Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Τετάρτη 23 Οκτωβρίου 2019

Η ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΉ ΜΕΤΑΡΡΎΘΜΙΣΗ.

Εορτασμός επετείου έναρξης θρησκευτικής μεταρρύθμισης. 

 ΕΙΣΑΓΩΓΗ 

      Κάθε χρόνο το μήνα Οκτώβριο διοργανώνονται εκδηλώσεις από οργανώσεις, εκκλησίες και άλλα χριστιανικά κέντρα, για τον εορτασμό της έναρξης της θρησκευτικής μεταρρύθμισης. Με την ευκαιρία αυτή αναλύεται από φωτισμένους πνευματικούς ανθρώπους η καταλυτική επίδραση που είχε η μεταρρύθμιση σε όλο τον κόσμο στη διαμόρφωση της πολιτιστικής φυσιογνωμίας και ιδιαίτερα στην Ευρωπαϊκή και την Αμερικανική ήπειρο. 
      Από τις αρχές του 16ου αιώνα καθώς η σκοτεινή περίοδος του Μεσαίωνα φτάνει στο τέλος της, οι φωνές διαμαρτυρίας για την ηθική διαφθορά της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας όλο και πληθαίνουν. Οι ανώτεροι κληρικοί, έχοντας αντικαταστήσει στη συνείδησή τους το “Χριστό” με το “χρυσό”, ανταγωνίζονται τους ηγεμόνες στη χλιδή και την πολυτελή διαβίωση, χωρίς να ενδιαφέρονται για το ποίμνιό τους, ενώ οι κατώτεροι είναι παραμελημένοι και ζουν μέσα στην αμάθεια και τη δεισιδαιμονία. 
    Η εκκλησία έχοντας υποτιμήσει το λόγο του Θεού όχι μόνον αδυνατεί να καθοδηγήσει πνευματικά τους ανθρώπους, αλλά βρίσκει μεθόδους να τους εκμεταλλεύεται με τον πλέον αισχρό, ανήθικο και ελεεινό τρόπο, επιβεβαιώνοντας τα λόγια του Χριστού: «φορτίζετε τους ανθρώπους φορτία δυσβάστακτα, και σεις με ένα των δακτύλων σας δεν εγγίζετε τα φορτία» (Λουκάς ΙΑ/11: 46). Έτσι, θέλοντας να ανταποκριθεί στις εύλογες ανησυχίες των ανθρώπων και το μεταθανάτιο φόβο τους για την κόλαση, πουλάει στους πιστούς έγγραφα άφεσης των αμαρτιών τους, τα λεγόμενα συγχωροχάρτια. 
      Την περίοδο αυτή κάποιοι άνθρωποι φωτισμένοι από το Πνεύμα του Θεού καταδικάζουν αυτές τις ανέντιμες πρακτικές της Εκκλησίας. Αντιδρούν με κάθε τρόπο προσπαθώντας να βγάλουν τους ανθρώπους μέσα από το λήθαργο, την άγνοια και την πνευματική οπισθοδρόμηση και να τους οδηγήσουν δια του Ευαγγελίου «εις πάσαν την αλήθειαν» (Ιωάννης ΙΣ/16: 13). 
     Πρωτοπόρος των διαμαρτυριών αναδεικνύεται ο μοναχός και θεολόγος Μαρτίνος Λούθηρος, ο οποίος με αφορμή μία άδεια που εξέδωσε ο πάπας Λέων Γ για μαζική έκδοση και πώληση εγγράφων άφεσης αμαρτιών (συγχωροχάρτια) θυροκόλλησε στις 31 Οκτωβρίου του 1517 σε εκκλησία της Βιτεμβέργης έναν κατάλογο από 95 θέσεις. Επρόκειτο για μία σειρά επιχειρημάτων που καταδίκαζαν τα συγχωροχάρτια και αμφισβητούσαν τις παπικές απόψεις και σε άλλα δογματικά ζητήματα. Ο πάπας αντέδρασε αφορίζοντας το Λούθηρο ως αιρετικό. 
     Η παρούσα μελέτη μου αποτελεί ειδική αναφορά στη Θρησκευτική Μεταρρύθμιση του 16ου αιώνα, που πάνω απ’ όλα είχε σαν αποτέλεσμα να επαναφέρει στη συνείδηση των ανθρώπων την πίστη καθώς και την προσωπική, αληθινή, πνευματική σχέση που θα πρέπει να συνδέει τον άνθρωπο με το Θεό. «οι αληθινοί προσκυνηταί θέλουσι προσκυνήσει τον Πατέρα εν πνεύματι και αληθεία» (κατά Ιωάννην, κεφ. Δ/4, εδ. 23). 

 Επιστολή «προς Ρωμαίους» (κεφ. Α/1΄, εδ. 17).     «Ο δίκαιος θέλει ζήσει, εκ πίστεως». 

     Τριάντα μόλις χρόνια μετά την ανάσταση και ανάληψη του Κυρίου μας Ιησού Χριστού το Πνεύμα του Θεού μέσα από το βιβλίο της "Αποκάλυψης" και συγκεκριμένα από την επιστολή προς την εκκλησία της «Εφέσου» "Αποκάλυψη" (κεφ. Β/2, εδ. 4) εκφράζει ένα παράπονο: «την αγάπη σου την πρώτη αφήκες». Η εκκλησία αυτή αγαπούσε το Θεό, αλλά όχι με εκείνη θερμή αγάπη με την οποία είχε ξεκινήσει. 
     Στις εκατονταετηρίδες που ακολούθησαν η επονομαζόμενη χριστιανική εκκλησία συνεχίζει τον πνευματικό της κατήφορο με αποκορύφωμα την περίοδο του Μεσαίωνα, η οποία αρχίζει από τον 5ο αιώνα μ.Χ. και φτάνει μέχρι την πτώση της Κωνσταντινουπόλεως. Πρόκειται για περίοδο πνευματικής οπισθοδρόμησης με την επικράτηση του σκοταδισμού, τον οποίο επέβαλε η ονομαζόμενη «εκκλησία» με την επιβολή ενός στείρου και άκρατου θρησκευτικού φανατισμού.
      Αιτία της άθλιας αυτής κατάστασης, στην οποία περιήλθε η διδασκαλία και η λατρευτική ζωή της Εκκλησίας κατά τη μεσαιωνική περίοδο, ήταν το ότι η Αγία Γραφή απωθήθηκε από το εκκλησιαστικό κατεστημένο στο περιθώριο της θρησκευτικής ζωής. Πολύ σπάνια συναντούσες ανθρώπους που είχαν προσωπική επαφή με το λόγο του Θεού. Το μεγάλο πλήθος των χριστιανών οι θρησκευτικοί ηγέτες το κρατούσαν μακριά από την Αγία Γραφή. Γενεές ολόκληρες έρχονταν και έφευγαν χωρίς να έχουν διαβάσει ούτε μία αράδα από το βιβλίο του Θεού. 
    Το Λόγο του Θεού κατά τη χρονική αυτή περίοδο αντικατέστησε ένα σύστημα γραπτών και προφορικών παραδόσεων, που είχαν δήθεν την αρχή τους στους ίδιους του Αποστόλους. Έτσι σιγά – σιγά έγινε βασικός θεσμός η «παράδοση», η οποία απέκτησε μεγαλύτερη αξία και ισχύ από την Αγία Γραφή. Έφτασε καιρός που ακόμα και ανοικτό πόλεμο εναντίον της Αγίας Γραφής κήρυξε η Εκκλησία και πολλά χειρόγραφα της Αγίας Γραφής οι εκπρόσωποι της «εκκλησίας» τα έριχναν στη φωτιά. 
    Ο εχθρός στην αρχή πολέμησε την Αγία Γραφή μέσα από όλους εκείνους τους ειδωλολάτρες Αυτοκράτορες της Ρώμης. Σιγά – σιγά όμως μπήκε και μέσα στην εκκλησία και πολέμησε την Αγία Γραφή μέσα από την εκκλησία. Παράλληλα με τον παραγκωνισμό της Αγίας Γραφής κάθε έρευνα επί θρησκευτικών ζητημάτων σταμάτησε. Ο χριστιανός όφειλε πιστά και τυφλά να κάνει ό,τι έλεγε η «εκκλησία», ό,τι έλεγε ο αμαθής και φανατικός κλήρος και τίποτα περισσότερο. 
     Την μεγάλη εκτροπή από την ορθή πίστη έφεραν τρία «τείχη» που είχε υψώσει το παπικό κράτος:  
       1/ Ο διαχωρισμός των πιστών σε κλήρο και σε λαό. 
      2/ Η αξίωση του Πάπα να ανήκει αποκλειστικά σ’ αυτόν το δικαίωμα της ερμηνείας της Αγίας Γραφής, 
        3/ Το αποκλειστικό δικαίωμά του να συγκαλεί Συνόδους. 
     Με τον τρόπο αυτό λοιπόν σιγά, αλλά σταθερά παραγκωνίστηκε η Αγία Γραφή και τη θέση της πήρε η "Ιερή Παράδοση", κύρια στοιχεία της οποίας είναι : 

      1/ Οι «Άγιοι». Μία από τις αλλαγές που υπέστη η εκκλησία ήταν η καθιέρωση των «Αγίων» και το υποτιθέμενο έργο τους. Η φράση Άγιος αναφέρεται σε πάρα πολλά σημεία μέσα στην Καινή Διαθήκη (Ρωμαίους Α/1: 7, Ρωμαίους ΙΒ/12: 13, ΙΣ/16: 15, Α΄ Κορινθίους Α/1: 2, Β΄ Κορινθίους Α/1: 1, Εφεσίους Α/1: 1, Β/2: 19, Γ/3: 18, Φιλιππισίους Α/1: 1, Δ/4: 22, Κολοσαείς Α/1: 26). 
     Ο όρος «Άγιος» χρησιμοποιείται στην Καινή Διαθήκη, για να χαρακτηρίζει όλους τους ζωντανούς πιστούς του Χριστού που είναι μέλη της Εκκλησίας. Δεν αναφέρεται σε πιστούς, οι οποίοι μαρτύρησαν για τη πίστη, αλλά σε ζωντανούς ανθρώπους που είναι μέλη τοπικών εκκλησιών. Όταν ο Απόστολος Παύλος στην Επιστολή "προς Εφεσιους", αναφέρεται «προς τους Αγίους τους όντας εν Εφέσω» (Εφεσίους Α/1: 1), δεν αναφέρεται σε νεκρούς αλλά στους ζωντανούς πιστούς που ζούσαν στην Έφεσο. 
      Αυτό σιγά – σιγά εξέπεσε και η εκκλησία αρχίζει να χαρακτηρίζει "Αγίους" ανθρώπους που είχαν μαρτυρήσει ή είχαν ομολογήσει για το Θεό και είχαν πεθάνει. Με την πάροδο των χρόνων και σύμφωνα με τη θέληση των εκάστοτε θρησκευτικών ηγετών απονεμήθηκε ο τίτλος του «Αγίου» σε ένα πολύ μεγάλο πλήθος ανθρώπων. Αυτό το φαινόμενο δεν ήταν τίποτα άλλο παρά η αναβίωση του αρχαίου πολυθεϊσμού και των αντίστοιχων θεοτήτων του αρχαίου ειδωλολατρικού κόσμου. Μαζί με τους «Αγίους» ήρθαν και οι διάφορες "εικόνες των Αγίων", για τις οποίες πολλοί από τους κατόχους τους έλεγαν ότι είχαν υπερφυσικές δυνάμεις. 
    Το αποκορύφωμα της ασέβειας και η πλήρη διαστροφή της αλήθειας ήταν όταν οι διάφοροι «Άγιοι» άρχισαν να αντιποιούνται ιδιότητες και έργα του Χριστού. Και ενώ ό Χριστός είχε διακηρύξει : «Ελάτε σε μένα όλοι οι κουρασμένοι και οι φορτωμένοι και Εγώ θα σας αναπαύσω» (Ματθαίος ΙΑ/11: 28), οι άνθρωποι έστελναν τους ανθρώπους σε άλλους ανθρώπους και μάλιστα σε νεκρούς ανθρώπους. Ενώ ο Απόστολος Παύλος με κατηγορηματικό τρόπο και με απόλυτη σαφήνεια είχε διακηρύξει: «Ένας είναι ο Θεός, ένας και ο μεσίτης ανάμεσα στο Θεό και τους ανθρώπους ο Ιησούς Χριστός» (Α΄ Τιμοθέου Β/2: 5), η "εκκλησία" δε δίσταζε και δε διστάζει μέχρι σήμερα να στέλνει τον πονεμένο και κουρασμένο και φορτωμένο από την αμαρτία άνθρωπο, μακριά από τον μοναδικό Σωτήρα, τον Ιησού Χριστό, να τον στέλνει σε ανθρώπινους "μεσίτες", που δεν μπορούν να του προσφέρουν τίποτα απολύτως. Διότι όπως διακήρυξε ο Απόστολος Πέτρος την ημέρα της Πεντηκοστής: «δεν υπάρχει δι’ ενός άλλου η σωτηρία, διότι ούτε όνομα άλλο είναι υπό τον ουρανό δεδομένο μεταξύ των ανθρώπων, δια του οποίου πρέπει να σωθούμε» (Πράξεις Αποστόλων Δ/4: 12). 

      2. Τα «ιερά» λείψανα. Η διαστροφή της αλήθειας και ο πνευματικός κατήφορος δεν έχει τελειωμό. Κήρυτταν στους πιστούς ότι υλικά αντικείμενα που είχαν έρθει σε επαφή με τον Ιησού Χριστό, με την κατά σάρκα μητέρα Του την Μαρία ή με κάποιον από τους «Αγίους» είχαν υπερφυσικές δυνάμεις και προσέφεραν θεραπεία και προστασία στον καθένα που θα τα άγγιζε ή θα τα προσέγγιζε. Έτσι φτάσαμε και στις μέρες μας, να προσκυνάνε οι άνθρωποι τις παντόφλες ή τη ζώνη της Παναγίας και πολλά άλλα. Επίσης οι άνθρωποι άρχισαν να πιστεύουν ότι μέσα από τα διάφορα λείψανα των λεγομένων «αγίων» μπορούσε να διοχετευτεί η δύναμη του ουρανού στη ζωή του πιστού ανθρώπου. 
      Μετά απ’ αυτά ήταν αναπόφευκτο πλέον ν' ανοίξει έτσι ο δρόμος σε μια αισχρή εκμετάλλευση της άγνοιας και του θρησκευτικού συναισθήματος των ανθρώπων. Προσέφεραν μια σκλήθρα ξύλου στον αμαθή λαό και έλεγαν ότι ήταν ένα κομμάτι από το σταυρό του Χριστού. Το χαρακτήριζαν δήθεν «τίμιο ξύλο». Ο ευσεβής λόγιος της αναγέννησης, ο Έρασμος (1466 - 1536), είχε πει ότι: «με τα κομμάτια του σταυρού του Χριστού, που είχαν στην κατοχή τους οι ναοί και τα μοναστήρια της Ευρώπης, θα μπορούσε να ναυπηγηθεί ένα ολόκληρο καράβι». Ήταν γεμάτες με λειψανοθήκες οι εκκλησίες και τις εκμεταλλευόταν, για να βγάζουν εύκολο κέρδος. Όλα τα μεγάλα μοναστήρια αγωνίζονταν να αποκτήσουν τη φήμη ότι διέθεταν πλούσια συλλογή λειψάνων, γιατί έτσι τα επισκέπτονταν περισσότεροι άνθρωποι και με τον τρόπο αυτό αύξαναν τα κέρδη και τις εισπράξεις τους. 
     Η ιερή αγυρτεία συνεχίζεται και στις ημέρες μας. Ο Κυριάκος Σιμόπουλος (1921 – 2001) στο βιβλίο του «Ξένοι ταξιδιώτες στην Ελλάδα», τόμος Α΄, αναφέρει ότι κατέγραψε: 26 κάρες του αγ. Ιουλιανού, 10 του Ιωάννη του Βαπτιστή, 6 κάρες του Αγ. Αντρέα, 37 σώματα του αγ. Παγκρατίου, 6 κάρες του αγ. Ιγνατίου και αμέτρητα χέρια και πόδια του, παρ’ όλο που το συναξάρι του λέει πως έγινε βορά των θηρίων. Ο ίδιος μέτρησε τα λείψανα της αγίας Μαρίνας που σώζονται σε μονές, ανάμεσά τους και σε δέκα μοναστήρια και σκήτες του Αγ. Όρους. 
     Ο πρωτομάρτυρας Στέφανος δολοφονήθηκε δια λιθοβολισμού (Πράξεις Ζ/7: 58). Το υποτιθέμενο πτώμα του κατατεμαχίστηκε και μοιράστηκε σε κομματάκια στα διάφορα μοναστήρια προς άγραν πελατείας. Τα εντόπισε ο παλιός πρόεδρος της «Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών», Γ. Καρανικόλας (1918 – 1996), όπως αναφέρει στο βιβλίο του «Ρασοφόροι, συμφορά του Έθνους»-1η εκδ.1976. Στη Νέα Σαφράμπολη Αττικής (τμήμα αριστερού ποδιού), στις Μονές Κασταμονίτου (δεξιό χέρι), Μεγίστης Λαύρας (κεφάλι), Ξενοφώντος (τμήμα κεφαλιού), Παντοκράτορος (σαγόνι), Διονυσίου (άλλο σαγόνι), Ιβήρων, Ζωγράφου, Σταυρονικήτα, και στο ναό Ζωοδόχου Πηγής Μεσημβρίας (άλλο κομμάτι του κεφαλιού του). 
     Πόσο μακριά είναι όλα αυτά από τις διακηρύξεις του ιδρυτή της Εκκλησίας: «ο Θεός είναι πνεύμα και εκείνοι που τον προσκυνούν, με πνεύμα και αλήθεια πρέπει να τον προσκυνούν» (Ιωάννης Δ/4: 24). Αντί να στρέφει η εκκλησία τον κόσμο προς το Θεό, τον έστρεφε και τον στρέφει σε υλικά αντικείμενα, «χάριν αισχρού κέρδους» (επιστολή Τίτο Α/1: 11). 
      Οι «αφέσεις». Ο πάπας Γρηγόριος Α΄ (590 – 605) ήταν που θεσμοθέτησε το δόγμα ότι ανάμεσα στη γη και στον ουρανό υπάρχει ένα ενδιάμεσος χώρος, που λειτουργεί το «Καθαρτήριο Πυρ», το οποίο με την εφαρμογή ενός συστήματος τιμωριών καθαρίζει την ψυχή από τις αμαρτίες της και την κάνει ικανή να προχωρήσει στον ουρανό. Διακήρυτταν ότι ο Ιησούς Χριστός και οι Άγιοι χάρη στις εξαιρετικές αρετές τους όσο ζούσαν σ’ αυτόν τον κόσμο, συσσώρευσαν στον ουρανό ένα πλεόνασμα χάρης, από το οποίο μπορεί να αντλεί η Εκκλησία, για να ικανοποιεί τις ανάγκες των κοινών θνητών. 
     Αυτή τη χάρη μπορούσε να την εκμεταλλευτεί η εκκλησία και να καθαρίζει τους ανθρώπους από τις αμαρτίες τους. Έτσι φτάσαμε η εκκλησία να εκδίδει τα λεγόμενα «συγχωροχάρτια», τα οποία πλήρωναν οι άνθρωποι, για να τα αποκτήσουν, προκειμένου να συγχωρεθούν οι αμαρτίες τους. Με τον τρόπο αυτό δημιουργήθηκε μια τεράστια «επιχείρηση», που προσέφερε πολύ μεγάλα οικονομικά κέρδη στην εκκλησία. Όλο και πιο πολύ επικρατούσε η πεποίθηση ότι με την αγορά συχωροχαρτιών από την εκκλησία μπορούσες να αγοράσεις τη σωτηρία σου. Σε τέτοιο βαθμό ηθικής κατάπτωσης και απόλυτου εξευτελισμού έφερε την εκκλησία η δίψα του χρήματος, ώστε επιτρεπόταν να αγοράσει κάποιος «άφεση» ακόμα και για αμαρτήματα που δεν είχε διαπράξει, για να έχει την ευχέρεια να τα απολαύσει με την άνεσή του, έχοντας εκ των προτέρων εξασφαλίσει τη συγχώρηση του Θεού. Η έκδοση των «αφέσεων» κορυφώθηκε από τον πάπα Ουρβανό Β΄ (1088 – 1099). Ο πάπας Ιούλιος Β΄(1503 – 1513) εξέδωσε συχωροχάρτια, για να συγκεντρώσει χρήματα και να οικοδομήσει το ναό του Αγίου Πέτρου στη Ρώμη. Ο πάπας Σίξτος Δ΄ (1471 – 1484) ήταν ο πρώτος που επεξέτεινε το σύστημα των «αφέσεων» και στους νεκρούς. Οι επιζώντες συγγενείς ή φίλοι αγόραζαν συγχωροχάρτια για τους νεκρούς τους, οι οποίοι με τον τρόπο αυτό δικαιώνονταν μετά θάνατο. 
      Η ιστορική επιστήμη έχει τεκμηριώσει ότι και η Ανατολική Εκκλησία δεν υπήρξε άμοιρη τέτοιων πρακτικών (μελέτη Φ. Ηλιού με τίτλο «Συγχωροχάρτια», που δημοσιεύτηκε σε δύο μέρη στο έγκριτο περιοδικό «Τα ιστορικά». Το Α΄ μέρος δημοσιεύτηκε στο τεύχος 1 & το β΄ μέρος στο τεύχος 3). 

     Σ΄ αυτήν την κατάσταση πολλοί πνευματικοί άνθρωποι άρχισαν να αντιδρούν. Δημιουργήθηκε το κίνημα του Ιωάννη Ουϊκλιφ (1320 - 1384 μ.Χ.) καθηγητή φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης. Δημιουργήθηκε το κίνημα του Ιωάννη Χούς (1372 - 1415), τον οποίο η Ιερά Εξέταση έκαψε στη φωτιά και άλλα.
      Στα κινήματα που ζητούσαν την αναμόρφωση της εκκλησίας είχε ενταχθεί και ένα μοναχός ονόματι Μαρτίνος Λούθηρος, που είχε γεννηθεί στις 10-11-1483 και ήταν το πρώτο από τα έξι παιδιά του Χάνς και της Μαργαρίτας. Ο Λούθηρος ως μοναχός εφάρμοζε και αυτός όλα όσα έλεγε η εκκλησία. Ενώ όμως τηρούσε όλους τους τύπους, τις νηστείες, τις σκληραγωγίες, η ψυχή του δεν έβρισκε ικανοποίηση και καμία βεβαιότητα σωτηρίας δεν υπήρχε μέσα του. 
     Μία μέρα, καθώς διάβαζε την Αγία Γραφή, ξαφνιάστηκε με τη φράση του Αποστόλου Παύλου στην επιστολή «προς Ρωμαίους» : «ο δε δίκαιος θα ζήσει, δια της πίστεως» (Ρωμαίους Α/1: 17). Αυτή είναι η μεγαλύτερη αποκάλυψη που έκανε ο Θεός στον προφήτη Αββακούμ 650 χρόνια π.Χ. (βιβλίο Αββακούμε Β/2: 4). Καθώς μελετούσε τούτες τις φράσεις, επήλθε μέσα του μια μεγάλη μεταστροφή όμοια με εκείνη τη μεταστροφή που ήρθε μέσα στην καρδιά του Σαύλου, μετέπειτα Αποστόλου Παύλου, καθώς βάδιζε στο δρόμο προς την Δαμασκό (Πράξεις Θ/9: 3). Έτσι ξεκίνησε η αναμόρφωση της εκκλησίας του 16ου αιώνα με σύνθημά της το παραπάνω εδάφιο, που έφερε και πάλι στον άνθρωπο την ελευθερία της θρησκευτικής του συνείδησης και την απευθείας προσέλευση του αμαρτωλού ανθρώπου προς το Θεό, διά Ιησού Χριστού, χωρίς την πολυδαίδαλη ιεραρχία των ανθρωπίνων επεμβάσεων στα ζητήματα που είχαν σχέση με τη σωτηρία του. 
    Συνταραγμένος από τούτη την αποκάλυψη του Πνεύματος του Θεού ο μοναχός Μαρτίνος Λούθηρος αποφάσισε να αντιδράσει. Την παραμονή λοιπόν κάποιας εορτής η πόλη Βιττεμβέργη της Γερμανίας ήταν πλημμυρισμένη από προσκυνητές, που είχαν έρθει, για να προσκυνήσουν τα περίφημα λείψανα των «αγίων». Γύρω στο μεσημέρι της 31ης Οκτωβρίου 1517 τοιχοκόλλησε στην κύρια πύλη του Ναού του Κάστρου τις 95 θέσεις του, γραμμένες στη λατινική γλώσσα, διαμαρτυρόμενος για την εμπορευματοποίηση της θρησκείας και για τον επαίσχυντο τρόπο με τον οποίο παραπλανούσαν οι θρησκευτικοί ηγέτες τους ανθρώπους σχετικά με τη σωτηρία του και τη σχέση τους με το Θεό. 
     Ο Μαρτίνος Λούθηρος υποστήριξε ότι :
   1/ Καμία απολύτως διάκριση δεν υπάρχει ανάμεσα στον κλήρο και το λαό. Ο ίδιος ο Κύριος διακήρυξε: «σεις όμως μη ονομασθείτε Ραββί διότι εις είναι ο καθηγητής σας, ο Χριστός πάντες δε σεις αδελφοί είσθε» (Ματθαίος ΚΓ/23: 8). 
   2/ Εφόσον κάθε χριστιανός είναι και ιερέας, «όστις έκαμεν ημάς βασιλείς και ιερείς εις τον Θεόν» (Αποκάλυψη Α/1: 6), έχει το δικαίωμα να μελετάει και να ερμηνεύει τη Γραφή με το φως του Αγίου Πνεύματος και δεν αποτελεί αυτό αποκλειστικό προνόμιο του ιερατείου. 
   3/ Η Αγία Γραφή, που «είναι δύναμις Θεού προς σωτηρίαν εις πάντα τον πιστεύοντα» (Ρωμαίους Α/1: 16), που είναι «λόγοι ζωής αιωνίου» (Ιωάννης Σ/6: 68) είναι η μόνη αλήθεια και αποτελεί τον γνώμονα για τη διαμόρφωση των δογμάτων της Εκκλησίας. 
    Χαρακτηριστικά αναφέρομαι ότι: Με την 36η θέση της διαμαρτυρίας του διακήρυττε ότι κάθε άνθρωπος που μετανοούσε ειλικρινά είχε πλήρη συγχώρεση από το Θεό και δε χρειαζόταν κανένα συγχωροχάρτι. Με την 62 θέση διευκρινίζει ότι ο γνήσιος θησαυρός και ο γνώμονας στην πίστη του ανθρώπου θα πρέπει να είναι το Ιερό Ευαγγέλιο. Στην 86η θέση ρωτούσε: Γιατί για την ανοικοδόμηση του Ναού του Αγίου Πέτρου δεν προσφέρει ο Πάπας, ο πλουσιότερος των πλουσίων, χρήματα και ζητάει από φτωχούς ανθρώπους; 
     Η μεγάλη επανάσταση της θρησκευτικής μεταρρύθμισης είχε αρχίσει. Το φως είχε νικήσει το σκοτάδι. Η μεγάλη επιβεβαίωση του Λόγου του Θεού είχε έρθει. «Ο Λόγος του Θεού δεν δεσμεύεται» (Β΄ Τιμόθέου Β/2: 9). Μπορεί να έφεραν λυσσαλέα αντίδραση, Αυτοκράτορες & Αυτοκρατορίες, Βασιλείς, "πνευματικοί" ηγέτες, καθοδηγούμενοι από τον αιώνιο εχθρό της αλήθειας, το διάβολο, όμως όλοι αυτοί σήμερα δεν υπάρχουν και θα δώσουν λόγο στο Θεό γι’ αυτές τις πράξεις του. Ο Λόγος του Θεού όμως υπάρχει και καθημερινά επεκτείνεται και σε άλλους ανθρώπους, που ακούν "για τη δωρεά του Θεού, για την κατά χάριν σωτηρία, διά του Ιησού Χριστού" (Εφεσίους Β/2: 8). 

                                                   «ο δίκαιος θα ζήσει, δια της πίστεως».

      Όλη η χριστιανική πίστη περικλείεται σε τούτες της λίγες γραμμές. Η Αγία Γραφή επικαλείται την πίστη για τη δικαίωση και σωτηρία του αμαρτωλού ανθρώπου. Υπήρξε περίοδος, κατά την οποία ο άνθρωπος, για να ζήσει σύμφωνα με το θέλημα του Θεού, έπρεπε να κάνει κάποια καλά έργα, που ο Μωσαϊκός νόμος προέβλεπε. Η εντολή του Θεού ήταν: «θέλετε φυλάττει τα προστάγματά μου και τις κρίσεις μου, τα οποία κάμνων ο άνθρωπος θέλει ζήσει δι’ αυτών» (Λευιτικό ΙΗ/18: 5). Όμως ο Μωσαϊκός Νόμος, χωρίς να παύσει να είναι πνευματικός, αποδείχθηκε στην πράξη ότι ήταν αδύναμος να δώσει ζωή στον αμαρτωλό άνθρωπο, γιατί ο άνθρωπος είναι σαρκικός, πουλημένος στην αμαρτία και ήταν αδύνατον να τον εφαρμόσει. Ο προφήτης "Ησαΐας" (Α/1: 5,6), αναφέρει: «όλη η κεφαλή είναι άρρωστη, και όλη η καρδιά κεχαυνωμένη, από ίχνους ποδός, μέχρι κεφαλής δεν υπάρχει εν αυτώ ακεραιότητας, αλλά τραύματα, και μελανίσματα και έλκη σεσηπότα». Έτσι κατάντησε η αμαρτία τον άνθρωπο. Δεν αστόχησε ο νόμος, αλλά ο άνθρωπος δεν μπόρεσε να εφαρμόσει το νόμο εξαιτίας της αμαρτίας. 
