Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Σάββατο 20 Μαρτίου 2021

ΜΕΓΑΛΗ ΠΕΜΠΤΗ

 
   
ΜΕΓΑΛΗ ΠΕΜΠΤΗ



  
       «Την δε πρώτην των αζύμων προσήλθον οι μαθηταί προς τον Ιησούν, λέγοντες προς αυτόν. Που θέλεις να σοι ετοιμάσωμεν διά να φάγης το πάσχα;» (Ματθαίος ΚΣ/26: 17). 
      Ευρισκόμαστε στην πρώτη ημέρα της "γιορτής των αζύμων" (Έξοδος ΙΒ/12: 17). Πρόκειται για μία περίοδο, όπου κάθε ένζυμο θα έπρεπε να αφαιρεθεί από κάθε οικία. Η γιορτή άρχιζε στις 15 του μήνα Νισάν, την επομένη του Πάσχα και συνεχιζόταν επί επτά ημέρες, μέχρι τις 21 Νισάν. Οφείλει το όνομά της στους "άζυμους άρτους" που ήταν το μοναδικό ψωμί που επιτρεπόταν να υπάρχει στη διάρκεια των επτά ημερών της γιορτής. Ο Κύριος εξήγησε τη συμβολική σημασία που είχε το προζύμι (Ματθαίος ΙΣ/16: 6-12). Τα λόγια Του ήταν: «Να έχετε τα μάτια σας ανοιχτά και να προσέχετε από το προζύμι των Φαρισαίων και των Σαδδουκαίων». Ο Κύριος αν και γνωρίζει ότι πολύ λίγες ώρες Τον χωρίζουν από το πάθος Του, ενδιαφέρεται για το δείπνο του Πάσχα και μάλιστα δίνει και τις αναγκαίες εντολές στους μαθητές Του. 
      «Και αποστέλλει δύο των μαθητών αυτού και λέγει προς αυτούς: Υπάγετε εις την πόλιν, και θέλει σας απαντήσει άνθρωπος βαστάζων σταμνίον ύδατος ακολουθήσατε αυτόν και όπου εισέλθη, είπατε προς τον οικοδεσπότην ότι ο Διδάσκαλος λέγει Που είναι το κατάλυμα, όπου θέλω φάγει το πάσχα μετά των μαθητών μου;» (Μάρκος ΙΔ/14: 13,14). 
      «Και αυτός θέλει σας δείξει ανώγεον μέγα εστρωμένον έτοιμον εκεί ετοιμάσατε εις ημάς» (Μάρκος ΙΔ/14: 15). «Και έκαμον οι μαθηταί καθώς παρήγγειλεν εις αυτούς ο Ιησούς, και ητοίμασαν το πάσχα» (Ματθαίος ΚΣ/26: 19). 
       «Τότε υπήγεν εις των δώδεκα, ο λεγόμενος Ιούδας Ισκαριώτης, προς τους αρχιερείς και είπε. Τι θέλετε να μοι δώσητε, και εγώ θέλω σας παραδώσει αυτόν; Και εκείνοι έδωκαν εις αυτόν τριάκοντα αργύρια. Και από τότε εζήτει ευκαιρίαν δια να παραδώση Aυτόν» (Ματθαίος ΚΣ/26: 14-16). 

ΤΟ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟ ΔΕΙΠΝΟ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΜΕ ΤΟΥΣ ΜΑΘΗΤΕΣ.
 
       «Ότε δε έγεινεν εσπέρα, εκάθητο εις την τράπεζαν μετά των δώδεκα» (Ματθαίος ΚΣ/26: 20).
        Πρόκειται για το τελευταίο δείπνο που έκανε ο Κύριος με τους μαθητές Του για τον εορτασμό του Πάσχα, σε ανάμνηση της εξόδου των Εβραίων από την Αίγυπτο. 
     «Έγινε δε και φιλονικία μεταξύ αυτών, περί του τις εξ αυτών νομίζεται ότι είναι μεγαλύτερος» (Λουκάς ΚΒ/24: 24). 
     Είναι φανερό ότι οι μαθητές δεν είχαν ακόμα αντιληφθεί τις προθέσεις του Κυρίου και περίμεναν ότι με ένα τρόπο θαυματουργικό ο Κύριος θα γινόταν Βασιλιάς και θα έστηνε μια Αυτοκρατορία με έδρα την Ιερουσαλήμ, που θα οδηγούσε στην απελευθέρωση από τους Ρωμαίους κατακτητές. Εκείνο που τους ενδιέφερε βασικά ήταν ποια θέση θα κατείχε ο καθένας σ’ αυτή τη νέα διακυβέρνηση, ποιος θα είχε τα πρωτεία, ποιος θα ήταν ο μεγαλύτερος. Τούτη η νοοτροπία αποτελεί διαχρονικά μια μεγάλη μάστιγα για την εκκλησία του Χριστού. 
     Ο Κύριος τελείως αντίθετος μ’ αυτό το κοσμικό πνεύμα τους είπε: «Ο δε είπε προς αυτούς οι βασιλείς των εθνών κυριεύουσιν αυτά, και οι εξουσιάζοντες αυτά ονομάζονται ευεργέται. Σεις όμως ουχί ούτως, αλλ' ο μεγαλύτερος μεταξύ σας ας γείνη ως ο μικρότερος, και ο προϊστάμενος ως ο υπηρετών. Διότι τις είναι μεγαλύτερος, ο καθήμενος εις την τράπεζαν ή ο υπηρετών; ουχί ο καθήμενος; αλλ' εγώ είμαι εν μέσω υμών ως ο υπηρετών» (Λουκάς ΚΒ/22: 25-27). Για τον Κύριο μεγαλύτερος δεν είναι αυτός που κάθεται στην τράπεζα, αλλά αυτός που υπηρετεί. Ο Κύριος στάθηκε ανάμεσά τους «ως ο υπηρετών» (Λουκάς ΚΒ/22: 27). 
      «εγείρεται εκ του δείπνου και εκδύεται τα ιμάτια αυτού, και λαβών προσόψιον διεζώσθη έπειτα βάλλει ύδωρ εις τον νιπτήρα, και ήρχισε να νίπτει τους πόδας των μαθητών και να σπογγίζει με το προσόψιον, με το οποίον ήτο διεζωσμένος» (Ιωάννης ΙΓ/13: 4-5). 
     Mε τον τρόπο αυτό ο Κύριος θέλησε να δώσει ένα «παράδειγμα» όσον αφορά την υπηρεσία μέσα στην Εκκλησία Του. Ο μεγαλύτερος μεταξύ σας, ας γίνει ο μικρότερος. «Διότι παράδειγμα έδωκα εις εσάς, δια να κάμνητε και σεις, καθώς εγώ έκαμον εις εσάς» (εδ. 15). 

 Ανάλυση της περικοπής αναφέρεται στο blog: giorgoskomninos.blogspot.com   H δημοσίευση έγινε: 
1/ Στις 29-03-18 με τίτλο: «Ο Χριστός πρότυπο Αγάπης, Υπηρεσίας, Ταπείνωσης». 
2/ Στις 28-04-16 με τίτλο: «Το πλύσιμο των ποδών των μαθητών». 

