Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Σάββατο 20 Μαρτίου 2021

ΜΕΓΑΛΗ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ

 

ΜΕΓΑΛΗ   ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ.

(Ματθαίος ΚΣ/26: 57 & ΚΖ/27: 61 - Μάρκος ΙΕ/15: 1-47 - Λουκάς ΚΓ/23: 1-56 - Ιωάννης ΙΗ/18: 28, ΙΘ: 42). 

     Αμέσως μετά την πτώση του ανθρώπου, ο Θεός προανήγγειλε μια μεγάλη σύγκρουση που θα γινόταν στο μέλλον, μια μοναδική μάχη που θα δινόταν ανάμεσα σε δύο άσπονδους εχθρούς. Από τη μία πλευρά θα ήταν το «σπέρμα της γυναικός» και από την άλλη ο ανθρωποκτόνος σατάν ή διάβολος. Η μεγάλη υπόσχεση του Θεού ήταν: «και έχθραν θέλω στήσει αναμέσον σου και της γυναικός, και αναμέσον του σπέρματός σου και του σπέρματος αυτής αυτό θέλει σου συντρίψει την κεφαλήν, και συ θέλεις κεντήσει την πτέρναν αυτού» (Γένεση Γ/3: 15). Αυτό το εδάφιο έχει χαρακτηριστεί και ως πρωτευαγγέλιο. Είναι η μεγάλη υπόσχεση του Θεού για τη σωτηρία του ανθρώπου. 
      Ο απόγονος (το σπέρμα) της γυναίκας θα συνέτριβε το κεφάλι του διαβόλου, ενώ αυτός θα Τον πλήγωνε στη φτέρνα. Το πλήγωμα της φτέρνας συμβολίζει τις θλίψεις, τα πάθη καθώς και το φυσικό θάνατο, αλλά όχι την τελική Του ήττα. Έτσι ο Χριστός υπέφερε και πέθανε πάνω στο σταυρό αλλά αναστήθηκε από τους νεκρούς νικώντας τον ίδιο το σατανά, αλλά και το θάνατο και τον Άδη (Α’ Κορινθίους ΙΕ/15: 54,55 & Εβραίους Β/2: 14,15). 
    Η μεγάλη υπόσχεση του Θεού εκπληρώθηκε στο Πρόσωπο του Ιησού Χριστού. Εκείνη η Παρασκευή που ο Χριστός βασανίστηκε και πέθανε πάνω στο σταυρό είναι η σημαντικότερη μέρα μέσα στην ανθρώπινη ιστορία. Παρατηρώντας την ημέρα αυτή, βιώνουμε την ακρίβεια των υποσχέσεων του Θεού, την άκρα ταπείνωση του Χριστού, ο οποίος, αφού συγχώρησε τους σταυρωτές Του, συγχώρησε όλους εκείνους που Τον εγκατέλειψαν, που Τον συκοφάντησαν, που φάνηκαν αχάριστοι στις ευεργεσίες Του, ανέβηκε στο Γολγοθά και υψώθηκε πάνω στο σταυρό, σηκώνοντας όλες της αμαρτίες μιας αποστατημένης ανθρωπότητας. Ο Απ. Πέτρος στην πρώτη επιστολή του αναφέρει: «Επειδή ο Χριστός άπαξ έπαθε δια τας αμαρτίας, ο δίκαιος υπέρ των αδίκων, δια να φέρει ημάς προς τον Θεόν, θανατωθείς μεν κατά την σάρκα, ζωοποιηθείς δε δια του πνεύματος» (Α’ Πέτρου Γ/3: 18). 
      Ο σταυρός του Χριστού είναι η απόδειξη της αγάπης του Θεού για τον αμαρτωλό άνθρωπο! Ο μόνος Αθώος, ο μόνος Άγιος που πέρασε πάνω από τον κόσμο δικάστηκε ως βλάσφημος, καταδικάστηκε από την ανθρώπινη δικαιοσύνη, που είναι "ως ρυπαρόν ιμάτιον" (Ησαΐας  ΞΔ/64: 6), σε θάνατο και πέθανε με τον πιο βίαιο και ατιμωτικό θάνατο πάνω στο σταυρό του Γολγοθά. Ο εχθρός Tου είχε «πληγώσει την πτέρναν». 
     Η ημέρα αυτή ήταν μια μέρα κρίσης αλλά και μια ημέρα εξιλασμού και σωτηρίας του ανθρώπινου γένους εξαιτίας της αμαρτίας. Στο πρόσωπο του Κυρίου Ημών Ιησού Χριστού τιμωρήθηκε η αμαρτία όλων των ανθρώπων, όλων των εποχών. Τώρα δια Ιησού Χριστού «έχομεν την απολύτρωσιν δια του αίματος αυτού, την άφεσιν των αμαρτημάτων, κατά τον πλούτον της χάριτος αυτού» (Εφεσίους Α/1: 7). «Έχομεν την παρρησίαν και την είσοδον με πεποίθησιν δια της εις αυτόν πίστεως» (Εφεσίους Γ/3: 12). «Έχομεν παρρησίαν να εισέλθωμεν εις τα άγια δια του αίματος του Ιησού» (Εβραίους Ι/10: 19). 
     «Ότε δε έγεινε πρωί, συνεβουλεύθησαν πάντες οι αρχιερείς και οι πρεσβύτεροι του λαού κατά του Ιησού δια να θανατώσωσιν αυτόν» (Ματθαίος ΚΖ/27: 1). 
      Το συνέδριο συνήλθε πρωί για τρίτη φορά στον καθορισμένο τόπο κοντά στο Ναό. Η συνεδρίαση αυτή ήταν αναγκαία για τους εξής λόγους: 
Πρώτον γιατί καμία ποινή θανάτου που θα επιβαλλόταν κατά τη διάρκεια της νύχτας δεν ήταν έγκυρη.
Δεύτερον η νυχτερινή απόφαση δεν είχε παρθεί στον επίσημο τόπο συνεδριάσεων, για να έχει νομιμότητα.
Τρίτον επειδή έπρεπε να αποφασίσει το Συνέδριο για τον τρόπο με τον οποίο θα ενεργούσαν, ώστε να επιτύχουν την επικύρωση της καταδικαστικής τους απόφασης από τον Πιλάτο που ήταν ο Ρωμαίος Διοικητής. 
      Έτσι ξεκίνησε η πιο ιστορική μέρα για την ανθρωπότητα. Η μεγαλύτερη δικαστική πλάνη στην ανθρώπινη ιστορία είχε πλέον πραγματοποιηθεί. Η απόφαση είχε ληφθεί: «Ένοχος θανάτου». Ως αιτία της ενοχής Του πρόβαλαν τη «βλασφημία», ότι έκανε τον Εαυτόν Του Υιόν του Θεού. Ολόκληρο το συνέδριο προσπαθεί με κάθε τρόπο να συντομεύσει τις διαδικασίες, τόσο, για να μην προλάβει να αντιδράσει ο λαός, όσο και γιατί πλησίαζε το Πάσχα και υπήρχε σοβαρός κίνδυνος να ματαιωθούν οι διαδικασίες και να μην λάβουν την τελική άδεια από τους Ρωμαίους για το θάνατο του Ιησού. Έτσι λοιπόν χωρίς καμία αναβολή παρέλαβαν τον Ιησού από το σπίτι του Καΐάφα και Τον έφεραν δεμένο στο Πραιτόριο στον Πιλάτο, τον επίτροπο των Ρωμαίων στην περιοχή της Ιουδαίας. 
    «Φέρουσι λοιπόν τον Ιησούν από του Καϊάφα εις το πραιτόριον, ήτο δε πρωί και αυτοί δεν εισήλθον εις το πραιτώριον, δια να μη μιανθώσιν, αλλά δια να φάγωσι το Πάσχα» (Ιωάννης ΙΗ/18: 28). Τούτη η Παρασκευή ήταν για τους Εβραίους ξεχωριστή, γιατί θα έπρεπε να φάνε το Πάσχα. Παρ’ όλη την κακία τους δεν ξέχασαν πως ήταν και «θρησκευόμενοι» άνθρωποι. Πόση υποκρισία! Ενώ σχεδίαζαν να κάνουν φόνο, δε μπήκαν στο πραιτόριο «ίνα να μη μιανθώσιν»! Το σπίτι του Πιλάτου, επειδή ήταν σπίτι εθνικού, εθεωρείτο ακάθαρτο και έτσι οι αρχιερείς και οι πρεσβύτεροι το πρωί της Παρασκευή δε μπήκαν στο πραιτόριο, για να είναι καθαροί και να φάνε ελεύθερα στο δείπνο του Πάσχα.
    «Τότε ιδών Ιούδας ο παραδόσας αυτόν ότι κατεδικάσθη, μεταμεληθείς επέστρεψε τα τριάκοντα αργύρια εις τους πρεσβυτέρους, λέγων. Ήμαρτον παραδόσας αίμα αθώον. Οι δε είπον Τι προς ημάς; συ όψει» (Ματθαίος ΚΖ/27: 3,4). 
   Καθώς ο Ιούδας κατάλαβε τους πραγματικούς τους σκοπούς και το λάθος το οποίο έκανε, προσπάθησε να αποκαταστήσει τα πράγματα. Έτσι λοιπόν έφερε πίσω τα αργύρια της προδοσίας, ομολογώντας την αθωότητα του Ιησού. Η απάντησή τους ήταν κατηγορηματική: «τι προς ημάς; Συ όψει». Και τι μας μέλει εμάς; Δικός σου λογαριασμός είναι. Ο Κύριος στηλιτεύοντας την κακία τους και την υποκρισία τους, τους είχε προειδοποιήσει: «Όφεις, γεννήματα εχιδνών πως θέλετε φύγει από της καταδίκης της γεέννης;» (Ματθαίος ΚΓ/23: 33). Η απεγνωσμένη προσπάθεια του Ιούδα να ακυρώσει την συμφωνία με τους Ιερείς ήταν πλέον πολύ καθυστερημένη. Οι Ιερείς δε δέχτηκαν εκείνα τα αιματοβαμμένα χρήματα, ενώ αδιαφορούσαν για όλες τις άλλες πράξεις που κηλίδωναν τη ψυχή τους. Τελικά τα χρήματα αυτά βρήκαν το σκοπό τους ανοίγοντας τον τάφο ενός αυτόχειρα. Ήταν μαθητής του Χριστού ο Ιούδας αλλά δε στάθηκε όπως θα έπρεπε κοντά Του. Αλήθεια πόσο φθηνά η αμαρτία πληρώνει τον άνθρωπο! 

Η ζωή του Ιούδα αναφέρεται στο blog : giorgoskomninos.blogspot.com 
H δημοσίευση έγινε  στις 16-04-2020 και επιγράφεται: «Ιούδας, ο Ισκαριώτης.

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΚΗ ΚΑΙ ΘΑΝΑΤΩΣΗ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ. 

       «Ο δε Ιησούς εστάθη έμπροσθεν του ηγεμόνος και ηρώτησεν αυτόν ο ηγεμών, λέγων: Συ είσαι ο βασιλεύς των Ιουδαίων; Ο δε Ιησούς είπε προς αυτόν. Συ λέγεις» (Ματθαίος ΚΖ/27: 11). 
       "Ο Ιησούς, λοιπόν, στάθηκε μπροστά στον Πιλάτο που ήταν ο ηγεμόνας,  ο οποίος άρχισε την ανάκριση ρωτώντας τον: «Εσύ είσαι ο βασιλιάς των Ιουδαίων;». Κι ο Ιησούς του είπε: «Μόνος σου το λες»".
         Τι σκοτεινή ώρα! Ο ένοχος εγκαλεί τον Άγιο! Τα αδικήματα που απέδιδαν οι Ιουδαίοι στον Ιησού ήταν θρησκευτικά και πάνω σ’ αυτή τη βάση Τον δίκασε το Ιουδαϊκό Συνέδριο (Ιωάννης ΙΘ/19: 7), όμως οι θρησκευτικές κατηγορίες δεν είχαν καμία βαρύτητα στο Ρωμαϊκό δικαστήριο, γιατί δεν ενδιέφεραν τους Ρωμαίους οι θρησκευτικές διαφορές των Ιουδαίων. Αυτό το ήξεραν πολύ καλά οι κατήγοροι του Ιησού και γι' αυτό όταν Tον έφεραν ενώπιον του Πιλάτου απηύθυναν εναντίον Του τρεις πολιτικές κατηγορίες: 
Πρώτον πως ήταν ένας επαναστάτης που απειλούσε τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. 
Δεύτερον ότι παρότρυνε το λαό να μην πληρώνει φόρους και επομένως ενεργούσε κατά της ευημερίας της Αυτοκρατορίας (Λουκάς ΚΓ/23: 2). Η προτροπή του Κυρίου δεν ήταν αυτή αλλά: "Απόδοτε τα του Καίσαρος εις τον Καίσαρα και τα του Θεού εις τον Θεόν" (Ματθαίος ΚΒ/22: 21).
Τρίτον  ότι  ισχυρίζεται  πως  είναι  βασιλιάς  και  επομένως  απειλούσε  τη  δύναμη  και  τη  θέση  του Αυτοκράτορα (Ιωάννης ΙΘ/19: 12). 
     Στο ευαγγέλιο του «Ματθαίου» βλέπουμε να εγκαλείται ο Ιησούς για την τρίτη κατηγορία. Τον ρώτησε λοιπόν ο ηγεμόνας αν ήταν αυτός ο βασιλιάς των Ιουδαίων και ο Ιησούς απάντησε: «Ο δε Ιησούς εστάθη έμπροσθεν του ηγεμόνος και ηρώτησεν αυτόν ο ηγεμών, λέγων Συ είσαι ο βασιλεύς των Ιουδαίων; Ο δε Ιησούς είπε προς αυτόν, Συ λέγεις» (Ματθαίος ΚΖ/27: 11).  
   O Πιλάτος δεν εξέλαβε τα λόγια του Ιησού ως απειλή εναντίον του Ρωμαίου Αυτοκράτορα και έτσι επέστρεψε στους Αρχιερείς και στον όχλο και τους είπε πως δε βρήκε καμία αιτία καταδίκης εναντίον Του. Ο όχλος επέμενε ότι ξεσηκώνει σε ανταρσία τον κόσμο κάνοντας αρχή από τη Γαλιλαία. Όταν ο Πιλάτος άκουσε για Γαλιλαία νόμισε ότι βρήκε ένα τρόπο για να ξεφύγει. Η Γαλιλαία υπαγόταν στην δικαιοδοσία του Ηρώδη Αντίπα (πρόκειται για τον Ηρώδη που έδωσε εντολή να αποκεφαλιστεί ο Ιωάννης ο Πρόδρομος). Ήταν γιος του Ηρώδη του Μεγάλου, που είχε σφάξει τα νήπια στην Ιερουσαλήμ. Ο Ηρώδης Αντίπας υπήρξε Τετράρχης της Γαλιλαίας και της Περαίας (4 π.Χ. – 39 μ.Χ.) και εκείνες τις ημέρες είχε επισκεφτεί την Ιερουσαλήμ. Ο Ιησούς τον είχε αποκαλέσει «αυτή η αλεπού» (Λουκάς ΙΓ/13: 32). 
      Ο Ηρώδης χάρηκε που ο Ιησούς θα παρουσιαζόταν μπροστά του. Είχε ακούσει πολλά και ήθελε να Τον γνωρίσει. Καθώς άκουγε για τα θαύματα του Ιησού φοβόταν μήπως είχε αναστηθεί ο Ιωάννης, ο Πρόδρομος, για τον οποίο είχε δώσει εντολή να τον αποκεφαλίσουν (Λουκάς Θ/9: 7-9). Ο Ηρώδης προσπάθησε να διαπιστώσει αν ευσταθούν οι κατηγορίες εναντίον του Ιησού και ήλπιζε να δει τον Ιησού να κάνει και κανένα θαύμα (Λουκάς ΚΓ/23: 8). Όσες ερωτήσεις και αν έκανε ο Ηρώδης στον Ιησού, δεν πήρε καμία απάντηση. Το μόνο που μπόρεσε να κάνει ήταν να επιτρέψει στους στρατιώτες να εξευτελίσουν και να περιγελάσουν ακόμα περισσότερο τον Ιησού. Μετά απ’ αυτά Του φόρεσε μία μεγαλόπρεπη στολή και τον έστειλε πίσω στον Πιλάτο. Πριν από το γεγονός αυτό οι σχέσεις του Πόντιου Πιλάτου με τον Ηρώδη ήταν εχθρικές αλλά μετά από αυτό το γεγονός έγιναν και πάλι φίλοι (Λουκάς ΚΓ/23: 12). 
       Αφού λοιπόν ο Πιλάτος δεν είχε πειστεί ότι ο Ιησούς είχε διαπράξει κάποιο αδίκημα, για το σκοπό αυτό «συγκαλέσας τους αρχιερείς και τους άρχοντας και τον λαόν, είπε προς αυτούς Εφέρατε προς εμέ τον άνθρωπον τούτον ως στασιάζοντα τον λαόν, και ιδού, εγώ ενώπιόν σας ανακρίνας δεν εύρον εν τω ανθρώπω τούτω ουδέν έγκλημα εξ όσων κατηγορείτε κατ' αυτού, αλλ' ουδέ ο Ηρώδης, διότι σας έπεμψα προς αυτόν και ιδού, ουδέν άξιον θανάτου είναι πεπραγμένον υπ' αυτού. Αφού λοιπόν παιδεύσω αυτόν, θέλω απολύσει» (Λουκάς ΚΓ/23: 13-17). 

Ανάλυση του γεγονότος αναφέρεται στο blog : giorgoskomninos.blogspot.com  
H δημοσίευση έγινε στις 14-04-2012 και επιγράφεται: "ΙΔΕ Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ"  (Ματθαίος ΙΒ/12: 9-12).

     "Έκτοτε εζήτει ο Πιλάτος να απολύση αυτόν οι Ιουδαίοι όμως έκραζον, λέγοντες Εάν τούτον απολύσης, δεν είσαι φίλος του Καίσαρος. Πας όστις κάμνει εαυτόν βασιλέα αντιλέγει εις τον Καίσαρα" (Ιωάννης ΙΘ/19: 12). 
       Τη στιγμή που ο Πιλάτος προσπαθούσε για άλλη μία φορά ν' απελευθερώσει τον Ιησού, οι Ιουδαίοι χρησιμοποίησαν το τελευταίο και πιο αποτελεσματικό τους επιχείρημα: 
     "Αν ελευθερώσεις αυτόν, δε μπορείς να είσαι φίλος του αυτοκράτορα". Τι κατάντια ένας ηγεμόνας, που είχε όλη τη δύναμη της εξουσίας στα χέρια του, να επιτρέπει να εκβιάζουν τη συνείδησή του και να ενεργεί σύμφωνα με  το προσωπικό του συμφέρον, παραβλέποντας το δίκαιο. Τι τραγικό να πουλάς τη συνείδησή σου γι' αυτό που νομίζεις συμφέρον σου. Από την άλλη πλευρά, τι υποκρισία!! Οι Ιουδαίοι που μισούσαν τον Καίσαρα, που ήθελαν να τον καταστρέψουν για να απαλλαγούν από το ζυγό του, τώρα προσπαθούν να τον προστατεύσουν! Τούτους τους καρπούς της υποκρισίας τους θα τους θέριζαν λίγα χρόνια αργότερα, όταν οι Ρωμαίοι υπό την αρχηγία του στρατηγού Τίτο, γιού του Αυτοκράτορα της Ρώμης Βεσπασιανού, θα εισέβαλαν το 70 μ.Χ. στην Ιερουσαλήμ και θα την ισοπέδωναν. 
     «είναι δε συνήθεια εις εσάς να σας απολύσω ένα εν τω Πάσχα θέλετε λοιπόν να σας απολύσω τον βασιλέα των Ιουδαίων; Πάλιν λοιπόν εκραύγασαν πάντες, λέγοντες Μη τούτον, αλλά τον Βαραββάν. Ήτο δε ο Βαραββάς ληστής» (Ιωάννης ΙΗ/18: 39,40). 
      Υπήρχε μία συνήθεια στους Ιουδαίους σύμφωνα με την οποία μπορούσαν να ζητήσουν από τους Ρωμαίους την απελευθέρωση κάποιου Ιουδαίου υπόδικου. Ο Πιλάτος προσπαθεί κατά κάποιο τρόπο να εκμεταλλευτεί αυτό το έθιμο σε μια προσπάθεια να ικανοποιήσει τους Ιουδαίους και ταυτόχρονα ν’ απελευθερώσει τον Ιησού. Όμως η προσπάθειά του αυτή απέτυχε. Οι Ιουδαίοι δεν ήθελαν να ελευθερώσει τον Ιησού αλλά ζητούσαν από τον Πιλάτο να ελευθερώσει το Βαραββά, ο οποίος ήταν ληστής και ήταν καταδικασμένος για επανάσταση και φόνο (Μάρκος ΙΕ/15: 7). Αλήθεια, πόσο διεφθαρμένη και απατηλή είναι η ανθρώπινη καρδιά! (Ιερεμίας ΙΖ/17:  9). 
      «Και ο Πιλάτος αποφάσισε να γίνει το ζήτημα αυτών και απέλυσεν εις αυτούς τον δια στάσιν και φόνον βεβλημένον εις την φυλακήν, τον οποίον εζήτουν, τον δε Ιησούν παρέδωκεν εις το θέλημα αυτών» (Λουκάς ΚΓ/23: 24,25).
       Παρά το γεγονός ότι ο Πιλάτος είχε ανακηρύξει αθώο τον Ιησού, ο ίδιος τώρα Τον καταδίκασε σε θάνατο, μόνο και μόνο για να ικανοποιήσει τα πλήθη, ενώ την ίδια στιγμή ελευθέρωσε το Βαραββά. Πρόκειται για ένα θλιβερό συμβιβασμό, που τον κατατάσσει μέσα στην ιστορία ως τον πιο άβουλο αξιωματούχο. Είναι η τραγική εικόνα του ανθρώπου, που θέλει να εκπληρώσει το καθήκον προς τον Ιησού και παράλληλα θέλει να ικανοποιήσει και τον όχλο. Πάντοτε το ερώτημα θα είναι: ΧΡΙΣΤΟΣ ή ΒΑΡΑΒΒΑΣ; Ποτέ δε μπορείς να έχεις και το Χριστό και το Βαραββά. Ή τον έναν ή τον άλλον. Ή το Χριστό ή  την αμαρτία. Εμείς εκλέγουμε, εμείς επιλέγουμε. Ο Κύριος μας έχει προειδοποιήσει: «Ουδείς δούλος δύναται να δουλεύει δύο κυρίους διότι ή τον ένα θέλει μισήσει και τον άλλον θέλει αγαπήσει ή εις τον ένα θέλει προσκολληθεί και τον άλλον θέλει καταφρονήσει. Δεν δύνασθε να δουλεύητε Θεόν και μαμωνά» (Λουκάς ΙΣ/16: 13).  
    Ο Πιλάτος, αφού έχασε και την τελευταία του ελπίδα για την απελευθέρωση του Ιησού, βγήκε επιδεικτικά και μ' ένα θεατρινίστικο τρόπο έπλυνε τα χέρια του, απεκδυόμενος δήθεν κάθε ευθύνης. "Ο Πιλάτος, τότε, σαν είδε ότι τίποτε δεν ωφελεί, αλλά μάλλον γίνεται θόρυβος, πήρε νερό και ένιψε τα χέρια του μπροστά στο λαό λέγοντας: Εγώ είμαι αθώος από το αίμα αυτού του δικαίου. Δική σας θ' είναι η ευθύνη" (Ματθαίος ΚΖ/27: 24). Τη συνείδησή του όμως δε μπόρεσε να την καθαρίσει. Μια μέρα θα παρουσιαστεί μπροστά στον Κύριο, για να τον κρίνει με βαριά τη συνείδηση ότι καταδίκασε έναν αθώο. Αυτό που έκανε ο Πιλάτος ήταν μια τερατώδη άδικη πράξη, όμως ήταν και μια συμβολική πράξη για τη δική μας λύτρωση. «Ο αθώος παραδόθηκε στο θάνατο, ώστε οι ένοχοι να βρουν ζωή».
     "Κι αποκρίθηκε όλος ο λαός: Το αίμα του ας βαραίνει εμάς και τα παιδιά μας" (Ματθαίος ΚΖ/27: 25). 
      Μέσα στο πάθος και το θρησκευτικό φανατισμό τους δεν ενδιαφέρονται για τον ποιόν θα βαρύνει η ενοχή και παίρνουν πάνω τους τη μεγάλη ευθύνη. "Το αίμα του πάνω μας και πάνω στα παιδιά μας". Τα αποτελέσματα που ακολούθησαν υπήρξαν τραγικά! Διασκορπισμός του λαού σε όλα τα έθνη, διώξεις, αφανίσεις, φόβος, μίσος, τρόμος, πογκρόμ, στρατόπεδα συγκέντρωσης, θάλαμοι αερίων..... χωρίς τελειωμό. Όλα αυτά σαν αποτέλεσμα της αποδοχής της ευθύνης του "αθώου αίματος", που ζήτησαν να λάβουν πάνω τους. Οι βαριές επιπτώσεις αυτής της μεγάλης ευθύνης δε θα πάψουν να υφίστανται πάνω σ' αυτόν το λαό μέχρι τη στιγμή που, περνώντας μέσα από τη μεγάλη θλίψη, τον "καιρό της στενοχωρίας του Ιακώβ" (Ιερεμίας Λ/30: 7), θα καταλάβουν ότι απέρριψαν τον Ιησού από Μεσσία και Βασιλιά τους, θα μετανιώσουν γι' αυτό και "θα αποβλέψουν εις Εκείνον τον οποίον εξεκέντησαν. Και θέλουσι πενθήσει δι' Αυτόν ως πενθεί τις δια τον μονογενή αυτού, και θέλουσι λυπηθεί δι' Αυτόν, ως ο λυπούμενος δια τον πρωτότοκον αυτού" (Ζαχαρίας ΙΒ/12: 10). Θα είναι η ώρα που ο Ιωσήφ (εικόνα του Χριστού) θα αποκαλυφθεί στ' αδέλφια του που τον είχαν πουλήσει και τον νόμιζαν νεκρό (Γένεση ΜΕ/45: 4). 
    «Τότε απέλυσεν εις αυτούς τον Βαραββάν, τον δε Ιησούν μαστιγώσας παρέδωκε δια να σταυρωθεί» (Ματθαίος ΚΖ/27: 26). 
   Ο Πιλάτος σκληρός τύραννος, αλλά και άβουλος και αναποφάσιστος, έδωσε εντολή να απελευθερώσουν το Βαραββά. Φανταστείτε τη μεγάλη έκπληξη του Βαραββά, καθώς ο φρουρός ανοίγει το κελί του και του λέει: «είσαι ελεύθερος». Αντί να οδηγηθεί στο σταυρό και στο θάνατο, τον αφήνουν ελεύθερο. Από τότε και μέχρι να ξανάρθει ο Κύριος, ο υπόδικος, ο θανατοποινίτης, ο κατάδικος εξαιτίας της αμαρτίας θα μπορεί να γίνει ελεύθερος, αν το θελήσει. Ο Θεός χαρίζει συγχώρηση και απελευθέρωση σε κάθε αμαρτωλό που με πίστη αναγνωρίζει ότι η θυσία του Ιησού στο σταυρό, που έγινε για να μπορεί να λάβει συγχώρηση και απελευθέρωση από τον αιώνιο θάνατο, δηλ. από τον αιώνιο αποχωρισμό από την παρουσία του Θεού, όποιος με μετάνοια και πίστη το ζητήσει. Ο πρ. "Ησαΐας" (ΝΓ/53: 5) διακηρύττει: «Αλλ' αυτός ετραυματίσθη διά τας παραβάσεις ημών, εταλαιπωρήθη δια τας ανομίας ημών η τιμωρία, ήτις έφερε την ειρήνην ημών, ήτο επ' αυτόν και δια των πληγών αυτού ημείς ιάθημεν». Ο καθένας από μας ένας Βαραββάς είναι, ας κοιτάξουμε με πίστη, με ευγνωμοσύνη σε Εκείνον που πέθανε στη θέση μας και μας χάρισε απελευθέρωση, από την ποινή της αμαρτίας μας. 
      Στη συνέχεια σύμφωνα με τη συνήθεια ο κατάδικος υφίστατο μαστίγωση. Για το σκοπό αυτό γύμνωναν το θύμα από τη μέση και πάνω, το έδεναν σ’ ένα στύλο σε κυρτή στάση και το χτυπούσαν στην πλάτη με το «φραγγέλιο», ένα μεγάλο καμτσίκι που πάνω του είχαν στερεώσει μικρά αιχμηρά κομμάτια από μολύβι ή κόκκαλο. Το κάθε χτύπημα άνοιγε τις σάρκες και έβγαινε αίμα. Τώρα πια ο κυβερνήτης δεν είχε τίποτε άλλο να κάνει, παρά να παραδώσει τον Ιησού στους στρατιώτες για να σταυρωθεί. 
     «Τότε οι στρατιώται του ηγεμόνος, παραλαβόντες τον Ιησούν εις το πραιτώριον, συνήθροισαν επ' αυτόν όλον το τάγμα των στρατιωτών και εκδύσαντες αυτόν ενέδυσαν αυτόν χλαμύδα κοκκίνην και πλέξαντες στέφανον εξ ακανθών, έθεσαν επί την κεφαλήν αυτού και κάλαμον εις την δεξιάν αυτού, και γονυπετήσαντες έμπροσθεν αυτού, ενέπαιζον αυτόν, λέγοντες Χαίρε, ο βασιλεύς των Ιουδαίων και εμπτύσαντες εις αυτόν έλαβον τον κάλαμον και έτυπτον εις την κεφαλήν αυτού» (Ματθαίος ΚΖ/27: 27-30 -- Μάρκος ΙΕ/15! 16-26 -- Ιωάννης ΙΘ/19: 2-3). 
      Οι στρατιώτες του Πιλάτου πήραν τον Ιησού στο κυβερνείο και μάζεψαν γύρω του όλη τη φρουρά. Αυτό που ακολούθησε ξεπερνάει κάθε φαντασία! Ο Δημιουργός και Συντηρητής του σύμπαντος (Κολοσσαείς Α/1: 17) υπέμεινε ανείπωτους εξευτελισμούς από τους σκληρούς και άξεστους στρατιώτες. Ο Κύριος είχε δεχτεί χλευασμούς και ειρωνείες πολλές φορές στη σύντομη επίγεια ζωή Του. Από τους Ιουδαίους που Τον δίκαζαν (Λουκάς ΚΒ/22: 63-65), από τον Ηρώδη και τους στρατιώτες του (Λουκάς ΚΓ/23: 11), τώρα Τον χλευάζουν και οι στρατιώτες του Πιλάτου. Λίγο αργότερα πάνω στο σταυρό θα Τον χλευάσουν οι αρχιερείς, οι πρεσβύτεροι, οι γραμματείς και οι στρατιώτες (Ματθαίος ΚΖ/27: 39-43). 
     Έβγαλαν τα ρούχα του Ιησού και Τον έντυσαν με έναν κόκκινο χιτώνα, απομίμηση της βασιλικής χλαμύδας. Το κόκκινο σχετίζεται με την αμαρτία (Ησαΐας Α/1: 18). Ο Ιησούς πήρε πάνω Του τη χλαμύδα της αμαρτίας μας για να λάβουμε εμείς τη λευκή στολή της δικαιοσύνης του Θεού (Β’ Κορινθίους Ε/5: 21). 
      Αφού έπλεξαν ένα στεφάνι από αγκάθια και το σφήνωσαν βίαια στο κεφάλι του Ιησού, στο ένα χέρι Του έβαλαν ένα καλάμι – γελοιοποίηση του σκήπτρου. Δε γνώριζαν ότι το χέρι που κρατούσε εκείνο το καλάμι ήταν το χέρι που κυβερνούσε το Σύμπαν (Κολοσσαείς Α/1: 7). Μετά απ’ αυτά γονάτισαν μπροστά Του και του έλεγαν περιπαιχτικά: «Ζήτω ο βασιλιάς των Ιουδαίων». Συνεχίζοντας τον κατήφορο της ανθρώπινης κακίας Τον έφτυναν στο πρόσωπο – το πιο έντιμο πρόσωπο που πέρασε πάνω από τη γη – και αφού του πήραν το καλάμι, Τον χτυπούσαν μ’ αυτό στο κεφάλι. 
     Όλα αυτά ο Ιησούς τα υπέφερε με μεγάλη υπομονή και δεν διαμαρτυρήθηκε. Ο πρ. Ησαΐας (ΝΓ/53: 7) μας δίνει την εικόνα του Ιησού. «Αυτός ήτο κατατεθλιμμένος και βεβασανισμένος αλλά δεν ήνοιξε το στόμα αυτού εφέρθη ως αρνίον επί σφαγήν, και ως πρόβατον έμπροσθεν του κείροντος αυτό άφωνον, ούτω δεν ήνοιξε το στόμα αυτού». Παρατηρώντας αυτή τη στάση ο συγγραφέας της επιστολής «προς Εβραίους» (κεφ. ΙΒ/12: 3) αναφέρει: «Αναλογιστείτε λοιπόν Αυτόν που υπέμεινε μια τέτοια εχθρότητα εναντίον του από μέρους των αμαρτωλών και μην αποκάμετε και χάσετε το θάρρος σας». 
     «Και αφού ενέπαιξαν αυτόν, εξέδυσαν αυτόν την χλαμύδα και ενέδυσαν αυτόν τα ιμάτια αυτού, και έφεραν αυτόν δια να σταυρώσωσιν» (Ματθαίος ΚΖ/27: 31). 
    Τελικά, αφού Τον ενέπαιξαν, του αφαίρεσαν την χλαμύδα, Τον έντυσαν με τα ρούχα Του και τον παρέδωσαν, για να σταυρωθεί. Χριστός σημαίνει πρώτα απ’ όλα σταυρός, θυσία, αίμα. Πολλοί θέλουν να είναι Χριστιανοί όμως αυτό να μην είναι συνδεδεμένο με το σταυρό. Ας προσέξουμε σαν άτομα αλλά και σαν εκκλησία που φέρει το Όνομα Εκείνου μήπως με τη ζωή μας ακυρώνουμε "το Έργο του σταυρού του Χριστού", μήπως «κενωθεί» με τη ζωή μας ο σταυρός του Χριστού (Α’ Κορινθίους Α/1: 17). 

Η πορεία του Υιού του Ανθρώπους προς το Γολγοθά.
(Ματθαίος ΚΖ/27: 32  --  Μάρκος ΙΕ/15: 21  --  Λουκάς ΚΓ/23: 26-32). 
 
