Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Κυριακή 8 Δεκεμβρίου 2019

Το νόημα των Χριστουγέννων.

       Ο ΞΕΝΟΣ.
Είδα έναν ξένο χθες
του έδωσα να φάει
και του ‘δωσα να πιει και του ‘βαλα
ν’ ακούσει μουσική.
και στο Άγιο Όνομα
της Τριάδας,
εκείνος ευλόγησε εμένα,
ευλόγησε το σπίτι μου,
τα ζωντανά μου ευλόγησε
κι όλα μου τα’ αγαπημένα πρόσωπα.
Και ο κορυδαλλός μου είπε
Στο τραγούδι του :
Είναι πολλές, πολλές, πολλές είναι οι φορές
που ο Χριστός φοράει το ένδυμα του ξένου.
                (Αρχαίο Κέλτικο ποίημα)

         Σε  λίγες  μέρες  ολόκληρη  η  ανθρωπότητα  θα  γιορτάσει  τα  Χριστούγεννα  και  θα υποδεχθεί το νέο χρόνο.  Χριστούγεννα  κρίσης και  χρονιά  αβεβαιότητας.   
     Η ζοφερή κατάσταση, που  όλοι βιώνουμε, αποτελεί μια ευκαιρία να αναζητήσουμε ξανά, το ξεχασμένο μήνυμα των Χριστουγέννων καθώς και το μοναδικό Πρόσωπο που μπορεί να αλλάξει τη ζωή μας και να γεμίσει με ελπίδα τις καρδιές μας.
     Ας κοιτάξουμε γύρω μας αναζητώντας τον «πλησίον», ας αντιληφθούμε ότι δεν είμαστε μόνοι μας, ας δούμε τον άνθρωπο και τις ανάγκες του και ας σταθούμε ο ένας δίπλα στον άλλον, με πίστη,  με δύναμη, με αισιοδοξία, με ασάλευτη ελπίδα.  

                                                                           -----------

         Ποιο είναι το πραγματικό νόημα των Χριστουγέννων;

         «Επιστολή προς Γαλάτας», κεφ. Δ/4, εδ. 4,5.

    «Ότε όμως ήλθε το πλήρωμα του χρόνου, εξαπέστειλεν ο Θεός τον Υιόν αυτού, όστις εγεννήθη εκ γυναικός και υπετάγη εις τον νόμον, διά να εξαγοράση τους υπό νόμον, διά να λάβωμεν την υιοθεσίαν». 
      Ο Θεός μέσω των προφητών είχε εξαγγείλει στους ανθρώπους τη γέννηση του Ιησού Χριστού πολύ πριν ενσαρκωθεί:

    1/ Ησαΐας, κεφ. Ζ/7, εδ. 14. (700 π.Χ.) 
«Διά τούτο ο Κύριος αυτός θέλει σας δώσει σημείον ιδού, η παρθένος θέλει συλλάβει και γεννήσει υιόν, και θέλει καλεσθεί το όνομα αυτού Εμμανουήλ». 

    2/ Ησαΐας, κεφ. Θ/9, εδ. 6. 
«Διότι παιδίον εγεννήθη εις ημάς, υιός εδόθη εις ημάς και η εξουσία θέλει είσθαι επί τον ώμον αυτού και το όνομα αυτού θέλει καλεσθή Θαυμαστός, Σύμβουλος, Θεός ισχυρός, Πατήρ του μέλλοντος αιώνος, Άρχων ειρήνης». 

    3/ Μιχαίας, κεφ. Ε/5, εδ. 2. (750 π.Χ.) 
«Και συ, Βηθλεέμ Εφραθά, η μικρά ώστε να ήσαι μεταξύ των χιλιάδων του Ιούδα, εκ σου θέλει εξέλθει εις εμέ ανήρ διά να ήναι ηγούμενος εν τω Ισραήλ του οποίου αι έξοδοι είναι απ' αρχής, από ημερών αιώνος». 

         ΣΧΟΛΙΑ: 
       Ο ποιητής λέει: «Τι είναι η πατρίδα μας, μην είν’ οι κάμποι, τα άσπαρτα ψηλά βουνά, μην είν’ ο ήλιος της που χρυσολάμπει, μην είναι τ’ άστρα της τα φωτεινά…..». Παραφράζοντας τον ποιητή θα έλεγα: Τι είναι τα Χριστούγεννα; Μήπως είναι μια ωραία ημέρα χαράς και ευφροσύνης με ποικίλα και πλούσια εδέσματα, με ωραία φωτισμένα λαμπάκια, μήπως οι λαμπρές χριστιανικές εκδηλώσεις, μουσικές και μπάντες, οι πλούσια στολισμένες βιτρίνες των καταστημάτων, η ευκαιρία οικογενειακής συναναστροφής ή η παρέα με καλούς φίλους και άλλα αγαπημένα πρόσωπα; 

     Χριστούγεννα είναι: «Ας υπάγωμεν λοιπόν έως Βηθλεέμ και ας ίδωμεν το πράγμα τούτο το γεγονός, το οποίον ο Κύριος εφανέρωσεν εις ημάς» (Λουκάς Β/2: 15). 

      Το πραγματικό πνεύμα των Χριστουγέννων είναι η υπέρτατη προσφορά της Αγάπης του Θεού. Ο Θεός έδωσε, προσέφερε δωρεάν χωρίς να ζητήσει ανταλλάγματα. Τι μας προσέφερε που είναι τόσο πολύτιμο για μας; Δε μας προσέφερε κάτι μικρό, κάτι απλό, κάτι που πιθανόν δε χρειαζόταν, αλλά "τον Υιό Του το μονογενή" μας προσέφερε, όπως λέμε πολλές φορές: «ό,τι είχε και δεν είχε». Προσέφερε τον Εαυτόν Του τον ίδιο, την αιωνία τρυφή Του (Παροιμίαι Η/8: 30). Όταν ο Θεός προσφέρει, προσφέρεται. Αλήθεια εμείς τι προσφέρουμε και πώς το δίνουμε; Ο Θεός δεν ευαρεστείται με όλους όσους δίνουν, αλλά σ’ αυτούς που προσφέρουν «κατά την προαίρεσιν της καρδίας τους, ουχί με λύπην ή εξ ανάγκης διότι τον ιλαρόν δότην αγαπά ο Θεός» (Β’ Κορινθίους Θ/9: 7). 
    Καθώς, ψυχή, τούτες τις ώρες τρέχεις δεξιά και αριστερά, για να προλάβεις τα  τελευταία ψώνια για να ετοιμάσεις το χριστουγεννιάτικο τραπέζι, σκέψου για λίγο: «εγώ τι έδωσα;» και το βασικότερο «πώς το έδωσα». Ένα φωτεινό παράδειγμα ευάρεστης προσφοράς, που συγκίνησε τον Κύριο ήταν η προσφορά μιας χήρας στο Ναό. Μας εξιστορεί ο ευαγγελιστής "Μάρκος": «Και καθήσας ο Ιησούς απέναντι του γαζοφυλακίου, εθεώρει πως ο όχλος έβαλλε χαλκόν εις το γαζοφυλάκιον. Και πολλοί πλούσιοι έβαλλον πολλά και ελθούσα μία χήρα πτωχή έβαλε δύο λεπτά, τουτέστιν, ένα κοδράντην και προσκαλέσας τους μαθητάς αυτού, λέγει προς αυτούς. Αληθώς σας λέγω ότι η χήρα αύτη η πτωχή έβαλε περισσότερον πάντων, όσοι έβαλον εις το γαζοφυλάκιον διότι πάντες εκ του περισσεύοντος εις αυτούς έβαλον αύτη όμως εκ του υστερήματος αυτής έβαλε πάντα όσα είχεν, όλην την περιουσίαν αυτής» (Μάρκος ΙΒ/12: 41-44). Αυτό θα πει «ιλαρός δότης» ο Κύριος, το μάτι του οποίου βλέπει τα πάντα, άφησε τις μεγάλες και πλούσιες προσφορές που γίνονταν στον Ναό και επαίνεσε αυτήν τη χήρα. Άλλα τα μέτρα των ανθρώπων και άλλα τα μέτρα του Θεού. 
  Το νόημα του «δίνω» (προσφέρω) είναι μια από τις πιο βαθιές έννοιες των Χριστουγέννων. «δίνω» χωρίς να περιμένω ανταλλάγματα, χωρίς να αποβλέπω σε κάποιο όφελος. Δίνω, γιατί πονάω για το κακό που υπάρχει γύρω μου. Δίνω, γιατί αγαπάω, "επειδή Εκείνος πρώτος μ’ αγάπησε" (Α’ Ιωάννου Δ/4: 19). Ο Θεός έδωσε ό,τι πολυτιμότερο υπήρχε στον ουρανό, τον Υιό Του, το μονογενή, το δεύτερο πρόσωπο της Αγίας Τριάδος, τον Ιησού Χριστό, τον Άγιο, το Δίκαιο, τον αναμάρτητο. Ο προφήτης "Ησαΐας" ομολογεί: «δεν ευρέθει δόλος εν τω στόματι αυτού» (Ησαΐας ΝΓ/53: 9). Ήρθε στον κόσμο μας, μέσα σε ένα εχθρικό στρατόπεδο, γεννήθηκε ταπεινά μέσα σε μία φάτνη, έτσι ώστε να μην μπορεί κανένα παιδί, κανένας άνθρωπος να πει ότι βρέθηκε ποτέ σε χειρότερη κατάσταση απ’ Αυτόν. 
      Τι Θεία ταπείνωση! Ο Υιός του Θεού προσέλαβε την ανθρώπινη φύση, έγινε τέλειος άνθρωπος. Αλήθεια γιατί όλα αυτά; Την απάντηση μας τι δίνει ο αψευδής και αιώνιος λόγος του Θεού: «Διότι τόσον ηγάπησεν ο Θεός τον κόσμον, ώστε έδωκε τον Υιόν αυτού τον μονογενή, δια να μη απολεσθεί πας ο πιστεύων εις αυτόν, αλλά να έχει ζωήν αιώνιον» (Ιωάννης Γ/3: 16). Αυτό το εδάφιο είναι ένας πλήρης ορισμός και μία πολύ σύντομη περίληψη των Χριστουγέννων. Γεννήθηκε το «παιδίον της Βηθλεέμ» μέσα σ’ ένα στάβλο ταπεινά, χωρίς τυμπανοκρουσίες, χωρίς μάταιες κοσμικές διακρίσεις και με τον τρόπο αυτό έρχεται να διδάξει «εν έργω» τις δύο πιο μεγάλες αρετές τούτης της ζωής, που τόσο πολύ λείπουν στις ημέρες μας: «ταπείνωση και αγάπη». 
     Χωρίς την ταπείνωση δε μπορεί ο άνθρωπος να γνωρίσει το Θεό. Το μόνο που μπορεί να αναγνωρίσει είναι τον εαυτόν του και έτσι «ανακυκλώνεται» το κακό  με αποτέλεσμα ο άδικος  να γίνεται «έτι άδικος» (Αποκάλυψη ΚΒ/22: 11). Ας παραδειγματιστούμε από την ταπείνωση του Κυρίου και ας ταπεινωθούμε και εμείς μαζί Του και θα έρθει η ώρα που ο Κύριος θα μας υψώσει. Ο Ιάκωβος μας προτρέπει: «Ταπεινωθείτε μπροστά στον Κύριο και θα σας υψώσει» (επιστολή Ιακώβου Δ/4: 10). Ας έχουμε πάντοτε υπόψη μας: «Ο Θεός στους υπερήφανους αντιτάσσεται, στους ταπεινούς όμως δίνει χάρη» (επιστολή Ιακώβου Β/2: 6). Ο Δαβίδ συγκλονισμένος, μέσα στη συναίσθηση της ενοχής του (Β' Σαμουήλ, κεφ. ΙΑ/11 & ΙΒ/12) μετανοιωμένος κράζει: «Θυσίαι του Θεού είναι πνεύμα συντετριμμένον καρδίαν συντετριμμένην και τεταπεινωμένην, Θεέ, δεν θέλεις καταφρονήσει» (Ψαλμός ΝΑ/51: 17). 
        Ας προσέξουμε τη συμπεριφορά ενός ανθρώπου που να αποτελεί πρότυπο ταπείνωσης και συντριβής: «και ο τελώνης μακρόθεν ιστάμενος, δεν ήθελεν ουδέ τους οφθαλμούς να υψώσει εις τον ουρανόν, αλλ' έτυπτεν εις το στήθος αυτού, λέγων. Ο Θεός, ιλάσθητί μοι τω αμαρτωλώ». Παρατηρώντας αυτή τη συμπεριφορά ο Κύριος είναι κατηγορηματικός: «Σας λέγω, κατέβη ούτος εις τον οίκον αυτού δεδικαιωμένος μάλλον παρά εκείνος (ο Φαρισαίος) διότι πας ο υψών εαυτόν θέλει ταπεινωθεί, ο δε ταπεινών εαυτόν θέλει υψωθεί» (Λουκάς ΙΗ/18: 13,14). 
      Χωρίς αγάπη, «ουδέν οφελούμαι» (Α’ Κορινθίους ΙΓ/13: 3). Και εδώ πρότυπό μας θα πρέπει να είναι ο Κύριος. Χρειάζεται αγάπη προς όλους, χωρίς όρους και όρια, αγάπη και ενδιαφέρον προς τον συνάνθρωπο ανεξαρτήτου φυλής, έθνους, κοινωνικής καταξίωσης ή οικονομικής επιφάνειας. Ο Χριστός ήρθε στον κόσμο από άπειρη αγάπη για τον άνθρωπο. Ας φανούμε έστω και στο ελάχιστο αντάξιοι της αγάπης Του. Ο Θεός είναι αγάπη και για να μπορέσει να μας τη μεταδώσει δε χρειάζεται τίποτα άλλο από το να μετανοήσουμε να ανοίξουμε την καρδιά μας και να αφήσουμε τον Κύριο Ιησού να γεννηθεί μέσα σ’ αυτή. 
      Η ενσάρκωση του Κυρίου Ιησού Χριστού είναι το μεγαλύτερο γεγονός όλων των εποχών. Eδώ και 21 αιώνες είναι και παραμένει το πιο ελπιδοφόρο, χαρούμενο, σωτήριο, γεγονός πάνω στον πολύπαθο κόσμο μας. Με τη γέννησή Του ο Θεός αποκάλυψε τον εαυτόν Του στον άνθρωπο. Δια Ιησού Χριστού ο Θεός αποκάλυψε το βάθος της σοφίας, της δύναμης, της ευσπλαχνίας Του, το μέγεθος της αγάπης Του για το χαμένο εξαιτίας της αμαρτίας άνθρωπο. Για τη δική μας λύτρωση και σωτηρία κατέβηκε ο Χριστός στη γη, αφού πρώτα «εκένωσε εαυτόν, λαβών δούλου μορφήν, γενόμενος όμοιος με τους ανθρώπους και ευρεθείς κατά το σχήμα ως άνθρωπος, εταπείνωσεν εαυτόν γενόμενος υπήκοος μέχρι θανάτου, θανάτου δε σταυρού» (Φιλιππησίους Β/2: 7,8).
     Ήρθε, για να γίνει ο αντικαταστάτης του ανθρώπου μπροστά στη Θεία Δικαιοσύνη και να πεθάνει πάνω στο σταυρό για τις αμαρτίες όλων των ανθρώπων, όλων των εποχών. Πέθανε αυτός για να μην πεθάνουμε εμείς. Ικανοποίησε με το θάνατό Του την απόλυτη δικαιοσύνη του Πατέρα Θεού. Έδωσε το πολύτιμό Του αίμα «λύτρον αντί πολλών» (Μάρκος Ι/10: 45). Λύτρο για την εξαγορά πολλών. 
    Ήρθε, για να μας ευεργετήσει με τα πάρα πολλά θαύματά Του, να μας φανερώσει το Λόγο του Θεού και να μας αποκαλύψει τον αληθινό Θεό και το Άγιο θέλημά Του έτσι ώστε να μη ζούμε μέσα στην άγνοια και το σκοτάδι. 
     Ήρθε, να μας διαβεβαιώσει ότι εφόσον εμείς το επιθυμούμε, μέσα από την αληθινή πίστη μας και την υπακοή μας, που θα φανεί από την τήρηση των εντολών Του, θα γίνουμε «κατά χάριν» υιοθετημένα παιδιά Του (Γαλάτες Δ/4: 5) και σαν παιδιά Του θα μπορούμε να ζητάμε το Έλεός Του και τη βοήθειά Του κάθε στιγμή μέσα στη ζωή μας και Αυτός να μας ακούει και να ανταποκρίνεται σε ό,τι έχουμε ανάγκη, όπως ανταποκρίνεται ο φυσικός πατέρα στη φωνή του παιδιού του. 
      Ήρθε, για να μας αποκαλύψει την αιώνια ζωή κοντά Του: «Αληθώς, αληθώς σας λέγω ότι ο ακούων τον λόγον μου και πιστεύων εις τον πέμψαντά με έχει ζωήν αιώνιον, και εις κρίσιν δεν έρχεται, αλλά μετέβη εκ του θανάτου εις την ζωήν» (Ιωάννης Ε/5: 24). 
     Ήρθε, για να ανοίξει τους οφθαλμούς των τυφλών, να εκβάλει τους δεσμίους εκ των δεσμών, τους καθημένους εν σκότει εκ του οίκου της φυλακής (Ησαΐας ΜΒ/42: 7).
     Ήρθε, ανάμεσά μας και έγινε «υιός του ανθρώπου» έτσι, ώστε να μπορεί να γίνει ο άνθρωπος «υιός του Θεού». 
   Ήρθε, για να φανερώσει την παρουσία του Θεού στον κόσμο μας, στη γη μας. «Εμμανουήλ» σημαίνει "ο Θεός μεθ’ υμών". 
        Ήρθε, για να ζητήσει και να σώσει το απολωλός (Λουκάς ΙΘ/19: 10). 
       Δεν ήρθε, για να κρίνει τον κόσμο για την αμαρτωλή και αποστατημένη ζωή του, αλλά για να σώσει και να λυτρώσει τον κόσμο από την αμαρτία (Ιωάννης ΙΒ/12: 47). 
     Στη συναγωγή της Ναζαρέτ ο ίδιος ο Κύριος διαβάζοντας μέσα από το βιβλίο του προφήτη "Ησαΐα" αναφέρει: «Πνεύμα Κυρίου του Θεού είναι επ' εμέ διότι ο Κύριος με έχρισε διά να ευαγγελίζομαι εις τους πτωχούς με απέστειλε διά να ιατρεύσω τους συντετριμμένους την καρδίαν, να κηρύξω ελευθερίαν εις τους αιχμαλώτους και άνοιξιν δεσμωτηρίου εις τους δεσμίους» (Λουκάς Δ/4: 18). 
      Πολλά τα εμπόδια που ο εχθρός θέτει έτσι, ώστε ο άνθρωπος να μη γνωρίσει τον Χριστό και κατ’ επέκτασιν το πραγματικό νόημα των Χριστουγέννων. Ο ποιητής λέει για σημαντικά πράγματα που συμβαίνουν γύρω μας: «χάνονται, σβήνονται μακριά μας, χωρίς να μπούνε στην καρδιά μας». Τι όφελος θα μπορούσαμε να έχουμε από όλα αυτά, αν το μήνυμα της χαράς και της ελπίδας των Χριστουγέννων δεν αγγίξει την καρδιά μας; Το «παιδίον της Βηθλεέμ» κράζει και σήμερα: «Υιέ μου, δος την καρδίαν σου εις εμέ, και ας προσέχωσιν οι οφθαλμοί σου εις τας οδούς μου» (Παροιμίαι ΚΓ/23: 26). 
      Ας επανέλθουμε και ας δούμε τι μας εξιστορεί ο Ευαγγελιστής Λουκάς: «Γέννησε λοιπόν το γιό της τον πρωτότοκο και τον σπαργάνωσε και τον ξάπλωσε στη φάτνη, γιατί δεν υπήρχε τόπος γι’ αυτούς στο πανδοχείο» "δεν ήτο τόπος δι' αυτούς εν τω καταλύματι"(Λουκάς Β/2: 7). Αλήθεια τι τραγικό πρόσωπο εκείνος ο πανδοχέας. Φαίνεται να μην ήταν κακός άνθρωπος, ούτε ήταν αντίθετος προς το Θεό, δεν ήταν άπονος, ούτε σκληρός ή ό,τι άλλο, όμως το μόνο ενδιαφέρον που είχε στη ζωή του και που αυτό γέμιζε την καρδιά του και ήταν πλήρης, ήταν το κέρδος. Έτσι λοιπόν πνιγμένος μέσα στις «βιοτικές μέριμνες» (Λουκάς ΚΑ/21: 34) δεν αισθάνθηκε τη μεγάλη χαρά των Χριστουγέννων ούτε βίωσε εκείνο το οποίο αποκαλύφτηκε στους ταπεινούς ποιμένες της Βηθλεέμ, οι οποίοι "υπέστρεψαν δοξάζοντες και υμνούντες το Θεό κατά πάντα όσα ήκουσαν και είδον καθώς ελαλήθησαν προς αυτούς" (κατά Λουκάν Β/2: 20). Ας επιδιώκουμε το κέρδος το πνευματικό «αποβλέποντες εις τον Ιησούν, τον αρχηγόν και τελειωτήν της πίστεως» (Εβραίους ΙΒ/12: 2) και είναι βέβαιο ότι ο Θεός, σύμφωνα με την υπόσχεσή Του, θα προσθέσει μέσα στη ζωή μας και ό,τι έχουμε ανάγκη από υλικό κέρδος. Ο Λόγος του Θεού μας προτρέπει: "ζητείτε πρώτον την βασιλείαν του Θεού και την δικαιοσύνην αυτού, και ταύτα πάντα θέλουσι σας προστεθή" (Ματθαίος Σ/6: 33).
      Κατά τη γέννηση του Κυρίου οι άνθρωποι δεν Τον αναγνώρισαν. Το πολιτικό αλλά και το θρησκευτικό κατεστημένο της εποχής Του περίμενε έναν μεγαλοπρεπή Μεσσία ο οποίος θα τους οδηγούσε σε απελευθέρωση από τους Ρωμαίους κατακτητές και ο οποίος θα ηγείτο αυτών, για να κατακτήσουν τον κόσμο. Δεν είχαν ποτέ φανταστεί ότι ο Μεσσίας θα ερχόταν για να τους χαρίσει πρώτα απ’ όλα και πάνω απ’ όλα πνευματική απελευθέρωση. Νόμιζαν ότι ήταν ελεύθεροι πνευματικά λέγοντας με στόμφο στον Κύριο: «Ο πατήρ ημών είναι ο Αβραάμ» και για να Τον προσβάλουν, επειδή ο Ιωσήφ δεν ήταν πατέρας Του, έλεγαν:«Ημείς δεν εγεννήθημεν εκ πορνείας ένα Πατέρα έχομεν, τον Θεόν» (Ιωάννης Η/8: 41). Η απάντηση του Κυρίου ήταν αποστομωτικής: «Σεις είσθε εκ πατρός του διαβόλου και τας επιθυμίας του πατρός σας θέλετε να πράττητε». 
    Ο Ευαγγελιστής Ιωάννης μας αναφέρει: «Εις τα ίδια ήλθε, και οι ίδιοι δεν εδέχθησαν αυτόν. Όσοι δε εδέχθησαν αυτόν, εις αυτούς έδωκεν εξουσίαν να γείνωσι τέκνα Θεού, εις τους πιστεύοντας εις το όνομα αυτού οίτινες ουχί εξ αιμάτων ουδέ εκ θελήματος σαρκός ουδέ εκ θελήματος ανδρός, αλλ' εκ Θεού εγεννήθησαν» (Ιωάννης Α/1: 11-13). Οι πατριώτες Του, οι Ιουδαίοι, παρασυρμένοι από το εκκλησιαστικό κατεστημένο της εποχής, δεν Τον δέχτηκαν.
     Οι πνευματικοί ταγοί της εποχής οι Αρχιερείς, οι Γραμματείς, Φαρισαίοι, Σαδουκαίοι και άλλοι θεώρησαν να απειλούνται απ’ Αυτόν.  Εκμεταλευόμενοι τη θρησκεία τους και τις ανθρώπινες παραδόσεις τους είχαν αποκτήσει προνόμια και οφίτσια. Παίρνοντας δόξα ο ένας από τον άλλον θεωρούσαν τους εαυτούς τους χειραγωγούς και διδασκάλους του λαού και είχαν την αίσθηση ότι ήταν «οδηγοί τυφλών». Ο Κύριος αποκάλυπτε τη δική τους πνευματική τυφλότητα με τα λόγια Του: "Ουαί εις εσάς οδηγοί τυφλοί....... Μωροί και τυφλοί" (Ματθαίος ΚΓ/23: 16, 17). «Μήπως δύναται τυφλός να οδηγεί τυφλόν; δεν θέλουσι πέσει αμφότεροι εις βόθρον;» (Λουκάς Σ/6: 39). Η παρουσία του Κυρίου ανάμεσά τους αποκάλυπτε τα πονηρά τους έργα και γι’ αυτό το λόγο ο Κύριος δεν ήταν αποδεκτός σ’ αυτούς.
   Παρά το γεγονός ότι ως θρησκευτικοί ηγέτες γνώριζαν τις Άγιες Γραφές και τις προφητείες που υπήρχαν σ’ Αυτές για τον ερχομό του Μεσσία, αντί να ερευνήσουν μαζί με τους μάγους και άλλους γνώστες της εποχής, τυφλώθηκαν από υπερηφάνεια, αδιαφορία και εγωισμό. Άλλωστε ήταν απόλυτα ικανοποιημένοι με τη θρησκεία τους, που οι ίδιοι είχαν δημιουργήσει και προσπαθούσαν να τη διατηρήσουν «ως κόρην οφθαλμού», για μη χάσουν τα υψηλά προνόμια που αυτή τους προσέφερε. Ο Κύριος είπε κάποτε: "Πώς δύνασθε να πιστεύσητε σεις που λαμβάνετε δόξαν ο είς παρά του άλλου και δεν ζητείτε την δόξαν την παρά του μόνου Θεού;" (Ιωάννης Ε/5: 44). Η γνώση όχι μόνο δεν αρκεί, αλλά αν δεν χρησιμοποιηθεί σωστά, μπορεί να γίνει αρνητικό στοιχείο και ισχυρό εμπόδιο για τη σχέση του ανθρώπου με το Θεό. Πόσοι άνθρωποι γύρω μας με πλούσια θρησκευτική γνώση μένουν στεγνοί από αγάπη και χαρά. Φουσκωμένοι μέσα στην αυτοπεποίθησή τους και την αυτοδικαίωσή τους οι άνθρωποι αυτοί χάνουν την ευκαιρία να γνωρίσουν πραγματικά το Χριστό. 
    Χριστούγεννα είναι η υπενθύμιση ότι ο Χριστός, ο Υιός του Θεού του ζώντος, το δεύτερο πρόσωπο της Αγίας Τριάδος, ήλθε στον κόσμο μας και γεννήθηκε ταπεινά μέσα σε μία φάτνη ζώων. Καθώς έζησε ανάμεσά μας, πέρασε μέσα από τους δρόμους μας «διήλθεν ευεργετών και θεραπεύων» (Πράξεις Ι/10: 38). Κάποτε μέσα στην καρδιά του "Ιωάννη" του Προδρόμου μπήκε κάποια αμφιβολία για το πρόσωπο του Χριστού και έστειλε κάποιους να ρωτήσουν Αυτόν. Ο Κύριος είπε στους απεσταλμένους του: «Υπάγετε και απαγγείλατε προς τον Ιωάννην όσα είδετε και ηκούσατε ότι τυφλοί αναβλέπουσι, χωλοί περιπατούσι, λεπροί καθαρίζονται, κωφοί ακούουσι, νεκροί εγείρονται, πτωχοί ευαγγελίζονται» (Λουκάς Ζ/7: 22). «Αυτός ήτο κατατεθλιμμένος και βεβασανισμένος αλλά δεν ήνοιξε το στόμα αυτού εφέρθη ως αρνίον επί σφαγήν, και ως πρόβατον έμπροσθεν του κείροντος αυτό άφωνον, ούτω δεν ήνοιξε το στόμα αυτού» (Ησαΐας ΝΓ/53). Πέθανε πάνω στο σταυρό για τις δικές μας αμαρτίες «όστις παρεδόθη διά τας αμαρτίας ημών και ανέστη διά την δικαίωσιν ημών» (Ρωμαίους Γ/3: 25). 
     Ο Απόστολος Πέτρος την ημέρα της Πεντηκοστής ορθώνεται μπροστά στο έκπληκτο από την κατάβαση του Αγίου Πνεύματος πλήθος, για να διακηρύξει με στεντόρεια φωνή προς όλους: «Και δεν υπάρχει δι' ουδενός άλλου η σωτηρία διότι ούτε όνομα άλλο είναι υπό τον ουρανόν δεδομένον μεταξύ των ανθρώπων, διά του οποίου πρέπει να σωθώμεν» (Πράξεις Δ/4: 12). 
     Κλείνοντας επιτρέψτε μου να κάνω την προσωπική μου ομολογία μ' έναν πολύ ωραίο στίχο:

