Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Πέμπτη 13 Οκτωβρίου 2016

Ο Πλούσιος & ο φτωχός Λάζαρος.

 Ευαγγέλιον  «κατά Λουκάν»,   κεφ. ΙΣ/16,   εδ. 19 – 31. 

19 Ήτο δε άνθρωπός τις πλούσιος και ενεδύετο πορφύραν και στολήν βυσσίνην, ευφραινόμενος καθ' ημέραν μεγαλοπρεπώς. 
20 Ήτο δε πτωχός τις ονομαζόμενος Λάζαρος, όστις έκειτο πεπληγωμένος πλησίον της πύλης αυτού 
21 και επεθύμει να χορτασθή από των ψιχίων των πιπτόντων από της τραπέζης του πλουσίου αλλά και οι κύνες ερχόμενοι έγλειφον τας πληγάς αυτού. 
22 Απέθανε δε ο πτωχός και εφέρθη υπό των αγγέλων εις τον κόλπον του Αβραάμ απέθανε δε και ο πλούσιος και ετάφη. 
23 Και εν τω άδη υψώσας τους οφθαλμούς αυτού, ενώ ήτο εν βασάνοις, βλέπει τον Αβραάμ από μακρόθεν και τον Λάζαρον εν τοις κόλποις αυτού.
24 Και αυτός φωνάξας είπε Πάτερ Αβραάμ, ελέησόν με και πέμψον τον Λάζαρον, διά να βάψη το άκρον του δακτύλου αυτού εις ύδωρ και να καταδροσίση την γλώσσαν μου, διότι βασανίζομαι εν τη φλογί ταύτη 
25 είπε δε ο Αβραάμ Τέκνον, ενθυμήθητι ότι απέλαβες συ τα αγαθά σου εν τη ζωή σου, και ο Λάζαρος ομοίως τα κακά τώρα ούτος μεν παρηγορείται, συ δε βασανίζεσαι 
26 και εκτός τούτων πάντων, μεταξύ ημών και υμών χάσμα μέγα είναι εστηριγμένον, ώστε οι θέλοντες να διαβώσιν εντεύθεν προς εσάς να μη δύνανται, μηδέ οι εκείθεν να διαπερώσι προς υμάς.
27 Είπε δέ παρακαλώ σε λοιπόν, πάτερ, να πέμψης αυτόν εις τον οίκον του πατρός μου 
28 διότι έχω πέντε αδελφούς διά να μαρτυρήση εις αυτούς, ώστε να μη έλθωσι και αυτοί εις τον τόπον τούτον της βασάνου. 
29 Λέγει προς αυτόν ο Αβραάμ, Έχουσι τον Μωϋσήν και τους προφήτας ας ακούσωσιν αυτούς. 
30 Ο δε είπεν Ουχί, πάτερ Αβραάμ, αλλ' εάν τις από νεκρών υπάγη προς αυτούς, θέλουσι μετανοήσει. 
31 Είπε δε προς αυτόν Εάν τον Μωϋσήν και τους προφήτας δεν ακούωσιν, ουδέ εάν τις αναστηθή εκ νεκρών θέλουσι πεισθή. 

           ΣΧΟΛΙΑ :
     Τα παραπάνω λόγια του Κυρίου περιγράφουν ένα πραγματικό γεγονός, πρόκειται για μια ιστορία στην οποία μάλιστα αναφέρονται τόσο το όνομα του ενός εκ των πρωταγωνιστών (Λάζαρος), όσο και άλλα ιστορικά πρόσωπα όπως ο Αβραάμ, ο Μωυσής. Πρόκειται για μια  ιστορία και όχι για μια παραβολή όπως ορισμένοι ισχυρίζονται, την οποία γνώριζε ο Κύριος και στην οποία περιέχεται πλήθος δογματικών διδασκαλιών περί ψυχής και περί Άδη, οι οποίες μας βοηθούν να κατανοήσουμε τα τόσο σοβαρά πέραν του τάφου αιώνια ζητήματα. Τα γεγονότα τα οποία ιστορούνται εξελίσσονται σε δύο φάσεις, μία εδώ στη γη και μία έξω από τη γη, μετά θάνατον. Και βεβαίως μια τέτοια ιστορία μόνον ο Κύριος θα μπορούσε να γνωρίζει, αφού η αντίληψη η δική μας είναι μόνον για τούτη τη ζωή και όχι πέραν αυτής. Η αναφορά γίνεται για δύο ανθρώπους που, αν και ήταν πολύ κοντά ο ένας στον άλλον και ζούσαν μαζί στο ίδιο γεωγραφικό χώρο, η ζωή τους παρουσιάζει πολύ μεγάλες διαφορές και για το λόγο αυτό η πορεία τους ήταν τελείως διαφορετική. 
   
ΜΕΡΟΣ 1ο 
      Ο ένας ήταν πολύ πλούσιος και αυτό  διακρίνεται από το ότι «ενεδύετο πορφύραν και στολή βυσσίνην». Ένας άνθρωπος μπορεί να έχει χρήματα, να ντύνεται όπως θέλει, να πηγαίνει, όπου θέλει, όμως μέσα του να αισθάνεται πολύ πτωχός. Θα έλεγα ότι οι πιο πλούσιοι άνθρωποι αυτής της ζωής είναι και οι πιο φτωχοί. Ας θυμηθούμε την τραγική εκείνη εκκλησία της "Λαοδίκεας" για την οποία ο Κύριος αναφέρει: «διότι λέγεις, ότι πλούσιος είμαι και επλούτησα, και δεν έχω χρείαν ουδενός και δεν εξεύρεις ότι συ είσαι ο ταλαίπωρος, και ελεεινός και πτωχός και τυφλός και γυμνός» (Αποκάλυψη Γ/3: 17). 
     Τούτος ο άνθρωπος στηριζόμενος στον υλικό του πλούτο ζούσε «ευφραινόμενος καθ’ ημέραν μεγαλοπρεπώς». Ήταν ένας άνθρωπος πετυχημένος στη ζωή, αναγνωρισμένος από όλους, πλούσιος, επιφανής, θα έλεγε κανείς ότι δεν του έλειπε τίποτα. Πόσο μοιάζει τούτος ο άνθρωπος με τον άφρονα πλούσιο της παραβολής του Κυρίου (Λουκάς ΙΒ/12: 16 - 21), ο οποίος μετά από μια μεγάλη σοδειά διαλογιζόταν τι να κάνει με τα προϊόντα του, για να καταλήξει μετά από πολλή σκέψη στο συμπέρασμα: «θα γκρεμίσω τις αποθήκες μου και θα οικοδομήσω νέες». Όλα αυτά σκεπτόταν χωρίς να εξετάσει και την άλλη πλευρά: «εγένετο αποθανείν». Στο "αποθανείν" δεν πάει ποτέ τελεία. Θάνατος δεν είναι παύση ύπαρξης, δεν είναι ύπνος αλλά μετάβαση σε μιαν άλλη πραγματικότητα, εν αναμονή της κρίσεως από τον δικαιοκρίτη Θεό. Στην επιστολή «προς Εβραίους» (κεφ. Θ/9, εδ. 24) ο συγγραφέας αναφέρει: «είναι αποφασισμένον εις τους ανθρώπους άπαξ να αποθάνωσι, μετά δε τούτο είναι κρίσις». Μετά το θάνατο υπάρχει κρίση. 
      Η άπληστη ζωή του είχε οδηγήσει τούτον τον άνθρωπο σε αλαζονεία, σε ασπλαχνία. Θα πρέπει να διευκρινίσουμε ότι η αμαρτία του πλουσίου δεν ήταν βεβαίως ο πλούτος του, ούτε τα μεγαλοπρεπή του ενδύματα ή οι τροφές του, αλλά το ότι ο άνθρωπος αυτός φρόντιζε αποκλειστικά και μόνον για τον εαυτό του. Αντί ν' αγαπάει τον Θεό με όλη του καρδιά, όπως παράγγελναν ο Νόμος και οι Προφήτες (Δευτερονόμιο Σ/6: 5), αυτός αγαπούσε τα υλικά αγαθά που είχε στην κατοχή του. Αντί ν' αγαπάει τον πλησίον του, όπως τον εαυτόν του (Λουκάς Ι/10: 27), αυτός άφηνε τον Λάζαρο να υποφέρει μπροστά στην πόρτα του. 
      Η παρουσία του Λαζάρου έξω από το σπίτι του ήταν γι’ αυτόν μια ευκαιρία να δείξει αγάπη και ανθρωπισμό. Η αμαρτία του ήταν ότι, ενώ έβλεπε το συνάνθρωπό του να λιμοκτονεί, αυτός έμενε εντελώς αδιάφορος. Το μόνο καθημερινό ενδιαφέρον του ήταν τα πλούτη, οι μετοχές… τίποτα παραπέρα. Τον διακατείχε μια παντελής έλλειψη ανθρωπισμού, ιδανικών, αξιών, συναισθημάτων κλπ. Το σώμα του καλοπερνούσε μέσα στις ανέσεις, όμως η ψυχή του αργοπέθαινε μέσα στη σκληρότητα και την αδιαφορία για τον Θεό. 
    Το ίδιο συμβαίνει και με κάθε άνθρωπο που προσκολλάται αποκλειστικά στα υλικά αγαθά και ενεργεί κατά τον ίδιο τρόπο. Νομίζει ο άνθρωπος ότι θα ευτυχίσει μέσα από τα υλικά αγαθά. Μέσα από τον καθημερινό ανελέητο αγώνα για την απόκτησή τους σκληραίνει η καρδιά του, αγριεύει η ψυχή του. Ο Κύριος όμως ήταν κατηγορηματικός. «είναι γεγραμμένον ότι με άρτον μόνον δεν θέλει ζήσει ο άνθρωπος, αλλά με πάντα λόγον Θεού» (Λουκάς Δ/4: 4). Επίσης «προσέχετε και φυλάττεσθε από της πλεονεξίας διότι εάν τις έχει περισσά, η ζωή αυτού δεν συνίσταται εκ των υπαρχόντων αυτού» (Λουκάς ΙΒ/12: 15). 
  Μεγαλοπρεπής θα ήταν η κηδεία του. Στεφάνια, λόγοι, υπουργοί, άρχοντες θα εξήραν την προσωπικότητα του αποδημήσαντος, το σπουδαίο κοινωνικό του ρόλο, καθώς και το μεγάλο και δυσαναπλήρωτο κενό που αφήνει για την οικογένειά του, αλλά και για ολόκληρη την κοινωνία.

ΜΕΡΟΣ 2ο 
     Ο δεύτερος άνθρωπος της ιστορίας μας είναι φτωχός. Δε διαθέτει υλικό πλούτο, δεν έχει καν τα στοιχειώδη προς το ζην. Σ’ αυτήν τη ζωή μπορεί να συναντήσει κανείς κάποιον που να είναι πτωχός και περιφρονημένος από τους ανθρώπους, όμως στην πραγματικότητα να είναι πλούσιος για το Θεό (Ιάκωβος Β/2: 5–9). Το γεγονός ότι ο Κύριος τον αποκαλεί με το όνομά του, που ήταν Λάζαρος (Εβραϊκά Ελιέζερ, σημαίνει ελεημένος του Θεού), δείχνει ότι τον γνώριζε έτσι όπως ο Θεός γνωρίζει τους δικούς Του, "τους έχει ζωγραφίσει στην παλάμη Του" (Ησαΐας ΜΘ/49, εδ.16), "έχει αριθμήσει τις τρίχες της κεφαλής τους" (Λουκάς ΙΒ/12: 7). "Σε γνωρίζω με τ' όνομά σου", λέγει Κύριος (Έξοδος ΛΓ/33: 17). Ήταν ανώνυμος για τους ανθρώπους τούτος ο πτωχός άνθρωπος, όμως ήταν επώνυμος για τον Θεό.
      Ίσως αναρωτηθεί κάποιος πώς ο Κύριος γνώριζε το όνομα του πτωχού που ήταν δικός Του και δε γνώριζε το όνομα του πλουσίου; Για τον άνθρωπο που είναι μακριά από το Θεό ισχύει εκείνο που είπε ο Κύριος στις μωρές παρθένες: «…δεν σας γνωρίζω» (Ματθαίος ΚΕ/25: 12). Παρατηρώντας τη συμπεριφορά του πλουσίου απέναντι στο φτωχό βλέπουμε πόσο σκληρός και αδιάφορος ήταν προς το συνάνθρωπό του. 
    Στο κείμενο της παραβολής διαβάζουμε: "Πέθανε ο φτωχός και μετά από κάποιο χρονικό διάστημα πέθανε και ο πλούσιος". Θα κάνουμε μία παρένθεση, για να υπενθυμίσουμε για άλλη μία φορά ότι ο θάνατος δεν ήταν μέσα στα σχέδια του Θεού. Το θάνατο δεν τον δημιούργησε ο Θεός, o θάνατος μπήκε στην πορεία της ζωής του ανθρώπου εξαιτίας της αμαρτίας του και της αποστασίας του από το ζωντανό και αληθινό Θεό. Ο Θεός είχε προειδοποιήσει τον άνθρωπο: «από δε του ξύλου της γνώσεως του καλού και του κακού δεν θέλεις φάγει απ' αυτού διότι καθ' ην ημέραν φάγης απ' αυτού, θέλεις εξάπαντος αποθάνει» (Γένεση Β/2: 17). Υπάρχει σωματικός θάνατος, που είναι ο χωρισμός της ψυχής από το σώμα και υπάρχει και πνευματικός θάνατος, που είναι η κατάσταση του ανθρώπου, που είναι αποκομμένος  από την πηγή της ζωής τον Ιησού Χριστό (Ιωάννης ΙΔ/14: 6). Όταν ο Κύριος έλεγε: «Αληθώς, αληθώς σας λέγω ότι έρχεται ώρα, και ήδη είναι, ότε οι νεκροί θέλουσιν ακούσει την φωνήν του Υιού του Θεού, και οι ακούσαντες θέλουσι ζήσει» (Ιωάννης Ε/5: 25), εννοούσε αυτή τη δεύτερη κατηγορία ανθρώπων που ζουν μακριά από τον Θεό και είναι πνευματικά νεκροί. Σ’ αυτούς ο Θεός  δίνει  ευκαιρίες ν' ακούσουν "την φωνήν του Υιού του Θεού", ν' ανταποκριθούν με μετάνοια και πίστη στην πρόσκληση του Ιησούς Χριστού, που είναι προς όλους τους ανθρώπους, για να Τον γνωρίσουν (Ματθαίος ΙΑ/11: 28). Όσοι υπακούσουν στην πρόσκλησή Του, θα σωθούν. 
      Όλοι οι άνθρωποι γεύονται το φοβερό μυστήριο του θανάτου. Ο Λόγος του Θεού μας διευκρινίζει: «διά τούτο καθώς δι' ενός ανθρώπου η αμαρτία εισήλθεν εις τον κόσμον και διά της αμαρτίας ο θάνατος, και ούτω διήλθεν ο θάνατος εις πάντας ανθρώπους, επειδή πάντες ήμαρτον» (Ρωμαίους Ε/5: 12). Ο φυσικός θάνατος είναι το πιο σίγουρο, το πιο βέβαιο γεγονός μέσα στη ζωή κάθε ανθρώπου.

ΜΕΡΟΣ 3ο 
    Μέχρι εδώ μπορούσε ο καθένας να δει τι συμβαίνει. Από δω και πέρα έρχεται να μας πει ο Κύριος για το τι συνέβη μετά το θάνατο των δύο αυτών ανθρώπων: 
      --«Απέθανε δε πτωχός και εφέρθη υπό των Αγγέλων, εις τον κόλπον του Αβραάμ». 
     Ο Αβραάμ είναι ο πατέρας της πίστεως στο Θεό και στην αγκαλιά του δεν μπορεί παρά να πάνε όλοι εκείνοι που έχουν την ίδια πίστη μ' αυτόν για το Θεό. «Κόλπος του Αβράαμ» είναι ένα από τα ονόματα του παραδείσου. Είναι ο προσωρινός τόπος, όπου ευρίσκονται οι ψυχές των δικαίων και περιμένουν να ηχήσει η «εσχάτη σάλπιγγα» (Α' Κορινθίους ΙΕ/15: 52), όπου οι νεκροί θ' αναστηθούν. 
     Είναι φανερό ότι όταν ακόμα ζούσε ο Λάζαρος είχε πιστέψει στον αληθινό Θεό και αυτό είχε σαν αποτέλεσμα, όταν πέθανε η ψυχή του να παραληφθεί από τους αγγέλους και να οδηγηθεί στους "κόλπους του Αβραάμ". Εδώ φαίνεται καθαρά η αξία του θανάτου του πιστού ανθρώπου. Ο ψαλμωδός μας αναφέρει: "Πολύτιμος ενώπιον του Κυρίου ο θάνατος των οσίων αυτού" (Ψαλμός ΡΙΣ/116: 15). Ο πιστός άνθρωπος αμέσως μετά το θάνατό του μεταφέρεται στην παρουσία του Θεού. 
    Θα πρέπει να διευκρινίσουμε ότι δεν ήταν η φτώχεια που έστειλε τούτον τον άνθρωπο στον Παράδεισο, αλλά η  πίστη του στο Θεό. Στον βιβλίο "Α' Σαμουήλ" (ΙΣ/16: 7) αναφέρεται: "... διότι ο άνθρωπος βλέπει το φαινόμενον, ο δε Κύριος βλέπει την καρδίαν". Αυτή η πίστη του εκδηλώθηκε μέσα από την υπομονή την οποία επέδειξε στη ζωή του, περιμένοντας την ώρα του Κυρίου. Ο συγγραφέας της επιστολής "προς Εβραίους" (Ι/10: 36) αναφέρει: "έχετε χρείαν υπομονής, διά να κάμητε το θέλημα του Θεού και να λάβητε την επαγγελίαν" και ο Ευαγγελιστής "Λουκάς" (κεφ. ΚΑ/21, εδ. 19) συμπληρώνει: "διά της υπομονής σας αποκτήσατε τας ψυχάς σας".
      --«Απέθανε δε και ο πλούσιος και ετάφη». 
   Στη ζωή του τούτος ο άνθρωπος αδιαφόρησε για τα αιώνια, ζώντας εφησυχασμένος ότι είναι απόγονος του Αβραάμ (Λουκάς ΙΗ/18: 33), ακολουθώντας πιστά τη νοοτροπία: "όπως τα βρήκαμε, έτσι θα τ' αφήσουμε...". Πολυάσχολος, με πλούτη πολλά, χωρίς κανένα ενδιαφέρον για τους συνανθρώπους του, βάδιζε ολοταχώς προς την αιώνια κόλαση, χωρίς να το έχει αντιληφθεί. Αλήθεια τι τραγωδία! Πόσοι άνθρωποι γύρω μας βρίσκονται σ' αυτή την κατάσταση! 
   Ο πλούσιος, έχοντας σαν πίστη του εκείνο που οι σοφιστές στην Αρχαία Αθήνα διακήρυτταν: «φάωμεν, πίωμεν αύριο γαρ αποθνήσκωμεν», απέθανε και ετάφη και από εκεί η ψυχή του μεταφέρθηκε στον Άδη, όπου και βασανιζόταν. Ο Άδης είναι ο προσωρινός τόπος, όπου πηγαίνουν οι ψυχές των αδίκων και εκεί περιμένουν την ανάσταση της κρίσης για να σταθούν και να λογοδοτήσουν ενώπιον του αδέκαστου Κριτή. «Και είδον τους νεκρούς, μικρούς και μεγάλους, ισταμένους ενώπιον του Θεού, και τα βιβλία ηνοίχθησαν και βιβλίον άλλο ηνοίχθη, το οποίον είναι της ζωής και εκρίθησαν οι νεκροί εκ των γεγραμμένων εν τοις βιβλίοις κατά τα έργα αυτών Και έδωκεν η θάλασσα τους εν αυτή νεκρούς, και ο θάνατος και ο άδης έδωκαν τους εν αυτοίς νεκρούς, και εκρίθησαν έκαστος κατά τα έργα αυτών» (Αποκάλυψη Κ/20: 12). Είναι αναγκαίο να διευκρινίσουμε πια είναι τα "έργα" στα οποία αναφέρεται ο λόγος του Θεού. Κάποτε οι μαθητές ρώτησαν τον Κύριο: "Τι να κάμωμεν, διά να εργαζώμεθα τα έργα του Θεού;". Η απάντηση του Κυρίου ήταν: "Απεκρίθη ο Ιησούς και είπε προς αυτούς· Τούτο είναι το έργον του Θεού, να πιστεύσητε εις τούτον, τον οποίον εκείνος απέστειλε" (Ιωάννης Σ/6: 28,29). Η κρίση για την οποία γίνεται λόγος αφορά όλους τους άπιστους όλων των εποχών, που πέθαναν, χωρίς Χριστό, χωρίς κανένα ενδιαφέρον για τα αιώνια πράγματα. 
     Στον Άδη λοιπόν όπου βρισκόταν ο πλούσιος σήκωσε τα μάτια του - άλλη μια απόδειξη ότι ο Άδης είναι κάτω - και είδε από μακριά τον Αβραάμ και το Λάζαρο να βρίσκεται στην αγκαλιά του. Πώς άλλαξαν τα πράγματα! Κάποτε ο Λάζαρος ύψωνε τα μάτια του, για να δει τον πλούσιο, τώρα γίνεται το αντίθετο. Ο Κύριος μας έχει προειδοποιήσει: «Πολλοί όμως πρώτοι θέλουσιν είσθαι έσχατοι και οι έσχατοι πρώτοι» (Μάρκος Ι/10: 31). 

     Ακολουθεί μία ενδιαφέρουσα συνομιλία μεταξύ του πλούσιου και του Αβραάμ: 
    ΠΛΟΥΣΙΟΣ: Πάτερ Αβραάμ, ελέησέ με και στείλε το Λάζαρο να βουτήξει την άκρη του δακτύλου του σε νερό και να δροσίσει τη γλώσσα μου, διότι υποφέρω μέσα σ’ αυτή τη φλόγα. Αποκαλεί τον Αβραάμ «Πατέρα». Το ίδιο ακριβώς έκαναν και οι Φαρισαίοι. «Απεκρίθησαν και είπον προς αυτόν. Ο πατήρ ημών είναι ο Αβραάμ. Λέγει προς αυτούς ο Ιησούς. Εάν ήσθε τέκνα του Αβραάμ, τα έργα του Αβραάμ ηθέλετε κάμνει» (Ιωάννης Η/8: 39) και συνεχίζει ο Κύριος στο εδ. ΜΘ/49 «σεις είσθε εκ πατρός του διαβόλου και τας επιθυμίας του πατρός σας θέλετε να πράττετε». Ενώ το υλικό του σώμα βρισκόταν μέσα στον τάφο  η ψυχή του ευρισκόταν σε μία δυσχερή, τραγική κατάσταση καθώς "βασανιζόταν μέσα στη φλόγα". 
    ΑΒΡΑΑΜ : "Παιδί μου, θυμήσου ότι συ απόλαυσες τα αγαθά σου στη ζωή σου και ο Λάζαρος τα κακά. Τώρα όμως αυτός εδώ παρηγορείται και συ υποφέρεις. Και εκτός απ' όλα αυτά υπάρχει μεταξύ μας ένα μεγάλο χάσμα, ώστε να μην μπορούν να περάσουν από εδώ προς εσάς, ούτε από σας προς εμάς". 
   Του μιλάει με πολλή τρυφερότητα (παιδί μου) και του υπενθυμίζει τη Θεία Δικαιοσύνη. Τον προσκαλεί να θυμηθεί τα γεγονότα της επίγειας ζωής του. Φαίνεται ότι η μνήμη όχι μόνον δεν έχει εγκαταλείψει τις ψυχές, αλλά μάλλον λειτουργεί ταχύτερα και ακριβέστερα τώρα. Εκτός από όλα αυτά του λέει ο Αβραάμ: «ανάμεσα σε σας και σε μας υπάρχει ένα μεγάλο και αγεφύρωτο χάσμα, ώστε να μην μπορεί κανένας να το περάσει». Ούτε εμείς μπορούμε να έρθουμε εκεί που είστε σεις, αλλά ούτε και σεις μπορείτε να έρθετε εδώ που είμαστε εμείς. Καμία επικοινωνία δε θα μπορούν να έχουν εκείνοι που θα καταδικαστούν από τον Θεό με τους ευλογημένους Του που θα απολαμβάνουν αιώνια τον Παράδεισο κοντά Του. Ανάμεσα στην κόλαση και στον Παράδεισο «χάσμα μέγα εστήρικται», αναφέρει το αρχαίο κείμενο. 
      Είναι αναγκαίο να διευκρινίσουμε ότι ο πλούσιος δε βρέθηκε στην κόλαση, επειδή ήταν πλούσιος, ούτε επειδή απόλαυσε την ευτυχία στη ζωή του. Βρέθηκε στην κόλαση, στον "τόπο των βασάνων", επειδή το μόνο που τον ενδιέφερε στη ζωή του ήταν να περνάει καλά, να τρώει, να πίνει, να ντύνεται, χωρίς  κανένα ενδιαφέρον για τον συνάνθρωπό του και βεβαίως κανένα απολύτως ενδιαφέρον για τον Θεό και για την αιωνιότητα. Εκείνο που τον καταδίκασε ήταν ότι είχε την ελπίδα του στα χρήματα, ενώ η καρδιά του δε λογάριαζε τον Θεό. Καθόλου χρόνο στη ζωή του δε διέθεσε, για να σκεφτεί τον Θεό, για να ερευνήσει και να μάθει, τι ζητάει ο Θεός από το δημιούργημά Του τον άνθρωπο. Αγνόησε την προτροπή του προφήτη "Αμώς" (Δ/4: 12) "ετοιμάσθητι να απαντήσης τον Θεόν σου". Ο υλισμός είναι σαν ένα ισχυρό ναρκωτικό που αφαιρεί από τον άνθρωπο κάθε ενδιαφέρον για τους γύρω του και τον καθιστά αδιάφορο για την πέραν του τάφου ζωή. Πιστεύει ότι όλα αρχίζουν εδώ και όλα τελειώνουν εδώ. Με τον ίδιο ακριβώς τρόπο συμπεριφέρονταν και οι κάτοικοι των Σοδόμων: "υπερηφάνεια, πλησμονή άρτου και αφθονία τρυφηλότητας, αυτής και των θυγατέρων αυτής τον πτωχόν δε και τον ενδεή δεν εβοήθει" (Ιεζεκιήλ ΙΣ/16: 49). 
       Τούτοι οι άνθρωποι εξαιτίας της απιστίας τους και της αμετανοησίας τους υπήρξαν στη ζωή τους σκληρόκαρδοι, άσπλαχνοι, διώκτες, πονηροί, κακοί, μοχθηροί, άδικοι, εγκληματίες, παραβάτες του νόμου του Θεού. Ενώ ο Θεός ήταν έτοιμος να τους συγχωρήσει, αν μετανοούσαν και εκζητούσαν το Έλεός Του, όπως ακριβώς έκανε και με τους κατοίκους της Νινευή, πρωτεύουσα της Ασσυρίας, όταν μετανόησαν (Ιωνάς Γ/3: 10), αυτοί δε μετανόησαν, δε ζήτησαν το Έλεος και τη Χάρη του Θεού μέσα στη ζωή τους. Τι δυστυχία, τι φρίκη! «εκεί θέλει είσθαι ο κλαυθμός και ο τριγμός των οδόντων, όταν ίδητε τον Αβραάμ και Ισαάκ και Ιακώβ και πάντας τους προφήτας εν τη βασιλεία του Θεού, εαυτούς δε εκβαλλομένους έξω» (Λουκάς ΙΓ/13: 28).
      Στην   κόλαση   μακριά   από  τον  Θεό,  χωρίς  καμία επικοινωνία μαζί  Του, θα  βρεθούν  όλοι όσοι απέρριψαν ή αδιαφόρησαν στη ζωή τους, για τον Ιησού Χριστό. Ο ίδιος ο Κύριος διακήρυξε: «Και αύτη είναι η κρίσις, ότι το φως ήλθεν εις τον κόσμον, και οι άνθρωποι ηγάπησαν το σκότος μάλλον παρά το φώς διότι ήσαν πονηρά τα έργα αυτών» (Ιωάννη Γ/3: 19).
       Είναι πραγματικά ασύλληπτο! Για να πάρει μια ιδέα ο άνθρωπος, δε χρειάζεται παρά να βρεθεί για λίγο με ανθρώπους άδικους, κακούς, μοχθηρούς, που εχθρεύονται τον Ιησού Χριστό και τη διδασκαλία Του και θα δει πόσο άσχημα και στενάχωρα θα αισθανθεί. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι το «μέγα χάσμα» αρχίζει από τούτη τη ζωή και επεκτείνεται στην αιωνιότητα και η μόνη διαφορά που υπάρχει είναι ότι όσο ο άνθρωπος βρίσκεται στη ζωή, μπορεί, αν το θελήσει, να μετανοήσει για την αμαρτωλή ζωή του και ν' αλλάξει  πορεία. Αυτό συμβαίνει, γιατί ο Υιός του ανθρώπου δηλ. ο Ιησούς Χριστός έχει εξουσία "επί της γης" να συγχωρεί αμαρτίες (Ματθαίος Θ/9: 6 -- Μάρκος Β/2: 10 -- Λουκάς Ε/5: 24), μετά το θάνατο δεν υπάρχει δυνατότητα συγχώρησης. Ο συγγραφέας της επιστολής "προς Εβραίους" (Θ/9: 27) αναφέρει: "είναι αποφασισμένον εις τους ανθρώπους άπαξ να αποθάνωσι, μετά δε τούτο είναι κρίσις". Τον θάνατο ακολουθεί η κρίση του Θεού. 
      ΠΛΟΥΣΙΟΣ : Αφού δε γίνεται αλλιώς, τότε στείλε τον  Λάζαρο στο  σπίτι του Πατέρα μου, διότι  έχω πέντε  αδελφούς,  να  μαρτυρήσει  σ’ αυτούς,  ώστε να μην έρθουν στον τόπο αυτό των  βασάνων.  Εδώ  φαίνεται  καθαρά  ότι  η ψυχή  παρά το χωρισμό της από το σώμα διατηρεί τη συνείδησή της.  Ο πλούσιος ενδιαφερόταν  για τους  αδελφούς  του που ακόμα ζούσαν και παρακαλούσε τον  Αβραάμ να στείλει το Λάζαρο, για να τους κηρύξει μετάνοια. Ο άνθρωπος αυτός, ενώ είχε πεθάνει, είχε απόλυτη συνείδηση του περιβάλλοντος μέσα στο οποίο βρισκόταν και ακόμα θυμόταν πολύ καλά την προηγούμενη ζωή του πάνω στη γη. Θυμόταν τον Λάζαρο καθώς και τα πέντε αδέλφια του, που είχε αφήσει πίσω. 
      ΑΒΡΑΑΜ : "Έχουν τον Μωυσή και τους Προφήτες, ας τους ακούσουν". Ο Μωυσής και οι Προφήτες που είχε στείλει ο Θεός, μιλούσαν για τον επερχόμενο Σωτήρα τον Ιησού Χριστό, που είχε υποσχεθεί ο Θεός ότι θα στείλει για τη σωτηρία των ανθρώπων. Ο Θεός είχε πει στον Μωυσή: "Προφήτην ανάμεσα από τους αδελφούς τους θα σηκώσω σ' αυτούς, όπως εσένα, και θα βάλω τα λόγια μου στο στόμα του και θα τους μιλήσει όλα όσα εγώ τον προστάζω. Και ο άνθρωπος, που δεν θα υπακούσει στα λόγια μου, που αυτός θα μιλήσει εξ ονόματός μου, εγώ θα το εκζητήσω απ' αυτόν" (Δευτερονόμιο ΙΗ/18: 18). 
      ΠΛΟΥΣΙΟΣ: Στην απάντηση του Αβραάμ ότι έχουν το Μωυσή και τους προφήτες, ο πλούσιος απάντησε: «Ουχί πάτερ Αβραάμ, αλλ’ εάν τις από νεκρών πορευθεί προς αυτούς, μετανοήσουσιν». Παρατηρήστε πως παραμένει αδιόρθωτος τούτος ο άνθρωπος και με το αίτημά του δηλώνει ότι δε θεωρεί το Θεό αρκούντως φιλάνθρωπο, ούτε σοφό, ώστε να επιλέξει τα κατάλληλα μέσα σωτηρίας του ανθρώπου. Παράλληλα όμως η αίτησή του αυτή εμπεριέχει και το στοιχείο της προσωπικής δικαιολογίας, ότι δήθεν τα μέσα της διδασκαλίας και νουθεσίας που είχε δεν ήταν αρκετά. Πίσω από την κολακευτική προσφώνηση «Πάτερ Αβραάμ», κρύβεται η άρνηση, η αντίρρηση, και η ένσταση στο Θείο θέλημα. 
    ΑΒΡΑΑΜ :  Ο Αβραάμ είναι κατηγορηματικός: «αν δεν ακούσουν τον Μωυσή και τους Προφήτες, ούτε κι αν κάποιος αναστηθεί εκ νεκρών θα πιστέψουν». Και αυτό το λέγει προφητικά διότι, όταν ανέστησε ο Χριστός, λίγο προ του πάθους Του το φίλο του Λάζαρο, όχι μόνο δεν πίστεψαν οι Φαρισαίοι, αλλά αντίθετα ζητούσαν να σκοτώσουν και το Χριστό και το Λάζαρο. «Συνεβουλεύθησαν δε οι αρχιερείς, δια να θανατώσωσι και τον Λάζαρο» (Ιωάννης ΙΒ/12: 9-11). 

      Τι  συμπεράσματα μπορούμε να βγάλουμε μέσα από αυτό τον τραγικό διάλογο: 

     1/ Μετά το θάνατο του ανθρώπου η ψυχή δε χάνεται, δεν εκμηδενίζεται, δεν κοιμάται, αλλά συνεχίζει να υπάρχει και να βρίσκεται σε ενσυνείδητη κατάσταση. Στην κατάσταση αυτή μπορεί ν' αναγνωρίζει πρόσωπα, να θυμάται, να σκέπτεται, να μιλάει και να συναισθάνεται αν βρίσκεται "εν βασάνοις" ή σε "μακαριότητα". "βλέπει τον Αβραάμ από μακρόθεν και τον Λάζαρον εν τοις κόλποις αυτού".  Ο πλούσιος βλέπει τον Αβραάμ και τον Λάζαρο και τους αναγνωρίζει και νιώθει, μετά το θάνατό του, να βασανίζεται εκεί που βρίσκεται. Αυτό είναι αδύνατον να συμβεί από μία ψυχή που δεν έχει συνείδηση. 
      Στο βιβλίο του "Εκκλησιαστή" (κεφ. Θ/9, εδ. 5-6) αναφέρεται: "οι νεκροί δεν γνωρίζουσιν ουδέν ουδέ έχουσι πλέον απόλαυσιν επειδή το μνημόσυνον αυτών ελησμονήθη. Έτι και η αγάπη αυτών και το μίσος αυτών και ο φθόνος αυτών ήδη εχάθη και δεν θέλουσιν έχει πλέον εις τον αιώνα μερίδα εις πάντα όσα γίνονται υπό τον ήλιον". Τα εδάφια αυτά έχουν παρεξηγηθεί από κάποιους ερμηνευτές, οι οποίοι υποστηρίζουν ότι μετά το θάνατο η ψυχή του νεκρού ανθρώπου βρίσκεται σε "ασυνείδητη" κατάσταση. Ο λόγος του Θεού πουθενά δεν αναφέρει κάτι τέτοιο. Αναφέρει απλά ότι δε γνωρίζουν οι ψυχές αυτά που συμβαίνουν "υπό τον ήλιον". Καθώς βρίσκονται σε μία άλλη διάσταση, δε γνωρίζουν τι συμβαίνει κάτω από τον ήλιο, δηλαδή δε μας βλέπουν και δε γνωρίζουν αυτά που συμβαίνουν στη  ζωή μας και στη ζωή των συνανθρώπων μας.  
     Ο Ιησούς είπε στον μετανοημένο ληστή: "Αληθώς σοι λέγω, σήμερον θέλεις είσθαι μετ' εμού εν τω παραδείσω" (Λουκάς ΚΓ/23: 43). Δεν του είπε ότι θα φερθεί σε μια ασυνείδητη κατάσταση μέχρι την ανάστασή του. Αντίθετα με όλα αυτά ο Κύριος κατά τη διακονία του εδώ στη γη μίλησε για την "αιώνια ζωή". Αναφέρθηκε πολλές φορές στην ελπίδα του ουρανού και επεσήμανε τον κίνδυνο του Άδη. Πολλές φορές μίλησε για τη δύσκολη κατάσταση που περιμένει  όσους επέλεξαν σ' αυτήν τη ζωή να ζήσουν μακριά Του, καθώς και για την μακαριότητα που θ' απολαύσουν οι λυτρωμένοι Του κοντά Του (Ματθαίος Ε/5: 12, ΚΑ/21, ΚΘ/29, Μάρκος Θ/9: 43-48, Λουκάς ΙΒ/12: 4-5, ΙΣ/16: 22-28, Ιωάννης Γ/3: 15-16).
     Ο Χριστός ήλεγξε τους Σαδδουκαίους, που ήταν οι μόνοι που δεν πίστευαν στην αθανασία της ψυχής και στην Ανάσταση. «Γιατί, οι μεν Σαδδουκαίοι υποστηρίζουν πως δεν υπάρχει ανάσταση κι ούτε άγγελος ούτε πνεύμα, ενώ οι Φαρισαίοι παραδέχονται και τα δυο» (Πράξεις ΚΓ/23: 8). Μάλιστα τους έλεγξε λέγοντάς τους: «Όσο για την ανάσταση των νεκρών, δε διαβάσατε αυτό που σας αποκαλύφθηκε από το Θεό, όταν λέει: Εγώ είμαι ο Θεός του Αβραάμ και ο Θεός του Ισαάκ και ο Θεός του Ιακώβ; Ο Θεός δεν είναι Θεός νεκρών, αλλά ζωντανών» (Ματθαίος ΚΒ/22 31,32). Με άλλα λόγια τους απεδείκνυε ο Κύριος ότι ο Αβραάμ, ο Ισαάκ και ο Ιακώβ δεν είχαν απολεσθεί, διότι τότε θα συστηνόταν ο Θεός επικαλούμενος νεκρούς. Αντίθετα με όλα αυτά οι πατριάρχες ήταν ζωντανοί. Ζωντανός επίσης ήταν ο Μωυσής, έστω και αν είχε σωματικά πεθάνει, όταν φάνηκε μαζί με τον προφήτη Ηλία στο όρος Θαβώρ κατά τη "μεταμόρφωση του Σωτήρος" και συνομιλούσαν. Ήταν λοιπόν ορθή η αντίληψη των Εβραίων περί αθάνατης ψυχής και βεβαίως την ίδια αντίληψη και διδασκαλία κήρυττε και ο Χριστός, αλλά και αργότερα οι μαθητές Του. 
    2/ Τον άνθρωπο του Θεού, όταν πεθάνει, έρχονται άγγελοι, για να τον παραλάβουν και να τον οδηγήσουν στη δόξα. Διαβάσαμε ότι η ψυχή του φτωχού οδηγήθηκε στην άλλη ζωή με τιμητική συνοδεία αγγέλων. Για  αυτούς ακριβώς η Γραφή λέγει: «είναι όλοι λειτουργικά πνεύματα, που αποστέλλονται προς υπηρεσία, για εκείνους που πρόκειται να κληρονομήσουν σωτηρία» (Εβραίους Α/1: 14). Διακονούν λοιπόν τις ψυχές των δικαίων ακόμα και όταν αυτές αποχωρίζονται τα σώματα τους και τις μεταφέρουν  σε τόπο ουράνιας μακαριότητας.  
    3/ Μια άλλη μεγάλη αλήθεια είναι ότι αυτοί που δεν πίστεψαν στον Ιησού Χριστό, το μοναδικό Σωτήρα του κόσμου (Πράξεις Δ/4: 12) και έφυγαν από αυτή τη ζωή, βρίσκονται «εν βασάνοις». Μια τέτοια ζωή είναι ήδη βασανισμένη από τούτη τη ζωή, κλεισμένη στον εαυτόν της χωρίς Θεό, χωρίς Χριστό, χωρίς ελπίδα, γεμάτη Άδη από τώρα. Στη συνέχεια ο πλούσιος, αφού βλέπει ότι δεν μπορεί να μεταβάλλει την κατάστασή του, δείχνει όψιμο ενδιαφέρον για τους αδελφούς του, που βρίσκονται στο πατρικό του σπίτι «εν ζωή». Μ’ αυτά όμως τα λόγια δείχνει ότι κι εκείνοι ήταν ασεβείς και αδιαφορούσαν για το Θεό και  δεν ελάμβαναν σοβαρά υπόψη τους το λόγο Του. Έμεναν ασυγκίνητοι και αδιάφοροι στις προειδοποιήσεις του Μωυσή και των προφητών  και επιδίδονται σε ανάλογα έργα, όπως και ο πλούσιος. 
    4/ Ένα μεγάλο και αδιάβατο χάσμα χωρίζει τον Παράδεισο από τον Άδη. Και εδώ φαίνεται καθαρά μια μεγάλη αλήθεια, την οποία ιδιαίτερα τονίζει ο Λόγος του Θεού, ότι: «εν τω Άδη ουκ έστε μετάνοια». Δεν υπάρχει δυνατότητα σωτηρίας μετά θάνατο. Μετά το θάνατο κανείς δεν μπορεί να μας συγχωρήσει, εκεί μας περιμένει η κρίση του δίκαιου Θεού. Ο Ιησούς Χριστός έχει εξουσία από το Θεό  να συγχωρεί αμαρτίες  "επί της γης", δηλ. όσο είμαστε σ' αυτή τη ζωή. Στον ουρανό θα υπάρξει η δικαιοσύνη του Θεού.  
     5/ «Εχουσι Μωυσέα και προφήτας……». Ο γραπτός λόγος του Θεού, η Βίβλος είναι πλήρης και μόνον μέσα από την καθημερινή μελέτη του λόγου  θα γνωρίσει ο άνθρωπος το Θεό, την αλήθεια και θα έρθει σε ειλικρινή μετάνοια και αληθινή πίστη. Πόσο σαφής είναι ο Λόγος του Θεού: «ταύτα εγράφησαν δια να πιστεύσετε ότι ο Ιησούν είναι ο Χριστός ο Υιός του Θεού, και πιστεύοντες να έχετε ζωή στο όνομα αυτού» (Ιωάννης Κ/20: 31).
     Εμείς σήμερα έχοντας την Καινή Διαθήκη, έχουμε τον ίδιο τον Υιόν του Θεού. Καθώς «αφού ο Θεός ελάλησε το πάλαι προς τους πατέρες ημών δια των προφητών πολλάκις και πολυτρόπως, εν ταις εσχάταις ταύταις ημέραις ελάλησε προς ημάς δια του Υιού» (Εβραίους Α/1: 1). Εμείς σήμερα γνωρίζουμε ότι ο Θεός έστειλε το Χριστό Σωτήρα και Λυτρωτή κάθε αμαρτωλού ανθρώπου που θα πιστέψει σ’ Αυτόν, για να απελευθερωθεί από την ενοχή και τη δύναμη της αμαρτίας. «εάν όμως περιπατώμεν εν τω φωτί, καθώς αυτός είναι εν τω φωτί, έχομεν κοινωνίαν μετ' αλλήλων, και το αίμα του Ιησού Χριστού του Υιού αυτού καθαρίζει ημάς από πάσης αμαρτίας» (Α΄ Ιωάννου Α/1: 7). Έστειλε το Χριστό, για να πιστέψουμε σ’ Αυτόν και να έχουμε δι’ Αυτού αιώνια ζωή. «τόσον ηγάπησεν ο Θεός τον κόσμον, ώστε έδωκε τον Υιόν αυτού τον μονογενή, διά να μη απολεσθή πας ο πιστεύων εις αυτόν, αλλά να έχη ζωήν αιώνιον» (Ιωάννης Γ/3: 16). 
      Το ουσιαστικό νόημα, η κεντρική ιδέα τούτης της ιστορίας θα λέγαμε ότι είναι πως από τώρα θα πρέπει να πάρουμε μεγάλες και αιώνιες αποφάσεις. Σ΄ αυτήν τη ζωή θα επιλέξουμε πού θα ζήσουμε στην αιωνιότητα. Αν ανταποκριθούμε την πρόσκληση του Θεού για μετάνοια και καινούργια ζωή, θα ζήσουμε στον «κόλπο του Αβραάμ», δηλ. κοντά στον Πατέρα Θεό και δημιουργό μας. Αν απορρίψουμε το προσκλητήριο, θα ζήσουμε «στη χώρα της βασάνου», δηλ. μακριά απ’ Αυτόν, στην κόλαση. Ο μεγάλος Ρώσος συγγραφέας, Ντοστογιέφσκυ στο κλασικό αριστουργηματικό έργο του «Αδελφοί Καραμαζώφ» αναφέρεται στην κόλαση και λέει πως η κόλαση θα μπορούσε να συνοψιστεί σε δύο λέξεις: «πολύ αργά». Ο Κύριος μας προτρέπει: «προσέχετε λοιπόν πως να περιπατήτε ακριβώς, μη ως άσοφοι, αλλ' ως σοφοί» (Εφεσίους Ε/5: 15). Ας μη φανούμε λοιπόν ως άσοφοι, ας αναλογιστούμε για άλλη μία φορά του λόγια του Κυρίου: «τώρα είναι καιρός ευπρόσδεκτος, τώρα είναι ημέρα σωτηρίας» (Β΄ Κορινθίους Σ/6: 2). Μια άλλη στιγμή ίσως είναι πολύ αργά….. ---

Τρίτη 11 Οκτωβρίου 2016

Ο ΒΑΣΙΛΙΑΣ ΣΑΟΥΛ.

Βασιλιάς  ΣΑΟΥΛ : «έπραξα αφρόνως και επλανήθην σφόδρα» (Α΄ Σαμουήλ ΚΣ/26: 21).
 
 Βιβλίο "Α΄ Σαμουήλ",  κεφ.   ΙΕ/15.
1 Είπε δε Σαμουήλ προς τον Σαούλ, Εμέ απέστειλεν ο Κύριος να σε χρίσω βασιλέα επί τον λαόν αυτού, επί τον Ισραήλ τώρα λοιπόν άκουσον της φωνής των λόγων του Κυρίου. 
2 Ούτω λέγει ο Κύριος των δυνάμεων Θέλω εκδικήσει όσα έκαμεν ο Αμαλήκ εις τον Ισραήλ, ότι αντεστάθη εις αυτόν εν τη οδώ, ότε ανέβαινεν εξ Αιγύπτου 
3 ύπαγε τώρα και πάταξον τον Αμαλήκ, και εξολόθρευσον παν ό,τι έχει και μη φεισθής αυτούς αλλά θανάτωσον και άνδρα και γυναίκα και παιδίον και θηλάζον και βουν και πρόβατον και κάμηλον και όνον. 
4 Και ο Σαούλ εκάλεσε τον λαόν και απηρίθμησεν αυτούς εν Τελαΐμ, διακοσίας χιλιάδας πεζών και δέκα χιλιάδας ανδρών Ιούδα. 
5 Και ήλθεν ο Σαούλ έως της πόλεως του Αμαλήκ και ενέδρευσεν εν τη φάραγγι. 
6 Και είπεν ο Σαούλ προς τους Κεναίους, Υπάγετε, αναχωρήσατε, κατάβητε εκ μέσου των Αμαληκιτών, διά να μη σας συμπεριλάβω μετ' αυτών διότι σεις εδείξατε έλεος εις πάντας τους υιούς Ισραήλ, ότε ανέβαινον εξ Αιγύπτου. Και ανεχώρησαν οι Κεναίοι εκ μέσου των Αμαληκιτών. 
7 Και επάταξεν ο Σαούλ τους Αμαληκίτας από Αβιλά έως της εισόδου Σούρ, της κατά πρόσωπον Αιγύπτου. 
8 Και συνέλαβεν Αγάγ τον βασιλέα των Αμαληκιτών ζώντα, πάντα δε τον λαόν εξωλόθρευσεν εν στόματι μαχαίρας. 
9 Πλην εφείσθη ο Σαούλ και ο λαός τον Αγάγ και τα καλήτερα των προβάτων και των βοών και των δευτερευόντων και των αρνίων και παντός αγαθού, και δεν ήθελον να εξολοθρεύσωσιν αυτά αλλά παν το ευτελές και εξουδενωμένον, εκείνο εξωλόθρευσαν. 
10 Τότε έγεινε λόγος Κυρίου προς τον Σαμουήλ, λέγων, 
11 Μετεμελήθην ότι έκαμα τον Σαούλ βασιλέα διότι εστράφη από όπισθέν μου και τους λόγους μου δεν εξετέλεσε. Και τούτο ελύπησε τον Σαμουήλ, και εβόησε προς τον Κύριον δι' όλης της νυκτός. 
12 Και ότε εξηγέρθη ο Σαμουήλ ενωρίς διά να υπάγη εις συνάντησιν του Σαούλ το πρωΐ, ανήγγειλαν προς τον Σαμουήλ, λέγοντες, Ο Σαούλ ήλθεν εις τον Κάρμηλον, και ιδού, ανήγειρεν εις εαυτόν τρόπαιον έπειτα εστράφη και διεπέρασε και κατέβη εις Γάλγαλα. 
13 Και υπήγεν ο Σαμουήλ προς τον Σαούλ και είπεν ο Σαούλ προς αυτόν, Ευλογημένος να ήσαι παρά του Κυρίου εξετέλεσα τον λόγον του Κυρίου. 
14 Είπε δε ο Σαμουήλ, Και τις η φωνή αύτη των προβάτων εις τα ώτα μου, και η φωνή των βοών, την οποίαν ακούω; 
15 Και είπεν ο Σαούλ, Εκ των Αμαληκιτών έφεραν αυτά διότι ο λαός εφείσθη τα καλήτερα των προβάτων και των βοών, διά να θυσιάση εις Κύριον τον Θεόν σου τα δε λοιπά εξωλοθρεύσαμεν. 
16 Τότε είπεν ο Σαμουήλ προς τον Σαούλ, Άφες, και θέλω απαγγείλει προς σε τι ελάλησεν ο Κύριος εις εμέ την νύκτα. Ο δε είπε προς αυτόν, Λέγε. 
17 Και είπεν ο Σαμουήλ, Ενώ συ ήσο μικρός έμπροσθεν των οφθαλμών σου, δεν έγεινες η κεφαλή των φυλών του Ισραήλ, και σε έχρισεν ο Κύριος βασιλέα επί τον Ισραήλ; 
18 και σε έστειλεν ο Κύριος εις την οδόν και είπεν, Ύπαγε και εξολόθρευσον τους αμαρτάνοντας εις εμέ, τους Αμαληκίτας, και πολέμησον εναντίον αυτών εωσού εξαφανίσης αυτούς 
19 διά τι λοιπόν δεν υπήκουσας της φωνής του Κυρίου, αλλ' ώρμησας επί τα λάφυρα και έπραξας το κακόν ενώπιον του Κυρίου; 
20 Και είπεν ο Σαούλ προς τον Σαμουήλ, Ναι, υπήκουσα της φωνής του Κυρίου και υπήγα εις την οδόν εις την οποίαν ο Κύριος με απέστειλε και έφερα τον Αγάγ τον βασιλέα του Αμαλήκ, τους δε Αμαληκίτας εξωλόθρευσα 
21 ο λαός όμως έλαβεν εκ των λαφύρων πρόβατα και βόας, τα καλήτερα από των απηγορευμένων, διά να θυσιάση εις Κύριον τον Θεόν σου εν Γαλγάλοις. 
22 Και είπεν ο Σαμουήλ, Μήπως ο Κύριος αρέσκεται εις τα ολοκαυτώματα και εις τας θυσίας, καθώς εις το να υπακούωμεν της φωνής του Κυρίου; ιδού, η υποταγή είναι καλητέρα παρά την θυσίαν η υπακοή, παρά το πάχος των κριών 
23 διότι η απείθεια είναι καθώς το αμάρτημα της μαγείας και το πείσμα, καθώς η ασέβεια και ειδωλολατρεία επειδή συ απέρριψας τον λόγον του Κυρίου, διά τούτο και αυτός απέρριψε σε από του να ήσαι βασιλεύς. 
24 Και είπεν ο Σαούλ προς τον Σαμουήλ, Ημάρτησα διότι παρέβην το πρόσταγμα του Κυρίου και τους λόγους σου, φοβηθείς τον λαόν και υπακούσας εις την φωνήν αυτών 
25 τώρα λοιπόν συγχώρησον, παρακαλώ, το αμάρτημά μου και επίστρεψον μετ' εμού, διά να προσκυνήσω τον Κύριον. 
26 Ο δε Σαμουήλ είπε προς τον Σαούλ, Δεν θέλω επιστρέψει μετά σού διότι απέρριψας τον λόγον του Κυρίου, και ο Κύριος απέρριψε σε από του να ήσαι βασιλεύς επί τον Ισραήλ. 
27 Και καθώς εστράφη ο Σαμουήλ διά να αναχωρήση, εκείνος επίασεν αυτόν από του κρασπέδου του ιματίου αυτού και εξεσχίσθη. 
28 Και είπε προς αυτόν ο Σαμουήλ, Εξέσχισεν η Κύριος την βασιλείαν του Ισραήλ από σου σήμερον και έδωκεν αυτήν εις τον πλησίον σου, τον καλήτερόν σου 
29 ουδέ θέλει ψευσθή ο Ισχυρός του Ισραήλ ουδέ μεταμεληθή διότι ούτος δεν είναι άνθρωπος, ώστε να μεταμεληθή.
30 Ο δε είπεν, Ημάρτησα αλλά τίμησόν με τώρα, παρακαλώ, έμπροσθεν των πρεσβυτέρων του λαού μου και έμπροσθεν του Ισραήλ, και επίστρεψον μετ' εμού, διά να προσκυνήσω Κύριον τον Θεόν σου. 31 Και επέστρεψεν ο Σαμουήλ κατόπιν του Σαούλ και προσεκύνησεν ο Σαούλ τον Κύριον. 
32 Τότε είπεν ο Σαμουήλ, Φέρετέ μοι ενταύθα Αγάγ τον βασιλέα των Αμαληκιτών. Και ήλθε προς αυτόν ο Αγάγ χαριέντως διότι έλεγεν ο Αγάγ, Βεβαίως η πικρία του θανάτου επέρασεν. 
33 Ο δε Σαμουήλ είπε, Καθώς ητέκνωσε γυναίκας η ρομφαία σου, ούτω θέλει ατεκνωθή μεταξύ των γυναικών η μήτηρ σου. Και κατέκοψεν ο Σαμουήλ τον Αγάγ ενώπιον του Κυρίου εν Γαλγάλοις. 
34 Τότε ανεχώρησεν ο Σαμουήλ εις Ραμά ο δε Σαούλ ανέβη εις τον οίκον αυτού, εις Γαβαά Σαούλ. 35 Ο δε Σαμουήλ δεν είδε πλέον τον Σαούλ έως της ημέρας του θανάτου αυτού επένθησεν όμως ο Σαμουήλ διά τον Σαούλ. Και ο Κύριος μετεμελήθη ότι έκαμε τον Σαούλ βασιλέα επί τον Ισραήλ. 

      ΣΧΟΛΙΑ : 
     Η ζωή του βασιλιά του Ισραήλ Σαούλ αποτελεί ένα αρνητικό παράδειγμα μέσα στη Βίβλο. Ενώ είχε ένα εντυπωσιακό ξεκίνημα με τα πράγματα του Θεού, στην πορεία της ζωής του δε στάθηκε όπως ο Θεός ήθελε και αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να έχει ένα ιδιαίτερα τραγικό τέλος. Σ’ αυτή την κατηγορία υπάρχουν πάρα πολλοί άνθρωποι. Ο Κύριος στην παραβολή του «σπορέως» μας αναφέρει σχετικά: 
20 Ο δε επί τα πετρώδη σπαρθείς, ούτος είναι ο ακούων τον λόγον και ευθύς μετά χαράς δεχόμενος αυτόν 
21 δεν έχει όμως ρίζαν εν εαυτώ, αλλ' είναι πρόσκαιρος, όταν δε γείνη θλίψις ή διωγμός διά τον λόγον, ευθύς σκανδαλίζεται (Ματθαίος ΙΓ/13: 20, 21). 
     Αυτούς τους ανθρώπους ο λόγος του Θεού τους χαρακτηρίζει «πρόσκαιρους». Ο σπόρος, που είναι ο λόγος του Θεού, φυτρώνει γρήγορα και φαίνεται πως αποδίδει, όμως μετά από λίγο μαραίνεται. Το έδαφος της καρδιάς του ανθρώπου ήταν «πετρώδες», δεν είχε βάθος, υπήρξε μια μικρή άνθιση και μετά από λίγο όλα ξεράθηκαν. Επίσης ο λόγος του Θεού τους χαρακτηρίζει ως εξής: «Ούτοι είναι κηλίδες εις τας αγάπας σας, συμποσιάζοντες αφόβως, βόσκοντες εαυτούς, νεφέλαι άνυδροι υπό ανέμων περιφερόμεναι, δένδρα φθινοπωρινά άκαρπα, δις αποθανόντα, εκριζωθέντα» (επιστολή Ιούδα Α/1: 12). Και στην επιστολή «προς Εβραίους» (κεφ. Ε/5, εδ. 12) αναφέρει: «Επειδή ενώ ως προς τον καιρόν έπρεπε να ήσθε διδάσκαλοι, πάλιν έχετε χρείαν του να σας διδάσκη τις τα αρχικά στοιχεία των λόγων του Θεού και κατηντήσατε να έχητε χρείαν γάλακτος και ουχί στερεάς τροφής». 
    Ο Απ. Παύλος διαμαρτύρεται έντονα προς τους χριστιανούς της Γαλατίας και μάλιστα τους αποκαλεί και «ανόητους», γιατί, ενώ είχαν αρχίσει καλά με το πνεύμα, στη συνέχεια προσπαθούσαν να στηριχθούν στο Μωσαϊκό νόμο. Πολλούς ανθρώπους αναφέρει ο λόγος του Θεού που ξεκίνησαν καλά στη σχέση τους με το Θεό, αλλά στην πορεία της ζωής τους υποχώρησαν. Ένας από αυτούς ήταν και ο Δημάς, ο οποίος αρχικά υπήρξε φίλος και συνεργάτης του Απ. Παύλου. Κάποια στιγμή τα εγκατέλειψε όλα και απομακρύνθηκε. Με παράπονο ο Παύλος αναφέρει προς τον Τιμόθεο: «ο Δημάς με εγκατέλιπεν, αγαπήσας τον παρόντα κόσμον, και απήλθεν εις θεσσαλονίκην» (Β΄ Τιμοθέου Δ/4: 10). 
     Όμως ας μην προχωρήσουμε άλλο και ας σταθούμε να παρατηρήσουμε πιο πολύ τη ζωή του βασιλιά Σαούλ. Είναι ένα παράδειγμα προς αποφυγήν, που όμως έχει να μας διδάξει πολλά και έχει να μας προφυλάξει από πολλές δυσάρεστες καταστάσεις μέσα στη ζωή μας. Ο Σαούλ υπήρξε μεγάλος αλλά και πολύ μικρός, γίγαντας αλλά και νάνος.   Υπήρξε βασιλιάς με στέμμα, αλλά και δούλος με μεγάλα πάθη. 
     Ήταν ο πρώτος βασιλιάς του Ισραήλ και βασίλευσε από το έτος 1040 μέχρι το έτος 1011 π.Χ., γιος του Κεις, που ήταν πλούσιος και ισχυρός από τη φυλή Βενιαμίν (Α' Βασιλειών Θ/9: 1-2). Ο Σαούλ ήταν άνδρας ψηλόσωμος και πολύ ωραίος. Ήταν ο ομορφότερος και ο υψηλότερος ανάμεσα στους Ισραηλίτες (Α' Βασιλέων Θ/9: 2). Το όνομά του σημαίνει "επιθυμητός". Η κατοικία του ήταν στη Γαβαά (Α' Βασιλειών Ι/10: 26). Σύζυγός του Σαούλ ήταν η Αχινοόμ (Α' Βασιλειών ΙΔ/14: 50). 
      Ο Σαούλ είχε τέσσερις γιους, τον Ιωνάθαν, τον Ιεσσιού, τον Μελχισουέ και τον Αμιναδάβ, καθώς και δύο κόρες τη Μερόβ και τη Μελχόλ. Από την παλλακίδα του, τη Ρεσφά, ο Σαούλ είχε άλλους δύο γιους, τον Ερμωνί και τον Μεμφιβοσθέ (Β' Βασιλειών ΚΑ/21: 8). Ο Σαούλ ως βασιλιάς ήταν γενναίος και χάρισε πολλές νίκες στους Ισραηλίτες. Πολέμησε και νίκησε τους Μωαβίτες, τους Αμμωνίτες, τους Ιδουμαίους, τους Φιλισταίους και άλλους. Οι νίκες του όμως αυτές τον γέμισαν με εγωισμό και περηφάνια και άρχισε να κάνει πράξεις που δεν ήταν αρεστές στον Κύριο. 
       Ας πάρουμε τα γεγονότα από την αρχή. Μετά από την εγκατάσταση του λαού Ισραήλ στη γη της επαγγελίας, ο Θεός διοικούσε το λαό Του μέσω των "Κριτών". Οι Κριτές ήταν άνθρωποι που ο Κύριος είχε επιλέξει και ενισχύσει με σοφία και δύναμη και οι οποίοι δια της δυνάμεως του Κυρίου έπραξαν θαυμάσια πράγματα και έδωσαν θαυμαστές και σωτήριες λύσεις σε μεγάλα και κρίσιμα προβλήματα που ο λαός αντιμετώπιζε. 
     Ο προφήτης Σαμουήλ ήταν από τους τελευταίους Κριτές στον Ισραήλ. Όταν γέρασε, κατέστησε Κριτές τους γιους, του Ιωήλ και Αβιά, οι οποίοι όμως δεν στάθηκαν όπως ο Θεός τους ήθελε, όπως είχε σταθεί ο πατέρας τους, αλλά εξέκλιναν πίσω από το κέρδος, με αποτέλεσμα να δωροδοκούνται και να διαστρέφουν την αλήθεια του Θεού (Α΄ Σαμουήλ, κεφ. Η/8). 
    Η πνευματική κατάσταση στην οποία βρισκόταν ο λαός θα λέγαμε ότι ήταν η χειρότερη που μπορούσε να υπάρχει. Είχαν αποκοπεί από το Θεό και είχαν αντιγράψει τις συνήθειες των γύρω ειδωλολατρικών εθνών. Σ’ αυτήν την κατάσταση, αντί να έλθουν «εις εαυτόν», να αφυπνιστούν, να μετανοήσουν και να εκζητήσουν τον αληθινό Θεό, έκαναν ακριβώς το αντίθετο, απέρριψαν τον Κύριο από του να βασιλεύει σ’ αυτούς και ζήτησαν από τον προφήτη Σαμουήλ να τους δώσει βασιλιά για να τους κρίνει, όπως τα ειδωλολατρικά έθνη γύρω τους (κεφ. Η/8). Βεβαίως αυτό δεν ήταν σύμφωνο με το θέλημα του Θεού. Ο Βασιλιάς σαν άνθρωπος δε θα μπορούσε πάντοτε να ανταποκριθεί στους σκοπούς και στα σχέδια του Θεού για το λαό Του, αλλά και γιατί με την εκλογή κάποιου βασιλιά ο λαός θα έπαυε να εξαρτάται απ’ ευθείας από το Θεό, που ήταν ο πραγματικός βασιλιάς και κυβερνήτης του. Για το λόγο αυτό ο Σαμουήλ δεν ήθελε αρχικά να ενδώσει στις αξιώσεις του απαιτήσεις του λαού και προσπαθούσε με κάθε τρόπο να τους αποτρέψει. Όμως μπροστά στην επιμονή τους ο Θεός του είπε: «άκουσον την φωνήν του λαού, κατά πάντα όσα λέγουσι προς σέ διότι δεν απέβαλον σε, αλλ' εμέ απέβαλον από του να βασιλεύω επ' αυτούς» (Α΄ Σαμουήλ Η/8: 7).  Μετά απ’ αυτά ο Θεός τους έδωσε βασιλιά που ήταν «κατά την καρδίαν αυτών».
       Έτσι φθάνουμε στην εκλογή του πρώτου εγκόσμιου βασιλιά του Ισραήλ. Άραγε με ποια κριτήρια έγινε αυτή η εκλογή; Ο λαός μακριά από τον αληθινό Θεό είχε παύσει ουσιαστικά να προσβλέπει σε πνευματικά χαρίσματα δηλ. κατά πόσο ήταν ευσεβής κάποιος και εξαρτώμενος από το Θεό και προτίμησε το Σαούλ, το γιο του Κείς, ο οποίος είχε φυσικά χαρίσματα. Ήταν ψιλός, ήταν ωραίος στην όψη «από τον ώμο αυτού και πάνω εξείχε από όον τον λαό» (Α΄ Σαμουήλ Θ/9: 2). Αφού ο λαός τον εξέτασε εξωτερικά, γιατί είχε χάσει τα πνευματικά του μάτια, και διαπίστωσε ότι ήταν κατάλληλος, «τότε έδραμον και έλαβον αυτόν εκείθεν και ότε εστάθη μεταξύ του λαού, εξείχεν υπέρ πάντα τον λαόν, από τους ώμους αυτού και επάνω. Και είπεν ο Σαμουήλ προς πάντα τον λαόν, Βλέπετε εκείνον, τον οποίον εξέλεξεν ο Κύριος, ότι δεν είναι όμοιος αυτού μεταξύ παντός του λαού; Και πας ο λαός ηλάλαξε και είπε, Ζήτω ο βασιλεύς» (Α΄ Σαμουήλ Ι/10: 24). 
      Ας θυμηθούμε πού συνάντησε για πρώτη φορά ο προφήτης του Θεού το Σαούλ. Ο Σαούλ ούτε που είχε ποτέ φανταστεί ότι θα γινόταν βασιλιάς. Μαζί με τον υπηρέτη του αναζητούσε τους «χαμένους όνους» του πατέρα του (Α΄ Σαμουήλ Θ/9: 3). Έψαξαν σε πολλά μέρη και κάποια στιγμή έφτασαν και στην πόλη που ζούσε ο άνθρωπος του Θεού και πήγαν να τον ρωτήσουν για τα γαϊδούρια. Όμως ο Θεός είχε αποκαλύψει στον προφήτη Σαμουήλ τον ερχομό του Σαούλ και ότι ήταν ο άνθρωπος που θα έχριζε ως βασιλιά του Ισραήλ (Α΄ Σαμουήλ Θ/9: 17). 
     Ο Σαούλ πήγε να βρει τους χαμένους όνους του πατέρα του και γύρισε πίσω βασιλιάς. Αλήθεια πού μπορεί να βρει τον καθένα ο Θεός! Ένα παιδάριο (Δαβίδ) τον βρήκε πίσω από τη μάντρα των προβάτων (Β΄ Σαμουήλ Ζ/7: 8). Έναν επιφανή Ιουδαίο τον συνάντησε στο δρόμο προς τη Δαμασκό, καθώς πήγαινε μαινόμενος για να φυλακίσει και να καταδιώξει τα δικά Του παιδιά (Πράξεις Θ/9: 1- 9). 
     Από τους όνους ….. βασιλιά ο Σαούλ. Μην πεις ποτέ μέσα στην καρδιά σου, «εγώ, ο μικρός, ο ασήμαντος, ο εξουθενωμένος, βασιλιάς;» Τα σχέδια του Θεού για κάθε δικό Του παιδί είναι: «και έκαμες ημάς εις τον Θεόν ημών βασιλείς και ιερείς, και θέλομεν βασιλεύσει επί της γης» (Αποκάλυψη Ε/5: 10). Ο Σαούλ γνώρισε μέσα στη ζωή του όλη την αγάπη και το Έλεος του Θεού. Στο βιβλίο "Α΄ Σαμουήλ" (κεφ. Ι/10, εδ. 6) αναφέρει ότι Πνεύμα Κυρίου επήλθε επί το Σαούλ και μεταβλήθηκε σε άλλον άνθρωπο. Όταν αποχαιρέτησε το Σαμουήλ και ξεκίνησε να φύγει, «ο Θεός έδωκεν εις αυτόν άλλην καρδίαν και ήλθον πάντα εκείνα τα σημεία εν τη ημέρα εκείνη» (εδ. 9).
     Τούτος λοιπόν ο άνθρωπος με το τόσο ωραίο ξεκίνημα πόσο στάθηκε ακέραιος ενώπιον του Θεού; Πόσο φάνηκε συνεπής στις εντολές του Θεού και το σκοπό για τον οποίον ο Θεός τον είχε καλέσει; Μέσα από το Λόγο του Θεού φαίνεται καθαρά πως όλα όσα ο Θεός του προσέφερε είχαν μια προσωρινή και επιφανειακή επίδραση και δεν μπήκαν βαθιά μέσα στην καρδιά του, ώστε να φέρουν μια μόνιμη και βαθιά αλλαγή μέσα στη ζωή του. Δεν εκτίμησε τούτος ο άνθρωπος τη Χάρη, το Έλεος, τη μεγάλη τιμή την οποία του έκανε ο Θεός, ώστε να τον ορίσει προφήτη στο λαό του. Πόσο ψηλά μπορεί να ανεβάσει τον άνθρωπο η χάρις του Θεού και πόσο χαμηλά μπορεί να τον κατεβάσει η ανυπακοή του. Ο Σαούλ, μπορεί να ήτα χρισμένος από το Θεό όμως μέσα του είχε πνεύμα σαρκικό, θα λέγαμε σατανικό. Αρχικά βλέπουμε να υπάρχει ένα ταπεινό φρόνημα μέσα στην καρδιά του. Όταν ο προφήτης Σαμουήλ του ανακοίνωσε τη μεγάλη τιμή που του έκανε ο Θεός να τον χρίσει Βασιλιά, είπε: «Δεν είμαι εγώ Βενιαμίτης, εκ της μικροτέρας των φυλών Ισραήλ; και η οικογένειά μου η ελαχίστη πασών των οικογενειών της φυλής Βενιαμίν; διά τι λοιπόν λαλείς ούτω προς εμέ;» (Α΄ Σαμουήλ Θ/9: 21). Ήταν άνθρωπος συγκρατημένος. Όταν εκείνοι που τον γνώριζαν από πριν διερωτώντο «τι είναι τούτο το οποίον έγινε στον υιό του Κεις; Και Σαούλ εν προφήταις;» (Α΄ Σαμουήλ Ι/10: 11,12). Όταν ο λαός τον επευφημούσε, βρέθηκαν μερικοί που μίλησαν περιφρονητικά και είπαν: «αυτός θα μας σώσει;….»  δεν τους εκδίωξε, έκανε πως δεν άκουσε. 
     Ήρθε όμως η ώρα να δοκιμαστεί ο Σαούλ και τα έργα του. Καθημερινά ζούμε την ώρα αυτή, καθώς ο Κύριος μας παρατηρεί και λέγει στον καθένα μας: «είδα τα έργα σου». Υπάρχουν άνθρωποι που έχουν ευκαιρίες, αλλά δεν έχουν ικανότητες ή και το αντίθετο. Ο Σαούλ τα είχε και δύο στη ζωή του και πάνω απ’ όλα είχε πολύτιμο συνεργάτη τον προφήτη Σαμουήλ που ήταν άνθρωπος του Θεού. Με δυο λόγια είχε όλες τις προϋποθέσεις να υπηρετήσει το Θεό και να γίνει μια ευλογία για τους ανθρώπους που ήταν γύρω του, αλλά και για όλο το λαό. 
     Ο Θεός λοιπόν κάλεσε το Σαούλ και του ανέθεσε μια αποστολή. Η αποστολή του ήταν να εξολοθρεύσει τους Αμαληκήτες χωρίς να λάβει κάτι απ’ αυτούς εξ’ αιτίας της ασέβειάς τους, αλλά και γιατί ήταν ο πρώτος λαός που αντιστάθηκε στο λαό Ισραήλ μετά την έξοδό του από την Αίγυπτο. Στο βιβλίο της «Εξόδου» (κεφ. ΙΖ/17, εδ. 14) αναφέρεται: «Και είπε Κύριος προς τον Μωϋσήν, γράψον τούτο εν βιβλίω προς μνημόσυνον, και παράδος εις τα ώτα του Ιησού ότι θέλω εξαλείψει εξάπαντος την μνήμην του Αμαλήκ εκ της υπό τον ουρανόν». 
      Η τέλεια υποταγή μας στο θέλημα του Θεού δείχνει την πραγματική μας αγάπη γι’ Αυτόν. Ο Σαούλ πήγε, δεν αρνήθηκε το θέλημα του Θεού, πολέμησε τους Αμαληκίτες, όμως μετά από τη σαρωτική νίκη που ο Θεός του έδωσε, αντί να προχωρήσει στην ολοκλήρωση του θελήματος του Θεού, διαβάζουμε: «πλην εφείσθη ο Σαούλ και ο λαός τον Αγάγ και τα καλήτερα των προβάτων και των βοών και των δευτερευόντων και των αρνίων και παντός αγαθού, και δεν ήθελον να εξολοθρεύσωσιν αυτά αλλά παν το ευτελές και εξουδενωμένον, εκείνο εξωλόθρευσαν». Άραγε να τα βάλουμε με το Σαούλ; Μήπως και εμεις πολλές φορές δεν προσφέρουμε για το Θεό ευχαρίστως κάθε τι που δεν έχει μεγάλη αξία, ενώ κάτι που το βλέπουμε πολύτιμο, δε θέλουμε να το αποχωριστούμε; Έτσι μένουμε ικανοποιημένοι πολλές φορές και μάλιστα λέμε: «Κύριε έκανα το θέλημά σου». Έτσι και ο Σαούλ πήγε στον Σαμουήλ και του είπε: «Ευλογημένος να ήσαι παρά του Κυρίου εξετέλεσα τον λόγον του Κυρίου». (εδ. 13). Όμως είναι ποτέ δυνατόν ο άνθρωπος να ξεγελάσει το Θεό; Και η απάντηση του Σαμουήλ είναι διαχρονική. «και τις η φωνή αύτη των προβάτων εις τα ώτα μου, και η φωνή των βοών, την οποίαν ακούω;». Πόσες φορές μέσα στη ζωή μας λέμε: Κύριε έκανα το θέλημά Σου και γύρω μας και πίσω μας ακούγονται τα "βελάσματα" μέσα στη ζωή μας, που είναι κραυγαλέες αμαρτίες ανυπακοής, ολιγοπιστίας, συμμόρφωσης με το πνεύμα του κόσμου. 
20 Και είπεν ο Σαούλ προς τον Σαμουήλ, Ναι, υπήκουσα της φωνής του Κυρίου και υπήγα εις την οδόν εις την οποίαν ο Κύριος με απέστειλε και έφερα τον Αγάγ τον βασιλέα του Αμαλήκ, τους δε Αμαληκίτας εξωλόθρευσα 
21 ο λαός όμως έλαβεν εκ των λαφύρων πρόβατα και βόας, τα καλήτερα από των απηγορευμένων, διά να θυσιάση εις Κύριον τον Θεόν σου εν Γαλγάλοις. 
     Προφάσεις εν αμαρτίες. Ακόμα και τούτη την ώρα λείπει εκείνο το επικό του Δαβίδ: «αμάρτησα εις τον Κύριο» (Β΄ Σαμουήλ ΙΒ/12: 13). Ο Σαούλ δεν ήταν υπεύθυνος; Αυτός δεν ανέχτηκε την παράβαση; Έχουμε ευθύνη, όχι μόνον, όταν παραβαίνουμε το θέλημα του Θεού, αλλά και όταν ανεχόμαστε αδιαμαρτύρητα την παράβαση των εντολών του Θεού από τους γύρω μας, όπως έκανε ο ιερέας Ηλεϊ με τα παιδιά του Οφνεί και Φινεές, που ήταν ανεκτικός απέναντί τους ενώ αυτά ασελγούσαν στην κιβωτό του Κυρίου, γιατί «ήσαν αχρείοι άνθρωποι δεν εγνώριζον τον Κύριον» (Α΄ Σαμουήλ Β/2: 12). 
      «ο λαός όμως έλαβεν εκ των λαφύρων πρόβατα και βόας, τα καλήτερα από των απηγορευμένων, διά να θυσιάση εις Κύριον τον Θεόν σου εν Γαλγάλοις». Για Σένα τα πήραμε Κύριε, για να τα θυσιάσουμε σε Σένα στα Γάλγαλα. Είναι τραγικό να προσπαθούμε να καλύψουμε με ένα θρησκευτικό περιτύλιγμα την ανυπακοή και να κάνουμε τα αντίθετα από εκείνα που λέει ο Θεός και μάλιστα να ισχυριζόμαστε ότι τα κάνουμε για το Θεό. Ο Κύριος δεν ευαρεστείται σε θυσίες και προσφορές που στηρίζονται στην ανυπακοή. Γι’ αυτό και ο άνθρωπος του Θεού του λέει τα παρακάτω τρομερά λόγια που αφορούν όλους μας: 
22 Και είπεν ο Σαμουήλ, Μήπως ο Κύριος αρέσκεται εις τα ολοκαυτώματα και εις τας θυσίας, καθώς εις το να υπακούωμεν της φωνής του Κυρίου; ιδού, η υποταγή είναι καλητέρα παρά την θυσίαν η υπακοή, παρά το πάχος των κριών 
23 διότι η απείθεια είναι καθώς το αμάρτημα της μαγείας και το πείσμα, καθώς η ασέβεια και ειδωλολατρεία, επειδή συ απέρριψας τον λόγον του Κυρίου, διά τούτο και αυτός απέρριψε σε από του να ήσαι βασιλεύς. 
      Ο Σαούλ, όταν άκουσε τα λόγια αυτά, ταράχτηκε, ομολόγησε το αμάρτημά του, αποκάλυψε ότι παράκουσε το Θεό, γιατί φοβήθηκε το λαό, αλλά ακριβώς γι’ αυτό και η αποδοκιμασία του Θεού ήταν τόσο σκληρή και αμετάκλητη. Εκείνος που υπολογίζει περισσότερο στους ανθρώπους παρά στο Θεό δεν μπορεί παρά να αποδοκιμαστεί από το Θεό και η οργή Του να πέσει πάνω του. Η όλη στάση του δείχνει την ανυπακοή του στο θέλημα του Θεού και δω βρίσκουμε τη ρίζα του κακού που ακολούθησε. Αντί να παραδεχτεί τα λάθη του και να επικαλεστεί το Έλεος του Θεού στη ζωή του, προσπαθεί να αποσείσει τις ευθύνες από πάνω του και να τις ρίξει στο λαό. «τα πήρε ο λαός για να προσφέρει θυσία στο Θεό». Σαν να έλεγε: «Δεν τα πήραμε για τον ευαυτόν μας Κύριε, για Σένα τα πήραμε». Σε κάθε περίπτωση δεν φαίνεται πουθενά να είχε διάθεση να συμμορφωθεί με το θέλημα του Θεού. 
        Ήταν ο χαρακτηριστικός τύπος του θρησκευόμενου ανθρώπου που προσπαθεί με τα έργα του να προβάλει τον εαυτόν περισσότερο παρά το Θεό. Σε κάθε περίπτωση αρνείται να υπακούσει στο θέλημα του Θεού. Για τους ανθρώπους αυτούς ο Απ. Παύλος αναφέρει: «έχοντες μεν μορφήν ευσεβείας, ηρνημένοι δε την δύναμιν αυτής» (Β΄ Τιμοθέου Γ/3: 5).
        Η όλη συμπεριφορά του Σαούλ έκανε το Θεό να μεταμεληθεί που έκανε το Σαούλ βασιλιά στον Ισραήλ (Α΄  Σαμουήλ ΙΕ/15: 35). Το υπόλοιπο της βασιλείας του Σαούλ ήταν μια ζωή θλίψεως, καταστροφής, πτώσεως. Ο άνθρωπος αυτός έχασε κάθε επαφή με την πραγματικότητα γιατί ο Θεός, λόγω της ανυπακοής του, τον παρέδωσε "εις αδόκιμον νουν".
         Στη συνέχεια διαβάζουμε:

     Βιβλίο  "Α΄ Σαμουήλ" (κεφ. ΙΓ/13, εδ. 8 – 14). 
8 Και περιέμεινεν επτά ημέρας, κατά τον διωρισμένον καιρόν υπό του Σαμουήλ αλλ' ο Σαμουήλ δεν ήρχετο εις Γάλγαλα και ο λαός διεσκορπίζετο από πλησίον αυτού. 
9 Και είπεν ο Σαούλ, Φέρετε εδώ προς εμέ το ολοκαύτωμα, και τας ειρηνικάς προσφοράς. Και προσέφερε το ολοκαύτωμα. 
10 Και ως ετελείωσε προσφέρων το ολοκαύτωμα, ιδού, ήλθεν ο Σαμουήλ και εξήλθεν ο Σαούλ εις συνάντησιν αυτού, διά να χαιρετήση αυτόν. 
11 Και είπεν ο Σαμουήλ, Τι έκαμες; Και απεκρίθη ο Σαούλ, Επειδή είδον ότι ο λαός διεσκορπίζετο απ' εμού, και συ δεν ήλθες την διωρισμένην ημέραν, οι δε Φιλισταίοι συνηθροίζοντο εις Μιχμάς, 
12 διά τούτο είπα, Τώρα θέλουσι καταβή οι Φιλισταίοι εναντίον μου εις Γάλγαλα, και εγώ δεν έκαμα δέησιν προς τον Κύριον ετόλμησα λοιπόν, και προσέφερα το ολοκαύτωμα. 
13 Και είπεν ο Σαμουήλ προς τον Σαούλ, Συ έπραξας αφρόνως δεν εφύλαξας το πρόσταγμα Κυρίου του Θεού σου, το οποίον προσέταξεν εις σέ διότι τώρα ο Κύριος ήθελε στερεώσει την βασιλείαν σου επί τον Ισραήλ έως του αιώνος 
14 αλλά τώρα η βασιλεία σου δεν θέλει στηριχθή ο Κύριος εζήτησεν εις εαυτόν άνθρωπον κατά την καρδίαν αυτού, και διώρισεν ο Κύριος αυτόν να ήναι άρχων επί τον λαόν αυτού, επειδή δεν εφύλαξας εκείνο το οποίον προσέταξεν εις σε ο Κύριος. 
      Η όλη στάση δείχνει αφροσύνη και μια εσωτερική ασέβεια. Μια από τις αποστολές του Σαούλ ήταν να ελευθερώσει το λαό του από τους Φιλισταίους. Για το σκοπό αυτό είχε συγκεντρώσει το στρατό του στο όρος Γάλγαλα. Εκεί έπρεπε να περιμένει τον προφήτη Σαμουήλ, για να κάνει τη σχετική θυσία και δέηση. Όμως ο Σαμουήλ δεν ήλθε στο χρόνο που ήλπιζε ο βασιλιάς. Ο Σαούλ, αντί να περιμένει, ανέλαβε ο ίδιος και προσέφερε τη θυσία. Με τον τρόπο αυτό έδειξε όχι μόνον ανυπομονησία, αλλά ανέλαβε να εκτελέσει και καθήκοντα που ο Θεός δεν του είχε αναθέσει. Με την ενέργειά του αυτή επέδειξε μία τάση ολοκληρωτισμού. Είναι το χαρακτηριστικό παράδειγμα του ανθρώπου που τα ξέρει όλα, μπορεί να τα κάνει όλα. Ο προφήτης του Θεού καυτηρίασε με ιδιαίτερα αυστηρό τρόπο, την ενέργεια του βασιλιά: «Και είπεν ο Σαμουήλ προς τον Σαούλ, Συ έπραξας αφρόνως δεν εφύλαξας το πρόσταγμα Κυρίου του Θεού σου, το οποίον προσέταξεν εις σέ διότι τώρα ο Κύριος ήθελε στερεώσει την βασιλείαν σου επί τον Ισραήλ έως του αιώνος» (Α΄ Σαμουήλ ΙΓ/13: 13). 

     Βιβλίο  "Α΄ Σαμουήλ" (κεφ. ΚΒ/22, εδ. 13 – 23). 
13 Και είπε προς αυτόν ο Σαούλ, Διά τι συνωμόσατε εναντίον μου, συ και ο υιός του Ιεσσαί, ώστε να δώσης εις αυτόν άρτον και ρομφαίαν και να ερωτήσης τον Θεόν περί αυτού, ώστε να σηκωθή εναντίον μου, να ενεδρεύη, καθώς την σήμερον; 
14 Και απεκρίθη ο Αχιμέλεχ προς τον βασιλέα και είπε, Και τις μεταξύ πάντων των δούλων σου είναι καθώς ο Δαβίδ πιστός, και γαμβρός του βασιλέως και πορευόμενος εις το πρόσταγμά σου και τιμώμενος εν τω οίκω σου; 
15 σήμερον ήρχισα να ερωτώ τον Θεόν περί αυτού; μη γένοιτο ας μη αναθέση ο βασιλεύς μηδέν επί τον δούλον αυτού μηδέ επί πάντα τον οίκον του πατρός μου διότι ο δούλός σου δεν εξεύρει ουδέν περί πάντων τούτων, ούτε μικρόν ούτε μέγα. 
16 Και είπεν ο βασιλεύς, Εξάπαντος θέλεις αποθάνει, Αχιμέλεχ, συ και πας ο οίκος του πατρός σου. 
17 Και είπεν ο βασιλεύς προς τους δορυφόρους τους περιεστώτας εις αυτόν, Στρέψατε και θανατώσατε τους ιερείς του Κυρίου επειδή έχουσι και αυτοί την χείρα αυτών μετά του Δαβίδ, και επειδή εγνώρισαν ότι αυτός έφευγε και δεν μοι απήγγειλαν τούτο. Δεν ηθέλησαν όμως οι δούλοι του βασιλέως να εκτείνωσι τας χείρας αυτών διά να πέσωσιν επί τους ιερείς του Κυρίου. 
18 Και είπεν ο βασιλεύς προς τον Δωήκ, Στρέψον συ και πέσον επί τους ιερείς. Και έστρεψε Δωήκ ο Ιδουμαίος και έπεσεν επί τους ιερείς, και εθανάτωσεν εκείνην την ημέραν ογδοήκοντα πέντε άνδρας φορούντας λινούν εφόδ. 
19 Και την Νωβ, την πόλιν των ιερέων, επάταξεν εν στόματι μαχαίρας, άνδρας και γυναίκας, παιδία και βρέφη θηλάζοντα, και βόας και όνους και πρόβατα, εν στόματι μαχαίρας. 
20 Διεσώθη δε εις εκ των υιών του Αχιμέλεχ υιού του Αχιτώβ, ονόματι Αβιάθαρ, και έφυγε κατόπιν του Δαβίδ. 
21 Και απήγγειλεν ο Αβιάθαρ προς τον Δαβίδ, ότι εθανάτωσεν ο Σαούλ τους ιερείς του Κυρίου. 
22 Και είπεν ο Δαβίδ προς τον Αβιάθαρ, Ήξευρον εν εκείνη τη ημέρα, καθ' ην Δωήκ ο Ιδουμαίος ήτο εκεί, ότι ήθελε βεβαίως απαγγείλει προς τον Σαούλ εγώ εστάθην αιτία του θανάτου πάντων των ανθρώπων του οίκου του πατρός σου 
23 κάθου μετ' εμού, μη φοβού διότι ο ζητών την ζωήν μου ζητεί και την ζωήν σου πλην συ θέλεις είσθαι μετ' εμού εν ασφαλεία. 

      Βιβλίο   "Α΄ Σαμουήλ"  (κεφ. ΚΗ/28, εδ. 7 - 8). 
7 Τότε είπεν ο Σαούλ προς τους δούλους αυτού, Ζητήσατέ μοι γυναίκα έχουσαν πνεύμα μαντείας, διά να υπάγω προς αυτήν και να ερωτήσω αυτήν. Και οι δούλοι αυτού είπον προς αυτόν, Ιδού, είναι εν Εν-δωρ γυνή τις έχουσα πνεύμα μαντείας. 
8 Και μετεσχηματίσθη ο Σαούλ και ενεδύθη άλλα ιμάτια, και υπήγεν αυτός και δύο άνδρες μετ' αυτού και ήλθον προς την γυναίκα διά νυκτός και είπε, Μάντευσον, παρακαλώ, εις εμέ διά του πνεύματος της μαντείας και αναβίβασόν μοι όντινα σοι είπω. 
      Η απόλυτη κατάντια, ο πλήρης ξεπεσμός και εξευτελισμός του ανθρώπου που τον είχε χρίσει ο Θεός βασιλιά στο λαό Του. Εξ’ αιτίας της ανυπακοής του κάθε επικοινωνία με το Θεό είχε πλέον χαθεί και ο άνθρωπος αυτός πέφτει τόσο χαμηλά, ώστε φτάνει να επισκεφτεί ένα μέντιουμ μέσα από τον υπόκοσμο, για να τον συμβουλεύει τι να κάνει. 

      Το αποτέλεσμα: 
      Βιβλίο "Α΄ Σαμουήλ" (κεφ. ΛΑ/31). 
1 Οι δε Φιλισταίοι επολέμουν κατά του Ισραήλ και έφυγον οι άνδρες του Ισραήλ από προσώπου των Φιλισταίων και έπεσον πεφονευμένοι εν τω όρει Γελβουέ. 
2 Και κατέφθασαν οι Φιλισταίοι τον Σαούλ και τους υιούς αυτού και επάταξαν οι Φιλισταίοι τον Ιωνάθαν και τον Αβιναδάβ και τον Μελχί-σουέ, τους υιούς του Σαούλ. 
3 Εβάρυνε δε η μάχη επί τον Σαούλ, και επέτυχον αυτόν οι άνδρες οι τοξόται και επληγώθη βαρέως υπό των τοξοτών. 
4 Και είπεν ο Σαούλ προς τον οπλοφόρον αυτού, Σύρε την ρομφαίαν σου και διαπέρασόν με δι' αυτής, διά να μη έλθωσιν ούτοι οι απερίτμητοι και με διαπεράσωσι και με εμπαίξωσι πλην ο οπλοφόρος αυτού δεν ήθελε, διότι εφοβείτο σφόδρα. Όθεν έλαβεν ο Σαούλ την ρομφαίαν και έπεσεν επ' αυτήν. 
5 Και ως είδεν ο οπλοφόρος αυτού ότι απέθανεν ο Σαούλ, έπεσε και αυτός επί την ρομφαίαν αυτού και απέθανε μετ' αυτού. 
6 ούτως απέθανεν ο Σαούλ και οι τρεις υιοί αυτού, και ο οπλοφόρος αυτού και πάντες οι άνδρες αυτού, την αυτήν εκείνην ημέραν ομού. 
7 Και οι άνδρες Ισραήλ, οι πέραν της κοιλάδος, και οι πέραν του Ιορδάνου, ιδόντες ότι έφυγον οι άνδρες Ισραήλ και ότι ο Σαούλ και οι υιοί αυτού απέθανον, κατέλιπον τας πόλεις και έφυγον και ελθόντες οι Φιλισταίοι κατώκησαν εν αυταίς 
8 Και την επαύριον, ότε ήλθον οι Φιλισταίοι διά να εκδύσωσι τους πεφονευμένους, εύρηκαν τον Σαούλ και τους τρεις υιούς αυτού πεπτωκότας επί το όρος Γελβουέ. 
9 Και απέκοψαν την κεφαλήν αυτού και εξέδυσαν τα όπλα αυτού και απέστειλαν εις την γην των Φιλισταίων κύκλω, διά να διαδώσωσι την αγγελίαν εις τον οίκον των ειδώλων αυτών και μεταξύ του λαού. 
10 Και ανέθεσαν τα όπλα αυτού εις τον οίκον της Ασταρώθ, και εκρέμασαν το σώμα αυτού εις το τείχος Βαιθ-σαν. 
11 Ακούσαντες δε περί τούτου οι κάτοικοι της Ιαβείς-γαλαάδ, τι έκαμον οι Φιλισταίοι εις τον Σαούλ, 
12 ηγέρθησαν πάντες οι δυνατοί άνδρες και ώδοιπόρησαν όλην την νύκτα και έλαβον το σώμα του Σαούλ και τα σώματα των υιών αυτού από του τείχους Βαιθ-σαν, και ήλθον εις Ιαβείς και έκαυσαν αυτά εκεί 
13 και έλαβον τα οστά αυτών και έθαψαν υπό το δένδρον εν Ιαβείς και ενήστευσαν επτά ημέρας.

       Ο Σαούλ βασίλεψε στον Ισραήλ από το έτος 1040 π.Χ. έως 1011 π.Χ. Αν και δεν ήταν άνθρωπος  της εκλογής του Θεού.  Ο Θεός τον βοήθησε ώστε να ανταπεξέλθει  επιτυχώς στα έργα του. Του έδωσε κρίση και πνεύμα ώστε ώστε να σταθεί στο ύψος του αξιώματός του. Ως βασιλιάς επέδειξε ανδρεία και στρατηγική ικανότητα και κατόρθωσε να εξασφαλίσει την εθνική ασφάλεια του Ισραήλ. Δυστυχώς όμως με προσωπική του επιλογή απομακρύνθηκε από το Θεό και δεν επέδειξε μετάνοια όταν αποκαλύφθηκαν τα σφάλματά του. Αυτό ήταν και το μοιραίο λάθος του. Η υπερηφάνειά του υψώθηκε πάνω από τα όρια της θείας ανοχής και επέλεξε την οδό της αρνήσεως του Θεού στο υπόλοιπο της ζωής του. 
        Κλείνοντας δεν θα ήθελα να κάνω άλλα σχόλια, αλλά να υπενθυμίσω στον καθένα μας τα λόγια του Αποστόλου Παύλου προς την εκκλησία των Κορινθίων: 
«Ταύτα δε έγειναν παραδείγματα ημών, διά να μη ήμεθα ημείς επιθυμηταί κακών, καθώς και εκείνοι επεθύμησαν» (Α΄ Κορινθίους Ι/10: 6). Επίσης: «Ταύτα δε πάντα εγίνοντο εις εκείνους παραδείγματα, και εγράφησαν προς νουθεσίαν ημών, εις τους οποίους τα τέλη των αιώνων έφθασαν» (Α΄ Κορινθίους Ι/10: 11). ---

Τετάρτη 14 Σεπτεμβρίου 2016

ΙΗΣΟΥΣ του ΝΑΥΙ, κεφ. Α, εδ. 1 – 9.

ΙΗΣΟΥΣ του ΝΑΥΙ, κεφ. Α, εδ. 1 – 9.

1 Και μετά την τελευτήν του Μωϋσέως του δούλου του Κυρίου, είπε Κύριος προς Ιησούν τον υιόν του Ναυή, τον υπηρέτην του Μωϋσέως, λέγων, 
2 Μωϋσής ο θεράπων μου ετελεύτησε τώρα λοιπόν σηκωθείς διάβηθι τον Ιορδάνην τούτον, συ και πας ο λαός ούτος, προς την γην την οποίαν εγώ δίδω εις αυτούς, εις τους υιούς Ισραήλ. 
3 Πάντα τον τόπον, επί του οποίου πατήση το ίχνος των ποδών σας, εις εσάς έδωκα αυτόν, καθώς είπα προς τον Μωϋσήν 
4 από της ερήμου και του Λιβάνου τούτου και έως του ποταμού του μεγάλου, του ποταμού του Ευφράτου, πάσα η γη των Χετταίων, και έως της θαλάσσης της μεγάλης προς δυσμάς του ηλίου, θέλει είσθαι το όριόν σας. 
5 Δεν θέλει δυνηθή άνθρωπος να σταθή εναντίον σου πάσας τας ημέρας της ζωής σου καθώς ήμην μετά του Μωϋσέως, θέλω είσθαι μετά σού δεν θέλω σε αφήσει ουδέ σε εγκαταλείψει. 
6 Ίσχυε και ανδρίζου διότι συ θέλεις κληροδοτήσει εις τον λαόν τούτον την γην, την οποίαν ώμοσα προς τους πατέρας αυτών να δώσω εις αυτούς. 
7 Μόνον ίσχυε και ανδρίζου σφόδρα, διά να προσέχης να κάμνης κατά πάντα τον νόμον, τον οποίον προσέταξεν εις σε Μωϋσής ο θεράπων μου μη εκκλίνης απ' αυτού δεξιά ή αριστερά, διά να φέρησαι μετά συνέσεως πανταχού όπου αν υπάγης. 
8 Δεν θέλει απομακρυνθή τούτο το βιβλίον του νόμου από του στόματός σου, αλλ' εν αυτώ θέλεις μελετά ημέραν και νύκτα, διά να προσέχης να κάμνης κατά πάντα όσα είναι γεγραμμένα εν αυτώ διότι τότε θέλεις ευοδούσθαι εις την οδόν σου, και τότε θέλεις φέρεσθαι μετά συνέσεως. 
9 Δεν σε προστάζω εγώ; ίσχυε και ανδρίζου μη φοβηθής μηδέ δειλιάσης διότι είναι μετά σου Κύριος ο Θεός σου όπου αν υπάγης. 
10 Και προσέταξεν ο Ιησούς τους άρχοντας του λαού, λέγων, 
11 Περάσατε δια μέσου του στρατοπέδου και προστάξατε τον λαόν, λέγοντες, Ετοιμάσατε εις εαυτούς εφόδια διότι μετά τρεις ημέρας θέλετε διαβή τον Ιορδάνην τούτον, διά να εισέλθητε να κληρονομήσητε την γην, την οποίαν Κύριος ο Θεός σας δίδει εις εσάς διά να κληρονομήσητε αυτήν. 
12 Και προς τους Ρουβηνίτας και προς τους Γαδίτας και προς το ήμισυ της φυλής του Μανασσή είπεν ο Ιησούς, λέγων, 
13 Ενθυμήθητε τον λόγον τον οποίον προσέταξεν εις εσάς Μωυσής ο δούλος του Κυρίου, λέγων, Κύριος ο Θεός σας σας ανέπαυσε και σας έδωκε την γην ταύτην 
14 αι γυναίκές σας, τα τέκνα σας και τα κτήνη σας θέλουσι μείνει εν τη γη, την οποίαν ο Μωϋσής έδωκεν εις εσάς εντεύθεν του Ιορδάνου σεις δε θέλετε διαβή έμπροσθεν των αδελφών σας ώπλισμένοι, πάντες οι δυνατοί εν ισχύϊ, και θέλετε βοηθήσει αυτούς 
15 εωσού αναπαύση ο Κύριος τους αδελφούς σας καθώς και εσάς, και να κληρονομήσωσι και αυτοί την γην, την οποίαν Κύριος ο Θεός σας δίδει εις αυτούς τότε θέλετε επιστρέψει εις την γην της κληρονομίας σας, και θέλετε κληρονομήσει αυτήν, την οποίαν Μωϋσής ο δούλος του Κυρίου έδωκεν εις εσάς εντεύθεν του Ιορδάνου, προς ανατολάς ηλίου. 
16 Και απεκρίθησαν προς τον Ιησούν, λέγοντες, Πάντα όσα προστάζεις εις ημάς θέλομεν κάμεi και πανταχού όπου αποστείλης ημάς, θέλομεν υπάγει 
17 καθώς υπηκούομεν κατά πάντα εις τον Μωϋσήν, ούτω θέλομεν υπακούει και εις σέ μόνον Κύριος ο Θεός σου να ήναι μετά σου, καθώς ήτο μετά του Μωϋσέως 
18 πας άνθρωπος, όστις εναντιωθή εις τας προσταγάς σου και δεν υπακούση εις τους λόγους σου κατά πάντα όσα προστάξης αυτόν, ας θανατόνηται μόνον ίσχυε και ανδρίζου. 
 
         ΣΧΟΛΙΑ :
       Ο Ιησούς του Ναυή καταγόταν από τη φυλή του Εφραϊμ (ένα από το δύο παιδιά του Ιωσήφ). Είναι ο ηγέτης που οδήγησε το λαό στη γη της επαγγελίας και αποτελεί την εικόνα και το πρότυπο του μεγάλου εκείνου ηγέτη, του αναστημένου και δοξασμένου Ιησού Χριστού, ο οποίος και σήμερα οδηγεί το λαό του Θεού, την Εκκλησία του Θεού εν Χριστώ Ιησού, στη γη της αιώνιας δόξας, που ο Θεός έχει υποσχεθεί στο κάθε δικό Του παιδί. Είναι ο τύπος του "αρχηγού και τελειωτή της πίστεώς μας" (Εβραίους Β : 10).
       Η μελέτη του βιβλίου του Ιησού του Ναυή έχει να μας διδάξει ότι οι νίκες είναι του Κυρίου, ο οποίος μάχεται και θα μάχεται πάντοτε στο πλευρό του λαού Του. Εκείνος που μας βγάζει μέσα από την Αίγυπτο της αμαρτίας και προσφέρεται, αν τον ακολουθήσουμε πιστά, να μας οδηγήσει βήμα – βήμα στην κατάκτηση και κατάληψη μιας αιώνιας πόλης, που ο ίδιος ο Θεός έχει κατασκευάσει για μας (Εβραίους ΙΑ : 10). Αυτός θα μας οδηγήσει στην αιώνια ζωή, την οποία ο Θεός μας έχει υποσχεθεί. "«Εν τη οικία του Πατρός μου είναι πολλά οικήματα· ει δε μη, ήθελον σας ειπεί υπάγω να σας ετοιμάσω τόπον». (Ιωάννης ΙΔ : 2).
      Το εδάφιο κλειδί σε όλο το βιβλίο του Ιησού του Ναυή θεωρώ ότι είναι τούτο : «μη φοβηθείς, μηδέ δειλιάσεις, διότι είναι μετά σου Κύριος ο Θεός σου, όπου αν υπάγεις» (Α: 9). 
      Εδώ χρειάζεται πίστη. Εδώ χρειάζεται «Αμήν». Ο Κύριος είναι μετά σου. Από κει και πέρα, όποιο κι αν είναι το σχέδιο του Θεού θα πρέπει να το ακολουθήσουμε. Ο Θεός ήταν μετά του Ιωσήφ στη δύσκολη και απρόβλεπτη ζωή του. (Γένεσις ΛΘ/39 : 2). Πέρασε μέσα από ένα λάκκο ταλαιπωρίας στη συνέχεια έφθασε να γίνει αξιωματούχος λίγο πιο κάτω από τον Πεντεφρή, έπειτα βρέθηκε άδικα στη φυλακή, για να καταλήξει άρχοντας «εφ’ όλης της γης της Αιγύπτού», ο μόνος δυνάμενος να δώσει άρτον, δηλαδή ζωή. 
       Ο Ιησούς του Ναυή υπήρξε υπηρέτης και στενός συνεργάτης του Μωυσή κατά τα σαράντα χρόνια περιπλάνησης του λαού στην έρημο. Ήταν επικεφαλής του λαού Ισραήλ στις μάχες εναντίων των Αμαλικητών (Εξοδος ΙΖ : 9). Ήταν μαζί με το Μωυσή στο όρος Σινά (Έξοδος ΚΔ : 13), και ήταν ένας από τους 12 κατασκόπους (Αριθμοί ΙΓ : 8-13). Σύμφωνα με τον ιστορικό Ιώσηπο στα 85 του χρόνια διαδέχθηκε το Μωυσή. Η αρχηγία του πάνω στο λαό Ισραήλ κράτησε 25 χρόνια και πέθανε σε ηλικία 110 χρόνων. Υπήρξε μεγάλος πολεμιστής και μεγάλος αγωνιστής της προσευχής και εδώ οφείλονται οι μεγάλες επιτυχίες του. Κάθε φορά ερχόταν ενώπιον του Κυρίου για να λάβει οδηγίες για το πώς πρέπει να ενεργήσει. Τι να κάνω Κύριε, να επιτεθώ; Τι να κάνω;  
       Ανέλαβε την αρχηγία του στρατεύματος σ’ ένα κρίσιμο στάδιο της πορείας του λαού. Η διάβαση της ερήμου είχε φθάσει στο τέλος και επρόκειτο ο λαός να περάσει τον Ιορδάνη για να κατακτήσει τη γη της επαγγελίας, εκδιώκοντας τις επτά φυλές που την κατοικούσαν εκεί: Χαναναίους, Χετταίους, Ευαίους, Φερεζέους, Γεργεσαίους, Αμορραίους και τους Ιεβουσαίους (Ιησούς του Ναυή Γ : 10), επτά φυλές μεγαλύτερες και δυνατότερες από το λαό Ισραήλ. (Δευτερονόμιο Ζ : 1). 
      Μεγάλο το έργο που αναλάμβανε να φέρει εις πέρας. Ας προσέξουμε όμως δεν θα αποβλέπουμε κάθε φορά στο πόσο μεγάλο είναι το έργο, αλλά στο πόσο μεγάλος είναι Εκείνος που μας καλεί να εκτελέσουμε το έργο. Η υπόσχεση του Θεού είναι : «δεν θα σε αφήσω …… δεν θα σε εγκαταλείψω», ήταν μια υπόσχεση προς τον Ιησού του Ναυή, είναι όμως και μία διαχρονική υπόσχεση του Θεού, σε κάθε δικό Του παιδί. «Δύναται γυνή να λησμονήση το θηλάζον βρέφος αυτής, ώστε να μη ελεήσει το τέκνον της κοιλίας αυτής; αλλά και αν αύται λησμονήσωσιν, εγώ όμως δεν θέλω σε λησμονήσει» {Ησαΐας ΜΘ (49), εδ. 15}.     
     Στην ίδια φάση που βρισκόταν ο λαός Ισραήλ, όταν ο Ιησούς του Ναυή ανέλαβε την αρχηγία, βρίσκεται και ο κάθε πιστός άνθρωπος σήμερα. Η Χαναάν είναι τα επουράνια, είναι η πόλη της οποίας «τεχνίτης και δημιουργός είναι ο Θεός». (Εβραίους ΙΑ : 10). Σ’ αυτήν την πόλη θα μπούμε με τη δύναμη του Πνεύματος του Θεού κάτω από την οδηγία του αρχηγού μας του Ιησού Χριστού, ο οποίος για μας πέθανε και ανέστη και βρίσκεται ήδη στον ουρανό, «καθεζόμενος εκ δεξιών του πατρός», απ’ όπου θα έρθει να μας παραλάβει. 
     Πώς πρέπει να σταθούμε ως πιστοί μέχρι να έρθει ο Χριστός; Ο Λόγος του Θεού μας προτρέπει «να αγωνιστούμε τον αγώνα της πίστεως, ενάντια στα πνεύματα της πονηρίας στα επουράνια, ο Λόγος του Θεού μας προτρέπει να αντισταθούμε, έως αίματος στην αμαρτία» (Εβραίους Θ : 22), για να μπούμε θριαμβευτές στη γη που ο Θεός μας έχει υποσχεθεί ως κληρονομιά μας. 
      Ο Ιορδάνης ήταν ένα φραγμός που χώριζε το λαό από τη γη της επαγγελίας. Για να μπει στη γη ο λαός, έπρεπε να περάσει από τον Ιορδάνη. Η χάρη του Θεού μας έδωσε τον ουρανό, αλλά για να μπούμε εκεί, θα πρέπει να περάσουμε μέσα από το θάνατο και την ανάσταση του Ιησού Χριστού. Σε κάθε βήμα που κάνουμε ο εχθρός είναι εκεί. Προσπαθεί με τα όργανά του να μας απογοητεύσει, να μας εκτρέψει, για να ακυρώσει όλα εκείνα τα οποία ο Θεός μας έχει υποσχεθεί. Όμως πόσο παρήγορη είναι η υπόσχεση του Θεού. «δεν θέλει δυνηθεί άνθρωπος να σταθεί εναντίον σου, πάσας τα ημέρας της ζωής σου» (Α΄ 5). 
     Ο Ιησούς του Ναυή παραλαμβάνει την ηγεσία του Λαού Ισραήλ μετά το θάνατο του Μωϋσή, όμως ουσιαστικός πρωταγωνιστής των εξελίξεων είναι ο Θεός. Είναι πραγματικά εντυπωσιακός ο τρόπος με τον οποίο ξεκινά το βιβλίο του Ιησού του Ναυή. Ακούμε το Θεό να του λέει : «ο δούλος μου ο Μωυσής πέθανε». Είναι σημαντικό. Από μόνο του γεννά φόβο, αβεβαιότητα, κλονισμό. Ο Μωυσής ήταν εκείνος που είχε καλέσει ο Θεός και του είχε δώσει τη μεγάλη υπόσχεση για την είσοδο του λαού στη γη της επαγγελίας. Ήταν εκείνος που τους είχε βγάλει από την Αίγυπτο, τους είχε οδηγήσει μέσα από την έρημο. Τώρα ο Μωυσής πέθανε και πέθανε στην πιο κρίσιμη ώρα, λίγο πριν ο λαός μπει στην γη των υποσχέσεων του Θεού. Όμως ο Θεός συνεχίζει : «… ετοιμάσου τώρα εσύ και όλος ο Λαός να διαβείτε τον Ιορδάνη που είναι μπροστά σας και να μπείτε στη χώρου που δίνω σ’ εσάς τους Ισραηλίτες». 
      Μπορεί ο Μωυσής να πέθανε, όμως η πορεία προς τη γη της επαγγελίας δε σταματά. Η υπόσχεση του Θεού προς το λαό Του δεν ακυρώνεται. Τίποτα μα τίποτα δεν μπορεί να αναστείλει τα σχέδια του Θεού. Ο Απόστολος Παύλος πέθανε το 67 μ.Χ, όμως το 2016 μ.Χ. «ο λόγος του Σταυρού» (Α΄ Κορινθίους Α : 18) συνεχίζει να κηρύττεται. Πολλοί άλλοι έχουν πάρει τη σκυτάλη, μέσα στο στίβο του Θεού και τρέχουν το δικό τους μίλι. Ο Θεός παραμένει πιστός ως προς τις υποσχέσεις Του, δε θα αλλάξει σχέδια. Να γιατί δεν θα πρέπει να στηριζόμαστε σε ανθρώπους. Το έργο του Θεού δεν εξαρτάται από κανέναν άνθρωπο. Έφυγε ο ένας ηγέτης, ο Θεός καλεί άλλον για να συνεχίσει το έργο. Καλεί εσένα. Αν αρνηθείς, πάλι δε θα ακυρωθεί το έργο, γιατί ο Θεός είναι ικανός από τις πέτρες να εγείρει τέκνα στον Αβραάμ (Ματθαίος Γ : 9). 
      Στο φόβο και στην αβεβαιότητα του λαού μετά το θάνατο του Μωυσή ο Θεός απαντά : «όπως υποσχέθηκα στο Μωυσή, σας δίνω κάθε τόπο όπου θα πατούν τα πόδια σας» (εδ.3). Ο Θεός επαναλαμβάνει στο λαό τις υποσχέσεις που είχε δώσει στο Μωυσή. Ο Θεός μένει πιστός στις υποσχέσεις του. Μπορεί πολλές φορές να νομίζουμε ότι ο Θεός ξέχασε ή ότι άργησε κλπ να εκπληρώσει τις υποσχέσεις του. Όμως ο Θεός γνωρίζει καλύτερα από μας και εκπληρώνει το θέλημά του στο χρόνο που εκείνος έχει επιλέξει. 
    "Εγώ θα είμαι μαζί σου, όπως ήμουν και με το Μωυσή, δεν θα σε αφήσω και δεν θα σε εγκαταλείψω" (εδ.5). Όπως ήμουν παρών με το Μωυσή, έτσι θα είμαι και με σένα. Βλέπουμε τη σιγουριά του Θεού σε όλο της το μεγαλείο. Στην Καινή Διαθήκη υπάρχει η μεγάλη διαβεβαίωση του Θεού στον πιστό άνθρωπο. «Θα είμαι μαζί σου πάσας τας ημέρας έως της συντέλειας του αιώνος». (Ματθαίος ΚΗ : 20). Και επειδή ο Θεός είναι πιστός στις βουλές του και τις υποσχέσεις του, ο Ιησούς του Ναυή και ο κάθε πιστός άνθρωπος δε θα πρέπει να φοβάται, αλλά να είναι θαρραλέος και δυνατός. 
        «Δεν θέλει απομακρυνθεί τούτο το βιβλίο του νόμου από του στόματός σου, αλ’ εν αυτώ θέλεις μελετά ημέραν και νύκτα, δια να προσέχεις να κάμνης κατά πάντα όσα είναι γεγραμμένα εν αυτώ, διότι τότε θέλεις ευοδούσθαι εις την οδόν σου και τότε θέλεις φέρεσθαι μετά συνέσεως» (εδ.8). 
      Εδώ ο Θεός ζητάει από τον Ιησού του Ναυί να μελετά το Λόγο Του ημέρα και νύκτα. (η αναφορά γίνεται για τα 5 πρώτα βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης: Γένεσις, Έξοδος, Λευιτικό, Αριθμοί, Δευτερονόμιο). Είναι απόλυτα βέβαιο ότι ο άνθρωπος αυτός ήξερε το νόμο του Θεού περισσότερο από κάθε άλλον Ισραηλίτη, γιατί είχε ανάγκη να συνεχίζει να τον μελετά με τόσο πάθος, με τόση συνέπεια; Η απάντηση δίνεται στο ίδιο εδάφιο. «Για να προσέχεις να κάνεις κατά πάντα, όσα είναι γεγραμμένα εν αυτώ». Μόνο μέσα από τη μελέτη του λόγου του Θεού, μπορεί να γνωρίζει κανείς το θέλημα του Θεού και να υπάρχει σωστός προσανατολισμός και δύναμη για υπακοή σ’ Αυτόν. Χρειάζεται συνεχή επαφή με το Λόγο του Θεού, για να μπορούμε να σταθούμε, όπως ο Θεός μας θέλει. 
      Τι είναι ο Λόγος του Θεού; Είναι οι υποθήκες του Θεού προς τον άνθρωπο, για να μπορέσει να σταθεί και να νικήσει σε τούτη τη ζωή. Πάνω απ’ όλα είναι «λόγοι ζωής αιωνίου» (Ιωάννης Σ : 68). Ο Απ. Παύλος στην επιστολή «προς Ρωμαίους», κεφ. Α, εδ. 16, αναφέρει: «δεν αισχύνομαι το ευαγγέλιον του Χριστού επειδή είναι δύναμις Θεού προς σωτηρίαν εις πάντα τον πιστεύοντα». Επίσης συμβουλεύει τον Τιμόθεο: «Όλη η γραφή είναι θεόπνευστος και ωφέλιμος προς διδασκαλίαν, προς έλεγχον, προς επανόρθωσιν, προς εκπαίδευσιν την μετά της δικαιοσύνης, διά να ήναι τέλειος ο άνθρωπος του Θεού, ητοιμασμένος εις παν έργον αγαθόν». (Β΄ Τιμοθέου Γ : 16-17). 
Ο Λόγος του Θεού είναι τροφή. «είναι γεγραμμένον, με άρτον μόνον δεν θέλει ζήσει ο άνθρωπος, αλλά με πάντα λόγον εξερχόμενον διά στόματος Θεού». (Ματθαίος Δ : 4). Και στην επιστολή Α΄ Πέτρου, κεφ. Β, εδ. 2 συμπληρώνει: «επιποθήσατε ως νεογέννητα βρέφη το λογικόν άδολον γάλα, διά να αυξηθήτε δι' αυτού». 
Ο Λόγος του Θεού είναι αλήθεια. Στο ευαγγέλιο «κατά Ιωάννην», κεφ. ΙΖ, εδ. 14-17, ο ίδιος ο Κύριος προσευχόμενος αναφέρει: 
14 Εγώ έδωκα εις αυτούς τον λόγον σου, και ο κόσμος εμίσησεν αυτούς, διότι δεν είναι εκ του κόσμου, καθώς εγώ δεν είμαι εκ του κόσμου. 
15 Δεν παρακαλώ να σηκώσης αυτούς εκ του κόσμου, αλλά να φυλάξης αυτούς εκ του πονηρού. 
16 Εκ του κόσμου δεν είναι, καθώς εγώ δεν είμαι εκ του κόσμου. 
17 Αγίασον αυτούς εν τη αληθεία σου ο λόγος ο ιδικός σου είναι αλήθεια. 
      Ο Λόγος του Θεού αναγεννά τον άνθρωπο: «επειδή ανεγεννήθητε ουχί εκ φθαρτού σπέρματος, αλλά αφθάρτου, διά του λόγου του Θεού του ζώντος και μένοντος εις τον αιώνα». (Α΄ Πέτρου Α : 23) και στο εδ. 25 αναφέρεται: «ο λόγος όμως του Κυρίου μένει εις τον αιώνα. Και ούτος είναι ο λόγος ο ευαγγελισθείς εις εσάς». 
Ο Λόγος του Θεού είναι καθαρός. «Τα λόγια του Κυρίου είναι λόγια καθαρά αργύριον δεδοκιμασμένον εν πηλίνω χωνευτηρίω, κεκαθαρισμένον επταπλασίως». (Ψαλμός ΙΒ : 6), «Ο λόγος σου είναι κεκαθαρισμένος σφόδρα διά τούτο ο δούλός σου αγαπά αυτόν». (Ψαλμός ΡΙΘ : 140). 
Ο Λόγος του Θεού είναι φώς. «Λύχνος εις τους πόδας μου είναι ο λόγος σου και φως εις τας τρίβους μου». (Ψαλμός ΡΙΘ : 105), «Και έχομεν βεβαιότερον τον προφητικόν λόγον, εις τον οποίον κάμνετε καλά να προσέχητε ως εις λύχνον φέγγοντα εν σκοτεινώ τόπω, εωσού έλθη η αυγή της ημέρας και ο φωσφόρος ανατείλη εν ταις καρδίαις υμών». (Β΄ Πέτρου Α : 19). 
Ο Λόγος του Θεού είναι η χαρά μας, η τρυφή μας. «εάν ο νόμος σου δεν ήτο η τρυφή μου, τότε ήθελον χαθή εν τη θλίψει μου». (Ψαλμός ΡΙΘ : 92). 
      Όλα τα βιβλία μπορούν να μορφώσουν τον άνθρωπο, η Βίβλος όμως, που είναι ο Λόγος του Θεού, μπορεί να τον μεταμορφώσει σε μια νέα ζωή. 
       Μέσα από τη μελέτη ο Θεός θα μας στηρίξει με το Πνεύμα Του το Άγιο. Θα μας δώσει θάρρος, θα μας ελέγξει, θα μας θυμίσει τι πρέπει να κάνουμε, θα μας κάνει σταθερούς και καρποφόρους και πάνω απ’ όλα θα μας φυλάξει από την ώρα του πειρασμού, από την αμαρτία. Έτσι θα ευοδώνεται η οδός μας, ο καθημερινός μας αγώνας. Στον ψαλμό ΡΙΘ (119), εδ. 9 – 11 αναφέρεται: «Τίνι τρόπω θέλει καθαρίζει ο νέος την οδόν αυτού, φυλάττων τους λόγους σου. Εξ όλης της καρδίας μου σε εξεζήτησα, μη με αφήσης να αποπλανηθώ από των προσταγμάτων σου. Εν τη καρδία μου εφύλαξα τα λόγια σου, δια να μη αμαρτάνω εις σε»
      Η υπακοή στο Θεό περνάει μέσα από τη συνεχή, συστηματική μελέτη του Λόγου Του. Καθώς ο πιστός άνθρωπος μελετά το Λόγο του Θεού, το Πνεύμα το Άγιο τον ελέγχει, τον διδάσκει, τον ενθαρρύνει, του θυμίζει ότι έχει ανάγκη για να σταθεί στην πίστη και τον αγιασμό και πάνω απ’ όλα τον οδηγεί στο σωστό δρόμο. Κάνει τον άνθρωπο να καταλαβαίνει τη φωνή του Θεού. Ο Δαβίδ στον ψαλμό ΡΙΘ (119), εδ. 105 αναφέρει: «Λύχνος εις τους πόδας μου είναι ο λόγος σου και φως εις τας τρίβους μου». Στον ίδιο ψαλμό και στα εδ. 9-11 αναφέρει: "Τίνι τρόπω θέλει καθαρίζει ο νέος την οδόν αυτού; φυλάττων τους λόγους σου". 
      Στον Α΄ ψαλμό αναφέρεται: Εκείνος που μελετά το Λόγο του Θεού ημέρα και νύχτα θα είναι όπως το δένδρο που έχει φυτευτεί κοντά σε ρυάκια υδάτων. «Και θέλει είσθαι ως δένδρον πεφυτευμένον παρά τους ρύακας των υδάτων, το οποίον δίδει τον καρπόν αυτού εν τω καιρώ αυτού, και το φύλλον αυτού δεν μαραίνεται και πάντα, όσα αν πράττη, θέλουσιν ευοδωθή»
    Ο Ιησούς του Ναυή είχε αναλάβει πολύ μεγάλες ευθύνες και κανένας δεν ήταν πιο απασχολημένος απ’ αυτόν. Όμως η σχέση του με το Λόγο του Θεού θα έπρεπε να είναι αναλλοίωτη και αναντικατάστατη. Έχουμε συνηθίσει να μελετάμε αποσπασματικά, όταν προλάβουμε, όσο προλάβουμε και τα αποτελέσματα είναι φανερά. Δεν έχουμε επιτυχίες, δεν φερόμαστε με σύνεση, δεν έχουμε αντιστάσεις κατά της αμαρτίας, δεν συγχωρούμε τους άλλους, δεν είμαστε ταπεινοί και δεν έχουμε υπομονή. 
    Πρόσφατα κάποιοι πατριώτες μας πρώτευσαν στους ολυμπιακούς αγώνες της Βραζιλίας και πήραν το χρυσό μετάλλιο. Αλήθεια μήπως νομίζετε ότι οι άνθρωποι αυτοί πήγαιναν στο γυμναστήριο όταν άδειαζαν, όταν δεν είχαν δουλειά να κάνουν; Μήπως πήγαιναν μια φορά την εβδομάδα, για να προπονηθούν; Ασφαλώς όχι. Πήγαιναν κάθε μέρα και για ατέλειωτες ώρες με συνέπεια και αγωνίζονταν σκληρά. Γι’ αυτό πρώτευσαν. Κάτι ανάλογο συμβαίνει με το Λόγο του Θεού. Λίγη μελέτη, όταν μπορούμε και αν μπορούμε δεν μας ωφελεί σε τίποτα. Ο Θεός που θέλει να είμαστε νικητές κατά της αμαρτίας και του κακού μας προτρέπει: «αλ’ εν αυτώ θέλεις μελετά ημέραν και νύκτα». 
      Ο Λόγος του Θεού είναι το μόνο επιθετικό όπλο του Χριστιανού. Ο Απόστολος Παύλος στην επιστολή «προς Εφεσίους», κεφ. Σ, εδ. 17, αναφέρει: «λάβετε την περικεφαλαίαν της σωτηρίας και την μάχαιραν του Πνεύματος, ήτις είναι ο λόγος του Θεού». Αλίμονο αν βγούμε στον πόλεμο τούτης της ζωής χωρίς η μάχαιρα που μας έχει δώσει ο Θεός να είναι τροχισμένη μέσα από την καθημερινή μελέτη. 
    Δεν υπάρχει συγκεκριμένη συνταγή, για να αυξηθεί πνευματικά η εκκλησία. Η αύξησή της εξαρτάται από την καθημερινή πνευματική αύξηση των μελών της (Εφεσίους Δ : 16). Η πνευματική αύξηση περνάει μέσα από τη μελέτη του Λόγου του Θεού. Αν θέλουμε να δούμε τη δύναμη του Θεού μέσα στη ζωή μας, κάθε ευλογία, κάθε χαρά, ας μην επιτρέπουμε να απομακρύνεται το βιβλίο τούτο μέσα από τη ζωή μας, αλλά να το μελετάμε ημέρα και νύχτα υπακούοντας στην οδηγία του Θεού. ---