     Ο Ιησούς σήκωσε το σταυρό Του βαδίζοντας ως ένα σημείο στο δρόμο για το Γολγοθά (Ιωάννης ΙΘ/19: 17). Μετά οι στρατιώτες αγγάρεψαν έναν περαστικό, το Σίμωνα τον Κυρηναίο (καταγόταν από την Κυρήνη της βόρειας Αφρικής). "Και αγγαρεύουσι τινά Σίμωνα Κυρηναίον διαβαίνοντα, ενώ ήρχετο από του αγρού, τον πατέρα του Αλεξάνδρου και Ρούφου, δια να σηκώσει τον σταυρόν αυτού" (Μάρκος ΙΕ/15: 21). Κουβαλώντας το σταυρό ο Σίμων ο Κυρηναίος και βαδίζοντας ακριβώς πίσω από τον Ιησού, μας δίνεται την εικόνα του πραγματικού Χριστιανού. Ο Απ. Πέτρος στην πρώτη επιστολή του αναφέρει: «εις τούτο προσεκλήθητε, επειδή και ο Χριστός έπαθεν υπέρ υμών, αφίνων παράδειγμα εις υμάς δια να ακολουθήσητε τα ίχνη αυτού» (Α’ Πέτρου Β/2: 21). 
     Στην πορεία προς το Γολγοθά, καθώς ο Ιησούς προχωρούσε μπροστά, ένα ολόκληρο πλήθος οπαδών του έκλαιγαν και θρηνούσαν γι' Αυτόν. Εκείνος, γύρισε στις γυναίκες μέσα στο πλήθος και τους είπε: "Θυγατέρες τής Ιερουσαλήμ, μη κλαίτε για μένα, αλλά για τον εαυτό σας να κλαίτε, και για τα παιδιά σας" (Λουκάς ΚΓ/23: 28).   
     «Και ότε ήλθον εις τόπον λεγόμενον Γολγοθά, όστις λέγεται Κρανίου τόπος, έδωκαν εις  Αυτόν να πίει όξος μεμιγμένον μετά χολής και γευθείς δεν ήθελε να πίει» (Ματθαίος ΚΖ/27: 33,34). 
      «Μετά τούτο γινώσκων ο Ιησούς ότι πάντα ήδη ετελέσθησαν δια να πληρωθή η γραφή, λέγει: Διψώ» (Ιωάννης ΙΘ/19: 28). Επάνω στο σταυρό, ο Ιησούς είπε: "Διψώ"  και αντί για νερό του έδωσαν να πιει ξύδι ανακατεμένο με χολή. Το μείγμα αυτό το έδιναν στους μελλοθάνατους για αναισθητικό. Ο Ιησούς αρνήθηκε να το πιει. Έτσι φορτώθηκε ολόκληρο το φορτίο της ανθρώπινης αμαρτίας παίρνοντας όλο τον πόνο επάνω του.
    «Και ότε ήλθον εις τον τόπον τον ονομαζόμενον Κρανίον, εκεί εσταύρωσαν αυτόν και τους κακούργους, τον μεν εκ δεξιών, τον δε εξ αριστερών» (Λουκάς ΚΓ/23: 33). 
    Έξω από τα τείχη της παλιάς Ιερουσαλήμ υπάρχει ένα ύψωμα που στην Αραμαϊκή διάλεκτο ονομαζόταν Γολγοθάς ή αλλιώς «κρανίου τόπος», γιατί προφανώς από μακριά φαινόταν σαν ένα ανθρώπινο κρανίο. Ήταν ένας τόπος εκτελέσεων. Ο Απ. Ιωάννης μας προσθέτει την εξής πληροφορία: «Ήτο δε εν τω τόπω όπου εσταυρώθη κήπος, και εν τω κήπω μνημείον νέον, εις το οποίον ουδείς έτι είχε τεθή» (Ιωάννης ΙΘ/19: 41). Φαίνεται ότι σε κάποιο τμήμα του τόπου εκείνου στην περιοχή Γολγοθά υπήρχε ιδιωτικός κήπος και μέσα σ’ αυτόν ήταν ο πέτρινος τάφος του Ιωσήφ του από Αριμαθαίας στον οποίο ετάφη αργότερα το νεκρό σώμα του Ιησού. 
     Ολόκληρη η αιωνιότητα δε θα αρκέσει για να εμβαθύνει κανείς σ’ αυτά τα συνταρακτικά γεγονότα. Αν ο σταυρός αποκαλύπτει την αγάπη του Θεού, αποκαλύπτει επίσης την αχρειότητα και την αμαρτία του ανθρώπου. 
     Ο σταυρικός θάνατος ήταν ο πιο εξευτελιστικός, αποκρουστικός, επώδυνος και περιφρονητικός. Ο Απ. Παύλος στην επιστολή «προς Γαλάτας» αναφέρει: «Επικατάρατος πας ο κρεμάμενος επί ξύλου» (Γαλάτας Γ/3: 13). Έτσι λοιπόν ο Ιησούς «ευρεθείς κατά το σχήμα ως άνθρωπος, εταπείνωσεν εαυτόν γενόμενος υπήκοος μέχρι θανάτου, θανάτου δε σταυρού» (Φιλιππησίους Β/2: 8). Ο πρ. Ησαΐας, επτακόσια χρόνια πριν, καθώς με αποκάλυψη του Θεού οραματίζεται τον Ιησού καρφωμένο πάνω στο σταυρό, αναφέρει: «Καταπεφρονημένος και απερριμμένος υπό των ανθρώπων άνθρωπος θλίψεων και δόκιμος ασθενείας και ως άνθρωπος από του οποίου αποστρέφει τις το πρόσωπον, κατεφρονήθη και ως ουδέν ελογίσθημεν αυτόν» (Ησαΐας ΝΓ/53: 3). 
      Στον Ψαλμό ΚΒ/22, (εδ. 18) είχε προφητευτεί: «Διεμερίσθησαν τα ιμάτιά μου εις εαυτούς και επί τον ιματισμόν μου έβαλον κλήρον». Οι στρατιώτες μοιράστηκαν τα ρούχα του Ιησού ρίχνοντας κλήρο στον άρραφο χιτώνα Του. Ο Κύριος δεν κατείχε τίποτα, δεν άφησε τίποτα, εκτός από τα ρούχα που φορούσε. 
       «Και έθεσαν επάνωθεν της κεφαλής αυτού την κατηγορίαν αυτού γεγραμμένην Ούτος εστιν Ιησούς ο βασιλεύς των Ιουδαίων» (Ματθαίος ΚΖ/27: 37). 
      Πάνω στο κεφάλι του Ιησού κρέμασαν μία επιγραφή γραμμένη στα Εβραϊκά, τα Λατινικά και τα Ελληνικά: «Αυτός είναι ο Βασιλιάς των Ιουδαίων». Οι Αρχιερείς διαμαρτυρήθηκαν ότι αυτή η επιγραφή δεν είναι αληθινή, λέγοντας ότι ο  κατηγορούμενος ισχυρίστηκε ότι είναι βασιλιάς.  
      «Τότε εσταυρώθησαν μετ' Αυτού δύο λησταί, εις εκ δεξιών και εις εξ αριστερών» (Ματθαίος ΚΖ/27: 38). 

Ανάλυση του γεγονότος αναφέρεται στο blog : giorgoskomninos.blogspot.com   Δημοσίευση έγινε: 
Στις 11-04-2016 και επιγράφεται: «Οι τρεις σταυροί»
Στις 14-04-2016 και επιγράφεται: «Οι δύο ληστές». 

      Ο αναμάρτητος ο Υιός του Θεού του Ζώντος σταυρώθηκε ανάμεσα σε δύο ληστές. Ο προφήτης «Ησαΐας» επτακόσια χρόνια πριν είχε προφητεύσει: «…. και μετά ανόμων ελογίσθη και αυτός εβάστασε τας αμαρτίας πολλών και θέλει μεσιτεύσει υπέρ των ανόμων» (Ησαΐας ΝΓ/53: 12).  
     "Εις δε των κρεμασθέντων κακούργων εβλασφήμει αυτόν, λέγων Εάν συ είσαι ο Χριστός, σώσον σεαυτόν και ημάς. Αποκριθείς δε ο άλλος, επέπληττεν αυτόν, λέγων Ουδέ τον Θεόν δεν φοβείσαι συ, όστις είσαι εν τη αυτή καταδίκη; και ημείς μεν δικαίως διότι άξια των όσα επράξαμεν απολαμβάνομεν ούτος όμως ουδέν άτοπον έπραξε" (Λουκάς ΚΓ/23: 39-41). 
     Ο Ευαγγελιστής Μάρκος αναφέρει ότι και οι δύο ληστές έβριζαν και βλαστημούσαν τον Ιησού (Μάρκος ΙΕ/15: 32β), όμως του ενός η καρδιά μέσα σε μια στιγμή άλλαξε. Αυτό θα πει μετάνοια. Έτσι γύρισε και επιτίμησε τον άλλον ληστή για την ασέβειά του. "Δε φοβάσαι ούτε το Θεό του είπε. Εμείς δίκαια τιμωρούμαστε για τα εγκλήματα που κάναμε, όμως Αυτός κανένα κακό δεν έχει κάνει".
      "Και έλεγε προς τον Ιησούν Μνήσθητί μου, Κύριε, όταν έλθεις εν τη βασιλεία σου" (Λουκάς ΚΓ/23: 42).
     Μετανοημένος για την αμαρτωλή ζωή του ο ένας ληστής, αφού αναγνώρισε το Χριστό, αποκαλώντας Τον "Κύριο", γύρισε προς τον Ιησού και του ζήτησε να τον θυμηθεί, όταν θα εγκαταστήσει τη βασιλεία του.
    "Και είπε προς αυτόν ο Ιησούς Αληθώς σοι λέγω, σήμερον θέλεις είσθαι μετ' εμού εν τω παραδείσω" (Λουκάς ΚΓ/23: 43).
       Ο Ιησούς αντάμειψε την μετάνοια καθώς και την πίστη του ληστή με την υπόσχεση ότι την ίδια εκείνη μέρα θα ήταν μαζί Του στον παράδεισο. Αυτή η ιστορία μας αποκαλύπτει τη μεγάλη αλήθεια πως οι όροι της σωτηρίας του ανθρώπου είναι δύο: "Μετάνοια και πίστη". 
      "μετ' εμού εν τω παραδείσω". Αυτή είναι η υπόσχεση του Χριστού σε κάθε έναν που μετανοεί και πιστεύει σ' Αυτόν. Αυτή είναι η υπόσχεση του Θεού σε κάθε δικό Του παιδί. "Κι αυτή είναι η υπόσχεση, που αυτός υποσχέθηκε σε μας: Την αιώνια ζωή" (Α'  Ιωάννου Β/2: 25).
  "Ο δε Ιησούς έλεγε: Πάτερ, συγχώρησον αυτούς διότι δεν εξεύρουσι τι πράττουσι. Διαμεριζόμενοι δε τα ιμάτια αυτού, έβαλον κλήρον" (Λουκάς ΚΓ/23: 34).
     Με  άπειρη  Αγάπη και  Έλεος  ο  Ιησούς  προσευχόταν για τους σταυρωτές Του και έλεγε: "Πατέρα, συγχώρησέ τους, δεν ξέρουν τι κάνουν".  Κάτω  από  το σταυρό  οι στρατιώτες μοίραζαν μεταξύ τους τα ρούχα Του και έβαζαν στον κλήρο τον άραφο χιτώνα Του.
     «οι δε διαβαίνοντες εβλασφήμουν αυτόν, κινούντες τας κεφαλάς αυτών και   λέγοντες. Ο χαλών τον ναόν και  δια τριών ημερών  οικοδομών,  σώσον σεαυτόν αν ήσαι Υιός του Θεού, κατάβα από του σταυρού» (Ματθαίος ΚΖ/27: 39,40). 
     Οι περαστικοί συνέχιζαν να χλευάζουν τον Ιησού λέγοντας: «Εσύ που θα γκρέμιζες το ναό και σε τρεις μέρες θα τον ξανάχτιζες, σώσε τον εαυτόν σου, αν είσαι Υιός του Θεού και κατέβα από το σταυρό». Το ίδιο και οι αρχιερείς, μαζί με τους γραμματείς και τους πρεσβύτερους, εμπαίζοντας έλεγαν: "Άλλους έσωσε, τον εαυτό του δεν μπορεί να τον σώσει, αν είναι βασιλιάς τού Ισραήλ, ας κατέβει τώρα από τον σταυρό, και θα πιστέψουμε σ' αυτόν, εμπιστεύθηκε στον Θεό ας τον σώσει τώρα, αν τον θέλει επειδή, είπε: Είμαι Υιός τού Θεού" (Ματθαίος ΚΖ/27: 41-44). Όλοι αυτοί πού να φανταστούν ότι ο Χριστός πάνω στο σταυρό πέθαινε και για εκείνους.

       «Αν είναι βασιλιάς ας κατέβει από το σταυρό» (εδ. 42).
     Ο διάβολος, καθώς βλέπει ότι χάνει τη μάχη, χρησιμοποιώντας τα όργανά του προσπαθεί να κατεβάσει τον Ιησού από το Σταυρό. Όμως ο Κύριος δεν κατεβαίνει. Ένα λόγο αν έλεγε προς τον Πατέρα Θεό, Αυτός θα έστελνε δώδεκα λεγεώνες αγγέλων, που θα μπορούσαν να εξοντώσουν τους πάντες και να Τον κατέβαζαν από το Σταυρό. Όμως ο Ιησούς μένει πάνω στο ξύλο της αισχύνης. Τον κρατάει εκεί η αγάπη Του για μένα και για σένα. Δεν ήθελε να πεθάνουμε γι' αυτό προτίμησε να πονέσει, να πεθάνει Εκείνος.  Την ώρα εκείνη χύνοντας το αίμα Του πλήρωνε τα λύτρα της δικής μας σωτηρίας. Αλήθεια πόσο ακριβά στοίχισε η σωτηρία μας και στον Πατέρα και στον Υιό! Αυτή η πανάκριβη σωτηρία προσφέρεται εδώ και δύο χιλιάδες χρόνια δωρεάν, κατά χάριν, σε καθέναν που θα πιστέψει σ' Αυτόν και που θα επικαλεστεί το Όνομά Του (Εφεσίους Β/2: 8). 
 
Ανάλυση του γεγονότος αναφέρεται στο blog : giorgoskomninos.blogspot.com 
H δημοσίευση έγινε στις 10-04-2017 και επιγράφεται: «καταβάτω νύν από του σταυρού». 

     "Ίσταντο δε πλησίον εις τον σταυρόν του Ιησού η μήτηρ αυτού και η αδελφή της μητρός αυτού, Μαρία η γυνή του Κλωπά και Μαρία η Μαγδαληνή. Ο Ιησούς λοιπόν, ως είδε την μητέρα και τον μαθητήν παριστάμενον, τον οποίον ηγάπα, λέγει προς την μητέρα αυτού: Γύναι, ιδού ο υιός σου. Έπειτα λέγει προς τον μαθητήν Ιδού η μήτηρ σου. Και απ' εκείνης της ώρας έλαβεν αυτήν ο μαθητής εις την οικίαν αυτού" (Ιωάννης ΙΘ/19: 25 - 27). 
      Κατά πάσα πιθανότητα, όταν προς το μεσημέρι πια μπόρεσαν να πλησιάσουν στο σταυρό Του, αφού η καταιγίδα του μίσους και της χλεύης είχε κοπάσει, η Μαρία, η μητέρα του Ιησού, η Σαλώμη,  μαζί με το γιο της τον Ιωάννη, η Μαρία, γυναίκα του Κλωπά και η Μαρία η Μαγδαληνή. Ο Ιησούς βλέποντας τη μητέρα Του και τον Ιωάννη το μαθητή, της σύστησε τον Ιωάννη σαν αυτόν που στο εξής θα έπαιρνε τη θέση του γιου της. Ο Ιωάννης υπάκουσε και πήρε στο σπίτι του τη μητέρα του Κυρίου. 
     «Και από την έκτη ώρα έγινε σκοτάδι επάνω σε ολόκληρη τη γη μέχρι την ένατη ώρα» (εδ.45). 
     Από το μεσημέρι μέχρι τις τρεις το απόγευμα έπεσε σκοτάδι σ’ όλη τη γη της Παλαιστίνης, αλλά και στην άγια ψυχή του Ιησού. Ήταν η μεγάλη στιγμή, που πήρε στους ώμους Του την αμαρτία όλων των ανθρώπων, όλων των εποχών. Η δίκαιη οργή του Θεού, που έπρεπε να ξεσπάσει επάνω μας λόγω της αμαρτίας μας, ξέσπασε πάνω στον Άγιο, τον αναμάρτητο, τον Υιόν του Θεού. Εκείνες τις τρεις ώρες ο Ιησούς πλήρωνε πάνω στο σταυρό το τίμημα της δικής μας αμαρτίας. Πραγματοποιώντας το Έργο της λύτρωσης, της δικής μας σωτηρίας! 
      Και γύρω στην ένατη ώρα, ο Ιησούς αναβόησε με δυνατή φωνή, λέγοντας: «Ηλί, Ηλί, λαμά σαβαχθανί;», δηλαδή, «Θεέ μου, Θεέ μου, γιατί με εγκατέλειψες;» (Ματθαίος ΚΖ/27: 46). 
      Η φράση: «γιατι με εγκατέλειψες;» περιέχει ολόκληρο το Πάθος του Κυρίου. Όταν ο Ιησούς πήρε επάνω Του όλες τις αμαρτίες μας, ο Θεός εξαπέλυσε όλα τα κύματα της δίκαιης και άγιας οργής Του ενάντια στον Υιόν της αγάπης Του. Μέσα σ’ εκείνο το τρομερό σκοτάδι ο Χριστός είδε το Πρόσωπο του Πατέρα Του να τραβιέται από πάνω Του, καθώς είχε γίνει κατάρα για μας (Γαλάτας Γ/3: 13). Είναι αδύνατο στον ανθρώπινο νου να αντιληφθεί το πραγματικό περιεχόμενο των Παθών του Κυρίου μας.  
       Ο Θεός, επειδή είναι Άγιος και Δίκαιος, δε μπορούσε να παραβλέψει την αμαρτία. Η αμαρτία θα έπρεπε να λάβει δίκαιη τιμωρία. "Η ποινή της αμαρτίας είναι θάνατος" (Ρωμαίους Σ/6: 23). Ο Κύριος Ιησούς δεν είχε δικές Του αμαρτίες, αλλά πήρε πάνω Του την ενοχή των δικών μας αμαρτιών. Όταν ο Θεός ως Κριτής, κοίταξε κάτω και είδε τις αμαρτίες μας πάνω στους ώμους του αναμάρτητου αντικαταστάτη μας, απέστρεψε το Άγιο Πρόσωπό Του από τον Υιό της αγάπης Του και το έστρεψε σε σένα και σε μένα. Εκείνη τη στιγμή ο Ιησούς βίωσε την εγκατάλειψη του Πατέρα Θεού. Ήταν αυτός ο χωρισμός, που συνέβη για μία και μοναδική φορά για όλη την αιωνιότητα, που σπάραξε την καρδιά του Ιησού. 
      «Και τινές των εκεί εστώτων ακούσαντες, έλεγον ότι τον Ηλίαν φωνάζει ούτος. Και ευθύς έδραμεν εις εξ αυτών και λαβών σπόγγον και γεμίσας όξους και περιθέσας εις κάλαμον επότιζεν αυτόν» (Ματθαίος ΚΖ/27: 47,48). 
     Όταν ο Ιησούς φώναξε: «Ηλί, Ηλί, λαμά σαβαχθανί», μερικοί από τους παρευρισκομένους εκεί έλεγαν ότι επικαλείται τον πρ. Ηλία. Κάποιος μ’ ένα μακρύ καλάμι προσπάθησε να πλησιάσει στο στόμα του ένα σφουγγάρι βουτηγμένο στο ξύδι. Αυτό δεν ήταν πράξη συμπόνιας, αλλά περαιτέρω δοκιμασίας. Στον ψαλμό ΞΘ/69: 21 είχε προφητευτεί: «Και έδωκαν εις εμέ χολήν δια φαγητόν μου, και εις την δίψαν μου με επότισαν όξος». 
     «Ο δε Ιησούς πάλιν κράξας μετά φωνής μεγάλης, αφήκε το πνεύμα» (Ματθαίος ΚΖ/27: 50). Ο Ιησούς έβγαλε πάλι μια δυνατή κραυγή και άφησε την τελευταία του πνοή. Η δυνατή κραυγή δείχνει ότι πέθανε δυνατός και όχι σε αδυναμία. 
    «Ότε λοιπόν έλαβε το όξος ο Ιησούς, είπε, Τετέλεσται και κλίνας την κεφαλήν παρέδωκε το πνεύμα» (Ιωάννης ΙΘ/19: 30). 

Ανάλυση του γεγονότος αναφέρεται στο blog : giorgoskomninos.blogspot.com 
H δημοσίευση έγινε στις 19-04-2014 και επιγράφεται: «ΤΕΤΕΛΕΣΤΑΙ». 

    «ΤΕΤΕΛΕΣΤΑΙ»: Η προσφορά του Υιού ήταν τόσο τέλεια και τόσο Άγια, που όταν ολοκληρώθηκε, ακούστηκε η θριαμβευτική κραυγή του Χριστού. «Τετέλεσται». Μια κραυγή που μέσα στην αιωνιότητα θα είναι αψευδής μάρτυρας ότι το Έργο της σωτηρίας του αμαρτωλού ολοκληρώθηκε. O εξιλασμός των αμαρτιών μας έγινε. Η δικαιοσύνη του Θεού ικανοποιήθηκε. Τα λύτρα της αμαρτίας μας πληρώθηκαν. Πλέον το Έλεος του Θεού με βάση τη θυσία του Χριστού, ξεχύθηκε προς όλους τους ανθρώπους. Ο Άγιος έγινε αμαρτία για τους αμαρτωλούς. Το Έργο της σωτηρίας του αμαρτωλού, που είχε αναθέσει στον Υιό ο Πατέρας Θεός ολοκληρώθηκε. Ο Υιός είχε δώσει τη ζωή του, το αθώο αίμα Του, «ως λύτρον αντί πολλών» (Μάρκος Ι/10: 45), είχε πεθάνει πάνω στο Σταυρό για τις αμαρτίες όλου του κόσμου. Το τίμημα καταβλήθηκε, η δικαιοσύνη του Θεού ικανοποιήθηκε, η σωτηρία μας πραγματοποιήθηκε. Από τη θυσία του Χριστού, πάνω από το σταυρό του Γολγοθά, εδώ και δύο χιλιάδες χρόνια, κηρύσσεται "άφεση αμαρτιών".  
      Εκείνο που ζητούσε ο Τελώνης μέσα στο Ναό "Ο Θεός, ιλάσθητί μοι τω αμαρτωλώ" (Λουκάς ΙΗ/18: 13). Με άλλα λόγια: "Θεέ μου, γίνε εξιλασμός για μένα τον αμαρτωλό", εκπληρώθηκε. Ζητούσε ο Τελώνης από το Θεό να δείξει Έλεος σ' αυτόν με το να μην πληρώσει για την αμαρτία του, για την αβάσταχτη ενοχή του. Αυτό δια Ιησού Χριστού πραγματοποιήθηκε. Ο Απ. Παύλος αναφέρει προς την Εκκλησία της Ρώμης: "τον οποίον (Ιησού) ο Θεός προέθετο μέσον εξιλεώσεως δια της πίστεως εν τω αίματι αυτού, προς φανέρωσιν της δικαιοσύνης αυτού δια την άφεσιν των προγενομένων αμαρτημάτων δια της μακροθυμίας του Θεού" (Ρωμαίους Γ/3: 25).
      Εκείνο που  ήταν αδύνατον στον  άνθρωπο να το πετύχει  με τις δικές  του δυνάμεις, με  τη δική του σοφία, το έκανε με τη θυσία Του  πάνω στο σταυρό ο Ιησού Χριστός.  Πλέον  ο δρόμος για τη σωτηρία  του ανθρώπου  είχε  ανοίξει.  Όλα τα έκανε  ο Θεός  για τη σωτηρία  μας, από   μας μένει μια  πράξη αποδοχής  του  Έργου του Χριστού και  μια  ευχαριστία  από  καρδιάς:  "Θεέ μου,  αποδεχόμαστε  το τέλειο και ολοκληρωμένο Έργο του σταυρού του Χριστού και σ' ευχαριστούμε μέσα από την  καρδιά μας γι' αυτό".
     Θρησκείες,  θεωρίες,  φιλοσοφίες  κατά  καιρούς  υποστήριξαν  ότι  δεν  αρκεί το «Τετέλεσται». Το ολοκληρωμένο  Έργο  του  Χριστού  δεν  επαρκεί για τη σωτηρία μας, χρειάζεται να συμβάλλουμε και εμείς  στο σωτήριο Έργο του Σταυρού. Η  θεωρεία  αυτή αποτελεί αίρεση και έσχατη βλασφημία, προς το τέλειο Έργο της Λύτρωσής μας. 
      Φανταστείτε να φέρουν μπροστά σ’ ένα άνθρωπο τον πρωτότυπο πίνακα της «Τζοκόντα», έργο του Λεονάρδο ντα Βίντσι, και καθώς τον παρατηρεί, να σκεφτεί: «Εγώ μικρός ζωγράφιζα, ας πάρω ένα πινελάκι και κάποια χρώματα για να βελτιώσω εκείνο το γλυκό χαμόγελο, που συμβολίζει την αιωνιότητα της ψυχής». Αυτή η πράξη είναι ανήκουστη ύβρη, ακατονόμαστη ενέργεια, βανδαλισμός, έσχατη βαρβαρότητα, προσβολή στην τέχνη και τον πολιτισμό. Εάν αυτά ισχύουν για τα έργα των ανθρώπων, πόσο μάλλον όταν αυτό συμβαίνει με το Έργο της σωτηρίας του Χριστού. 

Το σκίσιμο του καταπετάσματος
(Ματθαίος ΚΖ/27: 51-54 – Μάρκος ΙΕ/15: 38-39 – Λουκάς ΚΓ/23: 47-47) 

      «Και ιδού, το καταπέτασμα του ναού εσχίσθη εις δύο από άνωθεν έως κάτω, και η γη εσείσθη και αι πέτραι εσχίσθησαν» (Ματθαίος ΚΖ/27: 51). 
     Τη στιγμή που ξεψυχούσε ο Ιησούς Χριστός το καταπέτασμα του Ναού σκίστηκε από πάνω μέχρι κάτω. Το καταπέτασμα χώριζε μέσα στο Ναό τα «Άγια» από τα «Άγια των Αγίων». Τα Άγια των Αγίων ήταν η επίγεια κατοικία του Θεού, ενώ το υπόλοιπο τμήμα του Ναού ήταν για τους ανθρώπους. Αυτό σήμαινε ότι ο άνθρωπος ήταν χωρισμένος από το Θεό εξαιτίας της αμαρτίας. Ο Αρχιερέας μόνο επιτρεπόταν να περάσει αυτό το καταπέτασμα μία φορά το χρόνο (Έξοδος Λ/30: 10 & Εβραίους Θ/9: 7), για να εισέλθει στην παρουσία του Θεού και να κάνει εξιλασμό για τις αμαρτίες τις δικές του και όλου του λαού Ισραήλ (Λευιτικό κεφ. ΙΣ/16). 
     Το ότι το καταπέτασμα του Ναού σκίστηκε από πάνω έως κάτω σημαίνει ότι μετά το θάνατο του Ιησού έχουμε το θάρρος, την παρρησία, το δικαίωμα, ως πιστοί, λυτρωμένοι με το αίμα του Χριστού,  να μπαίνουμε στα επουράνια Άγια των Αγίων. Τώρα δια της θυσίας του Ιησού Χριστού ο κάθε πιστός άνθρωπος μπορεί να μπαίνει στην Παρουσία του Θεού οποιαδήποτε στιγμή με προσευχή, με δοξολογία και να αποκαλεί το Θεό «Πατέρα». Αυτό το μεγάλο προνόμιο αποκτήθηκε για μας προσφέροντας ο Χριστός ένα ασύλληπτα μεγάλο τίμημα. Το τίμιο αίμα Του! Την ώρα που η κρίση, η δίκαιη οργή του Θεού, έπεσε πάνω στο Χριστό επήλθε μια μεγάλη αναστάτωση στη φύση. Έγινε ένας φοβερός σεισμός, όπου έσπασαν οι ταφόπετρες και άνοιξαν τα μνήματα. 
      «Και ότε έγινεν ήδη εσπέρα, διότι ήτο παρασκευή, τουτέστι προσάββατον, ήλθεν Ιωσήφ ο από Αριμαθαίας, έντιμος βουλευτής, όστις και αυτός περιέμενε την βασιλείαν του Θεού, και τολμήσας εισήλθε προς τον Πιλάτον και εζήτησε το σώμα του Ιησού» (Μάρκος ΙΕ/15: 42,43). 
      Ο Ιωσήφ, ο οποίος καταγόταν από την Αριμαθαία ήταν ένας κρυφός μαθητής του Χριστού (Ιωάννης ΙΘ/19: 38). Μπροστά στην τόσο άδικη πράξη που έγινε κατά του Ιησού δε δίστασε να φανερωθεί ως οπαδός Του και να ζητήσει το σώμα Του, για να το ενταφιάσει. Η πράξη του αυτή που αποτέλεσε το ξεχείλισμα της αγάπης του για τον Ιησού, θα μπορούσε να έχει πολύ αρνητικές συνέπειες γι’ αυτόν κι όμως τις παρέβλεψε, χάριν του Χριστού! 
     Οι Ευαγγελιστές «Ματθαίος» και «Μάρκος» τοποθετούν την ταφή του Ιησού λίγο πριν τις 6 το απόγευμα, οπότε και σύμφωνα με το Ιουδαϊκό σύστημα θα άρχιζε η νέα ημέρα. Αυτή η αλλαγή της ημέρας ήταν και ο λόγος που ο Ιωσήφ, ο από Αριμαθαίας προέβη εσπευσμένα στο έργο του κατά την ώρα εκείνη, επειδή η αποκαθήλωση και η ταφή του νεκρού θα ήταν παράνομη κατά την ημέρα του Σαββάτου. 
      «Ήλθεν Ιωσήφ ο από Αριμαθαίας, έντιμος βουλευτής». Ο Ιωσήφ αγαπούσε τον Ιησού και ήταν κρυφός μαθητής Του. Κατείχε  υψηλή και επίσημη θέση στη ζωή του έθνους του και ήταν ένα πλούσιο μέλος του Ιουδαϊκού συνεδρίου. Ο Ευαγγελιστής Λουκάς τον χαρακτηρίζει ως «ανήρ αγαθός και δίκαιος» και σημειώνει ότι παρά το ότι ήταν μέλος του Συνεδρίου, ωστόσο «δεν ήτο σύμφωνος με την βουλήν και την πράξιν αυτών» (Λουκάς ΚΓ/23: 50,51). Ο Απ."Μάρκος" τον χαρακτηρίζει ως «ευσχήμων βουλευτής», ενώ ο "Ματθαίος" αναφέρει ότι ήταν «άνθρωπος πλούσιος». Ο Ιωάννης αναφέρει: «Μετά δε ταύτα Ιωσήφ ο από Αριμαθαίας, όστις ήτο μαθητής του Ιησού, κεκρυμμένος όμως δια τον φόβον των Ιουδαίων….» (Ιωάννης ΙΘ/19: 38). 
      Ο Ιωσήφ ο από Αριμαθαίας παρουσιάστηκε με θάρρος στον Πιλάτο και ζήτησε το σώμα του Ιησού. Ένας κρυφός μαθητής έκανε εκείνο που θα έπρεπε να κάνουν οι φανεροί μαθητές. Ο Ευαγγελιστής «Λουκάς» (ΚΓ/23: 53), αναφέρει ότι ήταν ο Ιωσήφ εκείνος που κατέβασε το νεκρό σώμα από το σταυρό. Σε αντίθεση με τους Ρωμαίους, οι Ιουδαίοι είχαν τη συνήθεια σύμφωνα με την οποία ο κρεμασμένος στο ξύλο δεν έπρεπε να παραμένει εκτεθειμένος κατά τη νύχτα, αλλά να κατεβάζεται και να θάβεται πριν περάσει η ημέρα (Δευτερονόμιο ΚΑ/21: 23). 
     «Ο δε Πιλάτος εθαύμασεν αν ήδη απέθανε και προσκαλέσας τον εκατόνταρχον, ηρώτησεν αυτόν αν προ πολλού απέθανε και μαθών παρά του εκατοντάρχου, εχάρισε το σώμα εις τον Ιωσήφ» (Μάρκος ΙΕ/15: 44,45). 
      Συνήθως οι σταυρωμένοι πέθαιναν αργά και το μαρτύριο τους διαρκούσε από μιάμιση ημέρα μέχρι τρεις μέρες, γι’ αυτό και ο Πιλάτος δυσκολεύτηκε να πιστέψει ότι ο Ιησούς ήταν νεκρός και ζήτησε από τον Εκατόνταρχο να του επιβεβαιώσει το γεγονός. Όταν ο Εκατόνταρχος τον διαβεβαίωσε ότι είχε πεθάνει χάρισε το σώμα στον Ιωσήφ. 
      «Και ούτος, αγοράσας σινδόνα και καταβιβάσας αυτόν, ετύλιξε με την σινδόνα και έθεσεν αυτόν εν μνημείω, το οποίον ήτο λελατομημένον εκ πέτρας, και προσεκύλισε λίθον επί την θύραν του μνημείου» (Μάρκος ΙΕ/15: 46 
        «και καταβιβάσας αυτό ετύλιξεν αυτό με σινδόνα και έθεσεν αυτό εν μνημείω λελατομημένω όπου ουδείς έτι είχεν ενταφιασθή» (Λουκάς ΚΓ/23: 53). 
       Ο Ιωσήφ από την Αριμαθαία και ο Νικόδημος "κατά Ιωάννην" (ΙΘ/19: 38,39) παρουσιάστηκαν στον Πιλάτο και αφού  ζήτησαν το σώμα του Ιησού, έλαβαν την άδεια για να το ενταφιάσουν. Αφού λοιπόν πήραν την άδεια φρόντισαν με ιδιαίτερο ενδιαφέρον το νεκρό σώμα του Ιησού. Το μύρωσαν, το τύλιξαν μ’ ένα καινούργιο και καθαρό σεντόνι που αγόρασαν και το τοποθέτησαν σ’ ένα αχρησιμοποίητο μνήμα ιδιοκτησίας του Ιωσήφ. Η όλη τυπική διαδικασία μαρτυρεί τη διάθεσή τους να αποτίσουν τιμή και σεβασμό στον Ιησού Χριστό. Κανένας από τους μαθητές δεν παρουσιάστηκε, για να σηκώσει το σώμα και αν δεν  υπήρχε το ενδιαφέρον των δύο αυτών ανθρώπων, οι Ρωμαίοι θα πετούσαν το σώμα του Χριστού μαζί με τα σώματα των δύο ληστών. Ο πρ. "Ησαΐας" (ΝΓ/53: 9) επτακόσια χρόνια πριν είχε προφητεύσει: «και ο τάφος αυτού διωρίσθη μετά των κακούργων πλην εις τον θάνατον αυτού εστάθη μετά του πλουσίου διότι δεν έκαμεν ανομίαν ουδέ ευρέθη δόλος εν τω στόματι αυτού». Η πρόνοια του Θεού ενεργεί και για την πιο μικρή λεπτομέρεια. Το μνήμα ήταν μια μικρή σπηλιά λαξευμένη σε βράχο. Το στόμιο της σπηλιάς σφραγίστηκε με μια μεγάλη στρογγυλή πέτρα που την κύλισαν μπροστά στο μνήμα. 
       «Ήλθε δε και ο Νικόδημος, όστις είχεν ελθεί προς τον Ιησούν δια νυκτός κατ' αρχάς, φέρων μείγμα σμύρνης και αλόης έως εκατόν λίτρας» (Ιωάννης ΙΘ/19: 39). 
       Ο Νικόδημος δεν ήταν κάποιο άγνωστο πρόσωπο. Ήταν αυτός που είχε έρθει στον Ιησού κατά τη διάρκεια της διακονίας Του νύχτα. «ο ελθών προς Αυτόν δια νυκτός». Ο Κύριος κατά τη συνάντησή τους του είχε πει: «Και καθώς ο Μωυσής ύψωσε τον όφιν εν τη ερήμω, ούτω πρέπει να υψωθή ο Υιός του ανθρώπου, δια να μη απολεσθή πας ο πιστεύων εις αυτόν, αλλά να έχει ζωήν αιώνιον» (Ιωάννης Γ/3: 14,15). Αυτή την εικόνα αντικρίζει μπροστά του ο Νικόδημος, καθώς βλέπει τον Κύριο να κρέμεται πάνω στο σταυρό. Εκείνο το φίδι που ύψωσε ο Μωυσής στην έρημο ήταν μία προεικόνιση της ύψωσης πάνω στο σταυρό του Κυρίου Ημών Ιησού Χριστού. 

Ανάλυση του γεγονότος αναφέρεται στο blog : giorgoskomninos.blogspot.com 
H δημοσίευση έγινε στις 07-04-2016 και επιγράφεται: «το χάλκινο φίδι». 

      «Φέρων μείγμα σμύρνας και αλόης». 
      Η σμύρνα ήταν ένα άρωμα που έβγαινε από το φλοιό ενός δένδρου στην Αραβία. Η αλόη ήταν ένα αρωματικό δένδρο που φύτρωνε στην Ινδία. Και τα δύο μαζί προσέφεραν ένα ευώδες μείγμα. Ο Ευαγγελιστής μας αναφέρει και το βάρος των αρωμάτων, που με τα σημερινά μέτρα αναλογούν σε 75 λίτρα προφανώς ως απόδειξη της μεγάλης αγάπης που είχε ο Νικόδημος για τον Ιησού Χριστό.
        «Έλαβον λοιπόν το σώμα του Ιησού και έδεσαν αυτό με σάβανα μετά των αρωμάτων, καθώς είναι συνήθεια εις τους Ιουδαίους να ενταφιάζωσιν» (Ιωάννης ΙΘ/19: 40). 
      Αφού κατέβασαν το σώμα του Ιησού από το σταυρό, το έπλυναν, το καθάρισαν, το τύλιξαν μ' ένα σεντόνι και το έδεσαν με σάβανα, όπως ήταν η Ιουδαϊκή συνήθεια. Κάποιες άγιες γυναίκες θα έρχονταν να συμπληρώσουν το προσωρινό εκείνο αρωματισμό με επιπλέον μύρα, κάτι το οποίο ανέβαλαν για να κάνουν την επόμενη μέρα που ήταν Σάββατο. 
    «και έθεσεν αυτό εν τω νέω αυτού μνημείω, το οποίον ελατόμησεν εν τη πέτρα, και προσκυλίσας λίθον μέγαν εις την θύραν του μνημείου ανεχώρησεν» (Ματθαίος ΚΖ/27: 60). 
      Μετά την τοποθέτηση του σώματος στο μνημείο έκλεισαν το στόμιο του τάφου με μια μεγάλη πέτρα, που είχε σχήμα μυλόπετρας. Αιώνες πριν ο πρ. "Ησαΐας" (ΝΓ/53: 9) είχε προφητεύσει: «Και ο τάφος αυτού διωρίσθη μετά των κακούργων πλην εις τον θάνατον αυτού εστάθη μετά του πλουσίου». Αναμφίβολα οι εχθροί Του είχαν σχεδιάσει να πετάξουν το σώμα του Ιησού στην κοιλάδα των Κέδρων για να καεί στις φλόγες ή να το κατασπαράξουν τα θηρία, όμως ο Θεός ανέτρεψε τα σχέδιά τους και έτσι ο Κύριος θάφτηκε μετά του πλουσίου. Στη συνέχεια ο Ιωσήφ έφυγε αλλά η Μαρία η Μαγδαληνή και η Μαρία, η μητέρα του Ιακώβου και του Ιωσή και η μητέρα των υιών Ζεβεδαίου, κάθισαν απέναντι από τον τάφο και τον πρόσεχαν. 
      Τα αισθήματα που είχαν καταλάβει τις καρδιές του ήταν απέραντη θλίψη για το θάνατο του Κυρίου. Κανένας, μη εξαιρουμένων ακόμα και των μαθητών, δεν είχε εννοήσει τα λόγια του Κυρίου σχετικά με την Ανάστασή Του από τους νεκρούς. Όλοι πίστευαν στην τελική ανάσταση των νεκρών. Έτσι ακριβώς πίστευε και η Μάρθα για την ανάσταση του αδελφού της του Λάζαρου. «Λέγει προς αυτόν η Μάρθα. Εξεύρω ότι θέλει αναστηθή εν τη αναστάσει εν τη εσχάτη ημέρα» (Ιωάννης ΙΑ/11: 24). Κανένας δεν είχε πιστέψει στις διακηρύξεις του Κυρίου ότι θα αναστηθεί από τους νεκρούς κατά την τρίτη ημέρα, σύμφωνα με τις Γραφές. Ακόμα και η εύρεση του άδειου τάφου δεν τους ήταν αρκετή για να πειστούν ότι ο Χριστός αναστήθηκε. ----
 
 
  • Ποιος είν’ Αυτός που στέκει επάνω,
  • Σ’ αυτό το λόφο το γυμνό,
  • Τα χέρια του είναι καρφωμένα
  • Πάνω σ’ ένα σκληρό σταυρό.
  • Το πρόσωπό Του ματωμένο,
  • Mα και το σώμα Του γυμνό
  • Και απ’ την πλευρά τη λογχισμένη
  • Το αίμα τρέχει και νερό.
  • Είν’ η θυσία του Πατέρα,
  • Είναι ο άμωμος Αμνός,
  • Είν’ η αλήθεια της αγάπης,
  • Είναι ο Ιησούς Χριστός.

 


ΜΕΓΑΛΟ ΣΑΒΒΑΤΟ -- ΚΥΡΙΑΚΗ ΑΝΑΣΤΑΣΗΣ.

  
ΜΕΓΑΛΟ ΣΑΒΒΑΤΟ.
 
  «Και τη επαύριον, ήτις είναι μετά την παρασκευήν, συνήχθησαν οι αρχιερείς και οι Φαρισαίοι προς τον Πιλάτον λέγοντες Κύριε, ενεθυμήθημεν ότι εκείνος ο πλάνος είπεν έτι ζων, Μετά τρεις ημέρας θέλω αναστηθή. Πρόσταξον λοιπόν να ασφαλισθή ο τάφος έως της τρίτης ημέρας, μήποτε οι μαθηταί αυτού ελθόντες διά νυκτός κλέψωσιν αυτόν και είπωσι προς τον λαόν, Ανέστη εκ των νεκρών και θέλει είσθαι η εσχάτη πλάνη χειροτέρα της πρώτης. Είπε δε προς αυτούς ο Πιλάτος Έχετε φύλακας υπάγετε, ασφαλίσατε καθώς εξεύρετε. Οι δε υπήγον και ησφάλισαν τον τάφον, σφραγίσαντες τον λίθον και επιστήσαντες τους φύλακας» (Ματθαίος ΚΖ/27: 62-66). 
      Την επόμενη μέρα οι αρχιερείς και οι Φαρισαίοι είχαν αρχίσει να ανησυχούν. Θυμήθηκαν ότι ο Ιησούς είχε πει ότι την τρίτη ημέρα θα ανασταινόταν από τους νεκρούς. Έτσι πήγαν στον Πιλάτο και του ζήτησαν να διορίσει ειδική φρουρά, για να φυλάει το μνήμα. Το επιχείρημά τους ήταν "να μην μπορέσουν οι μαθητές Του να πάνε και να κλέψουν το σώμα, δίνοντας την εντύπωση στο λαό πως αναστήθηκε". Αν συνέβαινε κάτι τέτοιο, τότε «η τελευταία πλάνη θα ήταν χειρότερη από την προηγούμενη». Δηλαδή η είδηση για την ανάστασή Του θα ήταν χειρότερη από τον ισχυρισμό Του πως είναι ο Μεσσίας του κόσμου, ο Υιός του Θεού του Ζώντος. 
     Η απάντηση του Πιλάτου ήταν: «Σας διαθέτω τη φρουρά. Πηγαίνετε και πάρτε όποια μέτρα ασφαλείας νομίζετε». Η φράση «έχετε κουστωδίαν» μπορεί να σημαίνει ότι τους είχε ήδη διατεθεί Ρωμαϊκή φρουρά. Εκείνοι πήγαν και σφράγισαν το μνήμα και τοποθέτησαν φρουρούς. Σε λίγο ο Θεός θα ανατρέψει όλα τα σχέδια των αμαρτωλών ανθρώπων και θα προσφέρει μια αδιάσειστη απόδειξη της ανάστασης του Ιησού Χριστού. Κανένα ανθρώπινο μέτρο δε μπορεί να εμποδίσει τη δύναμη της Ανάστασης από τους νεκρούς του Ιησού Χριστού. 



Η ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΑΝΑΣΤΑΣΗΣ
(Ματθαίος ΚΗ/28: 1-10 – Μάρκος ΙΣ/16: 1-8 – Λουκάς ΚΔ/24: 1-12 – Ιωάννης Κ/20: 1-10) 

Ανάλυση του γεγονότος αναφέρεται στο blog : giorgoskomninos.blogspot.com  Δημοσίευση έγινε:  
Στις 05-05-2016 και επιγράφεται: «Ανάσταση» (Λουκάς ΚΔ/24: 1 - 12).
Στις 23-04-2020 και επιγράφεται: «Η ανάσταση του Χριστού» (Μάρκος ΙΣ/16: 1 - 6).  

     «Και αφού επέρασε το σάββατον, Μαρία η Μαγδαληνή και Μαρία η μήτηρ του Ιακώβου και η Σαλώμη ηγόρασαν αρώματα, δια να έλθωσι και αλείψωσιν αυτόν. Και πολλά πρωί της πρώτης ημέρας της εβδομάδος έρχονται εις το μνημείον, ότε ανέτειλεν ο ήλιος. Και έλεγον προς εαυτάς Τις θέλει αποκυλίσει εις ημάς τον λίθον εκ της θύρας του μνημείου; Και αναβλέψασαι θεωρούσιν ότι ο λίθος ήτο αποκεκυλισμένος διότι ήτο μέγας σφόδρα» (Μάρκος ΙΣ/16: 1-4). 
     Το βράδυ του Σαββάτου ήρθαν στο μνήμα οι δύο Μαρίες και η Σαλώμη για ν’ αλείψουν με αρώματα το σώμα του Ιησού. Γνώριζαν για τη Ρωμαϊκή σφραγίδα και τη στρατιωτική φρουρά που είχε τοποθετηθεί, όμως η αγάπη τους για τον Κύριο ξεπέρασε κάθε φόβο και κάθε δυσκολία. Πολύ πρωί την Κυριακή, καθώς βάδιζαν προς το μνημείο, συζητούσαν μεταξύ τους και έλεγαν: «Ποιος θα μας κυλίσει την πέτρα από την είσοδο του μνήματος». Όταν έφτασαν στο μνημείο είδαν την πέτρα κυλισμένη. 
     «Και ιδού έγινε σεισμός μέγας διότι άγγελος Κυρίου καταβάς εξ ουρανού ήλθε και απεκύλισε τον λίθον από της θύρας και εκάθητο επάνω αυτού» (Ματθαίος ΚΗ/28: 2). 
     Έγινε σεισμός μέγας και ένας άγγελος κατέβηκε από τον ουρανό, κύλισε την πέτρα από το στόμιο του μνήματος και κάθισε πάνω της. Η πέτρα δεν κυλίστηκε από το μνημείο, για να ελευθερωθεί ο Χριστός. Το αποκύλισμά της ήταν αναγκαίο, για να φανεί ότι ο Χριστός είχε εγκαταλείψει το μνημείο και ότι είχε αναστηθεί. Ήταν η μεγάλη απόδειξη προς τους ανθρώπους ότι ο ουρανός νίκησε τον τάφο και το θάνατο. 
    «Και εισελθούσαι εις το μνημείον είδον νεανίσκον καθήμενον εις τα δεξιά, ενδεδυμένον στολήν λευκήν, και ετρόμαξαν. Ο δε λέγει προς αυτάς. Μη τρομάζετε Ιησούν ζητείτε τον Ναζαρηνόν τον εσταυρωμένον ανέστη, δεν είναι εδώ ιδού ο τόπος, όπου έθεσαν αυτόν» (Μάρκος ΙΣ/16: 5,6). 
     Όταν μπήκαν μέσα στο μνημείο, είδαν ότι το σώμα του Ιησού έλειπε. Εκείνη την ώρα εμφανίστηκαν δύο άγγελοι (Ιωάννης Κ/20: 12) με αστραφτερές στολές και τις διαβεβαίωσαν ότι ο Ιησούς ήταν ζωντανός. Είχε αναστηθεί από τους νεκρούς όπως τους είχε υποσχεθεί, όταν ήταν μαζί τους στη Γαλιλαία. Τους είχε πει ότι «ο Υιός του Ανθρώπου πρέπει να παραδοθεί στα χέρια των εχθρών του Θεού, να σταυρωθεί και την τρίτη μέρα ν’ αναστηθεί» (Λουκάς Θ/9: 22  & ΙΗ/18:  33). Τότε τα θυμήθηκαν όλα. Γύρισαν πίσω στην πόλη και είπαν τα νέα στους έντεκα μαθητές. Ανάμεσα σ’ αυτές τις πρώτες αγγελιοφόρους της ανάστασης ήταν η Μαρία η Μαγδαληνή, η Ιωάννα και η Μαρία η μητέρα του Ιακώβου. 
    Πολλές θεωρίες δημιούργησαν κατά καιρούς οι άνθρωποι σχετικά με τον "κενό τάφο",   αλλά δε μπόρεσαν να πείσουν, ούτε και να συμφωνήσουν μεταξύ τους. Οι θεωρίες τους μοιάζουν μ’ εκείνες των ψευδομαρτύρων που είχαν πληρωθεί, για να συκοφαντήσουν τον Ιησού. Άλλα έλεγαν τη μια και άλλα την άλλη, χωρίς να πείθουν.
     Τίποτα πειστικότερο για οποιονδήποτε αμφιβάλλει, δεν υπάρχει από τον «κενό τάφο». Ο ίδιος ο Κύριος στο βιβλίο της "Αποκάλυψης" (κεφ. Α/1: 18) διακηρύττει:  "Μη φοβού εγώ είμαι ο πρώτος και ο έσχατος και ο ζων, και έγεινα νεκρός, και ιδού, είμαι ζων εις τους αιώνας των αιώνων". Στα τρυπημένα χέρια Του ο Κύριος κρατάει "τα κλειδία του άδου και του θανάτου".  Ο συγγραφέας της επιστολής "προς Εβραίους" (κεφ. Ζ/7: 25) αναφέρει: "δύναται  να σώζει εντελώς τους προσερχομένους εις τον Θεόν δι' αυτού, ζων πάντοτε δια να μεσιτεύση υπέρ αυτών". Η Ανάσταση του Κυρίου από τους νεκρούς αποτελεί την εγγύηση και για τη δική μας ανάσταση. "ο Χριστός είναι η απαρχή, έπειτα όσοι είναι του Χριστού εν τη παρουσία αυτού" (Α' Κορινθίους ΙΕ/15: 23). 

Ανάλυση του γεγονότος αναφέρεται στο blog :  giorgoskomninos.blogspot.com    H δημοσίευση έγινε:  
Στις 08-11-2016 με θέμα: "Η ανάσταση των νεκρών" (Α'  Κορινθίους ΙΕ/15:  20 - 58).