                        «Για με γεννήθηκε στη φάτνη, 
                         για μένα κράτησε σταυρό, 
                         για με τ’ ακάνθινο στεφάνι, 
                         για με τον τόσο αμαρτωλό».


     Αγαπητοί μου μέσα στον κόσμο του αλληλοσπαραγμού, του φόβου και του τρόμου που ζούμε, τα Χριστούγεννα έρχονται να μας θυμίσουν ένα μήνυμα: «Μη φοβείσθε … διότι σήμερον εγεννήθει εις εσάς εν πόλει Δαβίδ σωτήρ, όστις είναι Χριστός Κύριος». 

    Με αυτές τις σκέψεις εύχομαι σε όλους τους φίλους του blog: «ΚΑΛΑ & ΕΥΛΟΓΗΜΕΝΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ». ---


 ΠΟΊΗΜΑ.

Ήρθες αργά, πολύ αργά…
Δεν έχει τόπο η καρδιά να σου χαρίσει.
Ήρθαν εδώ απ’ το πρωί
ξένοι πολλοί, περαστικοί κι έχει γεμίσει.
,
 Μα στάσου…έχω μια σπηλιά
σε μιαν απόμερη γωνιά
εκεί πιο πέρα.
Μπορείς για λίγο να σταθείς,
μα άλλο πια μη μ’ ενοχλείς,
θα φτάσει η μέρα.
,
 Πώς με κοιτάς; πώς να στο πω
δεν έχω μέρος πιο καλό,
πιο βολεμένο…
Άγνωστε, σήμερα στη γη
γιορτάζουνε το θείο παιδί
και δεν προφταίνω.
,
 Να! θα σ’ ανάψω εδώ φωτιά
με λίγα φρύγανα ξερά…
μα Συ, δακρύζεις;
Οι ξένοι μου με καρτερούν
-δεν τους ακούς που τραγουδούν;
μη μ’ εμποδίζεις.
,
 Ξένε, παράξενα κοιτάς…
Πες μου, ποιος είσαι, τι ζητάς;
Δε σε γνωρίζω.
Μια Βηθλεέμ μικρή, φτωχή
σαν τότε πούχες γεννηθεί, λες, σου θυμίζω; 
,
 Μίλησε κι άλλο, αγνή φωνή·
να φτερουγίζει μου η ψυχή
νιώθω βαθειά μου·
έλα πιο μέσα, στην καρδιά
μη φεύγεις, μη … Μορφή γλυκειά,
μείνε κοντά μου.
, (Μ. Λαμπρινού)


ΣΤΗ ΦΑΤΝΗ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ
Φλόγες πετούν μέσα στη νύχτα,
φλόγες ανάβουν στην καρδιά,
απ’ άκρη σ’ άκρη τα ουράνια
λάμπουν, τριζοβολούνε τα κλαδιά

Γύρω απ’ την αναμμένη θράκα,
κάτι  προσμένουν οι βοσκοί
κάτι κι’ αυτοί δεν ξέρουν τι ‘ναι
κι όλο αφουγκράζονται σκυφτοί

Την ίδια ώρα κάποιοι μάγοι,
σχίζουν ραχούλες και βουνά,
με ένα αστρί για οδηγό τους,
τρέχουν, ντυμένοι γιορτινά

Έτσι και μένα η ψυχή μου,
σε πρόσμενε κάποιον καιρό
και στην καρδιά, πού ‘χε πεθάνει
ήρθες αθάνατο νερό

Κι’ όλη φλογίστηκε η νύχτα
και σώπασε ο κουρνιαχτός,
στη σκοτεινή, πικρή, ζωή μου
άστραψε στ’ αστεριού το φως

Όμως δεν έχω, Κύριέ μου,
ούτε λιβάνι, ούτε χρυσό,
μόνον τα δάκρυα τόσων πόνων
ποτάμι τώρα τα σκορπώ

Τ’ Αστρί Σου φώτισε κι’ εμένα,
έγιν’ η στήλη του πυρός,
γιατί στη φάτνη της ψυχής μου,
ήρθε, γεννήθηκε ο Χριστός. ---

Δευτέρα 11 Νοεμβρίου 2019

«έκαμεν δείπνον μέγα και εκάλεσεν πολλούς».


TO MEΓΑΛΟ ΔΕΊΠΝΟ. 

Ευαγγέλιον «κατά ΛΟΥΚΑΝ»,  κεφ. ΙΔ/14,  εδ. 16 - 24.

16 Ο δε είπε προς αυτόν Άνθρωπος τις έκαμε δείπνον μέγα και εκάλεσε πολλούς 
17 και απέστειλε τον δούλον αυτού τη ώρα του δείπνου διά να είπη προς τους κεκλημένους Έρχεσθε, επειδή πάντα είναι ήδη έτοιμα. 
18 Και ήρχισαν πάντες με μίαν γνώμην να παραιτώνται. Ο πρώτος είπε προς αυτόν Αγρόν ηγόρασα, και έχω ανάγκην να εξέλθω και να ίδω αυτόν παρακαλώ σε, έχε με παρητημένον. 
Και άλλος είπεν: Ηγόρασα πέντε ζεύγη βοών, και υπάγω να δοκιμάσω αυτά παρακαλώ σε, έχε με παρητημένον. 
20 και άλλος είπε: Γυναίκα ενυμφεύθην, και διά τούτο δεν δύναμαι να έλθω. 
21 Και ελθών ο δούλος εκείνος, απήγγειλε προς τον κύριον αυτού ταύτα. Τότε οργισθείς ο οικοδεσπότης, είπε προς τον δούλον αυτού Έξελθε ταχέως εις τας πλατείας και τας οδούς της πόλεως, και εισάγαγε εδώ τους πτωχούς και βεβλαμμένους και χωλούς και τυφλούς. 
22 Και είπεν ο δούλος Κύριε, έγεινεν ως προσέταξας, και είναι έτι τόπος. 
23 Και είπεν ο κύριος προς τον δούλον Έξελθε εις τας οδούς και φραγμούς και ανάγκασον να εισέλθωσι, διά να γεμισθή ο οίκός μου. 
24 Διότι σας λέγω ότι ουδείς των ανδρών εκείνων των κεκλημένων θέλει γευθή του δείπνου μου. 

        ΣΧΟΛΙΑ: 
       Πολλές φορές ο Κύριος Ιησούς, για να διδάξει τους ανθρώπους, μίλησε σ’ αυτούς με παραβολές, χρησιμοποιώντας εικόνες και παραδείγματα από την καθημερινή ζωή, για να μπορέσουν να καταλάβουν καλύτερα τις ουράνιες αλήθειες που τους αποκάλυπτε. Στην παραβολή που διαβάσαμε αναφέρονται: 
     Δείπνο μέγα. Ένα μεγάλο τραπέζι έκανε ένας άρχοντας, που δεν είναι άλλος από το Θεό της αγάπης και του Ελέους. Θέλει να ευχαριστήσει τους δικούς Του, αλλά θέλει και να χαρεί και ο ίδιος σ’ αυτό το τραπέζι. Ας θυμηθούμε την παραβολή του «ασώτου». Η εντολή του πατέρα ήταν: «φέρτε το μόσχο το σιτευτό, σφάξατε αυτό και φαγόντες ας ευφρανθώμεν» (Λουκάς ΙΕ/15: 11-32). Ο Κύριος μιλάει για ένα δείπνο που θα κάνει στον ουρανό για να τιμήσει τη Nύμφη Του, την Εκκλησία Του, αλλά και για το δείπνο ανάμνησής Του που πραγματοποιείται, σύμφωνα με την εντολή Του, για να θυμόμαστε τα πάθη Του και να καταγγέλλουμε «ενώπιον πάντων» το θάνατό Του για τις δικές μας αμαρτίες, μέχρι που να έρθει να παραλάβει την Εκκλησία Του για να την οδηγήσει εκεί που είναι Αυτός σύμφωνα με την υπόσχεσή Του: «υπάγω να σας ετοιμάσω τόπον, πάλιν έρχομαι και θέλω σας παραλάβει προς εμαυτόν, διά να είσθε και σεις, όπου είμαι εγώ» (Ιωάννης ΙΔ/14: 3). Ο λόγος του Θεού μας αναφέρει: «Μακάριος όστις φάγει άρτον εν τη βασιλεία του Θεού». Γεμάτος ευγνωμοσύνη προς το Θεό ο Δαβίδ αναφέρει: «Ητοίμασας έμπροσθέν μου τράπεζαν απέναντι των εχθρών μου, ήλειψας εν ελαίω την κεφαλήν μου, το ποτήριόν μου υπερχειλίζει» (Ψαλμός ΚΓ/23: 5). 
    Eκκάλεσε πολλούς. Έστειλε πολλές προσκλήσεις ο Κύριος με μεγάλη υπομονή και καρτερικότητα και συνεχίζει να στέλνει και σήμερα σε κάθε άνθρωπο μέσα από τους Ιεραποστόλους Του, μέσα από κάθε πιστό που διακηρύττει το Λόγο Του, ανανεώνει την πρόσκλησή Του. Ο Ευαγγελιστής "Ιωάννης" μιλώντας για το μεγαλείο της Θεϊκής αγάπης αναφωνεί: «Διότι τόσον ηγάπησεν ο Θεός τον κόσμον, ώστε έδωκε τον Υιόν αυτού τον μονογενή, δια να μη απολεσθή πας ο πιστεύων εις αυτόν, αλλά να έχει ζωήν αιώνιον» (Ιωάννης Γ/3: 16). Όλοι οι άνθρωποι είναι προσκεκλημένοι από το Θεό. Ο Θεός θέλει «πάντες να σωθούν και να έρθουν σε μετάνοια» (Β΄ Πέτρου Β/2: 9). Αυτή είναι η καρδιά και το «θέλω» του Θεού. Ο Θεός δεν απορρίπτει κανέναν. Η υπόσχεση του Κυρίου είναι: «όποιος πιστέψει έχει ζωή αιώνια» (Α΄ Ιωάννου Β/2: 25). Δεν είμαστε απόλυτα προορισμένοι από το Θεό, ώστε άλλοι να χαθούν και άλλοι να σωθούν. Αν ήταν έτσι, τι νόημα έχει να ζητάει ο Θεός μετάνοια από τους ανθρώπους; «Μετανοήσατε» φώναζε ο Ιωάννης ο Βαπτιστής, επειδή έφτασε η βασιλεία των ουρανών» (Ματθαίος Γ/3: 2). 
   Έρχεσθε. Ελάτε λέγει ο Κύριος. Η πρόσκλησή Του και σήμερα είναι: «πάντες οι διψώντες, έλθετε εις τα ύδατα και οι μη έχοντες αργύριον, έλθετε, αγοράσατε και φάγετε ναι έλθετε, αγοράσατε οίνον και γάλα άνευ αργυρίου και άνευ αντιτίμου» (Ησαΐας ΝΕ/55: 1). Ελάτε δίχως τιμή, δωρεάν, δε θα πληρώσετε. Το Ευαγγέλιο και σήμερα ακούγεται σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της γης δωρεάν. Ελάτε χωρίς όρους και όρια, χωρίς κανένα εμπόδιο, χωρίς καμία προϋπόθεση. Η πρόσκληση δεν είναι μόνον για ορισμένους προορισμένους, αλλά για όλους. Η Χάρις του Θεού προσφέρεται δωρεάν και σήμερα σε κάθε άνθρωπο που θα πιστέψει. «Διότι κατά χάριν είσθε σεσωσμένοι δια της πίστεως και τούτο δεν είναι από σας, Θεού το δώρον ουχί εξ έργων, δια να μη καυχηθή τις» (Εφεσίους Β/2: 8,9). Η πρόσκληση γράφει: «Έλθετε, γευματίσατε» (Ιωάννης ΚΑ/21: 12). 
     Επειδή πάντα είναι ήδη έτοιμα. Αυτή ακριβώς ήταν η τελευταία φράση που βγήκε από τα χείλη του Κυρίου πάνω στο σταυρό του Γολγοθά, καθώς άφηνε το πνεύμα Του «Τετέλεσται». Το Έργο της λύτρωσης του ανθρώπου που έκανε ο Θεός δια Ιησού Χριστού τελείωσε. Είναι τέλειο, είναι ολοκληρωμένο, όλα είναι έτοιμα από τον Θεό. Κανείς δε χρειάζεται να προσθέσει ή να αφαιρέσει, κανείς δε χρειάζεται να κάνει κάτι παραπάνω. Ό,τι ήταν αναγκαίο, για τη σωτηρία του ανθρώπου το έκανε, ο Θεός και το προσφέρει σε κάθε άνθρωπο που θα έρθει στην παρουσία Του, που ειλικρινά θα μετανοήσει για το αμαρτωλό παρελθόν του και θα το αποδεχθεί και θα πιστέψει σ' Αυτόν. 
      Ενώ όλα ήταν έτοιμα και οι προσκλήσεις είχαν σταλεί εμπρόθεσμα, συνέβη κάτι τραγικό, αλλά και πολύ προσβλητικό για τον οικοδεσπότη. 
    «παρακαλώ έχε με παραιτημένο». Όλοι οι προσκεκλημένοι πολύ ευγενικά, με ευτελείς δικαιολογίες ζήτησαν την κατανόηση του οικοδεσπότη, καθώς δε θα μπορούσαν να ανταποκριθούν στην πρόσκλησή Του και να παραβρεθούν στο δείπνο. Ο Κύριος καλεί όλους. Αναπολόγητος θα είναι εκείνη την ημέρα αυτός που θα αρνηθεί την πρόσκλησή Του. Αυτή η άρνηση είναι μια μεγάλη προσβολή για Εκείνον που έκανε μία τόσο μεγάλη προσπάθεια, για να τα ετοιμάσει όλα, για Εκείνον που έκανε ένα τόσο μεγάλο Έργο σωτηρίας. Διερωτάται ο συγγραφέας της επιστολής «προς Εβραίους» (κεφ. Β΄, εδ. 2,3) «Διότι εάν ο λόγος ο λαληθείς δι' αγγέλων έγεινε βέβαιος, και πάσα παράβασις και παρακοή έλαβε δικαίαν μισθαποδοσίαν, πως ημείς θέλομεν εκφύγει, εάν αμελήσωμεν τόσον μεγάλην σωτηρίαν;»
    Ο Κύριος, καθώς πλησιάζει προς την Ιερουσαλήμ κλαίγοντας, σκέπτεται όλες εκείνες τις προσκλήσεις που έστειλε κατά καιρούς στους κατοίκους της λέγοντας: «Ιερουσαλήμ, Ιερουσαλήμ, η φονεύουσα τους προφήτας και λιθοβολούσα τους απεσταλμένους προς αυτήν, ποσάκις ηθέλησα να συνάξω τα τέκνα σου καθ' ον τρόπον η όρνις τα ορνίθια εαυτής υπό τας πτέρυγας, και δεν ηθελήσατε» (Λουκάς ΙΓ/13: 34). Έστειλε πολλές προσκλήσεις ο Κύριος, είδαν, άκουσαν, γνώρισαν αλλά δεν ηθέλησαν. Ο Θεός ήθελε να μαζέψει το λαό Ισραήλ, αλλά αυτοί δε θέλησαν να ανταποκριθούν. Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει και σήμερα με τους ανθρώπους. 
      Ο Χριστός πέθανε πάνω στο σταυρό και πλήρωσε για τις αμαρτίες μας για να μπορεί κάθε άνθρωπος να ζήσει αιώνια κοντά στο Θεό. Από τη στάση που θα κρατήσει ο άνθρωπος μπροστά σ’ αυτήν τη μοναδική Θυσία θα εξαρτηθεί το αιώνιο μέλλον του. Ο άνθρωπος, που είναι πλασμένος από το Θεό ελεύθερος, έχει τη δυνατότητα να θέλει ή να μη θέλει, όμως για τις επιλογές του μια μέρα θα δώσει λόγο. Ο Θεός δεν προορίζει άλλους για σωτηρία και άλλους για καταστροφή. Μόνος του ο άνθρωπος μέσα στην ελευθερία του επιλέγει και παίρνει θέση απέναντι στο Θεό. Έτσι λοιπόν είναι φανερό ότι κανένας δε θα πάει στην κόλαση αν δεν το θελήσει. Στο βιβλίο των "Πράξεων" (κεφ. Ζ/7, εδ. 39) αναφέρεται: «Εις τον οποίον (Μωυσή) οι πατέρες ημών δεν ηθέλησαν να υπακούσωσιν, αλλ' απέβαλον και εστράφησαν εν ταις καρδίαις αυτών εις Αίγυπτον». Δεν άκουσαν το Μωυσή, που σημαίνει δεν άκουσαν το Θεό και στράφηκαν στην Αίγυπτο και εξαιτίας αυτής της ανυπακοής τους έμειναν μέσα στην έρημο. 
       «Αγρόν ηγόρασα». Η σύντομη αυτή φράση έχει γίνει παροιμιώδης και χρησιμοποιείται ως έκφραση "έσχατης αδιαφορίας" για κάποιο ζήτημα. Ο άνθρωπος αυτός αντιπροσωπεύει όλους εκείνους που θέλουν να έχουν όσο μπορούν περισσότερα υλικά αγαθά και μοχθούν καθημερινά για να τα αποκτήσουν. Πόσοι άνθρωποι, ανάμεσα στους αιώνες, δε προσκόλλησαν την καρδιά τους στα περιουσιακά τους στοιχεία, στα εφήμερα υλικά αγαθά του κόσμου τούτου. Ας θυμηθούμε τον «άφρονα πλούσιο» (Λουκάς ΙΒ/12: 16-17) τον νέον εκείνον που είχε πολλά κτήματα και λυπήθηκε πολύ και απομακρύνθηκε από τον Κύριο, όταν του είπε: «Πήγαινε να τα πουλήσεις και αφού σηκώσεις το σταυρό σου, ακολούθησέ με» (Ματθαίος ΙΘ/19: 17-23). Η πλεονεξία των ανθρώπων αυτών δεν τους αφήνει να φροντίσουν το χωράφι της ψυχής τους το οποίο αφήνουν ακαλλιέργητο και τελικά πνίγεται στα αγκάθια, τα χορτάρια και τα πολλά ζιζάνια. 
     «Δύο ζεύγη βοών». Ο άνθρωπος αυτός αντιπροσωπεύει όλους εκείνους που βάζουν στην πρώτη θέση της ζωής τους το επάγγελμά τους. Ναι, ν'    ακολουθήσω τον Κύριο, αλλά τι θα πουν στη δουλειά μου, στην κοινωνία; Μήπως μειωθεί η πελατεία μου, μήπως χάσω τη δουλειά μου; Μήπως δε θα μπορώ να έχω μία ραγδαία εξέλιξη κλπ. Όλα τούτα δεν είναι τίποτα άλλο, παρά ψέματα τα οποία έρχεται ο «πατήρ του ψεύδους» (Ιωάννης Η/8: 44) ο διάβολος να ψιθυρίσει σε κάθε ψυχή που θα λάβει την πρόσκληση του Χριστού. 
     «Γυναίκα ενυμφεύθην». Εδώ ανήκουν όλοι οι άνθρωποι που είναι πνιγμένοι με τις οικογενειακές ανάγκες και φροντίδες. Κύριο μέλημά τους είναι να αποκτήσουν όσο το δυνατόν περισσότερα υλικά αγαθά για τους ίδιους και για τα παιδιά τους και στην προσπάθειά τους αυτή αρνούνται τη συμμετοχή τους στο τραπέζι της Βασιλείας του Θεού. Γενικότερα το οικογενειακό και συγγενικό περιβάλλον ήταν πάντοτε ένα εμπόδιο, για να ακολουθήσει ο άνθρωπος το Θεό. Γι’ αυτό άλλωστε ο Χριστός είπε: «Θα χωρίσω μάνα από παιδί και νύφη από πεθερά» (Ματθαίος Ι/10: 35). Τούτος ο νέος θα μπορούσε να πάει στο δείπνο μαζί με τη γυναίκα του, δίδοντας την ευκαιρία της σωτηρίας και σ’ αυτήν, όμως δεν το έπραξε και έμειναν έξω από το τραπέζι της χαράς και οι δύο με τραγικές οι συνέπειες γι’ αυτούς.
     Ο Θεός δεν αποδοκιμάζει ούτε την απόκτηση αγρών ή άλλων αγαθών, ούτε τις επαγγελματικές μας ασχολίες, ούτε την οικογενειακή ζωή. Όλα αυτά, που είναι αναγκαία μέσα στη ζωή μας, ο Χριστός θα τα ευλογήσει και θα τα αυξήσει. Επέλεξε ο Κύριος αυτές τις δικαιολογίες ακριβώς, για να δείξει ότι ακόμα και καλά και αναγκαία πράγματα της καθημερινής μας ζωής μπορούν να μας σταθούν εμπόδιο στη σχέση μας με το Θεό, αν δεν προσέξουμε και δώσουμε σ’ αυτά την πρώτη θέση μέσα στην καρδιά μας και αναλώνουμε το χρόνο μας αποκλειστικά γι’ αυτά. 
   Η απόφαση του οικοδεσπότη, καθώς αντιμετωπίζει την προσβολή εξαιτίας της αδιαφορία των καλεσμένων Του είναι τρομερή. Ο Κύριος μας διαβεβαιώνει ότι κανένας από αυτούς που αρνήθηκαν την πρόσκλησή Του δε θα λάβει μέρος στη Βασιλεία Του. Με τον τρόπο αυτό δεν αποδοκιμάζει την απόκτηση αγρών ή αγαθών, ούτε τις επαγγελματικές ασχολίες ή την οικογενειακή ζωή των ανθρώπων που αρνήθηκαν ν' ανταποκριθούν στην πρόσκλησή Του. Αντίθετα ζητάει από τον καθένα μας να ιεραρχούμε τα γεγονότα στη ζωή μας, θέλοντας να τονίσει ότι αναγκαία και επιθυμητά πράγματα είναι δυνατόν να σταθούν εμπόδιο στο ν' αποκτήσουμε τη σωτηρία του Χριστού, αν δεν προσέξουμε και δε δώσουμε στον Κύριο την πρώτη θέση μέσα στην καρδιά μας. Είναι βέβαιο ότι και την οικογένειά μας και τις επαγγελματικές μας επιδιώξεις και τα υλικά αγαθά που έχουμε ανάγκη ο Χριστός θα τα ευλογήσει, αν  του δώσουμε την πρώτη θέση, αν Τον αφήσουμε να είναι ο κυρίαρχος σε κάθε τομέα της ζωής μας.   
     «Γεμίσατε τον οίκον».  Στο μεγάλο δείπνο της χάριτός Του, ο Θεός προσκάλεσε πρώτα το Ιουδαϊκό έθνος και στη συνέχεια, μετά την άρνησή τους, όλους αυτούς που δε μπορούν να κρύψουν την φτωχή, ασθενή και άθλια κατάστασή τους. Αυτό είναι το είδος των ανθρώπων που θα γεμίσει τον ουρανό. Έτσι λοιπόν μετά από την τόσο προσβλητική στάση των καλεσμένων, ο οικοδεσπότης στέλνει το δούλο Του μέσα στα σοκάκια, για να καλέσουν άλλους στο δείπνο που ήταν φτωχοί, χωλοί, βεβλαμμένοι, γιατί εκείνοι που είχε καλέσει ΔΕ ΘΕΛΗΣΑΝ να έρθουν. Εδώ υπάρχει ένα ακόμα ερώτημα που ανατρέπει στις διάφορες ανθρώπινες θεωρίες περί "απολύτου προορισμού" του ανθρώπου. Αν ο Θεός ήξερε ότι αυτοί οι άνθρωποι είναι προορισμένοι για καταστροφή, γιατί να τους καλέσει; Όμως η αλήθεια είναι ότι η αγάπη του Θεού είναι για όλους τους ανθρώπους (Β' Πέτρου Γ/3: 9). 
      Μην πιστέψεις ποτέ ψυχή ότι από τη δική σου συμπεριφορά θα εξαρτηθούν τα σχέδια του Θεού. Το δείπνο θα γίνει με σένα ή χωρίς εσένα. Ο οίκος θα γεμίσει, το δείπνο δεν θα αναβληθεί. Τη θέση τη δική σου, που «δεν ηθέλησες» θα λάβουν άνθρωποι που στα μάτια σου ήταν, μικροί, πτωχοί, αμαρτωλοί, που ήταν καταφρονημένοι από τους ανθρώπους, όμως δέχτηκαν την πρόσκληση και παραβρέθηκαν στο δείπνο. Στο μεγάλο δείπνο του ουρανού θα παραβρεθούν τελώνες και πόρνες εκείνη την ημέρα, ενώ Φαρισαίοι, που υποστηρίζουν ότι γνωρίζουν το Νόμο, νηστεύουν, αποδεκατίζουν κλπ (Λουκάς ΙΗ/18: 12), θα βρεθούν έξω από το τραπέζι της χαράς. 
     Τρεις είναι οι επιθυμίες που έντεχνα κάθε φορά μεταχειρίζεται ο εχθρός, για να κάνει τον άνθρωπο να αρνηθεί την πρόσκληση του Θεού: 1/ Επιθυμία της σαρκός, 2/ Επιθυμία των οφθαλμών, 3/ Αλαζονεία του βίου  (Α' Ιωάννουκεφ. Β/2, εδ. 16).  Την ημέρα της κρίσεως η ψυχή θα προσπαθεί να δικαιολογηθεί μπροστά στο Θεό, όμως ο Κύριος θα βγάλει και θα της παρουσιάσει την πρόσκληση που είχε επιστρέψει ή αγνοήσει. Ο Λόγος του Θεού αναφέρει ότι εκείνη την ημέρα ο Θεός «Θα φράξει παν στόμα» (Ρωμαίους Γ/3: 19). 
     «ελθών ο δούλος». Μέσα σε τούτη την παραβολή υπάρχει ένα πρόσωπο την συμπεριφορά του οποίου θα πρέπει να εξετάσουμε με ιδιαίτερη προσοχή. Πρόκειται για το δούλο στον οποίο ο Βασιλιάς ανέθεσε κάποια σοβαρή αποστολή. Τούτος ο δούλος, πιστός κατά πάντα εις τον Κύριο του, είναι η εικόνα του πιστού ανθρώπου, του αναγεννημένου παιδιού του Θεού, εκείνου που έλαβε «χάρη και αποστολή» (Ρωμαίους Α/1: 5), εκείνου που υπάκουσε κατά πάντα στο θέλημα του βασιλιά, στην εντολή Του: «πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τα έθνη» (Ματθαίος ΚΗ/28: 19). 
     Όταν οι άνθρωποι προορίζουν κάποιον, για να αναλάβει μια αποστολή, προσπαθούν να βρουν έναν άνθρωπο που να είναι ικανός, να έχει γνώσεις, να είναι έξυπνος κλπ. Ο Θεός εργάζεται με τελείως διαφορετικό τρόπο. Όταν θέλει να χρησιμοποιήσει κάποιον στο δικό Του αγρό, διαλέγει «τα μη όντα, τα ασθενή, τα πτωχά, τα αγενή, τα εξουθενωμένα του κόσμου τούτου» (Α΄ Κορινθίους Α/1: 28). Ο Θεός «αδειάζει» τον άνθρωπο, για να μείνει μέσα στην καρδιά του μόνο μία παράσταση «Ιησούς Χριστός και τούτος εσταυρωμένος» (Α΄ Κορινθίους Α/1: 23). Άδειασε τον Μωυσή από όλη τη σοφία των Αιγυπτίων. Άδειασε τον Απ. Παύλο από όλα όσα κατείχε «Τα πάντα θεωρώ σκύβαλα μπροστά στο έξοχο της γνώσεως του Ιησού Χριστού» γράφει ο Απ. Παύλος (Φιλιππησίους Γ/3: 8). Ο άνθρωπος που θέλει να γίνει συνεργός του Θεού θα πρέπει να ζητάει από το Θεό να τον «αδειάσει». Να του δείχνει την αναξιότητά του, να του θυμίζει ότι η πλάση του είναι από χώμα (Ψαλμός ΡΓ/103: 14).
      Ο δούλος της παραβολής ένα σκοπό είχε να υπηρετεί τον Βασιλιά και το θέλημά Του. Δεν είχε κανένα λόγο για την προετοιμασία του δείπνου, δεν είχε κανένα λόγο να πει αν το δείπνο είχε προετοιμαστεί σωστά ή δεν είχε. Επίσης δεν είχε λόγο για το πρόσωπα που ο οικοδεσπότης θα καλούσε. Στάλθηκε σε μια αποστολή και θα έπρεπε να είναι έτοιμος, όχι για υποδοχές και χειροκροτήματα, αλλά για προσβολές, για διωγμούς, για περιφρόνηση, γιατί «πάντες οι θέλοντες να ζώσιν ευσεβώς εν Χριστώ Ιησού θέλουσι διωχθή» (Β΄ Τιμοθέου Γ/3: 12). 
      Έτσι λοιπόν, αφού πήγε, είπε αυτά που ο άρχοντας του είχε πει, δεν πρόσθεσε ούτε αφαίρεσε κάτι απ’ αυτά, επέστρεψε μεταφέροντας τα δυσάρεστα νέα. Η αποστολή του είχε πλέον τελειώσει. Ήταν έτοιμος να λάβει νέες εντολές. Παίρνει την εντολή να βγει στους δρόμους (από τους δρόμους της αμαρτίας και της ασωτίας μας μάζεψε ο Κύριος) και αφού μιλήσει με κουτσούς, με βρώμικους, με ταλαίπωρους, να τους καλέσει να έρθουν στο δείπνο: «Ελάτε όπως είσαστε. Το αφεντικό μου σας αγαπάει και σας περιμένει», επιστρέφει στον Βασιλιά με ένα πλήθος ανθρώπων και είναι έτοιμος να λάβει καινούργια εντολή. Η νέα εντολή του οικοδεσπότη ήταν «ξανά πήγαινε. Ανάγκασε και άλλους. Πρέπει ο οίκος μου να γεμίσει». Βλέπουμε ένα δούλο, ακούραστο, πιστό, δεν προβάλλει τον εαυτόν του, δε λέει δικά του πράγματα. Χαρά του είναι το θέλημα του Κυρίου του. 
     Ίσως κάποιος πει: «Δύσκολα πράγματα τούτα». Όμως τίποτα δεν είναι δύσκολο, όπου είναι ο Κύριος και όπου γίνεται κάτι για τον Κύριο. Ο Κύριος είναι εκείνος που δίνει λύσεις, που ελευθερώνει τους δέσμιους, που υποτάσσει τους υπερήφανους. Φτάνει εμείς να σταθούμε, όπως ο Θεός μας θέλει, αποβλέποντες στη δόξα Του και όχι στη δόξα τη δική μας. Ο Θεός μπορεί όλους να τους χρησιμοποιήσει στον αγρό το δικό Του, φτάνει να εργαστούμε με τους δικούς Του όρους, απερίσπαστοι και έτοιμοι να εκτελέσουμε τις εντολές Του. Προϋπόθεση είναι να αδειάσει η καρδιά από κάθε τι γήινο και ανθρώπινο, για να τη γεμίσει ο Κύριος με το Πνεύμα το δικό Του, γι’ αυτό απαιτείται τέλεια και ολοκληρωτική παράδοση του ανθρώπου στα χέρια του Θεού. 
      Ψυχή, άδειασε, γέμισε, μείνε κοντά σε Εκείνον, περίμενε, επέμενε, πίστευε και ο Κύριος θα έρθει να σε βρει, για να σου αναθέσει ένα μικρό έργο. Θα είναι μικρό, όσο μεγάλο κι αν είναι σε σχέση με την προσφορά Του, που είναι αιώνια ζωή κοντά Του. Εκείνη την ημέρα ο Κύριος θα σε ξεχωρίσει, θα σε καλέσει να έρθεις μπροστά, για να σε αντικρίσουν όλοι εκείνοι που αρνήθηκαν την πρόσκλησή Του, για να σου απονείμει το στέφανο της δόξης, για να πει ενώπιον  πάντων: «Εύγε δούλε αγαθέ και πιστέ, εις τα ολίγα εστάθεις πιστός, σε πολλά θέλω σε καταστήσει, είσελθε εις την χαράν του Κυρίου σου» (Ματθαίος ΚΕ/25: 21). Ο δούλος της παραβολής αποτελεί ένα τέλειο υπόδειγμα για τον κάθε άνθρωπο που θέλει ειλικρινά να εργαστεί για τη δόξα του Θεού και για την σωτηρία αθανάτων ψυχών, που είναι χαμένες μέσα στην αμαρτία, που αρνήθηκαν την πρόσκληση Εκείνου, που τους πλάνησε ο εχθρός με τα ψέματά του. 
       Μια ιστορία λέει: Ο Δήμαρχος μιας πόλης συνήθιζε να κάνει κάθε πρωτοχρονιά μια μεγάλη γιορτή. Προσκεκλημένοι ήταν όλοι οι φτωχοί και οι άστεγοι του Δήμου. Εκεί εύρισκαν ζεστασιά, στοργή, συντροφιά και άφθονο φαγητό. Περνούσαν όμορφα και το βράδυ έφευγαν φορτωμένοι με προμήθειες. Ένας ηλικιωμένος φτωχός και μόνος, ερχόταν από πολύ μακριά απαραίτητα κάθε χρόνο ακόμα και με κακοκαιρία, γιατί έλεγε: "Είμαι προσκαλεσμένος του Δημάρχου. Το τραπέζι το κάνει για ανθρώπους σαν και μένα.  Πρέπει να πάω, δε μπορών να λείψω από αυτή τη γιορτή!". Μ' έχει προσκαλέσει προσωπικά ο Δήμαρχος. Είμαι προσκεκλημένος του Δημάρχου. Ψυχή είσαι προσκεκλημένη του Θεού, ποτέ μην το ξεχάσεις, ποτέ μην το αγνοήσεις. 
         Αλήθεια πόσο μοιάζει αυτή η ιστορία με το μεγάλο δείπνο της χάριτος του Θεού στο οποίο είναι προσκαλεσμένοι όλοι οι αμαρτωλοί που έχουν  συναίσθηση της κατάστασής τους και εκτιμούν την αξία της πρόσκλησης του Χριστού (Ματθαίος ΙΑ/11: 28). Αυτή η πρόσκληση απευθύνεται και σε σένα, ψυχή. Είσαι προσκεκλημένος από τον Ουράνιο Πατέρα, ανταποκρίσου στην πρόσκληση με ευγνωμοσύνη, για να μη λείψεις από τη μεγάλη γιορτή του ουρανού.
     «είναι έτι τόπος». Πριν κλείσουμε τη μελέτη, ας θυμηθούμε τα παρήγορα λόγια του Κυρίου. "Υπάρχει ακόμα τόπος" που σημαίνει ότι υπάρχει ακόμα ελπίδα σωτηρίας. Η θύρα της κιβωτού ακόμα δεν έκλεισε. Η Χάρις και το Έλεος του Θεού δε σταμάτησαν να ψάχνουν το «απολωλός» για να το σώσουν από τα χέρια του εχθρού. Παρά την πεισματική απόρριψη χθες και προχθές. Παρά τα επανειλημμένα μας "έχε με παρατημένο" ο Θεός ακόμα περιμένει, ακόμα ελπίζει, ακόμα προσκαλεί. Ναι υπάρχει ακόμα τόπος για τον άνθρωπο, που θα μεταμεληθεί για το αμαρτωλό παρελθόν του και θα θελήσει να καθίσει στο τραπέζι του ουρανού. Το Πνεύμα το Άγιο παραγγέλλει και σήμερα σε κάθε ψυχή:  «ιδού τώρα καιρός ευπρόσδεκτος, ιδού, τώρα ημέρα σωτηρίας» (Β΄ Κορινθίους Σ/6: 2).---

Τετάρτη 23 Οκτωβρίου 2019

Η ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΉ ΜΕΤΑΡΡΎΘΜΙΣΗ.

Εορτασμός επετείου έναρξης θρησκευτικής μεταρρύθμισης. 

 ΕΙΣΑΓΩΓΗ 

      Κάθε χρόνο το μήνα Οκτώβριο διοργανώνονται εκδηλώσεις από οργανώσεις, εκκλησίες και άλλα χριστιανικά κέντρα, για τον εορτασμό της έναρξης της θρησκευτικής μεταρρύθμισης. Με την ευκαιρία αυτή αναλύεται από φωτισμένους πνευματικούς ανθρώπους η καταλυτική επίδραση που είχε η μεταρρύθμιση σε όλο τον κόσμο στη διαμόρφωση της πολιτιστικής φυσιογνωμίας και ιδιαίτερα στην Ευρωπαϊκή και την Αμερικανική ήπειρο. 
      Από τις αρχές του 16ου αιώνα καθώς η σκοτεινή περίοδος του Μεσαίωνα φτάνει στο τέλος της, οι φωνές διαμαρτυρίας για την ηθική διαφθορά της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας όλο και πληθαίνουν. Οι ανώτεροι κληρικοί, έχοντας αντικαταστήσει στη συνείδησή τους το “Χριστό” με το “χρυσό”, ανταγωνίζονται τους ηγεμόνες στη χλιδή και την πολυτελή διαβίωση, χωρίς να ενδιαφέρονται για το ποίμνιό τους, ενώ οι κατώτεροι είναι παραμελημένοι και ζουν μέσα στην αμάθεια και τη δεισιδαιμονία. 
    Η εκκλησία έχοντας υποτιμήσει το λόγο του Θεού όχι μόνον αδυνατεί να καθοδηγήσει πνευματικά τους ανθρώπους, αλλά βρίσκει μεθόδους να τους εκμεταλλεύεται με τον πλέον αισχρό, ανήθικο και ελεεινό τρόπο, επιβεβαιώνοντας τα λόγια του Χριστού: «φορτίζετε τους ανθρώπους φορτία δυσβάστακτα, και σεις με ένα των δακτύλων σας δεν εγγίζετε τα φορτία» (Λουκάς ΙΑ/11: 46). Έτσι, θέλοντας να ανταποκριθεί στις εύλογες ανησυχίες των ανθρώπων και το μεταθανάτιο φόβο τους για την κόλαση, πουλάει στους πιστούς έγγραφα άφεσης των αμαρτιών τους, τα λεγόμενα συγχωροχάρτια. 
      Την περίοδο αυτή κάποιοι άνθρωποι φωτισμένοι από το Πνεύμα του Θεού καταδικάζουν αυτές τις ανέντιμες πρακτικές της Εκκλησίας. Αντιδρούν με κάθε τρόπο προσπαθώντας να βγάλουν τους ανθρώπους μέσα από το λήθαργο, την άγνοια και την πνευματική οπισθοδρόμηση και να τους οδηγήσουν δια του Ευαγγελίου «εις πάσαν την αλήθειαν» (Ιωάννης ΙΣ/16: 13). 
     Πρωτοπόρος των διαμαρτυριών αναδεικνύεται ο μοναχός και θεολόγος Μαρτίνος Λούθηρος, ο οποίος με αφορμή μία άδεια που εξέδωσε ο πάπας Λέων Γ για μαζική έκδοση και πώληση εγγράφων άφεσης αμαρτιών (συγχωροχάρτια) θυροκόλλησε στις 31 Οκτωβρίου του 1517 σε εκκλησία της Βιτεμβέργης έναν κατάλογο από 95 θέσεις. Επρόκειτο για μία σειρά επιχειρημάτων που καταδίκαζαν τα συγχωροχάρτια και αμφισβητούσαν τις παπικές απόψεις και σε άλλα δογματικά ζητήματα. Ο πάπας αντέδρασε αφορίζοντας το Λούθηρο ως αιρετικό. 
     Η παρούσα μελέτη μου αποτελεί ειδική αναφορά στη Θρησκευτική Μεταρρύθμιση του 16ου αιώνα, που πάνω απ’ όλα είχε σαν αποτέλεσμα να επαναφέρει στη συνείδηση των ανθρώπων την πίστη καθώς και την προσωπική, αληθινή, πνευματική σχέση που θα πρέπει να συνδέει τον άνθρωπο με το Θεό. «οι αληθινοί προσκυνηταί θέλουσι προσκυνήσει τον Πατέρα εν πνεύματι και αληθεία» (κατά Ιωάννην, κεφ. Δ/4, εδ. 23). 

 Επιστολή «προς Ρωμαίους» (κεφ. Α/1΄, εδ. 17).     «Ο δίκαιος θέλει ζήσει, εκ πίστεως». 

     Τριάντα μόλις χρόνια μετά την ανάσταση και ανάληψη του Κυρίου μας Ιησού Χριστού το Πνεύμα του Θεού μέσα από το βιβλίο της "Αποκάλυψης" και συγκεκριμένα από την επιστολή προς την εκκλησία της «Εφέσου» "Αποκάλυψη" (κεφ. Β/2, εδ. 4) εκφράζει ένα παράπονο: «την αγάπη σου την πρώτη αφήκες». Η εκκλησία αυτή αγαπούσε το Θεό, αλλά όχι με εκείνη θερμή αγάπη με την οποία είχε ξεκινήσει. 
     Στις εκατονταετηρίδες που ακολούθησαν η επονομαζόμενη χριστιανική εκκλησία συνεχίζει τον πνευματικό της κατήφορο με αποκορύφωμα την περίοδο του Μεσαίωνα, η οποία αρχίζει από τον 5ο αιώνα μ.Χ. και φτάνει μέχρι την πτώση της Κωνσταντινουπόλεως. Πρόκειται για περίοδο πνευματικής οπισθοδρόμησης με την επικράτηση του σκοταδισμού, τον οποίο επέβαλε η ονομαζόμενη «εκκλησία» με την επιβολή ενός στείρου και άκρατου θρησκευτικού φανατισμού.
      Αιτία της άθλιας αυτής κατάστασης, στην οποία περιήλθε η διδασκαλία και η λατρευτική ζωή της Εκκλησίας κατά τη μεσαιωνική περίοδο, ήταν το ότι η Αγία Γραφή απωθήθηκε από το εκκλησιαστικό κατεστημένο στο περιθώριο της θρησκευτικής ζωής. Πολύ σπάνια συναντούσες ανθρώπους που είχαν προσωπική επαφή με το λόγο του Θεού. Το μεγάλο πλήθος των χριστιανών οι θρησκευτικοί ηγέτες το κρατούσαν μακριά από την Αγία Γραφή. Γενεές ολόκληρες έρχονταν και έφευγαν χωρίς να έχουν διαβάσει ούτε μία αράδα από το βιβλίο του Θεού. 
    Το Λόγο του Θεού κατά τη χρονική αυτή περίοδο αντικατέστησε ένα σύστημα γραπτών και προφορικών παραδόσεων, που είχαν δήθεν την αρχή τους στους ίδιους του Αποστόλους. Έτσι σιγά – σιγά έγινε βασικός θεσμός η «παράδοση», η οποία απέκτησε μεγαλύτερη αξία και ισχύ από την Αγία Γραφή. Έφτασε καιρός που ακόμα και ανοικτό πόλεμο εναντίον της Αγίας Γραφής κήρυξε η Εκκλησία και πολλά χειρόγραφα της Αγίας Γραφής οι εκπρόσωποι της «εκκλησίας» τα έριχναν στη φωτιά. 
    Ο εχθρός στην αρχή πολέμησε την Αγία Γραφή μέσα από όλους εκείνους τους ειδωλολάτρες Αυτοκράτορες της Ρώμης. Σιγά – σιγά όμως μπήκε και μέσα στην εκκλησία και πολέμησε την Αγία Γραφή μέσα από την εκκλησία. Παράλληλα με τον παραγκωνισμό της Αγίας Γραφής κάθε έρευνα επί θρησκευτικών ζητημάτων σταμάτησε. Ο χριστιανός όφειλε πιστά και τυφλά να κάνει ό,τι έλεγε η «εκκλησία», ό,τι έλεγε ο αμαθής και φανατικός κλήρος και τίποτα περισσότερο. 
     Την μεγάλη εκτροπή από την ορθή πίστη έφεραν τρία «τείχη» που είχε υψώσει το παπικό κράτος:  
1/ Ο διαχωρισμός των πιστών σε κλήρο και σε λαό. 
2/ Η αξίωση του Πάπα να ανήκει αποκλειστικά σ’ αυτόν το δικαίωμα της ερμηνείας της Αγίας Γραφής, 
3/ Το αποκλειστικό δικαίωμά του να συγκαλεί Συνόδους. 
     Με τον τρόπο αυτό λοιπόν σιγά, αλλά σταθερά παραγκωνίστηκε η Αγία Γραφή και τη θέση της πήρε η "Ιερή Παράδοση", κύρια στοιχεία της οποίας είναι : 

      1/ Οι «Άγιοι». Μία από τις αλλαγές που υπέστη η εκκλησία ήταν η καθιέρωση των «Αγίων» και το υποτιθέμενο έργο τους. Η φράση Άγιος αναφέρεται σε πάρα πολλά σημεία μέσα στην Καινή Διαθήκη (Ρωμαίους Α/1: 7, Ρωμαίους ΙΒ/12: 13, ΙΣ/16: 15, Α΄ Κορινθίους Α/1: 2, Β΄ Κορινθίους Α/1: 1, Εφεσίους Α/1: 1, Β/2: 19, Γ/3: 18, Φιλιππισίους Α/1: 1, Δ/4: 22, Κολοσαείς Α/1: 26). 
     Ο όρος «Άγιος» χρησιμοποιείται στην Καινή Διαθήκη, για να χαρακτηρίζει όλους τους ζωντανούς πιστούς του Χριστού που είναι μέλη της Εκκλησίας. Δεν αναφέρεται σε πιστούς, οι οποίοι μαρτύρησαν για τη πίστη, αλλά σε ζωντανούς ανθρώπους που είναι μέλη τοπικών εκκλησιών. Όταν ο Απόστολος Παύλος στην Επιστολή "προς Εφεσιους", αναφέρεται «προς τους Αγίους τους όντας εν Εφέσω» (Εφεσίους Α/1: 1), δεν αναφέρεται σε νεκρούς αλλά στους ζωντανούς πιστούς που ζούσαν στην Έφεσο. 
      Αυτό σιγά – σιγά εξέπεσε και η εκκλησία αρχίζει να χαρακτηρίζει "Αγίους" ανθρώπους που είχαν μαρτυρήσει ή είχαν ομολογήσει για το Θεό και είχαν πεθάνει. Με την πάροδο των χρόνων και σύμφωνα με τη θέληση των εκάστοτε θρησκευτικών ηγετών απονεμήθηκε ο τίτλος του «Αγίου» σε ένα πολύ μεγάλο πλήθος ανθρώπων. Αυτό το φαινόμενο δεν ήταν τίποτα άλλο παρά η αναβίωση του αρχαίου πολυθεϊσμού και των αντίστοιχων θεοτήτων του αρχαίου ειδωλολατρικού κόσμου. Μαζί με τους «Αγίους» ήρθαν και οι διάφορες "εικόνες των Αγίων", για τις οποίες πολλοί από τους κατόχους τους έλεγαν ότι είχαν υπερφυσικές δυνάμεις. 
    Το αποκορύφωμα της ασέβειας και η πλήρη διαστροφή της αλήθειας ήταν όταν οι διάφοροι «Άγιοι» άρχισαν να αντιποιούνται ιδιότητες και έργα του Χριστού. Και ενώ ό Χριστός είχε διακηρύξει : «Ελάτε σε μένα όλοι οι κουρασμένοι και οι φορτωμένοι και Εγώ θα σας αναπαύσω» (Ματθαίος ΙΑ/11: 28), οι άνθρωποι έστελναν τους ανθρώπους σε άλλους ανθρώπους και μάλιστα σε νεκρούς ανθρώπους. Ενώ ο Απόστολος Παύλος με κατηγορηματικό τρόπο και με απόλυτη σαφήνεια είχε διακηρύξει: «Ένας είναι ο Θεός, ένας και ο μεσίτης ανάμεσα στο Θεό και τους ανθρώπους ο Ιησούς Χριστός» (Α΄ Τιμοθέου Β/2: 5), η "εκκλησία" δε δίσταζε και δε διστάζει μέχρι σήμερα να στέλνει τον πονεμένο και κουρασμένο και φορτωμένο από την αμαρτία άνθρωπο, μακριά από τον μοναδικό Σωτήρα, τον Ιησού Χριστό, να τον στέλνει σε ανθρώπινους "μεσίτες", που δεν μπορούν να του προσφέρουν τίποτα απολύτως. Διότι όπως διακήρυξε ο Απόστολος Πέτρος την ημέρα της Πεντηκοστής: «δεν υπάρχει δι’ ενός άλλου η σωτηρία, διότι ούτε όνομα άλλο είναι υπό τον ουρανό δεδομένο μεταξύ των ανθρώπων, δια του οποίου πρέπει να σωθούμε» (Πράξεις Αποστόλων Δ/4: 12). 

      2. Τα «ιερά» λείψανα. Η διαστροφή της αλήθειας και ο πνευματικός κατήφορος δεν έχει τελειωμό. Κήρυτταν στους πιστούς ότι υλικά αντικείμενα που είχαν έρθει σε επαφή με τον Ιησού Χριστό, με την κατά σάρκα μητέρα Του την Μαρία ή με κάποιον από τους «Αγίους» είχαν υπερφυσικές δυνάμεις και προσέφεραν θεραπεία και προστασία στον καθένα που θα τα άγγιζε ή θα τα προσέγγιζε. Έτσι φτάσαμε και στις μέρες μας, να προσκυνάνε οι άνθρωποι τις παντόφλες ή τη ζώνη της Παναγίας και πολλά άλλα. Επίσης οι άνθρωποι άρχισαν να πιστεύουν ότι μέσα από τα διάφορα λείψανα των λεγομένων «αγίων» μπορούσε να διοχετευτεί η δύναμη του ουρανού στη ζωή του πιστού ανθρώπου. 
      Μετά απ’ αυτά ήταν αναπόφευκτο πλέον ν' ανοίξει έτσι ο δρόμος σε μια αισχρή εκμετάλλευση της άγνοιας και του θρησκευτικού συναισθήματος των ανθρώπων. Προσέφεραν μια σκλήθρα ξύλου στον αμαθή λαό και έλεγαν ότι ήταν ένα κομμάτι από το σταυρό του Χριστού. Το χαρακτήριζαν δήθεν «τίμιο ξύλο». Ο ευσεβής λόγιος της αναγέννησης, ο Έρασμος (1466 - 1536), είχε πει ότι: «με τα κομμάτια του σταυρού του Χριστού, που είχαν στην κατοχή τους οι ναοί και τα μοναστήρια της Ευρώπης, θα μπορούσε να ναυπηγηθεί ένα ολόκληρο καράβι». Ήταν γεμάτες με λειψανοθήκες οι εκκλησίες και τις εκμεταλλευόταν, για να βγάζουν εύκολο κέρδος. Όλα τα μεγάλα μοναστήρια αγωνίζονταν να αποκτήσουν τη φήμη ότι διέθεταν πλούσια συλλογή λειψάνων, γιατί έτσι τα επισκέπτονταν περισσότεροι άνθρωποι και με τον τρόπο αυτό αύξαναν τα κέρδη και τις εισπράξεις τους. 
     Η ιερή αγυρτεία συνεχίζεται και στις ημέρες μας. Ο Κυριάκος Σιμόπουλος (1921 – 2001) στο βιβλίο του «Ξένοι ταξιδιώτες στην Ελλάδα», τόμος Α΄, αναφέρει ότι κατέγραψε: 26 κάρες του αγ. Ιουλιανού, 10 του Ιωάννη του Βαπτιστή, 6 κάρες του Αγ. Αντρέα, 37 σώματα του αγ. Παγκρατίου, 6 κάρες του αγ. Ιγνατίου και αμέτρητα χέρια και πόδια του, παρ’ όλο που το συναξάρι του λέει πως έγινε βορά των θηρίων. Ο ίδιος μέτρησε τα λείψανα της αγίας Μαρίνας που σώζονται σε μονές, ανάμεσά τους και σε δέκα μοναστήρια και σκήτες του Αγ. Όρους. 
     Ο πρωτομάρτυρας Στέφανος δολοφονήθηκε δια λιθοβολισμού (Πράξεις Ζ/7: 58). Το υποτιθέμενο πτώμα του κατατεμαχίστηκε και μοιράστηκε σε κομματάκια στα διάφορα μοναστήρια προς άγραν πελατείας. Τα εντόπισε ο παλιός πρόεδρος της «Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών», Γ. Καρανικόλας (1918 – 1996), όπως αναφέρει στο βιβλίο του «Ρασοφόροι, συμφορά του Έθνους»-1η εκδ.1976. Στη Νέα Σαφράμπολη Αττικής (τμήμα αριστερού ποδιού), στις Μονές Κασταμονίτου (δεξιό χέρι), Μεγίστης Λαύρας (κεφάλι), Ξενοφώντος (τμήμα κεφαλιού), Παντοκράτορος (σαγόνι), Διονυσίου (άλλο σαγόνι), Ιβήρων, Ζωγράφου, Σταυρονικήτα, και στο ναό Ζωοδόχου Πηγής Μεσημβρίας (άλλο κομμάτι του κεφαλιού του). 
     Πόσο μακριά είναι όλα αυτά από τις διακηρύξεις του ιδρυτή της Εκκλησίας: «ο Θεός είναι πνεύμα και εκείνοι που τον προσκυνούν, με πνεύμα και αλήθεια πρέπει να τον προσκυνούν» (Ιωάννης Δ/4: 24). Αντί να στρέφει η εκκλησία τον κόσμο προς το Θεό, τον έστρεφε και τον στρέφει σε υλικά αντικείμενα, «χάριν αισχρού κέρδους» (επιστολή Τίτο Α/1: 11). 
      Οι «αφέσεις». Ο πάπας Γρηγόριος Α΄ (590 – 605) ήταν που θεσμοθέτησε το δόγμα ότι ανάμεσα στη γη και στον ουρανό υπάρχει ένα ενδιάμεσος χώρος, που λειτουργεί το «Καθαρτήριο Πυρ», το οποίο με την εφαρμογή ενός συστήματος τιμωριών καθαρίζει την ψυχή από τις αμαρτίες της και την κάνει ικανή να προχωρήσει στον ουρανό. Διακήρυτταν ότι ο Ιησούς Χριστός και οι Άγιοι χάρη στις εξαιρετικές αρετές τους όσο ζούσαν σ’ αυτόν τον κόσμο, συσσώρευσαν στον ουρανό ένα πλεόνασμα χάρης, από το οποίο μπορεί να αντλεί η Εκκλησία, για να ικανοποιεί τις ανάγκες των κοινών θνητών. 
     Αυτή τη χάρη μπορούσε να την εκμεταλλευτεί η εκκλησία και να καθαρίζει τους ανθρώπους από τις αμαρτίες τους. Έτσι φτάσαμε η εκκλησία να εκδίδει τα λεγόμενα «συγχωροχάρτια», τα οποία πλήρωναν οι άνθρωποι, για να τα αποκτήσουν, προκειμένου να συγχωρεθούν οι αμαρτίες τους. Με τον τρόπο αυτό δημιουργήθηκε μια τεράστια «επιχείρηση», που προσέφερε πολύ μεγάλα οικονομικά κέρδη στην εκκλησία. Όλο και πιο πολύ επικρατούσε η πεποίθηση ότι με την αγορά συχωροχαρτιών από την εκκλησία μπορούσες να αγοράσεις τη σωτηρία σου. Σε τέτοιο βαθμό ηθικής κατάπτωσης και απόλυτου εξευτελισμού έφερε την εκκλησία η δίψα του χρήματος, ώστε επιτρεπόταν να αγοράσει κάποιος «άφεση» ακόμα και για αμαρτήματα που δεν είχε διαπράξει, για να έχει την ευχέρεια να τα απολαύσει με την άνεσή του, έχοντας εκ των προτέρων εξασφαλίσει τη συγχώρηση του Θεού. Η έκδοση των «αφέσεων» κορυφώθηκε από τον πάπα Ουρβανό Β΄ (1088 – 1099). Ο πάπας Ιούλιος Β΄(1503 – 1513) εξέδωσε συχωροχάρτια, για να συγκεντρώσει χρήματα και να οικοδομήσει το ναό του Αγίου Πέτρου στη Ρώμη. Ο πάπας Σίξτος Δ΄ (1471 – 1484) ήταν ο πρώτος που επεξέτεινε το σύστημα των «αφέσεων» και στους νεκρούς. Οι επιζώντες συγγενείς ή φίλοι αγόραζαν συγχωροχάρτια για τους νεκρούς τους, οι οποίοι με τον τρόπο αυτό δικαιώνονταν μετά θάνατο. 
      Η ιστορική επιστήμη έχει τεκμηριώσει ότι και η Ανατολική Εκκλησία δεν υπήρξε άμοιρη τέτοιων πρακτικών (μελέτη Φ. Ηλιού με τίτλο «Συγχωροχάρτια», που δημοσιεύτηκε σε δύο μέρη στο έγκριτο περιοδικό «Τα ιστορικά». Το Α΄ μέρος δημοσιεύτηκε στο τεύχος 1 & το β΄ μέρος στο τεύχος 3). 

     Σ΄ αυτήν την κατάσταση πολλοί πνευματικοί άνθρωποι άρχισαν να αντιδρούν. Δημιουργήθηκε το κίνημα του Ιωάννη Ουϊκλιφ (1320 - 1384 μ.Χ.) καθηγητή φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης. Δημιουργήθηκε το κίνημα του Ιωάννη Χούς (1372 - 1415), τον οποίο η Ιερά Εξέταση έκαψε στη φωτιά και άλλα.
      Στα κινήματα που ζητούσαν την αναμόρφωση της εκκλησίας είχε ενταχθεί και ένα μοναχός ονόματι Μαρτίνος Λούθηρος, που είχε γεννηθεί στις 10-11-1483 και ήταν το πρώτο από τα έξι παιδιά του Χάνς και της Μαργαρίτας. Ο Λούθηρος ως μοναχός εφάρμοζε και αυτός όλα όσα έλεγε η εκκλησία. Ενώ όμως τηρούσε όλους τους τύπους, τις νηστείες, τις σκληραγωγίες, η ψυχή του δεν έβρισκε ικανοποίηση και καμία βεβαιότητα σωτηρίας δεν υπήρχε μέσα του. 
     Μία μέρα, καθώς διάβαζε την Αγία Γραφή, ξαφνιάστηκε με τη φράση του Αποστόλου Παύλου στην επιστολή «προς Ρωμαίους» : «ο δε δίκαιος θα ζήσει, δια της πίστεως» (Ρωμαίους Α/1: 17). Αυτή είναι η μεγαλύτερη αποκάλυψη που έκανε ο Θεός στον προφήτη Αββακούμ 650 χρόνια π.Χ. (βιβλίο Αββακούμε Β/2: 4). Καθώς μελετούσε τούτες τις φράσεις, επήλθε μέσα του μια μεγάλη μεταστροφή όμοια με εκείνη τη μεταστροφή που ήρθε μέσα στην καρδιά του Σαύλου, μετέπειτα Αποστόλου Παύλου, καθώς βάδιζε στο δρόμο προς την Δαμασκό (Πράξεις Θ/9: 3). Έτσι ξεκίνησε η αναμόρφωση της εκκλησίας του 16ου αιώνα με σύνθημά της το παραπάνω εδάφιο, που έφερε και πάλι στον άνθρωπο την ελευθερία της θρησκευτικής του συνείδησης και την απευθείας προσέλευση του αμαρτωλού ανθρώπου προς το Θεό, διά Ιησού Χριστού, χωρίς την πολυδαίδαλη ιεραρχία των ανθρωπίνων επεμβάσεων στα ζητήματα που είχαν σχέση με τη σωτηρία του. 
    Συνταραγμένος από τούτη την αποκάλυψη του Πνεύματος του Θεού ο μοναχός Μαρτίνος Λούθηρος αποφάσισε να αντιδράσει. Την παραμονή λοιπόν κάποιας εορτής η πόλη Βιττεμβέργη της Γερμανίας ήταν πλημμυρισμένη από προσκυνητές, που είχαν έρθει, για να προσκυνήσουν τα περίφημα λείψανα των «αγίων». Γύρω στο μεσημέρι της 31ης Οκτωβρίου 1517 τοιχοκόλλησε στην κύρια πύλη του Ναού του Κάστρου τις 95 θέσεις του, γραμμένες στη λατινική γλώσσα, διαμαρτυρόμενος για την εμπορευματοποίηση της θρησκείας και για τον επαίσχυντο τρόπο με τον οποίο παραπλανούσαν οι θρησκευτικοί ηγέτες τους ανθρώπους σχετικά με τη σωτηρία του και τη σχέση τους με το Θεό. 
     Ο Μαρτίνος Λούθηρος υποστήριξε ότι :
   1/ Καμία απολύτως διάκριση δεν υπάρχει ανάμεσα στον κλήρο και το λαό. Ο ίδιος ο Κύριος διακήρυξε: «σεις όμως μη ονομασθείτε Ραββί διότι εις είναι ο καθηγητής σας, ο Χριστός πάντες δε σεις αδελφοί είσθε» (Ματθαίος ΚΓ/23: 8). 
   2/ Εφόσον κάθε χριστιανός είναι και ιερέας, «όστις έκαμεν ημάς βασιλείς και ιερείς εις τον Θεόν» (Αποκάλυψη Α/1: 6), έχει το δικαίωμα να μελετάει και να ερμηνεύει τη Γραφή με το φως του Αγίου Πνεύματος και δεν αποτελεί αυτό αποκλειστικό προνόμιο του ιερατείου. 
   3/ Η Αγία Γραφή, που «είναι δύναμις Θεού προς σωτηρίαν εις πάντα τον πιστεύοντα» (Ρωμαίους Α/1: 16), που είναι «λόγοι ζωής αιωνίου» (Ιωάννης Σ/6: 68) είναι η μόνη αλήθεια και αποτελεί τον γνώμονα για τη διαμόρφωση των δογμάτων της Εκκλησίας. 
    Χαρακτηριστικά αναφέρομαι ότι: Με την 36η θέση της διαμαρτυρίας του διακήρυττε ότι κάθε άνθρωπος που μετανοούσε ειλικρινά είχε πλήρη συγχώρεση από το Θεό και δε χρειαζόταν κανένα συγχωροχάρτι. Με την 62 θέση διευκρινίζει ότι ο γνήσιος θησαυρός και ο γνώμονας στην πίστη του ανθρώπου θα πρέπει να είναι το Ιερό Ευαγγέλιο. Στην 86η θέση ρωτούσε: Γιατί για την ανοικοδόμηση του Ναού του Αγίου Πέτρου δεν προσφέρει ο Πάπας, ο πλουσιότερος των πλουσίων, χρήματα και ζητάει από φτωχούς ανθρώπους; 
     Η μεγάλη επανάσταση της θρησκευτικής μεταρρύθμισης είχε αρχίσει. Το φως είχε νικήσει το σκοτάδι. Η μεγάλη επιβεβαίωση του Λόγου του Θεού είχε έρθει. «Ο Λόγος του Θεού δεν δεσμεύεται» (Β΄ Τιμόθέου Β/2: 9). Μπορεί να έφεραν λυσσαλέα αντίδραση, Αυτοκράτορες & Αυτοκρατορίες, Βασιλείς, "πνευματικοί" ηγέτες, καθοδηγούμενοι από τον αιώνιο εχθρό της αλήθειας, το διάβολο, όμως όλοι αυτοί σήμερα δεν υπάρχουν και θα δώσουν λόγο στο Θεό γι’ αυτές τις πράξεις του. Ο Λόγος του Θεού όμως υπάρχει και καθημερινά επεκτείνεται και σε άλλους ανθρώπους, που ακούν "για τη δωρεά του Θεού, για την κατά χάριν σωτηρία, διά του Ιησού Χριστού" (Εφεσίους Β/2: 8). 

                                                   «ο δίκαιος θα ζήσει, δια της πίστεως».

      Όλη η χριστιανική πίστη περικλείεται σε τούτες της λίγες γραμμές. Η Αγία Γραφή επικαλείται την πίστη για τη δικαίωση και σωτηρία του αμαρτωλού ανθρώπου. Υπήρξε περίοδος, κατά την οποία ο άνθρωπος, για να ζήσει σύμφωνα με το θέλημα του Θεού, έπρεπε να κάνει κάποια καλά έργα, που ο Μωσαϊκός νόμος προέβλεπε. Η εντολή του Θεού ήταν: «θέλετε φυλάττει τα προστάγματά μου και τις κρίσεις μου, τα οποία κάμνων ο άνθρωπος θέλει ζήσει δι’ αυτών» (Λευιτικό ΙΗ/18: 5). Όμως ο Μωσαϊκός Νόμος, χωρίς να παύσει να είναι πνευματικός, αποδείχθηκε στην πράξη ότι ήταν αδύναμος να δώσει ζωή στον αμαρτωλό άνθρωπο, γιατί ο άνθρωπος είναι σαρκικός, πουλημένος στην αμαρτία και ήταν αδύνατον να τον εφαρμόσει. Ο προφήτης "Ησαΐας" (Α/1: 5,6), αναφέρει: «όλη η κεφαλή είναι άρρωστη, και όλη η καρδιά κεχαυνωμένη, από ίχνους ποδός, μέχρι κεφαλής δεν υπάρχει εν αυτώ ακεραιότητας, αλλά τραύματα, και μελανίσματα και έλκη σεσηπότα». Έτσι κατάντησε η αμαρτία τον άνθρωπο. Δεν αστόχησε ο νόμος, αλλά ο άνθρωπος δεν μπόρεσε να εφαρμόσει το νόμο εξαιτίας της αμαρτίας. 
       Εκείνο που δεν μπόρεσε να εφαρμόσει ο άνθρωπος το εφάρμοσε με την άσπιλη, την αμόλυντη και ηθικά τέλεια ζωή Του ο Ιησούς Χριστός, ο οποίος «ήρθε με ομοίωμα σαρκός αμαρτίας και περί αμαρτίας, κατέκρινε την αμαρτία στη σάρκα» (Ρωμαίους Η/8: 3). Έτσι λοιπόν ο Ιησούς Χριστός έλαβε σάρκα, έγινε «όμοιος με ημάς, παρ’ εκτός αμαρτίας» (Φιλιππισίους Α/1: 5-8) και πέθανε πάνω στο σταυρό πληρώνοντας για τις δικές μας αμαρτίες, ικανοποιώντας έτσι τη δικαιοσύνη του Θεού. Έπρεπε να πεθάνει ο άνθρωπος εξαιτίας της αμαρτίας, όμως στη θέση του πέθανε, πληρώνοντας για την αμαρτία του ανθρώπου, ο Ιησούς Χριστός, o Υιός του Θεού του ζώντος.
     Μέχρι τη μεγάλη στιγμή, στην οποία ο Ιησούς Χριστός υψώθηκε ως αντικαταστάτης του αμαρτωλού στον Σταυρό του Γολγοθά, ο Νόμος της δικαιοσύνης του Θεού ζητούσε αμείλικτα το θάνατο του αμαρτωλού, που χρεοκόπησε στην ατέρμονη προσπάθειά του να αποκτήσει ζωή, μέσα από τα έργα του. Διότι ο «μισθός της αμαρτίας, είναι θάνατος» (Ρωμαίους Σ/6: 23). 
      Όμως πάνω στο σταυρό δόθηκε η τελευταία μάχη και εκεί έγινε ένα Έργο αντικατάστασης του αμαρτωλού ανθρώπου στο θάνατο, το οποίο δέχτηκε ο Θεός. Ο Χριστός με τη ζωή του εκπλήρωσε όλες τις απαιτήσεις του Μωσαϊκού Νόμου και αποδείχτηκε ο τέλειος "Υιός του Ανθρώπου", από τον οποίο ο Νόμος δεν είχε τίποτα να αξιώσει, αλλά με το θάνατό Του προσέφερε την τέλεια ζωή Του υπέρ του αμαρτωλού κόσμου. Στο σταυρό ο Χριστός πήρε πάνω Του την ενοχή και την αμαρτία του κάθε ανθρώπου (Εβραίους Β/2: 9). Έτσι με το θάνατό Του πλήρωσε τα λύτρα της δικής μας αμαρτίας και με τον τρόπο αυτό λύθηκε ολοκληρωτικά το ζήτημα της σωτηρίας του ανθρώπου. Ο συγγραφέας της επιστολής «προς Εβραίους» (κεφ. Θ/9, εδ. 12) διακηρύττει: «ουδέ δι' αίματος τράγων και μόσχων, αλλά διά του ιδίου αυτού αίματος, εισήλθεν άπαξ εις τα άγια, αποκτήσας αιωνίαν λύτρωσιν». 
      Εφόσον ο Χριστός, ως αντιπρόσωπος μιας ολόκληρης αμαρτωλής ανθρωπότητας, πλήρωσε με το αίμα Του και απόκτησε αιώνια λύτρωση για τον αμαρτωλό άνθρωπο, πλέον τα έργα του Νόμου σαν μέσο σωτηρίας του ανθρώπου καταργήθηκαν και τη θέση τους πήρε το τέλειο και ολοκληρωμένο (τετέλεσται) Έργο του σταυρού του Χριστού. 
      Για να γίνει τούτο το μοναδικό Έργο βίωμα στη ζωή του ανθρώπου και να δικαιωθεί ο άνθρωπος απέναντι στο Θεού, δεν απαιτείται παρά μόνον να πιστέψει ο άνθρωπος στο Πρόσωπο και στο Έργο του Ιησού Χριστού. Να πιστέψει σε Εκείνον που πέθανε γι’ αυτόν. Κάποιοι κάτοικοι της Κορίνθου την εποχή του Αποστόλου Παύλου έλεγαν: «Εγώ είμαι του Παύλου, εγώ του Απολλώ, εγώ του Κηφά, εγώ του Χριστού». Η απάντηση του Απ. Παύλου ήταν κατηγορηματική: «διεμερίσθη ο Χριστός; Μήπως ο Παύλος εσταυρώθη για σας;» (Α΄ Κορινθίους Α/1: 12,13). 
     Πώς γνωρίζουμε ότι το Έργο της αντικατάστασης του αμαρτωλού ανθρώπου, το οποίο έκανε ο Χριστός πάνω στο σταυρό, έγινε αποδεκτό από τον Πατέρα; Πώς γνωρίζουμε ότι ο Χριστός μας δικαίωσε; Την απάντηση την έδωσαν δύο άνδρες με απαστράπτοντα ρούχα, που ρώτησαν τις μυροφόρες γυναίκες: «Τι ζητάτε, το ζωντανό ανάμεσα στους νεκρούς, Ανέστη» (Λουκάς ΚΔ/24: 5,6). Ο Απ. Πέτρος αναφέρει την ημέρα της "Πεντηκοστής": «Ο Θεός ανέστησε το Χριστό από τους νεκρούς λύνοντας τις ωδίνες του θανάτου, γιατί δεν ήταν δυνατόν να κρατείται από αυτόν» (Πράξεις Β/2: 24). Ο Χριστός αναστήθηκε, γιατί ο Θεός Πατέρας δέχτηκε το Έργο Του πάνω στο σταυρό. «Ο Χριστός απέθανε για τις αμαρτίες μας και ανέστη για τη δικαίωσή μας» (Ρωμαίους Δ/4: 25).
    Πλέον η δικαίωση του ανθρώπου εξασφαλίζεται δια της πίστεως. Ο Θεός, ο οποίος μισεί την αμαρτία, αλλά αγαπάει τον αμαρτωλό, δέχεται τον αμαρτωλό άνθρωπο και τον αναγνωρίζει ως δίκαιο, εφόσον και γι’ αυτόν έχει πληρώσει ο Χριστός πάνω στο σταυρό. Στο βιβλίο των «Πράξεων των Αποστόλων» (κεφ. ΙΓ/13, εδ. 38,39) ο Απ. Πέτρος διακηρύττει : «Ας είναι λοιπόν γνωστό σε σας, ότι δια τούτου κηρύττεται προς εσάς άφεσης αμαρτιών και από όλα όσα δεν μπορέσατε δια του νόμου του Μωυσή  να δικαιωθείτε, δια τούτο πας πιστεύων δικαιούται». 
     Το Έργο της λύτρωσης, που ο Θεός έκανε δια Ιησού Χριστού, είναι τέλειο, είναι ολοκληρωμένο. Δε χρειάζεται να κάνει κάτι ο άνθρωπος γι’ αυτό. Τα έχει κάνει όλα ο Θεός για τη σωτηρία του ανθρώπου. Το μόνο που καλείται να κάνει ο άνθρωπος είναι να πιστέψει σ’ Αυτόν. Να πιστέψει ο άνθρωπος σε «Εκείνον τον οποίον ο Θεός απέστελλε» (Ιωάννης Σ/6: 29). Πολλές φορές ο άνθρωπος μέσα στην ασοφία του και την άγνοιά του, προσπαθεί να αλλάξει, να τροποποιήσει, να βελτιώσει, το Σωτήριο Έργο του Θεού διά Ιησού Χριστού. Μοιάζει έτσι με εκείνον τον άνθρωπο που στέκεται μπροστά στον αριστουργηματικό πίνακα της «Τζοκόντα» και έχοντας ένα πινέλο και κάποιες νερομπογιές προσπαθεί να βελτιώσει, σύμφωνα με τη γνώμη του, εκείνο το αιώνιο χαμόγελο, που συμβολίζει την αιωνιότητα και απεραντοσύνη της ψυχής του ανθρώπου. Κάτι τέτοιο, αν συνέβαινε, θα αποτελούσε έσχατη πράξη βανδαλισμού και βεβήλωσης. Αν για τα ανθρώπινα έργα ισχύει τούτο, πόσο μάλλον για το τέλειο και ολοκληρωμένο Έργο του σταυρού του Χριστού. 
      Πλέον ο Θεός κάθε άνθρωπο που προσέρχεται σ’ Αυτόν, δια της θυσίας του Ιησού Χριστού, δια του πολυτίμου αίματος που χύθηκε πάνω στο σταυρό, το οποίο «καθαρίζει ημάς από πάσης αμαρτίας» (Α΄ Ιωάννου Α/1: 7), τον δέχεται και τον αποκαλεί παιδί Του. «Όσοι δε εδέχθησαν αυτόν, εις αυτούς έδωκεν εξουσίαν να γείνωσι τέκνα Θεού, εις τους πιστεύοντας εις το όνομα αυτού» (Ιωάννης Α/1: 12). Μέσα από την πίστη στο Χριστό ο Θεός προσφέρει «αναγέννηση» (Ιωάννης Γ/3: 3) στον άνθρωπο και τον οδηγεί σε μία νέα πνευματική ζωή. Πλέον ο άνθρωπος γίνεται "νέο κτίσμα". Ο Λόγος του Θεού μας διαβεβαιώνει: «εάν τις ήναι εν Χριστώ είναι νέον κτίσμα τα αρχαία παρήλθον, ιδού, τα πάντα έγειναν νέα» (Β΄ Κορινθίους Ε/5: 17). Το Πνεύμα του Θεού που κατοικεί μέσα στην καρδιά του αναγεννημένου ανθρώπου τον διαβεβαιώνει γι’ αυτό, κράζοντας προς το Θεό: «Αββά ο Πατήρ» (Γαλάτας Δ/4: 6). 

       «Ο δίκαιος θα ζήσει, δια της πίστεως». Είθε ο Θεός να σφραγίσει τούτη τη μεγάλη διαχρονική αλήθεια μέσα στην καρδιά όλων μας, αλλά και να την αποκαλύψει και σε άλλους ανθρώπους που «χάνονται από έλλειψη γνώσεως» (Ωσηέ Δ/4: 6). ---

Πέμπτη 17 Οκτωβρίου 2019

Ο ΑΔΙΚΟΣ ΚΡΙΤΗΣ.

 Η  ΕΠΙΜΟΝΉ ΣΤΗΝ ΠΡΟΣΕΥΧΉ.

Eυαγέλιον "κατά ΛΟΥΚΑΝ", κεφ. ΙΗ/18, εδ. 1- 8.

1 Έλεγε δε και παραβολήν προς αυτούς περί του ότι πρέπει πάντοτε να προσεύχωνται και να μη αποκάμνωσι, 
2 λέγων Κριτής τις ήτο εν τινί πόλει, όστις τον Θεόν δεν εφοβείτο και άνθρωπον δεν εντρέπετο. 
3 Ήτο δε χήρα τις εν εκείνη τη πόλει και ήρχετο προς αυτόν, λέγουσα Εκδίκησόν με από του αντιδίκου μου. 
4 Και μέχρι τινός δεν ηθέλησε μετά δε ταύτα είπε καθ' εαυτόν Αν και τον Θεόν δεν φοβώμαι και άνθρωπον δεν εντρέπωμαι, 
5 τουλάχιστον επειδή με ενοχλεί η χήρα αύτη, ας εκδικήσω αυτήν, διά να μη έρχηται πάντοτε και με βασανίζη. 
6 Και είπεν ο Κύριος Ακούσατε τι λέγει ο άδικος κριτής 
7 ο δε Θεός δεν θέλει κάμει την εκδίκησιν των εκλεκτών αυτού των βοώντων προς αυτόν ημέραν και νύκτα, αν και μακροθυμή δι' αυτούς; 
8 σας λέγω ότι θέλει κάμει την εκδίκησιν αυτών ταχέως. Πλην ο Υιός του ανθρώπου, όταν έλθη, άρα γε θέλει ευρεί την πίστιν επί της γης; 

        ΣΧΟΛΙΑ :
    Το σπουδαιότερο πράγμα που μπορεί να κάνει ο άνθρωπος πάνω στη γη, είναι να προσεύχεται σωστά στο Θεό. Ο ίδιος ο Κύριος Ιησούς Χριστός δίδαξε την αναγκαιότητα της προσευχής με το παράδειγμά Tου. Η ζωή του Κυρίου μας ήταν διαποτισμένη από την προσευχή. Θα λέγαμε ότι η ζωή Tου ήταν μια συνεχής προσευχή. Πολλές φορές αποσυρόταν μόνος για να προσευχηθεί. Ολόκληρες νύχτες περνούσε προσευχόμενος. Ο ίδιος ο Κύριος έδωσε στους μαθητές του και υπόδειγμα προσευχής. Το «Πάτερ ημών….». (Ματθαίος Σ/6: 9 & Λουκάς ΙΑ/11: 2). 
     Στο ευαγγέλιο «κατά Λουκάν», (κεφ. ΙΑ/11, εδ. 1) οι μαθητές ζητάνε από τον Κύριο: «Κύριε, δίδαξε μας πώς να προσευχόμαστε». Δεν ζητούν: «δίδαξε μας πώς να κηρύττουμε». Άλλωστε δεν αναφέρεται πουθενά μέσα στις Γραφές, «αδιαλείπτως κηρύττετε», αλλά «αδιαλείπτως προσεύχεστε» (Α΄ Θεσσαλονικείς Ε/5: 17). Η προσευχή, για να είναι σωστή, θα πρέπει να είναι πάντοτε σύμφωνη με το Λόγο του Θεού. 
       Η Εκκλησία του Ιησού Χριστού γεννήθηκε μετά από συνεχή και ένθερμη προσευχή (Πράξεις Α/1: 14), και διατηρείται μέχρι σήμερα με την προσευχή. Η προσευχή είναι ένας από τέσσερις πανίσχυρους πνευματικούς πυλώνες στους οποίους στηρίζεται η Εκκλησία του Ιησού Χριστού (Πράξεις Β/2: 42). Οι μαθητές του Χριστού προσεύχονταν καθημερινά. (Πράξεις Β/2: 46,47). Το αποτέλεσμα «ο Κύριος πρόσθετε καθημερινά στην εκκλησία αυτούς που σώζονταν» (Πράξεις Β/2: 47). Αποτέλεσμα η πρώτη εκκλησία να ζει το θαύμα της πρόσθεσης, ενώ η σημερινή εκκλησία ζει το δράμα της αφαίρεσης και κυρίως της διαίρεσης. Οι πιστοί σήμερα δεν προσεύχονται. Παντού και πάντοτε η ίδια δικαιολογία : «Δεν έχω χρόνο …κλπ». Δεν είναι θέμα χρόνου, είναι θέμα προτεραιότητας. Κάποιος έλεγε: «σήμερα έχω τόσες πολλές δουλειές να κάνω, που δε θα μπορέσω να τα βγάλω πέρα, αν δεν προσευχηθώ, τουλάχιστον τρεις ώρες». Η πνευματική αδυναμία που έχει η εκκλησία στις ημέρες μας καθώς και η τόσο μικρή επίδραση που έχει στον κόσμο έχουν άμεση σχέση με την έλλειψη προσευχής. Η εκκλησία κατέχοντας την αλήθεια του Ευαγγελίου είναι ένα ηφαίστειο που, αν εκραγεί, μπορεί να συμπαρασύρει τα πάντα. Όμως εξαιτίας της έλλειψης προσευχής αυτό το ηφαίστειο ευρίσκεται «εν υπνώσει». 
      Όταν ο πιστός άνθρωπος και κατ’ επέκτασιν η εκκλησία δεν προσεύχονται, μοιάζουν με έναν ανάπηρο που είναι καθηλωμένος σε ένα αναπηρικό καροτσάκι. Μπαίνει ο κλέφτης μέσα στο σπίτι, τον βλέπει ο ανάπηρος, αλλά δεν μπορεί να κάνει τίποτα. Έχει πόδια, χέρια, μπορεί να είναι και δύο μέτρα, αλλά δεν μπορεί να τα κινήσει και παρακολουθεί, εντελώς παθητικά όσα συμβαίνουν γύρω του, ανίκανος να προβάλει την παραμικρή αντίδραση. Οι μάχες στη ζωή κερδίζονται στα γόνατα και πολλές απ’ αυτές χάνονται εξαιτίας της έλλειψης γονάτων, της έλλειψης συνεχούς προσευχής. Να μην ξεχνάμε ποτέ ότι ο Δανιήλ, ο πιστός αυτός άνθρωπος, προτίμησε να περάσει μια νύχτα με τα λιοντάρια, παρά να μείνει μια μέρα χωρίς προσευχή (Δανιήλ, κεφ. Σ/6). Πολλοί θα μπορούσαν να πουν: «Δανιήλ, μην είσαι και τόσο φανατικός, για λίγες μέρες είναι το Διάταγμα του Βασιλιά, μην είσαι τόσο ακραίος και πολλά άλλα». Όλα αυτά δεν είναι τίποτα άλλο παρά εισηγήσεις του εχθρού της ψυχής, που έχουν σαν σκοπό να καταφέρουν τον πιστό άνθρωπο να κάνει το πρώτο βήμα υποχώρησης, να «κατεβεί από το σταυρό», όπως έλεγε και κάποιος πιστός άνθρωπος. Αφού κατέβει τα υπόλοιπα είναι πολύ πιο εύκολα. 
      Εν τέλει τι ακριβώς είναι η προσευχή; Ενώ μέσα στο λόγο του Θεού υπάρχει ο ορισμός της πίστης (Εβραίους ΙΑ/11: 1) πουθενά δεν υπάρχει ο ορισμός της προσευχής. Όμως κάθε στιγμή, σε κάθε κεφάλαιο αυτή συναντάται. Η προσευχή δεν είναι ένας μονόλογος. Σίγουρα δεν είναι μια λίστα με «ψώνια». «Κύριε, κάνε τούτο… δώσε τούτο… θεράπευσε…. ελευθέρωσε… ευλόγησε.. ά δώσε μου και κείνο, πάρε μου το άλλο… κλπ». Σίγουρα η προσευχή δεν είναι κήρυγμα. Προσευχή σημαίνει επικοινωνία με το Θεό. Είναι ο ασφαλέστερος τρόπος επικοινωνίας, με άμεση σύνδεση με άριστο σήμα. Κι αν όλες οι γραμμές επικοινωνίας κλείσουν γύρω μας και αν ακόμα η γυνή λησμονήσει το θηλάζον βρέφος αυτής, ώστε να μη ελεήσει το τέκνον της κοιλίας αυτής, αλλά και αν αύται λησμονήσωσιν, εγώ όμως δεν θέλω σε λησμονήσει. Ιδού επί των παλαμών μου σε εζωγράφισα. (Ησαΐας ΜΘ/49: 15). 
      Η προσευχή είναι ένας διάλογος (Γένεση ΙΗ/18: 22-23 & Ησαΐας Α: 18). Η προσευχή για τον πιστό άνθρωπο είναι ό,τι είναι η αναπνευστική συσκευή για έναν δύτη. Είναι ζήτημα ζωής ή θανάτου. Προσευχή είναι το άδειασμα του εσωτερικού μας κόσμου μπροστά στο Θεό (Α΄ Σαμουήλ Α/1: 15). Ανάμεσα στα πολλά τα οποία είπε ο Κύριος για την προσευχή ανέφερε και την "παραβολή του άδικου κριτή" μέσα από την οποία φαίνεται η ανάγκη της συνεχούς, της επίμονης, της αδιάλειπτης προσευχής. 
      Η προσευχή είναι μια ανάγκη της ανθρώπινης ψυχής. Όλοι οι σπουδαίοι άνθρωποι της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης, ήταν άνθρωποι προσευχής. Και όλες οι μεγάλες ευλογίες δίνονται από το Θεό μέσα από την αδιάκοπη προσευχή. Η προσευχή όχι μόνο δεν είναι χαμένος χρόνος, αλλά αποτελεί την καλύτερη αξιοποίηση του χρόνου. Ο άνθρωπος είναι αδύναμος, εξαρτώμενος κάθε στιγμή από πάρα πολλές ανάγκες και πάρα πολλούς κινδύνους. Πώς θα αντιμετωπίσει όλα αυτά; Πώς θα σταθεί και θα νικήσει; Ο Κύριος μας έχει προειδοποιήσει. «διότι δεν είναι πάλη ημών εναντίον εις αίμα και σάρκα, αλλά εναντίον εις τας αρχάς, εναντίον εις τας εξουσίας, εναντίον εις τους κοσμοκράτορας του σκότους του αιώνος τούτου, εναντίον εις τα πνεύματα της πονηρίας εν τοις επουρανίοις. Δια τούτο αναλάβετε την πανοπλίαν του Θεού, δια να δυνηθείτε να αντισταθήτε εν τη ημέρα τη πονηρά και αφού καταπολεμήσητε τα πάντα, να σταθήτε» (Εφεσίους Σ/6: 12).
     Ποιος μπορεί να λυτρωθεί μόνος του από το «σώμα του θανάτου», όπως το χαρακτηρίζει ο Απ. Παύλος (Ρωμαίους Ζ/7: 24). Πώς θ' αντιμετωπίσει τον εχθρό, τον αντίδικο, το διάβολο, ο οποίος περιέρχεται όπως το λιοντάρι και ψάχνει να βρει κάποιον για να τον καταπιεί (Α΄ Πέτρου Ε/5: 8). 
   Ο πιστός άνθρωπος δεν αρκεί μόνο να προσεύχεται, αλλά θα πρέπει και να μην αποκάμνει μας λέει ο Λόγος του Θεού. Όλη η δύναμη της προσευχής κρύβεται στην επιμονή. Αυτό ακριβώς θέλει να μας διδάξει ο Κύριος με την παραβολή του «άδικου κριτή». Με δυο λόγια ο Κύριος είπε τα εξής : 
     Ένας δικαστής που ήταν κακός, ασυνείδητος, αφιλότιμος, ξεδιάντροπος, είχε αναλάβει να εκδικάσει την υπόθεση μας χήρας γυναίκας, αδύναμης και απροστάτευτης. Τίποτα, μα τίποτα δεν υπήρχε να συγκράτηση το δικαστή από το κακό. Το Θεό δεν τον φοβόταν, τους ανθρώπους δεν τους ντρεπόταν. Το δίκιο της χήρας ήτα ολοφάνερο. Επειδή η αδικία σε βάρος της ήταν πολύ μεγάλη, επισκεπτόταν καθημερινά το δικαστή και τον παρακαλούσε να εκδικάσει την υπόθεσή της και να της αποδώσει το δίκιο της. Όμως ο δικαστής την αντιμετωπίζει σκληρόκαρδα, αδιάφορα. Όσες φορές και αν τον επισκέφθηκε η χήρα, αυτός με τον ίδιο απάνθρωπο τρόπο την αντιμετώπιζε. Σκληρός, αδίστακτος ο δικαστής, όμως η χήρα επιμένει, δεν απελπίζεται, δεν αποκάμνει, δεν απογοητεύεται. Συνεχίζει να επισκέπτεται το δικαστή και να του θυμίζει το αίτημά της. Μπροστά στην επιμονή της χήρας, ο δικαστής υποχωρεί και εκδικάζει την υπόθεσή της, μόνο και μόνο για να πάψει να τον ενοχλεί. 
      Από την παραπάνω ιστορία ο Κύριος έβγαλε ένα συμπέρασμα: "Αν ο άδικος δικαστής υποχώρησε, κάμφθηκε, έκανε πίσω μπροστά στην επιμονή της χήρας και ικανοποίησε το αίτημά της, πολύ περισσότερο ο Θεός θα ικανοποιήσει τα αιτήματα εκείνων που με επιμονή τα φέρνουν ενώπιόν Του". Άρα ο Χριστιανός, καθώς προσεύχεται στο Θεό, δεν θα πρέπει να απογοητεύεται, αντίθετα θα πρέπει να είναι σίγουρος πως ο Θεός τον ακούει και ότι θα απαντήσει στην προσευχή του. 
   Ένας συνεχής πόλεμος γίνεται κάθε στιγμή δίπλα μας. Ο Θεός πολεμάει, για να σώσει τον άνθρωπο, ενώ ο σατανάς πολεμάει, για να τον καταστρέψει, ακριβώς για το λόγο ότι είναι δημιούργημα του Θεού. Ο σατανάς, ο κόσμος, η αμαρτία με την απάτη που περικλείει, άνθρωποι πονηροί, γόητες, «πλανώντες και πλανόμενοι» (Β΄ Τιμοθέου Γ/3: 13), αντιτίθενται στην πορεία του Χριστιανού. Πώς θα αντιμετωπιστούν όλες τούτες οι δυνάμεις, με ποια δύναμη θα μπορέσει ο πιστός άνθρωπος να σταθεί και να νικήσει; Αυτό μπορεί να συμβεί μόνον με τη δύναμη της προσευχής. Με το να φέρνει ο πιστός άνθρωπος τα προβλήματά του «ενώπιον Θεού, ζώντος και αληθινού», ενώπιον Θεού «ακούων προσευχήν» (Ψαλμός ΞΕ/65: 2). Πολλές φορές σε δύσκολες περιπτώσεις καθώς αγωνιούμε και δε βλέπουμε άμεσα την απάντηση του Κυρίου, κυριαρχεί μέσα μας η απιστία και αυτό έχει σαν αποτέλεσμα να απελπιζόμαστε και να εγκαταλείπουμε τον αγώνα της προσευχής. Η συμβουλή του Κυρίου σ’ αυτήν την περίπτωση είναι: «Επιμένετε, γιατί αν η επιμονή της χήρας έφερε αποτέλεσμα στον άδικο δικαστή, πόσο μάλλον η επιμονή των πιστών θα φέρει αποτέλεσμα στο Θεό, που είναι δίκαιος και γεμάτος αγάπη και ευσπλαχνία για τα παιδιά Του». 