       Εκείνο που δεν μπόρεσε να εφαρμόσει ο άνθρωπος το εφάρμοσε με την άσπιλη, την αμόλυντη και ηθικά τέλεια ζωή Του ο Ιησούς Χριστός, ο οποίος «ήρθε με ομοίωμα σαρκός αμαρτίας και περί αμαρτίας, κατέκρινε την αμαρτία στη σάρκα» (Ρωμαίους Η/8: 3). Έτσι λοιπόν ο Ιησούς Χριστός έλαβε σάρκα, έγινε «όμοιος με ημάς, παρ’ εκτός αμαρτίας» (Φιλιππισίους Α/1: 5-8) και πέθανε πάνω στο σταυρό πληρώνοντας για τις δικές μας αμαρτίες, ικανοποιώντας έτσι τη δικαιοσύνη του Θεού. Έπρεπε να πεθάνει ο άνθρωπος εξαιτίας της αμαρτίας, όμως στη θέση του πέθανε, πληρώνοντας για την αμαρτία του ανθρώπου, ο Ιησούς Χριστός, o Υιός του Θεού του ζώντος.
     Μέχρι τη μεγάλη στιγμή, στην οποία ο Ιησούς Χριστός υψώθηκε ως αντικαταστάτης του αμαρτωλού στον Σταυρό του Γολγοθά, ο Νόμος της δικαιοσύνης του Θεού ζητούσε αμείλικτα το θάνατο του αμαρτωλού, που χρεοκόπησε στην ατέρμονη προσπάθειά του να αποκτήσει ζωή, μέσα από τα έργα του. Διότι ο «μισθός της αμαρτίας, είναι θάνατος» (Ρωμαίους Σ/6: 23). 
      Όμως πάνω στο σταυρό δόθηκε η τελευταία μάχη και εκεί έγινε ένα Έργο αντικατάστασης του αμαρτωλού ανθρώπου στο θάνατο, το οποίο δέχτηκε ο Θεός. Ο Χριστός με τη ζωή του εκπλήρωσε όλες τις απαιτήσεις του Μωσαϊκού Νόμου και αποδείχτηκε ο τέλειος "Υιός του Ανθρώπου", από τον οποίο ο Νόμος δεν είχε τίποτα να αξιώσει, αλλά με το θάνατό Του προσέφερε την τέλεια ζωή Του υπέρ του αμαρτωλού κόσμου. Στο σταυρό ο Χριστός πήρε πάνω Του την ενοχή και την αμαρτία του κάθε ανθρώπου (Εβραίους Β/2: 9). Έτσι με το θάνατό Του πλήρωσε τα λύτρα της δικής μας αμαρτίας και με τον τρόπο αυτό λύθηκε ολοκληρωτικά το ζήτημα της σωτηρίας του ανθρώπου. Ο συγγραφέας της επιστολής «προς Εβραίους» (κεφ. Θ/9, εδ. 12) διακηρύττει: «ουδέ δι' αίματος τράγων και μόσχων, αλλά διά του ιδίου αυτού αίματος, εισήλθεν άπαξ εις τα άγια, αποκτήσας αιωνίαν λύτρωσιν». 
      Εφόσον ο Χριστός, ως αντιπρόσωπος μιας ολόκληρης αμαρτωλής ανθρωπότητας, πλήρωσε με το αίμα Του και απόκτησε αιώνια λύτρωση για τον αμαρτωλό άνθρωπο, πλέον τα έργα του Νόμου σαν μέσο σωτηρίας του ανθρώπου καταργήθηκαν και τη θέση τους πήρε το τέλειο και ολοκληρωμένο (τετέλεσται) Έργο του σταυρού του Χριστού. 
      Για να γίνει τούτο το μοναδικό Έργο βίωμα στη ζωή του ανθρώπου και να δικαιωθεί ο άνθρωπος απέναντι στο Θεού, δεν απαιτείται παρά μόνον να πιστέψει ο άνθρωπος στο Πρόσωπο και στο Έργο του Ιησού Χριστού. Να πιστέψει σε Εκείνον που πέθανε γι’ αυτόν. Κάποιοι κάτοικοι της Κορίνθου την εποχή του Αποστόλου Παύλου έλεγαν: «Εγώ είμαι του Παύλου, εγώ του Απολλώ, εγώ του Κηφά, εγώ του Χριστού». Η απάντηση του Απ. Παύλου ήταν κατηγορηματική: «διεμερίσθη ο Χριστός; Μήπως ο Παύλος εσταυρώθη για σας;» (Α΄ Κορινθίους Α/1: 12,13). 
     Πώς γνωρίζουμε ότι το Έργο της αντικατάστασης του αμαρτωλού ανθρώπου, το οποίο έκανε ο Χριστός πάνω στο σταυρό, έγινε αποδεκτό από τον Πατέρα; Πώς γνωρίζουμε ότι ο Χριστός μας δικαίωσε; Την απάντηση την έδωσαν δύο άνδρες με απαστράπτοντα ρούχα, που ρώτησαν τις μυροφόρες γυναίκες: «Τι ζητάτε, το ζωντανό ανάμεσα στους νεκρούς, Ανέστη» (Λουκάς ΚΔ/24: 5,6). Ο Απ. Πέτρος αναφέρει την ημέρα της "Πεντηκοστής": «Ο Θεός ανέστησε το Χριστό από τους νεκρούς λύνοντας τις ωδίνες του θανάτου, γιατί δεν ήταν δυνατόν να κρατείται από αυτόν» (Πράξεις Β/2: 24). Ο Χριστός αναστήθηκε, γιατί ο Θεός Πατέρας δέχτηκε το Έργο Του πάνω στο σταυρό. «Ο Χριστός απέθανε για τις αμαρτίες μας και ανέστη για τη δικαίωσή μας» (Ρωμαίους Δ/4: 25).