      "Εδόθη εις εμέ πάσα εξουσία εν ουρανώ και επί γης" (Ματθαίος ΚΗ/28: 18).
      Ο Κύριος εξήγησε στους μαθητές Του ότι ο Θεός του είχε δώσει όλη την εξουσία στον ουρανό και τη γη. Ο Κύριος πάντοτε είχε εξουσία, όμως μετά το θάνατό Του και την ένδοξη Ανάστασή Του από τους νεκρούς έχει λάβει την εξουσία, ως πρωτότοκος εκ νεκρών, να είναι σε όλα πρώτος. "Αυτός είναι προ πάντων, και τα πάντα συντηρούνται δι' αυτού, και αυτός είναι η κεφαλή του σώματος, της εκκλησίας όστις είναι αρχή, πρωτότοκος εκ των νεκρών, δια να γίνει αυτός πρωτεύων εις τα πάντα διότι εν αυτώ ηυδόκησεν ο Πατήρ να κατοικήσει παν το πλήρωμα" (Κολοσσαείς Α/1: 17-19).                                         
    "Ιδού, εγώ είμαι μεθ' υμών πάσας τας ημέρας έως της συντελείας του αιώνος" (Ματθαίος ΚΗ/28: 20). 
       Τι ωραία υπόσχεση! Ο Αναστημένος Χριστός μας έχει υποσχεθεί ότι θα είναι μαζί μας σε κάθε μας μέρα, σε κάθε χαρά, αλλά και σε κάθε λύπη. Καλύτερη υπόσχεση δε θα μπορούσε να μας δώσει ο Κύριος. Με τη δύναμη λοιπόν αυτής της υπόσχεσης "ας τρέχωμεν μεθ' υπομονής τον προκείμενον εις ημάς αγώνα, αποβλέποντες εις τον Ιησούν, τον αρχηγόν και τελειωτήν της πίστεως, όστις υπέρ της χαράς της προκειμένης εις αυτόν υπέφερε σταυρόν, καταφρονήσας την αισχύνην, και εκάθησεν εν δεξιά του θρόνου του Θεού" (Εβραίους ΙΒ/12: 1, 2).
            
        ΕΠΙΛΟΓΟΣ 

       «δεν είναι εδώ διότι ανέστη» (Ματθαίος ΚΗ/28: 6). 
      Αυτή η διαβεβαίωση είναι η βάση της πίστης μας και όχι θεωρίες, φιλοσοφίες ή άλλο τι. Ο Κύριος Ημών Ιησούς Χριστός, αφού προσέφερε δια του θανάτου Του τον πλήρη ιλασμό για τις αμαρτίες μας, αναστήθηκε επειδή μας δικαίωσε επί του Σταυρού. Επειδή η Θεία Δικαιοσύνη ικανοποιήθηκε με τη Σταυρική Του θυσία τώρα ζει και είναι μαζί μας, σύμφωνα με την υπόσχεσή Του.
        «μη φοβείσθε» (εδ.10). 
      Ψυχή μη φοβάσαι: «Ζει Κύριος». Φόβος δε μπορεί να υπάρχει στην καρδιά του ανθρώπου, που συνταυτίστηκε μέσω της πίστης με το θάνατο και την Ανάσταση του Χριστού. Η αγάπη μας προς το Χριστό «έξω διώκει τον φόβον» (Α’ Ιωάννου Δ/4: 18). 
        «Υπάγετε ταχέως και είπατε» (εδ.7). 
    Τη χαρά της Ανάστασης του Ιησού Χριστού θα πρέπει να τη μεταδώσουμε και σε άλλους ανθρώπους, γιατί ο Θεός θέλει «να σωθούν όλοι οι άνθρωποι, και να έρθουν στην επίγνωση της αλήθειας» (Α’ Τιμοθέου Β/2: 4).
      "Αλλ' υπάγετε, είπατε προς τους μαθητάς αυτού και προς τον Πέτρον ότι υπάγει πρότερον υμών εις την Γαλιλαίαν εκεί θέλετε ιδεί αυτόν, καθώς είπε προς εσάς" (Μάρκος ΙΣ/16:  7).
    Ο Αναστημένος και δοξασμένος Κύριος Ιησούς Χριστός, "νικητής του Άδη και του θανάτου" (Αποκάλυψη Α/1: 18), "Κύριος Κυρίων και Βασιλιάς Βασιλιάδων" (Αποκάλυψη ΙΖ/17: 14) περιμένει την κάθε ψυχή "στη Γαλιλαία" για ένα νέο ξεκίνημα. 

        O Απ. Παύλος στην επιστολή "προς Εφεσίους" (κεφ. Β/2, εδ. 4-6), αναφέρει:
4 ο Θεός όμως πλούσιος ων εις έλεος, διά την πολλήν αγάπην αυτού με την οποίαν ηγάπησεν ημάς,
5 και ενώ ήμεθα νεκροί διά τα αμαρτήματα, εζωοποίησεν ημάς μετά του Χριστού κατά χάριν είσθε σεσωσμένοι
6 και συνανέστησε και συνεκάθισεν εν τοις επουρανίοις διά Ιησού Χριστού.
      Μετά  τη  θυσία  και  την  Ανάσταση  του  Κυρίου  Ιησού  από τους νεκρούς η  "χάρις"  Του  και  η "σωτηρία"  Του  είναι  πλέον  δεδομένη  σε  κάθε  άνθρωπο  που  θα  πιστέψει  σ'  Αυτόν. Ο  άνθρωπος γεννιέται με  την  αμαρτία  και ως εκ τούτου είναι υπόδικος ενώπιον της δικαιοσύνης του Θεού. Μόνον η "χάρις" του Χριστού, που προσφέρεται δωρεάν σε κάθε άνθρωπο μπορεί να τον σώσει, αν μέσα στην ελευθερία  του  τη  δεχτεί.  Χρειάζεται  ο  άνθρωπος  να  αναγνωρίσει  την  αμαρτωλότητά  του  και  να πιστέψει στη δύναμη και τη δυνατότητα του αναστημένου Χριστού να του προσφέρει δικαίωση και μία τέλεια   και  ολοκληρωμένη  σωτηρία.  Έτσι  ολοκληρώνεται  το  Έργο  του  Θεού  μέσα  στη  ζωή  του ανθρώπου.  Έτσι  γίνεται  ο  άνθρωπος   "παιδί του Θεού"   (Ιωάννης  Α/1:  12).  Ο  Απ.  Παύλος   μας διευκρινίζει:   "Εάν  δε  τέκνα  και  κληρονόμοι,  κληρονόμοι  μεν  Θεού,  συγκληρονόμοι  δε  Χριστού..." (Ρωμαίους  Η/8:  17).  Δια  της  πίστεως  στον  Αναστημένο  Ιησού  Χριστού  ο  άνθρωπος  γίνεται συγκληρονόμος του Χριστού στη βασιλεία των ουρανών. ---

Ποιος είναι Αυτός που είν’ στον τάφο,
Κι έξω στρατιώτες Τον φρουρούν,
Κι οι μυροφόρες οι γυναίκες,
Πριν να χαράξει ξεκινούν.
Βρίσκουν τον τάφο ανοιγμένο,
Κι ο Ιησούς δεν είναι εκεί,
Τα ρούχα Του είναι διπλωμένα,
Κι άγγελοι στέκονται εκεί.
Μα τι ζητάτε για να βρείτε,
Τον ζώντα μέσα στους νεκρούς,
Δεν είν’ εδώ αλλ’ ανεστήθει
Τώρα θα ζει στους ουρανούς.
 
 -------------------------------------------------------------------------------------------------------------


      Στο blog : giorgoskomninos.blogspot.com έχουν γίνει και οι παρακάτω σχετικές δημοσιεύσεις:


1/ Στις 15-04-2012 με θέμα: "Η πορεία προς Εμμαούς"  (Λουκάς ΚΔ/24: 13 - 35).

2/ Στις 21-04-2014 με θέμα: "Αν ο Χριστός δεν είχε αναστηθεί" (Α'  Κορινθίους ΙΕ/15: 12 - 20).

3/ Στις 04-05-2015 με θέμα: "Ο ΘΩΜΑΣ"  (Ιωάννης Κ/20: 19 - 29).

4/  Στις 10-03-2018 με θέμα: "ΠΑΣΧΑ. (ΠΕΣΑΧ = προσπέρασμα, διάβαση" (Έξοδος ΙΒ/12: 1- 18).
     

Πέμπτη 18 Μαρτίου 2021

Ιερουσαλήμ, Ιερουσαλήμ.....

Ευαγγέλιον «κατά Ματθαίον», κεφ. ΚΓ/23, εδ. 37-39    «κατά Λουκάν», κεφ. ΙΓ/13, εδ. 34,35. 

Ιερουσαλήμ, Ιερουσαλήμ, η φονεύουσα τους προφήτας και λιθοβολούσα τους απεσταλμένους προς σέ ποσάκις ηθέλησα να συνάξω τα τέκνα σου καθ' ον τρόπον συνάγει η όρνις τα ορνίθια εαυτής υπό τας πτέρυγας, και δεν ηθελήσατε. Ιδού, αφίνεται εις εσάς ο οίκός σας έρημος. Διότι σας λέγω, δεν θέλετε με ιδεί εις το εξής, εωσού είπητε, Ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου. 

 Ευαγγέλιον «κατά Λουκάν», κεφ. ΙΘ/19, εδ. 41 – 44. 

41 Και ότε επλησίασεν, ιδών την πόλιν έκλαυσεν επ' αυτήν, 
42 λέγων, Είθε να εγνώριζες και συ, τουλάχιστον εν τη ημέρα σου ταύτη, τα προς ειρήνην σου αποβλέποντα αλλά τώρα εκρύφθησαν από των οφθαλμών σου 
43 διότι θέλουσιν ελθεί ημέραι επί σε και οι εχθροί σου θέλουσι κάμει χαράκωμα περί σε, και θέλουσι σε περικυκλώσει και θέλουσι σε στενοχωρήσει πανταχόθεν, 
44 και θέλουσι κατεδαφίσει σε και τα τέκνα σου εν σοι, και δεν θέλουσιν αφήσει εν σοι λίθον επί λίθον, διότι δεν εγνώρισας τον καιρόν της επισκέψεώς σου. 
    
       ΣΧΟΛΙΑ: 
      Ο Κύριος φεύγει από τη Βηθανία καθήμενος πάνω σε ένα γαϊδουράκι και προχωράει, για τελευταία φορά της επίγειας διακονίας Του, προς την Ιερουσαλήμ. Σε λίγο θα γραφτεί ο τραγικός επίλογος της δημόσιας δράσης Του καθώς θα ανηφορίσει στο μαρτυρικό λόφο του Γολγοθά, για να ανοίξει τα χέρια Του πάνω στο σταυρό και να αγκαλιάσει ολόκληρη την ανθρωπότητα. 
     Ο Λόγος του Θεού μας μαρτυρεί ότι καθώς ο Ιησούς πλησίαζε στην Ιερουσαλήμ και είδε από μακριά την πόλη, "έκλαψε γι’ αυτήν". Το κλίμα που υπήρχε γύρω Του ήταν τελείως διαφορετικό. Οι άνθρωποι ήταν χαρούμενοι, ενθουσιασμένοι, κρατούσαν κλαδιά φοινίκων, φώναζαν, επευφημούσαν και αλάλαζαν για τον ερχόμενο Ιησού Χριστό, κράζοντας: «Ωσαννά τω υιώ Δαβίδ ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου Ωσαννά εν τοις υψίστοις» (Ματθαίος ΚΑ/21: 9). Καθώς λοιπόν ο Κύριος πλησιάζει και βλέπει από μακριά την Ιερουσαλήμ δε φαίνεται να συμμερίζεται τη χαρά του πλήθους. Η πόλη σείεται, χαίρεται, όμως ο Κύριος θλίβεται βαθιά και πάνω στη θλίψη Του κλαίγοντας μονολογεί: «Ιερουσαλήμ, Ιερουσαλήμ… ποσάκις ηθέλησα να συνάξω τα τέκνα σου….. και δεν ηθελήσατε» (Ματθαίος ΚΓ/23: 37). 
      Είναι η φλόγα της αγάπης του Κυρίου για την Αγία Πόλη. Καθώς βλέπει ότι δε μπορεί να τη σώσει, εξαιτίας της απιστίας των κατοίκων της, ξεσπάει σε θρήνο, σε παράπονο, σε σπαρακτικό κλάμα. Ο Κύριος στέκεται και σήμερα και ψελλίζει για την κάθε ψυχή: «Πόσες φορές θέλησα να σε φέρω κοντά Μου!» Το «ποσάκις» ο Κύριος το λέει για την Ιερουσαλήμ, αλλά το λέει και για τον καθένα προσωπικά καθώς ο καθένας γνωρίζει πόσες προσπάθειες έχει κάνει ο Θεός μέσα στη ζωή του για να τον φέρει κοντά Του. Η επανάληψη της φράσης Ιερουσαλήμ δείχνει τον πόνο της αγάπης, την ψυχική φόρτιση, την αγωνία του Κυρίου, για το κακό που πλησιάζει σε τούτη την πόλη. Ένα κακό που κανένας δεν μπορεί να αποτρέψει, αφού οι κάτοικοί της διάλεξαν την άρνηση, την απιστία, την εναντίωση στο Θεό τους. 
       Αλήθεια πόσες φορές ο Κύριος βλέποντας τα βάθη της καρδιά μας κλαίει για μας καθώς γνωρίζει τα πάντα για τη ζωή μας, όσα δεν γνωρίζουν οι άνθρωποι γύρω μας. «δεν είναι ουδέν κτίσμα αφανές ενώπιον αυτού, αλλά πάντα είναι γυμνά και τετραχηλισμένα εις τους οφθαλμούς αυτού» (Εβραίους Δ/4: 13) και μέσα στο κλάμα Του ψάχνει να βρει τρόπους για να μας συνετίσει και να μας φέρει κοντά Του. Ας προσέξουμε γιατί η πρόσκληση και η υπομονή του Κυρίου δεν θα είναι για πάντα. Μέσα από τον αιώνιο Λόγο Του διαβάζουμε: «Δεν θέλει δικολογεί διαπαντός ουδέ θέλει φυλάττει την οργήν αυτού εις τον αιώνα» (Ψαλμός ΡΓ/103: 9).  
    Η Ιερουσαλήμ ήταν η πόλη που είχε φονεύσει τους προφήτες, που είχε λιθοβολήσει τους αγγελιοφόρους του Θεού κι όμως ο Θεός εξακολουθούσε να την αγαπάει και να επιδιώκει να συνάξει τα παιδιά της γύρω Του. Θλίβεται ο Κύριος για την πνευματική κατάσταση στην οποία βρίσκεται η πόλη. Αυτή την πόλη την περπάτησε σπιθαμή προς σπιθαμή, έκανε θαύματα, μίλησε στους ανθρώπους για την αγάπη του Θεού και καθώς αναλογίζεται όλη τη δράση Του για το καλό τούτης της πόλης, διαπιστώνει ότι τα λόγια Του δεν βρήκαν καμία ανταπόκριση στις καρδιές των ανθρώπων. Όλες οι ευεργεσίες που συνέβησαν σ’ αυτή την πόλη και στην ευρύτερη περιοχή ο Κύριος τις παραγγέλλει προς τον Ιωάννη με τα λόγια: «Υπάγετε και απαγγείλατε προς τον Ιωάννην όσα είδετε και ηκούσατε ότι τυφλοί αναβλέπουσι, χωλοί περιπατούσι, λεπροί καθαρίζονται, κωφοί ακούουσι, νεκροί εγείρονται, πτωχοί ευαγγελίζονται» (Λουκάς Ζ/7: 22). Πόσο πόνο αισθάνεται ο Κύριος παρατηρώντας την πόλη! 
     Ένας γεωργός, που δεν είναι άλλος από τον Πατέρα Θεό, καλλιέργησε τον αμπελώνα του στον οποίο είχε φυτέψει τα πλέον εκλεκτά κλήματα, τον περιέφραξε, έκτισε πύργο, κατασκεύασε ληνό και περίμενε να κάμει σταφύλια, "αλλ’ έκαμεν αγριοστάφυλα". Και καθώς ο γεωργός παρατηρεί την όλη αρνητική κατάσταση, διερωτάται: «Τι ήτο δυνατόν να κάμω έτι εις τον αμπελώνά μου και δεν έκαμον εις αυτόν; δια τι λοιπόν, ενώ περιέμενον να κάμη σταφύλια, έκαμεν αγριοστάφυλα;» (Ησαΐας Ε/5: 4). Σίγουρα αυτές οι σκέψεις θα βασάνιζαν και το νου του Κυρίου μας καθώς πλησιάζει προς την πόλη. «Τι ήταν δυνατόν να κάνω γι’ αυτή την πόλη και δεν το έκανα; Τι ήταν δυνατόν να κάνω γι’ αυτή την ψυχή και δεν το έκανα!» Για όλους εκείνους που Τον αγνοούν, γι’ αυτούς που Τον ψάχνουν μέσα από τα διάφορα ανθρώπινα θρησκευτικά συστήματα, αλλά δεν Τον βρίσκουν, για όλους εκείνους που Tον «σπρώχνουν» μακριά και Τον παρακαλούν να φύγει από την πόλη τους (Μάρκος Ε/5: 17), αυτό είναι το παράπονο του Κυρίου! 
       «Έστειλε προφήτες». 
       Ο Κύριος φανέρωσε τον εαυτόν του στο Έθνος του Ισραήλ σαν ο Μεσσίας τους, αλλά τόσο ο λαός όσο και οι άρχοντες Τον απέρριψαν. Ο Ιησούς τους επιπλήττει για την υποκρισία και την απιστία τους (Ματθαίος ΚΒ/22 & ΚΓ/23) και τους λέει ότι αυτή η γενιά τους είναι σαν τις προηγούμενες γενιές που εκδίωξαν και θανάτωσαν τους Προφήτες που είχε στείλει ο Θεός. 
    Ο Κύριος στο Ευαγγέλιο του Ματθαίου (κεφ. ΚΓ/23, εδ. 29-31), αναφέρει: «Αλίμονο σ' εσάς δάσκαλοι του Νόμου και Φαρισαίοι, υποκριτές! Που χτίζετε τους τάφους των προφητών και στολίζετε τα μνημεία των δικαίων και λέτε: Αν ζούσαμε στα χρόνια των προγόνων μας, δε θα συμμετείχαμε μαζί τους στο φόνο των προφητών. Άρα ομολογείτε μόνοι σας, πως είστε γιοι εκείνων που σκότωσαν τους προφήτες». Ήταν τόσο υποκριτές που την ώρα που έλεγαν αυτά τα λόγια σχεδίαζαν την εξόντωση του Κυρίου. 
       «Πολυμερώς και πολυτρόπως». 
       Ο Θεός επισκέφτηκε πολλές φορές και με πολλούς τρόπους την Ιερουσαλήμ. Απ’ όταν ο Δαβίδ την έκαμε πρωτεύουσά του (Β’ Σαμουήλ Σ/6 & Ζ/7, περίπου το έτος 1.000 π.Χ., ως τις ημέρες του Χριστού, πόσες ευλογίες, ευκαιρίες και προνόμια δε γνώρισε τούτη η πόλη. Κορυφαίο, ο Χριστός και η προσφορά της αγάπης Του. Όμως, τούτη ήταν η τελευταία πριν από την κρίση. «Να καταφρονήσει κανείς τον πλούτο της χρηστότητος και της μακροθυμίας του Θεού, που (πασκίζει) να τον φέρει σε μετάνοια» (Ρωμαίους B/2: 4), είναι πολύ επικίνδυνο και θα έχει καταλυτικές συνέπειες στη ζωή του ανθρώπου. 
      Οι προφήτες έζησαν στους χρόνους της Παλαιάς Διαθήκης και ήταν αυτοί που μετέφεραν το θέλημα του Θεού στους ανθρώπους και προετοίμαζαν τον λαό για τον ερχομό του Μεσσία. Μεγάλοι Προφήτες θεωρούνται ο Ησαΐας, ο Ιερεμίας, ο Ιεζεκιήλ, ο Δανιήλ και ο Ηλίας, υπήρξαν όμως και πάρα πολλοί άλλοι. Ο Θεός μέσω των προφητών προσπάθησε να αφυπνίσει και να συνετίσει το λαό Του, όμως εκείνοι «εχλεύαζον τους απεσταλμένους του Θεού και κατεφρόνουν τους λόγους Αυτού και έσκωπτον τους προφήτας Αυτού, εωσού η οργή του Κυρίου ανέβη κατά του λαού αυτού, ώστε δεν ήτο θεραπεία» (Β΄ Χρονικών ΛΣ/36: 16). 
    Ο Κύριος δε σταμάτησε να τους νουθετεί, να τους διδάσκει, να τους περιμένει και να τους αποκαλύπτει τα σχέδιά Του. Παρατηρώντας την παρακοή του λαού, έστειλε… και πάλιν απέστειλεν… και πάλιν απέστειλεν… όμως ο λαός μέσα στην απιστία του όχι μόνον δεν τους δέχτηκε, αλλά άλλους φόνευσαν, άλλους έδειραν, ατίμασαν κλπ. «Έτι λοιπόν έχων ένα υιόν, αγαπητόν αυτού, απέστειλε και αυτόν προς αυτούς έσχατον, λέγων ότι θέλουσιν εντραπή τον υιόν μου. Εκείνοι δε οι γεωργοί είπον προς αλλήλους ότι ούτος είναι ο κληρονόμος έλθετε, ας φονεύσωμεν αυτόν, και θέλει είσθαι ημών η κληρονομία. Και πιάσαντες αυτόν εφόνευσαν και έρριψαν έξω του αμπελώνος» (Μάρκος ΙΒ/12: 1-12). Δύο λέξεις θα πρέπει να υπογραμμίσουμε σε αυτά τα λόγια του Κυρίου: «Υιόν» και «έσχατον»
      Η προσφορά του Υιού του Θεού, η θυσία του Σταυρού, το «αθώο αίμα» που χύθηκε πάνω στο σταυρό του Γολγοθά, είναι η τελευταία προειδοποίηση του Θεού για τον άνθρωπο. Αν συνεχίσουμε να ζούμε παραβλέποντας και αμελώντας μια «τόσο μεγάλη σωτηρία» του Θεού (Εβραίους Β/2: 3), ο Λόγος Του μας προειδοποιεί: «τότε δεν απομένει πια καμιά θυσία για αμαρτίες μας… αλλά φοβερά τις απεκδοχή κρίσεως…» (Εβραίους Ι/10: 26). Ας μην περιμένουμε καμία άλλη επέμβαση του Θεού. Ο Θεός είπε τον τελευταίο λόγο Του προς τους ανθρώπους, δια Ιησού Χριστού, ας μην περιμένουμε κάτι άλλο στη ζωή μας. Ας αναλογιστεί ο καθένας μας πόσες φορές και με πόσους τρόπους μας επισκέφτηκε ο Κύριος στη ζωή μας. Πότε με ένα φυλλάδιο, μια ομιλία σε μία συνάθροιση πιστών ή μέσω του internet και με μύριους άλλους τρόπους ο Κύριος δεν παύει να επισκέπτεται και καθημερινά την κάθε ψυχή. 
      «ποσάκις ηθέλησα να συνάξω τα τέκνα σου καθ' ον τρόπον συνάγει η όρνις τα ορνίθια εαυτής υπό τας πτέρυγας». 
     Μέχρι σήμερα ο Ισραήλ θερίζει τις συνέπειες της άρνησής Εκείνου που τον κάλεσε για να τον σκεπάσει κάτω από τα φτερούγια Του. Στην επίμονη άρνηση του λαού Του, στην παραγνώριση της αγάπης Του, τούτο το «ποσάκις» δείχνει την υπομονή, την ακούραστη προσφορά του Θεού. Ο Ιησούς θέλησε να μαζέψει το λαό Του. Να τους διδάξει, να τους νουθετήσει, να τους αποκαλύψει την αγάπη του Θεού. Το «ποσάκις» δεν μιλάει για μία, ούτε για δύο, ούτε για τρεις, αλλά για άπειρες φορές, που η αγάπη του Θεού πάλεψε για να συνετίσει και να σώσει τούτη την πόλη. Πόσες φορές θέλησα να μαζέψω τα παιδιά σου Ιερουσαλήμ, λέγει ο Κύριος και μας δίνει έτσι μια καταπληκτική εικόνα της αγάπης Του. Θέλησα να σας μαζέψω όπως η όρνιθα, η οποία όταν αντιληφθεί κάποιον κίνδυνο μαζεύει κάτω από τις φτερούγες της τα κλωσόπουλά της για να τα προστατεύσει. Η κλώσα θα τα προστατεύσει, θα τα ταΐσει, θα τα μεγαλώσει. Αυτό το ρόλο θέλει να παίξει και ο Χριστός στη ζωή μας. Να μας προστατεύσει από τον ανθρωποκτόνο εχθρό, το διάβολο (Ιωάννης Η/8: 44), να θρέψει την ψυχή μας, να μας οδηγήσει «εις πάσαν την αλήθειαν» (Ιωάννης ΙΣ/16: 13) και να μας σώσει αιωνίως (Α΄ Ιωάννου Β/2: 25). Τέτοια είναι η αγάπη του Θεού. Πάντα τρυφερή, πάντα υπομονετική. Πόσο τρομερό είναι να μένει ο άνθρωπος αδιάφορος μπροστά σε μια τόσο μεγάλη αγάπη, σε μια "τόσο μεγάλη σωτηρία" (Εβραίους Β/2: 3). Ας είναι αίτημα στην προσευχή μας: «Κύριε σκέπασέ με κάτω από τις φτερούγες σου». 
     «Δεν ηθελήσατε». 
     Όλα τα δράματα που συμβαίνουν πάνω στον πολύπαθο κόσμο μας, οφείλονται στη σύγκρουση των δύο αυτών θελημάτων: «Εγώ θέλησα…. εσείς δεν ηθελήσατε». Παρά την επίμονη άρνηση του ανθρώπου ο Θεός δεν εγκαταλείπει τον άνθρωπο και με πολύ υπομονή περιμένει τη μεταστροφή του. Περιμένει να έλθει «εις εαυτόν». Με μύριους τρόπους αγάπης ο Θεός τον καλεί να έρθει κοντά Του. Πόσο χαρακτηριστικά τούτο αναφέρεται στο βιβλίο του Προφήτη «Σαμουήλ», (κεφ. ΙΔ/14, εδ. 14): «Διότι αφεύκτως θέλομεν αποθάνει, και είμεθα ως ύδωρ διακεχυμένον επί της γης, το οποίον δεν επισυνάγεται πάλιν και ο Θεός δεν θέλει να απολεσθή ψυχή, αλλ' εφευρίσκει μέσα, ώστε ο εξόριστος να μη μένη εξωσμένος απ' αυτού». 
    Ο Θεός θέλει να σώσει τον άνθρωπο, όμως ο άνθρωπος αρνείται τη σωτηρία του. Ο Θεός παραγγέλνει στο λαό Του δια του προφήτη "Ιεζεκιήλ": «Πες τους: Ζω εγώ, λέει ο Κύριος ο Θεός, δεν θέλω τον θάνατο του αμαρτωλού, αλλά να επιστρέψει ο ασεβής από τον δρόμο του, και να ζει επιστρέψτε, επιστρέψτε από τους πονηρούς σας δρόμους γιατί να πεθάνετε, οίκος Ισραήλ;» (Ιεζεκιήλ ΛΓ/33: 11). 
      Μπορεί να θέλει ο Θεός να μας σώσει, να μας ευλογήσει, όμως αν δεν το θέλουμε και εμείς τίποτα απολύτως δε μπορεί να γίνει. Ο Θεός σέβεται την ελευθερία μας, όσο και αν κάνουμε κακή χρήση αυτής, ακόμα και αν αυτή γίνεται όργανο αυτοκαταστροφής μας. Προσπαθεί με πάρα πολλούς τρόπους ο Θεός να μας συνετίσει, να μας κάνει να συναισθανθούμε τις συνέπειες που θα υπάρξουν στη ζωή μας από την περιφρόνηση της αγάπης Του, όμως κάτι παραπάνω απ’ αυτό δε μπορεί να κάνει. 
    Ολόκληρη η προσφορά του Θεού για σωτηρία, δια Ιησού Χριστού, προσφέρεται και απευθύνεται στην ανθρώπινη θέληση. Προσπαθεί ο Κύριος να κερδίσει την καρδιά του ανθρώπου και όχι να την αλώσει με τη δύναμή Του. Καθώς ο Κύριος περνάει μπροστά από τον παραλυτικό, που ήταν έξω από την κολυμβήθρα της Βηθεσδά τον ρωτάει με πολύ διακριτικό τρόπο: «…θέλεις να γίνεις υγιείς;». Όλα θα εξαρτηθούν από τη θέληση του ανθρώπου, από την απάντηση που θα δώσει στην πρόσκληση και πρόκληση του Κυρίου. «θέλω Κύριε…» (Ιωάννης Ε/5: 6). Αυτό το «θέλω» που θα βγει μέσα από την καρδιά του ανθρώπου, έρχεται να απελευθερώσει τις ασύλληπτες δυνάμεις του ουρανού, να φέρει λύτρωση και σωτηρία στη ψυχή του ανθρώπου. Ένα «θέλω», μία αποδοχή και όλα μπορούν να αλλάξουν μέσα στη ζωή του κάθε ανθρώπου. Μετά από εκείνο το «θέλω» απευθύνεται ο Κύριος στον άνθρωπο που δεν είχε περπατήσει ποτέ και του λέει: «σήκω επάνω και σήκωσε και το κρεβάτι σου και περπάτα». Τέλεια αλλαγή, τέλεια Σωτηρία κι όλα αυτά χάρις σε ένα «θέλω». 
     «Δεν ηθελήσατε», αυτό είναι το μεγάλο παράπονο του Κυρίου. «Δεν θέλομεν τούτον να βασιλεύση εφ' ημάς» (Λουκάς ΙΘ/19: 14), «Οι δε εφώναζον, λέγοντες Σταύρωσον, σταύρωσον αυτόν» (Λουκάς ΚΓ/23: 21). «Οι δε εκραύγασαν Άρον, άρον, σταύρωσον αυτόν. Λέγει προς αυτούς ο Πιλάτος Τον βασιλέα σας να σταυρώσω; Απεκρίθησαν οι αρχιερείς Δεν έχομεν βασιλέα ειμή Καίσαρα» (Ιωάννης ΙΘ/19: 15). 
      «Ιδού, αφίνεται εις εσάς ο οίκός σας έρημος». 
     Μία επίσκεψη αγάπης δίνει τη θέση της σε μία επίσκεψη κρίσης. Αν ο λαός της Ιερουσαλήμ είχε δεχθεί τον Κύριο ως απεσταλμένο από τον Θεό Σωτήρα, θα ζούσε με ειρήνη και ασφάλεια. Τώρα όμως ήταν πολύ αργά. "Θα σε περικυκλώσουν…. θα σε πολιορκήσουν…. δε θα μείνει πέτρα πάνω στην πέτρα…." (Μάρκος ΙΓ/13: 2). Και όλα αυτά, γιατί δεν έδωσε σημασία την ημέρα που την επισκέφθηκε ο Κύριος. 
      Η φράση «αφίνεται» μ’ έναν τρόπο μπορεί να ερμηνευτεί: Η ευκαιρία που υπάρχει σήμερα δεν θα υπάρχει αύριο. Αύριο ο οίκος σας θα είναι έρημος. Ο Απ. Παύλος προς την εκκλησία της Κορίνθου αναφέρει: «ιδού, τώρα καιρός ευπρόσδεκτος, ιδού, τώρα ημέρα σωτηρίας» (Β΄ Κορινθίους Σ/6: 2). Κλείνοντας το θρήνο του ο Κύριος για την Αγία πόλη και γνωρίζοντας όλα τα γεγονότα που θα ακολουθήσουν, κατάληξε: «ο οίκος σας θα ερημωθεί». Ο Ευαγγελιστής "Ματθαίος" συμπληρώνει με τα λόγια του Κυρίου: «Πάντα ταύτα θέλουσιν ελθεί επί την γενεάν ταύτην» (Ματθαίος ΚΓ/23: 36). 
     Ο Κύριος αρχικά αναφέρεται στον Εβραϊκό Ναό. Στο ευαγγέλιο «κατά Ματθαίον» (κεφ. ΚΔ/24, εδ.1-2) γίνεται μια συζήτηση του Ιησού με τους μαθητές Του που αφορά τον καλλωπισμό του Ναού και την αρχιτεκτονική. Εκείνη τη στιγμή ο Ιησούς τους ξαφνιάζει λέγοντάς τους: «Δεν βλέπετε πάντα ταύτα; αληθώς σας λέγω, δεν θέλει αφεθή εδώ λίθος επί λίθον, όστις δεν θέλει κατακρημνισθή». Τόσο μεγάλη θα είναι η καταστροφή, λέγει ο Κύριος, που το κτίριο θα ισοπεδωθεί σε τέτοιο βαθμό, που δεν θα έμενε πέτρα πάνω στην πέτρα. Πέρα όμως από την ολοκληρωτική καταστροφή του Ναού ο Κύριος είναι προφανές ότι αναφέρεται και στην καταστροφή της πόλη της Ιερουσαλήμ, αλλά και ολόκληρου του Εβραϊκού έθνους. Αυτή η φοβερή και ολοκληρωτική ερήμωση δεν άργησε να έρθει. 
      Το γεγονός έλαβε χώρα 40 χρόνια αργότερα, όταν ο Ρωμαϊκές λεγεώνες κάτω από την αρχηγία του στρατηγού Τίτο, γιού του Αυτοκράτορα Βεσπασιανού, κατέστρεψαν ολοκληρωτικά την Ιερουσαλήμ το έτος 70 μ.Χ. μετά από μια τριετή σκληρή και αιματηρή πολιορκία. Κατά την καταστροφή της Ιερουσαλήμ λέγεται ότι σφαγιάστηκαν πάνω από ένα εκατομμύριο Ιουδαίοι. Απ’ αυτούς που επέζησαν άλλοι πουλήθηκαν ως δούλοι και άλλοι ρίχτηκαν στα θηρία στις Ρωμαϊκές αρένες. Πολλοί κατέφυγαν στη Βαβυλώνα, που ήταν έξω από τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, ενώ άλλοι κατέφυγαν στη Γαλατία, την Ισπανία, τη Γαλλία, την Αγγλία, στις Ινδίες και την Αραβία. Η ιστορία των Ιουδαίων από την περίοδο αυτή και μετά είναι μια ιστορία ταλαιπωριών και ασύλληπτων διωγμών. Η υπόσχεση του Θεού προς το λαό Του, αν υπάκουε σ’ Αυτόν, ήταν: «ο Κύριος θα πολεμήσει για σας κι εσείς θα μένετε ήσυχοι» (Έξοδος ΙΔ/14: 14). Η ανυπακοή έφερε την καταστροφή. 
      Μετά από την πανωλεθρία των Εβραίων από τα Ρωμαϊκά στρατεύματα το 70 μ.Χ. και το 135 μ.Χ. η γη Ισραήλ ερημώθηκε παντελώς, όπως είχε προείπει ο Κύριος Ιησούς Χριστός. «Ιδού, αφήνεται εις εσάς ο οίκος σας έρημος» (Ματθαίος ΚΓ/23: 38). Η Ιερουσαλήμ θα παρέμενε καταπατημένη από τα διάφορα έθνη, μέχρι που θα τελειώσουν οι "καιροί των εθνών" (Λουκάς ΚΑ/21: 24). Έτσι λοιπόν στην περιοχή από το 63 π.Χ. κυριάρχησαν οι Ρωμαίοι, το 326 μ.Χ. οι Βυζαντινοί, το 614 μ.Χ. οι Πέρσες, το 638 μ.Χ. οι Άραβες, το 1099 μ.Χ. οι Σταυροφόροι, το 1291 μ.Χ. οι Αιγύπτιοι, το 1517 μ.Χ. οι Οθωμανοί, το 1917 μ.Χ. οι Άγγλοι. 
        «διότι δεν εγνώρισας τον καιρόν της επισκέψεώς σου» (Λουκάς ΙΘ/19: 44). 
       Ο Κύριος αποκάλυψε τη θλιβερή πραγματικότητα σχετικά με την τύχη της Ιερουσαλήμ. Η πόλη θα περικυκλωνόταν από τους εχθρούς της που θα την πολιορκούσαν αδιάκοπα και αφού την καταλάμβαναν θα έσφαζαν τους κατοίκους της, χωρίς έλεος και χωρίς καμία διάκριση σε νέους γέρους, άντρες, γυναίκες. Θα ισοπέδωναν τα τείχη της, θα γκρέμιζαν τα κτίριά της. Τόσο μεγάλη θα ήταν η καταστροφή ώστε δεν θα έμενε «πέτρα πάνω στην πέτρα». Θα ακολουθούσε μια μακρά περίοδος δέκα εννέα αιώνων (1.878 έτη) διασποράς σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της γης, μια περίοδος τρομερών διώξεων και κατάθλιψης του λαού. 
      Όλα αυτά θα συνέβαιναν για έναν λόγο. Γιατί οι άνθρωποι απορροφημένοι από τις εργασίες τους, τα ενδιαφέροντά τους, μέσα στη σκληροκαρδία τους δεν κατάλαβαν, δεν αντιλήφθηκαν, δεν έδωσαν σημασία την ημέρα που την επισκέφθηκε ο Θεός. Ο Κύριος είχε επισκεφτεί την πόλη με μια προσφορά σωτηρίας, χαράς, ευδαιμονίας, λύτρωσης, όμως ο λαός δεν Τον δέχτηκε, δεν Τον αναγνώρισε, δεν Τον πίστεψε. «Εις τα ίδια ήλθε, και οι ίδιοι δεν εδέχθησαν αυτόν» (Ιωάννης Α/1: 11). Στα δημιουργήματα τα δικά του ήρθε, αλλά τα ίδια του τα δημιουργήματα δεν Τον δέχτηκαν. Δεν υπήρχε τόπος μέσα στη ζωή τους, στα σχέδιά τους στις καθημερινές επιδιώξεις τους για τον Κύριο. 
      «Αληθώς δε σας λέγω ότι δεν θέλετε με ιδεί, εωσού έλθει ο καιρός ότε θέλετε ειπεί: Ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου» (Λουκάς ΙΓ/13: 35β). 
     Ο Κύριος μιλάει εδώ για τη δεύτερη έλευσή Του. Τότε πάνω στην πιο κρίσιμη ώρα της ιστορίας τους, καθώς όλα τα Έθνη θα έχουν στραφεί εναντίον του Ισραήλ στη μάχη του Αρμαγεδδώνα, ένα υπόλοιπο του Έθνους του Ισραήλ θα μετανοήσουν για τη ζωή τους, θα αλλάξουν τη συμπεριφορά τους απέναντι στον αληθινό Θεό, θα αποδεχτούν τον Ιησού σαν τον κεχρησμένο Μεσσία του Θεού, θα πιστέψουν σ’ Αυτόν και θα σωθούν. Θα συμβεί ακριβώς εκείνο που συνέβη στην Παλαιά Διαθήκη όταν τ’ αδέλφια του Ιωσήφ αναγνώρισαν τον αδελφό τους τον Ιωσήφ, που ενώ τον νόμιζαν πεθαμένο, αυτός είχε γίνει άρχοντας σε όλη τη γη της Αιγύπτου (Γένεση ΜΕ/45: 26). «Και θέλω εκχέει επί τον οίκον Δαβίδ και επί τους κατοίκους της Ιερουσαλήμ πνεύμα χάριτος και ικεσιών και θέλουσιν επιβλέψει προς εμέ, τον οποίον εξεκέντησαν, και θέλουσι πενθήσει δι' αυτόν ως πενθεί τις διά τον μονογενή αυτού, και θέλουσι λυπηθεί δι' αυτόν, ως ο λυπούμενος διά τον πρωτότοκον αυτού» (Ζαχαρίας ΙΒ/12: 10). 
       Η επόμενη φορά που θα έβλεπαν οι κάτοικοι της Ιερουσαλήμ τον Κύριο θα ήταν όταν θα έστρεφαν τα βλέμματά τους σ’ Εκείνον που με την λόγχη είχαν κεντήσει πάνω στο σταυρό (Αποκάλυψη Α/1: 9). Τότε θα θρηνούσαν για τη ζωή και τη συμπεριφορά τους. 
      «τουλάχιστον εν τη ημέρα σου ταύτη». 
     Περιμένει μέχρι την τελευταία στιγμή ο Θεός για να εκτιμήσει ο άνθρωπος την αγάπη Του, για να εκζητήσει τη Σωτηρία Του και να σωθεί αιωνίως. Πάνω στο σταυρό έσωσε την τελευταία ώρα τον μετανοημένο ληστή (Λουκάς ΚΓ/23: 43). Θα σώσει κάθε ψυχή που «εν πνεύματι και αληθεία» θα επικαλεστεί την αγάπη Του και θα ζητήσει το Έλεός Του. 
       «τώρα εκρύφθησαν από των οφθαλμών σου» (Λουκάς ΙΘ/19: 42). 
     Επειδή είχαν απορρίψει μέσα στην καρδιά τους τον Κύριο δε μπορούσαν να Τον δουν. Τόσο ο Ευαγγελιστής «Ματθαίος», όσο και ο «Λουκάς», μιλούν για μια ευκαιρία που αύριο δεν θα υπάρχει για την Ιερουσαλήμ. Μπορείς, να το φανταστείς αυτό για τη ζωή σου; --- 


                                                 Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΙΕΡΟΥΣΑΛΗΜ. 

      Πρόκειται για την αρχαία πόλη Σαλήμ (η λέξη σημαίνει ειρήνη) της οποίας βασιλέας υπήρξε ο Μελχισεδέκ (Γένεση ΙΔ/14: 18). Ο Μελχισεδέκ αναφέρεται στο βιβλίο της «Γένεσης» (ΙΔ/14: 18-20) ως «ιερέας του Θεού του Υψίστου». Οι πρώτοι που εγκαταστάθηκαν στην περιοχή ήταν οι Ιεβουσαίοι περίπου το έτος 2000 π.Χ. και ονόμασαν την πόλη Ιεβούς. Αργότερα, η πόλη έγινε αυτόνομο βασίλειο, κάτω από την κυριαρχία της Αιγύπτου (1400 π.Χ.). Αφότου ο Δαβίδ την κατέλαβε αποκαλείτο πολλές φορές και ως «Πόλη του Δαβίδ» (Β’ Σαμουήλ Ε/5: 7). 
      Οι Ιεβουσαίοι ήταν απόγονοι του Χαμ, ο οποίος ήταν ένα από τα τρία παιδιά του Νώε (Α’ Χρονικών Α/1: 13,14). Συγγενικοί τους λαοί ήταν οι Χετταίοι, οι Γεργεσαίοι, οι Αμορραίοι, οι Χαναναίοι, οι Φερεζαίοι και οι Ευαίοι. 
        Ο Θεός είχε υποσχεθεί στον Αβραάμ ότι θα έδινε τη γη των Ιεβουσαίων στον ίδιο και στο σπέρμα του (Γένεση ΙΕ/15: 18-21 & Νεεμίας Θ/9: 8). Εκπληρώνοντας αυτή την υπόσχεσή Του έβγαλε το λαό Ισραήλ από την Αίγυπτο και καθώς αυτοί διέσχιζαν τον Ιορδάνη, έστειλε τον άγγελό του μπροστά, προστάζοντάς τους να φανούν δυνατοί και να εκδιώξουν όλους εκείνους που θα τους αντιστέκονταν (Έξοδος ΙΓ/13: 3-5 & ΚΑ/23: 23 & ΛΓ/33: 1, 2). Η εντολή του Θεού ήταν να μην συνάψουν διαθήκη, ούτε να συμπεθερέψουν με τους Ιεβουσαίους και τους άλλους υπόλοιπους Χαναναίους, αλλά να τους καταστρέψουν ολοκληρωτικά, μη αφήνοντας ζωντανό τίποτα από όσα έχουν πνοή, «ώστε να μη σας διδάξουν να ενεργείτε σύμφωνα με όλα τα απεχθή τους πράγματα» (Έξοδος ΛΔ/34: 11-16 & Δευτερονόμιο Κ/20: 16-18). 
      Παρατηρώντας τις επιτυχίες των Ισραηλιτών όσον αφορά την κατάκτηση της γης, την κατάληψη της Ιεριχώ και της Γαι, καθώς και τη συνθηκολόγηση των Γαβαωνιτών, ο Ιεβουσαίος βασιλιάς Αδωνισεδέκ ηγήθηκε ενός συνασπισμού πέντε βασιλιάδων που ήταν αποφασισμένοι να σταματήσουν την εισβολή (Ι.τ. Ναυή Θ/9: 1,2 & Ι/10: 1-5). Στη μάχη που ακολούθησε ο Θεός έκανε τον ήλιο και τη σελήνη να σταθούν, τα συνασπισμένα στρατεύματα νικήθηκαν, οι βασιλιάδες αιχμαλωτίστηκαν και θανατώθηκαν (Ι.τ. Ναυή Ι/10: 6-27 & ΙΒ/12: 7,8,10). Πιθανόν μετά από αυτή τη νίκη, να έλαβε χώρα η πυρπόληση της Ιεβούς από τους Ισραηλίτες, οι οποίοι την έκαψαν ολοσχερώς (Κριτές Α/1: 8). 
      Όταν ο Ιησούς τ. Ναυή ολοκλήρωσε την εκστρατεία κατάκτησης στα νότια και κεντρικά τμήματα της υποσχόμενης Γης, έστρεψε την προσοχή του στο βόρειο τμήμα Δυτικά του Ιορδάνη. Και πάλι οι Ιεβουσαίοι συσπειρώθηκαν για να προβάλουν αντίσταση, αυτή τη φορά υπό την αρχηγία του Ιαβίν, του βασιλιά της Ασώρ, και πάλι ο Ισραήλ τούς νίκησε, με τη βοήθεια του Θεού (Ι.τ. Ναυή ΙΑ/11: 1-8). 
      Η πόλη της Ιεβούς δόθηκε στον Βενιαμίν όταν μοιράστηκε η γη, βρισκόταν δε ακριβώς στο όριο ανάμεσα στις περιοχές των φυλών του Ιούδα και του Βενιαμίν (Ι.τ. Ναυή ΙΕ/15: 1-8 & ΙΗ/18: 11, 15, 16, 25-28). 
    Παρά τη ρητή εντολή του Θεού, οι Ισραηλίτες δεν έδιωξαν τους Ιεβουσαίους αλλά, αντίθετα, επέτρεψαν στους γιους και στις κόρες τους να έρθουν σε επιγαμία με αυτούς τους ανθρώπους και άρχισαν μάλιστα να λατρεύουν τους ψεύτικους θεούς των Ιεβουσαίων (Κριτές Α/1: 21 & Γ/3: 5,6). Σ’ αυτή την περίοδο, η Ιεβούς παρέμεινε «πόλη αλλοεθνών», στην οποία κάποιος Λευίτης αρνήθηκε κάποτε να διανυκτερεύσει στην πόλη (Κριταί ΙΘ/19: 10-12). 
      Τελικά, το 1070 π.Χ. ο Δαβίδ κατέλαβε τη Σιών, το οχυρό των Ιεβουσαίων (Β’ Σαμουήλ Ε/5: 6-9 & Α’ Χρονικών ΙΑ/11: 4-8) ονόμασε την πόλη "Ιερουσαλήμ" και την έκανε πρωτεύουσα του Ισραηλιτικού έθνους. Αργότερα ο Βασιλιάς Σολομώντας έχτισε εκεί τον περίφημο Ναό για τη λατρεία του Θεού των Εβραίων, καθιστώντας την και θρησκευτικό κέντρο. 
     Όταν ο Σολομώντας πέθανε και το κράτος του Ισραήλ χωρίστηκε στα δύο, η Ιερουσαλήμ ήταν πρωτεύουσα του νότιου βασιλείου του Ιούδα. Η πόλη πέρασε στα χέρια των Βαβυλωνίων το 586 π.Χ. οπότε και καταστράφηκε μαζί με τον ναό του Σολομώντα. 
    Στη συνέχεια η πόλη πέρασε στην κατοχή των Περσών, των Ελλήνων, των Σελευκιδών, των Πτολεμαίων και των Ρωμαίων γνωρίζοντας και άλλες καταστροφές, αλλά πάντοτε αναστηλωνόταν. Στα χρόνια μάλιστα του Αντίοχου Δ΄ του Επιφανούς (175 -164 π.Χ.), η πόλη έλαβε προσωρινά την ονομασία Αντιόχεια. Η πιο μεγάλη καταστροφή έγινε το 70 μ.Χ. από τους Ρωμαίους με αφορμή κάποια επανάσταση των Εβραίων. 
      Η πόλη ξαναχτίστηκε το 134 μ.Χ. από τον αυτοκράτορα Αδριανό ως νέα πόλη με το όνομα «Αιλία Καπιτωλίνα». Στην καταστροφή του 70 μ.Χ. καταστράφηκε και ο δεύτερος ναός της Ιερουσαλήμ, ο οποίος είχε οικοδομηθεί πάνω στα ερείπια του πρώτου το 516 π.Χ. Μετά τους Ρωμαίους, η πόλη περιήλθε στην Βυζαντινή αυτοκρατορία (330-640 μ.Χ.), όπου ο Μέγας Κωνσταντίνος της απόδωσε το παλιό της όνομα. Το έτος 637 μ.Χ. την κατέλαβαν οι Άραβες οι οποίοι την έλεγαν «Κουντούς Σερίφ», που σημαίνει ιερή πόλη. Οι Άραβες έχτισαν το 691 μ.Χ. πάνω στα ερείπια του δευτέρου ναού της Ιερουσαλήμ ένα περίλαμπρο τζαμί, το Τέμενος του Ομάρ
     Το 1099 έως το 1187η πόλη είχε περιέλθει στους Σταυροφόρους. Το 1187 την ανακατέλαβαν οι Άραβες, ενώ αργότερα την κατέλαβαν εκ νέου οι Σταυροφόροι. Το 1517 έως1831 μ.Χ. την πόλη κατείχαν οι Οθωμανοί. Από το έτος 1831 έως 1841 ήταν στην κυριαρχία των Αιγυπτίων, ενώ από το 1841 έως το 1917 την κατείχαν και πάλι Οθωμανοί/Τούρκοι. Το 1917 περιήλθε στην κυριαρχία των Βρετανών. Από το έτος 1920 έως 1948 διετέλεσε Βρετανικό προτεκτοράτο. 
      Το έτος 1947 αποφασίστηκε από τον ΟΗΕ η διαίρεση της Παλαιστίνης για τη δημιουργία ενός Εβραϊκού Κράτους σε ποσοστό 55% και ενός Παλαιστινιακού Κράτους σε ποσοστό 43%. Η Ιερουσαλήμ θα παρέμενε μια διεθνής πόλη. 
   Ο Αραβοϊσραηλινός πόλεμος που ξέσπασε το έτος 1948, μετά τη δημιουργία του κράτους του Ισραήλ, διέψευσε τα σχέδια του ΟΗΕ. Μετά το πέρας των εχθροπραξιών η ζώνη εκεχειρίας, που συχνά αποκαλείται «Πράσινη Γραμμή», λόγω του ότι χαράχτηκε με πράσινη μπογιά, χώρισε την πόλη στα δύο με το Ισραήλ να παίρνει τον έλεγχο του δυτικού μισού της πόλης και την Ιορδανία του ανατολικού μισού, που περιλάμβανε και την περίφημη Παλιά Πόλη των Ιεροσολύμων. Το έτος 1967, μετά τη μάχη των «έξι ημερών» και την κατάληψη του ανατολικού τμήματος, η πόλη βρίσκεται υπό πλήρη Ισραηλινή κατοχή και έχει χαρακτηριστεί ως αδιαίρετη πρωτεύουσα του Ισραήλ. 
   Το γεγονός αυτό δεν έχει αναγνωριστεί από τους διεθνής Οργανισμούς διότι οι Παλαιστίνιοι συνεχίζουν να θεωρούν το καταληφθέν ανατολικό τμήμα ως πρωτεύουσα του μελλοντικού τους κράτους. Από το 1948, οπότε ιδρύθηκε το κράτος του Ισραήλ καμία χώρα δεν είχε αναγνωρίσει την Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσα του Ισραήλ και όλες διατηρούσαν τις πρεσβείες τους στο Τελ Αβίβ. Το Δεκέμβριο του 2017 ο πρόεδρος των ΗΠΑ μετέφερε την πρεσβεία στην Ιερουσαλήμ εν μέσω μεγάλων αντιδράσεων του Αραβικού κόσμου καθότι το γεγονός συνιστά αναγνώριση της διαφιλονικούμενης πόλης ως πρωτεύουσας του κράτους του Ισραήλ, γεγονός που τορπιλίζει τις διαπραγματεύσεις για την εξεύρεση βιώσιμης συμφωνίας μεταξύ του Ισραήλ και των Παλαιστινίων. Το ζήτημα της Ιερουσαλήμ βρίσκεται στην καρδιά της διαμάχης Ισραηλινών και Παλαιστινίων για πολλές δεκαετίες με τους δεύτερους να έχουν την υποστήριξη της πλειοψηφίας των Αράβων και ευρύτερα του ισλαμικού κόσμου. ---