Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Δευτέρα 11 Μαρτίου 2013

ΑΧΑΑΒ - ΙΩΣΑΦΑΤ

βιβλίο "Β' ΧΡΟΝΙΚΩΝ",  κεφ. ΙΖ/17  εδ. 1 – 6.

1 ΚΑΙ αντ' αυτού βασίλευσε ο Ιωσαφάτ, ο γιος του, και ενδυναμώθηκε ενάντια στον Ισραήλ.
2 Και έβαλε δυνάμεις σε όλες τις οχυρές πόλεις τού Ιούδα, και εγκατέστησε φρουρές στη γη τού Ιούδα, και στις πόλεις τού Εφραϊμ, που είχε κυριεύσει ο Ασά ο πατέρας του.
3 Και ο Κύριος ήταν μαζί με τον Ιωσαφάτ, επειδή περπάτησε στους δρόμους τού Δαβίδ τού πατέρα του, τους πρώτους δρόμους, και δεν εκζήτησε τους Βααλείμ
4 αλλ' εκζήτησε τον Θεό τού πατέρα του, και περπάτησε στις εντολές του, και όχι σύμφωνα με τα έργα τού Ισραήλ.
5 Γι' αυτό, ο Κύριος στερέωσε στο χέρι του τη βασιλεία και ολόκληρος ο Ιούδας έδωσε στον Ιωσαφάτ δώρα και απέκτησε πλούτο και πολλή δόξα.
6 Και η καρδιά του υψώθηκε στους δρόμους τού Κυρίου κι ακόμα, αφαίρεσε από τον Ιούδα τους ψηλούς τόπους και τα άλση.

βιβλίο "Β' ΧΡΟΝΙΚΩΝ",  κεφ. ΙΗ/18 , εδ. 1 – 33.

1 ΚΑΙ ο Ιωσαφάτ είχε πλούτο και πολλή δόξα και συμπεθέρεψε με τον Αχαάβ.
2 Και μετά από χρόνια κατέβηκε στον Αχαάβ στη Σαμάρεια. Και ο Αχαάβ έσφαξε πρόβατα και βόδια σε αφθονία γι' αυτόν, και για τον λαό που ήταν μαζί του, και τον έπεισε να ανέβει μαζί του στη Ραμώθ-γαλαάδ.
3 Και ο Αχαάβ, ο βασιλιάς τού Ισραήλ, είπε στον Ιωσαφάτ, τον βασιλιά τού Ιούδα: Έρχεσαι μαζί μου στη Ραμώθ-γαλαάδ; Κι εκείνος του απάντησε: Εγώ είμαι όπως εσύ, και ο λαός μου όπως ο λαός σου και στον πόλεμο θα είμαστε μαζί σου.
4 Και ο Ιωσαφάτ είπε στον βασιλιά του Ισραήλ: Ρώτησε σήμερα, παρακαλώ, τον λόγο τού Κυρίου.
5 Και ο βασιλιάς τού Ισραήλ συγκέντρωσε τους προφήτες, 400 άνδρες, και τους είπε: Να πάμε στη Ραμώθ-γαλαάδ, για να πολεμήσουμε; Ή, να απέχω; Κι εκείνοι είπαν: Ανέβα, και ο Θεός θα την παραδώσει στο χέρι τού βασιλιά.
6 Και ο Ιωσαφάτ είπε: Δεν υπάρχει εδώ ακόμα ένας προφήτης τού Κυρίου, για να τον ρωτήσουμε διαμέσου αυτού;
7 Και ο βασιλιάς τού Ισραήλ είπε στον Ιωσαφάτ: Υπάρχει ακόμα ένας άνθρωπος, διαμέσου τού οποίου μπορούμε να ρωτήσουμε τον Κύριο όμως, εγώ τον μισώ επειδή, δεν προφητεύει κάτι καλό για μένα, αλλά πάντοτε κακό είναι ο Μιχαϊας, ο γιος τού Ιεμλά. Και ο Ιωσαφάτ είπε: Ας μη μιλάει έτσι ο βασιλιάς.
8 Και ο βασιλιάς τού Ισραήλ κάλεσε έναν ευνούχο, και είπε: Βιάσου να φέρεις τον Μιχαϊα, τον γιο τού Ιεμλά.
9 Και ο βασιλιάς τού Ισραήλ και ο Ιωσαφάτ, ο βασιλιάς τού Ιούδα, κάθονταν, κάθε ένας επάνω στον θρόνο του, ντυμένοι με στολές, και κάθονταν σε έναν ανοιχτό τόπο προς την είσοδο της πύλης τής Σαμάρειας και όλοι οι προφήτες προφήτευαν μπροστά τους.
10 Και ο Σεδεκίας, ο γιος τού Χαναανά, είχε κάνει για τον εαυτό του σιδερένια κέρατα, και είπε: Έτσι λέει ο Κύριος: Μ' αυτά θα κερατίσεις τούς Συρίους, μέχρις ότου τους συντελέσεις.
11 Και όλοι οι προφήτες προφήτευαν το ίδιο, λέγοντας: Ανέβα στη Ραμώθ-γαλαάδ, και ευοδώσου επειδή, ο Κύριος θα την παραδώσει στο χέρι τού βασιλιά.
12 Και ο μηνυτής, που πήγε να καλέσει τον Μιχαϊα, του είπε, λέγοντας: Δες, τα λόγια των προφητών με ένα στόμα φανερώνουν καλό για τον βασιλιά ο λόγος σου, λοιπόν, ας είναι, παρακαλώ, όπως ενός από εκείνους, και να μιλήσεις το καλό.
13 Και ο Μιχαϊας είπε: Ζει ο Κύριος, ό,τι μου πει ο Θεός, αυτό θα μιλήσω.
14 Ήρθε, λοιπόν, στον βασιλιά, και του είπε ο βασιλιάς: Μιχαϊα, να πάμε στη Ραμώθ-γαλαάδ για να πολεμήσουμε; Ή, να απέχω; Κι εκείνος είπε: Ανεβείτε και ευοδώνεστε, επειδή θα παραδοθούν στο χέρι σας.
15 Και του είπε ο βασιλιάς: Μέχρι πόσες φορές θα σε ορκίζω, να μη μου λες παρά την αλήθεια στο όνομα του Κυρίου;
16 Κι εκείνος είπε: Είδα ολόκληρο τον Ισραήλ διασπαρμένον επάνω στα βουνά, σαν πρόβατα που δεν έχουν ποιμένα και ο Κύριος είπε: Αυτοί δεν έχουν κύριο ας γυρίσει κάθε ένας στο σπίτι του με ειρήνη.
17 Και ο βασιλιάς τού Ισραήλ είπε στον Ιωσαφάτ: Δεν σου είπα ότι δεν θα προφητεύσει καλό για μένα, αλλά κακό;
18 Και ο Μιχαϊας είπε: Ακούστε, λοιπόν, τον λόγο τού Κυρίου: Είδα τον Κύριο να κάθεται επάνω στον θρόνο του, και ολόκληρη τη στρατιά τού ουρανού να στέκεται από τα δεξιά του και από τα αριστερά του.
19 Και ο Κύριος είπε: Ποιος θα εξαπατήσει τον Αχαάβ, τον βασιλιά τού Ισραήλ, ώστε να ανέβει και να πέσει στη Ραμώθ-γαλαάδ; Και ο μεν ένας μίλησε λέγοντας έτσι, ο δε άλλος λέγοντας έτσι.
20 Τότε, βγήκε το πνεύμα, και στάθηκε μπροστά στον Κύριο, και είπε: Εγώ θα τον εξαπατήσω. Και ο Κύριος του είπε: Με ποιον τρόπο;
21 Και είπε: Θα βγω, και θα είμαι πνεύμα ψέματος στο στόμα όλων των προφητών του. Και ο Κύριος είπε: Θα εξαπατήσεις, και μάλιστα θα κατορθώσεις βγες, και κάνε έτσι.
22 Τώρα, λοιπόν, δες, ο Κύριος έβαλε πνεύμα ψέματος στο στόμα αυτών των προφητών σου, και ο Κύριος μίλησε για σένα κακό.
23 Τότε, αφού πλησίασε ο Σεδεκίας, ο γιος τού Χαναανά, χαστούκισε τον Μιχαϊα επάνω στο σαγόνι, και είπε: Από ποιον δρόμο πέρασε το πνεύμα τού Κυρίου από μένα, για να μιλήσει σε σένα;
24 Και ο Μιχαϊας είπε: Πρόσεξε, θα δεις, κατά την ημέρα που θα μπαίνεις από δωμάτιο σε δωμάτιο, για να κρυφτείς.
25 Και ο βασιλιάς τού Ισραήλ είπε: Πιάστε τον Μιχαϊα, και ξαναφέρτε τον στον Αμών, τον άρχοντα της πόλης, και στον Ιωάς, τον γιο τού βασιλιά,
26 και πείτε: Έτσι λέει ο βασιλιάς: Βάλτε τον στη φυλακή, και να τον τρέφετε με ψωμί θλίψης και με νερό θλίψης, μέχρις ότου επιστρέψω με ειρήνη.
27 Και ο Μιχαϊας είπε: Αν πραγματικά επιστρέψεις με ειρήνη, ο Κύριος δεν μίλησε με μένα. Και είπε: Ακούστε το εσείς, όλοι οι λαοί.
28 Και ανέβηκε ο βασιλιάς τού Ισραήλ, και ο βασιλιάς τού Ιούδα, ο Ιωσαφάτ, στη Ραμώθ-γαλαάδ.
29 Και ο βασιλιάς τού Ισραήλ είπε στον Ιωσαφάτ: Εγώ θα μετασχηματιστώ, και θα μπω στη μάχη εσύ, όμως, ντύσου τη στολή σου. Και ο βασιλιάς τού Ισραήλ μετασχηματίστηκε, και μπήκαν στη μάχη.
30 Και ο βασιλιάς τής Συρίας είχε προστάξει τους άρχοντες των αμαξών του, λέγοντας: Μη πολεμάτε ούτε μικρόν ούτε μεγάλον, αλλά μονάχα τον βασιλιά τού Ισραήλ.
31 Και καθώς οι άρχοντες των αμαξών είδαν τον Ιωσαφάτ, τότε αυτοί είπαν: Αυτός είναι ο βασιλιάς τού Ισραήλ και τον περικύκλωσαν για να τον πολεμήσουν αλλ' ο Ιωσαφάτ αναβόησε, και τον βοήθησε ο Κύριος και ο Θεός τούς απέστρεψε απ' αυτόν.
32 Και βλέποντας οι άρχοντες των αμαξών ότι δεν ήταν ο βασιλιάς τού Ισραήλ, γύρισαν από την καταδίωξή του.
33 Και κάποιος άνθρωπος, τοξεύοντας άσκοπα, χτύπησε τον βασιλιά τού Ισραήλ ανάμεσα στις αρθρώσεις τού θώρακα κι εκείνος είπε στον ηνίοχο: Στρέψε το χέρι σου, και βγάλε με από τον στρατό, επειδή πληγώθηκα.
34 Και η μάχη μεγάλωσε κατά την ημέρα εκείνη και ο βασιλιάς τού Ισραήλ στεκόταν επάνω στην άμαξα κατάντικρυ στους Συρίους μέχρι την εσπέρα και γύρω στη δύση τού ήλιου πέθανε.

         ΣΧΟΛΙΑ :
      Ένα από τα πιο θλιβερά γεγονότα της Παλαιάς Διαθήκης είναι οι γεροντικοί έρωτες του Βασιλιά του Ισραήλ, Σολόμωντα (Α΄ Βασιλέων ΙΑ/11: 1- 9) . Αποτέλεσμα αυτών, ως τιμωρία από το Θεό, έγινε ο χωρισμός του Βασιλείου του Ισραήλ, (Α΄ Βασιλέων ΙΑ/11: 11), το οποίο είχε ζήσει ενιαίο επί 120 χρόνια. (40 χρόνια με βασιλιά τον Σαούλ, 40 με βασιλιά το Δαυίδ, και 40 με βασιλιά το Σολόμωντα).
      Οι 10 από τις 12 φυλές αποσκίρτησαν και δημιούργησαν το βόρειο Βασίλειο του Ισραήλ με πρωτεύουσα τη Σαμάρεια, το οποίο διατηρήθηκε για 200 χρόνια περίπου. Το έτος 721 πΧ κατελήφθη από του Ασσύριους.
       Οι δύο φυλές του Ιούδα και του Βενιαμίν και ορισμένοι Λευίτες δημιούργησαν στο νότιο τμήμα το βασίλειο του Ιούδα με πρωτεύουσα την Ιερουσαλήμ, το οποίο διατηρήθηκε επί 300 χρόνια περίπου και κατελήφθη από τους Βαβυλώνιους το έτος 600 π.Χ.
       Στο νότιο Βασίλειο επί 25 έτη (874 – 850) βασίλεψε ο Ιωσαφάτ, ο οποίος ανήλθε στο θρόνο σε ηλικία 35 ετών. Σχετικά με τη βασιλεία του, μας αναφέρει ο Λόγος του Θεού ότι στάθηκε σωστός και ακέραιος ενώπιον του Θεού και περπάτησε στους δρόμους του Δαυίδ (Β΄χρονικών ΙΖ/17: 1– 9).
       Την ίδια εποχή στο βόρειο βασίλειο, βασιλιάς ήταν συνολικά 22 χρόνια, ο Αχαάβ (875 – 854) ο πλέον ασεβής Βασιλιάς που βασίλεψε ποτέ στον Ισραήλ. Είχε γυναίκα την Ιεζάβελ, κόρη του Βασιλέα των Σιδωνίων, μία πραγματικά διαβολική γυναίκα. Από τη μία λοιπόν μεριά ήταν ένας ευσεβής άνθρωπος που ακολουθούσε τον Κύριο, μισούσε τα άλση και τους ειδωλολατρικούς Θεούς και από την άλλη ένας ακραία ασεβής άνθρωπος. Τούτοι οι δύο άνθρωποι, που δεν φαίνεται να έχουν κανένα κοινό στοιχείο μεταξύ τους, για λόγους διπλωματικούς και για να εξασφαλίσουν συμμαχία μεταξύ τους, συμπεθέρεψαν και έδωσε ο Ιωσαφάτ τον γιο του για σύζυγο στην κόρη του Αχαάβ και της Ιεζάβελ.
       Ο Αχαάβ, για να τιμήσει το συμπέθερό του τον Ιωσαφάτ και για να εμπεδώσει τη συνεργασία μεταξύ τους, οργάνωσε το έτος 897 π.Χ. στην Σαμάρεια ένα μεγάλο συμπόσιο, μια μεγάλη γιορτή και έσφαξε ο Αχαάβ πρόβατα και βόδια εν αφθονία για τον Ιωσαφάτ και την ακολουθία του.
       Σιγά – σιγά άναψε το γλέντι, πολλά τα φαγητά, άφθονο το κρασί, οι μουσικές και πάνω στο κέφι ο Αχαάβ θυμάται, ότι, για να ολοκληρώσει την επικράτειά του, θα πρέπει να αποσπάσει από τους Σύρους ένα μικρό κομμάτι γης, που του είχαν αρπάξει πριν από μερικά χρόνια. Μέσα στην κατάσταση της ευθυμίας, με τη συζήτηση έπεισε τον Ιωσαφάτ να εκστρατεύσουν μαζί εναντίον των Σύρων, με σκοπό να αποσπάσουν απ’ αυτούς το συνοριακό φρούριο Ραμώθ Γαλαάδ. Το αποτέλεσμα: «και κατέπεισεν αυτόν να συναβή εις Ραμώθ – Γααλάδ». Η απάντηση του Ιωσαφάτ, ανθρώπου του Θεού, προς τον Αχαάβ, άσπονδο εχθρό του Θεού, ήταν συντριπτική. «Εγώ είμαι καθώς εσύ και ο λαός μου καθώς ο λαός σου και θα έρθουμε μαζί σου στον πόλεμο».
       Όταν έδωσε αυτήν την υπόσχεση ο Ιωσαφάτ και είπε όλα αυτά τα ωραία λόγια, κάποια στιγμή θυμήθηκε και τον Κύριο. Πόσες φορές δεν έχει συμβεί μέσα στη ζωή μας! Παίρνουμε τις αποφάσεις μας, καταστρώνουμε τα σχέδιά μας και αφού τα έχουμε όλα έτοιμα, λέμε: "Έλα, Κύριε, να ευλογήσεις αυτά, που εμείς αποφασίσαμε, χωρίς Εσένα". Όταν λοιπόν σκέφτηκε το Θεό, είπε στον Αχαάβ: «Ρώτησε σήμερα σε παρακαλώ το λόγο του Κυρίου». Αφού πρώτα αποφάσισε, αφού δεσμεύτηκε με το λόγο του, θυμήθηκε να ρωτήσει και τον Κύριο.
      Η σειρά στα πράγματα του Θεού δεν είναι αυτή. Ως πιστοί άνθρωποι θα πρέπει πρώτα να ρωτάμε τον Κύριο. Ο Προφήτης Ησαΐας χαρακτηρίζει τον Κύριο «θαυμαστό σύμβουλο» (Ησαΐας Θ/9: 6). Πρέπει, για το κάθε πρόβλημα μέσα στη ζωή μας, μικρό ή μεγάλο, πρώτα να ρωτάμε τον Κύριο. Πώς θα ρωτάμε τον Κύριο; Με προσευχή και ερευνώντας τον Λόγο του Θεού, για να βλέπουμε τι μας συμβουλεύει μέσα απ’ αυτόν ο Κύριος. Ο λόγος του Θεού είναι δύναμη για τον καθένα που πιστεύει (Ρωμαίους Α/1: 16) και έχει οδηγίες και λύσεις, για όλα τα θέματα της ζωής μας. Μέσα από το λόγο του Θεού θα δούμε τι πρέπει να κάνουμε και πως να ενεργήσουμε.
       Όλοι οι μεγάλοι της πίστεως κατά τον ίδιο τρόπο ενεργούσαν στη ζωή τους. Σε κάποια περίπτωση ο Δαβίδ βλέποντας τα εχθρικά στρατεύματα να έρχονται εναντίον του ρώτησε τον Κύριο: "Κύριε να επιτεθώ;" "Όχι" είπεν ο Κύριος και φρόντισε Αυτός πλέον για την έκβαση της μάχης (Α΄ Χρονικών ΙΔ/14: 14).  
       Ο Σαμψών, προορισμένος από το Θεό ως Κριτής στον Ισραήλ, έπαιρνε αποφάσεις στη ζωή του χωρίς να ρωτάει το Θεό. Κάποια στιγμή είδε μία γυναίκα από τις γυναίκες των Φιλισταίων που του άρεσε στους οφθαλμούς και αποφάσισε να την πάρει για γυναίκα του, αγνοώντας παντελώς την εντολή του Θεού ο οποίος είχε πει στους Ισραηλίτες να μη συμπεθερεύουν με τους Φιλισταίους. Το αποτέλεσμα; Τραγωδία! ("Κριταί", κεφ. ΙΣ/16).
       Πριν απ’ όλα και πάνω απ’ όλα θα πρέπει πριν αποφασίσουμε, να ερευνούμε τι λέει ο λόγος του Θεού για το αίτημά μας. Εάν από την έρευνά μας υπάρξει θετικό αποτέλεσμα, θα πρέπει ο πιστός άνθρωπος να προσεύχεται για να δημιουργηθούν και οι κατάλληλες περιστάσεις και προϋποθέσεις. Θα πρέπει να περιμένουμε την κατάλληλη ώρα την οποία θα μας υποδείξει ο Κύριος, κάνοντας χρήση πάντοτε αγίων μέσων, όχι ψέματα, κολακείες, δωροδοκίες κλπ.
      Μόνον κάτω απ’ αυτές τις προϋποθέσεις ό,τι συμβεί στη ζωή μας θα είναι σύμφωνο με το θέλημα του Θεού. Και μέσα από τα γεγονότα της ζωής μας θα βγαίνει ευλογία για μας και για τους γύρω μας. Σε κάθε άλλη περίπτωση ανυπολόγιστες και καταστροφικές θα είναι οι συνέπειες για μας.
      Και αφού  ο Ιωσαφάτ είπε αυτά τα λόγια, αποφάσισε ο Αχαάβ, ο ασεβής αυτός βασιλιάς να ρωτήσει τον Κύριο. Για το σκοπό αυτό κάλεσε αμέσως 400 ειδωλολάτρες προφήτες, οι οποίοι, αφού επικοινώνησαν με το Θεό τους (το διάβολο), θέλοντας περισσότερο να τον κολακεύσουν και να φανούν αρεστοί στο Βασιλιά, τον προέτρεψαν ομόφωνα: «Ανέβα στη Ραμώθ – Γαλαάδ και θα ευοδωθεί η προσπάθειά σου, διότι ο Κύριος θα παραδώσει αυτή την περιοχή στα χέρια σου».
     Τον ευσεβή άνθρωπο πάντα τον ελέγχει το Πνεύμα το Άγιο και μέσα από τον έλεγχο αυτόν ο Ιωσαφάτ κατάλαβε το αυτονόητο, ότι τούτοι οι άνθρωποι ήταν "άλλου πνεύματος" και έτσι δεν έδωσε καμία εμπιστοσύνη στα λόγια τους. Για το λόγο αυτό με πολλή λεπτότητα ζήτησε να μιλήσει για το θέμα κάποιος γνήσιος προφήτης του Θεού. Η ερώτησή του προς τον Αχαάβ ήταν : «Δεν υπάρχει εδώ κανένας προφήτης του Θεού για να ρωτήσουμε δι’ αυτού τον Κύριο;». "Ναι", ήταν η απάντηση του Αχαάβ, υπάρχει κάποιος προφήτης εδώ, δια του οποίου μπορούμε να ρωτήσουμε τον Κύριο, όμως εγώ αυτόν τον άνθρωπο τον μισώ, γιατί δεν προφητεύει ποτέ καλό για μένα, αλλά πάντοτε προφητεύει κακά πράγματα, είναι ο Μιχαίας ο γιος του Ιεμλά». (Β΄ Χρονικών ΚΔ/24: 7).
      Έρχεται λοιπόν ο πιστός, ο γνήσιος προφήτης του Θεού, και βρίσκει τον Αχαάβ και τον Ιωσαφάτ να είναι περιτριγυρισμένοι από τους κόλακες και τους ψευδοπροφήτες και τον Ιωσαφάτ να είναι αναστατωμένος απ’ όλα αυτά. Ένας μάλιστα από τους ψευδοπροφήτες, ονόματι Σεδεκίας, είχε φορέσει και κάτι σιδερένια κέρατα και έλεγε στον Αχαάβ: "Να έτσι θα κεντρίσεις τους Σύρους, ώσπου να τους τελειώσεις όλους". Αλίμονο σε κείνους, λέει ο Κύριος, που δε λαμβάνουν βουλή από Μένα (Ησαΐας  Λ/30: 1).
     Η απάντηση του Προφήτη του Θεού μετά από ένα λογοπαίγνιο ήταν: "Ο Θεός σε παρέδωσε, Αχαάβ, σε πνεύμα παραπλανήσεως, για να αποτύχεις, να τιμωρηθείς και να θανατωθείς" Κοιτάξτε πού έμπλεξε, πώς έμπλεξε χωρίς να το καταλάβει, ο πιστός άνθρωπος ο Ιωσαφάτ. Είχε υποσχεθεί να συμμετέχει σε μια στρατιωτική επιχείρηση, την οποία ο Θεός φανέρωσε ότι την είχε καταδικάσει. Δε θα είχε βρεθεί σ’ αυτήν τη θέση, αν πρώτα είχε ρωτήσει το Θεό και μετά απαντούσε στον ασεβή αυτό Βασιλιά σύμφωνα με το θέλημα του Θεού. Είναι λανθασμένες οι μέχρι τώρα ενέργειές του, όμως ακόμα έχει περιθώριο να αναγνωρίσει το λάθος του, να ταπεινωθεί και ενεργήσει σύμφωνα με το θέλημα του Θεού. Όμως δεν πήρε τούτη την απόφαση, όσο ήταν "καιρός ευπρόσδεκτος" (Β' Κορινθίους Σ/6: 2). Από έναν εγωισμό, από μια κακώς εννοούμενη αξιοπρέπεια, λόγω του βασιλικού κύρους, δε μετανόησε.
      Δύο εντολές του Θεού παρέβη τούτος ο πιστός άνθρωπος.
1/ «Μη ομοζυγείτε με τους απίστους, διότι τίνα μετοχήν έχει η δικαισύνη με την ανομίαν, τίνα δε κοινωνίαν το φως προς το σκότος, τίνα δεν συμφωνίαν ο Χριστός με τον Βελίαλ, ή τίνα μερίδα ο πιστός με τον άπστον. Τίνα δεν συμβίβασιν ο ναός του Θεού με τα είδωλα» (Β΄ Κορινθίους Σ/6: 14 – 16).
2/ Δια τούτο εξέλθετε εκ μέσου αυτών (των ασεβών) και αποχωρισθείτε, λέγει Κύριος και Εγώ (ο Θεός) θα σας δεχθώ (Β' Κορινθίους Σ/6: 17).
       Παρά την οδηγία του Θεού ο πιστός άνθρωπος ξεκινάει μαζί με τον άπιστο την εκστρατεία. Φτάνουν στο συνοριακό φρούριο Ραμώθ – Γαλαάδ και αρχίζει η μάχη. Οι Σύροι είχαν δώσει εντολή, ώστε όλο το ενδιαφέρον του στρατού να στραφεί προς το Βασιλιά τον Αχαάβ. Ο Ιωσαφάτ φορούσε τη βασιλική του στολή και ενώ ήταν καθισμένος πάνω στο άρμα του και παρατηρούσε τη μάχη, αντελήφθη ότι ήταν περικυκλωμένος από τους Σύρους, οι οποίοι με μανία άρχισαν να βάλουν εναντίον του, νομίζοντας ότι ήταν ο Αχαάβ. Σε εκείνη την κρίσιμη ώρα, σε κείνη την ώρα που όλα τελείωναν ο Λόγος τους Θεού μας αναφέρει: "ο Ιωσαφατ ανεβόησε προς τον Κύριο και εβοήθησεν αυτόν ο Κύριος και απέστρεψε αυτούς ο Θεός, απ’ αυτόν".
       Ναι. Αυτός είναι ο Θεός, έτοιμος να ακούσει τη φωνή του απελπισμένου, του ταλαιπωρημένου, του αμαρτωλού που μετανιώνει, έτοιμος να ακούσει και τη δική σου φωνή, όπου κι αν βρίσκεσαι, όπως και αν βρίσκεσαι.
       Μη σκεφτείς ποτέ να γίνεις πρώτα καλός και ύστερα να επικαλεστείς το Θεό. Δε θα γίνεις ποτέ. Είναι ο ίδιος Πατέρας που αγκάλιασε τον "άσωτο" γιο, που είσαι εσύ και εγώ και καταφίλησε αυτόν στο βρώμικο από τα γουρούνια τράχηλό του (Λουκάς ΙΕ/15: 20).
       Κάποιοι υποστηρίζουν ότι η σωτηρία δε χάνεται για τον πιστό άνθρωπο. Ένα είναι γεγονός ότι η αγάπη του Θεού δε μειώνεται για το δικό Του παιδί. Γι’ αυτό επεμβαίνει ο Κύριος, Ένας αόρατος βραχίονας ανυπολόγιστης δύναμης είναι έτοιμος για να ενεργήσει στην παραμικρή μετάνοια, στην κάθε ειλικρινή επίκληση του Αγίου ονόματος του Θεού.
-- Κύριε, πώς άκουσες εκείνη την προσευχή που βγήκε μέσα από την κοιλιά ενός κήτους που ήταν στα βάθη της θάλασσας; (Ιωνάς, κεφ. Β΄).
-- Πώς άκουσες, Κύριε, εκείνη την προσευχή που έγινε κάτω από τις κραυγές και τις βρισιές 3.000 ατόμων στο Ναό του Δαγών; «Και εβόησεν ο Σαμψών προς τον Κύριον και είπε: Δέσποτα Κύριε, ενθυμήθητί με, δέομαι και ενίσχυσόν με, παρακαλώ, μόνον ταύτην την φοράν, Θεέ, διά να εκδικηθώ κατά των Φιλισταίων διά μιας, υπέρ των δύο οφθαλμών μου" (Κριταί ΙΣ/16: 28).
     Ναι, ακούει ο Κύριος, διότι δε βάρυνε το αυτί Του, δε μίκρυνε ο βραχίονας Του (Ησαΐας ΝΘ/59: 1). Το βλέμμα του είναι στραμμένο πάνω στα δικά Του παιδιά και είναι έτοιμος να ακούσει, έτοιμος να ενεργήσει. Πόσο χαρακτηριστικά, πόσο παρήγορα, τούτα τα λόγια: «Ανεβόησε προς τον Κύριο και εβοήθησεν αυτόν ο Κύριος και απέστρεψε αυτούς ο Θεός, απ’ αυτόν». Δόξα στο Θεό που δεν αλλάζει, αλλά είναι πάντα ο ίδιος, που θέλει όλοι οι άνθρωποι να έρθουν σε μετάνοια, για να σωθούν αιωνίως. (Β' Πέτρου Γ/3: 9).
     Λάθος επιλογές με συντριπτικά τα αποτελέσματα. "μην πλανάσθε, λέγει Κύριος, διότι ό,τι αν σπείρει ο άνθρωπος, τούτο και θα θερίσει" (Γαλάτας Σ/6: 7). Ο Δαβίδ στον Ψαλμό ΚΣ/26, εδ. 4-6, αναφέρει: "Δεν εκάθησα μετά ανθρώπων ματαίων και μετά υποκριτών δεν θέλω υπάγει. Εμίσησα την σύναξιν των πονηρευομένων, και μετά ασεβών δεν θέλω καθίσει. Θέλω νίψει εν αθωότητι τας χείρας μου και θέλω περικυκλώσει το θυσιαστήριόν σου, Κύριε"
       Πόσο διαφορετική θα ήταν η ζωή του Ιωσαφάτ, του πιστού αυτού ανθρώπου, αν δεν παρέκκλινε από το λόγο του Θεού! Τον έσωσε μια κραυγή μετάνοιας, μία κραυγή αγωνίας, η οποία ήρθε να κινήσει τον αιώνιο βραχίονα και να κάνει σωτηρία. Σώθηκε, γιατί επικαλέστηκε τον δυνάμενο (Ιούδας Α/1: 24), το Θεό της Αγάπης, τον αληθινό και ζωντανό Θεό, το μόνον δυνάμενο να ενεργήσει «υπέρ εκ περισσού» και να κάνει πάνω από εκείνα τα οποία ζητούμε ή νοούμε. (Εφεσίους Γ/3: 20).
     Ο άλλος ο ασεβής βασιλιάς ο Αχαάβ τι απέγινε; Νομίζοντας ότι θα ξεφύγει τον θάνατο, που είχε πει ο Μιχαίας, έβγαλε τη βασιλική στολή, φόρεσε ρούχα στρατιωτών και μπήκε ανάμεσα στους στρατιώτες, ώστε να μη διακρίνεται, πιστεύοντας έτσι ότι θα μείνει απαρατήρητος.
      Όμως ο αμετανόητος, αμαρτωλός, τραβάει πάνω του την κρίση του Θεού, όπως τα ψιλά δένδρα τραβάνε τους κεραυνούς. Μόνος τρόπος σωτηρίας είναι η μετάνοια, η βοή, η κραυγή εκ καρδίας, προς τον Κύριο. Αυτή η κραυγή στη ζωή του Αχαάβ δεν υπήρξε.
      Καθώς γινόταν η μάχη, ένας Σύρος στρατιώτης έριξε με το τόξο του ένα βέλος πάνω στο στρατό του Ισραήλ χωρίς να σκοπεύει και το βέλος αυτό βρήκε τον Αχαάβ στο θώρακα και τον τραυμάτισε θανάσιμα. Λίγο μετά, κατά το ηλιοβασίλεμα, πέθανε (Β΄ Χρονικών ΙΗ/18: 33 – 34).
    Έτσι οι «ενωμένοι στρατοί» ηττήθηκαν σύμφωνα με εκείνα τα οποία είχε προφητεύσει ο προφήτης του Θεού Μιχαίας. Ο Ιωσαφατ επέστρεψε ντροπιασμένος στην Ιερουσαλήμ, όπου εκεί ο Θεός δια στόματος του Ιηού του έδωκε μια δριμύτατη επίπληξη. Τι έκανες του είπε ο Θεός: «Βοηθάς τον ασεβή και αγαπάς αυτούς που μισούν τον Κύριο; Γι' αυτό, οργή από τον Κύριο είναι επάνω σου, εντούτοις, βρέθηκαν σε σένα καλά πράγματα, επειδή αφαίρεσες τα άλση από τη γη και κατεύθυνες την καρδιά σου στο να εκζητάς τον Κύριο». (Β΄ Χρονικών ΙΘ/19: 2,3).

       Συμπεράσματα που μπορούν να βγούν για όλους εμάς, για τη δική μας πνευματική ζωή από τούτη την επιχείρηση: «Αχαάβ - Ιωσαφατ Α.Ε.»

1/  Ήταν μεγάλο το λάθος του Ιωσαφάτ το να αποκτήσει φιλία και να παρέχει βοήθεια σ' έναν άνθρωπο ασεβή που μισούσε το Θεό. Γι' αυτό, όταν πρόκειται να εκλέξουμε φίλους ή συνεργάτες ας έχουμε στο νου μας τα λόγια του Προφήτη: "Τους μισούντας τον Θεόν αγαπάς; 

2/ Η συνταύτιση με ασεβείς ανθρώπους και η από κοινού επιδίωξη των στόχων αυτών, θα μας οδηγήσει στην απομάκρυνση από το θέλημα του Θεού και θα επιφέρει απρόβλεπτες συνέπειες αλλά και φοβερές περιπέτειες στη ζωή μας." Ο λόγος του Θεού  μας συμβουλεύει: "Ο περιπατών μετά σοφών θέλει είσθαι σοφός, ο δε σύντροφος αφρόνων θέλει απολεσθή" (Παροιμίαι ΙΓ/13: 20).   

3/ Όποιος επικαλεστεί, με μετάνοια και συντριβή, το όνομα του Κυρίου θα σωθεί (Ρωμαίους Ι/10: 13).

4/ Ο αμετανόητος και ασεβής δε θα ξεφύγει. Η αμαρτία του θα τον βρει. «Οι ίδιες του οι ανομίες θα συλλάβουν τον ασεβή, και με τα σχοινιά τής αμαρτίας του θα σφίγγεται». (Παροιμίες Ε/5: 22).---

Παρασκευή 8 Μαρτίου 2013

Ο ΥΜΝΟΣ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ

Ο ΥΜΝΟΣ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ

 Επιστολή "Α΄ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ", κεφάλαιο ΙΓ / 13.

1 Ακόμα κι αν ήξερα να μιλώ όλες τις γλώσσες των ανθρώπων μα και των αγγέλων, χωρίς όμως να έχω αγάπη, θα είχα γίνει χαλκός που βγάζει σκέτους ήχους ή τύμπανο που δημιουργεί μόνο ντόρο.
 2 Κι αν είχα το χάρισμα της προφητείας και κατανοούσα όλα τα μυστήρια και κατείχα όλη τη γνώση, κι αν είχα όλη την πίστη, έτσι που να μετατοπίζω βουνά, χωρίς όμως να έχω αγάπη, θα ήμουν ένα τίποτε.
3 Κι αν ακόμα διένεμα όλα τα υπάρχοντά μου για να θρέψω τους πεινασμένους, κι αν παρέδιδα το σώμα μου να καεί στη φωτιά, χωρίς όμως να έχω αγάπη, δε θα μου είχε ωφελήσει σε τίποτε.
4 Η αγάπη μακροθυμεί, επιζητάει το καλό. Η αγάπη δε φθονεί. Η αγάπη δεν καυχησιολογεί, δεν αλαζονεύεται,
5 δε φέρεται άπρεπα, δεν κυνηγάει το δικό της συμφέρον, δεν κυριεύεται από θυμό, δεν κρατά λογαριασμό για το κακό που της κάνουν,
6 δε χαίρεται για την αδικία, αλλά μετέχει στη χαρά για την επικράτηση της αλήθειας.
 7 Όλα τα καλύπτει, όλα τα πιστεύει, όλα τα ελπίζει, όλα τα υπομένει.
8 Η αγάπη ποτέ δεν ξεπέφτει. Ενώ τα άλλα, είτε προφητείες είναι αυτές, θα καταργηθούν είτε γλώσσες είναι, θα πάψουν είτε γνώση, θα καταργηθεί.
9 Γιατί μόνο ως ένα βαθμό γνωρίζουμε και ως ένα βαθμό προφητεύουμε.
10 Μα όταν έρθει το τέλειο, τότε το ατελές θα καταργηθεί.
11 Παιδάκι όταν ήμουνα, σαν παιδάκι μιλούσα, σαν παιδάκι σκεφτόμουν, σαν παιδάκι έβγαζα συμπεράσματα. Μα όταν έγινα άντρας, σταμάτησα να σκέφτομαι και να ενεργώ σαν παιδάκι.
12 Γιατί, πραγματικά, τώρα βλέπουμε απροσδιόριστα σαν σε θαμπό καθρέφτη. Τότε όμως θα δούμε πρόσωπο με πρόσωπο. Τώρα γνωρίζω μονάχα ως ένα βαθμό, τότε όμως θα γνωρίσω τέλεια, όπως ακριβώς μ' έχει γνωρίσει ο Θεός.
 13 Αυτά λοιπόν που μένουν τελικά, είναι η πίστη, η ελπίδα και η αγάπη. Αυτά τα τρία, με κορυφαία τους, όμως, την αγάπη.



*********


Ο ΥΜΝΟΣ ΤΗΣ ΦΙΛΙΑΣ

βιβλίο "Α΄ ΣΑΜΟΥΗΛ", κεφ. Κ / 20.      [Παλαιά Διαθήκη].

 1 Και ο Δαβίδ έφυγε από τη Ναυιώθ, που είναι στη Ραμά, και ήρθε, και είπε μπροστά στον Ιωνάθαν: Τι έκανα; Ποιο είναι το αδίκημά μου, και ποιο το αμάρτημά μου μπροστά στον πατέρα σου, για το οποίο ζητάει την ψυχή μου;
2 Κι εκείνος τού είπε: Μη γένοιτο! Εσύ δεν θα πεθάνεις δες, ο πατέρας μου δεν θα κάνει τίποτε, ούτε μεγάλο ούτε μικρό, που να μη το φανερώσει σε μένα και γιατί ο πατέρας μου θα έκρυβε αυτό το πράγμα από μένα; Δεν είναι έτσι.
3 Και ο Δαβίδ ορκίστηκε ακόμα, και είπε: Ο πατέρας σου, βέβαια, ξέρει ότι εγώ βρήκα χάρη μπροστά σου• γι' αυτό, λέει: Ας μη το ξέρει αυτό ο Ιωνάθαν, μήπως λυπηθεί. Αλλά, ζει ο Κύριος, και ζει η ψυχή σου, δεν είναι παρά ένα βήμα ανάμεσα σε μένα και τον θάνατο.
4 Τότε ο Ιωνάθαν είπε στον Δαβίδ: Ό,τι επιθυμεί η ψυχή σου θα το κάνω σε σένα.
5 Και ο Δαβίδ είπε στον Ιωνάθαν: Δες, αύριο είναι νεομηνία, κατά την οποία συνηθίζω να κάθομαι να συντρώγω με τον βασιλιά άφησέ με, λοιπόν, να πάω για να κρυφτώ στο χωράφι μέχρι την εσπέρα τής τρίτης ημέρας
6 αν ο πατέρας σου κοιτάζοντας ολόγυρα με ζητήσει, τότε πες: Ο Δαβίδ ζήτησε από μένα ένθερμα να τρέξει στη Βηθλεέμ, την πόλη του• επειδή, γίνεται εκεί ετήσια θυσία, από όλη τη συγγένειά του
7 Αν πει έτσι: Καλά θα είναι ειρήνη στον δούλο σου αν, όμως, οργιστεί πολύ, να ξέρεις ότι το κακό είναι αποφασισμένο απ' αυτόν.
8 Θα κάνεις, λοιπόν, έλεος στον δούλο σου επειδή, έβαλες τον δούλο σου σε συνθήκη Κυρίου μαζί σου αν, όμως, υπάρχει σε μένα αδικία, θανάτωσέ με εσύ και γιατί να με φέρεις μέχρι τον πατέρα σου;
9 Και ο Ιωνάθαν είπε: Μη γένοιτο ποτέ κάτι τέτοιο σε σένα! Επειδή, αν πραγματικά γνωρίσω ότι είναι αποφασισμένο από τον πατέρα μου το κακό νάρθει επάνω σου, σίγουρα θα σου το αναγγείλω.
10 Και ο Δαβίδ είπε στον Ιωνάθαν: Ποιος θα μου το αναγγείλει αν ο πατέρας σου απαντήσει σε σένα με σκληρό τρόπο;
11 Και ο Ιωνάθαν είπε στον Δαβίδ: Έλα, και ας βγούμε στο χωράφι. Και βγήκαν και οι δύο στο χωράφι.
12 Και ο Ιωνάθαν είπε στον Δαβίδ: Κύριε, Θεέ τού Ισραήλ! Όταν κάποτε την αυριανή ή τη μεθαυριανή ημέρα εξιχνιάσω τον πατέρα μου, και να, είναι κάτι καλό για τον Δαβίδ, αν δεν σου στείλω τότε να το αναγγείλω σε σένα,
13 έτσι να κάνει ο Κύριος στον Ιωνάθαν και έτσι να προσθέσει! Αν, όμως, ο πατέρας μου αποφάσισε το κακό εναντίον σου, θα σου το αναγγείλω, και θα σε εξαποστείλω, και θα πας με ειρήνη και ο Κύριος ας είναι μαζί σου, καθώς στάθηκε με τον πατέρα μου!
14 Και όχι μονάχα όσο ζω θα δείξεις σε μένα το έλεος του Κυρίου, για να μη πεθάνω,
15 αλλά, και δεν θα αποκόψεις το έλεός σου από την οικογένειά μου, παντοτινά όχι, ούτε όταν ο Κύριος αφανίσει τους εχθρούς τού Δαβίδ, κάθε έναν από το πρόσωπο της γης.
16 Και ο Ιωνάθαν έκανε συνθήκη με την οικογένεια του Δαβίδ, λέγοντας τελικά: Και ο Κύριος να ζητήσει λόγο από τους εχθρούς τού Δαβίδ!
17 Και ο Ιωνάθαν έκανε και τον Δαβίδ να ορκιστεί στην αγάπη του σ' αυτόν επειδή, τον αγαπούσε όπως αγαπούσε τη δική του ψυχή.
18 Και ο Ιωνάθαν τού είπε: Αύριο είναι νεομηνία και θα αναζητηθείς, επειδή η καθέδρα σου θα είναι αδειανή
19 και αφού μείνεις τρεις ημέρες, θα κατέβεις με βιασύνη, και θάρθεις στον τόπο, όπου κρύφτηκες την ημέρα τής πράξης, και θα καθήσεις κοντά στην πέτρα Εζήλ
 20 και εγώ θα τοξεύσω τρία βέλη στα πλάγια της πέτρας, σαν να τοξεύω σε σημάδι
21 και δες, θα αποστείλω τον υπηρέτη, λέγοντας: Πήγαινε, βρες τα βέλη, αν πω στον υπηρέτη, ρητά: Δες, τα βέλη είναι προς τα δω από σένα, πάρ' τα τότε, έλα, επειδή, είναι ειρήνη σε σένα, και καμιά βλάβη, ζει ο Κύριος
22 αν, όμως, πω στον νέο: Δες, τα βέλη είναι πιο πέρα από σένα -πήγαινε τον δρόμο σου, επειδή σε εξαπέστειλε ο Κύριος
23 για τον λόγο, όμως, που μιλήσαμε εγώ κι εσύ, δες, ο Κύριος ας είναι μάρτυρας ανάμεσα σε μένα και σε σένα, παντοτινά.
24 Ο Δαβίδ κρύφτηκε, λοιπόν, στο χωράφι και όταν ήρθε η νεομηνία, ο βασιλιάς κάθησε στο τραπέζι για να φάει.
25 Και ο βασιλιάς κάθησε επάνω στην καθέδρα του, όπως άλλοτε, επάνω σε καθέδρα κοντά στον τοίχο και ο Ιωνάθαν σηκώθηκε, και ο Αβενήρ κάθησε κοντά στον Σαούλ, ο τόπος όμως του Δαβίδ ήταν αδειανός.
26 Ο Σαούλ, όμως, δεν μίλησε καθόλου εκείνη την ημέρα επειδή, είπε στον εαυτό του: Κάτι θα του συνέβηκε, ώστε να μη είναι καθαρός σίγουρα δεν είναι καθαρός.
27 Και το πρωί, τη δεύτερη του μήνα, ο τόπος τού Δαβίδ ήταν αδειανός και ο Σαούλ είπε στον Ιωνάθαν, τον γιο του: Γιατί δεν ήρθε ο γιος τού Ιεσσαί στο τραπέζι, ούτε χθες ούτε σήμερα;
 28 Και ο Ιωνάθαν απάντησε στον Σαούλ: Ο Δαβίδ μού ζήτησε ένθερμα να πάει μέχρι τη Βηθλεέμ, 29 και είπε: Ας πάω, παρακαλώ, επειδή η συγγένειά μας κάνει θυσία στην πόλη και ο αδελφός μου, αυτός μου παρήγγειλε να παραβρεθώ τώρα, λοιπόν, αν βρήκα χάρη στα μάτια σου, άφησέ με, παρακαλώ, να πάω, και να δω τα αδέλφια μου, γι' αυτό δεν ήρθε στο τραπέζι τού βασιλιά.
30 Τότε, άναψε η οργή τού Σαούλ ενάντια στον Ιωνάθαν, και του είπε: Γιε διεφθαρμένης και αποστάτιδας γυναίκας, δεν ξέρω ότι εσύ διάλεξες τον γιο τού Ιεσσαί προς ντροπή σου, και προς ντροπή τής γύμνωσης της μητέρας σου;
31 Επειδή, ενόσω ο γιος τού Ιεσσαί ζει επάνω στη γη, εσύ δεν θα στερεωθείς ούτε η βασιλεία σου τώρα, λοιπόν, στείλε, και φέρ' τον σε μένα επειδή, εξάπαντος θα πεθάνει.
32 Και ο Ιωνάθαν απάντησε στον πατέρα του: Γιατί να θανατωθεί; Τι έκανε;
33 Και ο Σαούλ έριξε εναντίον του ένα μικρό δόρυ, για να τον χτυπήσει, τότε, ο Ιωνάθαν γνώρισε, ότι ήταν αποφασισμένο από τον πατέρα του να θανατώσει τον Δαβίδ.
34 Και ο Ιωνάθαν σηκώθηκε από το τραπέζι με έξαψη θυμού, και δεν έφαγε τροφή τη δεύτερη ημέρα τού μήνα για τον λόγο ότι, ήταν λυπημένος για τον Δαβίδ, επειδή τον είχε καταντροπιάσει ο πατέρας του.
35 Και το πρωί ο Ιωνάθαν βγήκε στο χωράφι, τον χρόνο που είχε προσδιοριστεί με τον Δαβίδ, έχοντας μαζί του ένα μικρό παιδάκι.
36 Και είπε στο παιδάκι του: Τρέξε, βρες τώρα τα βέλη, που εγώ τοξεύω. Και καθώς έτρεχε το παιδάκι, τόξευσε το βέλος πέρα απ' αυτό.
37 Και όταν το παιδάκι ήρθε στο μέρος τού βέλους, που ο Ιωνάθαν είχε τοξεύσει, φώναξε ο Ιωνάθαν πίσω από το παιδάκι, και είπε: Δεν είναι το βέλος πέρα από σένα;
38 Και ο Ιωνάθαν φώναξε πίσω από το παιδάκι: Βιάσου, σπεύσε, μη σταθείς. Και το παιδάκι μάζεψε τα βέλη τού Ιωνάθαν, και ήρθε στον κύριό του.
39 Το παιδάκι, όμως, δεν ήξερε τίποτε μόνος ο Ιωνάθαν και ο Δαβίδ ήξεραν την υπόθεση.
40 Και ο Ιωνάθαν έδωσε τα όπλα στο παιδάκι, που ήταν μαζί του, και του είπε: Πήγαινε, φέρτ' τα στην πόλη.
41 Και καθώς το παιδάκι αναχώρησε, σηκώθηκε ο Δαβίδ από το μεσημβρινό μέρος, και έπεσε μπροστά του στη γη, και προσκύνησε τρεις φορές και φιλήθηκαν μεταξύ τους, και έκλαψαν και οι δύο ο Δαβίδ, μάλιστα, έκανε μεγάλον κλαυθμό.
 42 Και ο Ιωνάθαν είπε στον Δαβίδ: Πήγαινε με ειρήνη, καθώς εμείς οι δύο ορκιστήκαμε στο όνομα του Κυρίου, λέγοντας: Ο Κύριος ας είναι ανάμεσα σε μένα και σε σένα, και ανάμεσα στο σπέρμα μου και στο σπέρμα σου, παντοτινά! Και σηκώθηκε και αναχώρησε, ενώ ο Ιωνάθαν μπήκε στην πόλη.


                                                                    **********
                                                    Ο ΥΜΝΟΣ ΤΗΣ ΜΕΤΑΝΟΙΑΣ

8 Σταθείς δε ο Ζακχαίος, είπε προς τον Κύριον· Ιδού, τα ημίση των υπαρχόντων μου, Κύριε, δίδω εις τους πτωχούς, και εάν εσυκοφάντησά τινά εις τι, αποδίδω τετραπλούν.
9 Είπε δε προς αυτόν ο Ιησούς ότι, Σήμερον έγεινε σωτηρία εις τον οίκον τούτον, καθότι και αυτός υιός του Αβραάμ είναι.  (Λουκάς ΙΘ/19: 8). 

 



Πέμπτη 7 Μαρτίου 2013

ΜΗΝ ΕΚΔΙΚΕΙΣΤΕ: ΡΩΜΑΙΟΥΣ ΙΒ : 17 – 18.& ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΚΑ : 5 – 7. & ΣΑΜΟΥΗΛ Α΄ ΚΔ : 12.

Επιστολή "προς ΡΩΜΑΙΟΥΣ", κεφ. ΙΒ/12, εδ.  17 – 18.

17 Εις μηδένα μη ανταποδίδετε κακόν αντί κακού προνοείτε τα καλά ενώπιον πάντων ανθρώπων 
18 ει δυνατόν, όσον το αφ' υμών ειρηνεύετε μετά πάντων ανθρώπων. 
19 Μη εκδικήτε εαυτούς, αγαπητοί, αλλά δότε τόπον τη οργή διότι είναι γεγραμμένον εις εμέ ανήκει η εκδίκησις, εγώ θέλω κάμει ανταπόδοσιν, λέγει Κύριος.

βιβλίο "ΑΠΟΚΑΛΥΨΗΣ", κεφ.  ΚΑ/21,  εδ.  5 – 7.

5 Και είπεν ο καθήμενος επί του θρόνου Ιδού, κάμνω νέα τα πάντα. Και λέγει προς εμέ Γράψον, διότι ούτοι οι λόγοι είναι αληθινοί και πιστοί. 
6 Και είπε προς εμέ Ετελέσθη. Εγώ είμαι το Α και το Ω, η αρχή και το τέλος. Εγώ θέλω δώσει εις τον διψώντα εκ της πηγής του ύδατος της ζωής δωρεάν. 
7 Ο νικών θέλει κληρονομήσει τα πάντα, και θέλω είσθαι εις αυτόν Θεός και αυτός θέλει είσθαι εις εμέ υιός.

βιβλίο "Α' ΣΑΜΟΥΗΛ", κεφ.  ΚΔ/24, εδ.  12.

Ας κρίνη ο Κύριος μεταξύ εμού και σου, και ας με εκδικήση ο Κύριος από σού η χειρ μου όμως δεν θέλει είσθαι επί σε.

        ΣΧΟΛΙΑ :
       O Θεός μας έχει δώσει πλούσιες επαγγελίες και μαζί μ’ αυτές μια μεγάλη διαβεβαίωση. «Η γή και ο ουρανός θα παρέλθουν, εκ των λόγων μου, ένα (ν) ή ένα (σ) δεν θα εκπέσουν» (Ματθαίος ΚΔ/24: 35). Τούτα τα μεγαλεία δυσκολευόμαστε πολλές φορές να τα διακρίνουμε ή και να τα πιστέψουμε. Αποτέλεσμα αυτού είναι να μη διακρίνουμε σωστά τα γεγονότα μέσα στη ζωή μας και να βρισκόμαστε σε πνευματική πτώση.
     Θα δούμε γεγονότα από τη ζωή ενός ανθρώπου, που η καρδιά του ήταν «κατά την καρδίαν του Θεού» (Πράξεις ΙΓ/13: 22). Πρόκειται για το Βασιλιά Δαβίδ. Παιδάριο τον πήρε ο Θεός μέσα από τη μάνδρα των προβάτων για να τον κάνει Βασιλιά στο λαό Του (Α' Χρονικών ΙΖ/17: 7). Τρία βασικά πράγματα είχε μάθει πολύ καλά ο Δαυίδ στη ζωή του
1/ Γνώριζε να αποκαθιστά τη σχέση του με το Θεό, όταν αυτή διασαλευόταν εξαιτίας κάποιας αμαρτίας (Ψαλμός ΝΑ/51: 4).
2/ Ακούμπαγε με απόλυτη εμπιστοσύνη στο Λόγο του Θεού (Ιερεμίας ΛΘ/39: 18).
3/ Δεν εκδικείτο ο ίδιος, αλλά άφηνε το Θεό να εκδικηθεί, την ώρα και τι στιγμή που Εκείνος ήθελε (Α΄ Σαμουήλ ΚΣ/26: 9).
      Όταν ο Θεός απέβαλε το Σαούλ από το να Βασιλεύει στον Ισραήλ (Α' Σαμουήλ ΙΕ/15: 35) ζήτησε από τον Προφήτη "Σαμουήλ" και έχρισε βασιλιά στο λαό Του τον μικρότερο γιο του Ιεσσαί, τον Δαυίδ (Α΄ Σαμουήλ ΙΣ/16: 12,13). Από εκείνη τη στιγμή ο Δαυίδ ήταν πλέον Βασιλιάς στον Ισραήλ, όμως ο Σαούλ ζούσε και συνέχισε να βασιλεύει. Ο Λόγος τους Θεού μας αναφέρει ότι πονηρό πνεύμα είχε καταλάβει το Σαούλ (Α΄ Σαμουήλ ΙΣ/16: 15), επειδή δεν είχε υπακούσει στο Θεό και βασανιζόταν πολύ. Zήτησε άνθρωπο ειδήμονα για να του παίζει κιθάρα και να τον παρηγορεί. Τότε πήγαν και έφεραν το Δαυίδ στο παλάτι, για να παίζει κιθάρα στο Βασιλιά (Α΄ Σαμουήλ ΙΣ/16: 17).
       Μόλις θα το άκουσε ο Δαυίδ, θα είπε: "Να ήρθε η ώρα της Βασιλείας μου". Όμως σύμφωνα με το ρολόι του Θεού δεν είχε έρθει ακόμα η ώρα του. Ακολούθησε το γεγονός με το Γολιάθ (Α΄ Σαμουήλ ΙΖ/17: 45 – 47). Μετά απ’ αυτά βρήκε χάρη από τον υιό του Σαούλ, τον Ιωνάθαν, με τον οποίο συνδέθηκε με πολύ μεγάλη φιλία (Α΄ Σαμουήλ ΙΗ/18: 1) .
       Ο Δαυίδ ήταν ενθουσιασμένος γιατί ζούσε στο παλάτι, έτρωγε με το Βασιλιά και είχε πάρει γυναίκα του την κόρη του βασιλιά (Α' Σαμουήλ ΙΗ/18: 18). Όμως η υπόσχεση του Θεού να γίνει βασιλιάς αργούσε ακόμα να εκπληρωθεί. Και σαν να μην έφτανε αυτό, μέσα σε μια μόνο μέρα τα πράγματα πήραν διαφορετική τροπή για το Δαυίδ. Τι συνέβη μας το αναφέρει ο Λόγος του Θεού στο βιβλίο "Α΄ Σαμουήλ"  (ΙΗ/18: 5 - 9).
5 Και ο Δαβίδ έβγαινε παντού όπου τον έστελνε ο Σαούλ, και φερόταν με σύνεση και ο Σαούλ τον έβαλε αρχηγό επάνω σε όλους τούς άνδρες τού πολέμου και ήταν αρεστός στα μάτια ολόκληρου του λαού, κι ακόμα και στα μάτια των δούλων τού Σαούλ.
6 Και καθώς έρχονταν, ενώ ο Δαβίδ επέστρεφε από τη σφαγή τού Φιλισταίου, (Γολιάθ) έβγαιναν γυναίκες από όλες τις πόλεις τού Ισραήλ, ψάλλοντας και χορεύοντας, σε συνάντηση του βασιλιά Σαούλ, με τύμπανα, με χαρά, και με κύμβαλα.
7 Και αποκρίνονταν η μία στην άλλη οι γυναίκες, που έπαιζαν, και έλεγαν: Ο Σαούλ πάταξε τις χιλιάδες του, και ο Δαβίδ τις μυριάδες του.
8 Και ο Σαούλ παροξύνθηκε σε υπερβολικό βαθμό, και φάνηκε δυσάρεστος στα μάτια του αυτός ο λόγος, και είπε: Απέδωσαν στον Δαβίδ τις μυριάδες, και σε μένα απέδωσαν τις χιλιάδες και τι απολείπεται πλέον σ' αυτόν παρά η βασιλεία;
9 Και ο Σαούλ υπέβλεπε τον Δαβίδ από εκείνη την ημέρα και στο εξής.
      Ο Δαυίδ αναγκάστηκε να φύγει, για να γλιτώσει τη ζωή του. Μην έχοντας πού να πάει, πήγε στην έρημο «και έγινε ο Σαούλ παντοτινός εχθρός του Δαυίδ» (Α' Σαμουήλ ΙΗ/18: 29). Από κεχρησμένος βασιλιάς ο Δαβίδ έγινε ξαφνικά φυγάς στην έρημο. Τι είχε γίνει; Ξέχασε ο Κύριος την υπόσχεσή του; Φαντάζομαι θα σκεπτόταν ο Δαβίδ: "Εγώ είμαι παιδί του Θεού σύμφωνα με το Λόγο Του (Ιωάννης Α/1: 12), είμαι «Ιερεύς και Βασιλεύς, εις τον αιώνα» (Αποκάλυψη Ε/5: 10) και τώρα δεινοπαθώ, περνάω μέσα από δύσκολες καταστάσεις; Πόσες φορές ο εχθρός θα ψιθύρισε στο αυτί του Δαβίδ: "που είναι ο Θεός σου; "Προσπαθεί ο εχθρός να βάλει αμφιβολία μέσα στην καρδιά του ανθρώπου. Άραγε θα εκπληρωθούν όλα εκείνα τα οποία έχει υποσχεθεί ο Θεός;  Μήπως ο Θεόςάλλαξε γνώμη, μήπως δεν είναι μαζί μου; Μήπως έκανα λάθος; Μήπως σμίκρυνε το χέρι του Κυρίου, ώστε να μη μπορεί να σώσει ή μήπως βάρυνε το αυτί του, ώστε να μη μπορεί να ακούσει;" (Ησαΐας ΝΘ/59: 1).
       Στις δύσκολες ώρες των διώξεων και των φυλακίσεων σίγουρα ο εχθρός της ψυχής θα ψιθύριζε στον Απόστολο Παύλο: «Παύλο είσαι μέσα στη φυλακή, όχι γιατί έκλεψες, γιατί αδίκησες, είσαι μέσα στη φυλακή για το Λόγο του Θεού. Αρνήσου το Θεό να γίνεις ελεύθερος, να γίνεις μεγάλος μέσα στο λαό σου». Όμως η απάντηση του Παύλου ήταν: «Γνωρίζω σε ποιόν επίστευσα» (Β΄ Τιμοθέου Α/1: 12). Αυτό μουρμούριζε με απόλυτη βεβαιότητα ο Παύλος σε κάθε εισήγηση του εχθρού.
       Όμως η ταλαιπωρία του Δαυίδ δε σταματάει εδώ. Ο Σαούλ συνεχίζει να τον κυνηγάει μέσα στην έρημο με 3.000 επίλεκτους στρατιώτες με ένα σκοπό, να τον εξοντώσει. Πλέον ο Δαυίδ ήταν μακριά από το παλάτι, ζούσε μέσα σε σπηλιές, σαν τα θηρία, ενώ τη γυναίκα του την πήρε ο Βασιλιάς και την έδωσε σε άλλον. Έγινε φυγάς, έμεινε μόνος, έγινε άνθρωπος χωρίς πατρίδα. Μπήκε μέσα στο στρατόπεδο των Φιλισταίων και παρίστανε τον τρελό, για να μην τον γνωρίσουν (Α' Σαμουήλ ΚΑ/21: 13–15).
     Ποιος δε θα σκανδαλιζόταν κάτω από αυτές τις φοβερά δύσκολες συνθήκες. Πόσες φορές θα σκέφτηκε ο Δαβίδ: "Κύριε γιατί τόσο μίσος σε μένα, που είμαι δικό Σου παιδί. Εγώ μόνον καλό έκανα, δεν έκανα κανένα κακό. Εσύ δεν επέτρεψες Κύριε να πάω στο παλάτι, να είμαι κοντά στο Βασιλιά; Δεν πήγα μόνος μου. Υπάκουσα στο θέλημά σου και τώρα να διώκομαι τόσο σκληρά, ώστε να ζητούν να με εξοντώσουν;" Όμως ο Δαυίδ δε σκανδαλίστηκε γιατί «Έλπιζε επί τον Κύριο» (Ψαλμός ΚΣ/26: 1). Υπάρχει μία μεγάλη υπόσχεση μέσα στο Λόγο του Θεού, που λέει: «όποιος πιστέψει σ’ Αυτόν, δεν θα καταισχυνθεί εις τον αιώνα» (Ρωμαίους Θ/9: 33).
    Αυτό ήταν το κύριο, το βασικό χαρακτηριστικό της Ζωής του Δαβίδ. Είχε πλήρη εμπιστοσύνη στις υποσχέσεις του Θεού. Ήξερε ότι δε συμφωνούν τα ρολόγια τους και περίμενε το ρολόι του Θεού. Ο Θεός δια στόματος του προφήτη Ησαΐα (ΝΕ/55: 9) αναφέρει: "Οι οδοί μου δεν είναι οδοί σας, αλλ' όσο ψηλοί είναι οι ουρανοί από τη γη, έτσι και οι δρόμοι μου είναι ψηλότεροι από τους δρόμους σας, και οι βουλές μου από τις δικές σας βουλές».
     Κάποια στιγμή έμαθε ο Σαούλ ότι ο Δαυίδ είναι στην έρημο "Εν – Γαδί" και ξεκίνησε, για να τον καταδιώξει. Κατά τη διάρκεια της πορείας του σταμάτησε να ξεκουραστεί σε ένα σπήλαιο. Στο βάθος του σπηλαίου βρισκόταν ο Δαυίδ. Καθώς ο Σαούλ έβγαλε και ακούμπησε το πανωφόρι του, ο Δαβίδ γλίστρησε σιωπηλά, πλησίασε, πήρε το πανωφόρι, έκοψε ένα κομμάτι απ’ αυτό και απομακρύνθηκε (Α΄ Σαμουήλ ΚΔ/24: 5–20). Εκείνη την ώρα ο εχθρός χρησιμοποιεί τους δικούς του ανθρώπους, για να του πουν: «Να αυτή είναι η ώρα η δική σου. Η ώρα που σου έχει υποσχεθεί ο Θεός, θα τον σκοτώσεις, τώρα που ο Θεός τον παρέδωσε στα χέρια σου και θα γίνεις Βασιλιάς". Τι ωραίες εισηγήσεις κάνει ο εχθρός και πόσο κανείς θα πρέπει να αναζητά το θέλημα του Θεού μέσα στη ζωή του, για να μην πέσει στην καλοστημένη παγίδα του εχθρού.
      Ο Σαούλ αναγνώρισε την καλοσύνη του Δαυίδ. Θα μπορούσε να τον σκοτώσει και δεν το έκανε. Όμως και τούτο κράτησε πολύ λίγο. Λίγο καιρό μετά ανήγγειλαν στο Σαούλ ότι ο Δαβίδ είναι στο όρος Εχελά (Α΄Σαμουήλ ΚΣ/26: 1–3). Ο Σαούλ, παρ’ ότι γνώριζε την καρδιά του Δαυίδ, συνεχίζει να τον κυνηγάει. Καθώς ο στρατός του Σαούλ είχε στρατοπεδεύσει και κοιμόταν τη νύκτα, ο Δαυίδ μαζί με ένα δικό του τον Αβισαί μπήκαν μέσα στο στρατόπεδο και έφτασαν μέχρι το σημείο που κοιμόταν ο Σαούλ. Ο Αβισαί παρακάλεσε το Δαυίδ να του επιτρέψει να σκοτώσει το Σαούλ (Α΄ Σαμουήλ ΚΣ/26: 8-11). Ο ίδιος ο Κύριος, που θα πρέπει είναι πάντοτε ο θαυμαστός σύμβουλός μας, μας συμβουλεύει: «Εγώ, όμως, σας λέω: Να αγαπάτε τούς εχθρούς σας, να ευλογείτε εκείνους που σας καταρώνται, να ευεργετείτε εκείνους που σας μισούν, και να προσεύχεστε για εκείνους που σας βλάπτουν και σας κατατρέχουν» (Ματθαίος Ε/5: 44). Επίσης «Εάν πεινά ο εχθρός σου, δος εις αυτόν άρτον να φάγη και εάν διψά, πότισον αυτόν ύδωρ, διότι θέλεις σωρεύσει άνθρακας πυρός επί την κεφαλήν αυτού, και ο Κύριος θέλει σε ανταμείψει» (Παροιμίες ΚΕ/25: 21, 22).
      Ο Δαυίδ δε θέλησε να εκδικηθεί για τον εαυτόν του, αλλά άφησε την κρίση στα χέρια του Θεού. Αυτό θα πει ευθεία καρδιά. Αυτό θα πει να ζει κανείς σύμφωνα με το θέλημα του Θεού. Αυτό θα πει να προκρίνει κανείς το θέλημα του Θεού μέσα στη ζωή του.
      Μέσα απ’ αυτήν την ιστορία ο Θεός ήθελε να διακρίνει αν ο Δαβίδ θα σκότωνε, για να επιβάλει και να στερεώσει τη βασιλεία του με τα δικά του έργα ή θα επέτρεπε στο Θεό να στερεώσει Εκείνος τη βασιλεία του στον αιώνα, όπως του είχε υποσχεθεί (Β' Σαμουήλ Ζ/7: 12). Πόσο καλά γνώριζε ο Δαβίδ τα λόγια του Θεού: «Εις εμέ ανήκει η εκδίκηση, εγώ θέλω κάνει ανταπόδοση» (Ρωμαίους ΙΒ/12: 19). Κάποιος μελετητής είπε: Είναι δίκαιο για το Θεό να εκδικηθεί για τους υπηρέτες του, όμως είναι άδικο για τους υπηρέτες του Θεού να εκδικηθούν για τον εαυτόν τους.
      Δέκα τέσσερα ολόκληρα χρόνια ο άδικος Σαούλ χωρίς λόγο και αιτία κυνηγούσε το δίκαιο Δαυίδ. Μέσα σε τούτες τις απίστευτα σκληρές καταστάσεις ο Δαυίδ στάθηκε «κατά την καρδίαν του Θεού». Έβλεπε τον ορίζοντα όλο και πιο πολύ να σκοτεινιάζει, όμως δεν απελπιζόταν, δεν απιστούσε. Πολλά χρόνια πριν από τον Πέτρο είχε πει εκείνα τα θαυμαστά λόγια: «επί τω λόγω σου Κύριε». (Λουκάς Ε/5: 5). Εμπιστεύομαι το λόγο Σου Κύριε, τις ζωντανές υποσχέσεις Σου. 
      Τον πέρασε ο Θεός το Δαβίδ μέσα από την "παιδεία" τη δική Του, σκληρή, αλλά προσωρινή, και τούτη η παιδεία απέδωσε εις αυτόν «αιώνιο βάρος δόξης» (Β' Κορινθίους Δ/4: 17). Στην "Α' Πέτρου" (κεφ. Α/1, εδ. 3-9) αναφέρεται: 
3 Ευλογητός ο Θεός και Πατήρ του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, όστις κατά το πολύ έλεος αυτού ανεγέννησεν ημάς εις ελπίδα ζώσαν διά της αναστάσεως του Ιησού Χριστού εκ νεκρών,
4 εις κληρονομίαν άφθαρτον και αμίαντον και αμάραντον, πεφυλαγμένην εν τοις ουρανοίς δι' ημάς,
5 οίτινες με την δύναμιν του Θεού φυλαττόμεθα διά της πίστεως, εις σωτηρίαν ετοίμην να αποκαλυφθή εν τω εσχάτω καιρώ
6 διά το οποίον αγαλλιάσθε, αν και τώρα ολίγον, εάν χρειασθή, λυπηθήτε εν διαφόροις πειρασμοίς,
7 ίνα η δοκιμή της πίστεώς σας, πολύ τιμιωτέρα ούσα παρά το χρυσίον το φθειρόμενον διά πυρός δε δοκιμαζόμενον, ευρεθή εις έπαινον και τιμήν και δόξαν όταν φανερωθή ο Ιησούς Χριστός,
8 τον οποίον αν και δεν είδετε αγαπάτε, εις τον οποίον, αν και τώρα δεν βλέπητε αυτόν, πιστεύοντες όμως αγαλλιάσθε με χαράν ανεκλάλητον και ένδοξον,
9 απολαμβάνοντες το τέλος της πίστεώς σας, την σωτηρίαν των ψυχών.
       Ακολούθησε μια μάχη στο όρος "Γελβουέ" (Α΄ Σαμουήλ, κεφ. ΛΑ/31) με τους Φιλισταίους στην οποία ηττήθηκε ο Ισραήλ. Ο Λόγος του Θεού με κάθε λεπτομέρεια αναφέρει την τραγική κατάληξη του Σαούλ, καθώς και του οίκου του (Α' Σαμουήλ ΛΑ/31: 1– 6).
1 Και οι Φιλισταίοι πολεμούσαν ενάντια στον Ισραήλ και οι άνδρες τού Ισραήλ έφυγαν μπροστά από τους Φιλισταίους, και έπεσαν φονευμένοι στο βουνό Γελβουέ.
2 Και οι Φιλισταίοι κατέφτασαν τον Σαούλ και τους γιους του και οι Φιλισταίοι χτύπησαν τον Ιωνάθαν, και τον Αβιναδάβ, και τον Μελχί-σουέ, τους γιους τού Σαούλ.
3 Και η μάχη βάρυνε επάνω στον Σαούλ, και τον πέτυχαν οι άνδρες οι τοξότες και πληγώθηκε βαριά από τους τοξότες.
4 Και ο Σαούλ είπε στον οπλοφόρο του: Σύρε τη ρομφαία σου και διαπέρασέ με μ' αυτή, για να μη έρθουν αυτοί οι απερίτμητοι, και με διαπεράσουν, και με εμπαίξουν. Όμως, ο οπλοφόρος του δεν ήθελε, επειδή φοβόταν υπερβολικά. Γι' αυτό, ο Σαούλ πήρε τη ρομφαία του, και έπεσε επάνω της.
5 Και καθώς ο οπλοφόρος του είδε ότι ο Σαούλ πέθανε, έπεσε κι αυτός επάνω στη ρομφαία του, και πέθανε μαζί του.
6 Έτσι, πέθανε ο Σαούλ, και οι τρεις γιοι του, και ο οπλοφόρος του, και όλοι οι άνδρες του, την ίδια εκείνη ημέρα, μαζί.
      Ο Δαυίδ, όχι μόνον δεν χάρηκε από το γεγονός του θανάτου του Σαούλ, αλλά θρήνησε θρήνο μέγα για τον Σαούλ και για τον Ιωνάθαν καθώς και για τους στρατιώτες που έπεσαν στη μάχη (Β' Σαμουήλ Α/1: 11–16).
     Μετά απ’ αυτά τι έκανε ο Δαυίδ. Πήγε να αναλάβει τη βασιλεία; Όχι. Μετά ταύτα ρώτησε ο Δαυίδ τον Κύριο. Μας αναφέρει ο Λόγος του Θεού «Και ο Δαβίδ ρώτησε τον Κύριο, λέγοντας: Να ανέβω προς τους Φιλισταίους; Θα τους παραδώσεις στο χέρι μου; Και ο Κύριος είπε στον Δαβίδ: Ανέβα επειδή, σίγουρα θα παραδώσω τους Φιλισταίους στο χέρι σου» (Β' Σαμουήλ  Ε/5: 19).
     Ανέβα του είπε ο Κύριος. Ήταν η ώρα που αναλάμβανε Βασιλιάς. Ήταν η ώρα της δικαίωσης, ήταν η ώρα του Κυρίου.  Ευτυχισμένος εκείνος που θα περιμένει την «ώρα του Κυρίου» μέσα στη ζωή του. Είναι βέβαιο ότι ο Κύριος θα απαντήσει, δε θα αργήσει. Ας μην προσπαθούμε να επισπεύσουμε τούτη την ώρα με τις δικές μας ενέργειες, γιατί έτσι και συμβαίνει πολλές φορές αυτό, εμποδίζουμε το Θεό να εφαρμόσει τα σχέδιά Του μέσα στη ζωή μας.
      Να θυμόμαστε πάντοτε ότι για την τιμιότητα του ο Ιωσήφ βρισκόταν μέσα στη φυλακή (Γένεση, κεφ. ΛΘ/39). Όμως, όταν ήρθε η ώρα της δικαίωσης, όταν ήρθε η ώρα του Κυρίου, τι έγινε; «Και κάλεσε ο Φαραώ τον Ιωσήφ, μέσα από τη φυλακή και έδωσε εντολή να τον φέρουν μπροστά του». (Γένεση ΜΑ/41: 14).
      Τι ακολούθησε :
40 Συ θέλεις είσθαι επί του οίκου μου και εις τον λόγον του στόματός σου θέλει υπακούει πας ο λαός μου, μόνον κατά τον θρόνον θέλω είσθαι ανώτερός σου.
41 Και είπεν ο Φαραώ προς τον Ιωσήφ, Ιδού, σε κατέστησα εφ' όλης της γης Αιγύπτου.
42 Και εκβαλών ο Φαραώ το δακτυλίδιον αυτού εκ της χειρός αυτού, έβαλεν αυτό εις την χείρα του Ιωσήφ και ενέδυσεν αυτόν ιμάτια βύσσινα, και περιέβαλε χρυσούν περιδέρραιον περί τον τράχηλον αυτού.
43 Και ανεβίβασεν αυτόν επί την άμαξαν αυτού την δευτέραν και εκήρυττον έμπροσθεν αυτού, Γονατίσατε και κατέστησεν αυτόν εφ' όλης της γης Αιγύπτου.
44 Και είπεν ο Φαραώ προς τον Ιωσήφ, Εγώ είμαι ο Φαραώ, και χωρίς σου ουδείς θέλει σηκώσει την χείρα αυτού ή τον πόδα αυτού καθ' όλην την γην της Αιγύπτου (Γένεση ΜΑ/41: 40-43).
      Η ώρα της δικαίωσης, την οποία με υπομονή και επιμονή θα πρέπει να περιμένουμε. θα έρθει ακριβώς την ώρα που το ρολόι του Θεού έχει ορίσει, θα έρθει την ώρα που πρέπει, με τον τρόπο που πρέπει και που μόνον ο Κύριος γνωρίζει.
      Μακάριος θα είναι ο νικητής, εκείνος που, ζώντας μέσα στην καταιγίδα και τη συννεφιά, χωρίς να βλέπει τον ήλιο από τα πολλά σύννεφα που τον σκεπάζουν, δεν αμφιβάλλει για την ύπαρξή του ήλιου και την προδιαγεγραμμένη πορεία του, για τη συγκεκριμένη ημέρα.
     Ο Κύριος έρχεται. Ο ίδιος προσωπικά θα πει σε κάθε δική του ψυχή. "Ανέβα" και θα την πάρει μαζί του αιώνια. (Α΄ Θεσσαλονικείς Δ/4: 13 - 18). Πόσο γλυκιά, πόσο παρήγορη είναι η έκφραση του Λόγου του Θεού: «έπειτα ημείς οι ζώντες οι περιλειπομενοι, άμα συν αυτοίς αρπαγησόμεθα εν νεφέλαις εις απάντησιν του κυρίου εις αέρα και ούτως πάντοτε συν κυρίω εσομεθα» (Α΄ Θεσσαλονικείς Δ/4: 17).
     Ας μην ξεχνάμε ποτέ ότι : «Ταύτα δε έγειναν παραδείγματα ημών, διά να μη ήμεθα ημείς επιθυμηταί κακών, καθώς και εκείνοι επεθύμησαν» (Α' Κορινθίους Ι/10: 6). «Ταύτα δε πάντα εγίνονταν εις εκείνους παραδείγματα, και εγράφησαν προς νουθεσίαν ημών, εις τους οποίους τα τέλη των αιώνων έφθασαν» (Κορινθίους Α΄ Ι : 11).
      Λοιπόν παρηγορείτε αλλήλους με τους λόγους τούτους. ---

Πέμπτη 28 Φεβρουαρίου 2013

ΥΠΟΚΡΙΣΙΑ : ΘΑΝΑΣΙΜΟ ΑΜΑΡΤΗΜΑ (Ανανίας & Σάπφιρα).

ΑΝΑΝΙΑΣ & ΣΑΠΦΙΡΑ.

Βιβλίο  "ΠΡΑΞΕΩΝ ΤΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ", κεφ. Δ/4, εδ. 37.

 "...έχοντας ένα χωράφι, το πούλησε, και έφερε τα χρήματα, και τα έβαλε στα πόδια των αποστόλων"

βιβλίο "ΠΡΑΞΕΩΝ ΤΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ", κεφ. Ε/5, εδ. 1 – 11.

1. Κάποιος δε άνθρωπος, με το όνομα Ανανίας, μαζί με τη γυναίκα του, τη Σαπφείρα, πούλησε ένα κτήμα
2 και κράτησε από την τιμή, εν γνώσει και της γυναίκας του, και φέρνοντας ένα μέρος, το έβαλε στα πόδια των αποστόλων.
3 Και ο Πέτρος είπε: Ανανία, γιατί γέμισε ο σατανάς την καρδιά σου, ώστε να πεις ψέματα στο Άγιο Πνεύμα, και να κρατήσεις από την τιμή τού χωραφιού;
4 Ενώ έμενε απούλητο, δεν ήταν δικό σου; Και όταν πουλήθηκε, δεν ήταν στην εξουσία σου; Γιατί έβαλες μέσα στην καρδιά σου αυτό το πράγμα; Δεν είπες ψέματα σε ανθρώπους, αλλά στον Θεό.
 5 Και όταν ο Ανανίας άκουσε αυτά τα λόγια, έπεσε και ξεψύχησε και μεγάλος φόβος έπεσε επάνω σε όλους εκείνους που τα άκουγαν αυτά.
6 Και οι νεότεροι, αφού σηκώθηκαν, τον τύλιξαν, και, καθώς τον έβγαλαν έξω, τον έθαψαν.
7 Ύστερα δε από περίπου τρεις ώρες, μπήκε μέσα η γυναίκα του, μη ξέροντας το γεγονός.
 8 Και ο Πέτρος αποκρίθηκε σ' αυτήν: Πες μου, για τόσο πουλήσατε το χωράφι; Και εκείνη είπε: Ναι, για τόσο.
9 Και ο Πέτρος είπε σ' αυτήν: Γιατί συμφωνήσατε να πειράξετε το Πνεύμα τού Κυρίου; Δες, στη θύρα είναι τα πόδια εκείνων που έθαψαν τον άνδρα σου, και θα βγάλουν κι εσένα.
10 Και έπεσε αμέσως νεκρή στα πόδια του, και ξεψύχησε και όταν οι νεανίσκοι μπήκαν μέσα τη βρήκαν νεκρή, και αφού την έβγαλαν έξω, την έθαψαν κοντά στον άνδρα της.
11 Και μεγάλος φόβος έπεσε επάνω σε όλη την εκκλησία, κι επάνω σε όλους που τα άκουγαν.

         ΣΧΌΛΙΑ :
      Μιλάμε πολλές φορές για την πρώτη εκκλησία και για τη δύναμη την οποία είχε ώστε να πραγματοποιεί θαυμάσια. Πρόκειται για την Εκκλησία που με ένα κήρυγμά της πίστεψαν 3000 ψυχές (Πράξεις Β/2: 41). Απορούμε όμως πως γίνεται σήμερα με 3.000 κηρύγματα να μην πιστεύει ένας άνθρωπος. Στην πρώτη εκκλησία, όπως μας πληροφορεί ο Λόγος του Θεού, άνθρωποι είχαν φόβο να προσκολληθούν σ’ αυτή, φοβούμενοι τη δύναμη του  Αγίου Πνεύματος. 
       Αλήθεια ποιο ήταν άραγε το μυστικό της παντοδυναμίας τούτης της εκκλησίας; Το μυστικό ήταν ο τρόπος με τον οποία αντιμετώπιζε την αμαρτία. Από το πώς η εκκλησία αντιμετωπίζει την αμαρτία εξαρτάται ουσιαστικά η ύπαρξή της. Μόνον η αμαρτία μπορεί να αποδυναμώσει μία Εκκλησία και ουσιαστικά να την αποκόψει από την πηγή, που είναι ο Θεός. Όταν μιλάμε για το πρόβλημα της αμαρτίας, δεν εννοούμε την αμαρτία του κόσμου, ο οποίος βαδίζοντας χωρίς Θεό, χωρίς Χριστό, κατά συνέπεια, χωρίς Ελπίδα, είναι βουτηγμένος μέσα στην αμαρτία. Μιλάμε για εκείνη την αμαρτία που έρχεται να χτυπήσει την πόρτα της Εκκλησίας και προσπαθεί να μπει μέσα σ’ αυτή.
      Στο σημερινό μας ανάγνωσμα βλέπουμε ένα ζευγάρι να πουλάει ένα χωράφι το οποίο κατείχε και να παίρνει κάποια χρήματα. Αυτά τα χρήματα τα παίρνει ο σύζυγος και έρχεται στο χώρο που ήταν συγκεντρωμένοι μερικοί από τους Αποστόλους και κάποιοι πιστοί, προχωράει φτάνει σ’ ένα τραπέζι που υπήρχε, ακουμπάει τα χρήματα και απομακρύνεται απ’ αυτό. Με την ενέργεια αυτή αφήνει να εννοηθεί ότι αυτά ήταν όλα τα χρήματα τα οποία έλαβε. Όμως δεν ήταν αυτή η αλήθεια. Ένα μέρος από τα χρήματα τα είχαν κρατήσει για να τα χρησιμοποιήσουν για τον εαυτόν τους.
      Δημιουργήθηκε τεράστιο ηθικό θέμα. Θα έλεγε κανείς ότι τούτος ο άνθρωπος και στη συνέχεια η γυναίκα του που προσπάθησε να τον καλύψει έπραξαν τρία αμαρτήματα:
1/ Πάνω απ’ όλα θα έλεγε κανείς ότι διέπραξαν το μεγάλο αμάρτημα της ΥΠΟΚΡΙΣΙΑΣ, ένα στοιχείο που θα πρέπει να βρίσκεται μακριά από τη ζωή του χριστιανού, ένα στοιχείο το οποίο με ιδιαίτερη σφοδρότητα καταδίκασε ο Κύριος κατά την πορεία του πάνω στη γη. "Ουέ υμίν Φαρισαίοι υποκριτές" (Ματθαίος ΚΓ/23: 13).
2/ Διέπραξαν το αμάρτημα της ΨΕΥΤΙΑΣ. Είπαν ψέματα όχι σε ανθρώπους, αλλά στον Θεό. Πόσο κατηγορηματικός είναι στο σημείο αυτό ο Απ. Πέτρος! Ένα ψέμα το διέπραξε ο Ανανίας, αλλά το είπε η γυναίκα του. Συνενοχή και συμμετοχή σ’ ένα μεγάλο αμάρτημα με ολέθρια αποτελέσματα.
3/ Διέπραξαν την αμαρτία της ΚΛΟΠΗΣ. Ενός κακού μύρια έπονται. Το ένα φέρνει το άλλο. (εδαφ.2).
      Ο Κύριος θέλει η προσφορά μας και η εν γένει συμπεριφορά μας να διακρίνεται από αγνότητα, ειλικρίνεια, πραγματικό ενδιαφέρον για την Εκκλησία Του. Άλλωστε «τον ιλαρόν δότην αγαπά ο Θεός» (Β' Κορινθίους Θ/9: 7). Βεβαίως δικά τους ήταν τα χρήματα. Κανείς δεν τους υποχρέωσε να πουλήσουν το κτήμα τους. Κανείς δεν τους υποχρέωσε να δώσουν όλα τα χρήματα για τις ανάγκες των αδελφών. Λογικό και ηθικό θα ήταν να δώσουν ένα μέρος από τα χρήματα που εισέπραξαν ή και καθόλου απ’ αυτά. Όμως προσπάθησαν να δώσουν στην Εκκλησία ψεύτικες εντυπώσεις, ότι αυτά είναι όλα τα χρήματα και αυτοί τα προσέφεραν όλα για την Εκκλησία. Πίστευαν προφανώς ότι έτσι θα αποσπούσαν κολακευτικά σχόλια και μεγαλύτερες εντυπώσεις από τους άλλους πιστούς. Ένα μικρό ψέμα ήταν η αμαρτία τους.
      Κι όμως αυτό το μικρό ψέμα δημιούργησε την πρώτη κρίση ηθικού περιεχομένου μέσα στη νεοσύστατη Εκκλησία του Χριστού. Δεν υπάρχει τίποτα χειρότερο για μια Εκκλησία. Αναλογιζόμενοι τούτο το μικρό ψέμα, δεν μπορούμε να μην αναγνωρίσουμε πόσο λεπτή ήταν η συνείδηση της πρώτης Χριστιανικής Εκκλησίας. Τούτη η Εκκλησία τα έβαλε με μια ολόκληρη Αυτοκρατορία. Διωγμοί, στερήσεις, εμπόδια και πολλές άλλες δυσκολίες δεν στάθηκαν ικανές να σβήσουν το φως της. Αντίθετα η Εκκλησία σιγά – σιγά όλο και πιο πολύ αύξανε. Όλο και πιο πολλοί άνθρωποι ομολογούσαν το Όνομα του Ιησού Χριστού. Η δύναμή τους ήταν ότι δεν έπαιζαν με την αμαρτία. Ήταν άνθρωποι που έπαιρναν πολύ σοβαρά τη σχέση τους με το Θεό. Πραγματικά είχαν "φόβο Θεού" (ψαλμός ΡΙΑ/111: 10).
      Ένα μικρό ψέμα μέσα στην Εκκλησία. Το ψέμα του Ανανία σήμερα δυσκολευόμαστε να το χαρακτηρίσουμε ψέμα. Ε! και τι κακό έκανε, λέμε πολλές φορές. Ψέμα ήταν αυτό; Το λέμε, για να δικαιολογήσουμε τα αδικαιολόγητα, πρώτα τους εαυτούς μας και μετά τους άλλους. Όμως για να δούμε εδώ πώς αντιμετωπίζει τούτο το θέμα ο Απ. Πέτρος: Στρέφεται προς τον αδελφό του τον Ανανία και με σοβαρό τρόπο (μετράει και το πώς θα το πούμε κάτι) του λέει: "Ανανία δεν εψεύσθης σε ανθρώπους αλλά στο Θεό". Ενώ όταν λίγο αργότερα έρχεται και η γυναίκα του, της λέει: "Γιατί συμφωνήσατε να πειράξετε το πνεύμα του Κυρίου;"
     Κάθε αμαρτία δε στρέφεται μόνον εναντίον των ανθρώπων, είναι μια απευθείας προσβολή στο πρόσωπο του Θεού. Είναι μία αιτία να λυπήσουμε το Πνεύμα το Άγιο (Εφεσίους Δ/4: 30). Είναι ένας λόγος, για να ταραχθεί μια ολόκληρη εκκλησία. Το ανθρώπινο μυαλό αναζητάει να βρει ορατά αποτελέσματα της αμαρτίας, τι συνέπειες είχε σε άλλους κλπ, όμως δε θα πρέπει να ξεχνάμε ότι κάθε αμαρτία μας στρέφεται, πρώτα απ’ όλα και πάνω απ’ όλα εναντίον του Θεού. Το μυστικό της πρώτη εκκλησία ήταν, ότι ήταν ασυμβίβαστη με την αμαρτία, γι’ αυτό και πάντα έβγαινε νικήτρια και δοξαζόταν το όνομα του Θεού στα μάτια των ανθρώπων.
      Αλήθεια σε πόσο δύσκολη θέση θα πρέπει να ήταν ο Απ. Πέτρος, ο οποίος βρέθηκε στη δύσκολη θέση να παρατηρήσει τον αδελφό του. Τούτη η θέση και τούτη η ώρα, δεν είναι εύκολη σε κανέναν, όμως αποτελεί καθήκον και υποχρέωση έναντι του Θεού, του υπευθύνου της εκκλησίας.
      Μελετώντας την περικοπή βλέπουμε πόσο τραγικά ήταν τα αποτελέσματα τούτης της πράξης. Για άλλη μία φορά παίρνουμε μια εικόνα των επιπτώσεων και των σοβαρών αποτελεσμάτων που μπορεί να έχει η αμαρτία στη ζωή όλων μας.
      Μεγάλο το ξάφνιασμα του Απ. Πέτρου, καθώς βλέπει τον Ανανία κεραυνοβολημένο από το πνεύμα το Άγιο να πέφτει νεκρός μπρος στα πόδια του. Η Εκκλησία είχε εκφέρει την κρίση της, αλλά την τελευταία λέξη την είπε ο ουρανός. Ίσως κάποιος ρωτήσει τι έγιναν ο Ανανίας και η Σάπφειρα, χάθηκαν για πάντα; Ήταν άνθρωποι της Εκκλησίας, ήταν πιστοί. Και τι γίνεται σ’ αυτή την περίπτωση; Χάνεται η σωτηρία, δε χάνεται; Αυτό είναι ένα θέμα που ο Κύριος το γνωρίζει και δεν αφορά εμάς. Εκείνο που βγαίνει σαν συμπέρασμα από όλα αυτά είναι ότι στην πρώτη κρίση που αντιμετώπισε η Εκκλησία, την αντιμετώπισε με πολύ σοβαρότητα και τούτη την αντιμετώπιση την επικύρωσε ο ουρανός.
      Αποτέλεσμα αυτής της στάσης της Εκκλησίας και η σοβαρότητα με την οποία αντιμετώπιζε την αμαρτία ήταν, όπως μας την περιγράφει ο Απ. Λουκάς: «Και επέπεσε φόβος μέγας σε όλη την Εκκλησία και σε όλους όσους άκουγαν αυτά» (Πράξεις Β/2: 43). Ο μεγάλος εχθρός που αντιμετώπισε η Εκκλησία ανάμεσα στους αιώνες δεν ήταν οι εξωτερικοί κίνδυνοι, δεν ήταν οι διωγμοί. Όλα αυτά πολλές φορές είχαν ευεργετικά αποτελέσματα. Ο μεγάλος κίνδυνος για την Εκκλησία βρίσκεται μέσα σ’ αυτήν. Τη μεγαλύτερη φθορά την υπέστη η Εκκλησία από την κακή αντιμετώπιση της αμαρτίας μέσα στην ζωή της. Μία Εκκλησία που παραβλέπει ή που συγκαλύπτει την αμαρτία, που δεν τολμά να την καταδικάσει, ακόμα και αν αυτό το κάνει με τα καλύτερα ελατήρια (να μην προσβάλει, να μην σκανδαλίσει κλπ) χάνει σιγά – σιγά την επαφή της με το Πνεύμα το Άγιο.
    Ο Κύριος να φυλάξει κάθε Εκκλησία από μια τέτοια τύχη. Παρατηρώντας τις ενέργειες του Βαρνάβα και του Ανανία – Σαπφείρας, θα λέγαμε ότι οι χαρακτήρες αυτών των ανθρώπων αντιπροσωπεύουν δύο διαφορετικούς κόσμους. Ο ένας ειλικρινής, πουλάει το κτήμα του, δηλ. εγκαταλείπει τα φθαρτά πράγματα και αποβλέπει στα αιώνια, ενώ οι άλλοι αφήνουν κατά μέρος τα πνευματικά, για να κερδίσουν μερικά ακόμα "σκύβαλα" από τούτο τον κόσμο. Ο ένας κάνει ολοκληρωτική αφιέρωση στο Θεό, ο άλλος προσπαθεί να συμβιβάσει τα ασυμβίβαστα, "Θεό και Μαμωνά" (Λουκάς ΙΣ/16: 13). Ο ένας αγαπά ολοκληρωτικά τον Κύριο, ο άλλος αγαπά βεβαίως και αυτός τον Κύριο, αλλά αποβλέπει ταυτόχρονα και στον κόσμο. Είναι η εικόνα της μοιρασμένης καρδιάς, την οποία ο Κύριος απεχθάνεται περισσότερο (Αποκάλυψη Γ/3: 16). Είναι δύο διαφορετικοί κόσμοι, που πολλές φορές βλέπουμε να συστεγάζονται κάτω από την ίδια Εκκλησία του Χριστού. Θα έρθει η ώρα της κρίσης,  η ώρα του ουρανού, όπου θα ξεχωρίσουν οι "μωρές" από τις "φρόνιμες" παρθένες (Ματθαίος ΚΕ/25: 1-13). Η κρίση του ουρανού θα είναι αλάνθαστη. Οι άνθρωποι δεν μπορούν να είναι αλάνθαστοι, καθώς αποβλέπουν στο φαινόμενο, όμως ο Θεός αποβλέπει στην καρδιά του ανθρώπου (Α' Σαμουήλ  ΙΣ/16: 7).
       Συνοψίζοντας θα λέγαμε ότι το μήνυμα που θα μπορούσαμε να αναφέρουμε από τούτη την περικοπή είναι ότι αυτοί οι άνθρωποι δεν αντιστάθηκαν στην αμαρτία (Εβραίους ΙΒ/12: 4), δε στάθηκαν όπως ο Θεός ήθελε, με αποτέλεσμα να γεμίσει την καρδιά τους ο σατανάς. Γιατί λέει ο Απ. Πέτρος στον Ανανία, "γέμισε ο σατανάς την καρδιά σου, ώστε να ψευσθείς εις το Άγιο Πνεύμα".
      Πόση προσοχή χρειάζεται. Μια χαραμάδα να βρει ανοικτή ο εχθρός είναι έτοιμος να εισβάλει στη ζωή μας με απρόβλεπτες συνέπειες. Πέθαναν και οι δύο. Ασφαλώς και δεν τους σκότωσε ο Θεός. Ο Θεός αγαπάει τον αμαρτωλό και θέλει να έρθει σε μετάνοια για να ζήσει (Β' Πέτρου Γ/3: 9). Ο ένας πέθανε γιατί ελέχθη από τη συνείδησή του, η γυναίκα γιατί είπε ψέματα. Και οι δύο πέθαναν γιατί «ο μισθός της αμαρτίας είναι θάνατος».
      Ο Κύριος να βάλει έλεγχο μέσα στις καρδιές μας και ας απορρίψουμε κάθε ρίζα υποκρισίας μέσα από την πνευματική μας ζωή. Ας μην ξεχνάμε ποτέ ότι "ο Θεός δεν εμπαίζεται. Διότι ότι αν σπείρει ο άνθρωπος, τούτο και θα θερίσει". (Γαλάτες Σ/6: 7). Νόμος αναλλοίωτος, νόμος αιώνιος, νόμος υπέρτατος. ---

Πέμπτη 14 Φεβρουαρίου 2013

ΣΥΓΧΩΡΗΣΗ : ΔΕΝ ΤΗΝ ΔΙΝΕΙΣ -- ΔΕΝ ΤΗΝ ΠΑΙΡΝΕΙΣ.

ΣΥΓΧΩΡΗΣΗ.

Ευαγγέλιον "κατά ΜΑΡΚΟΝ", κεφ.  ΙΑ/11, εδ. 24 – 26.
24 Γι' αυτό, σας λέω: Όλα όσα ζητάτε, καθώς προσεύχεστε, πιστεύετε ότι τα παίρνετε, και θα γίνει σε σας. 
25 Και όταν στέκεστε προσευχόμενοι, συγχωρείτε, αν έχετε κάτι εναντίον κάποιου, για να συγχωρήσει σε σας και ο Πατέρας σας, που είναι στους ουρανούς τα δικά σας παραπτώματα. 
26 Αν, όμως, εσείς δεν συγχωρείτε, ούτε ο Πατέρας σας, που είναι στους ουρανούς, θα συγχωρήσει τα αμαρτήματά σας.

Ευαγγέλιον "κατά ΜΑΤΘΑΙΟΝ", κεφ.  Σ/6,  εδ.  14 – 15.
14 Επειδή, αν συγχωρήσετε στους ανθρώπους τα πταίσματά τους, θα συγχωρήσει και σε σας ο ουράνιος Πατέρας σας. 
15 Αν, όμως, δεν συγχωρήσετε στους ανθρώπους τα πταίσματά τους, ούτε ο Πατέρας σας θα συγχωρήσει σε σας τα πταίσματά σας.

Ευαγγέλιον "κατά ΛΟΥΚΑΝ", κεφ.  Σ/6, εδ.  37 - 37.
Και μη κρίνετε, και δεν θα κριθείτε και μη καταδικάζετε, και δεν θα καταδικαστείτε, συγχωρείτε, και θα συγχωρηθείτε.

Ευαγγέλιον "κατά ΜΑΤΘΑΙΟΝ", κεφ. Σ/6, εδ.  12.
 και συγχώρεσε σε μας τις αμαρτίες μας, όπως κι εμείς συγχωρούμε σ' αυτούς που αμαρτάνουν σε μας.

           ΣΧΌΛΙΑ:
     Ο Πέτρος ρώτησε κάποτε τον Κύριο: «Κύριε, πόσες φορές, αν ο αδελφός μου αμαρτήσει σε μένα, θα τον συγχωρήσω; Μέχρι επτά φορές;». Ο Πέτρος νόμιζε ότι έτσι έδειχνε πολύ μεγάλη μεγαλοψυχία, όμως ο Κύριος του απάντησε: «Δεν σου λέω μέχρι επτά φορές, αλλά μέχρι 70 φορές επτά», δηλαδή 490 φορές. (Ματθαίος ΙΗ/18: 21). Ο Κύριος ήθελε να πει ότι δεν θα πρέπει να βάζουμε όρια, αλλά να συγχωρούμε και εμείς, όπως ακριβώς έκανε ο Θεός και συγχώρησε σε μας το μεγάλο χρέος των αμαρτιών μας, δια Ιησού Χριστού (Α'  Ιωάννου Α/1: 7).
      Πάνω στο θέμα της συγχώρησης, που είναι θεμελιώδες, για τη ζωή και την πνευματική πορεία του πιστού ανθρώπου, ο Ιησούς είπε μία παραβολή, για να δώσει έμφαση στο θέμα της ολοκληρωτικής και χωρίς όρους και όρια συγχώρησης. Πρόκειται για την γνωστή παραβολή που αναφέρεται στο Ευαγγέλιο «κατά Ματθαίον» (κεφ. ΙΗ/18, εδ. 23-35), και η οποία κάνει λόγο για δύο ανθρώπους οι οποίοι ήταν οφειλέτες. Ο ένας χρωστούσε το υπερβολικά μεγάλο ποσό των 10.000 ταλάντων και ο άλλος χρωστούσε ένα πολύ μικρότερο ποσό, που ανήρχετο σε 100 δηνάρια.
      Πολλές φορές έχουμε συγχωρήσει κάποιον για κάτι που μας έκανε. Το ερώτημα είναι   η συγχώρηση που εμείς προσφέρουμε, κατά πόσο είναι πλήρης; Κατά πόσο είναι ολοκληρωτική; Είναι όπως ο Θεός θέλει να συγχωρούμε ο ένας τον άλλον; Θα θέλαμε από το Θεό να μας έχει συγχωρήσει, με τον ίδιο τρόπο, που εμείς πολλές φορές συγχωρούμε τους άλλους; Πολλές φορές θα λέγαμε όχι. Όμως μην έχουμε αυταπάτες, είναι βέβαιο ότι ο τρόπος με τον οποίο συγχωρούμε και αποκαθιστούμε κάποιον είναι ο ίδιος τρόπος με τον οποίο θα συγχωρηθούμε κι εμείς. "διότι με οποίαν κρίσιν κρίνετε θέλετε κριθή, και με οποίον μέτρον μετρείτε θέλει αντιμετρηθή εις εσάς" (Ματθαίος Ζ/7: 2).

       Ευαγγέλιον "κατά ΜΑΤΘΑΙΟΝ", κεφ.  ΙΗ/18, εδ. 23 – 35).
23.Γι' αυτό, η βασιλεία των ουρανών ομοιώθηκε με έναν άνθρωπο βασιλιά, που θέλησε να εξετάσει τους λογαριασμούς του με τους δούλους του. 
24. Και όταν άρχισε να εξετάζει, φέρθηκε σ' αυτόν ένας οφειλέτης 10.000 ταλάντων.

      ΜΕΡΟΣ 1ο.   
    Η Χριστιανική πίστη στηρίζεται σε δύο βασικούς πυλώνες: Αγάπη προς το Θεό και αγάπη προς τον συνάνθρωπο. Ο ίδιος ο Κύριος είναι η ενσάρκωση της Αγάπης, του Ελέους και της Χάριτος του Θεού. Στην παραβολή βλέπουμε έναν βασιλιά, που δεν είναι άλλος από τον Πατέρα Θεό, ο οποίος γνωρίζει τις υποθέσεις των υπηκόων του, ενδιαφέρεται γι’ αυτές και ζητά λογαριασμό από τους υπηρέτες Του. Μπροστά στον βασιλιά αυτόν φέρανε έναν δούλο, ο οποίος όφειλε το τεράστιο ποσό των 10.000 ταλάντων.  
      Πόσο σαφής και διευκρινιστικός είναι ο Λόγος του Θεού όταν αναφέρει ότι ο υπηρέτης αυτός χρωστούσε ένα πολύ μεγάλο ποσό, που δεν μπορούσε ποτέ και με κανένα τρόπο, να το ξεπληρώσει. Αυτή είναι η εικόνα του ανθρώπου μακριά από το Θεό. Λόγω της αμαρτίας του ο κάθε άνθρωπος, είναι χρεώστης προς τον Θεό. Οφείλει ένα χρέος, που αρχίζει από την ώρα της γέννησής του και που, μέρα με τη μέρα, τοκίζεται και σωρεύεται. Αυτός που οφείλει τα πολλά είναι ο τύπος του ανθρώπου που έχει ζήσει μακριά από το Θεό, μέσα στη λάσπη, μέσα στα γουρούνια της αμαρτίας, η ζωή του ήταν μονίμως στην αμαρτία και την αποστασία, στην ανταρσία και την αποδοκιμασία του Θεού.
25. Και επειδή δεν είχε να τα αποδώσει, ο κύριός του πρόσταξε να πουληθεί αυτός, και η γυναίκα του, και τα παιδιά του, και όλα όσα είχε, και να αποδοθεί αυτό που χρωστούσε.
26. Καθώς, λοιπόν, ο δούλος, έπεσε στα πόδια του, τον προσκυνούσε, λέγοντας: Κύριε, μακροθύμησε σε μένα, και θα σου τα αποδώσω όλα. 
27. Και επειδή ο κύριος εκείνου τού δούλου τον σπλαχνίστηκε, τον άφησε ελεύθερο, του χάρισε μάλιστα και το δάνειο.
      Ο Κύριος έχει κάθε δικαίωμα να απαιτήσει το χρέος. Ο οφειλέτης αναγνώρισε το χρέος, δεν το αμφισβήτησε, αλλά δεν είχε τα χρήματα και δεν υπήρχε τρόπος να πληρώσει αυτό.
     Υπάρχει ένα μεγάλο χρέος από τον άνθρωπο, το οποίο μέρα με τη μέρα μεγαλώνει ώστε με κανένα τρόπο ο άνθρωπος να μην μπορεί να το αποδώσει. Μετά όμως από ικεσίες του οφειλέτη, ο Βασιλιάς, μέσα στην αγάπη του, την ευσπλαχνία του, την γενναιοδωρία του, αποφάσισε να διαγράψει το μεγάλο αυτό χρέος.
    Ο Βασιλιάς είναι η εικόνα του Πατέρα Θεού, ο οποίος συγχώρησε και διέγραψε στον υπηρέτη εκείνο, ένα πολύ μεγάλο χρέος, που ήταν αδύνατον να πληρώσει. Στην επιστολή «προς Κολοσσαείς» (κεφ. Β/2, εδαφ. 13-14) διαβάζουμε : «Κι εσάς, που ήσασταν νεκροί στα αμαρτήματα και στην ακροβυστία τής σάρκας σας, σας ζωοποίησε μαζί του, καθώς σας συγχώρησε όλα τα πταίσματα, όταν εξάλειψε το χειρόγραφο με τα διατάγματα, που ήταν εναντίον σας, και το αφαίρεσε από το μέσον, καρφώνοντάς το επάνω στον σταυρό».
     Το χρέος που μας συγχωρέθηκε δεν μπορούσαμε να το πληρώσουμε. Δεν υπήρχε τρόπος να πληρώσουμε στο Θεό, όλα εκείνα τα οποία του χρωστούσαμε. Δεν υπήρχε τρόπος να απαλλαγούμε από το μεγάλο φορτίο των αμαρτιών μας. Και επειδή δεν μπορούσαμε να ξεπληρώσουμε το χρέος, ο Θεός από αγάπη και μόνον, μας χάρισε την οφειλή και μας έκανε τη σωτηρία Του δώρο (Εφεσίους Β/2: 8).  
      Πόσο παραστατικά φαίνεται η αγάπη, η επιείκεια του Θεού, για όλους τους αμαρτωλούς που μετανοούν και πιστεύουν στον κεχρησμένο Αυτού Σωτήρα. Όταν ο άνθρωπος ταπεινωθεί και αναγνωρίσει το χρέος του, καθώς και την τέλεια αναξιότητά του για να το πληρώσει, όταν παραδοθεί στο Έλεος του Θεού, εν Χριστώ Ιησού, όταν ειλικρινά ζητήσει συγχώρηση, τότε ο Θεός κινούμενος από αγάπη και ενδιαφέρον για τον άνθρωπο, έρχεται να διαλύσει το σύννεφο των αμαρτιών. «Εξήλειψα, ως πυκνή ομίχλη τις παραβάσεις σου και ως νέφος τις αμαρτίες σου» (Ησαΐας ΜΔ/44: 22). Επίσης, «παρά σοι όμως είναι συγχώρησης» (Ψαλμός ΡΛ/130). «Ο κρύπτων τας αμαρτίας αυτού, δεν θέλει ευοδωθεί, ο δε εξομολογούμενος και παραιτών αυτάς, θέλει ελεηθεί» (Παροιμίαι ΚΗ/28: 13).
     Ανεξάρτητα από το μέγεθος του χρέους η διαχρονική πρόσκληση του Θεού είναι: «Ελάτε τώρα, και ας διαδικαστούμε, λέει ο Κύριος, αν οι αμαρτίες σας είναι σαν το πορφυρούν, θα γίνουν άσπρες σαν χιόνι αν είναι ερυθρές σαν κόκκινο, θα γίνουν σαν άσπρο μαλλί» (Ησαΐας Α/1: 18).

      ΜΕΡΟΣ Β'
28. Όταν, όμως, εκείνος ο δούλος βγήκε έξω, βρήκε έναν από τους συνδούλους του, που του χρωστούσε 100 δηνάρια και αφού τον έπιασε τον έπνιγε, λέγοντας: Απόδωσέ μου ό,τι μου χρωστάς. 
29. Πέφτοντας, λοιπόν, ο σύνδουλός του στα πόδια του, τον παρακαλούσε, λέγοντας: Μακροθύμησε σε μένα, και θα σου τα αποδώσω όλα.
30. Εκείνος, όμως, δεν ήθελε, αλλά φεύγοντας, τον έβαλε σε φυλακή, μέχρις ότου αποδώσει εκείνο που χρωστούσε..
     Κάποιος είπε: «τα χρέη μας στον Θεό είναι εξοφλητέα στους ανθρώπους». Αυτό άλλωστε αναφέρεται και στην Καινή Διαθήκη, που είναι ο Λόγος του Θεού. Όταν ο Κύριος έπλυνε τα πόδια των μαθητών Του, τους είπε: «εάν εγώ ο διδάσκαλος σας ένιψα τους πόδας και σεις χρεωστείτε να νίπτητε τους πόδας αλλήλων» (Ιωάννης ΙΓ/13: 14). Αυτός ο άνθρωπος, στον οποίο ο Κύριός του διέγραψε μια τόσο μεγάλη οφειλή, συνάντησε έναν σύνδουλό του, ο οποίος του χρωστούσε ένα πολύ μικρό χρηματικό ποσό, το οποίο ανήρχετο σε εκατό δηνάρια.
     Ένα δηνάριο την εποχή εκείνη ήταν ίσο με το μεροκάματο ενός εργάτη. Τα 100 δηνάριο λοιπόν ήταν 100 ημερομίσθια. Σήμερα το ημερομίσθιο έχει 35 €, άρα με τα σημερινά δεδομένα θα λέγαμε ότι του χρωστούσε 3.500 €.
     Το χρέος που όφειλε ο συνάνθρωπός του ήταν ελάχιστο, σε σχέση με το χρέος, που αυτός όφειλε και που του είχε χαριστεί. Αυτός που οφείλει τα λίγα, μπορεί να είναι εκείνος, προς τον οποίο ο Κύριος είπε: «εν σοι λείπει...» (Λουκάς ΙΗ/18: 22).
     Και τούτος ο άνθρωπος, αν και το χρέος του ήταν σχετικά μικρό, δεν είχε και αυτός τη δυνατότητα να το εξοφλήσει. Αναγνώριζε την οφειλή του και ήταν πρόθυμος να κάνει ότι ήταν δυνατόν για να το εξοφλήσει, αν του δινόταν μια προθεσμία. Τότε ο σύνδουλος έπεσε στα πόδια του και τον παρακαλούσε: «δείξε μου μακροθυμία και θα σου τα ξεπληρώσω». Με τον ποιο ταπεινό και ειλικρινή τρόπο του ζήτησε να τον σπλαχνιστεί.
    Όμως ο οφειλέτης εκείνος, που του είχε χαριστεί ένα τόσο μεγάλο χρέος, ήταν ανένδοτος. Ενήργησε με τον πιο βίαιο, τον πιο σκληρό και απάνθρωπο τρόπο και αφού τον έπιασε, τον έσφιγγε για να τον πνίξει λέγοντάς του: «ξόφλησέ μου όλα όσα μου χρωστάς». Δεν έδειξε αγάπη, δεν μακροθύμησε, αλλά τι έκανε, πήγε και τον έβαλε στη φυλακή, ώσπου να ξεπληρώσει, όλα όσα του χρωστούσε.
     Ένας άνθρωπος που δε μπορεί να συγχωρήσει, έχει ξεχάσει το μεγάλο χρέος από το οποίο συγχωρέθηκε. Όταν συνειδητοποιήσεις ότι ο Ιησούς σε ελευθέρωσε από αιώνιο θάνατο και βασανισμό και σου χάρισε αιώνια ζωή (Ιωάννης Γ/3: 36), θα ελευθερώνεις και συ άλλους, χωρίς όρους και όρια. Αν δυσκολεύεσαι να συγχωρήσεις, σκέψου την πραγματικότητα της κόλασης και την αγάπη του Θεού, που σε γλύτωσε από αυτή.
31 Βλέποντας, όμως, οι σύνδουλοί του αυτά που έγιναν, λυπήθηκαν υπερβολικά και καθώς ήρθαν, φανέρωσαν στον κύριό τους όλα όσα έγιναν. 
32 Τότε, αφού τον προσκάλεσε ο κύριός του, του λέει: Δούλε πονηρέ, όλο εκείνο το χρέος σού το χάρισα, επειδή με παρακάλεσες
33 δεν έπρεπε κι εσύ να ελεήσεις τον σύνδουλό σου, όπως κι εγώ σε ελέησα;
    Ο Κύριος, ο οποίος πάντοτε έχει τον τελευταίο λόγο, εντυπωσιασμένος από τη σκληρότητα, την αγνωμοσύνη του ανθρώπου τον οποίον είχε ευεργετήσει, ένα ερώτημα υποβάλει : «δεν έπρεπε εσύ να ελεήσεις τον σύνδουλόσου, καθώς και εγώ σε ελέησα;». Ο Βασιλιάς θύμωσε πολύ από τη συμπεριφορά τούτου του ανθρώπου και πάνω στο θυμό του αναίρεσε την απόφαση της χάριτος, την οποίαν είχε λάβει και παρέδωσε τούτον τον άσπλαχνο άνθρωπο, στους βασανιστές. Αυτός είναι ο τρόπος, που ο δίκαιος Θεός, θα φερθεί σε όλους τους ανελεήμονες και άσπλαχνους ανθρώπους. Σε όλους εκείνους που πεισματικά αρνούνται να συγχωρέσουν τον αδελφό τους, τον συνάνθρωπό τους.
34 Και επειδή ο κύριός του οργίστηκε, τον παρέδωσε στους βασανιστές, μέχρις ότου αποδώσει σ' αυτόν, ολόκληρο εκείνο που όφειλε.
35 Έτσι και ο ουράνιος Πατέρας μου θα κάνει σε σας, αν δεν συγχωρήσετε από την καρδιά σας, κάθε ένας στον αδελφό του τα παραπτώματά τους.
      Στην παραβολή αυτή ο Κύριος δεν αναφέρεται σε απίστους. Μιλάει για υπηρέτες του Βασιλιά. Ο άνθρωπος αυτός που του είχε χαριστεί, ένα μεγάλο χρέος ονομάζεται δούλος του Κυρίου. Εκείνον που δεν ήθελε να συγχωρήσει ήταν ένας σύνδουλός του. Από τα παραπάνω εδάφια μπορούμε να συμπεράνουμε ποια θα είναι η «ποινή» ενός πιστού, που αρνείται να συγχωρήσει.
     Ποιες και πόσο σκληρές θα είναι οι επιπτώσεις μιας τέτοιας άκαρδης και σκληρής συμπεριφοράς, προς τον συνάνθρωπό μας;
 1/ Ο υπηρέτης που δεν συγχωρούσε παραδίνεται σε τιμωρία (βασανισμό). Αυτό θέλει, αυτό επιδιώκει ο εχθρός της ψυχής, ο οποίος είναι ανθρωποκτόνος. Συνεπώς με την άρνησή μας να συγχωρήσουμε τους άλλους, δεν κάνουμε τίποτα άλλο, παρά να υπηρετούμε τα σχέδια του εχθρού, του σατάν, του διαβόλου.
2/ Πρέπει να πληρώσει εξ’ ολοκλήρου το τεράστιο αρχικό του χρέος.
Αφού μας έχει χαριστεί το χρέος, δια Ιησού Χριστού, είναι ποτέ δυνατόν να μας ξανά χρεωθεί. Στην επιστολή "Β' Πέτρου" (Β/2: 20-21) αναφέρεται: «Επειδή, αν, αφού απέφυγαν τα μολύσματα του κόσμου, διαμέσου τής επίγνωσης του Κυρίου και Σωτήρα, του Ιησού Χριστού, μπλέχτηκαν ξανά σ' αυτά και πέφτουν νικημένοι, έγιναν σ' αυτούς τα τελευταία χειρότερα από τα πρώτα. Επειδή, ήταν καλύτερα σ' αυτούς να μη γνωρίσουν τον δρόμο τής δικαιοσύνης, παρά, αφού τον γνώρισαν, να κάνουν πίσω από την άγια εντολή που τους παραδόθηκε». Συνέβη δε σ' αυτούς εκείνο τής αληθινής παροιμίας: «Ο σκύλος, γύρισε ξανά, στο δικό του ξέρασμα και το γουρούνι, αφού λούστηκε, γύρισε ξανά στο κύλισμα του βούρκου» (Β' Πέτρου Β/2: 22).
     Ο Πέτρος μιλάει για ανθρώπους, που είχαν ξεφύγει από την αμαρτία, μέσω της σωτηρίας του Ιησού Χριστού. Όμως μπλέχτηκαν και πάλι μέσα στην αμαρτία και νικήθηκαν απ’ αυτήν. Το ότι νικήθηκαν, σημαίνει ότι δεν επέστρεψαν στον Κύριο, για να μετανοήσουν για την αμαρτία τους. Ο Πέτρος είπε ότι το να απομακρυνθείς από της δικαιοσύνης, που προσφέρει ο Θεός, δια Ιησού Χριστού, είναι χειρότερο από το να μην την είχες ποτέ γνωρίσει. Με άλλα λόγια, ο Θεός μας λέει ότι είναι καλύτερα για κάποιον, να μην είχε ποτέ σωθεί, από το να δεχτεί το δώρο της αιώνιας ζωής και μετά να στραφεί μακριά από αυτό για πάντα.
     Ο Ιούδας, ο αδελφόθεος, αναφέρεται σε ανθρώπους στην εκκλησία που ήταν «δις αποθανόντες», δηλαδή είχαν πεθάνει δύο φορές. Τι σημαίνει να πεθάνει κάποιος δύο φορές. Σημαίνει ότι κάποτε ήταν νεκρός, χωρίς τον Χριστό, μετά ζωοποιήθηκε, επειδή δέχτηκε Αυτόν ως προσωπικό Σωτήρα και λυτρωτή και μετά πέθανε ξανά, απομακρυνόμενος μόνιμα απ’ Αυτόν.  
     Να γιατί ο Λόγος τους Θεού μας λέει ότι πολλοί θα έρθουν δικαιώνοντας τους εαυτούς τους και θα πουν: «Κύριε, Κύριε, δεν προφητεύσαμε στο όνομά Σου και στο Όνομά Σου δεν εκβάλαμε δαιμόνια, και στο όνομά Σου δεν κάναμε θαύματα πολλά; Και τότε θέλω ομολογήσει προς αυτούς. Ότι ποτέ δεν σας γνώρισα, φεύγετε απ’ εμού οι εργαζόμενοι την ανομίαν» (Ματθαίος Ζ/7: 22-23). Τον γνώριζαν, Τον ονόμαζαν Κύριο, έκαναν θαύματα στο όνομά Του. Εκείνος όμως δεν τους γνώριζε ή μάλλον τους γνώριζε, αλλά δεν τους αναγνώριζε για δικούς Του.
      Δεν μπορείς να πεις: Αγαπώ το Θεό, αλλά δεν αγαπώ τον αδελφό μου, γιατί αυτός με πλήγωσε. Αν ισχυριστείς αυτό τότε είσαι πλανημένος και εξαπατάς τον εαυτόν σου, επειδή είναι γραμμένο: «Αν κάποιος πει, ότι αγαπάω τον Θεό, όμως μισεί τον αδελφό του, είναι ψεύτης, επειδή όποιος δεν αγαπάει τον αδελφό του, που τον είδε, τον Θεό που δεν τον είδε, πώς μπορεί να τον αγαπάει;». (Α' Ιωάννου Δ/4: 20). Το χειρότερο πράγμα για έναν άνθρωπο είναι να βρίσκεται σε πλάνη. Είναι τρομερό, με μεγάλες και σοβαρές συνέπειες, να νομίζει κάποιος κάτι, αλλά τα πράγματα να είναι τελείως διαφορετικά. Νόμιζε ο Σαμψών ότι ο Θεός ήταν μαζί του και θα ξυπνούσε και πάλι δυνατός. Δεν είχε αντιληφθεί ότι εξαιτίας της άστοχης και επιπόλαιας ζωής του, ο Θεός είχε απομακρυνθεί απ’ αυτόν (Κριταί ΙΣ/16: 20) και τα αποτελέσματα τραγικά.
      Ο Θεός θέλει να είμαστε συγχωρητικοί προς όλους, ακόμα και προς τους εχθρούς μας (Ματθαίος Ε/5: 44) και αυτό θα πρέπει να γίνεται εκ καρδίας, με ειλικρίνεια και πάνω απ’ όλα με αγάπη. Το ζητάει ο Θεός, όχι σαν αποτέλεσμα της καλοσύνης μας, αλλά ως αποτέλεσμα της αγάπης μας και της ευγνωμοσύνης μας, προς Αυτόν και ως καρπόν του Αγίου Πνεύματος, που κατοικεί μέσα μας (Β' Τιμοθέου Α/1: 14).
     3/ Ο Πατέρας Θεός θα ενεργήσει με συγκεκριμένο τρόπο και θα κάνει το ίδιο σε καθένα, που δεν συγχωρεί το λάθος του αδελφού του.
     Ο Κύριος διατύπωσε καθαρά ότι αν δεν συγχωρήσουμε τον αδελφό μας, δεν πρόκειται ούτε εμείς να συγχωρεθούμε από τον Θεό. Ο άνθρωπος που δεν έμαθε να συγχωρεί δεν είναι κατάλληλος, τόσο για την επί γης βασιλεία του Θεού, όσο και για την ουράνια Αυτού βασιλεία.
     Ένα είναι το συμπέρασμα, το ηθικό δίδαγμα, που βγαίνει από τούτη την παραβολή: «έπρεπε να ελεήσεις τον σύνδουλό σου» (εδάφ. 33). Η αρχική χειρονομία προέρχεται από τον Κύριο.  "Ημείς αγαπώμεν αυτόν, διότι αυτός πρώτος ηγάπησεν ημάς" (Α' Ιωάννου Δ/4: 19).
     Συνεπώς θα πρέπει να μας διακατέχει μια πολύ μεγάλη ευγνωμοσύνη; Άλλωστε Αυτός δεν είχε καμία οφειλή απέναντί μας. Παρ’ όλα αυτά και ενώ είμαστε εχθροί Του και οφειλέτες, εξαιτίας της αμαρτίας και της αποστασίας μας, «τόσον ηγάπησεν ο Θεός τον κόσμον, ώστε έδωκε τον Υιόν αυτού τον μονογενή, δια να μη απολεσθεί πας ο πιστεύων εις αυτόν, αλλά να έχει ζωήν αιώνιον» (Ιωάννης Γ/3: 16).
    Ελεημένοι λοιπόν του Θεού, οφείλουμε να δείχνουμε αγάπη και έλεος στους συνανθρώπους μας. Και έτσι θα παίρνουμε δύναμη και θα μπορούμε να ζητάμε από τον Θεό τη δική Του συγχώρηση  μέσα στη ζωή μας. ---