    Πλέον η δικαίωση του ανθρώπου εξασφαλίζεται δια της πίστεως. Ο Θεός, ο οποίος μισεί την αμαρτία, αλλά αγαπάει τον αμαρτωλό, δέχεται τον αμαρτωλό άνθρωπο και τον αναγνωρίζει ως δίκαιο, εφόσον και γι’ αυτόν έχει πληρώσει ο Χριστός πάνω στο σταυρό. Στο βιβλίο των «Πράξεων των Αποστόλων» (κεφ. ΙΓ/13, εδ. 38,39) ο Απ. Πέτρος διακηρύττει : «Ας είναι λοιπόν γνωστό σε σας, ότι δια τούτου κηρύττεται προς εσάς άφεσης αμαρτιών και από όλα όσα δεν μπορέσατε δια του νόμου του Μωυσή  να δικαιωθείτε, δια τούτο πας πιστεύων δικαιούται». 
     Το Έργο της λύτρωσης, που ο Θεός έκανε δια Ιησού Χριστού, είναι τέλειο, είναι ολοκληρωμένο. Δε χρειάζεται να κάνει κάτι ο άνθρωπος γι’ αυτό. Τα έχει κάνει όλα ο Θεός για τη σωτηρία του ανθρώπου. Το μόνο που καλείται να κάνει ο άνθρωπος είναι να πιστέψει σ’ Αυτόν. Να πιστέψει ο άνθρωπος σε «Εκείνον τον οποίον ο Θεός απέστελλε» (Ιωάννης Σ/6: 29). Πολλές φορές ο άνθρωπος μέσα στην ασοφία του και την άγνοιά του, προσπαθεί να αλλάξει, να τροποποιήσει, να βελτιώσει, το Σωτήριο Έργο του Θεού διά Ιησού Χριστού. Μοιάζει έτσι με εκείνον τον άνθρωπο που στέκεται μπροστά στον αριστουργηματικό πίνακα της «Τζοκόντα» και έχοντας ένα πινέλο και κάποιες νερομπογιές προσπαθεί να βελτιώσει, σύμφωνα με τη γνώμη του, εκείνο το αιώνιο χαμόγελο, που συμβολίζει την αιωνιότητα και απεραντοσύνη της ψυχής του ανθρώπου. Κάτι τέτοιο, αν συνέβαινε, θα αποτελούσε έσχατη πράξη βανδαλισμού και βεβήλωσης. Αν για τα ανθρώπινα έργα ισχύει τούτο, πόσο μάλλον για το τέλειο και ολοκληρωμένο Έργο του σταυρού του Χριστού. 
      Πλέον ο Θεός κάθε άνθρωπο που προσέρχεται σ’ Αυτόν, δια της θυσίας του Ιησού Χριστού, δια του πολυτίμου αίματος που χύθηκε πάνω στο σταυρό, το οποίο «καθαρίζει ημάς από πάσης αμαρτίας» (Α΄ Ιωάννου Α/1: 7), τον δέχεται και τον αποκαλεί παιδί Του. «Όσοι δε εδέχθησαν αυτόν, εις αυτούς έδωκεν εξουσίαν να γείνωσι τέκνα Θεού, εις τους πιστεύοντας εις το όνομα αυτού» (Ιωάννης Α/1: 12). Μέσα από την πίστη στο Χριστό ο Θεός προσφέρει «αναγέννηση» (Ιωάννης Γ/3: 3) στον άνθρωπο και τον οδηγεί σε μία νέα πνευματική ζωή. Πλέον ο άνθρωπος γίνεται "νέο κτίσμα". Ο Λόγος του Θεού μας διαβεβαιώνει: «εάν τις ήναι εν Χριστώ είναι νέον κτίσμα τα αρχαία παρήλθον, ιδού, τα πάντα έγειναν νέα» (Β΄ Κορινθίους Ε/5: 17). Το Πνεύμα του Θεού που κατοικεί μέσα στην καρδιά του αναγεννημένου ανθρώπου τον διαβεβαιώνει γι’ αυτό, κράζοντας προς το Θεό: «Αββά ο Πατήρ» (Γαλάτας Δ/4: 6). 

       «Ο δίκαιος θα ζήσει, δια της πίστεως». Είθε ο Θεός να σφραγίσει τούτη τη μεγάλη διαχρονική αλήθεια μέσα στην καρδιά όλων μας, αλλά και να την αποκαλύψει και σε άλλους ανθρώπους που «χάνονται από έλλειψη γνώσεως» (Ωσηέ Δ/4: 6). ---

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου