Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Σάββατο 23 Ιανουαρίου 2016

ΜΕΜΦΙΒΟΣΘΕ

 
Βιβλίο "A΄ ΣΑΜΟΥΗΛ", κεφ. ΛΑ/31, εδάφ. 1,2.                   (Παλαιά Διαθήκη).

1 Οι δε Φιλισταίοι επολέμουν κατά του Ισραήλ και έφυγον οι άνδρες του Ισραήλ από προσώπου των Φιλισταίων και έπεσον πεφονευμένοι εν τω όρει Γελβουέ. 
2 Και κατέφθασαν οι Φιλισταίοι τον Σαούλ και τους υιούς αυτού και επάταξαν οι Φιλισταίοι τον Ιωνάθαν και τον Αβιναδάβ και τον Μελχί-σουέ, τους υιούς του Σαούλ. 

Βιβλίο "Β΄ ΣΑΜΟΥΗΛ", κεφ. Θ/9, εδάφ. 1 - 13. 

1 Και είπεν ο Δαβίδ, Μένει τις έτι εκ του οίκου του Σαούλ, διά να κάμω έλεος προς αυτόν χάριν του Ιωνάθαν; 
2 Ήτο δε δούλός τις εκ του οίκου του Σαούλ, ονομαζόμενος Σιβά. Και εκάλεσαν αυτόν προς τον Δαβίδ, και είπε προς αυτόν ο βασιλεύς, Συ είσαι ο Σιβά; Ο δε είπεν, Ο δούλος σου. 
3 Και είπεν ο βασιλεύς, Δεν μένει τις έτι εκ του οίκου του Σαούλ, διά να κάμω προς αυτόν έλεος Θεού; Και είπεν ο Σιβά προς τον βασιλέα, Έτι υπάρχει υιός του Ιωνάθαν, βεβλαμμένος τους πόδας. 
4 Και είπε προς αυτόν ο βασιλεύς, Που είναι ούτος; Ο δε Σιβά είπε προς τον βασιλέα, Ιδού, είναι εν τω οίκω του Μαχείρ, υιού του Αμμιήλ, εν Λό-δεβάρ. 
5 Τότε έστειλεν ο βασιλεύς Δαβίδ και έλαβεν αυτόν εκ του οίκου του Μαχείρ, υιού του Αμμιήλ, εκ Λό-δεβάρ. 
6 Και ότε ήλθε προς τον Δαβίδ ο Μεμφιβοσθέ, υιός του Ιωνάθαν, υιού του Σαούλ, έπεσε κατά πρόσωπον αυτού και προσεκύνησε. Και είπεν ο Δαβίδ, Μεμφιβοσθέ Ο δε είπεν, Ιδού, ο δούλός σου. 7 Και είπεν ο Δαβίδ προς αυτόν, Μη φοβού διότι βεβαίως θέλω κάμει προς σε έλεος, χάριν Ιωνάθαν του πατρός σου, και θέλω αποδώσει εις σε πάντα τα κτήματα Σαούλ του πατρός σου και συ θέλεις τρώγει άρτον επί της τραπέζης μου διά παντός. 
8 Ο δε προσεκύνησεν αυτόν και είπε, Τις είναι ο δούλός σου, ώστε να επιβλέψης εις τοιούτον κύνα τεθνηκότα οποίος εγώ; 
9 Και εκάλεσεν ο βασιλεύς τον Σιβά, τον δούλον του Σαούλ, και είπε προς αυτόν, Πάντα όσα είχεν ο Σαούλ και πας ο οίκος αυτού έδωκα εις τον υιόν του κυρίου σου 
10 θέλεις λοιπόν γεωργεί την γην δι' αυτόν, συ και οι υιοί σου, και οι δούλοί σου, και θέλεις φέρει τα εισοδήματα, διά να έχη ο υιός του κυρίου σου τροφήν να τρώγη πλην ο Μεμφιβοσθέ, ο υιός του κυρίου σου, θέλει τρώγει διά παντός άρτον επί της τραπέζης μου. Είχε δε ο Σιβά δεκαπέντε υιούς και είκοσι δούλους. 
11 Ο δε Σιβά είπε προς τον βασιλέα, Κατά πάντα όσα προσέταξεν ο κύριός μου ο βασιλεύς τον δούλον αυτού, ούτω θέλει κάμει ο δούλός σου. Ο δε Μεμφιβοσθέ, είπεν ο βασιλεύς, θέλει τρώγει επί της τραπέζης μου, ως εις των υιών του βασιλέως. 
12 Είχε δε ο Μεμφιβοσθέ υιόν μικρόν, ονομαζόμενον Μιχά. Πάντες δε οι κατοικούντες εν τω οίκω του Σιβά ήσαν δούλοι του Μεμφιβοσθέ. 
13 Και ο Μεμφιβοσθέ κατώκει εν Ιερουσαλήμ διότι έτρωγε διά παντός επί της τραπέζης του βασιλέως ήτο δε χωλός αμφοτέρους τους πόδας. 

         ΣΧΟΛΙΑ : 
       Πρόκειται για μια ρομαντική και ιδιαίτερα συγκινητική ιστορία, που συμβολικά δίνει την εικόνα της Σωτηρίας, που η πλούσια Χάρη του Θεού προσφέρει στον κάθε αμαρτωλό άνθρωπο δωρεάν «κατά χάριν» (Εφεσίους Β/2: 8). Είναι μια ιστορία αγάπης αλλά και φιλίας ανάμεσα στο Δαυίδ και τον Ιωνάθαν. Ήταν πράγματι μεγάλη η φιλία που συνέδεε το Δαβίδ με τον Ιωνάθαν. Μέσα στο Λόγο του Θεού υπάρχει ο ύμνος της Αγάπης (Α΄ Κορινθίους, ΙΓ/13), υπάρχει ο ύμνος της μετάνοιας, που είναι στα λόγια που είπε ο Ζακχαίος μετά τη σωτηρία του: «Σταθείς δε ο Ζακχαίος, είπε προς τον Κύριον Ιδού, τα ημίση των υπαρχόντων μου, Κύριε, δίδω εις τους πτωχούς, και εάν συκοφάντησα τινά εις τι, αποδίδω τετραπλούν» (Λουκάς ΙΘ/19: 8) Επίσης διακρίνεται και "ο ύμνος της φιλίας", που αναφέρεται στο Κ/20 κεφάλαιο του βιβλίου και που δείχνει τη βαθιά σχέση φιλίας που υπήρχε μεταξύ του Δαβίδ και του Ιωνάθαν. 
      Ο Ιωνάθαν αγαπούσε το Δαβίδ, όπως αγαπούσε την ψυχή του (εδ. 17). «Εσύ θα είσαι πρώτος και θα γίνεις βασιλιάς είχε πει στο Δαβίδ και εγώ θα είμαι δεύτερος», ενώ ήταν παιδί του βασιλιά Σαούλ και δικαιούνταν τη βασιλεία (Α΄ Σαμουήλ ΚΓ/23: 17). Ήταν μια μεγάλη και ειλικρινής φιλία που δεν τελειώνει με το θάνατο του Ιωνάθαν. 
     Ο Δαυίδ όχι μόνο δεν ξεχνά το φίλο του μετά το θάνατό του, αλλά ψάχνει, για να βρει κάποιο συγγενικό πρόσωπο του Ιωνάθαν, για να κάνει έλεος σ’ αυτό. Πόσο μοιάζει τούτη η αγάπη με την Αγάπη του Θεού! Τούτη η αγάπη ψάχνει και σήμερα, για να βρει μια ψυχή και να κάνει έλεος σ’ αυτήν. Γι’ αυτό ξημέρωσε και τούτη η ημέρα. Με ενδιαφέρον ο Θεός ρωτάει: «Μένει τις έτι;», υπάρχει κάποιος ακόμα; κάποιος που να επιθυμεί τη Σωτηρία μου; «Ναι απαντά ο Yιός υπάρχει μία ψυχή εκεί …….. μια άλλη κάπου αλλού….". Γι’ αυτό ξημέρωσε η μέρα τούτη. Δεν ξημέρωσε, για να τελειώσουμε εμείς κάποιες μισοτελειωμένες δουλειές ή για να πάμε εκδρομή. Ξημέρωσε ο Θεός την ημέρα, για να ψάξει ο Κύριος, για να ακούσει κάποια ψυχή για το Θεό, για την αγάπη που έχει για τον αμαρτωλό άνθρωπο, για τη σωτηρία που είναι πρόθυμος να προσφέρει και σήμερα σε κάθε ψυχή που θα μετανοήσει και θα εκζητήσει το πρόσωπό Του μέσα στη ζωή της. Ψάχνει ο Κύριος με υπομονή, με επιμονή, για να ελεήσει μια ψυχή και σήμερα. 
     Αφού έψαξε ο Δαυίδ μέσω ενός δούλου, βρήκε ένα παιδί του Ιωνάθαν ονόματι: Μεμφιβοσθε. Αυτός ήταν ένας ανήμπορος, ασθενικός άνθρωπος κουτσός και από τα δύο του πόδια.  Αυτή είναι η κατάσταση του ανθρώπου μακριά από το Θεό. Είναι ανίκανος για κάθε καλό, κουτσός, ανήμπορος για τον εαυτόν του, τυφλός για τα πνευματικά πράγματα, για την αιώνια ζωή, παρά το γεγονός ότι σύμφωνα με τους ιατρούς η όρασή του είναι οξύτατη. Αυτός είναι ο άνθρωπος, ιδιαίτερα στην εποχή μας που εξέλειπαν οι ηθικές αξίες και ο άνθρωπος στηριζόμενος στις δικές του δυνάμεις απομακρύνεται ολοένα και πιο πολύ από το Θεός, βαδίζοντας προς την ολοκληρωτική καταστροφή του. Μπορεί να ζει μέσα σε πολλά υλικά αγαθά, αλλά περισσότερο από κάθε άλλη εποχή είναι "γυμνός", είναι ανικανοποίητος, είναι νεκρός για το Θεό. Απέκτησε πολλά ο άνθρωπος και αντί να στρέψει το βλέμμα προς το Θεό, από τον οποίο έρχεται «πάσα δόσις αγαθή και παν δώρημα τέλειον» (Ιακώβου Α/1: 17), επανέλαβε τα λόγια του άφρονα πλούσιου της παραβολής: «Ψυχή μου έχεις πολλά αγαθά, φάε, πείε και εφρένου». 
     Μόνον ο Θεός μπορεί να γεμίσει την ψυχή του ανθρώπου και κανένα υλικό αγαθό. Ο μεγάλος φυσικομαθηματικός Πασκάλ έλεγε: «Η ψυχή του ανθρώπου είναι ένα άπειρο και μόνον με άλλο άπειρο μπορεί να γεμίσει». Αυτό το άλλο άπειρο είναι ο Θεός. Αυτόν τον ανικανοποίητο, τον κουρασμένο, και ταλαιπωρημένο ψάχνει να βρει ο Θεός, για να κάνει σ’ αυτόν Έλεος. Η ψυχή, λέει ο Ψαλμωδός, κατοικεί «εν γη ανύδρω» (Ψαλμός ΞΓ/63, εδ. 1).  
    «Και έστειλε ο βασιλεύς και έλαβεν αυτόν εκ του οίκου του». (εδ. 5) Για να χρειαστεί τόση προσπάθεια να τον βρει, σημαίνει ότι ήταν κρυμμένος, ήταν άγνωστος. Είναι συνήθεια του ανθρώπου, αποτέλεσμα της αμαρτίας ο άνθρωπος να θέλει να κρυφτεί από το Θεό. Αποφεύγει ο άνθρωπος το Θεό. Θεωρεί το Θεό της Αγάπης ως ένα αδυσώπητο κριτή και σκληρό τιμωρό, κάποιον που θέλει να του στερήσει την ελευθερία και την ευτυχία του. 
     Φανταστείτε την έκπληξη αυτού του ανθρώπου, όταν του είπαν ότι τον ζητάει ο Βασιλιάς! Ψυχή, μην εκπλήσσεσαι σήμερα που ακούς την πρόσκληση του Θεού. Σε καλεί κοντά του ο Θεός. Καλεί τον κάθε άπιστο Θωμά και σήμερα: "Έλα Θωμά, Κώστα, Μαρία…. να με γνωρίσεις, να γνωρίσεις την Αγάπη μου" (Α΄ Ιωάννου Δ/4: 8), να γνωρίσεις τα σχέδιά μου για σένα, τη συγχώρεση και την αιώνια ζωή (Α΄ Ιωάννου Ε/5: 11), που ο Θεός προσφέρει στα δικά Του παιδιά. 
     Καθώς πλησίασε το Βασιλιά, «έπεσε κατά πρόσωπο» αυτού και τον προσκύνησε. Μόνον μέσα από την ταπείνωση μπορεί η ψυχή να γνωρίσει το Θεό. «έτσι λέει ο Ύψιστος και ο Υπέρτατος, αυτός που κατοικεί την αιωνιότητα, του οποίου το όνομα είναι: Ο Άγιος: Εγώ κατοικώ στα υψηλά και σε άγιο τόπο και μαζί με του συντετριμμένου την καρδιά και του ταπεινού το πνεύμα, για να ζωοποιώ το πνεύμα των ταπεινών και να ζωοποιώ την καρδιά των συντετριμμένων» (Ησαΐας ΝΖ/57, εδ. 15). 
    Σε τούτη τη δειλή, τη φοβισμένη ψυχή έρχεται να πει ο ίδιος ο Βασιλιάς: «Μη φοβάσαι». Ζούμε στην εποχή του τρόμου και του φόβου. Φοβάται ο άνθρωπος για το σήμερα, φοβάται για το αύριο, φοβάται ο ένας τον άλλο. Φόβος παντού και πάντοτε, όμως έρχεται η γλυκιά φωνή του Θεού να πει στην κάθε ψυχή: «Μη φοβάσαι» γιατί ο Θεός σε αγαπάει και σε περιμένει να γυρίσεις κοντά Του
    Κανένας δεν πήγε στο Βασιλιά να του πει: "Ξέρεις, το παιδί του φίλου σου … αν μπορείς να κάνεις κάτι γι’ αυτό". Η πρωτοβουλία ήταν από τον ίδιο το Βασιλιά. Η πρωτοβουλία για τη σωτηρία μας είναι από τον ίδιο το Θεό. Αυτός πρώτος μας αγάπησε (Α΄ Ιωάννου Δ/4: 19), γιατί ο Θεός είναι Αγάπη (Α΄ Ιωάννου Δ/4: 8). Ενδιαφέρεται για τον κάθε άνθρωπο και είναι τόσο μεγάλη η αγάπη του Θεού, «ώστε έδωκε τον Υιόν αυτού τον μονογενή, ίνα μη απολεσθεί πας ο πιστεύων εις αυτόν αλλά να έχει αιώνια ζωή». Πρώτος ο Θεός έκανε δια Ιησού Χριστού, ένα τέλειο και ολοκλη-ρωμένο Έργο Σωτηρίας για τον αμαρτωλό άνθρωπο, ένα έργο στο οποία καλείται ο άνθρωπος να πάρει μια απόφαση αποδοχής. Καλείται να το αποδεχθεί και να το πιστέψει. 
    Ο Μεμφιβοσθέ προερχόταν  από τον οίκο του Σαούλ, ο οποίος ήταν εχθρικός προς τον οίκο του Δαυίδ. Όμως ο Δαυίδ τον αγάπησε χάριν του φίλου του Ιωνάθαν, του πατρός αυτού. Εμάς όντας εχθροί του Θεού, ο Θεός μας αγάπησε χάριν του Υιού του, στον οποίο πιστεύουμε και ομολογούμε ως μόνο Σωτήρα, λυτρωτή μας και Κύριό μας (Πράξεις Δ/4: 12). Δεν αξίζαμε κάτι, ούτε είμαστε καλύτεροι από τους άλλους ανθρώπους, ίσως από πολλούς να είμαστε χειρότεροι. Όμως ο Πατέρας μας δέχεται, μας αποκαλεί παιδιά του και κληρονόμους του. «Αυτό το Πνεύμα συμμαρτυρεί με το πνεύμα ημών ότι είμεθα τέκνα Θεού. Εάν δε τέκνα και κληρονόμοι, κληρονόμοι μεν Θεού, συγκληρονόμοι δε Χριστού, εάν συμπάσχωμεν, διά να γείνωμεν και συμμέτοχοι της δόξης αυτού» (Ρωμαίους Η/8: 16,17). Τούτο δε γίνεται χάριν του Υιού του Κυρίου Ημών Ιησού Χριστού, που έχυσε το αίμα του πάνω στο σταυρό, για να μας λυτρώσει και να μας καθαρίσει από την αμαρτία. (Α΄ Ιωάννου Α/1: 7). Η αγάπη του Θεού είναι χωρίς διάκριση. Ο Θεός δεν είναι προσωπολήπτης (Πράξεις Ι/10: 34). Καλεί όλους σε όποια κατάσταση κι αν βρίσκονται, όπου κι αν βρίσκονται, γιατί θέλει «να σωθώσι πάντες οι άνθρωποι και να έλθωσιν εις επίγνωσιν της αληθείας» (Α΄ Τιμοθέου Β/2: 4). 
     Ο Απ. Παύλος αναφέρει στην επιστολή «προς Ρωμαίους» (κεφ. Ε, εδ. 10): «Διότι, εάν εχθροί όντες εφιλιώθηκεν με τον Θεόν δια του θανάτου του Υιού αυτού, πολλώ μάλλον φιλιωθέντες θέλομεν σωθεί δια της ζωής αυτού». Και στην επιστολή «προς Κολοσσαείς»  (κεφ Α/1, εδ. 21) αναφέρει: «Και σας οίτινες ήσθε ποτέ απηλλοτριωμένοι και εχθροί κατά την διάνοιαν με τα έργα τα πονηρά».
     Τέτοιες ψυχές καλεί και σήμερα ο Κύριος, για να κάνει ένα τέλειο Έργο σωτηρίας σ’ αυτές. Ο Δαυίδ παρατηρούμε ότι δεν κάλεσε τον υιό του Ιωνάθαν, για να τον ελεήσει, τουλάχιστον όπως εμείς εννοούμε την ελεημοσύνη. (Έδωσα κάτι σε κάποιον, για να τον βοηθήσω). Ο Δαυίδ έδωσε εντολή στο δούλο του Σιβά και του είπε: «Πάντα όσα είχε ο Σαούλ και πας ο οίκος αυτού, έδωκα εις τον υιόν του Κύριού σου» (εδ. 9). Εδώ δε μιλάμε για θεωρητική αγάπη, αλλά για την πρακτική αγάπη που είναι έτοιμη να δώσει τα πάντα. Στην επιστολή «προς Ρωμαίους» (κεφ. Η/8 εδ. 32) αναφέρεται: «Ο Θεός μαζί με το Χριστό μας χάρισε τα πάντα». 
     Τούτος ο άνθρωπος πίστεψε στην πρόσκληση, άφησε τα πάντα και ήρθε μπροστά στο Βασιλιά. Αυτό είναι το πρώτο βήμα, το μεγάλο το αποφασιστικό. Τούτο είναι το έργο που πρέπει να κάνει ο άνθρωπος, καθώς ο Θεός καλεί σήμερα όλους τους κουρασμένους και φορτωμένους να έρθουν σ’ αυτόν με σκοπό να τους αναπαύσει (Ματθαίος ΙΑ/11: 28). Χρειάζεται να πιστέψει ο άνθρωπος σε Εκείνον τον οποίον ο Θεός απέστειλε, γιατί Αυτός είναι η ζωή και η Ανάσταση (Ιωάννης ΙΑ/11: 25). Αυτός είναι η οδός που οδηγεί κατ’ ευθείαν στον Πατέρα (Ιωάννης ΙΔ/14: 6). «Και δεν υπάρχει δι’ ουδενός άλλου η Σωτηρία, ούτε άλλο πρόσωπο είναι δεδομένο από τον ουρανό για να σωθούμε». (Πράξεις Αποστόλων, κεφ. Δ/4, εδ. 12). Γι’ αυτό και μόνον ολόκληρη η ανθρωπότητα θα κριθεί και θα χωριστεί στα δύο. Στο Ευαγγέλιο «κατά Ιωάννην»  (κεφ Γ/3 εδαφ. 19), αναφέρεται: «Αύτη είναι η κρίσις, ότι το φως ήρθε εις τον κόσμον, αλλά οι άνθρωποι αγάπησαν το σκοτάδι μάλλον παρά το φως γιατί τα έργα τους ήταν πονηρά». Ο άνθρωπος θα κριθεί, αν δέχτηκε τον κεχρισμένο Σωτήρα του ουρανού τον Ιησού Χριστό ως προσωπικό του Σωτήρα & Λυτρωτή ή τον απέρριψε, μέσα στην ελευθερία που ο Θεός του είχε δώσει.,
   Καλεί και σήμερα ο Κύριος την κάθε ψυχή: «Έλθετε προς με, πάντες οι κοπιώντες και πεφορτισμένοι, και εγώ θέλω σας αναπαύσει». (Ματθαίος ΙΑ/11: 28). «Πάλιν απέστειλεν άλλους δούλους, λέγων, είπατε προς τους προσκεκλημένους ιδού, το γεύμα μου ητοίμασα, οι ταύροι μου και τα θρεπτά είναι εσφαγμένα και πάντα είναι έτοιμα έλθετε εις τους γάμους» (Ματθαίος ΚΒ/22: 4). «Λέγει προς αυτούς ο Ιησούς Έλθετε, γευματίσατε» (Ιωάννης ΚΑ/21: 12).
     Όμως οι άνθρωποι αποδοκίμασαν την πρόσκληση. Όσοι δεν είχαν αγοράσει αγρό ή βόδια ή δεν είχαν λάβει γυναίκα (Λουκάς ΙΔ/14: 18-20) «καταγέλασαν και εμυκτήρισαν» (Β΄ Χρονικόν, κεφ. Λ/30, εδάφ. 10, 11). Παρ’ όλα αυτά ο Θεός της αγάπης δεν απελπίζεται μπροστά στην αδιαφορία του ανθρώπου, συνεχίζει να προσκαλεί τον άνθρωπο, για να τον σώσει. Απορεί με τη συμπεριφορά του ανθρώπου και παραγγέλνει με τον προφήτη του: «Ειπέ προς αυτούς Ζω εγώ, λέγει Κύριος ο Θεός, δεν θέλω τον θάνατον του αμαρτωλού, αλλά να επιστρέψει ο ασεβής από της οδού αυτού και να ζή, επιστρέψατε, επιστρέψατε από των οδών υμών των πονηρών, δια τι να αποθάνητε» (Ιεζεκιήλ, κεφ. ΛΓ/33, εδ. 11). 
    Τούτος ο άνθρωπος άκουσε την πρόσκληση, πίστεψε σ’ αυτήν και ερχόμενος ενώπιον του Βασιλιά ταπεινώθηκε τέλεια ενώπιόν του. Ο ψαλμωδός αναφέρει: «Θυσίαι του Θεού είναι πνεύμα συντετριμμένον, καρδίαν συντετριμμένην και τεταπεινωμένην, Θεέ, δεν θέλεις καταφρονήσει» (Ψαλμός ΝΑ/51, εδ. 17). Αφού προσκύνησε αυτόν, ξεστόμισε εκείνο το συνταρακτικό: "Ποιος είμαι εγώ, Κύριε, ώστε να επιβλέψεις σε μένα; Εγώ είμαι ένα ψόφιο σκυλί" (κύνα τεθνηκότα). Ποιος έχει τη δύναμη να ταπεινωθεί μπροστά στο Θεό τόσο πολύ; Οι άνθρωποι στην παραμικρή τους κουβέντα συνεχώς επαναλαμβάνουν: "Εγώ, ξέρεις ποιος είμαι εγώ, ξέρεις τι είμαι εγώ". Μια κοπέλα στη δουλειά μου έλεγε: "Ξέρεις τι είμαι εγώ; Έχω βγάλει το Πολυτεχνείο με άριστα, διδάσκω στο Πανεπιστήμιο ….. κλπ". Όλα τούτα για το Θεό, για την ψυχή της και για τη σωτηρία της είναι «μηδέν». Όλα αυτά θα παρέλθουν. Σε μία γελοιογραφία παρουσιάζεται ο χάρος σ' έναν παππού. "Πάμε του λέει". Τον κοιτάζει ο παππούς και απαντάει: "Την περίμενα τούτη την ώρα, γι' αυτό διάβασα ιστορία, χημεία, λογοτεχνία..." Αφού τον άκουσε του απαντάει ο χάρος: "Όλα αυτά ήταν, για να μην πας αδιάβαστος". Δεν καταφρονώ τη γνώση, απεναντίας, όμως μπροστά στο Θεό όλα αυτά θα είναι "λαμπάδες" που δε θ' ανάβουν.. 
     Ο άνθρωπος μακριά απ’ Εκείνον που είναι η πηγή της ζωής είναι νεκρός, είναι χώμα, είναι ένα "ψόφιο σκυλί", είναι ένα τίποτα. Μόνον μέσα από μια τέτοια ταπείνωση και αναγνώριση της αναξιότητάς του μπορεί ο άνθρωπος να γνωρίσει τη σωτηρία, που ο Θεός προσφέρει δωρεάν «κατά χάριν» (Εφεσίους Β/2: 8). Δεν υπάρχει άλλος τρόπος για να οδηγηθεί ο άνθρωπος στη σωτηρία. «Και ο τελώνης μακρόθεν ιστάμενος, δεν ήθελεν ουδέ τους οφθαλμούς να υψώση εις τον ουρανόν, αλλ' έτυπτεν εις το στήθος αυτού, λέγων Ο Θεός, ιλάσθητί μοι τω αμαρτωλώ» (Λουκάς ΙΗ/18, εδ. 13). «είπε δε προς αυτόν ο υιός Πάτερ, ήμαρτον εις τον ουρανόν και ενώπιόν σου, και δεν είμαι πλέον άξιος να ονομασθώ υιός σου». (Λουκάς ΙΕ/15: 21). Αυτή την ταπείνωση θέλει ο Θεός. Έτσι δέχεται ο Θεός τον άνθρωπο. «Της δόξας προπορεύεται η ταπείνωση» (Παροιμίαι ΙΗ/18, εδ. 12). 
     Από την ώρα που θα έρθει η ψυχή μπροστά στο Θεό, έτσι όπως είναι μέσα από τα «γουρούνια» της αμαρτίας, κουτσός, αδύναμος, ανήμπορος, ο Κύριος τον δέχεται και έρχεται να του ψιθυρίσει μια φράση: «Μη φοβάσαι» (εδ. 7) «θέλω κάμει έλεος προς σε». Ό,τι είναι δικό Μου θα είναι και δικό σου. «Ο Μεμφιβοσθέ θέλει τρώγει δια παντός άρτον επί της τραπέζης μου, ως εις των υιών του Βασιλεώς» (εδ. Δ/4: 11). Στο μεγάλο δείπνο που θα γίνει στον ουρανό θα καθίσουμε στο ίδιο τραπέζι με το Θεό ως παιδιά Του και κληρονόμοι Του. Τι μεγάλες τιμές έχει επιφυλάξει ο Θεός για τα δικά του παιδιά! Στην επιστολή «προς Εφεσίους» (κεφ.Β/2, εδ. 7) αναφέρει: «Μας συνεκάθισεν εν τοις επουρανίοις εν Χριστώ Ιησού». Μη διστάζεις και μην αμφιβάλλεις, γιατί κατά τον ίδιο τρόπο ο Κύριος είναι έτοιμος να δεχθεί και σένα ψυχή. 
   Είπε ο Δαυίδ: "Μη φοβάσαι. Θέλω αποδώσει εις σε πάντα …" (εδ. 7). Κοντά στο Δαυίδ ο Μεμφιβοσθέ επανέκτησε όλα όσα είχε χάσει. Κοντά στο Θεό ο άνθρωπος κερδίζει όλα εκείνα τα οποία είχε χάσει εξαιτίας της αμαρτίας. Στην επιστολή «Α΄ Πέτρου» (κεφ. Α/1, εδάφ. 3,4,) αναφέρεται : «Ευλογητός ο Θεός και Πατήρ του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, όστις κατά το πολύ έλεος αυτού αναγέννησεν ημας εις ελπίδα ζώσαν δια της αναστάσεως του Ιησού Χριστού εκ νεκρών, εις κληρτονμίαν άφθαρτον και αμίαντον, πεφυλαγμένην εν τοις ουρανοις δι’ ημας». Για τον πιστό άνθρωπο, εν Χριστώ Ιησού στην επιστολή "προς Ρωμαίους"  (κεφ. Η/8: 16, 17) αναφέρει: «Αυτό το Πνεύμα συμμαρτυρεί με το πνεύμα ημών, ότι είμεθα τέκνα Θεού. Εάν δε τέκνα και κληρονόμοι, κληρονόμοι μεν Θεού, συγκληρονόμοι δε Χριστού». 
    Ψυχή, μη διστάζεις, ο Θεός σε αγαπάει, σε θέλει κοντά Του και είναι έτοιμος να σου χαρίσει τα πάντα. Είναι έτοιμος να σου χαρίσει «εκείνα τα οποία οφθαλμός δεν είδε και ωτίον δεν ήκουσε και εις καρδίαν ανθρώπου δεν ανέβησαν, τα οποία ο Θεός ητοίμασεν εις τους αγαπώντας αυτόν» (Α΄ Κορινθίους Β/2: 9). ---

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου