Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Δευτέρα 19 Σεπτεμβρίου 2011

Β΄ ΒΑΣΙΛΕΩΝ Ε. ΝΕΕΜΑΝ.

ΥΠΑΚΟΗ ΣΤΟ ΘΕΟ.

βιβλίο  "Β' ΒΑΣΙΛΕΩΝ",  κεφ.  Ε/5.                (Παλαιά Διαθήκη).

1 ΚΑΙ ο Νεεμάν, ο στρατηγός τού βασιλιά τής Συρίας, ήταν μεγάλος μπροστά στον κύριό του, και τον τιμούσαν, επειδή ο Κύριος έδωσε διαμέσου αυτού σωτηρία στη Συρία· και ο άνθρωπος ήταν δυνατός σε ισχύ· όμως, ήταν λεπρός.
2 Και οι Σύριοι βγήκαν κατά τάγματα, και έφεραν μια αιχμάλωτη από τη γη τού Ισραήλ, κάποια μικρή κόρη· και υπηρετούσε τη γυναίκα τού Νεεμάν.
3 Και είπε στην κυρία της: Είθε ο κύριός μου να ήταν μπροστά στον προφήτη, που είναι στη Σαμάρεια! Επειδή, θα τον γιάτρευε από τη λέπρα του.
4 Και μπαίνοντας μέσα ο Νεεμάν ανήγγειλε στον κύριό του, λέγοντας: Έτσι κι έτσι μίλησε η κόρη από τη γη τού Ισραήλ.
5 Και ο βασιλιάς τής Συρίας είπε: Έλα, πήγαινε, και θα στείλω επιστολή στον βασιλιά τού Ισραήλ. Και αναχώρησε, και πήρε στο χέρι του δέκα τάλαντα ασήμι, και 6.000 χρυσά νομίσματα, και δέκα αλλαξιές ενδυμάτων.
6 Και έφερε την επιστολή προς τον βασιλιά τού Ισραήλ, που έλεγε: Και, τώρα, καθώς θάρθει αυτή η επιστολή σε σένα, δες, έστειλα σε σένα τον Νεεμάν τον δούλο μου, για να τον γιατρέψεις από τη λέπρα του.
7 Και όταν ο βασιλιάς τού Ισραήλ διάβασε την επιστολή, ξέσχισε τα ιμάτιά του, και είπε: Θεός είμαι εγώ, για να θανατώνω και να ζωοποιώ, ώστε αυτός μου στέλνει να γιατρέψω έναν άνθρωπο από τη λέπρα του; Γνωρίστε, λοιπόν, παρακαλώ, και δείτε ότι αυτός ζητάει πρόφαση εναντίον μου.
8 Και καθώς ο Ελισσαιέ, ο άνθρωπος του Θεού, άκουσε ότι ο βασιλιάς τού Ισραήλ ξέσχισε τα ιμάτιά του, έστειλε στον βασιλιά, λέγοντας: Γιατί ξέσχισες τα ιμάτιά σου; Ας έρθει τώρα σε μένα, και θα γνωρίσει ότι υπάρχει προφήτης μέσα στον Ισραήλ.
9 Τότε, ήρθε ο Νεεμάν μαζί με τα άλογά του και με την άμαξά του, και στάθηκε στη θύρα τού σπιτιού τού Ελισσαιέ.
10 Και έστειλε σ' αυτόν ο Ελισσαιέ έναν μηνυτή, λέγοντας: Πήγαινε, βουτήξου μέσα στον Ιορδάνη επτά φορές, και θα επανέλθει η σάρκα σου σε σένα, και θα καθαριστείς.
11 Ο Νεεμάν όμως θύμωσε, και αναχώρησε, και είπε: Δέστε, εγώ έλεγα: Σίγουρα θα βγει έξω σε μένα, και θα σταθεί, και θα επικαλεστεί το όνομα του Κυρίου τού Θεού του, και θα κινήσει το χέρι του επάνω στον τόπο, και θα γιατρέψει τον λεπρό
12 ο Αβανά και ο Φαρφάρ, τα ποτάμια τής Δαμασκού, δεν είναι καλύτερα, περισσότερο από όλα τα νερά τού Ισραήλ; Δεν μπορούσα να βουτηχτώ μέσα σ' αυτά, και να καθαριστώ; Και αφού στράφηκε, αναχώρησε με θυμό.
13 Πλησίασαν, όμως, οι δούλοι του, και του μίλησαν, και είπαν: Πατέρα μου, αν ο προφήτης σού έλεγε ένα μεγάλο πράγμα, δεν θα το έκανες; Πόσο μάλλον τώρα, όταν σου λέει: Βουτήξου μέσα, και καθαρίσου;
14 Τότε, κατέβηκε, και βυθίστηκε επτά φορές στον Ιορδάνη, σύμφωνα με τον λόγο τού ανθρώπου τού Θεού· και η σάρκα του αποκαταστάθηκε σαν τη σάρκα μικρού παιδιού, και καθαρίστηκε.
15 Και γύρισε στον άνθρωπο του Θεού, αυτός, και ολόκληρη η συνοδεία του, και ήρθε και στάθηκε μπροστά του· και είπε: Δες, τώρα γνώρισα ότι δεν υπάρχει Θεός σε ολόκληρη τη γη, παρά μονάχα μέσα στον Ισραήλ· γι' αυτό, τώρα, δέξου, παρακαλώ, ένα δώρο από τον δούλο σου.
16 Κι εκείνος είπε: Ζει ο Κύριος, μπροστά στον οποίον παραστέκομαι, δεν θα δεχθώ. Κι εκείνος τον βίαζε να δεχθεί, αλλά δεν έστερξε.
17 Και ο Νεεμάν είπε: Και αν όχι, ας δοθεί, παρακαλώ, στον δούλο σου ένα φορτίο δύο μουλαριών από τούτο το χώμα, επειδή ο δούλος σου δεν θα προσφέρει στο εξής ολοκαύτωμα ούτε θυσία σε άλλους θεούς, παρά μονάχα στον Κύριο·
18 για τούτο το πράγμα ας συγχωρήσει ο Κύριος τον δούλο σου, ότι, όταν ο κύριός μου μπαίνει στον οίκο τού Ριμμών για να προσκυνήσει εκεί, και στηρίζεται επάνω στο χέρι μου, κι εγώ κλίνω τον εαυτό μου στον οίκο τού Ριμμών, ο Κύριος ας συγχωρήσει τον δούλο σου για το πράγμα αυτό!
19 Και του είπε: Πήγαινε με ειρήνη. Και αναχώρησε απ' αυτόν ένα μικρό διάστημα.
20 Και ο Γιεζεί, ο υπηρέτης τού Ελισσαιέ, του ανθρώπου τού Θεού, είπε: Δες, ο κύριός μου λυπήθηκε τον Νεεμάν, αυτόν τον Σύριο, ώστε να μη πάρει από το χέρι του εκείνο που έφερε· εντούτοις, ζει ο Κύριος, εγώ θα τρέξω πίσω του, και θα πάρω απ' αυτόν κάτι.
21 Και ο Γιεζεί έτρεξε πίσω από τον Νεεμάν. Και όταν τον είδε ο Νεεμάν να τρέχει πίσω του, πήδηξε από την άμαξα σε συνάντησή του, και είπε: Είστε καλά;
22 Κι εκείνος είπε: Καλά ο κύριός μου με έστειλε, λέγοντας: Δες, αυτή την ώρα ήρθαν σε μένα, από το βουνό Εφραϊμ, δύο νέοι από τους γιους των προφητών· δώσ' τους, παρακαλώ, ένα τάλαντο ασήμι, και δύο αλλαξιές ενδυμάτων.
23 Και ο Νεεμάν είπε: Πάρε ευχαρίστως δύο τάλαντα. Και τον βίασε, και έδεσε τα δύο τάλαντα ασήμι σε δύο θυλάκια, μαζί με δύο αλλαξιές ενδυμάτων· και τα έβαλε σε δύο από τους δούλους του, και τα βάσταζαν μπροστά του.
24 Και όταν ήρθε στην Οφήλ, τα πήρε από τα χέρια τους, και τα φύλαξε στο σπίτι· και απέλυσε τους άνδρες, και αναχώρησαν.
25 Κι αυτός μπήκε μέσα, και στάθηκε μπροστά στον κύριό του.
Και ο Ελισσαιέ είπε σ' αυτόν: Από πού έρχεσαι, Γιεζεί; Κι εκείνος είπε: Ο δούλος σου δεν πήγε πουθενά.
26 Και του είπε: Δεν πήγε η καρδιά μου μαζί σου, όταν γύρισε ο άνθρωπος από την άμαξά του σε συνάντησή σου; Είναι τώρα καιρός να πάρεις ασήμι, και να πάρεις ιμάτια, και ελαιώνες, και αμπελώνες, και πρόβατα, και βόδια, και δούλους, και δούλες;
27 Γι' αυτό, η λέπρα τού Νεεμάν θα κολληθεί σε σένα, και στο σπέρμα σου, στον αιώνα. Και βγήκε από μπροστά του γεμάτος λέπρα σαν χιόνι.

       ΣΧΟΛΙΑ :
      Μία ακόμα καταπληκτική ιστορία της Παλαιάς Διαθήκης. Πρόκειται για τη λέπρα του Νεεμάν και τον καθαρισμό της από τον άνθρωπο του Θεού. Είναι μία εικόνα του αμαρτωλού ανθρώπου καθώς και ο καθαρισμός του από την αμαρτία, που και σήμερα προσφέρεται μέσα από την παντοδυναμία του αίματος του Χριστού, που είναι το μοναδικό μέσο σωτηρίας και λύτρωσης του αμαρτωλού ανθρώπου (Α' Ιωάννου, κεφ. Α/1, εδ. 7). 
     ΝΕΕΜΑΝ. Βρισκόμαστε στον 9ο Αιώνα π.Χ. Στρατηγός του Συριακού Στρατού ήταν υψηλόβαθμο στέλεχος, το οποίο έχαιρε μεγάλου σεβασμού, ανήρ μέγας ενώπιον του κυρίου αυτού, δηλαδή του Βασιλέως, του οποίου το όνομα ήταν Βεναδάδ. Ήταν ένας άνδρας ιδιαίτερα αγαπητός, δημοφιλής στο λαό του. Η μεγάλη τιμή που έχαιρε οφειλόταν στις στρατιωτικές του επιτυχίες. "επειδή ο Κύριος δι' αυτού έδωκε σωτηρίαν εις την Συρίαν" (εδ. 1). Η φράση αυτή μας αποκαλύπτει ότι ο Θεός δεν ενδιαφέρεται μόνον για το λαό Του, τον Ισραήλ, αλλά και για όλα τα έθνη της γης.  
     Εδώ έχουμε μία ακόμα μεγάλη αποκάλυψη. Φαίνεται καθαρά ότι ο Κύριος βασιλεύει, ότι ο Θεός δεν κυβερνά μόνο τον λαό Ισραήλ, αλλά και όλα τα έθνη της γης. Είναι Θεός Κύριος του ουρανού και της γης. Έκανε τα πάντα και συντηρεί αυτά δια της δυνάμεως Αυτού. Πολλές φορές ο Θεός χρησιμοποίησε τα έθνη, για να "παιδεύσει" το λαό Του. Πολλές φορές επέτρεψε να νικηθεί ο Ισραήλ από τους Σύριους και άλλους λαούς, για να έλθει σε επίγνωση, για να επαναφέρει το λαό του από την απιστία, από την ειδωλολατρία. Είναι η ίδια αιτία που και στη δική μας τη ζωή "νικούν οι Φιλισταίοι". Την εποχή αυτή οι σχέσεις Συρίας - Ισραήλ ήταν ιδιαίτερα τεταμένες. Η κατάσταση μεταξύ τους έμοιαζε σαν μια "ένοπλη ειρήνη". Γι' αυτό άλλωστε και την επιστολή του Βασιλιά της Συρίας ο Βασιλιάς του Ισραήλ, ο Ιωράμ, ο οποίος ήταν γιός του ασεβέστατου Αχαάβ, την εξέλαβε σαν μία πρόφαση για ένα νέο πόλεμο. Απιστία και καχυποψία διέκρινε τις σχέσεις τους.  
     Ο Νεεμάν, ο στρατηγός του Συριακού στρατού, ήταν ένας μεγάλος και ένδοξος άνδρας. Ενας άνθρωπος που ήταν επιτυχημένος σε όλα, που δεν του έλλειπε τίποτα, ήταν ένας άνθρωπος πρότυπο, υπόδειγμα. Ο άνθρωπος, καθώς αποβλέπει στο "φαινόμενο" (Α΄ Σαμουήλ ΙΣ/16: 7), δεν μπορεί να βρει κανένα ψεγάδι στη ζωή του Νεεμάν. Πόσο θαυμάσια διατυπώνεται το πορτρέτο του ανθρώπου αυτού στο εδ. 1. Κάποιοι άνθρωποι έχουν πλούτο, ομορφιά, μόρφωση, επιτυχίες, σωματική δύναμη, μυαλό, οι άνθρωποι τους παρατηρούν, τους μακαρίζουν, τους ζηλεύουν, τους κάνουν πρότυπά τους στη ζωή τους, θέλουν να τους μοιάσουν. Αυτή είναι η εξωτερική πλευρά, αυτό είναι το φαινόμενο. Τούτο το εδ.1 τελειώνει με ένα φοβερό και τρομερό "όμως", "όμως ήταν λεπρός".  Κάτω από τα παράσημα που στόλιζαν το στήθος του είχε αρχίσει να κατατρώγει τις σάρκες του μια φοβερή και τρομερή για την εποχή ασθένεια. Τούτο το "όμως" μέλει να συνοδεύει κάθε άνθρωπο που στηρίζεται στην ανθρώπινη ευτυχία, στα ανθρώπινα πράγματα, στις ανθρώπινες δυνάμεις.
      Ο μεγάλος αυτός άνθρωπος, ο τιμώμενος από το λαό του, είχε ένα τρομερό "όμως" μέσα στη ζωή του, ήταν λεπρός. Η λέπρα ήταν μια τρομερή, αθεράπευτη, μεταδοτική ασθένεια εκείνη την εποχή. Διαβάζοντας το εδ. 11 που μιλάει για κάποιο "τόπο", αντιλαμβανόμαστε ότι τούτη η ασθένεια ήταν σε αρχικό στάδιο, όμως γρήγορα θα εξαπλωνόταν σε όλο του σώμα και πολύ γρήγορα θα ακολουθούσε ένας εφιαλτικός θάνατος. Ο λεπρός εθεωρείτο ζωντανός νεκρός. Ο Ααρών είπε για την αδελφή του ότι είναι "ως έκτρωμα, του οποίου είναι φαγωμένο το ήμισυ της σαρκός" (Αριθμοί ΙΒ/12: 12). Μπορεί να είμαστε μεγάλοι και τρανοί σε τούτο τον κόσμο, όμως ως αμαρτωλοί είμαστε νεκροί στις αμαρτίες και τις παραβάσεις και απαλλοτριωμένοι από τη ζωή του Θεού (Εφεσίους Β/2: 1 &  Δ/4: 18). Την εποχή εκείνη ο λεπρός εθεωρείτο ακάθαρτος. Έπρεπε να σχίζει τα ρούχα του, σε ένδειξη πένθους και να φωνάζει δυνατά "ακάθαρτος" (Λευιτικό ΙΓ/13: 45), ώστε να μην τον πλησιάζει κανένας. Ο λεπρός έμενε έξω από το στρατόπεδο εξαιτίας της ακαθαρσίας του, έξω από το μέρος όπου κατοικούσε ο Άγιος Θεός. Η αμαρτία φέρνει τον άνθρωπο μακριά από το Θεό. Σαν αμαρτωλοί είμαστε νεκροί εξαιτίας των αμαρτιών μας (Εφεσίους Β/2: 12). 
     Παρατηρώντας το λεπρό Νεεμάν μπορούμε να δούμε την εικόνα του εαυτού μας. Η ασθένεια της αμαρτίας προσβάλει και καταστρέφει κάθε άνθρωπο. Μπορεί να είμαστε επιτυχημένοι, να έχουμε ταλέντο, μόρφωση, χρήματα, κλπ. αλλά παρ' όλα αυτά ένα τρομερό "όμως", ακολουθεί όλους μας. Όλους μας έχει προσβάλει η ασθένεια της αμαρτίας και μας καταστρέφει και μας θανατώνει "ο μισθός της αμαρτίας είναι θάνατος" (Ρωμαίους Σ/6: 23). Όσες προσπάθειες και αν κάνουμε μόνοι μας, όσο και αν θέλουν οι άλλοι να μας βοηθήσουν, δεν μπορούμε να λύσουμε το θανατηφόρο αυτό πρόβλημα. Όμως αυτό που είναι αδύνατο στον άνθρωπο, είναι δυνατό στο Θεό. Μόνον ο Θεός μπορούσε να καθαρίσει το Νεεμάν από τη λέπρα του. Μόνον ο Θεός μπορεί να μας καθαρίσει από την αμαρτία μας (Κολοσσαείς Α/1: 14), μέσω της παντοδυναμίας του αθώου αίματος του Ιησού Χριστού. Στην επιστολή "Α' Ιωάννου" (κεφ. Α/1, εδ. 7) αναφέρεται: "εάν όμως περιπατώμεν εν τω φωτί, καθώς αυτός είναι εν τω φωτί, έχομεν κοινωνίαν μετ' αλλήλων, και το αίμα του Ιησού Χριστού του Υιού αυτού καθαρίζει ημάς από πάσης αμαρτίας".
     Τούτη την αλήθεια κάποιος έπρεπε να την πει στο Νεεμάν. Ο εχθρός έχει κρύψει την αλήθεια. Ο άνθρωπος αυτός ήταν εθνικός, ζούσε μέσα στο σκοτάδι, δε γνώριζε τον αληθινό Θεό και τη δύναμη Αυτού. Πίστευε σε ψεύτικους θεούς που "ούτε να αγαθοποιήσουν μπορούν, ούτε να κακοποιήσουν" (Ιερεμίας Ι/10: 5). Αν την αλήθεια δεν την πεις εσύ και εγώ, που γνωρίσαμε Αυτόν και τη δύναμή Του, τότε "οι πέτρες θα σηκωθούν και θα μιλήσουν" γι' Αυτόν. (Λουκάς ΙΘ/19: 40). Μια τέτοια "πέτρα" σηκώθηκε και μίλησε στο Νεεμάν για τη σωτηρία του από την τρομερή του ασθένεια. Μια υπηρέτρια, μια δούλη την οποία είχαν φέρει από τη γη του Ισραήλ, μια μικρή και ασήμαντη κοπελίτσα στα μάτια των ανθρώπων μίλησε στην κυρία της και έδωσε τη λύση στο πρόβλημα που αντιμετώπιζε ο άντρας της.
      Αλήθεια ποιο το μυστικό τούτης της κοπέλας; Πώς κατάφερε να γίνει πιστευτή; Ήταν η άγια ζωή που έκανε το λόγο της πιστευτό από τους γύρω της. Δε φάνηκε καθόλου "αστειευομένη", στους γύρω της, όπως είχε φανεί ο Λωτ κάποτε στους γαμπρούς του (Γένεση ΙΘ/19: 14). Θα λέγαμε ότι είναι η εικόνα του ταπεινού ευαγγελιστή, του ανθρώπου της διπλανής πόρτας, που κηρύττει το λόγο του Θεού, που δίνει ένα χριστιανικό φυλλάδιο, που λέει δυο λόγια παρηγοριάς και σωτηρίας στο συνάνθρωπό του. Η στάση της δούλης αυτής έχει να δώσει ένα μεγάλο μάθημα στον καθένα μας. Καθώς ζούμε μέσα σ' έναν κόσμο μολυσμένο από τη λέπρα της αμαρτίας, που περιμένει ν' ακούσει από τους πιστούς του Χριστού, όχι φιλοσοφίες ή άλλες ανθρώπινες θεωρίες, αλλά λόγια αγάπης που θα τον οδηγήσουν στον Λυτρωτή Ιησού Χριστό. Λόγια τα οποία για ν' ακουστούν θα πρέπει να συνοδεύονται από ανάλογη μαρτυρία ζωής.   
     Τι έκανε τούτο το κορίτσι, το οποίο έμεινε ανώνυμο μέσα στην ιστορία; Έδωσε μια μαρτυρία με πίστη. Ήταν μια δούλη, μια παιδούλα την οποία ο Σύριοι είχαν αιχμαλωτίσει και είχαν πουλήσει στο παζάρι της Δαμασκού μετά από ήττες που είχε υποστεί ο λαός του Θεού. Μία δούλη, χωρίς, παράσημα, χωρίς τιμές. Ας μάθουμε να μην περιφρονούμε το φτωχό και τον ταπεινό. Ο Θεός το είχε επιτρέψει και το είχε προλαλήσει στο λαό του. Ο Μωυσής είχε προφητεύσει: "οι υιοί σου και οι θυγατέρες σου θα παραδωθούν σε άλλο λαό και οι οφθαλμοί σου θα βλέπουν και θα μαραίνονται δι΄ αυτούς όλη την ημέρα και δεν θα είναι δύναμη στο χέρι σου" (Δευτερονόμιο ΚΗ/28: 32). Κάπως έτσι αυτό το νεαρό κορίτσι βρέθηκε στο σπίτι του Νεεμάν. Ενώ λοιπόν βρισκόταν και ζούσε στη Δαμασκό, όπου βασίλευε η αμαρτία και η ειδωλολατρία, αυτή δεν άλλαξε, δεν προσαρμόστηκε, δε συμβιβάστηκε. Συνέχιζε να πιστεύει στο ζωντανό τον αληθινό Θεό. Δεν κατέλαβαν την καρδιά της αισθήματα μίσους για τους εχθρούς της πατρίδας της, όπως είχε συμβεί κάποτε με τον Ιωνά για τους κατοίκους της Νινευή. Είχε πίστη στο Θεό και αυτή ήταν που την οδήγησε να δώσει τη σωστή μαρτυρία. Εκείνη την εποχή ο προφήτης του Θεού Ελισσαιέ είχε κάνει πολλά θαύματα, αλλά δεν είχε θεραπεύσει κανένα λεπρό (Λουκά; Δ/4: 27).
      Μπορεί να ήταν στη Δαμασκό η κοπελίτσα αυτή, αλλά η καρδιά της δεν ήταν εκεί, η καρδιά της ήταν στη Σαμάρεια, στη χώρα του Ισραήλ. Το σώμα της ήταν στη Δαμασκό, αλλά η καρδιά της στο Ισραήλ και στον αληθινό Θεό. Μπορεί όλα να είχαν αλλάξει γύρω της, μια νέα κατάσταση να είχε δημιουργηθεί, όμως αυτή παραμένει σταθερή και ασυμβίβαστη. Δεν άφησε να την παρασύρει ο κόσμος και το "πνεύμα του κόσμου". Δεν προσαρμόστηκε σε κάποιες νέες καταστάσεις που είχαν δημιουργηθεί, δεν ξέχασε το Θεό, δεν ξέχασε όλα εκείνα που είχε μάθει από το σπίτι της για τον αληθινό Θεό και τη δύναμή Του.
     Μια ασήμαντη και καταφρονημένα κοπέλα έδωσε μία σεμνή και θαρραλέα μαρτυρία. Δεν είπε πολλά, δεν είπε μεγάλα και ωραία λόγια, δε μίλησε σαν ρήτορας, είπε μόνο δυο απλά λόγια. "Μακάρι να απευθυνόταν ο κύριός μου στο προφήτη που είναι στη Σαμάρεια. Αυτός θα τον θεράπευε από τη λέπρα του".  Η γυναίκα του Νεεμάν πίστεψε στα λόγια της μικρής δούλης και τα λόγια τούτα τα μετέφερε στον άνδρα της, ο άνδρα της στον κύριό του, το Βασιλιά της Συρίας. Ο βασιλιά της Συρίας συνέταξε επιστολή προς το Βασιλιά του Ισραήλ με σκοπό να μεσολαβήσει, για να γνωρίσει ο Νεεμάν τον προφήτη του Θεού. Τούτη η μικρή δούλη με τη μαρτυρία της κινητοποίησε στρατηγούς, βασιλιάδες, προφήτες, ακόλουθους και οδήγησε σε ένα θαυμαστό αποτέλεσμα. Βάσει αυτής της μαρτυρίας ο Νεεμάν ξεκίνησε από τη Συρία να πάει στη Σαμάρεια. Σύμφωνα με τα διπλωματικά πρότυπα της εποχής μετέφερε μια επιστολή του Βασιλιά του μαζί με πλούσια μεγάλα δώρα, (340 κιλά ασήμι, 70 κιλά χρυσό, 10 αλλαγές ενδυμάτων). Πρόκειται για μια τεράστια περιουσία.
      Ο Νεεμάν έφτασε στη Σαμάρεια με την επιστολή του βασιλιά του, που έλεγε: "Και τώρα καθώς έλθει η επιστολή αυτή προς σε, ιδού έστειλα προς σε Νεεμάν τον δούλον μου, δια να ιατρεύσεις αυτόν από της λέπρας αυτού". Εδώ παρατηρούμε ένα φαινόμενο που φτάνει μέχρι τις ημέρες μας. Θρησκευόμενοι άνθρωποι να προστρέχουν σε λάθος πρόσωπα αμφιβόλου αξίας και υπάρξεως πολλές φορές για τη σωτηρία τους και να αρνούνται πεισματικά να πλησιάσουν τον ίδιο το Θεό, μέσω του Ιησού Χριστού, που είναι η μοναδική "οδός" που οδηγεί στο Θεό (Ιωάννης ΙΔ/14: 6). Εάν ο βασιλιάς του Ισραήλ δεν αναγνώριζε την αδυναμία του να δώσει θεραπεία, κάτι το οποίο πολλές φορές αρνούνται να το κάνουν κάποιοι ονομαζόμενοι αντιπρόσωποί Του, ο Νεεμάν θα επέστρεφε άπραγος στον τόπο του και θα διεσύρετο η δύναμη του Θεού.  
      Η άφιξη του Νεεμάν έφερε μια μεγάλη αναστάτωση στην αυλή του βασιλιά. Ο Βασιλιάς του Ισραήλ εξέλαβε τούτη την επιστολή σαν μια δικαιολογία, για να ξεσπάσει πόλεμος. Η πρώτη αντίδραση του βασιλιά ήταν να σκίσει τα ρούχα του και να πει: "Θεός είμαι εγώ, δια να θανατώνω και να ζωοποιώ, ώστε ούτος στείλει προς εμέ να ιατρεύσω άνθρωπον από της λέπρας αυτού;". Ο ίδιος ο Βασιλιά δε γνωρίζει, βλέπει όσο βλέπουν τα μάτια του, δεν αποβλέπει στον αληθινό Θεό, δεν του περνάει από το μυαλό να τους παραπέμψει στον "άνθρωπο του Θεού". Το πιο τραγικό, ο Bασιλιάς του Ισραήλ δε γνώριζε τον "άνθρωπο του Θεού". Ο Ελισσαιέ εδώ είναι ένας ακόμα προφήτης που δεν είχε τιμή στην πατρίδα του (Ιωάννης Δ/4 : 44). Ο Βασιλιάς τον αγνοεί. Δε φαίνεται να έχει δώσει καμία προσοχή στα θαύματα και τις δραστηριότητες του "ανθρώπου του Θεού".
       Όταν ο Ελισσαιέ άκουσε ότι ο βασιλιάς του Ισραήλ έσκισε τα ρούχα του, του παρήγγειλε: "Γιατί έσκισες τα ρούχα σου, στείλτον σε παρακαλώ σε μένα και θα μάθει ότι υπάρχει προφήτης στον Ισραήλ". Έτσι τελικά ήρθε ο Νεεμάν στον άνθρωπο του Θεού. Ήρθε έχοντας συναίσθηση ότι ήταν ένας υψηλός αξιωματούχος, ήρθε "μετά των ίππων και της αμάξης αυτού". Πήγε γεμάτος εγωισμό και υπερηφάνεια με μια επίδειξη εξουσίας και στάθηκε στην πόρτα της οικίας του προφήτη και περίμενε τη συνήθη υποταγή απ' αυτόν, όπως είχε μάθει να υποτάσσονται οι ακόλουθοί του. Όμως είναι αδύνατον να πλησιάσουμε το Θεό με αυτόν τον τρόπο. Αυτό πρέπει να το μάθει ο κάθε άνθρωπος. Μ' έναν τρόπο μπορεί ο αμαρτωλός άνθρωπος να πλησιάσει το Θεό, με ταπείνωση, αναγνωρίζοντας την αναξιότητά του και μόνον έτσι, "κατά χάριν" (Εφεσίους Β/2: 8) χωρίς να το αξίζει, θα τον δεχθεί ο Θεός. 
     Ο προφήτης του Θεού, ο Ελισσαιέ δεν το θεώρησε απαραίτητο να μιλήσει προσωπικά στο Νεεμάν, ούτε να αντιμετωπίσει τον υπέρμετρο εγωισμό του. Έτσι ο ίδιος δε βγήκε από το σπίτι του, αλλά με λόγο Θείας δυνάμεως και αληθινής εξουσίας από το Θεό έστειλε απλά έναν αγγελιοφόρο που είπε στον Νεεμάν να κάνει κάτι πολύ απλό και εύκολο: "Υπαγε και λούσθητι επτάκις εν των Ιορδάνη και θέλει επανέλθει η σαρξ σου εις σε, και θέλεις καθαριστεί". Σκοπός του Ελισσαιέ ήταν να γιατρέψει πρώτα την ψυχή του ανθρώπου αυτού και ύστερα το σώμα του. Ο μεγάλος κατά κόσμον, ο ισχυρός στρατηγός δεν ικανοποιήθηκε με τούτα τα απλά λόγια. Ήρθε με δόξες, με τιμές, με πλούσια δώρα. Τούτα τα  λόγια του προφήτη τα θεώρησε πολύ προσβλητικά γι' αυτόν. Μαθημένος στις ανθρώπινες δόξες και τιμές και στα τελετουργικά των ειδωλολατρικών συνηθειών του λαού του, περίμενε να εξελιχθούν τα πράγματα τελείως διαφορετικά. Περίμενε να βγει έξω ο άνθρωπος του Θεού, να σταθεί μπροστά του, να επικαλεστεί το Όνομα του Θεού και να βάλει το χέρι του πάνω στην πληγή και με τον τρόπο αυτό να τον γιατρεύσει (εδ. 11). Ο Νεεμάν ήταν διπλά άρρωστος, ήταν αλαζόνας και λεπρός. Έπρεπε να κατέβει από την άμαξα της υπερηφάνειας του και να ακολουθήσει με πίστη τις οδηγίες του "ανθρώπου του Θεού", για να λυτρωθεί.   
       "πήγαινε να λουσθείς επτά φορές στον Ιορδάνη". Τι παράξενη παραγγελία είναι τούτη, τι μεγάλη προσβολή, τι μεγάλη ταπείνωση! Ο ίδιος απορεί, αγανακτεί και διερωτάται: "δεν ήταν καλύτεροι και καθαρότεροι οι ποταμοί της Δαμασκού, Αβανά και Φαρφάρ, από το στενό και θολό Ιορδάνη; Έπρεπε να διανύσω τόσα χιλιόμετρα, δεν μπορούσα να πλυθώ στο σπίτι μου;" Ο άνθρωπος κολλημένος στα γήινα και τα ανθρώπινα δεν ήθελε να παραιτηθεί από τα "ποτάμια" και τους "θεούς" της Δαμασκού, δηλαδή από τις παλιές του συνήθειες και τον παλιό ειδωλολατρικό τρόπο ζωής του. Δεν είχε γνωρίσει ακόμα ότι δεν υπάρχει Θεός σε όλη τη γη, παρά μόνον στον Ισραήλ, κάτι που έγινε αργότερα. Ο ποταμός Ιορδάνης θα λέγαμε συμβολίζει το απλό μήνυμα του ευαγγελίου μέσα στο οποίο καλείται να "λουστεί" ο άνθρωπος, για να σωθεί.  
      Όλα αυτά ο μεγαλοπρεπής στρατηγός τα θεώρησε προσβλητικά και απαράδεκτα και θύμωσε πάρα πολύ. Πάνω στην οργή του έδωσε διαταγή προς τον επικεφαλής της συνοδείας: "Πάμε να γυρίσουμε πίσω στην πατρίδα μας". Δεν μπορεί ο άνθρωπος να συμβιβαστεί με την απλότητα του Ευαγγελίου, με το Έργο του Σταυρού του Χριστού. Ο Θεός ζητάει από τον αμαρτωλό άνθρωπο να πιστέψει στο Έργο του εξιλασμού που έκανε ο Χριστός πάνω στο σταυρό. Οι άνθρωποι, έχοντας τη μωρία του Νεεμάν, περιφρονούν το σχέδιο της χάριτος και της δωρεάν σωτηρίας (Εφεσίους Β/2: 8) και ζητούν να σωθούν με το δικό τους τρόπο και με τα δικά τους έργα. Δε μπορεί να γίνει αυτό. Το σχέδιο του Θεού είναι πρώτα να σωθείς και αφού σωθείς, σ' ένδειξη ευγνωμοσύνης προς το Θεό, τότε να εργαστείς για το έργο του Θεού.
     Καθώς είχαν ξεκινήσει για την επιστροφή και φαίνεται να βρισκόταν κοντά στον Ιορδάνη ποταμό, κάποιοι από τους υπηρέτες του Νεεμάν πήραν το θάρρος και του είπαν: "Κύριέ μας, αν ο προφήτης σου είχε ζητήσει κάτι δύσκολο, κάτι μεγάλο, δεν θα το έκανες. Τώρα όμως σου ζήτησε κάτι απλό: Να βουτήξεις στο νερό 7 φορές και θα καθαριστείς". Μπροστά στο αδιέξοδο, σιγά - σιγά ο εγωισμός αρχίζει να υποχωρεί. "Τότε κατέβη και εβυθίσθη επτάκις εις τον Ιορδάνην, κατάτον λόγον του ανθρώπου του Θεού" (εδ.14).
     Από δω και πέρα ο Νεεμάν αρχίζει να "κατεβαίνει", για να μπορέσει να πλησιάσει το Θεό. Κατεβαίνει από το ψηλό του άρμα, βγάζει τα ρούχα του, μπαίνει μέσα και βυθίζεται στον Ιορδάνη. Την πρώτη φορά βγαίνει λεπρός, τη 2η, την 3η. την 6η συνεχίζει να είναι λεπρός, έπρεπε να κατέβει πολύ χαμηλά. Έτσι την 7η φορά βγαίνει μέσα από το νερό και η σάρκα του είχε αποκατασταθεί πλήρως. Η πλήρη συμμόρφωση και υπακοή στο σχέδιο του Θεού έφερε τη λύτρωση. Πρέπει ο άνθρωπος να συνειδητοποιήσει ότι εξαιτίας της αμαρτίας είναι λεπρός, είναι αμαρτωλός και πρέπει να ταπεινωθεί μπροστά στο Θεό, γιατί "ο Θεός στους υπερήφανους αντιστέκεται, όμως στους ταπεινούς δίνει χάρη" (Α΄ Πέτρου Ε/5: 5) και να ακολουθήσει τις εντολές που ο Λόγος του Θεού αναφέρει. Πρέπει ο άνθρωπος να ταυτιστεί με το Χριστό που πέθανε για τις αμαρτίες του πάνω στο σταυρό και να δεχθεί εκείνο το οποίο ο Χριστός διακήρυξε : "ουδείς έρχεται στον Πατέρα, ειμή δι' εμού" (Ιωάννης ΙΔ/14: 6)
      Και ξαφνικά ένας νέος Νεεμαν βγήκε μέσα από το νερό. "Η σάρκα του αποκαταστάθηκε ως σάρκα μικρού παιδιού και καθαρίστηκε". Αυτή είναι η εικόνα του ανθρώπου που πέθανε με το Χριστό και έχει αναστηθεί σε μια νέα ζωή. Ποια η αντίδραση του Νεεμάν μετά τη θεραπεία του; Επέστρεψε στον Ελισσαέ, για να τον ευχαριστήσει και να εκφράσει την ευγνωμοσύνη του. Είναι υποχρέωσή μας να ευχαριστούμε το Θεό και να του είμαστε ευγνώμονες για ό,τι έκανε μέσα στη ζωή μας. Το θέλει ο Κύριος, περιμένει την ευχαριστία μας. Πόσο καθαρά αυτό φαίνεται μέσα από την ιστορία που αναφέρεται στο ευαγγέλιο του "Λουκά" (κεφ. 17) με τον καθαρισμό των δέκα λεπρών, που ο Κύριος συνάντησε, όταν με απορία ρώτησε εκείνο τον Σαμαρείτη: "δεν θεραπεύτηκαν και οι 10 οι άλλοι που είναι;". Ένας Σαμαρείτης, ένας αλλογενής, μετά τη θεραπεία του είχε επιστρέψει! Έψαξε, βρήκε τον Κύριο, στάθηκε μπροστά Του και του είπε μια μεγάλη κουβέντα, μια κουβέντα που την περίμενε ο Κύριος και που τη δέχτηκε με ικανοποίηση: "Κύριε σ' ευχαριστώ". Οφείλουμε όλοι να το λέμε στον Κύριο για όλα όσα έκανε και για όλα όσα έχει σκοπό να κάνει μέσα στη ζωή μας.
     Πλέον ο Νεεμάν καθαρός, με επιδερμίδα μικρού παιδιού, έχοντας βιώσει τη λύτρωση και τη σωτηρία από την ασθένειά του, το μόνο που θέλει είναι να υπηρετεί το Θεό του Ισραήλ. Αυτό είναι ένα μεγάλο μάθημα για όλους μας. Δεν είχε μείνει ίχνος υπερηφάνειας στο Νεεμάν, όταν επέστρεψε στον "άνθρωπο του Θεού". Σε αντίθεση με την πρώτη φορά, κατέβηκε από το άρμα του, πήγε στο σπίτι του προφήτη και του είπε: "Ιδού, τώρα εγνώρισα ότι δεν είναι Θεός εν πάση τη γη, ειμή εν τω Ισραήλ, όθεν τώρα δέχθητι, παρακαλώ δώρον παρά του δούλου σου" (εδ.15). Θέλοντας να εκφράσει την ευγνωμοσύνη του στον αληθινό Θεό προσέφερε ένα δώρο στον Ελισσαιέ. Το έκανε με καλή πρόθεση, όμως έπρεπε να μάθει ένα ακόμα μάθημα. Η χάρις του Θεού προσφέρεται εντελώς δωρεάν. Δεν μπορούμε να προσφέρουμε στο Θεό τίποτα για τη σωτηρία μας. Η σωτηρία που ο Θεός προσφέρει διά Ιησού Χριστού είναι δωρεάν, είναι "κατά χάριν" (Εφεσίους Β/2: 8). 
     Προσπαθούν και σήμερα οι άνθρωποι προσφέροντας κάποια "θρησκευτικά έργα", διάφορα "τάματα" με χρυσάφι και αργύριο και άλλα δώρα  να εξευμενίσουν το Θεό. Ο προφήτης δε δέχθηκε το δώρο του Νεεμάν γιατί στον υπηρέτη του Θεού ο μισθός θα έλθει από τον Κύριο, καθώς ο Θεός είναι "μισθαποδότης" (προς Εβραίους ΙΑ/11: 6).  Άλλωστε ο Λόγος του Θεού αναφέρει: "δωρεάν ελαβατε, δωρεάν δότε" (Ματθαίος Ι/10: 8). Ο Νεεμάν βλέποντας την ανιδιοτελή στάση του προφήτη και έχοντας γνωρίσει τη λύτρωση, εκφράζει προς τον προφήτη του Θεού την εξής επιθυμία: "Και αν μη, ας δοθεί, παρακαλώ στον δούλο σου δύο ημιόνων φορτίον εκ του χώματος τούτου, διότι ο δούλος σου δεν θέλει προσφέρει εις το εξής ολοκαυτώματα, ουδέ θυσία σε άλλους Θεούς, παρά μόνον εις τον Κύριον" (εδ. 17). Πιθανόν, όπως φαίνεται, τούτο το χώμα το θέλει, για να φτιάξει ένα δικό του προσωπικό θυσιαστήριο, ένα χώρο ευχαριστίας και δοξολογίας του Θεού.
       Το ερώτημα για μας είναι, έχουμε καθαριστεί από το αμαρτωλό παρελθόν μας, που μας μόλυνε στα μάτια του Θεού; (Ιωάννης ΙΓ/13: 10). Έχουμε αναγεννηθεί; (Ιωάννης Γ/3: 3-5). Έχουμε ζωοποιηθεί με το Χριστό; (Εφεσίους Β/2: 5 & Κολοσσαείς Β/2: 13). Είμαστε "νέον κτίσμα;" (Β' Κορινθίους Ε/5: 17). Εάν "ναι" ο λόγος του Θεού μας προτρέπει: "Ιδού, έρχομαι ταχέως κράτει εκείνο το οποίον έχεις, διά να μη λάβη μηδείς τον στέφανόν σου" (Αποκάλυψη Γ/3: 11). 
      Όταν ο άνθρωπος γνωρίσει το Θεό και γίνει παιδί Του, τότε θα αρχίσουν τα προβλήματα. Καθώς θα γύριζε πίσω στη Συρία, ήταν αυτός που θα κρατούσε το Βασιλιά, όταν  θα εισερχόταν στον ειδωλολα-τρικό οίκο του Ριμμών, για να προσκυνήσει. Τούτο το γεγονός το συνειδητοποίησε ο Νεεμάν και το ανέφερε στον Ελισσαιέ. Τι πρέπει να κάνω; Άραγε θα το συγχωρήσει αυτό ο Θεός; Ο Θεός ασφαλώς και δε θέλει να ζούμε με συμβιβασμούς, όμως εδώ ο προφήτης του Θεού δεν του απαντάει, αλλά με πολλή σοφία του λέει: "Ύπαγε εν ειρήνη". Τον εμπιστεύτηκε στα χέρια του Θεού, ο οποίος με το Πνεύμα Του και τη δύναμή Του σιγά - σιγά θα αφαιρούσε κάθε τι αρνητικό από του ζωή του Νεεμάν. Μετά από λίγο ο Νεεμάν έφυγε για την πατρίδα του τη Συρία.
      Τι μας μένει; Ένας υπηρέτης, ένα τραγικό πρόσωπο που άκουγε στο όνομα Γιεζεί, ένα τραγικό τέλος, αλλά και μια σοβαρή προειδοποίηση σε όλους εμάς. Ο Γιεζεί νόμιζε ότι αυτό που θα έκανε θα έμενε κρυμμένο για πάντα. Δεν υπολόγισε το ζωντανό Θεό και τη δύναμή Του. Τον κατέλαβε η επιθυμία για χρήμα, που αποτελεί τη ρίζα όλων των κακών (Α΄ Τιμοθέου Σ/6: 10). Τον κατέλαβε η πλεονεξία, που δεν είναι τίποτα λιγότερο από την ειδωλολατρία (Κολοσσαείς. Γ/3: 5). Έτσι έπεσε από τη μια αμαρτία στην άλλη. 
     Ο Γιεζεί ευρισκόμενος κοντά στον προφήτη του Θεού τον Ελισσαίε, είχε δει με τα μάτια του μεγάλες θαυματουργικές επεμβάσεις του Θεού. Τόσες ήταν οι εμπειρίες του που κάποτε ο βασιλιάς του Ισραήλ τον κάλεσε να του διηγηθεί "πάντα τα μεγαλεία τα οποία έκανε ο Ελισσαιέ" (Β' Βασιλέων Η/8: 4). Είχε δει τη χήρα, από τις γυναίκες των υιών των προφητών της οποίας το αγγείο του λαδιού δε σταμάταγε να βγάζει λάδι μέχρι που γέμισαν όλα τα αγγεία που έφεραν τα παιδιά της, για να μπορέσει να πληρώσει τα χρέη της (Β' Βασιλέων Δ/4: 1-7). Είχε δει το θαύμα με την Σουναμίτισσα που απέκτησε γιό με το λόγο του προφήτη και τον οποίο ανέστησε ο προφήτης όταν πέθανε (Β' Βασιλέων Δ/4: 36). Το θαύμα με τη θεραπεία του Νεεμάν (Β' Βασιλέων Ε/5: 14). Το θαύμα της αγριοκολοκυθιάς (Β' Βασιλέων Δ/4: 39-41). Τον πολλαπλασιασμό των είκοσι κρίθινων ψωμιών (Β' Βασιλέων Δ/4: 42). Το ερώτημα είναι απ' όλα αυτά που είδε, άκουσε και διδάχτηκε, τι κατάλαβε, τι έμεινε μέσα του; Η απάντηση είναι: "Τίποτα. απολύτως"Ο Γιεζεί ήταν ένας άνθρωπος που παρουσιαζόταν ως ευσεβής, που όμως πολύ γρήγορα αποκαλύφτηκε η αληθινή του ταυτότητα.
       Καθώς ο Νεεμάν βαδίζει προς την πατρίδα του, βλέπει κάποιον να τρέχει πίσω του. Πήδηξε από το άρμα του και είπε με ενδιαφέρον "είναι όλα καλά;". Ο Γιεζεί είχε έτοιμο το ψέμα. Δύο φτωχοί προφήτες είχαν έρθει στον Ελισσαιέ και το αίτημα ήταν αν θα μπορούσαν να έχουν ένα τάλαντο αργυρίου και δύο αλλαγές ενδυμάτων. "Βεβαίως" απάντησε ο Νεεμάν. Με τη βοήθεια των υπηρετών του Νεεμάν ο Γιεζεί μετέφερε τα πάντα στο ύψωμα κοντά στο σπίτι του Ελισσαιέ. Εκεί αποχαιρέτησε τους άλλους ανθρώπους και έκρυψε το θησαυρό σε ένα ασφαλές κατά τη γνώμη του σημείο (εδ. 22,24).
      Ο Γιεζεί, σαν να μην είχε συμβεί τίποτα, πήγε στο σπίτι και στάθηκε μπροστά στον κύριό του. Τότε ο Ελισσαιέ του έκανε μια ερώτηση: "Από πού έρχεσαι Γιεζεί; Ο δούλος σου δεν πήγε πουθενά. Εγώ ήμουν νοερά παρών, όταν ο άνθρωπος κατέβηκε από το αμάξι του, για να σε συναντήσει". Ήταν ώρα τώρα να πας να πάρεις χρήματα, για να αγοράσεις ρούχα, ελαιώνες, αμπέλια, πρόβατα, βόδια, δούλους και δούλες. Είναι καιρός τώρα για δώρα;
     Ο άνθρωπος αυτός πραγματικά δεν είχε καταλάβει πού βρισκόταν. Σε μια περίοδο που η κρίση του Θεού ήταν έτοιμη να ξεσπάσει πάνω στο λαό, ο Γιεζεί άλλα σκεπτόταν και για άλλα πράγματα ενεργούσε. Όμως μήπως το ίδιο συμβαίνει και με μας; Καθώς βλέπουμε την κρίση πάνω σε μια αρνησίθεη ανθρωπότητα να πλησιάζει, τι κάνουμε, πώς ενεργούμε;
     Η τιμωρία του Γιεζεί ήταν παραδειγματική. Τιμωρήθηκε με την ίδια ασθένεια που είχε ο Νεεμάν και μαζί μ' αυτόν τιμωρήθηκαν και οι απόγονοί του. Έπειτα έφυγε από τον κύριό του "και εξήλθεν απ' έμπροσθεν αυτού λελεπρωμένος ως χιών".
      Ποια τα λάθη του Γιεζεί :
1/ Αγνόησε ότι η αγάπη για τα χρήματα είναι η ρίζα όλων των κακών (Α' Τιμοθέου Σ/6: 10). 
2/ Υποχώρησε στις σαρκικές επιθυμίες για πλούτο και χρήμα (Α' Πέτρου Β/2: 11).
3/ Είπε ψέματα στον προφήτη του Θεού (Κολοσσαείς Γ/3: 9).
4/ Έκανε κακή και παράνομη χρήση της εξουσίας που είχε ως άνθρωπος του Θεού (Α' Κορινθίους  Θ/9: 18).
 5/ Έδωσε μια κακή εντύπωση για τη χάρη του Θεού σ' έναν άνθρωπο που ήταν εθνικός (Α' Τιμοθέου Σ/6: 12).
       Ο Απ. Παύλος  αναφέρει στην επιστολή "Α' Κορινθίους" (Ι/10: 11): "Όλα αυτά έγιναν παραδείγματα σ' εκείνους, και γράφτηκαν για τη νουθεσία μας, στους οποίους έφτασαν τα τέλη των αιώνων". ---


Ωδή στη μικρή δούλη (εδ. 3).

Φτωχό αγριολούλουδο...
χέρι σκληρό και ξένο
άπονα σε ξερίζωσε
και τώρα φυτεμένο

στο περιβόλι του οχτρού, 
-ήρεμο γιασεμάκι-
σκόρπισε γύρω ευωδιές 
και φέρε τ' αεράκι
 
στου Νεεμάν το σπιτικό, 
ολόδροσο από τη Σιών, 
γενού κρινάκι των Σαρρών
και μίλα ξέθαρρα γι' Αυτόν. 

Μην σε θαμπώνει η πορφύρα,
ούτε τ' ασήμι κι' ο χρυσός, 
μέσα απ' το γέλιο είν' η πίκρα
πίσω απ' τη δόξα ο λεπρός

Μην σε φοβίζει η οχλαγωγή 
αυτών που κράζουν "ζήτω", 
σήμερα φίλοι, αύριο οχτροί, 
σαν θα χαθεί το σκήπτρο. 

Να μην ντραπείς, κόρη μου εσύ, 
μη κοκκινήσεις, σκλάβα, 
η Αλήθεια πρέπει ν' ακουστεί 
να 'ναι καυτή σα λάβα.

Κι' αν δεις στο διάβα π' οδηγεί 
σε στράτες ματωμένες, 
να μη σ' ακολουθεί κανείς 
απ' τους πολλούς που λένε

πως είναι δούλοι μου πιστοί, 
να μη δειλιάσεις, νέα μου εσύ.
Τράβα ανηφόρι το στρατί 
Δεν είναι όλοι Ισραήλ....

Κι' ακόμα, σκλάβα, να σου πω:
Μείνε ανώνυμη, μικρή,
να σε γνωρίζω μόνο εγώ, 
λούλουδο αγνό, δεν σου αρκεί;

                    Σπύρος Ι. Πορτινός.

Δευτέρα 29 Αυγούστου 2011

Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΗΣ ΛΑΟΔΙΚΕΙΑΣ

ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΧΑΛΑΡΟΤΗΤΑ.

"βιβλίο ΑΠΟΚΑΛΥΨΗΣ ΙΩΑΝΝΟΥ", κεφ.  Γ/3,   εδ. 14 – 22.

14 ΚΑΙ προς τον άγγελο της εκκλησίας των Λαοδικέων, γράψε: Αυτά λέει ο Αμήν, ο πιστός και αληθινός μάρτυρας, η αρχή τής κτίσης τού Θεού.
15 Ξέρω τα έργα σου, ότι ούτε ψυχρός είσαι ούτε ζεστός είθε να ήσουν ψυχρός ή ζεστός
16 έτσι, επειδή είσαι χλιαρός, και ούτε ψυχρός ούτε ζεστός, πρόκειται να σε ξεράσω από το στόμα μου.
17 Επειδή, λες ότι: Είμαι πλούσιος, και πλούτησα, και δεν έχω ανάγκη από τίποτε, και δεν ξέρεις ότι εσύ είσαι ο ταλαίπωρος, και ο ελεεινός, και ο φτωχός, και ο τυφλός και ο γυμνός
18 σε συμβουλεύω να αγοράσεις από μένα χρυσάφι δοκιμασμένο από τη φωτιά, για να πλουτήσεις και ιμάτια λευκά για να ντυθείς, και να μη φανερωθεί η ντροπή τής γύμνιας σου και να χρίσεις τα μάτια σου με κολλύριο, για να βλέπεις.
19 Εγώ, όσους αγαπάω, τους ελέγχω και τους περνάω από παιδεία γίνε, λοιπόν, ζηλωτής και μετανόησε.
20 Πρόσεξε, στέκομαι στη θύρα και κρούω αν κάποιος ακούσει τη φωνή μου, και ανοίξει τη θύρα, θα μπω μέσα σ' αυτόν, και θα δειπνήσω μαζί του κι αυτός μαζί μου.
21 Όποιος νικάει, θα του δώσω να καθίσει μαζί μου στον θρόνο μου, όπως κι εγώ νίκησα, και κάθισα μαζί με τον Πατέρα μου στον θρόνο του.
22 Όποιος έχει αυτί, ας ακούσει τι λέει το Πνεύμα προς τις εκκλησίες.

        ΣΧΟΛΙΑ :
      ΛΑΟΔΙΚΕΙΑ : Το όνομα δόθηκε από τον Αντίοχο τον Β΄ (286 - 246 π.Χ), ο οποίος ήταν Βασιλιάς των Σελευκιδών κατά την περίοδο 261 – 246 π.Χ. για χάρη της γυναίκας του Λαοδίκης. Η πόλη υπήρξε μεγάλος συγκοινωνιακός κόμβος, γεγονός που την είχε καταστήσει σε ένα από τα μεγαλύτερα εμπορικά κέντρα της Μικράς Ασίας. Το κυριότερο εμπόρευμά της ήταν το μαλλί που ήταν φημισμένο σε όλο τον κόσμο για την μαλακότητά του και τη στιλπνότητά του. Πολλοί ιστορικοί, όπως ο Κικέρων, ο Πλίνιος και άλλοι, αναφέρουν στα συγγράμματά τους, τον πλούτο που συνάντησαν στην πόλη καθώς και το υψηλό επίπεδο ζωής που υπήρχε σ’ αυτήν. Αναφέρεται για την πόλη αυτή ότι παρά τις ζημιές που υπέστη από ένα μεγάλο σεισμό δε δέχθηκε να λάβει καμία βοήθεια από τη Ρώμη, αλλά ανοικοδομήθηκε μόνη της. Επίσης η πόλη ήταν ιδιαίτερα φημισμένη και για την Ιατρική σχολή που διέθετε και η οποία παρασκεύαζε και ένα κολλύριο κατάλληλο για τις παθήσεις των ματιών.
     Πλούτος, άνεση, επίπεδο ζωής, μόρφωση, έργα μεγάλα και πολλά άλλα θα μπορούσε να συναντήσει κάποιος σε τούτη την ξακουστή πόλη. Στην πόλη αυτή υπήρχε εκκλησία του Θεού με πολύ μεγάλο αριθμό μελών. Υπήρχαν μεγάλα και λαμπερά κτίρια, μνημεία αρχιτεκτονικής και άλλα αξιοθαύμαστα. Ήταν μια εκκλησία πλούσια, με αυτοπεποίθηση, με δύναμη, με ωραία κηρύγματα, με μεγάλες κοινωνικές εκδηλώσεις, μια εκκλησία που προβαλλόταν ως υπόδειγμα και είχε μεγάλη ιδέα για την πορεία της και την εν γένει εκκλησιαστική της ζωή.
     Ο Κύριος, καθώς την επισκέπτεται, επικεντρώνει το βλέμμα του επάνω της, την παρατηρεί με κείνο το διορατικό του μάτι που ερευνά τα βάθη των καρδιών, που εξετάζει «νεφρούς και καρδίας» (Ιερεμίας ΙΑ/11: 20) και δε βρίσκει ούτε έναν έπαινο να πει γι’ αυτή την εκκλησία, δεν βρίσκει ούτε ένα εγκώμιο, δεν βρίσκει κάτι σ' αυτήν για να την επαινέσει, Όλοι γύρω της την επαινούσαν, ο Κύριος όμως δε βρίσκει κάτι καλό να πει γι’ αυτή. Η ίδια η εκκλησία είχε τα καλύτερα λόγια να πει για τον εαυτόν της: «πλούσιος είμαι και επλούτησα και δεν έχω χρεία ουδενός». Αυτό ήταν το καύχημά τους, αυτό ήταν το στήριγμά τους, όμως αυτό ήταν και το μεγάλο παράπονο του Κυρίου. Το να επισκέπτεται ο Κύριος μια εκκλησία με τόσο πολλά εξωτερικά χαρίσματα και να μην βρίσκει ένα έπαινο να πει αυτό είναι τραγωδία!  
      Αυτός ο πλούτος, ο ψεύτικος ο υλικός, μέσα στον οποίο ζούσε η Εκκλησία της Λαοδίκειας, ήταν και η αιτία της πνευματικής της πτώσης, ήταν η αιτία της απομάκρυνσής της από το Θεό. Την βοήθησε να αναπτύξει ένα "πνεύμα υπερήφανο", την έκανε να στηριχτεί στις δικές της δυνάμεις και την τράβηξε σιγά – σιγά (όχι από την μια μέρα στην άλλη), μακριά από την πηγή της ζωής, μακριά από το Χριστό. Ενώ γνώριζαν το Λόγο του Θεού, όμως τα υλικά συμφέροντα, που είναι άρρηκτα συνδεδεμένα με τον πλούτο, ανέβηκαν όπως τα αγκάθια στην παραβολή του «σπορέα» (Ματθαίος ΙΓ/13: 1-9) και έπνιξαν μέσα στην καρδιά της, κάθε ίχνος πνευματικής ζωής. Ένα πνεύμα αυταρέσκειας, αυτοπεποίθησης, την τράβηξε σιγά - σιγά μακριά από το Χριστό. Και είναι φυσικό αυτό, γιατί η βάση της Χριστιανικής ζωής είναι η ταπεινοφροσύνη, η συνεχής εξάρτηση από τον Κύριο.
      Η πόλη ήταν πλούσια και ξακουστή. Η εκκλησία ήταν μπερδεμένη με τον πλούτο. Η διαχείριση του πλούτου δημιουργεί τα λεγόμενα "μεγάλα συμφέροντα" και έτσι ήρθε το περιβάλλον και την αφομοίωσε, έγινε το ίδιο με τον άπιστο κόσμο. Αντί να επιδείξει "πνεύμα δυνάμεως" (Β΄ Τιμόθεον Α/1: 7) και να αλλάξει τον κόσμο, συμβιβάστηκε μαζί του, γιατί είχε μεγάλα συμφέροντα.
      Εντύπωση μου κάνει μια φράση του Κυρίου. «…και δεν γνωρίζεις…». Όχι δε γνώριζε, νόμιζε ότι γνώριζε, αλλά δε γνώριζε. Είχε χάσει την επαφή με το Χριστό και δε γνώριζε πλέον, από πού έπρεπε να "αγοράσει", που έπρεπε να στηριχθεί. Τα μέλη της εκκλησία δε γνώριζαν την αλήθεια. Μίλαγαν για το Χριστό αλλά δεν τον είχαν γνωρίσει προσωπικά. Έλεγαν για το Χριστό, αλλά ποτέ δεν πίστευαν ότι μια μέρα θα τους επισκεπτόταν για να εξετάσει τα έργα τους. Η εκκλησία της Λαοδίκειας αυτοαποκαλείτο «εκκλησία του Χριστού», όμως δε στηριζόταν στο Χριστό, μίλαγε για το Χριστό, αλλά το στήριγμά της ήταν ο πλούτος της, ήταν η υπερήφανη καρδιά της, οι μετοχές της, τα κέρδη της που αυξάνονταν καθημερινά. Μίλαγε για το Χριστό, γιατί; Ο Ψαλμωδός μας λέει κάτι χαρακτηριστικό. «Για το μέγεθος της δυνάμεώς Σου Κύριε, υποκρίνονται υποταγή οι εχθροί σου». (Ψαλμός ΞΣ/66: 3).
      Η εκκλησία της Λαοδίκειας ήταν μια κοσμική εκκλησία. Τα μέλη είχαν μια χαλαρή σχέση με το Θεό, ενώ είχαν μια ισχυρή σχέση με το πλούτο, τα συμφέροντα, το κέρδος τα υλικά πράγματα. Την εξετάζει ο Κύριος, της κάνει μια "αξονική τομογραφία", θα λέγαμε σήμερα και το συμπέρασμα : «Εξεύρω τα έργα σου, ούτε ζεστός είσαι ούτε ψυχρός. Μακάρι να ήσουν ψυχρός, ή να ήσουν ζεστός, όμως επειδή είσαι χλιαρός, θα σε εξεμέσω από το στόμα μου»
     Τι λέει εδώ ο Κύριος; Καλύτερα να είσαι ψυχρός απέναντί μου; Ναι, γιατί για έναν άνθρωπο που είναι έξω στον κόσμο και στην αμαρτία υπάρχει ελπίδα να μετανοήσει και να ζητήσει το Έλεος του Θεού και να σωθεί, όμως εκείνος που είναι χλιαρός, που δεν αγνοεί το Θεό, απλώς του δίνει μια κατώτερη θεσούλα μέσα στη ζωή του, αυτός νομίζει ότι είναι Χριστιανός και αδυνατεί να συνειδητοποιήσει την κατάστασή του. Πόσοι άνθρωποι δε ζούνε μέσα στην αμαρτία και συνεχώς υποβάλουν το ερώτημα: "τι εγώ δεν είμαι Χριστιανός;" Αγνοούν ότι χριστιανός είναι εκείνος τον οποίο γνωρίζει ο Χριστός και τον γνωρίζει μέσα από την προσευχή, από τη μελέτη του Λόγου του, μέσα από τις θαυμαστές επεμβάσεις μέσα στη ζωή του, μέσα από την καθημερινή πορεία μαζί Του. "Εγώ είμαι Χριστιανός", λέει ο άνθρωπος στην εποχή μας, αγνοώντας πραγματικά πόσο έχει υποτιμήσει το Θεό μέσα στη ζωή του. Νομίζουν ότι στέκονται, όπως ακριβώς νόμιζαν ότι στεκόντουσαν καλά και οι πέντε "μωρές" παρθένες. Το ίδιο και αυτές δεν είχαν καταλάβει τίποτα απολύτως από την τραγωδία που σε λίγο θα τις έβρισκε. Περίμεναν το νυμφίο, αλλά όταν ο νυμφίος ήλθε, έμειναν απέξω (Ματθαίος ΚΕ/25: 12).
      «Λέγεις ότι είμαι πλούσιος και επλούτησα και δεν έχω ανάγκη από τίποτα και δεν ξέρεις ότι σύ είσαι ο ταλαίπωρος και ελεεινός και πτωχός και τυφλός και γυμνός». Τι τραγικό! Οι άνθρωποι να σε μακαρίζουν, να λένε ότι είσαι, επιτυχημένος και ο Θεός, με τα δικά του μάτια, που είναι τελείως διαφορετικά από των ανθρώπων, να λέει ότι είσαι: Ταλαίπωρος, ελεεινός, πτωχός, τυφλός, γυμνός. Πόσο διαφορετικά κρίνει ο Θεός από τους ανθρώπους. Στο τέλος η κρίση των ανθρώπων θα φύγει, η κρίση του Θεού θα μείνει και θα είναι αιώνια.
       Τι πρέπει να κάνουμε; Να γίνουμε πάμπτωχοι, να μην έχουμε τίποτα; Όχι δε θέλει αυτό ο Θεός. Η Σμύρνη ήταν κι αυτή μια πολύ πλούσια πόλη της Μικράς Ασίας, υπήρχε και εκεί εκκλησία του Χριστού, όμως το περιβάλλον, ο πλούτος και τα συμφέροντα της Κοινωνίας, δεν ακούμπησαν την εκκλησία τούτη. Να τι λέγει ο Κύριος προς την εκκλησία της Σμύρνης. «Εξεύρω τα έργα σου και τη θλίψη σου και την πτωχεία σου, είσαι όμως πλούσια». (Αποκάλυψη Β/2: 9). Η Λαοδίκεια ήταν πλούσια στα μάτια των ανθρώπων, αλλά πτωχή στα μάτια του Θεού. Η εκκλησία της Σμύρνης ήταν πτωχή στα μάτια των ανθρώπων, αλλά ήταν πλούσια στα μάτια του Θεού. (βλ. Υ/Γ).
        Στην πλούσια, αλλά πτωχή εκκλησία της Λαοδίκειας ο Κύριος δίνει δύο συμβουλές:
      «Σε συμβουλεύω να αγοράσεις παρ’ Εμού». Τι να αγοράσει; πουλάει ο Κύριος τις ευλογίες του, δεν τις προσφέρει δωρεάν; Όχι. Όλα έχουν ένα τίμημα και το τίμημα των ευλογιών του Θεού λέγεται ταπείνωση, λέγεται αναγνώριση της αναξιότητας του ανθρώπου, λέγεται άδειασμα καρδιάς για να την γεμίσει Εκείνος με άλλα πράγματα, με άλλες επιδιώξεις. Πώς να το καταλάβει αυτό ο Χριστιανός της Λαοδίκειας, πώς να το καταλάβει ο θρησκευόμενος άνθρωπος της εποχής μας, εκείνος που νομίζει ότι η τυπολατρική του θρησκεία θα τον οδηγήσει στον ουρανό. Τούτο το τίμημα είναι βαρύ για την υπερήφανη καρδιά του χριστιανού της Λαοδίκειας. Είναι πολύ βαρύ για τον εγωιστή άνθρωπο της εποχής μας, ο οποίος  ένα μόνον ξέρει να λέει και να πιστεύει: «πλούσιος είμαι και δεν έχω χρεία ουδενός». Πώς να αναγνωρίσει τούτη η καρδιά ότι είναι πτωχή, ότι είναι γυμνή, ότι είναι νεκρή; Πώς να ζητήσει το Θεός, εξ’ όλης ψυχής και εξ’ όλης της διανοίας της, αφού νομίζει ότι τα έχει όλα και δε στερείται ουδενός; Πόσο ο διάβολος έχει κρύψει την αλήθεια από τους ανθρώπους! Πόσο τεχνίτης είναι ο εχθρός, ώστε να κάνει τον γυμνό να νομίζει ότι είναι ντυμένος!
     Ο Θεός τούτη την εκκλησία δεν την εγκαταλείπει, όμως την συμβουλεύει τι πρέπει να κάνει, όσο είναι ακόμα καιρός. : «Σε συμβουλεύω να αγοράσεις από Μένα χρυσάφι, που είναι δοκιμασμένο στη φωτιά, για να πλουτίσεις και ρούχα λευκά για να ντυθείς για να μη φανερωθεί η η ντροπή της γυμνότητάς σου και χρίσε τους οφθαλμούς σου με κολλύριον δια να βλέπεις».
     Ο Θεός προτρέπει τον άνθρωπο να αγοράσει χρυσάφι δοκιμασμένο στη φωτιά του ουρανού, όχι υλικό χρυσάφι, γιατί με τα πλούτη τα υλικά αυτού του κόσμου ποτέ καμία ψυχή δε χόρτασε. Θα του δώσει το χρυσάφι του ουρανού, που δε φθείρεται, είναι οι ευλογίες του Θεού. Θα σου δώσει κολλύριο (το Πνεύμα το Άγιο), για να ανοίξουν τα μάτια του και να δει ότι είναι γυμνός. Και όταν πλουτίσει πνευματικά να πάρει από Εκείνον «ιμάτια λευκά για να ενδυθείς». Μόνον ο Θεός μπορεί να ντύσει τον άνθρωπο. Χωρίς το Θεό ο άνθρωπος μένει γυμνός. Πόσες φορές δε συναντάμε ανθρώπους με μεγάλη μόρφωση, με μεγάλη κοινωνική θέση, κι όταν κανείς συζητήσει μαζί τους, βλέπει τα ενδιαφέροντά τους, διαπιστώνει τη γυμνότητα τους. Προσπάθησε ο άνθρωπος ανάμεσα στους αιώνες να ντυθεί με τα έργα του, έφτιαξε πολιτισμό, έφτιαξε θρησκείες, αγωνίστηκε, αλλά δεν τα κατάφερε. Τι τραγική διαπίστωση μετά από τόσο αγώνα αιώνων και πολιτισμού, στις ημέρες μας να είναι ο άνθρωπος πιο γυμνός από κάθε άλλη εποχή. Το εσωτερικό του κενό, η εσωτερική του γύμνια είναι χωρίς προηγούμενο μέσα στην ιστορία του.
       Η λεγόμενη χριστιανική εκκλησία της Λαοδίκειας είχε πλούτο, είχε τα πάντα. Ένα μόνον πράγμα την έλειπε, δεν είχε Χριστό, ήταν μια Χριστιανική Εκκλησία, χωρίς Χριστό. Ένας αδελφός έχει δώσει ένα χαρακτηρισμό. «Ψαρόσουπα, χωρίς ψάρι». Στο βιβλίο των Πράξεων  των Αποστόλων, κεφ. Γ, εδ. 1 - 11 αναφέρεται: Ο Πέτρος και ο Ιωάννης καθώς μπαίνουν στο Ναό, ένας παραλυτικός που ήταν έξω από την πόρτα απλώνει το χέρι του, για να λάβει κάποια νομίσματα. Ο Πέτρος, καθώς τον βλέπει, του λέει: «Αργύριον και χρυσίον εγώ δεν έχω, αλλ’ ότι έχω τούτο σοι δίδω. Εν των ονόματι του Ιησού Χριστού σήκω και περιπάτει».
     Η εκκλησία της εποχής του Χριστού δεν είχε αργύριο και χρυσίο, είχε όμως τη δύναμη να πει: «Σήκω και περιπάτει». Η εκκλησία της Λαοδίκειας, που δεν είναι παρά η εικόνα της εκκλησίας των εσχάτων ημερών, η εκκλησία των ημερών μας δηλαδή, έχει και αργύριο και χρυσίο, όμως δεν έχει τη δύναμη να πει: «σήκω και περιπάτει». Αυτό συμβαίνει γιατί άφησε το Χριστό και προσκόλλησε την καρδιά της στο χρυσάφι, το ασήμι, τη δόξα των ανθρώπων, τα μεγάλα συμφέροντα, που ακούνε στο όνομα: Πολιτική, οικονομία και άλλα.
     Και ο Χριστός πού είναι, έφυγε, την εγκατάλειψε; Όχι. Ο Χριστός βρίσκεται απ’ έξω από την εκκλησία Του. Όλοι και όλα είναι μέσα στην εκκλησία εκτός από το Χριστό που βρίσκεται απ’ έξω. Ας φανταστούμε την τραγική εκείνη εκκλησία της Λαοδίκειας, που  είναι η εικόνα της εκκλησίας των ημερών μας. Χρυσοί πολυέλεοι, αμύθητα έργα τέχνης, γλυπτά, ζωγραφιστά, άνθρωποι με ακριβά γυαλιστερά ρούχα, με ωραία κουστούμια, με πλούσια χορωδία, με μπάσους με υψίφωνους, με μια απόλυτη σιγουριά ότι έχουν τα πάντα και με πολλά άλλα ακόμα, αλλά χωρίς το Χριστό. Τραγωδία! Χριστιανοί χωρίς Χριστό. Γιορτάζουν τα Χριστούγεννα, χωρίς ο Χριστός να αγγίξει την καρδιά τους. Την άλλη ημέρα είναι πάλι οι ίδιοι με κάποια κιλά παραπάνω από την πολυφαγία.
     Πού πήγε ο Χριστός; Ο Χριστός είναι απ’ έξω από την εκκλησία. Τι κάνει απ’ έξω από την εκκλησία ο Χριστός, μήπως προσπαθεί να παραβιάσει τις πόρτες, για να μπει μέσα, μήπως σκέπτεται να φύγει; Όχι. Στέκεται απ’ έξω και κτυπά την πόρτα. Στέλνει υπομονετικά μηνύματα αγάπης. «Ιδού ίσταμαι εις την θύραν και κρούω, αν τις ακούσει της φωνής μου και ανοίξει τη θύρα, θέλω εισέλθει προς αυτόν και θέλω δειπνίσει μετ’ αυτού και αυτός μετ’ εμού». Πολλά λόγια θα μπορούσε να πει και να γράψει κανείς πάνω σε τούτο το εδάφιο, στο οποίο φαίνεται όλη η αγάπη και το ενδιαφέρον του Θεού για το χαμένο άνθρωπο. Πόσες φορές ο άνθρωπος, νομίζοντας ότι δεν του λείπει τίποτα, δεν "άκουσε" τους χτύπους του Ιησού έξω από την πόρτα της καρδιάς του. Αρνείται και σήμερα ο άνθρωπος να ανοίξει την πόρτα στο Χριστό, γιατί θεωρεί ότι δεν Τον χρειάζεται, ενώ είναι ο μόνος που του χρειάζεται, γιατί είναι πληγωμένος, τραυματισμένος, γυμνός και έχει ανάγκη από τον "Καλό Σαμαρίτη". Χτυπά και ξανά χτυπά ο Χριστός, αλλά ο άνθρωπος δεν ανοίγει. Ο πολύπαθος "Ιώβ" (κεφ. ΛΓ/33, εδ. 14) αναφέρει:   "ο Θεός λαλεί άπαξ και δις, αλλ' ο άνθρωπος δεν προσέχει".
      Τι τραγικό! Ας θυμηθούμε το παράπονο του Ιησού, καθώς προχωρώντας αντίκρισε από μακριά την Ιερουσαλήμ: «Ιερουσαλήμ, Ιερουσαλήμ, η φονεύουσα τους προφήτας και λιθοβολούσα τους απεσταλμένους προς σε, ποσάκις ηθέλησα να συνάξω τα τέκνα σου, καθ’ ον τρόπον η όρνις τα ορνίθια αυτής υπό τας πτερύγας, και δεν ηθελήσατε» (Λουκάς ΙΓ/13: 34).
     Δε θέλει ο άνθρωπος να ταπεινωθεί, δε θέλει να εκζήτηση πραγματικά τον αληθινό Θεό, τον αναστημένο Χριστό μέσα στη ζωή του. Ο διάβολος έρχεται να δώσει έναν άλλο Χριστό, πιο εύκολο, κοσμικό, προσαρμοσμένο στα ανθρώπινα μέτρα και σταθμά, ένα Χριστό που τα δέχεται όλα και τα συγχωρεί όλα, έτσι ώστε ο άνθρωπος να μην αισθανθεί το κενό μέσα του, ώστε να μην Τον γνωρίσει πραγματικά και Τον εκζήτησει μέσα στη ζωή του. Όμως ό,τι δεν είναι από Εκείνον, ό,τι είναι ανθρώπινο, πλαστό, θα καταρρεύσει. Πόσο συνταρακτικά είναι τα γεγονότα που παρακολουθούμε τις τελευταίες ημέρες μας! Ένας ολόκληρος ανθρώπινος πολιτισμός χωρίς το Θεό έχει ήδη καταρρεύσει. Πόση γύμνια, πόση τραγικότητα! Ό,τι δεν είναι από το Πνεύμα του Θεού, ό,τι δεν έχει τη "σφραγίδα" του Ιησού Χριστού, ό,τι στηρίζεται στο «επλούτησα και δεν έχω χρεία ουδενός» αποδεικνύεται για άλλη μια φορά στις ημέρες μας πόσο είναι γυμνό,  νεκρό, ταλαίπωρο, ελεεινό.
     Η εκκλησία της Λαοδίκειας ήταν μια κοσμική εκκλησία που απέβλεπε στον δοξασμό του ανθρώπου. Η πλούσια θρησκευτική της δραστηριότητα προορίζονταν να ικανοποιεί τη σάρκα, το "εγώ" τον άνθρωπο. Στην ουσία καμία πραγματική αγάπη για το Χριστό δεν υπήρχε, αντίθετα υπήρξε περιφρόνηση και απαξίωση του λόγου Του, ενώ αναζητούσε με κάθε τρόπο την επιδοκιμασίας και την εύνοιας του κόσμου.
      Ευχή και προσευχή όλων μας ας είναι μέσα από τις κοσμικές εκκλησίες και μέσα από τούτα τα συνταρακτικά γεγονότα που καθημερινά συμβαίνουν γύρω μας ο Θεός να βγάλει ψυχές που είναι "εγκλωβισμένες" μέσα στην άγνοια και το φόβο. Ψυχές που έχουν ειλικρινή εκζήτηση και φόβο  (σεβασμό) Θεού μέσα τους. Ο Προφήτης Ωσηέ αναφέρει ποιο είναι το παράπονο του Θεού: "Ο λαός μου αφανίστηκε για έλλειψη γνώσης" (Ωσηέ Δ/4: 6). Ο άνθρωπος που τόσα πολλά γνωρίζει στην εποχή μας, χάνεται από έλλειψη γνώσης για την την αλήθεια του Ευαγγελίου, για το Πρόσωπο του Χριστού,  για το  Σωτήριο Έργο του Σταυρού. ---


   ---Υ/Γ : Σχετική μελέτη για την  εκκλησία της Σμύρνης έχει δημοσιευθεί στο blog : giorgoskomninos.blogspot.com στις 06-09-17.---

Σάββατο 20 Αυγούστου 2011

ΣΤΟΙΧΟΙ ΑΓΑΠΗΣ

         Στοίχοι για να θυμίζουν σε όλους μας την ειλικρινή αγάπη, που μόνον Εκείνος μπορεί να βάλει μέσα στην καρδιά του ανθρώπου. Να μας θυμίζει κάθε τι που υμνεί αυτή (Α΄ Κορινθίους ΙΓ/13: 1-13). Για να μην ξεχνάμε ότι : "Όστις δεν αγαπά, δεν εγνώρισε τον Θεόν, διότι ο Θεός είναι αγάπη". (Α΄ Ιωάννου Δ/4: 8). Να μην ξεχνάμε ότι : «η αγάπη ουδέποτε εκπίπτει» (Α΄ Κορινθίους ΙΓ/13: 8).

Ο ΑΔΕΛΦΟΣ
Στη μνήμη, του αδελφού, του φίλου, του συνάδελφου,
Θανάση, που τόσο γρήγορα, έφυγε από κοντά μας.

Ήταν κάποτε σκοτάδι
ήταν κάποτε σιωπή,
νύχτα απέραντη το βράδυ
κι ούτε ελπίδα να φανεί

Ήταν κάποτε σκοτάδι
κι ήρθε άξαφνα ένα φως
τ’ όνομά του, μη ρωτάτε
ήταν για όλους αδελφός

Μα ήρθε χέρι απ’ το σκοτάδι
κι έσβησε με μιας το φως
κι έτσι χάθηκε η ελπίδα
πάει μαζί κι ο αδελφός

Τ’ όνομά του, μη ρωτάτε
πέστε τον μονάχα φως,
άσπροι, μαύροι, που πονάτε
Ήταν για όλους αδελφός ……..

ΣΥΓΧΩΡΗΜΕΝΟΣ
Σ΄ ένα φτωχό ξεμακρυσμένο κοιμητήριο
είδα μια πλάκα που χε πνίξει το γρασίδι,
δεν είχε όνομα ή τίτλο ή στολίδι,
μα μία λέξη μοναχά, «συγχωρημένος»
Η άνοιξη σαν ύφαινε το τρυφερό της ποίημα
και ο βοριάς σαν διάβαινε, με το βαρύ του βήμα
αντήχηση αρμονική έβγαινε απ’ το μνήμα
Κι έλεγε, κι έλεγε ξανά, «συγχωρημένος»
Η μέρα της γεννήσεως δεν ήτανε γραμμένη
και η ζωή του ολόκληρη έμενε ξεχασμένη
όλα σβηστήκανε θαρρείς και τίποτα δεν μένει
μα μία λέξη μοναχά, «συγχωρημένος»
Η μέρα όπου μες στη γη το σώμα είχαν θάψει
κι ο κόσμος μίλησε σ’ αυτόν με τη στερνή του λάμψη
περιφρονήθηκε κι αυτή, αρκεί που είχαν γράψει
μια λεξούλα μοναχά, «συγχωρημένος»
Αμαρτωλός γεννήθηκε όπως και τόσοι άλλοι,
έζησε, μόχθησε, έκλαψε μέσα στην κοσμοζάλη
μα κάποτε μέσα στου Χριστού έγειρε την αγκάλη
και πήρε στον τίτλο το λαμπρό, «συγχωρημένος».

ΣΕ ΣΕΝΑ
Κι’ αν θαμπώνουν τα μάτια μου
στις πηγές των δακρύων
κι αν υψώνονται κύματα
σαν θεριά μανιασμένα
θα ελπίζω σε Σένα
Κι αν σκοτάδι απλώνεται
κι όλο πέφτει τριγύρω
της αγάπης τα λούλουδα ξεψυχούν μαραμένα
θα ελπίζω σε Σένα
ποιος μπορεί της αγάπης Σου
να μου κλέψει το μύρο
τον αμάραντο στέφανο
ποιος μπορεί να κρατήσει
σε κοιτάζουν τα μάτια μου
στης οδύνης το ξύλο
[οιος μπορεί περισσότερο
από Σε ν’ αγαπήσει ;;

ΑΓΑΠΗ…
Κοίταξε το σύννεφο που φεύγει,
κοίτα το πουλί που έρχεται
όλα μιλούν για κάτι
όλα μιλούν για αγάπη…
Κοίτα το παιδί που γελά
και το γέρο που κλαίει αργοσκυφτά
όλοι ζητούνε κάτι
όλοι ζητούν αγάπη…
Κοίτα το νιό που σκυφτός περπατά
και τον άλλο που κλαίγοντας τραγουδά
όλοι θέλουνε να μιλούν για κάτι
όλοι ζητούν αγάπη…
Κι όμως η αγάπη ήρθε (ο Χριστός)
τους ζήτησε, μα δεν τους βρήκε
Μάταια ψάχνουν μα δεν ξέρουν
Που τη ζητούν…
Κι όμως η αγάπη ήρθε
Μα δεν τους βρήκε
Και αυτοί ακόμα ψάχνουν
Αλήθεια, Θεέ μου, μέχρι πότε….. μέχρι πότε ;;

ΠΟΤΕ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΑΡΓΑ
Μην πεις ποτέ σου : «Είναι αργά»
Κι αν χαμηλά έχει πέσει,
Κι αν λύπη τώρα σε τρυγά,
Κι έχεις βαθιά πονέσει
Κι αν όλα μοιάζουν σκοτεινά
Κι έρημος έχεις μείνει,
Μην πεις ποτέ σου «Είναι αργά»
Τα’ ακούς; ότι κι αν γίνει
Μην πεις ποτέ σου
Τις δύο απελπισμένες λέξεις,
Κι αν έμπλεξες με το κακό
Και πάλι θα ξεμπλέξεις
Ποτέ, ποτέ δεν είναι αργά
Πρέπει να το πιστέψεις
Και με την πίστη στην καρδιά
Εκείνον να γυρέψεις
Εκείνον που και τον ληστή
Μ’ όλα τα κρίματά του,
Γιατί είχε μια καρδιά πιστή
Τον κάλεσε κοντά Του
«Είναι αργά», λοιπόν μην πεις
ό,τι κι αν σου συμβαίνει
φτάνει να προσευχηθείς
κι αμέσως σ’ ανασταίνει.

Ο ΗΛΙΟΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ
Κάποια μέρα του Οκτώβρη
Έφθασα σ’ αυτή τη γη
Και η αγκαλιά της μάνας
άνοιξε όλο στοργή
να δεχτεί το θείο δώρο
απ’ τον μέγα Δωρητή.
Με το γάλα της αγάπης
Της θυσίας το ψωμί
Έμαθα το άλφα – βήτα
Στο σχολειό στη ζωή.
Τα χρυσά τα χρόνια της νιότης
Πέταξαν σαν μια στιγμή.
Σαν ανέτειλε ο ήλιος,
Η ελπίδα μου μηνούσε,
Άπλωνε η καρδιά φτερούγες
Σαν αυτός μεσουρανούσε
Και περίμενα να έρθει
Κάτι άλλο στην ζωή μου,
Μου το φώναζε ο Πλάστης
Μες από την ύπαρξή μου.
Τα΄ άκουγα σαν αρμονία
Σαν αγγέλων μουσική
«η Αγάπη είναι στη γη μας,
τώρα ψάχνει να σε βρει».
Μα σαν έβλεπα τον ήλιο
Να αργοκυλά στη δύση,
μαργαρίτα μαδημένη
με τα μάτια μου θολά,
πόθησαν ένα άλλον ήλιο
που ποτέ πιά να μη σβήσει
και τον είδαν ν’ ανατέλλει
στις πλαγιές του Γολγοθά.
Ω ? τι θέαμα, Θεέ μου,
ν’ αντικρίσω δεν τολμώ,
κάρφωσες για με τον Ήλιο
στον αιμάτινο σταυρό.
Φως ξημέρωσε στη γη μας
Βράδιασε στον ουρανό.
Ναι, -τι θαύμα- τότε είδα
Του Χριστού τα μεγαλεία
Κι έπιασε η ψυχή μου νότες
Απ’ ουράνια χορωδία.
Ξεδιψάσανε τα χείλη
Απ’ το «ζωντανό νερό»
Αν υπάρχει αμφιβολία
«γεύθειτε» παρακαλώ
συν Θεώ τα ξαναλέμε
ραντεβού στον ουρανό.

ΑΝ ΔΕΝ ΗΣΟΥΝ ΕΣΥ
Αν δεν ήσουν Εσύ
Στις πικρές μας τις ώρες
Αν τα μάτια μας σκύβανε
μες στις γήινες μπόρες,
η ψυχή μας σαν φύλλο
θα γυρνούσε ξερό,
χωρίς να βρει της ζήσης
το καθάριο νερό.
Αν δεν ήσουν Εσύ
Στον σκληρό μας αγώνα,
Στης ψυχής την πάλη
Πού ΄ναι σώμα με σώμα,
Ο εχθρός θα μας άρπαζε
Μες στης γης το βυθό,
Στο σκοτάδι τα’ απέραντο,
Στον αιώνιο χαμό.
Αν δεν ήσουνα Εσύ,
σαν το έρμο καλάμι
ο βοριάς θα μας έσπρωχνε
στου κακού το ποτάμι,
δεν θα βρίσκαμε ανάπαυση
μες σε τούτη την γη
κι’ η πληγή μες στα στήθη μας
θα ‘ταν πάντα ανοιχτή.

«Ο ΛΕΒΕΝΤΗΣ»
Μια φορά κι ένα καιρό
-όπως λέει το παραμύθι-
έχτισα σκαρί γερό
καλοτάξιδο καΐκι.
Πήρα κούκο ναυτικό,
Μπαλαμάνα με σιρίτια,
Μία πίπα και καπνό,
Κομπολόι με κοχύλια.
Και βαφτίστηκα ατός
Τλόβενο και διαχειριστής,
Πλοίαρχος, μηχανικό,
Βιτζαδώρρος, λιπαντής.
-Μέριασε για να περνώ,
θάλασσα λεβεντοπνίχτρα,
το τιμόνι μου κρατώ
εις την πλώρη μέρα – νύχτα.
Βγέστε, ζάρια του γιαλού,
Θαλασσόλυκο να δείτε
Και γοργόνες του νερού,
Μπράβο, τσίφτη, να μου πείτε.
Τι τα θέλεις τα πολλά
Τα κομπάσα, τις πυξίδες
Όργανα ναυτιλιακά,
Κάτι χάρτες, κάτι πείρες.
Εις την γέφυρα στητός
Με τα κιάλια εις τα χέρια….
Τι είναι ο ωκεανός
Και το στίγμα και τα’ αστέρια.
Που να κείνοι που κουνούν
Το κεφάλι τους με φόβο
Που να κείνοι που γελούν
Ότι θα χανα το δρόμο.
Σαν συνήρθα στο νερό
Τρέμοντας και ματωμένος,
Κράταγα ένα Σταυρό.
Ναυαγός μα και σωσμένος.

ΥΜΝΟΙ
Θέλω να ψάλλω Λυτρωτά,
Για την αγάπη τη βαθιά,
Που έδειξες Εσύ για με,
Κι ήρθες στη γη να σταυρωθείς.
Για μένα τον αμαρτωλό,
Ανέβηκες εις τον Σταυρόν,
πήρες στους ώμους Σου Εσύ,
την ιδική μου ενοχή.
Θέλω να ψάλλω Λυτρωτά,
Για την αγάπη τη βαθιά,
Που έδειξες Εσύ για με,
Άμωμε του Θεού αμνέ.
Ω, δεν μπορώ να κρατηθώ,
αμέσως τρέχω στον Σταυρό,
με δάκρυα για να Σου πω,
Σωτήρα μου, Σ’ ευχαριστώ.
Πόσο μ’ αγάπησες Χριστέ,
και πέθανες Εσύ για με,
Εσύ το άκακο αρνί,
πήρες τη θέση του ληστή.
Για να σωθώ απ’ την οργή,
κατάρα έγινες Εσύ.
Επάνω στον σκληρό Σταυρό,
πεθαίνεις σαν αμαρτωλός

ΘΑ ΞΗΜΕΡΩΣΕΙ
Άσωστη νύχτα μακρινή
κι ατέλειωτο το βράδυ
κι έμεινε όνειρο η αυγή
να φύγει το σκοτάδι .
Θα ξημερώσει, θα ξημερώσει,
θα ξημερώσει και θα ‘ρθεί,
θα’ ρθεί της παρηγοριάς το φως,
αν στη ζωή μας και στη γη μας
ξαναγυρίσει Λυτρωτής μας ο Χριστός
Γυρέψαμε λίγο δαδί,
ένα φιτίλι λάδι,
να ρίξει φως μες στο κελί,
που μοιάζει μαύρο Άδη.
Ρωτήσαμε γι’ αυγερινό
μας τάξανε την πούλια,
είδαμε μαύρο ουρανό,
μας κόψαν τα φτερούγια.
Δε δίνει φως η σκοτεινιά
κι η κάκητα αγάπη.
Μη ψάχνεις να ‘βρεις λευτεριά
στης φυλακής τα βάθη.
Μυστήρια η ζωή μας κείνη,
λίγες χαρές και φως μας δίνει.
Ελπίδες, όνειρα τα σβήνει,
μόνο ο Θεός ξέρει γιατί.
Προσμένω κείνη την ημέρα,
που η αγάπη του Πατέρα,
θα φανερώσει κάθε τι,
τότε θα μάθω το γιατί.

ΓΙΑΤΙ ;;
Χωρίς απάντηση περνάνε
οι προσευχές φεύγουν και πάνε,
καινούργιοι πειρασμοί κυλάνε,
μόνο ο Θεός ξέρει γιατί.
Μια πάχνη όλα τα σκεπάζει,
ο ανθός πεθαίνει μόλις σκάζει,
ο θάνατος κάποιον αρπάζει,
μόνο Θεός ξέρει γιατί.
Κι αν η νυχτιά γύρω βαστάει,
ο Κύριος τα κλειδιά κρατάει,
η μέρα τα’ Ουρανού φωτάει,
π’ όλα θα μάθω τα γιατί.

Το ΕΛΑΦΙ
Όπως το ελάφι πάντα
μέσα στα βουνά ποθεί,
τρέχοντα νερά για να ‘βρει
λίγο να ξεδιψασθεί,
έτσι κι η καρδιά μου πάντα
κλαίει και ζητεί να δει
τον Κύριον, τον Άγιον,
έστω και για μια στιγμή.
Όταν ο εχθρός με λύσσα
σκύβει μες στ’ αυτί κρυφά
και με πονηριά μου λέγει
«πού ‘ναι ο Θεός σου πια;»
Στρέφω το δειλό μου βλέμμα
προς τον ουρανό ψηλά,
στον Κύριον των ταπεινών,
για να βρω παρηγοριά.
Τότε κι η καρδιά μου λέγει:
«Ξέχασες πόσες φορές,
σ’ έσωσε από φουρτούνες
κι από μαύρες συμφορές;
Έλπιζ’ επί τον Θεόν σου,
με αγκάλες ανοιχτές,
ο Κύριος σε προσκαλεί,
σε αθάνατες χαρές».

Ο ΘΑΡΡΑΛΕΟΣ
Χριστιανέ, ω, θάρρει,
Καν ο αγών μακρός,
Εν τέλει θα νικήσεις
Δια Θεού Πατρός
Εμπρός, εμπρός

H ΣΟΦΙΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ.
Τη φύση σαν κοιτάζω,
απορώ, θαυμάζω τη σοφία Σου την τρανή.
Είσαι Θεός μεγάλος, δεν υπάρχει άλλος
έτσι να μεγαλουργεί.
Τα έργα Σου τα θαυμαστά μου μιλούν γι’ αυτή,
τη χάρη π’ αγαθοποιεί με δύναμη.
Οι αυγές χαράζουν,τ’ άστρα ανταυγάζουν
κι όλα ψάλλουν με μια φωνή.
Δόξα, αλληλούια, δόξα, αλληλούια, αλληλούια, αμήν.
Στο Γολγοθά κοιτάζω,
απορώ, θαυμάζω τη σοφία Σου την τρανή.
Πως η δικαιοσύνη και η γλυκιά ειρήνη
φιληθήκαν πάνω εκεί.
Το έργο Σου το θαυμαστό
μου μιλά γι’ αυτή,
τη χάρη π’ αγαθοποιεί, δίνει ζωή.
Στον Χριστό στραμμένοι,
μ’ αίμα λυτρωμένοι
όλοι ψάλλουν με μια φωνή.
Δόξα, αλληλούια, δόξα, αλληλούια, αλληλούια, αμήν.

Ο ΔΡΟΜΟΣ.
Ω, πιστέ, προχώρα και μη σταματάς,
Της ζωής ο δρόμος είναι Γολγοθάς.
Όσο κι αν σε θλίβει τώρα το κακό,
σε προσμένει δόξα, κει στον Ουρανό.
Ω, αγάλλου, οδοιπόρε,
στο ταξίδι σου αυτό,
Έχεις συντροφιά τον πράο,
τον γλυκύτατο Χριστό.
Όσο κι αν η νύχτα είναι σκοτεινή,
στην καρδιά σου μέσα δεν μπορεί να μπει.
Κι αν σαν οδοιπόρος τώρα κουραστείς,
κάποτε για πάντα θα αναπαυθείς.
Έχει ακόμα δρόμο, ως τον Ουρανό,
Δύσκολο, θλιμμένο και πολύ στενό.
Μα και του Πατέρα η άσωστη πηγή
Έχει να ζητήσεις πίστη πιο τρανή.
Ω, αγάλλου, οδοιπόρε,
στο ταξίδι σου αυτό,
Έχεις συντροφιά τον πράο,
τον γλυκύτατο Χριστό.

ΑΝ ΔΕΝ ΗΤΑΝ Ο ΧΡΙΣΤΟΣ
Αν δεν ήταν ο Χριστός όταν πλανιόμουνα
αν δεν ήταν ο Χριστός πού θα βρισκόμουνα;
Αν δεν ήταν ο Χριστός δίχως στοργή
Σαν καλάμι στο βοριά θα είχα τσακιστεί .
Ότι κι αν έχω σ’Αυτόν το χρεωστώ κι όσο
Αντέχω γι’ Αυτόν θα μιλώ . Στον Κύριο μου
Να μοιάσω λαχταρώ και στα Ουράνια να μην
Ντροπιαστώ . Αν δεν έψαχνα Χριστός με πόνο
Να με βρει, στα σοκάκια της ντροπής που ‘χα παγιδεύτηκα,
Αν δεν έψαχν’ ο Χριστός , χωρίς το φως στις χαράδρες της
Ζωής θα είχα γκρεμιστεί. Αν δεν είχα τον Χριστό
Σαν με πληγώσανε κι απ’ τις πόρτες τους σκληρά
Όταν με διώξανε αν δεν είχα τον Χριστό να με δεχθεί
Σαν δεντράκι στο χιονιά θα είχα μάραθει.

Η ΣΥΓΧΩΡΕΣΗ
Στ’ Αυγούστου ένα βασίλεμα, να φύγεις μούπες ήρθε η ώρα
Φτηνό το ταπεινό μου φίλεμα, δεν σε χορταίνει η ώρα.

Τώρα, ξανά ηλιοβασίλεμα, τη πόρτα μου δειλά χτυπάς
Του γυρισμού ζητάς το φίλημα, αν θα σ’ ανοίξω με ρωτάς

Τα σφάλματα καρδούλα μου, για τους ανθρώπους είναι,
όμως μην κουραστείς ψυχούλα μου, άνθρωπος πάντα μείνε

Μη σε πονάει που πόνεσα, άνθρωπος είμαι και συγχώρησα,
Τα σφάλματα καρδούλα μου, για τους ανθρώπους είναι

Παρέα με τον ήλιο γύρισες, σας κρύψανε πέρα τα όρη
Κρίμα είπες, πόση ρούφηξες φτώχια πικρή και ξεροβόρι

Μα τα όνειρα σ’ απάτησαν, σου κλέψαν τον ανθό
Με τα μάτια σου που δάκρυσαν ρωτάς, μπορώ να ξαναρθώ

Και τα όνειρα αγάπη μου, για τους ανθρώπους είναι
Όμως μη κουραστείς ματάκια μου, ονειροπόλος πάντα μείνε

Μη σε πονάει που πόνεσα, άνθρωπος είμαι και συγχώρησα
Και τα όνειρα αγάπη μου, για τους ανθρώπους είναι.


Ο ΧΑΡΤΑΕΤΟΣ
Τα παιδιά στο περιγιάλι φτιάξαν ένα χαρταετό
Με εφημερίδες του μπακάλη, καλάμια απ’ τον Κηφισό
Γράψανε με κόκκινο μελάνι, με ματωμένα κεφαλαία
Όσα η ζωή τους είχε κάνει και όσο ποθούσε η παρέα

Διεύθυνση βάλαν ουρανός κι έφυγε ο χαρταετός
Αποστολεύς ένας φτωχός και παραλήπτης ο Θεός
Τον βρήκαν κάτι σφουγγαράδες, στο Πέραμα την Κυριακή
Είχε μπλεχθεί στις καμινάδες μιας αποθήκης με ρακί

Πεινάν ρακί οι σφουγγαράδες και τον διαβάζαν, ως να φέξει
Βουρκώνανε σε κάθε λέξη και μουτζουρώναν τις αράδες
Σε λάθος χέρια δυστυχώς, έπεσε ο χαρταετός
Αποστολεύς ένας φτωχός και παραλήπτης, πιο φτωχός

Πήγαν στ’ αφέντη τους την πόρτα και τον πετάξαν βιαστικοί
Μέσα γιορτή είχαν και φώτα και πέζαν τζάζ οι μουσικοί
Τον βρήκανε οι καλεσμένοι και πως γελάσαν οι κυρίες,
Που είχε ανορθογραφίες, στο ο περισπωμένη

Άτυχος ο χαρταετός, τον κάψανε σε μια γωνία
Αποστολεύς ένας φτωχός και παραλήπτης, πιο φτωχός

H ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ
Ένα αφύλακτο σπίτι
η καρδιά μου και μπήκες,
μπήκες να ξαποστάσεις
και συ το λεηλάτησες

Η καρδιά μου καράβι,
σε παρθένο ταξίδι
ήρθες σαν τον κουρσάρο,
με φωτιές και το πάτησες.

Τώρα τι τρέμεις, γιατί λυπάσαι,
εγώ ευθύνες δε σου ζητώ,
αυτή η φωνή που τη φοβάσαι,
δεν είμαι εγώ, δεν είμαι εγώ

Εγώ σωπαίνω, άκου σωπαίνω,
εγώ ευθύνες δε σου ζητώ,
άλλος φωνάζει, άλλος ρωτάει,
άλλος κρατάει λογαριασμό
στ’ ορκίζομαι δεν είμαι εγώ.


ΣΥΝΟΡΑ Η ΑΓΑΠΗ ΔΕ ΓΝΩΡΙΖΕΙ….
Άσε μια να κάτσω πλάι σου
Κι ότι θέλεις συλλογίσου
Δεν θα σου μιλήσω,
μίλα με τους άλλους γύρω σου
για ν’ ακούω τη φωνή σου,
σε παρακαλώ, σε παρακαλώ
σύνορα η αγάπη δε γνωρίζει,
πόσο σ’ αγαπώ, πόσο σ’ αγαπώ,
γέρνεις και ο ίσκιος σου μ’ αγγίζει
και γω ριγώ, κι εγώ ριγώ
άσε μια απ’ το ποτήρι σου
μια γουλιά να πιω ακόμα
δίψασα πολύ, δίψασα πολύ
φεύγει η ζωή και χάνεται
και τ’ αφίλητό μου στόμα
κλαίει για ένα φιλί, κλαίει για ένα φιλί
σύνορα η αγάπη δε γνωρίζει,
πόσο σ’ αγαπώ,
γέρνεις και ο ίσκιος σου μ’ αγγίζει
και γω ριγώ, κι εγώ ριγώ

Σ’ ΑΓΑΠΩ
Σ’ αγαπώ, όπως η μάνα το παιδί
όπως η φλόγα το δαδί
όπως ο γέρος τη ζωή,
που τον αφήνει.
Σ’ αγαπώ, όπως η άβυσσος το φως,
όπως τα όνειρα ο φτωχός
κι ο κουρασμένος στρατιώτης την ειρήνη
Δεν έχω τίποτα άλλο,
είμαι μια φωνή
είμαι δυο χέρια αδειανά, που σε τιλήγουν
μα σ’ αγαπώ και κοίτα ανοίγουν οι ουρανοί,
οι ουρανοί που τόσο γρήγορα ανοίγουν.
Σε ζητώ όπως το χώμα τη βροχή
όπως το γέλιο η ψυχή
κι οι οδοιπόροι τα βαθύσκιωτα πλατάνια,
Σε ζητώ όπως το χιόνι τη φωτιά
Ο πονεμένος τη γιατρειά
Και η μεγάλη αμαρτία τη μετάνοια.

Η ΑΓΑΠΗ ΟΛΑ ΤΑ ΥΠΟΜΕΝΕΙ
Δεν είν’ τα μάτια σου μεγάλα
Τόσο βαθιά και γαλανά
Είναι η αγάπη που τα κάνει
Όλα, όλα, αληθινά

Δεν είν’ τα λόγια σου σπουδαία,
Λόγια απλά, καθημερινά,
Είν’ η αγάπη που τα κάνει,
Όλα, όλα αληθινά

Η αγάπη, όλα τα υπομένει,
Η αγάπη, όλα τα ελπίζει,
Δίνει ζωή στην οικουμένη
Κι η γη γυρίζει, κι η γη γυρίζει
Είσαι κι εσύ μια αυγής λουλούδι,
Κάτι που εφήμερα περνά,
Μα είναι η αγάπη που τα κάνει
Όλα, όλα αληθινά

Είναι τα λάθη σου μεγάλα
Και κάθε λάθος σου πονά,
Αχ είναι η αγάπη που τα κάνει
Όλα, όλα αληθινά

Δεν ξέρει η αγάπη μοιρολόι,
Αρχή και τέλος δεν γνωρίζει
Χτυπάει τ’ αόρατο ρολόι
Κι η γη γυρίζει, κι η γη γυρίζει

O ΧΩΡΙΣΜΟΣ
Για μένα ακόμα
Η φλόγα καίει
Ότι κι αν γίνει
Θα σ’ αγαπώ
Μη με ρωτήσεις
Λοιπόν ποιος φταίει,
Όποιος κι’ αν φταίει
Θα πω. Εγώ.

Αντίο λοιπόν αντίο
Το χάνω κι’ αυτό το πλοίο
Και κάνει Θεέ μου ένα κρύο
Σαν γίνονται, ένας οι δύο

Ότι κι αν γίνει
Θάμαι κοντά σου
Θα ικετεύω τον ουρανό
Να μην πληρώσεις τα σφάλματά σου
Να τα πληρώσω όλα εγώ.

Αντίο λοιπόν αντίο
Το χάνω κι’ αυτό το πλοίο
Και κάνει Θεέ μου ένα κρύο
Σαν γίνονται, ένας οι δύο


ΓΙΑΤΙ ;

Μυστήρια η ζωή μας κλείνει

Λίγες χαρές και φως μας δίνει

Ελπίδες, όνειρα  τα σβήνει.

Μόνο ο Θεός ξέρει «γιατί».


Χωρίς απάντηση περνάνε

Οι προσευχές φεύγουν και πάνε

Καινούργιοι πειρασμοί κυλάνε.

Μόνο ο Θεός ξέρει «γιατί».


Μια πάχνη όλα τα σκεπάζει

Ο ανθός πεθαίνει μόλις σκάζει

Ο θάνατος κάποιον αρπάζει

Μόνο ο Θεός ξέρει «γιατί».


Προσμένω κείνη την ημέρα

που η αγάπη του Πατέρα

Θα φανερώσει καθετί.

Τότε θα μάθω το «γιατί».

Δευτέρα 15 Αυγούστου 2011

"ΤΙ ΠΟΙΗΣΩ;". "κατά ΜΑΡΚΟΝ", κεφ. Ι, εδ. 17-23.

"ΤΙΝΑ  ΠΟΙΗΣΩ;".

Ευαγγέλιον  "κατά  ΜΑΡΚΟΝ", κεφ.   Ι/10, εδ.  17-23.

7 Και ενώ έβγαινε έξω στον δρόμο, κάποιος έτρεξε, και γονατίζοντας μπροστά του, τον ρωτούσε: Δάσκαλε αγαθέ, τι να κάνω για να κληρονομήσω αιώνια ζωή;
18 Και ο Ιησούς είπε σ' αυτόν: Γιατί με λες αγαθό; Κανένας δεν είναι αγαθός, παρά μονάχα ένας, ο Θεός.
19 Ξέρεις τις εντολές: «Μη μοιχεύσεις, Μη φονεύσεις, Μη κλέψεις, Μη ψευδομαρτυρήσεις, Μη αποστερήσεις, Τίμα τον πατέρα σου και τη μητέρα».
20 Και εκείνος, απαντώντας, είπε σ' αυτόν: Δάσκαλε, όλα αυτά τα τήρησα από τη νιότη μου.
21 Και ο Ιησούς, αφού τον κοίταξε καλά, τον αγάπησε, και του είπε: Ένα σού λείπει πήγαινε, πούλησε όσα έχεις, και δώσε στους φτωχούς και θα έχεις θησαυρό στον ουρανό και έλα, ακολούθα με, αφού σηκώσεις τον σταυρό.
22 Εκείνος, όμως, γινόμενος σκυθρωπός εξαιτίας αυτού τού λόγου, αναχώρησε λυπούμενος επειδή, είχε πολλά κτήματα.
23 Και ο Ιησούς, κοιτάζοντας ολόγυρα, λέει στους μαθητές του: Πόσο δύσκολα θα μπουν μέσα στη βασιλεία τού Θεού αυτοί που έχουν τα χρήματα;

        ΣΧΟΛΙΑ :
    «Διδάσκαλε, Τίνα ποιήσω, ίνα ζωήν αιώνιον κληρονομήσω;». Πρόκειται για να πανανθρώπινο ερώτημα. Μπορεί να το πει ο καθένας, ο άσπρος, ο μαύρος, ο κίτρινος.... Είναι ένα ερώτημα που αφορά αποκλειστικά τον άνθρωπο. Τι να κάνω, για να σωθώ; Θέλω να γνωρίσω το Θεό, θέλω φεύγοντας από αυτόν τον πρόσκαιρο κόσμο να βρεθώ στην παρουσία Του. Άραγε τι πρέπει να κάνω;;;.
     Τούτος ο νέος που ρωτά τον Ιησού δεν είναι μέσα στα ναρκωτικά, δε βόσκει χοίρους όπως ο λεγόμενος "άσωτος", δεν είναι μακριά από το Θεό, είναι άνθρωπος πιστός, γνωρίζει καλά όλες τις εντολές του Θεού και τις τηρεί «εκ νεότητός του». Έχει πνευματικά ενδιαφέροντα και γι' αυτό παίρνει την πρωτοβουλία και έρχεται μόνος του μπροστά στον Ιησού και τον ρωτάει: "Τι να κάνω για να κληρονομήσω την αιώνια ζωή;" Αγνοεί τον όχλο, τους Γραμματείς, τους Φαρισαίους, κάτι το οποίο άλλοι δεν τολμούσαν να κάνουν «δια τον φόβον των Ιουδαίων» (Ιωάννης Κ/20: 19). Αλήθεια πόσο μας φόβισαν οι «Ιουδαίοι» στη ζωή μας! Πόσες φορές κάναμε πίσω! Για να μην πουν, για να μη γελάσουν, για να μη μας ειρωνευτούν. Ευχαριστούμε το Θεό, γιατί με τη δική Του τη δύναμη, βγάλαμε από μέσα μας το «φόβο των Ιουδαίων». Ο νέος αυτός τολμά και έρχεται μπροστά στο Χριστό και καθώς βρίσκεται μπροστά Του, πέφτει στα γόνατα. Και «γονυπετήσας» αναφέρει το Ευαγγέλιο. Τούτο είναι ένδειξη αναγνώρισης και σεβασμού στο Πρόσωπο του Κυρίου. Σ' αυτήν ακριβώς τη στάση της ταπείνωσης "επερώτα Αυτόν".  Δε ρώτησε μια φορά και έφυγε, αλλά από μεγάλο ενδιαφέρον συνέχισε να ρωτά Αυτόν. Ας προσέξουμε την προσευχή μας. Τα αιτήματά μας προς τον Κύριο θα πρέπει να τα διακρίνει επιμονή και υπομονή, δύο στοιχεία απαραίτητα στην πνευματική ζωή του κάθε ανθρώπου.
    Μπροστά σε τούτη την επιμονή ο Κύριος δε μένει αδιάφορος. Γι' Αυτόν τον Κύριο είχε προφητεύσει ο "Ησαΐας" (ΜΒ/42: 3) πολλά χρόνια πριν. «Κάλαμον συντετριμμένο δεν θα θλάσει και λυχνάριον καπνίζον δεν θα το σβήσει»
      "Νέε μου, απαντά ο Κύριος, τας εντολάς εξεύρεις".  Ναι, Κύριε, τις ξέρω και τις τηρώ από νέος, από μικρό παιδί. Αν έλεγε ότι δεν τις ξέρει, θα ήταν λίγο το κακό. Όμως το να γνωρίζεις τις εντολές του Θεού, να τις τηρείς και να μην αισθάνεσαι ότι έχεις σωτηρία, να μην αισθάνεσαι τη σιγουριά ότι, όταν φύγεις από τον κόσμο, θα πας κοντά στο Θεό, τούτο είναι τραγωδία!
      Ο νέος της ιστορίας μας είχε τη θρησκεία του και τηρούσε, όσο μπορούσε, τις εντολές του Θεού, όμως μέσα στην καρδιά του δεν αισθάνεται σωσμένος και δικαιωμένος απέναντι στο Θεό. Όλες οι θρησκείες είναι ανθρώπινα κατασκευάσματα. Αντιπροσωπεύουν τα «φύλα συκιάς» με τα οποία προσπάθησε να ντυθεί ο άνθρωπος αμέσως μετά την αμαρτία του, που όμως δεν μπόρεσε να το καταφέρει. Ο Θεός, για να τον ντύσει, έσφαξε δύο αθώα ζώα και με το δέρμα τους έκανε δύο χιτώνες και έντυσε τον άνθρωπο (Γένεση Γ/3: 21). Μόνον ο Θεός μπορεί να "ντύσει" τον άνθρωπο. Δεν μπορεί να ντυθεί και κατά συνέπεια να δικαιωθεί ο άνθρωπος με τα δικά του έργα.
     Πολλοί λένε: "Είμαι καλός, δε σκότωσα, δεν έκλεψα, δε μοίχευσα, δεν ψευδομαρτύρησα, άρα είμαι εντάξει". Κι όμως ο άνθρωπος αυτός τα έχει κάνει όλα. Πόσες φορές άραγε μέσα στην καρδιά του είπε: "Αν μπορούσα, αυτόν θα τον σκότωνα". Αυτό δεν είναι φόνος; "Αχ να το έπαιρνα αυτό". Αυτό δεν είναι κλεψιά; "Να είχα τη γυναίκα του πλησίον μου". Αυτό δεν είναι μοιχεία;"
     Τι σημαίνουν όλα αυτά; Σημαίνουν ότι ο άνθρωπος σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να σωθεί με τα έργα του. ¨Όσο προσπαθεί, τόσο πιο πολύ χώνεται μέσα στην άβυσσο, τόσο πιο πολύ απομακρύνεται από το Θεό. Ο Απ. Παύλος αναφέρει προς τους Χριστιανούς της Ρώμης: "ενώ εγώ θέλω να κάνω το καλό, κοντά μου βρίσκεται το κακό" (Ρωμαίους Ζ/7: 21). Ο εχθρός, έχοντας σκοπό του να καταστρέψει τον άνθρωπο, προσπαθεί να τον πείσει: "Εσύ αμάρτησες, εσύ και θα εξιλεωθείς απέναντι στο Θεό".
    Πήρε ο εχθρός την Καινή Διαθήκη, την έσκισε και κράτησε μόνον την παραβολή του «καλού Σαμαρείτη», (Λουκάς Ι/10: 30-37), προσπαθώντας να πείσει τον άνθρωπο ότι μόνον με τα καλά του έργα θα σωθεί. Και ο καλοπροαίρετος άνθρωπος ξεχύνεται σε έναν αγώνα προσπαθώντας να κάνει καλά έργα επανορθωτικά, για να εξιλεωθεί μπροστά στο Θεό. Κάποιου ήταν άρρωστο το παιδί του. "Τι να κάνω έλεγε; Να πάω ξυπόλητος στην εκκλησία, να ντύσω ένα ορφανό παιδί;". Πόσα τέτοια δεν ακούμε και βλέπουμε καθημερινά! Με όλα αυτά τα έργα η ψυχή προσπαθεί να βρει ανάπαυση από το αμαρτωλό παρελθόν της. Παρ’ όλα αυτά όμως εξιλέωση δεν έρχεται. Και βεβαίως η αμαρτωλότητα δε σταματάει. Την επόμενη μέρα είναι πάλι ο ίδιος και χειρότερος. Πριν καν εξιλεωθεί από τις χθεσινές παραβάσεις, έρχονται νέες και σε λίγο άλλες. Κάποια στιγμή τούτον τον αρχικό ζήλο, για να σωθεί ο άνθρωπος, έρχεται να τον σκεπάσει ο απογοήτευση. Δεν μπορώ, δε γίνεται τίποτα. Ο εχθρός πάντα δίπλα στον άνθρωπο ψιθυρίζει: "Ε! άνθρωπος είσαι, δεν πειράζει που κοιτάζεις πονηρά τη γυναίκα του άλλου, ουδείς αναμάρτητος" και πολλά άλλα παρόμοια, με σκοπό να κοιμίσει και να παραπλανήσει τον άνθρωπο.
      Ποτέ δε θα λείψουν οι εισηγήσεις του διαβόλου. Άλλωστε από την ώρα που γεννιέται ο άνθρωπος ένας μεγάλος αγώνας αρχίζει. Αγωνίζεται ο διάβολος, για να τον καταστρέψει και αγωνίζεται και ο Θεός, για να τον σώσει. Στη μέση ο άνθρωπος, μέσα στην ελευθερία, που ο Θεός του έδωσε, κρίνει κάθε στιγμή στη ζωή του με ποιον είναι, με ποιον θα ζήσει στην αιωνιότητα, κοντά στο Θεό ή κοντά στο Διάβολο, όπου είναι αιώνια κόλαση. Ο Απόστολος Παύλος είναι  αποκαλυπτικός για την κατάσταση στην οποία ευρίσκεται ο άνθρωπος. "Ταλαίπωρος άνθρωπος εγώ. Ποιος λοιπόν θα με τραβήξει και θα με βγάλει έξω από το λάκκο της ταλαιπωρίας". (Ησαΐας Σ/6: 5).
     Απέναντι στην αδιέξοδη προσπάθεια να σωθεί ο άνθρωπος με τα έργα του, η Αγία Γραφή, ο αψευδής και αιώνιος Λόγος του Θεού μας παρουσιάζει ένα άλλο σχέδιο για τη σωτηρία του ανθρώπου, το οποίο συνέλαβε, μέσα στην πανσοφία Του ο Θεός. Τούτο το σχέδιο του Θεού για τη σωτηρία του αμαρτωλού ανθρώπου δε θα λέγαμε ότι είναι διαφορετικό, αλλά ότι είναι τελείως αντίθετο από το προηγούμενο. Σύμφωνα λοιπόν με το σχέδιο του Θεού για τη σωτηρία του ανθρώπου δε χρειάζονται ανθρώπινα έργα και ανθρώπινες προσπάθειες. Το Έργο που χρειάζεται για τη δικαίωση του ανθρώπου δεν το κάνει ο αμαρτωλός άνθρωπος, το έχει κάνει ο ίδιος ο Θεός. Είναι ένα Έργο το οποίο έκανε ο Θεός και το προσφέρει δωρεάν "κατά χάριν", σε κάθε άνθρωπο, που ειλικρινά θα μετανιώσει και θα εκζήτησει το Θεό στη ζωή του. Το Έργο αυτό του Θεού, που είναι για όλους τους ανθρώπους, περικλείεται μέσα σε λίγες μόνον φράσεις της Καινής Διαθήκης. «Τόσον αγάπησε ο Θεός τον κόσμο, ώστε έδωκε τον υιό Αυτού τον μονογενή, δια να μη απολεσθεί πας ο πιστεύων εις αυτόν, αλλά να έχει ζωήν αιώνιον» (Ιωάννης Γ/3: 16). Ευχαριστούμε το Θεό πάνω απ’ όλα για κείνο το «πας». Μέσα σ’ αυτό είμαι και εγώ, είσαι και συ, ψυχή. Είναι και αυτός που μένει στην Ανταρκτική, στην Αφρική, ή όπου γης.
      Η αγάπη του Πατέρα δεν άφησε τον άνθρωπο να αγωνίζεται μόνος μέσα στο σκοτάδι, την άγνοια και το φόβο, χωρίς κανένα αποτέλεσμα. Πόσο χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα του Πέτρου. (Λουκάς Ε/5: 1-11)! «Διδάσκαλε δι’ όλης της νυκτός κοπιάσαντες ουδέν πιάσαμε». Αυτή θα ήταν η κατάληξη του ανθρώπου, αν ο Θεός δεν είχε κάνει, διά Ιησού Χριστού, το ΕΡΓΟ της σωτηρίας για τον άνθρωπο. Πόνος και κόπος μέσα στη νύχτα της ζωής και το αποτέλεσμα «ουδέν». Όμως έρχεται ο Κύριος και λέει. "Ναι, με τις δικές σας προσπάθειες δεν πιάσατε τίποτα, όμως τώρα ακούμπα πάνω στο Δικό μου σχέδιο". «Επανήγαγε το πλοίον εις τα βαθέα και ρίψατε τα δίκτυα σας για να ψαρέψετε» (Λουκάς Ε/5: 4). Ακολουθώντας την εντολή του Κυρίου πήγαν να ψαρέψουν μέρα μεσημέρι, ενώ το ψάρεμα γίνεται τη νύχτα, και το αποτέλεσμα ήταν μοναδικό. «συνέκλεισαν πλήθος πολύ ιχθύων και διεσχίζετο το δίκτυον αυτών». Τι συνέβη μεταξύ της πρώτης και της δεύτερης προσπάθειας; Συνέβη εκείνο το συνταρακτικό το οποίο ο Πέτρος είπε: : Κύριε, ας είναι μεσημέρι, ας μην έχει ψάρια η θάλασσα, όμως «επί τω λόγω Σου θέλω ρίψει το δίκτυον». Επειδή το είπες Εσύ Κύριε και επειδή ο Λόγος ο δικό Σου είναι μόνον αλήθεια.
     Ψυχή, ακουμπάς πάνω στο σχέδιο του Θεού ή προσπαθείς να σωθείς με τα δικά σου έργα; Η αγάπη του Πατέρα «έδωσε». Έδωσε ό,τι πιο πολύτιμο είχε. Έδωσε τον Υιόν Αυτού, το μονογενή. Γεννήθηκε σε μια φάτνη, μικρός, φτωχός, καταφρονημένος, απερριμένος από τους ανθρώπους (Ησαΐας ΝΓ/53), για μένα, για σένα, για την κάθε ψυχή που θα χαμηλώσει τα μάτια του εγωισμού της και θα πει μέσα από την καρδιά της «σ΄ ευχαριστώ Κύριε». Ένα μικρό παιδάκι που χώρεσε μέσα σε μια φάτνη. Ποιος; Ο Υιός του Θεού του ζώντος. Εκείνος που είπε: «Ο ουρανός είναι ο θρόνος μου και η γη υποπόδιον των ποδών μου». Έπρεπε να μικρύνει τόσο πολύ ο Θεός; Ναι. Για να έρθει, να ψάξει και να βρει εμένα, τον μικρό, τον χαμένο, τον αμαρτωλό.
    Κάποιος προσπαθούσε έξω από το σπίτι του να δώσει τροφή σε κάποια πουλάκια και καθώς τα πλησίαζε, εκείνα φτερούγιζαν και έφευγαν μακριά. Απελπισμένος κάποια στιγμή σκέφτηκε. "Αχ να μπορούσα να γινόμουν πουλί, πόσο εύκολα θα τα πλησίαζα!"
    Χριστούγεννα σημαίνει "Αγάπη", σημαίνει ότι ο Θεός έγινε άνθρωπος, για να σώσει τον άνθρωπο. Πρόκειται για πράξη υπέρτατης αγάπης. Το πεπερασμένο μυαλό μας δεν μπορεί να συλλάβει πόσο ακριβά στοίχισε το μοναδικό τούτο Έργο του Θεού και στον Πατέρα και στον Υιό. Ήρθε στην αφιλόξενη γη μας. Έγινε "όμοιος με ημάς, παρ’ εκτός αμαρτίας", διήλθε ανάμεσά μας «ευεργετών και θεραπεύων» (Πράξεις Ι/10: 38). Μας έδειξε τον Πατέρα Θεό, έναν πατέρα που θέλει όλοι οι άνθρωποι να σωθούν και να έρθουν σε μετάνοια (Β' Πέτρου Γ/3: 9). Είναι ένας Πατέρας που μισεί την αμαρτία, αλλά αγαπάει τον αμαρτωλό και θέλει να τον καθαρίσει, να τον λυτρώσει, από τα δεσμά του εχθρού της ψυχής και να τον πάρει μαζί Του στον ουρανό αιωνίως. Ένας Πατέρας που ξημέρωσε και τούτη την ημέρα, όχι για να φάμε, να πιούμε ή να πάμε εκδρομή, αλλά για να μιλήσει και σήμερα σε κάποιες ψυχές και να τους πει : «Σ΄ αγαπάω. Έκανα για σένα ψυχή ένα τέλειο έργο, αν το δεχθείς θα σωθείς αιωνίως. Αν το απορρίψεις, μέσα στην ελευθερία σου, θα απολεσθείς αιωνίως, εξ αιτίας της αμαρτίας σου».
   Πάνω απ’ όλα ο Χριστός ήρθε στον κόσμο, για να πεθάνει στη θέση του κάθε ανθρώπου, πληρώνοντας έτσι για την αμαρτία του και ικανοποιώντας την Άγια Δικαιοσύνη του Θεού. Καθώς «πάντες ήμαρτον και υστερούνται της δόξης του Θεού» (Ρωμαίους Γ/3: 23) και καθώς ο «μισθός της αμαρτίας είναι θάνατος» (Ρωμαίους Σ/6: 23), όλοι οι άνθρωποι θα έπρεπε να πεθάνουν. Όμως από αγάπη επενέβη ο Θεός και έδωσε τον Υιόν Του να πεθάνει στη θέση της δική μας, για να ζήσουμε εμείς αιώνια κοντά Του.
     Συνεπώς ο αμαρτωλός που θέλει να εξιλεωθεί μπροστά στο Θεό, πρέπει να στηριχθεί στο Έργο που έκανε ο Θεός για τη σωτηρία του. Με άλλα λόγια θα πρέπει ο άνθρωπος να εγκαταλείψει το "εγώ" του και να πιστέψει στο Έργο το οποίο έκανε ο Θεός δια Ιησού Χριστού. Η Καινή Διαθήκη τονίζει: «έχομεν άφεσην αμαρτιών, εν τω αίματι του Χριστού» (Koλοσσαείς Α/1: 14), διά του οποίου (Ιησού Χριστού) έχουμε την απολύτρωση διαμέσου τού αίματός του, την άφεση των αμαρτημάτων, σύμφωνα με τον πλούτο τής χάρης του (Εφεσίους Α/1: 7), «έχωμεν σωτηρία εν Αυτώ», "και δεν υπάρχει δι’ ουδενός άλλου η σωτηρία επειδή, ούτε άλλο όνομα είναι δοσμένο κάτω από τον ουρανό ανάμεσα στους ανθρώπους, διαμέσου τού οποίου πρέπει να σωθούμε" (Πράξεις Δ/4: 12). Αλήθεια, πόσο μεγάλη σιγουριά μας προσφέρει ο Λόγος του Θεού για τη συγχώρεση των αμαρτιών μας και τη δικαίωσή μας διά του Χριστού.
      Να γιατί ο Κύριος ήταν κατηγορηματικός, όταν οι μαθητές τον ρώτησαν: «Τι να κάνουμε για να εργαζόμεθα τα έργα του Θεού. Τούτο είναι το έργο του Θεού, να πιστεύσητε εις τούτον τον οποίον Εκείνος απέστειλε» (Ιωάννης  Σ/6: 29).
     Συνεπώς, για να σωθεί ο άνθρωπος δε χρειάζονται κάποια έργα ή άλλες ανθρώπινες προσπάθειες. Το Έργο της σωτηρίας είναι έτοιμο, είναι τέλειο. Ολοκληρώθηκε με το "τετέλεσται" του Χριστού πάνω στο σταυρό και προσφέρεται σήμερα "που είναι καιρός ευπρόσδεκτός, που είναι καιρός σωτηρίας" (Β΄ Κορινθίους Σ/6: 2) σε κάθε άνθρωπο. Προσφέρεται στον κάθε "ληστή" που μετανοήσει για το αμαρτωλό παρελθόν του, σε καθένα που θα στρέψει ένα βλέμμα πίστης σ’ Αυτόν και θα πει: «Θυμίσουμαι Κύριε …..», για να λάβει την απάντηση μέσα στην καρδιά του: «από σήμερα είσαι μαζί μου…». Κύριε, αυτός είναι ληστής είναι κακούργος, τι του υπόσχεσαι; Όχι, θα πει ο Κύριος, ήταν ληστής, ήταν κακούργος, τώρα είναι Δικός μου για πάντα. "Τον καιρόν της αγνοίας ο Θεός συγχώρεσε"  (Πράξεις ΙΖ/17: 17). Μα δεν πρόλαβε να κάνει καλά έργα. Πρόλαβε και αναγνώρισε και δέχτηκε μέσα στην καρδιά του το σωτήριο ΕΡΓΟ που ο Θεός έκανε δια Ιησού Χριστού πάνω στο σταυρό του Γολγοθά. Από σήμερα και για όλη την αιωνιότητα θα είναι μαζί Μου. Ο άλλος ο ληστής, που δεν αναγνώρισε το Έργο του Θεού δια Ιησού Χριστού, τι έγινε; Από σήμερα και για όλη την αιωνιότητα θα είναι μακριά από Μένα. Τόσο αυστηρός είσαι, Κύριε, Συ που είσαι Θεός Αγάπης; Ναι θα είναι μακριά από Μένα, γιατί αυτό επιβάλει η δικαιοσύνη. Είμαι Θεός Άγιος, οικτίρμων και ελεήμων, αλλά είμαι και Θεός δίκαιος (Β΄ Κορινθίους Θ/9: 9).
       Αν είσαι δικαστής και φέρουν το παιδί σου στο δικαστήριο με την αποδεδειγμένη κατηγορία ότι έκλεψε, δεν μπορείς ποτέ και σε καμία περίπτωση να πεις: «Αθώος ο κατηγορούμενος». Εάν το πεις, δεν είσαι δίκαιος αλλά άδικος. Με τον τρόπο αυτό έχεις καταλύσει κάθε έννοια δικαιοσύνης. Έτσι και ο Θεός χάριν της δικαιοσύνης δεν θα μπορεί εκείνη την ημέρα να δεχθεί και να συγχωρήσει την αμετανόητη  καρδιά.
      Τις αμαρτίες μας μπορεί να τις συγχωρεί μόνον ο Χριστός και μάλιστα μόνον όσο είμαστε σ’ αυτή τη ζωή, αφού με ειλικρίνεια τις εξομολογηθούμε σ’ Αυτόν. Ο Λόγος του Θεού κατηγορηματικά μας διαβεβαιώνει: "Αλλά, για να γνωρίσετε ότι ο Υιός τού ανθρώπου έχει εξουσία επάνω στη γη να συγχωρεί αμαρτίες, λέει τότε στον παράλυτο: Σήκω επάνω και σήκωσε το κρεβάτι σου, και πήγαινε στο σπίτι σου" (Ματθαίος Θ/9: 6). Στον ουρανό, σύμφωνα με το Λόγο του Θεού, δεν μπορούν να συγχωρεθούν αμαρτίες του ανθρώπου.
      Το κέντρο της σωτηρίας του ανθρώπου είναι ΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ ΘΕΟΥ διά Ιησού Χριστού. Εάν ο άνθρωπος στηρίξει τη σωτηρία του και στη δική του συμμετοχή και στα δικά του έργα, σιγά – σιγά θα δημιουργηθούν συνθήκες, που θα μετατοπίσουν το κέντρο βάρος της σωτηρίας του από το Έργο του Θεού στα έργα τα δικά του.
     Ο Λόγος του Θεού διακηρύττει: «κατά χάριν είστε σεσωσμένοι, διά της πίστεως και τούτο δεν είναι από σας, Θεού το δώρον, ουχί εξ’ έργων, δια να μην καυχηθεί τις» (Εφεσίους Β/2: 8, 9). Για να μην καυχηθεί κάποιος μπροστά στο Θεό εκείνη την ημέρα. Συνεπώς ο άνθρωπος δε σώζεται με τα έργα του, αλλά με τη χάρη του Θεού. Ο Απόστολος Παύλος χαρακτηρίζει ανόητους τους Χριστιανούς της Γαλατείας, οι οποίοι δεν πίστευαν αυτή τη μεγάλη αλήθεια και τους τονίζει: «αν η δικαίωση του ανθρώπου γίνεται μέσα από τα έργα του Νόμου (Μωσαϊκού), άρα ο Χριστός εις μάτην απέθανε». (Γαλάτας Β/2: 21). Επίσης τονίζεται ότι  «από τα έργα του νόμου, δεν θα δικαιωθεί κανένας άνθρωπος μπροστά στο Θεό» (Ρωμαίους Γ/3: 20).
     Ίσως πει κάποιος: "τότε δε χρειάζεται να κάνουμε καλά έργα;" Ασφαλώς και χρειάζεται, όχι όμως, για σωθούμε, αφού η σωτηρία είναι «κατά χάριν», είναι δώρο του Θεού. Τα καλά έργα θα τα κάνουμε ως ένδειξη ευχαριστίας και ευγνωμοσύνης μας προς το Θεό για τη σωτηρία που μας χάρισε. Εάν η σωτηρία ήταν μέσα από τα έργα του ανθρώπου, τότε δε θα είχαμε όλοι τις ίδιες ευκαιρίες, για να σωθούμε και εν πάσει περιπτώσει ο ληστής δε θα έπρεπε να σωθεί, γιατί δεν είχε κάνει κανένα καλό έργο.
      Καθώς ο Κύριος βλέπει ότι η καρδιά τούτου του νέου είναι "κολλημένη στα κτήματά του", τα οποία ήταν πάρα πολλά  λέγει: «εν σοι λείπει, πήγαινε πώλησον όσα έχεις ….». Δεν μπορεί η καρδιά σου να είναι και με Μένα και με κάτι άλλο. Δεν μπορείς και με Μένα και με τις δικές σου προσπάθειες. Ο Κύριος διευκρίνισε ότι κανένας δε μπορεί να δουλεύει δύο κυρίους. "Κανένας δούλος δεν μπορεί να δουλεύει δύο κυρίους επειδή, ή τον έναν θα μισήσει, και τον άλλον θα αγαπήσει ή στον έναν θα προσκολληθεί, και τον άλλον θα καταφρονήσει. Δεν μπορείτε να δουλεύετε τον Θεό και τον μαμωνά" (Λουκάς ΙΣ/16: 13). 
    Ο άνθρωπος του Θεού δεν θα πρέπει ν' αφήνει τον πλούτο να κυριαρχεί πάνω του και να τον εξουσιάζει. Είναι φανερό ότι ο Κύριος δεν επέπληξε τούτο τον νέο άνθρωπο για τα πλούτη του, αλλά του ζήτησε να βάλει τον Κύριο πάνω απ’ όλα μέσα στην καρδιά του και τη ζωή του και για το σκοπό αυτό να θυσιάσει τα πάντα. Του ζήτησε να λάβει το Έργο του Θεού μέσα στην καρδιά του και να μη στηρίζεται στα έργα τα δικά του. Η συνέχεια: «σκυθρωπιάσας, ανεχώρησε λυπούμενος …». Τραγωδία. 
       Είθε να μη συμβεί σε κανέναν από μας. Αρνήθηκε να δώσει την πρώτη θέση μέσα στη ζωή του στο Χριστό. Στηρίχτηκε στις δικές του δυνάμεις, στα κτήματά του και αρνήθηκε τη σωτήρια «χάρη» του Θεού. ---