Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Τετάρτη 24 Νοεμβρίου 2021

ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΙΑΤΙΚΟ ΜΗΝΥΜΑ

    ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΙΑΤΙΚΟ ΜΗΝΥΜΑ. 

    Επιστολή «Α’ Ιωάννου»,  κεφ. Δ/4,  εδ. 9 – 11. 

     «Εν τούτω εφανερώθη η αγάπη του Θεού προς ημάς, ότι τον Υιόν αυτού τον μονογενή απέστειλεν ο Θεός εις τον κόσμον, διά να ζήσωμεν δι' αυτού. Εν τούτω είναι η αγάπη, ουχί ότι ημείς ηγαπήσαμεν τον Θεόν, αλλ' ότι αυτός ηγάπησεν ημάς και απέστειλε τον Υιόν αυτού ιλασμόν περί των αμαρτιών ημών».
      
    «Έτσι αποδείχτηκε η αγάπη του Θεού μας: Απέστειλε τον Υιό του το μονογενή στον κόσμο για να μας χαρίσει τη νέα ζωή, αν ενωθούμε μ’ αυτόν. Αυτό είναι το χαρακτηριστικό της αγάπης του Θεού: Όχι ότι εμείς αγαπήσαμε το Θεό, αλλά ότι αυτός μας αγάπησε και έστειλε τον Υιό του, που θυσιάστηκε για να μας ελευθερώσει από τις αμαρτίες μας» (Μετάφραση Βιβλικής Εταιρείας). 

     ΣΧΟΛΙΑ: 
    Ο αιώνιος λόγος του Θεού μας αποκαλύπτει ότι η αιτία όλων των δεινών, όλων των δραμάτων που εξελίσσονται γύρω μας, των θλίψεων, των φόβων που μαστίζουν την ανθρωπότητα είναι η αμαρτία. Aμαρτία είναι η παράβαση του Νόμου του Θεού (Α΄ Ιωάννου Γ/3: 4). Η αμαρτία είναι η μόνη δύναμη που μπορεί να απομακρύνει τον άνθρωπο από το Θεό και να τον νεκρώσει ψυχικά και σωματικά. Κάποτε ένας βασιλιάς που λεγόταν Βαλάκ ζήτησε από έναν άνθρωπο, που λεγόταν Βαλαάμ και ισχυριζόταν ότι ήταν προφήτης, να καταραστεί το λαό του Θεού, τον Ισραήλ, ώστε να μπορέσει να τον νικήσει. Η απάντηση του «προφήτη» ήταν ότι αυτό δε γίνεται, γιατί όσο και να καταριέσαι εκείνους τους οποίους ο Θεός ευλογεί, δε μπορεί να υπάρξει αρνητικό αποτέλεσμα. Ο βασιλιάς τον πίεσε και του έστειλε πολλά δώρα, για να βρει έναν τρόπο να καταραστεί το λαό. Μετά από πολύ κόπο ο «προφήτης» είπε στο βασιλιά: «Βασιλιά για να ηττηθεί ο λαός του Θεού θα πρέπει ανάμεσα σ’ αυτόν και το Θεό να μπει αμαρτία, άλλος τρόπος δεν υπάρχει» βιβλίο «Αριθμών» (κεφ. ΚΒ/22 & ΚΔ/24).

 ---Σχετική ανάλυση του γεγονότος έχει δημοσιευτεί στο blog: giorgoskomninos.blogspot.com στις 15-11-2018. 

    Ας εξετάσουμε όμως τα πράγματα από την αρχή. O άνθρωπος μέσα στον κήπο της Εδέμ ήταν  σε συνεχή κοινωνία με το Θεό. Τα ωραία εκείνα δειλινά ο Θεός κατέβαινε περπατούσε και συνομιλούσε με τους ανθρώπους (Γένεση Γ/3: 8) και είχε επικοινωνία μαζί τους. Την ειδυλλιακή εκείνη σχέση ήρθε να ανακόψει η αμαρτία, η αποστασία, η ανταρσία του ανθρώπου από το θέλημα του Θεού. Ο Θεός είχε προειδοποιήσει τον άνθρωπο «καθ' ην ημέραν φάγης απ' αυτού, θέλεις εξάπαντος αποθάνει» (Γένεση Β/2: 17). Ο άνθρωπος, μέσα στην ελευθερία που ο Θεός του έχει δώσει, αγνόησε την εντολή Του, παράκουσε το θέλημά Του, στηρίχτηκε στις δικές του δυνάμεις και εναντιώθηκε στον Πλάστη και Δημιουργό του. Με άλλα λόγια αποφάσισε να ζήσει μακριά και ανεξάρτητα από την πηγή της ζωής που είναι ο Θεός. 
   Σ’ αυτή την κατάσταση ο άνθρωπος βάδιζε ολοταχώς προς τον αιώνιο θάνατο. Για να αποκατασταθούν οι σχέσεις του ανθρώπου με το Θεό, θα έπρεπε να καταργηθεί το εμπόδιο, δηλ. η αμαρτία. Ο Θεός δε μπορούσε να πει μέσα στην αγάπη Του: «αθώος ο άνθρωπος», γιατί μπορεί να είναι Θεός Αγάπης και Ελέους, αλλά είναι και Θεός Δικαιοσύνης και με μία τέτοια πράξη αθώωσης του αμαρτωλού θα κατέλυε τη δικαιοσύνη και θα γινόταν άδικος. Μέσα από την παρακοή του Αδάμ η αμαρτία μπήκε σε όλους τους ανθρώπους. Ο λόγος του Θεού αναφέρει: «Διά τούτο καθώς δι' ενός ανθρώπου η αμαρτία εισήλθεν εις τον κόσμον και διά της αμαρτίας ο θάνατος, και ούτω διήλθεν ο θάνατος εις πάντας ανθρώπους, επειδή πάντες ήμαρτον» (Ρωμαίους Ε/5: 12). 
    Καθώς ο άνθρωπος συντετριμμένος βγαίνει έξω από τον Παράδεισο, ο Θεός του δίνει τη μεγάλη υπόσχεση ότι μια μέρα θα ερχόταν ένας Λυτρωτής, ένας Ελευθερωτής, για να τον απελευθερώσει από τα δεσμά που του επέβαλε η αμαρτία του, από τις φυλακές του διαβόλου. «και έχθραν θέλω στήσει αναμέσον σου και της γυναικός, και αναμέσον του σπέρματός σου και του σπέρματος αυτής αυτό θέλει σου συντρίψει την κεφαλήν, και συ θέλεις κεντήσει την πτέρναν αυτού» (Γένεση Γ/3: 15). Πρόκειται για τη μεγάλη υπόσχεση, για "το σπέρμα της γυναικός", για τον ερχομό του ελευθερωτή Ιησού Χριστού, που θα ερχόταν για να συντρίψει το κεφάλι του διαβόλου. 
     Για αιώνες ακολούθησε πνευματικό σκοτάδι. Οι άνθρωποι μέσα στην άγνοια και την πνευματική τους τύφλωση προσπαθούσαν να επανέλθουν στην Εδέμ, χωρίς να μπορούν να το καταφέρουν. Η παιδεία, απόλυτα αναγκαία για τον άνθρωπο, δεν μπόρεσε να τον επαναφέρει και να τον "εξυψώσει" στη σχέση του με το Θεό. Οι θρησκείες που έφτιαξε ο άνθρωπος τον οδήγησαν στην πλήρη σύγχυση και του έδωσαν ψεύτικες ελπίδες. 
     Η παρακοή έφερε στον άνθρωπο το θάνατο, πρώτα πνευματικά και στη συνέχεια σωματικά. Έτσι για το Θεό όλοι γίναμε νεκροί, ένοχοι, αμαρτωλοί, αποστάτες και είχαμε ανάγκη από συγχώρηση, γιατί η αμαρτία μας είχε κάνει «τέκνα οργής» του Θεού (Εφεσίους Β/2: 3). Είχαμε ανάγκη από λυτρωτή, από κάποιον που θα έμπαινε ανάμεσα και θα συγκρατούσε την οργή του Θεού, που θα μας εξιλέωνε, θα πλήρωνε για μας και θα συγχωρούσε την αμαρτία μας, ώστε να μπορούμε να κάνουμε μια καινούργια αρχή, ένα καινούργιο ξεκίνημα στη σχέση μας με το Θεό. 
    Πώς θα μπορούσε ο Θεός να παραμείνει δίκαιος, δηλ. πιστός απέναντι στη φύση Του και τη δικαιοσύνη Του και ταυτόχρονα να μπορεί να δικαιώνει και τον ασεβή άνθρωπο; Ο Νόμος όριζε ως μισθό της αμαρτίας το θάνατο (Ρωμαίους Σ/6: 23). Συνεπώς ο άνθρωπος έπρεπε να πεθάνει. Στο τίμημα αυτό δεν υπάρχει έκπτωση. Το μόνο που θα μπορούσε να γίνει έτσι, ώστε να μην πεθάνει ο αμαρτωλός άνθρωπος, ήταν στη θέση του ανθρώπου να πεθάνει κάποιος άλλος που δε θα είχε κάνει αμαρτία, ως αντικαταστάτης του. 
    Ο αθώος αυτός που θα έμπαινε ανάμεσα στο δίκαιο Θεό και τον αμαρτωλό άνθρωπο, για να τους ενώσει, θα έπρεπε να υποστεί την τιμωρία εξαιτίας της αμαρτίας μας και να πεθάνει, διότι «άνευ χύσεως αίματος δεν γίνεται άφεσις» (Εβραίους Θ/9: 22). Ένα τέτοιο άτομο δε θα μπορούσε να βρεθεί πάνω στη γη, γιατί ο λόγος του Θεού μας λέει: «πάντες ήμαρτον και υστερούνται της δόξης του Θεού» (Ρωμαίους Γ/3: 23). Μπροστά στο πλήρες αδιέξοδο ο Παντοδύναμος Θεός έθεσε σε εφαρμογή ένα σχέδιο, το οποίο μέσα στην πανσοφία Του είχε συλλάβει «προ καταβολής κόσμου» για το ενδεχόμενο της πτώσεως του ανθρώπου (Α΄ Πέτρου Α/1: 20). Έτσι λοιπόν ο Θεός από αγάπη έδωσε τον Άγιο, τον αναμάρτητο Υιόν Του το μονογενή και πέθανε Αυτός πάνω στο σταυρό παίρνοντας τη θέση τη δική μας. Έτσι δια Ιησού Χριστού η σχέση του ανθρώπου με το Θεό αποκαταστάθηκε, γιατί η αμαρτία πληρώθηκε από το Χριστό και έτσι ο άνθρωπος έπαψε να είναι ένοχος. Ο αναμάρτητος έγινε για μας αμαρτία - κατάρα - πάνω στο σταυρό του Γολγοθά. Έτσι λοιπόν «παρεδόθη διά τας αμαρτίας ημών και ανέστη διά την δικαίωσιν ημών» (Ρωμαίους Δ/4: 25). 
    Ο αιώνιος Λόγος του Θεού μας αποκαλύπτει σχετικά με το Πρόσωπο του Λυτρωτή μας, του αντικαταστάτη μας στο θάνατο: «όστις ήτο μεν προορισμένος προ καταβολής κόσμου, εφανερώθη δε εν τοις εσχάτοις καιροίς διά σας τους πιστεύοντας δι' αυτού εις τον Θεόν, τον αναστήσαντα αυτόν εκ νεκρών και δόντα εις αυτόν δόξαν, ώστε η πίστις σας και η ελπίς να ήναι εις τον Θεόν» (Α’ Πέτρου Α/1: 20,21). Δύο μόνο λέξεις έρχονται να δώσουν όλο το νόημα της ενανθρώπισης του Υιού του Θεού: «διά σας». Για μας γεννήθηκε, για μένα και για σένα ήρθε στο κόσμο μας ο Ιησούς Χριστός. Πόσο αλήθεια συγκλονιστικό είναι εκείνο που αναφέρεται στο σύμβολο της πίστεως: «Τὸν δι' ἡμᾶς τοὺς ἀνθρώπους καὶ διὰ τὴν ἡμετέραν σωτηρίαν κατελθόντα ἐκ τῶν οὐρανῶν καὶ σαρκωθέντα ἐκ Πνεύματος Ἁγίου καὶ Μαρίας τῆς Παρθένου καὶ ἐνανθρωπήσαντα». 
   Εγκλωβισμένος ο άνθρωπος μέσα στα σκοτάδια της αμαρτίας δεν είχε κανέναν τρόπο απεγκλωβισμού. Δεν υπήρχε τρόπος δικαίωσης και συμφιλίωσής του με το Θεού. Δεν μπορούσε αδελφός να σώσει αδελφό. Ο ψαλμωδός αναφέρει: "κανένας δεν μπορεί ποτέ να εξαγοράσει αδελφό ούτε να δώσει στον Θεό λύτρο γι' αυτόν" (Ψαλμός ΜΘ/49: 7). Επειδή το πρόσωπο αυτό δε μπορούσε να το δώσει η γη, άνοιξε ο ουρανός και το προσέφερε. Το μοναδικό πρόσωπο σε ολόκληρο το σύμπαν που είχε την ικανότητα να σηκώσει επάνω Του τις αμαρτίες μας ήταν ο αναμάρτητος, ο άπειρος, ο παντοδύναμος Υιός του Θεού. Μόνον Αυτός θα μπορούσε να γίνει «ιλασμός περί των αμαρτιών ημών, και ουχί μόνον περί των ημετέρων, αλλά και περί όλου του κόσμου» (Α’ Ιωάννου Β/2: 2). 
      Η Αγία Γραφή μας αποκαλύπτει το Πρόσωπο του Χριστού με τα λόγια: «όστις είναι εικών του Θεού του αοράτου, πρωτότοκος πάσης κτίσεως, επειδή δι' αυτού εκτίσθησαν τα πάντα, τα εν τοις ουρανοίς και τα επί της γης, τα ορατά και τα αόρατα, είτε θρόνοι είτε κυριότητες είτε αρχαί είτε εξουσίαι τα πάντα δι' αυτού και εις αυτόν εκτίσθησαν και αυτός είναι προ πάντων, και τα πάντα συντηρούνται δι' αυτού» (Κολοσσαείς Α/1: 15-17). Επίσης ο συγγραφέας της επιστολής «προς Ρωμαίους» (κεφ. Α/1, εδ. 10-12) αναφέρει: «Συ κατ' αρχάς, Κύριε, την γην εθεμελίωσας, και έργα των χειρών σου είναι οι ουρανοί αυτοί θέλουσιν απολεσθή, συ δε διαμένεις και πάντες ως ιμάτιον θέλουσι παλαιωθή και ως περιένδυμα θέλεις τυλίξει αυτούς και θέλουσιν αλλαχθή Συ όμως είσαι ο αυτός, και τα έτη σου δεν θέλουσιν εκλείψει». Ο ίδιος ο Κύριος λέει για τον Εαυτόν Του: «Εγώ είμαι το Α και το Ω, η αρχή και το τέλος» (Αποκάλυψη ΚΑ/21: 6). 
    Αυτός ήταν το μοναδικό Πρόσωπο που μπορούσε να πεθάνει πληρώνοντας τα λύτρα της αμαρτίας μας και να μας επαναφέρει κοντά στο Θεό, από τον οποίον είχαμε απομακρυνθεί. Για να γίνει αυτό, θα έπρεπε ο αντικαταστάτης μας να γίνει όμοιος με εμάς χωρίς να έχει κληρονομήσει την αμαρτία (Φιλιππησίους Β/2: 7). Θα έπρεπε να ταπεινώσει τον Εαυτόν Του με το να γίνει υπήκοος μέχρι σταυρικού θανάτου (Φιλιππησίους Β/2: 8). Θα έπρεπε να αναμετρηθεί με την αμαρτία, να αντιμετωπίσει και να νικήσει τον ανθρωποκτόνο σατανά (Ιωάννης Η/8: 44), τον εχθρό της ανθρώπινης ψυχής. Έπρεπε να εξαγοράσει τον αμαρτωλό άνθρωπο από τα δεσμά του, να απελευθερώσει τους αιχμαλώτους από τον εχθρό, καταβάλλοντας ως τίμημα, όχι αίμα τράγων και μόσχων, όπως γινόταν στην Παλαιά Διαθήκη «αλλά διά του ιδίου αυτού αίματος, εισήλθεν άπαξ εις τα άγια, αποκτήσας αιωνίαν λύτρωσιν» (Εβραίους Θ/9: 12). Ο Μέγας Αρχιερέας, ο Ιησούς Χριστός μπήκε στα «Άγια των Αγίων» και προσέφερε το αίμα Του για τη δική μας εξιλέωση από την αμαρτία, για τη δική μας σωτηρία. Στην επιστολή «Α’ Πέτρου» (κεφ. Α/1, εδ. 18,19) αναφέρεται: «εξεύροντες ότι δεν ελυτρώθητε από της ματαίας πατροπαραδότου διαγωγής υμών διά φθαρτών, αργυρίου ή χρυσίου, αλλά διά του τιμίου αίματος του Χριστού, ως αμνού αμώμου και ασπίλου». 
    Καθώς ήρθε ανάμεσά μας, καταφρονήθηκε και απορρίφθηκε από τους ανθρώπους και θεωρήθηκε ως μηδέν. Φάνηκε σαν «άνθρωπος θλίψεων και δόκιμος ασθενείας». Πληγώθηκε και πάνω στο σταυρό χωρίστηκε από τον Πατέρα Θεό. Ο προφήτης Ησαΐας επτακόσια χρόνια προ Χριστού, διά Πνεύματος Αγίου, κάνει μια τραγική διαπίστωση: «Αυτός τωόντι τας ασθενείας ημών εβάστασε και τας θλίψεις ημών επεφορτίσθη ημείς δε ενομίσαμεν αυτόν τετραυματισμένον, πεπληγωμένον υπό Θεού και τεταλαιπωρημένον. Αλλ' αυτός ετραυματίσθη διά τας παραβάσεις ημών, εταλαιπωρήθη διά τας ανομίας ημών, η τιμωρία, ήτις έφερε την ειρήνην ημών, ήτο επ' αυτόν και διά των πληγών αυτού ημείς ιάθημεν» (Ησαΐας ΝΓ/53). 
    Για να μας εκπροσωπήσει επάξια μπροστά στη Θεία Δικαιοσύνη, έπρεπε να τραυματιστεί για τις παραβάσεις μας και να ταλαιπωρηθεί για τις ανομίες μας. Έπρεπε με τη θυσία Του να γίνει ο μοναδικός μεσίτης (Α’ Τιμοθέου Β/2: 5) ανάμεσα στον άνθρωπο και το Θεό. Έπρεπε να πάρει τη θέση του αντικαταστάτη και με τη θέλησή Του να πεθάνει Αυτός στη θέση τη δική μας. 
    Ποια ήταν η αντίδραση του Υιού του Θεού σ’ αυτήν τη μοναδική πρόκληση; «τότε είπεν Ιδού, έρχομαι διά να κάμω, ω Θεέ, το θέλημά σου» (Εβραίους Ι/10: 9). Ο Κύριος των Κυρίων, ο Βασιλιάς των Βασιλιάδων, ένα σκοτεινό βράδυ σηκώθηκε από το θρόνο Του στον ουρανό, ξεντύθηκε τη δόξα που είχε κοντά στο Θεό και έγινε άνθρωπος. Ο Απ. Παύλος μας αναφέρει: «όστις εν μορφή Θεού υπάρχων, δεν ενόμισεν αρπαγήν το να ήναι ίσα με τον Θεόν, αλλ' εαυτόν εκένωσε λαβών δούλου μορφήν, γενόμενος όμοιος με τους ανθρώπους και ευρεθείς κατά το σχήμα ως άνθρωπος, εταπείνωσεν εαυτόν γενόμενος υπήκοος μέχρι θανάτου, θανάτου δε σταυρού» (Φιλιππησίους Β/2: 6-8). 
        Η ενανθρώπιση του Υιού του Θεού έγινε, για να δώσει ο ουρανός ένα συγγενή στην ανθρωπότητα με σάρκα και αίμα. Αυτό ήταν αναγκαίο «για να λάβουμε την υιοθεσία» (Ρωμαίους Η/8: 15 & Γαλάτας Δ/4: 5). Έπρεπε να καταργηθεί η εχθρότητα που υπήρχε μεταξύ του Θεού και του ανθρώπου εξαιτίας της αμαρτίας και να μας υιοθετήσει ο Θεός σε μια αιώνια σχέση ειρήνης και φιλίας μαζί Του. Έτσι λοιπόν «όταν ήλθε το πλήρωμα του χρόνου, εξαπέστειλεν ο Θεός τον Υιόν αυτού, όστις εγεννήθη εκ γυναικός και υπετάγη εις τον νόμον, διά να εξαγοράση τους υπό νόμον, διά να λάβωμεν την υιοθεσίαν» (Γαλάτας Δ/4: 4). 
    Ο Χριστός έλαβε σάρκα και αίμα, έγινε όμοιος με μας, για να μπορέσει να πεθάνει και να μας αντικαταστήσει μπροστά στη Θεία Δικαιοσύνη. «Επειδή, λοιπόν, τα παιδιά έγιναν κοινωνοί σάρκας και αίματος, κι αυτός παρόμοια έγινε μέτοχος από τα ίδια, για να καταργήσει, διαμέσου τού θανάτου, αυτόν που έχει το κράτος τού θανάτου, δηλαδή, τον διάβολο» (Εβραίους Β/2: 14). Οι άγγελοι που Τον συνόδευαν Τον υμνούσαν και Τον δόξαζαν με τα λόγια: «Δόξα εν υψίστοις Θεώ και επί γης ειρήνη, εν ανθρώποις ευδοκία» (Λουκάς Β/2: 14). Ένας άλλος άγγελος εμφανίστηκε εκείνο το βράδυ στους ποιμένες και τους είπε τα χαρμόσυνα νέα: «Μη φοβείσθε διότι ιδού, ευαγγελίζομαι εις εσάς χαράν μεγάλην, ήτις θέλει είσθαι εις πάντα τον λαόν, διότι σήμερον εγεννήθη εις εσάς εν πόλει Δαβίδ σωτήρ, όστις είναι Χριστός Κύριος» (Λουκάς Β/2: 10). 
    Μη φοβάστε! Η αμαρτία δημιουργεί το φόβο και θα λέγαμε ότι στις ημέρες μας ζούμε στο «βασίλειο του φόβου και του τρόμου». Πρώτη φορά που φοβήθηκε ο άνθρωπος ήταν αμέσως μετά την αμαρτία του. Ας θυμηθούμε τη φωνή του Θεού: «Αδάμ που είσαι;» Είναι διαχρονική η πρόσκληση και σήμερα ο Θεός ρωτάει τον καθένα μας: … Γιώργη…, Μαρία… που είσαι; Η απάντηση του Αδάμ με τρεμάμενη φωνή: «Κύριε άκουσα τη φωνή σου και φοβήθηκα» (Γένεση Γ/3: 10). Μετά από πολλούς αιώνες σκότους, φόβου και τρόμου έρχεται ο άγγελος στη Βηθλεέμ να πει: «Μη φοβάσθε». Μη φοβάσαι ψυχή. Μέσα στον πανικό που γίνεται γύρω σου μην ξεχάσεις ποτέ τη φράση: «Ζει Κύριος». Αυτός είναι ο ρυθμιστής της ιστορίας. Αυτός είναι πάνω από τα γεγονότα και απ’ ό,τι συμβαίνει γύρω μας. Σε κάθε δικό Του παιδί έχει δώσει μια υπόσχεση: «ιδού, εγώ είμαι μεθ' υμών πάσας τας ημέρας έως της συντελείας του αιώνος» (Ματθαίος ΚΗ/28: 20). 
      Στο πρόσωπο του Χριστού ενσαρκώθηκε ο ίδιος ο Θεός. 
     Ήρθε στη γη μας, για να πεθάνει στη θέση τη δική μου και τη δική σου, πληρώνοντας με το αίμα Του για τις αμαρτίες μας και έτσι να ελευθερώσει τον αμαρτωλό άνθρωπο από τη δύναμη της αμαρτίας που τον είχε καταστήσει δούλο. Στην επιστολή «Α’ Πέτρου» (κεφ. Β/2, εδ. 24) αναφέρεται: «όστις τας αμαρτίας ημών αυτός εβάστασεν εν τω σώματι αυτού επί του ξύλου, διά να ζήσωμεν εν τη δικαιοσύνη, αποθανόντες κατά τας αμαρτίας με του οποίου την πληγήν ιατρεύθητε». 
      Ήρθε στον αφιλόξενο κόσμο μας, για να καταστρέψει τα έργα του διαβόλου (Α’ Ιωάννου Γ/3: 8), για να διαλύσει τα σκοτάδια που είχε επιβάλει η αμαρτία και να φέρει το φως πάνω στον κόσμο. Ο ίδιος ο Κύριος λέγει: «Εγώ ήλθον φως εις τον κόσμον, διά να μη μείνη εν τω σκότει πας ο πιστεύων εις εμέ» (Ιωάννης ΙΒ/12: 46). Ο Χριστός είναι το φως το πνευματικό που φωτίζει την ψυχή του ανθρώπου. Σ’ εκείνον που θα Τον δεχτεί Σωτήρα, Λυτρωτή και Κύριο στη ζωή του, θα αποκαλύψει το μεγαλείο Του και θα τον φέρει «εις εαυτόν» (Λουκάς ΙΕ/15: 17), ώστε να αισθανθεί την αθλιότητά του, την αμαρτία του. 
    Ήρθε, για να φανερώσει στους ανθρώπους την αγάπη του Θεού, να μας αποκαλύψει το Έλεος, τη μακροθυμία, τη Χάρη του Θεού, τα θαυμαστά Του σχέδια για τον άνθρωπο. «Εκείνος εφανερώθη διά να σηκώσει τας αμαρτίας ημών και αμαρτία εν αυτώ δεν υπάρχει» (Α’ Ιωάννου Γ/3: 5). «ο Υιός του ανθρώπου δεν ήλθε διά να υπηρετηθή, αλλά διά να υπηρετήσει και να δώσει την ζωήν αυτού λύτρον αντί πολλών» (Ματθαίος Κ/20: 28). Ο Χριστός που ήρθε ανάμεσά μας προσέφερε τη ζωή του θυσία πάνω στο σταυρό για τη δική μας σωτηρία. 
    Ήρθε, για να ψάξει και βρει το «απολωλός», τον χαμένο μέσα στα πάθη και τις αδυναμίες του άνθρωπο και να τον σώσει από τον αιώνιο θάνατο. Για να ανορθώσει τη χαμένη αξία, τον άνθρωπο, που αποτελεί την κορωνίδα της κτίσεως του Θεού. Ο ίδιος ο Κύριος μιλώντας στη συναγωγή της Ναζαρέτ μας εξηγεί τους λόγους για τους οποίους ήρθε στην αφιλόξενη γη μας. Διαβάζουμε μέσα από το βιβλίο του προφήτη «Ησαΐα»: «Και ήλθεν εις την Ναζαρέτ, όπου ήτο ανατεθραμμένος, και εισήλθε κατά την συνήθειαν αυτού εις την συναγωγήν εν τη ημέρα του σαββάτου και εσηκώθη να αναγνώση. Και εδόθη εις αυτόν το βιβλίον "Ησαΐου" του προφήτου, και ανοίξας το βιβλίον εύρε τον τόπον, όπου ήτο γεγραμμένον. Πνεύμα Κυρίου είναι επ' εμέ, διά τούτο με έχρισε με απέστειλε διά να ευαγγελίζομαι προς τους πτωχούς, διά να ιατρεύσω τους συντετριμμένους την καρδίαν, να κηρύξω προς τους αιχμαλώτους ελευθερίαν και προς τους τυφλούς ανάβλεψιν, να αποστείλω τους συντεθλασμένους εν ελευθερία, διά να κηρύξω ευπρόσδεκτον Κυρίου ενιαυτόν» (Λουκάς Δ/4: 18,19). 
    Δεν ήρθε, για να υπηρετηθεί, αλλά για να υπηρετήσει και να δώσει τη ζωή Του "λύτρον αντί πολλών" (Μάρκος Ι/10: 45). Η ζωή Του ήταν μια ζωή υπηρεσίας με αγάπη στον άνθρωπο. Ο ίδιος διακήρυξε: «εγώ είμαι εν μέσω υμών ως ο υπηρετών» (Λουκάς ΚΒ/22: 27). 
    Η γέννηση του Χριστού αποτελεί το μεγαλύτερο γεγονός στην ανθρώπινη ιστορία και το πιο σπουδαίο σταθμό στη σχέση του ανθρώπου με το Θεό. Τούτο το γεγονός ο Απ. Παύλος στην επιστολή «Α΄ Τιμοθέου» (κεφ. Γ/3, εδ. 16) το χαρακτηρίζει μυστήριο. «Και αναντίρρητα, το μυστήριο της ευσέβειας είναι μεγάλο ο Θεός φανερώθηκε με σάρκα, δικαιώθηκε με Πνεύμα, φάνηκε σε αγγέλους, κηρύχθηκε στα έθνη, έγινε αποδεκτός με πίστη στον κόσμο, αναλήφθηκε με δόξα». Η ενσάρκωση του Υιού του Θεού αποτελεί ένα μεγάλο και ανεξιχνίαστο μυστήριο για το ανθρώπινο πεπερασμένο μυαλό.
    Όλα έγιναν στον κατάλληλο χρόνο χάρις στην αγάπη του Θεού για τον αμαρτωλό άνθρωπο. Ο Θεός μισεί την αμαρτία, όμως αγαπάει τον αμαρτωλό και τον περιμένει να γυρίσει κοντά Του, για να τον σώσει αιωνίως (Α’ Ιωάννου Β/2: 25). Αλήθεια πόσο μεγάλη είναι η αγάπη του Θεού! Το ασύλληπτο μέτρο της αγάπης Του μας το δίνει ο ευαγγελιστής "Ιωάννης": «Διότι τόσον ηγάπησεν ο Θεός τον κόσμον, ώστε έδωκε τον Υιόν αυτού τον μονογενή, διά να μη απολεσθή πας ο πιστεύων εις αυτόν, αλλά να έχη ζωήν αιώνιον» (Ιωάννης Γ/3: 16). Επίσης «ο Λόγος έγεινε σαρξ και κατώκησε μεταξύ ημών, και είδομεν την δόξαν αυτού, δόξαν ως μονογενούς παρά του Πατρός, πλήρης χάριτος και αληθείας» (Ιωάννης Α/1: 14).
    Κλείνοντας τούτη τη μελέτη ας θυμηθούμε τα λόγια του Απ. Πέτρου την ημέρα της Πεντηκοστής: «Και δεν υπάρχει δι' ουδενός άλλου η σωτηρία διότι ούτε όνομα άλλο είναι υπό τον ουρανόν δεδομένον μεταξύ των ανθρώπων, διά του οποίου πρέπει να σωθώμεν» (Πράξεις Δ/4: 12). 

            Ένα Όνομα, ένα Πρόσωπο έδωσε ο ουρανός για τη σωτηρία μας, τον Ιησού Χριστό. 

    Μέσα απ’ όλους αυτούς τους περιορισμούς που μας έχουν επιβληθεί μας δίνεται και φέτος μια ξεχωριστή ευκαιρία, πνευματικά «να υπάγωμεν έως Βηθλεέμ» (Λουκάς Β/2: 15). Να επισκεφθούμε με το νου, την πίστη και τη φαντασία μας τη Βηθλεέμ και να γονατίσουμε μπροστά στη φάτνη του νεογέννητου Χριστού, καταθέτοντας για δώρα το ευχαριστώ της καρδιάς μας, την ευγνωμοσύνη μας «για μια τόσο μεγάλη σωτηρία» (Εβραίους Β/2: 3). 
     Αγαπητέ φίλε, φίλη, σε καλώ να «υπάγωμεν έως Βηθλεέμ» για να προσκυνήσουμε «το παιδίον», αντλώντας δύναμη και αισιοδοξία, που τόσο πολύ έχουμε ανάγκη, κρατώντας βαθιά μέσα μας την υπόσχεση Του ότι θα ξανάρθει, για να μας πάρει και να μας οδηγήσει στη δόξα, εκεί που είναι Αυτός. «υπάγω να σας ετοιμάσω τόπον και αφού υπάγω και σας ετοιμάσω τόπον, πάλιν έρχομαι και θέλω σας παραλάβει προς εμαυτόν, διά να είσθε και σεις, όπου είμαι εγώ» (Ιωάννης ΙΔ/14: 2,3). 
    Ας μην ξεχνάμε ποτέ ότι το «παιδίον της Βηθλεέμ» είναι «ο λέων εκ της φυλής Ιούδα» (Αποκάλυψη Ε/5: 5), είναι «ο ων και ο ην και ο ερχόμενος» (Αποκάλυψη ΙΑ/11: 17), είναι «ο κεχρισμένος Σωτήρας του ουρανού» (Πράξεις Δ/4: 12), είναι «ο νικητής του Άδη και του θανάτου» (Αποκάλυψη Α/1: 18). 

    Με τις σκέψεις αυτές θα ήθελα να ευχηθώ σε όλους τους αναγνώστες του blog: «ΚΑΛΑ, ΧΑΡΟΥΜΕΝΑ, ΕΥΤΥΧΙΣΜΕΝΑ, ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ». ---

Πέμπτη 21 Οκτωβρίου 2021

ΘΥΣΙΑ ΟΛΟΚΑΥΤΩΜΑΤΟΣ.

        "ΘΥΣΙΑ   ΟΛΟΚΑΥΤΩΜΑΤΟΣ". 

         Βιβλίο «ΛΕΥΙΤΙΚΟΎ» , κεφ. Α’

       Ο Θεός μέσα στην Πανσοφία Του έπλασε τον άνθρωπο και τον εγκατέστησε στον Παράδεισο, που ήταν ένας χώρος απόλυτης ευδαιμονίας, χαράς και ευτυχίας γι’ αυτόν. Στον ονειρεμένο αυτό κήπο του Παραδείσου ο Θεός κατέβαινε τα ωραία εκείνα δειλινά και συνομιλούσε με τον άνθρωπο έχοντας κοινωνία μαζί του (Γένεση Γ/3: 8). Μέσα σ’ αυτό το ειδυλλιακό περιβάλλον δεν άργησε να μπει η αμαρτία. Ο άνθρωπος παρασυρμένος από τον αιώνιο εχθρό της ψυχής, τον "ανθρωποκτόνο" διάβολο, που είναι «ο πατέρας του ψεύδους» (Ιωάννης Η/8: 44) παράκουσε το Θεό με αποτέλεσμα να αμαρτήσει, να αποστατήσει και στη συνέχεια να εδιωχθεί από τον Παράδεισο (Γένεση Γ/3: 24). 
     Από την πρώτη στιγμή που βρέθηκε ο άνθρωπος έξω από το χώρο της Εδέμ, μακριά από την παρουσία του Θεού, αισθάνθηκε την ανάγκη να επικοινωνήσει με τον πλάστη και δημιουργό του. Πώς όμως να επικοινωνήσει; Η αμαρτία είχε μπει στη ζωή του και είχε δημιουργήσει μεγάλο και αξεπέραστο χάσμα. Είχε ορθώσει ανυπέρβλητα εμπόδια και πλέον κάθε επικοινωνία με το Θεό ήταν αδύνατη. Για να υπάρξει επικοινωνία, έπρεπε να τακτοποιηθεί το μεγάλο και απροσπέλαστο εμπόδιο της αμαρτίας. Για να φύγει από το μέση αυτό το εμπόδιο ή θα έπρεπε ή ο άνθρωπος να στηριχτεί στις δικές του δυνάμεις για να το πετύχει, πράγμα αδύνατον, ή θα έπρεπε να ακολουθήσει τον τρόπο τον οποίον υποδείκνυε ο Θεός. 
       Ο Θεός παρά την αμαρτία του ανθρώπου δεν τον εγκατέλειψε, δεν απομακρύνθηκε από κοντά του, αλλά συνέχισε να ενεργεί με αγάπη, για να τον προσεγγίσει και να τον φέρει κοντά Του, για να συνάψει μία στενή αιώνια πνευματική σχέση μαζί του. Δια του προφήτου «Ιεζεκιήλ» (ΛΓ/33: 11) παραγγέλνει προς το λαό Του: «Πες τους: Ζω εγώ, λέει ο Κύριος ο Θεός, δεν θέλω τον θάνατο του αμαρτωλού, αλλά να επιστρέψει ο ασεβής από τον δρόμο του και να ζει επιστρέψτε, επιστρέψτε από τους πονηρούς σας δρόμους γιατί να πεθάνετε, οίκος Ισραήλ;» 
     Η αμαρτία στέκεται ένα αξεπέραστο εμπόδιο στη σχέση του ανθρώπου με το Θεό. Χωρίζει τον αμαρτωλό άνθρωπο από τον δίκαιο Θεό, έτσι ώστε να μη μπορεί να υπάρξει καμία επαφή ή επικοινωνία μαζί Του. Σύμφωνα με τον αιώνιο λόγο του Θεού «ο μισθός της αμαρτίας είναι θάνατος» (Ρωμαίους Σ/6: 23). Συνεπώς ο άνθρωπος θα έπρεπε να πεθάνει εξαιτίας της αμαρτίας του. Μέσα στην Πανσοφία Του ο Θεός από αγάπη για τον άνθρωπο είχε συλλάβει ένα σχέδιο σωτηρίας του ανθρώπου πάνω στη βάση της "εξιλέωσης" του αμαρτωλού. 
     Η λέξη «εξιλέωση» σημαίνει «εξευμένιση, κατευνασμός, κάλυψη αμαρτιών». Ο άνθρωπος έχει ανάγκη να εξιλεωθεί από την αμαρτία με την οποίαν έχει γεννηθεί και ζει καθημερινά (Ψαλμός ΝΑ/51: 5, Ρωμαίους Γ/3: 23, 24). Ο Αδάμ με την παρακοή του στο Θεό έχασε την κοινωνία μαζί Του και κληροδότησε στους απογόνους του την αμαρτία και το θάνατο. Ο Απ. Παύλος εξηγεί στους Χριστιανούς της Ρώμης: «καθώς δι' ενός ανθρώπου η αμαρτία εισήλθεν εις τον κόσμον και διά της αμαρτίας ο θάνατος, και ούτω διήλθεν ο θάνατος εις πάντας ανθρώπους, επειδή πάντες ήμαρτον» (Ρωμαίους Ε/5: 12). 
     Στην κατάσταση της αμαρτίας και της απομάκρυνσης από το Θεό που βρέθηκε ο άνθρωπος, κανένας δε μπορούσε να του προσφέρει σωτηρία. Δε μπορούσε αδελφός να σώσει αδελφό. "ουδείς δύναται ποτέ να εξαγοράση αδελφόν, μηδέ να δώση εις τον Θεόν λύτρον δι' αυτόν" (Ψαλμός ΜΘ/49: 7). Προκειμένου να επιτευχθεί η εξιλέωση, δηλαδή η κάλυψη της αμαρτίας και η απαλλαγή του ανθρώπου απ’ αυτήν, θα έπρεπε, χάριν της Θείας Δικαιοσύνης, να γίνει μία προσφορά από μια τέλεια και αναμάρτητη ζωή. Στην "Παλαιά Οικονομία" σύμφωνα με τις οδηγίες του Θεού οι Ισραηλίτες έπρεπε να προσφέρουν θυσίες αθώων ζώων ή πτηνών (νεοσσούς περιστεριών ή τρυγόνια) προκειμένου να κάνουν εξιλέωση (Έξοδος ΚΘ/29: 36 & Λευιτικό Δ/4: 20). 
     Έτσι λοιπόν, για να γίνει εξιλέωση της αμαρτίας, έμπαινε ανάμεσα στο δίκαιο Θεό και τον αμαρτωλό άνθρωπο ένα «αθώο ζώο» και πέθαινε αυτό στη θέση του αμαρτωλού ανθρώπου. Με τον  τρόπο αυτό "σκεπαζόταν" η αμαρτία, ώστε να μην τη βλέπει ο δίκαιος Θεός και ταυτόχρονα προστατευόταν ο αμαρτωλός άνθρωπος από τη δίκαιη οργή του Θεού. Αυτός ήταν ο μόνος τρόπος επικοινωνίας του ανθρώπου με το Θεό. Σε ολόκληρη της Παλαιά Διαθήκη γίνεται ιδιαίτερος λόγος για την «εξιλαστήρια θυσία». 

      ΕΞΙΛΕΩΣΗ ΣΤΗΝ ΠΑΛΑΙΑ ΔΙΑΘΗΚΗ. 
      Η λέξη "εξιλεώνω" σημαίνει στο αρχικό κείμενο "σκεπάζω". Ο Νόμος δήλωνε ότι όποιος ερχόταν ενώπιον του Θεού έπρεπε να είναι καθαρός και αμόλυντος. Ο Θεός δεν παραβλέπει ούτε επιδοκιμάζει την αμαρτία, όποια μορφή και αν έχει αυτή (Αβακούμ Α/1: 13). Έτσι λοιπόν το άτομο που είχε  αμαρτήσει για οποιονδήποτε λόγο, έπρεπε πρώτα να προσφέρει μία προσφορά για αμαρτία ή ενοχή προκειμένου να γίνει αποκατάσταση, να "σκεπαστεί" η αμαρτία του και να είναι ευπρόσδεκτο μπροστά στο Θεό. Με την προσφερόμενη θυσία, που γινόταν με τη θέλησή του, αναγνώριζε και διακήρυττε δημόσια την αμαρτία του και επικαλείτο το Έλεος του Θεού, τη στοργική Του καλοσύνη, την μακροθυμία και τους οικτιρμούς Του προς το λαό Του. 
     Το βιβλίο του «ΛΕΥΙΤΙΚΟΥ» κυρίως θέλει να μας διδάξει δύο σπουδαίες αλήθειες: 
     1/ Άγιοι θέλετε είσθαι, διότι Εγώ Κύριος ο Θεός σας είμαι Άγιος.
     2/ Η αμαρτία χωρίζει τον άνθρωπο από τον Άγιο Θεό. 
  Γι’ αυτό το λόγο στο πρώτο κεφάλαιό του γίνεται ιδιαίτερη αναφορά στη «θυσία του Ολοκαυτώματος». Στη θυσία αυτή υπήρχαν τρεις βαθμίδες ανάλογα με την οικονομική κατάσταση και το σκοπό του προσφέροντος: Ένα βόδι από το κοπάδι (εδ. 3), ή ένα πρόβατο ή κατσίκι από κοπάδι (εδ. 10), ή ένα τρυγόνι ή ένα μικρό περιστέρι. Όλα τα προσφερόμενα ζώα θα έπρεπε να είναι αρσενικά, ήμερα και χωρίς κανένα απολύτως ελάττωμα. 
      Αυτός που προσέφερε το ζώο το έφερνε στην είσοδο της σκηνής του Μαρτυρίου κοντά στο χάλκινο θυσιαστήριο (εδ. 3) και ακουμπούσε το χέρι του στο κεφάλι του θύματος (εδ. 4). Στη συνέχεια έσφαζε το βόδι (εδ. 5) ή το αρνί, ή το κατσίκι (εδ. 11) και αφού το έγδερνε, το τεμάχιζε σε κομμάτια (εδ. 6, 12) και αμέσως μετά έπλενε τα εντόσθια και τα πόδια με νερό (εδ. 9, 13). 
     Η συνέχεια ανήκε στους ιερείς, οι οποίοι ράντιζαν με το αίμα του ζώου γύρωθεν το θυσιαστήριο (εδ. 5, 11). Μετά απ’ αυτά πάνω στη φωτιά του θυσιαστηρίου, η οποία δεν έσβηνε ποτέ, τοποθετούσαν τα κομμάτια του ζώου (εδ. 8, 12). Το προσφερόμενο ζώο καιγόταν ολοκληρωτικά και δεν έμενε απ’ αυτό τίποτα απολύτως παρά μόνον στάχτη. Με τη στάχτη αυτή ράντιζαν τον κόσμο που συμβολικά καθαριζόταν. 
   Ιδιαίτερη σημασία είχε η ετήσια "Ημέρα του Εξιλασμού" ή "Ημέρα των Καλύψεων" του λαού Ισραήλ όταν ο αρχιερέας, μία φορά το χρόνο, έμπαινε στα "Άγια των Αγίων" και ράντιζε με αίμα το σκέπαστρο (το ιλαστήριον) της Κιβωτού της Διαθήκης. Πριν την είσοδό του στα "Άγια των Αγίων" προσέφερε θυσίες ζώων και έκανε εξιλέωση για τον εαυτόν του, για το ιερατείο και για το λαό (Λευιτικό ΙΣ/16). Τα ζώα που θυσιάζονταν θα έπρεπε να είναι τέλεια και με τον τρόπο αυτό της θυσίας δινόταν «ζωή αντί ζωής». Καθώς λοιπόν χυνόταν το αίμα και ραντιζόταν μ’ αυτό το θυσιαστήριο, γινόταν "εξιλέωση της αμαρτίας" (Λευιτικό ΙΖ/17: 11). 
     Πολλές φορές η μεγαλύτερη μερίδα του λαού, ζώντας μακριά από το Θεό, συμμετείχε τυπικά στις θυσίες, χωρίς  ουσιαστική  πίστη. Ο Θεός διά του Προφήτη "Ωσηέ" (κεφ. Σ/6, εδ. 6) τους προειδοποιεί: "έλεος θέλω, και όχι θυσία και επίγνωση Θεού περισσότερο, παρά ολοκαυτώματα". Ο Θεός ήθελε να έχουν αγάπη μέσα τους γι' Αυτόν και για τους ανθρώπους γύρω τους και όχι να κάνουν τυπικές θυσίες. Ήθελε να Τον αναγνωρίσουν ως Θεό τους, παρά να του προσφέρουν ολοκαυτώματα, χωρίς η καρδιά του να έχει επίγνωση Θεού. 
 
      ΕΞΙΛΕΩΣΗ ΣΤΗΝ ΚΑΙΝΗ ΔΙΑΘΗΚΗ. 
   Οι Χριστιανοί δεν προσφέρουν ολοκαυτώματα, αλλά προσφέρουν μια συνεχή πνευματική θυσία.
     Η εξιλέωση που γινόταν με τον παραπάνω τρόπο είναι γεγονός ότι δεν ήταν πλήρης πειδή, ο νόμος, ο οποίος αποτελεί σκιά των μελλοντικών αγαθών, όχι την ίδια την εικόνα των πραγμάτων, δεν μπορεί ποτέ με τις ίδιες θυσίες που προσφέρονται, πάντοτε, κάθε χρόνο, να τελειοποιήσει αυτούς που προσέρχονται" (Εβραίους Ι/10: 1). Όλα αυτά που γίνονταν στην «Παλαιά Οικονομία» δεν ήταν παρά τύποι, σκιές και προεικόνιση μιας άλλης τέλειας και μοναδικής θυσίας εξιλέωσης που θα γινόταν από τον Άγιο και Αναμάρτητο Υιό του Θεού του ζώντος, ο οποίος για το σκοπό αυτό προσφέρθηκε με τη θέλησή Του ως "αμνός του Θεού" χωρίς ψεγάδι και χωρίς καμία κηλίδα. Ο Ιησούς ερχόμενος στον κόσμο μας λέει: "«Θυσία και προσφορά δεν θέλησες, αλλά μου ετοίμασες ένα σώμα. Σε ολοκαυτώματα και προσφορές περί αμαρτίας δεν ευαρεστήθηκες. Τότε, είπα: Δες, έρχομαι, (στον τόμο τού βιβλίου είναι γραμμένο για μένα), για να κάνω, ω Θεέ, το θέλημά σου» (Εβραίους Ι/10: 5-7).
       Ο Κύριος Ιησούς δεν ήρθε για να διαιωνίσει τις θυσίες, τα ολοκαυτώματα και τις προσφορές, οι οποίες ήταν "τύποι" και σκιές των "μελλόντων αγαθών" και πλέον δεν είχαν την επιδοκιμασία του Θεού από τη στιγμή που είχε έρθει ο Υιούς Του, "ο αμνός του Θεού", που θα σήκωνε την αμαρτία του κόσμου. Ήρθε ως "ο Μονογενής Υιός του Θεού". Ήταν το "σπέρμα της γυναικός" (Γένεση Γ/3: 15) και σκοπός Του ήταν να καταστρέψει τα έργα του διαβόλου, να συντρίψει το σατανά στο κεφάλι, ενώ Αυτός επρόκειτο να πληγεί στη φτέρνα. Με τον τρόπο αυτό και σύμφωνα με τα προαιώνια και θαυμαστά σχέδια του Θεού ο Θεός θα πρόσφερε έναν Σωτήρα για ολόκληρη την ανθρωπότητα. Έτσι λοιπόν ο Θεός "Αυτόν που δεν γνώρισε αμαρτία τον έκανε αμαρτία για μας, ώστε να γίνουμε εμείς δικαιοσύνη του Θεού δι' Αυτού" (Β' Κορινθίους Ε/5: 21).
        Ο Ιησούς έρχεται στο κόσμο και θυσιάζεται και "καίγεται ολοκληρωτικά" πάνω στο σταυρό από τη φωτιά της "Θείας Κρίσης" και με τον τρόπο αυτό Αυτός γίνεται η "εξιλαστήρια θυσία" για τις αμαρτίες μας.  Στην επιστολή "Α' Ιωάννου" (κεφ. Β/2, εδ. 2) αναφέρεται:υτός είναι μέσον εξιλασμού για τις αμαρτίες μας και όχι μονάχα για τις δικές μας, αλλά και για τις αμαρτίες όλου τού κόσμου". Αντί η φωτιά να πέσει πάνω μου και πάνω σου, έπεσε πάνω στον Κύριο Ιησού Χριστό, ο οποίος για χάρη ημών των αμαρτωλών φορτώθηκε τις αμαρτίες μας και με τη θυσία Του εξόφλησε το χρέος των αμαρτιών μας. Η μοναδική και ανεπανάληπτη αυτή θυσία έφερε την πλήρη εξιλέωση της ανθρώπινης αμαρτίας. Ο μόνος τρόπος για να σκεπαστεί η αμαρτία μας από τα μάτια του Άγιου Θεού, είναι η θυσία του Ιησού Χριστού. 
     Ο Ιησούς Χριστός απόλυτα προσηλωμένος στη διάπραξη του θελήματος του Πατέρα Θεού, λέγει διά του Δαβίδ: «χαίρω, Θεέ μου, να εκτελώ το θέλημά σου και ο νόμος σου είναι εν τω μέσω της καρδίας μου» (Ψαλμός Μ/40: 8). Έτσι λοιπόν «όταν ήρθε το πλήρωμα του χρόνου, ο Θεός εξαπέστειλε τον Υιό του, ο οποίος γεννήθηκε από γυναίκα και υποτάχθηκε στον νόμο για να εξαγοράσει αυτούς που ήσαν κάτω από τον νόμο, ώστε να λάβουμε την υιοθεσία» (Γαλάτας Δ/4: 4,5). Ο Ιησούς Χριστός άφησε τη δόξα που είχε στον ουρανό και ήρθε ανάμεσά μας. «αλλ' εαυτόν εκένωσε λαβών δούλου μορφήν, γενόμενος όμοιος με τους ανθρώπους» (Φιλιππησίους Β/2: 7). Στην επιστολή «προς Εβραίους» (κεφ. Β/2, εδ. 17) αναφέρεται: «Όθεν έπρεπε να ομοιωθεί κατά πάντα με τους αδελφούς, διά να γίνει ελεήμων και πιστός αρχιερεύς εις τα προς τον Θεόν, διά να κάμνει εξιλέωσιν υπέρ των αμαρτιών του λαού». 
    Όλες οι θυσίες της Π.Δ. προεικόνιζαν και υποδείκνυαν τον ερχομό του Μεσσία καθώς και την μοναδική "θυσία ολοκαυτώματος", που θα γινόταν από Εκείνον, προκειμένου οριστικά και αμετάκλητα να απαλλαγεί ο άνθρωπος από την αμαρτία του. Ως τέλειος και αναμάρτητος ο Ιησούς Χριστός με τη θυσία ολοκαυτώματος πάνω στο σταυρό του Γολγοθά αποτέλεσε τη μεγάλη προσφορά του ουρανού για την εξιλέωση της ανθρώπινης αμαρτίας και κατά συνέπεια την απαλλαγή του ανθρώπου από τον "αιώνιο θάνατο" (Β’ Κορινθίους Ε/5: 21). Έτσι λοιπόν κατά τον ορισμένον καιρόν «ο Χριστός απέθανε διά τας αμαρτίας ημών κατά τας γραφάς» (Α’ Κορινθίους ΙΕ/15: 3). Ο Απ. Πέτρος αναφέρει: «όστις τας αμαρτίας ημών αυτός εβάστασεν εν τω σώματι αυτού επί του ξύλου, διά να ζήσωμεν εν τη δικαιοσύνη, αποθανόντες κατά τας αμαρτίας με του οποίου την πληγήν ιατρεύθητε» (Α’ Πέτρου Β/2: 24). Και στην ίδια επιστολή συμπληρώνει: «ο Χριστός άπαξ έπαθε διά τας αμαρτίας, ο δίκαιος υπέρ των αδίκων, διά να φέρει ημάς προς τον Θεόν, θανατωθείς μεν κατά την σάρκα, ζωοποιηθείς δε διά του πνεύματος» (Α’ Πέτρου Γ/3: 18). Ο Προφήτης "Ησαΐας" επτακόσια χρόνια προ Χριστού προβλέποντας διά Πνεύματος Αγίου την εξιλαστήρια θυσία του Ιησού Χριστού αναφέρει: «Αλλ' αυτός ετραυματίσθη διά τας παραβάσεις ημών, εταλαιπωρήθη διά τας ανομίας ημών η τιμωρία, ήτις έφερε την ειρήνην ημών, ήτο επ' αυτόν και διά των πληγών αυτού ημείς ιάθημεν» (Ησαΐας ΝΓ/53: 5). 
     Σύμφωνα με την επιστολή «προς Εβραίους» (κεφ. Ι/10, εδ. 12) «αυτός αφού προσέφερε μίαν θυσίαν υπέρ αμαρτιών, κάθισε διαπαντός εν δεξιά του Θεού». Ο Ιησούς Χριστός με την απόλυτη υπακοή Του στον Πατέρα Θεό έγινε «ο άμωμος Αμνός του Θεού ο αίρων την αμαρτίαν του κόσμου» (Ιωάννης Α/1: 29, 36 – Α’ Κορινθίους Ε/5: 7 – Αποκάλυψη Ε/5: 12 & ΙΓ/13: 8). Η συγχώρηση των αμαρτιών μας γίνεται μέσω του «αθώου αίματος» του Ιησού Χριστού που χύθηκε πάνω στο σταυρό. Σύμφωνα με τον συγγραφέα της επιστολής «προς Εβραίους» (Θ/9: 22) «με αίμα καθαρίζονται πάντα κατά τον νόμον, και χωρίς χύσεως αίματος δεν γίνεται άφεσις». Ο λόγος του Θεού μας διαβεβαιώνει: «το αίμα του Ιησού Χριστού του Υιού αυτού καθαρίζει ημάς από πάσης αμαρτίας» (Α’ Ιωάννου Α/1: 7 – Εβραίους Θ/9: 13,14 – Αποκάλυψη Α/1: 5). 
      Η τέλεια και αναμάρτητη ζωή του Χριστού δόθηκε ως «θυσία ολοκαυτώματος» και ο Κύριος κάηκε ολοκληρωτικά πάνω στο θυσιαστήριο του σταυρού για την εξιλέωση της αμαρτίας μας και τη σωτηρία όλων των ανθρώπων. Πρόκειται για μία θυσία «εις οσμήν ευωδίας» στο Θεό, σαν ένα ευωδιαστό άρωμα στην παρουσία Του. Ο Ίδιος ο Κύριος διακήρυξε: «ο Υιός του ανθρώπου δεν ήλθε διά να υπηρετηθεί, αλλά διά να υπηρετήσει και να δώσει την ζωήν αυτού λύτρον αντί πολλών» (Μάρκος Ι/10: 45). 
      Ο Θεός έκανε δυνατή τη συμφιλίωση μεταξύ του Ίδιου και του αμαρτωλού ανθρώπου, μέσω της εξιλαστήριας θυσίας του Χριστού, μέσω του τέλειου και ολοκληρωμένου Έργου του σταυρού. 
      Ο Απ. Παύλος αναφέρει προς τους Χριστιανούς της Ρώμης: «Διότι εάν εχθροί όντες εφιλιώθημεν με τον Θεόν διά του θανάτου του Υιού αυτού, πολλώ, μάλλον φιλιωθέντες θέλομεν σωθή διά της ζωής αυτού και ουχί μόνον τούτο, αλλά και καυχώμενοι εις τον Θεόν διά του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, διά του οποίου ελάβομεν τώρα την φιλίωσιν» (Ρωμαίους Ε/5: 11). Δεν υπάρχει άλλος τρόπος προσέγγισης - συμφιλίωσης του ανθρώπου με το Θεό παρά μόνον διά Ιησού Χριστού. Ο Θεός δεν προσεγγίζεται με κανέναν απολύτως άλλο τρόπο. Δε μπορεί ο άνθρωπος να πλησιάσει το Θεό με την καλοσύνη του, με τα καλά του έργα, με τη φαινομενική του ευσέβεια και βεβαίως σε καμία περίπτωση με το όνομα του δόγματός του. Ο Θεός προσεγγίζεται μόνον μέσω του Ιησού Χριστού. Στην επιστολή «προς Εβραίους» (κεφ. Ι/10: 19) αναφέρεται: «Έχοντες λοιπόν, αδελφοί, παρρησίαν να εισέλθωμεν εις τα άγια διά του αίματος του Ιησού, διά νέας και ζώσης οδού, την οποίαν καθιέρωσεν εις ημάς διά του καταπετάσματος, τουτέστι της σαρκός αυτού». 
     Στο βιβλίο των «Πράξεων των Αποστόλων» (Δ/4: 12) ο Απ. Πέτρος διακηρύσσει την ημέρα της Πεντηκοστής προς όλο το λαό: «και δεν υπάρχει δι' ουδενός άλλου η σωτηρία διότι ούτε όνομα άλλο είναι υπό τον ουρανόν δεδομένον μεταξύ των ανθρώπων, διά του οποίου πρέπει να σωθώμεν». 
       Στην επιστολή «προς Ρωμαίους» (κεφ. Ε/5, εδ. 6-10) ο Απ. Παύλος αναφέρει: 
6 Επειδή ο Χριστός, ότε ήμεθα έτι ασθενείς, απέθανε κατά τον ωρισμένον καιρόν υπέρ των ασεβών. 
7 Διότι μόλις υπέρ δικαίου θέλει αποθάνει τις επειδή υπέρ του αγαθού ίσως και τολμά τις να αποθάνει  
8 αλλ' ο Θεός δεικνύει την εαυτού αγάπην εις ημάς, διότι ενώ ημείς ήμεθα έτι αμαρτωλοί, ο Χριστός απέθανεν υπέρ ημών 
9 Πολλώ μάλλον λοιπόν αφού εδικαιώθημεν τώρα διά του αίματος αυτού, θέλομεν σωθή από της οργής δι' αυτού. 
10 Διότι εάν εχθροί όντες εφιλιώθημεν με τον Θεόν διά του θανάτου του Υιού αυτού, πολλώ, μάλλον φιλιωθέντες θέλομεν σωθή διά της ζωής αυτού. 
      Ο άνθρωπος σύμφωνα με το Νόμο του Θεού και σύμφωνα με τους κανόνες της Θείας δικαιοσύνης έπρεπε να πεθάνει εξαιτίας της αμαρτίας του. Όμως ο Θεός από αγάπη και μόνον δεν άφησε τον άνθρωπο να πεθάνει, αλλά έστειλε τον Υιόν του το Μονογενή, το «εσφαγμένον αρνίον προ καταβολής κόσμου» (Α’ Πέτρου Α/1: 20) και πέθανε Αυτός στη θέση μας, ικανοποιώντας έτσι τη Θεία Δικαιοσύνη και ταυτόχρονα προσφέροντας συγχώρηση στον μετανοημένο αμαρτωλό άνθρωπο. Έτσι διά Ιησού Χριστού επιτεύχθηκε «ειρήνη με το Θεό» (Ρωμαίους Ε/5: 1). Πόσο αποκαλυπτικός είναι ο Απ. Παύλος γράφοντας προς τους Χριστιανούς της πόλεως των Κολοσσών: 
19 διότι εν αυτώ ηυδόκησεν ο Πατήρ να κατοικήση παν το πλήρωμα 
20 και δι' αυτού να συνδιαλλάξη τα πάντα προς εαυτόν, ειρηνοποιήσας διά του αίματος του σταυρού αυτού, δι' αυτού, είτε τα επί της γης είτε τα εν τοις ουρανοίς. 
21 Και σας, οίτινες ήσθε ποτέ απηλλοτριωμένοι και εχθροί κατά την διάνοιαν με τα έργα τα πονηρά, 
22 τώρα όμως διήλλαξε προς εαυτόν διά του σώματος της σαρκός αυτού διά του θανάτου, διά να σας παραστήση ενώπιον αυτού αγίους και αμώμους και ανεγκλήτους, 
23 εάν επιμένητε εις την πίστιν, τεθεμελιωμένοι και στερεοί και μη μετακινούμενοι από της ελπίδος του ευαγγελίου, το οποίον ηκούσατε, του κηρυχθέντος εις πάσαν την κτίσιν την υπό τον ουρανόν, του οποίου εγώ ο Παύλος έγεινα υπηρέτης (Κολοσσαείς Α/1: 19-23). 
      Αυτός ήταν ο λόγος που ο Ιησούς Χριστός ήρθε ανάμεσά μας, «έγινε όμοιος με ημάς παρ’ εκτός αμαρτίας» (Φιλιππησίους Β/2: 7). Ο μαθητής της αγάπης, ο "Ιωάννης", στην πρώτη επιστολή του (κεφ. Δ/4, εδ. 10) αναφέρει: «Εν τούτω είναι η αγάπη, ουχί ότι ημείς ηγαπήσαμεν τον Θεόν, αλλ' ότι αυτός ηγάπησεν ημάς και απέστειλε τον Υιόν αυτού ιλασμόν περί των αμαρτιών ημών». Και ο συγγραφέας της επιστολής «προς Εβραίους» (κεφ. Β/2, εδ. 17) μας διευκρινίζει: «Όθεν έπρεπε να ομοιωθή κατά πάντα με τους αδελφούς, διά να γίνει ελεήμων και πιστός αρχιερεύς εις τα προς τον Θεόν, διά να κάμνει εξιλέωσιν υπέρ των αμαρτιών του λαού». 
      Με την εξιλαστήρια θυσία του Ιησού Χριστού εξαλείφθηκε ο λόγος της καταδίκης του ανθρώπου και πλέον το Έλεος και η Αγάπη του Θεού έρχονται να σκεπάσουν τον αμαρτωλό άνθρωπο, να τον συμφιλιώσουν με τον Άγιο Θεό και να του χαρίσουν αιώνια ζωή. «Διότι ο μισθός της αμαρτίας είναι θάνατος, το δε χάρισμα του Θεού ζωή αιώνιος διά Ιησού Χριστού του Κυρίου ημών» (Ρωμαίους Σ/6: 23). Για ό,τι πλέον συμβεί ακούσια στη ζωή μας που είναι αντίθετο με το θέλημα του Θεού και πάλι ο «Ιωάννης» έρχεται να μας διαβεβαιώσει: «Τεκνία μου, ταύτα σας γράφω διά να μη αμαρτήσητε. Και εάν τις αμαρτήση, έχομεν παράκλητον προς τον Πατέρα, τον Ιησούν Χριστόν τον δίκαιον και αυτός είναι ιλασμός περί των αμαρτιών ημών, και ουχί μόνον περί των ημετέρων, αλλά και περί όλου του κόσμου» (Α’ Ιωάννου Β/2: 1,2). 
      Η εξιλέωση έγινε, το τέλειο και ολοκληρωμένο Έργο του Σταυρού του Χριστού έχει ολοκληρωθεί. Αυτό σημαίνει το «τετέλεσται» του Κυρίου πάνω στο σταυρό, η ζωή νίκησε το θάνατο, η αγκαλιά του Πατέρα Θεού άνοιξε. Ο Θεός δε ζητάει τίποτα άλλο από τον αμαρτωλό άνθρωπο, αρκεί σ’ Αυτόν η ολοκληρωμένη, αιώνια εξιλαστήρια προσφορά του Ιησού Χριστού. Ο Θεός ευαρεστήθηκε σ’ αυτήν και «ανέστησεν Αυτόν από τους νεκρούς λύσας τας ωδίνας του θανάτου, διότι δεν ήτο δυνατόν να κρατήται υπ' αυτό» (Πράξεις ΙΓ/13: 30). Πλέον όποιος έχει το Χριστό έχει τη ζωή (Α’ Ιωάννου Ε/5: 12), ο δε Θεός μαζί με το Χριστό μας χαρίζει τα πάντα. 
       Ωστόσο, για να απολαύσει ο αμαρτωλός άνθρωπος τη μοναδική σωτηρία που προσφέρει ο Θεός διά Ιησού Χριστού, θα πρέπει να μετανοήσει ειλικρινά για τον «παρελθόντα καιρόν», για τον «καιρόν της αγνοίας» (Πράξεις ΙΖ/17: 30) και να πιστέψει ολοκληρωτικά στη μεγάλη προσφορά του Ουρανού, στο Έργο της λύτρωσης, της Εξιλέωσης δια του Αίματος Αυτού (Ρωμαίους Γ/3: 21-26), της αντικατάστασης στο θάνατο του αμαρτωλού ανθρώπου, που έκανε ο Ιησούς Χριστός πάνω στο σταυρό του Γολγοθά και πλέον να πορευθεί σε μία «κατά Χριστόν» ζωή. 
    Το παντοδύναμο αίμα του Ιησού Χριστού έχει δύναμη συγχώρησης και πρέπει να εμπιστευόμαστε τη συγχώρεση του Θεού και να μην αφήνουμε το διάβολο να μας βάζει αυτοκατάκριση και να μας υπενθυμίζει αμαρτίες του παρελθόντος που έχουν συγχωρεθεί και τις οποίες «ο Θεός δεν ενθυμείται πλέον» (Εβραίους Ι/10: 17). Ο Θεός θέλει να καθαρίσει τη συνείδηση μας από «νεκρά έργα», για να λατρεύουμε το ζωντανό και αληθινό Θεό. Επειδή ο Χριστός προσέφερε οικειοθελώς τον εαυτό Του, ο Θεός του έδωσε το δικαίωμα να είναι Μεσίτης «Νέας Διαθήκης» (Εβραίους Θ/9: 15). Η καινούρια συμφωνία του Θεού με τον άνθρωπο ονομάζεται «Καινή Διαθήκη». Στη θέση του αμαρτωλού στην Π.Δ. καταδικαζόταν και θυσιαζόταν ένα αθώο ζώο. Στην Καινή Διαθήκη καταδικάστηκε και θυσιάστηκε για τις αμαρτίες μας «μία φορά» και για πάντα (Εβραίους Ι/10: 10) ο Υιός του Θεού. Η εξιλαστήρια θυσία του Ιησού Χριστού υπήρξε τέλεια και ολοκληρωτική, μία και παντοτινή, ανεπανάληπτη και αμετάκλητη εις τον αιώνα. Δε μπορεί ο άνθρωπος να ζήσει σύμφωνα με το θέλημα του Θεού, αν δεν είναι ενωμένος διά της πίστεως με τον Ιησού Χριστό, που είναι "η πηγή της ζωής", που είναι η "οδός" και η "αλήθεια". Άλλωστε ο ίδιος ο Κύριος διακήρυξε: «άνευ εμού ου δύνασθε ποιείν ουδέν» (Ιωάννης ΙΕ/15: 5). 
       Ο Ιησούς Χριστός με την εξιλαστήρια θυσία Του έγινε το Α και το Ω στη σχέση μας με το Θεό, η αρχή και το τέλος. Είναι «αυτός που ζει, και έγινε νεκρός και δες, είναι ζωντανός στους αιώνες των αιώνων και έχει τα κλειδιά τού Άδη και του θανάτου» (Αποκάλυψη Α/1: 18). Είναι "ο αρχηγός και τελειωτής της πίστεώς μας". Είναι Αυτός δια του οποίου πρέπει να σωθούμε (Πράξεις Δ/4: 12). Είναι Αυτός διά του οποίου ερχόμαστε με παρρησία μπροστά στο θρόνο του Θεού και Τον αποκαλούμε «Πατέρα» (Ρωμαίους Η/8: 15). 
      Ας προσέξουμε να μην είμαστε επιπόλαιοι απέναντι στην αμαρτία, για την οποία πέθανε ο Υιός του Θεού, αλλά "έχοντας μέγα Αρχιερέα για τον οίκο τού Θεού, ας πλησιάζουμε με αληθινή καρδιά, με πληροφορία πίστης, έχοντας τις καρδιές μας καθαρισμένες από πονηρή συνείδηση, και λουσμένοι το σώμα με καθαρό νερό, ας κρατάμε την ομολογία τής ελπίδας ασάλευτη επειδή, είναι πιστός αυτός που υποσχέθηκε" (Εβραίους Ι/10:  21-23). Ο Χριστός μετά την ένδοξη Ανάστασή Του από τους νεκρούς, καθώς βρίσκεται στο θρόνο Του, στα δεξιά του Πατέρα, παρουσιάζει την αξία του δικού Του αίματος προκειμένου να κάνει εξιλέωση για όλους εκείνους που ασκούν πίστη στη θυσία Του (Εβραίους Θ/9: 10,11 -- 24-26).
      Για τον άνθρωπο που συνειδητά απορρίπτει το Εξιλαστήριο Έργο του Σταυρού του Χριστού και συνεχίζει να αμαρτάνει εκουσίως δεν υπάρχει σωτηρία, αλλά μόνον κρίση και αιώνια καταδίκη. Ο συγγραφέας της επιστολής «προς Εβραίους» (κεφ. Ι/10: 26-29) κατηγορηματικά αναφέρει: 
26 Διότι εάν ημείς αμαρτάνωμεν εκουσίως, αφού ελάβομεν την γνώσιν της αληθείας, δεν απολείπεται πλέον θυσία περί αμαρτιών, 
27 αλλά φοβερά τις απεκδοχή κρίσεως και έξαψις πυρός, το οποίον μέλλει να κατατρώγη τους εναντίους 
28 Εάν τις αθετήση τον νόμον του Μωϋσέως, επί δύο ή τριών μαρτύρων αποθνήσκει χωρίς έλεος 
29 πόσον στοχάζεσθε χειροτέρας τιμωρίας θέλει κριθή άξιος ο καταπατήσας τον Υιόν του Θεού και νομίσας κοινόν το αίμα της διαθήκης, με το οποίον ηγιάσθη, και υβρίσας το Πνεύμα της χάριτος; 
      Ο Απ. Παύλος αναφέρει στην επιστολή «προς Ρωμαίους» (Σ/6: 8-10). 
8 Εάν δε απεθάνομεν μετά του Χριστού, πιστεύομεν ότι και θέλομεν συζήσει μετ' αυτού, 
9 γινώσκοντες ότι ο Χριστός αναστάς εκ νεκρών δεν αποθνήσκει πλέον, θάνατος αυτόν δεν κυριεύει πλέον. 
10 Διότι καθ' ο απέθανεν, απέθανεν άπαξ διά την αμαρτίαν, αλλά καθ' ο ζει, ζει εις τον Θεόν.

        ΕΠΙΛΟΓΟΣ.  
     Ο Ιησούς Χριστός είναι «ο Ων και ο Ην και ο Ερχόμενος» (Αποκάλυψη ΙΑ/11: 17). Ας έχουμε ζωντανή ελπίδα του ερχομού Του μέσα στην καρδιά μας. Θα έρθει για να παραλάβει τη νύμφη Του, την Εκκλησία Του (Α’ Θεσσαλονικείς Δ/4: 13-18), την οποία απέκτησε «ουδέ δι' αίματος τράγων και μόσχων, αλλά διά του ιδίου αυτού αίματος, εισήλθεν άπαξ εις τα άγια, αποκτήσας αιωνίαν λύτρωσιν» (Εβραίους Θ/9: 12). Ο Θεός με τη θυσία του Ιησού Χριστού παραμέρισε τη Διαθήκη του Νόμου με τις διάφορες προσφορές και θυσίες και εισήγαγε το δώρο της "αιώνιας ζωής" (Ρωμαίους Σ/6: 23).  
      Η επιστολής «προς Εβραίους» (Θ/9: 28) μας αποκαλύπτει: «Ούτω και ο Χριστός, άπαξ προσφερθείς διά να σηκώσει τας αμαρτίας πολλών, θέλει φανεί εκ δευτέρου χωρίς αμαρτίας εις τους προσμένοντας αυτόν διά σωτηρίαν». Ας Τον περιμένουμε… και ας γινόμαστε «έτι άγιοι....». Η επιθυμία Του είναι: «Καθώς εκείνος που σας κάλεσε είναι άγιος, έτσι κι εσείς να γίνετε άγιοι σε κάθε διαγωγή» (Α’ Πέτρου Α/1: 15). 
       Ας προσέξουμε κάτι ακόμα. Το μυστικό της ευτυχούς Χριστιανικής ζωής είναι: Η θυσία μας να είναι "ολοκαύτωμα". Η ζωή μας να είναι μία ολοκληρωτική αφιέρωση. --- 


                                              Βιβλίο «ΛΕΥΙΤΙΚΟΎ» , κεφ. Α’.  

1 Και εκάλεσε Κύριος τον Μωϋσήν και ελάλησε προς αυτόν εκ της σκηνής του μαρτυρίου, λέγων, 
2 Λάλησον προς τους υιούς Ισραήλ και ειπέ προς αυτούς, Εάν τις από σας προσφέρη δώρον προς τον Κύριον, θέλετε προσφέρει το δώρον σας από των κτηνών, από των βοών ή από των προβάτων. 
3 Εάν το δώρον αυτού ήναι ολοκαύτωμα από των βοών, αρσενικόν άμωμον ας προσφέρη αυτό παρά την θύραν της σκηνής του μαρτυρίου θέλει προσφέρει αυτό, διά να ήναι δεκτόν ενώπιον του Κυρίου. 
4 Και θέλει επιθέσει την χείρα αυτού επί την κεφαλήν του ολοκαυτώματος και θέλει είσθαι δεκτόν υπέρ αυτού, διά να γείνη εξιλέωσις περί αυτού. 
5 Και θέλουσι σφάξει τον μόσχον ενώπιον Κυρίου και οι υιοί του Ααρών, οι ιερείς, θέλουσι φέρει το αίμα και θέλουσι ραντίσει το αίμα κύκλω επί το θυσιαστήριον το παρά την θύραν της σκηνής του μαρτυρίου. 
6 Και θέλουσιν εκδάρει το ολοκαύτωμα και θέλουσι διαμελίσει αυτό κατά τα μέλη αυτού. 
7 Και οι υιοί του Ααρών του ιερέως θέλουσι βάλει πυρ επί το θυσιαστήριον και θέλουσι στοιβάσει ξύλα επί το πυρ. 
8 Και οι υιοί του Ααρών, οι ιερείς, θέλουσιν επιστοιβάσει τα μέλη, την κεφαλήν και το στέαρ, επί τα ξύλα τα επί του πυρός, του επί του θυσιαστηρίου 
9 τα δε εντόσθια αυτού και τους πόδας αυτού θέλουσι πλύνει με ύδωρ και θέλει καύσει ο ιερεύς τα πάντα επί του θυσιαστηρίου ολοκαύτωμα είναι, θυσία γινομένη διά πυρός εις οσμήν ευωδίας προς τον Κύριον. 
10 Εάν δε το δώρον αυτού διά το ολοκαύτωμα ήναι εκ των ποιμνίων, εκ των προβάτων ή εκ των αιγών, αρσενικόν άμωμον θέλει προσφέρει αυτό. 
11 Και θέλουσι σφάξει αυτό εις τα πλάγια του θυσιαστηρίου προς βορράν ενώπιον Κυρίου και θέλουσι ραντίσει οι υιοί του Ααρών, οι ιερείς, το αίμα αυτού επί το θυσιαστήριον κύκλω 
12 και θέλουσι διαμελίσει αυτό κατά τα μέλη αυτού και την κεφαλήν αυτού και το στέαρ αυτού και θέλει επιστοιβάσει αυτά ο ιερεύς επί τα ξύλα τα επί του πυρός του επί του θυσιαστηρίου 
13 τα δε εντόσθια και τους πόδας θέλουσι πλύνει με ύδωρ και θέλει φέρει τα πάντα ο ιερεύς και καύσει αυτά επί του θυσιαστηρίου ολοκαύτωμα είναι, θυσία γινομένη διά πυρός εις οσμήν ευωδίας προς τον Κύριον. 
14 Και εάν το δώρον αυτού προς τον Κύριον ήναι ολοκαύτωμα από πτηνών, τότε θέλει προσφέρει το δώρον αυτού από τρυγόνων ή από νεοσσών περιστερών. 
15 Και θέλει προσαγάγει αυτό ο ιερεύς προς το θυσιαστήριον και θέλει αποκόψει διά των ονύχων την κεφαλήν αυτού και καύσει αυτό επί του θυσιαστηρίου και το αίμα αυτού θέλει στραγγίσει προς το πλάγιον του θυσιαστηρίου 
16 και θέλει εκβάλει τον πρόλοβον αυτού μετά της κόπρου αυτού και ρίψει αυτά εις τα πλάγια του θυσιαστηρίου κατά ανατολάς, εις τον τόπον της στάκτης 
17 και θέλει διασχίσει αυτό εκ των πτερύγων αυτού, πλην δεν θέλει διαχωρίσει και θέλει καύσει αυτό ο ιερεύς επί του θυσιαστηρίου, επί των ξύλων των επί του πυρός ολοκαύτωμα είναι, θυσία γινομένη διά πυρός εις οσμήν ευωδίας προς τον Κύριον.---

Παρασκευή 1 Οκτωβρίου 2021

ΑΛΑΤΙ ΚΑΙ ΦΩΣ.

             ΑΛΑΤΙ & ΦΩΣ. 

    Ευαγγέλιον "κατά Ματθαίον", κεφ. Ε/5, εδ. 13 -16.  

13 Εσείς είστε το αλάτι της γης αν, όμως, το αλάτι διαφθαρεί, με τι θα αλατιστεί; Δεν χρησιμεύει πλέον σε τίποτε, παρά να ριχτεί έξω, και να καταπατιέται από τους ανθρώπους». 
14 Εσείς είστε το φως τού κόσμου. Πόλη που κείτεται επάνω σε βουνό, δεν μπορεί να κρυφτεί. 
15 Ούτε ανάβουν λυχνάρι, και το βάζουν κάτω από το μόδι, αλλά επάνω στον λυχνοστάτη, και φέγγει σε όλους αυτούς που είναι μέσα στο σπίτι. 
16 Έτσι ας λάμψει το φως σας μπροστά στους ανθρώπους, για να δουν τα καλά σας έργα, και να δοξάσουν τον Πατέρα σας που είναι στους ουρανούς. 

       ΣΧΟΛΙΑ: 
       Ποιος μπορεί ν' αμφισβητήσει την ηθική κατάπτωση στην οποία ευρίσκεται ο κόσμος γύρω μας; Είναι φανερό παντού ότι η αθλιότητα της εποχής μας έχει ξεπεράσει εκείνη κάθε προηγούμενης; Ο Λόγος του Θεού μας έχει προειδοποιήσει για την κατάσταση των ανθρώπων στις ημέρες που ζούμε: 
1 Γίνωσκε δε τούτο, ότι εν ταις εσχάταις ημέραις θέλουσιν ελθεί καιροί κακοί·
2 διότι θέλουσιν είσθαι οι άνθρωποι φίλαυτοι, φιλάργυροι, αλαζόνες, υπερήφανοι, βλάσφημοι, απειθείς εις τους γονείς, αχάριστοι, ανόσιοι,
3 άσπλαγχνοι, αδιάλλακτοι, συκοφάνται, ακρατείς, ανήμεροι, αφιλάγαθοι,
4 προδόται, προπετείς, τετυφωμένοι, φιλήδονοι μάλλον παρά φιλόθεοι,
5 έχοντες μεν μορφήν ευσεβείας, ηρνημένοι δε την δύναμιν αυτής. Και τούτους φεύγε (Β' Τιμοθέου Γ/3: 1-5).
         Ποιος θ' αναχαιτίσει το κακό; Πώς θ' αντιμετωπιστεί η αθεΐα, η αναρχία, η διαφθορά, η αποσύνθεση, οι φόβοι, οι πόνοι, η απόγνωση, η αβεβαιότητα για το αύριο; Πώς τελικά θ' αλατιστεί τούτος ο ανάλατος κόσμος;                                                                                                «Εσείς είστε το άλας της γης». 
     Ο Κύριος Ιησούς μετά από τους «Μακαρισμούς» απευθυνόμενος στους μαθητές Του τους είπε: «Εσείς είστε το αλάτι της γης». Με τα λόγια αυτά ήθελε να τους εξηγήσει ότι  όπως το αλάτι είναι για να νοστιμίζει και να συντηρεί την τροφή, έτσι θα πρέπει να είναι και  οι δικοί Του μέσα στον κόσμο. Αν το αλάτι χάσει την αλμύρα του, δεν μπορεί να την αποκτήσει πάλι και αν μάλιστα ανακατευτεί με χρώματα ή άλλες ακάθαρτες προσμίξεις, καθίσταται εντελώς άχρηστο. Στην κατάσταση αυτή δε χρησιμεύει πλέον σε τίποτα απολύτως. Δεν κάνει ούτε για χώμα, ούτε για κοπριά και αναγκαστικά το πετάνε έξω στο δρόμο και το πατάνε οι άνθρωποι («Ματθαίος» Ε/5: 13-16, -- «Μάρκος» Θ/9: 50, -- «Λουκάς» ΙΔ/14: 34-35). 
      Για να κατανοήσουμε καλύτερα τα λόγια του Κυρίου, θα πρέπει να διευκρινίσουμε τι είναι το αλάτι και πώς λειτουργεί. Από χημικής πλευράς αποτελείται από νάτριο (Na) και από χλώριο (CI). Τα δύο αυτά στοιχεία αν ενωθούν στη σωστή αναλογία σχηματίζουν μια θαυμάσια και πολύ ωφέλιμη ουσία, που ονομάζεται χλωριούχο νάτριο, ο χημικός του τύπος της οποίας είναι: NaCI.    
      Η πρώτη ιδιότητα του αλατιού είναι να κάνει εύγεστο το φαγητό. Όταν ένας μάγειρας ξεχάσει να βάλει αλάτι σε κάποιο φαγητό, τότε αυτό δε θα έχει καλή γεύση και κανένας δε θα επιθυμεί να το φάει. Ο πολύπαθος Ιώβ κάνει μία ερώτηση: «Τρώγεται το άνοστο χωρίς αλάτι;» (Ιώβ Σ/6: 6). Το κοινό επιτραπέζιο αλάτι κάνει έντονη, ωραία και ελκυστική τη γεύση του φαγητού. Εντελώς άνοστη έγινε η ζωή μας καθώς τη διάβρωσε και την διέφθειρε η αμαρτία, όμως η παρουσία του αναγεννημένου Χριστιανού με την αλμύρα  που χορηγεί το Πνεύμα το Άγιο, μπορεί  να νοστιμίζει το άνοστό περιβάλλον μέσα στο οποίο ζούμε και εκεί φαίνεται και η διαφορά μεταξύ του πιστού και του άπιστου ανθρώπου. 
     Μία άλλη ιδιότητα του αλατιού είναι να λειτουργεί σαν συντηρητικό των τροφίμων και να προλαβαίνει τη σήψη. Αυτό επιτυγχάνεται, γιατί απορροφά τα υγρά και έτσι δημιουργεί στα τρόφιμα ένα ξηρό περιβάλλον προστατεύοντάς τα από τα βακτήρια, τη μούχλα και την αλλοίωση. Πριν κατασκευαστούν τα ψυγεία, το αλάτι χρησιμοποιείτο ως μέσον συντήρησης των τροφίμων. Εάν επί παραδείγματι έβαζαν αλάτι στο κρέας, θα μπορούσε να διατηρηθεί αναλλοίωτο για αρκετό χρονικό διάστημα. Ο Κύριος είπε στους μαθητές Του πως μέσα σ’ έναν κόσμο που βασιλεύει η αμαρτία και ο θάνατος αυτοί είναι το αλάτι που θα συγκρατήσει τη φθορά, την πλήρη κοινωνική διάβρωση. 
     Το αλάτι αποτελεί βασικό θρεπτικό στοιχείο. Δεν παράγεται από τον ίδιο τον οργανισμό, αλλά ο οργανισμός δε μπορεί να λειτουργήσει χωρίς αυτό. Το σώμα μας περιέχει περίπου 230 γραμμάρια αλάτι, χωρίς το οποίο δε θα ζούσαμε. Γι’ αυτόν το λόγο το αλάτι είναι σημαντικό μέρος μιας υγιεινής διατροφής. Ας προσέξουμε όμως γιατί η υπερβολική κατανάλωση αλατιού μπορεί να έχει δυσμενείς επιπτώσεις στην ανθρώπινη υγεία. 
      Στην Παλαιά Διαθήκη ο Θεός αναφέρει προς το λαό Του: «και κάθε δώρο της προσφοράς σου από άλφιτα, θα το αλατίζεις με αλάτι και δεν θα αφήσεις να λείψει το αλάτι της διαθήκης τού Θεού σου από την προσφορά σου από άλφιτα επάνω σε κάθε δώρο σου θα προσφέρεις αλάτι» (Λευιτικό Β/2: 13). Στις προσφορές του λαού δεν έπρεπε να χρησιμοποιηθούν προζύμι και μέλι (εδ. 11), έπρεπε όμως υποχρεωτικά να βάζουν αλάτι, που συμβόλιζε τη στέρεη  παντοτινή διαθήκη ανάμεσα στο Θεό και τον Ισραήλ και για το λόγο αυτό ονομαζόταν «το αλάτι της διαθήκης» (εδ. 13). Με τον τρόπο αυτό ήθελε να δείξει ο Θεός ότι η διαθήκη με το λαό Του δε θα ανακληθεί, αλλά θα είναι ισχυρή και παντοτινή. Στην καθημερινή ζωή είναι γνωστή η φράση: «εμείς φάγαμε ψωμί κι αλάτι» που σημαίνει έναν πολύ ισχυρό δεσμό φιλίας και συνεργασίας. Στη «διαθήκη του άλατος» αναφέρονται και οι παραπομπές: «Αριθμοί», (ΙΗ/18: 19), «Β’ Χρονικών» (ΙΓ/13: 5), «Ιεζεκιήλ» (ΜΓ/43: 24). 
     Ο Δαβίδ έλαβε «τη βασιλεία επί τον Ισραήλ διαπαντός από τον ίδιο το Θεό με συνθήκη άλατος» (Β’ Χρονικών ΙΓ/13: 5). Επειδή το αλάτι είναι συντηρητικό, συμβολίζει μία διαθήκη που θα συντηρείται για πάντα και θα είναι σταθερή. Η συνθήκη – διαθήκη - αυτή ήταν νομικά δεσμευτική. Στην αρχαία εποχή, αν δύο άτομα κατέληγαν σε μια συμφωνία, έπρεπε να φάνε αλάτι και οι δύο πλευρές παρουσία μαρτύρων και η πράξη αυτή ήταν δεσμευτική της συμφωνίας τους. 
   Ποια μπορεί να είναι η σημασία όλων αυτών που αναφέραμε στον καθημερινό πνευματικό μας αγώνα στην περίοδο της «Καινής Διαθήκης» στην οποία ζούμε; Τι ακριβώς εννοεί ο Κύριος όταν λέει στους μαθητές Του: «Σεις είστε το άλας της γης»; Με τα λόγια αυτά θέλει να τους θυμίσει πως μέσα σ’ έναν κόσμο του οποίου «όλη η κεφαλή είναι άρρωστος και όλη η καρδία κεχαυνωμένη από ίχνους ποδός μέχρι κεφαλής δεν υπάρχει εν αυτώ ακεραιότης αλλά τραύματα και μελανίσματα και έλκη σεσηπότα δεν εξεπιέσθησαν ουδέ εδέθησαν ουδέ εμαλακώθησαν δι' αλοιφής» (Ησαΐας Α/1: 6), αυτοί είναι το «αλάτι» πάνω στη γη που θα συγκρατήσει το κακό σ’ έναν κόσμο που χάνεται εξαιτίας της αμαρτίας και της αποστασίας του από το Θεό. Στον κόσμο αυτό οι μαθητές του Χριστού, που αποτελούν την Εκκλησία Του, είναι το μόνο μέσον συντήρησης και αποτροπής περαιτέρω επιδείνωσης της κατάστασης. Με τα λόγια αυτά θέλει να τους πει ο Κύριος ότι με την καθημερινή τους κατά Θεόν ζωή, προλαβαίνουν τη σήψη γύρω τους στο κοινωνικό, εργασιακό, οικογενειακό περιβάλλον και δίνουν νοστιμιά και νόημα στη ζωή. 
     Όταν ο Κύριος έλεγε αυτά τα λόγια, ο κόσμος δεν ήταν ουσιαστικά διαφορετικός απ’ αυτόν που ζούμε και εμείς σήμερα. Και τότε υπήρχε η ίδια υποβάθμιση των αξιών, η στυγνή εκμετάλλευση ανθρώπου προς άνθρωπο (ας μην ξεχνάμε ότι υπήρχαν δούλοι), η ίδια ηθική κατάπτωση, η ίδια υποτίμηση της αξίας της ανθρώπινης ζωής και προσωπικότητας. Μπορεί να προόδευσε ο άνθρωπος υλικά, μηχανικά, τεχνολογικά, όμως πνευματικά έμεινε στάσιμος και για το λόγο αυτό οι ανάγκες της ανθρώπινης ψυχής παραμένουν διαχρονικά οι ίδιες. Γι’ αυτό πάντοτε ο κόσμος θα έχει ανάγκη από τις δύο βασικές ιδιότητες του αλατιού που είναι: Να «διατηρεί», δηλαδή να συγκρατεί από τη σήψη και την αποσύνθεση, να προφυλάσσει από περαιτέρω επέκταση, να προλαβαίνει και να αφαιρεί το κακό και να «δίνει γεύση», να δίνει στη ζωή νόημα, πνευματική και ηθική διάσταση. 
     Η Αγάπη και το Έλεος του Θεού συγκρατούν το κακό πάνω στον κόσμο και το έργο αυτό επιτελείται μέσα από την παγκόσμια Εκκλησία, η οποία αποτελεί το «ανόθευτο αλάτι», που είναι ο Ιησούς Χριστός και οι εντολές Του. Η εντολή του Κυρίου είναι: «Έξελθε εις τας οδούς και φραγμούς και ανάγκασον να εισέλθωσι, διά να γεμισθή ο οίκός μου» (Λουκάς ΙΔ/14: 23). Οι άνθρωποι γύρω μας έχουν ανάγκη από ένα «αλατισμένο» κήρυγμα που θα στρέφεται απόλυτα κατά της αμαρτίας και θα τονίζει τη Σωτηρία του Θεού και την παντοδυναμία του "αθώου αίματος" του Ιησού Χριστού. 
      Μπορεί από τις ημέρες του Απ. Παύλου μέχρι τις ημέρες μας πάνω στον κόσμο να διενεργείται «το μυστήριο της ανομίας», όμως αυτό δε μπορεί να επικρατήσει, γιατί υπάρχει η δύναμη του Αγίου Πνεύματος που το εμποδίζει (Β’ Θεσσαλονικείς Β/2: 7). Όταν η Εκκλησία «αρπαχτεί» από τον Κύριο (Α’ Θεσσαλονικείς Δ/4: 17), όταν θα εκλείψει ο φορέας του αλατιού πάνω από τη γη, τότε απ’ άκρου εις άκρον της γης θα επικρατήσει μία αφόρητη και πρωτόγνωρη κατάσταση απόλυτης ανομίας, την οποία ο Κύριος χαρακτήρισε με τα λόγια: «….τότε θα υπάρχει μεγάλη θλίψη, που δεν έγινε από την αρχή τού κόσμου μέχρι σήμερα, ούτε θα ξαναγίνει» (Ματθαίος ΚΔ/24: 21 & Δανιήλ ΙΒ/12: 1). Ο Κύριος θα έχει πάρει την Εκκλησία Του στον ουρανό και πλέον πάνω στη γη δε θα υπάρχει «αλάτι» για να συγκρατήσει το κακό. Η κατάσταση αυτή θα διαρκέσει επτά χρόνια. Πρόκειται για την “εβδομηκοστή εβδομάδα” του προφήτη «Δανιήλ» (Θ/9: 24) κατά την οποία απόλυτος δικτάτορας πάνω στη γη θα είναι ο αντίχριστος. 
   «Ο λόγος σας ας είναι πάντοτε με χάρη, αρτυμένος με αλάτι, για να ξέρετε πώς πρέπει να αποκρίνεστε προς κάθε έναν ξεχωριστά» (Κολοσσαείς Δ/4: 6). 
    Τα λόγια σας, λέει ο Απ. Παύλος, θα πρέπει να είναι πάντα γεμάτα με χάρη και όχι ανούσια και θα πρέπει να διακρίνουμε πώς να ανταποκρινόμαστε στον καθένα. Για να έχουν χάρη τα λόγια μας θα πρέπει να είναι ευγενικά, ταπεινά, σύμφωνα με το πνεύμα του Κυρίου, χωρίς επιπολαιότητες, αισχρότητες, πικρίες, υποκρισίες και άλλα παρόμοια. Στο βιβλίο των «Παροιμιών» (ΙΕ/15: 1) αναφέρεται: «Η γλυκεία απόκρισις καταπραΰνει θυμόν, αλλ' ο λυπηρός λόγος διεγείρει οργήν». Επίσης «Δι' υπομονής πείθεται ο ηγεμών και η γλυκεία γλώσσα συντρίβει οστά» (Παροιμίες ΚΕ/25: 15). Θα πρέπει τα λόγια μας, για να έχουν απήχηση στους ανθρώπους, να είναι απόρροια της ζωής μας και να τα διακρίνει καλοσύνη, ευγένεια, σοβαρότητα. Ας μην ξεχνάμε ποτέ ότι ο «ξένος» και ο «πάροικος» σ’ έναν τόπο αναγνωρίζονται αμέσως από την ομιλία τους. Ας θυμηθούμε τι είπαν για τον Πέτρο, όταν τον άκουσαν να μιλάει στην αυλή του Αρχιερέα: «Αληθώς εξ αυτών είσαι διότι Γαλιλαίος είσαι και η λαλιά σου ομοιάζει» (Μάρκος ΙΔ/14: 70). Διαφορετικά θα μιλήσει ο ιθαγενής σ' έναν τόπο και αλλιώς θα μιλήσει ο ξένος. Διαφορετικά θα μιλήσει αυτός που αποβλέπει στα «κάτω» και αλλιώς θα μιλήσει εκείνος που αποβλέπει στα «άνω».
      «εάν δε το άλας διαφθαρεί, με τι θέλει αλατισθεί; εις ουδέν πλέον χρησιμεύει ειμή να ριφθεί έξω και να καταπατήται υπό των ανθρώπων». 
      Ο Κύριος υποβάλει ένα πολύ σοβαρό ερώτημα στους μαθητές Του: «Αν το αλάτι χάσει την αλμύρα του, πως θα την ξαναποκτήσει;» Αν ο Χριστιανικός κόσμος χάσει την ομολογία του ενώπιον των ανθρώπων, αν χάσει τη δύναμη που έχει από το Πνεύμα του Θεού να «συγκρατεί» και να «νοστιμίζει», πλέον δεν χρησιμεύει σε τίποτα. Το αλάτι στην εποχή του Χριστού δεν ήταν καθαρό αλλά είχε προσμείξεις από χώμα και άλλα συστατικά και συνεπώς, αν το αλάτι έχανε την αλμύρα του, το μόνο που απέμενε ήταν μια αρκετά μεγάλη ποσότητα χώματος, την οποία θα μπορούσαν να την πετάξουν έξω στο δρόμο, για να πατιέται από τους ανθρώπους, όπως χρησιμοποιούμε το χαλίκι για την επίστρωση των δρόμων. 
     Έτσι καταντάει ο χριστιανός που παραμένει «άγευστος» ως προς την Αλήθεια του Ευαγγελίου, ως το Πρόσωπο του Ιησού Χριστού, που είναι ο μοναδικός Σωτήρας του κόσμου (Πράξεις Δ/4: 14), έχοντας πολύ μεγάλη ευθύνη απέναντι σε όλους εκείνους που δε γνωρίζουν την αλήθεια του Θεού και κατ’ επέκτασιν το πραγματικό νόημα της ζωής. Ο Χριστιανός θα πρέπει να ζει σύμφωνα με το θέλημα του Θεού, όπως αυτό αποκαλύπτεται μέσα από το λόγο Του. Έτσι θα είναι ένα φωτεινό παράδειγμα για τους γύρω του και μόνον τότε η ομολογία του θα έχει αξία και θα μπορεί να προστατεύσει το περιβάλλον του από την ηθική και πνευματική σήψη. Αντίθετα, αν η ζωή του δεν είναι σύμφωνη με το μήνυμα του Ευαγγελίου, ο λόγος του δε θα έχει καμία αξία και θα ομοιάζει με το αλάτι που έχει χάσει τη γεύση του, την αλμύρα του, τη δύναμή του και πλέον «δε χρησιμεύει ειμί να ριφθεί έξω και να καταπατείται από τους ανθρώπους». Κατ’ αυτόν τον τρόπο πολλές φορές «καταπατείται» από τους ανθρώπους η μαρτυρία μας για το Χριστό και με τον τρόπο αυτό επεκτείνεται και επιδεινώνεται η σαπίλα και το κακό πάνω στον κόσμο. 
     «Έχετε άλας εν εαυτοίς και ειρηνεύετε εν αλλήλοις» (Μάρκος Θ/9: 50). 
    Ο Κύριος προέτρεψε τους μαθητές Του: Να έχετε μέσα σας «αλάτι», δηλ. γεύση αγάπης, πίστης, δύναμης, πνεύμα θυσίας, προσφοράς και να έχετε ειρήνη μεταξύ σας. Ο Δανιήλ με την πρόνοια του Θεού βρέθηκε στο «μέσον του κόσμου», όμως καθώς είχε «αλάτι μέσα του» δεν έγινε «μέρος του κόσμου», έμεινε πιστός στο Θεό, παρά τις αφόρητες πιέσεις που δεχόταν, καθώς κατοικούσε και αυτός στην «έδρα του σατανά», στην αρχαία Βαβυλώνα. Οι νέοι άνθρωποι στις ημέρες μας αντιμετωπίζουν παρόμοιες καταστάσεις ζώντας μέσα στην ανηθικότητα, την ανεντιμότητα, σ’ ένα πνεύμα στασιασμού, ηδονολατρείας ψεύτικης λατρείας, μέσα στα ποτά, τα τσιγάρα, τα ναρκωτικά, την ανεργία, την αβεβαιότητα. Για να ανταπεξέλθουν σ’ αυτές τις αντίξοες καταστάσεις, έχουν ανάγκη από το «αλάτι» του λόγου του Θεού, για να λάβουν δύναμη και να αποκτήσουν προορισμό. 
      «Εσείς είστε το φως τού κόσμου». 
     Ο Ιησούς, αφού διακήρυξε για τον εαυτόν Του ότι είναι το «φως του κόσμου» (Ιωάννης Η/8: 12 – ΙΒ/12: 35,36), λέγει προς τους μαθητές Του: «Εσείς είστε φως για τον κόσμο». Ο Χριστός είναι η πηγή του φωτός, ενώ οι Χριστιανοί είναι η αντανάκλαση του δικού Του φωτός. Θα πρέπει να αντανακλούν το φως του Χριστού μέσα στον πονηρό και διεφθαρμένο κόσμο, όπως ακριβώς η σελήνη αντανακλά το φως του ήλιου και φωτίζει τη νύκτα. Δεν αρκεί ο Χριστιανός να δέχεται το φως του Χριστού, θα πρέπει να το αντανακλά κιόλας, να το διασκορπίζει στο περιβάλλον του. Εάν ο μαθητής δεν αντανακλά το φως του Χριστού, δεν είναι Χριστιανός. Ο Χριστιανός θα πρέπει να είναι ένας φάρος μέσα στο σκοτάδι, που θα δείχνει το δρόμο της σωτηρίας. Ας φέρουμε στο νου μας ένα φάρο μέσα σ’ ένα ταραγμένο πέλαγος. Στέκεται στη θέση του αγέρωχος, σταθερός και κάθε λίγα δευτερόλεπτα μέσα στο βαθύ σκοτάδι της νύχτας εκπέμπει το φως του, στέλνοντας έτσι ένα «μήνυμα». Ο καπετάνιος βλέπει την πυξίδα, παρατηρεί το φως που εκπέμπεται από το φάρο και ενώ το σκοτάδι πυκνώνει, ενώ ο άνεμος λυσσομανά, αυτός συνεχίζει με ασφάλεια και εμπιστοσύνη την πορεία του. 
      Καθώς βλέπουμε τον κόσμο να πηγαίνει από το κακό στο χειρότερο, ας κοιτάξουμε μέσα μας, για να δούμε μήπως χάσαμε το φως μας, μήπως μείναμε μακριά, στυφοί και ανάλατοι και δε μπορούμε να φωτίσουμε τον κόσμο και να τον οδηγήσουμε στο ασφαλή λιμένα που είναι ο Χριστός. Τι τραγωδία! Να θέλει η ψυχή να γνωρίσει το Χριστό και να μην υπάρχει κάποιος «εν έργοις και λόγοις» να της  δείξει Αυτόν. 
     «Πόλη που κείτεται επάνω σε βουνό, δεν μπορεί να κρυφτεί». 
    Μια πόλη που είναι χτισμένη ψηλά στο βουνό δε μπορεί να κρυφτεί, όλοι τη βλέπουν από μακριά. Εκείνος που ζει μια ενάρετη και ευσεβή ζωή και είναι αληθινός μάρτυρας του Χριστού, δε μπορεί να κρυφτεί, γίνεται αντιληπτός απ’ όλους και αυτή είναι η καλύτερη μαρτυρία. Στο Ευαγγέλιο «κατά Ιωάννην» (Γ/3: 20,21) αναφέρεται: «Επειδή πας, όστις πράττει φαύλα, μισεί το φως και δεν έρχεται εις το φως, διά να μη ελεγχθώσι τα έργα αυτού όστις όμως πράττει την αλήθειαν, έρχεται εις το φως, διά να φανερωθώσι τα έργα αυτού ότι επράχθησαν κατά Θεόν». 
     Ούτε ανάβουν λυχνάρι, και το βάζουν κάτω από το μόδι, αλλά επάνω στον λυχνοστάτη και φέγγει σε όλους αυτούς που είναι μέσα στο σπίτι. 
      Κατά τον ίδιο ακριβώς τρόπο, όπως ένα αναμμένο λυχνάρι δεν τοποθετείται κάτω από το δοχείο με το οποίο μετρούν το σιτάρι (μόδιο), αλλά τοποθετείται στο πιο ψηλό σημείο, ώστε να λάμπει σε όλους μέσα στο σπίτι, έτσι και ο προορισμός των μαθητών του Κυρίου δεν είναι να κρύβουν τη ζωή και τη διδασκαλία Του, αλλά να μεταδίδουν αυτή και σε άλλους ανθρώπους, ώστε να φωτίζονται και να γνωρίζουν τις αλήθειες του Ευαγγελίου. 
     Έτσι ας λάμψει το φως σας μπροστά στους ανθρώπους, για να δουν τα καλά σας έργα, και να δοξάσουν τον Πατέρα σας που είναι στους ουρανούς. 
      Έτσι θα πρέπει να λάμψει και το δικό σας φως μπροστά στους ανθρώπους, για να δουν τα καλά σας έργα και να δοξολογήσουν τον ουράνιο Πατέρα σας που είναι στους ουρανούς. Να λάμπετε λοιπόν σαν φωστήρες μέσα σε αυτήν τη γενιά, τη στρεβλή και τη διεστραμμένη, κρατώντας το Λόγο της ζωής και να κάνετε τα πάντα χωρίς γογγυσμό και αμφισβητήσεις, για να γίνετε άμεμπτοι και ακέραιοι (Φιλιππησίους Β/2: 14-16 ), επειδή κάποτε ήσασταν σκοτάδι, τώρα όμως είστε φως εν Κυρίω. ---

Τρίτη 14 Σεπτεμβρίου 2021

Ο ΠΡΟΦΗΤΗΣ ΩΣΗΕ.

Ο ΠΡΟΦΗΤΗΣ ΩΣΗΕ.

(Βιβλίο της Παλαιάς Διαθήκης που γράφτηκε από τον προφήτη Ωσηέ ανάμεσα στο 755 και 740 π.Χ.).

      Ο Ωσηέ είναι ο πρώτος από τους δώδεκα «Μικρότερους Προφήτες», όπως ονομάζονται σε αντίθεση προς τους "Μεγαλύτερους" Προφήτες: Ησαΐα, Ιερεμία, Ιεζεκιήλ και Δανιήλ. Ήταν σύγχρονος του προφήτη Αμώς και προφήτευσε από το 782 π.Χ. έως το 721 π.Χ. 
      Ως επικεφαλίδα του βιβλίου θα μπορούσε να τεθεί: «Ας επιστρέψωμεν προς τον Κύριο». 
     Το βασικό νόημα του βιβλίου σχετίζεται με την αποστασία του Ισραήλ από το Θεό. Ο Θεός επέλεξε αυτή την ιστορία, για να φανερώσει την αγάπη και την υπομονή που έχει για τον αμαρτωλό άνθρωπο. Η εικόνα του Θεού που μας δίνει ο Ωσηέ, μας δείχνει το Θεό ν’ αγαπά τον αμαρτωλό άνθρωπο και να μην μένει αδιάφορος για την αμαρτία του. Ο Θεός προσέφερε τα πάντα στο λαό Του με πολλή μεγάλη αγάπη και σεβασμό. Τον έβγαλε μέσα από τη δουλεία της Αιγύπτου, τον οδήγησε μέσα από την έρημο και τον κράτησε από το χέρι όπως η μάνα κρατάει το μικρό παιδί για να το μάθει να περπατάει (κεφ. ΙΑ/11, εδ. 3). Όλα όμως αυτά αποδείχτηκαν μάταια. Ο λαός ως ανταπόδοση «διά πάσας τας ευεργεσίας αυτού» (ψαλμός ΡΓ/103: 2) στάθηκε σκληρός και αδιάφορος, απέρριψε, απαξίωσε και περιφρόνησε "το Θεό της σωτηρίας του" (Ψαλμός ΚΕ/25: 5). Ένας ανθρώπινος πατέρας θα κουραζόταν μπροστά σε μια τόσο μεγάλη σκληρότητα του παιδιού του και θα το απέρριπτε για την αχαριστία του και δε θα ήθελε να έχει καμία σχέση μαζί του. Ο Θεός όμως δεν κουράζεται. Αν κουραζόταν ο Θεός κανείς δε γνωρίζει που θα βρισκόταν ο καθένας μας σήμερα. Πόσο χαρακτηριστικός είναι ο λόγος του Θεού για το Χριστό: «αγαπήσας τους ιδικούς του τους εν τω κόσμω, μέχρι τέλους ηγάπησεν αυτούς» (Ιωάννης ΙΓ/13: 1). Η βάση της σωτηρίας μας δεν είναι η πίστη μας, που πολλές φορές δοκιμάζεται, δεν είναι τα έργα μας, αλλά είναι η αγάπη του Θεού που δεν κουράζεται να μας αγαπάει παρ’ όλες τις ατέλειές μας. Ας έχουμε βαθιά μέσα μας αυτή τη βεβαιότητα ότι η αγάπη του Θεού ποτέ δε θα μας αφήσει, όμως ας προσέχουμε να μην πληγώνουμε, μην απιστούμε σ' αυτή την τόσο μεγάλη αγάπη. 
     Ο προφήτης Ωσηέ ήταν γιός του Βηρί, κατάγονταν από την πόλη Γαλεμώθ, μία από τις πόλεις του βόρειου τμήματος της Παλαιστίνης, έζησε τον 8ο αιώνα π.Χ. και πέθανε σε ηλικία 75 ετών. Τ’ όνομά του σημαίνει «σωτηρία» ή «αυτός που σώζει», θέλοντας να υποδηλώσει ότι «ο Θεός σώζει». Άρχισε να υπηρετεί ως προφήτης στο διάστημα κατά το οποίο βασίλευαν ο Οζίας (829 – 778 π.Χ.) στο "νότιο βασίλειο", που ονομάζεται «βασίλειο Ιούδα» με πρωτεύουσα την Ιερουσαλήμ και ο Ιεροβοάμ Β’ γιός του Ιωάς (782-753 π.Χ.) στο "βόρειο βασίλειο", που ονομάζεται «βασίλειο του Ισραήλ» με πρωτεύουσα τη Σαμάρεια. Ο διαχωρισμός αυτός του λαού σε δύο βασίλεια είχε συμβεί μετά το θάνατο του βασιλιά Σολομώντα, διακόσια χρόνια πριν από τον Ωσηέ (Α’ Βασιλέων ΙΑ/11: 11-13). Στο διάστημα αυτό των διακοσίων χρόνων ο Θεός είχε στείλει τους προφήτες Ηλία, Ελισσαιέ, Ιωνά και Αμώς, για να καθοδηγήσουν το λαό και να τον φέρουν σε μετάνοια. Τώρα τους στέλνει και τον Ωσηέ. Παρ’ όλες τις νουθεσίες των προφητών και παρά τις θαυμαστές επεμβάσεις του Θεού στο λαό Του, ο λαός επίμονα αρνήθηκε να μετανοήσει για την αμαρτωλή ζωή του και να επιστρέψει στον Κύριο, ενώ συνέχιζε όλο και πιο πολύ να βουλιάζει στην ειδωλολατρία. 
     Έτσι λοιπόν η διακονία του Ωσηέ συμπίπτει με τη βασιλεία του Ιερβοάμ Β’ (825- 784) και τα γεγονότα που αναφέρονται στο «Β’ Βασιλέων» (ΙΕ/15 & ΙΖ/17). Ο Ωσηέ συνέχισε τη διακονία του και κατά τη βασιλεία του Εζεκία (716 – 687 π.Χ.) στον Ιούδα. Από την όλη δράση του ονομάστηκε «ο Ιερεμίας του βόρειου Βασιλείου». Το έργο του φαίνεται να τελειώνει μετά την κατάληψη από τους Ασσύριους της Σαμάρειας (Β’ Βασιλέων ΙΖ/17: 5). 
      Το βιβλίο του Ωσηέ επικεντρώνεται κυρίως στο "βόρειο βασίλειο", που αποτελείτο από τις δέκα εκ των δώδεκα φυλών του Ισραήλ. Το βασίλειο αυτό αποκαλείται στο Λόγο του Θεού και Εφραϊμ, λόγω του ότι η φυλή του Εφραϊμ, ο οποίος ήταν γιός του Ιωσήφ, ήταν η κυρίαρχη και πολυπληθέστερη (Αριθμοί Α/1: 32,33). Σύμφωνα με τους ιστορικούς, όταν ο Ωσηέ άρχισε να προφητεύει, υπήρχε μεγάλος πλούτος στον Ισραήλ, ευμάρεια, καλοπέραση, μια ζωή απόλαυσης και ικανοποίηση της σάρκας. Μέσα σ’ αυτήν την πλούσια και αλαζονική ζωή του ο λαός είχε ξεχάσει παντελώς το Θεό και είχε απορρίψει κάθε γνώση και επικοινωνία μαζί Του. Ο Θεός από αγάπη τους είχε προειδοποιήσει: «Ο λαός μου ηφανίσθη δι' έλλειψιν γνώσεως επειδή συ απέρριψας την γνώσιν και εγώ απέρριψα σε από του να ιερατεύης εις εμέ επειδή ελησμόνησας τον νόμον του Θεού σου, και εγώ θέλω λησμονήσει τα τέκνα σου» (Ωσηέ Δ/4: 6). Μέσα στις άνομες πράξεις τους ήταν αιματοχυσίες, κλοπές, πορνείες, μοιχείες καθώς ειδωλολατρεία μέσω της λατρείας Χαναναϊκών θεοτήτων και κυρίως του Βάαλ (κεφ. Β/2: 8-13, Δ/4: 2-14, Ι/10: 5). Μετά από το θάνατο του βασιλιά Ιεροβοάμ B’, η βασιλεία του οποίου διήρκησε σαράντα χρόνια, η ευημερία έλαβε τέλος και ακολούθησε ανέχεια, ταραχές, πολιτικές δολοφονίες (Β’ Βασιλέων ΙΔ/14:29). Έξι βασιλιάδες διαδέχτηκαν ο ένας τον άλλον μέσα σε είκοσι χρόνια και τέσσερεις απ’ αυτούς δολοφονήθηκαν. Πρόκειται για μία περίοδος ωμής βίας, που συνόδευε την επιθανάτια αγωνία του έθνους. 
    O προφήτης στα μηνύματά του υπήρξε κατηγορηματικός εναντίον της όλο και μεγαλύτερης αποστασίας και  ροπής του λαού Ισραήλ στην ειδωλολατρία εξαιτίας της οποίας το βασίλειο κατέληξε στην αιχμαλωσία των Ασσυρίων. Έτσι παρουσιάζει την αμαρτία του Ισραήλ σαν «πνευματική μοιχεία» παίρνοντας αφορμή από τη σύζυγο του πρ. Ωσηέ, η οποία ήταν μια αμαρτωλή και άπιστη γυναίκα. Μέσα από το βιβλίο φαίνεται μία ακόμα μεγάλη αλήθεια: «Η απιστία του λαού δεν αλλάζει τα σχέδια του Θεού». Τα σχέδια του Θεού θα εκπληρωθούν «έως κεραίας» είτε εμείς συνεργήσουμε, καθώς ο Θεός μας θέλει ως συνεργάτες Του, είτε εμείς απιστήσουμε. 
       Στο βιβλίο αυτό η άστατη ζωή της γυναικός του συγγραφέα παραλληλίζεται με τη σχέση που είχε ο λαός με το Θεό. Φαίνεται καθαρά ότι είχαν επικεντρωθεί σε μία λατρεία στην οποία οι θρησκευτικές τελετές και τελετουργίες είχαν αναμειχτεί με τις τελετές των Εθνών και γίνονταν τυπικά, χωρίς να είναι αποδεκτές από το Θεό. Ο Κύριος τους είχε προειδοποιήσει: «έλεος θέλω και ουχί θυσίαν και επίγνωσιν Θεού μάλλον παρά ολοκαυτώματα» (Ωσηέ Σ/6: 6). Ο Θεός μάς ζητάει να δείχνουμε στην καθημερινή μας ζωή έλεος απέναντι σε όλους τους ανθρώπους και δεν έχει κανένα ενδιαφέρον για ό,τι κάνουν οι άνθρωποι σύμφωνα με τις παραδόσεις τους για τις δικές τους κυρίως επιδείξεις (Ματθαίος ΚΓ/23: 5). Μας ζητάει έμπρακτη πίστη «δι’ αγάπης ενργουμένη» (Γαλάτας Ε/5: 6). Τούτα τα λόγια του προφήτη ο Κύριος Ιησούς Χριστός τα επανέλαβε στην Καινή Διαθήκη τόσο στο Ευαγγέλιο «κατά Ματθαίον» (Θ/9: 13 – ΙΒ/12: 7), όσο και στο «κατά Λουκάν» (ΚΓ/23: 30). 
      Ο λαός είχε αποστατήσει και με τη ζωή του έδειχνε ότι είχε λάβει οριστικό «διαζύγιο» από το Θεό. Αντίθετα με την αρνητική αυτή στάση του λαού ο Θεός παραμένει πιστός στο λαό Του έχοντας «σπλάχνα αγάπης και οικτιρμών» γι’ αυτόν (Ιακώβου Ε/5: 11). Η αγάπη και η πιστότητα του Ωσηέ προς την αποστάτισσα σύζυγό του Γόμερ, είναι μια εικόνα της αγάπης του Χριστού για τον αποστάτη και αμαρτωλό άνθρωπο. Ο Απ. Παύλος αναφέρει προς τους Χριστιανούς της Ρώμης: «αλλ' ο Θεός δεικνύει την εαυτού αγάπην εις ημάς, διότι ενώ ημείς ήμεθα έτι αμαρτωλοί, ο Χριστός απέθανεν υπέρ ημών» (Ρωμαίους Ε/5: 8). Η πιστότητα αυτή του Θεού είναι τόσο μεγάλη, που «εάν απιστώμεν, εκείνος μένει πιστός να αρνηθή εαυτόν δεν δύναται» (Β’ Τιμοθέου Β/2: 13). Έτσι λοιπόν παρά το γεγονός ότι οι κάτοικοι του βόρειου βασιλείου ήταν ένοχοι ανυπακοής, αποστασίας και πνευματικής μοιχείας, ο Θεός ήταν έτοιμος να εκδηλώσει το Έλεος Του προς αυτούς, αν ειλικρινά μετανοούσαν για την αμαρτωλή τους ζωή. Αυτό φάνηκε παραστατικά από τον τρόπο με τον οποίο ενήργησε ο Ωσηέ σε σχέση με τη σύζυγό του, όπως θα δούμε παρακάτω. 
     Ο Ωσηέ μετά από εντολή του Θεού έλαβε «σύζυγο πορνείας και παιδιά πορνείας» (Ωσηέ Α/1: 2). Αυτό δε σημαίνει οπωσδήποτε ότι ο προφήτης παντρεύτηκε μια πόρνη ή ανήθικη γυναίκα η οποία είχε ήδη νόθα παιδιά, αλλά ότι η συγκεκριμένη γυναίκα θα γινόταν μοιχαλίδα και θα αποκτούσε τέτοια παιδιά μετά το γάμο της με τον προφήτη. Έτσι λοιπόν ο Ωσηέ έλαβε γυναίκα του την Γόμερ η οποία ήταν κόρη του Διβλάγιμ. Η Γόμερ είναι η εικόνα της δικής μας αμαρτωλής και αποστατημένης ζωής. Ο Θεός θέλησε με τον τρόπο αυτό να «ταράξει» τους Ισραηλίτες για την απιστία τους και την ειδωλολατρία τους. Είχαν υποσχεθεί στο Θεό ότι θα Τον υπακούουν και Αυτός τους είχε υποσχεθεί ότι μέσα από την καθαρή ζωή τους θα έβλεπαν πολύ μεγάλες ευλογίες (Δευτερονόμιο ΚΗ/28: 1-14). Όμως ο λαός παρά τους όρκους και τις υποσχέσεις του είχε ξεχάσει το Θεό και είχε παρασυρθεί σε αλλότριους ψεύτικους θεούς. Μετά απ’ όλα αυτά ήρθε η ώρα, ώστε η κρίση του Θεού να ξεσπάσει πάνω τους (Δευτερονόμιο ΚΗ/28: 47-48 & Λ/30: 15-20). 
     Ο γάμος λοιπόν του Ωσηέ έγινε με μια άπιστη γυναίκα, όπως ακριβώς ήταν η περίπτωση της σχέσης του Θεού με τον Ισραήλ, μία σχέση που την χαρακτήριζε η απιστία και αποστασία από την πλευρά του λαού. Ταυτόχρονα δείχνει τη μεγάλη αγάπη του Θεού για τον «πεισματάρη» Ισραήλ που αρνείται να συμμορφωθεί με τις εντολές Του. Ο Ισραήλ σαν «νύφη» του Κυρίου είχε εγκαταλείψει τον Κύριο παραδομένος στη λατρεία άλλων θεών, σαν την παντρεμένη γυναίκα που εγκαταλείπει τον άντρα της και παραδίνεται σ’ έναν ξένο άνδρα. 
     Ο Θεός είχε εκλέξει τον Ισραήλ μέσα από τα έθνη και αγάπησε το λαό αυτό με «αιώνια αγάπη και έλεος» (Ιερεμίας ΛΑ/31: 3). Τέτοια υπήρξε η αγάπη Του για το λαό Του, συνεχής, αδιάπτωτη, ασάλευτη σε πλήρη αντίθεση με τη συμπεριφορά του λαού Του, ο οποίος δεν στάθηκε όπως ο Θεός ήθελε, αλλά έζησε μέσα στην αμαρτία, την αποστασία, την άρνηση, την ανυπακοή. Ο Θεός όμως μένει πάντοτε πιστός στις υποσχέσεις Του. Ο Απ. Παύλος αναφέρει προς τον Τιμόθεο: «αν απιστούμε, εκείνος μένει πιστός να αρνηθεί τον εαυτό του δεν δύναται» (Β’ Τιμοθέου Β/2: 13). Μέσα από τη συμπεριφορά του Ωσηέ αναδεικνύεται το Έλεος του Θεού το οποίο καμία ανθρώπινη συμπεριφορά δε μπορεί να αποτρέψει ή να εξαφανίσει. 
      -- Το πρώτο τους παιδί ονομάστηκε Ιεζραέλ (ο Θεός θα διασκορπίσει), σαφής υπαινιγμός για το τι επρόκειτο να κάνει ο Κύριος στο άπιστο έθνος του Ισραήλ. Ο Ασσυριακός στρατός θα συνέτριβε το στρατό του Ισραήλ στην κοιλάδα Ιεζραέλ «Και ο Κύριος του είπε: Αποκάλεσε το όνομά του Ιεζραέλ επειδή, ακόμα λίγο, και θα εκδικήσω το αίμα τού Ιεζραέλ επάνω στον οίκο τού Ιηού, και θα καταπαύσω τη βασιλεία τού οίκου Ισραήλ» (εδ. 4). Ο Θεός διέταξε τον βασιλιά του Ισραήλ Ιηού (904-877 π.Χ.) να εξοντώσει όλο τον οίκο (απογόνους) του Αχαάβ, για να εκδικηθεί το αίμα των υπηρετών Του και προφητών που διώχθηκαν από τη γυναίκα του την Ιεζάβελ (Β’ Βασιλέων Θ/9: 7). Λέγεται ότι ο Αχαάβ είχε κάνει τα περισσότερα, για να προκαλέσει το θυμό του Κυρίου, απ’ ό,τι είχαν κάνει όλοι οι βασιλιάδες του Ισραήλ πριν απ’ αυτόν (Α’ Βασιλέων ΙΣ/16: 29-33). Τον ένατο χρόνο του βασιλιά Ωσηέ οι Ασσύριοι κατέλαβαν την Σαμάρεια και μετέφεραν τους κατοίκους από το Ισραήλ στο Ασσυριακό έδαφος (Β’ Βασιλέων ΙΖ/17: 6,7). Έτσι λοιπόν το δεκάφυλο έθνος του βόρειου βασιλείου μετά από 257 χρόνια ύπαρξής του θα καταστρεφόταν από το στρατό των Ασσυρίων. 
      Τα προφητικά λόγια του Ωσηέ (κεφ. ΙΓ/13: 6) σχετικά με την πτώση της Σαμάρειας εκπληρώθηκαν με τον πλέον τραγικό τρόπο. Η πόλη καταστράφηκε για την ειδωλολατρία της, την ηθική της διαφθορά και τη συνεχιζόμενη περιφρόνησή της απέναντι στους νόμους και τις αρχές του Θεού (Β’ Βασιλέων ΙΖ/17: 7-18). Ο Ωσηέ έδειξε ότι ο Ισραήλ επρόκειτο να εγκαταλειφθεί από τα έθνη με τα οποία συνθηκολογούσε που ήταν οι «εραστές» του (Ωσηέ Η/8: 7-10). Πράγματι όλα αυτά τα έθνη στα οποία είχε στηριχτεί ο Ισραήλ δεν προσέφεραν καμία βοήθεια, όταν η Σαμάρεια καταλήφθηκε από τους Ασσυρίους και αιχμαλωτίστηκαν οι κάτοικοί της. Το γεγονός αυτό συνέβη το έτος 721 π.Χ. (Β’ Βασιλέων 1Ζ/17: 3-6). 
      Το δεύτερο παιδί που γεννήθηκε, πιθανότατα νόθο, ήταν κορίτσι και ονομάστηκε «Λο Ρουχάμα» (Μη Ελεημένη, δεν θα υπάρξει πλέον έλεος). Αυτό έδειχνε ότι ο Θεός δε θα ελεούσε άλλο τους Ισραηλίτες, αλλά θα επέτρεπε να οδηγηθούν στην αιχμαλωσία, ενώ το λαός του Ιούδα (νότιο βασίλειο), ο οποίος δεν είχε βυθιστεί τόσο βαθιά στην ειδωλολατρία όσο ο Ισραήλ, θα τους έσωζε από τους Ασσύριους και θα παράτεινε το Έλεός Του για περίπου εκατόν τριάντα έξι χρόνια ακόμα (εδ. 6 & 7). Για να τους προστατεύσει ο Θεός μέσα σε μία νύχτα, ένας μόνον άγγελος του Κυρίου θανάτωσε 185.000 Ασσύριους, οι οποίοι απειλούσαν την πρωτεύουσα του Ιούδα, την Ιερουσαλήμ (Β’ Βασιλέων ΙΘ/19: 35). Αυτό το γεγονός συνέβη το έτος 732 π.Χ. 
     Το τρίτο παιδί, που και αυτό όπως φαίνεται ήταν νόθο, ονομάστηκε «Λο Αμμί» (Μη λαός μου, δεν είναι πια λαός μου). Με τον τρόπο αυτό ο Θεός θέλει να δείξει ότι ο Ισραήλ σαν έθνος δε θα ήταν για πολύ ο λαός του Θεού λόγω της απιστίας του. Η κρίση του Θεού ενάντια στο λαό Ισραήλ θα ήταν προσωρινή. Ο Θεός θα συγκέντρωνε και πάλι τον Ισραήλ και τον Ιούδα και θα τους αναγνώριζε ως δικούς Του. 
     Μετά απ' όλα αυτά η Γόμερ εγκατέλειψε τον Ωσηέ και έγινε «σύζυγος πορνείας» ζώντας με άλλους άνδρες με τους οποίους είχε μοιχική σχέση. Αυτό έδειχνε παραστατικά πως το βασίλειο του Ισραήλ εγκατάλειψε το Θεό και έκανε πολιτικές συμμαχίες με ξένα ειδωλολατρικά έθνη από τα οποία άρχισε να στηρίζεται. Στην ουσία ο Ισραήλ υπήρξε μία «πόρνη» στη σχέση του με το Θεό, επειδή αγάπησε άλλους θεούς –εραστές – και λάτρευε τα είδωλα αντί της λατρείας του μόνου αληθινού Θεού (Έξοδος Κ/20: 3). 
      Παρά τις απιστίες της ο Ωσηέ συνεχίζει να αγαπάει τη Γόμερ και να ενδιαφέρεται γι’ αυτήν. Εδώ βλέπουμε την "εικόνα" του Θεού, που δεν αλλοιώνεται (Ψαλμός ΝΘ/59: 1). Παρά την αμαρτία, την αποστασία και την περιφρόνηση του λαού Του, ο Θεός συνεχίζει να ενδιαφέρεται γι' αυτόν και εξακολουθεί να δείχνει αγάπη, έλεος και οικτιρμούς. Ενώ ο λαός αγανακτούσε με το Θεό, αποστατούσε και ζητούσε να γυρίσει πίσω στην Αίγυπτο (Αριθμοί ΙΔ/14: 3), ο Θεός δεν έπαψε επί σαράντα χρόνια να τον προστατεύει μέσα στην έρημο και να τον τρέφει με το "μάννα" (Έξοδος ΙΣ/16: 35). 
        Όλοι οι εραστές που την περιέβαλαν δεν είχαν τίποτα να της προσφέρουν. Ο Ωσηέ, όπως φαίνεται από το κείμενο, την παρακολουθούσε, δεν την άφησε ποτέ από τα μάτια του και όταν είδε την ανέχειά της, πήγε βρήκε κάποιον από τους εραστές της και του είπε: «Είσαι ο άνδρας που ζει με τη Γόμερ; Εγώ είμαι ο σύζυγός της έχω φέρει μαζί μου λίγο χρυσάφι, λίγο ασήμι για να αγοράσεις μ’ αυτά κάποια αναγκαία πράγματα και να της τα προσφέρεις». Εκείνη, καθώς βλέπει όλα αυτά τα πράγματα, ενθουσιάζεται και ευχαριστεί τον εραστή της χωρίς να γνωρίζει ότι όλα αυτά είχαν δοθεί από τον άντρας της τον οποίο είχε εγκαταλείψει. 
      Πίσω από κάθε τι που απολαμβάνουμε στη ζωή μας είναι η αγάπη του Θεού που επιμένει για τη σωτηρία του ανθρώπου. Πόσο χαρακτηριστικά είναι τα λόγια του προφήτη Σαμουήλ: «Διότι αναπόφευκτα θέλομεν αποθάνει, και είμεθα ως ύδωρ διακεχυμένον επί της γης, το οποίον δεν επισυνάγεται πάλιν και ο Θεός δεν θέλει να απολεσθή ψυχή, αλλ' εφευρίσκει μέσα, ώστε ο εξόριστος να μη μένη εξωσμένος απ' αυτού» (Β’ Σαμουήλ ΙΔ/14: 14). Αυτό είναι μια μεγάλη διαχρονική αλήθεια: Ο Θεός δε θέλει το θάνατο του αμαρτωλού και εφευρίσκει τρόπους, ώστε να τον επαναφέρει κοντά Του. Οι τρόποι αυτοί μπορεί να είναι ευχάριστοι, αλλά και δυσάρεστοι πολλές φορές μέσα στη ζωή μας. 
       «Κι αυτή δεν γνώριζε ότι Εγώ της είχα δώσει το σιτάρι, και το κρασί, και το λάδι, και είχα πληθύνει σ' αυτή το ασήμι, και το χρυσάφι, με τα οποία κατασκεύασαν τον Βάαλ» (κεφ. Β/2: 8). Θα επαναλάβω ότι πίσω από όσα απολαμβάνουμε καθημερινά, την υγεία, το σπίτι, το αυτοκίνητο, την εργασία δεν είναι οι «μεγάλες» ικανότητές μας, τα δυνατά μας μπράτσα, αλλά είναι η Αγάπη και το Έλεος του Θεού που μας τα προσφέρουν και μάλιστα τόσο πλούσια. 
      Μετά απ’ όλα αυτά σύμφωνα με την αφήγηση, η Γομέρ έπεσε στα χέρια κάποιων  εραστών οι οποίοι δεν έδειχναν κανένα ενδιαφέρον γι’ αυτήν με αποτέλεσμα να βρεθεί σε μεγάλη ένδεια. Οι άνδρες αυτοί θέλησαν να την πουλήσουν σαν δούλη. Έτσι λοιπόν η Γομέρ οδηγείται σε κάποιο σκλαβοπάζαρο, για να πουληθεί φτάνοντας έτσι στο κατώτερο σημείο εξευτελισμού. Ας φανταστούμε την εικόνα της πώλησής της, για να αντιληφθούμε το μέτρο του ξεπεσμού της. Πλήθος ανθρώπων έχει μαζευτεί, για να παρακολουθήσει τον πλειστηριασμό. Ανάμεσα σ’ αυτούς βρίσκεται και ο Ωσηέ. Σίγουρα κάποιοι από τους παρευρισκόμενους θα έλεγαν: «Ήρθε για να δει την κατάντια της και να χαρεί για τον ξεπεσμό της». Πάντα οι άνθρωποι θα λένε τα δικά τους, τα οποία  τις περισσότερες φορές είναι πολύ μακριά από την αλήθεια. Στο βιβλίο του προφήτης «Δανιήλ» (ΙΒ/12: 10) αναφέρεται: «…ουδείς εκ των ασεβών θέλει νοήσει, αλλ' οι συνετοί θέλουσι νοήσει». Ο σκοπός που ο Ωσηέ παρευρίσκονταν εκεί ήταν τελείως διαφορετικός. Καθώς αρχίζει η δημοπρασία, ένας προσφέρει για παράδειγμα 10 ασημένια νομίσματα, ένας άλλος προσφέρει 12, ο Ωσηέ προσφέρει 15, κάποιος άλλος 15 και ένα χομόρ κριθάρι, ο Ωσηέ συνεχίζει και προσφέρει 15 ασημένια νομίσματα & 1,5 χομόρ κριθάρι. Η δημοπρασία έκλεισε το αποτέλεσμα κατακυρώθηκε και έτσι ο Ωσηέ εξαγόρασε τη Γόμερ. «Και τη μίσθωσα στον εαυτό μου για 15 αργύρια, και ένα χομόρ κριθάρι, και μισό χομόρ κριθάρι. Και της είπα: Κάθισε για μένα πολλές ημέρες δεν θα πορνεύσεις, και δεν θα είσαι για άλλον και εγώ το ίδιο, θα είμαι για σένα» (Ωσηέ Γ/3: 1-3). Ο Θεός ήταν διατεθειμένος να πάρει πίσω το λαό Του που είχε σφάλει περιμένοντας να μετανοήσουν για την πνευματική τους μοιχεία (Ωσηέ Β/2: 16-20). 
        Η εικόνα του απατημένου Ωσηέ που παίρνει την πρωτοβουλία της επανόρθωσης και ψάχνει και ενεργεί με κάθε τρόπο, με σκοπό για να επαναφέρει την αποστατημένη γυναίκα του κοντά του, είναι η εικόνα του Θεού που αν και προδομένος από το λαό Του συγκαταβαίνει και ενεργεί με τρόπο αποφασιστικό, για να φέρει και πάλι πίσω εκείνους που Τον περιφρόνησαν, Τον αγνόησαν, δεν τον πίστεψαν, που λησμόνησαν τις ευεργεσίες Του. 
       Ο άνθρωπος στις ημέρες μας βρίσκεται στον απόλυτο ξεπεσμό. Ζει μέσα στο φόβο, στη φτώχεια, την απιστία, τη διαφθορά, τη βία, την απομόνωση, το ρατσισμό, την καταστροφή του περιβάλλοντος και πολλά άλλα. Όσον αφορά τη σχέση μας με το Θεό αλλά και με τον πλησίον μας μοιάζουμε πολύ με τη γυναίκα του προφήτη. Στην κατάσταση που βρισκόμαστε ο Θεός συνεχίζει να ενδιαφέρεται για μας και να μας αγαπάει περιμένοντας να βρει κάποια ανταπόκριση από την πλευρά μας. Αλήθεια πόσο θαυμαστή είναι η αγάπη του Θεού για έναν κόσμο που Τον απορρίπτει, που προσπαθεί να Τον παραμερίσει, να Τον διαγράψει από τη ζωή του. 
      Ο Θεός μέσα στην αμαρτία μας και την αποστασία μας, μας αγάπησε τόσο πολύ, «ώστε έδωσε τον Υιό του τον μονογενή, για να μη χαθεί καθένας ο οποίος πιστεύει σ' αυτόν, αλλά να έχει αιώνια ζωή» (Ιωάννης Γ/3: 16). Μέσα στα σκλαβοπάζαρα του κόσμου μπήκε ο Χριστός, για να μας συναντήσει, για να μας εξαγοράσει από τον εχθρό του οποίου είμαστε δούλοι (Ιωάννης Η/8: 34) καταβάλλοντας την πιο μεγάλη τιμή για την ελευθερία μας. Ο συγγραφέας της επιστολής «προς Εβραίους» (κεφ. Θ/9: 12), αναφέρει: «ουδέ δι' αίματος τράγων και μόσχων, αλλά διά του ιδίου αυτού αίματος, εισήλθεν άπαξ εις τα άγια, αποκτήσας αιωνίαν λύτρωσιν». Μας εξαγόρασε ο Χριστός με την αντικαταστατική Του θυσία, μας λύτρωσε από την αμαρτία με το πολύτιμό Του αίμα, που χύθηκε πάνω στο σταυρό του Γολγοθά και προσφέρθηκε «ως λύτρον αντί πολλών» (Ματθαίος Κ/20: 28 & Μάρκος Ι/10: 45). 
      Μια ιστορία λέει ότι ένα παιδάκι έφτιαξε ένα καραβάκι και, καθώς μια μέρα το άφησε στη θάλασσα το πήρε ο αέρας και το καραβάκι έφυγε μακριά του. Κάποιος το βρήκε, το πούλησε σ’ έναν έμπορο και, καθώς μια μέρα το παιδάκι πέρναγε μπροστά από μία βιτρίνα, είδε το καραβάκι του. Μπήκε μέσα στο μαγαζί, το αγόρασε και το έκανε και πάλι δικό του. Καθώς το παρατηρούσε, είπε: «Τώρα είσαι δύο φορές δικό μου, σ’ έφτιαξα και σε αγόρασα». Αυτό ακριβώς έκανε ο Χριστός για μας. Μας έφτιαξε και μας εξαγόρασε από την αμαρτία και τον αιώνιο θάνατο. Τώρα είμαστε δύο φορές δικοί Του. 
     Μια άλλη ιστορία λέει: Ένας ποιμένας βρήκε κάποιον που κράταγε ένα κλουβί μέσα στο οποίο υπήρχαν μικρά πουλάκια και θέλησε να τ’ αγοράσει προσφέροντας δύο δολάρια. Τότε ο ιδιοκτήτης του λέει: «Τι να τα κάνεις, είναι άχρηστα αγριοπούλια και δεν κελαηδούν». Αυτός επέμενε και τελικά τα αγόρασε. Καθώς τ’ αγόρασε, πήγε το κλουβί στην εκκλησία, τους είπε την ιστορία και προσέθεσε: Αυτός που είχε τα πουλιά μου είπε ότι δεν κελαηδούσαν, όμως εγώ, καθώς πετούσαν, τα άκουσα που φώναζαν: «λυτρωθήκαμε»! Ο διάβολος μας είχε μέσα στο κλουβί της αμαρτίας και ήρθε ο Χριστός και μας αγόρασε, μας ελευθέρωσε και μας λύτρωσε. 
      Επίσης μια τρίτη ιστορία αναφέρει: Ένας νέος, που είχε φύγει από το σπίτι του και έζησε μακριά από την οικογένειά του μέσα στην αμαρτία και τη διαφθορά, μετά από αρκετά χρόνια έστειλε μία επιστολή στον πατέρα του στην οποία έγραφε: «πατέρα έχω μετανιώσει για τη ζωή μου, όμως δεν ξέρω αν θέλεις να με ξαναδείς. Εγώ αύριο θα ταξιδέψω με το τρένο που περνάει μέσα από το χωριό μας, αν θέλεις να με ξαναδείς βάλε ένα άσπρο πανί στο δέντρο που είναι μπροστά απ’ το σπίτι μας». Ο νέος πήρε το τρένο και καθώς πλησίαζε προς το χωριό του, είχε πολύ μεγάλη ανησυχία και ταραχή. Μέσα στην αγωνία του ανέφερε σε κάποιον την ιστορία του και του είπε: «Σε παρακαλώ, επειδή δε μπορώ να δω κοίταξε εσύ αν υπάρχει ένα άσπρο πανί στο δένδρο που πλησιάζουμε». Ο άνθρωπος αυτός κοίταξε και του είπε: «Νεαρέ μου όχι μόνον ένα άσπρο πανί υπάρχει αλλά όλο το δέντρο είναι γεμάτο από άσπρα πανιά και βλέπω και κάποιον ηλικιωμένο άνθρωπο να κρατάει ένα άσπρο πανί στα χέρια του και τρέχει προς το σταθμό». 
       Αυτή είναι η αγάπη του Θεού για τον άνθρωπο. Δια στόματος του προφήτη «Ιεζεκιήλ» (ΛΓ/33: 11) ο Θεός καλεί και σήμερα τον αμαρτωλό άνθρωπο: «Πες τους: Ζω εγώ, λέει ο Κύριος ο Θεός, δεν θέλω τον θάνατο του αμαρτωλού, αλλά να επιστρέψει ο ασεβής από τον δρόμο του και να ζει επιστρέψτε, επιστρέψτε από τους πονηρούς σας δρόμους γιατί να πεθάνετε, οίκος Ισραήλ;» 
      Το βιβλίο του Ωσηέ μιλάει για τέσσερα πράγματα που αφορούν το λαό Ισραήλ, αλλά αφορούν και τον «πνευματικό Ισραήλ» που είναι η Εκκλησία του Θεού, διά Ιησού Χριστού: 
 1/ Για τον μεγάλο κίνδυνο της ειδωλολατρίας, που στις ημέρες μας έχει λάβει διάφορες μορφές. 
 2/ Για την ασυνέπεια, την απιστία και τη διαφθορά του λαού. 
 3/ Για τις συνέπειες των επιλογών του, που είχε σαν αποτέλεσμα την αιχμαλωσία τους. 
 4/Για την αποκατάστασή τους. Τα χέρια του Κυρίου που τιμώρησαν: «διεσπάραξε… επάταξε..» (κεφ. Σ/6: 1) τα ίδια χέρια είναι έτοιμα να επιδέσουν τις πληγές του μετανοημένου.  
     Ο προφήτης κλείνει το βιβλίο του τονίζοντας ότι τη σοφία και τη φρόνηση μπορεί να την βρει ο άνθρωπος μόνον, αν ακολουθήσει το δρόμο του Θεού. «Τις είναι σοφός και θέλει εννοήσει ταύτα, συνετός και θέλει γνωρίσει αυτά; διότι ευθείαι είναι αι οδοί του Κυρίου, και οι δίκαιοι θέλουσι περιπατεί εν αυταίς οι δε παραβάται θέλουσι πέσει εν αυταίς» (κεφ. ΙΔ/14: 9). 

      Αν μελετούσαμε τακτικότερα το βιβλίο του προφήτη Ωσηέ, αισθάνομαι ότι ο κόσμος μας θα ήταν πολύ πιο διαφορετικός. Είναι βέβαιο ότι θα είχε περισσότερη αγάπη για το Θεό και για το συνάνθρωπό του. Αγάπη που δε θα ήταν «ανταποδοτική», αλλά θα ήταν ειλικρινής, ανιδιοτελής ακόμα και γι’ αυτούς που μας έχουν βλάψει, που μας έχουν αδικήσει, μας έχουν προσβάλει, μας έχουν απορρίψει. 
      Η αγάπη του Ωσηέ για τη μοιχαλίδα σύζυγό του, που όπως είπαμε είναι η αγάπη του Θεού για τον αμαρτωλό άνθρωπο, μας «υποχρεώνει» να παραμερίσουμε κάθε αρνητική σκέψη για το συνάνθρωπό μας, κάθε ρατσιστική αντίληψη, κάθε σκέψη διασπαστική, ιδιοτελή. Όταν ο προφήτης συγχωρεί με αγάπη, όχι με απλή ανοχή, την άπιστη σύζυγό του, η οποία τόσο πολύ τον αδίκησε και τον έβλαψε, άραγε τι πρέπει να κάνουμε εμείς στον αδερφό μας για το ελάχιστο που μπορεί να μας ενόχλησε;
     Καθώς ο λαός είχε φτάσει στην πλήρη κατάπτωση, ο Ωσηέ αγωνίστηκε και πόνεσε πολύ, για να δώσει να καταλάβει ότι η αμαρτία πληγώνει την καρδιά του Θεού, ότι ο Θεός μισεί την αμαρτία, όμως εξακολουθεί να αγαπάει τον αμαρτωλό και να περιμένει απ’ αυτόν την ευλογημένη ώρα της μετάνοιας και επιστροφής. Το σύνθημα του ουρανού είναι: «Μετανοήσατε λοιπόν και επιστρέψατε, διά να εξαλειφθώσιν αι αμαρτίαι σας, διά να έλθωσι καιροί αναψυχής από της παρουσίας του Κυρίου» (Πράξεις Γ/3: 19). Και κάτι ακόμα που δε θα πρέπει να ξεχνάμε: «Τους καιρούς λοιπόν της αγνοίας παραβλέψας ο Θεός, τώρα παραγγέλλει εις πάντας τους ανθρώπους πανταχού να μετανοώσι» (Πράξεις ΙΖ/17: 30). ---


 
      *Υστ/φο. 
    Βασικό ρόλο στην αποστασία του λαού του βόρειου βασιλείου διαδραμάτισε ο βασιλιάς Ιεροβοάμ Β’ (825- 784). Ο βασιλιάς θέλησε να αποκόψει εντελώς την επικοινωνία  με το νότιο βασίλειο, επειδή φοβήθηκε ότι ο λαός θα στρεφόταν εναντίον του και θα πήγαινε με τον Ροβοάμ, βασιλιά του νοτίου βασιλείου. Έτσι λοιπόν, για να μην επισκέπτεται ο λαός το νότιο βασίλειο, κυρίως κατά την περίοδο των μεγάλων εορτών, εισήγαγε στον Ισραήλ την ειδωλολατρία της Αιγύπτου αναμιγνύοντάς την με τη λατρεία του αληθινού Θεού. Για το σκοπό αυτό έλαβε δύο χρυσά μοσχάρια και το ένα το τοποθέτησε στην πόλη Βαιθήλ, κοντά στα σύνορα με το νότιο βασίλειο μόλις δέκα μίλια από την Ιερουσαλήμ, ενώ το άλλο το τοποθέτησε βόρεια του βασιλείου. Σαν δικαιολογία γι’ αυτές τις πράξεις του προέβαλε ότι ήταν πολύ μακριά για τους ανθρώπους, για να πηγαίνουν στην Ιερουσαλήμ να λατρεύουν το Θεό (Α’ Βασιλέων ΙΒ/12: 26-33). ---