      Η διαφορά μεταξύ του άδικου κριτή και του Θεού είναι ασύλληπτα μεγάλη, επίσης το ίδιο μεγάλη είναι και η διαφορά της χήρας με τους ανθρώπους του Θεού. Η χήρα ήταν μια ξένη για το δικαστή. Οι πιστοί άνθρωποι είναι «οι εκλεκτοί του Θεού» (Κολοσσαείς Γ/3: 12), είναι τα παιδιά Του (Ιωάννης Α/1: 12,13). 
    Η χήρα της ιστορίας μας απευθυνόταν σ’ έναν άδικο δικαστή, ο πιστός άνθρωπος απευθύνεται σε έναν απόλυτα δίκαιο Θεό, που όχι μόνο θέλει να ακούει τη φωνή του, αλλά κατοικεί με το Πνεύμα Του μέσα στην καρδιά του και του δίνει το δικαίωμα να τον αποκαλεί «Πατέρα» (Γαλάτας Δ/4: 6). 
      Η χήρα δεν είχε κανένα μεσίτη, για να παρακαλέσει το δικαστή να της αποδώσει το δίκιο της, όμως οι πιστοί έχουν "παράκλητο προς τον Πατέρα τον Ιησού Χριστό τον δίκαιο" (Α΄ Ιωάννου Β/2: 1).
      Η χήρα δεν είχε καμία υπόσχεση ότι μετά από την επιμονή της θα δεχόταν να εκδικάσει την υπόθεσή της. Οι χριστιανοί έχουν πολλές υποσχέσεις και εγγυήσεις από τον ίδιο τον Κύριο. 
       Ο Κύριος, για να τονίσει την επίμονη προσευχή, δε μας αναφέρει μόνον την ιστορία του "άδικου Κριτή", αλλά και την ιστορία του αδιάκριτου του αναιδή φίλου (Λουκάς ΙΑ/11: 8),  η υπόσχεσή Του είναι: «αιτείτε και θέλει σας δοθεί», (Λουκάς ΙΑ/11: 9), «Πάντα όσα ζητήσετε εν τη προσευχή, έχοντες πίστιν, θέλετε λάβει» (Ματθαίος ΚΑ/21: 22), και πολλά άλλα. Η χήρα με τη μεγάλη επιμονή της υπήρχε κίνδυνος να εξοργίσει τον δικαστή και να μην της αποδώσει το δίκιο της. Εμείς ως χριστιανοί δεν έχουμε τέτοιο κίνδυνο, γιατί ο ίδιος ο Κύριος μας έχει δώσει εντολή: «αδιαλείπτως προσεύχεσθε» (Α΄ Θεσσαλονικείς Ε/5: 17). Μόνον μέσα από την "πίστη" και την «επίμονη προσευχή» θα πραγματοποιηθεί στη ζωή μας εκείνο το οποίο υποσχέθηκε ο Κύριος στους δικούς Του. «Αληθώς, αληθώς σας λέγω, όστις πιστεύει εις εμέ, τα έργα τα οποία κάμνω, και εκείνος θέλει κάμει και μεγαλύτερα τούτων θέλει κάμει» (Ιωάννης ΙΔ/14: 12). 
        Συνεπώς για να γίνουν όλα αυτά πραγματικότητα μέσα στη ζωή μας, θα πρέπει να σταθούμε μπροστά στο Θεό με πίστη & προσευχή. Να σταθούμε ως πραγματικοί φτωχοί, γιατί φτωχοί και τυφλοί είμαστε όλοι μπροστά στα πράγματα του Θεού, να σταθούμε όπως η φτωχή χήρα, να αναγνωρίσουμε την αναξιότητά μας και να πολιορκήσουμε το Θεό με την προσευχή μας, με την επιμονή μας, την πίστη μας και την αγάπη μας. «Πλησιάσατε το Θεό και θέλει πλησιάσει εις εσας». (Ιάκωβος Δ/4: 8). Ένα βήμα περιμένει ο Θεός να κάνει ο άνθρωπος και τότε Αυτός θα κάνει πολλά περισσότερα μέσα στη ζωή μας. Εκείνο το «δραμών» (Λουκάς ΙΕ/15: 20) έρχεται να μας το επιβεβαιώσει. 
      Οι άνθρωποι στις ημέρες διατρέχουν τους ουρανούς με τα διαστημόπλοια δαπανώντας αμύθητα χρηματικά ποσά, για να ανέβουν και να φτάσουν το Θεό. Όμως ο άνθρωπος δεν θα βρει ποτέ το Θεό με τις γνώσεις του και με τις δυνάμεις του, διότι ο Θεός εις τους υπερηφάνους αντιτάσσεται, εις δε τους ταπεινούς δίδει χάριν (Ιάκωβος Δ/4: 6). Θα τον βρει μόνο μέσα από την πίστη, την ταπείνωση, μέσα από την αγάπη, μέσα από την ειλικρινή εκζήτησή Του, μέσα από την «επίμονη προσευχή».

       Καθώς στις ημέρες μας όλα τα ανθρώπινα δημιουργήματα καταρρέουν γύρω μας, ο Λόγος του Θεού έρχεται να μας θυμίσει : «Πάντων δε το τέλος επλησίασε, φρονίμως λοιπόν διάγετε, και αγρυπνείτε εις τας προσευχάς» (Α΄ Πέτρου Δ/4: 7). ---

Κυριακή 13 Οκτωβρίου 2019

Η απελευθέρωση του Πέτρου.

        Βιβλίο "Πράξεων των Αποστόλων", κεφ. ΙΒ/ 12, εδάφ. 1 – 18. 

 1 Κατ' εκείνον δε τον καιρόν επεχείρησεν Ηρώδης ο βασιλεύς να κακοποιήση τινάς από της εκκλησίας. 
2 Εφόνευσε δε διά μαχαίρας Ιάκωβον τον αδελφόν του Ιωάννου. 
3 Και ιδών ότι ήτο αρεστόν εις τους Ιουδαίους, προσέθεσε να συλλάβη και τον Πέτρον, ήσαν δε αι ημέραι των αζύμων 
4 τον οποίον και πιάσας έβαλεν εις φυλακήν, παραδώσας αυτόν εις τέσσαρας τετράδας στρατιωτών διά να φυλάττωσιν αυτόν, θέλων μετά το πάσχα να παραστήση αυτόν εις τον λαόν. 
5 Ο μεν λοιπόν Πέτρος εφυλάττετο εν τη φυλακή εγίνετο δε υπό της εκκλησίας ακατάπαυστος προσευχή προς τον Θεόν υπέρ αυτού. 
6 Ότε δε έμελλεν ο Ηρώδης να παραστήση αυτόν, την νύκτα εκείνην ο Πέτρος εκοιμάτο μεταξύ δύο στρατιωτών δεδεμένος με δύο αλύσεις, και φύλακες έμπροσθεν της θύρας εφύλαττον το δεσμωτήριον. 
7 Και ιδού, άγγελος Κυρίου ήλθεν εξαίφνης και φως έλαμψεν εν τω οικήματι κτυπήσας δε την πλευράν του Πέτρου εξύπνησεν αυτόν, λέγων σηκώθητι ταχέως. Και έπεσον αι αλύσεις αυτού εκ των χειρών. 
8 Και είπεν ο άγγελος προς αυτόν Περιζώσθητι και υπόδησον τα σανδάλια σου. Και έκαμεν ούτω. Και λέγει προς αυτόν Φόρεσον το ιμάτιόν σου και ακολούθει μοι. 
9 Και εξελθών ηκολούθει αυτόν, και δεν ήξευρεν ότι το γινόμενον διά του αγγέλου ήτο αληθινόν, αλλ' ενόμιζεν ότι βλέπει όραμα. 
10 Αφού δε επέρασαν πρώτην και δευτέραν φρουράν, ήλθον εις την πύλην την σιδηράν την φέρουσαν εις την πόλιν, ήτις αφ' εαυτής ηνοίχθη εις αυτούς, και εξελθόντες διεπέρασαν οδόν μίαν, και ευθύς ο άγγελος ανεχώρησεν απ' αυτού. 
11 Και ο Πέτρος συνελθών εις εαυτόν, είπε, Τώρα γνωρίζω αληθώς ότι Κύριος εξαπέστειλε τον άγγελον αυτού και με ηλευθέρωσεν εκ της χειρός του Ηρώδου και όλης της ελπίδος του λαού των Ιουδαίων. 
12 Και αφού εσκέφθη, ήλθεν εις την οικίαν Μαρίας της μητρός του Ιωάννου του επονομαζομένου Μάρκου, όπου ήσαν ικανοί συνηθροισμένοι και προσευχόμενοι. 
13 Ότε δε ο Πέτρος έκρουσε την θύραν του προαυλίου, προσήλθε θεράπαινα ονομαζομένη Ρόδη, διά να ακούση, 
14 και γνωρίσασα την φωνήν του Πέτρου από της χαράς δεν ήνοιξε την πύλην, αλλ' έτρεξε και απήγγειλεν ότι ο Πέτρος ίσταται έμπροσθεν της πύλης. 
15 Οι δε είπον προς αυτήν, παραφρονείς. Εκείνη όμως διϊσχυρίζετο ότι ούτως έχει. Οι δε έλεγον, ο άγγελος αυτού είναι. 
16 Ο δε Πέτρος επέμενε κρούων. Και ανοίξαντες είδον αυτόν και εξεπλάγησαν. 
17 Και σείσας εις αυτούς την χείρα διά να σιωπήσωσι, διηγήθη προς αυτούς πως ο Κύριος εξήγαγεν αυτόν εκ της φυλακής, και είπεν, Απαγγείλατε ταύτα προς τον Ιάκωβον και τους αδελφούς. Και εξελθών υπήγεν εις άλλον τόπον. 
18 Αφού δε εξημέρωσεν, ήτο ταραχή ουκ ολίγη μεταξύ των στρατιωτών τι άρα έγεινεν ο Πέτρος.

       ΣΧΟΛΙΑ :
    Πολλές φορές στη ζωή μας αντιμετωπίζουμε καταστάσεις, που θα τις χαρακτηρίζαμε όχι απλά δύσκολες, αλλά που αγγίζουν τα όρια του αδύνατου, του ανυπέρβλητου, του φανταστικού. Βουνά ορθώνονται τα προβλήματα του σύγχρονου «πολιτισμένου» ανθρώπου. Πολλά τα ερωτήματα: "Τι να κάνω, πώς να τ' αντιμετωπίσω;" Πολλές φορές κάνουμε το λάθος, τέτοιου είδους προβλήματα να τα εξετάζουμε μόνον από την εξωτερική τους πλευρά, να τα βλέπουμε με τα μάτια τα σαρκικά και όχι με τα μάτια της πίστης και έτσι να προσπαθούμε με δικές μας προσπάθειες να δώσουμε λύσεις, οδηγώντας τα πράγματα σε πλήρη αποτυχία. 
    Κάνουμε ακριβώς το ίδιο λάθος που έκαναν οι εκπρόσωποι των δέκα φυλών, τους οποίους ο Μωυσής είχε στείλει, για να κατασκοπεύσουν τη γη της επαγγελίας (βιβλίο Αριθμών, κεφ. ΙΓ/13 & ΙΔ/14). Δεν πίστεψαν στις υποσχέσεις του Κυρίου, παρασύρθηκαν από όλα αυτά που είδαν με τα σαρκικά τους μάτια. Πίστεψαν στο φαινόμενο και όχι στη δύναμη του Θεού. Αν και πνευματικοί άνθρωποι, πολλές φορές φαίνεται να αγνοούμε τα λόγια του Αποστόλου Παύλου στην επιστολή "Β΄ προς Κορινθίους" (κεφ. Ι/10, εδάφ.3-4), στα οποία το Πνεύμα του Θεού, αναφέρει: 
3 Διότι αν και περιπατώμεν εν σαρκί, δεν πολεμούμεν όμως κατά σάρκα 
4 διότι τα όπλα του πολέμου ημών δεν είναι σαρκικά, αλλά δυνατά συν Θεώ προς καθαίρεσιν οχυρωμάτων. 
     Παρατηρούμε τα πράγματα εξωτερικά, τα μελετάμε αποκλειστικά με την ανθρώπινη πεπερασμένη λογική μας, αγνοούμε τη δύναμη του Θεού, την παραγκωνίζουμε και τα αποτελέσματα είναι τραγικά, οδυνηρά. Ο Λόγος του Θεού έρχεται να μας επιβεβαιώσει ότι οι δυνάμεις που ενεργούν γύρω μας, συχνά αόρατες, είναι βαθύτερες από τις φυσικές και για να τις αντιμετωπίσουμε, θα πρέπει να διαθέτουμε τα πνευματικά όπλα, που ο Λόγος του Θεού έχει ορίσει (Εφεσίους Σ/6: 11 - 18).
    Θα πρέπει να αντλούμε σοφία πέρα από τις δικές μας δυνάμεις και από  τη λογική μας. Είναι φυσικό, όταν ατενίζουμε τη ζωή από την εξωτερική της πλευρά, να νιώθουμε πανικό και ανησυχία. Αντίθετα, όταν με πίστη και προσευχή εμπιστευόμαστε το πρόβλημά μας στο Θεό, είτε μικρό είτε μεγάλο είναι αυτό, ο Θεός είναι ικανός να δώσει λύσεις θαυμαστές, χωρίς να δεσμεύεται από τους φυσικού κανόνες ή την ανθρώπινη λογική. Θα πρέπει ν' αντιληφθούμε ότι τα ανθρώπινα όπλα είναι δυνατά και αποτελεσματικά μόνον «συν Θεώ». Ας μην ξεχνάμε το Δαβίδ, καθώς βαδίζει εναντίον του σιδηρόφρακτου Γολιάθ (Α' Σαμουήλ, κεφ. ΙΑ/17). Όλοι έχουν πανικοβληθεί, από το Βασιλιά μέχρι και τον τελευταίο στρατιώτη, καθώς αντικρίζουν το γίγαντα μπροστά τους, όμως ο Δαβίδ δεν κάνει το λάθος που κάνουν όλοι αυτοί να συγκρίνουν τον εαυτόν τους με το Γολιάθ, αλλά συγκρίνει το Γολιάθ με το Θεό. Σκέπτεται πόσο μικρός είναι τούτος ο άνθρωπος μπροστά στη δύναμη του Θεού. 
      Πολλές φορές αισθανόμαστε δεσμευμένοι μέσα σε καταστάσεις που νομίζουμε ότι δε μπορούμε να βγούμε απ’ αυτές. Αισθανόμαστε φυλακισμένοι πίσω από βαριές σιδερένιες πόρτες. Βουνά ορθώνονται τα προβλήματα, τα αδιέξοδα, χωρίς να βλέπουμε καν φως στο βάθος του τούνελ, όπως έλεγε και ένας παλιός πολιτικός. Είναι η μεγάλη ώρα από την οποία δε θα λείψουν οι διάφορες εισηγήσεις του εχθρού. "Που είναι ο Θεός σου; Σε ξέχασε, δε σε ακούει"..... Η σκέψη με την οποία ο εχθρός γεμίζει το νου και την καρδιά μας είναι: «λησμόνησε να ελεεί ο Θεός; μήποτε εν τη οργή αυτού θέλει κλείσει τους οικτιρμούς αυτού;». Όμως ας έλθουμε «εις εαυτόν» και ας επαναλάβουμε τα ίδια λόγια με τον ψαλμωδό: «Τότε είπα, Αδυναμία μου είναι τούτο, αλλιούται η δεξιά του Υψίστου;» (ψαλμός ΟΖ/77, εδάφ. 9-10). 
      Ας μην ξεχνάμε ποτέ ότι τίποτα δεν είναι αδύνατο στα χέρια του Θεού. Ο Απ. Παύλος ομολογεί: "τα πάντα δύναμαι διά του ενδυναμούντός με Χριστού" (Φιληππησίους Δ/4: 13). Αν ομολογουμένως τις δύσκολες καταστάσεις που αντιμετωπίζουμε, τις αντιμετωπίσουμε σύμφωνα με το Λόγο του Θεού, στηριζόμενοι στην Πρόνοια και την Αγάπη Του, τότε Εκείνος, που είναι, "ο μόνος δυνάμενος", ο μόνος που μπορεί να κάνει πράγματα και να δημιουργήσει καταστάσεις μιας θαυμαστής απελευθέρωσης, πέρα από εκείνα τα οποία εμείς "ζητούμε ή νοούμε" (Εφεσίους Γ/3: 20), όπως ακριβώς συνέβη και στην περίπτωση του Αποστόλου Πέτρου σύμφωνα με τα παραπάνω αναφερόμενα. 
    Ο Λόγος του Θεού μας αναφέρει: «Κατ' εκείνον δε τον καιρόν επεχείρησεν Ηρώδης ο βασιλεύς, να κακοποιήσει τινάς από της εκκλησίας». Οι σφοδρές επιθέσεις του σατανά στην εκκλησία συνεχίζονται και επεκτείνονται και δε θα παύσουν μέχρι να έρθει ο Κύριος. Αυτή τη φορά ο διωγμός προέρχεται από τον βασιλιά Ηρώδη. ("Ηρώδης" δεν ήταν όνομα αλλά ήταν τίτλος, όπως λέμε "Καίσαρας"). Εδώ πρόκειται για το Ηρώδη τον Αγρίππα τον Α΄, ο οποίος έζησε από το έτος 10 π.Χ, έως 44 μ.Χ.). Ήταν εγγονός  του Ηρώδη του Μεγάλου, του σφαγέα της Βηθλεέμ. Είχε γίνει βασιλιάς της Ιουδαίας κατά το χρονικό διάστημα 37 μ.Χ. έως 44 μ.Χ. 
     Ο Ηρώδης ως βασιλιάς των Ιουδαίων, τηρούσε το Νόμο του Μωυσή και έκανε μεγάλες προσπάθειες, για να ευαρεστεί τους Ιουδαίους. Παράλληλα όμως προσπαθούσε να είναι αρεστός και στους Ρωμαίους κυβερνήτες, οι οποίοι τον είχαν διορίσει. Καίσαρας την εποχή εκείνη ήταν ο Τιβέριος Κλαύδιος (έζησε από 10 π.Χ. έως 54 μ.Χ.). Έτσι λοιπόν από τη μία έχτιζε θέατρα, διοργάνωνε αγώνες, για να ικανοποιήσει τους Ρωμαίους και τους Έλληνες, από την άλλη δίωκε τους Χριστιανούς για να ικανοποιήσει τους Ιουδαίους. Σ’ αυτά τα πλαίσια ξεκίνησε έναν μεγάλο διωγμό εναντίον μερικών μελών της Εκκλησίας και αποκεφάλισε τον Ιάκωβο, τον αδελφό του Ιωάννη. Όταν είδε μάλιστα ότι αυτό ήταν αρεστό στο λαό, θέλησε να συλλάβει και τον Απ.  Πέτρο, έχοντας τον ίδιο σκοπό. 
    Έτσι λοιπόν ο Πέτρος για τρίτη φορά μπαίνει στη φυλακή (οι δύο προηγούμενες φορές αναφέρονται στα κεφάλαια Δ/4 & Ε/5 των Πράξεων των Αποστόλων). Εκείνες οι ημέρες ήταν η περίοδος της εορτής των «αζύμων» (Έξοδος ΚΓ/23: 15). Αυτές οι ημέρες ήταν πριν από το Πάσχα και οι Ιουδαίοι έτρωγαν άζυμα (χωρίς προζύμι), επειδή για τους Ιουδαίους η ζύμη ήταν απεικόνιση της αμαρτίας. Τις ημέρες αυτές καθώς και το Πάσχα, που διαρκούσε οκτώ ημέρες, δε γίνονταν δίκες, ούτε εκτελέσεις και αυτό έσωσε τη ζωή του Απ. Πέτρου.
      Μέσα στη φυλακή ο Πέτρος φυλάσσεται από τέσσερις τετράδες στρατιωτών. Συνολικά 16 άτομα αποτελούσαν τη φρουρά του Απ. Πέτρου. Ήταν πολύ αυξημένα τα μέτρα ασφαλείας επειδή την προηγούμενη φορά (βλ. κεφ. Ε/5, εδ. 19, των Πράξεων Αποστόλων), είχε αποδράσει από τη φυλακή κατά τρόπο μυστήριο. Ήταν λοιπόν δεμένος με δύο αλυσίδες και μπροστά από την πόρτα του δεσμωτηρίου υπήρχε άλλη πρόσθετη φρουρά. Λογικά κάθε απόδρασή του ήταν αδιανόητη. Αφού θα περνούσε και η τελευταία ημέρα του Πάσχα, θα εκτελείτο. Τη νύχτα λοιπόν εκείνη, πριν ξημερώσει η μέρα που επρόκειτο ο Ηρώδης να τον παρουσιάσει στο λαό, ο Πέτρος κοιμόταν μέσα στη φυλακή. Τούτος ο ύπνος χαρακτηρίστηκε ως "ο θρίαμβος της πίστης". Μόνον εκείνος που έχει την ελπίδα του στο Θεό μπορεί να ησυχάζει και να κοιμάται κάτω από τόσο δύσκολες συνθήκες. Ο Πέτρος γνώριζε ότι είτε ζωντανός, είτε πεθαμένος, θα ήταν πάντα κοντά στον Κύριο και αυτό του έδινε τη χαρά, τη γαλήνη, την ηρεμία, ώστε να μπορεί να κοιμάται, καθώς σε λίγες ώρες θα εκτελείτο.  
      Ενώ λοιπόν ο Πέτρος ήταν στη φυλακή, «εγένετο υπό της εκκλησίας, ακατάπαυστος προσευχή» (εδ. 5). Να πια θα πρέπει να είναι η θέση της Εκκλησίας, μπροστά στο πρόβλημα του αδελφού. Μέσα σε αυτό το πλήρες αδιέξοδο της φυλακής, μόνον ο Θεός μπορούσε να δώσει λύση και αυτή την παρέμβαση του Θεού την προκάλεσε η Εκκλησία με «ακατάπαυστη προσευχή». Η Εκκλησία με προσευχή έφερε το πρόβλημα του Πέτρου μπροστά στον Κύριο των Δυνάμεων. Από εδώ και στο εξής διαγράφεται πλέον η μορφή του αγώνα μεταξύ της διώκουσας πολιτείας και της διωκόμενης Εκκλησίας. Η πολιτεία θα πολεμούσε με το σπαθί και τη φυλακή και η Εκκλησία θα πολεμούσε με την προσευχή. Η προσευχή είναι το όπλο μας, με αυτό θα σταθούμε και θα νικήσουμε. Για το λόγο αυτό θα πρέπει πάντοτε να μας διέπει "πνεύμα προσευχής".
     Η προσευχή είναι η δύναμη εκείνη που μπορεί να κινήσει το χέρι του Θεού με θαυμαστά, ασύλληπτα, αποτελέσματα. Ας φανταστούμε την εικόνα. Η κατάσταση πλέον έχει δημιουργηθεί ως εξής: Η Εκκλησία προσεύχεται, ο Πέτρος ησυχάζει και κοιμάται αποβλέποντας με πίστη στη δύναμη και την πρόνοια του Θεού. Ο Θεός  που ήδη έχει λάβει το αίτημα της Εκκλησίας έχει αρχίσει να εργάζεται για την επίλυσή του. Εμείς μπορεί να κοιμόμαστε, αλλά ο Θεός δεν κοιμάται, εργάζεται. "δεν θέλει νυστάξει ουδέ θέλει αποκοιμηθή, ο φυλάττων τον Ισραήλ" (Ψαλμός ΡΚΑ/121: 4). Η Θεία παρέμβαση δε θα αργήσει να έρθει. Διαβάζουμε στο κεφάλαιο των "Πράξεων των Αποστόλων" (ΙΒ/12, εδ. 7): «Και ιδού, άγγελος Κυρίου ήλθεν εξαίφνης ....." 
     Αυτός είναι ο τρόπος που ενεργεί ο Θεός. Ξαφνικά συνέβη το αδιανόητο για την ανθρώπινη λογική: «και φως έλαμψε εν τω οικίματι», κτυπήσας δε την πλευρά του Πέτρου ξύπνησε αυτόν λέγων: "σικώθητι ταχέως". «και έπεσαν οι αλύσεις αυτού εκ των χειρών». Και ο άγγελος του είπε: "περιζώσθιτι και υπόδεισον τα σανδάλια σου" «φόρεσον το ιμάτιόν σου και ακολούθημι». Στο εδ. 10 μας αναφέρει: «Αφού δε επέρασαν πρώτην και δευτέραν φρουράν, ήλθον εις την πύλην την σιδηράν την φέρουσαν εις την πόλιν, ήτις αφ' εαυτής ηνοίχθη εις αυτούς και εξελθόντες διεπέρασαν οδόν μίαν, και ευθύς ο άγγελος ανεχώρησεν απ' αυτού». 
    Ο Πέτρος, όταν συνήλθε, κατάλαβε ότι ο Κύριος έστειλε έναν άγγελο και τον ελευθέρωσε από τα χέρια του Ηρώδη. Τι θαυμαστές είναι οι ενέργειες του Θεού, οι οποίες δεν δεσμεύονται από τις φυσικές διαστάσεις, τη λογική ή άλλο τι ανθρώπινο! Δεν υπάρχουν «αμπάρες» στη ζωή μας, που ο Θεός δεν μπορεί να τις αποτινάξει. Δεν υπάρχουν αλυσίδες, που ο Θεός να μην μπορεί να τις καταστρέψει, δεν υπάρχουν "πόρτες" που να μη μπορεί να τις ανοίξει. Δεν υπάρχει πρόβλημα που να μην μπορεί Αυτός να το λύσει. 
     Όταν ο Πέτρος κατάλαβε το θαύμα που είχε γίνει και ότι ήταν ελεύθερος, αισθάνθηκε την ανάγκη να πάει να συναντήσει τα αδέλφια του, «τους αγωνιστές της προσευχής», και να τους αναφέρει τα γεγονότα. Στην οικία λοιπόν της Μαρίας, μητρός του Ιωάννου, του επονομαζόμενου Μάρκου, ήταν ικανοί συναθροισμένοι και προσευχόμενοι (πρόκειται για τον Μάρκο που έγραψε το ευαγγέλιο). Όταν ο Πέτρος έκρουσε την θύρα, πήγε να ανοίξει η θεράπαινα η Ρόδη, η οποία, όταν άκουσε τη φωνή του Πέτρου, από τη χαρά της δεν του άνοιξε την πόρτα, αλλά έτρεξε να το πει σ’ όλους αυτούς που προσεύχονταν τα καλά νέα. Εκείνοι νόμισαν ότι τρελάθηκε και της είπαν: "παραφρόνησες". Εκείνη επέμενε ότι ο Πέτρος είναι, που χτυπάει την πόρτα και αυτοί έλεγαν: "Είναι ο άγγελός του"
       Εδώ προκύπτει ένα μεγάλο και σοβαρό πρόβλημα για την Εκκλησία. Γιατί παραφρονεί η Ρόδη, η οποία ήρθε με πολύ χαρά να τους αναγγείλει ότι η προσευχή, που όλη τη νύχτα έκαναν προς το Θεό, απαντήθηκε και ο Πέτρος ήταν έξω από την πόρτα του σπιτιού τους; Θα έλεγε κανείς ότι οι άνθρωποι της Εκκλησίας, που  προσεύχονταν με τόση θέρμη, δεν πίστευαν ότι ήταν δυνατόν να επιλυθεί το αίτημά τους και να δοθεί άμεσα μία τόσο θαυμαστή λύση.  
    Ας προσέξουμε γιατί πολλές φορές προσευχόμαστε χωρίς να πιστεύουμε στη δύναμη του Θεού, στη δύναμη της προσευχής και στα θαυμαστά αποτελέσματα που μπορεί αυτή να επιφέρει μέσα στη ζωή μας. Ο Λόγος του Θεού μας προτρέπει να ζητάμε μετά πίστεως, χωρίς να διστάζουμε παντελώς (Ιακώβου Α/1: 6). Η προσευχή θα πρέπει να συνοδεύεται από πίστη. Να μην ξεχνάμε κατ' αρχήν ότι είναι «πιστός ο υποσχεθείς» (Εβραίους Ι/10: 23). Και ας μην ξεχνάμε ότι ο Θεός δύναται να κάνει "υπερ εκπερισσού από όσα εμείς ζητούμε ή νοούμε" (Εφεσίους Γ/3: 20). "Ο Θεός αληθής, και κάθε άνθρωπος ψεύτης" (Ρωμαίους Γ/3: 4). 
     Εδώ βλέπουμε τους μαθητές να προσεύχονται χωρίς την αναγκαία πίστη. Όλοι έχουμε την τάση να γινόμαστε άπιστοι, πιστοί. Όμως βλέπουμε πολλές φορές τον Κύριο, που "ερευνά νεφρούς και καρδίας" (Αποκάλυψη Β/2: 23), ν' απαντά, ακόμα και εκεί που δεν υπάρχει μεγάλη πίστη, ακριβώς για να δείξει τη δύναμή Του και να μας ενισχύσει. Ας ελέγξει ο καθένας μας τον εαυτόν του, πόσες φορές προσευχήθηκε  με την ίδια έλλειψη πίστης. Πόσες φορές ανοίξαμε και εμείς τα χείλη μας και ζητήσαμε από το Θεό κάποια πράγματα, χωρίς όμως ν' ανοίξουμε και την καρδιά μας, για να δεχτεί την απάντησή Του. Ο Θεός δε δεσμεύεται από τη δική μας ολιγοπιστία, που πολλές φορές δείχνουμε μέσα στη ζωή μας και ενεργεί πέρα και πάνω από εκεί να οποία εμείς "ζητούμε ή νοούμε" (Εφεσίους Γ/3: 20). Αλήθεια πόσο διαφορετικά θα ήταν τα πράγματα στη ζωή μας, αν είχαμε μεγαλύτερη πίστη! Πόσο περισσότερα θαύματα θα βλέπαμε στη ζωή μας, αν τις προσευχές μας τις συνοδεύαμε με περισσότερη εμπιστοσύνη στη δύναμη του Θεού! Γι' αυτό θα πρέπει να προσευχόμαστε και να ζητάμε από το Θεό να ενισχύσει την πίστη μας, ώστε να Τον εμπιστευόμαστε απόλυτα.  
     Όταν άνοιξαν την πόρτα και είδαν οι μαθητές τον Πέτρο, πραγματικά εξεπλάγησαν. Ο Πέτρος, αφού τους διηγήθηκε πώς ο Κύριος τον έβγαλε από την φυλακή, τους ζήτησε να μεταφέρουν τα καλά νέα προς τον Ιάκωβο και τους αδελφούς αυτού και στη συνέχεια «εξελθών υπήγεν εις άλλον τόπον». Όταν ο Θεός επεμβαίνει μέσα στη ζωή μας και κάνει θαύματα, θα πρέπει να τα φέρνουμε ενώπιον και των άλλων αδελφών, για να δυναμωθεί και αυτών η πίστη τους.
    Τα συμπεράσματα που βγαίνουν από το παραπάνω γεγονός, που ο Απ. "Λουκάς", ο Ιατρός, μας εξιστορεί είναι: Όταν αντιμετωπίζουμε τεράστια προβλήματα και μεγάλες δυσκολίες, να μην αρκούμεθα να παρατηρούμε το πρόβλημά μας εξωτερικά. Τα μάτια μας να μην κολλάνε στη "μεγάλη σιδερένια, κλειστή και αμπαρωμένη πόρτα, ούτε στις τέσσερις τετράδες στρατιωτών". Η πόρτα αυτή ποτέ δε θα ανοίξει με τις δικές μας τις δυνάμεις. Ας ησυχάσουμε στα πόδια του Θεού εμμένοντας στην προσευχή και τότε «τα αδύνατα παρ’ ανθρώποις είναι δυνατά παρά τω Θεό» (Λουκάς ΙΗ/18: 27). «ο Θεός είναι ο δυνάμενος» (Εφεσίους Γ/3: 20). Ο Θεός είναι πιο δυνατός από τις πιο δυνατές αμπάρες και τις πιο ασφαλείς φυλακές. Ένας πολύ ωραίος στίχος λέει: "Άνοιξη μπήκε για καλά κι η θάλασσα χαμογελά κι ανθίζουν κήποι εντός μου. Πλάκες που στέκατε βαριές στα μνήματα και στις καρδιές, σας έσπασε ο Χριστός μου". Όλα αυτά συνέβησαν "τω καιρώ εκείνω", όμως δεν ήταν μόνον για τότε αλλά είναι και για σήμερα. Ο Θεός είναι και σήμερα ζωντανός, έτοιμος να ενεργήσει και να φανεί δυνατός "εν τω μέσω ημών". "Ταύτα δε πάντα εγίνοντο εις εκείνους παραδείγματα, και εγράφησαν προς νουθεσίαν ημών, εις τους οποίους τα τέλη των αιώνων έφθασαν" (Α' Κορινθίους Ι/10: 11). 
    Μερικοί ίσως ακόμα να είναι αλυσοδεμένοι, καταπιεσμένοι από φοβερούς στρατιώτες, που λέγονται, αμαρτία, απιστία και σ’ αυτήν την κατάσταση βρίσκονται για πολλά χρόνια. Ο Κύριος και σήμερα είναι έτοιμος να περάσει από το "κελί" σου, αν του το ζητήσεις, και με αγάπη να σου ψιθυρίσει: «ξύπνα και ντύσου...». Αν ακούς τη φωνή Του σήμερα, σήκω μην κάθεσαι. Όλα άλλαξαν στη ζωή του λεγόμενου «άσωτου» γιου, όχι όταν κατάλαβε την κατάστασή του, αλλά όταν σηκώθηκε και έκανε το πρώτο βήμα της επιστροφής (Λουκάς ΙΕ/15: 20). "Θα υπάγω στον Πατέρα μου". Υπάρχει Πατέρας, υπάρχει Θεός εν τω ουρανώ. Μην απελπίζεσαι ψυχή, μην κάθεσαι και κλαις τη μοίρα σου, σήκω τώρα και κάνε το πρώτο βήμα. Είναι βέβαιο ότι ο Θεός θα τρέξει γρηγορότερα από σένα, για να σε συναντήσει. Είναι κοντά σου, είναι δίπλα σου, θέλει να σε βοηθήσει. Τι μεγάλη παρηγοριά, τι θαυμαστά αποτελέσματα.! Ο Απ. Παύλος διακηρύττει προς τους Χριστιανούς της Ρώμης: "εάν ο Θεός ήναι υπέρ ημών, τις θέλει είσθαι καθ' ημών;" (Ρωμαίους Β/2: 31). 

    Η ιστορία που αναφέραμε αφορά όλους μας, οποιαδήποτε κι αν είναι η κατάστασή μας. Πόσες φορές αντιμετωπίζοντας δύσκολες καταστάσεις έχουμε πει με το μυαλό μας: «αδύνατον αυτό να γίνει». Ας σταματήσουμε να βλέπουμε τα πράγματα εξωτερικά και ας μάθουμε να χρησιμοποιούμε με πίστη "το υπέρ όπλο" της προσευχής, φέρνοντας κάθε φορά ενώπιον του Κυρίου, ενώπιον Θεού ζώντος και αληθινού το πρόβλημά μας, όσο μεγάλο και αν φαίνεται στα μάτια μας, ησυχάζοντας μέσα σε ένα κόσμο ταραχής που ζούμε, έχοντας βαθύτατη πίστη ότι την υπόθεσή μας την έχει αναλάβει ο Κύριος. 
     Ο ψαλμωδός μας προτρέπει: "Ανάθεσε στον Κύριο την οδόν σου και έλπιζε σ' αυτόν, κι αυτός θα ενεργήσει» (Ψαλμός ΛΖ/37, εδ. 5). Ας μάθουμε να μην παρατηρούμε μόνον εξωτερικά τις καταστάσεις που μας απασχολούν, να μην κολλάμε τα μάτια μας στις αλυσίδες, στην κλειστή και αμπαρωμένη εξώπορτα, που ποτέ δε θα ανοίξει με τις δικές μας δυνάμεις, να μην κάνουμε δικούς μας υπολογισμούς και λέμε: "αυτό είναι αδύνατο", είναι απροσπέλαστο, αλλά ας ησυχάζουμε και ας το αποθέτουμε στα χέρια του Κυρίου. 
    Ας εμπιστευτούμε Εκείνον, το μόνον δυνάμενο και ας ησυχάζουμε. Είναι βέβαιο ότι δε θα αργήσει η ώρα που θα ακούσουμε τη φωνή Του: "Ξύπνα, φόρεσον το ιμάτιόν σου και ακολούθει μοι".---