννη τον Βαπτιστή ήταν αποστομωτική: «Κάμετε λοιπόν καρπούς αξίους της μετανοίας και μη φαντασθήτε να λέγητε καθ' εαυτούς, Πατέρα έχομεν τον Αβραάμ· διότι σας λέγω ότι δύναται ο Θεός εκ των λίθων τούτων να αναστήση τέκνα εις τον Αβραάμ» (Ματθαίος Γ/3: 9).
    Η γυναίκα τούτη δεν παρακάλεσε απλά τον Κύριο, αλλά με την επιμονή της, την ταπεινοφροσύνη της, την πίστη της, την εξυπνάδα της, διεκδίκησε και έλαβε την ικανοποίηση του αιτήματός της. Τούτη η προσευχή, η οποία έφερε ένα τόσο θαυμαστό αποτέλεσμα, είχε ορισμένα χαρακτηριστικά, τα οποία θα πρέπει και τη δική μας προσευχή να διακρίνουν, για να υπάρχει αποτέλεσμα. 
      Η γυναίκα αυτή απευθύνθηκε στο σωστό Πρόσωπο.  Έτσι λοιπόν πήγε  μπροστά στο Χριστό,  άδειασε την ψυχή της και έβγαλε από μέσα της όλο το βάρος και τον πόνο που την βασάνιζαν. Τα λόγια της ήταν συνταρακτικά: "Ελέησέ με, Κύριε, γιε τού Δαβίδ η θυγατέρα μου δαιμονίζεται σκληρά". Οι Φαρισαίοι συνήθως μιλούσαν για τις παραδόσεις τους, τους τύπους και τα έθιμά τους. Τούτη η γυναίκα δεν ασχολείται μ' αυτά τα θέματα, τα παραβλέπει εντελώς και κατευθύνει με πίστη στην καρδιά της στον Ιησού Χριστό. Οτιδήποτε και αν αντιμετωπίζουμε θα πρέπει να το φέρνουμε με πίστη μπροστά στον Κύριο και να επικαλούμαστε τη δύναμή Του, γιατί αυτός είναι "είναι ο δυνάμενος να σώση και να απολέση" (Ιακώβου Δ/4: 12). Αυτός είναι "ο μόνος Σωτήρας του ανθρώπου" (Πράξεις Δ/4: 12). 
       Είναι βέβαιο ότι τούτη η γυναίκα είχε πάει σε γιατρούς και άλλους, για να λύσει το πρόβλημα του παιδιού της που ήταν βαριά άρρωστο, όμως δεν είχαν υπάρξει θετικά αποτελέσματα. Μέσα στην αγωνία της για το παιδί της τ’ αφήνει όλα και έρχεται στον Ιησού, από τον οποίο γνωρίζει ότι δε δικαιούται να λάβει τίποτα απολύτως και ζητάει το Έλεός Του. "Ελέησέ με, Κύριε". Σίγουρα θα είχε ακούσει ότι ο Ιησούς θεράπευε τυφλούς, χωλούς, δαιμονισμένους, παράλυτους. Έτσι λοιπόν απευθύνεται σ’ Αυτόν και τον αποκαλεί: «Κύριο, Υιό του Δαβίδ». Κύριος, κυρίαρχος είναι κάποιος που έχει εξουσία και δύναμη. "Υιός Δαβίδ" οι Ιουδαίοι αποκαλούσαν τον Μεσσία, ενώ οι εθνικοί δεν είχαν κανένα τέτοιο δικαίωμα. 
     Τότε τον πλησίασαν οι μαθητές και παρακαλούσαν τον Κύριο να τη διώξει. «Και προσελθόντες οι μαθηταί αυτού, παρεκάλουν αυτόν, λέγοντες Απόλυσον αυτήν, διότι κράζει όπισθεν ημών» (Ματθαίος ΙΕ/15: 23).  
      Για τους μαθητές τούτη η  ταλαιπωρημένη γυναίκα δεν ήταν παρά ένας μπελάς, μία ενόχληση, όμως ο Κύριος δεν απολύει κανέναν που Τον αναζητά, όσο και αντιπαθής να είναι στους ανθρώπους επειδή δεν ερμηνεύει κάποια πράγματα με το δικό τους τρόπο. Υπήρχε μία λανθασμένη πεποίθηση στους Εβραίους ότι ο Θεός νοιάζεται μόνον για το λαό Ισραήλ και κανένα ενδιαφέρον δεν έχει για τους υπόλοιπους ανθρώπους, γι’ αυτό το λόγο και τους περιφρονούσαν. Πόσο μακριά θα πρέπει να στεκόμαστε από κάποιες ανθρώπινες παραδόσεις ή πεποιθήσεις. Οι κραυγές της, οι παρακλήσεις της, η ταπείνωσή της και η μεγάλη της επιμονή, άφησαν ασυγκίνητους τους μαθητές, αλλά και τους παρευρισκόμενους, λόγω της διαφορετικής κοινωνικής και θρησκευτικής της αντίληψηςΠόσες φορές δεν κρίναμε και εμείς ανθρώπους με τέτοιου είδους κριτήρια! Οι άνθρωποι θα βλέπουν πάντοτε «κοντά», γιατί αποβλέπουν στο «φαινόμενο» και πέραν αυτού δεν μπορούν να δουν τίποτα άλλο, όμως ο Θεός αποβλέπει στο περιεχόμενο της καρδιάς του ανθρώπου (Α' Σαμουήλ ΙΣ/16: 7). Εκείνο που μετράει για το Θεό δεν είναι η καταγωγή, τα προνόμια, η θέση, η μόρφωση και άλλα, αλλά η ζωντανή πίστη η οποία μπορεί να περνάει μέσα από ανυπέρβλητες δυσκολίες, όμως δεν υποχωρεί, αντιστέκεται και στο τέλος τις ξεπερνάει και οδηγεί τον πιστό άνθρωπο σε νίκη, σε επιτυχία, σε θρίαμβο.
      Ο Κύριος όμως, που δε μπαίνει σε ανθρώπινα καλούπια, που δε λειτουργεί με τα δικά μας κριτήρια, που δεν αρκείται σ' αυτούς που Τον ακολουθούν, αλλά θέλει όλους να τους αγκαλιάσει και να τους προσφέρει σωτηρία, βλέπει τα πράγματα τελείως διαφορετικά από τους μαθητές Του. Δεν αποβλέπει στα εξωτερικά πράγματα, ούτε κρίνει τους ανθρώπους με φυλετικά, θρησκευτικά ή άλλα κριτήρια. Στα βάθη της καρδιάς τούτης της απελπισμένης γυναίκας βλέπει την πίστη της και αυτό θέλει να το αναδείξει, να το προβάλει, ώστε να το δουν και άλλοι και να αντιληφθούν τι ακριβώς ζητάει ο Θεός από τον άνθρωπο. Βλέπει τούτη τη γυναίκα σαν ένα μέσον από το οποίο θα έδειχνε τη Χάρη Του, το Έλεός Του, την Αγάπη Του, η οποία πάντοτε απευθύνεται σε όλους τους ανθρώπους Ιουδαίους και Εθνικούς. Ο Κύριος παραβλέπει τις εκκλήσεις των μαθητών που καταφρονούσαν τούτη τη γυναίκα και ζητούσαν την απομάκρυνσή της. Η επιθυμία Του είναι να φανερώσει τη δύναμή Του, την Αγάπη Του και να κηρύξει μετάνοια σε όλους τους ανθρώπους, για να σωθούν αιωνίως. 
      Ο Κύριος επιλέγει να δοκιμάσει την πίστη τούτης της γυναίκας. Στο βιβλίο του «Δευτερονομίου» (κεφ. Η/8, εδ. 2) αναφέρεται: «Και θέλεις ενθυμείσθαι πάσαν την οδόν, εις την οποίαν σε οδήγησε Κύριος ο Θεός σου τα τεσσαράκοντα ταύτα έτη εν τη ερήμω, διά να σε ταπεινώση, να σε δοκιμάση, διά να γνωρίση τα εν τη καρδία σου, εάν θέλης φυλάξει τας εντολάς αυτού, ή ουχί». Δοκιμάζει ο Θεός τον άνθρωπο, για να διαπιστώσει την πίστη του και την υπομονή του και γι’ αυτό ο Κύριος δε δείχνει να τη δέχεται τούτη τη γυναίκα με ανοικτές αγκάλες. Αντί να ρωτήσει για τη δοκιμασία της, να τη νουθετήσει ή να της δείξει ευσπλαχνία, παρουσιάζει μία εικόνα φαινομενικής περιφρόνησης της γυναίκας, χρησιμοποιώντας μια πολύ σκληρή γλώσσα. Έτσι της απαντά μ’ έναν τελείως απαξιωτικό τρόπο που φαίνεται να την απορρίπτει ολοκληρωτικά. Της θυμίζει ότι η αποστολή Του ήταν μόνο για τους πλανεμένους Ισραηλίτες και όχι για τους εθνικούς και βεβαίως σε καμία περίπτωση για τους εχθρούς τους, τους Χαναναίους. Εκείνη καθώς ακούει τούτα το λόγια, δεν απογοητεύεται. Πέφτει στα πόδια του Ιησού και Τον εκλιπαρεί λέγοντας: «Κύριε, βοήθησέ με».   
       Οι Ισραηλίτες περίμεναν έναν ισχυρό άνδρα σαν το Δαβίδ ως Μεσσία, για να τους απελευθερώσει από τους Ρωμαίους, αναγνώριζαν τον Κύριο ως «Ραββί» (διδάσκαλο), όμως αυτή η γυναίκα αναγνωρίζει τον Ιησού ως Κύριο και Θεό της, ως Λυτρωτή και Σωτήρα της. Στο πρόσωπό Του αναγνωρίζει τον απεσταλμένο από το Θεό Σωτήρα, Λυτρωτή, τον νικητή της φθοράς, τον ελευθερωτή των ανθρώπων από τον πόνο και την ασθένεια.
       Ο Ιησούς συνεχίζει να "αρνείται" να τη βοηθήσει και της μιλάει με πολύ περιφρονητικά λόγια, αποκαλώντας την «κυνάριον». Για να δοκιμάσει ακόμα περισσότερο την πίστη της, της είπε πως δεν ήταν σωστό να παραμελήσει τη φροντίδα των παιδιών του Ισραήλ και να δώσει το ψωμί τους στα σκυλιά. Έτσι αποκαλούσαν οι Ιουδαίοι τους εθνικούς. Γιατί αυτή η μεγάλη προσβολή; Γιατί έπρεπε η γυναίκα αυτή να ταπεινωθεί και να αναγνωρίσει την παντελή αναξιότητά της; Όποιος άλλος άκουγε αυτά τα λόγια από εγωϊσμό θα έκανε μεταβολή και θα έφευγε. Πόσοι χριστιανοί σήμερα στην οποιαδήποτε δυσκολία «κάνουν στροφή» και επιστρέφουν στον κόσμο, γιατί κάποιος τους πρόσβαλε, κάτι δεν τους άρεσε; 
       Όμως ας ρωτήσει ο καθένας τον εαυτόν του. Απογοητεύτηκε ποτέ κανείς από το Χριστό; Υπάρχει κάποιος που να πήγε σ’ Αυτόν και να μην τον άκουσε, και να μην του μίλησε; Όμως το ερώτημα είναι: Αφού φέραμε στο Χριστό το πρόβλημά μας, πόσο επιμείναμε σ’ αυτό, πόσο επίμονη και αγωνιστική υπήρξε η προσευχή μας, μήπως στην πρώτη φαινομενική δυσκολία απογοητευτήκαμε και εγκαταλείψαμε την προσπάθειά μας; 
      Τούτη η γυναίκα προβάλει αποφασιστικά το αίτημά της, δεν απογοητεύεται, δεν κάνει πίσω παρά τα περιφρονητικά λόγια που άκουσε, δεν φεύγει, αντίθετα έρχεται πιο κοντά στον Κύριο. Στέκεται εκεί με θάρρος, αποβλέποντας στο Έλεος, στην Αγάπη, στη Χάρη του Χριστού και δίνει μια μεγαλειώδη ιστορική απάντηση στον Κύριο. Δίνει ένα ρεσιτάλ πίστεως και ευφυΐας που υπαγορευόταν από τη μητρική της αγάπη. «Ναι Κύριε απαντάει, έχεις δίκιο, είμαι ένα σκυλάκι κάτω από το τραπέζι, όμως έχω προσέξει πολλές φορές να πέφτουν από το τραπέζι στο πάτωμα μερικά ψίχουλα. Κύριε, άφησέ με να πάρω μερικά από αυτά τα ψίχουλα».
       "Κύριε βοήθησέ με". Δεν είμαι άξια το αναγνωρίζω, δεν έχω κανένα δικαίωμα, δεν είμαι παιδί Σου, έρχομαι γιατί είμαι ένα δημιούργημά Σου. "Αι χείρές σου με έκαμαν και με έπλασαν" (ψαλμός ΡΙΘ/119: 73). Οι άνθρωποι με απογοήτευσαν, δεν μπόρεσαν να λύσουν το πρόβλημά μου. Έρχομαι σε Σένα, γιατί μόνον Eσύ μπορείς να με βοηθήσεις, μόνον Εσύ μπορείς να δώσεις λύση στο πρόβλημά μου. Από τη μία πλευρά διακρίνουμε την πλήρη ταπείνωση και από την άλλη την πλήρη αναγνώριση της παντοδυναμίας του Ιησού Χριστού. 
      Ένα τραγούδι του κόσμου λέει: «λίγα ψίχουλα αγάπης σου γυρεύω κι ως την άλλη τη ζωή θα σε λατρεύω». Πολλές φορές, όταν το ακούω σκέφτομαι ότι αυτός που το έγραψε  σίγουρα θα είχε υπόψη του τούτη την ιστορία. «Λίγα ψίχουλα αγάπης Κύριε σου γυρεύω». Αλήθεια πόσο δύσκολο να τα βρει κανείς μέσα στον κόσμο, ακόμα και στους πιο κοντινούς του ανθρώπους. Η αγάπη του κόσμου είναι πάντοτε ανταποδοτική. 
     Ο Κύριος στο αίτημα τούτης της γυναίκας αντιστάθηκε, για να αναδείξει την πίστη της. Όμως ο Κύριος της Αγάπης και του Ελέους δεν μπορεί να αντισταθεί άλλο. Μπορεί η απιστία να του "δένει" τα χέρια και να μην μπορεί να προσφέρει κάτι, όμως τούτη η έξυπνη, η δυναμική διεκδίκηση Του "λύνει" τα χέρια και Τον κάνει να ενεργεί θαυματουργικά. Εδώ παρατηρούμε ότι η πίστη μιας αληθινής μάνας, μιας πραγματικής γυναίκας στάθηκε ικανή να κάνει και το Θεό ν’ «αλλάξει» γνώμη. Η πίστη αυτής της Χαναναίας μάνας, που έχει τη δύναμη και ξέρει να ταπεινώνεται μπροστά στο Θεό γίνεται αφορμή να πραγματοποιηθεί ένα μεγάλο θαύμα. Κάποιος είπε ότι ο άνθρωπος που έμαθε να γονατίζει και να ταπεινώνεται μπροστά στο Θεό είναι ο μόνος που μπορεί να σταθεί όρθιος στις  δύσκολες ώρες της ζωής. Η πίστη συνοδεύεται από ειλικρινή ταπείνωση, από συντριβή μπροστά στο Θεό.
       Αυτό που ακολουθεί αμέσως μετά λέγεται: «θρίαμβος». Είναι ο θρίαμβος της πίστης. Ας φανταστεί τούτη τη σκηνή ο καθένας μας, ο Κύριος να γυρίζει το βλέμμα Του, να κοιτάζει στα μάτια τούτη τη γυναίκα και να της λέει: «Μεγάλη η πίστη σου». Αυτός είναι ο θρίαμβος της επιμονής, η νίκη της αγωνιστικής προσευχής. Όσο μεγαλύτερη είναι η ταπείνωση του ανθρώπου μπροστά στο Θεό, τόσο μεγαλύτερη είναι η ανταμοιβή που ο Θεός προσφέρει. Αυτό συμβαίνει χάρη σε μια παλιά αρχή που έχει καθιερώσει ο Κύριος: «Όποιος υψώνεται θα ταπεινωθεί και όποιος ταπεινώνεται θα υψωθεί» (Λουκάς ΙΗ/18: 14). Πόσο ωραίο είναι πραγματικά ο Κύριος να θαυμάζει για την πίστη μας! Άραγε συμβαίνει αυτό στη ζωή μας; Είναι καιρός να ξανασκεφτούμε μήπως "πήραμε τη ζωή μας λάθος», όπως λέει και ένας στίχος, μήπως νομίσαμε ότι μας οφείλει κάτι ο Κύριος και δεν ταπεινωθήκαμε, όσο έπρεπε. Σε κάθε περίπτωση ο αιώνιος Λόγος του Θεού έρχεται να μας θυμίσει για άλλη μια φορά ότι «τώρα είναι καιρός ευπρόσδεκτος, τώρα είναι καιρός σωτηρίας» (Β’ Κορινθίους Σ/6: 2). «Σήμερον, εάν ακούσητε της φωνής αυτού, μη σκληρύνετε τας καρδίας σας ως εν τω παραπικρασμώ κατά την ημέραν του πειρασμού εν τη ερήμω» (Εβραίους Γ/3: 7,8). Ο Κύριος προσφέρει και σήμερα τη Σωτηρία Του και καθώς δεν είναι προσωπολήπτης, αλλά θέλει όλοι να σωθούν και να έρθουν σε μετάνοια (Α’ Τιμοθέου Β/2: 4), αναζητά μια ψυχή να σταθεί κοντά της και να της πει: «Μεγάλη η πίστη σου»! Υπάρχει κάτι μεγαλύτερο, κάτι ανώτερο απ’ αυτό σε τούτη τη ζωή; Η πίστη βρίσκεται πάνω από τη λογική, ανήκει στην τάξη της καρδιάς και όχι του μυαλού. Δε ζητά ανθρώπινες αποδείξεις, αλλά στηρίζεται αποκλειστικά στο Λόγο του Θεού, στις αιώνιες υποσχέσεις Του. Έχουμε ανάγκη στην προσευχή μας να ζητάμε από τον Κύριο εκείνο που ζήτησαν και οι Απόστολοι: "Και είπον οι απόστολοι προς τον Κύριον. Αύξησον εις ημάς την πίστιν" (Λουκάς ΙΖ/17: 5).
     «Μεγάλη η πίστη σου»! Ενώ τα πιστά παιδιά του Ισραήλ αδιαφορούσαν, δεν "πεινούσαν", για να φάνε από από το ψωμί, ένα «σκυλάκι» έρχεται μέσα από τα έθνη και με επιμονή ζητάει να φάει από τα ψίχουλα. Ενώ ο Κύριος διακήρυττε: «Εγώ είμαι ο άρτος της ζωής» (Ιωάννης Σ/6: 51), αυτοί καλυμμένοι πίσω από τις παραδόσεις και τις θρησκευτικές τους συνήθειες Του απαντούσαν: «γιατί οι μαθητές σου δεν πλένουν τα χέρια τους προτού φάνε» (Ματθαίος ΙΕ/15: 2). «γιατί κάνεις παρέα με τελώνες και πόρνες» (Λουκάς Ε/5: 30). «Ούτος, εάν ήτο προφήτης, ήθελε γνωρίζει τις και οποία είναι η γυνή, ήτις εγγίζει αυτόν, ότι είναι αμαρτωλή» (Λουκάς Ζ/7: 39). Μ’ αυτές τις σκέψεις, μ’ αυτά τα λόγια απαξίωναν την προσφορά του ουρανού και δεν «έτρωγαν» από τον "άρτο της ζωής" (Ιωάννης Σ/6: 48). 
      Μπορεί ποτέ μια τόσο μεγάλη πίστη, που έκανε τον Κύριο να θαυμάσει, να μείνει χωρίς ανταμοιβή; Όχι βέβαια. Τούτη η γυναίκα φεύγει κρατώντας στο χέρι εκείνο το οποίο με τόσο πάθος εζήτησε. Η πίστη της ανταμείφθηκε, η κόρη της θεραπεύτηκε σε μια στιγμή, μ' ένα μόνο λόγο του Κυρίου και έτσι το αίτημά της ικανοποιήθηκε πλήρως. 
      Τελειώνοντας ένα είναι το ερώτημα: Πώς ερχόμαστε μπροστά στο Θεό; Ερχόμαστε με την αίσθηση ότι ο Κύριος «κάτι μας χρωστάει….», καθώς προσφέρουμε κάποια «θρησκευτικά» μας έργα. Ή μήπως, αφού φέραμε ενώπιόν Του ένα αίτημά μας, μετά από λίγο απελπιστήκαμε και είπαμε: «Αδιαφορεί ο Κύριος, εμένα δεν με ακούει και αφού δε με ακούει ας μη χάνω το καιρό μου....». Όλες αυτές οι προσεγγίσεις είναι λανθασμένες. Η σωστή προσευχή, η έξυπνη, η διεκδικητική είναι να μείνει ο άνθρωπος με υπομονή στα πόδια του Κυρίου και να περιμένει την ώρα που θ' απαντήσει. Είναι βέβαιο ότι θα απαντήσει ο Κύριος. Ας μην ξεχνάμε τα λόγια του ψαλμωδού: «Μήποτε ελησμόνησε να ελεεί ο Θεός; μήποτε εν τη οργή αυτού θέλει κλείσει τους οικτιρμούς αυτού; Τότε είπα, Αδυναμία μου είναι τούτο αλλοιούται η δεξιά του Υψίστου;» (Ψαλμός ΟΖ/77: 9,10). ---


      Υστ/φο:
    Οι Χαναναίοι οι οποίοι αποκαλούνταν  και  Καναανίτες, ήταν αρχαίος λαός που εμφανίζεται αρχικά να κατοικεί στην περιοχή του Περσικού κόλπου, όπου περί το 2500 π.Χ. απ' όπου μετανάστευσαν στην περιοχή της Μέσης Ανατολής. Σύμφωνα με την Παλαιά Διαθήκη η καταγωγή τους προέρχεται από τον Χαναάν, ο οποίος ήταν παιδί του Χαμ, ο οποίος ήταν ένα από τα τρία παιδιά του Νώε (Σημ, Ιάφεθ, Χάμ). Σύμφωνα με την Παλαιά Διαθήκη οι Χαναναίοι δεν υπέστησαν ολοκληρωτικό αφανισμό από τους Ισραηλίτες (Ιησούς τ. Ναυή ΙΣ/16: 10  --  ΙΖ/17: 12). Έχουν στενή συγγενική σχέση με τους σύγχρονους κατοίκους του Λιβάνου. --