      «Αφού είπε ταύτα ο Ιησούς, εταράχθη την ψυχήν και εμαρτύρησε και είπεν. Αληθώς, αληθώς σας λέγω ότι εις εξ υμών θέλει με παραδώσει» (Ιωάννης ΙΓ/13: 21). 
      Μετά το πλύσιμο των ποδιών των μαθητών ο Κύριος κάθισε στο τραπέζι και ενώ η ψυχή Του ήταν ταραγμένη και λυπημένη για το κατάντημα του Ιούδα, είπε προς τους μαθητές. Ένας από σας θα με προδώσει (Ματθαίος ΚΣ/26: 21). 
     «Κοίταζαν λοιπόν οι μαθητές ο ένας τον άλλο, απορώντας για ποιον το λέει και λυπούμενοι σφόδρα, ήρχισαν να λέγωσι προς αυτόν έκαστος αυτών. Μήπως εγώ είμαι, Κύριε;» (Ματθαίος ΚΣ/26: 22). 
     Με απορία οι μαθητές ρωτούσαν: «Μήπως εγώ Κύριε;» Κανένας δεν είχε υποπτευθεί τον Ιούδα. Πόσο εύκολα ο υποκριτής μπορεί να σταθεί ανάμεσά μας χωρίς κανένας να μπορεί να τον υποπτευθεί!
     «Αποκρίνεται ο Ιησούς. Εκείνος είναι, εις τον οποίον εγώ βάψας το ψωμίον θέλω δώσει. Και εμβάψας το ψωμίον δίδει εις τον Ιούδαν Σίμωνος τον Ισκαριώτην» (Ιωάννης ΙΓ/13: 26). 
    Ήταν συνήθεια στην περιοχή της Ανατολής και πολύ ευγενική φιλοφρόνηση να προσφέρουν σε κάποιον ένα κομμάτι ψωμί βουτηγμένο στο φαγητό και γι’ αυτό οι μαθητές δεν κατάλαβαν τίποτα. Αντίθετα νόμισαν ότι με τον τρόπο αυτό ο Κύριος τιμούσε ιδιαίτερα τον Ιούδα. Καθώς ρωτούσαν οι μαθητές ρώτησε και ο Ιούδας τον Κύριο: «Μήπως εγώ είμαι, Ραββί;» (Ματθαίος ΚΣ/26: 25) και ο Κύριος του απάντησε «Σύ είπας» [εσύ το είπες]. Ο Κύριος απαντάει αόριστα μη θέλοντας να τον εκθέσει στους άλλους μαθητές, αλλά και να του δώσει μία ακόμα ευκαιρία να μετανοήσει για την πράξη της προδοσίας που είχε σχεδιάσει. 
     «Και μετά το ψωμίον τότε εισήλθεν εις εκείνον ο Σατανάς. Λέγει λοιπόν προς αυτόν ο Ιησούς ό,τι κάμνεις, κάμε ταχύτερον" (Ιωάννης ΙΓ/13: 27). 
     Καθώς ο Ιούδας έμεινε σκληρός και ασυγκίνητος, ο Θεός τον εγκατέλειψε και μπήκε μέσα του και τον κυρίευσε ο σατανάς. Ο Κύριος του είπε: «Ό,τι πρόκειται να κάνεις κάνε το ταχύτερα». 
      «Τούτο όμως ουδείς των καθημένων ενόησε προς τι είπε προς αυτόν. Διότι τινές ενόμιζον, επειδή ο Ιούδας είχε το γλωσσόκομον, ότι λέγει προς αυτόν ο Ιησούς, αγόρασον όσων έχομεν χρείαν δια την εορτήν, ή να δώση τι εις τους πτωχούς» (Ιωάννης ΙΓ/13: 28, 29). 
     Κανένας όμως από εκείνους που κάθονταν στο τραπέζι δεν κατάλαβε γιατί του το είπε. Μερικοί μάλιστα, επειδή ο Ιούδας κρατούσε το ταμείο, νόμιζαν πως του λέει ο Ιησούς: «Αγόρασε όσα μας χρειάζονται για τη γιορτή» ή να δώσει κάτι στους φτωχούς. 
     «Ο μεν Υιός του ανθρώπου υπάγει, καθώς είναι γεγραμμένον περί αυτού» (Ματθαίος ΚΣ/26: 24 & Μάρκος ΙΔ/14: 21). 
      Και όσο για τον Υιό του Ανθρώπου, Αυτός πηγαίνει, όπως έχει προφητευτεί γι' Αυτόν. Ο θάνατος του Κυρίου δε συνέβη λόγω της σύγκρουσής Του με το κατεστημένο, όπως είχε συμβεί με πολλούς προφήτες, αλλά ήταν η εκπλήρωση του σχεδίου του Θεού για τη σωτηρία των ανθρώπων από την αμαρτία. Τούτο το σχέδιο ο Θεός το είχε αποκαλύψει στους ανθρώπους μέσω των προφητών (Ησαΐας ΝΓ/53). 
      «ουαί δε εις τον άνθρωπον εκείνον, δια του οποίου ο Υιός του ανθρώπου παραδίδεται καλόν ήτο εις τον άνθρωπον εκείνον, αν δεν ήθελε γεννηθή» (Ματθαίος ΚΣ/26: 24 & Μάρκος ΙΔ/14: 21).
       Για τον προδότη και για τον κάθε προδότη υπάρχει το «ουαί» του Κυρίου. Δεν πρόκειται ασφαλώς για αυτό που λέμε "κατάρα", αλλά για τη Θεία κρίση που θα έρθει πάνω του. Ο Ιούδας δεν υποχρεώθηκε να κάνει ό,τι έκανε. Την προδοσία την έκανε με την ελεύθερη βούλησή του, γι’ αυτό ακριβώς φέρει ευθύνη και είναι ένοχος. Ήταν πολύ καλύτερα γι’ αυτόν να μην είχε γεννηθεί ποτέ. Αυτό το είπε ο Κύριος κυρίως, για να ελκύσει την προσοχή των μαθητών, ώστε να προφυλαχθούν από αμαρτίες παρόμοιες μ’ αυτή του Ιούδα. 
       «Λαβών λοιπόν εκείνος το ψωμίον, εξήλθεν ευθύς, ήτο γαρ νύξ» (Ιωάννης ΙΓ/13: 30). 
     Ο Ιούδας, αφού έλαβε το ψωμί, έφυγε από το μέρος όπου ήταν ο Ιησούς και οι μαθητές του. Η Γραφή προσθέτει την εξής σημαντική φράση: «ήτο γαρ νύξ». Παντού είχε απλωθεί το σκοτάδι. Ο Κύριος θα πει προς τους εργάτες του σκότους: «αύτη είναι η ώρα σας και η εξουσία του σκότους» (Λουκάς ΚΒ/22: 53). 

        ΚΑΘΙΈΡΩΣΗ ΤΟΥ ΔΕΊΠΝΟΥ ΤΗΣ ΚΑΙΝΗΣ ΔΙΑΘΗΚΗΣ. 
      Και ενώ έτρωγον, λαβών ο Ιησούς τον άρτον και ευλογήσας έκοψε και έδιδεν εις τους μαθητάς και είπε Λάβετε, φάγετε τούτο είναι το σώμα μου και λαβών το ποτήριον και ευχαριστήσας, έδωκεν εις αυτούς, λέγων: "Πίετε εξ αυτού πάντες διότι τούτο είναι το αίμα μου το της  Καινής Διαθήκης, το υπέρ πολλών εκχυνόμενον εις άφεσιν αμαρτιών" (Ματθαίος ΚΣ/26: 26-28). 
       Ενώ έτρωγαν, ο Κύριος Ιησούς έλαβε "άρτον" και αφού τον έκοψε έδωσε στους μαθητές Του να φάνε λέγοντας: "λάβετε φάγετε τούτο εστίν το σώμα μου". Στη συνέχεια ο Κύριος έλαβε το «ποτήριον» που περιείχε το γέννημα της αμπέλου και δίνοντας στον καθένα τους είπε: «Πίετε εξ’ αυτού πάντες, διότι τούτο είναι το αίμα μου, το υπέρ πολλών εκχυνόμενον εις άφεσιν αμαρτιών» (Ματθαίος ΚΣ/26: 28). Ο άρτος και το κρασί που τους δόθηκε είναι κοινωνία του σώματος και του αίματός Του, αντίστοιχα (Α' Κορινθίους Ι/10: 16). Ο ευαγγελιστής "Μάρκος" (κεφ. Ι/10, εδ. 45) αναφέρει ότι το αίμα του Κυρίου δόθηκε «ως λύτρον αντί πολλών». Δόθηκε ως λύτρον για την απελευθέρωσή μας, την απολύτρωσή μας από την ποινή της αμαρτίας, που ήταν ο αιώνιος θάνατος (Ρωμαίους Σ/6: 23). Ο συγγραφέας της επιστολής «προς Εβραίους» (κεφ. Θ/9, εδ. 12) αναφέρει: «ουδέ δι' αίματος τράγων και μόσχων, αλλά δια του ιδίου αυτού αίματος, εισήλθεν άπαξ εις τα άγια, αποκτήσας αιωνίαν λύτρωσιν». 
       Εκείνο, το τελευταίο Δείπνο του Κυρίου με τους μαθητές Του, έγινε η απαρχή μέσα στην Καινή Διαθήκη ενός "αναμνηστικού δείπνου". Την πράξη αυτή τη ζήτησε ο Ιησούς Χριστός, σε ανάμνηση της Λυτρωτικής Του θυσίας επί του σταυρού και θα πρέπει να τηρείται με ιδιαίτερη ευλάβεια από τους πιστούς. Οι πρώτοι μαθητές, σύμφωνα με το Λόγο του Θεού, "ενέμενον εν τη διδαχή των αποστόλων και εν τη κοινωνία και εν τη κλάσει του άρτου και εν ταις προσευχαίς"  (Πράξεις Β/2: 42). 
      Ποιοι έχουν δικαίωμα να παρακαθίσουν στο "δείπνο του Κυρίου"; Από δική μας αξία, κανένας. Θέση έχουν μόνον εκείνοι που δια της πίστεως συνταυτίστηκαν με το θάνατο του Κυρίου και οικειοποιήθηκαν την αγάπη Του. Στο τραπέζι αυτό ο Κύριος είναι ο "φιλοξενών" και εμείς είμαστε οι προσκεκλημένοι Του. Με τη συμμετοχή του ο Χριστιανός στο Δείπνο του Κυρίου θυμάται ότι «ο Χριστός ηγάπησεν ημάς και παρέδωκεν εαυτόν υπέρ ημών προσφοράν και θυσίαν εις τον Θεόν εις οσμήν ευωδίας» (Εφεσίους Ε/5: 2). Θυμάται τη λύτρωσή του από την ποινή της αμαρτίας του και από τη δύναμη αυτής. Η τελετή αυτή θα πρέπει να γίνεται απ' όλους τους πιστούς του Κυρίου «μέχρι της ελεύσεως Αυτού» (Α’ Koρινθίους ΙΑ/11: 26), μέχρι τη στιγμή που θα έρθει ο Κύριος για να παραλάβει την Εκκλησία Του (Α' Θεσσαλονικείς Δ/4: 13-18). Τούτη η τελετή ονομάζεται μέσα στο Λόγο του Θεού: «ανάμνησις του Κυρίου» (Λουκάς ΚΒ/22: 19), «Κυριακό δείπνο» (Α’ Κορινθίους ΙΑ/11: 20) «κλάσις του άρτου» (Πράξεις Β/2: 42), «τράπεζα του Κυρίου» (Α’ Κορινθίους Ι/10: 41). 
      Ασφαλώς και δεν πρόκειται για μία απλή, τυπική τελετή, αλλά για μία βαθύτατη πνευματική πράξη, για την οποία ο  Απ. Παύλος αναφέρει.
28 Ας δοκιμάζη δε εαυτόν ο άνθρωπος, και ούτως ας τρώγη εκ του άρτου και ας πίνη εκ του ποτηρίου
29 διότι ο τρώγων και πίνων αναξίως τρώγει και πίνει κατάκρισιν εις εαυτόν, μη διακρίνων το σώμα του Κυρίου.
30 Διά τούτο υπάρχουσι μεταξύ σας πολλοί ασθενείς και άρρωστοι, και αποθνήσκουσιν ικανοί (Α' Κορινθίους ΙΑ/11: 28-30).
      Ως Χριστιανοί καλούμεθα, πριν  τη συμμετοχή μας στο "δείπνο του Κυρίου", να "δοκιμάζουμε" τους εαυτούς μας αν μένουμε στην πίστη, στον αγιασμό, στο θέλημα του Θεού. Τυχόν διάπραξη κάποιας αμαρτίας θα πρέπει  να καταδικαστεί και να τακτοποιηθεί ενώπιον του Θεού με μετάνοια (Α' Ιωάννου,  Α/1: 9). Ας είμαστε προσεκτικοί γιατί ο αιώνιος Λόγος του Θεού μας διαβεβαιώνει ότι αυτός που μετέχει "αναξίως", που θεωρεί "κοινό" το Αίμα του Χριστού (Εβραίους Ι/10: 29),  θα κατακριθεί. Να θυμόμαστε πάντοτε ότι η "ανάξια" συμμετοχή στο Δείπνο του Κυρίου κάποιων από την Εκκλησία της Κορίνθου τους είχε οδηγήσει σε αρρώστιες, ακόμα και σε θάνατο. 

 ΣΤΟ ΟΡΟΣ ΤΩΝ ΕΛΑΙΩΝ 
   Αμέσως μετά από το πέρας του τελευταίου δείπνου ο Κύριος ύμνησε μαζί Τους.  Αμέσως μετά «εξήλθον εις το όρος των Ελαιών». Ο Κύριος γνώριζε πολύ καλά ότι το τέλος είχε φτάσει και ήταν έτοιμος γι’ αυτό. 
    «τότε λέγει προς αυτούς ο Ιησούς. Πάντες υμείς θέλετε σκανδαλιστεί εν εμοί την νύκτα ταύτην» (Ματθαίος ΚΣ/26: 31). 
      Ο Κύριος υπενθυμίζει στους μαθητές την προφητεία του πρ. «Ζαχαρία» (κεφ. ΙΓ/13, εδ. 7): «θέλω πατάξει τον ποιμένα και θέλουσι διασκορπιστεί τα πρόβατα της ποίμνης». Με τα λόγια αυτά τους προειδοποιεί για την επικείμενη εγκατάλειψή Του από όλους και κάνει λόγο για την ανάστασή Του που θα έπρεπε να περιμένουν. «Αφού αναστηθώ, θέλω υπάγει πρότερων υμών εις την Γαλιλαίαν». Έτσι τους δίνει έναν συγκεκριμένο τόπο συνάντησης. 
      «Αποκριθείς δε ο Πέτρος, είπε προς αυτόν και αν πάντες σκανδαλισθώσιν εν σοι, εγώ ποτέ δεν θέλω σκανδαλισθεί» (Ματθαίος ΚΣ/26: 33 & Μάρκος ΙΔ/14: 29). 
     Ακούγοντας ο Πέτρος αυτά τα λόγια διέκοψε τον Κύριο και έσπευσε να διαμαρτυρηθεί και να διαχωρίσει τη θέση του από τους υπόλοιπους μαθητές μ’ έναν απόλυτο και κατηγορηματικό τρόπο: «Ακόμα και αν όλοι σκανδαλιστούν εγώ δεν πρόκειται ποτέ να σκανδαλιστώ!» Αυτό το «ποτέ» έκανε τον Κύριο να μιλήσει για την άρνησή του που θα ακολουθούσε μετά από λίγο. 
      «Είπε προς αυτόν ο Ιησούς Αληθώς σοι λέγω ότι ταύτην την νύκτα, πριν φωνάξει ο αλέκτωρ, τρείς θέλεις με απαρνηθή. Λέγει προς αυτόν ο Πέτρος Και αν γίνει χρεία να αποθάνω μετά σου, δεν θέλω σε απαρνηθή. Ομοίως είπον και πάντες οι μαθηταί» (Ματθαίος ΚΣ/26: 34,35). 
      Ο Πέτρος, προσπαθώντας να αποδείξει την αφοσίωσή του στον Κύριο, εξακολουθεί να επιμένει ότι θα προτιμούσε να πεθάνει παρά να Τον απαρνηθεί. Τα ίδια λόγια επανέλαβαν και οι άλλοι μαθητές. Είναι αλήθεια ότι μιλούσαν ειλικρινά και ό,τι έλεγαν το έλεγαν από την καρδιά τους. Το θέμα όμως ήταν ότι δε γνώριζαν το βάθος της ανθρώπινης καρδιάς, για την οποία ο πρ. "Ιερεμίας" (κεφ. ΙΖ/17: 9) αναφέρει: «Η καρδία είναι απατηλή υπέρ πάντα και σφόδρα διεφθαρμένη τις δύναται να γνωρίσει αυτήν;» 
     «Τότε έρχεται μετ' αυτών ο Ιησούς εις χωρίον λεγόμενον Γεθσημανή και λέγει προς τους μαθητάς. Καθήσατε αυτού, εωσού υπάγω και προσευχηθώ εκεί» (Ματθαίος ΚΣ/26: 36) – Μάρκος ΙΔ/14: 32-42 -- Λουκάς ΚΒ/22: 39-46). 

 Ανάλυση της περικοπής αναφέρεται στο blog : giorgoskomninos.blogspot.com 
H δημοσίευση έγινε στις 16-04-2019 με τίτλο: «Γεσθημανή».

     Πλέον θα πρέπει να ήταν αρκετά αργά και αυτό φαίνεται από το γεγονός ότι οι μαθητές κοιμήθηκαν. Ο Κύριος έχει καταληφθεί από μεγάλη αγωνία η οποία αποτελεί την αρχή των μεγάλων θλίψεων από τις οποίες πρόκειται να περάσει. Ο Ίδιος είχε πει πριν από λίγο: «τώρα η ψυχή μου είναι τεταραγμένη» (Ιωάννης ΙΒ/12: 27). Ο Κύριος ελεύθερος, με τη θέλησή Του βαδίζει προς το «εκούσιον πάθος» για το οποίο είχε πει: «την ψυχήν μου…. ουδείς αφαιρεί αυτήν απ' εμού, αλλ' εγώ βάλλω αυτήν απ' εμαυτού εξουσίαν έχω να βάλω αυτήν, και εξουσίαν έχω πάλιν να λάβω αυτήν, ταύτην την εντολήν έλαβον παρά του Πατρός μου» (Ιωάννης Ι/10: 18). 
     Η λέξη «Γεθσημανή» μεταφράζεται στα ελληνικά "ελαιοτριβείο" και φαίνεται ότι υπήρχε εκεί ένα τέτοιο εργαστήριο. «Καθίστε εκεί», λέει ο Κύριος στους μαθητές του «έως ότου πάω και προσευχηθώ». Ο Κύριος άφησε οκτώ μαθητές να περιμένουν κοντά στην είσοδο του κήπου και πήρε μαζί του τον Πέτρο, τον Ιάκωβο και τον Ιωάννη και πήγαν πιο μέσα στον κήπο. Εκεί ο Κύριος ένιωσε ένα αβάσταχτο βάρος στην άγια ψυχή Του, καθώς έβλεπε ότι ο ίδιος θα γινόταν «προσφορά περί αμαρτίας» για τη δική μας σωτηρία. Ο μόνος αναμάρτητος προσφέρει τη ζωή Του για τη σωτηρία των αμαρτωλών. Στη συνέχει άφησε μόνους τους τρεις μαθητές με την παράκληση να περιμένουν εκεί και να μείνουν ξάγρυπνοι. Εκείνος απομακρύνθηκε πάλι βαθύτερα μέσα στον κήπο, όπου έμεινε εντελώς μόνος. Είναι γεγονός ότι κανένας άλλος δε μπορούσε να συμμεριστεί τη λύπη Του. 
     «Και προχωρήσας ολίγον έπεσεν επί πρόσωπον αυτού, προσευχόμενος και λέγων Πάτερ μου, εάν ήναι δυνατόν, ας παρέλθη απ' εμού το ποτήριον τούτο πλην ουχί ως εγώ θέλω, αλλ' ως συ» (Ματθαίους ΚΣ/26: 39). 
     Έπεσε με το πρόσωπο στη γη. Πρόκειται για πράξη βαθιάς ταπείνωσης και ευλάβειας, καθώς ο Κύριος μιλάει μέσα στη σιγαλιά της Γεθσημανή προς τον Πατέρα Του. «Πατέρα μου, αν είναι δυνατόν, ας μην πιο αυτό το ποτήρι, όμως ας μη γίνει το δικό μου θέλημα, αλλά το δικό σου». Με την προσευχή αυτή ο Κύριος δεν εκφράζει την απροθυμία Του να εκπληρώσει το σκοπό του ή έστω κάποια πρόθεσή Του να γυρίσει πίσω. Ας θυμηθούμε τα λόγια Του στο ευαγγέλιο του «Ιωάννην» (κεφ. ΙΒ/12: 27,28). «Τώρα η ψυχή μου είναι τεταραγμένη και τι να είπω; Πάτερ, σώσον με εκ της ώρας ταύτης. Αλλά δια τούτο ήλθον εις την ώραν ταύτην. Πάτερ, δόξασόν σου το όνομα. Ήλθε λοιπόν φωνή εκ του ουρανού Και εδόξασα και πάλιν θέλω δοξάσει»
      Ο Κύριος δε ζητάει από τον Πατέρα να γλυτώσει από το σταυρό, γιατί αυτός ήταν ο σκοπός που είχε έρθει στον κόσμο μας. Ο Κύριος με την προσευχή Του έλεγε: «Πατέρα αν υπάρχει κανένας τρόπος να σωθούν όλοι αυτοί οι αμαρτωλοί,χωρίς εγώ ν’ ανέβω στο σταυρό, αποκάλυψέ τον τώρα. Προσωπικά δεν έχω καμία πρόθεση να πάω ενάντια στο θέλημά σου». Στα λόγια του Κυρίου δεν υπήρξε απάντηση. Ο ουρανός έμεινε βουβός. Έτσι βλέπουμε πως για το Θεό δεν υπήρχε άλλος τρόπος για τη δικαίωση του αμαρτωλού ανθρώπου εκτός από του να πεθάνει ο Κύριος Ιησούς, ως αντικαταστάτης μας, πάνω στο σταυρό. Δεν υπήρχε άλλος που θα μπορούσε να προσφέρει μια αναμάρτητη ζωή, πλήρους υπακοής στο θέλημα του Πατέρα, θυσία και ιλασμό για την αμαρτία του ανθρώπου.  
       Αν ο Θεός ματαίωνε το θάνατο του Υιού Του, θα εγκατέλειπε τον άνθρωπο στην αιώνια απώλεια και θα άφηνε αιώνια κυρίαρχο πάνω στη γη το κράτος του διαβόλου. Οι πύλες του Άδη θα έμεναν αιώνια ανοιχτές, ενώ οι πύλες του ουρανού θα έμεναν για πάντα κλειστές. Ο Πατέρας θα μπορούσε να ματαιώσει το μαρτύριο του Υιού, αλλά πώς να το κάνει, αφού ο ίδιος ο Πατέρας είχε στείλει τον Υιό στον κόσμο, για να τον σώσει και για να εκπληρώσει ένα σχέδιο σωτηρίας, που «προ καταβολής κόσμου» (Α’ Πέτρου Α/1: 20) είχε συλλάβει μέσα στην πανσοφία Του. Σύμφωνα με το σχέδιο αυτό ο Υιός θα έπρεπε με τη θέλησή Του, αβίαστα και ελεύθερα να πιει το «ποτήρι» που θα του έδινε ο Πατέρας (Ιωάννης ΙΗ/18: 1). Τούτο το Έργο της σωτηρίας μας είναι μεγαλειώδες και η δόξα του Υιού που υπάκουσε κατά πάντα στο θέλημα του Πατέρα είναι αδιανόητη στους ανθρώπους, αλλά και σε αγγέλους. 
       «Εφάνη δε εις αυτόν άγγελος απ’ ουρανού ενισχύων αυτόν» (Λουκάς ΚΒ/22: 43). 
     Τότε φανερώθηκε ένας άγγελος από τον ουρανό και ενίσχυσε τον Κύριο. Ο Ιησούς ως άνθρωπος ήταν «ολίγον τι κατώτερος των αγγέλων» (Εβραίους Β/2: 7) και γι’ αυτό έχει ανάγκη από ενίσχυση, από την άνωθεν βοήθεια. 
     «Και ελθών εις αγωνίαν, προσηύχετο θερμότερον, έγεινε δε ο ιδρώς αυτού ως θρόμβοι αίματος καταβαίνοντες εις την γην» (Λουκάς ΚΒ/22: 44). 
     Καθώς ο Κύριος συνεχίζει να προσεύχεται, η προσευχή του γίνεται πιο έντονη, πιο επίμονη, πιο αγωνιώδης. Ο ιδρώτας Του έγινε ως θρόμβοι αίματος. Ο Ευαγγελιστής "Λουκάς" ως γιατρός σημειώνει τούτο τον παράδοξο ιδρώτα του Κυρίου. Δεν πρόκειται για έναν συνηθισμένο ιδρώτα, ήταν ένας αιματηρός ιδρώτας αποτέλεσμα της μεγάλης αγωνίας του Κυρίου. Ο ιδρώτας μπήκε στη ζωή του ανθρώπου μετά από την αποστασία του από το Θεό. «εν τω ιδρώτι του προσώπου σου θέλεις τρώγει τον άρτον σου» (Γένεση Γ/3: 9). Όταν ο αναμάρτητος Ιησούς σε λίγο θα φορτωνόταν την αμαρτία όλων ημών και εξαιτίας της θα πέθαινε πάνω στο σταυρό, ως αντικαταστάτης μας για να μας λυτρώσει, τον περιέλουσε αιμάτινος ιδρώτας. 
    «Και σηκωθείς από της προσευχής, ήλθε προς τους μαθητάς αυτού και εύρεν αυτούς κοιμωμένους από της λύπης και είπε προς αυτούς: Τι κοιμάσθε; σηκώθητε και προσεύχεσθε, διά να μη εισέλθητε εις πειρασμόν» (Λουκάς ΚΒ/22: 45,46). 
      Καθώς ο Κύριος γυρίζει πίσω στους μαθητές του, τους βρίσκει και πάλι να κοιμούνται. Είναι φανερό ότι η στάση αυτή δεν εμπεριέχει το στοιχείο της αδιαφορίας, αλλά κοιμόνταν από εξάντληση και λύπη. Το πνεύμα τους ήταν πρόθυμο, αλλά η σάρκα τους ήταν αδύναμη. Αντί να τους καταδικάσουμε ας αναλογιστούμε τη δική μας ζωή στην προσευχή. Πόσες φορές προτιμάμε να κοιμόμαστε αντί να προσευχόμαστε; Πόσες φορές ο Κύριος στη ζωή μας επανέλαβε τα λόγια που είπε στον Πέτρο: «Ούτε μια ώρα δε μπορέσατε να μείνετε ξάγρυπνοι μαζί μου; 
         "Μένετε άγρυπνοι και προσεύχεστε για να μη σας νικήσει ο πειρασμός" (εδ. 40). 
     Ο Κύριος παρότρυνε τους μαθητές Του να προσεύχονται, γιατί η ώρα της κρίσης πλησίαζε και θα έμπαιναν στο μεγάλο πειρασμό ώστε μετά από λίγο να Τον απαρνηθούν. Δεν τους καλεί ο Κύριος να προσευχηθούν γι’ Αυτόν αλλά για τους εαυτούς τους, ώστε να σταθούν να νικήσουν τους πειρασμούς του εχθρού. Αγρύπνια και προσευχή ο μόνος τρόπος για να μπορέσει να σταθεί και να νικήσει ο άνθρωπος, καθώς «δεν είναι η πάλη ημών εναντίον εις αίμα και σάρκα, αλλ' εναντίον εις τας αρχάς, εναντίον εις τας εξουσίας, εναντίον εις τους κοσμοκράτορας του σκότους του αιώνος τούτου εναντίον εις τα πνεύματα της πονηρίας εν τοις επουρανίοις» (Εφεσίους Σ/6: 12). 
     «Πάλιν εκ δευτέρου υπήγε και προσευχήθη, λέγων Πάτερ μου, εάν δεν είναι δυνατόν τούτο το ποτήριον να παρέλθη απ' εμού χωρίς να πίω αυτό, γεννηθήτω το θέλημά σου» (Ματθαίος ΚΣ/26: 42).
     Για δεύτερη φορά απομακρύνθηκε ο Κύριος και προσευχόταν εκφράζοντας την υποταγή Του στο θέλημα του Πατέρα. Θα έπινε το «ποτήρι» της θλίψης και του θανάτου μέχρι το τέλος. Ο Κύριος προσευχήθηκε για πολλή ώρα και αυτό γίνεται φανερό από τα λόγια Του: «δε μπορέσατε μία ώρα να αγρυπνήσετε μαζί μου;». Είναι φανερό ότι ο Κύριος εφάρμοσε εκείνο που μας έχει διδάξει και εμείς να κάνουμε: «Να επιμένουμε στην προσευχή και να μην αποκάμνουμε» (Λουκάς ΙΗ/18: 7). 
     «Και έρχεται την τρίτην φοράν και λέγει προς αυτούς Κοιμάστε το λοιπόν και αναπαύεσθε. Αρκεί ήλθεν η ώρα ιδού, παραδίδεται ο Υιός του άνθρωπου εις τας χείρας των αμαρτωλών. Εγέρθητε, υπάγωμεν ιδού, ο παραδίδων με πλησίασε» (Μάρκος ΙΔ/14: 41,42). 
      Με έκπληξη ρωτάει ο Κύριος τους μαθητές: Κοιμάστε ακόμα και σ’ αυτές τις τόσο κρίσιμες ώρες; Δεν αντιλαμβάνεστε τους κινδύνους που διατρέχετε; «Ιδού, ο παραδίδων με πλησίασε». Ο Κύριος αφήνει τον τόπο που προσεύχονταν και ακολουθούμενος από τους τρεις μαθητές πηγαίνει κοντά στους υπόλοιπους μαθητές. 

        Η προδοσία και η σύλληψη του Ιησού. 
       (Μάρκος ΙΔ/14: 43-52 – Ματθαίος ΚΣ/26: 47-56 Λουκάς ΚΒ/22: 47-53 – Ιωάννης ΙΗ/18: 3-12). 

     «Και ενώ αυτός ελάλει έτι, ιδού, ο Ιούδας εις των δώδεκα ήλθε, και μετ' αυτού όχλος πολύς μετά μαχαιρών και ξύλων παρά των αρχιερέων και πρεσβυτέρων του λαού» (Ματθαίος ΚΣ/26: 47). 
      Ενώ ο Κύριος μιλούσε με τους έντεκα μαθητές, έφτασε ο Ιούδας συνοδευόμενος από μια συμμορία οπλισμένη με ξίφη και ρόπαλα. «όχλος πολύς μετά μαχαιρών και ξύλων». Ήταν αποσταλμένοι από το Συνέδριο καλά οπλισμένοι, ώστε να εξουδετερώσουν οποιαδήποτε αντίσταση. Πρωτεργάτης της συνοδείας ο μαθητής Ιούδας, του οποίου πριν από δύο ώρες περίπου ο Κύριος του είχε πλύνει τα πόδια και συνέφαγε μαζί του. Το πλήθος το αποτελούσαν Λευίτες, φύλακες του Ναού και δούλοι των Αρχιερέων. Είχε έρθει η ώρα του Κυρίου, όπου «Ο Υιός τού ανθρώπου έπρεπε να παραδοθεί σε χέρια αμαρτωλών ανθρώπων, και να σταυρωθεί, και την τρίτη ημέρα να αναστηθεί» (Λουκάς ΚΔ/24: 7). 
        «Ήξευρε δε τον τόπον και Ιούδας ο παραδίδων αυτόν διότι πολλάκις συνήλθεν εκεί ο Ιησούς μετά των μαθητών αυτού» (Ιωάννης ΙΗ/18: 2). 
    Ο Ιούδας γνώριζε πολύ καλά την περιοχή που βρισκόταν ο Κύριος, καθώς καθημερινά Τον ακολουθούσε. Ο Κύριος την ημέρα δίδασκε στο ιερό και τα βράδια διανυκτέρευε στο όρος το ονομαζόμενον Ελαιών (Λουκάς ΚΒ/22: 37). 
    «Ο Ιούδας, λοιπόν, παίρνοντας το τάγμα, και υπηρέτες από τους αρχιερείς και τους Φαρισαίους, έρχεται εκεί με φανούς και λαμπάδες και όπλα. Και ο Ιησούς, ξέροντας όλα όσα θα ακολουθούσαν βγήκε έξω, και τους είπε: Ποιον ζητάτε;» (Ιωάννης ΙΗ/18: 3,4). 
       Ο Ιούδας, γνωρίζοντας πού θα έβρισκε τον Ιησού, πήρε μαζί του μια δύναμη Ρωμαίων στρατιωτών μαζί με υπηρέτες των Αρχιερέων και των Φαρισαίων και ήρθαν εκεί με φανάρια, με λαμπάδες και με όπλα έτσι, ώστε η διαφυγή Του μέσα στο σκοτάδι να είναι αδύνατη και ο κίνδυνος για κάθε ένοπλη αντίσταση να εκμηδενιστεί. Ήρθαν με εντολή να συλλάβουν τον Ιησού το Ναζωραίο. 
     «Εγώ είμαι» αυτός που ζητάτε, τους απαντάει ο Κύριος. Με τη φράση αυτή δεν τους λέει απλά ότι ήταν ο Ιησούς από τη Ναζαρέτ, αλλά και πως ήταν ο «Γιαχβέ» (Έξοδος Σ/6: 3). «Εγώ είμαι» είναι ένα από τα Ονόματα του Θεού στην Παλαιά Διαθήκη (Έξοδος Γ/3: 14). Η αποκάλυψη αυτή του Ονόματος του Θεού είχε τέτοια δύναμη που όλος αυτός ο όχλος σύρθηκε προς τα οπίσω και έπεσαν κάτω. Οπισθοδρόμησαν από το φόβο τους μπροστά στο μεγαλείο του Προσώπου του Κυρίου και έπεσαν στο έδαφος. Ο Κύριος στην πραγματικότητα θα μπορούσε όλους αυτούς να τους ρίξει κάτω νεκρούς και να ανοίξει τη γη να τους καταπιεί, όπως είχε κάνει ο Θεός με τον Κορέ και αυτούς που τον ακολουθούσαν (βιβλίο Αριθμών, κεφ. ΙΣ/16). 

Ανάλυση της περικοπής αναφέρεται στο blog : giorgoskomninos.blogspot.com 
H δημοσίευση έγινε στις 30-07-2019, με τίτλο: «Κορέ, Δάθαν, Αβειρών, εστασίασαν». 

     «Πάλιν λοιπόν ηρώτησεν αυτούς Τίνα ζητείτε; Οι δε είπον Ιησούν τον Ναζωραίον. Απεκρίθη ο Ιησούς Σας είπον ότι εγώ είμαι. Εάν λοιπόν εμέ ζητήτε, αφήσατε τούτους να υπάγωσι διά να πληρωθή ο λόγος, τον οποίον είπεν, Ότι εξ εκείνων τους οποίους μοι έδωκας, δεν απώλεσα ουδένα» (Ιωάννης ΙΗ/18: 7-9). 
    Αφού μεσολάβησε κάποιο χρονικό διάστημα, ώστε να συνέλθουν από το φόβο τους και να σηκωθούν από τη γη, «πάλιν λοιπόν», ο Κύριος τους κάνει την ίδια ερώτηση: «ποιόν ζητάτε;». Η απάντηση η ίδια: «Ιησούν τον Ναζωραίον». Ο Κύριος τους λέγει για δεύτερη φορά «εγώ είμαι». Αν ζητάτε εμένα μπορείτε να με συλλάβετε, αλλά αφήστε τους άλλους να φύγουν. Όλα αυτά έγιναν για να εκπληρωθεί ο λόγος που είχε πει: «Εκείνους τους οποίους μοι έδωκας εφύλαξα και ουδείς εξ αυτών απολλέσθει, ειμή ο υιός της απωλείας» (Ιωάννης ΙΖ/17: 12). 
      «Ο δε παραδίδων αυτόν έδωκεν εις αυτούς σημείον, λέγων Όντινα φιλήσω, αυτός είναι πιάσατε αυτόν» (Ματθαίος ΚΣ/26: 48). 
        Ο Ιούδας τους είχε δώσει ένα σημάδι. «Όποιον φιλήσω, αυτός είναι πιάστε τον….». Χρησιμοποιεί το φιλί, που αποτελεί παγκόσμιο σύμβολο αγάπης, για να βοηθήσει τη συμμορία ώστε να διακρίνει τον Κύριο από τους μαθητές Του και να Τον συλλάβουν. 
     «Και ότε ήλθεν, ευθύς πλησιάσας εις αυτόν λέγει: Ραββί, Ραββί, και κατεφίλησεν αυτόν» (Μάρκος ΙΔ/14: 45). 
      Μέσα στο σκοτάδι το βλέμμα του Ιούδα διασταυρώνεται με το βλέμμα του Διδασκάλου. Καμία μετάνοια, καμία υπαναχώρηση. Κυνικός, διεφθαρμένος, σκληρός προχωράει ασυγκίνητος προδίδοντας τον Υιό του ανθρώπου, που τον είχε ευεργετήσει, γράφοντας έτσι την πιο μαύρη σελίδα στην ανθρώπινη ιστορία. Λίγες ώρες αργότερα ο Απ. Πέτρος θα αρνηθεί και εκείνος τον Κύριο, αλλά καθώς τα μάτια του θα αντικρίσουν τα μάτια του Κυρίου, ο Πέτρος μετάνιωσε για το γεγονός ότι αρνήθηκε τον Κύριο και «έκλαυσεν πικρώς» (Λουκάς ΚΒ/22: 61). Ο Ιούδας δεν έχει απολύτως κανέναν ενδοιασμό. Προχωράει κατά πρόσωπο και προδίδει τον Ιησού, τον οποίον και προσφωνεί: «Ραββί, Ραββί»! 
      «και κατεφίλησεν αυτόν». Ο Ιούδας καθώς μέσα στο σκοτάδι πλησιάζει τον Ιησού, τον φιλάει θερμά. Ακόμα και εκείνη τη στιγμή, αν ο Ιούδας μετανοούσε, μπορούσε να σωθεί, όπως σώθηκε ο ληστής πάνω στο σταυρό, αλλά δεν το έκανε. Ήταν ο πρώτος άνθρωπος που βεβήλωσε το Πρόσωπο του Κυρίου Ιησού Χριστού με το προδοτικό του φιλί. 
      Τούτο το γεγονός πόσες φορές επαναλήφθηκε ανάμεσα στους αιώνες που πέρασαν, από ψεύτικους μαθητές Του! Το προδοτικό φιλί του Ιούδα, του μαθητή, του φίλου, ήταν πάνω από τους εμπτυσμούς, τα ραπίσματα, το ακάνθινο στεφάνι,  που του πρόσφεραν οι εχθροί Του. Ας έχουμε πάντοτε υπόψη μας ότι την καρδιά του Κυρίου δεν τη λυπεί τόσο η αδιαφορία και το μίσος του κόσμου, όσο η απρόσεκτη και ασυνεπής ζωή των δικών Του.  
     «Ο δε Ιησούς είπε προς αυτόν Ιούδα, με φίλημα παραδίδεις τον Υιόν του ανθρώπου;» (Λουκάς ΚΒ/22: 48). 
      Με αυτά τα λόγια ο Κύριος θυμίζει στον Ιούδα ότι είναι ο Μεσσίας. Ο Ιούδας παραδίδει τον Κύριο όχι με μια μαχαιριά, όχι με ένα χαστούκι, όχι δείχνοντάς Τον με το δάχτυλο, αλλά μ' ένα φίλημα. Το φιλί που διαχρονικά αποτελεί εκδήλωση αγάπης, φιλίας ευτελίζεται και γίνεται μέσο προδοσίας.  
      «Φίλε, διά τι ήλθες;» (Ματθαίος ΚΣ/26: 50). 
    Στο ψαλμό ΝΕ/55, εδ. 12-14 ο Δαβίδ προφητικά αναφέρει: "Επειδή δεν με ωνείδισεν εχθρός, το οποίον ήθελον υποφέρει, δεν ηγέρθη επ' εμέ ο μισών με, τότε ήθελον κρυφθή απ' αυτού, αλλά συ, άνθρωπε ομόψυχε, οδηγέ μου και γνωστέ μου οίτινες συνωμιλούμεν μετά γλυκύτητος, συνεπορευόμεθα εις τον οίκον του Θεού". 
        Ψυχή,  που  προδίδεις  τον  Κύριο  με  τη ζωή  σου, ο  Κύριος  συνεχίζει να σε θεωρεί «φιλο Του» περιμένοντας  έστω  και την τελευταία  στιγμή  να συναισθανθείς την αμαρτία σου και να μετανοήσεις. Ακόμα κι εκείνη την ώρα ο Κύριος λυπάται για την αμετανοησία του Ιούδα και τον αποκαλεί φίλο Του. Πόση  αγάπη  έχει  ο  Θεός  για  τον  αμαρτωλό  άνθρωπο,  αλλά και πόσο μεγάλη αντιπάθεια προς την αμαρτία!  Ο   Ιούδας   συνεχίζει,  για   να  φέρει   εις  πέρας  το  θλιβερό  έργο   που   είχε  αναλάβει. Ο σατανάς είχε καταλάβει την καρδιά του και κανένας λόγος Κυρίου  δεν ήταν  δυνατόν να τον επαναφέρει και να  τον συνεφέρει. 
     Προδότες υπήρξαν και υπάρχουν πολλοί στον κόσμο, ανάμεσα στην ιστορία των λαών. Η περίπτωση όμως του Ιούδα είναι ξεχωριστή. Ήταν άνθρωπος που ευεργετήθηκε από τον Κύριο, δέχτηκε τη διδασκαλία Του, τη χάρη Του και είχε σημαντικές εμπειρίες μαζί Του κι όμως αποφάσισε να Τον προδώσει για χρήματα. Κανένας δεν τον ανάγκασε να το κάνει. Ό,τι έκανε το έκανε με τη θέλησή του, εκ προμελέτης. Ο Ματθαίος εξηγεί: «υπήγεν προς τους αρχιερείς και είπε Τι θέλετε να μοι δώσητε, και εγώ θέλω σας παραδώσει αυτόν;» (ΚΣ/26:14-15) και εισέπραξε τριάντα αργύρια. Αυτή ήταν την εποχή εκείνη η τιμή πώλησης ενός δούλου (Έξοδος ΚΑ/21: 32). Επιπλέον ο Ιούδας φρόντισε αυτή η προδοσία και παράδοση να γίνει με τρόπο μοναδικό, ώστε κι ο Κύριος ακόμη να απορήσει: «Ιούδα, με φίλημα παραδίδεις τον Υιόν του ανθρώπου;» (Λουκάς ΚΒ/22: 48). Μόνο ο Θεός ξέρει τι μπόρεσε ν’ αλλάξει στην καρδιά του Ιούδα, ώστε να κάνει ένα τέτοιοι αμάρτημα και με τέτοιο τρόπο, ενώ ο Ευαγγελιστής «Λουκάς» (ΚΒ/22: 3) μας αποκαλύπτει: «Εισήλθε δε ο Σατανάς εις τον Ιούδαν». Για όλους αυτούς τους λόγους μέσα στον κόσμο μας η αμαρτία του Ιούδα είναι μοναδική. 
     «Τότε προσελθόντες επέβαλον τας χείρας επί τον Ιησούν και επίασαν αυτόν» (Ματθαίος ΚΣ/26: 50). Το φιλί του προδότη δόθηκε και ο διδάσκαλος συνελήφθη. Ο ουρανός περιμένει ένα νεύμα από τον Κύριο για να επέμβει. Λίγο αργότερα ο Κύριος θα πει στον Πέτρο: «νομίζεις ότι δεν δύναμαι ήδη να παρακαλέσω τον Πατέρα μου, και θέλει στήσει πλησίον μου περισσοτέρους παρά δώδεκα λεγεώνας αγγέλων;» (Ματθαίος ΚΣ/26: 53). Αυτό το σύνθημα δε δόθηκε από τον Κύριο, γιατί «ούτως είναι γεγραμμένον και ούτως έπρεπε να πάθη ο Χριστός» (Λουκάς ΚΔ/24: 46). 
     Ο Κύριος θα μπορούσε, ακόμα και αν είχε έρθει για να Τον συλλάβει ολόκληρο το Ρωμαϊκό στράτευμα, να τους στρέψει προς τα οπίσω, αν ο Ίδιος δεν ήθελε να παραδοθεί. Ο Απ. Πέτρος την ημέρα της "Πεντηκοστής" με στεντόρεια τη φωνή και με θάρρος λέοντος μεταξύ άλλων αναφέρει: «Άνδρες Ισραηλίται, ακούσατε τους λόγους τούτους τον Ιησούν τον Ναζωραίον, άνδρα αποδεδειγμένον προς εσάς από του Θεού δια θαυμάτων και τεραστίων και σημείων, τα οποία ο Θεός έκαμε δι' αυτού εν μέσω υμών, καθώς και σεις εξεύρετε, τούτον λαβόντες παραδεδομένον κατά την ωρισμένην βουλήν και πρόγνωσιν του Θεού, δια χειρών ανόμων σταυρώσαντες εθανατώσατε» (Πράξεις Β/2: 22,23). 
     Η κουστωδία που ακολουθούσε όρμησε μπροστά και συνέλαβαν χωρίς καθυστέρηση τον Ιησού. Ο Κύριος παραδίνεται εκούσια υπακούοντας κατά πάντα στο θέλημα του Πατέρα, στα αιώνια σχέδια του ουρανού. Ο Κύριος παραδίδεται σύμφωνα με τη βουλή και την πρόγνωση του αιώνιου Θεού. «Ο μεν Υιός του ανθρώπου υπάγει, καθώς είναι γεγραμμένον περί αυτού ουαί δε εις τον άνθρωπον εκείνον, δια του οποίου ο Υιός του ανθρώπου παραδίδεται καλόν ήτο εις τον άνθρωπον εκείνον, αν δεν ήθελε γεννηθεί» (Ματθαίος ΚΣ/26: 24 & Μάρκος ΙΔ/14: 21). 
      «Τότε ο Σίμων Πέτρος έχων μάχαιραν έσυρεν αυτήν και εκτύπησε τον δούλον του αρχιερέως και απέκοψεν αυτού το ωτίον το δεξιόν ήτο δε το όνομα του δούλου Μάλχος» (Ιωάννης ΙΗ/18: 10).

Ανάλυση του γεγονότος αναφέρεται στο blog : giorgoskomninos.blogspot.com 
H δημοσίευση έγινε στις 07-04-2016 και επιγράφεται: «Ο Μάλχος». 

       Ο σατανάς είχε καταφέρει να πάρει με το μέρος του τον Ιούδα και τώρα προσπαθεί να πάρει και τον Πέτρο. Ο Απ. Πέτρος μέσα από τις εμπειρίες του γράφει: «Εγκρατεύθητε, αγρυπνήσατε διότι ο αντίδικός σας διάβολος ως λέων ωρυόμενος περιέρχεται ζητών τίνα να καταπίη» (Α’ Πέτρου Ε/5: 8). Ο διάβολος ζήτησε την άδεια από τον Κύριο και την πήρε για να «κοσκινίσει» τους μαθητές και να βρει και άλλους σαν τον Ιούδα (Λουκάς ΚΒ/22: 31). 
     Ο Πέτρος τη δύσκολη εκείνη ώρα έβγαλε ένα μαχαίρι και έκοψε το αυτί ενός δούλου. Στην επιστολή του «Ιακώβου» (Α/1: 20) αναφέρεται: «διότι η οργή του ανθρώπου δεν εργάζεται την δικαιοσύνην του Θεού». Ας προσέξουμε γιατί το έργο είναι πνευματικό και μόνον με πνευματικά μέσα μπορεί να προαχθεί. Ως Χριστιανοί λέμε "όχι στη μάχαιρα του φανατισμού", αλλά στην ομολογία της άγιας ζωής που μας ζητά ο Χριστός.

        Ο Ιησούς ενώπιον του Καϊάφα. 
(Ματθαίος ΚΣ/26: 57-68 - Μάρκος ΙΔ/14: 53-65 - Λουκάς ΚΒ/22: 54-55 & 63-71 - Ιωάννης ΙΗ/18: 12-14 & 19-24). 
     «Εν εκείνη τη ώρα είπεν ο Ιησούς προς τους όχλους. Ως επί ληστήν εξήλθετε μετά μαχαιρών και ξύλων να με συλλάβητε; καθ' ημέραν εκαθήμην πλησίον υμών διδάσκων εν τω ιερώ, και δεν με επιάσατε. Τούτο δε όλον έγεινε διά να πληρωθώσιν αι γραφαί των προφητών. Τότε οι μαθηταί πάντες αφήσαντες αυτόν έφυγον» (Ματθαίος ΚΣ/26: 55-56). 
     Ο Κύριος με τα λόγια αυτά εκφράζει το παράπονό του για τη συμπεριφορά του πλήθους, καθώς βλέπει την κακή διάθεση που έχουν και την προθυμία τους για να Τον συλλάβουν. Ποτέ στη ζωή Του ο Κύριος δεν είχε κάνει κάτι κρυφά. Όλη μέρα ήταν στο Ναό και δίδασκε και ποτέ δεν πήγαν να τον συλλάβουν. Ο Κύριος δεν είχε μαζί του ούτε όπλα, ούτε κάποια φρουρά για να Τον προστατεύσει. Αυτοί που στη ζωή τους ήταν «ληστές» είχαν έρθει τώρα να συλλάβουν τον Κύριο «ως ληστήν». Αλήθεια πού μπορεί να φτάσει ο αμαρτωλός άνθρωπος! 

Ανάλυση του γεγονότος αναφέρεται στο blog : giorgoskomninos.blogspot.com H δημοσίευση έγινε στις 13-04-2012 και επιγράφεται: ΤΟ ΡΑΠΙΣΜΑ".   (Ιωάννης ΙΗ/18: 19-23).

     «Τότε οι μαθηταί πάντες αφήσαντες αυτόν έφυγον» (Ματθαίος ΚΣ/26: 56). 
     Ο Κύριος έχει κάνει ιδιαίτερη αναφορά γι’ αυτήν την ώρα. «Τότε λέγει προς αυτούς ο Ιησούς. Πάντες υμείς θέλετε σκανδαλισθή εν εμοί την νύκτα ταύτην διότι είναι γεγραμμένον, Θέλω πατάξει τον ποιμένα, και θέλουσι διασκορπισθή τα πρόβατα της ποίμνης» (Ματθαίος ΚΣ/26: 31). 
      Οι μαθητές άφησαν τον Κύριο και έφυγαν. Ας μην τους καταδικάσουμε  αλλά ας αναλογιστούμε εμείς πόσες φορές μπροστά σ' ένα εχθρικό περιβάλλον για τον Κύριο, υποχωρήσαμε και Τον αφήσαμε μόνον. Τον ακολούθησε μόνο ο Ιωάννης, αλλά και αυτός όχι ως μαθητής αλλά «ως γνωστός του αρχιερέα». Ο Απ. Παύλος έχοντας ζήσει ανάλογη εμπειρία γράφει προς τον Τιμόθεο: «Εν τη πρώτη απολογία μου δεν με παρεστάθη ουδείς, αλλά πάντες με εγκατέλιπον είθε να μη λογαριασθή εις αυτούς αλλ' ο Κύριος με παρεστάθη και με ενεδυνάμωσε» (Β’ Τιμοθέου Δ/4: 16). 
   Ο Ιησούς έμεινε μόνος, αφημένος στα χέρια αμαρτωλών ανθρώπων, που σκοπό είχαν να Τον ταπεινώσουν, εξευτελίσουν, χλευάσουν και κακοποιήσουν μέχρι θανάτου. Ό,τι όμως και αν σχεδιάζουν οι άνθρωποι, όλα είναι κάτω από τον έλεγχο του Θεού, που μέχρι εκείνη την ώρα ποτέ δεν Τον είχε εγκαταλείψει. 
    «Το τάγμα λοιπόν και ο χιλίαρχος και οι υπηρέται των Ιουδαίων συνέλαβον τον Ιησούν και έδεσαν αυτόν» (Ιωάννης ΙΗ/18: 12). 
     Η σύλληψη του Ιησού έγινε από τους Ρωμαίους στρατιώτες σε συνεργασία με τους υπηρέτες των Ιουδαίων που ήταν υπεύθυνοι για το Ναό. Στη συνέχεια «έδεσαν αυτόν». Τον έδεσαν όπως έδεναν τους δούλους με προφανή σκοπό να Τον εξευτελίσουν. 

ΤΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΣΤΗΝ ΑΥΛΗ ΤΩΝ ΑΡΧΙΕΡΕΩΝ. 
(Ματθαίος ΚΣ/26: 54-75--Μάρκος ΙΔ/14: 53-72—Λουκάς ΚΒ/22: 54-71—Ιωάννης ΙΗ/18: 12-27). 

      «και έφεραν αυτόν εις τον Άνναν πρώτον διότι ήτο πενθερός του Καϊάφα, όστις ήτο αρχιερεύς του ενιαυτού εκείνου» (Ιωάννης ΙΗ/18: 13). 
    Αρχικά έφεραν τον Κύριο στον Άννα για να γίνει ένα είδος προανάκρισης που σκοπό είχε ν’ αποσπάσουν «έναν λόγο» ώστε να τον χρησιμοποιήσουν, για να στηρίξουν τις κατηγορίες τους (Ιωάννης ΙΗ/18: 19-23). Ο Άννας ήταν ο πρώτος Αρχιερέας τον οποίον είχαν διορίσει οι Ρωμαίοι στην Ιουδαία το έτος 6 μ.Χ. και παρέμεινε έως το 15 μ.Χ. που καθαιρέθηκε. Σύμφωνα με τον ιστορικό "Ιώσηπο" ήταν πρόσωπο με πολύ μεγάλη επιρροή. Στα θρησκευτικά θέματα εθεωρείτο ηγετική μορφή και έτσι συνέχισε και μετά την καθαίρεσή του, να καθοδηγεί παρασκηνιακά τα πράγματα. Από το έτος 18 έως το έτος 36 μ.Χ. το αξίωμα του Αρχιερέα κατείχε ο γαμπρός του Καϊάφας. 
    "Εγώ παρρησία ελάλησα εις τον κόσμον εγώ πάντοτε εδίδαξα εν τη συναγωγή και εν τω ιερώ, όπου οι Ιουδαίοι συνέρχονται πάντοτε, και εν κρυπτώ δεν ελάλησα ουδέν" (Ιωάννης ΙΗ/18: 20).
     Ο Άννας, χωρίς ουσιαστικά να έχει καμία εξουσία, άρχισε την ανάκριση του Ιησού προσπαθώντας να βρει κάποια αιτία εναντίον Του. Ο Ιησούς του απάντησε πως η διδασκαλία Του έγινε στα φανερά και δεν είχε κρύψει τίποτε, τόσο στις συναγωγές που επισκέπτονταν και μιλούσε, όσο και στο Ναό.  
     «Ηκολούθει δε τον Ιησούν ο Σίμων Πέτρος και ο άλλος μαθητής. Ο δε μαθητής εκείνος ήτο γνωστός εις τον αρχιερέα και εισήλθε μετά του Ιησού εις την αυλήν του αρχιερέως» (Ιωάννης ΙΗ/18: 15). 
      Μέσα στον πανικό που ακολούθησε με τη σύλληψη του Κυρίου έφυγε και ο Πέτρος μαζί με τους άλλους μαθητές, όμως μετά από λίγο επέστρεψε και ακολουθούσε από μακριά έτσι, ώστε να βρίσκεται εκτός κινδύνου. «Ο άλλος μαθητής» ήταν ο Ιωάννης, ο οποίος προφανώς από μετριοφροσύνη δεν αναφέρει το όνομά του. 
      «Ο δε Πέτρος ίστατο έξω πλησίον της θύρας. Εξήλθε λοιπόν ο μαθητής ο άλλος, όστις ήτο γνωστός εις τον αρχιερέα, και ώμίλησεν εις την θυρωρόν, και εισήγαγε τον Πέτρον» (Ιωάννης ΙΗ/18: 16). 
      Ο Ιωάννης ήταν γνωστός του Αρχιερέα και μπορούσε να έχει πρόσβαση στην αυλή του. Μέσω αυτής της γνωριμίας «εισήλθε μετά του Ιησού εις την αυλήν του αρχιερέως». Ο Πέτρος δε μπορούσε να μπει στην αυλή και στεκόταν έξω από την κεντρική πόρτα. Κάποια στιγμή βγήκε ο Ιωάννης και πήγε και μίλησε στη θυρωρό και έτσι επιτράπηκε η είσοδος και του Πέτρου. 

        Η ΔΙΚΗ ΑΠΟ ΤΟΝ ΚΑΪΑΦΑ. 
     «Είχε δε αποστείλει αυτόν ο Άννας δεδεμένον προς Καϊάφαν τον αρχιερέα» (Ιωάννης ΙΗ/18: 24). Στον Άννα διεξήχθη η προανάκριση του Κυρίου Ιησού μετά το πέρας της οποίας ο Ιησούς εστάλη στον Καϊάφα ο οποίος εκτελούσε καθήκοντα Αρχιερέα. 
     «Οι δε πιάσαντες τον Ιησούν έφεραν προς Καϊάφαν τον αρχιερέα, όπου συνήχθησαν οι γραμματείς και οι πρεσβύτεροι» (Ματθαίος ΚΣ/26: 57). 
      Μετά από τον Άννα οδήγησαν τον Ιησού στον Αρχιερέα Καϊάφα. Εκεί συγκεντρώθηκε όλο το συνέδριο (Σανχεντρίν), το οποίο αποτελείτο από 120 μέλη και του οποίου πρόεδρος ήταν ο Αρχιερέας. Κανονικά στους κατηγορούμενους δινόταν χρόνος, για να προετοιμάσουν την υπεράσπισή τους, που όμως αυτός ο χρόνος δε δόθηκε στον Κύριο. Εκείνη τη νύχτα οι Φαρισαίοι, οι Σαδδουκαίοι, οι Γραμματείς και οι πρεσβύτεροι, που αποτελούσαν το μεγάλο Ιουδαϊκό Συνέδριο, έδειξαν μια μεγάλη περιφρόνηση σε κάθε διαδικασία προκειμένου να επισπεύσουν την καταδίκη του Ιησού. 
     Στη συνεδρίαση λοιπόν αυτή, που έγινε γύρω στις 3 το πρωί και την οποία λεπτομερώς περιγράφουν οι Ευαγγελιστές «Ματθαίος» και ο «Μάρκος», ελήφθη η απόφαση για το θάνατο του Ιησού. Καθώς όμως οι καταθέσεις των ψευδομαρτύρων δε θεμελίωναν κατηγορητήριο, Τον καταδίκασαν για βλασφημία, με βάση την ομολογία Του όταν στο ερώτημα του αρχιερέα: «Συ είσαι ο Χριστός, ο Υιός του Ευλογητού;» Εκείνος απάντησε: «Εγώ είμαι»! (Μάρκος ΙΔ/14: 61-62). 
    «Τότε ο αρχιερεύς διέσχισε τα ιμάτια αυτού, λέγων ότι βλασφήμησε τι χρείαν έχομεν πλέον μαρτύρων; ιδού, τώρα ηκούσατε την βλασφημίαν αυτού τι σας φαίνεται; Και εκείνοι αποκριθέντες είπον, Ένοχος θανάτου είναι» (Ματθαίος ΚΣ/26: 65,66). 
    Όταν ο Αρχιερέας άκουσε τα λόγια του Ιησού, "διέσχισε τα ιμάτιά του". Η ενέργεια αυτή αποτελεί παράβαση γιατί απαγορευόταν από το Νόμο (Λευιτικό ΚΑ/21: 10).
    Η απάντηση που έδωσε ο Ιησούς στον Αρχιερέα δεν αποτελούσε, σύμφωνα με το Μωσαϊκό Νόμο απόδειξη καταδίκης Του. Για να καταδικαστεί χρειαζόταν μάρτυρες. "επί στόματος δύο μαρτύρων ή επί στόματος τριών μαρτύρων θέλει βεβαιούσθαι πας λόγος" (Δευτερονόμιο ΙΘ/19: 15). 
       Όταν ο Αρχιερέας ρώτησε μετά τη δεύτερη συνεδρίαση  του Συνεδρίου τους συνέδρους ποια  είναι η  απόφασή  τους;  Τότε  αυτοί  επέμεναν: «ένοχος θανάτου είναι» Έτσι  λοιπόν  η  ανθρώπινη  κακία έφτασε   στο  αποκορύφωμά  της  δείχνοντας τι πραγματικά υπάρχει μέσα στην καρδιά του ανθρώπου εξαιτίας της απιστίας του. Σε όλη τη διάρκεια αυτής της άδικης δίκης ο Ιησούς εμπιστεύεται τον εαυτόν Του σ’ Εκείνον που κρίνει δίκαια (Α’ Πέτρου Β/2: 23). 
     Η ποινή για βλασφημία ήταν θάνατος με λιθοβολισμό (Λευιτικό ΚΔ/24: 16, Ιωάννης Ι/10: 30-32, Πράξεις Ζ/7: 58). Έτσι λοιπόν, αν οι Ιουδαίοι ήταν ελεύθεροι και όχι υπό την κατοχή των Ρωμαίων, ο Ιησούς θα εκτελείτο με λιθοβολισμό. Η ποινή των Ιουδαίων δε μπορούσε να εκτελεστεί, επειδή οι Ρωμαίοι, όταν έκαναν την Ιουδαία Ρωμαϊκή επαρχία, κράτησαν το δικαίωμα των θανατικών εκτελέσεων. Αυτό το δικαίωμα το αναγνώρισαν οι ηγέτες του Ισραήλ στον ηγεμόνα με τα λόγια: "Ημείς δεν έχομεν εξουσίαν να θανατώσωμεν ουδένα" (Ιωάννης ΙΗ/18: 31). Για να γίνει η εκτέλεση, θα έπρεπε απαραίτητα να εξασφαλίσουν την έγκριση του Ρωμαίου ηγεμόνα. Γι’ αυτό άλλωστε προέκυψε και η ανάγκη δεύτερης δίκης. 
   Εμπλέκοντας τη Ρωμαϊκή εξουσία εξασφάλιζαν δύο πράγματα. Πρώτον δε θα υπήρχε λαϊκή εξέγερση, γιατί ο λαός φοβόταν τους Ρωμαίους και δεύτερον ήταν βέβαιο ότι ο Ιησούς θα θανατωνόταν με τον ατιμωτικό θάνατο του σταυρού, τον οποίο συνήθιζαν οι Ρωμαίοι να επιβάλλουν κατά των σκλάβων και των μεγάλων εγκληματιών, που δεν ήταν Ρωμαίοι πολίτες. Ο θάνατος πάνω στο σταυρό ήταν ο πιο αγωνιώδης, ο πιο επονείδιστος και ο πιο εξευτελιστικός.  
    "Οι δε αρχιερείς και οι πρεσβύτεροι και το συνέδριον όλον εζήτουν ψευδομαρτυρίαν κατά του Ιησού, διά να θανατώσωσιν αυτόν και δεν εύρον και πολλών ψευδομαρτύρων προσελθόντων, δεν εύρον. Ύστερον δε προσελθόντες δύο ψευδομάρτυρες" (Ματθαίος ΚΣ/26: 59,60).
     Οι Ιουδαίοι άρχοντες δυσκολεύτηκαν να βρουν μια ψεύτικη μαρτυρία σε βάρος του Ιησού. Τελικά  δύο ψευδομάρτυρες έδωσαν μία κατάθεση για τα λόγια που είχε πει ο Ιησούς: "Γκρεμίστε αυτό το ναό και σε τρεις μέρες εγώ θα τον ξαναχτίσω" (Ιωάννης Β/2: 19-21). Με τα λόγια αυτά ο Κύριος είχε προαναγγείλει το θάνατό Του και την Ανάστασή Του από τους νεκρούς. Όλα αυτά, χωρίς να τα εννοούν, τα χρησιμοποιούν ως πρόφαση για να καταδικάσουν τον Ιησού. Οι ψευδομάρτυρες που κατέθεσαν έπρεπε να καταδικαστούν σε θάνατο, σύμφωνα με το βιβλίο του "Δευτερονομίου" (κεφ. ΙΘ/19, εδ. 18,19) το οποίο αναφέρει: "και οι κριταί θέλουσιν εξετάσει ακριβώς, και ιδού, εάν ο μάρτυς ήναι ψευδομάρτυς και εμαρτύρησε ψευδώς κατά του αδελφού αυτού, τότε θέλετε κάμει εις αυτόν, καθώς αυτός εστοχάσθη να κάμη εις τον αδελφόν αυτού και θέλεις εκβάλει το κακόν εκ μέσου σου".
      
ΟΙ ΑΡΝΗΣΕΙΣ ΚΑΙ Η ΜΕΤΑΝΟΙΑ ΤΟΥ ΠΕΤΡΟΥ.

Ανάλυση του γεγονότος αναφέρεται στο blog : giorgoskomninos.blogspot.com 
H δημοσίευση έγινε στις 15-04-2014 και επιγράφεται: «Η άρνηση του Πέτρου». 

       Ο Ιησούς είχε προφητεύσει τις αρνήσεις του Πέτρου, όταν του είπε: «Αληθώς σοι λέγω, ότι ταύτην την νύκτα πριν φωνάξει ο αλέκτωρ. Τρις θέλεις με απαρνηθεί» (Ματθαίος ΚΣ/26: 37). Ενώ ο Πέτρος είχε αμφισβητήσει έντονα τα λόγια του Κυρίου, δυστυχώς όμως γι’ αυτόν η συνέχεια των γεγονότων ήρθε να επιβεβαιώσει οικτρά τα λόγια του Κυρίου. 
     «Λέγει λοιπόν η δούλη η θυρωρός προς τον Πέτρον. Μήπως και συ είσαι εκ των μαθητών του ανθρώπου τούτου; Λέγει εκείνος. Δεν είμαι» (Ιωάννης ΙΗ/18: 17). 
   Ο Πέτρος βρίσκεται ανακατεμένος με τους εχθρούς του Κυρίου και προσπαθεί να κρύψει την ταυτότητά του. Εκεί, καθώς τον παρατηρεί μία «παιδίσκη», δηλ. μικρή δούλη, η οποία ήταν θυρωρός στην εξωτερική πόρτα της αυλής, τον ρωτάει προφανώς από περιέργεια: «Μήπως και συ είσαι από τους μαθητές τούτου του ανθρώπου». Η απάντηση του Πέτρου ήταν άμεση και κατηγορηματική: «Δεν είμαι», (ουκ ειμί). Αρνήθηκε ο Πέτρος ότι ήταν μαθητής του Κυρίου, φοβούμενος τον όχλο! 
    «Ίσταντο δε οι δούλοι και οι υπηρέται, οίτινες είχον κάμει ανθρακιάν, διότι ήτο ψύχος, και εθερμαίνοντο και μετ' αυτών ίστατο ο Πέτρος και εθερμαίνετο» (Ιωάννης ΙΗ/18: 18). 
     Δούλοι ονομάζονταν εκείνοι που έκαναν τις διάφορες εργασίες στον αρχιερατικό οίκο, ενώ υπηρέτες αυτοί που ασκούσαν πιο επίσημα καθήκοντα και είχαν και την ευθύνη της αστυνόμευσης. Εκεί λοιπόν στην αυλή άναψαν φωτιά και με ξύλα που κάηκαν έγινε ανθρακιά, προκειμένου να ζεσταθούν οι παρευρισκόμενοι. Ανάμεσα σ’ αυτούς ήρθε και ο Πέτρος «και μετ’ αυτών ίστατο ο Πέτρος και εθερμένετο». Οι κακές συναναστροφές οδηγούν στην αμαρτία. Τι ζητάς αγαπητέ με τους εχθρούς του Κυρίου; 
     «Και μετ' ολίγον άλλος τις ιδών αυτόν, είπε Και συ εξ αυτών είσαι. Ο δε Πέτρος είπεν Άνθρωπε, δεν είμαι» (Λουκάς ΚΒ/22: 58). "Το ένα ψέμα φέρνει τ' άλλο", λέει η παροιμία. Έτσι μετά από λίγο ένα άλλος σήκωσε το δάχτυλο του προς τον Πέτρο και είπε πως ήταν οπαδός του Ιησού του Ναζωραίου. Αλλά ο Πέτρος αρνήθηκε την κατηγορία.
        Αφού πέρασε περίπου μια ώρα, κάποιος άλλος αναγνώρισε τον Πέτρο πως ήταν Γαλιλαίος, από την ιδιαίτερη προφορά του και πιθανόν να ήταν μαθητής του Ιησού. Ο Πέτρος «ήρχισε να καταναθεματίζει και να ομνύει, ότι δεν γνωρίζω τον άνθρωπον» (Ματθαίος ΚΖ/27: 74). 
        Αμέσως μετά από την τελευταία άρνηση ακολούθησε το λάλημα ενός πετεινού. Ο Πέτρος απέτυχε να τηρήσει τις υποσχέσεις του, γιατί στηρίχτηκε στη δική του δύναμη και όχι στη δύναμη του Χριστού. Στο βιβλίο των «Παροιμιών» (κεφ. ΙΣ/16: 18), αναφέρεται: «Η υπερηφάνεια προηγείται του ολέθρου». 
     Εκείνη τη σκοτεινή στιγμή ο Κύριος γύρισε και έριξε μια ματιά στον Πέτρο και τότε ο Πέτρος θυμήθηκε τα λόγια που του είχε πει ο Κύριος: «προτού λαλήσει ο πετεινός, θα με απαρνηθείς τρεις φορές». Εκείνη η ματιά του Κυρίου έστειλε τον Πέτρο έξω στη νύχτα και έκλαψε πικρά. Τούτα τα δάκρυα είναι δείγμα της πραγματικής του μετάνοιας. 

Ο εμπαιγμός του Υιού του Ανθρώπου από τους στρατιώτες.
(Λουκάς ΚΒ/22: 63-65—Ματθαίος ΚΣ/26: 67-68 – Μάρκος ΙΔ/14: 65). 

  «Και οι άνδρες οι κρατούντες τον Ιησούν ενέπαιζον αυτόν δέροντες και περικαλύψαντες αυτόν ερράπιζον το πρόσωπον αυτού και ηρώτων αυτόν, λέγοντες. Προφήτευσον τις είναι όστις σε εκτύπησε; Και άλλα πολλά βλασφημούντες έλεγον εις αυτόν» (Λουκάς ΚΒ/22: 63-65). 
    Ο Κύριος βρέθηκε εντελώς μόνος κρατούμενος από τους στρατηγούς του ναού της Ιερουσαλήμ, οι οποίοι άρχισαν να Τον περιγελούν, να τον δέρνουν και να Τον βλαστημούν. Του έβαλαν κουκούλα στο κεφάλι, Τον χτυπούσαν στο Πρόσωπο και ύστερα Τον ρωτούσαν να μαντέψει ποιος Τον χτύπησε. Αυτά και πολλά άλλα έκαναν στον Κύριο, ο οποίος τα υπέμενε με καρτερικότητα. Οι άνθρωποι μισούσαν τον Ιησού όχι, γιατί τους είχε αδικήσει σε κάτι, αλλά γιατί ήταν άγιος, άδολος. Αυτό είναι το αιώνιο μίσος που τρέφει ο άδικος εναντίον του δίκαιου, όπως ο άδικος Κάιν εστράφη εναντίον του δίκαιου αδελφού του Άβελ και τον φόνευσε (Γένεση Δ/4: 8). 

Ανάλυση του γεγονότος αναφέρεται στο blog : giorgoskomninos.blogspot.com 
H δημοσίευση έγινε στις 07-09-2013 και επιγράφεται: "ΚΑΪΝ  &  ΑΒΕΛ".

     «Τότε ενέπτυσαν εις το πρόσωπον αυτού και εγρόνθισαν αυτόν, άλλοι δε ερράπισαν» (Ματθαίος ΚΣ/26: 67). 
   Κάποιοι από τους παραβρισκόμενους άρχισαν να Τον φτύνουν. Το φτύσιμο ήταν ένας Ιουδαϊκός τρόπος ένδειξης έσχατης περιφρόνησης (Αριθμοί ΙΒ/12: 14 & Δευτερονόμιο ΚΕ/25: 9). Ο προφήτης Ησαΐας (κεφ. Ν/50: 6) είχε γράψει προφητικά: «Τον νώτον μου έδωκα εις τους μαστιγούντας και τας σιαγόνας μου εις τους μαδίζοντας δεν έκρυψα το πρόσωπόν μου από υβρισμών και εμπτυσμάτων». 

      Ας παρατηρήσουμε τις παραβάσεις του νόμου καθώς και τη σπουδή των εχθρών του Κυρίου για να Τον καταδικάσουν. 
_  Ήταν παράνομο να φέρουν εναντίον του υποδίκου ψευδομάρτυρες (Ματθαίος ΚΣ/26: 59) 
Ήταν μεσάνυχτα, όταν οδήγησαν το Κύριο, για να δικαστεί και η δίκη, όπως διεξήχθη, ήταν παράνομη.
Τον καταδίκασαν χωρίς να υπάρχουν επαρκείς αποδείξεις (εδ.65). 
Ήταν παράνομο να εκδώσουν τη θανατική απόφαση την ίδια μέρα, θα έπρεπε να περιμένουν την επόμενη (εδ.66). 
– Ήταν παράνομο να κακοποιήσουν τον υπόδικο (εδ.67).
    Όλα αυτά δείχνουν μια παρωδία δίκης και ότι το Συνέδριο είχε ήδη βγάλει την απόφασή του, πριν καν προσαχθεί ενώπιόν του ο Ιησούς. Αλήθεια, πόσες φορές οι άνθρωποι έχουν απορρίψει τον Κύριο, χωρίς να εξετάσουν το Λόγο Του! ---

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου